αἰεὶ γνύξ , αἰεὶ δὲ Λύρῃ παραπεπτηῶτος , ὅντινα τοῦτον ἄϊστον ὑπουρανίων εἰδώλων , ἀμφότερον δύνοντα καὶ ἐξ ἑτέρης ἀνιόντα
, κατασκευάζει . . ὃς ] ὁ γάμος . . ἄϊστον ] ἀφανῆ . . κρανθήσεται ] τελεσθήσεται . .
4936175 Ἰατρον
ἐπιδιώκειν , παρ ' οὐδὲν τὰ ἄλλα πάντα τιθέμενον . Ἰατρὸν , φησὶν , εὗρε τοιαύτης ὀδύνης , δι '
ὠνομάζομεν δικαίως ; οὐχ ὅπερ ἐκεῖνον ; Πάνυ γε . Ἰατρὸν ἄρα φάσκοντες αὐτὸν εἶναι καλῶς ἂν ἐλέγομεν . Ναί
4920437 σφιγκτηρα
ἐκ πλάτους . ὁμοίως δέ , εἰ καὶ περὶ τὸν σφιγκτῆρα ὑγρὸν γένοιτο , τὸ εἶδος τῆς διαιρέσεως ἐπικάρσιον ἐπιτηδευέσθω
κρυπτὴ ἡ σύριγξ : ὅταν δὲ βαθεῖα τυγχάνῃ , τὸν σφιγκτῆρα σεσυριγγωκυῖα , ἤτοι ἀπὸ δακτυλίου ἀρξαμένη καὶ ἐπὶ πολὺ
4876804 Βοωτην
] ! ! [ ! ! ] ! [ ! Βοώτην ] τὸν [ Πλόκαμον ] ? [ ] ?
γάρ μιν φορέουσι . Τῶν γὰρ Χηλῶν ἀρχομένων ἀνατέλλειν τὸν Βοώτην φησὶν ὅλον ἀνατεταλκέναι καὶ τὴν Ἀργώ , τοῦ δὲ
4819439 τεθριππος
ἔχειν , τὸν Ἠμαθίωνα καὶ τὸν Μέμνονα : ὃν ἀστέρων τέθριππος : τὸν Τιθωνὸν λέγει [ ἡ Ἡμέρα ἔχουσα ]
τεκνοποιὸν ἔχουσα τᾶσδε γᾶς πόσιν ἐν θαλάμοις , ὃν ἀστέρων τέθριππος ἔλαβε χρύσεος ὄχος ἀναρπάσας , ἐλπίδα γᾶι πατρίαι μεγάλαν
4772982 κατεπιεν
βραχὺ κορύσσεται . κἄν τις αἰτία γένηται , τὸν πολίτην κατέπιεν . τάχ ' ἂν οὖν καὶ ὑμεῖς ἐμὲ τῷ
βραχὺ κορύσσεται , κἤν τις αἰτία γένηται , τὸν πολίτην κατέπιεν . [ Σῖμον , ὀρκε̄στὰν ἄριστον ] , ναὶ
4637855 πορον
φόνιον ἐξίει κάλων , ὡς ἂν πορεύσας δι ' Ἀχερούσιον πόρον τὸν καλλίπαιδα στέφανον αὐθέντηι φόνωι γνῶι μὲν τὸν Ἥρας
πηγὰς τοῦ Νείλου εἶναι , καὶ βάθος ἄβυσσον ἔχειν τὸν πόρον κατὰ τοῦτον τὸν τόπον . νήσους δ ' ὁ
4635371 λαμπροτατον
πράττοντας εὐεργετεῖν καὶ βασιλικοῦ πλούτου τοῦτ ' ἀνάθημα καὶ κατασκεύασμα λαμπρότατον . μαθὼν δὲ τὴν ἐμὴν προαίρεσιν , Φαβρίκιε ,
ἀποστρόφων πατρὸς ἐνδόξου δείκνυσιν εὐθὺς τὸν γεννηθέντα καὶ τοῦτον μὲν λαμπρότατον τῆς τύχης καὶ τὸν βίον μέχρι θανάτου τοῦ δεινοῦ
4628740 χειμεριου
ἦν ἐν μέσῳ Τρεβίας , ὃν Ῥωμαῖοι πρὸ ἕω , χειμερίου τε [ τῆς ] τροπῆς οὔσης καὶ ὑετοῦ καὶ
ὀχετὸν ἐξιεῖσα συγχεῖ τὸν βίον καὶ ταράττει , καθάπερ ἐμβολὴ χειμερίου νάματος ἐπὶ λήϊα καὶ φυτουργίας ὁρμηθεῖσα , ἐχθρὰ μὲν
4599078 ὑψιστον
καὶ κλαυθμοῖσι φηλώσας πρόμον . ὃν Βομβυλείας κλιτὺς ἡ Τεμμικία ὕψιστον ἡμῖν πῆμ ' ἐτέκνωσέν ποτε , μόνος πρὸς οἴκους
, τὴν δύναμιν τοῦ θεοῦ παρατιθέμενος , οὐκ ὀκνεῖ καὶ ὕψιστον αὐτὸν προσαγορεύειν διὰ τούτων : . , § :
4570880 Πρωτεα
δὲ τούτων ὁ Θῶνις πέμπει τὴν ταχίστην ἐς Μέμφιν παρὰ Πρωτέα ἀγγελίην λέγουσαν τάδε : Ἥκει ξεῖνος , γένος μὲν
μάλιστα ἐβούλετο σημήνας . Τίσι γε μὴν ἐπιθέτοις καὶ τὸν Πρωτέα κεκόσμηκεν , ἤδη σκοπῶμεν : πωλεῖταί τις δεῦρο γέρων
4566396 ἀστερα
τὸν αὐτὸν τοῖς ἄλλοις τῆς ἐποχῆς χρόνον τὸν τοῦ Διὸς ἀστέρα μέσως κατὰ μῆκος μὲν ἐπέχοντα Χηλῶν μοίρας δ μα
φασίν , ἕνα τινὰ τῶν ἐν τῷ ζῳδιακῷ κύκλῳ λαμπρὸν ἀστέρα παρατηρήσαντες ἀνατέλλοντα οἱ πάλαι , εἶτα ἀμφορέα τετρημένον πληρώσαντες
4561217 ἀτρακτος
Ἀτρεύς , οἱονεὶ ὁ ἄφοβος ' . . . . ἄτρακτος : κυρίως ἐπὶ βέλους : τὸν γὰρ βαλόντα ἄτρακτον
Ἀταλάντῃ ἁρπεδόνην τε λύσιν ἱστοῦ : τοῦτο δὲ τραγικώτερον . ἄτρακτος , σφόνδυλος , κλωστήρ . οὕτω δὲ καὶ τὴν
4547955 ὑπερχομενης
αὐτὸν δινήσεως . ἐκλείπειν 〚 δὲ 〛 αὐτὸν τῆς σελήνης ὑπερχομένης κατὰ κάθετον , οὔσης φύσεως γεώδους : βλέπεσθαι δὲ
[ . τὸν ἥλιον τρέπεσθαι ] . , σελήνης αὐτὸν ὑπερχομένης [ . ἥλιον ἐκλείπειν ] . , Ἐ .
4540673 πλανητην
Ἴδαν προκατεγγυηθείσας τοῖς Διοσκούροις εἰς μάχην κατέστησαν . ὃς τὸν πλανήτην ὀρθάγην : τὸ ἑξῆς ὃς Ζεὺς θήσει βαρὺν κολῳὸν
, ἔχουσα τὸν σὸν τῆς βοῆς πρωτοστάτην , τὸν σὸν πλανήτην , οὐ προφήτην , Μωάμεθ , οὗ τὸν χιτῶνα
4536137 πυροεις
ὁππότε δ ' οὖν σελάων τοίοις ζώοισιν ἐπόντων καὶ Θοῦρος πυρόεις καὶ καλλίκομος Κυθέρεια ἄρσεσι δεικήλοισιν ἐπεμβεβαῶτες ὁρῷντο , καὶ
φαέθων , δωδεκαετίᾳ τὸν οἰκεῖον ἀμείβων κύκλον . Ὑπὸ τοῦτον πυρόεις , ὁ τοῦ Ἄρεως , ἀτακτοτέραν μὲν τὴν κίνησιν
4529359 λυμαινομενον
. ἀπηλοίησεν ἀπέκοψεν . ἀποδρύψει καταξύσει . ἀπολυμαντῆρα τὰ δεῖπνα λυμαινόμενον . ἀποχάζεο ἀποχώρει . ἀποδόξης ἀπὸ δοξασμοῦ , ἀπὸ
ὡς πανοῦργον . ἐπὶ γὰρ πανουργίᾳ διαβεβόητο ὁ Πανδέλετος . λυμαινόμενον τοῖς μειρακίοις ] καὶ γὰρ πανοῦργα αὐτὰ ⌈ καὶ
4515236 Οὐρανον
χρώμενος , οὗτος γὰρ ἦν αὐτοῦ γραμματεὺς , τὸν πατέρα Οὐρανὸν ἀμύνεται , τιμωρῶν τῇ μητρί . Κρόνῳ δὲ γίνονται
καθὸ καὶ τούτου τυχοῦσα ἡ Γῆ παραχρῆμα ὁμοιόσχημον αὐτῇ τὸν Οὐρανὸν ἐγέννησεν , ἵνα μιν περὶ πάντα καλύπτοι , ὄφρ
4510234 ῥεοντα
ἐπὶ τῶν ἐπαγγελλομένων παντὶ σθένει σπουδάσειν : ὡς κἂν εἰς ῥέοντα πλοῖα ἐμβῆναι οὐκ ὀκνησάντων . Ὑμεῖς δαίμονα αἱρήσεσθε ,
ἤδη καὶ οὐδένα νόον ἐχόντως ἐξηγησάμενον , οἳ Ὠκεανόν τε ῥέοντα γράφουσι πέριξ τὴν γῆν , ἐοῦσαν κυκλοτερέα ὡς ἀπὸ
4498529 βραδυτατον
ὁ καλούμενος Ἀχιλλεύς . ἔστι δ ' οὗτος ὅτι τὸ βραδύτατον οὐδέποτε καταληφθήσεται θέον ὑπὸ τοῦ ταχίστου : ἔμπροσθεν γὰρ
ἱππικόν : νύκτωρ δὲ νόμος τοῖς Ἕλλησιν ἡγεῖσθαί ἐστι τὸ βραδύτατον : οὕτω γὰρ ἥκιστα διασπᾶται τὰ στρατεύματα καὶ ἥκιστα
4497276 παροξυσμον
, τὸ διάλειμμα ποιεῖ , καὶ ἄνεσιν προσλαμβάνουσα κινεῖ ἕτερον παροξυσμόν , ἢ καὶ ἕτερον σκόπον ἔχουσα διὰ τὸ κατὰ
τετάρτης παροξύνοντες διπλασιασθέντες μέν , δυοῖν ἐφεξῆς ἡμέραις ἐπάγουσι τὸν παροξυσμόν , μία δ ' αὐτῶν ἡ διαλείπουσα . ὥσπερ
4494427 ταμιαν
ἐν τῶι ἀέρι ὁμοίαν τῶι σώματι . τὸν δὲ Ἑρμῆν ταμίαν εἶναι τῶν ψυχῶν καὶ διὰ τοῦτο Πομπέα λέγεσθαι καὶ
καὶ ῥητῶν καὶ ἀπορρήτων καὶ ἅμα στρατηγὸν καὶ δεσπότην καὶ ταμίαν , καὶ πανταχοῦ αὐτὸν παρεῖναι τῷ στρατεύματι , πρὸς
4484057 πολον
τῶν ὅλων μέση , περὶ τὸν διὰ παντὸς τεταμένον σφιγγομένη πόλον , ἡμέρας φύλαξ καὶ νυκτός , πρεσβυτάτη τῶν ἐντὸς
τὴν ἐνέργειαν , τὰ δὲ ἐπέκεινα πρὸς αὐτὸν τὸν βόρειον πόλον ἔτι λύει καὶ θάλπει καὶ ἀνορθοῖ πρὸς ἀναθυμίασιν ,
4483282 βιοθρεμμονα
ἐπισπώμενος ἐργάζεται τὰς νεφέλας . Αἰθέρα ] ἀέρα . ⌈ βιοθρέμμονα πάντων / [ βιοθρέμμον ' ἁπάντων ] ] τὸν
αἰθὴρ διακαὴς ὢν ἀνέφελός ἐστιν . καὶ ἐκ τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ .
4483095 διακοσμον
ὁ Δημήτριος ἔστιν οὗ μεμνήμεθα πολλάκις , ὁ τὸν Τρωικὸν διάκοσμον ἐξηγη - σάμενος γραμματικός , κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον
ὡς κατεφθαρκότα τὰ πατρῶια , ἐπειδὴ ἀναγνοὺς αὐτοῖς τὸν Μέγαν διάκοσμον καὶ τὰ Περὶ τῶν ἐν Ἅιδου εἶπεν εἰς ταῦτα
4474535 Κανωβον
ἀναπαυόμενον κοιμώμενον ἀναπνέοντα , θνήσκοντα κυβερνητῆρα : ἡ αἱμορροῒς ἔδακε Κάνωβον , τὸν κυβερνήτην τοῦ Μενελάου , καθεύδοντα ἐν τῷ
τῆς Ἀραβίας ἀναγόμενοι εὐθύνουσι τὸν πλοῦν πρὸς μεσημβρίαν καὶ τὸν Κάνωβον ἀστέρα , ὅστις ἐκεῖ λέγεται Ἵππος καί ἐστι νοτιώτατος
4458028 ἡλιακον
τοῖς ἱερεῦσι καὶ ἀστρολόγοις μαθεῖν ἄλλα τε καὶ μάλιστα τὸν ἡλιακὸν κύκλον ὡς λοξὴν μὲν ἔχει τὴν πορείαν , ἐναντίαν
, τὸ δὲ ὂν κάτω λευκόν . τοῦτο εἶναι ἔθεσαν ἡλιακὸν φέγγος . , Μ . ὑδατώδους ἀναθυμιάσεως διὰ τὴν
4423291 δισκον
ἀποτομὰς καὶ ζώνας , κατὰ δέ τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς γῆς οὐκ οἰκουμένης ὑφ '
εἰργάσατο : ἐγὼ μὲν ἀνέρριψα , ὥσπερ εἰώθειμεν , τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου
4419016 βροτολοιγον
θεὸς οὐ μαίνεται : σὺ δέ μοι καὶ μιαιφόνον καὶ βροτολοιγόν , “ Ἆρες , Ἄρες βροτολοιγέ , μιαιφόνε ”
ἀγνοοῦντα , ἢ Ἀφροδίτην τὴν τιτρωσκομένην , καὶ Ἄρεα τὸν βροτολοιγόν , ἔτι δὲ καὶ ἰχῶρα ῥέοντα τούτων τῶν λεγομένων
4407428 Κηδαλιωνα
Λῆμνον ἀλητεύοντα Ἡφαίστωι συμμῖξαι , ὃς αὐτὸν ἐλεήσας δίδωσιν αὐτῶι Κηδαλίωνα τὸν αὑτοῦ [ οἰκεῖον ] οἰκέτην , ὅπως ὁδηγῆι
εἰς Λῆμνον Ἡφαίστῳ συμμῖξαι , ὃς ἐλεήσας αὐτὸν δίδωσιν αὐτῷ Κηδαλίωνα , ἕνα τῶν θεραπόντων , ὃς δὴ ὡδήγησεν αὐτὸν
4386804 Νειλον
, εἴ τις φαίνοιτο , οἱ μηνύσειαν , ἀνέπλει τὸν Νεῖλον καὶ τὰς πόλεις διηρεύνα καὶ ἐνενόει μέχρις Αἰθιοπίας ἐλθεῖν
ἔθνεσι τούτοις , ταῦτα δ ' ἐστὶ τὰ περὶ τὸν Νεῖλον , ἐκθετέον : μετὰ δὲ ταῦτα τὴν Λιβύην ἔπιμεν
4384807 ὀμβρον
παλάμην ἐτίταινε φέρων χθονὶ νύμφιον ὕδωρ , πυκνὸν ἀκοντίζων αὐτόσσυτον ὄμβρον ἐρώτων , καὶ νεφέλης ἔπλησε μελανστέρνοιο καλύπτρην . ἣ
ὡς δ ' οὔ μοι μέλει ἄκουσον : ὅταν ἄνωθεν ὄμβρον ἐκχέηι , ἐν τῆιδε πέτραι στέγν ' ἔχων σκηνώματα
4382313 χωρον
: ὡς γὰρ ταῦτα ῥῖνας , ἐκεῖνα τὸν ψυχῆς ἅπαντα χῶρον εὐωδίας ἀναπίμπλησι . χρὴ μέντοι μηδὲ τοῦτ ' ἀγνοεῖν
συμφέρειν οὐχ ἡγούμενοι τῶν ἱππέων τινὰς κρύφα προπέμψαντες εἴς τινα χῶρον ἐπιτήδειον μετέπεμψαν τὸν Κινάδονα μετὰ δύο στρατιωτῶν ὡς πρὸς
4380850 ἑπταζωνου
Ἡλίῳ καὶ ἑξῆς ὡς ἔχει τὰ λοιπὰ ἀκολούθως τῷ τῆς ἑπταζώνου ἀριθμῷ . πρὸς δὲ τὸ συντόμως εὑρεῖν τοῦ ζητουμένου
Καρκίνος καὶ λοιπὸν εὑρήσεις τοὺς λοιποὺς οἴκους κατὰ τάξιν τῆς ἑπταζώνου . οἷον Αἰγόκερως καὶ Ὑδροχόος οἶκοι Κρόνου , Ἰχθύες
4363719 Κριον
διαστάσεις ἔχουσιν οὕτως : Κριὸς πρὸς Σκορπίον , Σκορπίος πρὸς Κριόν : Ταῦρος πρὸς Ζυγὸν καὶ Ζυγὸς πρὸς Ταῦρον :
Μιτυληναῖος ἄνθρωπόν φησι γεγενῆσθαι , παιδαγωγὸν τοῦ Φρίξου , ὀνόματι Κριόν . ἀφασσόμενος : ψηλαφῶν . νοσφίσσεται : ἀφαιρήσεται .
4358026 διερχεσθαι
γάρ τι κινηθῇ πηχυαῖον διάστημα , ὀφείλει τὸ πρῶτον ἡμίπηχυ διέρχεσθαι πρῶτον καὶ τὸ δεύτερον τῇ τάξει δεύτερον . ἀλλ
] πλησιάζουσα ῥαχίαισιν ] κρημνώδεσι καὶ ὀρινοῖς τόποις ἐκπερᾶν ] διέρχεσθαι θέλε χθόνα ] τὴν γῆν λαιᾶς δὲ χειρὸς ]
4353042 μαντιν
τὸν Περσῶν θεὸν ἔνοικόν τε καὶ ἐραστὴν ὁ τόπος καὶ μάντιν τῆς μελλούσης τύχης οὐδὲν τοῦ Καμβύσου πρὸς τὴν πρόρρησιν
οὗτος ἥττηται . Τῶν τοίνυν εἰρημένων μοι τὰ πολλὰ καὶ μάντιν ἐποίει με , οὐχ ὁ Λητοῦς καὶ Διὸς οὐδ
4353029 ἀκμονα
τριάκοντα ἡμερῶν τὰς δύο ἀρχὰς τοῦ ἄξονος δύνασθαι διανύσαι τὸν ἄκμονα . ἀπὸ ἀνατολῶν δὲ ἐπὶ δυσμὰς στρέφεται ὁ οὐρανός
κόσμου ὀνόματος ἑξακόσιά ἐστιν . ἐκάλουν δὲ αὐτὴν ὑγείαν καὶ ἄκμονα τὴν οἷον ἀκάματον , ὅτι εὐλόγως τὰ τῶν κοσμικῶν
4330390 ὑποδραμῃ
ἰδίουϲ ἔχοντα μηρούϲ , ὅπωϲ εἰϲ ὀλίγον χωρίον ἡ κύϲτιϲ ὑποδράμῃ . εἰ μὲν οὖν ἁπτομένοιϲ ἡμῖν ἔξωθεν ὁ λίθοϲ
ὥσπερ πάλιν ἐπὶ τοῦ ἡλίου ἐὰν νέφος ζοφῶδες καὶ παχὺ ὑποδράμῃ αὐτόν , τότε οὐ μόνον τὴν ἀκτῖνα κωλύει ,
4321821 βουδορα
μῆνα τὸν μεσαίτατον , ἐν ᾧ ψῦχός ἐστιν καὶ πάντα βούδορα . βούδορα δέ ἐστιν τὰ τοὺς βοῦς ἐκδέροντα διὰ
αὐτὸν λέγεινὅς ἐστιν ἡλίου τὸν Αἰγόκερων διϊόντος , καὶ τοῦ βούδορα τῷ Βουκατίῳ συνᾴδοντος διὰ τὸ πλείστους ἐν αὐτῷ διαφθείρεσθαι
4318582 ἀφανισμον
μὲν δὴ λέγουσιν οἱ Ἰλιεῖς , Ὅμηρος δὲ ῥητῶς τὸν ἀφανισμὸν τῆς πόλεως εἴρηκεν . καὶ τὰ τοιαῦτα δὲ τοῦ
ἐρήμοις τόποις , κεκρυμμένοις , πάσης ξυντυχίας ἀνθρώπων χωρίς . ἀφανισμὸν δὲ καὶ μεταβολὴν τῆς φύσεως ἐπεύχεται ἑαυτῷ ὁ χορὸς
4314689 ἀδενα
, αἵτινες διὰ τὸ μέγεθος πολλὴν φέρουσαι ὑγρότητα βουβωνοῦσι τὸν ἀδένα . εʹ . Οἱ αἱμοῤῥαγοῦντες τελευτῶντες οὐκ ἐφιδροῦσι τὸ
ἔνθα δὴ καὶ ψυχικὸν ἀκριβῶς γίνεται . Τὸν καλούμενον θύμον ἀδένα μέγιστόν τε ἅμα καὶ μαλακώτατον ὑπέτεινεν ἡ φύσις τοῖς
4311828 σαλον
θαλάσσῃ ναῦς τις εἶναι μᾶλλον ἢ γῆ , πολὺν τὸν σάλον τῶν πραγμάτων ἔχουσα καὶ τὰς μεταβολάς , ἡ δὲ
ἡ συνουσία δὲ πάντοτε ταῖς κυοφορούσαις ἐπιβλαβὴς διά τε τὸν σάλον καὶ διὰ τὸ τὴν ὑστέραν ἀναγκάζεσθαι τὴν ἐναντίαν τῷ
4308003 κτιστην
, ὡς Φίλων . Δημοσθένης δ ' ἐν Βιθυνιακοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα Παφλαγονίαν , καὶ ἐκ
, ὡς Φίλων . Δημοσθένης δ ' ἐν Βιθυνιακοῖς φησι κτιστὴν τῆς πόλεως γενέσθαι Πάταρον ἑλόντα Παφλαγονίαν , καὶ ἐκ
4301880 ὑψιπετες
ᾖ τὸ φυτὸν χαμαιπετές , λέγεται πόα , εἰ δὲ ὑψιπετές , δένδρον , εἰ δὲ μέσον , θάμνος .
, παρὰ τὸ ἐν τῷ πέτεσθαι ἄνω , οἱονεὶ τὸ ὑψιπετές : ὅθεν τὸ μὲν δίφθογγος , τὸ δὲ ἦτα
4296910 κυκλον
δοθεὶς κύκλος ὁ ΑΒΓΔ : δεῖ δὴ εἰς τὸν ΑΒΓΔ κύκλον πεντεκαιδεκάγωνον ἰσόπλευρόν τε καὶ ἰσογώνιον ἐγγράψαι . Ἐγγεγράφθω εἰς
τὴν σελήνην ἑξακοσιάκις μὲν καὶ πεντηκοντάκις ἔγγιστα καταμετρεῖν τὸν ἴδιον κύκλον , δὶς δὲ καὶ ἡμισάκις τὸν τῆς σκιᾶς καταμετρεῖν
4280227 βαρυν
ἀδικημάτων κἂν ἐπιμήκιστα ὄντα ἀνυπαίτια καὶ καθαρά , τὸ συνειδὸς βαρὺν κατήγορον οὐκ ἔχοντα , τὰ δὲ ἑκούσια , κἂν
ἐκολάκευσεν ὁρμάς : οἱ δὲ δημοτικοὶ δυσανασχετοῦντες ἐπὶ τοῖς ὀνειδισμοῖς βαρὺν καὶ πικρὸν καὶ πολεμίων ἁπάντων ἔχθιστον αὐτὸν ἀπεκάλουν .
4262880 Προμηθεα
οὐ κατὰ τὸν κοινὸν λόγον ἐν Καυκάσῳ φησὶ δεδέσθαι τὸν Προμηθέα , ἀλλὰ πρὸς τοῖς Εὐρωπαίοις τέρμασι τοῦ Ὠκεανοῦ ,
ὀνομάζοντες Φορωνέως εἶναι : οὐ γάρ τι ὁμολογοῦσι δοῦναι πῦρ Προμηθέα ἀνθρώποις , ἀλλὰ ἐς Φορωνέα τοῦ πυρὸς μετάγειν ἐθέλουσι
4258227 χαος
γαῖα γένοισθε . καὶ Ζήνων δὲ τὸ παρ ' Ἡσιόδῳ χάος ὕδωρ εἶναί φησιν , οὗ συνιζάνοντος ἰλὺν γίνεσθαι ,
κακουργημάτων ἠλάθη , ἄγονται πρὸς Ἐρινύων ἐπ ' ἔρεβος καὶ χάος διὰ Ταρτάρου , ἔνθα χῶρος ἀσεβῶν καὶ Δαναΐδων ὑδρεῖαι
4245856 μυριετη
θεῶν πάσχω θεός . δέρχθηθ ' οἵαις αἰκείαισιν διακναιόμενος τὸν μυριετῆ χρόνον ἀθλεύσω . τοιόνδ ' ὁ νέος ταγὸς μακάρων
Κατάλογ . : Προμηθεὺς Πυρφόρος . . . . : μυριετῆ ] πολυετῆ . ἐν γὰρ τῶι Πυρφόρωι τρεῖς μυριάδας
4244801 κορυφαιον
θανατικὰ τῶν ἐγκλημάτων ἠξίου κρίσεως θανατικῆς . ὅτε δὴ τὸν κορυφαῖον τούτων οἰκονόμον , διδόντα μὲν ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας πολλὰ
δίκρουν ἔπεστιν . κεκρύφαλος δ ' ἄρκυος ἡ κοιλότης , κορυφαῖον δὲ τὸ στενὸν τὸ τῆς ἄρκυός ἐστιν , ὅ
4237505 λοξον
καὶ οἱ μὲν τὸν ὀρθὸν ἕως τινὸς περαιοῦσιν δρόμον , λοξὸν δ ' ἕτεροι , ὥσπερ ὁ ἥλιος καὶ ἡ
. Ἐὰν δὴ μένοντος τοῦ ΔΠΜΤ ζῳδιακοῦ νοήσωμεν τὸν ΑΠΘΤ λοξὸν μεταπίπτοντα ἐν ὁμαλοῖς νυχθημέροις ͵γτϘϚ λήψεται θέσιν κατὰ διάμετρον
4232969 Αἰγοκερων
καὶ ἔστω ἡ μὲν ΒΕ περιφέρεια ἐπὶ τοῦ μετὰ τὸν Αἰγόκερων ἡμικυκλίου , ἡ δὲ ΕΓ ἐπὶ τοῦ μετὰ τὸν
χειμερινὸς τροπικός , ἐπειδὴ [ γὰρ ] τέμνει μέσον τὸν Αἰγόκερων . ὁ δὲ πέμπτος κύκλος ὁ καλούμενος ἀνταρκτικός .
4232746 Ἀτλας
ἱστορίαν . ὑπείροχον ] μέγα . . Μῦθος παλαιὸς ὡς Ἄτλας νώτοις φέρει τὸν οὐρανὸν κάτωθεν ἐκ γῆς ἀνέχων .
αὐτῆς Ἀλκυόνην φέρουσι Ποσειδῶν καὶ Ζεύς . ἐπείργασται δὲ καὶ Ἄτλας καὶ Ἡρακλέους μονομαχία πρὸς Κύκνον καὶ ἡ παρὰ Φόλῳ
4217114 γοητα
καὶ ἐπὶ ζῴων τὴν φάτταν περιστεράν : ἐπιτηδευμάτων δὲ τὸν γόητα τελεστήν . Τὰ δὲ πολὺ διαφέροντα κατάδηλά ἐστιν .
ἔφη „ πῶς δήσεις ; εἰ δὲ δήσεις , πῶς γόητα εἶναι φήσεις ; ” ” καὶ ἀνήσω γε οὐ
4211879 κεκρουκας
Ἀφροδίσιος ὅρκος οὐκ ἐμποίνιμος : ἐπὶ τῶν ἐρωτικῶν . Αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τῆς θύρας : οἷον , ἐπ '
: ἡ ἀρχὴ τοῦ τῶν † πεντάθλου σκάμματος : αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου , φησί τις , οἷον
4211290 Ἀργον
ταύτης Ζεὺς ἠράσθη : Ἥρα δὲ ζηλοτυποῦσα φύλακα αὐτῇ κατέστησεν Ἄργον τὸν πολυόμματον κύνα . τοῦτον Ἑρμῆς κατὰ πρόσταγμα Διὸς
Ἀνδρομάχης γενέσθαι τοὺς προειρημένους , ἐκ δὲ Λεωνάσσης τῆς Κλεωδαίου Ἄργον , Πέργαμον , Πάνδαρον , Δωριέα , Ἔραον ,
4210944 εἱλισσων
μάρψας ἡνία θῆκεν ἐς ἰσχία καὶ μέσα νώτων καὶ σθένος εἱλίσσων πεφορημένος αὖτις ὀπίσσω κλινομένων μελέων ἐβιάζετο θυιάδας ἵππους καὶ
' ἐσορῶσα : ὃ καὶ κρεῖττον . . κοινὸν φάος εἱλίσσων ] ὁ φωτίζων , συστρέφων , κινῶν . .
4209225 πολυπλοκοις
λεγομένων στρουθοκαμήλων ὁλοσχερῶς ἐμφόρησον αὐτόν τόν ] τοῦτον πολυπλέκτοισι ] πολυπλόκοις πιέξας ] Δωρικῶς πιέξας ] πιέσας , δεσμώσας νέκταρι
δράκοντά θ ' , ὃς πάγχρυσον ἀμπέχων δέρος σπείραις ἔσωιζε πολυπλόκοις ἄυπνος ὤν , κτείνας ' ἀνέσχον σοι φάος σωτήριον
4203724 ἐπιστατην
καὶ ἀνακραθῆναι αὐτῷ ὀρεγομένου , δεῖ προστεθῆναι τῷ πάθει τούτῳ ἐπιστάτην λόγον , ἵνα ἀρετὴ γένηται , καὶ μὴ νόσος
αἰγιαλόν . μετὰ δὲ ταῦτα ἐπὶ μὲν τῶν ἔργων κατέλιπεν ἐπιστάτην Λεπτίνην τὸν ναύαρχον , αὐτὸς δὲ μετὰ τῆς πεζῆς
4203209 Λυκιδαν
ἢν δ ' αὖτ ' ἐς τὸν Ἔρωτα καὶ ἐς Λυκίδαν τι μελίσδω , καὶ τόκα μοι χαίροισα διὰ στόματος
γαληναῖα ποιήσουσιν , ἐάν με τοῦ ἔρωτος ἐξέληται , τὸν Λυκίδαν . φυκία κινεῖ : φῦκός ἐστι τὸ λεγόμενον βρύον
4202089 διδυμον
ὑμένων ὁμοιότητα , δεῖ κελεύειν τῷ ὑπηρέτῃ καὶ πλαγιάζειν τὸν δίδυμον ἰσχυρῶς καὶ ἀνιέναι τὴν τάσιν πρὸς τὸ ἐπιρρυῆναι πάλιν
. ἔπειτα καταλέγουσιν , ὅσην χώραν ἐπῆλθον : πῆι μὲν δίδυμον ˈ χθονὸς Εὐρώπης ˈ μέγαν ἠδ ' Ἀσίας ˈ
4187115 διιπετη
ἐπιστολῆς Λακωνικῆς : οὕτως ἐξοχὴ ἐπὶ ἐξοχῇ συντρέχει ἐπὶ τοῦ διιπετῆ τὸν Νεῖλον λέγεσθαι . ὁ μὲν γὰρ χειμάρρους ὑπερβέβληται
τε καὶ χρὴ Διὶ , καὶ Νεῖλον ἂν δοίην εἶναι διιπετῆ καὶ ἔργον ἐκείνου , ἐπεὶ καὶ πατέρα αὐτὸν ἀνδρῶν
4187069 λαρυγγα
. περιεγένοντο δὲ , οἷς ἐπέσκηψεν ἡ ὕλη παρὰ τὸν λάρυγγα . εἰ δέ ποτε παρὰ τὰ φωνητικὰ ὄργανα ,
' εἰ πληϲίον τοῦ λάρυγγοϲ ἢ κατ ' αὐτὸν τὸν λάρυγγα , ἔνεϲτι θεραπεῦϲαι , καὶ ἡμεῖϲ οὐκ ὀλίγουϲ ἰαϲάμεθα
4184334 δεσμον
εἴπερ οἱ αὐτόχειρες ἑαυτῶν γινόμενοι ὃν ἔδησεν ὁ δημιουργὸς λύουσι δεσμόν , οἱ δὲ φιλόσοφοι ὃν ἔδησαν δεσμὸν αὐτοὶ καὶ
ἅμαξαν ἰδεῖν τὴν Γορδίου καὶ τοῦ ζυγοῦ τῆς ἁμάξης τὸν δεσμόν . λόγος δὲ περὶ τῆς ἁμάξης ἐκείνης παρὰ τοῖς
4177132 κυπασσιν
ἀπιὼν βαρύς μέλας γὰρ αὐταῖς οὐ πεπαίνεται βότρυς βραχὺν λίνου κύπασσιν ἐς μηρὸν μέσον ἐσταλμένος ὅταν δὲ πόντου πεδίον Αἰγαῖον
. . οἱ γλωσσογράφοι χιτῶνος εἶδός φασιν αὐτὸν εἶναι τὸν κύπασσιν , οἱ μὲν γυναικείου , οἱ δὲ ἀνδρείου .
4162595 φαεθων
Θάνατος , δεινοὶ θεοί : οὐδέ ποτ ' αὐτοὺς Ἠέλιος φαέθων ἐπιδέρκεται ἀκτίνεσσιν οὐρανὸν εἰσανιὼν οὐδ ' οὐρανόθεν καταβαίνων .
ὀκτὼ δὲ στίλβων ἀστὴρ μέγας Ἑρμάωνος , ἑπτὰ δὲ Ζεὺς φαέθων , Παφίη δ ' ἴσας λάχεν ἑπτά , τὰς
4152227 Ἑλλησποντιον
τῶν νήσων τῶν πρὸς μεσημβρίαν , τελευτᾷ δὲ εἰς τὸν Ἑλλησπόντιον πορθμὸν , ὃν περιρρυεὶς τὴν ἀξιοθέατον χερρόνησον ποιεῖ .
Ἀθήνῃσι ἐγένετο ὁ Μαρδόνιος , πέμπει ἐς Σαλαμῖνα Μουρυχίδην ἄνδρα Ἑλλησπόντιον φέροντα τοὺς αὐτοὺς λόγους τοὺς καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν
4147838 Ἀλφειον
ταύτῃ Λευκυανίας : ἐκδίδωσι μὲν οὖν καὶ οὗτος ἐς τὸν Ἀλφειόν , κάτεισι δὲ ἐκ Φολόης τοῦ ὄρους . διαβήσῃ
τὸ ζῷον . ἔνιοι δὲ ἱστορικώτερον ἀκούουσι . τὸν γὰρ Ἀλφειόν φασιν ἔρωτι ἁλόντα τῆς Ἀρτέμιδος ἐπιδιῶξαι αὐτὴν ἄχρι Σικελίας
4136976 στρεφομενης
δὲ καὶ τοῦτο , ποῖον τῶν φώτων ἐν τῇ γενέσει στρεφομένης τῆς τοῦ παντὸς φορᾶς πρῶτον ἔρχεται εἰς τὸ ὑπόγειον
. καὶ οἱ μὲν διὰ τῶν πόλων τῆς σφαίρας πάντες στρεφομένης τῆς σφαίρας ἐφαρμόζουσιν ἑαυτοῖς , οἱ δὲ λοξοὶ πάντες
4116748 αἰθερα
ἀστεροπήν , νέφος , ὄρνεον , ἄγγελον , ἰχθύν , αἰθέρα , νύκτα , θάλασσαν , ὅλην φύσιν , ἔμφρονι
Χρόνου δὴ καὶ ῥύσεως τέκνα γῆν τε καὶ ὕδωρ , αἰθέρα τε καὶ ἀέρα σὺν αὐτῷ ὑπεστήσατο : καὶ τῇ
4114692 ἀνταρκτικον
διεζῶσθαι κύκλοις , ὧν ὀνόματα εἶναι τάδε : ἀρκτικόν , ἀνταρκτικόν , θερινὸν τροπικόν , χειμερινὸν τροπικόν , ἰσημερινόν ,
δὲ τόν τε ἀρκτικὸν καὶ τὸν θερινὸν τροπικὸν καὶ τὸν ἀνταρκτικόν . ἀρκτικὸς δ ' ὁ αὐτὸς καὶ ἀεὶ φανερὸς
4101623 ὡρονομον
. ὣς δ ' αὕτως ἀτροφεῖς καὶ ὅσοις ἔπι γεινομένοισιν ὡρονόμον διέπει Φαίνων , δῦνον δέ τε κέντρον Ἄρης ,
. Ὁ δὲ Ἀνουβίων ἐν τοῖς ἐλεγείοις τάδε φησίν : ὡρονόμον δὲ μάθοις ὥρης ἄτερ ἄστρασιν ἄλλοις σκεπτόμενος Μήνην καὶ
4100713 θνατον
ὁπόθεν . ἀφ ' οὗ . οὐκ ] διὸ . θνατὸν ] ἄνθρωπον δηλονότι . διαδράσαντα . ἀπὸ τοῦ θεοῦ
Ἐσσί μοι υἱός : τόνδε δ ' ἔπειτα πόσις σπέρμα θνατὸν ματρὶ τεᾷ πελάσαις στάξεν ἥρως , ἀλλ ' ἄγε
4095506 καλεουσιν
ἐστί , Σίνων δέ μοι οὔνομα κεῖται : Αἴσιμον αὖ καλέουσιν ἐμὸν πολιὸν γενετῆρα : ἵππον δ ' Ἀργείοισι παλαίφατον
γε μὲν ἐξ ἁλὸς ἐλθεῖν νυκτὸς ἀπερχομένης : καί μιν καλέουσιν Ἀητόν . Δελφὶς δ ' οὐ μάλα πολλὸς ἐπιτρέχει
4091837 τροχον
ταῖς χοινικίσιν ἐμβαλ - λόμενα ἢ πασσαλίσκοι κωλύοντες ἐξιέναι τὸν τροχόν . ἐπίσωτρα λέγονται οἱ ἐπικείμενοι κύκλοι τοῖς τροχοῖς ,
“ συμβουλεύει γὰρ καλῶς : τὰς βασάνους παράστησον . φερέτω τροχόν : ἰδοὺ χεῖρες , τεινέτω . φερέτω καὶ μάστιγας
4089988 ἐθρεψαντο
χωρὶς οὔτις εὐδαίμων ἔφυ . ἄνδρα δὲ τὸν Κυθέρηθεν ὃν ἐθρέψαντο τιθῆναι Βάκχου καὶ λωτοῦ πιστότατον ταμίην Μοῦσαι παιδευθέντα Φιλόξενον
στυγνῶν ἀντιάσαντι κυνῶν . ἄνδρα δὲ τὸν Κυθέρηθεν , ὃν ἐθρέψαντο τιθῆναι Βάκχου καὶ λωτοῦ πιστότατον ταμίην Μοῦσαι παίδευσάν τε
4089823 γενεαλογουσιν
τὴν κυνηγίαν τούτοις καὶ αὐτὴν συνεξελθεῖν . τινὲς δʹ Ἀρισταίους γενεαλογοῦσιν , ὡς καὶ Βακχυλίδης : τὸν μὲν Καρύστου ,
τύπτουσιν , καὶ τὸν Οὐρανοῦ πατέρα : οὕτως γὰρ αὐτὸν γενεαλογοῦσιν . εἴρηται δὲ ὁ μὲν τοῦ σιδήρου ἄκμων παρὰ
4089526 μιμητην
' ὅτῳ παρὰ τοῦ θεοῦ τὸ σκῆπτρον καὶ ὃς ἐκείνου μιμητὴν αὑτὸν πεποίηκεν , οὗτος ταῦτα μαρτυρεῖ προσέχων τε τοῖς
δὲ ἐν ηʹ ζῴων ἱστορίας τὸν ὦτόν φησι κόβαλον καὶ μιμητὴν ὄντα ἀντορχούμενον ἁλίσκεσθαι . Κοινὸν γραμματεῖον καὶ ληξιαρχικόν :
4087506 Πυλιον
φαντασίαν , καὶ εἴ που νεανίσκον ἐξ Αἰτωλίας ἢ γέροντα Πύλιον ὑποκρίνοιτο ἤ τινα ὅλως τῶν Ἀχαιῶν καὶ οἷς ἐπολέμουν
αὐτῷ πρὸς τὴν αἵρεσιν τῆς Ἰλίου , γέροντα δὲ ἀσθενῆ Πύλιον , μόλις ἐκταμόντα ἐν τῷ θορύβῳ τῆς μάχης τὰς
4084079 ἐρευνᾳ
καὶ οὐκ ἐν ἔθει , ἀλλὰ τὸν ἐνδεδυκότα αὐτοῖς νοῦν ἐρευνᾷ καὶ μικρᾶς ἐνδοθείσης ἀρχῆς δεῖται ἐλάχιστα ἑρμηνέως . τὸ
ἐξ αὐτῶν γεννώμενα δι ' ὅλου σκαλεύει καὶ τὰ κεκρυμμένα ἐρευνᾷ . Ψιλοῦσθαι καὶ πιττοῦσθαι βλάβας καὶ ζημίας σημαίνει .
4081404 Ἀκμονα
Παιονίας . οἱ πολῖται Δόβηρες . Δοίαντος πεδίον Φρυγίας . Ἄκμονα γὰρ καὶ Δοίαντά φασιν ἀδελφούς , ἀφ ' ὧν
, ὧν Κέλμιν ὀνομάζουσί τινα καὶ Δαμναμενέα καὶ Ἡρακλέα καὶ Ἄκμονα : καὶ οἱ μὲν ἐπιχωρίους τῆς Ἴδης οἱ δὲ
4080008 γαλαξιαν
δῆμον δ ' ὀνείρων , ὥς φησιν ἐκεῖνος , τὸν γαλαξίαν . Καὶ γὰρ τὸν Πυθαγόραν δι ' ἀπορρήτων Ἅιδην
. . . . . . Ὁ δὲ μόνον τὸν γαλαξίαν ἐκ τῶν ψυχῶν συμπληροῖ τῶν ἐντεῦθεν εἰς οὐρανὸν ἀναβεβηκυιῶν
4079510 δρομον
τῇ Παρθενόπῃ καὶ δρόμον ποιῆσαι λαμπάδος ὅνπερ λαμπαδικὸν ἀγῶνα καὶ δρόμον οἱ Νεαπολῖται * ἐτησίως * ἐτέλουν . Μοψοπία δὲ
τοῦ “ διανοοῦμαι καὶ περιεργάζομαι τὸν ἥλιον καὶ τὸν τούτου δρόμον ” . ἔγκειται δὲ ἅμα καὶ τὸ τοῖς πολλοῖς
4073343 Ἀποδεξαμενος
, μέγιστε βασιλεῦ , θεοῦ σοι στέφανον δικαιοσύνης δεδωκότος . Ἀποδεξάμενος δὲ αὐτὸν μετὰ φωνῆς ἐπὶ τὸν ἐχόμενον ἐπιβλέψας εἶπε
σε , βασιλεῦ , διότι φιλαλήθης ὁ θεός ἐστιν . Ἀποδεξάμενος δὲ εὖ μάλα καὶ τοῦτον ἐπὶ τὸν ἕτερον ἐπιβλέψας
4069771 δημιουργον
τὸν αὐτὸν λόγον μάλιστά ἐστιν ὁ πρῶτος θεὸς πρὸς τὸν δημιουργόν . Ὁ μέν γε ὢν σπέρμα πάσης ψυχῆς σπείρει
καὶ λαβόντες ἀθάνατον ἀρχὴν θνητοῦ ζῴου , μιμούμενοι τὸν σφέτερον δημιουργόν , πυρὸς καὶ γῆς ὕδατός τε καὶ ἀέρος ἀπὸ
4063289 συνοχον
ἐν τοῖς ἀγγείοις καὶ ἔστιν ἀσαπὲς ποιεῖ πληθώραν , ἢ σύνοχον τὸν ἐπὶ ζέσει : εἰ δέ γε σαπῇ ,
πληθώραν : εἰ [ δέ γε σαπῇ , ποιήσει ] σύνοχον τὸν ἐπὶ σήψει : εἰ δὲ καὶ ἑνὶ μορίῳ
4058181 ἀστρολογος
πεφιλιππιδῶσθαί φασιν ἔλεγον . μάρτυς Ἄλεξις . Οἰνοπίδης ὁ Χῖος ἀστρολόγος ἀνέθηκεν ἐν Ὀλυμπίοις τὸ χαλκοῦν γραμματεῖον , ἐγγράψας ἐν
ὁ Θεόδωρος ; Οὐδὲ γεωμέτρης , ἔφη . Ἀλλὰ μὴ ἀστρολόγος , ἔφη , βούλει γενέσθαι ; ὡς δὲ καὶ
4057686 Παρες
ὁ διδάσκαλος . Ἅμα δ ' ἠπίαλος πυρετοῦ πρόδρομος . Πάρες , ὤ , κατέτριβεν ἱμάτια κἄπειτά πως Φῷδας τοσαύτας
κεῖσθαι . τοσούτῳ κρείττων ἦν τεθνεὼς Περικλῆς ἐκείνου ζῶντος . Πάρες οὖν τοῖς συκοφάνταις ταῦτα , αὐτὸς δὲ πάλιν σαυτοῦ
4051171 Ζηνα
, καὶ φάτις πολλὴ κρατεῖ . μὴ καὶ λόγος τις Ζῆνα μειχθῆναι βροτῷ ; κἄκρυπτά γ ' Ἥρας ταῦτα τἀμπαλάγματ
ἐν δὲ Αἰγυπτίοις τὸν Πλούτωνα καλεῖ τὸν ἄγραῖον τὸν πολυξενώτατον Ζῆνα τῶν κεκμηκότων . . . . ἐπὶ Ἀρχεδημίδου ?
4049252 διοικητην
λέγε . βούλομαι δὲ προστάτην σε πραγμάτων Ἑλληνικῶν [ καὶ διοικητὴν στρατοπέδων [ ! ! ! ] ελε ? [
Παυσανίου δολοφονηθῆναί φασιν αὐτόν . τὸν δέ οἱ τῶν χρημάτων διοικητὴν φυγόντα ἐς Ῥόδον Φιλόξενος Μακεδὼν συνέλαβεν , ὃς καὶ
4046486 Πεπαρηθιον
, ὡς ἔφη Ἀντίγονος ὁ Καρύστιος . Διοκλῆ τε τὸν Πεπαρήθιόν φησι Δημήτριος ὁ Σκήψιος μέχρι τέλους ψυχρὸν ὕδωρ πεπωκέναι
Σκήψιος ἐν τρωικῷ διακόσμῳ . . . : Διοκλῆ τὸν Πεπαρήθιόν φησι Δημήτριος ὁ Σκήψιος μέχρι τέλους ψυχρὸν ὕδωρ πεπωκέναι
4039417 ἀγηρων
ὧν αἱ ἀσθένειαι , τὰς δ ' ὑπεικούσας ἄνοσον καὶ ἀγήρων αὐτὸν διαφυλάττειν , αὐταρκέστατόν τε αὐτὸν αὑτῷ καὶ ἀνεπιδεᾶ
μάκαρ ὀλβία τε κείνων γενεὰ ? [ ] βροτῶν , ἀγήρων ἀμίαντον ἃ κτίσῃ ναὸν [ ἄνακτι ] ? ?
4039216 Φαινοντα
σημεῖον : βραδὺς γὰρ ὁ θεός : ἔνθεν καὶ Βαβυλώνιοι Φαίνοντα αὐτὸν προσηγόρευσαν , ἐπεὶ πάντα τῷ χρόνῳ φανερὰ γίνεται
ἐν β ἔτεσι καὶ Ϛ μησίν . Ὑπὸ δὲ τὸν Φαίνοντα κατώτερον αὐτοῦ φέρεται Φαέθων , ὁ τοῦ Διὸς προσαγορευόμενος
4038415 κεγχριαν
ἕρπητα συνιστάμενον , ὑπὸ θατέρου δὲ τὸν ἕτερον , ὃν κεγχρίαν ἔνιοι τῶν μεθ ' Ἱπποκράτην τοὔνομα ἔθεντο , διότι
δὲ τὸν Ὀριβάϲιον φλέγματοϲ ἐπιμιξία μετὰ τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ τὸν κεγχρίαν ἕρπητα ποιεῖ . κενώϲωμεν οὖν τὸ ϲῶμα πᾶν διὰ
4037819 διπηχυν
ἀμπέλου πολλάκις δυεῖν ἀνδρῶν ὀργυιαῖς περιληπτόν , τὸν δὲ βότρυν δίπηχυν . παραπλησίαν δὲ λέγουσι καὶ τὴν Ἀρίαν , εὐοινίᾳ
γραφῇ καὶ ἔργῳ , μέγαθος ὅσον τε πάντῃ πηχυαῖον ἢ δίπηχυν , δεικνὺς δὲ ἑκάστῳ τῶν συμποτέων λέγει : Ἐς
4036562 Ἀγετω
, καὶ πυρὰ καιόμενα νύκτωρ ἐπύρσευσεν τὴν ἐγγὺς στρατοπεδείαν . Ἀγέτω δὲ τὰς δυνάμεις , μὴ μέλλων μὲν ἐκ -
δημοσίᾳ κηλὶς ἢ ἰδίου μολύσματος ἑκάστῳ σύνεστιν , ἀποδιοπομπούμενος . Ἀγέτω δὲ τὸ στράτευμα πᾶν ἐν τάξει , κἂν μήπω
4036260 Κυκνον
, ὅτι Λιγύων τῶν Ἠριδανοῦ πέραν ὑπὲρ γῆς τῆς Κελτικῆς Κύκνον ἄνδρα μουσικὸν γενέσθαι βασιλέα φασί , τελευτήσαντα δὲ Ἀπόλλωνος
τῆς Ἀλκμήνης Ἡρακλῆς , καὶ ὁ ἔνδοξος Ἰόλαος σκυλεύσαντες τὸν Κύκνον , ἤγουν ἀποδύσαντες αὐτὸν τὰ καλὰ ὅπλα , ἐπορεύοντο
4034024 ἐξεπαιδευσε
πέλας , Αἰγύπτιον Τρίτωνος ἕλκοντες ποτόν . ἃς δὴ Πρόβλαστος ἐξεπαίδευσε θρασὺς μυληφάτου χιλοῖο δαιδαλευτρίας , ἕρπιν τε ῥέζειν ἠδ
τῆς διανοίας αὔξεται ῥῶσις . Τίνα τοίνυν παρεισελθὼν ὁ νοῦς ἐξεπαίδευσε τὸν Τηλέμαχον , οὐ θεᾶς παρακαθημένης καὶ ταῦθ '
4028646 συμπαιζοντα
ἀρτιάζειν ἐστὶ τὸ δραξάμενον ἀστραγάλων ἤ τινων ἄλλων ἐξετάζειν τὸν συμπαίζοντα πότερον ἀρτίους ἢ περισσοὺς κατέχει , ὡς καὶ Ἀριστοφάνης
, τοξαλκῆ , πτερόεντα , πυρίδρομον , εὔδρομον ὁρμῆι , συμπαίζοντα θεοῖς ἠδὲ θνητοῖς ἀνθρώποις , εὐπάλαμον , διφυῆ ,
4025415 Εὐθυδικον
συλλογιμαίους τινὰς ἀνθρώπους κομίζων , ἐν δὲ τούτοις εἶναι τὸν Εὐθύδικον καὶ μετ ' αὐτοῦ Δάμωνα , Χαλκιδέα καὶ τοῦτον
, ἑταῖρον αὐτοῦ : ἡλικιώτας δὲ εἶναι , τὸν μὲν Εὐθύδικον ἐρρωμένον καὶ καρτερόν , τὸν δὲ Δάμωνα ὕπωχρον καὶ

Back