κηραίνῃ , πολὺ πλέον ψυχὴν τὴν ἀθάνατον , ἥν φασι τυπωθῆναι κατὰ τὴν εἰκόνα τοῦ ὄντος : λόγος δ '
τὰς ἐκ συνδυασμοῦ γενέσεις πρὸς μικτὸν ἀριθμὸν τὸν πρῶτον ἀρτιοπέριττον τυπωθῆναι , περιέξοντα καὶ τὴν τοῦ σπείροντος ἄρρενος καὶ τὴν
4309655 βλαστειν
γὰρ ξηρᾶναι πολλάκις καὶ ἀποτρίψαι καὶ σπεῖραι , καὶ οὐδεπώποτε βλαστεῖν οὔτε ἕρπυλλον οὔτε ἑλένιον οὔτε σισύμβριον οὔτε μίνθαν :
φύσιν : εἰ δὲ τόδ ' ἐστίν , οὐ θαῦμα βλαστεῖν τὸν διφυῆ Κέκροπα . τοῦτο μὲν οὖν ἐν ἀκοῇ
4201260 ατην
: καὶ θεὸν αὐτὸν [ ] ἄειδε πανάφθιτον [ ] ατην ! ! ! ! ! ! ! . ὡς
[ τίνα αἰτίαν ! ! ! ! ! ! ] ατην [ ρτον ] ? [ υ ] ! [
4069302 μεταναστην
Λάβαν ἐστὶν ἔξαρχοςὄνομα δὲ ποιότητος τοῦτ ' ἐστίν , ἀλλὰ μετανάστην χρὴ γενέσθαι εἰς τὴν πατρῴαν γῆν τὴν ἱεροῦ λόγου
θηρίοις ἀφεῖσαν . οὕτω δ ' αὐτοῖς συνέβαινε πλάνητα καὶ μετανάστην βίον ζῆν μηδὲν ἧττον τῶν ὑπὸ ἀπορίας καὶ λυπρότητος
4066722 Ἐπιμηθεα
μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται , Προμηθέα δὲ δι ' Ἐπιμηθέα ὕστερον , ᾗπερ λέγεται , κλοπῆς δίκη μετῆλθεν .
σοί , ὦ Ἐφάρμοστε . . Ἰαπετὸς ἐγέννησε Προμηθέα καὶ Ἐπιμηθέα . ἐκ γοῦν τοῦ Προμηθέος ἐγεννήθη Δευκαλίων , ἐκ
4018308 παγετον
: Θήβη , ἥβη , στίβη : σημαίνει τὸν ὀρθρινὸν παγετόν : λώβη : τὸ δὲ λαβὴ ὀξύνεται , ἐπειδὴ
ὁ ἥλιος , καὶ τοῦτον τὸν λέοντα , ἤτοι τὸν παγετόν , νικήσας διέλυσε . . Κητὼ δ ' ὁπλότατον
3966700 πτηνου
κάθειρξις , σύλληψίν τε εἰρῆσθαι τὸ πάθος διὰ τὸ ἁρπαγῇ πτηνοῦ ἐοικέναι τὰ γιγνόμενα . ἀλλὰ τούτους μὲν τοὺς μύθους
δὲ ζῷον ἅπαν ἢ ὁλόπτερον ἢ σχιζόπτερον , ὡς τοῦ πτηνοῦ ζῴου τῆς διαφορᾶς ταύτης οὔσης , ἀλλ ' οὐχὶ
3952471 ἀναχθεισαν
δὲ καὶ τὴν παρακομίζουσαν ναῦν τοὺς θεωροὺς ἀπὸ τῶν ἀγώνων ἀναχθεῖσαν εἰς τὴν Σικελίαν ἐκπεσεῖν τῆς Ἰταλίας εἰς Τάραντα διά
τοῦ βίου πάλιν ἐπὶ τὰ πρόσθεν ἀπενεχθῆναι , καθάπερ ναῦν ἀναχθεῖσαν μὲν ἐξ ἀλιμένων χωρίων , αὖθις δὲ ἐναντίῳ πνεύματι
3915799 ῥιζωμα
ἀσωμάτους πρὸ παντὸς ἡγοῦ θεοὺς ὑπάρχειν : τὸ γὰρ κυριώτατον ῥίζωμα τῶν Πυθαγορικῶν δογμάτων τοῦτ ' ἐστίν , ἐξ οὗ
Οὐράνιος βάσις , κόσμου μεσότης , ἀπύθμευτον θεώρημα , ἀεροφυὲς ῥίζωμα , [ ἀκατάληπτος περιοχή ] , γυμνάσιον ζωῆς ,
3904474 ἐκγονον
ἡ μεῖξιϲ ἅμα ἵκηται δυοῖν μεγάλοιν , μέζον κακὸν τὸ ἔκγονον . ϲημεῖα δὲ μέγιϲτα καὶ ῥήϊϲτα ἰδεῖν καὶ θιγέειν
δὲ μὴ κτανεῖν . θείων δ ' ἀπ ' ἀμφοῖν ἔκγονον ῥιζωμάτων τίς ἂν προσειπεῖν ἀξιώσειεν λάτριν ; εἰσὶ κασίγνηται
3893413 ἐπιφημισας
προσαγορεύει , τὴν μονάδος φύσιν καὶ πρόσρησιν ἐνιδών τε καὶ ἐπιφημίσας αὐτῇ . . . , . , καὶ τὴν
προσαγορεύει , τὴν μονάδος φύσιν καὶ πρόσρησιν ἐνιδών τε καὶ ἐπιφημίσας αὐτῇ . λεκτέον δὲ ὅσα οἷόν τέ ἐστι τῶν
3864590 ἀναστρεφομενον
ὃν [ τρόπον ] τὸ τῆς αἰτιολογίας γένος ἐν ἀφανέσιν ἀναστρεφόμενον οὐχ ὁμολογουμένην ἔχει τὴν ἐκ τῶν φαινομένων ἐπιμαρτύρησιν :
ἀμοιβῆς : χάριν . Ἐπιδινεύοντα : συστρεφόμενον , ἀδημονοῦντα ἢ ἀναστρεφόμενον . Ἀλόχου : συζύγου . Μολίβου : καθέτου .
3839939 γενομενον
Ῥωμαῖοί φασι στρατείαν μηδεμίαν ποιήσασθαι , θεοσεβῆ δὲ καὶ δίκαιον γενόμενον ἐν εἰρήνῃ πάντα τὸν τῆς ἀρχῆς χρόνον διατελέσαι καὶ
, διορθώσαντα δὲ καὶ τὸ παρὰ τὴν τοῦ ἡλίου ἀνωμαλίαν γενόμενον διάφορον καίτοι βραχὺ ὂν διὰ τὸ δʹ ἔγγιστα ἑνὸς
3832510 ἀκραιφνη
ἀνωτάτω τάξει τὸν ἄριστον νοῦν ἡγεμόνα προστήσασθαι , τῆς ψυχῆς ἀκραιφνῆ τὴν ὁμοιότητα διασῴζει πρὸς τοὺς θεούς , εἰς ἣν
οὐρανίων καὶ μεταρσίων καὶ πρὸς τἀπίγεια τέταται , τὴν μὲν ἀκραιφνῆ φύσιν ἑαυτῆς αἰθέρος οὖσαν ἀγχίσπορον ἄνω μετέωρον διαίρουσα ,
3815194 ἰαμβικην
, τὸ δὲ καὶ ἀποδέχεται . † ἐν εἰσθέσει δὲ ἰαμβικὴν τὴν “ ἄληθες ὦπίτριπτε ” . Γ καὶ συκοφάντης
: ἔστι γὰρ ἐκ χοριαμβικοῦ ἐπιμίκτου , τοῦ τὴν δευτέραν ἰαμβικὴν ἔχοντος καὶ τροχαϊκοῦ ἑφθημιμεροῦς : Εὔιε κισσοχαῖτ ' ἄναξ
3789783 διαβεβηκεναι
ὡς παρὰ τῶν κατασκόπων ἐπυνθάνετο ὁ Κριτόλαος Μέτελλον καὶ Ῥωμαίους διαβεβηκέναι τὸν Σπερχειόν , ἀπέφευγεν ἐς Σκάρφειαν τὴν Λοκρῶν ,
δὲ βασιλέα τῶν ἐπιχωρίων , ἐκεῖνον δὲ ἐκ Μέμφεως ὁρμώμενον διαβεβηκέναι μὲν Πηλούσιον , ἤδη δὲ Συρίαν καὶ Φοινίκην κατατρέχειν
3785777 ἐσχηκος
αὐτὸ ὑποληπτέον : ἄριστον δὲ τὸ σύμμετρον μὲν τὸ τυρῶδες ἐσχηκός , σύμμετρον δὲ τὸ ὑδατῶδες . ποιεῖσθαι δὲ καὶ
ὄγκων συνεστὼς λεπτύνεται καταδιαιρούμενον ὑπὸ τοῦ πυρός . μεταβολὴν τοίνυν ἐσχηκός , διὰ τὸ ἀπὸ παχέως εἰς λεπτὸν καταστῆναι ,
3743470 διωκομενης
τιθέμενον : μυθεύονται γὰρ καὶ αὗται τὸν Ὠρίωνα φεύγειν , διωκομένης τῆς μητρὸς αὐτῶν Πληιόνης ὑπὸ τοῦ Ὠρίωνος . ἡ
, σπουδαιότερον ἐλαύνειν , κωπηλατεῖν . ἐλάτῃσι : κώπαις . διωκομένης : ἐλαυνομένης , τρεχούσης . ἀκάτοιο : νηός .
3715563 τετα
. . . . τρὶς . . . . . τετα : [ τρὶς ] δὲ Πυθίοις ? [ παλαίσαντα
ἐκείνοις εἶναι , Κορινθίους δὲ πιστοτάτους γεγενῆσθαι , Ἀργείους δὲ τετα - πεινῶσθαι διὰ τὸ μηδὲν ἔτι ὠφελεῖν αὐτοὺς τῶν
3703096 προβληθεν
ἀπορουμένων δὲ τῶν ἄλλων ὁ Οἰδίπους ἀπεφήνατο ἄνθρωπον εἶναι τὸ προβληθέν : νήπιον μὲν γὰρ αὐτὸν ὑπάρχοντα τετράπουν εἶναι ,
δὲ τοῦτο δίκην περιφερείας αἱ ἀποδείξεις ἀνελίττονται θηρᾶσαι βουλόμεναι τὸ προβληθέν . τῷ δὲ θεῷ τὸ ἀγαθόν . Καὶ οὕτως
3698024 σπων
ἡ πιθανὴ ἅμα καὶ ἀπερίσπαστος φαντασία . οἷον ὁ ἀνθρώπου σπῶν φαντασίαν ἐξ ἀνάγκης καὶ τῶν περὶ αὐτὸν λαμβάνει φαντασίαν
εἴρηται δὲ παρὰ τὸ σπᾶν καὶ τὸ λίνον , ὁ σπῶν τῷ λίνῳ , τοῦ α ἢ πλεονασμὸν ἢ ἐπίτασιν
3659501 γονιμον
αἰτίαν τῷ ὄνῳ προσάπτειν πρὸς τοῖς προειρημένοις . πᾶν τὸ γόνιμον τετίμηται , ἐναντίως δὲ ἄρα πρὸς ταῦτα πέφυκε τὸ
ἀνασπᾷ ἑωυτὸ καὶ μένει αὐτοῦ . Ὁκόταν [ οὐ ] γόνιμον γένηται τὸ παιδίον , τουτέου ἡ σὰρξ ὑπερέχει τῶν
3654072 ἐρριζωσε
. Ἡ δὲ Κόρη ἀγωνιῶσα περὶ Κυζίκου , τὰς πέτρας ἐρρίζωσε , καὶ νῆσον ἐποίησεν , ἥτις ἀφ ' ἑνὸς
γῆν σκοπήσας ἀμφιδεξίῳ τρόπῳ ἔστησε πλῆθος χιλίανδρον τεκτόνων καὶ γῆθεν ἐρρίζωσε πυργηρουμένην πόλιν φυλάττειν τὰς στροφὰς στρατευμάτων . Ὅμηρε ,
3647362 νοθον
ὕλης ἤρξατο εὐόριστον αὐτὴν ποιοῦσα ἢ τῷ τὴν ἐπιταθεῖσαν ἀμβλυνθῆναι νόθον ποιήτητα ἢ τῷ τὴν λυποῦσαν ὕλην ὀλιγωθῆναι . Ἀναταράττεται
ἴσχειν ἀποφαίνεται τὴν αἰτίαν . οὐκ ἄρα δικαίως ὁ Ἀνδρόνικος νόθον ὑπώπτευσεν εἶναι τοῦ φιλοσόφου τὸ βιβλίον . Λοιπὸν οὖν
3644852 φεροισα
αἴνησεν γάμον κρύβδαν πατρός , πρόσθεν ἀκειρεκόμαι μειχθεῖσα Φοίβωι καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν ] εἰ γὰρ ὁ πατὴρ αὐτὴν
[ ! ! ] ποτ ' εἶδεν ὑπὸ σπλάγχνοις [ φέροισα τόνδ ' ἀνέρ ' . ἔδοξε ? [ γάρ
3643809 ἀμειψαν
λέξις ἀλλὰ δύο : καὶ δεῖ γράφειν : πόδ ' ἄμειψαν , ἤγουν μετέβησαν : ἀμείβειν γὰρ τὸν πόδα ἐστὶ
λέξις ἀλλὰ δύο : καὶ δεῖ γράφειν : πόδ ' ἄμειψαν , ἤγουν μετέβησαν : ἀμείβειν γὰρ τὸν πόδα ἐστὶ
3625367 ἐρασθεντα
ἰάμβων ποιητρίας , ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Σκύλλῃ ἱστορεῖ τὸν Γλαῦκον ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δωρήματα
μορφῆς αὐτῷ καθ ' ὑδάτων ὀφθείσης παρὰ Νύμφαις τελευτῆσαι λέγουσιν ἐρασθέντα τῷ εἰδώλῳ συμμῖξαι καὶ νῦν ἐν λειμῶσι φαντάζεσθαι ἐν
3618678 κατακλαιει
ἐπὶ τοῦ μνήματος ἐπιγέγραπται τόδε : οἰκείοις δακρύοις ἁ γειναμένα κατακλαίει Πιττακὸν ἥδ ' ἱερὰ Λέσβος ἀποφθίμενον . ἀπόφθεγμα αὐτοῦ
ὅτι καὶ ὁ Ζεὺς ἐν τῇ ἐκπυρώσει ἔρημός ἐστι καὶ κατακλαίει αὐτὸς ἑαυτοῦ : τάλας ἐγώ , οὔτε τὴν Ἥραν
3614913 μεταμορφωθεις
ἀκόλαστον . Ὃν ζηλοτυπήσας ὁ τούτου ἀντεραστὴς Ἄρης εἰς κάπρον μεταμορφωθείς , ἀνεῖλε τοῦτον . Ὠδύρετο δὲ ἡ Ἀφροδίτη καὶ
ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον μεταμορφωθείς . καὶ καλεῖ εὐθὺς ἤδη τοὺς οἰκέτας καὶ κελεύει
3610465 Ἰλον
Ἐριχθόνιον * , Τρῶα δ ' Ἐριχθόνιος , Τρὼς δὲ Ἴλον , Ἀσσάρακον καὶ Γαννυμήδην Ἴλος γεννᾷ Λαομέδοντα , Λαομέδων
ποταμὸν ἔχων καὶ τὸν ἐκ Κρεούσης υἱὸν αὐτοῦ Ἀσκάνιον ἢ Ἴλον , ὅπου φαγόντων τῶν μετ ' αὐτοῦ τὰς τραπέζας
3593156 ἀνεβλαστησεν
πατρίδος λέγων οὕτως : κεραυνοῦ δὲ σκήψαντος εἰς τὸν τάφον ἀνεβλάστησεν ἐκ τοῦ σήματος δενδρίον , ὃ ἐκεῖνοι κόνναρον ἐπονομάζουσιν
οὐκ ὄντων δέ : οἷον ἐλάα ποτ ' ἀποκαυθεῖσα τελέως ἀνεβλάστησεν ὅλη , καὶ αὐτὴ καὶ ἡ θαλία . ἐν
3583612 Μηνα
Δωρικὴν αὐτὴν λέγομεν ἀλλὰ κοινήν , οἷον ὁ Μηνᾶς τοῦ Μηνᾶ , ὁ Ζηνᾶς τοῦ Ζηνᾶ , ὁ Μητρᾶς τοῦ
δισυλλάβως δὲ κλίνεται ὁ λᾶας , τοῦ λᾶα , Μηνᾶς Μηνᾶ , Ζηνᾶς Ζηνᾶ , κερκιδᾶς κερκιδᾶ . Τὰ εἰς
3578578 μαλακου
τοῦ πυρὸϲ πρόϲβαλλε λεῖον τὸν χαμαιλέοντα ἐπιπάϲϲων καὶ ἐπίθεϲ ἐπὶ μαλακοῦ πυρόϲ , ὅπωϲ τὴν δύναμιν ὁ χαμαιλέων προϲδῷ τῷ
. ἡ λεύκη ὁμοία πλατάνῳ . ψιθυρίζῃ : ἀνέμου πνέοντος μαλακοῦ καὶ ἠρέμα διὰ τῶν φύλλων εἰσιόντος ὥσπερ προσλαλεῖ τὰ
3569358 ἀμειψαι
μηδὲν ἀπαιτῆσαι . τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
μηδὲν ἀπατῆσαι : τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
3564027 κυουσαν
κύειν φησὶν εἶναι σημεῖα τό τ ' εὐχρουστέραν ὑπάρχειν τὴν κύουσαν καὶ εὐκινητοτέραν καὶ τὸ τὸν δεξιὸν μαζὸν μείζονα ἔχειν
Συρακούσας οὐχ ὑπέμεινεν ἧς ἤρα . ἐπεὶ δὲ ᾔσθετο Καλλιρόη κύουσαν ἑαυτὴν ἐξ ἐμοῦ , σῶσαι τὸν πολίτην ὑμῖν θέλουσα
3538880 πολυπιδακα
τὼ δ ' ἀΐξαντε πετέσθην . Ἴδην δ ' ἵκανον πολυπίδακα μητέρα θηρῶν , εὗρον δ ' εὐρύοπα Κρονίδην ἀνὰ
ἐξετέλεσσα μόνος . μέσσοις δ ' οἵ τ ' Ἐφύρην πολυπίδακα ναιετάοντες , παντοίης ἀρετῆς ἴδριες ἐν πολέμωι , οἵ
3529334 συνθετον
ὁρμῶ , οὗ μέλλων σώσω , ὄνομα ῥηματικὸν σῶτρον καὶ σύνθετον ἐπίσωτρον . . . . . ἐρρέθην : ἐρρέθην
καὶ στέατος ὑείου παλαιοῦ τοσοῦτον , ὅσον εὐαφὲς ποιῆσαι τὸ σύνθετον καὶ δῆξιν οὐδεμίαν περὶ τὸ μόριον ἐᾶσαι γενέσθαι :
3529141 ἀφιῃ
, ἵνα μήθ ' ἡ ἄμπελος εἰς τοῦτο τὸ κλῆμα ἀφίῃ τὴν αὔξησιν ὅπερ ἀποτέμνεται , ἥ τε περιοῦσα τροφὴ
ἀπὸ τοῦδε τοῦ παθήματος , ἐπὴν πῦρ ἔχῃ καὶ μὴ ἀφίῃ τὴν ἄνθρωπον , καὶ δίψα μιν λαμβάνῃ καρτερὴ ,
3520905 ἀτρακτος
Ἀτρεύς , οἱονεὶ ὁ ἄφοβος ' . . . . ἄτρακτος : κυρίως ἐπὶ βέλους : τὸν γὰρ βαλόντα ἄτρακτον
Ἀταλάντῃ ἁρπεδόνην τε λύσιν ἱστοῦ : τοῦτο δὲ τραγικώτερον . ἄτρακτος , σφόνδυλος , κλωστήρ . οὕτω δὲ καὶ τὴν
3516359 νεογενους
λίνοις περιελίττοντα , εἶτα καὶ λύχνους ἀνάπτοντα ἐξαίφνης ἀκούειν ὥσπερ νεογενοῦς τινος βρέφους φωνὴν καὶ πυνθανομένου τινος ἀποκρίνεσθαι , ἔπειτα
τὸ ὑγιεινὸν βρέφος ἄρτι γεγενημένον , ἔπειτα τὴν δίαιταν τοῦ νεογενοῦς παιδίου . Κριθήσεται καὶ τὸ ὑγιεινὸν εὐθὺς ἐκ γενητῆς
3510468 συντυγχανειν
ἐν τοῖς πρώτοις , ὡς δὲ προσέσχε τῇ Πύλῳ καὶ συντυγχάνειν ἔδει τῷ Νέστορι ἀγωνιῶντα καὶ ἀποροῦντα ὅ τι χρὴ
ἄλλη τις θυμηδία . ᾤοντο γὰρ δεῖν μὴ πρότερόν τινι συντυγχάνειν , πρὶν ἢ τὴν ἰδίαν ψυχὴν καταστήσουσι καὶ συναρμόσονται
3498219 δεδηγμενον
ἐπὶ τούτων βοηθήματα τάδε : βούτυρον μετὰ μέλιτοϲ ἐνάλειφε τὸν δεδηγμένον τόπον . πότιζε δὲ τρύγα μελικράτου προϲφάτου , ἐπιβάλλων
. Ὁ Θεοδέκτης τραγικὸς ἦν , καὶ παράγει τὴν χεῖρα δεδηγμένον τὸν Φιλοκτήτην ὑπὸ ὄφεως , καὶ μέχρι μὲν πολλοῦ
3487737 κραταιαν
δαίσῃ τοῦ Κορύδου , προλέγω σοι : ἔχει γὰρ χεῖρα κραταιάν , χαλκῆν , ἀκάματον , πολὺ κρείττω τοῦ πυρὸς
βυθὸν τῆς λήθης καταδεδυκυίας εὐμηχάνως καὶ συνετῶς ἀνειλκύσω , τὴν κραταιάν σου χεῖρα ταύταις προσεπιδούς . Ἔπειτα δὲ καὶ πᾶσαν
3470493 τεινομενος
ἀριθμοῦ δεῖ ἥμισυ ἔχοντος , ἵν ' ὁ ἡμιόλιος αὐτοῦ τεινόμενος τρίτον ἀναγκαίως ἔχων ὑπεπίτριτον λόγον πρὸς ἄλλον τινὰ ὅρον
δ ' ὑπὸ τῶ κινήματος ἀγκύλον εἶχον . τὼ χέρε τεινόμενος , περικλώμενος , εὗρον ἀγῶνα πῶς ἀνέλω μέγαν ἰχθὺν
3450854 ὑπαλλαγῃ
διαλεγόμενον ἑτέρων καθάπτεσθαι , τὸ ἀσφαλὲς τοῦ μὴ προσκρούειν τῇ ὑπαλλαγῇ τοῦ προσώπου ἐνδιοικούμενον . καὶ τοῦτο Ὅμηρος ἔδειξεν ἐν
τὸ φύσει ἐνεργητικὸν ἢ τὸ φύσει παθητικὸν εὕροι ἂν ἐν ὑπαλλαγῇ τῶν διαθέσεων , λέγω τὸ ἐποίησα ἀντὶ τοῦ ἐποιήθην
3439135 ἀντωνυμικως
? . [ ἀντωνυμία δὲ κέκληται ] ? διὰ τὸ ἀντωνυμικῶς [ ? παραλαμβάνεσθαι ] ? [ ] ? .
. . , : φίν : εἰώθασιν ἀντὶ τοῦ σφίν ἀντωνυμικῶς χρῆσθαι τῇ φίν , ἀντὶ τοῦ αὐτοῖς ἢ αὐταῖς
3437194 θνητον
θάτερον σκέλος τῶν ἀντιδιῃρημένων καὶ ποιοῦσα τὸν ἄνθρωπον ζῷον λογικὸν θνητὸν νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικόν . καὶ λέγομεν ὅτι διὰ
υἱός , τὸν δὲ Κάστορα μετὰ ταῦτα ὁ Τυνδάρεως σπέρμα θνητὸν ὄντα τῇ σῇ μητρὶ συνελθὼν ἔσπειρεν . ἀλλ '
3434905 φθογγον
ὑπάρχοντος ἡμιτονίου τὸ προστεθὲν ἡμιτόνιον : συμβαίνει δὴ τὸν ὁρίζοντα φθόγγον τὸ προστεθὲν ἡμιτόνιον μήτε τῷ τετάρτῳ διὰ τεσσάρων συμφωνεῖν
πετάλοις ναρκᾷ : φοβεῖται καὶ τὸν ἀλεκτρυόνα , καὶ τὸν φθόγγον αὐτοῦ : κἂν ἴδῃ αὐτόν , φεύγει . ὕαινα
3434389 ζωον
τὴν ἰλύν : ἐξ αὐτῆς γὰρ ἔχει τὸ εἶναι . ζῶον , ἀπὸ τῆς ἐν ἡμῖν ζέσεως τοῦ θερμοῦ :
πᾶν ζῶον ἔμψυχον , πᾶν ἔμψυχον οὐσία , πᾶν ἄρα ζῶον οὐσία , συνάγει οὖν τὴν οὐσίαν κατὰ τοῦ ζώου
3433437 ἀεικελιην
ἠὲ τόγ ' ἄτης πῆμα δυσιμέρου ἦ μιν ἐνίσπω φύζαν ἀεικελίην ᾗ κάλλιπεν ἔθνεα Κόλχων . Ἤτοι ὁ μὲν δήμοιο
, εἰ καί τίς σε καταχθονίων ἀνθρώπων / ὀφθαλμοῦ εἴρηται ἀεικελίην ἀλαωτύν „ . οὐκ εἶπεν ὀφθαλμῶν . ἔτι δὲ
3433344 βλε
γενόμενον εἰς αὐτὸ ἐπεστράφη καὶ ἐπληρώθη καὶ ἐγένετο πρὸς αὐτὸ βλέ - πον καὶ νοῦς οὗτος . Καὶ ἡ μὲν
δὲ ἦσαν τέσσαρες , ὥς φασί τινες , μέχρι τοῦ βλέ - ποντος ἀπαρτιζόμενοι , οὐκ ἂν ἦσαν κόλουροι .
3429137 ῥιζωματ
μὰ τὸν ἁμετέρας σοφίας εὑρόντα τετρακτύν , παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν . ὅλως δέ φασι Πυθαγόραν ζηλωτὴν γενέσθαι
τέλειον ἁρμονίαν πάντα διοικεῖται , τοῦδε χάριν πηγὴν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν εἰρήκασιν αὐτήν . καὶ ἄλλως , ἐπεὶ
3427777 ἐννοουντα
πόρρωθεν ἔχοντα ἀπέρεισιν , ἀλλ ' ἀφ ' ἑτέρων ἕτερα ἐννοοῦντα , ᾧ καὶ τὴν ὕλην γνωρίζειν εἰώθαμεν καὶ στέρησιν
εἴ σε θησαυροὺς ἀνορύττοντα καὶ πετόμενον καί τινας ἐννοίας ὑπερφυεῖς ἐννοοῦντα καί τινας ἐλπίδας ἀνεφίκτους ἐλπίζοντα φίλος ὢν οὐ περιεῖδον
3426538 τεκνωσεως
δημοκρατικόν . Συνέρχεται γὰρ τῷ θήλει τὸ ἄῤῥεν κατὰ πόθον τεκνώσεως , καὶ τῆς τοῦ γένους διαμονῆς : ἐφίεσθαι γὰρ
: ἀμφισβητοῦσι δὲ καὶ πόλεις οὐκ ὀλίγαι Ἑλληνίδες τῆς τούτου τεκνώσεως : καὶ γὰρ Ἠλεῖοι καὶ Νάξιοι , πρὸς δὲ
3423254 ἐκρηγμα
Ἄργος τρητὸν ἔλαιον τρηχὺ νόημα Τριτῆες γενεήν φιλητῶν γένος φλεγματόεν ἔκρηγμα χθονίους Ἰναχίδας χρυσόλοφοι δράκοντες χρυσόλοποι χρυσοραγές χρυσορραγὲς ἔρνος ψαυκρόποδα
ἐπεπλήρωτο ἐπὶ τοσοῦτον ἡ καθ ' ἡμᾶς θάλαττα πρὶν τὸ ἔκρηγμα τὸ κατὰ Στήλας γενέσθαι , ἐφ ' ὅσον εἴρηκεν
3416848 ἀποκτεινασα
καὶ ἀνοιδήναντα αἷμα ἐκβάλλει πολὺ καὶ ἀπεπνίγη καὶ καινότατα δήπου ἀποκτείνασα ἀνῄρηται . Λάβωμεν τὴν Ἀσίαν ἐν τῇ Εὐρώπῃ :
τυράννου . πάλιν ἡ Τιργαταὼ τὸν πόλεμον ἐξήνεγκε τὸν ὅμηρον ἀποκτείνασα καὶ πάντων τῶν δεινῶν ἁρπαγῆς καὶ φόνου πληροῦσα τὴν
3416772 μεταβατικον
αἱ ἁπλαῖ τὰς ἰδίας ἑκάστη φαντασίας , ἐν ᾗ τὸ μεταβατικὸν ἀφ ' ἑτέρου εἰς ἕτερον οἷον σχήματος καὶ κινήσεως
θείων ψυχῶν δηλοῖ : πλεονάκις δὲ ταυτὸ λέγων καὶ τὸ μεταβατικὸν ἐνδείκνυται καὶ τὸ μεμερισμένον τῆς ψυχικῆς νοήσεως : οὐχ
3415710 γεννησαντος
' ἄλλοι πάντες γνώμης ὑγιοῦς σφαλέντες καὶ μηδὲν τῶν τοῦ γεννήσαντος ἀπομαξάμενοι διῳκίσθησαν ἀλλοτριωθέντες τῆς ἀοιδίμου εὐγενείας . πάλιν ἐκ
συνειδότα φλαῦρον Χρυσίππη διὰ μῆνιν Ἀφροδίτης εἰς ἐπιθυμίαν ἐμπεσοῦσα τοῦ γεννήσαντος Ὑδάσπου καὶ μὴ στέγουσα τοὺς παρὰ φύσιν ἔρωτας ,
3414265 εὐρυστερνος
καὶ ἰσόθεος τιμή . τὰ δὲ σημεῖα : εὐμεγέθης , εὐρύστερνος , ἐκ τῶν μηρῶν εἰς τοὺς πόδας ἰσχναίνεται ,
ἐν φρεσὶ βάλλεο μῦθον . Εὖτε γὰρ αἰγλῆεν σφέτερον δέμας εὐρύστερνος Οὐρανός , ὠμηστῆρος ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην
3411384 συνεχοντος
πάντα τὰ ἄλλα συμβέβηκεν εἶναι μέρη , βασιλέως ἀμοιρεῖ τοῦ συνέχοντος καὶ ἐνδίκως ἐπιτροπεύοντος . εἰ δ ' ἀόρατος ὁ
ἀσύστατον τοῦτο : τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ φεύγοντος , τοῦ συνέχοντος ἐκλείποντος : τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ κατηγόρου , τοῦ
3411279 ἐπιγνοντα
εὐθεῖαν ὁρμαθῆμεν καὶ τελεοδρομᾶσαι τὰς ἀρχὰς τοῖς πέρασι συνάψαντα καὶ ἐπιγνόντα διότι ὁ θεὸς ἀρχά τε καὶ τέλος καὶ μέσον
Ἀαρῶνα δὲ τὸν τοῦ Μωύσου ἀδελφὸν τὰ περὶ τὴν ἐπιβουλὴν ἐπιγνόντα , συμβουλεῦσαι τῷ ἀδελφῷ φυγεῖν εἰς τὴν Ἀραβίαν :
3404654 Αἰητου
Ἀψυρτίδες , νῆσοι πρὸς τῷ Ἀδρίᾳ , ἀπὸ Ἀψύρτου παιδὸς Αἰήτου ἐν μιᾷ δολοφονηθέντος ὑπὸ τῆς ἀδελφῆς Μηδείας . οἱ
σταδίους φʹ . Αἰήτης δὲ ἐκλήθη ὁ ποταμὸς ἀπὸ τοῦ Αἰήτου τοῦ κτίσαντος ἐν αὐτῇ πόλισμά τι . Μαρσοὶ δὲ
3402607 ἡτις
τῆι φύσει προελθοῦσα : ἡ δὲ περὶ τὸν ἑλληνισμόν , ἥτις καὶ νεωτέρα ἐστίν , ἀρξαμένη μὲν ἀπὸ Θεαγένους ,
οὐ τοῦ κοινοῦ τοῦ δὲ ἀπὸ τῆς Φωκίδος Ἀντικύρας , ἥτις , δέον αἰσχύνεσθαι κορικῶς , ἀπέξυσαι τὴν αἰδῶ τοῦ
3400526 διεσιν
δὲ ἡμιτονίου , ὡς ἐλάχιστον μελῳδητὸν διάστημα , τῶν Πυθαγορείων δίεσιν καλούντων τὸ νῦν λεγόμενον ἡμιτόνιον . καλεῖσθαι δέ φησιν
τὸ δὲ ἡμιόλιον κατὰ δίεσιν ἡμιόλιον τῆς ἐναρμονίου διέσεως καὶ δίεσιν τὴν ἴσην καὶ ἑπτὰ τεταρτημορίων διέσεων ἀσύνθετον διάστημα .
3398934 Αἰθρα
δὲ ἐνταῦθα λέγεται Ποσειδῶνα μιχθῆναι . ἱδρύσατο μὲν διὰ τοῦτο Αἴθρα ναὸν ἐνταῦθα Ἀθηνᾶς Ἀπατουρίας καὶ Ἱερὰν ἀντὶ Σφαιρίας ὠνόμασε
ἐπὶ Τροίαν . ὅταν τεκόντος τοῦ Ἀκάμαντος αἰχμάλωτος δὲ ἡ Αἴθρα . οἱ γὰρ Διόσκουροι διὰ τὴν ἁρπαγὴν τῆς Ἑλένης
3398386 γογγυλον
: πρῶτον μὲν ὄψει λευκὸν ἀνθοῦντα στάχυν , ἔπειτα φοινίξαντα γογγύλον μόρον . . . . . . Χ :
: πρῶτον μὲν ὄψει λευκὸν ἀνθοῦντα στάχυν , ἔπειτα φοινίξαντα γογγύλον μόρον . καὶ Νίκανδρος δὲ ἐν Γεωργικοῖς ἐμφανίζει καὶ
3392821 ὁμοιαν
. Ζήνων δ ' ὁ Ἡροφίλειος ὑπεροχὴν τῶν θυρῶν μανδάλῳ ὁμοίαν . Ἀπολλώνιος δ ' ὁ πρεσβύτερος ὑπεροχὴν στρογγύλην σφαίρᾳ
εὐμεγέθης , ἐπικειμένων αὐτῷ νήσων σποράδων , τὴν πρόσοψιν ἐχουσῶν ὁμοίαν ταῖς καλουμέναις Ἐχινάσι νήσοις . ἐκδέχονται δὲ ταύτην τὴν
3383995 καταληγῃ
καὶ τὸ ἡρωϊκὸν μέτρον καταληκτικὸν καλοῦσιν , ὅταν εἰς τροχαῖον καταλήγῃ , ὃς βραχείᾳ μιᾷ ἐλάττων ἐστὶ τοῦ δακτύλου ,
ἀφαίρεσιν δρόμου ποιήσηται τὴν ἀρχὴν καὶ μὴ ἐπὶ τὸν αὐτὸν καταλήγῃ , ἐάν τε κατὰ μὲν τὴν ἑτέραν ἀπὸ τοῦ
3379355 ἀτρητον
ἐφόνευσα ὡς μήτε δύνασθαι φεύγειν μήτε ἀμύνασθαι . ἄπειρον ] ἄτρητον . ἀμφίβληστρον ] δίκτυον . περιστιχίζω ] περιβάλλω .
. αὕτη τὸν ἐπὶ τῆς φύσεως ἀποδεδειγμένον ταῖς γυναιξὶ πόρον ἄτρητον εἶχεν , παρὰ δὲ τὸν καλούμενον κτένα συριγγωθέντος τόπου
3373148 Ποσειδωνα
δὲ τοῦ Ἀχιλέως ἐφωράθη καὶ ἐκωλύθη . Πίνδαρος δὲ λέγει Ποσειδῶνα Ἀπόλλωνα † Δία περὶ γάμων τῆς Θέτιδος ἐρίσαι ,
' υἱόν : Χρύσιππος , παρείληφε , φησί , τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὴν γειτνίασιν τοῦ Ὀγχηστοῦ , καθὼς συμβέβηκεν ἱπποδρομίου
3361024 τροφον
σφάλλεται κερόεσσαν ἔλαφον προσειπών , καὶ Σοφοκλῆς κεροῦσσαν τὴν Τηλέφου τροφόν , Ὅμηρος δ ' ὀρθῶς λέγει ἀμφ ' ἔλαφον
δεῖ χρᾶσθαι , πολὺν μὲν χρόνον τὸ παιδίον λούουσαν τὴν τροφόν , μὴ σφόδρα θερμοῖς τοῖς ὕδασι χρωμένην , καὶ
3354511 ἀσκητων
περὶ τὴν φύσιν εὐμοιρίας ἀποδεκτέον : εἰσὶ δέ τινες τῶν ἀσκητῶν , οἷς τὴν ἐπ ' ἀρετὴν ἄγουσαν ὁδὸν τραχεῖαν
. ξηροτριβεῖσθαι μὲν πρότερον , ἀλείφεσθαι δὲ ὕστερον , ὡς ἀσκητῶν ἴδιον ὄν . . . . Ἄλλως . ξηροτριβεῖσθαι
3351835 τεωϲ
ἐντεῦθεν . ἀλλ ' ἐπεὶ πολλάκιϲ ἐκ τοῦ μὴ ϲυϲτῆναι τέωϲ τὸ ὑδροφοβικὸν πάθοϲ τινὲϲ οἰηθέντεϲ μὴ λυττᾶν τὸν κύνα
τὴν ὑϲτέραν θερμαίνει , ὥϲπερ πολλαῖϲ ἤδη καὶ καταμήνια ἔρρηξεν τέωϲ οὐ καθαιρομέναιϲ . ὅταν δὲ τὸ ἐπανόρθωμα δῆλον γένηται
3350169 μεσολαβηθεις
μὲν εἰς τὴν Ἀσίαν διαβιβάσας τὰς Ἑλληνίδας πόλεις ἠλευθέρου , μεσολαβηθεὶς δ ' ὑπὸ τῆς πεπρωμένης τηλικαύτας καὶ τοιαύτας δυνάμεις
αὐτὴν οἰκίζων οἰκήτορας ἀντεποιήσατο μὲν τῆς τῶν Σικελῶν ἡγεμονίας , μεσολαβηθεὶς δὲ νόσῳ τὸν βίον κατέστρεψε . Συρακόσιοι δὲ πάσας
3348483 κραταιον
ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας . ἀδύνατα δ ' ἔπος ἐκβαλεῖν κραταιὸν ἐν ἀγαθοῖς δόλιον ἀστόν : ὅμως μὰν σαίνων ποτὶ
βαστάζει ἐν τοῖς νώτοις ὑπείροχον καὶ μέγα βάρος , τὸν κραταιὸν οὐράνιόν τε κύκλον . βοᾷ δὲ καὶ στενάζει διὰ
3348302 τεκειν
, ὑπερφρονῶ τοῦτο ἐξετάζειν . Λέγουσι Κώων παῖδες ἐν Κῷ τεκεῖν ἔν τινι ποίμνῃ Νικίου τοῦ τυράννου οἶν : τεκεῖν
τῇ Φυσκόᾳ Διόνυσον συγγενέσθαι λέγουσι , Φυσκόαν δὲ ἐκ Διονύσου τεκεῖν παῖδα Ναρκαῖον : τοῦτον , ὡς ηὐξήθη , πολεμεῖν
3346611 Δημητερα
ἰάλλω Ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , Ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτερα τῶν ὑποχεῖσθαι Ἀρχομένων , ὑπ ' ἐμῆς δ '
α δισυλλάβων , ἀβλῆτος ἀβλῆτα , λιμένος λιμένα , Δημήτερος Δημήτερα , Διομήδεος Διομήδεα , καλοῦ καλόν , μάντιος μάντιν
3341361 ἀκοντιου
καὶ μολυβδίδας χειροπληθεῖς ἐν ταῖν χεροῖν ἔχοντες . εἶτα περὶ ἀκοντίου βολῆς εἰς μῆκος ἁμιλλῶνται . εἶδες δὲ καὶ ἄλλο
τοῖς συνθεωμένοις δρῶν , ἀλλ ' εἰς τὴν ὁδὸν τοῦ ἀκοντίου ὑπελθών , σαφῶς δηλοῦται παρὰ τὴν αὑτοῦ ἁμαρτίαν περισσοτέροις
3337482 παραφυλαξασθαι
Ῥοδίοις , χρέος μέλλον , τουτέστι πρᾶγμα ἐξ ἀνάγκης γενησόμενον παραφυλάξασθαι , ἤγουν τὴν γέννησιν τῆς Ἀθηνᾶς , ὅπως ἂν
τροπῇ τοῦ ι εἰς α τὴν αἰτιατικὴν ποιεῖ , δεῖ παραφυλάξασθαι τὰ πεπονθότα : ἔστι γὰρ τῇ ὑσμίνῃ καὶ τῇ
3336638 ἀφωνον
. Τὰ διὰ τοῦ ηλος δισύλλαβα ἔχοντα ἐν τῇ πρώτῃ ἄφωνον διὰ τοῦ η γράφονται : χηλός : βηλός :
ἄφωνόν ἐστι , τὸ δὲ φωνῆεν : τὸ μὲν ἄλογον ἄφωνον , φωνῆεν δ ' ὅσον λογικόν , ὃ δὴ
3335844 Δηιφοβῳ
τοῦ τείχους , μᾶλλον δὲ Ἀθηνᾶν παραλογίσασθαι αὐτόν , εἰκασθεῖσαν Δηιφόβῳ , καὶ τὸ δόρυ κλέψαι τὸ τοῦ Ἕκτορος ἐν
τούτῳ τῷ τρόπῳ . τὴν δὲ Ἑλένην ὁ Ἕκτωρ συνῴκισε Δηιφόβῳ , ὃς ἦν μετ ' ἐκεῖνον τῶν ἀδελφῶν ἄριστος
3333772 ἀρρενος
ἡ κύων . ἔστι δὲ καὶ ἡ θήλεια ἀνδρειοτέρα τοῦ ἄρρενος . λέγεται δὲ φωλεύειν τὸ ζῷον τοῦτο ἡμέρας τὰς
, ἐπιδειχθέντων αὐτοῖς τῶν φανέντων , γνῶναι ὅτι κατεκέκρυπτο φύσις ἄρρενος ἐν ᾠοειδεῖ τόπῳ φύσεως θηλείας , καὶ δέρματος περιειληφότος
3333680 κεστου
γυμνὸν τὸ κάλλος ἐπιδεικνύειν . Εὖ λέγουσι τὸ περὶ τοῦ κεστοῦ , καὶ ἀπόθου . Τί οὖν οὐχὶ καὶ σύ
Ἑλλήνων . ταῦτα βουλευσαμένη λαμβάνει τὰ καλλωπίσματα πάντα ἐκ τοῦ κεστοῦ τῆς Ἀφροδίτης . ὁ δὲ κεστὸς μυθεύεται εἶναι καμψίον
3331687 πεσειν
περιρρηδὴς δὲ τραπέζῃ κάππεσεν . Ἀντίμαχος δὲ τὸ κατὰ κύκλον πεσεῖν οὕτω λέγει . νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ ἐπενεχθεὶς εἰς
γαῖαν ξηρανθεῖσαν , ἐρᾶν δὲ σεμνὸν οὐρανὸν πληρούμενον ὄμβρου , πεσεῖν εἰς γαῖαν , Ἡράκλειτος δὲ λέγων τὸ ἀντίξουν συμφέρον
3328143 θηλην
μὴ μάζαις χρωμένη ἀλλὰ κρέασιν . ἢ ὅτι τὴν μίαν θηλὴν ἔκαιον , τὴν δεξιάν , ἵνα μὴ ἐμποδίζωνται τοξεύουσαι
τεθνηκὸς ὁρῶσα , ἐνηγκάλιστο δὲ καὶ παῖδα νήπιον καὶ τὴν θηλὴν τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ προσῆγε τὰς τροφίμους ἐπιστάζουσα πηγὰς τοῖς
3322025 Χρυσαορος
τοξεύσας αὐτὸν περὶ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα . ἦν δὲ ὁ Γηρυόνης Χρυσάορος παῖς καὶ θυγατρὸς Ὠκεανοῦ Καλλιρόης . δύο δὲ δένδρα
ἔστι καὶ ἄλλη Καρίας , ἣν Ἰδριάδα ἀπὸ Ἰδριέως τοῦ Χρυσάορος . τὸ ἐθνικὸν Εὐρώπιος ὡς Ὠρώπιος . Εὔταια ,
3319311 βαρειαν
συνεχὲς καὶ ὠκύτερον κεντοῦσαν τὸν ἀέρα , τὴν δὲ βραδεῖαν βαρεῖαν ἅτε νωθεστέραν οὖσαν . ταυτὶ μὲν περὶ τῆς εὑρέσεως
εἰς ω λήγοντα ἐπιρρήματα , μοναδικὰ ὄντα λέγω , κατὰ βαρεῖαν τάσιν . ὅτι δὲ ἔσθ ' ὅτε πάθος ἐγγινόμενον
3317579 τοκεα
εἰς τὸ θαρρεῖν , τοὺς λόγους , εὔνοιαν ἄρχοντος , τοκέα διδάσκαλον , ἡμετέρας εὐχάς . Πολλὰ κακὰ περὶ τὸ
τοῦ πρεσβευτοῦ τὴν γλῶτταν . ὁ δὴ τούτου παῖς τὸν τοκέα μιμούμενος οὔπω ῥητορικῆς ἡμμένος ἧπται τοῦ λειτουργεῖν . καὶ
3314664 νοουμενου
οἷόν τε : κἀκεῖνο μὲν ἐπιβολὴ καὶ θίξις ἐστὶ τοῦ νοουμένου , τοῦτο δὲ ὥσπερ κίνησις περὶ αὐτὸ καὶ ἐπέλευσις
ἐξ ἐκείνου γεννᾶσθαι μερικὸν Προμηθέα , Προμηθέως γοῦν τοῦ πρώτου νοουμένου νοός , ἤτοι τῆς καθόλου ψυχῆς τοῦ παντός .
3311006 πικρου
τοῖς χείλεσι προσερείσας , ἐπεί τινος ᾔσθετο τοῦ φαρμάκου ἀηδείας πικροῦ μὲν αὐτοῦ καὶ δηλονότι τυγχάνοντος , ἀλλὰ δὴ καὶ
ϲτυφόντων . δίδου δὲ αὐτοῖϲ καὶ τοῦ δι ' ἀλόηϲ πικροῦ φαρμάκου πλειϲτάκιϲ τοῦ ἔτουϲ . εἰρήϲεται δὲ ἐπὶ πλεῖον
3307667 ἠφανισμενης
τε γαίας εἰς μελαμφαεῖς μυχούς , πόθῳ δὲ μητέρ ' ἠφανισμένης κόρης μαστῆρ ' ἐπελθεῖν πᾶσαν ἐν κύκλῳ χθόνα .
τε γαίας εἰς μελαμφαεῖς μυχούς : πόθῳ δὲ μητέρ ' ἠφανισμένης κόρης μαστῆρ ' ἐπελθεῖν πᾶσαν ἐν κύκλῳ χθόνα :
3307243 Τον
. Δημαγόρας δὲ ὁ Σάμιος ἑπτὰ , Φιλόχορος ἐννέα . Τὸν δὲ ἐπ ' αὐταῖς μῦθον Ἀγήσανδρος ἐν τοῖς Περὶ
οὐχ ἅπτεται . Ἑρμηνεία . Ἀγαπῶν τὴν πλάνην φιλοπόνηρος ἀνὴρ Τὸν ὅμοιον τοῖς τρόποις οὐκ ἀμύνεται . Λύκος γηράσας νόμους
3305029 ἐγκειμενην
ᾗ ὕλη ἐστί , δεομένης δὲ τοῦ κινοῦντος καὶ τὴν ἐγκειμένην ἐν αὐτῇ δύναμιν ἐκκαλουμένου πρὸς ἐνέργειαν καὶ τοῦ εἴδους
εὐθείας ἐν αὑτοῖς δηλούντων , εἴγε πᾶν ῥῆμα εὐθεῖαν ἔχει ἐγκειμένην . φανερὸν οὖν ὡς ταῖς συνθέτοις ἐξ ἀνάγκης ἐπιφερόμενα
3304067 προκατασκευαζομενον
τοὺς ἡλικιώτας τοῦ προειρημένου ἀθροῖσαι καὶ βασιλικῆς ἀγωγῆς ἀξιῶσαι , προκατασκευαζόμενον εἰς τὴν τῶν ὅλων ἐπίθεσιν , αὐτὸν δ '
ὁμοίως τὸ μὲν κρινόμενον εἰ σύνοιδε Δημοσθένης : τὸ δὲ προκατασκευαζόμενον , εἰ μὴ πεφόνευκεν Ἀρίσταρχος : οὐκ ἐξαρκεῖ δὲ
3303418 παταξαντα
Τὸν δὲ Μώυσον ταῦτα ὁρῶντα ἄλλα τε σημεῖα ποιῆσαι καὶ πατάξαντα τὴν γῆν τῇ ῥάβδῳ ζῷόν τι πτηνὸν ἀνεῖναι λυμαίνεσθαι
κλαίουσι τοὺς ἀδελφούς . ὦ ἀδελφέ μου , πατάξας τὸν πατάξαντα ἀδελφόν . παισθεὶς ἔπαισας ] παταχθεὶς ἐπάταξας . παισθεὶς
3299673 πεπλασμενον
' ἀληθὲς ὂν οὔτε πιθανόν , ἐκ παρακούσματος δέ τινος πεπλασμένον ὑπὸ τοῦ πλήθους , ἄξιον μὴ παραλιπεῖν ἀνεξέταστον .
ὅτι τοῦτο μὲν ἀφελῶς καὶ ἡδέως εἴρηται ἦθός τε οὐ πεπλασμένον ἀλλὰ φυσικὸν ἐπιφαίνει . τὸ γάρ : οὐχ ἱκανόν
3299283 ἀμε
γιγνόμεναι , ἔς τε μελαγχολίας καὶ λαγνείας καὶ λαβρότατας ἄγοισαι ἀμέ . καὶ ῥευματιζόμενά τινα μέρεα ὀδαξασμὼς ποιέντι καὶ μορφὰς
τὸ ὑποκείμενον , ὥσπερ δῆτα τοὐναντίον τῆς μετρίως τε καὶ ἀμέ - τρως ψυχούσης ποιότητος . Τὰ μὲν γὰρ θερμότερα
3292946 προτομην
ὀνυχίτου γένος . Ἐπιχάρασσε οὖν εἰς αὐτὸν σπείραμα ὄφεως ἔχον προτομὴν ἤτοι κεφαλὴν λέοντος καὶ ἀκτῖνας . Οὗτος φορούμενος οὐκ
ὀνυχίτου γένος : ἐπιχάρασσε οὖν εἰς αὐτὸν σπείραμα ὄφεως ἔχον προτομὴν ἤτοι κεφαλὴν λέοντος καὶ ἀκτῖνας : οὗτος φορούμενος οὐκ
3292411 ἐφαψαιτο
σκολιαῖς ταῖς ἀγυιαῖς οὐκ ἂν προσπίπτοι ὁμαλῶς , ἀλλὰ σποράδην ἐφάψαιτο ἂν τῶν τῆς πόλεως , καὶ οὕτως ἥκιστα ἂν
φησι , πρότερον βρέφος φθέγξαιτο , πρὶν ἂν τῆς γῆς ἐφάψαιτο , ὥστε Μαῖαν εἰς γῆν καλῶς ἐξελάμβανον οἱ πολλοί
3281028 περισσην
μετὰ τοῦ δυνατοῦ φιλάνθρωπον . ἀποδόμενος δὲ τὴν λείαν τὴν περισσὴν ὅπλα καὶ μηχανήματα καὶ ναῦς ἀχρήστους Ἄρει καὶ Ἀθηνᾷ
Ἀριστάρχειοι ψιλοῦντες καὶ ἐπὶ τοῦ νικηφόρου ἐκλαμβάνοντες τὸν λόγον , περισσὴν εἶναί φασι τὴν ἔξ πρόθεσιν ποιητικῇ συνηθείᾳ : τὸ
3276380 ἀφευκτον
τοῖς φίλοις , ” ἀνακοινώσασθαι Ἕλληνες . ἄφυκτον Ἀττικοί , ἄφευκτον Ἕλληνες . ἀχθέσεται Ἀττικοί , ἀχθεσθήσεται Ἕλληνες . ἀπελαθείς
εἰδότων σωτήριον , τὰ πάντα σοι πάσχοντι συντόμως φράσω . ἄφευκτον ἦλθες πρῶτον ἐς βάθος κακῶν : οὐ γὰρ σιδηρόπλαστον

Back