| Ἀτρεύς , οἱονεὶ ὁ ἄφοβος ' . . . . ἄτρακτος : κυρίως ἐπὶ βέλους : τὸν γὰρ βαλόντα ἄτρακτον | ||
| Ἀταλάντῃ ἁρπεδόνην τε λύσιν ἱστοῦ : τοῦτο δὲ τραγικώτερον . ἄτρακτος , σφόνδυλος , κλωστήρ . οὕτω δὲ καὶ τὴν |
| τέσσαρα ταῦτα : τὸ ἓν τὴν πρώτην ἀρχήν : τὸν Φάνητα ὅπερ ἐστὶ πέρας τῶν νοητῶν θεῶν ἀρχὴ δὲ τῶν | ||
| λοιπὰ μέρη φοβεροῖο δράκοντος αὐχένος ἐξ ἄκρου ἢ αὐτὸν τὸν Φάνητα δέξαιτο , θεὸν ὄντα πρωτόγονον , ἢ σῶμα ἢ |
| πρὸς ἄλληλα καὶ ὁμοιότητα ἔχειν πρὸς ἑαυτὰ , ὥστε τὸ οὐράνιον σῶμα ψυχὴν εἶναι ὠγκωμένην καὶ ζωὴν ἐπὶ πᾶν διεστῶσαν | ||
| πρὸς τὴν ὕλην , ἀναγωγός τε ἐπὶ τὸ θεῖον καὶ οὐράνιον πῦρ καὶ ἄυλον ἀλλ ' οὐχὶ κάτω βρίθουσα περὶ |
| καὶ ναοὺς χρυσοῦς δύο Διός , τὸν μὲν μείζονα τοῦ οὐρανίου , τὸν δὲ ἐλάττονα τοῦ βεβασιλευκότος καὶ πατρὸς αὐτῶν | ||
| , μόχθον ὅλον ῥίψασα , καὶ εἰς πόλον ὄμμα βαλοῦσα οὐρανίου λαμπτῆρος ἀμέλγεται ὄμπνιον αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος |
| παρὰ φύσιν , δεῖ ἑτέραν εἶναι φύσιν τὴν μεταβάλλουσαν τοῦ Κόσμου τὴν φύσιν : ὅπερ οὐ φαίνεται . Ἔτι , | ||
| Δαίμονες τῶν ἁμαρτημάτων καθαίρουσι . Περὶ μὲν οὖν Θεῶν καὶ Κόσμου καὶ τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων τοῖς μήτε διὰ φιλοσοφίας ἀχθῆναι |
| . . ἐναέριον κρέμασμα ὑπάρχων . . νῦν δ ' αἰθέριον κίνυγμ ' ] νῦν δὲ πέπονθα ὁ τάλας κίνυγμα | ||
| ἄρτους ἐκ τοῦ οὐρανοῦ „ : τῷ γὰρ ὄντι τὴν αἰθέριον σοφίαν ὁ θεὸς ταῖς εὐφυέσι καὶ φιλοθεάμοσιν ἄνωθεν ἐπιψεκάζει |
| ἐπισπώμενος ἐργάζεται τὰς νεφέλας . Αἰθέρα ] ἀέρα . ⌈ βιοθρέμμονα πάντων / [ βιοθρέμμον ' ἁπάντων ] ] τὸν | ||
| αἰθὴρ διακαὴς ὢν ἀνέφελός ἐστιν . καὶ ἐκ τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ . |
| ἀστεροπήν , νέφος , ὄρνεον , ἄγγελον , ἰχθύν , αἰθέρα , νύκτα , θάλασσαν , ὅλην φύσιν , ἔμφρονι | ||
| Χρόνου δὴ καὶ ῥύσεως τέκνα γῆν τε καὶ ὕδωρ , αἰθέρα τε καὶ ἀέρα σὺν αὐτῷ ὑπεστήσατο : καὶ τῇ |
| ἐάσῃ τοῦτον συναναφέρεσθαι τῷ αἵματι . κἀντεῦθεν πλεονάσαντος αὐτοῦ καὶ σαπέντος , γίνεται τεταρταῖος . ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲ | ||
| ἐκ μυελοῦ ῥάχεως δεινὸς γίνετ ' ὄφις , νέκυος δειλοῖο σαπέντος , ὃς νέον ἐκ τούτου πνεῦμα λάβῃ τέραος , |
| νόμου ἰσχυρὸν κατεῖχεν | : ἄνθρωπος δέ , ᾧ | πολυκίνητον φύσιν ἔδωκεν ὁ θεός , “ ἐπὶ τραφερήν | | ||
| , καθεστηκός , τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν |
| αἰτίαν τῷ ὄνῳ προσάπτειν πρὸς τοῖς προειρημένοις . πᾶν τὸ γόνιμον τετίμηται , ἐναντίως δὲ ἄρα πρὸς ταῦτα πέφυκε τὸ | ||
| ἀνασπᾷ ἑωυτὸ καὶ μένει αὐτοῦ . Ὁκόταν [ οὐ ] γόνιμον γένηται τὸ παιδίον , τουτέου ἡ σὰρξ ὑπερέχει τῶν |
| τἀνιαρὰ φροῦδος αἴσθησις φθαρῇ , τὸ σῶμα κωφοῦ τάξιν εἴληφεν πέτρου ἦν ἆρα τρανὸς αἶνος ἀνθρώπων ὅδε , ὡς τὸν | ||
| . Οὐκ , ὦ κακῶν κάκιστε , καὶ γὰρ ἂν πέτρου φύσιν σύ γ ' ὀργάνειας , ἐξερεῖς ποτε , |
| πράττοντας εὐεργετεῖν καὶ βασιλικοῦ πλούτου τοῦτ ' ἀνάθημα καὶ κατασκεύασμα λαμπρότατον . μαθὼν δὲ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , Φαβρίκιε , | ||
| ἀποστρόφων πατρὸς ἐνδόξου δείκνυσιν εὐθὺς τὸν γεννηθέντα καὶ τοῦτον μὲν λαμπρότατον τῆς τύχης καὶ τὸν βίον μέχρι θανάτου τοῦ δεινοῦ |
| καὶ ὁ τοῦ σώματος κλύδων , ἀλλὰ καὶ πᾶν τὸ περιέχον : ἥσυχος μὲν γῆ , ἥσυχος δὲ θάλασσα καὶ | ||
| λιγνὺς φλογώδης συνίσταται , οἵα πολλάκις πυρώδης ἔκλαμψις κατὰ τὸ περιέχον ἐμφαίνεται . ἐλάττονος δὲ καὶ ἧττον λεπτῆς ὑπαρχούσης ὑπόπυρός |
| πνιγήσεται ἐν ὕδατι ὁ γεννη - θείς : εἰ δὲ ἀνθρωποειδές ἐστιν , παρ ' ἀνθρώπων πνιγήσεται ἢ ἀγχόνῃ ἢ | ||
| ἔστιν Ἑρμοῦ οἶκος , δίσωμον , ἀρσενικόν , λογικόν , ἀνθρωποειδές . καὶ καθόλου μὲν εὐκρασίας ποιητικόν , κατὰ μέρος |
| γε περὶ ὕλης λέγωμεν . Ταύτην τοίνυν ἐκμαγεῖόν τε καὶ πανδεχὲς καὶ τιθήνην καὶ μητέρα καὶ χώραν ὀνομάζει καὶ ὑποκείμενον | ||
| βούλεται ποιεῖν , τὸ μὲν ὑποκείμενον ὡς ὕλην ὃ προσαγορεύει πανδεχὲς , τὸ δ ' ὡς αἴτιον καὶ κινοῦν ὃ |
| , ἀλλ ' ὑπὸ πλήθους ἀνδρῶν προωθούμενον ἐποίησε [ ὑπότροχον σκέπασμα ] . Γήρας δὲ ὁ πρῶτος εὑρὼν τὸ ὑπότροχον | ||
| ἐπὶ πρόσωπον καὶ ἄνω τὸ ὀστρακῶδες καὶ κοῖλον ἔχων αὐτοῦ σκέπασμα , μήπως αὐτὸν γεμίσῃ ἡ θάλασσα . Ναίει : |
| δίσωμον , θηλυκόν , γόνιμον , νυκτερινόν , νηκτόν , συριγγῶδες , φολιδωτόν , κοπτόμενον , πτερωτόν , ἄφωνον . | ||
| μέρους ἀνθρωπόμορφον , κοπτόμενον μέλεσι καὶ ἥμισυ , φωνῆεν , συριγγῶδες . καὶ καθόλου μέν ἐστι πνευματῶδες , κατὰ μέρος |
| τῇ ὁρμῇ τῆς πτερορρυήσεως εἰς γήινον ἔρχεται σῶμα ὀλβίου αἰῶνος ἀμερθείς . τούτοις δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐστὶ σύμφωνος περὶ | ||
| τῆι ὁρμῆι τῆς πτερορρυήσεως εἰς γήινον ἔρχεται σῶμα ὀλβίου αἰῶνος ἀμερθείς . . . . Α . Ἐμπεδοκλεῖ δὲ τὰ |
| Αἴθωνα δὲ αὐτὸν εἶπεν , ἤτοι διὰ τὸ τοῦ θηρίου διάπυρον , ἢ ὅτι ὁ ἥλιος ἐν αὐτῷ γινόμενος σφοδρῶς | ||
| καὶ Ὅμηρος . . πρηστῆρα καλεῖ τὸν Αἴαντα διὰ τὸ διάπυρον καὶ θερμὸν εἶναι ἐν ταῖς μάχαις . δυσμενεστάτου ξένων |
| ἁπλοῦν καὶ γενναῖον , τὸ μειδίαμα δὲ ἑστηκὸς καὶ οὐ μετατρεπόμενον . εἰ δέ τις αὐτῇ προσέλθοι σεβασθείς τε καὶ | ||
| τὸν Πρωτέα κατάσχετε καὶ μηδεὶς πτοηθήτω πρὸς πάντα τοῦτον ὁρῶντες μετατρεπόμενον , πρὸς ὕδωρ , πρὸς πῦρ , πρὸς ζῶα |
| πάντων σχεδὸν τῶν θηρίων ἰσχυρότατον . ποτάμιον δὲ ὑπάρχον καὶ χερσαῖον τὰς μὲν ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι ποιεῖ γυμναζόμενον κατὰ | ||
| τροπικόν , ἐαρινόν , ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , |
| ἀπιὼν βαρύς μέλας γὰρ αὐταῖς οὐ πεπαίνεται βότρυς βραχὺν λίνου κύπασσιν ἐς μηρὸν μέσον ἐσταλμένος ὅταν δὲ πόντου πεδίον Αἰγαῖον | ||
| . . οἱ γλωσσογράφοι χιτῶνος εἶδός φασιν αὐτὸν εἶναι τὸν κύπασσιν , οἱ μὲν γυναικείου , οἱ δὲ ἀνδρείου . |
| κατερρυηκότων καὶ τῶν μὲν ἐν θαλίαις , τῶν δὲ ἐν στεναγμοῖς κειμένων καὶ τῶν μὲν ἀπολωλεκότων τὸ κράτος , ὃ | ||
| στεναγμοῖς μυκᾶσθαι τοῖς ἐκείνου , σὺ δ ' ἡδονὴν τοῖς στεναγμοῖς ἕξεις αὐλοῖς μυκτήρων . τοῦτο μαθὼν ὁ Φάλαρις καὶ |
| Ἀθηναίων . ἦν γὰρ τὸ χωρίον ἐπάντες : ἀπόκρημνον καὶ ἀνωφερές . παιανίσαντες : δύο παιᾶνες ἦσαν , Ἐνυάλιος , | ||
| μονογενές : ἐστὶ δὲ ἄφωνον , κατάψυχρον , ἐλεύθερον , ἀνωφερές , θηλυνόμενον , ἀμετάβλητον , κακόν , ὀλιγόγονον , |
| θῦσαι : διὰ τοῦτο τὸν θάλαμον ἀνοίξας εὗρε δρακόντων σπειράμασι πεπληρωμένον . Ἀπόλλων δὲ εἰπὼν ἐξιλάσκεσθαι τὴν θεόν , ᾐτήσατο | ||
| κῆπον ὥδευεν . ἰδὼν οὖν κλάδον συκῆς ὑπερέχοντα σύκων ὡρίμων πεπληρωμένον ἐπελάβετο τοῦ κλάδου . τοῦ δὲ ὄνου ὑπεκδραμόντος ἀπεκρεμάσθη |
| ὀρθῶς , εἶθ ' ὅλον ὀπτήσας παράθες , κἂν ᾖ δεκάπηχυς . χαλκίδες καὶ τὰ ὅμοια , θρίσσαι , τριχίδες | ||
| κλίσιν , οἷον βραχύς βραχέος τρίβραχυς τριβράχεος , πῆχυς πήχεως δεκάπηχυς δεκαπήχεως , θῆλυς θήλεος ἀρσενόθηλυς ἀρσενοθήλεος , ἰχθῦς ἰχθύος |
| πάντα ἓν καὶ τοῦτο ὑπάρχειν θεὸν πεπερασμένον , λογικόν , ἀμετάβλητον . . [ . . . ] ἐν πολλοῖς | ||
| τισίν : καὶ χρὴ φυλάττειν αὐτὸν ἐπικείμενον , ὅταν ἐθέλῃς ἀμετάβλητον ἐπὶ πλεῖστον διαμεῖναι τὸ φυλαττόμενον . ὁ δὲ τῶν |
| τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ . Αἰθέρα : τὸν ἀέρα : ὁ γὰρ αἰθὴρ | ||
| οὐδὲν ἐμπόδιον , οὐ τοῦ ἡλίου πῦρ , οὐχ ὁ αἰθήρ , οὐχ ἡ δίνη , οὐχὶ τὰ τῶν ἄλλων |
| ἀχόω : ὡς ἄνω ἀνέω : καὶ ὡς πλήθω πληθύω πληθύνω , οὕτως ἀχύνω καὶ ὑπερθέσει ἀχνύω . καὶ ἀχνύομαι | ||
| παράγωγον δεχύω , καὶ κατὰ Δωριέας δεχνύω . ὡς πλήθω πληθύνω : οὕτω δέχω δεχύνω : καὶ μεταθέσει τοῦ ν |
| τὸν δὲ διὰ τούτων ἀοράτως ἐνεργοῦντα ἕτερον εἶναι , τὸν ἀόρατον . συνοικείτωσαν οὖν δύο θεράποντες τῶν νομοθετικῆς ὑπηρέται δυεῖν | ||
| αἴτιον , εἴ τις κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκλαμβάνοι , θεὸν ἀόρατον καὶ ἀκίνητον ἂν ἡγήσαιτο καὶ τὸ τούτου ζητητικὸν εἶδος |
| σίδηρος ἤ τι τοιοῦτον ἐμπεσὸν πατάξῃ , καὶ τὸν μὲν βαλόντ ' ἀγνοῇ τις , αὐτὸ δ ' εἰδῇ καὶ | ||
| , εὖτ ' ἐν ὄρεσσι δένδρε ' ἐπ ' ἀλλήλοισι βαλόντ ' ἐριθηλέας ὄζους . Πολλάκι δ ' Αἴαντος μεγάλου |
| ὁ Εὐριπίδης ἔνια μὲν τῶν τοῦ Ἄργου ὀμμάτων συνανατέλλειν τοῖς ἄστροις φησὶ δεδορκότα , τὰ δὲ πρὸς ταῖς δύσεσι καταμύειν | ||
| ἑτέρων οὐκ ἀδοκίμων λαβόντες . Τὰ μὲν οὖν ἐπὶ τοῖς ἄστροις δυομένοις καὶ ἀνατέλλουσιν ἐκ τῶν ἀστρονομικῶν δεῖ λαμβάνειν . |
| , δημιουργίᾳ πρέπειν ὑπολαβὼν τοῦτον τὸν ἀριθμὸν καὶ εἰς ταὐτὸ συνωθῶν πικρῷ μὲν ἁλμυρόν , μέλανι δὲ φαιόν . μὴ | ||
| ὄντα ἔτι τὸν ὑγρὸν ὄγκον εἰς τὰς τοῦ πυρὸς ἕδρας συνωθῶν αὐτὸν αὑτῷ συμμείγνυσιν : ὁ δὲ συνωθούμενος ἀπολαμβάνων τε |
| αἰεὶ γνύξ , αἰεὶ δὲ Λύρῃ παραπεπτηῶτος , ὅντινα τοῦτον ἄϊστον ὑπουρανίων εἰδώλων , ἀμφότερον δύνοντα καὶ ἐξ ἑτέρης ἀνιόντα | ||
| , κατασκευάζει . . ὃς ] ὁ γάμος . . ἄϊστον ] ἀφανῆ . . κρανθήσεται ] τελεσθήσεται . . |
| φάσσας ἀναιροῦσιν ἱέραξι προσόμοιος , ὃς ὀνομάζεται καταράκτης : τῶν νηχομένων γάρ τινας τηρήσας ἰχθύωνὁρᾷ δὲ καὶ μέχρι τοῦ τῆς | ||
| , ἔτι τε πομφολύγων , καὶ ἀλλοίων τινῶν τῇ ἐπιφανείᾳ νηχομένων καὶ πρὸς τούτοις εἴ τι ἕτερον ἐζήτηται περὶ τὰ |
| εἶναι καὶ ἱστίον τῷ ἅρματι , ἀφ ' οὗ καὶ αὐγή τις ἐπὶ τὸ μέτωπον καὶ τὴν κεφαλὴν ἥκει οὔπω | ||
| φαίνηται , ἀεξομένοιο διδάσκει μηνός : ὅτε πρώτη ἀποκίδναται αὐτόθεν αὐγή , ὅσσον ἐπισκιάειν , ἐπὶ τέτρατον ἦμαρ ἰοῦσα : |
| ὄντα παραιτουμένη , ἀλλ ' ὡς οὐκ ὄντα : μηδὲ ἐπιζητοῦσα γνῶσις μὲν οὖσα ἡ ἁπλῶς καὶ πρώτη καὶ μάλιστα | ||
| τὴν ] νομὴν ἔξεισιν , ἡ δὲ βάτος τὰς ἐσθῆτας ἐπιζητοῦσα τῶν παριόντων ἐπιλαμβάνεται τῶν ἱματίων προσδοκῶσα τῶν ἰδίων τι |
| ὅτι πρῶτον μὲν ἀλαζονεία ψυχῆς ἐστι κακία , ψυχὴ δὲ ἀόρατος ὅτι μὴ θεῷ , κολαστὴς δὲ ὁ μὲν τυφλὸς | ||
| τὴν Ἄιδος κυνῆν , ὡς καὶ ὁ Περσεύς , περιθέμενος ἀόρατος ἐγίνετο . ἔστι δὲ κυνῆ Ἄιδος τὸ τέλος εἰς |
| ἐπιδιώκειν , παρ ' οὐδὲν τὰ ἄλλα πάντα τιθέμενον . Ἰατρὸν , φησὶν , εὗρε τοιαύτης ὀδύνης , δι ' | ||
| ὠνομάζομεν δικαίως ; οὐχ ὅπερ ἐκεῖνον ; Πάνυ γε . Ἰατρὸν ἄρα φάσκοντες αὐτὸν εἶναι καλῶς ἂν ἐλέγομεν . Ναί |
| νέκυος δειλοῖο σαπέντος , ὃς νέον ἐκ τούτου πνεῦμα λάβῃ τέραος † τεθνεότος ζωὴν ἕλκων φύσιν : εἰ δὲ τόδ | ||
| νέκυος δειλοῖο σαπέντος , ὃς νέον ἐκ τούτου πνεῦμα λάβῃ τέραος , τεθνεότος ζωὴν ἕλκων φύσιν : εἰ δὲ τόδ |
| δέξαιτο δ ' Αἰακιδᾶν ἠύπυργον ἕδος , δίκᾳ ξεναρκέϊ κοινόν φέγγος . εἰ δ ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκˈριτος ἁλίῳ σὸς | ||
| τοίνυν μηδὲ εἰς τὰς κοίτας λαμπτῆρας φέρεσθαι μηδὲ ἄλλο νυκτερινὸν φέγγος : ἤδη γάρ τινες , ἐπεὶ πάντῃ ἐξείργονται μηδὲν |
| τῶν ἀσωμάτων καὶ παραδειγματικῶν ἰδεῶν , ἐξ ὧν ὁ νοητὸς ἐπάγη κόσμος , καὶ ὁ περὶ τῶν ὁρατῶν , ἃ | ||
| τῶν στοιχείων εἰς ἄλληλα μεταβολάς , ἐξ ὧν ὁ κόσμος ἐπάγη καὶ συνέστηκεν , εἰδὼς ἀναγκαιότατον ἔργον , ἀκωλύτους παρέχεται |
| τοῦ Πλάτωνος μεταπέφρακεν . Πλάτων δὲ τὸ ἕν , τὸ μονοφυές , τὸ μοναδικόν , τὸ ὄντως ὄν , τἀγαθόν | ||
| δ ' Ἄρκτων ὄρος : ὑπέρκειται δ ' ἄλλο Δίνδυμον μονοφυές , ἱερὸν ἔχον τῆς Δινδυμήνης μητρὸς θεῶν , ἵδρυμα |
| ὁππότε δ ' οὖν σελάων τοίοις ζώοισιν ἐπόντων καὶ Θοῦρος πυρόεις καὶ καλλίκομος Κυθέρεια ἄρσεσι δεικήλοισιν ἐπεμβεβαῶτες ὁρῷντο , καὶ | ||
| φαέθων , δωδεκαετίᾳ τὸν οἰκεῖον ἀμείβων κύκλον . Ὑπὸ τοῦτον πυρόεις , ὁ τοῦ Ἄρεως , ἀτακτοτέραν μὲν τὴν κίνησιν |
| εἰς τὸν ὅλον κόσμον : οἷον εἰ τὸ μὲν εἴη νοερόν , τὸ δ ' ὅλον ἄψυχον ἢ φυσικόν , | ||
| Ὁ μὲν οὖν παντεπόπτης Ἥλιος , πυρώδης ὑπάρχων καὶ φῶς νοερόν , ψυχικῆς αἰσθήσεως ὄργανον , σημαίνει μὲν ἐπὶ γενέσεως |
| ἔκλυτα καὶ ὑδατώδη . καὶ δὴ καὶ κρατεῖ τὸ μὲν ὑδατῶδες ἐν τούτοις , ὡς εἶναι τὴν κρᾶσιν αὐτῶν ὑγροτέραν | ||
| αὐτὰ ψυχρὰ καὶ ὑγρὰ τὴν κρᾶσιν τυγχάνοντα , λεπτὸν καὶ ὑδατῶδες αἷμα ἀπογεννῶσι καλῶς πεφθέντα . πεφύκασι δὲ καὶ ταῦτα |
| , ἔστι τὸ ἀντικείμενον ὄνομα εἰπόντα λύειν : οἷον εἰ ἔμψυχον συμβαίνει λέγειν , ἀποφήσαντα μὴ εἶναι , δηλοῦν ὡς | ||
| . ἀποκτείνας γέ που : οὐκ ἔτι γάρ ἐστ ' ἔμψυχον . . . . . . . . . |
| ἀποστερῶν , ἀπεῖπε πρὸς τοὺς μεθ ' ἡμέραν ἀγῶνας καὶ νυκτερινὸν ἐσκέψατο δόλον καθεύδειν ὑπὸ τῶν κακῶν οὐ δυνάμενος καὶ | ||
| δ ' ἐχθρὴν σκυλάκεσσιν ἀρειοτέροις τε κύνεσσι : τὸν μὲν νυκτερινὸν διὰ γαστρὸς ἄφυκτον ἐρωὴν ἀρνειῶν ἐρίφων τε πολυπλόκον ἁρπακτῆρα |
| ἄλλους πεντακοσίους βαθμούς , καὶ ἴδον ἐκεῖ τὸν σκώληκα τὸν ἀκοίμητον καὶ πῦρ κατακαῖον τοὺς ἁμαρτωλούς . καὶ κατήγαγόν με | ||
| ἔστι περίβολος καὶ δένδρα ἱερὰ καὶ πῦρ ἄσβεστόν τε καὶ ἀκοίμητον . εἰσὶ δὲ κύνες περί τε τὸν νεὼν καὶ |
| λοιπὸν στρεφομένου τοῦ ἐν τοῖς σκέλεσιν ἄξονος ὑπὸ τοῦ κάλου καθελκομένη ἡ χελώνη κατατείνει τὴν σπάθην . εἶθ ' οὕτως | ||
| δὲ πρυμνοῖσιν ἐπ ' ἴχνεσιν ἔκλυτος οὐρὴ ἄμπελος ὣς γναμπτοῖσι καθελκομένη θυσάνοισιν . οἱ δὲ πόδες βαλίοισιν ἐπερχόμενοι γονάτεσσιν εὔπτερον |
| βραχὺ κορύσσεται . κἄν τις αἰτία γένηται , τὸν πολίτην κατέπιεν . τάχ ' ἂν οὖν καὶ ὑμεῖς ἐμὲ τῷ | ||
| βραχὺ κορύσσεται , κἤν τις αἰτία γένηται , τὸν πολίτην κατέπιεν . [ Σῖμον , ὀρκε̄στὰν ἄριστον ] , ναὶ |
| τὸν καινὸν καὶ μήπω βεβλημένον ἀλλὰ νεοπαγῆ καὶ ἀκέραιον τὸν ἰὸν ἐν αὑτῷ ἔχοντα . κλίνεται δὲ διὰ τοῦ τος | ||
| : ὁρμῶν . Ἰοτόκοισι : ἰοβόλοις , τοῖς τίκτουσι τὸν ἰὸν , τοῖς γεννῶσι τὸν ἰὸν , πεφαρμακωμένοις . περισπέρχει |
| καὶ πάντα τὰ ἐν τοῖς ὅλοις δέχονται ἀπὸ τοῦ ἡλίου κατιούσας δυνάμεις , τὰς μὲν συμπλεκομένας αὐτοῖς τὰς δὲ τῆς | ||
| ἀναπτύουσαι τὸ νῆμα καθιᾶσιν εἰς τοὔδαφοςδεικνύει δὲ αὐτὰς ὁ ζωγράφος κατιούσας δι ' αὐτοῦ καὶ ἀναρριχωμένας ἀερσιποτήτους κατὰ τὸν Ἡσίοδον |
| ὅτι ἡ τοῦ θεοῦ σοφία ἁγία τέ ἐστιν οὐδὲν ἐπιφερομένη γήινον καὶ κρίσις τῶν ὅλων , ᾗ πᾶσαι αἱ ἐναντιότητες | ||
| Διὰ τί γὰρ τὰ μὲν πύρινα δύναται , τὸ δὲ γήινον οὔ ; Σῶμα γὰρ ἑκάτερον καὶ οὐκ ἶνες οὐδὲ |
| τιθέναι τὰ νενοημένα ὑπ ' αὐτοῦ , καὶ ταῦτα εἰς ἀμετακίνητον , ὃ δὴ πάσχει τὰ γεγραμμένα τύποις . τοῦτο | ||
| καθῆσθαι τὸ παρὰ τῷ θεῷ τάξιν αὐτὴν καὶ ἕδραν ἔχειν ἀμετακίνητον : ὡς καὶ ἐκεῖνόν φησιν Ὅμηρος ἐν τῇ τοῦ |
| ἡ μεῖξιϲ ἅμα ἵκηται δυοῖν μεγάλοιν , μέζον κακὸν τὸ ἔκγονον . ϲημεῖα δὲ μέγιϲτα καὶ ῥήϊϲτα ἰδεῖν καὶ θιγέειν | ||
| δὲ μὴ κτανεῖν . θείων δ ' ἀπ ' ἀμφοῖν ἔκγονον ῥιζωμάτων τίς ἂν προσειπεῖν ἀξιώσειεν λάτριν ; εἰσὶ κασίγνηται |
| , εὐαδεῖς . Ἑνδέκατον ζῴδιόν ἐστιν Ὑδροχόος , ἀρσενικόν , ἡμερινόν , πλάγιον , φωνῆεν , δροσογόνον , στερεόν , | ||
| καὶ τὰ περὶ αὐτὴν κατανοεῖται , ἔστιν οἶκος Ἡλίου , ἡμερινόν , τετράπουν , στειρῶδες , βασιλικόν , ἀρσενικόν , |
| περὶ τὰ πυρεῖα προσαγορευόμενον τὸ σκοποῦν περὶ τῶν κατὰ ἀνάκλασιν συνιουσῶν ἀκτίνων , αἳ κατὰ σύννευσιν ἀθρόαν τῆς τοῦ φωτὸς | ||
| ξηρᾷ πρὸς τὴν ὑγρὰν μῖξιν . πνεῦμα μὲν ἐκ πολλῶν συνιουσῶν ἀναθυμιάσεων , τὸν γὰρ ἄνεμον μὲν εἶναι ξηρᾶς ἀναδόσεως |
| μέν τινα παρ ' αὐτοῖς εἶναι τὸν παθητικὸν νοῦν καὶ φθαρτόν , ὃν καὶ κοινὸν ὀνομάζουσι καὶ ἀχώριστον τοῦ σώματος | ||
| . Ἀριστοτέλης δὲ τὸ ὑπὸ τὴν σελήνην μέρος παθητὸν καὶ φθαρτόν , ἐν ᾧ καὶ περίγεια . Ἀριστοτέλης : εἰ |
| ὁ μέλλων ἔσω , ὁ παρακείμενος ἦκα , ὁ παθητικὸς ἦσμαι . τὸ βʹ ἦσαι , [ τὸ γʹ ἦσται | ||
| παρὰ τὸ ἄω , τὸ πνέω , ὁ παθητικὸς παρακείμενος ἦσμαι ἀσμός καὶ τροπῇ τοῦ σ εἰς τ ἀτμός ' |
| ταῖς ψυχαῖς ἁμαρτούσαις ἐνταῦθα πεσεῖν : ὑπὸ δὲ σοφίας τὴν ἀεικίνητον καὶ αὐτοκίνητον ἐκεῖνος ψυχὴν εἰς φυτὸν ἐρρίζωσε : λέγει | ||
| ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ , ἀτάρακτον |
| γὰρ ξηρᾶναι πολλάκις καὶ ἀποτρίψαι καὶ σπεῖραι , καὶ οὐδεπώποτε βλαστεῖν οὔτε ἕρπυλλον οὔτε ἑλένιον οὔτε σισύμβριον οὔτε μίνθαν : | ||
| φύσιν : εἰ δὲ τόδ ' ἐστίν , οὐ θαῦμα βλαστεῖν τὸν διφυῆ Κέκροπα . τοῦτο μὲν οὖν ἐν ἀκοῇ |
| φαντασίαν , καὶ εἴ που νεανίσκον ἐξ Αἰτωλίας ἢ γέροντα Πύλιον ὑποκρίνοιτο ἤ τινα ὅλως τῶν Ἀχαιῶν καὶ οἷς ἐπολέμουν | ||
| αὐτῷ πρὸς τὴν αἵρεσιν τῆς Ἰλίου , γέροντα δὲ ἀσθενῆ Πύλιον , μόλις ἐκταμόντα ἐν τῷ θορύβῳ τῆς μάχης τὰς |
| ἐπιθυμίῃσιν ὁδεύοντα , ἄργυρον τήκοντα καὶ χρυσὸν , καὶ μὴ παυόμενον τῆς κτήσιος ταύτης , αἰεὶ δὲ θορυβεύμενον περὶ τὸ | ||
| ἐχρησάμην δ ' ἐπὶ τῶν κατὰ βουβώνων πολλάκις καὶ ταχέως παυόμενον ἐθεασάμην τὸν ὄγκον . εἰ δὲ καὶ νικηθείη ποτὲ |
| ! ] δ ' Ἀχιλλεὺς τουπ ? [ κρατῆρε μὲν πρώτιστον ἀργυρὼ δύο , φιάλας δὲ πεντήκοντα , δέκα δὲ | ||
| ἰδέαν οἰητέον : αὐτὴ γὰρ ἔκκειται πᾶσιν εἰς μετοχὴν τὸ πρώτιστον εἶδος οὖσα . εἰ δὲ ὁμωνύμως κατηγορεῖται αὐτῶν ὁ |
| γε : σφενδόνην λέγει τὴν δέσιν , τὸν δεσμόν . τύπον δὲ τὴν ἐπικειμένην σφραγῖδα τῷ δεσμῷ : σφενδόνης : | ||
| σκληρύνεσθαι ὡς λίθον „ . οἱ κατοικοῦντες Ἠλεκτρῖται πρὸς τὸν τύπον [ τῶν εἰς ις ] , Ἠλεκτρῖνοι διὰ τὸ |
| τῷ γραμματιστῇ παρεστηκώς , ὁ δὲ ἥλιος οὕτω παχέσιν ἐκέκρυπτο νέφεσιν , ὥστ ' ἤδη τινὰ νύκτα ἐκείνην τὴν ἡμέραν | ||
| τοιαύτην λαμβανουσῶν τῶν ἐν τῷ ἀέρι ἀτόμων ἢ ἐν τοῖς νέφεσιν ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ ἀέρος [ προσφερομένου πρὸς τὴν σελήνην |
| γαῖα , πάμπαν ἐύρρηνός τε καὶ εὔβοτος , ἔνθα Προμηθεύς Ἰαπετιονίδης ἀγαθὸν τέκε Δευκαλίωνα , ὃς πρῶτος ποίησε πόλεις καὶ | ||
| , ὡς ἀπὸ τοῦ Ἰαπετὸς Ἰαπετίων , εἶτα ἀπὸ τούτου Ἰαπετιονίδης . ὁ υἱὸς τοῦ Ταλαοῦ Ἄδραστος . * * |
| , ἡ δ ' ἄρα πόρτις χαλκείη , χρυσοῦ δὲ τετυγμένος αὐτὸς ἔην Ζεύς . ἀμφὶ δὲ δινήεντος ὑπὸ στεφάνην | ||
| δὲ θεοπροπίης πολυΐδμονος , ἀψεύστοιο : τὰς δὲ λέβης κεράμοιο τετυγμένος αἱματοέσσας δεξάσθω : καὶ δῶρον ἐλάϊνον Ἀτρυτώνης ἠδὲ μέθυ |
| ὁ δ ' ἀσκητὴς δάκνεται μόνον ὑφ ' ἡδονῆς καὶ σκορπίζεται , οὐ θανατοῦται : κἀκεῖνος μὲν σωφροσύνῃ , χαλκῷ | ||
| παρ ' Ἑκαταίωι . Φιλητᾶς . . . . : σκορπίζεται : Ἑκαταῖος μὲν τοῦτο λέγει Ἴων ὤν , ὁ |
| τε πυγούσιον ἔνθα καὶ ἔνθα , ἀμφ ' αὐτῷ δὲ χοὴν χεόμην πᾶσιν νεκύεσσι , πρῶτα μελικρήτῳ , μετέπειτα δὲ | ||
| εἰς αἰθέριον πόλον ἀρθεὶς Ζηνὶ προσμείξων σοὶ τῷ πάντων μεδέοντι χοὴν πέλανόν τε φέρω , Ζεὺς εἴτ ' Ἀίδης ὀνομαζόμενος |
| ἡ εἰκών . καὶ γὰρ καὶ αὐτὸν ἐρῶσα ἐξεδέχετο παρθένος καταλαμπόμενον τῷ κάλλει . ἀνὰ στίβον : ἀνὰ τὴν ὁδόν | ||
| ταῖς μεθημεριναῖς πυρσείαις , ἡνίκα τὸ πῦρ ὑπὸ τῶν ἡλιακῶν καταλαμπόμενον αὐγῶν ἐξαμαυροῦται , καπνῷ μηνύεται πολεμίων ἔφοδος . οἷός |
| τοῦτον ὁρᾶν ἅπαν καθαρόν τε καὶ γνήσιον τῆσδε τῆς γῆς βλάστημα , ποιητὴς ἂν εἴποι , καὶ μάλ ' ἐπανθοῦν | ||
| χείρονος παράγειν ὑπομένων : εἰ δ ' οὐκ ἔστι μὲν βλάστημα ἡ ψυχή , ἐνοῦσα δὲ ἐν τῷ σώματι κρατεῖται |
| τὸ πῦρ προτεῖνον , τουτέστι τὸ πυρῶδες , λέγω τὸν κεραυνὸν τὸν καυστικόν , τὸν ἀρηρότα , ἤγουν τὸν ἁρμόζοντα | ||
| Ἀργείοισιν ὄρινον . Ὣς εἰπὼν στεροπήν τε θοὴν ὀλοόν τε κεραυνὸν καὶ βροντὴν στονόεσσαν ἀταρβέος ἀγχόθι κούρης θήκατο : τῆς |
| ἐν τῷ ὀξυκράτῳ λαμβανέτω ἢ χόνδρον πλυτὸν ἢ ὄρυζαν ἢ ὠὸν ἁπαλὸν ψυχρόν . ἐν τόπῳ δὲ φαρμάκων πρὸς τὴν | ||
| ἐκπληροῦν ὅλον τὸν ὀφθαλμόν . ἔριον δὲ μαλακὸν βρέξανταϲ εἰϲ ὠὸν ἀνακεκομμένον μετ ' οἴνου καὶ ῥοδίνου ἐπιτιθέναι καὶ ἐπιδεῖν |
| γαῖα γένοισθε . καὶ Ζήνων δὲ τὸ παρ ' Ἡσιόδῳ χάος ὕδωρ εἶναί φησιν , οὗ συνιζάνοντος ἰλὺν γίνεσθαι , | ||
| κακουργημάτων ἠλάθη , ἄγονται πρὸς Ἐρινύων ἐπ ' ἔρεβος καὶ χάος διὰ Ταρτάρου , ἔνθα χῶρος ἀσεβῶν καὶ Δαναΐδων ὑδρεῖαι |
| ἐφ ' ᾧ θυσιάζομεν . γαστήρ βʹ : ὅλον τὸ κύτος . καὶ τὰ ἔντερα . γενεή γʹ : γένος | ||
| ἄκρους κατὰ τὸν τοῦ περιναίου τόπον ἐρείδειν καὶ εἰς τὸ κύτος ἀπωσάμενον αὐτὸν τῆς μήτρας , εἶτα καθέντα τὴν χεῖρα |
| ἐπιστολῆς Λακωνικῆς : οὕτως ἐξοχὴ ἐπὶ ἐξοχῇ συντρέχει ἐπὶ τοῦ διιπετῆ τὸν Νεῖλον λέγεσθαι . ὁ μὲν γὰρ χειμάρρους ὑπερβέβληται | ||
| τε καὶ χρὴ Διὶ , καὶ Νεῖλον ἂν δοίην εἶναι διιπετῆ καὶ ἔργον ἐκείνου , ἐπεὶ καὶ πατέρα αὐτὸν ἀνδρῶν |
| ἔχειν , τὸν Ἠμαθίωνα καὶ τὸν Μέμνονα : ὃν ἀστέρων τέθριππος : τὸν Τιθωνὸν λέγει [ ἡ Ἡμέρα ἔχουσα ] | ||
| τεκνοποιὸν ἔχουσα τᾶσδε γᾶς πόσιν ἐν θαλάμοις , ὃν ἀστέρων τέθριππος ἔλαβε χρύσεος ὄχος ἀναρπάσας , ἐλπίδα γᾶι πατρίαι μεγάλαν |
| ἢ ἀπὸ μέρους στενοχωρουμένου τοῦ πόρου ἢ ὅλου τῇ σαρκὶ πληρουμένου . ὅταν οὖν ἀπὸ μέρους γένηται συσσάρκωσις , δυσουρεῖ | ||
| αἱ πλείους αὐτῶν , ἄχρι τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου μηνὸς πληρουμένου , ἐν δὲ τῷ τετάρτῳ ἄρχονται παύεσθαι , τὸ |
| ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας . ἀδύνατα δ ' ἔπος ἐκβαλεῖν κραταιὸν ἐν ἀγαθοῖς δόλιον ἀστόν : ὅμως μὰν σαίνων ποτὶ | ||
| βαστάζει ἐν τοῖς νώτοις ὑπείροχον καὶ μέγα βάρος , τὸν κραταιὸν οὐράνιόν τε κύκλον . βοᾷ δὲ καὶ στενάζει διὰ |
| γῇ κείμενον οὐ πάλαι ἀνέφηνεν ἡ τοῦ Ὀρόντου ποταμοῦ ὄχθη σχισθεῖσα , τουτὶ δὲ τὸ Σίγειον πρὸ πεντήκοντα οὔπω ἐτῶν | ||
| κατ ' αὐτὸν τὸν νωτιαῖον τὴν ῥίζαν , εὐθὺς δὲ σχισθεῖσα , τῷ μὲν ἑτέρῳ τῶν μορίων ὀπίσω φέρεται , |
| ' ἀσφοδελὸν λειμῶνα , γηθοσύνη , ὅ οἱ υἱὸν ἔφην ἀριδείκετον εἶναι . αἱ δ ' ἄλλαι ψυχαὶ νεκύων κατατεθνηώτων | ||
| ὅτε περ Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης , ἣ τέκε Περσῆα πάντων ἀριδείκετον ἀνδρῶν : οὐδ ' ὅτε Φοίνικος κούρης τηλεκλειτοῖο , |
| σχεδὸν μέν τι ἤδη ὁ Κρίτων . ” Ἠΐθεος . ἄφθαρτος πρὸς γυναῖκας . Ἥκιστα . οὐ πάνυ . Ἠλύγη | ||
| φησὶ γὰρ ἐν τοῖς Περὶ ψυχῆς ἀκροαματικοῖς ὅτι ἡ ψυχὴ ἄφθαρτος : εἰ γὰρ ἦν φθαρτή , ἔδει μάλιστα αὐτὴν |
| δὲ ζῴδιον τοῦτό ἐστι τροπικόν , ἀρρενικόν , βασιλικόν , προστάσσον , φωνῆεν , χερσαῖον , νυκτερινόν . καὶ καθόλου | ||
| μοῖραν , ἰσημερινόν , ἐαρινόν , τροπικόν , βασιλικόν , προστάσσον , φωνῆεν , χερσαῖον , νυκτερινόν . καὶ καθόλου |
| τὸν οὐρανὸν ἐξ ἀέρος συμπαγέντος ὑπὸ πυρὸς κρυσταλλοειδῶς , τὸ πυρῶδες καὶ τὸ ἀερῶδες ἐν ἑκατέρῳ τῶν ἡμισφαιρίων περιέχοντα . | ||
| ἀλεύροις θαυμαστῶς τὰς ὀδύνας οἶδε παρηγορεῖν καὶ τὸ ζέον καὶ πυρῶδες ἀποσβεννύειν τῆς ὀδύνης καὶ εἰς εὐκρασίαν φέρειν τὰ πεπονθότα |
| : Θήβη , ἥβη , στίβη : σημαίνει τὸν ὀρθρινὸν παγετόν : λώβη : τὸ δὲ λαβὴ ὀξύνεται , ἐπειδὴ | ||
| ὁ ἥλιος , καὶ τοῦτον τὸν λέοντα , ἤτοι τὸν παγετόν , νικήσας διέλυσε . . Κητὼ δ ' ὁπλότατον |
| ἕρπητα συνιστάμενον , ὑπὸ θατέρου δὲ τὸν ἕτερον , ὃν κεγχρίαν ἔνιοι τῶν μεθ ' Ἱπποκράτην τοὔνομα ἔθεντο , διότι | ||
| δὲ τὸν Ὀριβάϲιον φλέγματοϲ ἐπιμιξία μετὰ τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ τὸν κεγχρίαν ἕρπητα ποιεῖ . κενώϲωμεν οὖν τὸ ϲῶμα πᾶν διὰ |
| αὐτὸν ἕξει καὶ τὸ διάστημα , εἰ μὲν ἀδιεξίτητος καὶ ἀτελεύτητος καὶ μηδὲν ἔσχατον ἔχων , ὡς ἀδιεξίτητον καὶ τὸ | ||
| κόσμος , ἡνίκα οὐκ ἦν χρόνος : ἄναρχος γὰρ καὶ ἀτελεύτητος ἡ τούτου φύσις , ἐπεὶ καὶ αὐτὰ ταῦτα , |
| τὴν πόλιν οὐ δύναται ἐπανακάμψαι εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν . ἄφρον καὶ δίψυχε καὶ ταλαίπωρε ἄνθρωπε , οὐ νοεῖς , | ||
| φασὶ γὰρ τὸν κέπφον εὐτελέστατον καὶ λάλον : ὄρνεον γὰρ ἄφρον , ὅπερ φιλεῖ ἀφρὸν θαλάττιον ἐσθίειν : τοῦτο βουλόμενοι |
| ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἀποκλιμάτων νοείσθω . Ἀπὸ δὲ ὑψώματος εἰς ὕψωμα παράδοσις γινομένη ἀγαθοποιῶν ἐπόντων ἢ μαρτυρούντων δοξαστικὴ καὶ ἐπωφελής | ||
| , ὃ εἰς στῆθος καὶ πλευρὰς παραλαμβάνεται : καί ἐστιν ὕψωμα τοῦ Διὸς περὶ ιεʹ μοῖραν μάλιστα , οἶκος Σελήνης |
| καὶ ἤδη μὲν τὸν ἕνα καιρὸν ἐπεράτωσεν , ἐν ᾧ ἐδημιούργησε τὸ βρέφος . νῦν δὲ βούλεται σημειώσασθαι , ἐν | ||
| διὰ τί κάλλιστος ὁ κόσμος ; ὅτι ὁ θεὸς αὐτὸν ἐδημιούργησε . Γ ἐλάττων ὁ κόσμος , Β μέσος τὸ |
| εἰ τελέοιτο διάκρισις Ἀλκινόοιο . Ἠὼς δ ' ἀμβροσίοισιν ἀνερχομένη φαέεσσιν λῦε κελαινὴν νύκτα δι ' ἠέρος , αἱ δ | ||
| θυμῷ ναυσιόεις ὀλοοῖσιν ὑποτρύει καμάτοισι : πολλάκι δ ' ἐν φαέεσσιν ἄλην ἑτερειδέα λεύσσων ἄλλοτε δ ' ὑπναλέος ψύχει δέμας |
| μάρψας ἡνία θῆκεν ἐς ἰσχία καὶ μέσα νώτων καὶ σθένος εἱλίσσων πεφορημένος αὖτις ὀπίσσω κλινομένων μελέων ἐβιάζετο θυιάδας ἵππους καὶ | ||
| ' ἐσορῶσα : ὃ καὶ κρεῖττον . . κοινὸν φάος εἱλίσσων ] ὁ φωτίζων , συστρέφων , κινῶν . . |
| τότε , ἵνα τὸ τῆς εὐδαιμονίας τε καὶ φιλοσοφίας σωτήριον ἔναυσμα χαρίσηται τῇ θνητῇ φύσει , οὗ μεῖζον ἀγαθὸν οὔτε | ||
| κτίσεως ἢ περὶ φύσεως ἀνθρώπου , καὶ οὐδὲ τὸ τυχὸν ἔναυσμα ἄξιόν τι τῆς ἀληθείας ἐξεῖπον . δοκεῖ δὲ τὰ |
| , ὃ καὶ βλαστήσει ποτὲ καὶ κρατήσει καὶ τὸ ἔλαττον ἐκτρίψει καὶ πρὸς ἑαυτὸ μετασκευάσει καὶ ἀειθαλεῖς ἕξει τοὺς καρπούς | ||
| ἀλλὰ τῶν πολλῶν καλῶν τίς χάρις , εἰ κακόβουλος φροντὶς ἐκτρίψει τὸν εὐαίωνα πλοῦτον ; * * * τὰν γὰρ |
| ψηλαφᾷ . εὐρύτερον : πλατύτερον . κύτος : πλάτος , χώρημα , τὴν θέσιν . ἀμφιβαλέσθαι : εἰς τὸ , | ||
| οὖν ὁ χορὸς πλεονασμῷ τοῦ τ , χόρτος . τὸ χώρημα δύναται , καὶ ὁ χῶρος κατὰ συστολὴν , καὶ |
| κριός , καὶ πρὸς ἀκρίβειαν ἡ ἐννεακαιδεκάτη τούτου μοῖρα , ταπείνωμα δὲ τὸ διαμετροῦν ζῴδιον , σελήνης δὲ πάλιν ὕψωμα | ||
| : οἶκος Ἀφροδίτης , ὕψωμα Κρόνου περὶ μοίρας καʹ , ταπείνωμα Ἡλίου περὶ μοίρας ιθʹ , ἐναντίωμα Ἄρεως , τρίγωνον |
| παναρκεῖς . . παντοδύναμοι . . τέλειοι ] ἀνελλιπεῖς : ἀνελλιπὲς γὰρ τὸ θεῖον . . δορύπονον ] ποταπὴν αἰχμάλωτον | ||
| αὕτη ὁμοίως διέμεινε πολύυδρος . Παρὰ τὸ βέβαιον οὖν καὶ ἀνελλιπὲς , Βεβαία . : Φέρεται δὲ τοῦτο καὶ ἐν |
| ' εἰ μηδετέρως , οὐκ ἂν ἐνδέχοιτο εἶναι τὸν ἀριθμὸν χωριστόν . , Ἔτι δὲ τὸ διαφωνεῖν τοὺς τρόπους περὶ | ||
| τὰς μὲν αἰσθήσεις οὐκ ἄνευ σώματος , τὸν δὲ νοῦν χωριστόν . ἁψάμενος δὲ καὶ τῶν περὶ τοῦ ποιητικοῦ νοῦ |