, ἀλλὰ δὴ καὶ τῆς ἰδίας ἀσφαλείας , ὁ δὲ παρωσάμενος τήν τε γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἀδίκως ἐγκρατὴς γίνεται
ἐμφαίνεται καὶ κηδεμονικὸν τοῦ θεοῦ . αὐτὸς δὲ ὁ Λάϊος παρωσάμενος τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολὰς , ὑπὸ τῶν αὐτοῦ φίλων
5731059 βρωσεις
παρ ' ἀνθρώποις θητείας αὐτοῖς ὠνείδισαν , ἀλλὰ καὶ παίδων βρώσεις καὶ πατέρων ἐκτομὰς καὶ μητέρων δεσμοὺς καὶ πολλὰς ἄλλας
, ὁ δὲ περὶ οἶνον οἰνόφλυξ , ὁ δὲ περὶ βρώσεις ποικίλος , ὁ μὲν οὐ περιμένων τοὺς προσήκοντας καιροὺς
5357292 μετεμορφωθη
Λευκοθόῃ τῇ Ὀρχομένου μιγῆναι θελήσας εἰς τὴν μητέρα τῆς προειρημένης μετεμορφώθη . ταύτην ὁ πατὴρ ζῶσαν κατώρυξεν , Ἥλιος δὲ
πρὸς τοῦ μητροπάτορος [ ! ! ! ! ! ! μετεμορφώθη ] εἰς [ ] ἐλάφου ? δόκησιν διὰ βουλὴν
5348657 γαμον
υἱῶν ταύτην ἐσκέψατο . συνέθετο γὰρ τῷ Αἰγύπτῳ συνάψαι πρὸς γάμον τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας τοῖς υἱοῖς αὐτοῦ . ἑτοίμως δὲ
, ἃ συνέβησαν αὐτῷ μετὰ ⌈ τοὺς γάμους [ τὸν γάμον ] , ⌈ ἀναβοᾶται [ ἀναβοᾷ καὶ ] τὸ
5320901 πατηρ
τοῦ δεῖνος . ἀπόκριναι ἀπροαίρετον , οὐ κακόν . ὁ πατὴρ τὸν δεῖνα ἀποκληρονόμον ἀπέλειπεν [ ] . τί σοι
δίδου καὶ μὴ ἀπαίτει : πᾶσα γὰρ θέλει δίδοσθαι ὁ πατὴρ ἐκ τῶν ἰδίων χαρισμάτων . Μακάριος ὁ διδοὺς κατὰ
5302583 παυσας
αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν ,
ἀναγκάσαντος , τῆς δὲ προσηκούσης τιμωρίας τοῦ δέους . ὃ παύσας , ὦ βασιλεῦ , μεστὴν αὖθις σωμάτων ἀπέφηνας τὴν
5300298 ἐδημευσεν
ἐλέγξας ἀκριβῶς ἅπαντας τοὺς διαβληθέντας ἀπέκτεινε καὶ τὰς οὐσίας αὐτῶν ἐδήμευσεν . πολλῶν δὲ καὶ ἄλλων ἐν ὑποψίαις ὄντων ,
, αὐτοὺς μὲν ἀπέκτεινε , τὰς δ ' οὐσίας αὐτῶν ἐδήμευσεν , ἐκ δὲ τῶν χρημάτων τούτων τοῖς μὲν φρουροῦσι
5286478 ἐρασθεις
τὴν πρᾶξιν ἐποιοῦντο . καὶ ὁ μὲν Θησεὺς τῆς Ἑλένης ἐρασθεὶς ἔσχεν συμπράττοντα αὐτῷ τὸν Πειρίθουν , ὁ δὲ Πειρίθους
: Δημήτριος δὲ ὁ Φαληρεὺς , Λαμπιτοῦς τῆς Σαμίας ἑταίρας ἐρασθεὶς , ἡδέως δι ' αὐτὴν καὶ Λαμπιτὼ προσηγορεύετο ,
5285635 δεσποτης
ἀντὶ τοῦ εἰσεφέρετο . ] αὐτὸς : Ἀντὶ τοῦ ὁ δεσπότης . τῷ Διονύσῳ φησί . . ὁ Ξανθίας πρὸς
, ἔφη , „ ἐπὶ πολὺν χρόνον χρηστὸς κληθῆναι ἢ δεσπότης ἐπ ' ὀλίγον „ . Ἀνταγόρας ὁ ποιητὴς ἀκρόασιν
5270926 ἀπεκτονως
φόνον εἰς Ἀθήνας ἀφικόμενος , ὡς μὴ γένοιτο σφίσιν ὁμόσπονδος ἀπεκτονὼς τὴν μητέρα , ἐμηχανήσατο τοιόνδε τι Πανδίων : χοᾶ
εὑρίσκομεν . „ λογι - ζόμενοί τε ὅτι μητέρα Ὀρέστης ἀπεκτονὼς θεῶν δικαστῶν τυχὼν ἀποφυγγάνει „ : καὶ πάλιν :
5262051 δεδουλωμενος
ὁ Κάλανος , ἀκόλαστος ἄνθρωπος , καὶ ταῖς Ἀλεξάνδρου τραπέζαις δεδουλωμένος : τοῦτον μὲν οὖν ψέγεσθαι , τὸν δὲ Μάνδανιν
κατηφῆ καὶ σκαιὸν ὀνομάζοντες καὶ μέχρι τίνος ἔσῃ παιδίον πατρὶ δεδουλωμένος καὶ ὅλως αὐτὰ τοῦ βίου τὰ καλὰ μὴ γινώσκων
5224911 δουλος
τῷ γὰρ ἐμός τί μᾶλλον ὑπακούεται οἶκος ἢ ἵππος ἢ δοῦλος ἤ τι τῶν τοιούτων ; Αἱ κτητικαὶ ἀπὸ γενικῶν
μηδεὶς ὑμᾶς ἐγράφετο . ἐγὼ δὲ ἐξιόντας μὲν οὐκ εἶδον δοῦλος ὢν τῆς ἀνάγκης , ἣν οἶσθα , γράψαι δὲ
5222465 δημιον
ληφθεὶς δέ ποτε ἐπ ' αὐτοφώρῳ καὶ περιαγκωνισθεὶς ἐπὶ τὸν δήμιον ἀπήγετο . τῆς δὲ μητρὸς ἐπακολουθούσης αὐτῷ καὶ στερνοκοπούσης
γύναι , τὸν φόνον , δεύτερον ἀγωνιστὴν τοῦ δράματος ἔχουσα δήμιον δοῦλον , σφαγέα δεσπότου , μαστιγίαν ἀνδρὸς ἀλιτήριον ,
5204098 πατρωιους
ἐπὶ ταῖς κρατίσταις συνωρίσι τόν τε πατέρα καὶ θεοὺς τοὺς πατρώιους γυναῖκά τε καὶ τέκνα καὶ τῶν ἄλλων εἴ τι
. οὕτω : τὰς λιτὰς δὲ καὶ τὰς ἱκεσίας τὰς πατρώιους καὶ πατρικὰς καὶ τὰς κληδόνας τὰς παρὰ τὸν αἰῶνα
5199392 ἐκδημων
δευτέρου γεννώμενος λαμπρός , πλούσιος , ἀρχοντικὸς καὶ ἐπὶ ἐλπίσιν ἐκδημῶν καὶ βασιλικαῖς δωρεαῖς καὶ τιμαῖς , συμβίῳ δὲ ἀγαθῇ
ἄρχουσιν εἰς τὴν τῶν ἀριστείων διαδικασίαν . Ὁ μὲν οὖν ἐκδημῶν οὕτω καὶ τοιοῦτος ὢν ἐκδημείτω , τὸν δ '
5198508 πατερα
οὐχ Ἑλληνικόν , ἀλλ ' ὑποκοριστικόν . γέροντα δὲ τὸν πατέρα Αἴγωνος λέγει . ὦ δειλαῖε : οὐχ ὡς λοιδορῶν
τὸν ἀρέσκοντα τῇ δίκῃ , τὸν ὅσιον καὶ εὐσεβῆ . πατέρα τε Δαμάγητον : τὸν τοῦ Διαγόρου . πάλιν δὲ
5196280 ἀπελασαι
τε ἄνθρωπον ἐκβαλεῖν καὶ οὐκέτι συνοικεῖν αὐτῇ , καὶ Στέφανον ἀπελάσαι ἀπὸ τῆς παρεδρίας καὶ οὐκ ἐᾶν ἔτι παρεδρεύειν αὑτῷ
ἐλάσεως : καὶ ἄλλας γὰρ ἐποιήσαντο , [ τὸ ] ἀπελάσαι τοὺς ἐννέα ἄρχοντας ψήφισμα : ὃ ἔγραψε Περικλῆς ἐν
5179327 Οἰδιποδα
, κακόμαντιν , πατρὸς εὐκταίαν Ἐρινὺν τελέσαι τὰς περιθύμους κατάρας Οἰδιπόδα βλαψίφρονος : παιδολέτωρ δ ' ἔρις ἅδ ' ὀτρύνει
, τὸν σὸν δαίμονα , τὸν σόν , ὦ τλᾶμον Οἰδιπόδα , βροτῶν οὐδὲν μακαρίζω : ὅστις καθ ' ὑπερβολὰν
5176603 τιμωρησεται
καὶ ὁ λόγος μετὰ τῶν βεβιωμένων νικήσει τὸν συκοφάντην καὶ τιμωρήσεται , ἥκω ψήφῳ κυρῶν τὸν ἐμαυτοῦ τρόπον : μᾶλλον
δὲ σύμπαντι στρατῷ λέξω τάδ ' ἐλθών , ὅς σε τιμωρήσεται . Ἐσωφρόνησας : κἂν τὰ λοίφ ' οὕτω φρονῇς
5174839 θελων
ἀποβιοτευόντων ? ? ? ? [ ] [ πολλοῖς ] θέλων ? παρεγένετο [ τροφῆι ] . [ Τοῦ δ
ἐν Νόμοις εἶπε . Τὸ δὲ ἕπεται δὲ ὁ αἰεὶ θέλων τε καὶ δυνάμενος περὶ τῶν ἡμετέρων λέγεται ψυχῶν :
5143200 Ἀμυρις
ποτε καὶ εἰς θεοῦ τοὺς χρησομένους , ὧν ἦν εἷς Ἄμυρις , πυνθανόμενοι μέχρι τίνος εὐδαιμονήσουσι . καὶ ἡ Πυθία
τῶν σωφρονούντων μὲν , δόξαν δέ τισι μανίας παρεχομένων . Ἄμυρις γάρ τις ἀκούσας χρησμοῦ λέγοντος , ὅτι ἕως τότε
5125763 Θυεστην
τὰ σκῆπτρα αὐτῶι καταλείψηι , θάνατον ἐπεβούλευσαν , Ἀτρέα καὶ Θυέστην τοὺς πρεσβυτάτους τῶν παίδων εἰς τοῦτο προστησάμενοι . ἀναιρεθέντος
ἡγεμόνας . τῶν λαῶν ἡγουμένους . λέγει δὲ Ἀτρέα : Θυέστην : Πιτθέα : Ἀλκάθουν : Πλεισθένην : Χρύσιππον .
5125070 μαντις
καὶ Διόνυσος μάντις , καὶ ἐν Βάκχαις φησὶ [ ] μάντις δ ' ὁ δαίμων ὅδε : τὸ γὰρ βακχεύσιμον
: χορὸς γεωργῶν ἀθμονέων : θεράπων Τρυγαίου ἕτερος : Ἱεροκλῆς μάντις χρησμολόγος : δρεπανουργός : λοφοποιός : θωρακοπώλης : σαλπιγγοποιός
5105286 ἀποθεμενος
δὲ μόναι : ἐλέγχει δὲ αὐτὸν ἐνταῦθα ὁ τεχνικὸς , ἀποθέμενος μὲν ὡς οὐκ ἔστιν ἁπλοῦς ἀτελὴς ἐκ μόνων προσώπων
τοιαῦτα πάθοι , ἴστω παραπεσὼν παίδων παιδιᾷ τὸ περὶ αὐτὸν ἀποθέμενος παίγνιον . Εἰ δὲ δὴ καὶ παίζοι Σωκράτης ,
5105223 ἀποκτεινας
. ταῦτα ἤδη Ἀχιλλέως καθάπτεται , ὅτι τὸν ἄνδρα αὐτῆς ἀποκτείνας ἔχει αὐτὴν συνοικοῦσαν , καὶ δεῖ αὐτῇ πολλῆς παραμυθίας
λέγοντι δὲ ἐπ ' ἀληθείᾳ Πάτροκλός ἐστιν ὁ τὸν Λᾶν ἀποκτείνας : οὗτος γὰρ καὶ ὁ μνηστευσάμενός ἐστιν Ἑλένην .
5073813 υἱον
μητέρα τοσαύτης ἀναπεπλῆσθαι θεοβλαβείας , ὥστε τὸν ἀγαπητὸν καὶ μόνον υἱὸν εἰς αἰσχρὰς καὶ ἀνοσίους πράξεις παρακαλεῖν . ἀλλὰ μετὰ
, αὐτὸς μὲν ὑπὸ γήρως ἐν Λυδίᾳ ἔμεινεν , τὸν υἱὸν δὲ Πέλοπα σὺν στρατῷ ἔπεμψεν εἰς τὴν γῆν .
5067070 ἀνενεγκουσα
μὲν πρόγονον ἀπέκτεινε , τὸν δὲ υἱὸν ἔτρωσε , καὶ ἀνενεγκοῦσα κρίνεται : ἐνταῦθα γὰρ ὁμολογουμένου τοῦ πράγματος ὄντος ζητοῦμεν
μὲν υἱὸν ἔτρωσε , τὸν δὲ πρόγονον ἀπέκτεινε , καὶ ἀνενεγκοῦσα φεύγει φόνου . διαφέρει δὲ συγγνώμης ὁ τοιοῦτος στοχασμός
5066967 ἀναγνωρισας
κατέστησε , καὶ ἐπληθύνθη κατὰ γένος τὰ πάντα καὶ ὁ ἀναγνωρίσας ἑαυτὸν ἐλήλυθεν εἰς τὸ περιούσιον ἀγαθόν , ὁ δὲ
ἐβασίλευσε δὲ Ἀλβανῶν , τοὺς ἰδίους υἱωνοὺς παρ ' ἐλπίδας ἀναγνωρίσας Ῥέμον καὶ Ῥωμύλον , ἐπεβούλευσε κατὰ τοῦ ἰδίου ἀδελφοῦ
5063300 βουλομενη
σπουδάζειν αὐτὸν παρορμῶσα , ἢ τὰς καθ ' ἑαυτῆς ἀπολύσασθαι βουλομένη διαβολὰς ὑπὲρ τοῦ μηθενὸς ὧν ἔπραττεν ὁ ἀνὴρ μήτε
γὰρ ἡ ἐκ πτερῶν ῥιπίς : ἀπὸ τῶν φρυγίων σκύλων βουλομένη - συρράψαι ἐνδύματα πορφυρᾶ ὅπως ἐπὶ τὸν τάφον ἀναθῇ
5048935 Πελιαδας
οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ '
ὑπομνήματος τοῦ εἰς Πίνδαρον [ . , ] ἔγραψα : Πελιάδας κόρας : τὰς Πελίου θυγατέρας ἔπεισεν ἡ Μήδεια τὸν
5046369 ἀνελων
καὶ εὐνομίας ἐφιέμενα . τοῦτον οὖν εὐλαβείσθω πᾶς ὁ ἀκουσίως ἀνελὼν ὡς ὑπέρμαχον καὶ προαγωνιστὴν τῶν ἀναιρεθέντων καὶ εἴσω τῆς
ἔστησε τούτους κατὰ πᾶν τὸ ἐκεῖσε πεδίον . Ὕστερον δὲ ἀνελὼν ὁ Δαυνὸς αὐτὸν ἔρριψε καὶ τοὺς ἀνδριάντας εἰς τὴν
5038928 δεσποτην
τῶν τῇ Σελήνῃ καὶ τῷ ὡροσκόπῳ συμβεβηκότων , τὸν δὲ δεσπότην ἐκ τῶν τῷ Ἡλίῳ καὶ τῷ μεσουρανήματι . ἐὰν
ἡ ἀλώπηξ γελῶσα εἶπεν : ” οὕτως οὐ χρὴ τὸν δεσπότην πρὸς δυσμένειαν παρακινεῖν ἀλλὰ πρὸς εὐμένειαν . ” ὁ
5033395 ἐκυει
ἄρα ᾔδη ἰφθίμην ἄλοχον Σθενέλου Περσηϊάδαο . ἣ δ ' ἐκύει φίλον υἱόν , ὃ δ ' ἕβδομος ἑστήκει μείς
κόλπον καρπὸς μὲν ἐκεῖνος ἦν αὐτίκα ἀφανής , αὐτὴ δὲ ἐκύει : τεκούσης δὲ τράγος περιεῖπε τὸν παῖδα ἐκκείμενον .
5029970 γαμων
' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν ἐμέθεν . βασίλεια , βακχεύουσαν
ἀεὶ κυρίους εἶναι μετὰ τῶν ἐπιτρόπων . Ὅσα δὲ προτέλεια γάμων ἤ τις ἄλλη περὶ τὰ τοιαῦτα ἱερουργία μελλόντων ἢ
5027725 Οἰδιπους
; Ὦ θεῶν μαντεύματα , ἵν ' ἐστέ ; Τοῦτον Οἰδίπους πάλαι τρέμων τὸν ἄνδρ ' ἔφευγε μὴ κτάνοι ,
οὗ Πολύδωρος , οὗ Λάβδακος , οὗ Λάιος , οὗ Οἰδίπους , οὗ Ἐτεοκλῆς καὶ Πολυνείκης : λείπει τὸ ὑπαρχόντων
5012174 ἀτεκνος
λαμβάνων κατέπινεν . καὶ οὕτως ἐπὶ πολλῶν τούτου γινομένου , ἄτεκνος ἔμενεν ἡ Ῥέα . ὅτε οὖν ἐγέννησε τὸν Δία
προτέρας Ἀρσινόης γενηθέντας αὐτῷ παῖδας : αὐτὴ γὰρ ἡ Φιλάδελφος ἄτεκνος ἀπέθανεν . ὧδε καὶ ἀθανάτων : φέρει σύγκρισιν ἀπὸ
5012126 ὑον
γενέσθαι , ὥστ ' εἴ γ ' ἐκείνῃ πεισθεὶς τὸν ὑὸν ἐποιεῖτο , τῶν ἐκείνης παίδων τὸν ἕτερον ἐποιήσατ '
οὐδετέρῳ αὐτοῖν τὴν ἀξίαν χάριν ἀποδίδως : ἐμὲ μὲν γὰρ ὑὸν ὄντα Θεοφράστου , σαυτοῦ δὲ ἀδελφιδοῦν , ἀποστερεῖς ἅ
5004585 πατρος
, συμβασιλεύσαντα μὲν αὐτῷ , διαδεξάμενον δὲ τὴν ἀρχὴν τοῦ πατρὸς σὺν Κωνσταντίνῳ καὶ Κώνσταντι τοῖς ἀδελφοῖς . ἐν δὲ
δὲ καὶ θεῶν ὅσα φῦλα ἀπορροὴν τῆς Διὸς τοῦ πάντων πατρὸς δυνάμεως ἕκαστα ἔχει καὶ ἀτεχνῶς κατὰ τὴν Ὁμήρου σειρὰν
4997945 παιδος
: δεῖ δὲ αὐτὸν σοῦ βοηθοῦντος ἥττω γενέσθαι τῆς τοῦ παιδὸς καὶ δόξης καὶ εὐπορίας . Γένους μὲν ἕνεκα καὶ
, θάνατον δὲ τῆς μητρὸς ἑκούσιον , ἐπὶ τῇ τοῦ παιδὸς ἀτιμίᾳ περιλύπου γενομένης , δοκεῖ κατεψεῦσθαι . . .
4972205 παιδα
δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν τοῦτ ' ἐμέ , τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; Ἐξ Ἡρακλείας ἀργύριον ὑφείλετο . Ἔστι
ἐπὶ Κρεούσῃ τῇ ταύτης ἀδελφῇ , ἐξ ἧς Κρεούσης ἔσχε παῖδα Ἀσκάνιον . ὕστερον δὲ τῆς Τροίας πορθουμένης ἐλευθερωθεὶς ὑφ
4939541 Λαιος
' ἡμέραν τοῦ λίθου . μετὰ δὲ τὴν Ἀμφίονος τελευτὴν Λάιος τὴν βασιλείαν παρέλαβε . καὶ γήμας θυγατέρα Μενοικέως ,
Θήβας ὁδόν . διεπορεύετο δὲ τὴν ὁδὸν ἐκείνην καὶ ὁ Λάιος ὁ τούτου πατήρ , ἀπερχόμενος καὶ οὗτος ἐρωτήσων εἰς
4937969 παις
δεῖ ἡμέας ἀλλήλων πειρηθῆναι ; Εἶς μέν μεο τῆς ἀδελφεῆς παῖς , ἔχεις δέ μεο ἀδελφεόν . Σὺ δή μοι
ἡμᾶς ὁμολογίαν . Καὶ ἧς μὲν ἐγὼ ἐπεδικασάμην , ἡ παῖς τύχῃ χρησαμένη καμοῦσα ἀπέθανεν : ἡ δ ' ἑτέρα
4936757 λαχων
, ὁ παρὼν καὶ τὴν καλὴν δίκην [ αὐτῷ ] λαχών . περὶ οὗ τὰ μὲν ἄλλα τί δεῖ λέγειν
' ἔστω καὶ ἀπηγόρημα , τῶν μὲν ὡς ἄπειρος ὁ λαχών , τῶν δ ' ὡς ἔμπειρος : ὃς δ
4934190 γαμους
, ἂν εὖ προσδράμῃς πρὸς τὸ στόμα . διακονοῦμεν νῦν γάμους . τὸ θῦμα βοῦς , ὁ διδοὺς ἐπιφανής ,
δὲ δάκρυα λουτρὰ δυστήνωι φέρειν . πατὴρ δὲ πατρὸς ἑστιᾶι γάμους ὅδε , Ἅιδην νομίζων πενθερόν , κῆδος πικρόν .
4922445 ἀδελφον
ἐπὶ τῇ ἀτυχίᾳ τῇ τούτου , ἀποστέλλω τὸν Δείνωνα τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ εὐθὺς ἐπὶ τοῦτον , δοὺς ἐφόδιον αὐτῷ τριακοσίας
. ἀποκτεῖναι μὲν οὖν οὐκ ἔδοξεν αὐτῷ διὰ τὸ δοκεῖν ἀδελφὸν εἶναι τῶν παίδων : ἀποπέμπει δὲ αὐτὸν εἰς τὸ
4897982 ὑπεριδων
ἐχθροὺς ἀπωσάμενος καὶ συναγαγὼν ἐκκλησίαν καὶ δῆμον ἀγείρας πατρὸς νουθεσίαν ὑπεριδὼν γύναιον ᾔτησεν ἄπροικον . ἅπασι μὲν οὖν ὡς εἰπεῖν
κέντρον : καὶ τὸ ἐναλλὰξ τῶν πλαγίων καὶ τῶν ἴσων ὑπεριδὼν , ἢ ἀπὸ ἑνὸς κέντρου πρὸς δύο , ἢ
4880749 μυσαττομενον
, φάναι τὸν Κῦρον , ὁρῶ , ὦ πάππε , μυσαττόμενον ταῦτα τὰ βρώματα . καὶ τὸν Ἀστυάγην ἐπερέσθαι :
ἐν Διδύμοις καὶ τοὺς θησαυρούς , ἐκεῖνον δ ' ἀνελεῖν μυσαττόμενον τὴν ἱεροσυλίαν καὶ τὴν προδοσίαν . Τὸν δὲ διὰ
4879249 ζων
. ἐπεξιὼν δὲ ὁ Ἄδμητος ἔχων καὶ λοχαγοὺς νύκτωρ συνελήφθη ζῶν : ἠπείλει δὲ Ἄκαστος ἀποκτεῖναι αὐτόν . πυθομένη δὲ
ἔλεγε , τοῦ πατρός , ὡς δι ' ἐκεῖνον μὲν ζῶν , διὰ τοῦτον δὲ καλῶς ζῶν , ὕστερον ὑποπτότερον
4859263 τεκουσα
τὴν φήμην αἰδουμένη , / τὸν μὲν Σύρισκον ἀφαντοῖ , τεκοῦσα δὲ τὸ βρέφος / ἐν τοῖς ἀγροῖς ἐκτίθεται :
' ἐφώνει “ δυστυχὴς ἀποθνῄσκω : τὰ σπλάγχνα γάρ , τεκοῦσα , πάντα μου πίπτει . ” ἡ δ '
4858397 ἐρων
ὅ περ καὶ πάντες πεπόνθασιν . ἔτυχεν δὲ ὁ Ἀλκιβιάδης ἐρῶν τοῦ Ἀγάθωνος καὶ ἐβούλετο ὑπὸ μηδενὸς ἄλλου αὐτὸν ἐρᾶσθαι
προσλογιζόμενον τὸν Ἐρασίστρατον κατὰ τὸ εἰκὸς ὡς οὐκ ἂν ἑτέρας ἐρῶν βασιλέως υἱὸς ἐνεκαρτέρει τῷ σιωπᾶν μέχρι θανάτου . χαλεπὸν
4854742 ἀπεκτεινε
ἀδίκημα : εὐνοῦχόν τις εὑρὼν ἐπὶ τῇ γυναικὶ ὡς μοιχὸν ἀπέκτεινε καὶ κρίνεται φόνου : τοῦτο ὁριστικὴν ἔχει τὴν ζήτησιν
ἐνεγκὼν αὐτῷ γέροντος κεφαλὴν ἐγένετο δορυφόρος : καὶ μετὰ τοῦτο ἀπέκτεινε τὸν τύραννον καὶ κρίνεται πατροκτονίας : ἐνταῦθα γὰρ ἡ
4848486 Ὀρεστην
' ἐπιών νιν βίοτος εὐδαίμων μένει . Ἄργους δ ' Ὀρέστην , Μενέλεως , ἔα κρατεῖν , ἐλθὼν δ '
ὁ χρήσας αὐτὸς ἦν ὁ μαρτυρῶν , ὡς ταῦτ ' Ὀρέστην δρῶντα μὴ βλάβας ἔχειν . ὑμεῖς δ ' ἐμεῖτε
4845927 ἀπολεσας
: διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ῥείθρῳ πέδιλον . θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
Διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον , ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ὕδατι πέδιλον . Θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
4845193 ἀποθανων
[ τοῖς ] ? [ κάτω ] δίδωσιν [ ] ἀποθανὼν δίκην . γυναῖκα ] ? ? [ λαβεῖν ]
τοιούτων τὴν αὑτοῦ μοῖραν ἀναπλήσει , σχεδὸν ἐάνπερ ἔτ ' ἀποθανὼν ᾖ , μήτε μεθέξειν ἔτι πολλῶν τότε καθάπερ νῦν
4839869 ἀριστευς
τρόπου τῆς δωρεᾶς καὶ ἡ ζήτησις : ὁριστικῆς δὲ , ἀριστεὺς ᾔτησεν ἀλλοτρίαν γυναῖκα , ἔλαβεν , ἀπῆγξεν ἑαυτὴν ἡ
ἱερωσύνην τινὸς ἀφελέσθαι , ἔλαβε , τεθνήκασιν ἀμφότεροι ὅ τε ἀριστεὺς καὶ ὁ πρῶτος ἱερεύς , καὶ οἱ παῖδες ἀμφοτέρων
4827145 μισει
ἐστερημένος τάφου . . ὃν ] ὅντινα . στυγεῖ ] μισεῖ . . ἤδη τὰ τοῦδε ] τὰ περὶ τῆς
τὸν βίον οὗτος κατέστρεψε , τὰς ἀστικὰς ἡ προειρημένη γυνὴ μισεῖ διατριβὰς καὶ τὴν οἰκίαν , ἐν ᾗ τὸν ἄνδρα
4820947 ἐθελησας
χωρὶς ὧν ἀμήχανόν ἐστιν αὐτῷ σῴζεσθαι , περὶ τούτων οὐκ ἐθελήσας πεισθῆναι δῆλός ἐστιν ὑπὲρ τῶν μικροτέρων οὐδὲ ἀκουσόμενος .
μὲν τὸν βουλόμενον δικαιοσύνῃ χρῆσθαι διαφθείραντες , ὁ δὲ οὐδὲν ἐθελήσας χρήσασθαι δικαιοσύνῃ διὰ πάσης τῆς ἀρχῆς , μεγίστην δύναμιν
4819252 οἰκετης
καὶ τὸ καινότατον αὑτοὺς ζηλοτυπούντων , ἀγνοούντων δὲ ὡς κατάρατος οἰκέτης ἢ οἰκονόμος πεδότριψ ὑπεισιὼν λαθραίως ἐμπαροινήσει , τὸν κακοδαίμονα
σύμμαχος ἐπὶ ποδάγραν : ἀγροὶ δὲ καὶ ἵπποι καὶ πονηρὸς οἰκέτης οὐχ ὑποδεξάμενος φερόμενον νῦν μὲν ᾄδεται πρὸς ἡμᾶς ,
4814926 εὐχεται
μετὰ Καρχηδονίων , οἵτινες ἀνιόντες ἐπολέμουν Σικελούς . διὸ νῦν εὔχεται ὁ Πίνδαρος τῷ Διὶ ὥστε μὴ ἐμποδισθῆναι αὐτῶν ὀργήν
τὰ νέρθε δ ' οὐδέν : μαίνεται δ ' ὃς εὔχεται θανεῖν : κακῶς ζῆν κρεῖσσον ἢ καλῶς θανεῖν .
4811324 φονευσας
καὶ τῶν ἐλευθέρων μὴ φονεύεσθαί τινα παρόσον καὶ ὁ δοῦλον φονεύσας τῷ αὐτῷ ἄγει ἐνέχεται . ἐὰν οὖν ταῦτα εἴπῃς
Ἄρεως δὲ υἱοῦ φησιν εἶναι τὴν Ἁρμονίαν θυγατέρα , ὃν φονεύσας Κάδμος ἔγημεν Ἁρμονίαν . Ἔφορος δὲ Ἠλέκτρας τῆς Ἄτλαντος
4805819 μνηστευσαμενος
. τὴν δὲ κόρην ταύτην τῶν τελεσικράτους τις πρόγονος ἀλεξίδαμος μνηστευσάμενος καὶ νικήσας τὸν δρόμον ἔγημεν : Ἡ σύνταξις :
. τὴν δὲ κόρην ταύτην τῶν Τελεσικράτους τις προγόνων Ἀλεξίδαμος μνηστευσάμενος καὶ νικήσας τὸν δρόμον ἔγημεν . ἢ ὅτι Ἀνταῖος
4793819 πατρῳον
ἀντὶ τοῦ ἐπειδή . . ὅπως ] ἐπεί . τὸν πατρῷον θρόνον ] τὸν τοῦ πατρὸς αὐτοῦ Κρόνου . .
. ἐν ταύτῃ δὲ τραφέντες καὶ γενηθέντες ἐνήλικοι τόν τε πατρῷον φόνον μετῆλθον , καὶ τὸν τύραννον ἀνελόντες δυναστεύειν οὐ
4789879 τυραννικος
γὰρ ἀσθενῆ , τοῖς δ ' ὄλβος ἐστὶ καὶ δόμος τυραννικός . πολλὴν ἔδειξας ἐν λόγοις προμηθίαν : ἀλλ '
χαλεπὸς καὶ βίαιος τὸν τρόπον , ἔτι δὲ στασιαστὴς καὶ τυραννικός , ἀπεδοκιμάσθη . παροξυνθεὶς οὖν τῷ συστήματι τῶν Πυθαγορείων
4789752 φονον
ἐπειλημμένη διὰ τὴν ἀπουσίαν τοῦ ἀνδρός : δυναμένη δὲ τὸν φόνον ἐργάσασθαι , διὰ τὸ λῦσαι τῶν δεσμῶν τὸν παῖδα
τὰς αἰτίας συστάντας ἐπ ' αὐτῷ τοὺς πατρικίους βουλεῦσαι τὸν φόνον , πρᾶξαι δὲ τὸ ἔργον ἐν τῷ βουλευτηρίῳ καὶ
4788268 ἀταφον
καὶ πάντων ἐγεγένηντο ὠμότατοι , τί πλέον εἶχον ἢ ῥίψαντες ἄταφον ἀπαλλάττεσθαι ; τῶν δ ' ἐν ὁδῷ παριόντων ἴσως
ἀνθρώπων ἀγριότητι , εἴγε καὶ Ἀθηναῖοι Φωκίωνα τὸν χρηστὸν ἔρριψαν ἄταφον . καὶ Ὀλυμπιὰς δὲ ἔκειτο γυμνὴ ἡ τεκοῦσα τὸν
4775780 ἀνομος
ἡλικίᾳ ἔπραξέ τι δίκαιον , ἀλλ ' ἀεὶ ἄδικος καὶ ἄνομος ἦν : οὐδὲ νῦν οὖν ὑπολαμβάνω παραστατεῖν καὶ συνεῖναι
, ἀπολιπέτω ὁ ἀσεβῆς τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ , καὶ ἀνὴρ ἄνομος τὰς βουλὰς αὐτοῦ , καὶ ἐπιστραφήτω ἐπὶ κύριον τὸν
4773804 πειθομενος
πάλαι δὲ αὐτὴν ἐμοίχευεν . Ὁ κατάρατος , ὃν ἐγὼ πειθόμενος αὐτῇ ἀφῆκα ἐλεύθερον ; Ἡ θυγάτηρ δέ σοι ταῖς
ἐπιδεικνύουσιν ; ὃς τῇ μὲν πατρίδι οὕτως ἐχρῆτο ὥστε μάλιστα πειθόμενος . . . τοῖς δ ' ἑταίροις πρόθυμος ὢν
4772056 φανεις
, νικηφόρος τροπαιοῦχος ὀνομαζόμενος , ὡς ἀπ ' Ὀλυμπίων αὐτῶν φανεὶς τοῖς κινδυνεύουσι σύμμαχος , καὶ τὰ τοιαῦτα . Εἶτα
τοίης τιμῆς δὲ * * * στίλβων δ ' Ἑρμείαο φανεὶς ἐπὶ τὴν δύσιν ἀστὴρ * * * * *
4771470 γαμου
ἀμφοτέρων γάμοις . ὅπερ Ὅμηρος : πάντες δ ' ἀντιάασθε γάμου θεοί , ἐπὶ τοῦ Πηλέως . καὶ Κρόνου παῖδας
ἡ κτῆσις . οὐχ ὁρᾷς ὁποῖον θυγατέρες εἰσὶν ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου ; εἰ μέγαν αὐταῖς ἡ Τύχη ῥεύσειε πλοῦτον ,
4770132 τυφλος
, ἡσυχίαν ἄγειν ἠγάπησεν . Ἡκέτω δὲ ἡμῖν εἰς μέσον τυφλὸς ὁ παῖς περὶ οὗ ὁ λόγος , χειραγωγούμενος τῷ
τεκμαίρεσθαι τοῖς τοιούτοις , τί ἂν πάθοι τις , εἰ τυφλὸς ὢν ἐπιθυμοίη φιλοσοφεῖν ; τῷ διαγνῷ τὸν τὴν ἀμείνω
4766259 ἐλευθερος
ποθεινοτέρα . καὶ γὰρ δὴ μύρῳ μὲν ἀλειψάμενος δοῦλος καὶ ἐλεύθερος εὐθὺς ἅπας ὅμοιον ὄζει : αἱ δ ' ἀπὸ
τοῦτο γὰρ ἐγώ σε ἐξῄτησα , πότερον δοῦλος εἶ ἢ ἐλεύθερος ; τί δέ μοι τοῦτο διαφέρει ; ” Αἴσωπος
4766068 μισων
εὔλογον εἴπῃ σοῦ τὸ ἀπόρημα , πλὴν ἐγὼ τὴν πολυλογίαν μισῶν καὶ τὰ αὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν λέγειν πολλάκις ,
ἀμφοτέροις χαρίζεται χάριν καὶ δοκῶν αἰδεῖσθαι φιλίαν αὑτόν τε κἀκείνους μισῶν οὐκ οἶδε . πολλὴν δὲ ἄρα βραδυτῆτα κατέγνως τῆς
4760296 ἀπαις
παιδίον ἐς Μυσίαν Τεύθραντι τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ Τεύθρας ἄπαις ὢν τὴν μὲν Αὔγην γυναῖκα ποιεῖται , τὸν δὲ
πατρός , ἀποδοχῆς ἐτύγχανε τῆς μεγίστης . ὁ δὲ Τεύθρας ἄπαις ὢν ἀρρένων παίδων τὴν θυγατέρα Ἀργιόπην συνῴκισε τῷ Τηλέφῳ
4758254 τυχων
ὅλων οὔτε τῷ διώκοντι τὴν ἀλήθειαν . καὶ ὁ ταύτης τυχὼν τῆς ἐργασίας κατὰ τὸν Ὁμηρικὸν ἀστέρα λαμπρὸν παμφαίνησι καὶ
πράσσειν παρέχοντι καὶ συνεργὸς τυχὼν ταῦτα ἀποτελεῖ . ἀχρημάτιστος δὲ τυχὼν οὐδὲν ἰσχύσει τῶν ἰδίων ἀποτελεσμάτων ἐνεργῆσαι . καθόλου δὲ
4757656 ἐραστην
ὅπως ἂν ᾖ πάντα ἀγνοῶν καὶ πάντα ἀποβλέπων εἰς τὸν ἐραστήν , οἷος ὢν τῷ μὲν ἥδιστος , ἑαυτῷ δὲ
ἰδεῖν γυναῖκας ἀνασχομένη . σώφρων γέγονας σὺ καὶ φιλεῖς τὸν ἐραστήν , μακαρία τῆς εὐφημίας : ἡμεῖς δὲ πόρναι καὶ
4751328 υἱους
εἰς τὴν Αἴγυπτον ἀποδημοῦντας , καὶ φιλέλλην ὢν διαφερόντως τοὺς υἱοὺς τὴν Ἑλληνικὴν ἐδίδαξε παιδείαν : καθόλου δὲ πρῶτος τῶν
κατοικεῖ ἐν τῇ ἐπιθυμίᾳ αὐτῆς . Διὰ τοῦτο ζηλώσατε τοὺς υἱοὺς Λευί , καὶ ζητήσατε ὑψωθῆναι ὑπὲρ αὐτούς , ἀλλ
4750462 ἐρωντα
ἔτι ὄντος κρῖναι τὸν ὄντως εὔνουν καὶ μή , τὸν ἐρῶντα σωφρονίζει , καὶ τοὺς τῆς φιλίας λόγους εἰς τὴν
Σωκράτους ἐνορᾶται : ἀνάλογον δὲ ταύταις ταῖς ζωαῖς εἰσι τὰ ἐρῶντα , καὶ κατὰ τὰ ἐρῶντα λάβοις ἂν καὶ τοὺς
4749893 ἀνοσιος
. Μυκήναις , μὴ ' νθάδ ' ἀνακάλει θεούς . ἀνόσιος πέφυκας . . . ἀλλ ' οὐ πατρίδος ὡς
ἄνανδρος , θρασύς , δειλός , ἄρρωστος , ἄδικος , ἀνόσιος , ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής ,
4745352 μαντιν
τὸν Περσῶν θεὸν ἔνοικόν τε καὶ ἐραστὴν ὁ τόπος καὶ μάντιν τῆς μελλούσης τύχης οὐδὲν τοῦ Καμβύσου πρὸς τὴν πρόρρησιν
οὗτος ἥττηται . Τῶν τοίνυν εἰρημένων μοι τὰ πολλὰ καὶ μάντιν ἐποίει με , οὐχ ὁ Λητοῦς καὶ Διὸς οὐδ
4744253 τιμησαντος
μὲν Πανθείας ἀνδρί , ἀξίῳ δὲ Κύρου φίλῳ τοῦ ἡμᾶς τιμήσαντος . ταῦτ ' εἰπὼν κατὰ τὰς θύρας τοῦ ἁρματείου
Λύκων τοῖς νεανίσκοις εἰς ἐλαιοχριστίαν , ὅπως κἀμοῦ καὶ τοῦ τιμήσαντος ἐμὲ μνήμη γένηται διὰ τῆς χρείας ταύτης ἡ προσήκουσα
4743378 ἐκαλει
πάλιν πρὸς τὴν μάχην . Ὅτι ὁ αὐτὸς τοὺς στρατιώτας ἐκάλει συστρατιώτας τῷ ἰσοτίμῳ τοῦ ὀνόματος προθυμοτέρους ποιῶν . Ὅτι
Καππαδοκῶν , τοὺς ἀρίστους ἅμα τῶν στρατηγῶν ἐπ ' ἐκκλησίαν ἐκάλει καὶ βουλὴν περὶ τοῦ πολέμου προὐτίθει , πυνθανόμενος εἰ
4734231 θεραπων
γενναῖός που κἀναφέρων ἐς τὴν ὑφ ' Ἡρακλεῖ τροφήν , θεράπων δὴ γενέσθαι τῷ Ἡρακλεῖ ὁ Φιλοκτήτης ἐκ νηπίου ,
' ἴσως . Ἀλλ ' ἐκποδὼν πτήξωμεν , ὡς ἐξέρχεται θεράπων τις αὐτοῦ πῦρ ἔχων καὶ μυρρίνας , προθυσόμενος ,
4727185 γεροντα
καὶ Κλεῖτον τὸν σοφὸν καὶ Φιλώταν τὸν καλὸν καὶ τὸν γέροντα Παρμενίωνα καὶ τὸν διδάσκαλον Καλλισθένην καὶ Ἀριστοτέλην ἐμέλλησε καὶ
Ἵνα σβέσωμεν τὸ πῦρ . ὦ τύμβε : Ὡς πρὸς γέροντα εἶπεν . ἀντὶ τοῦ ὦ ταφῆναι ἄξιε . [
4726232 προσφωνων
αἰνῶ , νῦν ἀποιμώζω παρών , πατροκτόνον θ ' ὕφασμα προσφωνῶν τόδε ἀλγῶ μὲν ἔργα καὶ πάθος γένος τε πᾶν
χρησμωιδὲ μέγιστε : ἡσυχίαι γὰρ ὕπνου γλυκεροῦ σιγηλὸς ἐπελθών , προσφωνῶν ψυχαῖς θνητῶν νόον αὐτὸς ἐγείρεις , καὶ γνώμας μακάρων
4721667 ἐραστης
ὀδόντων ὥσπερ ἐλέφαντος . Τίς ἐκεῖθεν οὐκ ἂν εὔξαιτο λαβεῖν ἐραστὴς λευκὰ φιλήματα ; Εἰ δὲ νέμοντος ἠράσθην , θεοὺς
ὢν καὶ αὐτὸς ἄρχων ἀρχὰς τῶν ἡμῖν πεποιημένων λόγων γενόμενος ἐραστὴς τούτοις οὐκ ἔλαττον ἢ τοῖς πράγμασι διδοὺς καὶ συνὼν
4703022 παιδας
εἰώθασι τύραννοι , τοῦτο μὲν παθεῖν ἂν μᾶλλον ἑλοίμην ἢ παῖδας ἀνδρὶ δυνάστῃ τεκεῖν , οὐδὲ τοῦτο γυναικὶ φορητόν .
δὲ οἱ γραμματικοὶ τῶν στοιχείων ἐπειδὰν τὰς δυνάμεις διδάξωσι τοὺς παῖδας , τότε καὶ ὅπως ὁμοῦ πᾶσι χρῆσθαι δεῖ ὑποτίθενται
4702031 ἠρασθη
τὰς γυναῖκας ἐξοκίλλειν εἰς ἀλλοκότους ἔρωτας ⋮ Μυθεύεται , ὅτι ἠράσθη ταύρου νεμομένου ἡ Πασιφάη , Δαίδαλον δὲ ποιῆσαι βοῦν
βέλη ἐμπεπαρμένα καὶ κολάζεται ἐκ τούτου . Ὁ δὲ Ἰξίων ἠράσθη τῆς Ἥρας : ἡ Ἥρα προσαγγέλλει τῷ Διί :
4699413 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
4696820 δουλον
τις φιλία οὔτε δίκαιον οὔτε ψυχῇ πρὸς σῶμα οὔτε πρὸς δοῦλον δεσπότῃ . κήδονται μὲν γὰρ τούτων οἱ ἄρχοντες καὶ
θυμούμενος . Λύπης ἰατρός ἐστιν ὁ χρηστὸς φίλος . Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει . Νοῦς ἐστι πάντων ἡγεμὼν τῶν
4693914 μεμοιχευμενης
, βασιλεῦ ; μοιχὸν ἀνὴρ ἐπαινῶ , καὶ ταῦτα τῆς μεμοιχευμένης ἀκουούσης . φοβοῦμαι δὲ μὴ καὶ σήμερον τὸ κάλλος
μοιχείαν περιττὴν καὶ μᾶλλον αἰσχρὰν ἄμφω συνελθόντα , ἡ τῆς μεμοιχευμένης δόξα καὶ ἡ τοῦ μοιχεύσαντος ἀδοξία . Δέομαι δὲ
4686882 διακελευσαμενος
μὲν υἱοὺς Ἀλέξανδρον καὶ Τεῦκρον ἀπέστειλεν ἐπὶ τὰς πόλεις , διακελευσάμενος στρατολογεῖν ὡς πλείστους , αὐτὸς δὲ μεθ ' ἧς
ἀκούσας δὲ ταῦτα ὁ Κῦρος ἐδήχθη , καὶ σιγῇ ἀπελθὼν διακελευσάμενος ἑαυτῷ τολμᾶν εἰσῆλθεν , ἐπιβουλεύσας ὅπως ἂν ἀλυπότατα εἴποι
4685183 ἐφυγαδευσεν
ἡ ἀθάνατος ζωὴ περιγίνεται , προὐβάλετο κατὰ τὸ εἰκὸς καὶ ἐφυγάδευσεν ἐκ τοῦ παραδείσου , μηδ ' ἐλπίδα τῆς εἰσαῦθις
τὸ νίκημα ἀπέδωκεν Ἡρακλεῖ . μετὰ δὲ ταῦτα Ἱπποκόων μὲν ἐφυγάδευσεν ἐκ τῆς Σπάρτης τὸν ἀδελφὸν Τυνδάρεων , Οἰωνὸν δὲ
4678919 φυγας
δὲ ὡς Ἀθηναῖος ὢν ὁ ποιητὴς εἶπε . κἂν μὴ φυγὰς γὰρ εἴη τις , ὅμως φέρει τὰς ἀμαθίας τῶν
τοὺς ἀλωμένους ἐπανάξει , τοῦτο μεταποιήσει τὰ νῦν , τὰς φυγὰς καὶ τὰς διώξεις . ὄψει τοὺς αὐτοὺς στρατιώτας ἐρευνωμένους
4675644 φυλαξ
νόμος τὸν ἀποκαθευδήσαντα τῶν φρουρῶν θανάτῳ ζημιοῦσθαι , πόλεως πολιορκουμένης φύλαξ τις ἀποκαθευδήσας εἶδεν ὄναρ , ᾧ χρησάμενοι περιγένοιντο τῶν
γὰρ μικρὸν τῶν βασιλέων ἁμάρτημα μέγα δοκεῖ τοῖς ἄλλοις . φύλαξ ἤτοι ἄρχων . ἤτοι τοῖς καλοῖς καὶ κακοῖς .
4674726 παραβαινων
γε χορηγοῦντα τοῦτ ' ἐποίησεν , οὔπω τόνδε τὸν νόμον παραβαίνων : οὐ γὰρ ἔκειτό πω . εἷρξεν Ἀγάθαρχον τὸν
: ἀλλὰ σὺ οὐκ ἐπίστασαι νόμοις χρῆσθαι ὅρκους καὶ δεξιὰς παραβαίνων : περιπετὴς ὁ λόγος κατὰ ῥήτορας : περιπίπτει γὰρ
4672537 ἀδελφας
τῇ ἀδελφῇ καὶ λανθάνων , καὶ συμβουλεύων τῷ πατρὶ τὰς ἀδελφὰς τοῖς ἀδελφοῖς συνοικίσαι , ἵνα τὸ οἰκεῖον διοικήσηται :
ἐστέ ; δεῦρ ' ἴτ ' , ἔλθετε ὡς τὰς ἀδελφὰς τάσδε τὰς ἐμὰς χέρας , αἳ τοῦ φυτουργοῦ πατρὸς
4657349 ἀγνοων
. περὶ γὰρ σοῦ φροντίζων διετέλει καὶ τῶν ἡμετέρων οὐδὲν ἀγνοῶν . εἰ δὲ δεῖ σε καὶ παρ ' ἡμῶν
οὖν μὴ γιγνώσκοντες κτλ . συλλογισμοῦ δεικνύντος ὅτι ὁ ἑαυτὸν ἀγνοῶν οὔκ ἐστι πολιτικός , πρότασις ἡ λέγουσα ὅτι ὁ
4657182 ἀπολυσεις
σεαυτοῦ καὶ τοὺς ὄρνιθας τοὺς ἠθάδας ἐθέλοις ἀριθμεῖν , οὐκ ἀπολύσεις οὐδὲ ἀφήσεις εἰκῆ καὶ ὡς ἔτυχεν αὐτόν : εἰ
οἴκαδε κατὰ μόνας γενοίμεθα , εἴσῃ πάσας καί με ταχέως ἀπολύσεις τῆς μέμψεως . Φθάσαντες οὖν τὴν οἰκίαν καὶ τῶν
4651244 Χιρων
πυράγραν ἔχων : λέγεται δὲ καὶ ἐς τὸν Κένταυρον ὡς Χίρων , ἀπηλλαγμένος ἤδη παρὰ ἀνθρώπων καὶ ἠξιωμένος εἶναι σύνοικος
τοιόνδε Φόλω κατὰ λάινον ἄντρον κρατῆρ ' Ἡρακλῆι γέρων ἐστάσατο Χίρων ; ἆρά γέ πᾳ τῆνον τὸν ποιμένα τὸν ποτ
4649787 συνοικον
δοκεῖ περιστᾶσα τὸν παῖδα καὶ περιπαθῶς ταῦτα φθέγγεσθαι πρὸς τὸν σύνοικον : τί σου τὸ πρόσωπον , ἄνερ , πρὸς
καὶ πινυτᾶς Θέμιτος : ὀλβίων παῖδές ⌊ ⌋ νιν αἱρεῦνται σύνοικον . Ἁ δ ' αἰόλοις κέρδεσσι καὶ ἀφροσύναις ἐξαισίοις
4648988 ὀδυρομενον
, ὡς καὶ τοὺς σίλλους αὐτῷ ἀναθεῖναι , ἐποίησεν αὐτὸν ὀδυρόμενον καὶ λέγοντα ὡς καὶ ἐγὼν ὄφελον πυκινοῦ νόου ἀντιβολῆσαι
αἰθαλόεσσαν χευάμενον κὰκ κεφαλῆς , μηδὲ ἄλλα κλαίοντά τε καὶ ὀδυρόμενον ὅσα καὶ οἷα ἐκεῖνος ἐποίησε , μηδὲ Πρίαμον ἐγγὺς

Back