μὰ τὸν ἁμετέρας σοφίας εὑρόντα τετρακτύν , παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν . ὅλως δέ φασι Πυθαγόραν ζηλωτὴν γενέσθαι
τέλειον ἁρμονίαν πάντα διοικεῖται , τοῦδε χάριν πηγὴν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν εἰρήκασιν αὐτήν . καὶ ἄλλως , ἐπεὶ
9002206 τετρακτυν
ἑξῆς ἀριθμούντων ἡμῶν , καὶ διὰ τοῦτο τὸν ἀριθμὸν πάντα τετρακτὺν ἔλεγον . ἔλεγον δὲ τὸν ἄνθρωπον αὐτὸν ἑαυτοῦ βελτίω
μονάδα ἕν . . . εἰσὶ δὲ οἳ καὶ τὴν τετρακτὺν τὸν μέγιστον ὅρκον αὐτῶν , ἣν τὸν ἐντελῆ αὐτοῖς
8901111 παραδοντα
εἰς τὸν Πυθαγόραν δηλοῦσι λέγοντες ναὶ μὰ τὸν ἁμετέραις ψυχαῖς παραδόντα τετρακτὺν παγὰν ἀεννάου φύσεως , τοῦτ ' ἔστι ναὶ
, παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν , τὸν μὲν παραδόντα λέγοντες Πυθαγόραν , τετρακτὺν δὲ ἀριθμόν τινα , ὃς
8893176 ἁμετερᾳ
λήξουσιν ἀντὶ τοῦ παύσονται καὶ ἀφανισθήσονται : οὐ γὰρ ἐν ἁμετέρᾳ γνώμα : οὐ καθ ' ἡμετέραν , φησὶ ,
ὡς μεγίστου ὅρκου ὄντος τῆς τετράδος : οὐ μὰ τὸν ἁμετέρᾳ κεφαλᾷ παραδόντα τετρακτύν , παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ '
8857435 ἀεναου
πυκταλίζω . πρὸ δὲ τούτων Ἡσίοδος : κρήνης τ ' ἀενάου καὶ ἀπορρύτου , ἥτ ' ἀθόλωτος , τρὶς ὕδατος
: οὐ μὰ τὸν ἁμετέρᾳ κεφαλᾷ παραδόντα τετρακτύν , παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν . Φιλόλαος ὁ Πυθαγόρειος τὸ
8567136 παγαν
βάλῃ γλαυκόχˈροα κόσμον ἐλαίας , τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν Ἀμφιτρυωνιάδας , μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἀέθλων ,
. . . . . Τάν ποτε Ἴστρου ἀπὸ σκιαρᾶν παγᾶν ἔνεικεν Ἀμφιτρυωνιάδας , Μνᾶμα τῶν Οὐλυμπίᾳ κάλλιστον ἄθλων ,
6518261 ῥιζωμα
ἀσωμάτους πρὸ παντὸς ἡγοῦ θεοὺς ὑπάρχειν : τὸ γὰρ κυριώτατον ῥίζωμα τῶν Πυθαγορικῶν δογμάτων τοῦτ ' ἐστίν , ἐξ οὗ
Οὐράνιος βάσις , κόσμου μεσότης , ἀπύθμευτον θεώρημα , ἀεροφυὲς ῥίζωμα , [ ἀκατάληπτος περιοχή ] , γυμνάσιον ζωῆς ,
6348091 κεφαλᾳ
, λαμπρόν . αἰθέρα νῦν καταχρηστικῶς τὸν ἀέρα . ἑᾷ κεφαλᾷ : τῇ ἑαυτοῦ , τοῦ Ἡλίου , κεφαλῇ εἰς
μὲν ὄις , πολλὰς δὲ χιμαίρας , ὧν μοι πρὸς κεφαλᾷ καὶ πρὸς ποσὶ κώεα κεῖται . ἐν πυρὶ δὲ
6289695 ἐπεφθεγγοντο
ἔλεγε μεγάλῃ τῇ φωνῇ , ” Ἰὴ Γλύκων : “ ἐπεφθέγγοντο δὲ αὐτῷ ἐπακολουθοῦντες Εὐμολπίδαι δῆθεν καὶ Κήρυκές τινες Παφλαγόνες
: Μὴ ἀναδίδευ μηδενί . . . . διὸ καὶ ἐπεφθέγγοντο οἱ Πυθαγόρειοι ὡς μεγίστου ὅρκου ὄντος τῆς τετράδος :
5768304 Ἐρεχθεα
. Ἔστι δὲ Σάϊς πόλις Αἰγυπτίων , καὶ οἰκιστῆρα ἔσχεν Ἐρεχθέα . Διὸ καὶ διφυῆ προσαγορεύεσθαί φησιν ὄντα δίγλωσσον :
, τὸ δὲ ἀνθρώπου . ὁμοίως δὲ τούτωι καὶ τὸν Ἐρεχθέα λέγουσι τὸ γένος Αἰγύπτιον ὄντα βασιλεῦσαι τῶν Ἀθηνῶν ,
5724558 Τερπανδρον
Ξάνθος ἐν Λυκιακοῖς . . . : Ναὶ μὴν καὶ Τέρπανδρον ἀρχαΐζουσί τινες : Ἑλλάνικός γ ' οὖν τοῦτον ἱστορεῖ
ἔτι γνοίη ὅτι Στησίχορος ὁ Ἱμεραῖος οὔτ ' Ὀρφέα οὔτε Τέρπανδρον οὔτ ' Ἀρχίλοχον οὔτε Θαλήταν ἐμιμήσατο , ἀλλ '
5621638 κτιστην
, ὡς Φίλων . Δημοσθένης δ ' ἐν Βιθυνιακοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα Παφλαγονίαν , καὶ ἐκ
, ὡς Φίλων . Δημοσθένης δ ' ἐν Βιθυνιακοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα Παφλαγονίαν , καὶ ἐκ
5618961 εὐασμον
τυχεῖν δὲ τῆς προσηγορίας ταύτης διὰ τὸν γινόμενον περὶ αὐτὸν εὐασμόν . τὸ γὰρ εὐάζειν οἱ βάρβαροι σαβάζειν ἔλεγον .
τυχεῖν δὲ τῆς προσηγορίας ταύτης διὰ τὸν γινόμενον περὶ αὐτὸν εὐασμόν . τὸ γὰρ εὐάζειν οἱ βάρβαροι σαβάζειν ἔλεγον .
5606730 ἀενναου
καὶ αἰρόμενον εἰς ὕψος διὰ τὴν συνεχῆ καὶ ἐπάλληλον τῆς ἀεννάου πηγῆς ἐκείνης φοράν . ἔστι δὲ καὶ ἕτερον ᾆσμα
δὲ ἐν Ἡρακλέους οἱ τῶνδε γαμέται . Ὀχετὸς δὲ ἄρα ἀεννάου τε καὶ καθαροῦ ὕδατος διαρρεῖ μέσος . Θῆλυς μὲν
5581220 ἐρασθεντα
ἰάμβων ποιητρίας , ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Σκύλλῃ ἱστορεῖ τὸν Γλαῦκον ἐρασθέντα Σκύλλης ἐλθεῖν αὐτῆς εἰς τὸ ἄντρον ἢ κόγχου δωρήματα
μορφῆς αὐτῷ καθ ' ὑδάτων ὀφθείσης παρὰ Νύμφαις τελευτῆσαι λέγουσιν ἐρασθέντα τῷ εἰδώλῳ συμμῖξαι καὶ νῦν ἐν λειμῶσι φαντάζεσθαι ἐν
5524546 Φρυγα
κρήνην τὴν ἐν Ἀντιοχείᾳ κεράσαι οἴνῳ : καθάπερ καὶ τὸν Φρύγα Μίδαν φησὶ Θεόπομπος , ὅτε ἑλεῖν τὸν Σειληνὸν ὑπὸ
κατὰ νύκτα μοι φλόγ ' ἀνασειράζεις ἐπὶ τῷ λυχνείῳ τὸν Φρύγα τὸν αὐλητῆρα , τὸν Σαβάζιον ἐμοὶ κράτιστόν ἐστιν εἰς
5430394 γηγενη
ποταμοῦ . ὕστερον δὲ μυθολογοῦσι Σκύθαι παρ ' αὑτοῖς γενέσθαι γηγενῆ παρθένον : ταύτην δ ' ἔχειν τὰ μὲν ἄνω
παιδὸς καταστῆσαι τὴν Ἀθηνᾶν , μικρὸν πρὸ τούτων τῶν χρόνων γηγενῆ φανεῖσαν ἐπὶ τοῦ Τρίτωνος ποταμοῦ , δι ' ὃν
5397046 ἐφορον
Διὶ δικαιοσύνην . ὁρκίαν δὲ αὐτὴν εἶπεν ὡς τῶν ὅρκων ἔφορον καὶ συνθηκῶν πρύτανιν . τὴν θεὸν ἐπικαλεῖται ὡς ἑξῆς
οὐκ ἔφασαν ἀνήσειν , ἐπικρατούντων τῶν περὶ τὸν Ξενάρη τὸν ἔφορον ταῦτα γίγνεσθαι καὶ ὅσοι ἄλλοι τῆς αὐτῆς γνώμης ἦσαν
5328779 Ὀσιριν
ταῖς στήλαις ἐγχαράσσων , ὡς καὶ ὑπὸ τῶν Αἰγυπτίων μετὰ Ὄσιριν νομισθῆναι . Μεθ ' ὃν Λάμαρις ἔτη ηʹ ,
ἄγειν τῇ Ἴσιδι Αἰγυπτίους τὴν ἑορτήν , ὅτε αὐτὴν τὸν Ὄσιριν πενθεῖν λέγουσι : τηνικαῦτα δὲ καὶ ὁ Νεῖλος ἀναβαίνειν
5286930 Συρον
φυλακὰς καὶ ἀντιφυλακὰς ἄχρι βαθείας ἑσπέρας ἐφειστήκει ὁρῶν Μαλχίωνα τὸν Σύρον ἐν Καισαρείᾳ σκάρους παμμεγέθεις ἀξίους ὠνούμενον . εἰ δὲ
ἀπὸ Ὑρίας ἐκόμισεν εἰς Πόντον , καὶ μιγεὶς αὐτῆι ἔσχε Σύρον , ἀφ ' οὗ οἱ Σύροι . ἐν δὲ
5204499 ἀνευφημουντες
τὰς νοητὰς ἀρχάς , εἴτε ὡς οἱ Χαλδαῖοι πατρικὰς τριάδας ἀνευφημοῦντες . Εἰ δὲ μέλλοιμεν ταῦτα διατιθέναι μετρίως πως ,
κατ ' αὐτὸ τὸ ἀκρότατον ἀγαθὸν χαρακτηριζομένην τῆς ψυχῆς διάθεσιν ἀνευφημοῦντες ὡς ἐπὶ τῶν ἐνθουσιαστικῶν ἐπιρρημάτων ἐν τῷ εὖ εἶναι
5202811 Δημητρα
οὐκ ἀλλότριον . εἰ γὰρ ὤφελεν . νὴ τὴν φίλην Δήμητρα . τίνα λόγον λέγεις ; τίνα ; τὸν ]
ἔστι δέ , φησὶ Δίδυμος , ἀλλ ' ὕμνος εἰς Δήμητρα ὡς ὁ οὔπιγγος παρὰ Τροιζηνίοις εἰς Ἄρτεμιν . ἔστι
5201628 Ἀπολλω
βιαίου τέχνης μὴ δεῖσθαι ἀλήθειαν . „ σκέψαι γὰρ τὸν Ἀπόλλω ” εἶπε ” τὸν Δελφικόν , ὃς τὰ μέσα
καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον καὶ τὴν Διώνην καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον ἀεὶ λέγοντας ἐν ταῖς μαντείαις καὶ προσεπισφραγιζομένους
5191369 Ἐριουνιον
δῆτ ' ἐκεῖνον : Τὸν δόλιον δηλονότι , ἀλλὰ τὸν Ἐριούνιον . 〛 πρὸς τὴν ἐκδοχὴν τοῦ Ἐριουνίου , ὅτι
ἐναργῶς τὸ νοούμενον , διὰ τοῦτο εἶπεν αὐτὸν ἀργειφόντην . Ἐριούνιον καὶ σῶκον , ἔτι δ ' ἀκάκητα λόγων ἐμφρόνων
5188165 Ἀρισταιον
τὴν νῦν ἀπ ' αὐτῆς Κυρήνην τῆς Λιβύης καὶ μιγεὶς Ἀρισταῖον ἔτεκε . Φερεκύδης δέ φησι καὶ Ἄρατος , ἐπὶ
, παρὰ τὸ βλίσαι : καὶ γὰρ μελισσουργίαν αὖται τὸν Ἀρισταῖον ἐδίδαξαν : τροπῇ δὲ τοῦ λ εἰς τὸ ρ
5178495 Βακχον
ἐβώστρεεν : ἐκέλευεν . Ἐλάεσκε : ἔκβαλεν . Βρόμιον : Βάκχον . Πενθηϊάδες : τοῦ Πενθῆος . Θιασώτισι : χορευτοῖς
θεὸν κροτοῦντες ἐπιληνίοισιν ὕμνοις , ἐρατὸν πίθοις ὁρῶντες νέον ἐσζέοντα Βάκχον . ὃν ὅταν πίνηι γεραιός , τρομεροῖς ποσὶν χορεύει
5141403 Παλαιμονα
Κάδμου παῖδας ἔσχε δύο Κλέαρχον τὸν παρά τισι Λέαρχον καὶ Παλαίμονα τὸν * καὶ * Μελικέρτην . κατὰ Ἥρας δὲ
τὸν ἐκ τῆς θαλάσσης ἀφρὸν Λευκοθέαν , τὸν δὲ Μελικέρτην Παλαίμονα : εἶναι δὲ αὐτὸν σωτῆρα τῶν τὸ πέλαγος πλεόντων
5127645 Ἰασιωνα
κτίσαι Θήβας τὰς ἐν Βοιωτίᾳ φασί , τὸν δ ' Ἰασίωνα γήμαντα Κυβέλην γεννῆσαι Κορύβαντα . Ἰασίωνος δὲ εἰς θεοὺς
ἐπὶ κάλλει , τοὺς δὲ ἐπὶ πλούτῳ ἐθαύμαζον , καθάπερ Ἰασίωνα καὶ Κινύραν : περὶ δὲ τοῦ Πέλοπος ἔλεγον ὅτι
5122203 ἐξεφορει
ἐξεκάθαιρεν , ὡς τὸ ὕδωρ καθαρὸν ἔχοιεν : τὴν κόπρον ἐξεφόρει τῆς αὐλῆς , ὡς ἀπόζουσα μὴ διοχλοίη : τὸν
' Αὐγέᾳ , πολύ τι χρῆμα πολλῶν ἐτῶν , ἐκείνην ἐξεφόρει καὶ ἐκάθαιρεν . ἡγεῖτο γὰρ οὐχ ἧττον αὑτῷ διαμαχητέον
5120665 Ἀσκληπιαδην
γνῶσιν . τάχα δέ , ὥς φασιν οἱ περὶ τὸν Ἀσκληπιάδην , καὶ αὐτὴ ἀπὸ μὲν γραμμάτων ὠνόμασται , οὐκ
ὅλως ὑπάρχειν τι λεγόντων ἡγεμονικόν , ὡς τῶν περὶ τὸν Ἀσκληπιάδην , τινῶν δὲ εἶναι μὲν νομιζόντων , οὐ συμφωνούντων
5105381 κομμωτικης
συγκέχυται ῥητορικῆς καὶ σοφιστικῆς ἡ διάκρισις , ὀψοποιικῆς δὲ καὶ κομμωτικῆς φανεραί εἰσιν αἱ διακρίσεις . σὺ γάρ κτλ .
ἐκ Κορίνθου Χαρικλέα νεανίαν οὐκ ἄμορφον , ἔχοντά τι καὶ κομμωτικῆς ἀσκήσεως ἅτε οἶμαι γυναίοις ἐνωραϊζόμενον : ἅμα δ '
5103272 αἰγιοχον
ἄστρον οὐράνιον [ κατασκευάσαι ] γενέσθαι , τὸν δὲ Δία αἰγίοχον κληθῆναι . . . . , . , αἰγίοχος
μᾶλλον ἐπὶ τοῦ ὁρμήσωσι τακτέον τὴν λέξιν , παρὰ τὸν αἰγίοχον ; κηριῶν : κηρίαι λέγονται αἱ πλατεῖαι ἕλμινθες .
5096688 Ἀργειης
! ! ! ] ρεη [ μάλα δ ' ἤθελε Ἀργείης Ἑλένης πόσις ἔμμεναι [ ἠυκόμοιο . ἐκ δ '
ἐδίδου : μάλα δ ' ἤθελε ? ὃν κατὰ θυμὸν Ἀργείης Ἑλένης ? πόσις ἔμμεναι ἠυκόμοιο ? . Αἴας δ
5079572 ἀνασσαν
' ἀποκταμένων . Ἄγε δ ' εἰς ἑὰ δώματ ' ἄνασσαν , καί μιν προφρονέως τίεν ἔμπεδον , εὖτε θύγατρα
Λάκαινα , πρεπτὸν ἁμὶν κλέωἁ τὸν Ἀμύκλαις σιὸν καὶ Χαλκίοικον ἄνασσαν , Τυνδαρίδας τ ' ἀγασώς , τοὶ δὴ πὰρ
5074380 Μαρσυαν
τοῦ δὲ ἀδυνατοῦντος εὑρεθεὶς κρείσσων ὁ Ἀπόλλων , κρεμάσας τὸν Μαρσύαν ἔκ τινος ὑπερτενοῦς πίτυος , ἐκτεμὼν τὸ δέρμα οὕτως
δὲ Τάβος ἥρως . Οἱ δέ φασι τὸν Κιβύραν καὶ Μαρσύαν ἀδελφοὺς τὸν μὲν κτίσαι Κιβύραν πόλιν , τὸν δὲ
5066717 αἰγαγρον
Πέλοπος νῆσος ἀντὶ τοῦ Πελοπόννησος , ἄγριον αἶγα ἀντὶ τοῦ αἴγαγρον . Αἱ παραλήψεις τῶν ἀπαρεμφάτων ἀντὶ προστακτικῶν τῶν αὐτῶν
ἐστι μάχεσθαι . ὅταν δὲ λέγῃ ἄγριον αἶγα , τὴν αἴγαγρον σημαίνει . δηλοῖ δὲ καὶ τὸ κύριον ὄνομα ,
5062587 Ποσειδω
φέρε ] εἰπέ . πῶς ] οὕτως . νὴ τὸν Ποσειδῶ ] οὕτως ἔλεγον , οὕτως ἔχει , οὕτω καλῶ
δὲ δεξιᾶς πίστιν . κυρίως νῦν ὁ νεανίσκος ὄμνυσι τὸν Ποσειδῶ θεὸν ἱππικὸν ὄντα ἅτε καὶ αὐτὸς περὶ ἵππους ἐσπουδακώς
5051326 Ἀττιν
παραλαβὼν κατέκλινε παρὰ τὸν Πᾶνα καὶ τοὺς Κορύβαντας καὶ τὸν Ἄττιν καὶ τὸν Σαβάζιον , τοὺς μετοίκους τούτους καὶ ἀμφιβόλους
ἡλικίας ἐλθοῦσαν ἀγαπῆσαι τῶν ἐγχωρίων τινὰ νεανίσκον τὸν προσαγορευόμενον μὲν Ἄττιν , ὕστερον δ ' ἐπικληθέντα Πάπαν : συνελθοῦσαν δ
5049176 Ποσειδωνα
δὲ τοῦ Ἀχιλέως ἐφωράθη καὶ ἐκωλύθη . Πίνδαρος δὲ λέγει Ποσειδῶνα Ἀπόλλωνα † Δία περὶ γάμων τῆς Θέτιδος ἐρίσαι ,
' υἱόν : Χρύσιππος , παρείληφε , φησί , τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὴν γειτνίασιν τοῦ Ὀγχηστοῦ , καθὼς συμβέβηκεν ἱπποδρομίου
5034464 Ὠκεανον
' Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην Γαῖάν τ ' Ὠκεανόν τε μέγαν καὶ Νύκτα μέλαιναν ἄλλων τ ' ἀθανάτων
Ὠκεανὸν ὑπάρχειν ὑπειλῆφθαι , περὶ οὗ καὶ τὸν ποιητὴν λέγειν Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν . οἱ γὰρ
5033012 Τριπτολεμῳ
τοῦ πυρὸς ἀνηλώθη , ἡ θεὰ δὲ αὑτὴν ἐξέφηνε . Τριπτολέμῳ δὲ τῷ πρεσβυτέρῳ τῶν Μετανείρας παίδων δίφρον κατασκευάσασα πτηνῶν
τοὺς πύνδακας εἴρηκεν , τὴν δ ' ἀπύθμενον κύλικα ἐν Τριπτολέμῳ Σοφοκλῆς ἀπυνδάκωτον ὠνόμασεν : ἀπυνδάκωτος οὐ τραπεζοῦται κύλιξ .
5013811 Ἐμπεδοκλεα
δὲ νεῖκος τῶν κακῶν : ὥστε εἴ τις φαίη τὸν Ἐμπεδοκλέα καὶ τὸ κακὸν καὶ τὸ ἀγαθὸν ἀρχὰς λέγειν ,
ἐστι τῷ θεῷ ὡς τῇ φιλίᾳ τὸ νεῖκος κατὰ τὸν Ἐμπεδοκλέα καὶ τῇ ἡμέρᾳ νὺξ κατὰ τὰ φαινόμενα , ἀλλ
5005702 Κλεοβιν
περῆσαι καὶ κεῖσθαι πολλὴν γαῖαν ἐφεσσάμενον . καὶ τὰ περὶ Κλέοβιν δὲ καὶ Βίτωνα ἴσμεν , ἅ φησιν ὁ Ἡρόδοτος
[ . ] ανειν αὐτοὺς [ ὡς τὸν ] ? Κλέοβιν καὶ τὸν [ Βίτωνα ] ? . % %
4989096 Πελασγικε
καὶ ὁ ποιητής φησιν οὕτω „ Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε , Πελασγικέ , ” ὁ δ ' Ἡσίοδος ” Δωδώνην φηγόν
ἧς Ἀχιλλεὺς καλεῖ τὸν Δία : „ Ζεῦ ἄνα Δωδωναῖε Πελασγικέ „ . . . . . ἀνὰ ῥῶγας :
4977063 Πολυφημον
: φῦλα Πελασγῶν τῶν , οἳ Λάρισαν . τὸν δὲ Πολύφημον Ἐλάτου παῖδα εἶπεν Ἀπολλώνιος , Σωκράτης δὲ καὶ Εὐφορίων
. , . . Ἀντισθένης δέ φησιν ὅτι μόνον τὸν Πολύφημον εἶναι ἄδικον : καὶ γὰρ ὄντως τοῦ Διὸς ὑπερόπτης
4970908 Σαραπιν
Ἀλλ ' ὅ γε Ἀθηνόδωρος ὁ τοῦ Σάνδωνος ἀρχαΐζειν τὸν Σάραπιν βουληθεὶς οὐκ οἶδ ' ὅπως περιέπεσεν , ἐλέγξας αὐτὸν
. . . . . : Οὐ γὰρ ἄλλον εἶναι Σάραπιν ἢ τὸν Πλούτωνά φασι , καὶ Ἶσιν τὴν Περσέφασσαν
4967011 Ἡφαιστον
' οὐρανὸν ἄστρωι . ἔνιοι δὲ τῶν ἱερέων φασὶ πρῶτον Ἥφαιστον βασιλεῦσαι πυρὸς εὑρετὴν γενόμενον . . . μετὰ δὲ
νήσων ἐστὶν ἡ Ἱέρα καλουμένη , ἐν ᾗ φασι τὸν Ἥφαιστον χαλκεύειν . πλαγκτὴν δὲ αὐτὴν εἴρηκεν ἀκολουθήσας τοῖς περὶ
4960677 εὐδοκιμησαντα
βούλωνται ; Κομιδῇ γε . Τὸν δὲ ἀριστεύσαντά τε καὶ εὐδοκιμήσαντα οὐ πρῶτον μὲν ἐπὶ στρατιᾶς ὑπὸ τῶν συστρατευομένων μειρακίων
τῶν νέων , ὅσοι ἀγαθοί : καὶ γὰρ Ὅμηρος τὸν εὐδοκιμήσαντα ἐν τῷ πολέμῳ νώτοισιν ἔφη διηνεκέεσσι γεραίρεσθαι Αἴαντα ,
4956021 οἰκιστην
ἀκήρατα Θύβριδος . Εἶτα Κάμιλλον μὲν οἱ τότε δεύτερον ἐνόμισαν οἰκιστήν , ὅτι τὰ λείψανα τῆς Κελτῶν ἐπιδρομῆς ἀνεσώσατο ,
δὲ [ καὶ ἀπὸ Κρώμου Κρῶμοι καὶ Χαρισίαι Χαρίσιον ἔχουσαι οἰκιστήν ] ” . Χαρμάνδη , πόλις πέραν τοῦ Εὐφράτου
4954648 χεουσαν
φθόγγον ] φωνήν , λαλιάν . φθόγγον ] διάλεκτον . χέουσαν ] ἔχουσαν . χέουσαν ] σκορπίζουσαν . χέουσαν ]
γὰρ Θηβαῖοι τὴν τῶν Ἀθηνῶν διάλεκτον ἀπεφθέγγοντο . Ἑλλάδος φθόγγον χέουσαν ] Ἑλληνίδα τυγχάνουσαν . Ἑλλάδος φθόγγον χέουσαν ] ἤτοι
4944721 Ἐλεατην
Πλάτων δὲ γενητόν . Οἱ περὶ Μέλισσον καὶ Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην καὶ Παρμενίδην γένεσιν καὶ φθορὰν ἀνῃρήκασιν ἀκίνητον εἶναι τὸ
εἶδος διηγεῖσθαι . Διαλόγους τοίνυν φασὶ πρῶτον γράψαι Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην : Ἀριστοτέλης δὲ ἐν πρώτῳ Περὶ ποιητῶν Ἀλεξαμενὸν Στυρέα
4943699 Πλουτωνα
. κινήσαις ἀδάμαντα : τινὲς ἀδάμαντα τὸν Πλοῦτονβέλτιον δὲ τὸν Πλούτωνα λέγεινδιὰ τὴν στερρότητα τῶν πόνων . κινήσαις δέ ,
ἧς ἀποθανούσης ὑπὸ ὄφεως κατελθὼν καὶ τῇ μουσικῇ θέλξας τὸν Πλούτωνα καὶ τὴν Κόρην , αὐτὴν ἀνήγαγεν ἐξ Ἅιδου :
4943010 Πανα
τῶν ὀρῶν μέδοντος τῷ ὕψει . ἢ Ὠρομέδοντά φησι τὸν Πᾶνα : ἀγροικικὸς γὰρ θεός . ὄρος δὲ αὐτοῦ ,
ὥριον ἄνθος . ἔνθεν ἐπωνυμίην σε βροτοὶ κλήιζουσιν ἄνακτα , Πᾶνα , θεὸν δικέρωτ ' , ἀνέμων συρίγμαθ ' ἱέντα
4942618 ταπεινης
ἀγκῶνα διάρθρωσιν μυῶν ἡ μὲν ἑτέρα τῶν ἀρχῶν ἀπὸ τῆς ταπεινῆς ἐστι πλευρᾶς τῆς ὠμοπλάτης τοῦ ἡμίσεως , ὅσον ὡς
ἐπταικότα : πταίσαντα . ἐπιπνοίας : ἐπιπνεύσεως . εὐτελοῦς : ταπεινῆς . ἔχθους : μίσους . ἔμβρυον : παιδίον .
4941587 διακτορον
δὲ οὐχ εὑρετήν , τῆς δὲ φοινίκων εὑρέσεως πρὸς ἡμᾶς διάκτορον γεγενῆσθαι . . . Πυθόδωρος δὲ . . .
: ἀπατηλόν : παραλογιστικόν : κλεπτικόν : τοῖς χρωμένοις . διάκτορον : τὸν διεξάγοντα καὶ ἀγγέλλοντα τὰ τῆς ψυχῆς ἐνθυμήματα
4941201 σπεεσι
νύμφη , Φόρκυνος θυγάτηρ , ἁλὸς ἀτρυγέτοιο μέδοντος , ἐν σπέεσι γλαφυροῖσι Ποσειδάωνι μιγεῖσα . ἐκ τοῦ δὴ Ὀδυσῆα Ποσειδάων
νύμφη πότνι ' ἔρυκε Καλυψώ , δῖα θεάων , ἐν σπέεσι γλαφυροῖσι , λιλαιομένη πόσιν εἶναι . ἀλλ ' ὅτε
4932055 ἐγγενη
ἄπο . καὶ πῶς ξένος ς ' ὢν ἔσχεν οὖσαν ἐγγενῆ ; Εὔβοι ' Ἀθήναις ἔστι τις γείτων πόλις .
τὸν ἄρχοντα τῆς πόλεως τῆς βασιλίδος χειροτονῶν , ἀλλ ' ἐγγενῆ καὶ ἐντεθραμμένον ὑμῖν καὶ ἐναυξηθέντα καὶ ἐνοικοῦντα , ὡς
4931681 φυτλης
γὰρ ] αὐτὸν ἄνακτα καὶ Αἰακὸν ἀμφιπολεύεις [ ] [ φύτλης ] ὑμετέρης ἡγήτορας ? ? ? ? ? ,
ἄλλον ἀείσω Μιλτιάδην [ ] ; καὶ τόνδε φέρεις ἡγήτορα φύτλης [ ] . αὐδήσω [ σε ] Πλάτωνα ;
4931182 καλεω
ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά σευ καλέω παναοίδιμον Ἀφρογενείην : ῥηιδίως Παφίης πολυήρατος [ ] ἔπλεο
, ἐλθεῖν εὐάντητον ἐπ ' εὐιέρωι σέο μύστηι . Θεσμοφόρον καλέω ναρθηκοφόρον Διόνυσον , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμον Εὐβουλῆα ,
4929777 Ἰσιν
φασιν εἶναι Δήμητρα διὰ τὸ ἔχειν στάχυν , οἱ δὲ Ἴσιν , οἱ δὲ Ἀταργάτιν , οἱ δὲ Τύχην ,
καὶ Διόνυσον ἐκάλεσαν , ὡς εὑρετὴν φυτουργίας : τὴν δὲ Ἴσιν Δήμητραν , ὡς τὰ τῆς γῆς δωρουμένην , καὶ
4907011 Σικελον
' ἀκτὰς εἶμι καὶ νεὼς σκάφος ἥσω ' πὶ πόντον Σικελὸν ἔς τ ' ἐμὴν πάτραν . οὐ δῆτ '
καὶ τὸ Σίφνιον καὶ πολλαχόθεν ἄλλοθεν τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ Σικελὸν τὸ Λιλυβαῖον καὶ Κρητικὸν καὶ τοῦ Βοιωτίου τὸ πρὸς
4902633 Νηρηιδος
ποδώκεας ὄρνιθας ὥς . ὄστρεά τ ' ἤνεικεν , Θέτιδος Νηρηίδος ὕδνα σόγκους δ ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ
ἐμὴν ἐπεὶ γαμεῖς παῖδ ' , ὦ θεᾶς παῖ ποντίας Νηρηίδος . ποίους γάμους φήις ; ἀφασία μ ' ἔχει
4900464 Ἀσκληπιον
. ὄγδοος δὲ ἐγένετο ἐπὶ τούτοις ὁ Ἔσμουνος , ὃν Ἀσκληπιὸν ἑρμηνεύουσιν . οὗτος κάλλιστος ὢν θέαν καὶ νεανίας ἰδεῖν
, Λέοντι , Τοξότῃ , ἐν Τοξότῃ δὲ καὶ Ἰχθύσιν Ἀσκληπιὸν καὶ Ὑγίειαν , ἐν δὲ Παρθένῳ καὶ Αἰγοκέρωτι Διόνυσον
4899860 Σαλμωνεα
τοὺς θεοὺς πάντας ἀπέρριψεν ἀπὸ τοῦ θεσπεσίου βηλοῦ καὶ τὸν Σαλμωνέα ἀντιβροντῶντα πρῴην κατεκεραύνωσε καὶ τοὺς ἀσελγεστάτους ἔτι καὶ νῦν
πη ἔχει ; ἢ οὐχ ὁρᾷς , ὡς οὐδὲ τὸν Σαλμωνέα εἴκασαν οἱ ποιηταὶ αὐτῷ , καίτοι κερανοὺς ἀφιέντα ,
4894012 Δαρδανον
καὶ ὁ ποιητὴς , λέγων οὕτως [ Υ ] . Δάρδανον αὖ πρῶτον τέκετο νεφεληγερέτα Ζεύς : κτίσσε δὲ Δαρδανίην
οὐτάζων ξίφεϊ μεγάλῳ ἐξαίνυτο θυμόν : αὐτὰρ ὃ Λαόγονον καὶ Δάρδανον υἷε Βίαντος ἄμφω ἐφορμηθεὶς ἐξ ἵππων ὦσε χαμᾶζε ,
4893521 Λευκοθεαν
ἐτησίως ἐκέλευσε γίνεσθαι , ὅθεν καὶ θεοὺς αὐτοὺς κεκλήκασι καὶ Λευκοθέαν ἀπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης ἀφροῦ τὴν Ἰνώ . ἦν
αὕτη θεῶν λέλογχε . . . Νηρηΐδων . . . Λευκοθέαν , Παλαίμονα , Ἀφροδίτην . ἁλκυόνες οὖν ἐκλήθησαν παρὰ
4882871 πανοπτην
τροφὸς , ζῴων λέγω καὶ σπερμάτων καὶ ἀνθρώπων . . πανόπτην ] τὸν πάντ ' ἐφορῶντα , τὸν πάντα βλέποντα
κυμάτων ἀνήριθμον γέλασμα , παμμῆτόρ τε γῆ , καὶ τὸν πανόπτην κύκλον ἡλίου καλῶ : ἴδεσθέ μ ' οἷα πρὸς
4877252 υσ
] μαρ [ ] αρ ! [ ] [ ] υσ [ ] [ ] ! εκ [ ] [
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] υσ [ ! ! ! ] [ ! ! !
4873258 Ζηνα
, καὶ φάτις πολλὴ κρατεῖ . μὴ καὶ λόγος τις Ζῆνα μειχθῆναι βροτῷ ; κἄκρυπτά γ ' Ἥρας ταῦτα τἀμπαλάγματ
ἐν δὲ Αἰγυπτίοις τὸν Πλούτωνα καλεῖ τὸν ἄγραῖον τὸν πολυξενώτατον Ζῆνα τῶν κεκμηκότων . . . . ἐπὶ Ἀρχεδημίδου ?
4869275 κν
καθαρα και ? [ ] [ ] ! ται επι κν τον θν [ ] [ ] αι τα συντετριμμενα
[ σακ ' και ] ιακωβ ' αλλα σε τον κν ? [ τον ] [ θν ημων ] ?
4867510 Πυθιον
ὄρους Ἀπόλλωνος ἱερὸν ἐπίκλησιν Παρρασίου : τίθενται δὲ αὐτῷ καὶ Πύθιον ὄνομα . ἄγοντες δὲ τῷ θεῷ κατὰ ἔτος ἑορτὴν
ἐγενόμην : ἐπεὶ δὲ ἐγεννήθην : αὖθις : μετὰ τὸν Πύθιον θεόν : ὁ μὲν γὰρ τῷ χρησμῷ με προανεῖλε
4864867 αὐτοχθονα
μὲν ἐκ Θράικης εἰρήκασι τὸν ἄνδρα εἶναι , οἱ δὲ αὐτόχθονα ἐξ Ἐλευσῖνος . εἰρήκασι δὲ περὶ αὐτοῦ ἄλλοι τε
γνήσιος : Ἀσκληπιάδης δ ' ἐν δʹ Τραγῳδουμένων τὸν Δυσαύλην αὐτόχθονα εἶναί φησι , συνοικήσαντα δὲ Βαυβοῖ σχεῖν παῖδας Πρωτονόην
4858642 Φινεα
Ἔνιοι δὲ αὐτὸν ἐν τῇ Παφλαγονίᾳ βασιλεῦσαι ἱστοροῦσιν [ τὸν Φινέα ] , ἥτις ἐστὶ τῆς Ἀσίας , ὥς φησιν
, Ἡσίοδον δ ' ἐν τῇ καλουμένῃ γῆς περιόδῳ τὸν Φινέα ὑπὸ τῶν Ἁρπυιῶν ἄγεσθαι ” γλακτοφάγων „ εἰς γαῖαν
4857089 Κολοφωνιον
Κορίνθιον , Ἰβύκειον , Χαλκιδικόν , Ἀλκμανικόν , Κλαζομένιον , Κολοφώνιον , Σικελικόν , Νησιωτικόν , Τῶν ἐπὶ τῆς Ἀσίας
. . . . Ὅμηρος δὲ καὶ Ἡσίοδος κατὰ τὸν Κολοφώνιον Ξενοφάνη ὡς πλεῖστα ἐφθέγξαντο θεῶν ἀθεμίστια ἔργα , κλέπτειν
4855542 ιο
ενσω ? [ [ ] ανδε [ [ ] ! ιο ? [ . . . . . . [
[ ] ιμονα ? ! ? ? ? [ ] ιο ? [ ! ! ! ! ] ? [
4849735 Γλαυκον
' ἐπ ' ἀσπίδι : μανικαί . τινὲς δέ φασι Γλαῦκον τὸν τῶν Ποτνιάδων ἵππων δεσπότην πατέρα εἶναι Βελλεροφόντου ,
ὅτι μὲν ἑταιρίας ἀφορμὴ ἐγεγόνει τοῖς ἀμφὶ τὸν Διομήδην καὶ Γλαῦκον , ἧττόν μοι μέλει , ὅτι δὲ πανηγύρεων πρόξενος
4846934 πολυπιδακα
τὼ δ ' ἀΐξαντε πετέσθην . Ἴδην δ ' ἵκανον πολυπίδακα μητέρα θηρῶν , εὗρον δ ' εὐρύοπα Κρονίδην ἀνὰ
ἐξετέλεσσα μόνος . μέσσοις δ ' οἵ τ ' Ἐφύρην πολυπίδακα ναιετάοντες , παντοίης ἀρετῆς ἴδριες ἐν πολέμωι , οἵ
4841419 μακαριας
τὸ ποθούμενον ἴδωσιν . εἶτα διὰ τὸν τῆς ἀθανάτου καὶ μακαρίας ζωῆς ἵμερον τετελευτηκέναι νομίζοντες ἤδη τὸν θνητὸν βίον ἀπολείπουσι
ἰσόθεον ποιεῖ καὶ οὐδὲ διὰ τὴν θνητότητα τῆς ἀφθάρτου καὶ μακαρίας φύσεως λειπομένους ἡμᾶς δείκνυσιν . ὅτε μὲν γὰρ ζῶμεν
4840350 μα
. ἡ γὰρ ἀναλογία βαρύνει , ὥς φησιν Ἀπολλώνιος . μὰ τὸν Δία : Τὸ μὰ τὸν Δία ἢ πρὸς
λέγειν . Οὐκ οἴει , ὦ Σώκρατες ; Οὐ μέντοι μὰ Δία . Ἦ οἴει οἷός τ ' ἂν εἶναι
4825247 ἐπαρωγον
ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν ἐπαρωγόν , ἐρημοπλάνον Κορύβαντα , αἰολόμορφον ἄνακτα , θεὸν διφυῆ
φρενός ἐστιν ἀπορρώξ . καί μιν ἔπεμψε πατὴρ ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἐπαρωγόν : καὶ πάλιν ἐς Διὸς εἶσι Διὸς βληθεῖσα κεραυνῷ
4823715 Καλλιοπης
οὐκ εἶναι τὰ θεῶν δῶρα οἶσθά που ἐξ ἑνὸς τῶν Καλλιόπης θιασωτῶν ἀκούσας . ὁρᾷς γὰρ καὶ τὰς μελίττας ,
. ἔτι δὲ Κρόνου τινές , ἄλλοι δὲ Διὸς καὶ Καλλιόπης φασὶ τοὺς Κορύβαντας τοὺς αὐτοὺς τοῖς Καβείροις ὄντας ,
4819454 εὑρετην
λεγόμενον καὶ συντάξαντα τὴν φωνὴν τῶν ἀνθρώπων καὶ τὸ σύνολον εὑρετὴν καταστάντα τῶν ὀνομάτων , εἴτε θεὸν εἴτε δαίμονα εἴτε
φονεύοντα τοὺς ἀπειθοῦντας τοῖς θεοῖς . Ἀπόλλωνα δὲ τῆς κιθάρας εὑρετὴν ἀναγορεύουσι καὶ τῆς κατ ' αὐτὴν μουσικῆς : ἔτι
4819330 Λακαινης
, οὐ τὸν Μάρωνος τὸν Θρᾴκιον , οὐ Χῖον ἐκ Λακαίνης , οὐ τὸν Ἰκάρου τὸν νησιώτην , ἀλλὰ τούτους
ἁρπασθέντα ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ῥιφῆναι εἰς τὴν Κώιαν θάλασσαν πρὸς τῆς Λακαίνης , εἰπούσης ὅτι περιμάχητος ἔσται . χρόνωι δὲ Λεβεδίων
4817294 ἀπροσορατον
θεῶν , οἵτινες δίκαιοι ἦσαν ζῶντες . τοὶ δ ' ἀπροσόρατον : οἱ ἀσεβεῖς . ἀπροσόρατον δὲ , ἤτοι ὃν
ἀενάου βασιλῆα μέγιστον , Κύρβαντ ' ὀλβιόμοιρον , Ἀρήιον , ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν , φαντασιῶν
4815079 τοξοφορον
ἐπ ' Αἰγαῖον θαμά : τᾶς ὁ κράτιστος ἐράσσατο μιχθείς τοξοφόρον τελέσαι γόνον [ [ ! [ α [ !
στῆσαι βάσιν . Πρόβαινε ποσὶ τὸν Εὐλύραν μέλπουσα καὶ τὴν τοξοφόρον Ἄρτεμιν , ἄνασσαν ἁγνήν . Χαῖρ ' , ὦ
4814473 Φθιας
τῶι νησιώτηι Νεοπτολέμωι δορὸς γέρας δοθεῖσα λείας Τρωϊκῆς ἐξαίρετον . Φθίας δὲ τῆσδε καὶ πόλεως Φαρσαλίας σύγχορτα ναίω πεδί '
τὴν δ ' ὑπὸ [ Πρωτε - σιλάῳ ] τῆς Φθίας ἀπὸ Δολοπίας καὶ τῆς Πίνδου μέχρι τῆς Μαγνητικῆς θαλάττης
4814320 Φοινικα
πεζοὶ δ ' οὐκ ἀξιοῦντες ἀγχοῦ τῶν πολεμίων στρατοπεδεύειν ἐς Φοίνικα πόλιν ἀνεχώρουν . καὶ νυκτὸς οἱ μὲν ἀνεπαύοντο ,
δὲ καὶ Νίνος ὁ Ἀσσύριος , ὃς κατὰ τὸν Κολοφώνιον Φοίνικα χρυσίου τάλαντα εἶχε πολλῷ πλείονα Κασπίης ψάμμου , ὃς
4810612 Ραριον
πολὺν μύστηισιν Ἐλευσῖνος παρὰ πέζαν εὐασμὸν κρυφίων ἐξεφόρει λογίων , Ράριον ὀργειῶνι νόμωι διαποιπνύουσα Δήμητρα : γνωστὴ δ ' ἐστὶ
πολὺν μύστῃσιν Ἐλευσῖνος παρὰ πέζαν εὐασμὸν κρυφίων ἐξεφόρει λογίων , Ράριον ὀργειῶνα νόμῳ διαπομπεύουσα Δημήτρᾳ : γνωστὴ δ ' ἐστὶ
4804439 τεκεσθαι
ἀπήχθεο καὶ τεῒν αὐτᾷ ταλίκον ὡς πάντεσσι κακὸν τὸν Ἔρωτα τεκέσθαι , ἄγριον , ἄστοργον , μορφᾷ νόον οὐδὲν ὁμοῖον
πίονα δῆμον , ὁππότ ' ἄρ ' ὁπλότατον παίδων ἤμελλε τεκέσθαι , Ζῆνα μέγαν : τὸν μέν οἱ ἐδέξατο Γαῖα
4802978 Δωριδος
τοῦ Νηρέως δέ φησιν , ἤγουν τῆς νήξεως , καὶ Δωρίδος τῆς ἠυκόμοιο , ἤγουν τοῦ πλοίου , ἐγένοντο πολλὰ
Ἑρμείας παρείας . Ἀποροῦσι δέ τινες λέγοντες , πῶς μόνης Δωρίδος ἐνταῦθα μέμνηται , τῶν ἄλλων ἐχουσῶν ἰδίους χαρακτῆρας :
4800929 Τριτωνιδος
μέμνηται καὶ Ἀλέξανδρος ἐν τῷ αʹ τῶν Κορίννης ὑπομνημάτων . Τριτωνίδος : γράφεται Ἰτωνίδος . πολιῇ δ ' ἐπὶ κύματος
' ἐρατὴν περί θ ' ἱερὸν Ἀπόλλωνος νηόν τε ζάθεον Τριτωνίδος ἀμφί τε βωμὸν Ἑρκείου : θάλαμοι δὲ κατεπρήθοντ '
4800365 Ὠτον
σταδίων . μέμνηται δὲ τῆς Κυλλήνης ταύτης καὶ Ὅμηρος λέγων Ὦτον Κυλλήνιον ἀρχὸν Ἐπειῶν . οὐ γὰρ ἀπὸ τοῦ Ἀρκαδικοῦ
: ἐν δὲ Νάξῳ φαντὶ θανεῖν λιπαρᾷ Ἰφιμεδείας παῖδας , Ὦτον καὶ σέ , τολμάεις Ἐπιάλτα ἄναξ . καὶ μὰν
4797252 κορμον
τῶν τριῶν τὸ λοιπόν . Γ ἐπίξηνον ] τὸν μαγειρικὸν κορμὸν ἐν ᾧ τὰ κρέα τιθέντες κόπτουσιν . τί οὖν
ὅσα δὲ μὴ εὔκαρπα ἑτέρων εἰς τὸν πρὸς ταῖς ῥίζαις κορμὸν ἐνθέσει καὶ συμφυεστάτῃ ἑνώσει βελτιοῦν ἐθελήσεικαὶ γὰρ ἐπ '
4794116 ἰηϊε
[ – – σὺν δ˘˘˘˘ ? [ – – – ἰήϊε ⌋ Δάλι ⌊ ' Ἄπολλον [ – ˘˘˘˘ –
' ] τὸ τοῦ δικαστηρίου . μηχανᾶται ] κατασκευάζεται . ἰήϊε Παιάν : ὡς ἐπὶ κακῶν ⌈ λήξει Γ [
4794097 γημαντα
δ ' Ἄμμωνα σιτοδείαι πιεζόμενον φυγεῖν εἰς Κρήτην , καὶ γήμαντα τῶν τότε βασιλευόντων Κουρήτων ἑνὸς θυγατέρα Κρήτην δυναστεῦσαί τε
ς ' , ὡς ἀπαγγέλλουσί μοι , τὸν δόντα καὶ γήμαντα καὶ γαμουμένην δράσειν τι . ταῦτ ' οὖν πρὶν
4793082 Πυθαγοραν
διατάξεις ποιεῖσθαι , κοινὴ διάληψις . Τίς ἡ ἰδιάζουσα κατὰ Πυθαγόραν ἦν μελέτη τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης , καὶ πρὸς πόσα
πῶς δὲ τετρὰς ὁ θεὸς οὗτος , ἐκ τοῦ εἰς Πυθαγόραν ἀναφερομένου ἱεροῦ λόγου σαφῶς εὑρήσεις , ἐν ᾧ ἀριθμὸς
4782648 μελοποιον
τῶν παραλελειμμένων τῶι ποιητῆι ὀνομάτων , κατὰ μὲν Ἀλκμᾶνα τὸν μελοποιὸν Ζευξίππη , κατὰ δὲ Ἑλλάνικον Στρυμώ . Σκάμων δὲ
ἀίω : Σιμόεντος ἡμένα κοίτας φοινίας ὑμνεῖ πολυχορδοτάται γήρυϊ παιδολέτωρ μελοποιὸν ἀηδονὶς μέριμναν . ἤδη δὲ νέμουσι κατ ' Ἴδαν
4780197 Ἀπολλωνα
μηδὲ ἄνθρωπον ὅμοιον ἐκείνῳ , ἀλλ ' αὐτὸν ὄντως τὸν Ἀπόλλωνα , ἔκ τε ὧν ἑώρα περὶ αὐτὸν σεμνωμάτων καὶ
δ ' ἐκ φίλων ἐν ἀβουλίᾳ , τουτέστι καὶ τὸν Ἀπόλλωνα παρακούσας καὶ τῆς γυναικὸς ἡττηθεὶς ἀφρόνως , ἐγείνατο μὲν
4776569 ὠγυγιαν
οἰκτρὸν ] ἐλέους ἄξιον . πόλιν ] τὴν ἡμετέραν . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν ἢ τὴν μεγάλην ἀπὸ Ὠγύγου τινὸς βασιλεύσαντος
Ὠγύγου τινὸς βασιλεύσαντος ἐκεῖσε . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν . θ ὠγυγίαν ] τὴν παλαιάν . ὠγυγίαν ] ἀρχαίαν καὶ παλαιὰν
4774314 Ἠετιωνα
ὃν καὶ Πολυάρκη φησὶ λέγεσθαι ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων , καὶ Ἠετίωνα , ὃν Ἰασίωνα ὀνομάζουσι , καί φασι κεραυνωθῆναι αὐτὸν
, ὅσσά τ ' ἔρεξε Τήλεφον ἀμφὶς ἄνακτα καὶ ὄβριμον Ἠετίωνα ὥς τε Κύκνον κατέπεφνεν ὑπέρβιον ἠδ ' ὅς '
4771138 Μινων
Ὁ Μίνως , τοῦ Μίνω , τῷ Μίνῳ , τὸν Μίνων . Ἐλέγχω ἀντὶ τοῦ παρίστημι , ὡς τὸ ἐλέγχω
συγγιγνόμενον τῷ Διὶ οὐδαμοῦ . διὰ ταῦτά φημ ' ἐγὼ Μίνων ἁπάντων μάλιστα ὑπὸ Ὁμήρου ἐγκεκωμιάσθαι . τὸ γὰρ Διὸς

Back