λέγεσθαι : τοῦ δ ' Ἐμπεδοκλέους εἰρηκότος οὕνεκεν ὀψίγονοί τε σίδαι καὶ ὑπέρφλοια μῆλα τὸ μὲν τῶν σιδῶν ἐπίθετον νοεῖν | ||
, ἵνα σημαίνῃ ἄδηρον ἄβδηρον , δύω βδύω , καὶ σίδαι σίβδαι . ἢ παρὰ τὸ ἀμφίς ἐπίρρημα , τὸ |
, τοῦ υ ψιλοῦ ἐπιφερομένου ἢ τοῦ α , οἷον βρύτηρ λέγοντες ἀντὶ τοῦ ῥυτήρ , καὶ βράκος ἀντὶ τοῦ | ||
, τοῦ υ ψιλοῦ ἐπιφερομένου ἢ τοῦ α , οἷον βρύτηρ λέγοντες ἀντὶ τοῦ ῥυτήρ , καὶ βράκος ἀντὶ τοῦ |
κλίνεται ἀπτῆνος : ἡ μηδέποτε πτᾶσα : παρὰ τὸ πέτω πέτην , συγκοπῇ πτήν καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀπτήν | ||
? Ἀπτήν : τὴν μηδέπω πτᾶσαν : παρὰ τὸ πέτω πέτην , καὶ πτήν , καὶ ἀπτήν * * * |
Προτακτικὰ φωνήεντα πέντε : α ε η ο ω . προτακτικὰ δὲ λέγεται , ὅτι προταϲϲόμενα τοῦ ι καὶ υ | ||
τὸ ἐπιμελεῖται . αὐτάρ : δέ . ὁ : τὰ προτακτικὰ ἄρθρα στερηθέντα τῶν ὑποκειμένων ὀνομάτων ταχύτερον ἐκφωνοῦνται καὶ ἀντὶ |
τῇ αι διφθόγγῳ παραλήγονται οἷον τὸ γέλαιμι καὶ τὰ λοιπὰ Αἰολικὰ ὄντα τῆς Λεσβίων ἔχονται διαλέκτου . εἶτα εἰπὼν ἡμαρτῆσθαι | ||
δέγμενος : εἰ μὴ ἀνάπαλιν τὸ βλήμενος καὶ δέγμενός εἰσιν Αἰολικὰ συγκοπέντα κατὰ τὸ μέσον . Συστολὴ δέ ἐστιν ὅταν |
κοροπλάθοι , κάναβος καλεῖται : ὅθεν καὶ Στράττις ἐν τῷ Κινησίᾳ τὸν Σαννυρίωνα διὰ τὴν ἰσχνότητα κάναβον καλεῖ : αὐτὸ | ||
Ἡρακλεῖ γαμοῦντί φησιν ἁλία πυξίνη , Στράττις δ ' ἐν Κινησίᾳ ἁλμυρόν θ ' ὕδωρ , ἕτερον τε λεπτὸν ἐν |
. καὶ τὸ πέλαγος οὕτως Αἰγαῖον πέλαγος λέγεται , καὶ ἀρσενικῶς Αἰγαῖος πόντος . ἔστι καὶ Αἰγαῖον πεδίον συνάπτον τῇ | ||
Τάρας , πόλις Ἰταλίας καὶ ποταμὸς ὁμώνυμος παρὰ θάλασσαν . ἀρσενικῶς δὲ κατ ' ἀναλογίαν : οὐδὲν γὰρ εἰς ρας |
κατ ' ἐπέκτασιν αἰολικήν . ἀντιόωντα : τὸν χοῖρον : ἐπένθεσις τοῦ ο καὶ τοῦ τόνου ἀναβιβασμός : ἀντιῶντα γάρ | ||
τοῦ β , οἷον ἀμελῶς , ὑπέρθεσις ἀλεμέως , καὶ ἐπένθεσις τοῦ β , ἀβλεμέως . Ἀκμή , παρὰ τὸ |
τέλους : οἷον , Ἥβη : Θήβη : σεσημείωται τὸ στίβη διὰ μακροῦ τοῦ ι , καὶ τὸ λώβη διὰ | ||
καὶ στέγην οἴκει . ] τί σε δροσίζει νῶτον ἔννυχος στίβη , καὶ καῦμα θάλπει , πάντα καὶ κατακναίει ; |
φ : τοῦτο δ ' οὐκ ἂν ἐγένετό ποτε μὴ δασυνομένου τοῦ οἶμος λευρὸν ] τὸν πλατύν ψαίρει ] † | ||
ἄλγει τὸ ἄλγος ὦ ἄλγος , καὶ πάλιν τοῦ ἁγνός δασυνομένου καὶ αἱ λοιπαὶ πτώσεις δασύνονται , οἷον τοῦ ἁγνοῦ |
. . . . ἀμύμων : ἄψογος : παρὰ τὸ μύω , τὸ καμμύω , ὁ μέλλων χελύνη . ἢ | ||
βαρύνονται δίχα ὡς εἴρηται τῶν παραληγομένων τῷ ο , οἷον μύω , κλύω , πλέω , νάω , τίω ” |
, ἀλλὰ μᾶλλον τῇ ὅλῃ κράσει . τὴν ἐξ ἀρχῆς πυρώδη δυσκρασίαν ἦν ἐσχηκὼς , ἣν ἄλλοι ὀλίγου δεῖν ἅπαντες | ||
, ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ . Σκίλλα δύναμιν ἔχει δριμεῖαν , πυρώδη : πολύχρηστος δὲ γίνεται ὀπτηθεῖσα , στέατι δ ' |
ὁ μέλλων ἀποβάλλων τὸ ω ἀποτελεῖ ὄνομα : ἀΐσσω ἀΐξω ἄϊξ . ἄλλως τε τὰ εἰς ξ λήγοντα ὀνόματα ἀποστρέφονται | ||
ἀποστρέφονται γὴν ει δίφθογγον : τέττιξ πέρδιξ , οὕτως καὶ ἄϊξ . πρόσκειται τὴν ει δίφθογγον διὰ τὸ γλαῦξ καὶ |
: ἢ παρὰ τὸ μῶ , τὸ ζηθῶ . παράγωγον μαζῶ , καὶ μαστὸς , ὃν ἐπιζητοῦσιν οἱ παῖδες . | ||
, ὃν ἐπιζητοῦσιν οἱ παῖδες . δύναται καὶ παρὰ τὸ μαζῶ μάζα , ἡ ζητουμένη τροφή . Μήτηρ ἡ μαστεύουσα |
: ἔστι διαλέκτου : παρὰ τὸ ῥόδον πλεονασμῷ τοῦ β βρόδον , ὥσπερ ῥυτῆρες βρυτῆρες καὶ ῥίζα βρίσδα κατὰ διάλυσιν | ||
. πεφύκασι γὰρ πλεονάζειν τὸ β . Σαπφώ , ῥόδον βρόδον . Ῥύμη ῥέω ἔστι ῥῆμα , καὶ τροπῇ τοῦ |
ἀντὶ τοῦ φροντίζων Ξενοφῶν . νεώς τὴν εὐθεῖαν ἑνικῶς καὶ ὀξυτόνως Ἀττικοί , ναός Ἕλληνες . νώ δυϊκῶς Ἀττικοί , | ||
ἀπέχει σταδίων ὀκτώ , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . τινὲς ἐλαιὸν ὀξυτόνως ἐκδεχόμενοι τὸν ἐξ ἀγριελαίας στέφανον οὕτως καλοῦσι . ἔλαιον |
δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῇ λε συλλαβῇ ὀξύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Χαλεὸν ἡ πόλις : στελεὸν | ||
εἰς υ λήγοντα μονογενῆ ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται , διὰ τὸ μηδέποτε εὐθείαν ἑνικὴν εἰς οι |
/ φόρος , οὕτω καὶ τρέχω / τρόχος . τρίετες βαρυτόνως καὶ τριετὲς ὀξυτόνως διαφέρει Πτολεμαῖος ὁ Ἀσκαλωνίτης . βαρυτονούμενον | ||
καὶ μετὰ [ βίας ] ἀφαίρεσιν δηλώσει : ἐὰν δὲ βαρυτόνως ἁρπάγην ὡς ἀνάγκην , ἐν ᾗ ἐκ τῶν φρεάτων |
ἵνα τὸ μὲν ὀνοματικὸν προσηγορικὸν γένηται , τὸ δὲ προσηγορικὸν ὀνοματικῶς λέγηται : καὶ τὰ μὲν παθητικὰ ῥήματα δραστήρια , | ||
συνεχέστερον , πρὸ τῶν ῥημάτων τιθεμένη , ἐπιρρηματικῶς ἀκούεται ἤπερ ὀνοματικῶς , εἰ οὕτως ἀποφαινοίμεθα , ταχὺ παρεγένου , ὅς |
. τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ προκείμενον . Ἐκφεύγοντάς φασι τὸ Αἰολικὸν τοὺς περὶ Κομανὸν ἀντωνομασίας καλεῖν , εἴγε τὸ μὲν | ||
τοῦ ι γράφεται : οἷον , ἄλλυδις : ἄμυδις , Αἰολικὸν ἔχον τὸ πνεῦμα . Τὰ εἰς δις ἐπιῤῥήματα ἔχοντα |
ἄναχος καὶ ἄνακτος : καὶ ἐπεὶ ψιλὸν ψιλοῦ καὶ δασὺ δασέος προηγεῖται , ἐτράπη τὸ χ εἰς κ , καὶ | ||
ψιλὰ , δασέα , μέσα προηγοῦνται τῶν τῆς τρίτης συζυγίας δασέος , ψιλοῦ , μέσου , οἷον τὸ π τὸ |
, . * , + Αἰών : ἡ ζωή , θηλυκῶς : Ὅμηρος : αὐτὸς δὲ φίλης αἰῶνος ἀμερθῇς . | ||
Ναρύκιον δὲ οὐδετέρως . λέγεται καὶ Ναρύκη , καὶ Ναρυκαῖος θηλυκῶς καὶ οὐδετέρως . Νασαμῶνες , ἔθνος ἐν Λιβύῃ , |
τὸ νείφο κατὰ τροπὴν ἔλεγε γεγενεῖσθαι : κυρίως γάρ φησιν νείφειν εἴρηται ἀπὸ τῆς τοῦ ὕδατος προφορᾶς : καὶ νηφάλι | ||
κατὰ τροπὴν ἔλεγε γεγενῆσθαι : κυρίως γάρ , φησι , νείφειν εἴρηται κατὰ τοῦ ὕδατος προφοράν : καὶ νιφάλιαθεῖν εἴρηται |
Ξενοφῶν δ ' ἐν Κυνηγετικῷ χωρὶς τοῦ ν λαγῶ καὶ περισπωμένως , ἐπεὶ τὸ καθ ' ἡμᾶς ἐστι λαγός . | ||
φαμὲν , οἳ τοὺς νόμους ἐπὶ μισθῷ πωλοῦσιν . . περισπωμένως ὡς Μηλιᾶς . λέγει γὰρ τοὺς πολίτας . τὸ |
ἄλιπτα : παρὰ τὸ ἀλείφω ἄλιμμα , καὶ † ἄλιπτα Αἰολικῶς . . . . ἁλιεύς : παρὰ τὸ ἁλός | ||
ταράττεσθαι : παρὰ τὸ ἐν ἄτῃ ταράττεσθαι . Ἄμυδις , Αἰολικῶς : παρὰ γὰρ τὸ ἅμαδις καὶ ἄμυδις , τροπῇ |
ὥσπερ οἱ βροντῶν ἤχῳ παταχθέντες . . ἄχρηστον ] ἀρτίως ἔκλυτον . . παρήορον ] γρ . παράωρον , ἤγουν | ||
ἀπαρτίζεται : τὸ γὰρ ὑπερβαῖνον τὰς ὀκτωκαίδεκα σχοινοτενὲς καλεῖται καὶ ἔκλυτον , ὅπερ προοιμίοις ἁρμόζει μόνοις , καὶ τούτοις σπανίως |
Αἴπυτον ἐξελθόντα ἐς ἄγραν θηρίων μὲν τῶν ἀλκιμωτέρων οὐδέν , σὴψ δὲ οὐ προϊδόμενον ἀποκτίννυσι . τὸν δὲ ὄφιν τοῦτον | ||
διὰ τοῦ η γραφόμενα δύο μόνα ἐστίν : θὴψ καὶ σὴψ , εἶδος ὄφεως σῆψιν ἐμποιοῦν : τὰ δὲ λοιπὰ |
τὰ ἄχυρα λικμώμενα ἐπιφέρονται , οἱονεὶ ἀχυριαί τινες οὖσαι , πλεονασμῷ τοῦ μ ἀχυρμιαί , . , . . , | ||
. : δάπτομαι : Καὶ κατὰ ἀναδιπλασμὸν δαδάπτομαι , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ δαρδάπτομαι . : Κέαρ παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι |
ἐν Πύλῳ ἀποδυρόμενος πρὸς τὸν ἕτερον . Ἰατταταιάξ ] ἐπίρρημα σχετλιαστικόν . τῶν κακῶν ] ἕνεκα . Παφλαγόνα : τὸν | ||
, ἀντὶ τοῦ ἐλθέ , καὶ ἐντεῦθεν τὸ ἰού τὸ σχετλιαστικόν . ὀξύνονται δὲ κατὰ τὸν κανόνα : πᾶσα δίφθογγος |
Αἱ ἐλπίδες ὥσπερ αἱ ὀπῶραι , οὐκ ἀεὶ τὸν καρπὸν ἐκφέρουσιν . Ὥσπερ οἱ κόρακες παρεδρεύοντες ἐξορύσσουσι τοὺς τῶν νεκρῶν | ||
. οὐδέποτε οἱ Ἀττικοὶ τὸ πλεῖν ἀντὶ τοῦ πλέον μόνον ἐκφέρουσιν , εἰ μὴ παραθήσουσι καὶ τὸ ἤ ἀντὶ τοῦ |
οἱ ἄγχι ἠΰτ ' ἐπεγγελόωσα παρίσταται : ὧδέ κε φαίης μυθεῖσθαι μύραιναν ἀπηνέα κερτομέουσαν : τί πτώσσεις δολομῆτα ; τίν | ||
δὲ δημότας ἄνδρας / εὐθείην ῥήτραις ἀνταπαμειβομένους ] : / μυθεῖσθαι δὲ τὰ καλὰ καὶ ἔρδειν πάντα δίκαια / μήδε |
. τοῦ μὲν γὰρ προτέρου ὕπαρξιν διασαφεῖ , τοῦ δὲ ἐπιφερομένου ἀναίρεσιν , βούλομαι πλουτεῖν ἢ πένεσθαι , βούλομαι φιλολογεῖν | ||
ψιλὸν λήγουσι καὶ ἐν ταῖς δοτικαῖς τῶν πληθυντικῶν καὶ συμφώνου ἐπιφερομένου ἐνίοτε προστιθέασι τὸ ν διὰ τὴν τοῦ μέτρου ἀνάγκην |
οὕτω δέ , φασί , καὶ ἄχω ἀχύω καὶ Δωρικῶς ἀχύνω καὶ μεταθέσει ἀχνύω , ἐξ οὗ τὸ ἄχνυμι . | ||
ἄχω ἄχομαι παράγωγον ἀχύω ὡς ἄνω ἀνύω , Δωριεῖς δὲ ἀχύνω φασί : μεταθέσει δὲ ὁμοίᾳ γίνεται ἄχνυμαι , ὡς |
καὶ Αἰολεῖς , ἄν τε ἓν ᾖ , οἷον λαιψηρός αἰψηρός , ἄν τε δύο , οἷον τὸ παρὰ πλευρὰν | ||
καὶ δύο τύχῃ , ἓν μὲν ὡς ἐπὶ τοῦ λαιψηρός αἰψηρός , πήγανον ἤγανον , δεινόν αἰνόν , δύο δὲ |
φέρεσθαι καλῶς : διὰ γὰρ πυρός : ὅ ἐστι : πεπύρωται ὡς πῦρ , θερμῶς . εἶπε γὰρ αὐτῇ [ | ||
ἐάν τις αὐτὰ καλῶς ὀπτήσῃ , ἀλυποτάτην ἔχει διάθεσιν : πεπύρωται γάρ . διὸ οὐχ ὁμοίως τοῖς ὠμοῖς ἐστι δύσπεπτα |
ἀόριστον πρῶτον τὸ ἥλατο , ὅπερ συγκοπτόμενον εἰς τὸ ἆλτο ψιλοῦται . τὸ γὰρ α λῆγον εἰς λ , ἐπιφερομένου | ||
ἄττα : σημαίνει μὲν ἡ φωνὴ τὸ τινά , ὁπότε ψιλοῦται . ἢ καὶ τὸ ὀλίγα ἢ παραπλήσιον . ὁπότε |
εἰς ἥρων τι παρήμαρτον . διὰ τῆς τρήμης παρακύπτων οὐκ ἔσθω κενέβρειον : ὅταν θύῃς τι , καλεῖν με . | ||
ἐκ τοῦ σ καὶ δ σύγκειται . ταύτῃ τοι τὸ ἔσθω γραφόμενον , φησί , διὰ τοῦ ε ἁμαρτάνεται , |
, τὸ δέ γ ' ἅω αὕω αὑαίνω τὸ ξηραίνω δασύνεται παρὰ πᾶσιν , ὅθεν καὶ παρὰ τῷ κωμικῷ ἀφαυαίνειν | ||
, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ τούτοις ἀλλοχροοῦσι , καὶ ἡ φωνὴ δασύνεται , αἵθ ' ὑπὸ τὴν γλῶτταν φλέβες πλήρεις τε |
ἱμάτιον , ἀμφιέσματα : Λυσίας δὲ καὶ ἱματίδια ἔφη . λώπη γὰρ καὶ λόκκη καὶ φάρος καὶ εἷμα καὶ σπεῖρα | ||
τὸ σήπη διὰ τοῦ η : καὶ τὸ κώπη : λώπη : διὰ τοῦ ω : ἔστιν δὲ καὶ τὸ |
, ἐν ᾗ προσάγειν ἄρτους ἔθος , οἳ καλοῦνται πρωτογεννημάτων ἐτύμως , ἐπειδήπερ εἰσὶν ἀπαρχὴ γεννημάτων καὶ καρπῶν ἡμέρου τροφῆς | ||
ὡς εἶπε Πλάτων , ἀλλὰ γυνὴ γῆν μεμίμηται , ἣν ἐτύμως τὸ ποιητικὸν γένος παμμήτορα καὶ καρποφόρον καὶ πανδώραν εἴωθεν |
τάξιν ἐπέχων . ἡ δὲ λευκὴ σὰρξ ἡ ἐν τῶι ὠιῶι ἐὰν τὴν τοῦ ἀέρος τάξιν ἐπέχηι , ἔσται ἡ | ||
ὠιοῖς : ὃν γὰρ ἔχει λόγον τὸ λέπυρον ἐν τῶι ὠιῶι , τοῦτον ἐν τῶι παντὶ ὁ οὐρανός , καὶ |
μετ ' αὐλῶν καὶ συρίγγων φωνεῖν : τὸ χ ὅτι συνθέτως ἀναγινώσκεται καὶ ὅτι οὐκ ἔστιν Εὐριπίδειος ὁ στίχος : | ||
. . Σάμου ὑληέσσης Θρηικίης : ἡ διπλῆ ὅτι οὐδέποτε συνθέτως εἴρηκε Σαμοθρᾴκην . . . . Τρωσὶν δαμναμένους : |
. . : Πολύϊδος : οὕτως καὶ Ἀπολλώνιος ὁ τοῦ Ἀρχιβίου : καὶ ἔστι , φησί , πολυΐδμων , μάντις | ||
μακρὸν χρόνον αὑτοῦ . κρεῖττον οὖν λέγει Ἀπολλώνιος ὁ τοῦ Ἀρχιβίου , ὅτι παρὰ τὸ λεῖον γέγονεν ἄλειον , καὶ |
Ἴσως τις ὑμῶν οἴεταί μοι τὴν δουλείαν ὑφ ' ᾗ τέθεικα πάντα ἄνθρωπον , ἐξελεγχθήσεσθαι τῇ τῶν ἀρχόντων μερίδι καὶ | ||
Ἑνικά . Τεθείκοιμι , τεθείκοις , τεθείκοι : τὸ ῥῆμα τέθεικα , ἡ μετοχὴ τεθεικώς τεθεικότος , καὶ τὸ εὐκτικὸν |
, ὅτι τὸ ἁρμοῖ ψιλούμενον μὲν σημαίνει τὸ ἀρτίως , δασυνόμενον δὲ τὸ ἁρμοδίως . Μεθόδιος , . , . | ||
καὶ μεγαλύνων τοὺς ἄνδρας . ἢ παρὰ τὸ αἱρῶ τὸ δασυνόμενον , οἱονεὶ ὁ ἀναιρετικός : παρὰ τὸ αἱρῶ οὖν |
ἐπὶ ἐνεστῶτος , ὁπότε μὴ ἀπὸ μέλλοντος εἰς ἐνεστῶτα μετήχθη ποιητικῶς , περισπᾶται : ἰσῶ νοσῶ μασῶ . Τὰ εἰς | ||
Ῥόδον καὶ Ἀτάβυριν , καὶ ἔτι Λακεδαίμονα καὶ Ταΰγετον : ποιητικῶς δὲ τοὐναντίον . ἐν μέντοι τῷ „ ναιετάω δ |
αἶγες ἀρότρου : ἐπὶ τῶν βάρους ἀπηλλαγμένων . Ἔνεστι κἀν μύρμηκι χολή : μηδὲ τῶν μικρῶν καταφρονεῖν . Ὁμοία τῇ | ||
παρὰ τῷ Κύκλωπι , καὶ ἐπισύρεται , ὅποι ἂν τῷ μύρμηκι δοκῇ ; Τί τοῦτο γελᾷς , ὦ Αἴγυπτε ; |
Παντακλῆς σκαιός Λάμπων οὑξηγητής κατὰ χειρὸς ὕδωρ ἀχυρός νεοκάτοικος πισοῦ σιπύα ἄγε δὴ πότερα βούλεσθε τὴν νῦν διάθεσιν ᾠδῆς ἀκούειν | ||
ἐν θυείᾳ τρίβοντα δοίδυκι λιθίνῳ . . . Προσπάλτιοι , σιπύα . . . Νότιον . . . Ἀντίκυρα , |
, ἀπολύω . ἁρπάζω , πλανῶ , διαρπάζω , συναρπάζω φθείρω , ἐξαρπάζω . φέρω , ἐπιφέρω εἰσφέρω , προσφέρω | ||
δεσμεύω , λύω , πλήσσω , φονεύω , κτείνω , φθείρω , καίω , φλέγω , καθίζω , θερίζω , |
δεῖ ἐν ταῖς ἀναλύσεσι τῶν τοιούτων συλλογισμῶν τῷ μέσῳ ὅρῳ συντάσσεσθαι ἀλλὰ τῷ πρώτῳ , τουτέστι τῷ μείζονι καὶ κατηγορουμένῳ | ||
ἐκ δὲ ἀντωνυμικοῦ τοῦ ἐμοί καὶ τοῦ οἴ ἢ ὦ συντάσσεσθαι , πειρώμενοι πρῶτον μὲν ἐκ τῆς φωνῆς , ὡς |
μέρος ἐπιβολὴν ἤδη τινὰ παρατηρήσεως ἔτυχεν ἐξαιρέτου σινωτικά τε καὶ παθητικὰ σχήματα διὰ τῶν ὡς ἐπίπαν κατὰ τὰς ὁμοιοσχήμονας θέσεις | ||
διαιρῶν φησι τῶν ζητημάτων τὰ μὲν εἶναι ἠθικὰ τὰ δὲ παθητικὰ τὰ δὲ πραγματικὰ τὰ δὲ μικτά : τούτους γὰρ |
ἔστι καὶ τὸ τοὺς μὲν ἄνδρας μελανειμονεῖν καὶ μακρο - κομεῖν , τὰς δὲ γυναῖκας λευχειμονεῖν καὶ βραχυκομεῖν . καὶ | ||
: χαλεπὴ δ ' ὑπόπορτις ἔριθος : καὶ κύνα καρχαρόδοντα κομεῖν , μὴ φείδεο σίτου , μή ποτέ ς ' |
κεχρωσμένον . οἱ δὲ νῦν , φησίν , κισσόπληκτα καὶ κρηναῖα καὶ ἀνθεσιπότατα μέλεα μελέοις ὀνόμασι ποιοῦσιν . ἄγευστος . | ||
παντὶ τῷ ἱκανῶς τεθαλαττωμένῳ συνᾴδει τὰ σκληρὰ τῶν ὑδάτων οἷον κρηναῖα καὶ ὄμβρια , ἐὰν ᾖ διυλισμένα καὶ πλείονα χρόνον |
διὰ τῆς διαιρέσεως τὸ οὖρον ἐκκρίνεται . Ὅταν δ ' οὐρηθῇ ὁ λίθος , γάλα ὄνειον κεραννύοντας μέλιτι ὀλίγῳ διδόναι | ||
οὔρων ἐκκρίνεται : λέγει γάρ : ἦν αἷμα καὶ πῦον οὐρηθῇ , τῶν νεφρῶν ἢ τῆς κύστεως ἕλκωσιν σημαίνει : |
. ἄλσος βʹ : δασυνόμενον μὲν τὸν σύνδενδρον τόπον . ψιλούμενον δὲ τὸ ἱερόν . ἆλτο βʹ : ἥλατο . | ||
δασυνόμενον ἀπὸ τοῦ ἵημι τὸ πέμπω γίνεται , τὸ δὲ ψιλούμενον ἀπὸ τοῦ ἴω τὸ πορεύομαι . Οὐδέ κεν : |
ἐδέξαντο . . Τὸ ΕΡΡΙΓΟΝΤΙ οὕτω κανονίζεται . Ῥιγέω ῥιγῶ πρωτότυπον , ὁ μέσος παρακείμενος ἔῤῥιγα , καὶ ἐκ τούτου | ||
γὰρ λέγω ἀπό τινος οὐ παράγεται καὶ διὰ τοῦτό ἐστι πρωτότυπον , τὸ δὲ εὐλογῶ ἀπὸ τοῦ εὖ παράγεται καὶ |
μᾶλλον , τῷ δὲ μεγαλοπρεπεῖ τὸν δεινόν , ὡς τοῦ γλαφυροῦ μὲν μικρότητά τινα καὶ κομψείαν ἔχοντος , τοῦ δεινοῦ | ||
τὸ μὲν κῶλον οὐ ποιητικὸν ἔχουσαν , ἐγγὺς δὲ τοῦ γλαφυροῦ καὶ ἡδέος . Διονύσιος δὲ ὁ Ἁλικαρνασσεύς , ὃν |
. κωμῳδεῖται δὲ ὡς συώδης ἐν τοῖς ἑταίροις αὐτοῦ . Ἀπιὼν ἐς Ἀπατούρια , ἐπανῆκες Θαργηλιῶνα : ἐπὶ τῶν ἄγαν | ||
. κωμῳδεῖται δὲ ὡς συώδης ἐν τοῖς ἑταίροις αὐτοῦ . Ἀπιὼν ἐς Ἀπατούρια , ἐπανῆκες Θαργηλιῶνα : ἐπὶ τῶν ἄγαν |
Φρύνις , Φρύνιδος . Φρύνιν ἰῶτα : τὴν δὴ Φρύνην ἦτά μοι , πόρνην τελοῦσαν , ἧς πολὺ πάλαι κλέος | ||
Φρύνις , Φρύνιδος . Φρύνιν ἰῶτα : τὴν δὴ Φρύνην ἦτά μοι , πόρνην τελοῦσαν , ἧς πολὺ πάλαι κλέος |
τοῦ θελῶ : θελησμός : ὡς μελήσω μελησμός : καὶ ἀποβολῇ τοῦ σ , θελημός . Θύελλα : παρὰ τὸ | ||
φώς φωτός , χρώς χρωτός , εἰ δὲ πεπονθότα , ἀποβολῇ τοῦ ς , ὁ σῶς τοῦ σῶ , ὁ |
, λέλειμμαι αἰγίλιψ , τέτριμμαι οἰκότριψ , κέκλεμμαι βοόκλεψ , κατῶβλεψ . δότω τις δεῦρ ' ὕδωρ καὶ σμῆμα , | ||
τέτριμμαι , οἰκότριψ , κέκλεμμαι , βοόκλεψ , βέβλεμμαι , κατῶβλεψ . ἐντεῦθεν καὶ τὴν χέρνιβα τινὲς χερνίβα φασίν , |
ναίουσιν ἐναύλους , πουλύποδες σκολιοὶ καὶ κορδύλος ἠδ ' ἁλιεῦσιν ἐχθομένη σκολόπενδρα καὶ ὀσμύλος : οἱ δὲ καὶ αὐτοὶ ἀμφίβιοι | ||
μέλαθρον ὀρχίλος ἔπτη Κύζικος ὃν δ ' ἤεισε κακὸν γάμον ἐχθομένη κρέξ . κρεκὶ δὲ τῇ Ἑλένῃ τουτέστι τῇ κακονύμφῳ |
καὶ τροπῇ τοῦ υ εἰς ι , ἐκ δὲ τῆς δοιὸς γίνεται δοιὴ καὶ δοιαὶ , καὶ λέγεται : ἐν | ||
τοῦ δέω τὸ δεσμεύω δοὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι δοιὸς , ἡ γενικὴ δοιοῦ , ἡ εὐθεῖα τῶν δυϊκῶν |
ἐκεῖνα φυλάσσει τὸ Υ καὶ ἐπὶ τῆς γενικῆς : γόνυ γόνυος , δόρυ δόρυος , μέθυ μέθυος : μέθυ δὲ | ||
εἶδος . τὸ σφυρόν ] τὸ ὀστοῦν τὸ κάτωθεν τοῦ γόνυος . χάραξ ἐστὶ ξύλον ἐν ᾧ τὰς ἀμπέλους δεσμοῦσιν |
ἴσως ἱερὰν εἶναι τῆς Ῥέας . πρόχνυ : παντελῶς . γεράνδρυον : ἀρχαῖον , ξηρόν , ἄχρηστον . ὀκριόεντι κολωνῷ | ||
. δι ' ὃ καὶ . . . ὅταν ᾖ γεράνδρυον ὅλως κόπτουσιν : ἡ γὰρ βλάστησις νέα γίνεται τοῦ |
ϲώματοϲ , διαφοραὶ δὲ καὶ τούτου τρεῖϲ : ἢ γὰρ ϲκληρότερόν ἐϲτι τοῦ κατὰ φύϲιν τὸ ὄργανον , καὶ καλεῖται | ||
ὅταν ϲυμβῇ τὰ βλέφαρα ϲκληρὰ εἶναι καὶ αὐτὸν τὸν ὀφθαλμὸν ϲκληρότερόν τε καὶ δυϲκινητότερον ὑπάρχειν , ἔμπονόν τε καὶ ἐνερευθῆ |
εἰς α καθαρὸν λήγοντα ὡς ἐπὶ πᾶν τῷ ι θέλει παραλήγεσθαι , ὀξεῖα Ῥοδία ἀλλοία : ἐκπεσόντος οὖν τοῦ ο | ||
συγκοπῇ παίζω . οὐδὲν γὰρ εἰς ζω λῆγον φιλεῖ διφθόγγῳ παραλήγεσθαι , ἢ μόνον τὸ δανείζω : καὶ ὡς δώσω |
νηός , ᾧ ἐπιβαίνουσιν οἱ κυβερνῆται . καὶ ὑποπόδιον . θρύον : φυτόν , πόαν . πόλιν . θυμός εʹ | ||
προπαροξύτονα , διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , θρύον : βρύον : πτύον : θύον , ὃ καὶ |
ἀσφάραγος πρὸς τὰς καθάρσεις ἐπιτήδειον . οἱ δὲ πολλοὶ τὰ ὄρμενα τῶν λαχάνων διὰ τοῦ π ἀσπαράγους καλοῦσιν , δυσὶ | ||
: τὸ ἐξανθεῖν , ὅπερ οἱ πολλοὶ ἐκβάλλειν λέγουσιν . ὄρμενα γὰρ καλεῖται ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν τὰ τῶν λαχάνων ἐξανθήματα |
ἐπὶ πᾶσαν ἀκοὴν ἰέναι : ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄνιος ἄνεος : καὶ Ἀττικῶς ἄνεως . ἢ ἀπὸ τοῦ | ||
ἀκοὴν ἰέναι : ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄϊος καὶ ἄνιος , ὁ ἄφωνος : καὶ μεταθέσει τοῦ ι εἰς |
γραμμάτιον πέμψαι παρὰ τὸν Ἀπολλόδωρον ἐκ Βαβυλῶνος εἰς Ἐκβάτανα , δηλοῦντα μηδέν τι δεδιέναι Ἡφαιστίωνα : ἔσεσθαι γὰρ αὐτοῖς ὀλίγου | ||
τοῖα εἰς τὸ τοιαῦτα ἐπεκτεινόμενον . Τὰ ἐν ἁπλοῖς πλείονα δηλοῦντα οὐκ ἔχει ἐγκειμένας τὰς φωνὰς τῶν δηλουμένων . τὸ |
ἐστιν ἱκανῶς τοῦ πελλοῦ καὶ οὐ γίνεται σύνεδρος οὗτος ὁ ἐρῳδιὸς ἄνθῳ , καθάπερ οὐδ ' ὁ ἄνθος τῷ [ | ||
: ὥσπερ ἔγχελυς κατὰ γλοιοῦ . καὶ τὴν αἰτιατικήν : ἐρῳδιὸς γὰρ ἔγχελυν Μαιανδρίην τρίορχον εὑρὼν ἐσθίοντ ' ἀφείλετο . |
καὶ λεπτόν . διὰ γὰρ τὴν δριμύτητα ταχὺ καὶ πάντῃ διαδύεσθαι , τραχὺν δ ' ὄντα καὶ γωνοειδῆ συνάγειν καὶ | ||
καὶ λεπτόν . διὰ γὰρ τὴν δριμύτητα ταχὺ καὶ πάντηι διαδύεσθαι , τραχὺν δ ' ὄντα καὶ γωνοειδῆ συνάγειν καὶ |
ὅθεν καὶ λῷον τὸ ἐπωφελές , ὃ πάντες θέλομεν . Δωρικῶς δὲ τὸ λῇς κατ ' ἀφαίρεσιν τῆς θε συλλαβῆς | ||
ΩΝ εἰς μίαν μακράν . ΝΟΕΥΝΤΕΣ , νοοῦντες Αἰολικῶς καὶ Δωρικῶς : ἄλλη ἀλλαχοῦ . . ΠΑΡΑΚΛΙΝΟΥΣΙ . Τὸ ΠΑ |
Ἑνικά . Ἐτετύπειν : ὥσπερ ὁ ἐνεργητικὸς παρακείμενος ποιεῖ τὸν ἐνεργητικὸν ὑπερσυντέλικον , οὕτω καὶ ὁ μέσος παρακείμενος τὸν μέσον | ||
καὶ τοῦτον ἐπ ' ἀμφοτέρων λέγεσθαι . Ἔχεις δεύτερον ἀόριστον ἐνεργητικὸν τὸ ἔτυπον , καὶ δεύτερον ἀόριστον παθητικὸν τὸ ἐτύπην |
πτῶσις , ὥστε κατὰ σύνταξιν καὶ κατὰ φωνὴν ἀμφιβάλλεσθαι , καθότι καὶ παντὶ πτωτικῷ γενομένῳ κατὰ γενικὴν τὸ τοιοῦτο παράκειται | ||
τοῖς δὲ οὐ προσάγει τὸ οἰκεῖον . Καὶ ἅμα ἕκαστος καθότι ἐστίν , οὐ μέντοι καθὸ μή ἐστι , ποιεῖται |
λευκοῦ ἐλλεβόρου καταπάσειας αὐτοῦ . ἐγὼ δὲ ἐπαινῶ μὲν τὸ θηλυφόνον , τὸν δὲ λευκὸν ἐλλέβορον ἥκιστα . τὸ δὲ | ||
τῷ ηʹ περὶ φυτῶν , τὸ σκορπίον βοτάνιον οἱ δὲ θηλυφόνον καλοῦσινἐπιτιθέμενον τοῖς σκορπίοις ξηραίνειν αὐτοὺς εὐθέως . Τῶν παρατετηρημένων |
ἐκτεινόμενον τὸ ι : φοῖνιξ , βέμβιξ , πέμφιξ , τέττιξ , σκάνδιξ , πέρδιξ , χοῖνιξ . Πτολεμαῖος δὲ | ||
Φαίδραν , φάσκουσαν αὐτὸν φιλεῖν παρὰ πάντας ἀνθρώπους . Ἀκάνθιος τέττιξ : ἐπὶ τῶν ἀφώνων καὶ ἀμούσων : οὐκ ᾄδουσι |
γὰρ μετὰ ταλαιπωρίας γίγνεται ᾔδει : η γραπτέον ἐστίν , Ἀττικώτερον τουτὶ νόει κερδαλέον : ἐπωφελές . ἀνθρώπων νόμος : | ||
πρόθεσις ὁλοκληροτέρα καὶ τὸ ἔσωΤὸ . ἄρα πόρρω ἐκτέταται ὡς Ἀττικώτερον , καθὸ καὶ τὸ προπέρυσι πρωπέρυσίν φασι , καὶ |
. . , : Ἁλαὶ Ἀραφηνίδες καὶ Ἁλαὶ Αἰξωνίδες . Τρύφων ἐν παρωνύμοις ‚ Ἁλαῖος τρισυλλάβως καὶ Ἁλαιαῖος τετρασυλλάβως . | ||
περιπατεῖν Τρύφωνα : καὶ ἔτι ἐπὶ προστακτικῆς ἐγκλίσεως , περιπατείτω Τρύφων , εἴποι ἂν προσέταξε περιπατεῖν Τρύφωνα . Ἔνθεν μοι |
ξυντήξιοϲ ἰχῶρεϲ τῶν ἁλῶν εἰϲι ἀδηκτότεροι . πολλὸν δὲ τοῦ λίπαοϲ καταιονεῖν χρή , ὅκωϲ τῷ προϲηνέϊ τοῦδε ἀμβλύνηται τὸ | ||
εἰρύηται καὶ τὸ δέρμα περιτείνηται , ἄριϲτον μὲν ἀντὶ τοῦ λίπαοϲ ἢ ξὺν αὐτέῳ παχεῖ πικέριον ἶϲον . κόνυζα δὲ |
μὴ διαστολὴν ἔχοι σημαινομένου , ὡς τὸ Κρότων βαρύνεται : ὀξυνόμενον γὰρ δηλοῖ ζωύφιον : ἢ χαρακτῆρι ὑπάγοιτο , ὡς | ||
ΑΙΟΣ ἐθνικὰ : Ἀθηναῖος Θηβαῖος Ῥωμαῖος . σεσημείωται τὸ Ἀχαιός ὀξυνόμενον καὶ τὸ ἐρυσίχαιος προπαροξυνόμενον . Ἔτι τὰ τρισύλλαβα ἀπὸ |
καὶ ἀφώνων : βραχεῖαι δὲ αἱ ἐκ βραχέος φωνήεντος ἢ βραχέως λαμβανομένου . μήκους δὲ καὶ βραχύτητος συλλαβῶν οὐ μία | ||
νόσου πιεζουμένου . οὐ μὴν ἀλλὰ τοῦ πάθους κριθέντος ἐπειδὴ βραχέως αὑτὸν προσανέλαβε , προῆγε μετὰ τῆς δυνάμεως ἀφηγουμένου Πευκέστου |
ὡς ἀνωτέρω εἰρήκαμεν , τουτέστιν ἀπὸ τοῦ χεῖλος ἀγκυλόχειλος καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου . Εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι πᾶσα γενικὴ | ||
. Κρεῖττον οὖν ἐστιν εἰπεῖν καὶ ἀντιθεῖναι τοῖς λέγουσι τὸ ἀγκυλοχείλης παρὰ τὸ χηλή οὕτως : οἱ Βοιωτοὶ τότε τρέπουσι |
ἑρπετοδήκτους ὠφελεῖ . Θρίδαξ ὑγρὸν καὶ ψυχρόν ἐστι λάχανον , ἐδώδιμον καὶ πᾶσι γνωστόν , ὃ καὶ μαϊούλι λέγεται παρὰ | ||
εἴρηται τὰ ὀξύβαφα , ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τῶν εἰς τὴν ἐδώδιμον χρείαν , ὡς ἐν Ὄρνισιν Ἀριστοφάνης ὀξύβαφον ἐντευθενὶ προσθοῦ |
τὸ σημαῖνον τὸ πλανῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ γίνεται παράγωγον ἀλάζω , ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ | ||
ὡς ἀνιῶ ἀνιάζω καὶ σκεδῶ σκεδάζω : ἐκ δὲ τοῦ ἀλάζω ἀλαστός , ὡς σκευάζω σκευαστός , καὶ ἐξ αὐτοῦ |
, ἰσχνοὺς σπονδύλους ἔχοντας , σημεῖον ἐν τὸ στῆθος . ἰῶτα καὶ ἄλφα ψήφισον , ἰῶτα καὶ τὸ θῆτα , | ||
τοῦ σιλλαίνειν ὅ ἐστι λοιδορεῖν : γράφεται δὲ διὰ τοῦ ἰῶτα κεραοῖο : ὅτι οἱ ἀρχαῖοι κέρασιν ἐχρῶντο ἐν τῇ |
σχήματα ἀριθμοὶ πτώσεις . Γένη μὲν οὖν εἰσι τρία , ἀρσενικὸν θηλυκὸν καὶ οὐδέτερον : καὶ ἀρσενικὸν μὲν οὖν ἐστιν | ||
σποδιὰν προσμιγνύουσι τούτῳ . Ἡ τοῦ χάρτου σποδιὰ καὶ τὸ ἀρσενικὸν καὶ ἄσβεστος κονία : ταῦτα ἴσα συμμίγνυται ὁτῳοῦν τῶν |
αὐτὴ τοῖς πολλοῖς δυσεντερία ἡπατίτις καλουμένη , καὶ προσέτι ὁ διαβήτης , ὃς καὶ εἰς οὖρα διάρροια λέγεται . κἂν | ||
ποθέν . Αὐτῶν δὲ τῶν νεφρῶν ἴδιόν ἐστι πάθος ὁ διαβήτης ὀρεγομένων μὲν ἀμέτρως τὸ ὑγρὸν , κατέχειν δὲ αὐτὸ |
τὸ γὰρ βιαστικῶς τι πράττειν βία εἴρηται . τὸ δὲ ἴα παρὰ τὸ ἴς ἰνός , τὸ θηλυκὸν ἴα καὶ | ||
ἔχει γὰρ ἐκ Διὸς καὶ Δήμητρος θυγατρὸς ἀρχήν , Φερσεφόνης ἴα πλεκούσης συμπαρουσῶν τῶν Ὠκεανοῦ θυγατέρων ὧν ὀνόματα ταῦτα ἐκ |
συνεχεῖ κινήσει τῶν βλεφαρίδων . . . . . . σκαρδαμύσσειν : σκαρδαμύσσειν : παρὰ τὸ μύω μύσσω γίνεται παράγωγον | ||
, συνθέντες ἄρθρα στόματος : οὐδὲ πνεῖν ἐῶ , οὐ σκαρδαμύσσειν οὐδὲ χρέμπτεσθαί τινα , ὡς μὴ ' ξεγερθῆι τὸ |
ἰδοὺ γὰρ τοῦτο πάντα ἔχει τὰ τοῦ κανόνος , τουτέστι βαρύτονον ἰαμβικὸν καὶ μὴ ἔχον ἐπ ' εὐθείας τὸ τ | ||
σ , Τρύφων δὲ διὰ δύο : Ῥωσός : Κρῶσος βαρύτονον καὶ μόνως ἀρσενικὸν τῷ τόνῳ παραλλάξαν κατὰ τὴν γραφὴν |
λόγον ποιεῖται : εἰ γὰρ πρὸς τὸ Κράτος ἔλεγεν , οὐδετέρως ὤφειλε τὸν λόγον ἀποδοῦναι . . αἰεί τε ] | ||
. καὶ Τηλανδρία ἄκρα . Ἀλέξανδρος δ ' ὁ πολυίστωρ οὐδετέρως τὴν πόλιν Τήλανδρον καλεῖ ἐν πρώτῳ Λυκιακῶν . καὶ |
ἀττελάβων γένος . ταῦτα δὲ καὶ ἄναιμα συμβέβηκεν εἶναι . πτερωτὰ δὲ ἀλεκτρυὼν καὶ τὰ ἄλλα δὲ τὰ γινωσκόμενα πᾶσι | ||
- οπτεῦσαι : τὰ γὰρ νῶτα , ὡς ἔφαμεν , πτερωτὰ εἶχεν ὁ ἵππος : τὸν δὲ Δία μηνίσαντα οἶστρον |
εἶψα : ἐπειδὴ καὶ ὁ μέλλων διὰ τοῦ Ψ οἷον ἔψω : καὶ πάλιν τὸ ἤνεγκα διὰ τοῦ Ξ ὤφειλεν | ||
δέρξω δὲρξ καὶ δόρξ , ὡς σήπω σήψω σήψ , ἔψω ἒψ καὶ ὄψ : ἔνθεν ὀπός , οἷον ” |
ὀδόντων : τοῦ δ ' ἀγαθοῦ οὔτ ' ἂρ τρέπεται χρὼς οὔτε τι λίην ταρβεῖ . εὔδηλον γὰρ ὅτι τοῦ | ||
πτῶσιν ἀναγνῶμεν , ἔσται τὸ λεγόμενον ἀλλ ' οὐδαμῶς ὁ χρὼς ἐφάνη : ἐὰν δὲ χροός ὡς σοφός κατὰ γενικὴν |
ἀλώπεκος καὶ χηναλώπηξ χηναλώπεκος . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ βουπλήξ βουπλῆγος πανταχοῦ εἰς τὴν πλη | ||
συναιρεῖται . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ὦ ἡδέε . Ἰστέον ὅτι οὐ συναιρεῖται ἐνταῦθα ἡ κλητικὴ τῶν δυϊκῶν , |
καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ τούτου ] γίνεται ἰάπτω , ἐξ οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἰάπτους καὶ κατὰ στέρησιν | ||
, ἐκ γὰρ τοῦ ἵπτω τὸ βλάπτω οὐ μόνον τὸ ἰάπτω γίνεται , ἀλλὰ καὶ ἵπτος ἡ παγὶς τῶν μυῶν |
ταῖς τοιαύταις τὰ καταμήνια , τὰ μὲν χολώδη δάκνει καὶ ξύει τὰς ὑστέρας καὶ τῇ χρόᾳ ξανθὰ ὑπάρχει καὶ κατάκορα | ||
μὴν καὶ τὸ ὀξύμελι , χρηϲαμένων ἀμέτρωϲ , ἔντερόν τε ξύει καὶ βῆχα κινεῖ καὶ τὰ νευρώδη μόρια βλάπτει , |
τῶν διὰ τοῦ η : καὶ ἰστέον ὅτι τὰ εἰς ηξ ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν ἁπλᾶ διὰ τοῦ κ κλίνονται , | ||
τέτριπται : αἱ γὰρ ἄλλαι οὐκ εὔχρηστοι . Τὰ εἰς ηξ εἰωθότα Δωρικῶς τρέπεσθαι εἰς α , διὰ τοῦ η |
ἐκφέρεται , οἷον ἄδω ᾄσω , πείθω πείσω , ἀνύτω ἀνύσω , ἀκούω ἀκούσω , τούτου χάριν καὶ ὅταν ἡ | ||
καὶ νοουμένη . ἀνὴρ , παρὰ τὸ ἀνῶ ὅ ἐστιν ἀνύσω : ἀγασάμενοι , παρὰ τὸ ἀγάζω τὸ θαυμάζω : |