πατρίδος λέγων οὕτως : κεραυνοῦ δὲ σκήψαντος εἰς τὸν τάφον ἀνεβλάστησεν ἐκ τοῦ σήματος δενδρίον , ὃ ἐκεῖνοι κόνναρον ἐπονομάζουσιν
οὐκ ὄντων δέ : οἷον ἐλάα ποτ ' ἀποκαυθεῖσα τελέως ἀνεβλάστησεν ὅλη , καὶ αὐτὴ καὶ ἡ θαλία . ἐν
4828491 καλουμενου
ῥυθμὸς συνέστηκεν ἔκ τε ἄρσεως καὶ θέσεως καὶ χρόνου τοῦ καλουμένου παρά τισι κενοῦ . διαφοραὶ δὲ αὐτοῦ αἵδε :
τὴν ἡσυχίαν ἦγε . τῶν δὲ Καλχηδονίων τειχοφυλακούντων ἀπὸ τοῦ καλουμένου Ἀφασίου λόφου , πεντεκαίδεκα στάδια τῆς πόλεως ἀπέχοντος ,
4752981 προσαγορευομενον
' ὑπακούσαντος , ὀνειδίσαι τὸν Χενεφρῆν Χανεθώθην , τὸν μάλιστα προσαγορευόμενον ὑπ ' αὐτοῦ : τὸν δὲ ὀνειδισθέντα ὑποσχέσθαι τὴν
μὲν τοὺς ἀνέμους , φανῆναι δὲ πλησίον τῆς νεὼς τὸν προσαγορευόμενον θαλάττιον Γλαῦκον . τοῦτον δ ' ἐπὶ δύο νύκτας
4722819 ὑγραντικον
στυπτικώτερός ἐστι καὶ ψυχρότερος . Ἔλαιον τὸ ἐκ τῆς ἐλαίας ὑγραντικόν ἐστι καὶ συμμέτρως θερμόν , τὸ γλυκύτατον ἐκ δρυπεποῦς
εἶδος βοτάνης * αὕτως : ὁμοίως οὕτως καὶ ἀλθήεντα τὸν ὑγραντικόν , τὸν πρὸς ὑγείαν λαμβανόμενον , ὅ ἐστι θεραπευτικόν
4506254 δυναστευσαντος
, μιγάδας τὸ πρότερον ἥτις ἔσχε βαρβάρους , ἀπὸ τοῦ δυναστεύσαντος Ἰταλοῦ τοὔνομα λαβοῦσα , μεγάλη δ ' ὕστερον πρὸς
τῆς προσηγορίας : ὡς δέ τινες ἀναγεγράφασιν , ἀπὸ τοῦ δυναστεύσαντος τῶν τόπων ὄνομα Χερρονήσου προσηγόρευται . οὐ πολλῷ δ
4486258 Συμμικτων
παλαιὸν ἐκεῖνον [ καὶ ] κνισοκόλαξ . Καλλίστρατος ἐν ζʹ Συμμίκτων φησὶν ὡς ἑστιώμενος παρά τισι Σιμωνίδης ὁ ποιητὴς κραταιοῦ
καὶ προβεβηκώς διαφέρει . Ἀλεξίων δηλοῖ ἐν ἐπιτομῇ τῶν Διδύμου Συμμίκτων , λέγων οὕτως : Ἐκ τῶν Ἀριστοφάνους περὶ ἀνθρώπου
4398047 κατασκευαζον
γὰρ ἄλλο μὲν εἴη τὸ ζητούμενον , ἄλλο δὲ τὸ κατασκευάζον , ἢ ἀσύστατον ἔσται τὸ ζήτημα ἢ ἀμαθὴς ὁ
ὂν ἐλάμβανε τὸ μηδαμῶς ὄν . ψευδῆ φαμεν . ἐπιχείρημα κατασκευάζον ὅτι οὐκ ἔστι ψευδῆς δόξα . ἆρ ' οὖν
4331278 δεικνυσθαι
καλῶν καὶ κακῶν , καὶ οὐκ ἔστιν ἐπίμονα , ὥστε δείκνυσθαι ἐκ τοῦ κατὰ Θήρωνα γένους . τούτου μὲν γὰρ
λήψεως αἰτίας γεγενημένης τοῦ δοκεῖν δείκνυσθαί τι συναγόμενον ἢ μὴ δείκνυσθαι , ὡς πολλάκις δείκνυσθαί τινα παρὰ τὴν ὕλην συνάγοντά
4279990 σταγονων
δὲ ὁ Ῥόδιος ἐν τῆι τῆς Ἀλεξανδρείας Κτίσει ἀπὸ τῶν σταγόνων τοῦ τῆς Γοργόνος αἵματος . . . . .
δῖναι . τοῦτο δέ φησιν , ἐπειδὴ τῶν ἐξ ὑετοῦ σταγόνων πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι
4224414 ποιηθεντος
Οὐκ ἄκαιρον δ ' ἐστὶ μνημονεῦσαι καὶ τοῦ εἰς ὑμᾶς ποιηθέντος ἐπιγράμματος , ὅπερ παρέθετο ὁ Δελφὸς Ἡγήσανδρος , ἐν
ἐξ Ἰταλίας ἥκειν ὑπὸ λόγου τινὸς τῇ ' κείνων γλώττῃ ποιηθέντος ἠπατημένοι . ὁ δὲ ἄρα τὸ μὲν εἶχε ποιεῖν
4196890 καθαρωτατου
, ἀκριβῶϲ ἔχειν ἐν τῇ μνήμῃ , καὶ μάλιϲτα τοῦ καθαρωτάτου ὕδατοϲ καὶ μηδεμίαν ὧν προείρηκα ποιεῖν ἐμφαίνοντοϲ ποιότητα ,
μοι δοκῶ τῆς αἰτίας ὡς μεμιασμένον ἤλασε τοῦ ἱερωτάτου καὶ καθαρωτάτου βωμοῦ πῦρ τὸ χρειῶδες , ἀνθ ' οὗ φλόγα
4174633 ῥυακος
τόποις ἀναφυσήματα πυρὸς ἀνείσης , καὶ πολλοῦ κατὰ τὴν χώραν ῥύακος ἐκχυθέντος , συνέβη φθαρῆναι τῆς γῆς ἐπὶ πολὺν τόπον
τόποις ἀναφυσήματα πυρὸς ἀνείσης , καὶ πολλοῦ κατὰ τὴν χώραν ῥύακος ἐκχυθέντος , συνέβη φθαρῆναι τῆς γῆς ἐπὶ πολὺν τόπον
4141646 ἐγγυτερον
ἀπιοῦσα ὁρᾶται . ἐννοήσατε δ ' , ἔφη , ὅτι ἐγγύτερον μὲν τῶν ἀνθρωπίνων θανάτῳ οὐδέν ἐστιν ὕπνου : ἡ
ὅταν δὲ πρὸ τῆς μεσημβρίας , τότε τὸν τῆς ἀναπληρώσεως ἐγγύτερον ὄντα τοῦ μεσημβρινοῦ μείζονα γίνεσθαι , ὅταν δὲ μετὰ
4101528 χωριστου
ἀχωρίστου , ποιεῖ τὴν τῆς πατρίδος ἐπωνυμίαν , εἰ δὲ χωριστοῦ , ποιεῖ τὴν ἀπὸ τόπου ἐπωνυμίαν . ἀπὸ δὲ
εἶδος εἶναι , ἄμφω ἀνάγκη εἶναι . ὅτι δὲ περὶ χωριστοῦ εἴδους ὁ λόγος , σαφῶς ἐδήλωσεν ἐπάγων ἀνάγκη τι
4083161 Τιτανων
, δι ' οὗ τὸν υἱὸν Ὧρον , ὑπὸ τῶν Τιτάνων ἐπιβουλευθέντα καὶ νεκρὸν εὑρεθέντα καθ ' ὕδατος , μὴ
Ἡρακλῆς . . . : Τιτανὶς ] Ἡ μία τῶν Τιτάνων . : Τιτᾶνες ἐκαλοῦντο οἱ ἀπὸ τοῦ Οὐρανοῦ καὶ
4067181 κατασκευασαντος
ὀνόματος ζήτησιν ἤδη τοῦ διώκοντος διὰ τῶν εἰρημένων κεφαλαίων ἔγκλημα κατασκευάσαντος ἐπὶ τὴν ἀντίθεσιν ὁ φεύγων ὁ τὸν εὐνοῦχον ἀποκτείνας
, ἐπειρῶ ἂν μηδὲν [ ἂν ] ἀνάξιον ποιεῖν τοῦ κατασκευάσαντος μηδὲ σεαυτοῦ μηδ ' ἐν ἀπρεπεῖ σχήματι φαίνεσθαι τοῖς
4059726 Κουρητων
λοῦσαι λέγουσι καὶ τὸ ὄνομα εἶναι τῷ ὕδατι ἀπὸ τῶν Κουρήτων τῆς κλοπῆς : φέρουσί τε ἀνὰ πᾶσαν ἡμέραν ὕδωρ
ἣν τῷ πατρὶ συνῆρχες , Διός τινα γένεσιν καὶ χορείας Κουρήτων καὶ Ταντάλου καὶ Πέλοπος οἰκισμὸν τῆς πρώτης πόλεως ἐν
4055814 γεννασθαι
Λάτμῳ ὄρυγμα . . . . . Ἐν ὄρει Βερεκυνθίῳ γεννᾶσθαι λίθον καλούμενον μάχαιραν , ὃν ἐὰν εὕρῃ τις ,
ἐκ τῶν αὐτῶν ἀρχῶν οἷόν τε καὶ μεγέθη καὶ ἀριθμοὺς γεννᾶσθαι ; φαμὲν οὖν ὅτι συμβολικῶς ταῦτα ὁ Πλάτων ἔλεγε
4010029 παρεσπαρμενη
ἔτι δὲ τὰς ἐντὸς κακότητας , οἷς ἀναγκαστῶς , ἅτε παρεσπαρμένη τοῖς πόροις , ἡ ψυχὴ συναλγοῦσα τὸν οὐράνιον ποθεῖ
αὕτη κατὰ πάντα τοῦ ζῴου τὰ μόρια δροσοειδῶς ἐν αὐτοῖς παρεσπαρμένη . ταύτην δ ' ἐνθεῖναι τοῖς μορίοις οὐχ οἷόν
4003547 πηγων
καὶ αὐτῷ τῷ Τανάϊδι ποταμῷ καὶ ἔτι τῷ ἀπὸ τῶν πηγῶν τοῦ Τανάϊδος ποταμοῦ ἐπὶ τὴν ἄγνωστον γῆν μεσημβρινῷ μέχρι
καὶ ἄλυπα νάματα ἔχουσαι . ἐντεῦθεν ὁδὸς μεμηχάνηται τὰ τῶν πηγῶν εἰσάγουσα δῶρα τῇ πόλει κρήναις πεποιημέναις εἰς ὑδάτων ὑποδοχήν
4002974 σεισμου
γὰρ νομίζει Ποσειδέωνα τὴν γῆν σείειν καὶ τὰ διεστεῶτα ὑπὸ σεισμοῦ τοῦ θεοῦ τούτου ἔργα εἶναι καὶ ἂν ἐκεῖνο ἰδὼν
, ἔπειτα ὅτι καὶ μεγίστην εἰς αὐτὴν εὐεργεσίαν κατεβάλετο . σεισμοῦ γὰρ κατενεγκόντος αὐτὴν ἔγραψε λόγον περὶ αὐτῆς τῆς πτώσεως
3998421 φυομενον
καὶ οὐκ ἀξιοῦσαι περιιδεῖν κοινὸν ἐπὶ τοῖς περιοίκοις ἅπασι κακὸν φυόμενον . τέως μὲν οὖν πρὸς τὸ Σαβίνων ἔθνος ἀποστέλλουσαι
' ἐπίμηκες καὶ φοινίσσον , τὸ δ ' οὖλον : φυόμενον δ ' ἐν τῇ Κρήτῃ πρὸς τῇ γῇ εὐανθὲς
3988864 πηλου
, πολλοὶ δὲ ἐς τὸ τέλμα ἐμπεσόντες ἠφανίσθησαν κατὰ τοῦ πηλοῦ , καὶ ἀπώλεια οὐκ ἐλάσσων ἀναχωροῦσιν αὐτοῖς ἢ ἐν
: ἐπὶ τῶν εἰς ἄμυναν ἀντικινουμένων . Αἴρειν ἔξω πόδα πηλοῦ : ἐπὶ τῶν βουλευομένων μὴ ἐν πράγμασιν εἶναι .
3981355 θειωδων
ἄλλον εἴς τινα ταξείδια . Γίνεται δὲ οὕτως ἡ τῶν θειωδῶν οἰκονομία , εἴς τε χαλκοῦ λεύκωσιν : λαβόμενος τὸ
χρῆσις παραλαμβανέσθω αὐτοφυῶν ὑδάτων στυπτηριωδῶν καὶ νιτρωδῶν μᾶλλον , εἶτα θειωδῶν : τὸ δ ' ἄλλο λουτρὸν σπανίως παραλαμβανέσθω .
3979008 θρομβουσθαι
ταύρειον αἷμά φησι Πραξαγόρας πινόμενον πήγνυσθαι ἐν τῷ στήθει καὶ θρομβοῦσθαι , ἔπειτα συνέχον τὸ πνεῦμα θνήσκειν ποιεῖ , οὐ
χυλὸν τῆς περδικιάδος χλιάνας ἔγχει . Ἄλλο , ὥστε μὴ θρομβοῦσθαι τὸ αἷμα ἐν τοῖς ὠσίν : πρασίου χυλὸν καὶ
3975455 καλεισθαι
τὰς ἀμοιβάς , ὧν τὸ ὑπὸ τῇ δρακὶ πλῆθος ἐδόκει καλεῖσθαι δραχμή , τὰ δ ' ὀνόματα καὶ τοῦ νομίσματος
καὶ ἀπὸ τοῦ λόφου τούτου πίδακας ἐκδιδόναι ἑκατὸν καὶ ταύτας καλεῖσθαι παλάμας Βριάρεω . Α . . , : οὐδὲ
3972312 πυρωδους
οἷον τοῦ θερμοῦ ὡς θερμοῦ , διακρίσεως μόνης αἰσθάνεται καὶ πυρώδους οὐσίας : ὅταν δὲ μετὰ φαντασίας ὡς πρὸς τὸ
τοῦτο γλυκύτατον εἶναι πάντων τῶν ποταμῶν , ἅτε φύσει τοῦ πυρώδους πᾶν τὸ ὑγρὸν ἀπογλυκαίνοντος . οὗτος δ ' ὁ
3959001 ὀνομαζεσθαι
, ὧν ἐστι καὶ Τιμοσθένης , ὅς φησι καὶ Ἡράκλειαν ὀνομάζεσθαι τὸ παλαιόν , δείκνυσθαί τε μέγαν περίβολον καὶ νεωσοίκους
μὴ ἀγανακτῇ μέλλοντος ἐλευθεροῦσθαι . τοὺς γὰρ τοιούτους δούλους μὲν ὀνομάζεσθαι συμβέβηκε , θῆτας δὲ τῷ ὄντι εἶναι τῶν ἀναγκαίων
3953096 φυναι
ἐπιμιγνύμενον , ἐξ οὗ ὁ λόγος ἔχει τὸ μυθευόμενον ἡρώων φῦναι γένος , οὔτε καιρὸς ἐν τῷ παρόντι διασκοπεῖν ἀρκεῖ
σοί , ὦ Ἀθηνᾶ : φασὶ δὲ Ἀθηνᾶν ἐκ τριῶν φῦναι πατέρων , ἔνθεν Τριτογένειαν καλεῖσθαι . τὸ δὲ πορφυρέου
3948526 Κλεοβουλινης
[ . , . . , ] Θαλῆς Ἐξαμύου καὶ Κλεοβουλίνης Μιλήσιος , ὡς δὲ Ἡρόδοτος [ . ] Φοῖνιξ
[ ] φασι , πατρὸς μὲν Ἐξαμύου , μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης , ἐκ τῶν Θηλιδῶν , οἵ εἰσι Φοίνικες ,
3929907 Αἰτωλικων
τοῖς Δηλιακοῖς ἱστόρηκεν . καὶ Νίκανδρος ἐν τῷ αʹ τῶν Αἰτωλικῶν ἐκ τῆς ἐν Αἰτωλίᾳ Ὀρτυγίας φησὶ τὴν Δῆλον ὀνομασθῆναι
καθά φησι Δίδυμος ἐπαγόμενος μαρτύριον ἐκ τῆς αʹ Νικάνδρου τῶν Αἰτωλικῶν . ἡμεῖς μέντοι ἐν τοῖς Ἀττικιανοῖς διὰ τοῦ τ
3923940 πληρουμενον
ἐλαυνόμενα ἐκεῖ καταρρήγνυσθαι , ἐκ δὲ τῶν ὄμβρων τὸν Νεῖλον πληρούμενον εἰκότως μείζω τοῦ θέρους ἢ τοῦ χειμῶνος εἶναι .
. Φύσκη . τὸ παχὺ ἔντερον εἴρηται ἀπὸ τοῦ πεσησθαι πληρούμενον λίπους καὶ αἵματος . Φρύγανα . τὰ εἰς τὸ
3920836 Ἀσκληπιαδης
Ἡσίοδος ἐν τῇ Θεογονίᾳ ἀθάνατον αὐτήν φησιν : ὡς δὲ Ἀσκληπιάδης , ὅτι οὐδὲν τῶν ῥηθέντων ὑπ ' αὐτῆς ἀτελὲς
, καὶ καθόλου ξηραντικῆς ἐστι δυνάμεως : τούτους τοὺς ἐπαίνους Ἀσκληπιάδης περὶ αὐτῆς γράφει . Ἁρμόζουσα πρὸς τὰ ἔναιμα τραύματα
3907230 πεποιωμενου
, ἢ ὅτι σαφεστέρα ἡ ὑπογραφὴ τῆς ποιότητος ἐκ τοῦ πεποιωμένου γενομένη σαφοῦς ὄντος ἤπερ ἡ ὑπογραφὴ τοῦ πεποιωμένου ἐκ
ἐκ τοῦ πεποιωμένου γενομένη σαφοῦς ὄντος ἤπερ ἡ ὑπογραφὴ τοῦ πεποιωμένου ἐκ τῆς ποιότητος γενομένη ἀσαφοῦς οὔσης . ἔχει δὲ
3898615 ἀναβλυζον
ἄντρου τῆς μεγάλης πέτρας ἦν τὸ μεσαίτατον . Ἐκ πηγῆς ἀναβλύζον ὕδωρ ῥεῖθρον ἐποίει χεόμενον , ὥστε καὶ λειμὼν πάνυ
κατὰ μέσον ἔρρει τοῦ λειμῶνος τῆς γραφῆς , τὸ μὲν ἀναβλύζον κάτωθεν ἀπὸ τῆς γῆς , τὸ δὲ τοῖς ἄνθεσι
3891859 διαμενοντος
τὸν δὲ Δαίδαλον λέγουσιν ἀπομιμήσασθαι τὴν τοῦ λαβυρίνθου πλοκὴν τοῦ διαμένοντος μὲν μέχρι τοῦ νῦν καιροῦ , οἰκοδομηθέντος δέ ,
Σεδεκίας ἔτη ιαʹ . μετὰ δὲ τούτους τοὺς βασιλεῖς , διαμένοντος τοῦ λαοῦ ἐπὶ τοῖς ἁμαρτήμασιν καὶ μὴ μετανοοῦντος ,
3880530 πεπλασμενον
' ἀληθὲς ὂν οὔτε πιθανόν , ἐκ παρακούσματος δέ τινος πεπλασμένον ὑπὸ τοῦ πλήθους , ἄξιον μὴ παραλιπεῖν ἀνεξέταστον .
ὅτι τοῦτο μὲν ἀφελῶς καὶ ἡδέως εἴρηται ἦθός τε οὐ πεπλασμένον ἀλλὰ φυσικὸν ἐπιφαίνει . τὸ γάρ : οὐχ ἱκανόν
3872677 ὠνομασθαι
καλοῦσιν . καὶ αὐτοὶ δ ' οἱ κροσσοὶ δοκοῖεν ἂν ὠνομάσθαι , Ἀραρότος εἰπόντος ἐν Καινεῖ παρθένος δ ' εἶναι
ἀρχὰς ἀνάγουσιν , ἀποφαινόμενοι Θυώνην ὑπὸ τῶν ἀρχαίων τὴν γῆν ὠνομάσθαι , καὶ τεθεῖσθαι τὴν προσηγορίαν [ καὶ ] Σεμέλην
3859647 συμπιπτοντος
ἐπιπέδου μείζων ἐστὶ τῆς μεταξὺ τοῦ τε σημείου καὶ τοῦ συμπίπτοντος ἐπιπέδου τοῦ αὐτοῦ κύκλου . ἐν γὰρ σφαίρᾳ δύο
. σύμπτωσις δὲ γίνεται μὲν ὑπὸ τοῦ πόρου στενουμένου καὶ συμπίπτοντος δι ' ἀτροφίαν καὶ πάρεσιν . σπάνιον δὲ τοῦτο
3858620 κουφου
ἐναπόληψιν τῶν κενῶν τοῦ σκληροῦ καὶ μαλακοῦ καὶ βαρέος καὶ κούφου . διὸ σκληρότερον μὲν εἶναι σίδηρον , βαρύτερον δὲ
σώματι ἐντίθησι . χρήσαιο δ ' ἄν ποτε καὶ αὐτῇ κούφου χρῄζων ἐδέσματος . Κέγχρος δὲ κατὰ ζειὰν οὖσα ὀλιγότροφος
3857387 λυοντων
πρὸ τροφῆς . Ἐπὶ τῶν πλευριτικῶν , τῶν θερμασμάτων μὴ λυόντων τὴν ὀδύνην , κένου τὸ πᾶν σῶμα καὶ πυρίᾳ
, κινήσεις : κάλωάς φησιν ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἡνιόχων τῶν λυόντων τοὺς ἵππους καὶ χαλώντων τὰς ἡνίας ἐν τῷ τρέχειν
3851263 Ἀμφικτυονος
γενικῇ , οἷον περικτιών περικτιόνος , ἀλεκτρυών ἀλεκτρυόνος , Ἀμφικτυών Ἀμφικτυόνος : τὸ Κνακιών ὀξύτονόν ἐστι καὶ εἰς ων καθαρὸν
. συνήγετο δὲ ἐν Θερμοπύλαις . ὠνομάσθη δὲ ἤτοι ἀπὸ Ἀμφικτυόνος τοῦ Δευκαλίωνος , ὅτι αὐτὸς συνήγαγε τὰ ἔθνη βασιλεύων
3841860 ταυτοματου
καλλίστου τινὸς καὶ θειοτάτου δημιουργοῦ γεγονέναι , ἀλλ ' ἐκ ταυτομάτου . μετὰ δὲ ταῦτα ἐκ τοῦ ἐναντίου , ὅτι
Θεμιστώ : ὃς καὶ φησὶ , τῶν καρπῶν φθειρομένων ἐκ ταυτομάτου , ἐθελούσιον δοῦναι ἑαυτὴν εἰς σφαγήν . . .
3836864 ἀνασταθεν
καὶ τὰ ἑξῆς : διπλάσιον ἄρα τὸ ἀπὸ τοῦ παραλληλογράμμου ἀνασταθὲν πρίσμα τοῦ ἀπὸ τοῦ τριγώνου , ὅπερ ἥμισύ ἐστι
, ἔστι δέ , ὡς εἴρηται , τὸ πρίσμα τὸ ἀνασταθὲν ἀπὸ τοῦ τετραγώνου τοῦ ἐγγραφέντος ἐν τῷ κύκλῳ ἥμισυ
3833879 ἀνασταθεντος
τετραγώνου : καί ἐστιν ὁ κύλινδρος ἐλάττων τοῦ πρίσματος τοῦ ἀνασταθέντος ἀπὸ τοῦ περὶ τὸν ΑΒΓΔ κύκλον περιγραφέντος τετραγώνου :
ἐπὶ τοῦ ΑΒΓΔ ἄρα τετραγώνου ἀνασταθὲν πρίσμα ἥμισύ ἐστι τοῦ ἀνασταθέντος πρίσματος ἀπὸ τοῦ περὶ τὸν ΑΒΓΔ κύκλον περιγραφέντος τετραγώνου
3824963 ἀμφοτεροιν
φιλόσοφός ἐστιν , Σωκράτης δίπηχύς ἐστιν , ἆρα ταὐτὸν ἐν ἀμφοτέροιν τοῖν λόγοιν σημαίνομεν ; ἦ πολὺς ὁ γέλως ταὐτὸν
ἄνθρωποι καὶ τἆλλα πάντα ὅσα μεταξύ τινοιν δυοῖν ἐστιν καὶ ἀμφοτέροιν τυγχάνει μετέχοντα , ὅσα μὲν ἐκ κακοῦ καὶ ἀγαθοῦ
3819439 πληττομενον
πάλιν ἡδονῆς αἴσθησις αὐτὸν κατελάμβανεν ὑπ ' ἀμφοτέρων τῶν παθῶν πληττόμενον καὶ ἡ μὲν φύσις τὴν λίθων γένεσιν ἄφθογγον παρήγαγε
' ἐλαχίϲτηϲ ὑγρότητοϲ ἀθροίζεται μεταξὺ περιτοναίου καὶ ἐντέρων , ὥϲτε πληττόμενον τὸ ἐπιγάϲτριον ἠχεῖν δίκην τυμπάνου : διὸ καὶ τυμπανίαϲ
3813940 ἱδρυσθαι
τὴν πόλιν Καμαρίναν φυλάσσουσα διὰ τὸ ἐν ταύτῃ τὸν ναὸν ἱδρύσθαι . * * Ἀθηνᾶ . κοσμεῖ διὰ τοῦ εἰς
ὄχθον τὴν Κυρήνην διὰ τὸ αὐτὴν μὲν ἐπ ' ὄχθου ἱδρύσθαι , περὶ αὐτὴν δὲ πεδιάδα εἶναι . ἀμφίπεδον δὲ
3795676 ἐμβεβλησθαι
κατόπτρῳ “ οὐ δοκεῖ [ σοι ] ἄτοπον εἶναι τὸ ἐμβεβλῆσθαι τὸ ῥῶ ; ἀλλὰ τοιαῦτα οἶμαι ποιοῦσιν οἱ τῆς
Κρεοντιάδην , λέγων αὐτοὺς εἰς τὸ πῦρ ὑπὸ τοῦ πατρὸς ἐμβεβλῆσθαι : Βάτος δὲ ἐν δευτέρῳ Ἀττικῶν ἱστοριῶν Πολύδωρον ,
3795532 κατακλυσμου
δὲ ἀνωτέρω τούτων σὺν ἀρετῇ τὸ πρᾶγμα μεταδιώξαντας ἡ τοῦ κατακλυσμοῦ σὺν τοῖς ἄλλοις ἠφάνισε λήθη : εἰ γὰρ αἰώνιος
ἐπιστάντα φάναι μηνὸς Δαισίου πέμπτῃ καὶ δεκάτῃ τοὺς ἀνθρώπους ὑπὸ κατακλυσμοῦ διαφθαρήσεσθαι . Κελεῦσαι οὖν διὰ γραμμάτων πάντων ἀρχὰς καὶ
3793970 λεχθεντος
τῶν ἑξακισχιλίων ἢ ἑπτακισχιλίων . Εἰ δὲ συμβῇ πλέον τοῦ λεχθέντος μέτρου εἶναι τὸν στρατόν , κάλλιον ἐστὶν ἔξωθεν τῶν
δὲ ἀποπλεῖ : ἀπὸ δὲ Ἁμαξιτοῦ τὸ τρίτον μόλις τοῦ λεχθέντος διαστήματός ἐστιν , ὥστε παρῆν τῷ Ὀδυσσεῖ αὐθημερὸν ἀναπλεῖν
3791872 καταγαγοντων
τῆς πόλεως ὑπεξῆλθε σὺν ταῖς θυγατράσι καὶ τοῖς ἐγγόνοις . καταγαγόντων τε αὐτοὺς τῶν προσφυγόντων στρατιωτῶν γενόμενοι πρὸς τῷ τείχει
καὶ πολλὰ χρήσιμος τῇ πόλει , καὶ τῶν ἐκ Πειραιῶς καταγαγόντων τὸν δῆμον καὶ ἄλλως δημοτικός . ἀλλ ' ὅμως
3789154 διμορφον
μακρὸν ἂν εἴη λέγειν καὶ τῆς ὑποκειμένης ἱστορίας ἀνοίκειον . δίμορφον δ ' αὐτὸν δοκεῖν ὑπάρχειν διὰ τὸ δύο Διονύσους
Πίνδαρος ἐνταυθοῖ , λέγων ἐκ τῆς τοιαύτης μίξεως στρατὸν γεγονέναι δίμορφον , ἐοικότα μὲν τοῖς κάτω μέρεσι ταῖς μητράσιν αὐτῶν
3786386 δραστηριου
Φαῦνος , Ἄρεος ὥς φασιν ἀπόγονος , ἀνὴρ μετὰ τοῦ δραστηρίου καὶ συνετὸς , καὶ αὐτὸν ὡς τῶν ἐπιχωρίων τινὰ
οἰκήσειαν : τὸ γὰρ ἄπραγμον οὐ σῴζεται μὴ μετὰ τοῦ δραστηρίου τεταγμένον , οὐδὲ ἐν ἀρχούσῃ πόλει ξυμφέρει , ἀλλ
3784391 καλουμενον
Ῥωμαίων περὶ τρισκαίδεκα μυριάδας . καὶ εἰς χωρίον τι Σιγνούριον καλούμενον Ῥωμαίων ἀπεστάλη στρατιά , διὰ φυλακῆς ἕξουσα τὸ φρούριον
τῶν εἰδῶν ὑποϲτάθμην ἅπαϲαν τροχίϲκουϲ πλάϲαντεϲ καὶ ξηράναντεϲ ἔχουϲι τὸ καλούμενον κροκόμαγμα . Εἴρηται μὲν διὰ τὸ ἐν Αἰγύπτῳ εὑρῆϲθαι
3782302 ἐπικρατουντος
οὗτοι πάντα ἐν πᾶσιν ὑπετίθεντο εἶναι καὶ ἔλεγον ἐκ τοῦ ἐπικρατοῦντος ὀνομάζεσθαι σάρκα ἢ λευκὸν ἤ τι τοιοῦτον ἄλλο .
τὴν ἑαυτοῦ δύναμιν διασῴζει , τοῦ περισσοῦ καὶ ἐν τούτοις ἐπικρατοῦντος , ἑαυτῷ τε συντιθέμενος γεννᾷ τὸν ἄρτιον : γόνιμος
3772895 καταγειου
ἐπὶ τὰ εἴδωλα καὶ τὸ φῶς , καὶ ἐκ τοῦ καταγείου καὶ αἰσθητοῦ εἰς τὸν ἥλιον ἐπάνοδος καὶ τἀγαθόν ,
πέντε πλέθρων οὐκ ἐλάττων , ἡ δὲ διάθεσις τοῦ μὲν καταγείου περιστύλῳ παραπλήσιος , τοῦ δ ' ὑπερῴου κρύπτῃ φραγμοῖς
3768418 Εὐδοξος
ἀρχῆς τοῦ Ταύρου ἀνατελλούσης φησὶν ὁ Ἄρατός τε καὶ ὁ Εὔδοξος τὸν Περσέα ὅλον φαίνεσθαι ὑπὲρ γῆν , καὶ τοῦ
, ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ ἀτοπίαν τῶν Κυπρίων . Καὶ Εὔδοξος ἀφηγεῖται ὅτι κοπροφαγοῦσιν . . . . . .
3763242 καταδεδυκοτος
Ἰχθύων διοπτευομένου τμήματα Ϙβ καὶ ηʹ , μετὰ δὲ ἡμιώριον καταδεδυκότος ἤδη τοῦ ἡλίου καὶ μεσουρανοῦντος τοῦ τετάρτου μέρους τῶν
καὶ ὑπὸ τὸν ὁρίζοντα ὄντος φαντασίαν ἡμῖν προσπεσεῖν ὡς μηδέπω καταδεδυκότος αὐτοῦ , ἢ νέφους παχυτέρου πρὸς τῇ δύσει ὄντος
3762548 φορμισκων
: ὅθεν Ζεὺς ἕρκιος , ὁ φύλαξ τῆς οἰκίας . φορμίσκων . καλαθίσκων . ἀρτιασμὸς καὶ ἀρτιάζειν . ἔστι τὸ
καταστοχάζονται . σημαίνει δὲ καὶ τὸ πληροῦν καὶ συντελεῖν . φορμίσκων . πλεκτῶν ἀγγίον ἤτοι σπυρίδων . φορμίον δὲ πλέγμα
3761111 παγεντες
δυνάμενα πρὸς αἰθέρα ἀπονεύειν . ὁπότε γὰρ οἱ ἐκ φθαρτῆς παγέντες ὕλης ὀφθαλμοὶ τοσοῦτον ἐπέβησαν , ὡς ἀπὸ τοῦ τῆς
ὅμως δὲ λογιζόμενος ὅτι καὶ ὄφεις ποτὲ ἀκινητοῦσι χειμερινῷ κρύει παγέντες , βακτηρίᾳ καθικνεῖται τοῦ σπειράματος , καὶ τότε οὕτως
3755214 ψαιστων
τοῖς Ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν . Ψάμμητα δ ' ἐστὶ ψαιστῶν τις ἰδέα . . . : Ὑσία , πόλις
τοῖς ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν : ψάμμητα δ ' ἐστὶ ψαιστῶν τις ἰδέα . Ἑκατομβαιών : ὄνομα μηνός . Ὑπερείδης
3751821 συνεργησαντων
Τυφῶνος εἰς τὸν ποταμὸν ῥιφῆναι λέγουσι διὰ τὸ μηδένα τῶν συνεργησάντων αὐτὸ λαβεῖν βουληθῆναι , ὑπὸ δὲ τῆς Ἴσιδος οὐδὲν
τὴν πόλιν . γενομένης δὲ μάχης ἰσχυρᾶς καὶ τῶν πολιτικῶν συνεργησάντων συνέβη τὴν φρουρὰν ἁλῶναι καὶ πολλοὺς μὲν πεσεῖν τῶν
3746560 Ποσειδωνος
: οὕτως Ἀπολλόδωρος . Ἴστρος δέ , ὅτι τὸν ὑπὸ Ποσειδῶνος ἐπιπεμφθέντα Ἱππολύτῳ ταῦρον ἔκτεινε : καὶ ἡ Ἀθηνᾶ δὲ
τῆς ἀποικίας Ἀχαιὸς καὶ Φθῖος καὶ Πελασγὸς οἱ Λαρίσης καὶ Ποσειδῶνος υἱοί . ἀφικόμενοι δ ' εἰς τὴν Αἱμονίαν τούς
3746409 παρηκοντος
, ὅθεν περ ἦν γένος , ἀπεχώρησεν , ὁ δὲ παρήκοντος ἤδη τοῦ πολέμου διατοξευόμενος Φιλοκτήτῃ τιτρώσκεται . Ἐν νῷ
πολὺς μέν , τῷ δὲ βίῳ τοιοῦτος . ἐκ τοῦ παρήκοντος ἕλους τὰς ῥίζας τῶν καλάμων ὀρύττει , κἄπειτα πλύνας
3744751 Νυμφων
τὸ Στυγὸς ὕδωρ . Καλλίμαχος δ ' ἐν τῷ περὶ Νυμφῶν συγγράμματι καὶ τὸ ἰδίωμα τοῦ ὕδατος ἀφηγεῖται , λέγων
Ὕλαν καὶ Ἡρακλέα : τοῦ μὲν Ὕλα τὴν ὑπὸ τῶν Νυμφῶν ἁρπαγήν , τοῦ δὲ Ἡρακλέους τὴν πλάνην καὶ τὴν
3734922 γονιμον
αἰτίαν τῷ ὄνῳ προσάπτειν πρὸς τοῖς προειρημένοις . πᾶν τὸ γόνιμον τετίμηται , ἐναντίως δὲ ἄρα πρὸς ταῦτα πέφυκε τὸ
ἀνασπᾷ ἑωυτὸ καὶ μένει αὐτοῦ . Ὁκόταν [ οὐ ] γόνιμον γένηται τὸ παιδίον , τουτέου ἡ σὰρξ ὑπερέχει τῶν
3733578 ἀνατειλαι
βρέξας ὕδατι , τὰ καταληφθέντα ὑπὸ τῆς ἐρυσίβης κατάῤῥαινε πρὶν ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον : τὸ δὲ αὐτὸ ποιεῖ καὶ σποδιὰ
ὄντος τοῦ τόπου καὶ κοίλου . πρῶτον μὲν πρὶν ἥλιον ἀνατεῖλαι διὰ τὴν ψυχρότητα τὴν ἐκ τῆς αὔρας τῶν ὑδάτων
3732910 Παριου
φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς καὶ πρῶτος ἱδρύσατο
ἐπέστησάν τ ' αὐτῷ κίονα καὶ ἐπ ' αὐτῷ λίθου Παρίου κύνα . ὕστερον δὲ καὶ οἱ πολῖται αὐτοῦ χαλκαῖς
3729613 Πιτυουσα
δὲ Κερασοῦς ἀπὸ τῶν φυτῶν τῶν κεράσων κέκληται : καὶ Πιτυοῦσα ἡ Μίλητός ποτε διὰ τὸ πολλὰς ἔχειν πίτυας ἐκλήθη
ἐπιχωρίας τινὸς κόρης . Ἔστι δὲ Φωκαέων κτίσμα , πάλαι Πιτυοῦσα λεγομένη , ὡς Δηΐοχος ὁ Κυζικηνός . . .
3726725 Πλημμυριον
τε ἄλλα καὶ ὅτι πύθοιτο κατὰ πλοῦν ἤδη ὢν τὸ Πλημμύριον ὑπὸ τῶν Συρακοσίων ἑαλωκός . ἀφικνεῖται δὲ καὶ Κόνων
Δάσκων , Σικελίας χωρίον . Φίλιστος ἕκτῃ Σικελικῶν : Τὸ Πλημμύριον καὶ τὸν Δάσκωνα . : Ἰέται , φρούριον Σικελίας
3724536 συνεχοντος
πάντα τὰ ἄλλα συμβέβηκεν εἶναι μέρη , βασιλέως ἀμοιρεῖ τοῦ συνέχοντος καὶ ἐνδίκως ἐπιτροπεύοντος . εἰ δ ' ἀόρατος ὁ
ἀσύστατον τοῦτο : τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ φεύγοντος , τοῦ συνέχοντος ἐκλείποντος : τὸ δὲ ἀπὸ τοῦ κατηγόρου , τοῦ
3724086 Λυδου
καὶ λαμβάνεται ἀντὶ τοῦ . . . . . . Λυδοῦ ] * Λυδοῦ Πέλοπος ἀποικίαν περιφραστικῶς τὴν Πελοπόννησον .
ἰδών τε ἐκεῖνα ὁ κῆρυξ καὶ εἴπας πρὸς Θρασύβουλον τοῦ Λυδοῦ τὰς ἐντολὰς ἀπῆλθε ἐς τὰς Σάρδις , ὡς ἐγὼ
3723506 κρασπεδου
ἀπὸ μικρᾶς πράξεως τὸ ἦθος : ὁμοία , Ἐκ τοῦ κρασπέδου τὸ πᾶν ὕφασμα : Ἐκ γεύματος γινώσκεις : Τὸν
τὸ αὐτὸ ἀεὶ συνέβαινε . καὶ οὕτω δὴ ἀπὸ τοῦ κρασπέδου θοἰμάτιον , εἰ δὲ βούλει , τὸν λέοντα ἀπὸ
3721611 Σεβεννυτης
Σεβέννυτος , πόλις Αἰγύπτου καὶ λίμνη καὶ ποταμός . καὶ Σεβεννύτης νομὸς καὶ πολίτης . καὶ Σεβεννυτικὸν στόμα . Σεγίδα
ὄνομα τοῦ Διὸς εἶναι τὸν Ἀμοῦν , Μανεθὼς μὲν ὁ Σεβεννύτης τὸ κεκρυμμένον οἴεται καὶ τὴν κρύψιν ὑπὸ ταύτης δηλοῦσθαι
3717352 φυλλορροειν
τῆς ἀμπέλου τοῦτον πρὸς τὴν ἀφιέρωσιν διὰ τὸ τὴν μὲν φυλλορροεῖν , τὸν δὲ πάντα τὸν χρόνον ἀειθαλῆ διαμένειν :
καὶ οἷς τὸ πήγνυσθαι τὸν ὀπόν , τούτοις καὶ τὸ φυλλορροεῖν . οὐδὲν δ ' ἄτοπον , εἰ τὸ τοιοῦτον
3712804 Γλαυκου
ἐν ταῖς ὁδοῖς τιθεμένων ἀπαρχῶν ἃς οἱ ὁδοιπόροι κατεσθίουσιν . Γλαύκου τέχνη . σημείωσαι παροιμίαν ἐπὶ τῶν μὴ ῥᾳδίως κατεργαζομένων
. Καὶ οὗτος ὁ μῦθος παγγέλοιος , ὡς δὴ τοῦ Γλαύκου ἐν πίθῳ μέλιτος ἀποθανόντος ὁ Μίνως ἐν τῷ τύμβῳ
3707532 Κορινθιου
τῆς Ἀλφειώσας Ἀρτέμιδος ἱερῷ : Κλεάνθους δ ' ἐστὶ τοῦ Κορινθίου ἐν ᾗ Ποσειδῶν πεποίηται θύννον τῷ Διὶ προσφέρων ὠδίνοντι
. Μετὰ δὲ ταῦτα ἐν ταῖς Συρακούσσαις αἱρεθέντος Ἀκεστορίδου τοῦ Κορινθίου στρατηγοῦ δόξας ἐπιθέσθαι τυραννίδι διὰ τὴν σύνεσιν ἐξέφυγε τὸν
3707060 ἀνδριαντοποιου
εἶναι δέ . . . . . . ἄλλοι δὲ ἀνδριαντοποιοῦ λέγουσιν ὄνομα , ὡς Σωκράτης καὶ Θεόπομπος ἐν εἰκοστῶι
τοῦ παλαιοῦ Αἰόλου πολυτρόπου ὄντος ὡς τὸ δαίδαλον ἀπὸ τοῦ ἀνδριαντοποιοῦ Δαιδάλου αἰόλον δὲ στόμα εἶπε διὰ τὴν ποικιλίαν καὶ
3705891 πεπληρωκος
μὲν ἀρχέτυπον , πῦρ ἐν τῷ ἑτέρῳ ἡμισφαιρίῳ τοῦ κόσμου πεπληρωκὸς τὸ ἡμισφαίριον , ἀεὶ καταντικρὺ τῇ ἀνταυγείᾳ ἑαυτοῦ τεταγμένον
οὐκ ἔστιν ὅπως ἀπολείπεται ἑαυτοῦ , ἀλλ ' ἔστι τε πεπληρωκὸς ἑαυτὸ καὶ ὂν ἴσον ἑαυτῷ : καὶ οὗ τὸ
3692679 αἰσθητου
ἀφεστηκυίας , καὶ ἐπεὶ διάφοροι πρὸς τὰ αὐτὰ σημεῖα τοῦ αἰσθητοῦ αἱ γωνίαι γίνονται , εἰκότως καὶ δύο αἱ κρίσεις
, ἀλλὰ διὰ τὸ ἐνυλότερον καὶ τοῦ αἰσθητηρίου καὶ τοῦ αἰσθητοῦ ἐν τούτοις εἴδους σφοδρότερον καὶ διὰ τοῦτο ἐναργέστερόν τε
3685657 Μυσιου
ἐν ἀριστερᾷ χωρίον Μυσία καὶ Δήμητρος Μυσίας ἱερὸν ἀπὸ ἀνδρὸς Μυσίου τὸ ὄνομα , γενομένου καὶ τούτου , καθάπερ λέγουσιν
. . : ῥέειν δέ φασι καὶ αὐτὸν ἐκ τοῦ Μυσίου Ὀλύμπου , καθὰ καὶ τὸν Σαγγάριον , ὃς δὴ
3674872 Σουσιανῃ
. Περιορίζεται δὲ ὁ πίναξ ἀπὸ μὲν ἀνατολῶν Ἀσσυρίᾳ καὶ Σουσιανῇ καὶ μέρει τοῦ Περσικοῦ κόλπου , ἀπὸ δὲ μεσημβρίας
Μακεδόσι νῦν δὲ Παρθυαίοις . Τῇ δὲ Περσίδι καὶ τῇ Σουσιανῇ συνάπτουσιν οἱ Ἀσσύριοι : καλοῦσι δ ' οὕτω τὴν
3673654 στελεχους
τὰς ῥίζας ἀπαθῆ , πολλάκις δὲ καὶ αὐτοῦ τι τοῦ στελέχους : οὐ μὴν ἀλλ ' ἐνίοτε διϊκνεῖται καὶ πρὸς
δρυῒ θελῆσαι αὐτὴν ἐκκόψαι νύκτωρ : πελειάδα δὲ ἐκ τοῦ στελέχους ἀνακύψασαν ἐπιτάξαι μὴ τοῦτο δρᾶν : τὸν δὲ δειματωθέντα
3670945 ἐκπιπτον
εἶδός ἐστιν , εἰς τὸ κοινὸν ὂν ἕκαστον ἀναφέρεται , ἐκπίπτον δ ' αὐτῆς καὶ τοῦ ὄντος ἐκπίπτει ἁπλῶς εἰς
. ὁρίζων δὲ καλείσθω τὸ διὰ τῆς ὄψεως ἡμῶν ἐπίπεδον ἐκπίπτον εἰς τὸν κόσμον καὶ ἀφορίζον τὸ ὑπὲρ γῆν ὁρώμενον
3665251 Τυφωνος
, ” εἴτε ἄνθρωπός εἰμι εἴτε καὶ ἄλλο τι θηρίον Τυφῶνος πολυπλοκώτερον . “ Δημόκριτος δὲ ὁ τῇ Διὸς φωνῇ
χωρὶς δηλονότι τοῦ Ποσειδῶν Ποσειδῶνος καὶ ταῶν ταῶνος καὶ Τυφῶν Τυφῶνος : ταῦτα γὰρ οὐ κλίνονται διὰ τοῦ ντ ,
3661978 ἀναφερομενου
κλίμα μεσουρανήματος , * * * ἄνω δὲ διὰ τοῦ ἀναφερομένου ὑπὲρ τὸν ὁρίζοντα , κάτω δὲ διὰ τοῦ δυομένου
ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ ' ἡ μὲν βαρύτης κάτωθεν ἀναφερομένου τοῦ πνεύματος , ἡ δ ' ὀξύτης ἐπιπολῆς προϊεμένου
3660776 Δηλιακων
Καταλέγει δὲ τούτους καὶ Ἀντίμαχος . Φανόδικος δὲ ἐν αʹ Δηλιακῶν ἐξ Ὑπερβορέων φησὶν αὐτοὺς ἐλθεῖν ἐπὶ τὸν πλοῦν .
αʹ . Ψαμμητίχην δὲ κεκλῆσθαί φησιν ὁ Σῆμος ἐν αʹ Δηλιακῶν διὰ τὸ τοῖς ψαμμήτοις τιμᾶσθαι τὴν θεόν : ψάμμητα
3652416 Ἀστυροις
τὸ Παγγαῖον ὄρος , ὁ δὲ Πριάμου ἐκ τῶν ἐν Ἀστύροις περὶ Ἄβυδον χρυσείων , ὁ δὲ Μίδου ἐκ τῶν
τὸ Παγγαῖον ὄρος : ὁ δὲ Πριάμου ἐκ τῶν ἐν Ἀστύροις περὶ Ἄβυδον χρυσείων , ὧν καὶ νῦν ἔτι μικρὰ
3651993 χρυσογονου
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς δὲ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγενῆσθαι : ὃ
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς γὰρ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγεννῆσθαι : ὃ
3650209 Αἰθιοπιᾳ
τὴν ἐν Ἰνδοῖς αὐτῶν εὐπείθειαν καὶ εὐμαθίαν ἢ τὴν ἐν Αἰθιοπίᾳ ἢ τὴν ἐν Λιβύῃ γράφειν , ἴσως καὶ μῦθον
, τὸ δὲ σύμπτωμα Ἀρκαδίᾳ , Σουσιανῇ , Βακτριανῇ , Αἰθιοπίᾳ ἔσεσθαι καὶ τῇ περὶ τὸν Εὐφράτην χώρᾳ , ἀπὸ
3645344 πλατανῳ
τῇ πηγῇ πλάτανος : ὑπὸ ταύτῃ τὴν ὕδραν τραφῆναι τῇ πλατάνῳ φασίν . ἐγὼ δὲ τὸ θηρίον πείθομαι τοῦτο καὶ
, πεφυκυίᾳ δὲ ἐπὶ τοῦ ὕδατος . καὶ ὑπὸ τῇ πλατάνῳ καθεύδοντι κελεύειν φασὶν αὐτῷ τὰς Νεμέσεις ἐπιφανείσας πόλιν ἐνταῦθα
3629580 ὀνομαζομενον
' ἡντινοῦν ἐπετελέσατο , τάφον δ ' αὑτῷ κατεσκεύασε τὸν ὀνομαζόμενον λαβύρινθον , οὐχ οὕτω κατὰ τὸ μέγεθος τῶν ἔργων
Κατορύσσουσι δὲ κατ ' ἐνιαυτὸν γραῦν κατάκριτον , παρὰ τὸν ὀνομαζόμενον λόφον Θηρόγονον : ἅμα γὰρ τὴν πρεσβῦτιν ἑρπετῶν πλῆθος
3628034 μιγματος
συμπλακεῖεν ἄριστα κύνες ἑτερόφυλοι : πολὺ μέντοι κρείττων τοῦ συνθέτου μίγματος μονοφυὴς κύων καὶ ἄκρατος . Ἀλλὰ κύνας μὲν τῶν
ἔχειν ὅ τι εἴπῃ πάντη ἀγομένη , καὶ ἐκ τοῦ μίγματος τούτων ἄλλα . Ἀλλ ' εἰ καὶ τὸ βέλτιστον
3620528 Ἀρκαδικου
τοὺς ἵππους . ἀληθῶς , ὥσπερ οὖν ἐστιν . ὄρος Ἀρκαδικοῦ . . Μάτρωες ἄνδρες οἱ ἀπὸ μητρὸς καταγόμενοι :
στρατεύουσιν ἐπὶ τοὺς Ἡραιᾶς , ὅτι τε οὐκ ἤθελον τοῦ Ἀρκαδικοῦ μετέχειν καὶ ὅτι συνεισεβεβλήκεσαν εἰς τὴν Ἀρκαδίαν μετὰ τῶν
3613784 αἰτιου
τε ὄντων καὶ τῶν μελλόντων , τοῦ τε ἡγεμόνος καὶ αἰτίου πατέρα κύριον ἐπομνύντας , ὅν , ἂν ὄντως φιλοσοφῶμεν
ὡς ἀποτέλεσμα καταλαμβάνωμεν . ἀλλ ' οὐδὲ τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ αἰτίου ὡς ἀποτέλεσμα αὐτοῦ καταλαβεῖν δυνάμεθα , ἐὰν μὴ καταλάβωμεν
3612477 ἐπιπολασαντων
μὲν ἄλλους διαφθαρῆναι , τῆς δὲ νήσου διὰ τὴν ἐπομβρίαν ἐπιπολασάντων τῶν ὑγρῶν λιμνάσαι τοὺς ἐπιπέδους τόπους , ὀλίγους δ
ἡμέρων ἄφοροι καθειστήκεισαν : τότε δὲ διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἐπιπολασάντων οἰκητόρων καὶ διὰ τὴν πολυχρόνιον ἐπιγεγενημένην εἰρήνην ἐξημερώθησαν ταῖς
3610732 ἀραιου
εἶναι τὸν ἡλιακὸν κύκλον . Παρμενίδης τὸ τοῦ πυκνοῦ καὶ ἀραιοῦ μῖγμα γαλακτοειδὲς ἀποτελέσαι χρῶμα . Ἀναξαγόρας τὴν σκιὰν τῆς
συνθήματος . Ἔστω δὲ ἡ τοιαύτη ὀπὴ ἐσκεπασμένη μετὰ πανίου ἀραιοῦ ἐπιλεγομένου χαρερίου : καὶ ἐπίθες ἐν ἡλίῳ αὐτὸ ,
3608899 τοξικον
χειρὸς ἀφιέμενον . τὴν ὀδύνην . τὴν ἀκίδα . τὸ τοξικὸν βέλος . τὴν τοῦ ποδὸς χηλήν . καὶ τὴν
καὶ ὄξει . [ Περὶ τοξικοῦ . ] Τὸ δὲ τοξικὸν δοκεῖ μὲν ὠνομάσθαι ἐκ τοῦ τὰ τόξα τῶν βαρβάρων
3602989 λυκοκτονον
σώματος ἐπιτήδειός ἐστιν ἡ ῥίζα τῆς πόας . Ἀκόνιτον ἢ λυκοκτόνον : ἔστι μὲν καὶ τοῦτο παραπλησίας θατέρῳ δυνάμεως ,
τέλειον δύο . ὅθεν καὶ τὸν Ἀπόλλωνα λύκειον [ καὶ λυκοκτόνον ] φασίν . τοῖσι πάπποις τοῖς ἐμοῖς : Ὅπερ
3602282 Μαρσυου
δὲ Μαρσύας διὰ τοιαύτην αἰτίαν . Νικηθέντος ὑπ ' Ἀπόλλωνος Μαρσύου καὶ ἐκδαρέντος , ἐκ τοῦ ῥεύσαντος αἵματος ἐγεννήθησαν Σάτυροί
μεγάλου βασιλέως βασίλεια ἐν Κελαιναῖς ἔρυμνα ἐπὶ ταῖς πηγαῖς τοῦ Μαρσύου ποταμοῦ ὑπὸ τῇ ἀκροπόλει . εἶτα ἡ αὐτὴ ἐπανάληψις

Back