τὴν ἰλύν : ἐξ αὐτῆς γὰρ ἔχει τὸ εἶναι . ζῶον , ἀπὸ τῆς ἐν ἡμῖν ζέσεως τοῦ θερμοῦ :
πᾶν ζῶον ἔμψυχον , πᾶν ἔμψυχον οὐσία , πᾶν ἄρα ζῶον οὐσία , συνάγει οὖν τὴν οὐσίαν κατὰ τοῦ ζώου
8008855 ζῳον
ὁ Σωκράτης , αὐτός τε καὶ ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ ζῷον , εἴπερ σημαίνει ἕκαστον αὐτῶν τόδε τι ὂν καὶ
, τὸ πάντη καὶ ἀεὶ ἀκίνητον : εἰ δὲ πολυχρονιώτατον ζῷον , ὡσαύτως ἀεὶ κατὰ τὰ αὐτὰ ἀπαράλλακτον , ἀπὸ
7761590 ἐμψυχον
, ἔστι τὸ ἀντικείμενον ὄνομα εἰπόντα λύειν : οἷον εἰ ἔμψυχον συμβαίνει λέγειν , ἀποφήσαντα μὴ εἶναι , δηλοῦν ὡς
. ἀποκτείνας γέ που : οὐκ ἔτι γάρ ἐστ ' ἔμψυχον . . . . . . . . .
7308746 πτηνον
τέτταρες , μία μὲν οὐράνιον θεῶν γένος , ἄλλη δὲ πτηνὸν καὶ ἀεροπόρον , τρίτη δὲ ἔνυδρον εἶδος , πεζὸν
τῇ χροιὰ μελανίζων . τούτου ὑπὸ τὸν αἰθέρα ἱπταμένου πᾶν πτηνὸν φρυάσσει . ἔχει δὲ μεγάλας πράξεις , ἃς λέγων
7147082 ἀπουν
λόγον ποιεῖσθαι τοῦ ἀνθρώπου , ἀλλὰ διαιρεῖν καὶ τοῦτο εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν : οὕτω γὰρ τὸ τέλειον
χυλὸν ὀργάσας πίε . καὶ ἐπὶ τοῦ κοχλίου : ζῷον ἄπουν ἀνάκανθον ἀνόστεον ὀστρακόνωτον ὄμματ ' ἐκκύπτοντα προμήκεα κεἰσκύπτοντα .
6984353 διπουν
: ξύνεσιν δ ' ἔχον ? ? [ τέτραπον ἠδὲ δίπουν ] τι τρίπουν ? [ [ ] νῆ τρισὶ
ἄνθρωπος , τοῦτο καὶ δίπουν , οὐκ εἴ τι δὲ δίπουν , τοῦτο καὶ ἄνθρωπος . πάλιν εἴ τι φαλακρόν
6861264 αἰσθητικον
γὰρ μέρη ψυχῆς : τὸ μὲν θρεπτικόν , τὸ δὲ αἰσθητικόν , τὸ δὲ λογικόν . Τοῦ μὲν οὖν λογικοῦ
ἀσύστατοι . καὶ συνιστάμεναι μὲν αἱ δύο ὑπάλληλοι , ἔμψυχον αἰσθητικόν , ἄψυχον ἀναίσθητον , καὶ μία διαγώνιος ἔμψυχον ἀναίσθητον
6793145 δεκτικον
Σωκράτης καὶ Πλάτων ἅμα καὶ Ἀλκιβιάδης , οὐκέτι ἔσται πᾶν δεκτικὸν ἐπιστήμης . τὸ οὖν πάσης οὐκ ἔστιν ἐνταῦθα τοῦ
οὐ κακῶς . οὐ γὰρ φωτὸς μόνου ἀλλὰ καὶ σκότους δεκτικὸν ὡς εἴρηται . ἔπειτα δὲ καὶ ἡ γῆ κέχρωσται
6711324 ἀψυχον
ἴδῃ καὶ τὴν τῶν ὀνομάτων ἐκλογὴν ἐνοῦσαν καὶ τὸ μηδὲν ἄψυχον εἶναι τῶν λεγομένων , θαρρῶν λεγέτω τούτους Λυσίου .
Δείκνυσι δὲ ὅτι μόνη ψυχὴ αὐτοκίνητος διὰ τοῦ πᾶν ἑτεροκίνητον ἄψυχον εἶναι . Συλλογίζεται δὲ οὕτως : πᾶσα καὶ μόνη
6696317 πολυκινητον
νόμου ἰσχυρὸν κατεῖχεν | : ἄνθρωπος δέ , ᾧ | πολυκίνητον φύσιν ἔδωκεν ὁ θεός , “ ἐπὶ τραφερήν |
, καθεστηκός , τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν
6684539 ἀχωριστον
καὶ ἄλλαι δύο : ἄλλο καὶ ἀλλοῖον , χωριστὸν καὶ ἀχώριστον . πᾶσαι δὲ ἕξ εἰσι , καὶ τούτων αἱ
χωριστόν , οἷον τὸ λογικὸν εἶδος , καὶ τὸ πάντη ἀχώριστον , οἷον ἡ ποιότης : ἐν μέσῳ δὲ ἡ
6672631 ἐμψυχος
καὶ τὸ μὲν Α οὐσία , τὸ δὲ Β οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , τὸ δὲ Γ ζῷον . οὐ δὴ
ἐξ αὐτῶν . οἷον εἰ τὸ μὲν Α εἴη οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , ὁρισμὸς ὂν τοῦ ζῴου , τὸ δὲ
6624210 ἀπαθες
ὦ . Πᾶν μονοσύλλαβον οὐδέτερον ἔχον φύσει μακρὰν , εἴτε ἀπαθὲς εἴη , εἴτε πεπονθὸς , περισπᾶται : πᾶν ἀπὸ
' ἕτερα συμβαίνει . ἄτοπον δὲ καὶ τὸ φάναι μὲν ἀπαθὲς εἶναι ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τὸ ὅμοιον αἰσθάνεσθαι δὲ τοῦ
6599814 θνητον
θάτερον σκέλος τῶν ἀντιδιῃρημένων καὶ ποιοῦσα τὸν ἄνθρωπον ζῷον λογικὸν θνητὸν νοῦ καὶ ἐπιστήμης δεκτικόν . καὶ λέγομεν ὅτι διὰ
υἱός , τὸν δὲ Κάστορα μετὰ ταῦτα ὁ Τυνδάρεως σπέρμα θνητὸν ὄντα τῇ σῇ μητρὶ συνελθὼν ἔσπειρεν . ἀλλ '
6578317 ἀσχηματιστον
μαθεῖν . εἰσί τινες οἱ τὴν ἄποιον καὶ ἀνείδεον καὶ ἀσχημάτιστον οὐσίαν θεοπλαστοῦντες , τὸ κινοῦν αἴτιον οὔτε εἰδότες οὔτε
: τὸ μὲν γὰρ μέλος ἀνενέργητόν τ ' ἐστὶ καὶ ἀσχημάτιστον , ὕλης ἐπέχον λόγον διὰ τὴν πρὸς τοὐναντίον ἐπιτηδειότητα
6567750 κινητικον
τὸ δὲ ἑνὸς εἴδους . καὶ πολλῶν μὲν ὡς τὸ κινητικόν : τὸ γὰρ κινητικὸν ἴδιόν ἐστι τοῦ ζῴου :
τοῦ ἀγρίου ϲπέρμα τελέωϲ ἐϲτὶν ἄφυϲον καὶ οὐρητικὸν καὶ καταμηνίων κινητικόν , ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ ἡ πόα . Δάφνηϲ τοῦ
6441699 γελαστικον
οἷον τὸν Σωκράτην , διότι ἐστὶν ἄνθρωπος , ἅπαν εἶναι γελαστικόν , τοῦτο δέ ἐστι τὸν Σωκράτην πάντα ἄνθρωπον εἶναι
γὰρ ἄνθρωπος , τοῦτο καὶ γελαστικόν , καὶ εἴ τι γελαστικόν , τοῦτο καὶ ἄνθρωπος . Χωρήσωμεν οὖν ἐπὶ τὴν
6409547 ἀποιον
περιέχει γὰρ τὸ εἶδος τὴν ὕλην καὶ τὰ στοιχεῖα τὸ ἄποιον σῶμα . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Ἕκτον ἦν
καὶ μέλιτοϲ , ἔτι δὲ πρὸϲ τούτοιϲ εἴ τε οὖν ἄποιον ἐθέλοιϲ εἴ τε μέϲον ἐν ποιότητι τῇ πρὸϲ τὴν
6409262 λογικον
ἐχούσης , ὡς καὶ τοῖς φιλοσόφοις δοκεῖ , τὸ μὲν λογικὸν ἐνιδρυμένον τῇ κεφαλῇ , τὸ δὲ ἄλογον , καὶ
θνητόν : οὐ κατὰ τὸ ὅλον ἐστὶ [ θνητὸν ] λογικὸν ἀλλ ' ἀπὸ μέρους , καὶ πάλιν οὐ κατὰ
6391271 ζωῳ
τὸ ἔμψυχον παντὶ ζώῳ : καὶ τὸ αἰσθητικὸν δὲ παντὶ ζώῳ : τὸ ἄρα αἰσθητικὸν τινὶ τρεφομένῳ . ἐπεὶ γὰρ
ὕλη . ὥσπερ οὖν ἄλλο τὸ ζῶον καὶ ἄλλο τὸ ζώῳ εἶναι , καὶ τὸ ζώῳ εἶναι παρὰ τῆς ψυχῆς
6388395 ἀπτερον
† δῆλον ἔχομεν ζῷον δίπουν , καὶ πάλιν ζῷον δίπουν ἄπτερον : ὁμοίως δὲ καὶ εἰ πλείονα λέγονται . ὅλως
ὅτι τοῦ ὑπόποδος τὸ μέν ἐστι πτερωτόν , τὸ δὲ ἄπτερον : διαφοραὶ γὰρ αὗται ζῴου ὑπάρχουσιν , οὐ τοῦ
6327096 πτερωτον
καὶ ἀντιστρέφει , οἷον τὸ πτερὸν πτερωτοῦ πτερὸν καὶ τὸ πτερωτὸν πτερῷ πτερωτόν . ἐνίοτε δὲ καὶ ὀνοματοποιεῖν ἴσως ἀναγκαῖον
σιδήρῳ τὴν δεξιὰν ὡπλισμένον , ζυγῷ τὴν λαιὰν ἐπέχοντα , πτερωτὸν τὰ σφυρά , οὐχ ὡς μετάρσιον ὑπὲρ γῆς ἄνω
6297669 ἐμψυχῳ
, ἔμψυχον παντὶ φυτῷ , τὸ ζῶον ἄρα οὐ παντὶ ἐμψύχῳ . πόθεν ὅτι τὸ ζῶον οὐδενὶ φυτῷ , δείξομεν
, πᾶν τρεφόμενον ἔμψυχον : καὶ συνάγεται ζῶον οὐ παντὶ ἐμψύχῳ . ἐπειδὴ γὰρ πᾶν ἔμψυχον τρέφεται , πᾶν δὲ
6236477 αἰσθητικη
ἐστιν οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική , ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπος οὐσία ἔμψυχος αἰσθητική . ὃ οὖν ἂν ἐπέγραψεν , εἰ περὶ πάσης
γὰρ ἐν τοῖς καθ ' ἕκαστα καὶ ἀτόμοις ἡ αἴσθησις αἰσθητική : ἡ δ ' ἀντίληψις αὐτὴ τοῦ καθόλου γίνεται
6234019 ἀλογον
' ἐπὶ πλέον δέχηται καὶ τῷ ἄλλῳ σώματι παραδιδῷ . ἄλογον δὲ καὶ τὸ μάλιστα μὲν ὁρᾶν φάναι τὰ ὁμόφυλα
εἴπερ ἐν τῷ ἀέρι διαγίνονται καὶ τὸ τῆς τροφῆς οὐκ ἄλογον : ἐπεὶ καὶ ὁ πολύπους ἐξιὼν λαμβάνει καὶ ἡ
6220236 τετραπουν
δὴ δεῖν τότε εὐθὺς τὸ πεζὸν τῷ δίποδι πρὸς τὸ τετράπουν γένος διανεῖμαι , κατιδόντα δὲ τἀνθρώπινον ἔτι μόνῳ τῷ
, ἵνα μὴ βλάβης γένωνται πρόξενα . Λύκος ζῷόν ἐστι τετράπουν , ἄγριον καὶ πονηρόν . Τοῦ οὖν αἵματος αὐτοῦ
6209791 οὐσιωδες
: πάντα γὰρ ἑκάτερον ἀδιακρίτως , λέγω δὲ οὐ τὸ οὐσιῶδες ὄν , ἀλλὰ τὸ ἑνιαῖον : καὶ τοῦτο γὰρ
πολλοποιὸν αἴτιον ἄρχει τῶν προόδων , τῆς μὲν οὐσιώδους τὸ οὐσιῶδες , τῆς δὲ ἑνιαίας τὸ ἑνιαῖον . Ἀλλὰ σεμνὰ
6206933 ὑλακτικον
, ὁ ποιμήν . χόλον : ὀργήν . ὑλακόεντα : ὑλακτικὸν , βαϋστικὸν , βαβιστικὸν , τὸν ἀπὸ τῆς ὑλακῆς
. τελευταῖον δὲ καὶ Μένιππόν τινα τῶν παλαιῶν κυνῶν μάλα ὑλακτικὸν ὡς δοκεῖ καὶ κάρχαρον ἀνορύξας , καὶ τοῦτον ἐπεισήγαγεν
6128410 φθαρτον
μέν τινα παρ ' αὐτοῖς εἶναι τὸν παθητικὸν νοῦν καὶ φθαρτόν , ὃν καὶ κοινὸν ὀνομάζουσι καὶ ἀχώριστον τοῦ σώματος
. Ἀριστοτέλης δὲ τὸ ὑπὸ τὴν σελήνην μέρος παθητὸν καὶ φθαρτόν , ἐν ᾧ καὶ περίγεια . Ἀριστοτέλης : εἰ
6047568 θηλυ
τὸ δὲ σῶμα τὸ μὲν ἄρσεν αὔξεται , τὸ δὲ θῆλυ μειοῦται καὶ διακρίνεται ἐς ἄλλην μοίρην . Καὶ οὗτοι
ἰσχυρότερον ἔλθῃ , ἄρσεν γίνεται : ἢν δὲ ἀσθενὲς , θῆλυ : ὁκότερον δ ' ἂν κρατήσῃ κατὰ πλῆθος ,
6043997 λευκον
τὸν Σπαρτιάτην γραπτὸν κύρβιν ἐν διπλῷ ξύλῳ . τὸν γὰρ λευκὸν ἱμάντα βουληθεὶς εἰπεῖν , ἐξ οὗ ἡ ἀργυρᾶ λήκυθος
ἐν Δαιταλεῦσι : τί δαί ; κυνίδιον [ λεπρὸν ] λευκὸν ἐπρίω τῇ θεᾷ εἰς τὰς τριόδους ; ἠρία :
6020957 ἐνυδρον
πυρίνους : εἶναι δὲ τρία γένη τἆλλα , πτηνόν , ἔνυδρον , πεζόν . γῆν δὲ πρεσβυτάτην μὲν εἶναι τῶν
. . . . Ἄργος ἄνυδρον ἐὸν Δανααὶ θέσαν Ἄργος ἔνυδρον . Ἄργος ἄνυδρον ἐὸν Δαναὸς ποίησεν εὔυδρον . .
6012434 συνθετον
ὁρμῶ , οὗ μέλλων σώσω , ὄνομα ῥηματικὸν σῶτρον καὶ σύνθετον ἐπίσωτρον . . . . . ἐρρέθην : ἐρρέθην
καὶ στέατος ὑείου παλαιοῦ τοσοῦτον , ὅσον εὐαφὲς ποιῆσαι τὸ σύνθετον καὶ δῆξιν οὐδεμίαν περὶ τὸ μόριον ἐᾶσαι γενέσθαι :
5994108 φυτον
γῆν , ἢ καὶ σάξαις ἂν εὖ μάλα περὶ τὸ φυτόν ; Σάττοιμ ' ἄν , ἔφην , νὴ Δί
τότε βασιλεὺς ὢν τῶν Ἀιθιόπων ἐτύγχανε , τῷ Περσεῖ τὸ φυτόν : πλησίον τοίνυν ἐστὶ τῶν Μυκηνῶν ὄρος , ὃ
5961984 ἀνθρωπος
: φησὶ γοῦν περὶ αὐτοῦ : „ Ἰακὼβ δὲ ἄπλαστος ἄνθρωπος οἰκῶν οἰκίαν „ . παρὸ καὶ ” αἱ μαῖαι
τὸ μὲν οὐσιῶδες , οἷον αὐτὸ τὸ πῦρ , καὶ ἄνθρωπος καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστον , καθὸ ποιὸν σῶμα ἕκαστόν
5922909 χωριστον
' εἰ μηδετέρως , οὐκ ἂν ἐνδέχοιτο εἶναι τὸν ἀριθμὸν χωριστόν . , Ἔτι δὲ τὸ διαφωνεῖν τοὺς τρόπους περὶ
τὰς μὲν αἰσθήσεις οὐκ ἄνευ σώματος , τὸν δὲ νοῦν χωριστόν . ἁψάμενος δὲ καὶ τῶν περὶ τοῦ ποιητικοῦ νοῦ
5905157 ὑποπουν
τοῦ ζώου εἶναι . καὶ πάλιν ἂν θελήσαιεν τὸν ἄνθρωπον ὑπόπουν δεῖξαι , συλλογίζονται μὲν ἢ ἄπουν ἢ ὑπόπουν αὐτὸν
τὸν ἀνθρώπου ὁρισμὸν ἔχομεν συναθροισθέντα περὶ αὐτοῦ τὰ ζῷον πεζὸν ὑπόπουν δίπουν ἄπτερον , εἶθ ' ὑποθώμεθα , ταὐτὸν δὲ
5903782 ὁρατον
δι ' οὗ τὰ νοητὰ συνίσταται , τὸ ἐμφανὲς καὶ ὁρατόν , ᾧ τὰ αἰσθητὰ γεννᾶσθαι πέφυκεν , ἐξομοιῶσαι :
γε λοιπὰ ἀνάλογόν ἐστιν : ὡς γὰρ τὸ χρῶμα ἦν ὁρατόν , οὕτω γευστόν ἐστιν ὁ χυμός : καὶ ὥσπερ
5898744 ἐοικος
τὴν θεραπείαν ἐργαλεῖα , τὸ μὲν ἐκκαθαῖρον τὴν τρίχα πτερῷ ἐοικὸς ξύλον σπάθη , τὸ δὲ διακτενίζον σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον
ἑταῖρε Τοῦτο λέγει ὅτι πάλαι ἡμεῖς τὸ εἰκὸς ἐλέγομεν τὸ ἐοικὸς τῷ ἀληθεῖ , οὐχ ἁπλῶς τὸ δοκοῦν τοῖς πολλοῖς
5887646 ἱππος
πυκνὸν , καὶ ἰδίει , καὶ τοὺς μυκτῆρας ἀναπετάννυσιν ὥσπερ ἵππος ἐκ δρόμου , καὶ τὴν γλῶσσαν θαμινὰ ἐκβάλλει ,
. Ὅμηρος δέ φησι ἵππους Ἡμέρας Λάμποντα καὶ Φαέθοντα . ἵππος δέ ἐστιν Ἡμέρας ἡ περιφέρουσα αὐτὴν ὀξεῖα τοῦ οὐρανοῦ
5886024 ἀλλοιουμενον
οὐδὲ ἂν ἑωρῶμεν ὅλως μηδενὸς ὄντος , ὃ πρῶτον αὐτὸ ἀλλοιούμενον οὕτω τὴν αἴσθησιν ἀλλοιοῖ . Ὁ δὲ αὐτὸς λόγος
τῆς Θέτιδοςφάσμα γάρ τι ἡ Ἔμπουσα νυκτερινὸν εἰς μυρίας μορφὰς ἀλλοιούμενον , ὥς φησι Φιλόστρατος , μετεβάλλετο δὲ εἰς μυρίας
5860609 λογικος
. ὃ καὶ πέπονθε Θεμιστοκλῆς , μηδὲν οἴκοθεν προσμαθὼν , λογικὸς ἦν ὁ ἀνὴρ , οἴκοθεν παιδευθείς . ἀπαίδευτος ἡ
μᾶλλον καὶ τὸ ἧττον : οὐ γὰρ λέγεταί τις μᾶλλον λογικὸς οὐδὲ μᾶλλον θνητὸς καὶ ἧττον λογικὸς ἢ ἧττον θνητός
5835450 λευκοτης
: ἡ μὲν γὰρ θερμότης ἐν ἀποίῳ σώματι ἡ δὲ λευκότης ἐν πεποιωμένῳ σώματι ὡς δευτέρα ποιότης : πρῶτον γὰρ
λευκότητα : οὐ γὰρ ἡ ἐν τῷ μορίῳ τοῦ γάλακτος λευκότης μέρος ἐστὶ τῆς τοῦ παντὸς γάλακτος λευκότητος , ἀλλὰ
5822332 πασχον
χαλάσματος μία καὶ δευτέρα ἀγκύλη γίνεται μετὰ χαλάσματος περὶ τὸ πάσχον κῶλον : ἡ δ ' ἀντικειμένη τοῦ ἱμάντος ἀρχὴ
' ἄμφω δρᾷ , καὶ κατ ' ἄμφω πάσχει τὸ πάσχον , οὐκ ἔστι τοῦτο αἰσθάνεσθαι , ἀλλὰ πάθος ἁπλῶς
5818952 χρεμετιστικον
συνῃρημένως τῷ ὑποκειμένῳ τὸν ὁρισμὸν ἐπιδέχονται . ζῷον γὰρ ἄλογον χρεμετιστικὸν ὁ ἵππος ὢν καὶ τὸ ὑποκείμενον ἐν τῷ λόγῳ
λέγονται ἴδια , ὡς τὸ γελαστικὸν τῷ ἀνθρώπῳ , τὸ χρεμετιστικὸν τῷ ἵππῳ , τὸ ὑλακτικὸν τῷ κυνί , ἢ
5794903 ἀρρεν
ναί . οὐχὶ τὸ θῆλυ οὐδέτερον ; ναί . τὸ ἄρρεν ἄρα καὶ θῆλυ ταὐτόν . τοῦ δὲ ὅτι τὸ
χρῆν ἔμ ' ἐξ ἐκκλησίας εἰληφέναι ; μὴ φροντίσῃς : ἄρρεν γὰρ ἔτεκε παιδίον . ἡκκλησία ; μὰ Δί '
5785309 αὐτοκινητον
' ἑαυτοῦ μένον , διότι μὴ ἦν πρῶτον τὸ ἕκαστον αὐτοκίνητον . Καὶ ἄλλως ἡ διάκρισις πρὸ τῆς αὐτοκινήτου ὑπάρξει
εἶναι : τὸ γὰρ ἀκίνητον τοσαῦτά ἐστιν ἀκινήτως ὅσα τὸ αὐτοκίνητον αὐτοκινήτως : οὐδὲν γὰρ αὐτοκίνητον δύναται πρῶτον εἶναι διὰ
5782926 χερσαιον
πάντων σχεδὸν τῶν θηρίων ἰσχυρότατον . ποτάμιον δὲ ὑπάρχον καὶ χερσαῖον τὰς μὲν ἡμέρας ἐν τοῖς ὕδασι ποιεῖ γυμναζόμενον κατὰ
τροπικόν , ἐαρινόν , ἰσημερινόν , ἀνωφερές , τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν ,
5778421 πεφυκος
ἔχῃ τι τῶν πεφυκότων ἔχεσθαι , κἂν μὴ αὐτὸ ὑπάρχῃ πεφυκὸς ἔχειν , οἷον λέγεται τὸ φυτὸν ὀμμάτων ἐστερῆσθαι .
: οἶμαι γὰρ ἡδονῆς μὲν καὶ περιχαρείας οὐδὲν τῶν ὄντων πεφυκὸς ἀμετρώτερον εὑρεῖν ἄν τινα , νοῦ δὲ καὶ ἐπιστήμης
5773919 ἀναπνει
ἑκατέρᾳ τῶν ὑλῶν ψεύδεται , ἥ τε λέγουσα οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀναπνεῖ , καὶ οὐδεὶς ἄνθρωπος περιπατεῖ . ἐπὶ δὲ τῆς
ἢ ἕλκει , ὅ ἐστι σπᾷ τὸν ἀέρα καὶ ὀλίγον ἀναπνεῖ , εἰ καὶ ἐπὶ τῆς ταραχῆς Ὅμηρος αὐτὸ τέθεικεν
5767055 γευστον
ἡδύ , ὃ πρὸς ἑαυτὸ ἕλκει , καὶ γεῦσιν τὸ γευστόν : ὥστε συμβαίνει τὴν ἀκρασίαν ὑπὸ λόγου γίνεσθαι ,
ἧς εἰπὼν οὐ σιωπήσομαι . Σκευάζεται δὲ ἐκ τούτου καὶ γευστόν , μεγάλην ἐνέργειαν ἐμποιοῦν τῷ γευομένῳ . ἐὰν γάρ
5762016 ζωου
λαμβάνειν ἑπόμενον αὐτῷ ἀλλὰ ζῶον , καὶ ἔτι πρὸ τοῦ ζώου τὴν οὐσίαν τὴν ἔμψυχον , καὶ ἔτι πρὸ τούτου
ἐλαίῳ ἑψήσας ἀλείψῃς τὰ δρέπανα , οὔτε ἀπ ' ἄλλου ζώου , ἢ πάχνης ἀδικηθήσεται ἡ ἄμπελος . Ἢ στέατι
5741916 νοερον
εἰς τὸν ὅλον κόσμον : οἷον εἰ τὸ μὲν εἴη νοερόν , τὸ δ ' ὅλον ἄψυχον ἢ φυσικόν ,
Ὁ μὲν οὖν παντεπόπτης Ἥλιος , πυρώδης ὑπάρχων καὶ φῶς νοερόν , ψυχικῆς αἰσθήσεως ὄργανον , σημαίνει μὲν ἐπὶ γενέσεως
5730074 μελαν
: τρία σημαίνει ἡ λέξις : ἔστι γὰρ ψολόεν τὸ μέλαν , τὸ σποδοειδές , τὸ λαμπρόν . Εὐφορίων ἢ
ἑλμίνθων φθαρτικόν . εὐκοιλιώτερον δὲ τὸ λευκόν , τὸ δὲ μέλαν οὐρητικώτερον . ὑπάρχειν δ ' αὐτῶν καὶ τὰς ῥίζας
5729061 πλατυωνυχον
πάσας ἢ τὰς πλείους : ὁ δὲ λέγων ζῷον ὀρθοπεριπατητικὸν πλατυώνυχον γελαστικὸν ἐκ τῶν τῇ ὕλῃ προσόντων συντέθειται . τούτων
ὑπογραφῶν γίνεται , οἷον εἰ τὸν ἄνθρωπον εἴποιμεν ζῷον ὀρθοπεριπατητικὸν πλατυώνυχον γελαστικόν : ἐκ γὰρ τῆς ὕλης αἱ τοιαῦται διαφοραὶ
5727852 ζῳου
τελειότατος : ταχέως δ ' ἀπο - χωρήσας ἀπὸ τοῦ ζῴου καὶ διὰ δέος ἤδη πρὸς φυγὴν ὁρμῶν μετακαλεῖται καὶ
καὶ τοῦ θώρακος , ἔμπαλιν ἢ ὡς ζῶντος ἔσχε τοῦ ζῴου . πεποίηκε γὰρ ἡ φύσις , οὐχ ὡς ἀναπνευστικὸν
5724689 κοραξ
κόπτει αὐτούς , πολλῶν δὲ καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐξέκοψεν ὁ κόραξ . μάχεται δὲ καὶ ὄρνιθι ἰσχυρῷ , τῷ καλουμένῳ
κατὰ φαυλότητα ἴσας τὰς ψυχὰς ἔχουσι . κόρακος ] ὡς κόραξ ἐσθίων νεκρῶν σῶμα βοᾷ , οὕτω καὶ ὁ δαίμων
5699266 ἐπαγη
τῶν ἀσωμάτων καὶ παραδειγματικῶν ἰδεῶν , ἐξ ὧν ὁ νοητὸς ἐπάγη κόσμος , καὶ ὁ περὶ τῶν ὁρατῶν , ἃ
τῶν στοιχείων εἰς ἄλληλα μεταβολάς , ἐξ ὧν ὁ κόσμος ἐπάγη καὶ συνέστηκεν , εἰδὼς ἀναγκαιότατον ἔργον , ἀκωλύτους παρέχεται
5693033 θηριωδες
δὲ δὴ ἐν ὅπλοις πειρᾶσθαι αὐτῶν καὶ ὁρᾶν τιτρωσκομένουςἄπαγε : θηριῶδες γὰρ καὶ δεινῶς σκαιὸν καὶ προσέτι γε ἀλυσιτελὲς ἀποσφάττειν
' ἁπλοῦν ἔχων , ἀλλὰ πολὺ τὸ πανοῦργον καὶ τὸ θηριῶδες . διὸ καὶ Σκύθον αὐτὸν οἱ Λακεδαιμόνιοι προσηγόρευον .
5683339 ζωιον
καὶ αἰθέρι εἶναι . μήποτε μέντοι καὶ Ὅμηρος ὡς πρὸς ζῶιόν φησιν : Ἠελίου , ὃς πάντ ' ἐφορᾶι καὶ
? καὶ ἔστιν ποικιλώτερα . ὁ γὰρ ἄνθρωπος - καὶ ζῶιόν ἐστιν καὶ πρὸς τούτωι λογικὸν καὶ θνητόν . τὸ
5682495 πολυπουν
, εἶτα τέμοι τὸ ζῷον εἰς ἄπουν καὶ δίπουν καὶ πολύπουν ὑπερβὰς τὸ πεζόν . ἔστι δὲ τοῦτο κακία ὁρισμοῦ
δὲ ξηρῶν φαρμάκων ἀδήκτωϲ οἶδά ποτε τῷ διφρυγεῖ δαπανηθέντα τὸν πολύπουν . εὐδοκιμεῖ δὲ ἐπ ' αὐτῶν καὶ τὸ προειρημένον
5675759 γεννων
οὐ δεόμεθα τῆς ὀξείας . Δείξας ὅτι ὁμοειδές ἐστι τὸ γεννῶν τῷ γεννωμένῳ , φησὶν ὅτι δῆλον ἡμῖν γέγονεν ἐκ
καὶ ἐπί τινων τὸ τοιοῦτο φανερὸν ὑπάρχει , ὅτι τὸ γεννῶν τοιοῦτόν ἐστιν οἷον τὸ γεννώμενον κατ ' εἶδος :
5664903 ἀνθρωπῳ
ῥητορικήν ; ἢ τίς ἄμεινον καὶ καθαρώτερον ἐκ τῶν εἰκότων ἀνθρώπῳ προσφέροιτ ' ἂν ἢ ὅστις δύναιτο ὁποίους χρὴ καὶ
γνωστικὸν οὔτε τὸ δυνατὸν παρὰ τῷ θεῷ καὶ παρὰ τῷ ἀνθρώπῳ : καὶ γὰρ ἄλλως πώς ἐστι τὸ ἀγαθὸν παρὰ
5659098 ἀφθαρτος
σχεδὸν μέν τι ἤδη ὁ Κρίτων . ” Ἠΐθεος . ἄφθαρτος πρὸς γυναῖκας . Ἥκιστα . οὐ πάνυ . Ἠλύγη
φησὶ γὰρ ἐν τοῖς Περὶ ψυχῆς ἀκροαματικοῖς ὅτι ἡ ψυχὴ ἄφθαρτος : εἰ γὰρ ἦν φθαρτή , ἔδει μάλιστα αὐτὴν
5624839 μερικον
, ἔστι δ ' ὡς ἀγνοεῖν , ἤγουν κατὰ τὸ μερικόν . οὐδὲν γὰρ ἄτοπόν ἐστιν , εἰ ὃ μανθάνει
ἢ ὅτι τὸ καθόλου ἐπιστήμονας ἡμᾶς ποιεῖ , οὐ τὸ μερικόν , ἢ ὅτι ταύτῃ προὔχομεν τῶν ἀλόγων τῷ γινώσκειν
5591770 ἀιδιον
ἀρχὴ τῶν ὄντων καὶ μέτρον καὶ ἀσύνθετον καὶ ἀγένητον καὶ ἀίδιον καὶ μόνον καὶ εἰλικρινές , ὃ χωρὶς τῶν ἄλλων
. Πλάτων λόγον ἀίδιον τὴν οὐσίαν τῆς εἱμαρμένης καὶ νόμον ἀίδιον τῆς τοῦ παντὸς φύσεως . Χρύσιππος δύναμιν πνευματικὴν τὴν
5570123 ἀεικινητον
ταῖς ψυχαῖς ἁμαρτούσαις ἐνταῦθα πεσεῖν : ὑπὸ δὲ σοφίας τὴν ἀεικίνητον καὶ αὐτοκίνητον ἐκεῖνος ψυχὴν εἰς φυτὸν ἐρρίζωσε : λέγει
ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ , ἀτάρακτον
5566491 γενητον
δ ' οἳ παρ ' ἑκατέρων ἐκλαβόντες , τὸ μὲν γενητὸν παρὰ τῶν ὑστέρων παρὰ δὲ τῶν προτέρων τὸ ἄφθαρτον
ἡμᾶς ἀναδιδάξῃ , ὅτι οὐ κατὰ τὸ παντελὲς ἐστέρηται τὸ γενητὸν χαρᾶς , ἀλλ ' ἔστιν ἡ μὲν ἀμιγὴς καὶ
5542811 ἀνωλεθρον
οὐχ ὁμοίως περὶ τοῦ τέλους κεκρίκασιν . ἀλλὰ Πλάτων μὲν ἀνώλεθρον εἶναι νομίζει καὶ ἀθάνατον διὰ τὴν εὐτεχνίαν τοῦ πεποιηκότος
. ὄφεις δὲ οὔτε ἐπὶ συμφορᾷ τῇ ἀνθρώπων οὔτε ὅσον ἀνώλεθρον αὐτῶν , οὐδὲ οἱ λύκοι τρέφεσθαι πεφύκασιν . οἱ
5534888 βαδιστικον
: ὁ γὰρ εἰπὼν μόνον τὸ ζῷον αἰσθητικόν ἢ μόνον βαδιστικόν οὐδὲν ἄλλο σημαίνει ἢ ὅτι τῷ μὲν ζῴῳ ὑπάρχει
, ὡς τὸ αἰσθητικόν , ἢ τινί , ὡς τὸ βαδιστικόν , οὐδενὶ δὲ ἄλλῳ παρὰ τὸ ζῷον ὑπάρχει .
5528113 ἐμπαθες
ψυχῆς νοερὸν καὶ λογικόν ἐστι , τὸ δὲ ἄλογον καὶ ἐμπαθές , καὶ διὰ τοῦτο μέσος θεοῦ καὶ θηρίου γέγονεν
ἀπαθὲς καὶ ἀθάνατον , δαίμονα δὲ κατὰ τὸ ἀθάνατον καὶ ἐμπαθές , ἄνθρωπον δὲ κατὰ τὸ ἐμπαθὲς καὶ θνητόν ,
5523010 ἀτελες
ἀναμφισβήτητον ἔχει τὴν ἐπίκρισιν , ἐπεὶ οὐδὲν ἐν τοῖς λόγοις ἀτελὲς θεωρεῖται κατά γε τὴν οἰκείαν ἑκάστου τάξιν : πληροῦται
θαυμασιώτερον . Ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ μὲν τέλεον τὸ δὲ ἀτελὲς αὐτῶν εἶναι τελεοῦσθαι δὲ παρ ' ἐνιαυτὸν ἄλογον :
5520175 ἐπιδεες
δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ
ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς
5511938 ἀχρωματον
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ
5496636 ζωτικον
πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ παρὰ φύϲιν καρδίαϲ καὶ ἀρτηριῶν βλάπτουϲα τὸν ζωτικὸν τόνον , ἀναφερομένη τε ἐκ βάθουϲ καὶ δριμεῖα καὶ
πήρωσις αὐτῷ ἐπακολουθήσῃ . τοῦτο δὲ τοὐνυπάρχον ἐστὶ τὸ λεγόμενον ζωτικὸν θερμόν , ὃ πῦρ μὲν οὐκ ἔστιν : οὐ
5480542 ἀμεταβλητον
πάντα ἓν καὶ τοῦτο ὑπάρχειν θεὸν πεπερασμένον , λογικόν , ἀμετάβλητον . . [ . . . ] ἐν πολλοῖς
τισίν : καὶ χρὴ φυλάττειν αὐτὸν ἐπικείμενον , ὅταν ἐθέλῃς ἀμετάβλητον ἐπὶ πλεῖστον διαμεῖναι τὸ φυλαττόμενον . ὁ δὲ τῶν
5461760 ἡγεμονικον
ὁρμήν : σβέσαι ὄρεξιν : ἐφ ' ἑαυτῷ ἔχειν τὸ ἡγεμονικόν . Εἰς μὲν τὰ ἄλογα ζῷα μία ψυχὴ διῄρηται
αὐτὰ μυστηρίων καὶ τῇ Εὑρέσει τούτων τὸ κατὰ τούτων ἐχαρίσατο ἡγεμονικόν . αὐτὸς δ ' οὐκέτι βουλόμενος ἀργὸν τὸν ὑπεράνω
5459083 χερσαιος
. Καὶ ὀδαξῶν τὸν δεξιὸν . . . ἐχῖνος ὁ χερσαῖος σημαντικόν : ποιεῖται δὲ δύο ὀπὰς ὅπου ἂν οἰκῇ
δὲ νησίον νησιώτης καὶ νησιῶτις θηλυκῶς . καὶ νησαῖος ὡς χερσαῖος . τὸ κτητικὸν νησιωτικός . ἔστι καὶ Νῆσος πόλις
5458552 ὀρεκτικον
πεφυκέναι κατὰ τοῦτο πάσχειν ἢ ἐνεργεῖν . ὅταν δὲ τὸ ὀρεκτικὸν ὑπὸ τοῦ ὀρεκτοῦ ὡς ἐφετοῦ κινηθῇ , τότε ἡ
ὡς φθαρτικὴν ἢ διώκει ὡς σωστικήν . καὶ ἔστι τὸ ὀρεκτικὸν ταὐτὸ τῇ αἰσθητικῇ δυνάμει κατὰ τὸ ὑποκείμενον , τῷ
5457297 μετεχον
λόγον , καὶ ὅτι γε αὖ ἡμεῖς τὸ τῆς οὐσίας μετέχον ” ἔστιν “ φαμέν , καὶ κατὰ τοῦτο ὀρθῶς
, κἂν ἕτερον εἶδος τύχῃ τοῦ αὐτοῦ τοῖς προλαβοῦσιν ὀνόματος μετέχον , σκοπεῖν ὁμοίως καὶ τὰ ὑπὸ τοῦτο καθ '
5456179 ἀναισθητον
φησὶ χρῆναι τοῦτον ἢ ὅτι διαβάλλει αὐτὸν καὶ διὰ τοῦτο ἀναίσθητον : φησὶ γὰρ τούτου χάριν δέον εἶναι τοῖς ἁλσὶ
ἄκρον τοῦ ὄνυχος , ὃ δὴ καὶ ἄζον ἐστὶ καὶ ἀναίσθητον . παρακελεύεται τοίνυν μὴ ἐν εὐωχίαις θεῶν τέμνειν τοὺς
5447203 τρεφεται
* * * * * * * * πιστὸς ἀνὴρ τρέφεται ἐγκρατείᾳ . γνῶθι ῥήματα καὶ κτίσματα θεοῦ καὶ τίμα
Ὄσιρις , ὅπου ὁ βοῦς ὁ Ἆπις ἐν σηκῷ τινι τρέφεται , θεὸς ὡς ἔφην νομιζόμενος , διάλευκος τὸ μέτωπον
5439934 φθειρεται
τὸ μὴ ὄν . τὸ μὲν οὖν οὐκ ὂν οὐ φθείρεται : πάσχειν γάρ τι δεῖ τὸ φθειρόμενον . ἀλλ
' ἃς ὀλισθοῦσα , ἡνίκα ἀπὸ τῆς κρήνης ἐπανῄει , φθείρεται . καὶ τῷ ἀδελφῷ μηνύει τὸ γεγονός : ὁ
5438625 ἀνθρωπου
μετὰ τοῦ εἴδους καὶ τὸ ποσὸν ὥρισται : ἄλλο γὰρ ἀνθρώπου καὶ ἄλλο ὄρνιθος καὶ ὄρνιθος τοιουτουί . Θαυμαστότερον τὸ
βιότου ἐν τούτῳ πολλάκις εὑρίσκουσι . τέλος γὰρ τῆς τοῦ ἀνθρώπου ζωῆς ὁ θάνατος . . κόναβος ] κτύπος ἐστί
5435720 ἀμορφον
τηροῦντας τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων ἐν τῷ τιμίῳ μὴ τὸ ἄμορφον μηδὲ τὸ παθητὸν μηδὲ τὸ ζωῆς ἄμοιρον καὶ ἀνόητον
παρὰ γοῦν ἐμοί , ἡ καινότης , μὴ οὐχὶ συντετρῖφθαι ἄμορφον ὄν . καὶ εἴ γε μὴ οὕτω φρονοίην ,
5435306 ἀϋλον
τὸ μετέχον τῆς ὕλης ; πότερον ὕλη καὶ αὐτὸ ἢ ἄϋλον ; εἰ μὲν οὖν ὕλη , πῶς ἔνυλον καὶ
ὁ μὲν χρυσὸς ἡλιοειδὴς , διότι φῶς μόνον ὁ ἥλιος ἄϋλον : ὁ δὲ ἄργυρος σεληνιαῖος : διότι καὶ ἡ
5433976 ἰβις
δὲ ἢν ζητῇς τὸν θεόν , ἢ πίθηκός ἐστιν ἢ ἶβις ἢ τράγος ἢ αἴλουρος . τοιαύτας πολλὰς ἰδεῖν ἔνεστιν
ὄψεις : καὶ Ἀπόλλων μὲν ἐγένετο ἱέραξ , Ἑρμῆς δὲ ἶβις , Ἄρης δὲ λεπιδωτὸς ἰχθύς , Ἄρτεμις δὲ αἴλουρος
5432573 λευκαινεται
γὰρ οἶάπερ παρθένος , πορφύρεται δὲ οἷα βοῦς , καὶ λευκαίνεται , δηλοῦν τὴν εἰς ἄστρα τῆς κόρης μεταβολήν ,
αὐτοῦ ἐν τοῖς λευκώμασιν τοῦ κερατοειδοῦς , λευκοῦ ὄντος , λευκαίνεται . φαίνεται δὲ μέλας οὐ διὰ τὴν οἰκείαν φύσιν
5428905 ἀορατον
τὸν δὲ διὰ τούτων ἀοράτως ἐνεργοῦντα ἕτερον εἶναι , τὸν ἀόρατον . συνοικείτωσαν οὖν δύο θεράποντες τῶν νομοθετικῆς ὑπηρέται δυεῖν
αἴτιον , εἴ τις κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκλαμβάνοι , θεὸν ἀόρατον καὶ ἀκίνητον ἂν ἡγήσαιτο καὶ τὸ τούτου ζητητικὸν εἶδος
5424862 ἀφρονεστατον
αἰτίας ἀγαθὰ χορηγούμενα . πῶς δὲ καὶ τὸν νοητὸν θεὸν ἀφρονέστατον Ἐμπεδοκλῆς ποιεῖ , παρ ' ᾧ ἡ αὐτοαλήθεια ;
ἀριθμόν τε καὶ ἀριθμεῖν , οἶδεν δήπου . πάντων γὰρ ἀφρονέστατον ἂν εἴη τοῦτο ἀγνοοῦν : τὸ λεγόμενον γὰρ ἂν
5424838 γεωδες
τὸ τοῦ φλέγματος ὑγρὸν καταλιπεῖν ἐν τῷ σώματι καὶ ὑπόλοιπον γεῶδές τε καὶ πολὺ τὴν φύσιν ὑπάρχον . Μάλιστα δὲ
' ὧν διαφθείρεται τὰ σώματα . αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώματος πῆξις , τὸ δὲ ὑγρὸν
5424755 αὐξανομενον
εὐφημοῦσιν ὡς εὐφορίας αἴτιον , νομίζοντες αὐτὸ τὸ ὕδωρ τὸ αὐξανόμενον εἶναι θεόν . Ἐσέβοντο δὲ τὰς ἴβεις , τοὺς
ἀφ ' ὧν ἄν τις ἐγκωμιάζοι . ὥσπερ γὰρ σῶμα αὐξανόμενον , τῷ χρόνῳ φήσεις προεληλυθέναι αὐτὴν εἰς μέγεθος ,
5420917 μουσικον
οὔτ ' ἂν τῷ ἀνθρώπῳ συμπλέκῃς τὸν ἄμουσον ἄνθρωπον γίνεσθαι μουσικόν , ὁ ἄμουσος ἄνθρωπος ὑπομένει : λέγω δὲ τὸ
οἷον τὸ δίκαιον μουσικὸν εἶναί φαμεν , καὶ τὸν ἄνθρωπον μουσικόν , τὴν κατὰ φύσιν κατηγορίαν , καὶ τὸν μουσικὸν
5416960 γεννωμενον
ἐλευθεροῦσαι ἄρτι ε οὐχ ὑβρίζῃ . μὴ ἀγωνία Ϛ τὸ γεννώμενον σώζεται ζ σώζῃ τῆς κατηγορίας η δίδεις τοὺς λόγους
πάντων ; τολμήσει δὲ τίς εἰπεῖν ἀνάξιον τὸν ἐξ ἐμοῦ γεννώμενον , κρείττονα τοῦ πατρὸς ἔχοντα τὸν πάππον ; ”
5410025 μανον
κριτικώτατον δὲ ἡδονῆς τὴν γλῶτταν : ἁπαλώτατον γὰρ εἶναι καὶ μανὸν καὶ τὰς φλέβας ἁπάσας ἀνήκειν εἰς αὐτήν : διὸ
εἶναι ὅτι ἔστι κενόν . εἰ μὲν γὰρ μὴ ἔστι μανὸν καὶ πυκνόν , οὐδὲ συνιέναι καὶ πιλεῖσθαι οἷόν τε
5400030 ὑποκειμενον
ἥλιος ἀπὸ μεσημβρίας τῷ γνώμονι προσπίπτῃ τῷ ὀρθῷ πρὸς τὸ ὑποκείμενον ἐπίπεδον , τοτὲ δ ' εἰς τοὐναντίον , ὅταν
μὲν πεντεκαιδέκατον λαβόντες ἕξομεν , ὅσων ἐστὶν ὡρῶν ἰσημερινῶν τὸ ὑποκείμενον διάστημα , τὸ δὲ δωδέκατον λαβόντες ἕξομεν , ὅσων
5398179 ἀερωδες
τὸ εἶναι ἐγκόσμιος ἐφέλκοιτό τι σῶμα αἰθερῶδες ἢ πνευματῶδες ἢ ἀερῶδες ἢ καὶ ἐκ τούτων σύμμικτον εἴτε καὶ τούτων οἵα
ἤδη τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ τῆι πρὸς τὸ ἐκτὸς ὁρμῆι τὸ ἀερῶδες ὑπαναθλίβοντος τὴν ἐκπνοήν , τῆι δ ' εἰς τὸ
5392983 γονιμον
αἰτίαν τῷ ὄνῳ προσάπτειν πρὸς τοῖς προειρημένοις . πᾶν τὸ γόνιμον τετίμηται , ἐναντίως δὲ ἄρα πρὸς ταῦτα πέφυκε τὸ
ἀνασπᾷ ἑωυτὸ καὶ μένει αὐτοῦ . Ὁκόταν [ οὐ ] γόνιμον γένηται τὸ παιδίον , τουτέου ἡ σὰρξ ὑπερέχει τῶν
5387373 θυμικον
τετράπουν , χερσαῖον , βασιλικόν , ὀλιγόγονον , εὐμετάβολον , θυμικόν , πυρῶδες , κόσμου μεσουράνημα , αὐξομειωτικόν , ληκτικόν
λογιστικὸν αὐτῆς μέρος , διὰ δὲ τῆς μουσικῆς ἐτιθάσσευεν τὸ θυμικόν , ὥσπερ διὰ τῶν γυμνασίων ἐρρώννυεν τὸ ἐπιθυμητικόν .
5385674 κινουμενον
οὕτω διωρισμένων φανερόν , ὅτι πᾶσα μεταβολὴ καὶ πᾶν τὸ κινούμενον ἀνάγκη κινεῖσθαι ἐν χρόνῳ : τὸ γὰρ θᾶττον καὶ
ἀληθῶν οὐσῶν τῶν προτάσεων . ἄνθρωπος παντὶ κινουμένῳ ὑπαρχόντως , κινούμενον παντὶ ἵππῳ ἐνδεχομένως , καὶ συνάγεται ἄνθρωπος οὐδενὶ ἵππῳ
5379911 φανταστικον
λόγου ἀντιλήψεις ποιεῖσθαι . Αἰσθητικὸν γὰρ κριτικόν πως , καὶ φανταστικὸν οἷον νοερόν , καὶ ὁρμὴ καὶ ὄρεξις , φαντασίᾳ
. φάντασμα δέ ἐστιν ἐφ ' ὃ ἑλκόμεθα κατὰ τὸν φανταστικὸν διάκενον ἑλκυσμόν : ταῦτα δὲ γίνεται ἐπὶ τῶν μελαγχολώντων

Back