πράττοντας εὐεργετεῖν καὶ βασιλικοῦ πλούτου τοῦτ ' ἀνάθημα καὶ κατασκεύασμα λαμπρότατον . μαθὼν δὲ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , Φαβρίκιε ,
ἀποστρόφων πατρὸς ἐνδόξου δείκνυσιν εὐθὺς τὸν γεννηθέντα καὶ τοῦτον μὲν λαμπρότατον τῆς τύχης καὶ τὸν βίον μέχρι θανάτου τοῦ δεινοῦ
7158194 ἑωσφορον
τῷ ἡλίῳ καὶ συμπεριφέρεσθαι αὐτῷ : καὶ τότε μὲν προανατέλλοντα ἑωσφόρον φαίνεσθαι , τότε δὲ ἐπικαταδυόμενον ἕσπερον καλεῖσθαι . Μητρόδωρος
. Πλάτων καὶ οἱ μαθηματικοὶ ἰσοδρόμους εἶναι τὸν ἥλιον τὸν ἑωσφόρον τὸν στίλβοντα . Μητρόδωρος ἅπαντας τοὺς ἀπλανεῖς ὑπὸ τοῦ
6910948 Μνευιν
, τὸ ἱερὸν ἔχουσα τοῦ Ἡλίου καὶ τὸν βοῦν τὸν Μνεῦιν ἐν σηκῷ τινι τρεφόμενον , ὃς παρ ' αὐτοῖς
τὸν Ἆπιν τὸν ἐν Μέμφει [ ποικίλον ] καὶ τὸν Μνεῦιν τὸν ἐν Ἡλιουπόλει καὶ τὰ περὶ τὸν τράγον τὸν
6875870 κηφηνα
κισσὸν ὑπὲρ τύμβου ζῶντα Μάχωνι φέροις . οὐ γὰρ ἔχεις κηφῆνα παλίμπλυτον , ἀλλ ' ἄρα τέχνης ἄξιον ἀρχαίης λείψανον
Ἀὴρ διὰ τῶν νεφέων διάπεμψον Ἀντικύραν , ἵνα τόνδε κόριν κηφῆνα ποιήσω . γρυμέα θυροκοπεῖν καὶ θυροκοπία νεκρόν περίδου πολιτοκοπεῖν
6863612 τροφεα
ἐπεὶ δὲ βληθεὶς ὁ Ἰνδὸς κατώλισθε , περιβαίνει μὲν τὸν τροφέα ὁ ἐλέφας κατὰ τοὺς ὑπερασπίζοντας ἐν τοῖς ὅπλοις ,
γεραιέ : ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἄττα προσφώνησίς ἐστι πρὸς τροφέα ἀμετάφραστος . . μή μοι σύγχει θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν
6766814 στιλβοντα
καὶ οἱ μαθηματικοὶ ἰσοδρόμους εἶναι τὸν ἥλιον τὸν ἑωσφόρον τὸν στίλβοντα . Μητρόδωρος ἅπαντας τοὺς ἀπλανεῖς ὑπὸ τοῦ ἡλίου προσλάμπεσθαι
δ ' ἦς ξανθοτέρα μὲν ἑλιχρύσοιο γενειάς , στήθεα δὲ στίλβοντα πολὺ πλέον ἢ τύ , Σελάνα , ὡς ἀπὸ
6703488 Ἐλεατην
Πλάτων δὲ γενητόν . Οἱ περὶ Μέλισσον καὶ Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην καὶ Παρμενίδην γένεσιν καὶ φθορὰν ἀνῃρήκασιν ἀκίνητον εἶναι τὸ
εἶδος διηγεῖσθαι . Διαλόγους τοίνυν φασὶ πρῶτον γράψαι Ζήνωνα τὸν Ἐλεάτην : Ἀριστοτέλης δὲ ἐν πρώτῳ Περὶ ποιητῶν Ἀλεξαμενὸν Στυρέα
6641289 ὀργιλον
βαθεῖ , πήραν ἐξημμένον καὶ τριβώνιον ἀμπεχό - μενον , ὀργίλον , ἄμουσον , τραχύφωνον , λοίδορον , μηνύειν ἐπὶ
, περὶ ἀναιδείας καὶ βδελυρίας : ὁπότε δὲ ἀγνώμονα καὶ ὀργίλον , ἀγνωμοσύνης καὶ ὀργῆς ἀποτρέπειν . καὶ ἐπὶ τῶν
6609645 χαμαιλεοντα
, τὸν αὐτὸν εὐδαίμονα καὶ πάλιν ἄθλιον ἐροῦμεν πολλάκις , χαμαιλέοντά τινα τὸν εὐδαίμονα ἀποφαίνοντες καὶ σαθρῶς ἱδρυμένον . λέγομεν
, τὸν αὐτὸν εὐδαίμονα καὶ πάλιν ἄθλιον ἐροῦμεν πολλάκις , χαμαιλέοντά τινα τὸν εὐδαίμονα ἀποφαίνοντες καὶ σαθρῶς ἱδρυμένον . λέγομεν
6605381 Κνιδιον
, ὡς μόγις ἀνασχεῖν ἐκεῖθεν . καὶ μὴν καὶ τὸν Κνίδιόν φασιν Εὔδοξον , ἐς Αἴγυπτόν ποτε ἀφικόμενον ὑπὲρ χρημάτων
ἑτοίμως , ὑπακούων δὲ οὐδὲ μόλις . Τὸν οἶνον τὸν Κνίδιόν φασιν οὕτω πολὺν ἔχειν ὑμᾶς , ὥστε καὶ ἐπ
6605204 ἀδαμαντα
τὴν γλαυκὸν λίθον τοῦ βηρύλλου ἢ τὸν τιμιώτατον καὶ διαυγῆ ἀδάμαντα ἰχνεύουσιν , ἢ τὴν χλωρῶς διαυγάζουσιν ἴασπιν , ἢ
τὴν γλαυκὴν λίθον τοῦ βηρύλλου ἢ τὸν τιμιώτατον καὶ διαυγῆ ἀδάμαντα ἰχνεύουσιν ἢ τὴν χλωρῶς διαυγάζουσαν ἴασπιν ἢ τὸν γλαυκιόωντα
6595948 φορουντα
, ἔτι δὲ φῄς με καὶ χριστιανὸν ὡς κακὸν τοὔνομα φοροῦντα , ἐγὼ μὲν οὖν ὁμολογῶ εἶναι χριστιανός , καὶ
εὑρόντα ἔχειν ὑπόληψιν ὡς τὸν κόσμον ὅλον ἐπὶ τῶν ὤμων φοροῦντα . παραπλησίως δὲ καὶ τοῦ Ἡρακλέους ἐξενέγκαντος εἰς τοὺς
6574966 κυτταρον
. . . μυχαίτατον . Θεόφραστος . . . ὥσπερ κύτταρον . , , ; ) ἀλλὰ γὰρ κηφῆνες :
; ” ὡς ἐν οὐρανῷ αὐτῶν οἰκούντων . τινές φασι κύτταρον τὸ ὑψηλότατον τοῦ οὐρανοῦ . λέγουσι γὰρ κοῖλον εἶναι
6572663 γωνοειδη
δὲ καὶ ἄκολλα διὰ τὸ μηδὲν ἔχειν σκαληνὲς , ἀλλὰ γωνοειδῆ τε εἶναι καὶ πολυκαμπῆ . Ταῦτα μὲν εἰ κωλύει
καὶ λεπτὸν καὶ γωνοειδῆ καὶ καμπύλον . ἁλμυρὸν δὲ τὸν γωνοειδῆ καὶ εὐμεγέθη καὶ σκολιὸν καὶ ἰσοσκελῆ . πικρὸν δὲ
6546479 ταμιαν
ἐν τῶι ἀέρι ὁμοίαν τῶι σώματι . τὸν δὲ Ἑρμῆν ταμίαν εἶναι τῶν ψυχῶν καὶ διὰ τοῦτο Πομπέα λέγεσθαι καὶ
καὶ ῥητῶν καὶ ἀπορρήτων καὶ ἅμα στρατηγὸν καὶ δεσπότην καὶ ταμίαν , καὶ πανταχοῦ αὐτὸν παρεῖναι τῷ στρατεύματι , πρὸς
6541696 κομητην
τερπνοῖς πόνοις . αἱ μὲν γὰρ αὐτῶν θύρσον ἐκλελοιπότα κισσῶι κομήτην αὖθις ἐξανέστεφον , αἱ δ ' ἐκλιποῦσαι ποικίλ '
τινας τῶν πολιτευομένων βούλεται . κᾆτ ' ἢν μὲν ἴδωσι κομήτην : Κλεῖτον λέγει , ὃς ἦν ἐπὶ κόμῃ σκωπτόμενος
6539717 Προκυνα
ζώνη τόν τε Πρόκυνα καὶ τὸν Κύνα , τὸν μὲν Πρόκυνα χωρίζουσα πρὸς ἀνατολὰς ὅλον οὐκ ὀλίγῳ ἐκτὸς τοῦ γάλακτος
τῷ Τοξότῃ φασὶν ἀντικαταδύνειν τήν τε Ἀργὼ ὅλην καὶ τὸν Πρόκυνα , συνανατέλλειν δὲ τόν τε Ὄρνιθα , καὶ τὸν
6512634 ἀρχιτεκτονα
Περὶ γεωργίας συγγεγραφώς , τέταρτος ἐπιγραμματοποιός . ἔνιοι καὶ πέμπτον ἀρχιτέκτονά φασιν , οὗ φέρεται βιβλίον Περὶ μηχανῆς , ἀρχὴν
ἡμῖν , ἀπέσταλκά σοι Τυρίων καὶ Φοινίκων ὀκτακισμυρίους , καὶ ἀρχιτέκτονά σοι ἀπέσταλκα ἄνθρωπον Τύριον , ἐκ μητρὸς Ἰουδαίας ἐκ
6506486 ἐλλειποντ
Καδμείων πόλει . ὑμᾶς δὲ χρὴ νῦν , καὶ τὸν ἐλλείποντ ' ἔτι ἥβης ἀκμαίας καὶ τὸν ἔξηβον χρόνῳ ,
. Ξ χρὴ ] πρέπει . μερισμός . Ξ τὸν ἐλλείποντ ' ] καὶ τὸν νέον καὶ τὸν αὔξοντα τὴν
6483295 φαλλον
] πλακουντώδους πέμματος , ἐν ᾧ τὸ ἔτνος . τὸν φαλλὸν λέγει . οἰκετῶν ] οἰκείων . ὅπως ] σκόπει
αἰδοίου . καὶ τοῦτο δὲ παίζει κωμικῶς , λέγων τὸν φαλλὸν ὀρθὸν κατέχειν ὄπισθεν τῆς παρθένου . Γ σφῶιν ]
6463907 μεγασθενη
. ὁ μέλλων καὶ . . . τιτρώσκω ) . μεγασθενῆ ] ἰσχυρόν . τριαίνης ] κάμακος , τοῦ ζωτικοῦ
Ζῆνα τύραννον εἰς χορὸν πρῶτα μέγαν κικλήσκω : τόν τε μεγασθενῆ τριαίνης ταμίαν , γῆς τε καὶ ἁλμυρᾶς θαλάσσης ἄγριον
6462052 Τιτανα
φησὶ , πρὸ σοῦ ἢ πρὸ τῶν ἄλλων θεῶν τὸν Τιτᾶνα Ἄτλαντα εἶδον δαμασθέντα ἐν πόνοις , ἐν λύμαις καὶ
ἐλέγοντο πάντες ὅσοι ἐξ Οὐρανοῦ καὶ Γῆς ἐγεννήθησαν . : Τιτᾶνα ] Τὸν καταχθόνιον δαίμονα πρὸς τὸν Τυφῶνα . :
6461847 κροκοδειλον
, σὺ δ ' Ὄλυμπον ἔχε . „ εἰς ὑμᾶς κροκόδειλον ἀποφθίμενον διαλύει , σκορπίοι , ἡ πάντα ζωοθετοῦσα φύσις
ἀπειλὰς ἔφυγεν εἰς τὴν ἀκρώρειαν Βορέου Κοίτης : καὶ εἰς κροκόδειλον μεταμορφωθεὶς [ ἔλαθεν : ὁ δὲ Προμηθεὺς ] ἕνα
6461842 Ὀπουντιον
πλάσασθαι αὐτὸν τὸ ἐπὶ Πατρόκλου προειρημένον ἐπαινεῖν βουλόμενος τὸν Ἐφάρμοστον Ὀπούντιον ὄντα Πατρόκλου πολίτην . εὑρεσιεπής : καινολόγος . ἀναγεῖσθαι
ἐν τοῖς φαύλοις : οἷόν τι καὶ περὶ τοῦτον τὸν Ὀπούντιον ἀκούω γεγονέναι χαρίεντα καὶ κομψὸν νεανίσκον ἀποβαλόντα , ἡμέτερον
6445917 βιοθρεμμονα
ἐπισπώμενος ἐργάζεται τὰς νεφέλας . Αἰθέρα ] ἀέρα . ⌈ βιοθρέμμονα πάντων / [ βιοθρέμμον ' ἁπάντων ] ] τὸν
αἰθὴρ διακαὴς ὢν ἀνέφελός ἐστιν . καὶ ἐκ τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ .
6444352 περιπεπλεγμενον
Ἀθηναῖοι . φέρουσι δὲ οἱ παῖδες τότε θάλος ἐλαίας ἐρίοις περιπεπλεγμένον , ὅπερ εἰρεσιώνην ἐκάλουν . οἱ δέ φασιν ὅτι
τοῖς . διδασκάλοις χορδὴν ἐξ ἐμοῦ , ἤγουν λόγον τινὰ περιπεπλεγμένον ταῖς πανουργίαις , ἵνα αὐτὸν δοκιμάσωσιν . ⌈ οἱ
6389722 Ἀκραγαντινον
ἀέρα τέως ὑγρὸν ὄντα , καθάπερ ποιῆσαί φασιν Ἄκρωνα τὸν Ἀκραγαντῖνον . Οἱ μὲν πλείους τῶν πυρετοῖς ἁλισκομένων τῆς τοῦ
ἐπιγράψομεν ἐλεγεῖον ; ἢ τοῦτο ; ἄκρον ἰατρὸν Ἄκρων ' Ἀκραγαντῖνον πατρὸς Ἄκρου κρύπτει κρημνὸς ἄκρος πατρίδος ἀκροτάτης . “
6360229 τροχον
ταῖς χοινικίσιν ἐμβαλ - λόμενα ἢ πασσαλίσκοι κωλύοντες ἐξιέναι τὸν τροχόν . ἐπίσωτρα λέγονται οἱ ἐπικείμενοι κύκλοι τοῖς τροχοῖς ,
“ συμβουλεύει γὰρ καλῶς : τὰς βασάνους παράστησον . φερέτω τροχόν : ἰδοὺ χεῖρες , τεινέτω . φερέτω καὶ μάστιγας
6343551 ἱερακα
, ἐάν τις ἐκτυφλώσῃ , πάλιν βλέπειν . Τὸν δὲ ἱέρακα τρία μὲν τίκτειν ᾠά , δύο δ ' ἐκλέπειν
τὸ ἐναντίον ποιήσει ἀγόνους . Γλύψον οὖν ἐν τῷ λίθῳ ἱέρακα καὶ ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ τὸν ἰχθύν . ὑποκατάκλεισον
6337751 δισκον
ἀποτομὰς καὶ ζώνας , κατὰ δέ τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς γῆς οὐκ οἰκουμένης ὑφ '
εἰργάσατο : ἐγὼ μὲν ἀνέρριψα , ὥσπερ εἰώθειμεν , τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου
6336040 γαμοστολον
κυριεύσῃ τοῦ κλήρου , ταύτῃ δὲ συμπαρῇ ὁ Ἥλιος τὸν γαμοστόλον καὶ πατρικὸν κλῆρον κεκληρωμένος Κρόνου μαρτυροῦντος , πατράσι συνελεύσεται
λύχνον ἀκούω , λύχνον ἀπαγγέλλοντα διακτορίην Ἀφροδίτης , Ἡροῦς νυκτιγάμοιο γαμοστόλον ἀγγελιώτην , λύχνον , Ἔρωτος ἄγαλμα : τὸν ὤφελεν
6331487 Κυπριον
' ἐν ἡμέραις δέκα εἶναι δοκεῖν Ζήνωνος ἐγκρατέστερον . κυβίων Κύπριον ὧν τοῖς θεοῖς ἄνθρωπος εὔχεται τυχεῖν τῆς εὐθανασίας κρεῖττον
χαλκῇ τετιμηκέναι τὸν Κυναίγειρον . Καὶ μὴν καὶ Ῥουφῖνον τὸν Κύπριον ἰδὼν ἐπὶ πολὺ τοῖς περιπάτοις ἐνδιατρίβοντα , Οὐδέν ἐστιν
6313909 κισσον
μάλιστ ' ἀηδὼν χλωραῖς ὑπὸ βάσσαις , τὸν οἰνῶπα νέμουσα κισσὸν καὶ τὰν ἄβατον θεοῦ φυλλάδα μυριόκαρπον ἀνήλιον ἀνήνεμόν τε
κιμωλίαν τὸ ἴσον μετὰ χυλοῦ ἀγριοσύκης χρῖε . ἄλλο . κισσὸν καὶ καλαμίνθην καὶ ἅλας συνεψήσας ὕδατι καλῶς νίπτε τοὺς
6307674 Ἑσπερον
ἀχέων ξύσαντες ἀνάγκην πευκεδανοῦ βιότοιο παραπλώωσι κελεύθους . Καὶ βρέφος Ἕσπερον εἶδον , ὃς ἄγγελός ἐστιν ὁμίχλης ἠελίου δύνοντος ἐπὶ
γραφέντας ἀνατεθῆναι Πυθαγόραι . δοκεῖ πρῶτος πεφωρακέναι τὸν αὐτὸν εἶναι Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον [ § ] . . . ,
6306160 ᾀδοντα
χρεία διδάσκει , κἂν ἄμουσος ᾖ , σοφὸν Καρχηδόνιον . ᾄδοντα λιτυέρσην ἀπ ' ἀρίστου τέως τὸ καλῶς ἔχον που
' Αἴσωπος ὁ Σαρδιηνὸς εἶπεν : ὅντιν ' οἱ Δελφοὶ ᾄδοντα μῦθον οὐ καλῶς ἐδέξαντο ” ἀντὶ τοῦ λέγοντα :
6300099 ἑρμηνεα
βουλόμενος εἰδέναι τί πραχθήσεται , καὶ ἐν ἐπηκόῳ εἱστήκει ἔχων ἑρμηνέα : ξυνίει δὲ καὶ αὐτὸς ἑλληνιστὶ τὰ πλεῖστα .
λαβόμενος τῆς τοῦ Ἀπολλωνίου χειρός , καὶ κελεύσας ἀπελθεῖν τὸν ἑρμηνέα ” ἆρ ' ἂν „ ἔφη „ ποιήσαιό με
6286284 ἱσταντα
ἐπήγαγεν : εἶτα τὸν τοῦτο τὸ μηχάνημα ἐπὶ τὴν πόλιν ἱστάντα . Τοῦτο μὲν οὖν τὸ σχῆμα τῆς ὀνομασίας βαρύτερόν
καὶ μάχης ἄπαυστον κάμνουσιν ἀνθρώποις καὶ ἀπειρηκόσιν : οὐδέ γε ἱστάντα ἐπὶ πλάστιγγος ἀνθρώπων ἡμιθέων κῆρας ἢ στρατοπέδων ὅλων ,
6275396 φαεθοντα
τοὺς ἀπλανεῖς πρῶτον λέγει φαίνεσθαι τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεως
ἀπλανῶν θέσιν πρῶτον φαίνοντα λεγόμενον τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεος
6273091 ἀνδροφοντην
καὶ Λυκωπέα . τὸν ἀνδροφόντην ] αὗται αἱ ὕβρεις . ἀνδροφόντην ] ἐπεὶ τοὺς Μελαίνης ἀπέκτεινε παῖδας Ἀλκίθοον καὶ Λυκάνορα
, τὸν ἀνδροφόντην λέγων , τὸν τῆς πόλεως ταράκτορα . ἀνδροφόντην δὲ τοῦτον ἐκάλεσεν , ἐπειδὴ τοὺς Μελαίνης ἀπέκτεινε παῖδας
6266183 διπηχυν
ἀμπέλου πολλάκις δυεῖν ἀνδρῶν ὀργυιαῖς περιληπτόν , τὸν δὲ βότρυν δίπηχυν . παραπλησίαν δὲ λέγουσι καὶ τὴν Ἀρίαν , εὐοινίᾳ
γραφῇ καὶ ἔργῳ , μέγαθος ὅσον τε πάντῃ πηχυαῖον ἢ δίπηχυν , δεικνὺς δὲ ἑκάστῳ τῶν συμποτέων λέγει : Ἐς
6265144 λατον
τ ' εὔοψον σφόδρα χωρίον ἐστὶ Κάρυστος . τὸν δὲ λάτον τὸν κλεινὸν ἐν Ἰταλίῃ πολυδένδρῳ ὁ Σκυλλαῖος ἔχει πορθμός
τοὺς λάβρακας ἐντερεύων . λάτος . Ἀρχέστρατος : τὸν δὲ λάτον τὸν κλεινὸν ἐν Ἰταλῇ πολυδένδρῳ ὁ Κυλλαῖος ἔχει πορθμός
6249776 ἀκαταβλητον
⌈ μοι [ μου ] καὶ τὰ ἑξῆς . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν ἄδικον . διανοεῖ ] διανοῇ . τί
: ταῦτα λέγει ὡς συκοφαντούμενος ὑπ ' αὐτοῦ . τὸν ἀκατάβλητον ] τὸν ἀήττητον , τὸν μηδενὶ καταβαλλόμενον : ἤγουν
6249205 Φαωνα
ἅπαντας , παρ ' ὧν πράττεσθαι μισθὸν ἀμουσίας . τὸν Φάωνα δὲ ἔφη αὐλεῖν οὐχ ἁρμονίαν , ἀλλὰ τὸν Κάδμον
ἐν τῷ καπήλῳ νοῦς ἐνεῖναί μοι δοκεῖ . εἰ γὰρ Φάωνα δεῖσθ ' ἰδεῖν , προτέλεια δεῖ ὑμᾶς ποιῆσαι πολλὰ
6243293 Κοσμον
Φυσικῶς δὲ τοὺς μύθους ἔστι θεωρεῖν ὅταν τὰς περὶ τὸν Κόσμον ἐνεργείας λέγῃ τις τῶν Θεῶν : ὥσπερ ἤδη τινὲς
γινομένῳ , ἀσωμάτων δὲ τῶν Θεῶν ὄντων ἐχρῆν καὶ τὸν Κόσμον ἀσώματον εἶναι . Εἰ δὲ τοὺς Θεοὺς σώματα λέγοι
6225392 Τριτωνα
τεκόντα ς ' , ὦ Κύκλωψ , μὰ τὸν μέγαν Τρίτωνα καὶ τὸν Νηρέα , μὰ τὴν Καλυψὼ τάς τε
. τοῦτον Ἀπολλώνιος ποτὲ μὲν Εὐρύπυλον προσαγορεύει , ποτὲ δὲ Τρίτωνα . Ἀκέσανδρος δέ φησιν ἀδελφὸν εἶναι τὸν Εὐρύπυλον Τρίτωνος
6217258 ἀποδημουντα
σύζυγον . Τῆλε : μακράν . ἰόντα : πορευόμενον , ἀποδημοῦντα . Οἱ : ἐννοουμένῃ . ἀλύει : ἀδημονεῖ .
λοιπὸν χρῆσθαι εἰς πορίαν ] . Ἔδοξέ τις ἀδελφὸν ἔχων ἀποδημοῦντα ἐπιστείλαντα ἑκάστοτε ὡς ἐλευσόμενον τυφλὸν γενόμενον αὐτοῦ τὸν ἀδελφὸν
6214254 κολοιον
ὄντες . τελευταῖον δ ' οὖν γυμνωθέντες κατὰ τὸν Αἰσώπου κολοιὸν μόνοι πρὸς ἅπαντας ἐμάχοντο . Τοῦτο μέντοι τὸ τοὺς
ἄλλου του γενναίου ἀνδρὸς εἶναι τὸ βιβλίον καὶ σὲ τὸν κολοιὸν ἀλλοτρίοις πτεροῖς ἀγάλλεσθαι : ἢ εἴπερ σόν ἐστιν ,
6209223 Ὑην
τὴν ἄμπελον . . . . : καὶ τὸν Διόνυσον Ὕην , ὡς κύριον τῆς ὑγρᾶς φύσεως , οὐχ ἕτερον
τάχας τετραχίζειν τίζειν τικτικόν τραγῳδεῖν τράπεζαν τρίκλυστος τροχίμαλλον τύρβη τὸν Ὕην ὕλην ὑπογεγραμμένη ὑπόξυλος φαυλουργούς φαύστιγγες Φλεήσιον φνεί φορτηγούς φρυγανίστριαν
6201546 παγουρον
Ἠιὼν Στρυμόνος Βισαλτία , Ἀψυνθίων ἄγχουρος ἠδὲ Βιστόνων , κουροτρόφον πάγουρον Ἠδωνῶν πέλας κρύψει , πρὶν ἢ Τυμφρηστὸν αὐγάσαι λέπας
, ὅτι παῖδα ὄντα τὸν Ἀχιλέα ἀνέτρεφε κουροτρόφον δὲ εἶπε πάγουρον πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ πινοτρόφου παγούρου . ἔστι δὲ πάγουρος
6200923 τοξοτην
ζυγὸν δ ' Ἀφροδίτης , σκορπίον δ ' Ἄρεος , τοξότην Διός , αἰγόκερων Κρόνου : ἀπὸ δ ' αἰγόκερω
δὲ λέγουσιν εἶναι ζῴδια διδύμους τε καὶ τὸν διαμετροῦντα τούτους τοξότην , παρθένον τε καὶ ἰχθύας , οὐ δίσωμα δὲ
6198469 ἀγαναις
ὅτι πρέπον ἐστὶ τίνεσθαι τοὺς ἐποιχομένους τὸν εὐεργέτην ἐν ἀμοιβαῖς ἀγαναῖς . Τὸ εὐμενέσι λέγει , ἐπειδὴ φονεύσας τὸν πενθερὸν
πρὸς τὸ τὸν εὐεργέτην συνάπτεται . τὸ γὰρ τὸν εὐεργέτην ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἐποιχομένους τίνεσθαι , ἑρμηνεία ἐστὶ τοῦ ταῦτα .
6194252 λευκοτατον
εἰσι , λευκοτέρη τῆς ἄλλης ἐστίν : ἐκεῖ γὰρ τὸ λευκότατον ὑγρόν ἐστιν . Ἔχει δὲ καὶ τόδε ὧδε :
καὶ τακέντων , διηθήσας λείου ἐν θυείᾳ ἐπιμελῶς , ὡς λευκότατον γενέσθαι , καὶ χρῶ . Ἄκοπον τὸ δεκάμοιρον .
6190687 οἰνοχοον
. , . . . ὁ δ ' ἄρ ' οἰνοχόον βάλε χεῖρα . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι
αὐτὸς εἱστιᾶτο ὑπὸ ἐκείνου . Κύαθον δ ' οὖν παῖδα οἰνοχόον Οἰνέως οὐκ ἀρεσθεὶς τῷ δοθέντι πώματι παίει τῶν δακτύλων
6173269 ἀμφιζευκτον
λεὼς σμῆνος ὣς ἐκλέλοιπεν μελισσᾶν σὺν ὀρχάμῳ στρατοῦ , τὸν ἀμφίζευκτον ἐξαμείψας ἀμφοτέρας ἅλιον πρῶνα κοινὸν αἴας . λέκτρα δ
. μελισσᾶν ] ων . ὀρχάμῳ ] ἡγεμόνι . τὸν ἀμφίζευκτον ] τὸν ἀμφοτέρωθεν ἐζευγμένον διὰ τῶν πλοίων . ἐξαμείψας
6163700 αὐλητικον
καὶ μέρη τῆς ἐπιστήμης , τό τε ναυστὸν καὶ τὸ αὐλητικὸν , καὶ τὸ κιθαρικὸν καὶ ἡ τετρακτὺς τῶν στοχῶν
* ἐκπέμπουσαι συριγμόν , ἐξ ὧνπερ Ἀθηνᾶ κατὰ Πίνδαρον τὸν αὐλητικὸν καλούμενον πολυκέφαλον εὗρε νόμον . Περσεὺς δὲ τότε τῇ
6163121 γλαφυρωτερον
ὀνομάτων κόσμον οὔτε συνθέσεως , ἀλλ ' αἳ μὲν τὸν γλαφυρώτερον αἳ δὲ τὸν αὐστηρότερον , καὶ τῇ τούτων ἀκολουθήσας
τῶν ὅλων . τὰ μὲν μέλλοντα λέγεσθαι ἤδη εἴρηται , γλαφυρώτερον δὲ αὐτὰ διδάσκει . ἰστέον γὰρ ὅτι φησὶν ὡς
6161588 ὀϲχεον
τῆϲ ἥβηϲ εὐθυτενῆ τὴν διαίρεϲιν παρέχοντεϲ παράλληλον τῇ διχοτομούϲῃ τὸν ὄϲχεον γραμμῇ διαιροῦντεϲ τέωϲ τὸν ἐλυτροειδῆ . ἐν ἐπιγενητῷ δὲ
δὲ τοῦτον τὸν τρόπον : ψιλώϲαντεϲ τὴν ἥβην καὶ τὸν ὄϲχεον , εἰ μὴ παῖϲ ᾖ , κατακλίνομεν αὐτὸν ὕπτιον
6159884 γαλαξιαν
δῆμον δ ' ὀνείρων , ὥς φησιν ἐκεῖνος , τὸν γαλαξίαν . Καὶ γὰρ τὸν Πυθαγόραν δι ' ἀπορρήτων Ἅιδην
. . . . . . Ὁ δὲ μόνον τὸν γαλαξίαν ἐκ τῶν ψυχῶν συμπληροῖ τῶν ἐντεῦθεν εἰς οὐρανὸν ἀναβεβηκυιῶν
6158271 προγαστορα
, ἕνα μέν τινα βραχύν , πρεσβύτην , ὑπόπαχυν , προγάστορα , ῥινόσιμον , ὦτα μεγάλα ὄρθια ἔχοντα , ὑπότρομον
πάντων ἄθροισμα , τὸ φαλακρὸν τὸ φιλόσοφον τὸ σιμὸν τὸ προγάστορα εἶναι καὶ ἐν τῷδε γενέσθαι τῷ χρόνῳ , μόνῳ
6157810 ἀρβυλοπτερον
ἀντὶ δὲ Ἀνδρομέδας ὑπεχώρησε λαβὼν τὸν Περσέα τὸν ἡπατουργὸν τὸν ἀρβυλόπτερον . καὶ μέχρι τοῦδε καλῶς πᾶς ὁ λόγος ἔχειν
τὸν χρυσόπατρον μόρφνον ἁρπάσας γνάθοις , τὸν ἡπατουργὸν ἄρσεν ' ἀρβυλόπτερον . πεφήσεται δὲ τοῦ θεριστῆρος ξυρῷ , φάλαινα δυσμίσητος
6155230 εἱλικρινεστατον
ἐμφέρεται τηλαυγεστάτῳ φωτί , μᾶλλον δ ' αὐτὸ φῶς ἐστιν εἱλικρινέστατον καὶ καθαρώτατον . εἰ γοῦν βουληθείη διακύπτειν εἴσω τις
ποτὲ χρὴ καλεῖν τουτὶ τὸ σύνθετον ζῷον , ἀλλὰ νοῦν εἱλικρινέστατον καὶ καθαρώτατον , ὃς ἐν μὲν τῇ πόλει τοῦ
6147549 Μαλιακον
ὠνόμασεν , δύο δὲ Παρμενίσκος Ἄλους ἱστορεῖ , τὸν μὲν Μαλιακὸν ὑπὸ Ἀχιλλεῖ , τὸν δὲ ὑπὸ Πρωτεσιλάῳ , λέγεται
ἐς τὸ στράτευμα ἀναχωροῦσι , Βρέννος δὲ τοῖς περὶ τὸν Μαλιακὸν κόλπον οἰκοῦσι ζευγνύναι τὸν Σπερχειὸν ἐπέτασσεν : οἱ δὲ
6137114 Λεοντινον
ἐν Θετταλίᾳ μικραὶ καὶ μείζους πόλεις ἐς Γοργίαν ὁρῶσαι τὸν Λεοντῖνον , μετέβαλον δ ' ἂν καὶ ἐς τὸ κριτιάζειν
, ὀλίγωι νεώτερος αὐτοῦ . . , . καὶ τὸν Λεοντῖνον Γοργίαν ἰδεῖν ἔστιν : ἀναθεῖναι δὲ τὴν εἰκόνα ἐς
6128159 γοητα
καὶ ἐπὶ ζῴων τὴν φάτταν περιστεράν : ἐπιτηδευμάτων δὲ τὸν γόητα τελεστήν . Τὰ δὲ πολὺ διαφέροντα κατάδηλά ἐστιν .
ἔφη „ πῶς δήσεις ; εἰ δὲ δήσεις , πῶς γόητα εἶναι φήσεις ; ” ” καὶ ἀνήσω γε οὐ
6124689 Ἰταλιωτην
τὸν Σκύθην Ἀνάχαρσιν καὶ τὸν Θρᾷκα Ζάμολξιν καὶ Νομᾶν τὸν Ἰταλιώτην , καὶ μὴν καὶ Λυκοῦργον τὸν Λακεδαιμόνιον καὶ Φωκίωνα
τὴν πολιτικὴν ἀρετὴν ἐκράτυνε , τὼ λόγω Ἕλληνά τε καὶ Ἰταλιώτην ὥσπερ τινὰς οἶμαι δορυφόρους πρὸς τὴν τοιαύτην ἕξιν ὑπηρέτας
6122826 σταζοντα
τὸν κόφινον τῶν σύκων τῷ γέροντι , καὶ εἶδεν αὐτὰ στάζοντα γάλα . Ἰδὼν δὲ αὐτὰ ὁ γηραιὸς ἄνθρωπος ,
αὐθέντης γὰρ λέγεται ὁ φονευτής . προστρόπαιον ] ἱκέτην . στάζοντα ] ἐμφαντικῶς διὰ τούτου τὸν νεωστὶ ηὐθεντηκότα παρίστησιν .
6116189 Κτησιαν
ὀρῶν ἐρυθραινομένων ἐκ τῆς ἀποκαύσεως : ἀμφοτέρως γὰρ εἰκάζειν : Κτησίαν δὲ τὸν Κνίδιον πηγὴν ἱστορεῖν ἐκδιδοῦσαν εἰς τὴν θάλατταν
, διότι γίγνεται τὸ ποτὸν εὔκρατον . Περὶ δὲ λιμνῶν Κτησίαν μὲν ἱστορεῖν λέγει , τῶν ἐν Ἰνδοῖς λιμνῶν τὴν
6112201 Παρες
ὁ διδάσκαλος . Ἅμα δ ' ἠπίαλος πυρετοῦ πρόδρομος . Πάρες , ὤ , κατέτριβεν ἱμάτια κἄπειτά πως Φῷδας τοσαύτας
κεῖσθαι . τοσούτῳ κρείττων ἦν τεθνεὼς Περικλῆς ἐκείνου ζῶντος . Πάρες οὖν τοῖς συκοφάνταις ταῦτα , αὐτὸς δὲ πάλιν σαυτοῦ
6104420 διιπετη
ἐπιστολῆς Λακωνικῆς : οὕτως ἐξοχὴ ἐπὶ ἐξοχῇ συντρέχει ἐπὶ τοῦ διιπετῆ τὸν Νεῖλον λέγεσθαι . ὁ μὲν γὰρ χειμάρρους ὑπερβέβληται
τε καὶ χρὴ Διὶ , καὶ Νεῖλον ἂν δοίην εἶναι διιπετῆ καὶ ἔργον ἐκείνου , ἐπεὶ καὶ πατέρα αὐτὸν ἀνδρῶν
6102421 φαλακρον
καὶ ὡς πανούργους δὲ τούτους κωμῳδεῖ καὶ τὸν Γέρητα τὸν φαλακρὸν καὶ τὸν Θεόδωρον ὄντα ἐκ τοῦ δήμου τῶν Διομείων
Μέγα κάθαρμα ὁ κουρεύς : πλανηθεὶς γὰρ ἀντὶ ἐμοῦ τὸν φαλακρὸν διύπνισεν . Σχολαστικῷ ἐκ δούλης τεκνώσαντι ὁ πατὴρ συνεβούλευε
6102189 πολυπλοκοις
λεγομένων στρουθοκαμήλων ὁλοσχερῶς ἐμφόρησον αὐτόν τόν ] τοῦτον πολυπλέκτοισι ] πολυπλόκοις πιέξας ] Δωρικῶς πιέξας ] πιέσας , δεσμώσας νέκταρι
δράκοντά θ ' , ὃς πάγχρυσον ἀμπέχων δέρος σπείραις ἔσωιζε πολυπλόκοις ἄυπνος ὤν , κτείνας ' ἀνέσχον σοι φάος σωτήριον
6098539 θεοφρονα
ὁ Ἴαμος : ἢ ὅτι θεῶν βουλαῖς ἐγένετο . τίκτε θεόφρονα κοῦρον : τὸν Ἴαμον , ὅτι μάντις τὴν τέχνην
τῆς βαθείας , ἢ παρὰ τὴν τῶν ἴων χροιάν . θεόφρονα κοῦρον : ἢ θεῖα φρονοῦντα , καθὸ μάντις ὁ
6094562 ἀετον
τοιούτων ἔφοροι : λέγει δὲ τὸν Ἀπόλλω . αἰετὸν ] ἀετὸν . ἐσχάραν ] † ἐν ᾗ τὰ ἱερεῖα τιθέασιν
καὶ ἄρκτου μεταξύ , γεννᾶται δ ' ἐν Αἰθιοπίᾳ : ἀετὸν δὲ Θηβαῖοι , λέοντα δὲ Λεοντοπολῖται , αἶγα δὲ
6094181 Ἀτλαντα
ὀνομάσαι καὶ τὸ μέγιστον τῶν κατὰ τὴν χώραν ὀρῶν ὁμοίως Ἄτλαντα προσαγορεῦσαι . φασὶ δ ' αὐτὸν τὰ περὶ τὴν
, Πήγασον , Λαιστρυγόνας , Κέρβερον , Γλαῦκον θαλάττιον , Ἄτλαντα , Πρωτέα , Νηρέα , Νηρεΐδας , τοὺς παῖδας
6089671 ξυοντα
: καὶ γὰρ εἰώθασι στεφανοῦν σελίνοις τὰ μνήματα . Τὸν ξύοντα ἀντιξύειν : ἐπὶ τῶν βλαπτόντων ἢ ὠφελούντων τινάς .
οἴεσθαι χρὴ τοὺς λόγους εἶναι καὶ οὐκ ἐμούς . τὸν ξύοντα δ ' ἀντιξύειν καὶ τοῖς ὄνοις ἡ παροιμία δή
6085492 δωριον
εἶναι . ὁ δὲ ὡς τόπος φωνῆς , ὅταν λέγωμεν δώριον ἢ φρύγιον ἢ λύδιον ἢ τῶν ἄλλων τινά .
. ἁπλῶς γὰρ τοὺς τρεῖς τοὺς ἀρχαιοτάτους , καλουμένους δὲ δώριον καὶ φρύγιον καὶ λύδιον παρὰ τὰς ἀφ ' ὧν
6070135 κλιβανιτην
πρὸς τὰ ἀφροδίσια . ὁ δὲ Φλωρεντῖνός φησι , τὸν κλιβανίτην ἄρτον ἰσχνῶς πεπλασμένον καὶ ἐν ἡλίῳ ἐξηραμμένον , εὔπεπτον
κάλλιστ ' ὠπτημένον , ἄριστα δὲ ἐζυμωμένον καὶ μάλιστα τὸν κλιβανίτην , οἷον δέχεται : οὗτος γὰρ ἀπέριττος καὶ ἧττόν
6061991 πανοπτην
τροφὸς , ζῴων λέγω καὶ σπερμάτων καὶ ἀνθρώπων . . πανόπτην ] τὸν πάντ ' ἐφορῶντα , τὸν πάντα βλέποντα
κυμάτων ἀνήριθμον γέλασμα , παμμῆτόρ τε γῆ , καὶ τὸν πανόπτην κύκλον ἡλίου καλῶ : ἴδεσθέ μ ' οἷα πρὸς
6061883 τεθολωμενον
Διειδὲς δὲ ὕδωρ καὶ ἀκραιφνὲς καμήλῳ πιεῖν ἔχθιστόν ἐστι , τεθολωμένον δὲ καὶ ῥυπαρὸν ἥδιστον πωμάτων ἡγεῖται . καὶ μέντοι
' οὗ τὸ λίνον ἦν . Γελῶντα καὶ χαίροντα καὶ τεθολωμένον . Ὑπὸ τῆς ἀνίας ἀνεθολοῦθ ' ἡ καρδία .
6061354 στατον
ὀφθαλμὸν τῆς ἐμῆς στρατιᾶς , ἀντὶ τοῦ τὸν περιφανέ - στατον καὶ ἐξαίρετον , τουτέστι τὸν Ἀμφιάραον , ἀμφότερον ,
ὀβολοῦ πλέον ἤλυθεν ἔχων ; αὔλει μοι . [ ] στατον ! [ [ ] τον ανανομε ? ? [
6053063 αἰλουρον
τῶν ζώιων ἑκὼν διαφθείρηι , θανάτωι περιπίπτει , πλὴν ἐὰν αἴλουρον ἢ τὴν ἶβιν ἀποκτείνηι : ταῦτα δὲ ἐάν τε
τῶν ζῴων ἑκὼν διαφθείρῃ , θανάτῳ περιπίπτει , πλὴν ἐὰν αἴλουρον ἢ τὴν ἶβιν ἀποκτείνῃ : ταῦτα δὲ ἐάν τε
6051941 συνελκων
: καὶ τὰς ὀφρῦς συνάγων ὁ φροντιστής , τὰς ὀφρῦς συνέλκων . μεσόφρυον δὲ τὸ τῶν ὀφρύων μέσον , ὃ
τοῦ Δέλτα * * . βυσαύχην : ὁ τὸν αὐχένα συνέλκων καὶ τοὺς ὤμους ἀνέλκων . βωμολόχος : ὁ περὶ
6044975 γρυπα
οἰωνὸν τόνδε , τὸν ἐν τοῖς πτεροῖς ταχύτατον οἰωνὸν τὸν γρῦπα , διευθύνων καὶ ἄγων γνώμῃ καὶ θελήσει οἰκείᾳ ,
καὶ τοῦτο ἴσμεν . . . . , : τὸν γρῦπα ἀκούω τὸ ζῶιον τὸ Ἰνδικὸν τετράπουν εἶναι κατὰ τοὺς
6038093 αὐλητην
μὲν τὸ βομβυλιὸν εἶδος μελίσσης . σημαίνει δὲ καὶ τὸν αὐλητήν , παρὰ τὸ τοῖς αὐλοῖς βομβεῖν . ἔστι δὲ
χορευτῶν στραφεὶς ἦρε τὰς χεῖρας ἀπὸ πυγμῆς πρὸς τὸν ἐπιφερόμενον αὐλητήν , τότ ' ἤδη κρότος ἐξαίσιος ἐγένετο καὶ κραυγὴ
6036351 δασυν
ἑπτὰ εἶναι συμβέβηκεν , ὀξύν , βαρύν , περισπώμενον , δασύν , ψιλόν , μακρόν , βραχύν . ἔτι πρῶτός
κυανοχαίτην , τὸν Ἀπόλλωνα ὡς ἀκειρεκόμην , τὸν Πᾶνα ὡς δασύν , τὴν Ἶσιν ὡς λυσίκομον , τὸν Διόνυσον ὡς
6035550 συστρεφεσθαι
φωνῆς ἅμα καὶ λόγου προσημαίνοντα φείδεσθαι , τῆς σιωπῆς ἀρετῇ συστρέφεσθαι ποιεῖ τὸν τελούμενον : ἐγὼ δὲ καὶ πρὸ τῶν
. συμβαίνει οὖν πυκνώσεως γενομένης , τινὰ μὲν πυκνοῦσθαι καὶ συστρέφεσθαι , τινὰ δὲ διατείνεσθαι . ὅσῳ γὰρ συστρέφεται πρὸς
6034490 Ξενοφαντου
δασυτρίχων . τούτων ] τῶν παρεστώτων ⌈ ἐνταῦθα . τὸν Ξενοφάντου ] ⌈ υἱόν , ὃν [ υἱόν . τοῦτον
οἷόνπερ τὸν Ξενοφάντου : Ἱερώνυμον λέγει τὸν διθυραμβοποιόν , ὃς Ξενοφάντου μὲν ἦν παῖς , περὶ δὲ παῖδας ἄγαν ἐπτόητο
6027583 ἱππαρχον
τὸ διάδημα . σὺ δὲ τῶν ἐρρωμένων τούτων τινὰ ποίησον ἵππαρχον . ἐγὼ γάρ σοι δεινῶς ἄφιππός εἰμι καὶ οὐδὲ
μάλιστα δὴ πιστοῖς καὶ τῇ τοῦ ἱππάρχου σκευῇ ἄλλον ὥπλισεν ἵππαρχον καὶ προσέταξεν αὐτοῖς , ὅταν ἴδωσι τὸ σημεῖον ἀρθὲν
6025824 ὀμπνιον
ῥίψασα , καὶ εἰς πόλον ὄμμα βαλοῦσα οὐρανίου λαμπτῆρος ἀμέλγεται ὄμπνιον αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος ἵσταται Ἄτλας αὐξιβίους
, Κέρκυραν δὲ ἀπὸ Κερκύρας τῆς Ἀσωποῦ θυγατρός . στάχυν ὄμπνιον : πολύν , δαψιλῆ . Φιλητᾶς ἐν Ἀτάκτοις γλώσσαις
6016728 μυκτηρα
πρὸς κράτημα τῆς εὐθείας , ἅμα δὲ συναπευθύνουσαν τὸν διαστραφέντα μυκτῆρα , μετὰ δὲ ταύτην ἄλλην συντελέσας περιείλησιν , τὸ
ἐστι : μαζοὶ δὲ αὐτῷ πρὸς ταῖς μασχάλαις εἰσί : μυκτῆρα δὲ κέκτηται χειρὸς παγχρηστότερον καὶ γλῶτταν βραχεῖαν : χολὴν
6012792 μελῳδον
τὸν φιλόπονον μύρμηκα τῶν θησαυρῶν μετασχεῖν , ὁ δὲ τὸν μελῳδὸν τῶν ἑαυτοῦ θυρῶν ἀπεπέμπετο πολὺν αὐτῷ τῆς ἀργίας καταχέων
Μνασέα , οἱ δὲ Ἀρχιέπην , ἕτεροι δὲ Στησίχορον τὸν μελῳδὸν ἐξεδέξαντο . . ΑΛΛΑ ΤΑΓ ' ΟΥΠΩ ΕΟΛΠΑ .
6009953 ῥοθον
τὴν ἄδικον κρίσιν αὐτῶν . . ῬΟΘΟΣ ἙΛΚΟΜΕΝΗΣ . Τὸν ῥόθον οἱ μὲν ἤκουσαν τὸν ψόφον , ὅθεν καὶ ῥόθιον
, αἰγιάλειον τὸν θαλάσσιον εἶπεν * μνία : βρύα * ῥόθον : τὸν ἀφρόν τὸν ἀφρὸν τῆς θαλάσσης ῥαιβοῖσι δὲ
6002521 πυρεττοντα
ἵπποι νοσήσουσιν , ἐὰν ἐλάφου κέρας περιάψῃς αὐτοῖς . Τὸν πυρέττοντα θεραπευτέον θερμῷ λουτρῷ , χειμῶνός τε θαλπτέον , ὡς
μήτε ὁ πυρετὸς εἰσβάλλων εἴη σφοδρός . οἶδα δὲ καὶ πυρέττοντα ὀξέως καθάρας , ἀλλὰ χρῄζει τὰ τοιαῦτα πολλῆς καὶ
5999488 Ἀκμονα
Παιονίας . οἱ πολῖται Δόβηρες . Δοίαντος πεδίον Φρυγίας . Ἄκμονα γὰρ καὶ Δοίαντά φασιν ἀδελφούς , ἀφ ' ὧν
, ὧν Κέλμιν ὀνομάζουσί τινα καὶ Δαμναμενέα καὶ Ἡρακλέα καὶ Ἄκμονα : καὶ οἱ μὲν ἐπιχωρίους τῆς Ἴδης οἱ δὲ
5985719 ἐξηβον
ἀκμαίας καὶ ὀξυτάτης , ἤτοι τὸν νεάζοντα : καὶ τὸν ἔξηβον χρόνῳ , ἤτοι τὸν γηραιὸν καὶ παρηβηκότα καὶ παρακμάσαντα
ἐπιτηδείας , ἀλλ ' ἔτι μειράκιον ὄντα . τὸ δὲ ἔξηβον χρόνῳ ἀντὶ τοῦ γέροντα ὄντα . θΞ ἥβης ]
5985022 Μεσσηνιον
τὸν Εὐκλήτου Μεσσήνιον ἀνελόμενον πεντάθλου νίκην καὶ Δαμάρετον καὶ τοῦτον Μεσσήνιον κρατήσαντα πυγμῇ παῖδας , τὸν μὲν αὐτῶν Βοιώτιος Θήρων
Ῥέμον . [ . . . . ] Ὅτι Πολυχάρη Μεσσήνιον πλούτῳ καὶ γένει διαφέροντα συνθέσθαι ἀγελῶν κοινωνίαν πρὸς Εὔαιφνον
5982526 Ἀβδηριτην
καὶ πολλὰ δὲ ἔθνη γαλακτοποτοῦντα ζῇ . Δημόκριτον δὲ τὸν Ἀβδηρίτην λόγος ἔχει διὰ γῆρας ἐξάξαι αὑτὸν διεγνωκότα τοῦ ζῆν
. , , , . . . . Δημόκριτον τὸν Ἀβδηρίτην λόγος ἔχει τά τε ἄλλα γενέσθαι σοφὸν καὶ δὴ
5977568 ἀκοιμητον
ἄλλους πεντακοσίους βαθμούς , καὶ ἴδον ἐκεῖ τὸν σκώληκα τὸν ἀκοίμητον καὶ πῦρ κατακαῖον τοὺς ἁμαρτωλούς . καὶ κατήγαγόν με
ἔστι περίβολος καὶ δένδρα ἱερὰ καὶ πῦρ ἄσβεστόν τε καὶ ἀκοίμητον . εἰσὶ δὲ κύνες περί τε τὸν νεὼν καὶ
5976010 ἀνεκτικον
τὸν δεῖνα , οὐκ ἐδυσωπήθην ὑπὸ τοῦ δεῖνος , τὸ ἀνεκτικὸν ἐγύμνασα , τὸ ἀφεκτικόν , τὸ συνεργητικόν καὶ οὕτως
: καὶ τὸ στοχαστικὸν τῶν φίλων κηδεμονικῶς : καὶ τὸ ἀνεκτικὸν τῶν ἰδιωτῶν καὶ τῶν ἀθεωρητὶ οἰομένων : καὶ τὸ
5974687 καλλιωνυμον
καὶ ἰχθύων σκορπίον , δράκοντα , κόκκυγα , κωβιὸν , καλλιώνυμον , τούτους ἑφθοὺς καὶ ψυχροὺς διδόναι . Διδόναι δὲ
δ ' ἀνθίαν τινὲς καὶ κάλλιχθυν καλοῦσιν , ἔτι δὲ καλλιώνυμον καὶ ἔλοπα . Ἱκέσιος δ ' ἐν τοῖς περὶ
5974123 δυπτην
τοῦ κηρύλου καὶ ἄρρενος ἀλκυόνος βαλεῖ πρὸς τὸ κῦμα τὸν δύπτην ἤγουν αὐτὸν τὸν κολυμβητὴν Ὀδυσσέα ἐμπεπλεγμένον κάλοις , βαλεῖ
πλοίου ἴκρια δὲ τὰ κύκλῳ ὀρθά καὶ τὰ καταστρώματα . δύπτην δὲ τὸν Ὀδυσσέα τὸν δύνοντα . δύπτης ὁ κολυμβητὴς

Back