| τριάκοντα ἡμερῶν τὰς δύο ἀρχὰς τοῦ ἄξονος δύνασθαι διανύσαι τὸν ἄκμονα . ἀπὸ ἀνατολῶν δὲ ἐπὶ δυσμὰς στρέφεται ὁ οὐρανός | ||
| κόσμου ὀνόματος ἑξακόσιά ἐστιν . ἐκάλουν δὲ αὐτὴν ὑγείαν καὶ ἄκμονα τὴν οἷον ἀκάματον , ὅτι εὐλόγως τὰ τῶν κοσμικῶν |
| , πελέκας , σκέπαρνον , πριόνιν , ὄρυγας δύο , σφῦραν , πτυάρια δύο , κόφινον , κιλίκιν , φαλκίδιν | ||
| τοὺς ἀνέμους εὕρισκε ἐόντας , τὸν δὲ ἄκμονα καὶ τὴν σφῦραν τόν τε τύπον καὶ τὸν ἀντίτυπον , τὸν δὲ |
| σώματα ἀποτελεῖται . καθάπερ οὖν τὰ ξηρὰ ξύλα πρὸς τὰς καμπάς ἐστιν οὐκ ἐπιτήδεια , τὰ δ ' ὑγρὰ καὶ | ||
| τινα τρέπεται καὶ συμπεριάγεται συμμεταφερόμενα ταῖς κλίσεσι πρὸς τὰς ἐκείνου καμπάς , τὰ δὲ καὶ σχίζεται πρὸς τὴν σελήνην καὶ |
| τὸν Ἀτλάντειον τηροῦσι πόλον σὲ τὸν αὐτοφυῆ , τὸν ἐν αἰθερίῳ ῥύμβῳ πάντων φύσιν ἐμπλέξανθ ' , ὃν πέρι μὲν | ||
| χθόνιον χάσμ ' εὐφήμως προχέωμεν σὲ τὸν αὐτοφυᾶ τὸν ἐν αἰθερίῳ ῥύμβῳ πάντων φύσιν ἐμπλέξανθ ' , ὃν πέρι μὲν |
| ταῖς χοινικίσιν ἐμβαλ - λόμενα ἢ πασσαλίσκοι κωλύοντες ἐξιέναι τὸν τροχόν . ἐπίσωτρα λέγονται οἱ ἐπικείμενοι κύκλοι τοῖς τροχοῖς , | ||
| “ συμβουλεύει γὰρ καλῶς : τὰς βασάνους παράστησον . φερέτω τροχόν : ἰδοὺ χεῖρες , τεινέτω . φερέτω καὶ μάστιγας |
| ὠμούς . Εἰσιδέειν : ἰδεῖν . Σπαθίην : στενήν . κτένα : μέλη . Πάσσονες : μείζονες . Ἐρωήν : | ||
| τοῦ βάρεος ἐπελαφρίσαι καὶ τὰ περὶ τὸ ἦτρον καὶ τὸν κτένα ἐπικεχαλασμένα ἢ ἐξῳδηκότα ἰήσαιτο . τὰς δ ' ἀκροχορδόνας |
| , ῥοιζήτωρ , πυρόεις , φαιδρωπέ , διφρευτά , ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων , εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν , ζαμενὴς | ||
| κονίῃσι δεδουπότες ἐξεχέοντο . Ὡς δ ' ὅτ ' ἐπιβρίσαντος ἀπειρεσίου ποταμοῖο ὄχθαι ἀποτμήγονται ἐπὶ ψαμαθώδεϊ χώρῳ μυρίαι ἀμφοτέρωθεν , |
| τὸ μὴ συμμιγνύναι μηδὲ σκεδαννύναι ταύτην ἀλλὰ τοσούτῳ βαθύτερον τὸν γύρον ἢ τὴν τάφρον ὀρύξαντα τόν τε τρόχμαλον ὑποστρωννύναι καὶ | ||
| θάλλουσα , οἷον τικτομένη καὶ αὐξομένη . * δρόμον : γύρον * πρῶτα : κατ ' ἀρχάς * κυισκομένη : |
| ἐν τοῖς βαλανείοις οὐ τίθεται λουτήρια . ξανθοῖς τε μύροις χρῶτα λιπαίνων , χλανίδας θ ' ἕλκων , βλαύτας σύρων | ||
| ὀσμὴν τῶν δὲ διαπασμάτων εἰς τὴν στρωμνὴν ὅπως πρὸς τὸν χρῶτα προσπίπτῃ : καὶ γὰρ ἅπτεται μᾶλλον καὶ ἐμμονώτερον τοῦτο |
| ταῖς ἀφύαις συναλίσκεται : εἴη δ ' ἂν κατὰ τὸν κοχλίαν τὸν γυμνὸν τὸ εἶδος . Γὺψ νεκρῷ πολέμιος . | ||
| ἥλους καὶ λαβὼν τοσούτους μύρμηκας δῆσον ἐν λίνῳ πανίῳ καὶ κοχλίαν ἕνα μετ ' αὐτῶν καὶ καύσας αὐτοὺς λείωσον σὺν |
| ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον , τὸ δὲ ἐντανύσας διὰ | ||
| . Πνέον ] Ἔπεμπον , ἀπεφύσων . Ὀρθὰς δ ' αὔλακας ] * Τὸ ὀρθὰς αὔλακας πρὸς τὸ ἤλαυνε συναπτέον |
| ' ἐμμενὲς εὖ ἐπαρηρὼς ποσσὶν ἐπιθλίβει μέγα θηρίον ἀμφοτέροισιν , Σκορπίον , ὀφθαλμοῖς τε καὶ ἐν θώρηκι βεβηκὼς ὀρθός . | ||
| ἢ κιρσούς . Τὸ δ ' ἐφεξῆς τούτῳ δωδεκατημόριον ὠνόμασαν Σκορπίον καὶ τούτου τὴν κυρείαν τῶν αἰδοίων ἀνέθεσαν , ἔστι |
| ὀφειλομένην Ἀφροδίτηι , ἣ Χαρίτων γλυκύμορφον ἐρωτοτόκων ἀπὸ κήπων δρεψαμένη λειμῶνα χελιδονίου ῥοδεῶνος κάλλος ἑὸν φαίδρυνε ῥόδων εὐώδεϊ χαίτηι : | ||
| δηλοῖ τὸ φυτόν , ὀξυτόνως δὲ τὸν τόπον : ἀσφοδελὸν λειμῶνα . ἁπλότης μωρίας διαφέρει . ἁπλότης μὲν γάρ ἐστι |
| παλάμην ἐτίταινε φέρων χθονὶ νύμφιον ὕδωρ , πυκνὸν ἀκοντίζων αὐτόσσυτον ὄμβρον ἐρώτων , καὶ νεφέλης ἔπλησε μελανστέρνοιο καλύπτρην . ἣ | ||
| ὡς δ ' οὔ μοι μέλει ἄκουσον : ὅταν ἄνωθεν ὄμβρον ἐκχέηι , ἐν τῆιδε πέτραι στέγν ' ἔχων σκηνώματα |
| τῶν ὅλων μέση , περὶ τὸν διὰ παντὸς τεταμένον σφιγγομένη πόλον , ἡμέρας φύλαξ καὶ νυκτός , πρεσβυτάτη τῶν ἐντὸς | ||
| τὴν ἐνέργειαν , τὰ δὲ ἐπέκεινα πρὸς αὐτὸν τὸν βόρειον πόλον ἔτι λύει καὶ θάλπει καὶ ἀνορθοῖ πρὸς ἀναθυμίασιν , |
| ἤγουν αἱ σύριγγες , ὅ ἐστιν ὀπαὶ , ἃς καὶ πλήμνας φασὶν , ἤγουν τὰ μέσα τῶν εἰρημένων συρίγγων , | ||
| καὶ πλάνητες πυρετοὶ λέγονται οἱ μὴ κατὰ τάξιν φοιτῶντες . πλήμνας : τὰς χοινικίδας τοῦ τροχοῦ , δι ' ὧν |
| γνώμης , ἐγὼ δύστηνος ἐξαποφθερῶ : τὸν γὰρ βαλόντ ' ἄτρακτον οἶδα καὶ θεόν , Χείρωνα πημήναντα , χὦνπερ ἂν | ||
| τοῦ πόλου διήκοντα οἷον κίονα , ἑτέραν δὲ ἠλακάτην καὶ ἄτρακτον , τοὺς δέ τινας περὶ τοῦτον κοίλους ἐν ἀλλήλοις |
| καὶ αἰξὶ καὶ προβάτοις . τούτῳ δὴ ἕπεται τὸ ἔχειν ἐχῖνον ἢ τὸ μὴ ἀμφόδουν εἶναι . εἰ οὖν τις | ||
| εἰς τὸ στόμα σὺν τῷ κελύφει βρύκειν τοῖς ὀδοῦσι τὸν ἐχῖνον . δυσχρηστούμενον οὖν τῇ βρώσει καὶ οὐ συνιέντα τὴν |
| ἂν ὠξ Ἐφύρας κτίσσε ποτ ' Ἀρχίας , νάσω Τρινακρίας μύελον , ἄνδρων δοκίμων πόλιν . νῦν μὰν οἶκον ἔχοις | ||
| μένει . τῷ δ ' ὀ πόθος καὶ τὸν ἔσω μύελον ἐσθίει ὀμμιμνασκομένῳ , πόλλα δ ' ὄραι νύκτος ἐνύπνια |
| ἀποτομὰς καὶ ζώνας , κατὰ δέ τινα καιρὸν ἐκπίπτειν τὸν δίσκον εἴς τινα ἀποτομὴν τῆς γῆς οὐκ οἰκουμένης ὑφ ' | ||
| εἰργάσατο : ἐγὼ μὲν ἀνέρριψα , ὥσπερ εἰώθειμεν , τὸν δίσκον εἰς τὸ ἄνω , ὁ δὲ ἀπὸ τοῦ Ταϋγέτου |
| τῷ τόπῳ ἀνίσταται τὸ κῦμα , καὶ μάλιστα περὶ τὸν λίβα , ὁπόταν ἐπιλάβῃ καὶ τοῦ νότου : κατ ' | ||
| ὅμοιον καὶ τὸ ἀνιηρέστερον καὶ παρ ' Αἰσχύλῳ τὸ ἀφθονέστερον λίβα . καὶ Ἐπίχαρμος δὲ εὐωνέστερον ἔφη . καὶ Ὑπερίδης |
| Νείλου μὲν αἵδε καλλιπάρθενοι ῥοαί , λευκῆς τακείσης χιόνος ὑγραίνει γύην . καὶ Αἰσχύλος δὲ καὶ Σοφοκλῆς ὑπέλαβον τοὺς ὑπὲρ | ||
| αἵδε καλλιπάρθενοι ῥοαί . . . λευκῆς τακείσης χιόνος ὑγραίνει γύην . καὶ Αἰσχύλος δὲ καὶ Σοφοκλῆς ὑπέλαβον τοὺς ὑπὸ |
| Κρόνου καὶ τῷ τοῦ Διός . Τῶν δὲ περὶ τὸν Ὑδροχόον οἱ μὲν ἐν τοῖς ὤμοις ὁμοίως διατιθέασι τῷ τε | ||
| ἀλλ ' ἔτι ταύτης αἱ κατὰ τοὺς Διδύμους καὶ τὸν Ὑδροχόον περιγειότεραι καὶ ἀλλήλαις ἔγγιστα ἴσαι , δῆλον , ὅτι |
| Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα , ἀλγήματα γαστρὸς κατὰ σπλῆνα καὶ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν ξυνέφερον : | ||
| Περὶ δὲ τὰς πεντεκαίδεκα γαστρὸς ἄλγημα κατὰ σπλῆνα καὶ κατὰ κενεῶνα ἀριστερόν : θερμῶν προσθέσιες ἧσσον ἢ ψυχρῶν προσωφέλεον : |
| ἀδικημάτων κἂν ἐπιμήκιστα ὄντα ἀνυπαίτια καὶ καθαρά , τὸ συνειδὸς βαρὺν κατήγορον οὐκ ἔχοντα , τὰ δὲ ἑκούσια , κἂν | ||
| ἐκολάκευσεν ὁρμάς : οἱ δὲ δημοτικοὶ δυσανασχετοῦντες ἐπὶ τοῖς ὀνειδισμοῖς βαρὺν καὶ πικρὸν καὶ πολεμίων ἁπάντων ἔχθιστον αὐτὸν ἀπεκάλουν . |
| Δίκα καὶ ὁμότˈροφος Εἰρήνα , τάμι ' ἀνδράσι πλούτου , χρύσεαι παῖδες εὐβούλου Θέμιτος : ἐθέλοντι δ ' ἀλέξειν Ὕβριν | ||
| μὲν τοῖχοι χάλκεαί [ θ ' ὑπὸ κίονες ἕστασαν , χρύσεαι δ ' ἓξ ὑπὲρ αἰετοῦ ἄειδον Κηληδόνες . ἀλλά |
| τὰς αἰτίας ἐπήνεγκα , ἐκάστῳ βοήθειαν καὶ φυλακὴν καὶ ἀσφάλειαν προσαρμόσας , καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εὐπόριστα , ἐλαφρὰ | ||
| πόδα διεστώσας ἐνέτεινε χορδαῖς , ὑπερθεὶς ἑκάστῃ πῆχυν καὶ κάτω προσαρμόσας χορδοτόνια , καὶ τὸν ἐπάνω κόσμον κοινὸν τοῦ λέβητος |
| πελάσαντα , πάλλεται ὀρχηστῆρι πανείκελος , ὄφρα ἑ πόντου προπροκυλινδόμενον σπιλάδων ἄπο χεῦμα σαώσῃ . Οἱ δὲ καὶ ἐν πέτρῃσι | ||
| σακὸς δ ' εὐίερος περιδέδρομεν , ἀέναον δέ ῥεῖθρον ἀπὸ σπιλάδων πάντοσε τηλεθάει δάφναις καὶ μύρτοισι καὶ εὐώδει κυπαρίσσῳ , |
| ἑξήκοντα ψήφοις . πόπανα : πλακούντια πλατέα καὶ λεπτὰ καὶ περιφερῆ . πρεσβύτερος Κόδρου : παροιμία ἐπὶ τῶν πάνυ παλαιῶν | ||
| αὐτοῦ ἱστορεῖ οὕτως : πόα θαμνοειδής , ὀλίγα φύλλα ἔχουσα περιφερῆ , μείζονα ἡδυόσμου , μέλανα , λιπαρά , ἐγγίζοντα |
| τέτρηνε τένοντε ἐς σφυρὸν ἐκ πτέρνης , βοέους δ ' ἐξῆπτεν ἱμάντας , ἐκ δίφροιο δ ' ἔδησε : κάρη | ||
| τὸ σημαῖνον τὸ δεσμῶ , οἷον : βοέους δ ' ἐξῆπτεν ἱμάντας . τὸ δὲ σημαῖνον τοῦ τροχοῦ τὸ ξύλον |
| μοῦνος ἀφ ' ἕλκεα νίψεν Ἄδωνιν . Τὸν δ ' ἐκάλυψε θάλασσα λιλαιόμενον βιότοιο , καί οἱ πήχεες ἄκρον ὑπερφαίνοντο | ||
| Σικυώνιος γραφεὺς Σημάνθης τὴν ἐν Αὐλίδι γράφων σφαγὴν τῆς Ἰφιγενείας ἐκάλυψε τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅπερ καὶ Αἰσχύλος μιμησάμενος τήν τε |
| . ὁδὲ Πὰν τραγοπρόσωπός ἐστι . σέβονται οὖν οὕτω τὸν Μένδητα τοῦτον , ἤτοι τὸν Πᾶνα , ὥστε μήδε γεύεσθαι | ||
| διὰ τὸ κατωφερῆ εἶναι τὸν τράγον , ὃν καλοῦσιν Αἰγύπτιοι Μένδητα . Ἡ δὲ περὶ τὸν Πρίαπόν ἐστιν αὕτη . |
| τῶν ἁμαρτανόντων κολαστήρια , ὡς στρατηγοῖς καὶ ἡγεμόσι ὕστριχας ἢ σίδηρον : οὗ χάριν , ἠρεμοῦντα τὸν ἄλλον χρόνον ἀνερεθίζεσθαι | ||
| Μαγνῆτίς ἐστιν , ἀγνοῶ : εἰ δὲ ἴδω ταύτην ἕλκουσαν σίδηρον , εὐθὺς γινώσκω ἀπὸ τοῦ καθόλου ταύτην εἶναι Μαγνῆτιν |
| πρὸς κράτημα τῆς εὐθείας , ἅμα δὲ συναπευθύνουσαν τὸν διαστραφέντα μυκτῆρα , μετὰ δὲ ταύτην ἄλλην συντελέσας περιείλησιν , τὸ | ||
| ἐστι : μαζοὶ δὲ αὐτῷ πρὸς ταῖς μασχάλαις εἰσί : μυκτῆρα δὲ κέκτηται χειρὸς παγχρηστότερον καὶ γλῶτταν βραχεῖαν : χολὴν |
| μάλιστ ' ἀηδὼν χλωραῖς ὑπὸ βάσσαις , τὸν οἰνῶπα νέμουσα κισσὸν καὶ τὰν ἄβατον θεοῦ φυλλάδα μυριόκαρπον ἀνήλιον ἀνήνεμόν τε | ||
| κιμωλίαν τὸ ἴσον μετὰ χυλοῦ ἀγριοσύκης χρῖε . ἄλλο . κισσὸν καὶ καλαμίνθην καὶ ἅλας συνεψήσας ὕδατι καλῶς νίπτε τοὺς |
| , καὶ πελαργὸς καὶ κρὲξ πρὸς αἴθυιαν καὶ ἅρπη καὶ ἐρωδιὸς πρὸς λάρον : κορυδαλλὸς δὲ ἀκανθυλλίδι νοεῖ πολέμια , | ||
| ἐρχόμενοι κατὰ γεῖσα τινάσσονται πτερύγεσσιν : ἢ ἐπὶ κῦμα διώκει ἐρωδιὸς ὀξὺ λεληκώς . Τῶν τοι μηδὲν ἀπόβλητον πεφυλαγμένῳ ὕδωρ |
| σφραγίτιδι τὰ ὑπέρυθρα προβάλλων . Τὰ δ ' ἐρυθρὰ καὶ φοινικᾶ τοῦ χρώματος τῶν ὀπωρῶν ταῖς ἐρυθρὰ προβαλλομέναις χρώματα κεράσοις | ||
| , χρυσᾶ , καὶ κεραμεᾶ ἀπὸ τοῦ κεραμεοῦν , καὶ φοινικᾶ ἀπὸ τοῦ φοινικοῦν . . Ψ ψαθάλλειν : τὸ |
| καλοῦσιν . Λαῦραι . ῥύμαι , ἄμφοδοι . Ἔλυτρον . σκέπη , θήκη , δέρμα . Συμψήσας . συντρίψας . | ||
| τοῖς Ἀττικοῖς . Ἑρμίς . ὁ κλινόπους . Ἔλυτρον . σκέπη , δέρμα . Εἰρήν . παρὰ Λακεδαιμονίοις ἐν τῷ |
| πόλιν , οὐ πολιορκίᾳ κατὰ τὸ ἰσχυρόν , τὸν δὲ Ὄφιν ποταμὸν ἀποστρέψας σφίσιν ἐς τὸ τεῖχος ὠμῆς ᾠκοδομημένον τῆς | ||
| κατάγει μογερὸν Ὀφιοῦχον Καρκίνος ἐκ γονάτων , κατάγει δ ' Ὄφιν αὐχένος ἐγγύς . Οὐδ ' ἂν ἔτ ' Ἀρκτοφύλαξ |
| ? [ τ ' ἠδὲ ] ? τένοντας ? [ αὐχενίους καὶ ? ? ? πάντα ? ? ? διέσχισε | ||
| χαίτη , νεαλεῖς τ ' ὀρόβακχοι σίδης ὑσγινόεντος ἐπιμύοντας ὀλόσχους αὐχενίους ἵνα λεπτὰ πέριξ ἐνερεύθεται ἄνθη : ἄλλοτε δ ' |
| νεῦρα βόεια : εἶτα αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ κυκλοτερὲς μέγα τόξον ἔτεινε , Νευρὴν μὲν μαζῷ πέλασεν , τόξῳ δὲ σίδηρον | ||
| ' αἴθωνα νότον [ ] κρυμώδεά [ τ ' ἄρκτον ἔτεινε ] / λοξὸν ἀκινήτοιο [ καὶ ] ἡσύχου [ |
| ταύτῃ τάφρον μεγάλην ὀρύξαντες ἀμφορέας κεινοὺς ἐς αὐτὴν κατέθηκαν , χοῦν δὲ ἐπιφορήσαντες καὶ ὁμοιώσαντες τῷ ἄλλῳ χώρῳ ἐδέκοντο τοὺς | ||
| κτηνῶν : στερηθήσει τῆς τροφῆς σου ἧς ἤσθιες , καὶ χοῦν φάγει πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου : ἐπὶ |
| κρατεροῖο Πολίτου τυτθὸν ὑπὸ γναθμοῖο : πάγη δ ' ὑπὸ λαιμὸν ὀιστός : κάππεσε δ ' αἰγυπιῷ ἐναλίγκιος ὅν τ | ||
| τῷ ὄρει τρεφόμενον , καὶ ὄψει λαιμότομον , ἤγουν τὸν λαιμὸν τμηθεῖσαν , ἀπὸ τῶν ἐνταῦθα πεμπομένην πρὸς τὸ σκότος |
| πλέον ἡνιοχεύων . Καὶ πολυδινήτων ἐτέων αὐτόσπορος Αἰὼν ἀμφιθαλὴς μορφοῦτο περίδρομον ἐς πόλον ἄλλον , πατροπάτωρ , περίμετρος ἀλωφήτοισι κελεύθοις | ||
| ἡ περιφέρεια τοῦ σάκους . περίδρομον ] τὸ στρογγύλον . περίδρομον ] κυκλοτερές . Ξ περίδρομον ] τὸ στρογγύλον κύτος |
| τοιαῦτα παρέχεται , τὸν Ὑάκινθον καὶ τὸν τοῦ Ἀπόλλωνος ἀντεραστὴν Ζέφυρον καὶ τὴν ὑπὸ τῷ δίσκῳ τοῦ μειρακίου σφαγὴν καὶ | ||
| καὶ ἐγὼ μεταδαίσομαι ἱρῶν . ἀλλ ' Ἀχιλεὺς Βορέην ἠδὲ Ζέφυρον κελαδεινὸν ἐλθεῖν ἀρᾶται , καὶ ὑπίσχεται ἱερὰ καλά , |
| Ἄρκτου , καὶ τοῦ Καρκίνου τὸ μέσον , καὶ τὸν αὐχένα τοῦ Ὕδρου , καὶ τῆς Ἀργοῦς τὸ μεταξὺ τῆς | ||
| Χρομίον τε . ὡς δὲ λέων ἐν βουσὶ θορὼν ἐξ αὐχένα ἄξῃ πόρτιος ἠὲ βοὸς ξύλοχον κάτα βοσκομενάων , ὣς |
| . ἔμαθον ] οἱ Πέρσαι . εὐρυπόροιο ] † τῆς πλατείας . θαλάσσας ] η . πολιαινομένας ] η . | ||
| ἕλκεσθαι αὐτὰς εἰς γῆν παρατριβομένας : εἶναι δὲ ἄλλας ὄϊς πλατείας ἐχούσας οὐρὰς καὶ ἐς πῆχυν . Ὁ δὲ κριὸς |
| τὰ μὲν ἄλλα τὸν Φθιώτην ἀποδεχομένου , δύσκολον δὲ καὶ τραχὺν ὀνομάζοντος τεκμηρίῳ χρωμένου τῇ κατὰ τῶν Ἑλλήνων ὑπὲρ τῆς | ||
| καὶ τῷ γεγωνιωμένα τυγχάνειν , γνωϲτέον μὲν αὐτὰ τῷ τε τραχὺν καὶ ἀνώμαλον ὑποπίπτειν τὸν ὄγκον καὶ τῷ μὴ πάντωϲ |
| τὸ πῦρ προτεῖνον , τουτέστι τὸ πυρῶδες , λέγω τὸν κεραυνὸν τὸν καυστικόν , τὸν ἀρηρότα , ἤγουν τὸν ἁρμόζοντα | ||
| Ἀργείοισιν ὄρινον . Ὣς εἰπὼν στεροπήν τε θοὴν ὀλοόν τε κεραυνὸν καὶ βροντὴν στονόεσσαν ἀταρβέος ἀγχόθι κούρης θήκατο : τῆς |
| γὰρ Διὶ συναιρετιστῇ ὄντι καὶ τριγώνου συμπάθειαν κεκτημένῳ διὰ τὸν Τοξότην ὁ Ἥλιος τὴν ἡμίσειαν τῶν ρκʹ ἐτῶν ἐμέρισε καὶ | ||
| δόξει κινεῖσθαι περὶ τοὺς Διδύμους , βραδύτατα δὲ περὶ τὸν Τοξότην : φαίνεται δὲ τοὐναντίον : οὐκ ἄρα , τοῦ |
| ὁ δ ' Ἀλφειὸς παραλαβὼν τόν τε Λάδωνα καὶ τὸν Ἐρύμανθον καὶ ἄλλους ἀσημοτέρους διὰ τῆς Φρίξης καὶ τῆς Πισάτιδος | ||
| καθεστήκεσαν ἀνέχοντες κατὰ τάδε . διαβάντων [ δὲ ] ποταμὸν Ἐρύμανθον κατὰ τὴν Σαύρου καλουμένην δειράδα τοῦ Σαύρου τε μνῆμα |
| τρίτωι τῶν Τρωικῶν : πλῆθος δὴ νεκρῶν ἐσωρεύθη κατὰ τὸν ῥοῦν : εἶτα ἀνακοπτομένου τοῦ ῥεύματος διὰ τὸ ἀποπεφράχθαι τὸν | ||
| λευκὴν ἔχουϲα ῥίζαν νυμφαία ϲφοδροτέραϲ ἐϲτὶ δυνάμεωϲ , ὥϲτε καὶ ῥοῦν γυναικεῖον ἰᾶϲθαι . πίνεται δὲ καὶ αὕτη καὶ ἡ |
| χρυσίζον ἀνθύλλιον ἔχοντα : ἔξωθεν δὲ περίκεινται κυκλοτερῶς λευκὰ ἢ μήλινα ἢ πορφυρᾶ . συλλέγεται δ ' ἔαρος . Ἀνθυλλὶς | ||
| κλωσὶ μεῖζον , φρυγανωδέστερόν τε καὶ πεφοινιγμένον : ἄνθη δὲ μήλινα φέρει καὶ καρπὸν ὑπερικῷ ὅμοιον , ὄζοντα ῥητίνης καὶ |
| , ἀλλά τινες αὐτῶν καὶ τὰ Ἑλλήνων ηὖξον περὶ τὸν Παρνησσὸν κατειλημένοι , καὶ ἐνθεῦτεν ὁρμώμενοι ἔφερόν τε καὶ ἦγον | ||
| μὲν κυανοῦ , τοτὲ δ ' ἄνθεσιν εἴσατο χαλκοῦ . Παρνησσὸν νιφόεντα θοοῖς διὰ ποσσὶ περήσας ἵκετο Κασταλίης Ἀχελωΐδος ἄμβροτον |
| ῥαγῇ τῶν φλεβίων τῶν λεπτῶν , τῶν κατακρεμαμένων ἐς τὸν πλεύμονα , ἢ τῶν συρίγγων τῶν διὰ τοῦ πλεύμονος τεταμένων | ||
| : εἰ δὲ ἔλθοι τι τούτων τῶν φαρμάκων ἐς τὸν πλεύμονα , δοκέει ἄν μοί τι μέγα ποιῆσαι κακόν : |
| καὶ τῆς εὐωχίας σχήσει εἰς τὸ μὴ πρόρριζον ἀιστῶσαι τὸν στάχυν κείροντα ἐν ὀδόντι καὶ λαφυστίαις καὶ τρωκτικαῖς σιαγόσι . | ||
| ἐν τῷ καλάμῳ τροφὴν αὐτὸς ἢ ὥστε ὅλον ἐξαπολλύναι τὸν στάχυν ἢ κατὰ θάτερον μέρος . Ταῦτα μὲν οὖν καὶ |
| χρόνον βιοτεύσει . Ἅλιε καὶ φάος ἁμέρας οὐράνιαί τε δῖναι νεφέλας δρομαίου . ὁρᾶι σε κἀμέ , δύο κακῶς πεπραγότας | ||
| ἀργοὺς μὲν ὄντας πάντων τῶν ἄλλων , περὶ δὲ τὰς νεφέλας ἐπτοημένας . γνώμην ] συλλογιστικήν , νόησιν . διάλεξιν |
| μέλανοϲ καθιεμένη ἐν δύο που ἢ τριϲὶν ἡμέραιϲ ἀφίϲτηϲι τὸν τύλον . κείϲθωϲαν δὲ ἐν τῇ τρίτῃ τάξει τῶν θερμαινόντων | ||
| φησιν , ἔκαμον τὸν ὦμον βαστάζων , ἴστω Ἡρακλῆς . τύλον δὲ ἀρσενικῶς καὶ τύλαν θηλυκῶς ἔλεγον τοῦ ὤμου τὸ |
| κόγχῳ Ἑλλήνων ἡ πᾶς ' ἀπερισσοτρύφητος ὀϊζύς . ἠὲ βαρὺν βουπλῆγα τομώτερον ἢ Λυκόοργος , ὅς ῥα Διωνύσου ἀρρυθμοπότας ἐπέκοπτεν | ||
| καὶ ἠνέσχετο ὁ Ζεύς . λαβὼν οὖν ὁ Ἥφαιστος τὸν βουπλῆγα , τέμνει τὴν κεφαλὴν τοῦ Διός . καὶ ἐξέρχεται |
| ἐμπεπρησμέναις καὶ τεφρωθείσαις , ὁπότε ἀνθ ' ὕδατος τὰς κεραυνίους φλόγας θεοῦ τὴν κατὰ ἀσεβῶν καλῶς δικάσαντος δίκην ὁ οὐρανὸς | ||
| πρὸς ἡμᾶς , ἐν αἷς ἀθροιζομένας τὰς λαμπρὰς ἀναθυμιάσεις ἀποτελεῖν φλόγας , ἃς εἶναι τὰ ἄστρα . λαμπροτάτην δὲ εἶναι |
| ἡ πλήμνη , ἔχει δὲ ἀπ ' αὐτῆς ἀνατεταμένας τὰς κνημῖδας πρὸς τὴν ἔξωθεν τῆς ἁψῖδος περιφοράν , οὕτω καὶ | ||
| δ ' ἄλλοι νευρίνοις κράνεσιν : οἱ πεζοὶ δὲ καὶ κνημῖδας ἔχουσιν , ἀκόντια δ ' ἕκαστος πλείω : τινὲς |
| ἀψύχοις δόξαις , λέγω δὲ „ βατράχοις „ , πιεσθεὶς ἦχον καὶ ψόφον ἔρημον καὶ κενὸν πραγμάτων ἀποτελούσαις , εἰπόντος | ||
| χρυσοῖ γὰρ κώδωνες περὶ τὸν ποδήρη εἰσὶν αὐτοῦ , μέλους ἦχον ἀνιέντες ἰδιάζοντα : παρ ' ἑκάτερον δὲ τούτων ἄνθεσι |
| , τετράδα καμπτομένην ἑτέρων ἔσφιγξεν ἑλίξας , δεσμῶι ἀναγκαίωι μεμερισμένα δάκτυλα βάλλων , ὅττι πολὺ σκηπτοῦχος ὑπέρτερος εἰς σθένος ἄλλων | ||
| καὶ σκαιὴν παλάμην ὑψούμενος ἄσπετος Αἰὼν παλλομένην ἐτίταινεν ἐς αἰθέρα δάκτυλα κάμπτων , φάρεος ἄκρον ἔχουσαν ἐπήορον : ἰσοπαλὴς γὰρ |
| πνέει , Ἀφροδίτην προξενεῖ , εὐώδεσι φύλλοις κομᾷ , εὐκινήτοις πετάλοις τρυφᾷ , τὸ πέταλον τῷ Ζεφύρῳ γελᾷ . ” | ||
| πρότερος ὁ λύκος αὐτὸς ἀσθενέστερος γίνεται . Λέων ἐπιβὰς πρίνου πετάλοις ναρκᾷ : φοβεῖται καὶ τὸν ἀλεκτρυόνα , καὶ τὸν |
| ἄρ ' ἔτ ' αἰθομένοισιν ἐοικότες ἀμπνείεσκον . Ἀμφὶ δὲ θώρηκος γύαλον παρεκέκλιτο πολλὸν ἄρρηκτον βριαρόν τε , τὸ χάνδανε | ||
| εὐκλεΐσας , πολλὰ διὰ στέρνοιο καὶ ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης καὶ διὰ θώρηκος πρόσθεν ἐληλάμενος . τὸν δ ' ὀλοφύρονται μὲν ὁμῶς |
| περ γάρ κε βλεῖο πονεύμενος ἠὲ τυπείης οὐκ ἂν ἐν αὐχέν ' ὄπισθε πέσοι βέλος οὐδ ' ἐνὶ νώτῳ , | ||
| ἔτνους χρὴ δεῦρο τρύβλιον φέρειν καὶ τῆς ἀθάρης . τὸν αὐχέν ' ἐκ γῆς ἀνεκὰς εἰς αὐτοὺς βλέπων . ἁλτῆρσι |
| . διπλῆ καὶ ἔκθεσις εἰς ἰάμβους δύο . Γ τὰν τύλαν : τὸν τύλον τὸν ἀπὸ τοῦ ἀχθοφορεῖν γεγενημένον . | ||
| ἀχθοφόροις ἐκ τοῦ βαστάζειν τι συνεχῶς . καὶ Τηλεκλείδης τραχήλου τύλαν εἶπεν . Γ ἴττω Ἡρακλεῖς ] συνίζησις . τὰν |
| Λῆμνον ἀλητεύοντα Ἡφαίστωι συμμῖξαι , ὃς αὐτὸν ἐλεήσας δίδωσιν αὐτῶι Κηδαλίωνα τὸν αὑτοῦ [ οἰκεῖον ] οἰκέτην , ὅπως ὁδηγῆι | ||
| εἰς Λῆμνον Ἡφαίστῳ συμμῖξαι , ὃς ἐλεήσας αὐτὸν δίδωσιν αὐτῷ Κηδαλίωνα , ἕνα τῶν θεραπόντων , ὃς δὴ ὡδήγησεν αὐτὸν |
| . Ἢν δὲ εἰλέηται , τρόπῳ τοιῷδε γίνεται μετὰ τὸν κρυμὸν τὸ πῦρ : εἰλέεται μάλιστα πονεόμενον περὶ τὴν κοιλίην | ||
| , ὅρος τῶν δυεῖν ἠπείρων , ἀνατέλλων ἐκ τῆς διὰ κρυμὸν ἀοικήτου : στεναὶ δ ' ἐκβολαὶ κατὰ τὸν καλούμενον |
| αἴσθηται ἑαυτῆς πεπλησμένης , ὑφορωμένη τοῦτο ὡς νόσον , ζητεῖ φωλεόν . ἐντεῦθέν τοι καὶ κέκληται τῇ ἄρκτῳ φωλεία τὸ | ||
| : στρωμνὴν ἐν δασεῖ κατεσκεύασεν καὶ ἔκτισεν * κοῖτον : φωλεόν * βαθεῖ : δασεῖ * ἐνεδείματο : ᾠκοδόμησεν * |
| οὐρὰν τοῦ ἐχομένου Ὄφεως , τῶν δὲ πρὸς νότον τὸν Ὠρίωνα ὅλον , καὶ τοῦ νοτίου Ἰχθύος τὸ πρὸς τὴν | ||
| ἀρχαγὸν ] κόσμεισα [ λόγυς ] , πολλὰ δ ' Ὠρίωνα [ ] μέγαν κὴ πεντείκοντ [ ' ] οὑψιβίας |
| : καὶ θριγκῶσαι τὸ ῥῆμα . ψαλίδας , πυλίδας , γεῖσα γεισώματα , γεισήποδας γεισηποδίσματα γεισηποδίζειν . στεγάζειν , ἐρέπτειν | ||
| ὡς ὗον . Καὶ ἡ νῆττα ἥμερος ὑπιοῦσα ὑπὸ τὰ γεῖσα ἀποπτερυγίζηται ὕδωρ σημαίνει , ὁμοίως δὲ καὶ κολοιοὶ καὶ |
| συνανατέλλειν . ὁ δὲ Ἄρατος ἀγνοεῖ ἐν τοῖς περὶ τὸν Ὀφιοῦχον : ἡ γὰρ ἀριστερὰ χεὶρ αὐτοῦ μόνον ταῖς Χηλαῖς | ||
| , δʹ ιγ , εʹ Ϛ . Οἱ περὶ τὸν Ὀφιοῦχον ἀμόρφωτοι . τῶν ἀπ ' ἀνατολῆς τοῦ δεξιοῦ ὤμου |
| Ἄργος , ὡς μυθεύεται : ὅθεν καὶ πανόπτης ἐλέγετο . βούταν δὲ αὐτὸν καλεῖ διὰ τὸ αὐτῆς τῆς Ἰοῦς ἐπιστατεῖν | ||
| ὅπως στασῇ Διομήδεος ἆσσον ἰοῖσα , καὶ λέγε “ τὸν βούταν νικῶ Δάφνιν , ἀλλὰ μάχευ μοι ” ἄρχετε βουκολικᾶς |
| ὀλοῆς ὑπὸ μάρνατ ' ἀνάγκης , ἀμφὶ δέ οἱ μελέεσσιν ἑλίσσεται , ἄλλοτε ἄλλας παντοίας στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων | ||
| ἐξερχομένῳ πνεύματι : πρῶτον γὰρ περὶ τὸ χεῖλος τῆς σύριγγος ἑλίσσεται τὸ πνεῦμα . φορέοιτε βάτοι : βάτος . . |
| φάρεϊ πορφυρέωι , Τυρίης βλαστήματι κόχλου , ἀενάου βουβῶνος ἄναξ ἐκάλυψεν ὀπώρην ἄχρι ποδῶν πυκάσας θαλερὸν δέμας : ἐκ δὲ | ||
| τὸ ἐπίγραμμα : τήν ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' |
| φυλῆς , οὓς Διόδωρος καλεῖσθαί φησι Παιανιέαν καθύπερθεν καὶ Παιανιέαν ὑπένερθεν : ὁμοίως δ ' ἑκατέρου τῶν δήμων τὸν δημότην | ||
| αἱ μὲν ἀπὸ στιβαρῶν ὤμων δύο , ταὶ δ ' ὑπένερθεν τέσσαρες αἰνοτάτῃσιν ἐπὶ πλευρῇς ἀραρυῖαι : ἰσθμὸν δ ' |
| χειμεριναὶ καταιγίδες καὶ πνοαί . ὅθεν Ὅμηρος ἐν συνωνυμίᾳ τίθησι θυέλλας τε καὶ ἁρπυίας ἀντὶ τοῦ καταιγιδώδεις πνοάς , ἀπὸ | ||
| καὶ περιελιγμούς : λέγει δὲ τὰς νεφέλας . πρημαινούσας τε θυέλλας ] ⌈ πεφυσσημένας [ πεφυσημένας ] καὶ μαινομένας πνοάς |
| δῖον ἄγον , ” ἀντὶ δὲ τῆς ἐπί “ εἰς ἐλάτην ἀναβὰς περιμήκετον . ” συνήθως δὲ ἡμῖν “ εἰς | ||
| ὄρεσιν ὕλη , ἐξ ἧς Ἀλέξανδρος κατήγαγε τῷ Ὑδάσπῃ κόψας ἐλάτην τε πολλὴν καὶ πεύκην καὶ κέδρον καὶ ἄλλα παντοῖα |
| ἐγώ , τῆς Τυνδαρείας θυγατρὸς Ἰφιγένεια παῖς , ἣν ἀμφὶ δίνας ἃς θάμ ' Εὔριπος πυκναῖς αὔραις ἑλίσσων κυανέαν ἅλα | ||
| τῶν στενῶν , τοῦ μὴ ἐμπιπτούσας τὰς ναῦς ἐς τὰς δίνας ἀναστρέφεσθαι πρὸς αὐτῶν , ἀλλὰ κρατεῖν γὰρ τῇ εἰρεσίᾳ |
| συμπάθεια γένηται καὶ διαγανάκτησις , ἄμεινον ἀδεισιδαιμονέστερον σμιλίῳ μᾶλλον τὸν ὀμφαλὸν κόπτειν . εἶτα τὸ ἐν αὐτῷ περιεχόμενον ἐκθλίβειν , | ||
| , ἔπειτα κομιϲάμενοι τὸ ἐγκείμενον ἔξωθεν τοῦ περιτοναίου κατὰ τὸν ὀμφαλὸν κατὰ ϲυϲϲάρκωϲιν τὴν θεραπείαν ποιηϲόμεθα . τοὺϲ δὲ κατὰ |
| ἔμψυχον ὁ λόγος : ποιητικὸν δέ ἐστι τὸ ἔθος . ἄγκη δὲ τὰ τῶν ὀρῶν κοιλώματα . οἱ δὲ τὰ | ||
| : παρὰ τὸ ἄγω ἄγη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἄγκη καὶ μετὰ τῆς ἀνά ἀνάγκη . ἢ παρὰ τὸ |
| πράττειν , τὸ δὲ κακὸν ἐκφεύγειν . παῖς τις θηρεύων ἀκρίδας περιέτυχε σκορπίῳ . ὁ δὲ τὸ τοῦ παιδὸς ἁπλοῦν | ||
| τοῖς πονηροῖς κατὰ τὰ αὐτὰ προσφέρεσθαι . παῖς τις συνάγων ἀκρίδας εἷλε καὶ σκορπίον ἀντὶ ἀκρίδος . ὁ δὲ πρὸς |
| διδάσκῃς . ἐξελὼν τὰ βράγχια , πλύνας , περικόψας τὰς ἀκάνθας τὰς κύκλῳ παράσχισον χρηστῶς διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ | ||
| ἄλκιμα μὲν οὔ φασιν εἶναι , λοφιὰν δὲ ὑποφαίνει καὶ ἀκάνθας ὑπερμήκεις , ὡς καὶ πολλάκις ὁρᾶσθαι ἐξάλους αὐτάς . |
| τὸν καινὸν καὶ μήπω βεβλημένον ἀλλὰ νεοπαγῆ καὶ ἀκέραιον τὸν ἰὸν ἐν αὑτῷ ἔχοντα . κλίνεται δὲ διὰ τοῦ τος | ||
| : ὁρμῶν . Ἰοτόκοισι : ἰοβόλοις , τοῖς τίκτουσι τὸν ἰὸν , τοῖς γεννῶσι τὸν ἰὸν , πεφαρμακωμένοις . περισπέρχει |
| ἂν ἐγένετό ποτε μὴ δασυνομένου τοῦ οἶμος λευρὸν ] τὸν πλατύν ψαίρει ] † κινεῖ ἠρέμα πτεροῖς ] τοῖς ἑαυτοῦ | ||
| μειζόνων περικείμενος τὰ φύλλα , καρπὸν ἔχων ἐν κάλυξι , πλατύν , κοῦφον , ἀχυρώδη πρὸς τὴν τοῦ σφονδυλίου ῥίζαν |
| ποθέν . ἄνδρες πονηροὶ κοὐδὲν οἵδε σύμμαχοι . ὁτιὴ τὸ νῶτον τὴν ῥάχιν τ ' οἰκτίρομεν καὶ τοὺς ὀδόντας ἐκβαλεῖν | ||
| θέρμη λεπτή τις ἐνῆν αὐτῷ . Αὐδέλλῳ πληγέντι ἐς τὸν νῶτον , πνεῦμα πουλὺ κατὰ τὸ τρῶμα μετὰ ψόφου ἐχώρει |
| ἀκρόπολιν πόλιν ἄκρην . πεποιημένον , ὡς τὸ τετριγῶτας καὶ κελαρύζει , καὶ λάψοντες γλώσσῃσι . Περίφρασίς ἐστι φράσις πλείοσι | ||
| . . . . τὸ δέ τ ' ὦκα κατειβόμενον κελαρύζει χώρῃ ἔνι προαλεῖ , φθάνει δέ τε καὶ τὸν |
| πάντα καὶ ἔγχνοα , τοῖα κονίης ἢ καὶ ἀπὸ σπληδοῖο φαείνεται ὅστις ἐπαύρῃ . τῷ ἴκελος Περσεῖος ὑποτρέφεται πετάλοισι , | ||
| ἢ ὡς ἐκεῖνός φησι γράφεσθαι : „ ἢ Κριῷ ἀνιόντι φαείνεται ἢ ἐπὶ Ταύρῳ , ” ἢ νὴ Δία , |
| δὲ οὕτως , εἰ ἤδη που ἐθεάσω ἄθροισμα ὀργάνων , αὐλὸν ἠχοῦντα , καὶ λύραν ψαλλομένην , καὶ ᾠδὴν χοροῦ | ||
| ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι : ὁ δὲ διατρήσας αὐτὴν ὅλην ὥσπερ αὐλὸν χρυσῆν ῥάβδον ἐνέθηκεν οὐδενὸς ἐπισταμένου : μετὰ τοῦτ ' |
| ναὶ μὴν καὶ τὴν Διοσκουρίδα χώραν , τὸν τοῦ Εὐξείνου μυχὸν , ἤγουν τὸν ἔσχατον πρὸς τῇ Κολχικῇ Τραπεζοῦντι πλοῦν | ||
| Τρωγλοδυτικῆς . εὖρος δὲ κατὰ μὲν τὸ στόμα καὶ τὸν μυχὸν ὑπάρχει περὶ ἑκκαίδεκα σταδίους , ἀπὸ δὲ Πανόρμου λιμένος |
| ' ἐν ἑτέρῳ αὐτοῦ ποιήματι , τὸ δρύα . Ὦ βότρυ : εἴρηται . Τὼ βότρυε . Ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι | ||
| καὶ ε εἰς τὸ υ μακρὸν [ καὶ ] γίνεται βότρυ . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν , ὅτι οὐ δύναται ἡ |
| οὕτως : μόλοιμι τὰν οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' | ||
| οὕτως : μόλοιμι τὰν οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' |
| κράτος αἰὲν ἀείσω . σοὶ δὴ πᾶς ὅδε κόσμος , ἑλισσόμενος περὶ γαῖαν , πείθεται , ᾗ κεν ἄγῃς , | ||
| ἕτεραι δὲ τῶν λοιπῶν μερῶν , καταπηδῶν δὲ καὶ ἄτακτα ἑλισσόμενος ποτὲ μὲν εἰς τὸ βάθος κάτεισι , ποτὲ δ |
| ἐκ χειρὸς ὅπλα . Ἀμβολάδην . καθ ' ὑπερβολήν . Αἰγίς . ἣν Λίβυες φοροῦσι δοράν . Ἀνθερίκων . νῦν | ||
| , . , . Αἴας : , . , . Αἰγίς : ἡ τοῦ Διός , ἔνθεν αἰγίοχος : αἰγὶς |
| οἱ Ἀθηναῖοι , ὡς φάτις ὅρμηται , συμβαλλόμενοί σφι τὸν Βορέην γαμβρὸν εἶναι , ναυλοχέοντες τῆς Εὐβοίης ἐν Χαλκίδι ὡς | ||
| καὶ πρὸ τούτου , ἐθύοντό τε καὶ ἐπεκαλέοντο τόν τε Βορέην καὶ τὴν Ὠρείθυιαν τιμωρῆσαί σφι καὶ διαφθεῖραι τῶν βαρβάρων |
| ἄλλους ἕλκων ἐξόπιθεν πρύμναν πολυτειρέος Ἀργοῦς : δὲ θέει γαίης ἱστὸν διχόωσα κατ ' αὐτόν , Παρθένος ἦμος ἅπασα περαιόθεν | ||
| αὐτὸν πορεύονται τόπον καὶ ὑποστρέφουσιν . ὡς καὶ Ὅμηρος : ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν . ὁ δὲ νοῦς |
| καὶ λιβανωτοῦ βάλανον ποιήσας ἐν μέλιτι πρόσθες . Προσθετὸν καθαρτήριον μαλθακτικόν : ἰσχάδα λαβὼν , ἑψήσας , ἕως ἂν τὰς | ||
| γε μὴν ἧσσον τοῦ γλυκέος οἴνου : πλεύμονός τε γὰρ μαλθακτικόν ἐστι , καὶ πτυέλου ἀναγωγὸν μετρίως , καὶ βηχὸς |
| νεβροὺς κοιμήσασα νεηγενέας γαλαθηνούς . ” νέεσθαι πορεύεσθαι . νέων νηχόμενος . νεῶν ὕπερ ἄνω τῶν νεῶν : “ νεῶν | ||
| ζωγραφοῦσιν : οὗτος γὰρ κύει μὲν διὰ τοῦ στόματος , νηχόμενος δὲ καταπίνει τὸν γόνον . Ἄνθρωπον ἀνθρώπων χρώμενον μίξει |
| τουτὶ δὲ ὑπὸ τῶν καταψηχόντων ἐπαιρόμενον ἀγριώτερον αὑτοῦ γίγνεται καὶ λαφύσσει πάντα . περὶ μέν γε θηρίων οὐκ ἂν εἴποις | ||
| Κόλαξι λαφύσσεται λαφυγμὸν ἀνδρεῖον πάνυ . καὶ Ὅμηρος ἔγκατα πάντα λαφύσσει . λαφυγμοῦ : ἀδηφαγίας . λαφυγμοῦ ] ἀπληστίας . |
| ἠλακάτην καὶ τὸ ἄγκιστρον εἶναι ἐξ ἀδάμαντος , τὸν δὲ σφόνδυλον μικτὸν ἐκ τούτου καὶ ἄλλων . τὴν δὲ τοῦ | ||
| , ὅτε πρὸς τοῖς ὕδασι λούονται . ὅτι ὁ λύκος σφόνδυλον οὐκ ἔχει , ἀλλ ' ἓν ὀστοῦν , ὡς |