, ἔμψυχον παντὶ φυτῷ , τὸ ζῶον ἄρα οὐ παντὶ ἐμψύχῳ . πόθεν ὅτι τὸ ζῶον οὐδενὶ φυτῷ , δείξομεν
, πᾶν τρεφόμενον ἔμψυχον : καὶ συνάγεται ζῶον οὐ παντὶ ἐμψύχῳ . ἐπειδὴ γὰρ πᾶν ἔμψυχον τρέφεται , πᾶν δὲ
6819801 ἀποιον
περιέχει γὰρ τὸ εἶδος τὴν ὕλην καὶ τὰ στοιχεῖα τὸ ἄποιον σῶμα . ταῦτα ἔχει ἡ πρᾶξις . Ἕκτον ἦν
καὶ μέλιτοϲ , ἔτι δὲ πρὸϲ τούτοιϲ εἴ τε οὖν ἄποιον ἐθέλοιϲ εἴ τε μέϲον ἐν ποιότητι τῇ πρὸϲ τὴν
6742418 ἐμψυχον
, ἔστι τὸ ἀντικείμενον ὄνομα εἰπόντα λύειν : οἷον εἰ ἔμψυχον συμβαίνει λέγειν , ἀποφήσαντα μὴ εἶναι , δηλοῦν ὡς
. ἀποκτείνας γέ που : οὐκ ἔτι γάρ ἐστ ' ἔμψυχον . . . . . . . . .
6598583 ἀσχηματιστον
μαθεῖν . εἰσί τινες οἱ τὴν ἄποιον καὶ ἀνείδεον καὶ ἀσχημάτιστον οὐσίαν θεοπλαστοῦντες , τὸ κινοῦν αἴτιον οὔτε εἰδότες οὔτε
: τὸ μὲν γὰρ μέλος ἀνενέργητόν τ ' ἐστὶ καὶ ἀσχημάτιστον , ὕλης ἐπέχον λόγον διὰ τὴν πρὸς τοὐναντίον ἐπιτηδειότητα
6588160 χερσαιῳ
τὸ λοιπὸν σῶμα , τήν γε μὴν κεφαλὴν ἔοικε τῷ χερσαίῳ δράκοντι καὶ τῶν ὀφθαλμῶν τὸ μέγεθος , καὶ μέντοι
ἀστερίας κρείττων . ὁ ἀλωπεκίας ὅμοιός ἐστι τῇ γεύσει τῷ χερσαίῳ ζῴῳ , διὸ καὶ τοῦ ὀνόματος ἔτυχε , καὶ
6555141 ἀχρωματον
ἀσχημάτιστον , ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ
νοητὸν καὶ νῷ μόνῳ ληπτὸν , οὐδὲ τὸ ἀσχημάτιστον καὶ ἀχρώματον οὐδὲ τὸ ἀσώματον καὶ ἀναφές . ληʹ Ἐπεὶ ἐμέ
6513172 ἀσωματῳ
ἡ φρόνησις , ἐπειδὴ ἀσωμάτων ἐστὶν ἡ φρόνησις καὶ ἐν ἀσωμάτῳ οὐσίᾳ τῆς ψυχῆς ὁρᾶται . Τί οὖν οἱ φιλόσοφοι
καὶ τοῦτο τῇ αἰσθήσει καταφανές : ἀλλὰ πῶς θερμαίνει , ἀσωμάτῳ δυνάμει ἢ σωματικαῖς τομαῖς , σφαιρικοῖς μορίοις ἢ πυραμοειδέσι
6419177 ἀϋλον
τὸ μετέχον τῆς ὕλης ; πότερον ὕλη καὶ αὐτὸ ἢ ἄϋλον ; εἰ μὲν οὖν ὕλη , πῶς ἔνυλον καὶ
ὁ μὲν χρυσὸς ἡλιοειδὴς , διότι φῶς μόνον ὁ ἥλιος ἄϋλον : ὁ δὲ ἄργυρος σεληνιαῖος : διότι καὶ ἡ
6370710 ἐνυλον
Πορφύριε : ποῦ γὰρ τὸ παρὰ Ἀριστοτέλει ἐν τῇ Φυσικῇ ἔνυλον εἶδος , οὗ ἀποπεράτωσις ἡ μορφή ; καὶ λέγομεν
οἴει δὲ τόνδε τὸν κόσμον χρόνῳ ποτὲ διαλύεσθαι ; Εἴπερ ἔνυλον γέγονεν , ὦ ἑταῖρε , καὶ μὴ αὐτόματον τὸ
6369894 τρεφομενῳ
ἑψήσεσι καὶ τῇ ἀρτύσει ὡς ἀηδῆ ἐντεῦθεν ἢ σκληρὰ τῷ τρεφομένῳ φαίνεσθαι , καὶ χρόνου πλείονος εἰς πέψιν δέεσθαι .
γε τῆς κατὰ φύσιν τροφῆς ἑκάστῳ γένει ζῴων καὶ τῷ τρεφομένῳ σώματι συνεξαλλαττομένης , τριττῆς δὲ κατὰ τὴν ἑκάστου ζῴου
6361397 λευκοτης
: ἡ μὲν γὰρ θερμότης ἐν ἀποίῳ σώματι ἡ δὲ λευκότης ἐν πεποιωμένῳ σώματι ὡς δευτέρα ποιότης : πρῶτον γὰρ
λευκότητα : οὐ γὰρ ἡ ἐν τῷ μορίῳ τοῦ γάλακτος λευκότης μέρος ἐστὶ τῆς τοῦ παντὸς γάλακτος λευκότητος , ἀλλὰ
6346839 δελεαζεται
ὡς σταῖς , καὶ ἀναπλάσσεται κολλύρια , καὶ ἐν αὐτοῖς δελεάζεται . Σιλούρου ποταμίου δραχ . ιϚʹ : πηγάνου ἀγρίου
οὐδὲν δέλεαρ ἐσθίει ἔμψυχον , καὶ ἀνελκυσθεὶς δ ' οὐ δελεάζεται οὔτε σαρκὶ οὔτ ' ἄλλῳ τινὶ ἐμψύχῳ , ὡς
6343514 κινητικον
τὸ δὲ ἑνὸς εἴδους . καὶ πολλῶν μὲν ὡς τὸ κινητικόν : τὸ γὰρ κινητικὸν ἴδιόν ἐστι τοῦ ζῴου :
τοῦ ἀγρίου ϲπέρμα τελέωϲ ἐϲτὶν ἄφυϲον καὶ οὐρητικὸν καὶ καταμηνίων κινητικόν , ὡϲαύτωϲ δὲ καὶ ἡ πόα . Δάφνηϲ τοῦ
6297670 ζωον
τὴν ἰλύν : ἐξ αὐτῆς γὰρ ἔχει τὸ εἶναι . ζῶον , ἀπὸ τῆς ἐν ἡμῖν ζέσεως τοῦ θερμοῦ :
πᾶν ζῶον ἔμψυχον , πᾶν ἔμψυχον οὐσία , πᾶν ἄρα ζῶον οὐσία , συνάγει οὖν τὴν οὐσίαν κατὰ τοῦ ζώου
6228859 αἰσθητικον
γὰρ μέρη ψυχῆς : τὸ μὲν θρεπτικόν , τὸ δὲ αἰσθητικόν , τὸ δὲ λογικόν . Τοῦ μὲν οὖν λογικοῦ
ἀσύστατοι . καὶ συνιστάμεναι μὲν αἱ δύο ὑπάλληλοι , ἔμψυχον αἰσθητικόν , ἄψυχον ἀναίσθητον , καὶ μία διαγώνιος ἔμψυχον ἀναίσθητον
6174748 χρωματι
τοῦ κατηγόρου μὲν κινουμένη , λυομένη δὲ ὑπὸ τοῦ φεύγοντος χρώματι . οἷον ἐπὶ τοῦ ἱεροσύλου τοῦ ὑφελομένου ἰδιωτικὰ χρήματα
ἀδικίαν συνειδὼς , οὐδὲ κοινωνὸν τοῦ πλημμελήματος : συνάψει τῷ χρώματι τὰ ἑαυτοῦ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους , λέγων
6161349 ἀψυχον
ἴδῃ καὶ τὴν τῶν ὀνομάτων ἐκλογὴν ἐνοῦσαν καὶ τὸ μηδὲν ἄψυχον εἶναι τῶν λεγομένων , θαρρῶν λεγέτω τούτους Λυσίου .
Δείκνυσι δὲ ὅτι μόνη ψυχὴ αὐτοκίνητος διὰ τοῦ πᾶν ἑτεροκίνητον ἄψυχον εἶναι . Συλλογίζεται δὲ οὕτως : πᾶσα καὶ μόνη
6160151 προστιθεμενον
καὶ τὸ ῥῆον δὲ ποιεῖ μετ ' ὀξυκράτου . καὶ προστιθέμενον δὲ διὰ τοῦ γυναικείου κόλπου στέλλει τὰς αἱμορραγίας ,
τὴν πρότασιν παρὰ τὴν ὕλην ἀληθεύουσαν διὰ τὸν τρόπον τὸν προστιθέμενον ψεύδεσθαι : ἡ μὲν γὰρ λέγουσα πρότασις ὁ ἥλιος
6157802 ἀκαθαρτον
Ἀρχιλόχῳ καὶ ἐργάτις καὶ παχεῖα . Ἱππῶναξ δὲ βορβορόπιν καὶ ἀκάθαρτον ταύτην φησὶν ἀπὸ τοῦ βορβόρου καὶ ἀνασυρτόπολιν ἀπὸ τοῦ
προσώπῳ φερομένῳ , καὶ διὰ τὸ κακόχυμον αὐτὸ εἶναι καὶ ἀκάθαρτον οὐ τρέφεται , ἀλλ ' ἰσχναίνεται , ἢ ἐνδεὴς
6121520 ὁμοιουται
κεφαλὴν καὶ τὴν οὐρὰν κατακόρως μέλαιναν . * ὁμώσεται : ὁμοιοῦται ὁμοιωθήσεται * παυροτέρη : μικροτέρα * θοώτερος : ταχύτερος
ἂν κρεῖττον ἢ τῷ πρώτῳ ἴσον , ἀλλὰ μένον τρίτον ὁμοιοῦται τῷ πρώτῳ γένει ὑποτεταγμένον τῷ μέσῳ . ἡ γὰρ
6113087 οὐσιωδει
προηγουμένης . Ὅτι δὲ τὸ ἄποιον σῶμα πρώτῃ ποιοῦται τῇ οὐσιώδει ποιότητι , δῆλον : τῶν γὰρ συμβεβηκότων ἐπιγιγνομένων ,
κινήσεις ἀρρωστίας γνωρίζεις . Ὅταν ἄμετρος ζέσις ἐπιγένηται τῇ ἐνούσῃ οὐσιώδει ὑγρότητι ἐν τοῖς στερεοῖς σώμασι , μὴ μέντοι γε
6093332 αἰσθητως
ἔρωτος σῶμα , οὗτος μένει ἐν τῷ σκότει πλανώμενος , αἰσθητῶς πάσχων τὰ τοῦ θανάτου . Τί τοσοῦτον ἁμαρτάνουσιν ,
τοῦ ἐπὶ κʹ , ὁ δὲ Β τοῦ ϝ βαρύτερος αἰσθητῶς , ὥστε ἐλάττονα εἶναι καὶ τὸν τῶν ΒΓ λόγον
6078879 ὑποπυρρον
σαρκώδη δὲ καὶ τὰ ἐοικότα θριξὶ τῶν νεφρῶν . τὸ ὑπόπυρρον ἢ ἄγαν πυρρὸν ἐν μὲν τῇ ἀρχῇ φαινόμενον πλεονεξίαν
τοίνυν ἄριστον τῷ κατὰ πάντα συμμέτρῳ ἀνθρώπῳ , ὑπόξανθον ἢ ὑπόπυρρον , καὶ τῇ συστάσει σύμμετρον , ἀναλόγως ἔχον καὶ
6056926 ἀπαθες
ὦ . Πᾶν μονοσύλλαβον οὐδέτερον ἔχον φύσει μακρὰν , εἴτε ἀπαθὲς εἴη , εἴτε πεπονθὸς , περισπᾶται : πᾶν ἀπὸ
' ἕτερα συμβαίνει . ἄτοπον δὲ καὶ τὸ φάναι μὲν ἀπαθὲς εἶναι ὑπὸ τοῦ ὁμοίου τὸ ὅμοιον αἰσθάνεσθαι δὲ τοῦ
6024156 ἐγκεφαλῳ
μετὰ βλάβηϲ τῶν ἡγεμονικῶν ἐνεργειῶν πῆ μὲν ἐν αὐτῷ τῷ ἐγκεφάλῳ ϲυνιϲταμένην ἔχει τὴν αἰτίαν , πῆ δὲ ἐν ταῖϲ
τὸν νωτιαῖον αὐτόν , ὅσον μὲν ἀνωτέρω τῆς τομῆς συνεχὲς ἐγκεφάλῳ , τοῦτο μὲν ἔτι διασώσει τὰς τῆς ἀρχῆς δυνάμεις
6007451 φυτῳ
δυνατὸν μὴ προσενεχθέντα ἢ πλησιάσαντα ὅλως τῷ ζῴῳ ἢ τῷ φυτῷ ; δεήσει οὖν ἐξ ἀνάγκης κατὰ τόπον πρότερον κινηθῆναι
δ ' ἐν βρύοις καὶ πράσοις καὶ φυκίοις : ἔοικε φυτῷ , θαλαττίῳ μύκητι : δυσέκρυπτον δὲ ταῖς χερσὶν ἐναπολείπει
5997928 ὀφει
πτέρναν ” . διὰ τίνα αἰτίαν χωρὶς ἀπολογίας καταρᾶται τῷ ὄφει , κελεύων ἐν ἑτέροις ὡς εἰκὸς „ στῆναι τοὺς
, ἀλλὰ βοῇ τοὺς ἄλλους ἐπικαλουμένη , τότε ἐναντιοῦται τῷ ὄφει . Λεῖψιν μυρμήκων βουλόμενοι σημῆναι , ὀρίγανον ἱερογλυφοῦσιν :
5995245 μελαινει
καὶ ἐκεῖνο τὸ ἀπορούμενον , διὰ τί ὁ μὲν ἥλιος μελαίνει τὴν σάρκα , τὸ δὲ πῦρ οὔ . συμβαίνει
: θεῖον ἐπὶ τέλει : ἡ δ ' ἕψησις αὐτοῦ μελαίνει τὰς ἐμπλάστρους . Γῆ πᾶσα καὶ λίθοι ἐμβάλλονται ἐπὶ
5976196 συνῳδον
. ὑγρὸς μὲν ἦν ἀμοιρῶν μαλακότητος , χαλκῷ δὲ ἔχων συνῳδὸν τὴν χρόαν εὐανθὴς ἑωρᾶτο , τῶν δὲ κινήσεως ἔργων
βίον καὶ συμπεραίνειν , τὴν ἀληθῶς τῇ φύσει πρόσφορον καὶ συνῳδὸν ὁμολογίαν ἀποδιδόντες . Ἔτι τὸ ἐπιχειρεῖν μεταφέροντα τοὔνομα ἐπὶ
5976111 τεττιγι
θηρευσαμένη καλάμῳ λεπτῷ . ἔστι δὲ ἡ κερκώπη ζῷον ὅμοιον τέττιγι καὶ τρυγονίῳ . Ἄλεξις : σοῦ δ ' ἐγὼ
ἐπειδὴ οἱ παλαιοὶ κατὰ τὴν ἀναπλοκὴν τῶν τριχῶν χρυσῷ ἐχρῶντο τέττιγι : τεκμήριον ὅτι αὐτόχθονες ἦσαν οἱ Ἀθηναῖοι , ὡς
5974296 ληπτον
, σχολῇ γ ' ἂν ἢ αἰσθήσει τοῦτο ἢ φαντασίᾳ ληπτόν , ἀτόμων οὔσαις καὶ μερικῶν γνωστικαῖς . ἢ οὐκ
ὁρατὰ σώματα τῶν λόγων : δι ' ἑτέρου γὰρ ὀργάνου ληπτόν ἐστι τὸ ὁρατὸν καὶ δι ' ἄλλου ὁ λόγος
5973520 ζωῳ
τὸ ἔμψυχον παντὶ ζώῳ : καὶ τὸ αἰσθητικὸν δὲ παντὶ ζώῳ : τὸ ἄρα αἰσθητικὸν τινὶ τρεφομένῳ . ἐπεὶ γὰρ
ὕλη . ὥσπερ οὖν ἄλλο τὸ ζῶον καὶ ἄλλο τὸ ζώῳ εἶναι , καὶ τὸ ζώῳ εἶναι παρὰ τῆς ψυχῆς
5966500 ἐμποδιζουσα
ἀποτελοῦσα . διὸ καὶ τὸν στόμαχον , ἀεικίνητον ὄντα , ἐμποδίζουσα κλείει , τὴν δὲ κοιλίαν πνευμάτων ἐμπίπλησι καὶ τὸ
ἀλλὰ σύνεστιν ἀεὶ τῇ νοήσει ἡ φαντασία ἢ συνεργοῦσα ἢ ἐμποδίζουσα , συνεργοῦσα μὲν ὡς ἐπὶ τῶν μαθημάτων , ἐμποδίζει
5961715 ὑγρῳ
: ἐπεὶ γὰρ οἰκεία ἡ ἄμπελος τῷ ἐν τῷ πίθῳ ὑγρῷ , ἧττον ἐγένετο ὁ ὄνειρος πονηρός [ διὸ καὶ
γῆς οὖσαν : ὡς γὰρ ἡ γῆ πνεύματι μεμιγμένη καὶ ὑγρῷ * * μαλακὴ γέγονε καὶ τὸ αἷμα τῇ σαρκὶ
5958832 ἐνυπαρχει
τῷ τινος εἴδους μεταλαμβάνειν ; ὅτι φησί , καὶ τότε ἐνυπάρχει περὶ αὐτήν : ἄλλου γὰρ ἐστέρηται πάντως ἡ ὕλη
ἄλλων συντεθὲν ποιεῖ τὸν ἄνθρωπον : εἰ δὲ ὁ ἄνθρωπος ἐνυπάρχει τῷ λόγῳ τοῦ ζῴου , τὸ ὅλον ἐνυπάρξει τῷ
5952696 συμφθειρεται
φρόνησις ἐκ μέρους οὖσα οὐ καλή , φθαρέντος γάρ μου συμφθείρεται : ἡ δὲ καθόλου φρόνησις ἡ οἰκοῦσα τὴν τοῦ
ὠνομάσθαι ψυχὴ δοκεῖ . τί δέ ; τελευτώντων σβέννυται καὶ συμφθείρεται τοῖς σώμασιν ἢ πλεῖστον ἐπιβιοῖ χρόνον ἢ κατὰ τὸ
5929930 κινουμενῳ
δὲ καὶ κινούμενον παντὶ ἵππῳ ὑπάρχει , οὐκέτι ἄνθρωπος παντὶ κινουμένῳ . οὐ δεῖ δὲ τὸ ἀληθὲς τῆς ὑπαρχούσης τῷ
τὸ κινούμενον , θάτερον δ ' ἕδρα τις ὑπερήρεισται τῷ κινουμένῳ , καθάπερ ὁρᾷς τὰς τῶν θυρῶν στρόφιγγας ἔχοντας ,
5890198 αὐτοκινητον
' ἑαυτοῦ μένον , διότι μὴ ἦν πρῶτον τὸ ἕκαστον αὐτοκίνητον . Καὶ ἄλλως ἡ διάκρισις πρὸ τῆς αὐτοκινήτου ὑπάρξει
εἶναι : τὸ γὰρ ἀκίνητον τοσαῦτά ἐστιν ἀκινήτως ὅσα τὸ αὐτοκίνητον αὐτοκινήτως : οὐδὲν γὰρ αὐτοκίνητον δύναται πρῶτον εἶναι διὰ
5884444 χιτωνι
. χιτῶνι καὶ μεταμπίσχουσα τὰς ψυχάς . σαρκῶν ἀλλογνῶτι περιστέλλουσα χιτῶνι . . . . λέγει δὲ καὶ Ἐ .
γε μὴν ξανθότατόν ἐστι . τὸ δὲ ὑπὸ τούτῳ τῷ χιτῶνι κυανοῦν ἐστὶ χρόᾳ καὶ χαῦνον , ὥσπερ οὖν πεπρημένη
5847534 ὑπολευκον
τὰ μὲν κνηθόμενα αἷμα χωρεῖ , τὰ δ ' αὖ ὑπόλευκον ἢ ὕπωχρον ὑγρόν , ὡς ἐντεῦθεν τὸν ἀκμάζοντα χυμὸν
Εἶδος δὲ τῶν φθινωδέων ἦν , τὸ λεῖον , τὸ ὑπόλευκον , τὸ φακῶδες , τὸ ὑπέρυθρον , τὸ χαροπόν
5831937 αἰσθητικῳ
τὸ αἰσθανόμενον , μέγεθος ἔχει : οὐ μέντοι τό γε αἰσθητικῷ εἶναι οὐδ ' ἡ αἴσθησις μέγεθός ἐστιν , ἀλλὰ
δὲ οὐρανὸν περιπολεῖ ἄλλοτε ἐν ἄλλοις εἴδεσιν , ἢ ἐν αἰσθητικῷ εἴδει ἢ ἐν λογικῷ ἢ ἐν αὐτῷ τῷ φυτικῷ
5822983 ὑπνοποιον
οὐκ ἐμοὶ διὰ τὸ νηστεύειν . , , : Ἴσως ὑπνοποιόν τι μέλος πρὸς ἑσπέραν αὐλούμενον . φησὶ δὲ ὅτι
κυάμου , παιϲὶν ἐρεβίνθου . ἀνώδυνόν ἐϲτι μάλιϲτα φάρμακον καὶ ὑπνοποιόν . Καϲϲίαϲ ⋖ η , ναρδοϲτάχυοϲ ἀμώμου , κρόκου
5822611 γεωδες
τὸ τοῦ φλέγματος ὑγρὸν καταλιπεῖν ἐν τῷ σώματι καὶ ὑπόλοιπον γεῶδές τε καὶ πολὺ τὴν φύσιν ὑπάρχον . Μάλιστα δὲ
' ὧν διαφθείρεται τὰ σώματα . αὐτὸ μὲν γὰρ τὸ γεῶδές ἐστιν ἡ τοῦ σώματος πῆξις , τὸ δὲ ὑγρὸν
5820518 ἀναλλοιωτον
αὐτὸ ἴσχει πάθος καὶ τὴν κρίσιν τὴν ἐπ ' αὐτῷ ἀναλλοίωτον . Τούτων οὕτω διωρισμένων ἀνάγκη , εἴπερ ἐκλείποι τις
. Ἐδόκει δ ' αὐτῷ τὸ πᾶν ἄπειρον εἶναι καὶ ἀναλλοίωτον καὶ ἀκίνητον καὶ ἓν ὅμοιον ἑαυτῷ καὶ πλῆρες :
5806793 ἐπιδεες
δ ' ἐναντίον τούτων κατάδηλον μέν , ὅμως δὲ μηδὲν ἐπιδεὲς ἔστω λόγου . τὰ γὰρ δὴ τῶν περὶ τὸ
ὀλιγοδεής , ἀθανάτου καὶ θνητῆς φύσεως μεθόριος , τὸ μὲν ἐπιδεὲς ἔχων διὰ σῶμα θνητόν , τὸ δὲ μὴ πολυδεὲς
5804528 ἀφθαρτῳ
, ἵνα τῆς ἀσωμάτου καὶ ἀφθάρτου παρὰ τῷ ἀγενήτῳ καὶ ἀφθάρτῳ ζωῆς μεταλάχωσιν , αἱ δὲ καταποντωθεῖσαι τῶν ἄλλων ἀνθρώπων
πρωτογενῆ . ἐπειδὴ γὰρ πᾶν γένος ἄφθαρτον , δικαίως τῷ ἀφθάρτῳ προσνεμηθήσεται , καὶ εἴ τις καὶ συνόλως μήτραν διοιγνύειν
5794340 διαυγει
, σώφρονα , δικαίαν ; οἷον εἴ τις παραστὰς πηγῇ διαυγεῖ καὶ γλυκείᾳ βλασφημοίη αὐτήν , ἡ δὲ οὐ παύεται
κούφῳ , ἐλαφρῷ , διαφανεῖ , ἐλευθέρῳ , λαμπρῷ , διαυγεῖ . καὶ τοὐναντίον νοσῶδες νοσερὸν νοσηρὸν ἐπίνοσον , ἐπίκηρον
5780129 προσπεφυκος
εἶναι δὲ τοῦτο νευρῶδες μέχρι εἰς μέσην τὴν πλεκτάνην ἅπαν προσπεφυκός . ἐν δὲ πέμπτῳ μορίων φησὶν Ἀριστοτέλης : πολύπους
. ὥστ ' ἀνάγκη τὸ σῶμα μεταξὺ εἶναι τοῦ ἁπτικοῦ προσπεφυκός , δι ' οὗ πλείους οὖσαι αἱ τῆς ἁφῆς
5778918 χρονιζον
ἕψει ῥᾳδίωϲ οὔτε βρέχει : καὶ τὰϲ ἐκκρίϲειϲ ἐμποδίζει : χρονίζον δὲ ϲτρυφνότερον καὶ βραδυπορώτερον γίγνεται καὶ δυϲδιαχωρητότερον βραδύτερόν τε
ἐλαύνων . πανηγύρει ] ὡς ἐν ἑορτῆι . ὡραῖον . χρονίζον ] ἤγουν καὶ εἰς τὸν ἑξῆς χρόνον . +
5769609 χρωμα
τὸ χρῶμα δημιουργεῖ , καὶ οὐκ ἔστι σῶμα μὴ ἔχον χρῶμα . τοῦτο οὖν τὸ ὁμοῦ συνημμένον , φημὶ δὲ
ὀξύ , ἐπὶ δὲ τὸ βαρὺ ἐναντίως , τὸ δὲ χρῶμα ἐπὶ μὲν τὸ ὀξὺ κατὰ ἡμιτόνιον καὶ ἡμιτόνιον καὶ
5766480 κνηκῳ
' ἄκορνα προσεμφερὴς ὡς ἁπλῶς εἰπεῖν κατὰ τὴν πρόσοψιν τῇ κνήκῳ τῇ ἡμέρῳ , χρῶμα δ ' ἐπίξανθον ἔχει καὶ
νέος γὰρ ὢν ἀνὴρ πώγωνι [ ] θάλλων ὡς τράγος κνήκῳ χλιδᾷς : παύου ? τὸ ? λεῖον φαλακρὸν ἡδονῇ
5765846 ὑποπιπτον
ἑωραμένῳ ὀφείλει ὅμοιον ὑπάρχειν : ἐπεὶ οὖν οὐδὲν ἔχομεν ἐναργὲς ὑποπίπτον μῆκος χωρὶς πλάτους , οὐδ ' ὅμοιόν τι αὐτοῦ
τοῖς σκεπτικοῖς ἀλλὰ καὶ τοῖς ἄλλοις φιλοσόφοις καὶ πᾶσιν ἀνθρώποις ὑποπίπτον : οὐδεὶς γοῦν τολμήσαι ἂν εἰπεῖν ὅτι τὸ μέλι
5761288 ἐοικος
τὴν θεραπείαν ἐργαλεῖα , τὸ μὲν ἐκκαθαῖρον τὴν τρίχα πτερῷ ἐοικὸς ξύλον σπάθη , τὸ δὲ διακτενίζον σιδήριον πριονῶδες ὠδοντωμένον
ἑταῖρε Τοῦτο λέγει ὅτι πάλαι ἡμεῖς τὸ εἰκὸς ἐλέγομεν τὸ ἐοικὸς τῷ ἀληθεῖ , οὐχ ἁπλῶς τὸ δοκοῦν τοῖς πολλοῖς
5754744 ἀεικινητον
ταῖς ψυχαῖς ἁμαρτούσαις ἐνταῦθα πεσεῖν : ὑπὸ δὲ σοφίας τὴν ἀεικίνητον καὶ αὐτοκίνητον ἐκεῖνος ψυχὴν εἰς φυτὸν ἐρρίζωσε : λέγει
ἀνενδεές , ἀνελλιπές , ἀσώματον , ἀόρατον , ἀχρώματον , ἀεικίνητον , αὐτοκίνητον , ἀείζωον , αὔταρκες αὑτῷ , ἀτάρακτον
5754510 ὁρατῳ
πάλιν οὐκ ἔστι ταὐτὸν τῷ λόγῳ χρώματί τε εἶναι καὶ ὁρατῷ εἶναι οὐδὲ μὴν ψόφῳ καὶ ἀκουστῷ οὐδὲ δὴ θερμῷ
ὂν καὶ πᾶν τὸ ὁρατὸν περιέχον πάντα τὰ ἐν τῷ ὁρατῷ . Ἐπειδὴ τοίνυν καὶ ζῷον πρώτως ἐστὶ καὶ διὰ
5754185 ἐρσην
δὲ ἐπεὰν θορνύωνται κατὰ ζεύγεα καὶ ἐν αὐτῇ ᾖ ὁ ἔρσην τῇ ἐκποιήσι , ἀπιεμένου αὐτοῦ τὴν γονὴν ἡ θήλεα
: ὁ κακοποιός , ἤγουν ὁ μόρον ἄγων καὶ λιχμώμενος ἔρσην : ἀντὶ τοῦ ζητῶν ἢ λείχων τὴν δρόσον τῶν
5740815 κατοχον
πρὸς δὲ τούτοις ἐπικυρώσαντος μὲν τὴν κτῆσιν τοῦ πολέμου , κάτοχον δὲ καὶ βέβαιον πεποιηκότος τοῦ χρόνου . διδάσκει δέ
, Ἀριστόβουλος δὲ ὧδε ἀνέγραψε . Σύραν γυναῖκα ἐφομαρτεῖν Ἀλεξάνδρῳ κάτοχον ἐκ τοῦ θείου γιγνομένην καὶ ταύτην τὸ μὲν πρῶτον
5739097 ψυχικῳ
ζῷα ἐν αὑτῷ περιέχον αἴτιόν ἐστι τῶν τε ἐν τῷ ψυχικῷ διακόσμῳ ζῴων καὶ τῶν ἐν τῷ αἰσθητῷ , πάλαι
καὶ κατ ' ἀμφοτέρας τὰς δυνάμεις τε καὶ ποιότητας τῷ ψυχικῷ ἀντίκειται , καὶ δουλαγωγούμενον τὸ ψυχικὸν ἐπισύρεται πνεῦμα .
5735386 ἀψυχῳ
ᾖ τῆς οἰκείας κράσεως τὸ ἔμφυτον θερμόν , ὡς ἐν ἀψύχῳ σώματι σήπεται τὸ αἷμα : διασῴζοντος δ ' αὐτοῦ
εἰς ἔμψυχον καὶ ἄψυχον : ἐναντίον δὲ τὸ ἔμψυχον τῷ ἀψύχῳ . ἄλλως δὲ ἡμάρτηται : δεῖ γὰρ μᾶλλον ἐκ
5735375 ζῳῳ
εὐνοίας τε καὶ στοργῆς , πάντως που καὶ τῷδε τῷ ζῴῳ τῷ λογικῷ μετέδωκε μᾶλλον . ἀλλὰ οὐ χρῶνται τῷ
καὶ παντὸς μνήμη τάχιστα ἐγκαταχώννυται τῷ αἰῶνι . Τῷ λογικῷ ζῴῳ ἡ αὐτὴ πρᾶξις κατὰ φύσιν ἐστὶ καὶ κατὰ λόγον
5734877 χυμῳ
φοῖνιξ ᾖ λιπαρόϲ : ὅταν δὲ τῷ παχεῖ καὶ γλίϲχρῳ χυμῷ γλυκύτηϲ μιχθῇ , τάχιϲτα μὲν ὑπ ' αὐτοῦ τὸ
διαφέρει δ ' ἴσως οὐδέν . Ὀσμὴ δὲ τοῦ ἐν χυμῷ ξηροῦ ἐν τῷ διαφανεῖ : τοῦτο γὰρ κοινὸν ἀέρος
5731993 ὀφθαλμῳ
ἐγκείμενά ἐστιν , τρόπῳ τοιῷδε τοῦτο γίνεται . Ξυμβαίνει τῷ ὀφθαλμῷ πρῶτον μὲν βλαστάνειν , τροφὴν γὰρ εἶχε πρῶτον μὲν
γάλακτι ἢ ὠοῦ τῷ λευκῷ , ἄνωθεν δὲ ἐπιτιθέναι τῷ ὀφθαλμῷ ὠὸν ἀνακόψαντα μετὰ ῥοδίνου καὶ ὀλίγου οἴνου καὶ εἰϲ
5725883 εὐτονιαν
ψυχρὰς αὐτὰς νεανικὰς ὑπάρχειν : τουτὶ γὰρ εἶναι τὸ τὴν εὐτονίαν ποιοῦν . κροτεῖσθαι μέντοι μὴ μεγάλαις σφύραις μήτε ἰσχυραῖς
μὲν οὖν σῶμα διὰ τῆς γυμναστικῆς καὶ ἀλειπτικῆς ὠφέλησαν εἰς εὐτονίαν τε καὶ εὐεξίαν σχέσεις τε καὶ κινήσεις εὐμαρεῖς ,
5720509 φθαρτην
μεθοδικοὺς ἢ θεωρητικοὺς λόγους , ἀλλὰ τῷ περὶ ὕλην τινὰ φθαρτὴν καὶ εὐαλλοίωτον καταγίνεσθαι καὶ διὰ τοῦτο μὴ ἀεὶ τοῦ
δὲ τοῖς πᾶσιν ἀπεδίδου , ἀίδιον μὲν τοῖς ἀιδίοις , φθαρτὴν δὲ τοῖς φθαρτοῖς . . . Γ . ἀδύνατον
5718103 τρεφεται
* * * * * * * * πιστὸς ἀνὴρ τρέφεται ἐγκρατείᾳ . γνῶθι ῥήματα καὶ κτίσματα θεοῦ καὶ τίμα
Ὄσιρις , ὅπου ὁ βοῦς ὁ Ἆπις ἐν σηκῷ τινι τρέφεται , θεὸς ὡς ἔφην νομιζόμενος , διάλευκος τὸ μέτωπον
5709819 ἀμορφον
τηροῦντας τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων ἐν τῷ τιμίῳ μὴ τὸ ἄμορφον μηδὲ τὸ παθητὸν μηδὲ τὸ ζωῆς ἄμοιρον καὶ ἀνόητον
παρὰ γοῦν ἐμοί , ἡ καινότης , μὴ οὐχὶ συντετρῖφθαι ἄμορφον ὄν . καὶ εἴ γε μὴ οὕτω φρονοίην ,
5706895 νωτιαιῳ
τὴν κύστιν μυὸς , καὶ διὰ τοῦτο τὴν θεραπείαν τῷ νωτιαίῳ προσήγομεν , λέγω δὴ τοῖς πεπονθόσι σπονδύλοις . Τοῖς
, πολέμιον ὀστέοισιν , ὀδοῦσι , νεύροισιν , ἐγκεφάλῳ , νωτιαίῳ μυελῷ : τὸ δὲ θερμὸν ὠφέλιμον . Ὁκόσα κατέψυκται
5697411 πολυκινητον
νόμου ἰσχυρὸν κατεῖχεν | : ἄνθρωπος δέ , ᾧ | πολυκίνητον φύσιν ἔδωκεν ὁ θεός , “ ἐπὶ τραφερήν |
, καθεστηκός , τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν
5692234 ἀλλοιουμενον
οὐδὲ ἂν ἑωρῶμεν ὅλως μηδενὸς ὄντος , ὃ πρῶτον αὐτὸ ἀλλοιούμενον οὕτω τὴν αἴσθησιν ἀλλοιοῖ . Ὁ δὲ αὐτὸς λόγος
τῆς Θέτιδοςφάσμα γάρ τι ἡ Ἔμπουσα νυκτερινὸν εἰς μυρίας μορφὰς ἀλλοιούμενον , ὥς φησι Φιλόστρατος , μετεβάλλετο δὲ εἰς μυρίας
5687796 μελανια
φανείη τρόπος ποιότητος . Ποιότητες , φησίν , οἷον λευκότης μελανία καὶ τὰ τοιαῦτα , ποιὸν δὲ τὸ μετέχον τῶν
ψυχρότης ἢ ξηρότης ἢ ὑγρότης , καὶ τότε λευκότης ἢ μελανία . ἀλλ ' οὐδὲ τοῦτο ἀρκεῖ : ἰδοὺ γὰρ
5679975 συμφυτον
ἀστάθμητον , καίπερ ἐν λογικῇ ψυχῇ καὶ νοερᾷ θεωρούμενον καὶ σύμφυτον ἐχούσῃ ζωὴν καὶ χωριστὴν σώματος . ταῦτα δὲ λέγεται
ἡγῇ θεούς , συγγένειά τις ἴσως σε θεία πρὸς τὸ σύμφυτον ἄγει τιμᾶν καὶ νομίζειν εἶναι : κακῶν δὲ ἀνθρώπων
5678736 ἀτρεπτον
διαφόροις ὕλαις ἐναλλάττεσθαι , τὸ δ ' αὑτῆς ἀληθὲς εἶδος ἄτρεπτον ἐμφαίνει τοῖς ὀξυδορκοῦσι καὶ μὴ τῷ περικεχυμένῳ τῆς οὐσίας
λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισι . τὸ δὲ ἄλκιμον καὶ ἄτρεπτον διά τε συῶν ἀγρίων καὶ παρδάλεων καὶ λεόντων ἔδειξε
5675695 πιμελη
ἐνίοτε δὲ καὶ ἐλαιῶδες ἢ πιμελῶδες : ἡ γὰρ νεοπαγὴς πιμελὴ καὶ σὰρξ ὑπὸ τοῦ διακαοῦς πυρετοῦ ἀναλύεται καὶ τήκεται
γε τὸ γονιμώτατον , ὤκιστα ἀναδίδοσθαι : καὶ ἡ μὲν πιμελὴ αὐτῆς ἔξωθεν , φησί , περιχεῖται , ἡ δὲ
5674195 μικροτητι
. ἦν μοι ἡ Θουκυδίδου συγγραφή , γράμματα μὲν ἐν μικρότητι χαρίεντα , τὸ δὲ σύμπαν οὕτω ῥᾴδιον φέρειν ,
καὶ μὴν ἀμερές γε λέγεται καὶ ἀμέριστον τὸ μὲν σῶμα μικρότητι , τὸ δ ' ἀσώματον καὶ νοητὸν ὡς ἁπλοῦν
5673863 ζωτικον
πυρετόϲ ἐϲτι θερμότηϲ παρὰ φύϲιν καρδίαϲ καὶ ἀρτηριῶν βλάπτουϲα τὸν ζωτικὸν τόνον , ἀναφερομένη τε ἐκ βάθουϲ καὶ δριμεῖα καὶ
πήρωσις αὐτῷ ἐπακολουθήσῃ . τοῦτο δὲ τοὐνυπάρχον ἐστὶ τὸ λεγόμενον ζωτικὸν θερμόν , ὃ πῦρ μὲν οὐκ ἔστιν : οὐ
5661300 εὐμηκεστερον
μὲν ἄρρεν βραχύτερόν τε καὶ σκληροφυλλότερον , τὸ δὲ θῆλυ εὐμηκέστερον , καὶ τὰ φύλλα λιπαρὰ καὶ ἁπαλὰ καὶ κεκλιμένα
ἔχουσα : τῷ δὲ μεγέθει μέγα καὶ πολὺ τῆς πεύκης εὐμηκέστερον . Διαφέρει δὲ καὶ κατὰ τὸ ξύλον οὐ μικρόν
5655539 σκληρῳ
ἢ ταύρου δορᾶς , ὡς ὁ Διομήδης , πρεπούσης στρατιώτῃ σκληρῷ καὶ γενναίῳ . ὑπὸ δ ' ἔστρωτο ῥινὸν βοὸς
πρὸς τὸ μέλαν , γλυκεῖ τε πρὸς τὸ πικρόν , σκληρῷ τε πρὸς τὸ μαλακόν , τῇ τε ἀπαθεῖ οὐσίᾳ
5645817 ἀθανατῳ
ἔστιν ἐναντίον τὸ λογικὸν τῷ ἀλόγῳ οὐδὲ τὸ θνητὸν τῷ ἀθανάτῳ : τὰ γὰρ ἐναντία φθείρει ἄλληλα , ταῦτα δὲ
γοῦν τἀναντία γράφειν ἀνταίρει : εἰ δὲ αὐτὸς ὁ Δημιουργὸς ἀθανάτῳ ψυχῇ ἀθάνατον αὐτῆς καὶ τὸ σῶμα ποιεῖν ἐπαγγέλλεται ,
5640353 παραπληϲιον
καθάπερ κλιμακτήρ , ὡϲ εἶναι τὸ ϲχῆμα τῶν τριῶν ξύλων παραπλήϲιον τῷ πι ϲτοιχείῳ ἢ τῷ ητα , εἰ μικρῷ
οὐρητικὸν πρὸϲ ἐπιληψίαν τε καὶ ὀρθοπνοίαϲ ἁρμόττει . Ϲηπίαϲ ὄϲτρακον παραπλήϲιον μέν ἐϲτιν ὀϲτρέῳ τὴν δύναμιν , λεπτομερὲϲ δὲ καὶ
5636656 παρορᾳ
τὸν μισθὸν ἀπῄτουν . αὐτὸς τοῖς μὲν ὁπλίταις ἐδίδου , παρορᾷ δὲ τοὺς ἀόπλους . ἐπικειμένων δὲ ἐκείνων καὶ ζητούντων
ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου ὁ μὲν ὀλίγον ὁ δὲ πολὺ παρορᾷ ; ἀλλ ' ὅμως ψευδέσθωσαν μὲν πάντες διὰ τὴν
5634351 ἀνειδεον
Καὶ οὖν εἶναί τι καὶ ἄπειρον καθ ' αὑτὸ καὶ ἀνείδεον αὖ αὐτὸ καὶ τὰ ἄλλα τὰ πρόσθεν , ἃ
ἡ ὕλη πᾶσα , εἴτε ἡ πρώτη κατὰ τὸ πάντη ἀνείδεον εὑρισκομένη , εἴτε ἡ δευτέρα κατὰ τὸ ἄποιον ἱσταμένη
5619513 συνηρτησθαι
χιτῶνα τοῖς ὑπερκειμένοις συμπεφυκέναι , τὸν δ ' ἔσωθεν τούτῳ συνηρτῆσθαι καὶ τῇ χαλάσει τῶν ὑμένων προπίπτειν : οἱ δὲ
ὅτι ὀφείλει καὶ ἐν ἀκολουθίᾳ εἶναι , δῆλον ἐκ τοῦ συνηρτῆσθαι αὐτὸ τοῖς κατὰ ἀκολουθίαν πτωτικοῖς , καὶ ἕνεκα τούτου
5608992 ὀρρωδει
αἷμα γὰρ οἷον οὗτος διαφθαρέν , πάντως ἂν ἑνωθεὶς τῷ ὀρρώδει χυμῷ τότε αὐτοῦ χρῶμα ἀλλοιώσει μεταβαλὼν πρὸς τὸ σφέτερον
ἔχειν . τῆς δὲ ἀφωρισμένης ἡμέρας παρούσης ἡ Παλλήνη πάνυ ὀρρώδει περὶ αὐτοῦ . καὶ σημῆναι μὲν οὐκ ἐτόλμα τινὶ
5603235 ὑποξανθον
ῥίζαν λεπτήν , ἐπ ' ἄκρου κορυφὴν ἔχουσα στρογγύλην , ὑπόξανθον , ὀποῦ μεστήν . Χρυσοκόμη : ῥαβδίον σπιθαμιαῖον ,
τοιούτῳ οὐροῖτ ' ἂν οὖρον τῇ μὲν χροιᾷ ὑπόπυρρον ἢ ὑπόξανθον , τῇ δὲ συστάσει σύμμετρον καὶ ἀναλογίαν ἔχον τῇ
5585894 ὑποπιπτει
ὁ καθόλου τόδε τι σημανεῖ , εἴγε τῇ αἰσθήσει μὴ ὑποπίπτει ἀσώματος ὢν καὶ πλῆθος μᾶλλον πεποιωμένον † δηλοῦν †
συμμέτρων ὑγρῶν ἀποκριθέντων τῷ δακτύλῳ τῆς μαίας συνεχὴς ὑμὴν ἀκμὴν ὑποπίπτει , διαιρεθέντος δὲ τούτου πολλῶν ὑγρῶν ἀποκριθέντων ἀκολουθεῖ καὶ
5580729 αἰσθητικην
ἐκεῖ ζῶν τὴν νοερὰν εὐζωΐαν , ὁτὲ δὲ ἐνταῦθα τὴν αἰσθητικὴν ἐμπάθειαν προσλαμβάνων , ἔνθεν καὶ λέγεται ὀρθῶς ὑπὸ Ἡρακλείτου
. ἐπεὶ γὰρ τῶν αἰσθητηρίων ἕκαστον κατά τινα τῆς ψυχῆς αἰσθητικὴν χαρακτηρίζεται δύναμιν , ἐξαιρουμένης τῆς ἁφῆς δι ' ὅλου
5567770 ἁπτον
. Θ . φησιν : εἰ τὸ ὁρατὸν καὶ τὸ ἁπτὸν ἐκ γῆς καὶ πυρός ἐστι , τὰ ἄστρα καὶ
ὅσα ἔχει γένεσιν πᾶσιν , αὐτὸ δὲ μετ ' ἀναισθησίας ἁπτὸν λογισμῷ τινι νόθῳ , μόγις πιστόν , πρὸς ὃ
5562865 διαχεομενον
παχὺ θερμαινόμενον διαχέεται πρῶτον τὸ πλησίον τοῦ πονέοντος ἐόν : διαχεόμενον δὲ μίσγεται τῷ πονέοντι ὕδρωπι , εἶτα κενεώτερον ἐγένετο
παντελῆ θάνατον . Διογένης , εἰ ἐπὶ πᾶν τὸ αἷμα διαχεόμενον πληρώσει μὲν τὰς φλέβας τὸν δ ' ἐν αὐταῖς
5562048 ἰχθυϊ
μιν ᾗ κ ' ἐθέλῃσι ῥηϊδίως : κείνῳ γὰρ ἐφέσπεται ἰχθύϊ μούνῳ πιστῷ πιστὸν ἔχων αἰεὶ νόον : ἐγγύθι δ
: γράφεται χάννοιο . δέλετρον : δέλεαρ . Συνόδοντι : ἰχθύϊ ἔχοντι πυκνοὺς ὀδόντας , πυκνοὺς ὀδόντας ἔχοντι : εἶδος
5556911 φθαρτικον
γῆν τόπον , εἴπερ ἐστίν , ἐπειδὴ φρικώδη αὐτὸν καὶ φθαρτικὸν ᾄδουσιν , ἀποτάττωμεν τοῦ κόσμου . „ Ταῦτα τοῦ
, πῦρ δὲ εἰς τὸ χρειῶδεςἄπληστον δ ' ἐστὶ καὶ φθαρτικὸν τοῦτοκαὶ κατὰ τοὐναντίον εἰς τὸ σωτήριον , ὅπερ εἰς
5555119 αἰσθητῳ
ψυχῆς ὑπὸ τοῦ ἀπὸ τῆς αἰσθήσεως μείναντος : οἷον γὰρ αἰσθητῷ ἐντὸς ὄντι τῷ ἐγκαταλείμματι τούτῳ , ὃ καὶ φανταστὸν
Ταῖς δὲ ἄνω ; Ἢ τῶν ἄνω αἱ μὲν ἐν αἰσθητῷ , αἱ δὲ ἔξω . Αἱ μὲν οὖν ἐν
5549562 ἀκολουθει
: οὐ δέχεται γὰρ τὸ ἄλογον ἀθάνατον . ᾧ καὶ ἀκολουθεῖ ὁ Πορφύριος : τρεῖς γὰρ εἶναι λέγει : οὕτω
ἔδει δὲ οὕτως ποιῆσαι τὴν ἀντιστροφήν : εἰ τὸ ζῷον ἀκολουθεῖ τῷ ἀνθρώπῳ * * * ὄντος γὰρ αὐτοῦ ,
5547367 ὀρεκτικῳ
εἰς τέσσαρα , ἐπιστημονικὸν λογικὸν ὀρεκτικὸν θρεπτικόν , ἐν τῷ ὀρεκτικῷ περιλαμβάνων καὶ τὸ αἰσθητικόν , διότι πάσῃ ὀρέξει ἀλόγῳ
ἑαυτὸ τὴν εἰκόνα ἀφομοιοῖ , καὶ τὸ ὀρεκτὸν πρόκειται τῷ ὀρεκτικῷ καὶ ἀντίκειται , ὅτι τούτῳ ἀποστάντι ὄρεξιν αὐτὸ ἐνέπνευσε
5543861 ζωτικῃ
, ἀλλ ' οὐ γνωριστικῶς αὐτάρκης ἡ καὶ ἡ ἐν ζωτικῇ μήτρᾳ δημιουργία . τί οὖν ταράσσομεν τὰ πράγματα ἀπορίᾳ
ἀλλὰ τῇ συμπληρούσῃ τὸ ζῷον ψυχικῇ ζωῇ , καὶ τῇ ζωτικῇ αὐτῆς προβολῇ τῇ περὶ τὰ σώματα μεριζομένῃ . Ἀλλ
5543420 παρυφισταμενον
λέγεται νέφος : ἐὰν οὖν τὸν κάτω τόπον ἐπέχῃ τὸ παρυφιστάμενον , λέγεται ὑπόστασις , καί ἐστιν ἀγαθὸν καὶ ὑγιεινὸν
χῦμα μὲν καλεῖται ἅπαν τὸ οὖρον παρὰ τὸ ἐκκεχύσθαι . παρυφιστάμενον δὲ τὸ ἐν αὐτῷ ἕτερόν τι ἐμφαῖνον . ἐν
5541532 μετεχον
λόγον , καὶ ὅτι γε αὖ ἡμεῖς τὸ τῆς οὐσίας μετέχον ” ἔστιν “ φαμέν , καὶ κατὰ τοῦτο ὀρθῶς
, κἂν ἕτερον εἶδος τύχῃ τοῦ αὐτοῦ τοῖς προλαβοῦσιν ὀνόματος μετέχον , σκοπεῖν ὁμοίως καὶ τὰ ὑπὸ τοῦτο καθ '
5540945 ἀναφες
ὄντως μὲν οὐθέν ἐστιν , ὀνομάζεται δὲ ὑφ ' ὑμῶν ἀναφὲς καὶ κενὸν καὶ ἀσώματον . [ ] [ !
καὶ παντελῶς ἐγρηγορότων αἱ φωναὶ ἀκούονται . Καὶ ποτὲ μὲν ἀναφὲς καὶ ἀσώματον πνεῦμα περιέχει κύκλῳ τοὺς κατακειμένους , ὡς
5534379 νευρῳ
ἡ ψυχὴ χρῆται . ὅθεν καὶ εἴ τις ἔμφραξις ἐν νεύρῳ γένοιτο τοῦ πνεύματος κωλύουσα τὴν δίοδον , τὸ μὲν
καταρτιζομένου : ἡ μὲν γὰρ μία ἀγκύλη περιτίθεται τῷ πλατεῖ νεύρῳ ὄπισθεν τοῦ σφυροῦ , ἡ δ ' ἑτέρα ἀγκύλη
5532187 ἀντιτυπες
δὲ κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς ἐπικράτειαν : στερεὸν γὰρ καὶ ἀντιτυπές , ὅτι μᾶλλον γήινον . ὥστ ' ἀνάγκη τὸ
δὲ κατὰ τὴν τοῦ ἑνὸς ἐπικράτειαν : στερεὸν γὰρ καὶ ἀντιτυπές , ὅτι μᾶλλον γήινον . ὥστ ' ἀνάγκη τὸ
5529911 ἐπιτασει
τοῖς εὖ πράττειν δυναμένοις ἀντιβαίνειν . τοὺς δὲ μέγα πνέοντας ἐπιτάσει τῆς ἀλαζονείας ὡς ἀθεραπεύτως εἰς ἅπαν ἔχοντας ὁ νόμος
ἀνέσει χορδῆς , στενότητος δὲ καὶ βραχύτητος λεπτότητί τε καὶ ἐπιτάσει καὶ βραχύτητι . τὰς δ ' αἰτίας , δι
5529254 ὁλοκληρον
, οὐδὲ τὰ ὑποσυνηλιμμένα : εἴγε παντὸς πεπονθότος προϋφέστηκε τὸ ὁλόκληρον . . Εἴπερ οὖν καὶ αὐταὶ αἱ λέξεις διὰ
μοῖραι ἑξήκοντα καὶ ἓξ ἀληθῶς ψηφισμέναι . τὸ δὲ μῆκος ὁλόκληρον τῆς οἰκουμένης ἅπαν ἐκ τῶν μοιρῶν ἀνατολῆς ἕως δύσεως

Back