ὄντα παραιτουμένη , ἀλλ ' ὡς οὐκ ὄντα : μηδὲ ἐπιζητοῦσα γνῶσις μὲν οὖσα ἡ ἁπλῶς καὶ πρώτη καὶ μάλιστα
τὴν ] νομὴν ἔξεισιν , ἡ δὲ βάτος τὰς ἐσθῆτας ἐπιζητοῦσα τῶν παριόντων ἐπιλαμβάνεται τῶν ἱματίων προσδοκῶσα τῶν ἰδίων τι
4727608 στρεψασα
δὲ ἡ Ἀθηνᾶ εἰς τέρεμνα ἤγουν εἰς τὰ στέγη ἄνω στρέψασα τοὺς ὀφθαλμοὺς ὀργισθήσεται τῷ στρατῷ ἐξ οὐρανοῦ ποτε τῷ
ὑπερτέρους . αὕτη , τί χλωροῖς δακρύοις τέγγεις κόρας , στρέψασα λευκὴν ἔμπαλιν παρηίδα , κοὐκ ἀσμένη τόνδ ' ἐξ
4615270 ὀνειρον
δὲ δι ' ἠέρος ἤιεν αἴγλη , δὴ τότε θεῖον ὄνειρον ἐν Ἀργείοισιν Ἐπειός , ὡς ἴδεν , ὡς ἤκουσεν
πρόβλημα πεποιημένων , ἀλλὰ τὸν κοινὸν καὶ πάνδημον καὶ μέγαν ὄνειρον οὐ κοιμωμένων μόνον ἀλλὰ καὶ ἐγρηγορότων εἰωθὼς ἀκριβοῦν .
4553083 ἀτρακτος
Ἀτρεύς , οἱονεὶ ὁ ἄφοβος ' . . . . ἄτρακτος : κυρίως ἐπὶ βέλους : τὸν γὰρ βαλόντα ἄτρακτον
Ἀταλάντῃ ἁρπεδόνην τε λύσιν ἱστοῦ : τοῦτο δὲ τραγικώτερον . ἄτρακτος , σφόνδυλος , κλωστήρ . οὕτω δὲ καὶ τὴν
4520841 προσενεγκων
τινες θνητῶν ψαμμῖτιν ὀρυκτήν . ταύτης τὴν κεφαλὴν ἕψειν μηδὲν προσενεγκὼν ἥδυσμ ' , ἀλλ ' ἐς ὕδωρ μόνον ἐνθεὶς
θράσος κατὰ τῶν ἀμεινόνων . Ἑρμῆν τις ξύλινον κατασκευάσας καὶ προσενεγκὼν εἰς ἀγορὰν ἐπώλει . μηδενὸς δὲ ὠνητοῦ προσιόντος ἐκκαλέσασθαί
4476098 ἀπορρηξαι
ἐκτραγῳδῶν καὶ εὐχόμενος , τὴν ἐπίρρητόν τε καὶ κατάρατον ψυχὴν ἀπορρῆξαι διψῶντα , μόλις καὶ ὀψὲ τούτου τυχόντα . οὗτος
τις ἂν τὸν φονικὸν τοῦτον λέγειν τὸν φιλόσοφον , τῷ ἀπορρῆξαι τῆς ὕλης διὰ τὸ ὀξύρροπον , καὶ ἀποσκευάσασθαι τῆς
4454160 δειλαιου
ἀπ ' εὐθείας τῆς ὁ Πατροκλῆς . καὶ τὸ δειλοῖο δειλαίου . . θάπτε με ὅττι τάχιστα , πύλας Ἀίδαο
οὐκ εἰωθότως ἐκθηριωθῆναι καὶ ἐμπεσεῖν τῷ κυνὶ καὶ λαφύξαι τοῦ δειλαίου τὴν γαστέρα καὶ διασπάσασθαι αὐτόν . ἀγανακτῆσαι δὲ τῷ
4442594 ἡγησαμενη
Μυκῆναι μέν γε , τοῦ πρὸς Ἰλίῳ πολέμου τοῖς Ἕλλησιν ἡγησαμένη , καὶ Νῖνος , ἔνθα ἦν Ἀσσυρίοις βασίλεια ,
ὅτι οὗτος ὁ φοιτῶν εἴη πρὸς τὴν γυναῖκα , ἐξεπλάγη ἡγησαμένη με πάντα ἀκριβῶς ἐγνωκέναι . καὶ τότε ἤδη πρὸς
4399765 ἰδουσα
, ὡς καταμανθάνειν μή πη ἄρα ἐξετράπην τῆς ὁδοῦ : ἰδοῦσα δὲ καὶ ἐπιμειδιάσασα αὖθις αὖ πρόεισιν . εἰ δὲ
πρόεισιν ἐπίκλησιν ὡς ἔθος τῶν θεῶν ποιησαμένη : ἀπροόπτως δὲ ἰδοῦσα τὰς Ἐριννύας κύκλωι τοῦ Ὀρέστου καθευδούσας πάντα μηνύει τοῖς
4333943 θεαϲῃ
ὁμαλῶϲ καὶ εὔτονοι γίγνωνται . ἐν τούτῳ δὲ καὶ ἱδρώτια θεάϲῃ θερμὰ ἀτμῷ ϲυμμιγῆ : παυέϲθω δὲ τηνικαῦτα πρῶτον ἐπειδάν
ὀδύνηϲ ἢ τῆϲ φλεγμονῆϲ : ἐν ᾗ γὰρ ἂν ὥρᾳ θεάϲῃ τὴν ὀδύνην πραυνομένην , φλεβοτομήϲειϲ . μηδενὸϲ δὲ τοιούτου
4321557 κορη
μοι δραχμῆς . οὐ φιλοτάριχος οὐδαμῶς εἰμ ' , ὦ κόρη . οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης
Ἄρτεμιν . ἐλάμβανε δὲ τὴν ἱερωσύνην τῆς θεοῦ τότε ἔτι κόρη παρθένος . Ἀριστοκράτης δέ , ὥς οἱ πειρῶντι τὴν
4279138 φορει
τρίς , καὶ μύροις ἀλείφεται . αἰεὶ δὲ χαίτην ἐκτενισμένην φορεῖ βαθεῖαν , ἀνθέμοισιν ἐσκιασμένην . καλὸν μὲν οὖν θέημα
ἵνα θεωρῶς ' οἱ παρόντες τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ γελῶσα , διατελεῖ τὴν
4278960 φορεις
χειμάζομαι . ἁγνὰς μέν , ὦ παῖ , χεῖρας αἵματος φορεῖς ; χεῖρες μὲν ἁγναί , φρὴν δ ' ἔχει
δέ , ἔφη , καὶ τὸν θυμὸν ἐν τῇ ψυχῇ φορεῖς ἠκονημένον , χαλεπὸν οὕτως καὶ βίαιον κέντρον . οὐκ
4255499 ποθον
δέ ποτε τοῦ Διὸς πρὸς τὴν Ἥραν καὶ λέγοντος πλείονα πόθον ἔχειν ἐν τῇ συνουσίᾳ τὰς γυναῖκας ἤπερ τοὺς ἄνδρας
λόγων καθ ' ἡδονήν ἐστι καὶ ἡ ἄκανθα πρὸς μείζονα πόθον τῆς φιλίας ἐκκαίουσα . Εἰ ταῦτα γλώττης ἀργοτέρας ,
4255320 ποθῳ
μὴ ἀγαπᾷ τὴν ἐφ ' ἑαυτῶν ἰδίαν στάσιν , ἀλλὰ πόθῳ τῆς ἀρχαίας φύσεως εἰς ἓν συννένευκεν , ταῦτα κατὰ
, καὶ τοὺς ἄλλους συνεπιλήψεσθαι λογισμῷ τε τῆς ἐλευθερίας καὶ πόθῳ τῆς πολιτείας . ἔτι γὰρ ᾤοντο τὸν δῆμον εἶναι
4238706 κυπασσιν
ἀπιὼν βαρύς μέλας γὰρ αὐταῖς οὐ πεπαίνεται βότρυς βραχὺν λίνου κύπασσιν ἐς μηρὸν μέσον ἐσταλμένος ὅταν δὲ πόντου πεδίον Αἰγαῖον
. . οἱ γλωσσογράφοι χιτῶνος εἶδός φασιν αὐτὸν εἶναι τὸν κύπασσιν , οἱ μὲν γυναικείου , οἱ δὲ ἀνδρείου .
4231846 ἀνοιξασα
ὅταν ὀργάσῃ πρὸς σύλληψιν ἡ γύψ , τὴν φύσιν ἑαυτῆς ἀνοίξασα πρὸς βορέαν ἄνεμον , ὑπὸ τούτου ὀχεύεται ἐπὶ ἡμέρας
: τὸ ἐπικαμπές . ἕρκος : στόμα . ἐνιπλήσασα : ἀνοίξασα , ἐμβαλοῦσα : γράφεται δὲ καὶ ἐμπρήσασα , ἤως
4227855 σιδηραν
τῇ ξηρᾷ , ἐπεί ἐστι ξυλίνη . Ὅμηρος δὲ καὶ σιδηρᾶν οἶδεν : ἀλλὰ σιδηρείῃ κορύνῃ . τινὲς δὲ ἀποδεδώκασι
φησὶ τοῦ Χίου τὸ ἐν Δελφοῖς ὑπόστημα οἷον ἐγγυθήκην τινὰ σιδηρᾶν , ἀνάθημα Ἀλυάττου : οὗ ὁ Ἡρόδοτος μνημονεύει ὑποκρητηρίδιον
4222791 βαλοντ
σίδηρος ἤ τι τοιοῦτον ἐμπεσὸν πατάξῃ , καὶ τὸν μὲν βαλόντ ' ἀγνοῇ τις , αὐτὸ δ ' εἰδῇ καὶ
, εὖτ ' ἐν ὄρεσσι δένδρε ' ἐπ ' ἀλλήλοισι βαλόντ ' ἐριθηλέας ὄζους . Πολλάκι δ ' Αἴαντος μεγάλου
4222373 κἀιθ
σὴν δεῦρ ' ἀποστέλλειν , Ἀχιλλεῖ πρόφασιν ὡς γαμουμένην . κἆιθ ' ὑποστρέψας λέληψαι μεταβαλὼν ἄλλας γραφάς , ὡς φονεὺς
ὡς ἐμοῦ πεφευγότος ἵεται ξίφος κελαινὸν ἁρπάσας δόμων ἔσω . κἆιθ ' ὁ Βρόμιος , ὡς ἔμοιγε φαίνεται , δόξαν
4215506 ὁρωσα
τῆς ἐν τῷδε . οὕτως γὰρ μᾶλλον ἡ ἡμετέρα ψυχὴ ὁρῶσα ἄλλους οἷον ἐλεγχομένους ἢ ἐπαινουμένους ἀναγκάζεται συγκατατίθεσθαι τοῖς ἐλέγχοις
ἀκούσασα προήχθη μηδὲν προαδικηθεῖσα τὸν πρὸς Ἰνδοὺς ἐξενεγκεῖν πόλεμον . ὁρῶσα δ ' αὑτὴν μεγάλων καθ ' ὑπερβολὴν προσδεομένην δυνάμεων
4188377 προβαλλει
, ὦ κόρη , παυστὴρ πόνων . Εὔβουλος δὲ τοιοῦτον προβάλλει : ἔστι λαλῶν ἄγλωσσος , ὁμώνυμος ἄρρενι θῆλυς ,
θεωρημάτων : καθὸ μὲν γὰρ ζητῆσαι προτείνει , ποιῆσαί πως προβάλλει , καθὸ δὲ οὐκ εἰς ποίησιν , ἀλλ '
4165409 καθαιρουσα
τούτων τῆς φυσικῆς θερμασίας , τὴν μὲν θερμασίαν αὔξουσα καὶ καθαίρουσα καὶ τονοῦσα καὶ λεπτύνουσα , τὰ δὲ τοῦ σώματος
σῴζουσα καὶ ταύτης ἔπι τελοῦσα μὲν ἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ καθαίρουσα καὶ καρπουμένη τὰς τῶν χρωμένων οὐσίας ἐξέθρεψε τοσούτους τουτουσί
4162918 ἀηδονιον
τι μὲν λῷστον , τόδε νικῴη ˘˘μέλπουσί – τ ' ἀηδόνιον κλαγγὴν ἀγηλατῶν αἱμόφυρτα δαίμων ἀνηλέητος ἀφ ' οὗ δ
χελιδὼν ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον : τρύζει δ ' ἐπίκλαυτον ἀηδόνιον νόμον , ὡς ἀπολεῖται , κἂν ἴσαι γένωνται .
4156504 καταπεσοντος
φησιν ὁ Γαληνὸς ὡς πρὸς φλεγμονὴν ἐνιστάμενοι . Ἑτέρου δὲ καταπεσόντος , καὶ μεταστάντων ὀπίσω τῶν σπονδύλων , τὸ οὖρον
αἱ ὑπὸ τὴν γλῶτταν αὐτῶν εὑρίσκονται φλέβες . Ἐπιληπτικοῦ δὲ καταπεσόντος ἀπὸ τῶν μεγάλων δακτύλων τῶν ποδῶν αὐτοῦ αἷμα ἀποξύσας
4142892 ἀνατριψον
τὸ αὔταρκες , καὶ τὰς ἔλμεις βαλὼν εἰς τὸ μάγμα ἀνάτριψον , καὶ τότε ἄρας δελέαζε . Καρίδων ποταμίων χοίνικα
. δοῦς . ἄλλο . λαβὼν ἔλαιον εἰς τὰς χεῖρας ἀνάτριψον αὐτῆς τὰ ἰσχία ἐπιλέγων : χορίον στῆθι σῶμα ,
4139380 πρωθυστερον
κυκᾷς : καί : Πρὶν ἐσφάχθαι δέρεις : ἐπὶ τῶν πρωθύστερόν τι ποιούντων . Προδίκου σοφώτερος : οὗτος ἦν καὶ
κυκᾷς : καί : Πρὶν ἐσφάχθαι δέρεις : ἐπὶ τῶν πρωθύστερόν τι ποιούντων . Προδίκου σοφώτερος : οὗτος ἦν καὶ
4124204 δοκεοντι
ἐόντι , καὶ ἔχοντί τι σίνος ὑπὸ τοῦ βέλεος , δοκέοντι δὲ ὑγιεῖ εἶναι , κίνδυνός ἐστι μᾶλλον ὑπόπυον γενέσθαι
καὶ τὰν εἰδημονικάν : καὶ γὰρ αἰ κατὰ τοίας ἀντιλήψιας δοκέοντι ἀντιθλίβεν ἀλλάλας ταὶ ἀγωγαί , ἀλλ ' ὦν τὰ
4121015 φιλησαι
ἐς τὸ μέσον ἀναστᾶσαν ὀρχήσασθαι αὐτοῦ διακωλύοντος καὶ μετὰ ταῦτα φιλῆσαι Λαμπρίαν τὸν ἑταῖρον αὐτοῦ , καὶ ἐπεὶ ἐχαλέπηνέ σοι
' Ἔρως ἔχ ' αὐτό φησιν . Χαλεπὸν τὸ μὴ φιλῆσαι , χαλεπὸν δὲ καὶ φιλῆσαι : χαλεπώτερον δὲ πάντων
4116163 εὐκαρδιως
: μή τις ἅψηται χροὸς τοὐμοῦ : παρέξω γὰρ δέρην εὐκαρδίως . ἐλευθέραν δέ μ ' , ὡς ἐλευθέρα θάνω
, μή τις ἅψηται χροὸς τοὐμοῦ : παρέξω γὰρ δέρην εὐκαρδίως , ἐλευθέραν δέ μ ' , ὡς ἐλευθέρα θάνω
4102858 παρασκευαζουσης
εἰρήνης δ ' ἐπισχούσης καὶ ταῖς ἐν ἡμῖν δυνάμεσιν εὐνομίαν παρασκευαζούσης ἡσυχῇ τε καὶ πρᾴως , ἐλπὶς ἂν ἦν τὸν
εἰς τὴν ψυχὴν ὀνίναιτο , τῆς χρηστῆς διαίτης ἤθη χρηστὰ παρασκευαζούσης : οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ εἰ κατά τινα τῶν
4099700 ἀνακινεων
αἰεὶ ἐνστηρίζειν τὸν πρίονα , θαμινὰ σκοπούμενος , καὶ πειρᾶσθαι ἀνακινέων τὸ ὀστέον ἀναβάλλειν , ἀφελὼν δὲ , τὰ λοιπὰ
τὸ παχύτατον ἀεὶ τοῦ ὀστέου τὸν πρίονα ἐνστηρίζειν , καὶ ἀνακινέων βούλεσθαι ἀφελέειν τὸ ὀστέον . Ἢν δὲ τρυπάνῳ χρῇ
4098919 πετρος
οὐδ ' ὣς ἀφίστατο τῶν δεινῶν , ἕως ἐπικαταραγεὶς αὐτῷ πέτρος ὑπερμεγέθης ἐπιβαίνοντι τοῦ περιτειχίσματος ἅμα τήν τε νίκην αὐτὸν
τοὺς σθένοντας γὰρ καθαιροῦσιν τύχαι . φεῦ : αὐτοῦ γενοίμην πέτρος ἀμνήμων κακῶν . παῦσαι : δίδου δὲ χεῖρ '
4097045 διωκει
αὐτὸν συρίττοντα τὸν Πᾶνα . Ὁ δὲ ἀκούσας ἀναπηδᾷ καὶ διώκει κατὰ τῶν ὀρῶν , οὐκ ἐρῶν τυχεῖν ἀλλ '
] στρουθίων . ὡς ] καθὰ περιστερά . ὡς ] διώκει ὁ ἀετὸς δῆλον . δράκοντα ] ὄφιν . δύσχιμον
4088077 μυωπα
τὸν Ἡρακλέα διὰ τὸ τοῦ ἥρωος καρτερόν . ἐπικείμενον δὲ μύωπά φησι τὴν τοῦ Ὕλα ζήτησιν : καὶ γὰρ αὕτη
τὸν Ἡρακλέα διὰ τὸ τοῦ ἥρωος καρτερόν . ἐπικείμενον δὲ μύωπά φησι τὴν τοῦ Ὕλα ζήτησιν : καὶ γὰρ αὕτη
4084704 ἀϋπνος
φυλάξεις καὶ τηρήσεις ταύτην τὴν ἀτερπῆ πέτραν , ὀρθὸς ἱστάμενος ἄϋπνος , οὐδέποτε καθήμενος : ἣν οὐ δυνήσῃ παρατραπῆναι .
ἐξεπέρανεν , ἢ περὶ τὸν Ἑλικῶνα ποιμαίνων ἐγρηγορὼς , καὶ ἄϋπνος ὢν , σύννους τε πρὸς ἑαυτὸν γεγονὼς , καὶ
4077717 τεκνον
τέκνον . Ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; Κριβανίτας , ὦ τέκνον . Ὁ δὲ μεθύων ἤμει παρὰ τοὺς ἀρχηγέτας .
τὴν θυγατέρα Ὀμύρητος , καὶ αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν
4074364 θεραπευοντα
ἐστίν . ὡς γὰρ ἰατρὸν ἐκεῖνόν φαμεν οὐ τὸν ἀεὶ θεραπεύοντα , ἀλλὰ καὶ τὸν ἰατρικῶς τὸν νοσοῦντα μετα -
ποτε ὠφελήϲαντα καὶ κατὰ καιρὸν ἕκαϲτον προϲάγειν καὶ μάλιϲτα προϲθετικῶϲ θεραπεύοντα . τὰ γὰρ ἐπὶ νεκρώϲει τῆϲ ἐπιφανείαϲ ἐκ βάθουϲ
4071831 ἀβυσσον
ἡ γῆ περὶ τὴν ὄχθην ἑκατέραν Πηνειὸν , οὔτε πηγὴν ἄβυσσον , οὔθ ' ὅ τι ἐρεῖς ἕτερον ὕδωρ παραβάλοιμ
, τὴν παμβόητον ἐν γυναιξὶν Εἰρήνην , τὴν πρὸς δόσεις ἄβυσσον ἀχανεστάτην , τὴν ἀρεταῖς στέψασαν αὐτὸ τὸ στέφος ,
4070973 γευσῃ
μία καὶ γυμνή , φανερωτέρα τοῦ περικειμένου σοι σώματος ; γεύσῃ ποτὲ ἆρα τῆς φιλητικῆς καὶ στερκτικῆς διαθέσεως ; ἔσῃ
ῥομφαίᾳ τῇ στρεφομένῃ φυλάττειν αὐτὸ διὰ σέ , ὅπως μὴ γεύσῃ δι ' αὐτοῦ καὶ ἀθάνατος ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα
4066950 δυσπετως
] † ἤγουν πόνους καὶ θλίψεις ὑφίστασθαι ἦ ] ὄντως δυσπετῶς ] δυσκόλως τοὺς ἐμοὺς ἄθλους ] ἤγουν τὰς ἐμὰς
τῆς βασιλείας . . ἦ ] ὄντως , ἄρα . δυσπετῶς ] δυσκόλως . τοὺς ἐμοὺς ἄθλους ] τὰς ἐμὰς
4056238 γῃδιον
δυσήροτος , ἄκαρπος , φελλίς , ἄδικος . Μένανδρος δίκαιον γῄδιον καλεῖ τὸ μηδὲν πλέον τοῦ σπέρματος ἐκφέρον . πεδία
ὅπως ἡ γῆ σου πλήρης γένηται ἀγαθῶν , τὸ δὲ γῄδιον αὐτό , ὃ μέλλεις [ εἰς τὸ ἄροτρον ]
4047821 ἐνθυμησις
. Ἑρμηνεία . Πηδήματα σ | χης σ . Χωρικοῦ ἐνθύμησις , ἐνιαυτοῦ ζήτημα . Ἑρμηνεία . Νοῦς ἀπαίδευτος οὐδὲν
τῶν ἔργων βουλή : Ἐπιμηθεὺς δὲ ἡ μετὰ τὸ πρᾶξαι ἐνθύμησις , ἤγουν ἡ μετὰ τὸ κακῶς ἐκβῆναι τοῦ πράγματος
4044548 ἐμπιπλησι
εἶδέ με , ἀναθοροῦσα περιβάλλει καὶ πᾶν μου τὸ πρόσωπον ἐμπίπλησι φιλημάτων . ἦν δὲ τῷ ὄντι καλή , καὶ
: διὸ καὶ τάχιστα ἐλαιηρὸν γίνεται : διὰ τοῦτο οὖν ἐμπίπλησι τοὺς ἐσθίοντας αὐτὸ ταχέως ἀνατρέπει τε τὸν στόμαχον καὶ
4043852 ὠνου
. ἀπώνατο : ἀπὸ τοῦ ὀνῶ ὀνήσω ὤνησα ὠνησάμην ὠνάμην ὤνου ὤνατο καὶ ἀπώνατο . ἢ ὄνημι συζυγίας δευτέρας τῶν
. ἀπώνατο : ἀπὸ τοῦ ὀνῶ ὀνήσω ὤνησα ὠνησάμην ὠνάμην ὤνου ὤνατο καὶ ἀπώνατο . ἢ ὄνημι συζυγίας δευτέρας τῶν
4029184 περικειμενου
ἀγέσθωσαν κάτω . λοιπὸν δὴ ἔχοντες ἀρχὰς τοῦ βρόχου τοῦ περικειμένου τῷ βραχίονι ὑπὲρ κεφαλῆς καὶ ἀρχὰς διπλῆς καιρίας κάτω
τίς δὲ οὐκ ἐρεῖ , ὅτι τοῦ πατρὸς στρατηγοῦντος καὶ περικειμένου τὸ κοινὸν τῆς πόλεως ἀξίωμα , ἡ κόρη διέφθαρται
4015512 ὀλβισας
ὁ θεὸς ἐκλήθη παρὰ Θηβαίοις : περιειλούμενος : κατασκιάζουσιν : ὀλβίσας ἐνώτισε : μεγάλη γὰρ αὐτῷ δόξα τὸ τῆς παραδόξου
κισσὸς ὃν περιστεφὴς ἑλικτὸς εὐθὺς ἔτι βρέφος χλοηφόροισιν ἔρνεσιν κατασκίοισιν ὀλβίσας ἐνώτισεν , βάκχιον χόρευμα παρθένοισι Θηβαΐαισι καὶ γυναιξὶν εὐίοις
3997222 περιλαβουσα
κεφαλή , ὅτι ὁρᾷ καὶ ἀκούει καὶ τὰς ἄλλας αἰσθήσεις περιλαβοῦσα πάσας ἔχει , δι ' ὧν σώζεται τὸ πρᾶγμα
, καὶ ἀντομένη ἀγανοῖς μύθοις ἀμείβετο μειδιόωσα . ποτισχομένη : περιλαβοῦσα . εἴ κεν ἐνισκίμψῃς : ἐὰν ἐνερείσῃς , ἐπιβάλῃς
3995227 διεφευγε
γενόμενος , καὶ πρὸς θεῶν θεραπείαν διαρκέστατος , ἐς τοσόνδε διέφευγε τὸ ἀνθρώπινον , ὥστε ἄνθρωπος ὢν ἐκινδύνευεν ὅλος εἶναι
, ἀλλ ' ἦν ἄρα περίγειος ὥσπερ ἡ μάχη καὶ διέφευγε τὰς ἐπιβουλὰς τῷ ἀσφαλεῖ τοῦ τείχους τὴν ἔφοδον ὑπεκκλίνασα
3991045 ἐπισχει
ἐγενόμην ἐν τῷ Ποιμανηνῷ , χρηματίζει τε ὁ θεὸς καὶ ἐπίσχει τινὰς ἡμέρας : καὶ καθαίρει τὴν ἄνω , καὶ
καὶ τὸ εἰωθὸς σημεῖόν μοι γίγνεσθαι ἐγένετο ἀεὶ δέ με ἐπίσχει ὃ ἂν μέλλω πράττεινκαί τινα φωνὴν ἔδοξα αὐτόθεν ἀκοῦσαι
3984038 καταρρουν
καὶ τὴν φωνὴν ἐβλάβησαν . χρὴ οὖν ἰᾶσθαι παντοίως τὸν κατάρρουν τῷ τε ἐνδεέστερον ταῖς τροφαῖς χρῆσθαι καὶ τῷ πίνειν
ἄλγη παύει , βῆχά τε καὶ πνιγμόν , λύγγα καὶ κατάρρουν : ταύτην καὶ Ἀνδρόμαχος ἐν τοῖς ἰδίοις συγγράμασιν ἐνέθηκε
3978310 ἐρωτα
ὡς ἐπὶ ἀνθρωπίνην τὴν πρὸ ταύτης καλῶς ἐποχουμένην . εἰς ἔρωτα οὖν φιλόκαλον καὶ φιλόσοφον ἀποπερατούσθω τὰ πρῶτα ἔπη ,
, ἵνα μὴ λαγνείας ἕνεκα δοκῇ μᾶλλον ἢ κατ ' ἔρωτα νόμιμον ἐφθαρκέναι , καὶ διὰ τὴν κόρην , ἵν
3977164 μορου
* τὰς * μίξεις . ἐκσώσει δὲ αὐτὸν ἀπὸ τοῦ μόρου ὁ τύμβος καὶ ὁ ναὸς τῆς Ὁπλοσμίας ἤτοι τῆς
Ἀρὰ ξηροῖς ἀκλαύτοις ὄμμασιν προσιζάνει , λέγουσα κέρδος πρότερον ὑστέρου μόρου . ἀλλὰ σὺ μὴ ' ποτρύνου : κακὸς οὐ
3971796 ἐρᾳ
, ἀχώριστα , ἐρασμιώτατα , ὧν ἢ αὐτὸς ὁ θεὸς ἐρᾷ ἢ αὐτὰ τοῦ θεοῦ ἐρᾷ . εἰ δύνασαι νοῆσαι
ἀναγινώσκει Ἀλκαῖον , Ὅμηρον , οὗτος φιλεῖ Διονύσιον , οὗτος ἐρᾷ Ἑλένης . ὁ αὐτὸς λόγος καὶ ἐπὶ τοῦ τύπτειν
3965561 δειξασα
ἐξ αὐτοῦ ἐμοῦ τὰς ἐλπίδας ἀπαρτήσασά μοι τοῦ βίου καὶ δείξασα ὅστις ἦν ὁ πλοῦτος ὁ ἐμός , ὃν οὔτε
Λυδὴ ὀργισθεῖσα ὅτι γυμνὴ ἄκουσα ἐφωράθη , φιλοσοφία δὲ μάλιστα δείξασα ὅτι κρείττων ἐστὶ τῶν ὑπηκόων . αὕτη γάρ ἐστι
3964566 παραστηματι
συνελευθερώσαντος ἀπὸ τῶν βασιλέων τὴν πόλιν ἀδελφή , θείῳ τινὶ παραστήματι κινηθεῖσα ἐπὶ τῆς ἀνωτάτω κρηπῖδος ἔστη τοῦ νεὼ καὶ
τοῦ νεὼ τῆς Ἀθηνᾶς ὅμως οὐκ ἐνεδίδου , ἀλλὰ τῷ παραστήματι τῆς ψυχῆς ἐπαιρόμενος παντὸς δεινοῦ κατεξανίστατο . μετὰ δὲ
3963122 παρωσαμενος
, ἀλλὰ δὴ καὶ τῆς ἰδίας ἀσφαλείας , ὁ δὲ παρωσάμενος τήν τε γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἀδίκως ἐγκρατὴς γίνεται
ἐμφαίνεται καὶ κηδεμονικὸν τοῦ θεοῦ . αὐτὸς δὲ ὁ Λάϊος παρωσάμενος τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολὰς , ὑπὸ τῶν αὐτοῦ φίλων
3956819 περικαρδιον
θυμουμένῳ , ᾗ θυμούμενός ἐστι , τὸ ζεῖν ὑπάρχει τὸ περικάρδιον αἷμα , ἀλλὰ διὰ μέσου τοῦ ὀρέγεσθαι ἀντιλυπῆσαι .
δὲ μὴ προσδέχονται τοὺς ταύρους αἱ βόες , σκίλλης τὸ περικάρδιον τουτέστι τὰ ἁπαλώτατα τῆς σκίλλης καὶ ὡς ἂν εἴποι
3955828 τειρει
ὅτε μὲν γὰρ τὸ γῆρας , “ ἀλλά σε γῆρας τείρει ὁμοίιον : ” ἐπὶ δὲ τοῦ θανάτου , ἐπεὶ
τ ' ἐρατά τε ϝιανθεμίς : ἀλλ ' Ἁγησιχόρα με τείρει . οὐ γὰρ ἁ καλλίσφυρος [ ] Ἁγησιχόρα [
3953533 ὀζοις
γ ' ἂν καὶ κωκύοι . σὺ δέ γ ' ὄζοις ἂν καλαμίνθης . ἀλλ ' οὗτος μὲν πρότερον γέγονεν
τῷ οἰνώδει , λεπτὸν δὲ τοῖς ῥαβδίοις καὶ λεῖον , ὄζοις συνεχέσι κεχρημένον , σφόδρα εὐῶδες : σχεδὸν γὰρ ἡ
3953511 κονισας
, μή πως ὁ μέγας πλοῦτος καὶ ἡ εὐδαιμονία , κονίσας καὶ κονισθεὶς καὶ βληθεὶς ἐν τῷ ποδὶ καὶ ῥιφεὶς
ἐμαυτῆς οὖς ' ἀδείμαντος , φίλοι , μὴ μέγας Πλοῦτος κονίσας οὖδας ἀντρέψῃ ποδὶ ὄλβον , ὃν Δαρεῖος ἦρεν οὐκ
3953297 φρενας
εἰκότως ἄρα σοι εἶχεν αἰτίαν ὁ Ζεύς , ὡς τὰς φρένας μοι λυμαινόμενος : ἐν δὲ χρυσοῦ καὶ χαλκοῦ ἀλλαγῇ
ἱκάνει κλήρου σημαντῆρα φυτοτρόφονὧς τότ ' ἄνακτος Αἰήταο βαρεῖαι ὑπὸ φρένας ἦλθον ἀνῖαι : ἤιε δ ' ἐς πτολίεθρον ὑπότροπος
3948047 παραιτιον
δράσασιν . ἐπειδὴ γὰρ | τὸν ὁπωσοῦν γενόμενον ἀνθρώπῳ τελευτῆς παραίτιον οὐκ ἦν εὐαγὲς εἴσω περιρραντηρίων παρέρχεσθαι χρώμενον πρὸς ἀσφάλειαν
. Τροιζηνίας δὲ τραῦμα φοιτάδος πλάνης ἔσται κακῶν τε πημάτων παραίτιον , ὅταν θρασεῖα θουρὰς οἰστρήσῃ κύων πρὸς λέκτρα .
3944561 ὀψῃ
διανιστάμενοι ἐκκρίνουσιν οὐδὲν ἄξιον λόγου . ὅταν ταῦτα τὰ συμπτώματα ὄψῃ παρόντα , ἀποδιόριζε τὴν ὀργανικὴν νόσον ἐκ τῆς ὁμοιομεροῦς
τὴν ἀδελφήν , ἀποκαλύψας δὲ τὸ μυθικὸν παραπέτασμα τὸ ἴσον ὄψῃ κληθὲν ἀδελφήν . ἐπεὶ δὲ Ἀχιλλέως ἐμνήσθην , εἰσῆλθέ
3934398 ἀφιησι
ὁμοίως καὶ ταῖς τῆς σηπίας , ἥπερ δειλίας εἵνεκά που ἀφίησι θολόν , ᾦ τὸ ὕδωρ θολοῖ : ὁ γὰρ
ὀξὺς ἐπιγίνεται κατ ' ἀρχάς : προϊούσης δὲ τῆς νούσου ἀφίησι , πλὴν κατ ' αὐτὸν τὸν σπλῆνα : ταύτῃ
3926170 ἀμερθεις
τῇ ὁρμῇ τῆς πτερορρυήσεως εἰς γήινον ἔρχεται σῶμα ὀλβίου αἰῶνος ἀμερθείς . τούτοις δὲ καὶ ὁ Πλάτων ἐστὶ σύμφωνος περὶ
τῆι ὁρμῆι τῆς πτερορρυήσεως εἰς γήινον ἔρχεται σῶμα ὀλβίου αἰῶνος ἀμερθείς . . . . Α . Ἐμπεδοκλεῖ δὲ τὰ
3925966 κακοπαθουντα
τοῦ ἐμποδισθέντες . πονεύμενον : πόνον ἔχοντα , βιαζόμενον , κακοπαθοῦντα , ἐνεργοῦντα . Κνίζουσαι : κόπτουσαι , δάκνουσαι ,
καὶ κατ ' ὀλίγον πέμπουσιν ἐκροφοῦσιν τὸ γάλα , διὸ κακοπαθοῦντα τὰ βρέφη πρὸς τὰς ἐκμυζήσεις ταῖς λεγομέναις ἄφθαις εἴωθεν
3919013 ἐνεθηκε
τὸ κῆδός τε τὸ ἑόν , παρεόντων δὲ τῶν φίλων ἐνέθηκέ μιν ζηλωτόν : οὕτω καὶ ἐγὼ τὸ νέκταρ τὸ
σιγῶ δὲ ὑπ ' ἀθυμίας , ἣν τὸ μὲν πρῶτον ἐνέθηκέ μοι τὸ τῆς ὑμετέρας πτῶμα : φίλη γὰρ ἐπὶ
3911565 ἀτυχησει
τῆς Μακεδονίας ἐπιτηρεῖν ὥσπερ ἔμελλεν αὐτοῦ τὰ ἀτυχήματα , πότε ἀτυχήσει , ἵνα τότε αὐτῷ εὐκαίρως ἐπίθηται . διηλλαγμένην ]
ᾧ μηδὲ οὐσίας ; Ἀδύνατον . Οὗ δὲ ἀληθείας τις ἀτυχήσει , ποτὲ τούτου ἐπιστήμων ἔσται ; Καὶ πῶς ἄν
3909583 τεκουσα
τὴν φήμην αἰδουμένη , / τὸν μὲν Σύρισκον ἀφαντοῖ , τεκοῦσα δὲ τὸ βρέφος / ἐν τοῖς ἀγροῖς ἐκτίθεται :
' ἐφώνει “ δυστυχὴς ἀποθνῄσκω : τὰ σπλάγχνα γάρ , τεκοῦσα , πάντα μου πίπτει . ” ἡ δ '
3906309 καταλιμπανει
τὸν λόγον ἐργασάμενος ἀΐδιον καὶ μετὰ τὴν τελευτὴν τοῖς ἐντυγχάνουσι καταλιμπάνει τὴν μίμησιν . ὥστε προτιμᾶν ἀναγκαῖον κατὰ τὸν τοῦ
ὡς πάντα τὰ τῶν χρησμῶν πληροῦται . . λείπει ] καταλιμπάνει ὁ Ξέρξης ἐκεῖσε . κεναῖσιν ἐλπίσιν ] ματαίαις ἐλπίσιν
3901317 γευσαμενον
ἀβουλήτως προσαγαγεῖν τῷ στόματι τοὺς δακτύλους ἀκούμενον τὴν κατάκαυσιν : γευσάμενον δὲ τῆς κνίσσης , ἐπιθυμῆσαι καὶ μὴ ἀποσχέσθαι ,
: ἑωρακὼς δὲ ἰχθὺν παρὰ τὴν ψάμμον βοτανηφάγοντα ? καὶ γευσάμενον καὶ ἀναζήσαντα φαγὼν καὶ αὐτὸς γέγονεν ἀθάνατος : ἀλλ
3896467 σαπεντος
ἐάσῃ τοῦτον συναναφέρεσθαι τῷ αἵματι . κἀντεῦθεν πλεονάσαντος αὐτοῦ καὶ σαπέντος , γίνεται τεταρταῖος . ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον δὲ
ἐκ μυελοῦ ῥάχεως δεινὸς γίνετ ' ὄφις , νέκυος δειλοῖο σαπέντος , ὃς νέον ἐκ τούτου πνεῦμα λάβῃ τέραος ,
3893153 φρισσει
οἱ πυρὶ λαμπετόωντι ἔικτον , ὀρθὰς δ ' ἐν λοφιῇ φρίσσει τρίχας ἀμφί τε δειρήν : τῷ ἴκελος Διὸς υἱὸς
ξηρὰ κόπτεσθαι οὐδὲν λυπεῖται , τριβόμενα δὲ σὺν τῷ ὑγρῷ φρίσσει καὶ οὔτε ἀνίησι τὰς δυνάμεις οὔτε ἀνακιρνᾶται ἀλλήλοις .
3890715 ὑπερβαινοντος
, συμβούλου καὶ διδασκάλου , καὶ τὸ μὲν ἥδιστον ἑκόντος ὑπερβαίνοντος , τὸ δὲ βέλτιστον προορωμένου καὶ πράττοντος , κἂν
. Ἡμέρας δ ' ἤδη διαγελώσης καὶ τοῦ ἡλίου ὁρίζοντα ὑπερβαίνοντος , αὖθις μετεκαλεῖτο παρὰ τοῦ αὐτοκράτορος : ὁ δ
3886782 ἀφανιζει
ῥίζαν τοῦ ὄνυχοϲ καὶ αὐτὸν διαφθείρει καὶ πολλάκιϲ μὲν ὅλον ἀφανίζει , τὰ δὲ πλεῖϲτα τὸ μέϲον δαπανᾷ τοῦ ὄνυχοϲ
, τόν τε Κρόνον λέγω καὶ τοὺς Τιτᾶνας ἀϊστοῖ ] ἀφανίζει : ἔρριψε γὰρ αὐτοὺς ὑπὸ τὸν Τάρταρον . .
3882643 ταραττομενῳ
ἀνείλλεται . ἀνειλεῖται . σπαργῶντι . ὁρμῶντι , ὀργῶντι , ταραττομένῳ , ἢ ἀνθοῦντι . λαμβάνεται δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
. μόνως οὖν ἔσται φυγεῖν ταύτην , εἰ ὑποδείξαιμεν τῷ ταραττομένῳ κατὰ τὴν τοῦ κακοῦ φυγὴν ἢ κατὰ τὴν τοῦ
3871181 ἀφθογγον
ἐφεζόμην βρέτας . τεκμήριον δὲ τῶνδέ σοι λέξω μέγα : ἄφθογγον εἶναι τὸν παλαμναῖον νόμος , ἔστ ' ἂν πρὸς
, εἴ ποτε γῆν ἐπ ' ἄλλην ἔσπευδον , οὐκ ἄφθογγον τὴν ἀποδημίαν ἐποίουν , ἀλλ ' ᾠδῇ καὶ μέλει
3856487 ἐξειπεν
ἀρχαίων οὕτως τὸ πρᾶγμα ἐφώτισεν , καὶ ὀνομαστὶ τὸ εἶδος ἐξεῖπεν , εἰ μὴ οὗτος ὁ ἄριστος καὶ πάνσοφος ἀνήρ
ἀριστεῖ : συνελήφθη ὑπὸ τῶν πολεμίων καὶ βασανισθεῖσα τὰ ἀπόῤῥητα ἐξεῖπεν , ἀνέζευξαν οἱ πολέμιοι καὶ δημοσίων φεύγει : ἔστιν
3854123 οὐρηθηναι
# β ἀνίϲου ἀϲάρου ἀνὰ # α . τοῦτο καὶ οὐρηθῆναι ἀγαθὸν καὶ εἰϲ διαχώρηϲιν . Πῶϲ ἀνατρέφειν δεῖ τοὺϲ
. τὰ δὲ πρὸς τὴν μεσημβρίαν ἁλυκώτερα καὶ θερμότερα καὶ οὐρηθῆναι μὲν οὐκ ἐπιτήδεια , εἰς δὲ τὰς κατ '
3852173 μασηθεντα
διαμασῶ , καὶ τὸν μὲν χυλὸν ἔκβαλε , τὰ δὲ μασηθέντα βοτάνια ἐπιτίθει , καὶ οὕτω θεραπευθήσῃ καὶ φεύξῃ τὴν
μὲν διὰ βάθους μὴ ἔφθαρται τὸ ὀστέον , ἀνθεμίδος φύλλα μασηθέντα καὶ ἐπιτεθέντα ἢ αἰγίλωπος τοῦ ἐν τοῖς σιτίοις χυλὸς
3849820 κουφιζει
οὐ σμικρὰ καὶ ἥδε τοῦ κατὰ τὸν ἄμνιον ὑγροῦ : κουφίζει γὰρ καὶ ἀνέχει καθάπερ ἐννῆχον ἑαυτῷ τὸ κυούμε -
διὰ τριῶν ἡμερῶν : ἄγει γὰρ ῥύπον πολὺν καὶ ἱκανῶς κουφίζει . ποιεῖ δὲ τοῦτο πρὸς τὰς ὑπερσαρκώσεις . Ἄλλο
3847754 ἀκοιμητος
Ἀλλ ' ἡ Διὸς πραγματεία ἄτρυτος οὖσα καὶ διηνεκὴς καὶ ἀκοίμητος , καὶ μηδέποτε ἀπαγορεύουσα , μηδὲ ἐπαναχωροῦσα τοῦ ἑαυτῆς
τὸ παραπλήσιον ἐνδεξαμένη πάθος οὐκ ἠρεμεῖ , ἀλλ ' ἅτε ἀκοίμητος καὶ ἀεικίνητος οὖσα , παρὰ τῆς ὄψεως τοῦ δύνασθαι
3846987 σηπομενου
τῶν ἀγγείων , οἱ δὲ διαλείποντες ἐκτὸς τῶν ἀγγείων , σηπομένου τούτου γίνονται , καὶ οὐκέτι ὡς αἷμα ἐστὶν ,
ἐκ σήψεως , ὥσπερ γίνονται μέλιτται ἐκ τοῦ τεθνεῶτος ταύρου σηπομένου , καὶ πάλιν τινὰ ζῷα ἐξ ἄλλης σήψεως .
3846117 τερπουσα
μοιρέων τέρπεται ἀνήρ , τὰς δὲ δέκ ' ἐμπίπλησι γυνὴ τέρπουσα νόημα . . Ζεῦ πάτερ , εἴθε μοι †
μὲν τὴν ψυχήν , ἀσκοῦσα δὲ καὶ τὸ σῶμα , τέρπουσα δὲ τοὺς ὁρῶντας , διδάσκουσα δὲ πολλὰ τῶν πάλαι
3845982 γερονθ
: ὤμοσε ? [ ] [ γὰρ θεός ] , γέρονθ [ ] ? ' ὅτι ? [ ] Πˈρίαμον
. πράξας ἀρωγήν : ἄγγελον δ ' οὐ μέμψεται πόλις γέρονθ ' , ἡβῶντα δ ' εὐγλώσσῳ φρενί . ἰὼ
3840989 παυσαμενος
' ἔχει , καὶ τρέφεται καὶ πληρωθεὶς μὲν ἀποπατεῖ , παυσάμενος δὲ δεῖται πάλιν , καὶ τἄλλα ὅσα τούτοις ἀκόλουθα
ἀπέστη γὰρ τοῦ εἶναι τὸ πᾶν νῦν ἄνθρωπος γενόμενος : παυσάμενος δὲ τοῦ ἄνθρωπος εἶναι μετεωροπορεῖ φησι καὶ πάντα τὸν
3840188 προσημαινει
δὲ ἐλευθερίαν , ὁ δὲ πλοῦν οὔριον ὁ δὲ γάμον προσημαίνει . καὶ εἰσὶν αὐτῶν αἱ μὲν ὄψεις κακαί ,
ἡ σελήνη , ἀμβλείας ἔχουσα τὰς κεραίας καὶ ἀχλυώδεις ὄμβρον προσημαίνει . καὶ ἐρυθρὸς δὲ ὁ κύκλος αὐτῆς φαινόμενος ἢ
3839019 ὁρκιζω
Χερσαῖον ἢ Φαρισαῖον . λάλησον ὁποῖον ἐὰν ἦς , ὅτι ὁρκίζω σε θεὸν φωσφόρον ἀδάμαστον , τὸν τὰ ἐν καρδίᾳ
τὰ πάντα ἐκ τῶν οὐκ ὄντων εἰς τὸ εἶναι . ὁρκίζω δέ σε τὸν παραλαμβάνοντα τὸν ὁρκισμὸν τοῦτον χοίρειον μὴ
3835949 παρατρεπει
κοίας στρογγύλος : κοινοδήμιον δημόσιον : κοινομήτωρ ἀδελφός : κοικύλλει παρατρέπει : κοισοιροῦται κοσμεῖται : κοιλοριζὼν πάναξ : κοῖτος ὕπνος
λήθης ἀτέκμαρτον , τουτέστιν ἀπροσδόκητον , καὶ παρέλκει , ἤγουν παρατρέπει , ἐκκρούει , τὴν ὀρθὴν μέθοδον τῶν πραγμάτων ἔξω
3831008 κατανευσω
οὐδ ' ἀπατηλὸν οὐδ ' ἀτελεύτητον , ὅτι κεν κεφαλῇ κατανεύσω . Αἰσθάνομαι τῶν Διὸς νευμάτων : διὰ τούτων γῆ
' ἀπατηλὸν οὐδ ' ἀτελεύτητον ὅ , τι κεν κεφαλῇ κατανεύσω [ Α ] : ἰσχύεις οὖν μεγάλα : Χάλυβες
3829452 οἰκον
γειτνιῶσαν , ὁ πρὸς ἀλήθειαν εὔγηρως , εὔπαιδα καὶ πολύπαιδα οἶκον ἀνθ ' αὑτοῦ καταλιπών . τοῦτ ' ἐστὶν ὅπερ
τοίνυν συνέβη Κλεωνύμῳ μὲν ζῆν , ἐξερημωθῆναι δὲ τὸν ἡμέτερον οἶκον ἢ τὸν τούτων , σκέψασθε ποτέρων ἐκεῖνος ἐγίγνετο κληρονόμος
3822610 λαβουσα
κώμη ἔρημος περὶ τὴν Μυκαληττόν , ἀπὸ τοῦ Ἀμφιαράου ἅρματος λαβοῦσα τοὔνομα , ἑτέρα οὖσα τοῦ Ἅρματος τοῦ κατὰ τὴν
τῷ Πλούτῳ τὰς χύτρας , αἷς τὸν θεὸν ἱδρυσόμεθα , λαβοῦσα ἐπὶ τῆς κεφαλῆς φέρε . Γ χύτραισιν Γ ὥσπερ
3821468 ἀχερδον
ἑτοιμάσατ ' ἢ παλιούρου ἢ βάτου ἢ ἀνέμῳ δεδονημένον αὖον ἄχερδον : καῖε δὲ τώδ ' ἀγρίαισιν ἐπὶ σχίζαισι δράκοντε
τις τύμβῳ τάδε : “ οὐ βότρυν , ἀλλ ' ἄχερδον ἐν τάφῳ φέρει , ” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ
3817197 δεσποινα
ἕσπεο : σὺν δὲ τύχᾳ ναίεις Μεταπόντιον , ὦ χρυσέα δέσποινα λαῶν : ἄλσος τέ τοι ἱμερόεν Κάσαν παρ '
ἀνδρὶ πρεσβύτῃ τέκνα δίδωσιν ὅστις οὐκέθ ' ὡραῖος γαμεῖ : δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή . ὦ γῆρας , οἷον
3815028 ἀρυεται
' ἀνὰ εἴκοσι μέτρα . ὅτῳ δ ' ὁ οἶνος ἀρύεται , ἀρυστήρ ἀρύστιχος , ἔφηβος , οἰνήρυσις , κοτύλη
ἔνικμα , ὧν ὁ φλοιὸς πολλὴν ὑγρασίαν ἐκ τῆς γῆς ἀρύεται , ὁποία ἐστὶν ἡ συκῆ καὶ ἡ κερασία ,
3809071 καταλειπε
] τὴν ἄτην τῆς φρενός . λείφ ' ἵδρανα ] κατάλειπε τοὺς βωμούς . ἀτιετανα ] μήποτε μετέχων τῆς τιμῆς
οὐδὲν ἔχοντας τοῦ λαθεῖν ἄξιον , ἀλλὰ βάδιζε μαλακῶς καὶ κατάλειπε σεαυτῆς ἴχνος , ὡς μέλλουσά τι χαρίζεσθαι καὶ τῇ
3808636 ποθουσα
γὰρ κεκλήσῃ γυνή . κἀκείνη περιβλέψασα πάντας ἀπῄει δακρύουσα , ποθοῦσα τὸν Ζαριάδρην ἰδεῖν : ἐπεστάλκει γὰρ αὐτῷ ὅτι μέλλουσιν
οὐδὲν κέρδος ἐν τοῖς κακοῖς ἡ σιωπή : ἡ γὰρ ποθοῦσα : ἡ γὰρ καρδία ἐπιζητοῦσα πάντα ἀκούειν δαπανᾶται :
3807506 παθῃ
ἑτέρας ἐπεισελθούσης ἐξ ἔριδος , οἷα φιλεῖ , κατὰ ζηλοτυπίαν πάθῃ τι τῶν ἀνηκέστων , ἅμα καὶ τοῦ δεσπότου καινοτέροις
δὲ ὀφειλομένας ἐν Χερρονήσῳ . ἐπέσκηψε δέ , ἐάν τι πάθῃ , τάλαντον μὲν ἐπιδοῦναι τῇ γυναικὶ καὶ τὰ ἐν
3806946 ῥητινας
ἐπίπασσε τὸ ἀμμωνιακὸν σεσησμένον , καὶ διαλυθέντος αὐτοῦ ἐπίβαλλε τὰς ῥητίνας καὶ ἐπ ' ἀνθράκων ἕψε : καὶ ἄρας ἀπὸ
καθάπερ ἡ πεύκη δᾳδουργουμένη , καὶ ἐξ ὧν δὴ τὰς ῥητίνας συλλέγουσιν , οἷον ἐλάτης τερμίνθου : καὶ γὰρ δὴ
3804774 ἠλειφον
μνημονεύει καὶ Ἱππῶναξ διὰ τούτων : βακκάρι δὲ τὰς ῥῖνας ἤλειφον : ἐσθ ' οἵη περ κρόκος . Ἀχαιὸς δ
οὐδὲ βαδίζειν δυναμένου ; κἀν τοῖς ἀλείμμασι καὶ λουτροῖς ἑαυτοὺς ἤλειφον , ἐπισκώπτοντος τοῦ Σκιπίωνος , ὡς αἱ ἡμίονοι ,

Back