φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς καὶ πρῶτος ἱδρύσατο
ἐπέστησάν τ ' αὐτῷ κίονα καὶ ἐπ ' αὐτῷ λίθου Παρίου κύνα . ὕστερον δὲ καὶ οἱ πολῖται αὐτοῦ χαλκαῖς
7872388 Πριαπου
Ἀπολλόδωρος δὲ Ἀδρανίτας φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς
μὴ θελόντων , καὶ λέγεται πριαπισμὸς ἡ νόσος ἀπὸ τοῦ Πριάπου , οὗτος γὰρ μέγα εἶχε τὸ αἰδοῖον . γίνεται
7425887 Ναυκρατιτης
λάροις δεῖπνόν εἰσιν . λέγει δὲ Ἀπολλώνιος ὁ Ῥόδιος ἢ Ναυκρατίτης ὅτι καὶ ἄνθρωπός ποτε οὗτος ἦν , καὶ ἐπόρθμευεν
, ἔφη , ἐγὼ ἐρῶ . Φύλαρχος ὁ Ἀθηναῖος ἢ Ναυκρατίτης ἐν οἷς ὁ λόγος ἐστὶν αὐτῷ περὶ Ζηλᾶ τοῦ
7333742 Δαμαστης
, ἀνὴρ πολυίστωρ , ἀπλάστως παρέδωκε τὴν ἱστορίαν . εἶτα Δαμάστης ὁ Σιγειεὺς τὰ πλεῖστα ἐκ τῶν Ἑκαταίου μεταγράψας Περίπλουν
. . . . , : Ἀναξιμένης μὲν οὖν καὶ Δαμάστης καὶ Πίνδαρος . . . . Χῖον αὐτὸν ἀποφαίνονται
7231300 Μελανεως
: γενέσθαι δὲ ὄνομα Οἰχαλίαν τῇ πόλει φασὶν ἀπὸ τοῦ Μελανέως τῆς γυναικός . Θεσσαλοὶ δὲ καὶ Εὐβοεῖς , ἥκει
τ ' Εἰρέτριάν τε „ . ἐκαλεῖτο δὲ Μελανηίς ἀπὸ Μελανέως τοῦ Εὐρύτου πατρός . οὕτω δ ' ἐκλήθη ἀπὸ
7195026 Ἀντιοχευς
. πολλὰ δὲ καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Μύνδιος καὶ Φοῖβος ὁ Ἀντιοχεὺς περὶ τοῦ δοκεῖν κεραυνοῦσθαι ἀπὸ πείρας τε καὶ ἰδίας
πολλοὶ καὶ δὴ καὶ Ἀρτέμων ὁ Μιλήσιος καὶ Φοῖβος ὁ Ἀντιοχεὺς διειλεγμένοι εἰσί , τῷ δὲ ὀνείρῳ ὅραμά τε καὶ
7150527 Ἀμφιλοχου
, ἕτερον εἶναι τοῦ Ἀργολικοῦ , ὠνομάσθαι δ ' ὑπὸ Ἀμφιλόχου τοῦ καὶ τὴν πόλιν Ἄργος Ἀμφιλοχικὸν καλέσαντος : τοῦτον
μή σοι ἄπιστα δόξω περὶ ἐμαυτοῦ μεγαλαυχεῖσθαι : ἃ δὲ Ἀμφιλόχου τε ἤκουσα ἐν Μαλλῷ , τοῦ ἥρωος ὕπαρ διαλεχθέντος
7133724 Πελασγου
τῶν γυναικῶν Δήμητρός ἐστιν ἱερὸν ἐπίκλησιν Πελασγίδος ἀπὸ τοῦ ἱδρυσαμένου Πελασγοῦ τοῦ Τριόπα , καὶ οὐ πόρρω τοῦ ἱεροῦ τάφος
Αἵμονος . Αἵμων δὲ υἱὸς μὲν 〚 Χλώρου τοῦ 〛 Πελασγοῦ , πατὴρ δὲ Θεσσαλοῦ , ὡς Ῥιανὸς 〚 καὶ
7111412 Κλυμενον
κατακλυσμοῦ ᾧ τρόπῳ γέγονεν , οὐ Πύρραν οὔτε Δευκαλίωνα ἢ Κλύμενον μυθεύων , οὐδὲ μὴν τὰ πεδία μόνον κατακεκλύσθαι ,
Δηϊκόωντα , Δηΐονα : Φερεκύδης δὲ ἐν δευτέρῳ Ἀντίμαχον , Κλύμενον , Γλῆνον , Θηρίμαχον , Κρεοντιάδην , λέγων αὐτοὺς
7058425 Κυζικου
γάρ ἐστιν ὁ Κυζίκου λιμήν . Αἰσήποιο : ποταμὸς πέραν Κυζίκου . Γηγενέες : τούτων καὶ Ἡρόδωρος μνημονεύει ἐν τοῖς
. διὰ δὲ τούτου οὐδὲν ἕτερον ἢ τὴν ἀπραγμοσύνην τοῦ Κυζίκου ἐμφαίνει . ἠοῖ δ ' εἰσανέβαν : ἡ εἰς
7044369 Νεων
Ἀναξίμανδρος καὶ Διονύσιος καὶ Ἑκαταῖος , οὓς καὶ Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι παρατίθεται . ἔνιοι δὲ Μουσαῖον εὑρετὴν λέγουσι τὸν
ἐν α Ἡρακλείας καὶ Ἀπολλόδωρος ὁ Ἀθηναῖος ἐν ε Περὶ Νεῶν Καταλόγου . . . , : Ἀσέληνα : ὄρη
7028556 Μαιναλος
ἐστιν ἡ Ἀργεία ἡ Σχοινέως , ἣν ἔγημεν Ἱππομέδων . Μαίναλος δὲ ὄρος Ἀρκαδίας , ἐν ὧι ἡ Ἀταλάντη διῆγεν
Ὅμηρος . καὶ Παυσανίας ηʹ ” Μαντινεὺς καὶ Τεγεάτης καὶ Μαίναλος Τεγέαν κτίζουσι καὶ Μαντίνειαν ” . Λέπιδος δ '
7020658 Λινου
Ἀχελώου , Σειρῆνες : Τερψιχόρης δὲ , ἢ Μελπομένης καὶ Λίνου τοῦ Ἀπόλλωνος , ἢ κατά τινας Λάρου , Μέλπος
Ἀπόλλωνος καὶ Ψαμάθης τῆς Κροτώπου , τὸν δὲ λέγουσιν εἶναι Λίνου τοῦ ποιήσαντος τὰ ἔπη . τὰ μὲν οὖν ἐς
7011306 Πηλεγονος
Πελαγόνας . . Ὅτι ὁ παρ ' Ὁμήρῳ Ἀστεροπαῖος υἱὸς Πηλεγόνος ἐκ Παιονίας ὢν τῆς ἐν Μακεδονίᾳ ἱστορεῖται : διὸ
στρατευσάντων ἐπ ' Ἴλιον ἡγεμόνων , οὐκ ἀπεικότως υἱὸν λέγεσθαι Πηλεγόνος , καὶ αὐτοὺς τοὺς Παίονας καλεῖσθαι Πελαγόνας . .
7000697 Ἐπιδαυριος
[ Μεσσήνιος ἀπὸ Σικελίας πάλην : ] / Ἀρίστων [ Ἐπιδαύριος πύξ : ] / Δαμάγητος [ Ῥόδιος παγκράτιον :
ἐμβεβληκότων . Ἐπὶ τέγει λήϊον : ἐπὶ τῶν ἀνωφελῶν . Ἐπιδαύριος ἵππος : καί : Ἐρετριακὸς κύων : ἐπὶ τῶν
6990983 Περγαμου
. Μεταξὺ δὲ Ἐλαίας τε καὶ Πιτάνης καὶ Ἀταρνέως καὶ Περγάμου Τευθρανία ἐστί , διέχουσα οὐδεμιᾶς αὐτῶν ὑπὲρ ἑβδομήκοντα σταδίους
τῶν λιμένων ἐπάγησαν καὶ τῆς πρὸς Ἐλαίᾳ θαλάττης ὅσον ἐκ Περγάμου κατιόντι ὁ αἰγιαλὸς ἐπέχει , τότε μοι προστάττει χιτωνίσκον
6961315 Ἀστεριων
, Μοσχίων Μοσχίωνος , Ἐνδυμίων Ἐνδυμίωνος , Ἡφαιστίων Ἡφαιστίωνος , Ἀστερίων Ἀστερίωνος . Τὸ Ὠρίων φυλάττειν τὸ ω ἀναλογώτερόν ἐστιν
αὐλοῖς . ἡνιοχοῦντες δὲ συνωρίδα Πῖσός ἐστιν ὁ Περιήρους καὶ Ἀστερίων Κομήτου , πλεῦσαι καὶ οὗτος λεγόμενος ἐπὶ τῆς Ἀργοῦς
6956697 Διου
. Οὗτος οὖν ὁ Ἡσίοδος σὺν ἀδελφῷ Πέρσῃ παῖς ἐγεγόνει Δίου καὶ Πυκιμήδης , κατῴκουν δὲ ἐν τῇ Κύμῃ .
Ἀσκληπιόν , στέρνοισιν ἐμβαλὼν φλόγα : οὗ δὴ χολωθεὶς τέκτονας Δίου πυρὸς κτείνω Κύκλωπας : καί με θητεύειν πατὴρ θνητῶι
6954763 Μεταποντινοι
. Καὶ τὸν μὲν εἰπόντα ταῦτα ἀφανισθῆναι , σφέας δὲ Μεταποντῖνοι λέγουσι ἐς Δελφοὺς πέμψαντας τὸν θεὸν ἐπειρωτᾶν ὅ τι
, Κλεόφρων , Ἀλκμαίων , Δαμοκλῆς , Μίλων , Μένων Μεταποντῖνοι Βροντῖνος , Παρμίσκος , Ὀρεστάδας , Λέων , Δαμάρμενος
6954035 Φιλαμμωνος
λύραν ἐνταῦθα ἀποβαλόντος ἐπὶ τῇ πηρώσει : παῖδα δὲ αὐτὸν Φιλάμμωνος καὶ Ἀργιόπης τῆς νύμφης εἶναι . τὴν δὲ Ἀργιόπην
, ἔτι δὲ καὶ τῶν πρὸ αὐτοῦ συγγραφέων , Λίνου Φιλάμμωνος Θαμύριδος Ἀμφίονος Ὀρφέως Μουσαίου Δημοδόκου Φημίου Σιβύλλης Ἐπιμενίδου τοῦ
6952696 Βουκολιωνα
Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον , Ἁλίφηρον Γενέτορα Βουκολίωνα Σωκλέα Φινέα , Εὐμήτην Ἁρπαλέα Πορθέα Πλάτωνα Αἵμονα ,
ἐκφυγέειν ὀλοοῖο φόνου στονόεσσαν ὁμοκλήν . Εὐρύπυλος μὲν ἔπεφνεν ἀμύμονα Βουκολίωνα Νῖσόν τε Χρομίον τε καὶ Ἄντιφον : οἳ δὲ
6952301 Μυτωνος
. Τὰ εἰς ων ὑποκοριστικὰ τὸ ω φυλάττει , Ζήνωνος Μύτωνος Λάκωνος . Τὰ εἰς ων παρὰ μέλλοντα διὰ τοῦ
βαρύνονται φυλάττουσι τὸ ω ἐν τῇ γενικῇ , οἷον Μύτων Μύτωνος , Καύκων Καύκωνος , Κ καὶ Λέλεγες καὶ Καύκωνες
6936774 Ἀλωπεκος
τούτων γενομένων τὰ λοιπὰ ἐμυθεύθη . Φασὶ περὶ τῆς Τευμησίας Ἀλώπεκος ὡς ἁρπάζουσα τοὺς Καδμείους κατήσθιεν . ἔστι δὲ εὔηθες
Ἀντιμένης , Λάκριτος , Δαμοτάγης , Πύρρων , Ῥηξίβιος , Ἀλώπεκος , Ἀστύλος , Λακύδας , Ἁνίοχος , Λακράτης ,
6923845 διφρος
ἀργυράσπιδες Μακεδόνες φʹ . ἐν μέσῃ δὲ τῇ σκηνῇ χρυσοῦς δίφρος , ἐφ ' οὗ καθήμενος Ἀλέξανδρος ἐχρημάτιζε τῶν σωματοφυλάκων
τὰς μάστιγας , † ἡ οἱονεὶ τομισάργαλος † ἐκαλεῖτο . δίφρος δὲ διωχὴς ὁ δύο φέρειν δυνάμενος . τὰς δὲ
6917440 Προσωπιτης
καὶ ὁ Ἀθριβίτης νομὸς καὶ Ἄθριβις πόλις καὶ ἔτι ὁ Προσωπίτης νομός , ἐν ᾧ Ἀφροδίτης πόλις . ὑπὲρ δὲ
, νῆσος Αἰγύπτου . λέγεται καὶ Προσωπίς . ὁ πολίτης Προσωπίτης , τὸ θηλυκὸν Προσωπῖτις . Πρόσωπον , νῆσος οὐ
6906770 Ἀλεκτορος
οὖρα , πότιζε θρίδακος σπέρματος ⋖ αʹ . Ἄλλο : Ἀλέκτορος λάρυγγα καύσας καὶ λεάνας δίδου πίνειν σὺν ὕδατος #
τοὺς λοιποὺς ἀπέτρεπε . Πολυνείκης δὲ ἀφικόμενος πρὸς Ἶφιν τὸν Ἀλέκτορος ἠξίου μαθεῖν πῶς ἂν Ἀμφιάραος ἀναγκασθείη στρατεύεσθαι : ὁ
6897194 Μαγνητος
Πιερίαν διασπασθεὶς ὑπὸ τῶν μαινάδων . Κλειὼ δὲ Πιέρου τοῦ Μάγνητος ἠράσθη κατὰ μῆνιν Ἀφροδίτης , συνελθοῦσα δὲ ἐγέννησεν ἐξ
ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής , πολλῶι πρότερος ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος . . Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος . καὶ οὗτος ἤκουσε
6893688 Τιταρησιον
καὶ φυλάττων τὸ ἐς ἀγκῶναποταμῷ γὰρ ὀρθοῦσθαι οὐ σύνηθεςἀνατίθεται τὸν Τιταρήσιον ὡς κοῦφον καὶ ποτιμώτερον καὶ ὁμολογεῖ τῷ Ποσειδῶνι ἐκρυήσεσθαι
Περραιβῶν , δεχόμενός τε τὸν Εὔρωπον ποταμόν , ὃν Ὅμηρος Τιταρήσιον ὠνόμασε , διορίζει Μακεδονίαν μὲν πρὸς βορρᾶν , Θεσσαλίαν
6892472 Μνασεας
, ἔθνος Ἰλλυρίας , οἱ αὐτοὶ τοῖς Ἐγχελέαις , ὡς Μνασέας ἐν γʹ τῶν Περιηγήσεων . : Οὐ μόνος δὲ
Διὸς ἱερόν , ἢ ὡς ἀνειμένον τῷ Ποσειδῶνι , ὡς Μνασέας φησίν . ἀποροῦσιν ἐνταῦθα πῶς δοτικὴν λέγων τὸ ἀνθρώποις
6884374 Ἐκληθη
τριῶν δικαστηρίων , οἱ δὲ χίλιοι ἀπὸ δύο δικαστηρίων . Ἐκλήθη δὲ οὕτως ἀπὸ τοῦ ἁλίζεσθαι . Θεσμός . Τὸ
. : Βραχία . Οὕτως ἡ Ἀραβικὴ θάλασσα καλεῖται . Ἐκλήθη δὲ διὰ τὸ ἐν αὐτῇ βράχη εἶναι πλεῖστα .
6879781 Ἰσμηνιου
' ἐπὶ τριήρους μήτ ' ἐπὶ κρήνης ἀκηκοέναι , καθάπερ Ἰσμηνίου . συσσίτιον δέ φησιν αὐτῷ ὁ Ἀντίγονος εἶναι παρὰ
ἐστὶν Ἀμφιτρύωνος ἀνάθημα ἐπὶ Ἡρακλεῖ δαφνηφορήσαντι . ἀνωτέρω δὲ τοῦ Ἰσμηνίου τὴν κρήνην ἴδοις ἄν , ἥντινα Ἄρεώς φασιν ἱερὰν
6874619 Δελφοισι
δέκα : οὗτος ὁ λέων , ἐπείτε κατεκαίετο ὁ ἐν Δελφοῖσι νηός , κατέπεσε ἀπὸ τῶν ἡμιπλινθίων καὶ νῦν κεῖται
τοῦ ἱροῦ , πρόμαντις δὲ ἡ χρέωσα κατά περ ἐν Δελφοῖσι , καὶ οὐδὲν ποικιλώτερον . Παραμειψάμενος δὲ ὁ Ξέρξης
6873013 Κιλικος
δεῖ ἐμβροχαῖς καὶ σπόγγοις κεχρῆσθαι ἔχοντες ἀπεζεσμένον μετ ' οἴνου Κίλικος μυρσίνην καὶ βάτον καὶ ἀψίνθιον καὶ πάντων ὁμοίως στυπτικῶν
Ὅτι Κίλικες τὸ ἔθνος , καθά φησιν Ἀρριανός , ἀπὸ Κίλικος τοῦ Ἀγήνορος , ὃς ἐκ Φοινίκης κατὰ ζήτησιν Εὐρώπης
6866358 Κορωνειας
Σειρήνων τὰ πτερὰ ποιήσασθαι στεφάνους ἀπ ' αὐτῶν λέγονται . Κορωνείας δὲ σταδίους ὡς τεσσαράκοντα ὄρος ἀπέχει τὸ Λιβήθριον ,
. . : Μετάχοιον , φρούριον Βοιωτίας μεταξὺ Ὀρχομενοῦ καὶ Κορωνείας . . . . Τὸ ἐθνικὸν , ἐκ Μεταχοίου
6854333 Ἱπποσθενης
ἐπὶ τῆς ἑβδόμης καὶ τριακοστῆς ὀλυμπιά - δος , καὶ Ἱπποσθένης Λακεδαιμόνιος πάλην , Πολυνείκης δὲ τὸν δρόμον ἐνίκησεν Ἠλεῖος
Λεόφρων , Ἀγύλος , Ὀνάτας [ . , ] , Ἱπποσθένης , Κλεόφρων , Ἀλκμαίων [ . , ] ,
6853059 Παρρασιον
ἀρχαίοις τὸ τῆς τρυφῆς καὶ τῆς πολυτελείας ἠσκεῖτο ὡς καὶ Παρράσιον τὸν ζωγράφον πορφύραν ἀμπέχεσθαι , χρυσοῦν στέφανον ἐπὶ τῆς
χρεών , Ὀρέστα , γαίας τῆσδ ' ὑπερβαλόνθ ' ὅρους Παρράσιον οἰκεῖν δάπεδον ἐνιαυτοῦ κύκλον : κεκλήσεται δὲ σῆς φυγῆς
6851723 Θεοδωρου
? [ ] . Μανθάνεις [ ] που ? παρὰ Θεοδώρου [ ] γεωμετρίας ἄττα [ ; ] Οὐκ [
ἀκηκοέναι , ἐν οἷς οὐδέποτ ' ἐγὼ περὶ σοῦ καὶ Θεοδώρου τὰ ψευδῆ δοξάσω , οὔτε γιγνώσκων οὔτε ἀγνοῶν ἄμφω
6846041 Γενεαλογιων
? ] ˈ δ ? ' ἐν ? ? ξ Γενεαλογιῶν ? [ ] ? ὑπὸ Γλαύκου ἐρίσαντα τῶι ζεύγει
Ἀκουσιλάωι . . . . Υ Ἀ . ἐν τρίτωι Γενεαλογιῶν κύριον ἤκουσε τὸ Ἐχέπωλος οὕτως : Κλεωνύμου δ '
6843232 Ἀρκαδος
ἡ ἐπίκλησις τῷ θεῷ τοῦ κλήρου τῶν παίδων ἕνεκα τῶν Ἀρκάδος . ἄγουσι δὲ ἑορτὴν αὐτόθι Τεγεᾶται κατὰ ἔτος :
Λυκάονος καὶ Ἀρκὰς ὁ ἐπώνυμος τῆς γῆς καὶ οἱ τοῦ Ἀρκάδος παῖδες Ἔλατος καὶ Ἀφείδας καὶ Ἀζάν , ἐπὶ δὲ
6841901 Ἀορνῳ
θάλατταν . ἐμύθευον δ ' οἱ πρὸ ἡμῶν ἐν τῷ Ἀόρνῳ τὰ περὶ τὴν νέκυιαν τὴν Ὁμηρικήν : καὶ δὴ
Βεσβίῳ Πυριφλεγέθοντα καὶ Ἀχερουσίαν λίμνην καὶ νεκυομαντεῖον τὸ ἐν τῷ Ἀόρνῳ καὶ Βάιον καὶ Μισηνὸν τῶν Ὀδυσσέως ἑταίρων τινάς ;
6822328 Μαιναλον
Ἀρχεβάτην Καρτέρωνα Αἰγαίωνα Πάλλαντα Εὔμονα , Κάνηθον Πρόθοον Λίνον Κορέθοντα Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον , Ἁλίφηρον Γενέτορα
τὸ φθαρῆναι αὐτὴν ἐγάμησεν ὁ Λοκρός . μίχθη Μαιναλίαισιν : Μαίναλον ὄρος Ἀρκαδίας καὶ πόλις . ἐνταῦθα μιχθεὶς αὐτῇ ὁ
6814969 Φωκου
τῶν ἐπιφανῶν ἀνδρῶν καὶ φιλίαν ἐχόντων πρὸς Νικάνορα Φωκίωνα τὸν Φώκου καὶ Κόνωνα τὸν Τιμοθέου καὶ Κλέαρχον τὸν Ναυσικλέους ἐξαπέστειλαν
χρὴ πιστεύειν τοῖς ὑπὲρ τούτων ἱστοροῦσιν . Φωκίων ὁ τοῦ Φώκου πολλάκις στρατηγήσας κατεγνώσθη θάνατον , καὶ ἦν ἐν τῷ
6813422 Κυδων
πόλις Σικελίας . τρίτη Λιβύης . ὁ πολίτης Κυδωνιάτης καὶ Κύδων καὶ Κυδώνιος καὶ Κυδωναῖος , καὶ Κυδωνία θηλυκῶς καὶ
μᾶλλον ἐδικαίου αὐτὴν τεθνάναι . Ἐπειδὴ δὲ ἐσφαγιάσθη , ὁ Κύδων τὸν ἱερέα κελεύει αὐτῆς διατεμεῖν τὸ ἐπομφάλιον , καὶ
6805813 Εὐρυτος
Ἀριστομένης , Ἀγήσαρχος , Ἀλκίας , Ξενοφάντης , Θρασέας , Εὔρυτος , Ἐπίφρων , Εἰρίσκος , Μεγιστίας , Λεωκύδης ,
Φερεκύδῃ . . . . Λ , : Κτέατος καὶ Εὔρυτος παῖδες μὲν ἦσαν Ποσειδῶνος καὶ Μολιόνης τοῦ Μόλου ,
6803586 Θαλπιος
, Ἀγαπήνωρ Ἀγκαίου , Σθένελος Καπανέως , Ἀμφίμαχος Κτεάτου , Θάλπιος Εὐρύτου , Μέγης Φυλέως , Ἀμφίλοχος Ἀμφιαράου , Μενεσθεὺς
τὴν Ἠλείων Ἀγασθένης ἔσχεν ὁ Αὐγέου καὶ Ἀμφίμαχός τε καὶ Θάλπιος : Ἄκτορος γὰρ τοῖς παισὶν ἀδελφὰς ἐσαγαγομένοις διδύμας ἐς
6797654 Λεπρεον
ἐν Ὄρνισι μέμνηται “ τί δ ' οὐ τὸν Ἠλεῖον Λέπρεον οἰκίζετε ; ” ἱμάντες δέ , λώρους λέγει ,
, ὡς τοῦ Λαύρειον Λαυρεώτης , καὶ Σερρεάτης , ὡς Λέπρεον Λεπρεάτης . καὶ Σέρρειον τεῖχος , οὗ τὸ ἐθνικὸν
6791204 Λεπρεου
τὸ ἐν Λεύκτροις . ἐφεξῆς δὲ ἀνάκειται μὲν πύκτης ἐκ Λεπρέου τοῦ Ἠλείων , Λάβαξ Εὔφρονος , ἀνάκειται δὲ καὶ
Ἀργείων ξύμμαχοι ἐγένοντο . διαφερόμενοι γὰρ ἐτύγχανον τοῖς Λακεδαιμονίοις περὶ Λεπρέου . πολέμου γὰρ γενομένου ποτὲ πρὸς Ἀρκάδων τινὰς Λεπρεάταις
6790127 Λυκιος
Ἅρπασος καὶ θυγάτηρ Ἀρτεμίχη , παῖδες ἐκ μητρὸς Ἅρπης . Λύκιος μὲν οὖν καὶ Ἅρπασος ἀκούσαντες ἐκέλευον ἱερεύειν τοὺς ὄνους
, τουτέστιν ὁ λαμπρὸς ταῖς ἀκτῖσιν . Ὠλὴν γάρ τις Λύκιος εὗρε τὸν ὕμνον τοῦτον . ἄγαλμα | Κύπριδος ἀρχαίης
6786345 Ἀβυδηνος
καθ ' ὁμοιωματικὴν σημασίαν . ὀξύνονται δὲ ταῦτα : Τυρσηνός Ἀβυδηνός . τὸ δὲ πανσέληνος σύνθετον , ὥσπερ καὶ τὸ
ἐθνικὰ διὰ τοῦ η γράφονται : Αἰδεσηνός : Σαρακηνός : Ἀβυδηνός : Δαμασκηνός : Περγαμηνός : Λαμψακηνός : οἷς ὅμοιον
6769698 Βιτων
Κάστωρ καὶ Πολυδεύκης . Ζῆθος καὶ Ἀμφίων . Κλέοβις καὶ Βίτων . Ἀντιγόνη καὶ Πολυνείκης . Τέννης καὶ Ἡμιθέα .
σαμβύκη , οὗ τό τε σχῆμα καὶ τὴν κατασκευὴν ἀποδείκνυσι Βίτων ἐν τῷ πρὸς Ἄτταλον περὶ Ὀργάνων . καὶ Ἀνδρέας
6762552 Χαλκων
εὖ ἐνερεισάμενος πέτρᾳ γόνυ τοῦτό ἐστιν , ὅτι αὐτὸς ὁ Χάλκων , οὐχὶ ὀρθοστάδην ἱστάμενος , ἀλλὰ οὕτω δεῆσαν κάμψας
κρήνην ἐποίησεν . Βούρειαν ὃς ἐκ ποδός : ὅτε ὁ Χάλκων ἐβασίλευε τῶν Κῴων , εὑρέθη ἔν τινι τόπῳ τῆς
6752360 Ταιναρου
] πέλαγος . Ἑξῆς δὲ μετὰ Μαλέαν Λακωνικὸς κόλπος ἕως Ταινάρου ἐκ δεξιῶν , ὅπερ ὁρίζει ἐξ εὐωνύμων τὸν Μεσσηνιακὸν
Ἔγημε θαυμαστὴν γυναῖχ ' ὡς σώφρονα . Πύλη τίς ἐστι Ταινάρου πρὸς ἐσχάτοις . Οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει
6751820 ἐπειργασμενος
ἐμὲ ἔτι στήλη τε ἦν ἐπὶ τοῦ χώματος καὶ Ἡρακλῆς ἐπειργασμένος : ἐλέγετο δὲ ὡς οἱ ἐπιχώριοι καὶ ἐναγίζουσι τῷ
δὲ ἀγορὰ αὐτή τέ ἐστι θέας ἀξία καὶ ὁ Ἔλατος ἐπειργασμένος στήλῃ : σαφῶς δὲ οὐκ οἶδα εἴτε τιμῶντες οἷα
6750030 Ἀβαντος
ἕκτη Εὐβοίας , Δίαντος κτίσμα , ὡς Ἔφορος τρίτῃ ” Ἄβαντος δὲ γίγνονται παῖδες Ἄλκων καὶ Δίας καὶ Ἀρέθουσα ,
σπορᾶς κτλ . . . ] Ἀπὸ τῶν ἐγγόνων τοῦ Ἄβαντος μέλλει γενήσεσθαι ὁ Ἡρακλῆς . κλεινός ] Ὁ Ἡρακλῆς
6744929 Καπυος
. Καπύα , πόλις Ἰταλίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπῃ . ἀπὸ Κάπυος τοῦ Τρωικοῦ . τὸ ἐθνικὸν Καπυανός ὡς Ἀσιανός .
ἀπόκτισιν εἶναι , Καπύας ὀνομασθείσας ἀπὸ τοῦ Τρωι - κοῦ Κάπυος . λέγεται δὲ ταῦτα ἄλλοις τε καὶ Ἀριαίθῳ τῷ
6743272 Ἰξιονος
Ἅιδου μετὰ τριῶν τετάρτος κολάζεται , Σισύφου , Τιτυοῦ , Ἰξίονος . ἢ ὅτι μετὰ τριῶν , τοῦ πεινῆν ,
. ὕστερον δὲ τροχῷ τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας τοῦ Ἰξίονος προσδεσμευθῆναι , καὶ κελεῦσαι τὸν Δία πρὸς τὴν δίνησιν
6742912 Καβα
, Ἀνάχαρσιν , Περίανδρον . ἔνιοι προστιθέασιν Ἀκουσίλαον [ ] Κάβα ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον . Ἕρμιππος δ ' ἐν τῶι
. . [ . . , ] ἔνιοι προστιθέασιν Ἀκουσίλαον Κάβα ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον . Ἕρμιππος δ ' ἐν τῶι
6742347 Μεσσηνιου
σφέας ὁδόν . Ἐνθαῦτα δὴ τοὺς Σπαρτιήτας κατὰ τὰς τοῦ Μεσσηνίου ὑποθήκας φυλάξαντας τὴν μητέρα τῶν Ἀριστοδήμου παίδων λαβεῖν κατὰ
, ἤγουν ταῖς πηγαῖς καὶ τῷ ῥεύματι , σχιζόμενος τοῦ Μεσσηνίου Εὐρώτου : οἵτινες ἀμφότεροι ποταμοὶ ἀπὸ τῆς Ἀσέας τὰ
6741009 Ἀσκαλαφος
τετύχθαι : υἱὸς γάρ οἱ ὄλωλε μάχῃ ἔνι φίλτατος ἀνδρῶν Ἀσκάλαφος , τόν φησιν ὃν ἔμμεναι ὄβριμος Ἄρης . Ὣς
εἰσιν , . , , . , . * . Ἀσκάλαφος : ὁ λίαν σκληρός : παρὰ τὸ ἀσκελὲς τῆς
6737150 Πεντελησιν
ἀγάλματα δὲ ἀντὶ τῶν ἀρχαίων Κόρην καὶ Δήμητρα λίθου τοῦ Πεντελῆσιν Ἀθηναῖος ἀνέθηκεν Ἡρώδης . ἐν τῷ γυμνασίῳ τῷ ἐν
Ἡρώδης ᾠκοδόμησε , καί οἱ τὸ πολὺ τῆς λιθοτομίας τῆς Πεντελῆσιν ἐς τὴν οἰκοδομὴν ἀνηλώθη . ἔστι δὲ ὁδὸς ἀπὸ
6733549 ἀγαυον
κατηστέρικται , Ἄρατός φησιν : αὐτοῦ κἀκεῖνος στέφανος , τὸν ἀγαυὸν ἔθηκεν σῆμ ' ἔμεναι Διόνυσος ἀποιχομένης Ἀριάδνης . ὑπελύσατ
ἔχοντες , οἵ ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη .
6732954 Βρυας
, Κλεινίας [ , ] , Ἁβροτέλης , Πεισίρροδος , Βρύας [ . . . ] , Ἕλανδρος , Ἀρχέμαχος
] , Βοῦθος , Ἔρατος , Ἰταναῖος , Ῥόδιππος , Βρύας , Ἔνανδρος [ ? ] , Μυλλίας , Ἀντιμέδων
6732709 Βιαντος
καί οἱ παῖς Ἀνδροδάμας γίνεται . Πόλυβος δὲ Ταλαῷ τῷ Βίαντος βασιλεύοντι Ἀργείων Λυσιάνασσαν τὴν θυγατέρα ἔδωκε : καὶ ὅτε
τοῖς τεθνηκόσιν κτλ . σημείωσαι τὸν περὶ τῶν ναυτικῶν τοῦ Βίαντος λόγον . ἐρυσίβην . θηρίδιόν τι ἐν τῷ σίτῳ
6730221 Περιηγησεως
ὥσπερ ἰωνιὰ ἡ τῶν ἴων , ὡς Ἑκαταῖος ἐν α Περιηγήσεως δηλοῖ . . . . Ἐλιβύργη : πόλις Ταρτησσοῦ
τοῦ Ἀβδηρίτης μέμνηται Εὔδοξος ἐν δ Περιόδων καὶ Παυσανίας ἕκτηι Περιηγήσεως καὶ Ἡρόδοτος ἑβδόμηι καὶ πολλαχοῦ , Ἑκαταῖός τε καὶ
6726293 Αἰνεας
Ἀγχίσου : παρὰ τὸν αἰνόν , τὸν δεινόν , γίνεται Αἰνέας καὶ Αἰνείας . οὕτως Μεθόδιος , . , ,
συμμαχίᾳ , εἴρηται . σχεδὸν δὲ περὶ τοῦτον τὸν χρόνον Αἰνέας Στυμφάλιος , στρατηγὸς τῶν Ἀρκάδων γεγενημένος , νομίσας οὐκ
6725953 ἐπεγεγραπτο
Δημοσθένην ἐπιδείξασθαι παρακαθήμενον ψήφισμα γεγραμμένον ἑαυτῷ , ἐφ ' ᾧ ἐπεγέγραπτο τὸ Δημοσθένους ὄνομα , καὶ ἀνακοινοῦσθαι αὐτὸν αὑτῷ ,
τεταγμένα καὶ ἵππος κατὰ μῆνα ἐς θυσίαν τῷ Κύρῳ . ἐπεγέγραπτο δὲ ὁ τάφος Περσικοῖς γράμμασι : καὶ ἐδήλου Περσιστὶ
6719422 Πριαπῳ
ἐπόης ' εὐθέως τὸν κάνθαρον . Ξέναρχος δ ' ἐν Πριάπῳ φησὶ τάδε : σὺ δὲ μηκέτ ' ἔγχει ,
παῖς ἀμβρόσιόν τι θάλος . τοιγὰρ τῷ κρίναντι τὰ καλλιστεῖα Πριάπῳ νεβρίδα καὶ χρυσέην τήνδ ' ἔθετο προχόην . Ἆγις
6710704 Γαλατικον
γένους , δῶρον σπεῖρον σκῖρον . [ εἰσὶ καὶ Σκίροι Γαλατικὸν ἔθνος . ] τὸ ἐθνικὸν Σκιριεύς καὶ Σκιρεύς .
μετονομασθεῖσα Χρυσόπολις . τὸ ἐθνικὸν Δρυαινίτης . Δρυίδαι , ἔθνος Γαλατικὸν φιλόσοφον , ὡς Λαέρτιος Διογένης ἐν φιλοσόφῳ ἱστορίᾳ .
6706342 Λιξος
δὲ Ἀνίδην ἐστιν ἄλλος ποταμὸς μέγας Λίξος καὶ πόλις Φοινίκων Λίξος , καὶ ἑτέρα πόλις Λιβύων ἐστὶ πέραν τοῦ ποταμοῦ
, οὐκ ἔχων ὅπη τράπηται ἐξ ὀφθαλμῶν τοῦ βασιλέως ὁ Λίξος , ὑποδύεται ὑπὸ τὸ ἅρμα καὶ κρύπτεται . Γύγης
6702669 Τροιζηνος
τὴν τοῦ Καλυδωνίου κάπρου θήραν , καὶ Θησέα παραγενόμενον ἐκ Τροιζῆνος εἰς Ἰσθμὸν καθᾶραι . : Οὐκ εὖ δὲ Νεοκλῆς
τὸν Ἄθων . τὸ ἐθνικὸν Σαρταῖος . Σάρων , τόπος Τροιζῆνος . Σαρώνιος οὖν καὶ Σαρωνία καὶ Σαρωνικός καὶ Σαρωνική
6701623 Ταϋγετον
κόλπῳ , ῥοώδης κρημνός . τούτων δ ' ὑπέρκειται τὸ Ταΰγετον : ἔστι δ ' ὄρος μικρὸν ὑπὲρ τῆς θαλάττης
τά τε ἐπιθαλάσσια τῆς Λακωνικῆς καὶ ὅσαι γεωργίαι περὶ τὸ Ταΰγετον ἦσαν . τετάρτῳ δὲ ἔτει μετὰ τῆς Ἀμφείας τὴν
6697483 ἐπεκληθη
Ἀττικῇ κισσηρώδης , τραχὺς καὶ λιθώδης , ὅθεν καὶ Φελλεὺς ἐπεκλήθη : Δωριεῖς γὰρ φελλεάτας καλοῦσι τοὺς τραχυτάτους τόπους .
στόματι χώνην ἀπαύστως ἔπινεν ἐπιχεομένου οἴνου , ὅθεν καὶ Χώνη ἐπεκλήθη , ὥς φησι Πολέμων . : Πολέμων δὲ ἐν
6695517 Μαιναλου
τὰ τούτου σπλάγχνα συναναμίξαντες παρέθεσαν , συμβουλεύσαντος τοῦ πρεσβυτέρου ἀδελφοῦ Μαινάλου . Ζεὺς δὲ μυσαχθεὶς τὴν μὲν τράπεζαν ἀνέτρεψεν ,
τὰ ἀνατεθέντα ἐστὶν ὑπὸ τοῦ Μαιναλίου Φόρμιδος , ὃς ἐκ Μαινάλου διαβὰς ἐς Σικελίαν παρὰ Γέλωνα τὸν Δεινομένους καὶ ἐκείνῳ
6689058 Φυλακου
τοῦ Ἕλληνος τοῦ Διός . σταθμοῖσιν ἐν Ἰφίκλοιο : Ἴφικλος Φυλάκου παῖς τοῦ Δηιονέως . μήτηρ δὲ Μελάμποδος Δωρίππη ,
συμφωνεῖ Ἀπολλωνίῳ , λέγοντι Ἀλκιμέδην μητέρα εἶναι Ἰάσονος , τὴν Φυλάκου θυγατέρα . . . . , : Ἡ ἱστορία
6688575 νηιδος
Ἠιονέως τοῦ Πρωτέως , ἢ Σαγγαρίου τοῦ ποταμοῦ , καὶ νηίδος νύμφης Εὐαγόρας . Γλαυκίππην δ ' ἔνιοι τὴν Ξάνθου
Φιλοδίκης τῆς Ἰνάχου Φοίβη καὶ Ἱλάειρα , Ἰκάρου καὶ Περιβοίας νηίδος υἱοὶ πέντε καὶ ἡ Ὀδυσσέως γυνὴ Πηνελόπη Τυνδάρεω καὶ
6685088 παραλλασσων
βάσεως , ἢ ὅλου ποδός : ἴδιος δὲ ῥυθμοποιίας ὁ παραλλάσσων ταῦτα τὰ μεγέθη εἴτ ' ἐπὶ τὸ μικρὸν εἴτ
τὸ γένος ἀπὸ Κνωσοῦ , καθέσει τῆς κόμης τὸ εἶδος παραλλάσσων . οὗτός ποτε πεμφθεὶς παρὰ τοῦ πατρὸς εἰς ἀγρὸν
6683929 Χηνεα
σοφῶν χρηματίζων Ἠτεῖος , οὗ μέμνηται Πλάτων ἐν τῷ Πρωταγόρᾳ Χηνέα τοῦτον εἰπών . Δίδυμος δὲ συμποσιακῶν δεκάτῳ Ἠτεῖον αὐτὸν
Διαδοχαῖς ἀπὸ μὲν πατρὸς Ἠτεῖον εἶναι , ἀπὸ δὲ μητρὸς Χηνέα . Εὐθύφρων δ ' ὁ Ἡρακλείδου τοῦ Ποντικοῦ Κρῆτά
6681357 Κυπαρισσος
Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον „ . τὸ ἐθνικὸν Κυπαρισσηέντιος . Κυπάρισσος , πόλις ἐν Παρνασσῷ κατὰ τοὺς Δελφούς , ἡ
οἱ τόποι γὰρ ἀπὸ τῶν ἐν αὐτοῖς ὄντων ὀνομάζονται , Κυπάρισσος Ἐλαία , καὶ τύπῳ περιεκτικῶν Σικυών Μαραθών , καὶ
6678223 Τεγεας
ἀποκτείνας τοὶς τῆς μητρὸς ἀδελφοὺς νέος ὢν , ἔφυγεν ἐκ Τεγέας , χρόνῳ δὲ ὕστερον μὴ γνωρίζων ὧν ἐστιν ἦλθεν
Δάρδανος Δαναός . ἔστι καὶ ἄλλο ἐθνικὸν Ἀλεάτης ὡς τῆς Τεγέας Τεγεάτης . Ἡρωδιανὸς δέ φησιν ” ἀλέα ἐπὶ τῆς
6674271 Λαρισης
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
ἄλλους τῶν πολιτῶν ὀκτὼ τοὺς κρατίστους ἀπέκτεινεν , ἔκ τε Λαρίσης πολλοὺς φυγάδας ἐποίησε . ταῦτα δὲ ποιῶν καὶ οὗτος
6670761 Εὐρωπηι
Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Ἴσηπος : ἔθνος Σκυθικόν . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Καρδησσός : πόλις Σκυθίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι
. . . . Ἐλίσυκοι : ἔθνος Λιγύων . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . Νάρβων : ἐμπόριον καὶ πόλις Κελτική :
6667972 Μεγαπενθης
οὐκ οἶος , ἅμα τῷ γ ' Ἑλένη κίε καὶ Μεγαπένθης . ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἵκαν '
πόλει ἐν τῇ γεννήσει αὐτοῦ , ἐπέθηκε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Μεγαπένθης . Ἐνοσίχθων : ὁ σείων τὴν γῆν . αὐτὸν
6667686 Σικυωνιου
, ἡ δὲ εἰκών ἐστι τοῦ Ἀριστοδήμου τέχνη Δαιδάλου τοῦ Σικυωνίου , μαθητοῦ καὶ πατρὸς Πατροκλέους . Ἵππον δὲ Ἠλεῖον
θεοῦ χαρίσασθαι τοῦτον εἰς Δελφοὺς παραγενομένωι * τῶι Πυδοδώρου τοῦ Σικυωνίου υἱῶι ἀποκειρομένωι τὴν κόμην , ὄντι καλῶι συγγενόμενον τὰ
6664982 Βωρου
καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος : Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος : Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης Πένθιλος : Πενθίλου δὲ καὶ Ἀγχιρρόης
καὶ Χλωρίδος Περικλύμενος , Περικλυμένου δὲ καὶ Πεισιδίκης Βῶρος , Βώρου δὲ καὶ Λυσιδίκης Πένθιλος , Πενθίλου δὲ καὶ Ἀγχιρόης
6658533 Ἁρπη
δοκεῖ τὴν λέξιν παρειληφέναι , . , . * ? Ἅρπη : εἶδος ὀρνέου ὅμοιον ἀετῷ καὶ ἀπὸ τῆς ἰδέας
τῶν ἀετῶν διάφορα νομίζειν χρὴ καὶ τὰ ἀποτελέσματα γίνεσθαι . Ἅρπη γυναῖκα σημαίνει βασιλικὴν καὶ πλουσίαν , μέγα δὲ ἐπὶ
6657985 Κυμαιον
οὐκ εἴα δήπουθεν ἐκ τοῦ περιβόλου τοὺς νεοττοὺς ἀναιρεῖσθαι τὸν Κυμαῖον , ἱκέτας ἑαυτοῦ λέγων . ] δι ' ὧν
τὴν παράλιον τῆς νῦν Ἰταλίας ὀνομαζομένης , κατήντησεν εἰς τὸ Κυμαῖον πεδίον , ἐν ᾧ μυθολογοῦσιν ἄνδρας γενέσθαι ταῖς τε
6654465 Δαμαγητος
εἰς ἑαυτὸν ἐπικλίνων . μετὰ δὲ τοῦτον ἵσταται καὶ ὁ Δαμάγητος ὁ πρεσβύτερος τῶν παίδων αὐτοῦ , ὃς ἦν καὶ
Λακεδαιμονίων μὲν οἵδε , Πλειστοάναξ , Ἆγις , Πλειστόλας , Δαμάγητος , Χίονις , Μεταγένης , Ἄκανθος , Δάιθος ,
6648965 Ῥοδιακος
τοῦ Αἰγινήτου φόρτος ἢ δοῦλος Αἰγινητικός , ὡς τοῦ Ῥόδιος Ῥοδιακός . Αἰγιναῖος δὲ ὁ ἔποικος ἢ κέραμος ἢ ὀβολὸς
καὶ τὸ οὐδέτερον Τύριον . καὶ τὸ κτητικὸν Τυριακός ὡς Ῥοδιακός . ἐκλήθη δὲ καὶ Παλαίτυρος καὶ τὸ ἐθνικὸν Παλαιτύριος
6648201 Πολυϊστωρ
Σύρια Κάστωρ καὶ Θάλλος καὶ Διόδωρος , Ἀλέξανδρός τε ὁ Πολυΐστωρ , καί τινες τῶν καθ ' ἡμᾶς ἀκριβέστερον ἐμνήσθησαν
Πολυΐστωρ φησίν . Θύνη , πόλις Λιβύης , ὡς ὁ Πολυΐστωρ Ἀλέξανδρος . . . . , : Ἄλλοι δέ
6647020 Ἀγησιδαμος
αὐτὸν μόνον γενόμενον ἐνίκησεν ὁ Ἡρακλῆς . ἔοικε δὲ ὁ Ἀγησίδαμος ἡττῆσθαι πρῶτον , εἶτα ὕστερον ὑπὸ Ἰολάου παροξυνθεὶς νενικηκέναι
. τῷ Ἰολάῳ , φησὶν οὖν , χάριν ἐχέτω ὁ Ἀγησίδαμος ὥσπερ Ἀχιλλεῖ Πάτροκλος . Ἰόλᾳ φερέτω χάριν : οὕτω
6646957 Μειλιχιου
τε ἐπηγάγοντο καθάρσια ὡς ἐπὶ αἵματι ἐμφυλίῳ καὶ ἄγαλμα ἀνέθηκαν Μειλιχίου Διός . πλησίον δέ εἰσιν ἐπειργασμένοι λίθῳ Κλέοβις καὶ
τοῦ Βακχέως Διονύσου καλουμένου εἶναι ἀμπέλινον , τὸ δὲ τοῦ Μειλιχίου σύκινον . τὰ γὰρ σῦκα μείλιχα καλεῖσθαι . ὅτι
6646709 Δημητρας
καὶ Ἰφιγενείαι καὶ Οἰδίποδι : ἐν γὰρ τούτοις πᾶσι περὶ Δημήτρας λέγων τῶν μυστικωτέρων περιεργότερον ἅπτεσθαι . λέγει δὲ περὶ
Δώτιον , ἔνθα ᾤκει ὁ Ἐρυσίχθων Κυρίτα δὲ ἐπώνυμον τῆς Δημήτρας . * τῆς παντομόρφου τῆς εἰς πᾶν εἶδος μεταβαλλομένης
6645268 ὠνομασμενου
καὶ ἐπὶ τὸ μέρος τοῦ ναοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος τοῦ Ζωστηρίου ὠνομασμένου ἢ τὴν ἐξοχήν . ταλαίνῃ μητρὶ τῇ Ἀσίᾳ .
Θεσπρωτοῦ Διός . . Θεσπρωτοῦ Διὸς ] ἀπὸ Θεσπρωτίδος γῆς ὠνομασμένου . . προσήγοροι ] αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες
6643085 Μυρωνος
οἱ πρόγονοι ἡμῶν . . Ἀθπ . : * * Μύρωνος , καθ ' ἱερῶν ὀμόσαντες ἀριστίνδην . καταγνωσθέντος δὲ
. Βουκόλε , τὰν ἀγέλαν πόρρω νέμε , μὴ τὸ Μύρωνος βοίδιον ὡς ἔμπνουν βουσὶ συνεξελάσῃς . Βοίδιον οὐ χοάνοις
6643000 Ἀσκληπιου
χρόνον , εἶτα ἀπελθὼν ἐν Περγάμῳ , ὡς δὴ τοῦ Ἀσκληπιοῦ πολὺ ἐκεῖσε φοιτῶντος , καὶ παραμείνας χρόνον ἔτυχεν ἰάσεως
Μίδου πλουσιώτεροι εἶεν . Πάνυ κομψούς , ἔφη , λέγεις Ἀσκληπιοῦ παῖδας . Πρέπει , ἦν δ ' ἐγώ ,
6641321 Ἀραδιος
. ἐκαλεῖτο δὲ Λεύκοφρυς . ὁ πολίτης Τενέδιος , ὡς Ἀράδιος Ῥόδιος . ἔστι καὶ πόλις Τένεδος πρὸς τῇ Λυκίᾳ
ἐπὶ τῶν ἀηδῶν . σημειωτέον δὲ ὅτι τοῦ μὲν Ἄραδος Ἀράδιος καὶ Τένεδος Τενέδιος καὶ Τενεδεύς καὶ Λέβεδος Λεβέδιος ,
6636616 Μεγιστιας
ἔφη ” ἐπειδὰν αὐτοὶ γενώμεθα „ . διακωδωνίσας οὖν ὁ Μεγιστίας τὰ μειράκια „ λέγε ” , ἔφη ” ὅ
σοι νοῦν ἔχει τοῦτο „ ; ἦ δ ' ὁ Μεγιστίας . „ ἐπίδειξιν ” ἔφη ” σοι μελέτης ποιήσασθαι
6636577 Μεγαρεως
τῆς Σκύλλης ἥτις κατ ' ἐμὲ θυγάτηρ ἦν Νίσου τοῦ Μεγαρέως . τεμοῦσα δὲ τὴν χρυσῆν αὐτοῦ τρίχα καὶ ἄνανδρον
ξίφει λύει κελαινὰ βλέφαρα , κωκύσασα μὲν τοῦ πρὶν θανόντος Μεγαρέως κλεινὸν λάχος , αὖθις δὲ τοῦδε , λοίσθιον δὲ
6636503 κολοσσος
οὗτοι δὲ εἰσὶν Ἠλείων . Ἔνεστιν δὲ ἐν αὐτῷ χρυσοῦς κολοσσὸς , ἀνάθημα Κυψέλου τοῦ Κορινθίου : φασὶ γὰρ τὸν
μόλις . ἀνεστηκέναι γὰρ εἰς ἔνατον πόδα κατεφαίνετο , ὥστε κολοσσὸς ἐδόκει , παρὰ τοὺς μεγίστους ὁρώμενος τῶν καθ '
6634946 Ἀσωπιδος
μὲν Οἰνώνη προσηγορεύετο , ὕστερον ἀπ ' Αἰγίνης δὲ τῆς Ἀσωπίδος Αἴγιναν ἐκάλεσεν κατασχὼν Αἰακός : καὶ πλησίον ταύτῃ Σαλαμὶς
μαλεροῖο πυρὸς ζείουσαν ἀυτμήν . Ἐν δ ' ἔσαν Ἀντιόπης Ἀσωπίδος υἱέε δοιώ , Ἀμφίων καὶ Ζῆθος , ἀπύργωτος δ
6632352 Ἰαλμενος
Ἱππάλμου , Λήιτος Ἀλέκτορος , Ἴφιτος Ναυβόλου , Ἀσκάλαφος καὶ Ἰάλμενος Ἄρεος , Ἀστέριος Κομήτου , Πολύφημος Ἐλάτου . οὗτοι
ξ : Διομήδης ἐξ Ἄργους νηυσὶν π : Ἀσκάλαφος καὶ Ἰάλμενος σὺν νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν

Back