καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ τούτου ] γίνεται ἰάπτω , ἐξ οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἰάπτους καὶ κατὰ στέρησιν
, ἐκ γὰρ τοῦ ἵπτω τὸ βλάπτω οὐ μόνον τὸ ἰάπτω γίνεται , ἀλλὰ καὶ ἵπτος ἡ παγὶς τῶν μυῶν
6280698 ἀδελφειος
ἀφενειός , καὶ συγκοπῇ ἀφνειός , ὡς ἀδελφεός , καὶ ἀδελφειός . Αὖος , ὁ ξηρός , ἀπὸ τοῦ ὕω
: καὶ μετὰ τοῦ ι , ζαχρειής : ὡς ἀδελφὸς ἀδελφειός . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ Μονοσυλλάβων . Εἰρά
6148297 ἀλξ
βάξω , ἀφαιρέσει τοῦ ω βάξ , ὡς ἄλκω ἄλξω ἄλξ , καὶ ἐν διπλασιασμῷ βάβαξ . πολλὰ δὲ παρὰ
, χρίπτω χρίμπτω , πίπλημι πίμπλημι . . . . ἄλξ : ἡ δύναμις : ἀπὸ τῶν εἰς κη θηλυκῶν
6019608 ναυος
καὶ ἄγαμαι καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ Αἰολικῶς ἀγαυνὸς ὡς ναὸς ναυός . Ἄρατος ἀγῶν ὁ Διόνυσος . ἀγανοῖς : προςηνέσιν
τόνος τοῦ ἀγαυός , οὐκ Αἰολικῶς , ὡς ναός , ναυός . Ἁβρός , ὁ κούφως βαίνων , κατὰ στέρησιν
5757203 φουρνος
] ἀσκητήριον . ἀναπείθουσιν ] τοὺς ἀκούοντας . πνιγεύς ] φοῦρνος . περὶ ἡμᾶς ] κύκλῳ ἡμῶν . διδῷ ]
εἰς ὀπήν τινα ὑπέδυ . ἰπνὸς δὲ λέγεται κυρίως ὁ φοῦρνος : οἱ δέ φασι τὸ φανάριον . μέμνηται τούτου
5690597 δορυος
, καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ υ γίνεται γουνός , δόρυ δόρυος καὶ ὁμοίως δουρός : τὸ γόνυ καὶ τὸ δόρυ
, καὶ οὕτως οὐδὲν ἀντίκειται : εἰ γὰρ ἀπὸ τοῦ δόρυος δουρός καὶ ἀπὸ τοῦ γόνυος γουνός καθ ' ὑπέρθεσιν
5570539 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
5339810 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
5263339 ταλανος
ὅτι ἐλλείπουσι ταῦτα τὸ τ : καὶ τὸ τάλας δὲ τάλανος καὶ μέλας μέλανος ἐλλείπουσι τὸ τ , μέλαντος γὰρ
νυκτός ἄνακτος , ἐνδεῖ δέ , ὡς ἐν τῷ μέλανος τάλανος : τὸ δὲ κάρα λίπα ἄλειφα ἀποκοπὰς παθόντα τὴν
5178831 καταβιβαζει
. τὸ δὲ κλάδος κλάδου κλάδῳ καὶ κατὰ μεταπλασμὸν κλαδί καταβιβάζει διὰ τὴν δισυλλαβίαν , καθ ' ὁμοιότητα τῷ μηνί
Τὰ σείοντα κεφαλὴν καὶ τὰ ἠχώδεα αἱμοῤῥαγέει , ἢ γυναικεῖα καταβιβάζει , ἄλλως τε καὶ ἢν κατὰ ῥάχιν καῦμα παρακολουθήσῃ
5001627 παροξυνομενον
καῦϲον , ἀμφημερινῷ δὲ τὸν καθ ' ἑκάϲτην μὲν ἡμέραν παροξυνόμενον , εἰϲ ἀπυρεξίαν δὲ μὴ παυόμενον . ὅ τε
. ἔστι δὲ καὶ χρόνιον καὶ ἐπὶ μικραῖς προφάσεσιν ἑτοίμως παροξυνόμενον : τῶν γὰρ ἐχόντων τοῦτο τὸ πάθος οἱ μὲν
4995657 εἰτι
πλεῖστον διὰ τὸ ψαλῶ ψάλλω : θαλῶ θάλλω , καὶ εἴτι ὅμοιον : ἔχουσι γὰρ ταῦτα τὸν μέλλοντα εἰς α
: πνὶξ ἐξ οὗ τὸ πνίγος : πλὶξ , καὶ εἴτι ὅμοιον . Τὰ εἰς ωξ ὀνόματα συγκείμενα παρὰ ῥῆμα
4982893 πετην
κλίνεται ἀπτῆνος : ἡ μηδέποτε πτᾶσα : παρὰ τὸ πέτω πέτην , συγκοπῇ πτήν καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀπτήν
? Ἀπτήν : τὴν μηδέπω πτᾶσαν : παρὰ τὸ πέτω πέτην , καὶ πτήν , καὶ ἀπτήν * * *
4978839 παρωνυμον
, παρὰ τὸ ἀΐσσω , ἀΐξω , ἀκτός . καὶ παρώνυμον ἀκτίς . ἡ ἀΐσσουσα πανταχόθεν . Ἀκῶ , τὸ
φοινὸν δηλοῦν τὸ ἐρυθρόν , ἤγουν τὸ πυρρόν , γίνεται παρώνυμον φοῖνιξ : „ τὸ μὲν ἄλλο τόσον φοῖνιξ ἔην
4962246 Περιφρασις
κατὰ γὰρ τοῦ αὐτοῦ πράγματος τὰ αὐτὰ σημαινόμενα τέθειται . Περίφρασις δ ' ἐστὶν ὅταν τῆς ἁπλῆς καὶ εὐθείας γινομένης
Ἰάσονα δηλ . Δράκοντος δ ' εἴχετο λαβροτάταν γενύων ] Περίφρασις ἀντὶ τοῦ ὑπὸ φοβερωτάτου δράκοντος ἐφυλάττετο . Εἴχετο ]
4958880 προπαροξυνθηναι
πρὸ τριῶν συλλαβῶν ; Διατί δὲ μακρᾶς οὔσης οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἡ μακρὰ φορτίου
ὀνόματι τὸ ο εἰς ω τρέπουσιν αὐτό , κἂν φθάσῃ προπαροξυνθῆναι ἡ εὐθεῖα πᾶσα πτῶσις προπαροξύνεται . τῷ Μενέλεῳ :
4895019 λωπη
ἱμάτιον , ἀμφιέσματα : Λυσίας δὲ καὶ ἱματίδια ἔφη . λώπη γὰρ καὶ λόκκη καὶ φάρος καὶ εἷμα καὶ σπεῖρα
τὸ σήπη διὰ τοῦ η : καὶ τὸ κώπη : λώπη : διὰ τοῦ ω : ἔστιν δὲ καὶ τὸ
4840966 μεγακητης
οὐδετέρων συντεθέντα βαρύτονα : εὐμήκης εὔμηκες , κακοήθης κακόηθες , μεγακήτης μεγάκητες . καὶ τὰ παρὰ τὸ ΗΚΗΣ : τανυήκης
ἐν τῇ παραληγούσῃ τὸ η ἐπιφερομένου ἀφώνου , οἷον κῆτος μεγακήτης , ἦθος κακοήθης , μῆκος ἐπιμήκης : ταῦτα γὰρ
4828986 ψιλου
δύο συλλαβὰς παραληγόμενα τῇ λε συλλαβῇ ὀξύτονα διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Χαλεὸν ἡ πόλις : στελεὸν
εἰς υ λήγοντα μονογενῆ ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται , διὰ τὸ μηδέποτε εὐθείαν ἑνικὴν εἰς οι
4822648 κενοφρων
Εὐβούλου ⌊ τόδε ⌋ δούλου σῆμα ? κενὸν ⌊ ⌋ κενόφρων ⌊ θῆκεν Ἀριστοτέλης - ⌋ : ὃς ⌊ γαστρὸς
: Ἑρμίου εὐνούχου ἠδ ' Εὐβούλου ἅμα δούλου σῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν Ἀριστοτέλης , ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν
4822113 κυκλοειδης
ὄνομα προσηγορικὸν παρώνυμον ἀλλ ' οὐ μακροπαράληκτον : ἡ γὰρ κυκλοειδὴς συνουσία οὕτω καλεῖται παρὰ τὸ πόλος πόλις πόλιος :
τοῦ φωτὸς πεπληρωμένον ἔχουσα , ὅθεν καὶ αὐτὴ ὁμοία αὐτῷ κυκλοειδὴς φαίνεται , πανσέληνος γενομένη . ἀποκρουστικὴ δὲ ἐκλήθη ,
4806495 κεαρος
καὶ οὐχὶ διὰ τοῦ Τ : ἔαρ ἔαρος , κέαρ κέαρος : σημείωσαί μοι τὸ νέκταρ καὶ φρέαρ ἐναντίως τῷ
, τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος καὶ κέαρος κῆρος διὰ τὸ εἶναι φύσει μακρὰν πρὸ βραχείας μιᾶς
4805750 δηυτε
κατὰ τὸν ἀνακλώμενον χαρακτῆρα πολὺ παρὰ τῷ Ἀνακρέοντί ἐστι παρὰ δηῦτε Πυθόμανδρον κατέδυν ἔρωτα φεύγων : τῷ δὲ καθαρῷ ἑφθημιμερεῖ
δίμετρα , οἷον τὰ Ἀνακρεόντεια ὅλα ᾄσματα γέγραπται ἐρῶ τε δηῦτε κοὐκ ἐρῶ καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι : τρίμετρα δὲ
4777493 ἀρβυλης
τοῦ : κούφως καὶ ἐλαφρῶς τιθεῖτε τὸν πόδα μετὰ τῆς ἀρβύλης . εἰ δὲ γράφεται λευκὸν ἴχνος , ἀπὸ μέρους
πάθει ἡ τοῦ ῥυθμοῦ ἀγωγὴ δοχμιάζουσα : † λεπτὸν ἴχνος ἀρβύλης : ἀντὶ τοῦ : κούφως καὶ ἐλαφρῶς τιθεῖτε τὸν
4741405 γυναιξ
κἀγύναιξ κἀνέστιος παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Ἀθάμαντι . . Ὅτι δὲ γύναιξ ὤφειλεν εἶναι ἡ εὐθεῖα , δῆλον ἐκ τῆς γενικῆς
ἡ γενικὴ διὰ τοῦ κος , δηλονότι καὶ ἡ εὐθεῖα γύναιξ ἐστὶν εἰς ξ : ἐκ δὲ τῆς δοτικῆς τῶν
4722282 δυσηλιον
ἀκατάληκτα , ὧν τελευταῖον : τάξιν γ ' ἔχουσα καὶ δυσήλιον κνέφας , ὃς μόνος ἰαμβικός ἐστι τρίμετρος . ἐνταῦθα
γελᾷ . ἄψυχον ἄνδρα λαμβάνειν συνέμπορον δισχιδὴς ὁδός δυσμάραντον κακόν δυσήλιον θέρος διχόρροπος γνώμη ἐλαφρὸν παραινεῖν τῷ κακῶς πεπραγότι .
4719985 ὀβελου
φησὶ Κλέαρχος ἐν τῷ περὶ βίων . Τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ : ἐπὶ τῶν ἀναιρουμένων τὰ χείρονα ἀντὶ τῶν κρειττόνων
ὕδωρ γράφω ῥάχοισιν ὀρχάδος στέγης ἀμάχετοι λοχαγοί τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ ἄκουε , σίγα : τίς ποτ ' ἐν δόμοις
4717800 νεατος
: ἡ μὲν γλῶσσα , φησί , τραχύνεται ὁ δὲ νέατος ἰσθμός , τουτέστιν ὁ ἔσχατος , ἤγουν τὰ παρίσθμια
ἀφρὸς ἐπιστύφων ἐμπλάσσεται , ἀμφὶ καὶ ὁλκός τέτρηχε γλώσσης , νέατος δ ' ὑποκάρφεται ἰσθμός , ξηρὰ δ ' ἐπιλλύζων
4716770 ηὐτε
ὑπὸ τούτου αἰνιττόμενος ἑτέρωθί που λέγει : Τὸ δ ' ηὖτε κῦμα τῶν προτέρων ὄνω στείχει , παρέξει δ '
ἡνῶσθαι . Ἀλλὰ κἀκεῖνο ἐπιλυθήσεται , τί δήποτε τὸ μὲν ηὖτε καὶ ἠΰτε λέγεται ἐν τρισὶ συλλαβαῖς , ἠΰτε περ
4696050 στοιχει
σοι τὸν ἀπὸ τοῦ Ἄθω παραθήσω κομιζόμενον καὶ τῷ ἐκείνου στοίχει χρώματι , πλὴν οὐχὶ τοῖς φαινομένοις ἔν τε κνίκῳ
σκευήν : ἀνάλαβε . διάστηθι . ἀνάλαβε τὸ δόρυ . στοίχει , ζύγει , παρόρα ἐπὶ τὸν ἡγούμενον . ὁ
4655182 ἀλαλκειν
τὸ μισητὸν γῆρας ἀπὸ τοῦ σώματος ἀποσοβήσοι . τὸ δὲ ἀλαλκεῖν τὸ ἐκβάλλειν δηλοῖ . σπαίροντα διὰ φλογός : ἁλλόμενον
καλοῦσιν οἱ ποιηταὶ καὶ ἀγεληΐδα , τὸ μὲν ἀπὸ τοῦ ἀλαλκεῖν παράγοντες ἱκανὴ γὰρ ἐπαμύνειν ἐστὶ καὶ προσβοηθεῖν , ἐξ
4616519 τουν
δεμετεχων ? ? ! ! ? ? ? ἀφίκετο καὶ τοῦν ? ! ! με ? ! ! ! !
πυκνός , τῆς πυκνὸς τὰς ἡνίας , ‚ τοῦ λίθου τοῦν τῇ πυκνί ‚ . καὶ πύκνα ” . κέκληται
4607816 ἀλημι
Ὁμήρῳ τὸ τιθήμιον . ἀλάω ἀλῶ , καὶ ἐξ αὐτοῦ ἄλημι ἀλήσω ἤλακα ἤλαμαι , καὶ ἀττικῶς ἀλήλαμαι , καὶ
τὴν πλάνην , γίνεται ἀλῶ παράγωγον ῥῆμα , ἐξ οὗ ἄλημι κατὰ μεταβολὴν συζυγίας Αἰολικῶς πρώτης , καὶ διπλασιασμῷ ἀλάλημι
4603152 δομη
εἰς θηλυκόν . ἀπὸ γὰρ τοῦ δέμας μεταπλάσας εἶπεν ἡ δομή . * παλεύσῃ ἀπατήσῃ τοὺς δυσμενεῖς ἤτοι τοὺς Τρῶας
τρόπος τροπή , νόμος νομή , γόνος γονή , δόμος δομή , στρόφος στροφή , πόθος ποθήπερὶ τούτου οὖν ἐν
4595412 ἀνιος
ἐπὶ πᾶσαν ἀκοὴν ἰέναι : ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄνιος ἄνεος : καὶ Ἀττικῶς ἄνεως . ἢ ἀπὸ τοῦ
ἀκοὴν ἰέναι : ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἴος καὶ ἄϊος καὶ ἄνιος , ὁ ἄφωνος : καὶ μεταθέσει τοῦ ι εἰς
4576898 ἐπιῤῥηματος
ἐν τῷ φόβῳ . Ὁμαρτεῖν . συγκοπῇ ἐκ τοῦ ἅμα ἐπιῤῥήματος , καὶ τοῦ ἄργω βαρυτόνου ῥήματος . Ὁμηρεῦσαι .
μὲν περὶ μετοχῆς καὶ ἄρθρου καὶ ἀντωνυμίας καὶ προθέσεως καὶ ἐπιῤῥήματος καὶ συνδέσμου ἐφθέγξατο καὶ ταῦτα κατ ' ἐπιτομὴν καὶ
4567529 σεσημειωται
ἐσθ ' , ἡ δ ' ἐξ ἁλίοιο γέροντος : σεσημείωται πρὸς τοὺς ἑξῆς ἄκαιρον γενεαλογίαν ἔχοντας : καὶ ὅτι
: μενὸς ὄνομα ἐπίθετον : τὸ καινὸς ἐπὶ τοῦ νέου σεσημείωται διὰ τῆς αι διφθόγγου . Τὰ διὰ τοῦ ηνος
4566715 ἐκβληθεντος
τροπῇ τοῦ δ εἰς ζ καὶ τοῦ ε εἰς η ἐκβληθέντος τοῦ ι , οἱονεὶ τὸ μὴ ἔχον διέχειαν ἢ
σὺ δὲ πετάσῃς ἵνα πλήξῃς ἐκεῖνον , εὐθὺς τεθνήξῃ , ἐκβληθέντος τοῦ κέντρου : ζωὴ γὰρ ἐν σοὶ ἐνυπάρχει τὸ
4566523 τρισυλλαβου
ἐν δὲ Βατουσιάδης : ἐνταῦθα γὰρ ἡ δης συλλαβὴ ἀντὶ τρισυλλάβου κεῖται [ δακτυλικοῦ ] . Ἐπὶ δὲ τῶν τοιούτων
Ἀγαθοκλῆς : ἐπίθετα δὲ ὄντα ὀξύνεται , εἰ μὴ ἀπὸ τρισυλλάβου οὐδετέρου γίνεται ἢ ἀπὸ δισυλλάβου τῷ η παραληγομένου ,
4536388 Ἰπνος
τέλει παράγραφος . 〛 εἰς τὸν ἰπνὸν εἴσω πλησίον : Ἰπνὸς μὲν ἡ κάμινος . καταχρηστικῶς δὲ ἡ ἐσχάρα .
λεγόμενον παρ ' ἡμῖν μαγειρεῖον : ἔστι γοῦν δρᾶμα Φερεκράτους Ἰπνὸς ἢ Παννυχίς , ἐν ᾧ δηλοῦται τοῦτο , ὅτι
4535878 κατωφερους
τὸ τῶν ἰχθύων : ψυχροῦ δὲ τοῦ λοιποῦ καὶ ἤδη κατωφεροῦς ὑπάρχοντος τὴν τῶν ἑρπετῶν αἱ ψυχαὶ φύσιν ἐκαινούργουν .
μετὰ πλοίου πορεύεσθαι . τρήρωνος τῆς δειλῆς καὶ ταχείας καὶ κατωφεροῦς : οἰκεῖον γὰρ Ἀφροδίτης τὸ ζῷον . ἢ ἐπεὶ
4535514 δοιος
καὶ τροπῇ τοῦ υ εἰς ι , ἐκ δὲ τῆς δοιὸς γίνεται δοιὴ καὶ δοιαὶ , καὶ λέγεται : ἐν
τοῦ δέω τὸ δεσμεύω δοὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι δοιὸς , ἡ γενικὴ δοιοῦ , ἡ εὐθεῖα τῶν δυϊκῶν
4515997 ἀησω
ἄνεμος , παρὰ τὸ ἀεῖν καὶ πνεῖν . ἀῶ , ἀήσω , ἀήτης . οὕτως Ἡσίοδος φησίν : διασκιδνᾶσιν ἀέντος
, ἡ ἄγαν ἠχοῦσα , παρὰ τὸ ἄω τὸ πνέω ἀήσω ἄεσα καὶ ἄελλα , ἢ πάλιν ἀπὸ τοῦ ἄω
4502200 ὀξυτονως
ἀντὶ τοῦ φροντίζων Ξενοφῶν . νεώς τὴν εὐθεῖαν ἑνικῶς καὶ ὀξυτόνως Ἀττικοί , ναός Ἕλληνες . νώ δυϊκῶς Ἀττικοί ,
ἀπέχει σταδίων ὀκτώ , ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . τινὲς ἐλαιὸν ὀξυτόνως ἐκδεχόμενοι τὸν ἐξ ἀγριελαίας στέφανον οὕτως καλοῦσι . ἔλαιον
4466551 ἁλωος
φηγοὶ Πανὸς ἄγαλμα , γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλοτέροις θαλέθωσι : βουνιὰς
τῆς βουνιάδος μνημονεύει : γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος , ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλότεραι θαλέθωσι .
4460981 κωλυθεντος
Ἀθήνας τῆς Βιθυνίας καταβοᾶν , ὥσπερ γεωργοὶ γεωργῶν ῥύακος ἀρχαίου κωλυθέντος ᾗ πρότερον ῥεῖν . οὕτω τὸν ἐκεῖσε δρόμον τῶν
ἡ χώρα θερμοτέρα : τούτου δ ' ἐξαχθέντος καὶ ἐνίστασθαι κωλυθέντος ἥ τε χώρα ψυχροτέρα γέγονε καὶ ἐκπήξεις πλείους :
4447463 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4445882 ῥεεν
Παρ ' ἐκεῖνο δὲ τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδὴ Θεόκριτος εἶπεν οὕνεκά οἱ γλυκὺ Μοῦσα κατὰ στόματος
λιγὺς Πυλίων ἀγορητής , τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδή : τῷ δ ' ἤδη δύο μὲν γενεαὶ
4440280 ἐκλιθη
τὸ μὲν γὰρ εἷς ὡς ἀριθμὸς δασύνεται , εἰ δὲ ἐκλίθη διὰ τοῦ ντ , ἐψιλοῦτο ἂν ἡ γενικὴ τῷ
κράς , ὃ σημαίνει τὴν κεφαλήν , διὰ τοῦ τ ἐκλίθη , οἷον Α κρατὸς ἀπ ' ἀθανάτοιο : καὶ
4423684 παρατελευτου
ἀκατάληκτα , τὰ δ ' ἄλλα ἑφθημιμερῆ , πλὴν τοῦ παρατελεύτου μονομέτρου ἀκαταλήκτου ὄντος . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς .
ἀναλογικώτερον δὲ τὸ βαρύνειν . τὰ γὰρ εἰς χος δισύλλαβα παρατελεύτου ὄντος τοῦ οβαρυτονεῖται : οἷον † λέχος † ὄχος
4416715 παροξυνεται
πενία ξενία . Τὰ διὰ τοῦ ΙΑ παρὰ μελλόντων γενόμενα παροξύνεται : ὀρέξω ἀνορεξία πέψω ἀπεψία προδώσω προδοσία . Τὰ
: Μύσκελλος Μάρκελλος Κύριλλος Σόφιλλος δόριλλος . τὸ δὲ ὀπτίλλος παροξύνεται . καὶ τὸ νεογιλλός ἔχει θηλυκόν . Τὰ διὰ
4411671 ἀμφιϲβαινα
, οὐκ ἀναιροῦϲι δὲ δακόντεϲ , ἀλλ ' ὡϲ ἡ ἀμφίϲβαινα καὶ ἡ ϲκυτάλη , οὕτωϲ καὶ οὗτοϲ πλήξαϲ φλεγμονὰϲ
ποῖον ἡ οὐρά . μόνον δὲ διαφέρει τῆϲ ϲκυτάληϲ ἡ ἀμφίϲβαινα τῷ κατὰ ἀμφότερα τὰ μέρη βαίνειν , παρὸ καὶ
4410862 γονυος
ἐκεῖνα φυλάσσει τὸ Υ καὶ ἐπὶ τῆς γενικῆς : γόνυ γόνυος , δόρυ δόρυος , μέθυ μέθυος : μέθυ δὲ
εἶδος . τὸ σφυρόν ] τὸ ὀστοῦν τὸ κάτωθεν τοῦ γόνυος . χάραξ ἐστὶ ξύλον ἐν ᾧ τὰς ἀμπέλους δεσμοῦσιν
4408626 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
4406778 ποιητικως
ἐπὶ ἐνεστῶτος , ὁπότε μὴ ἀπὸ μέλλοντος εἰς ἐνεστῶτα μετήχθη ποιητικῶς , περισπᾶται : ἰσῶ νοσῶ μασῶ . Τὰ εἰς
Ῥόδον καὶ Ἀτάβυριν , καὶ ἔτι Λακεδαίμονα καὶ Ταΰγετον : ποιητικῶς δὲ τοὐναντίον . ἐν μέντοι τῷ „ ναιετάω δ
4403131 παμ
, πλατεῖαν , προμήκη ὑπερμήκη μηκίστην , μεγάλην μεγίστην ὑπερμεγέθη παμ - μεγέθη , ὑπέρογκον , ἡπλωμένην , ἐκτεταμένην ,
χρωννύντες δολοῦσιν ὡς πρὸς τὴν ὄψιν ἀνθεῖν . σχοινίον πλεξάμενοι παμ - μῆκες , ἰσχυρόν τε καὶ καρτερὸν ὡς ἐνθαλαττεύειν
4395990 ἀστεροπης
μένος ἠδὲ χαλάζης , βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται ,
μένος ἠδὲ χαλάζης : βροντὴ δ ' ἐκ λαμπρῆς γίγνεται ἀστεροπῆς : ἀνδρῶν δ ' ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται :
4394829 πλεονασμῳ
τὰ ἄχυρα λικμώμενα ἐπιφέρονται , οἱονεὶ ἀχυριαί τινες οὖσαι , πλεονασμῷ τοῦ μ ἀχυρμιαί , . , . . ,
. : δάπτομαι : Καὶ κατὰ ἀναδιπλασμὸν δαδάπτομαι , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ δαρδάπτομαι . : Κέαρ παρὰ τὸ κεκρᾶσθαι
4386877 ῥυαξ
οἱ πρὸ τοῦ ῥύακος πηλοῦ ῥέοντες ποταμοὶ καὶ αὐτὸς ὁ ῥύαξ : ὧν δὴ καὶ ἑκάστους τοὺς τόπους πληροῦσθαι ,
τοῦτο καὶ κατὰ τὴν Ἐρύθειαν συμβαῖνον εἰρήκαμεν . ὁ δὲ ῥύαξ εἰς πῆξιν μεταβάλλων ἀπολιθοῖ τὴν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς ἐφ
4378958 Κομανος
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος
4376678 τριγωνιζεται
μηροὺς τούτῳ ἀνέθεσαν , ἔστι δὲ οἶκος τοῦ Διὸς καὶ τριγωνίζεται τῷ τε Λέοντι καὶ τῷ Κριῷ καθὰ δὴ καὶ
, ἐν καλῷ τόπῳ ἕστηκεν ἰδιοθρονῶν καὶ ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης τριγωνίζεται , τοῦ Ἄρεως ἀποστρόφου ὄντος , βίον καλὸν ἕξει
4340715 Δημητερα
ἰάλλω Ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , Ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτερα τῶν ὑποχεῖσθαι Ἀρχομένων , ὑπ ' ἐμῆς δ '
α δισυλλάβων , ἀβλῆτος ἀβλῆτα , λιμένος λιμένα , Δημήτερος Δημήτερα , Διομήδεος Διομήδεα , καλοῦ καλόν , μάντιος μάντιν
4338598 ἀμειψαν
λέξις ἀλλὰ δύο : καὶ δεῖ γράφειν : πόδ ' ἄμειψαν , ἤγουν μετέβησαν : ἀμείβειν γὰρ τὸν πόδα ἐστὶ
λέξις ἀλλὰ δύο : καὶ δεῖ γράφειν : πόδ ' ἄμειψαν , ἤγουν μετέβησαν : ἀμείβειν γὰρ τὸν πόδα ἐστὶ
4336538 ἰϲχουϲα
, ἐπὶ τὸ μελάντερον τρέπεται χρῶμα , ποτὲ μὲν ἰῶδεϲ ἴϲχουϲα τοῦτο , ποτὲ δὲ κυανοῦν , ἐνίοτε δὲ τὸ
τε καὶ δύϲλυτόϲ ἐϲτι κεφαλαλγία , ἐπὶ μικραῖϲ προφάϲεϲι μεγίϲτουϲ ἴϲχουϲα παροξυϲμούϲ , ὥϲτε μήτε ψόφων ἀνέχεϲθαι μήτε φωνῆϲ ϲφοδροτέραϲ
4335410 λαω
, κατὰ τὸν ὀφθαλμὸν συνιστάμενον : γίνεται δὲ παρὰ τὸ λάω τὸ βλέπω καὶ τοῦ μὴ ἀπαγορευτικοῦ : καὶ γὰρ
γέγονε δὲ τοῦτον τὸν τρόπον κατὰ τὸν Ὦρον : ἔστι λάω τὸ σημαῖνον τὸ θεωρῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀλαός
4334361 ἐξῃξατην
δὲ φυλάττει φύσει τὸ νέον , ἐξωθοῦσα τὰ νοσήματα . ἐξῃξάτην : ἐξῆλθον . . Θ . . . ἐξώρμησαν
μέσος ᾐξάμην , τὸ τρίτον τῶν δυϊκῶν ᾐξάτην , ὡς ἐξῃξάτην . εἰκότως φησὶν ὑπηρέτας ἔχειν τὸν Ἀσκληπιὸν ὄφεις .
4331747 κοχωνα
πρὸ χελιδόνων ] ἤτοι κατὰ τὸν χειμῶνα . εἰς τὰ κόχωνα : κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον , τὸ μεταξὺ
Γ ἀπώμνυν ] ὅρκοις ἐπὶ τῷ μὴ κεκλοφέναι . Γ κόχωνα ] κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον καὶ τὸν μηρόν
4330453 ἀχυρου
καὶ τὴν συνουσίαν . ἄχναι βʹ : τὸ λεπτὸν τοῦ ἀχύρου . καὶ τὸν ἀφρόν . ἀχρεῖον βʹ : τὸ
ἐπὶ τῶν μέγα τι καὶ δεινὸν ὑφισταμένων . Δι ' ἀχύρου καὶ θύμου καὶ τρυτάνης : ἐπὶ τῶν φειδωλῶν καὶ
4328276 ὑπεσταλμενου
: τὰ γὰρ σύμφωνα οὔτε δασεῖαν ἐπιδέχονται οὔτε ψιλήν , ὑπεσταλμένου τοῦ ρ , τοῦτο γὰρ πέφυκε καὶ δασύνεσθαι ,
καὶ ἡ φυγάς , ὁ Ἀρκάς καὶ ἡ Ἀρκάς , ὑπεσταλμένου τοῦ ἀνδριάς ἀνδριάντος καὶ ἱμάς ἱμάντος , ἅτινα καὶ
4325425 ἀνειν
: ἄμενοί τινες ὄντες . κατὰ μετάθεσιν στοιχείου : ὡς ἂνειν ἁ οὐχηρεμοῦντες : ἕως οὐδ ' ἐν τὸ αὐτὸ
: ἄμενοί τινες ὄντες . κατὰ μετάθεσιν στοιχείου : ὡς ἂνειν ἁ οὐχηρεμοῦντες : ἕως οὐδ ' ἐν τὸ αὐτὸ
4305488 Θυεστ
συντάξεως τῆς κατ ' εὐθεῖαν τυγχάνει , αὐτὰρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε : καὶ εἰ εὐθείας εἴη ,
τόξον Ὀδυσσεύς . . Δ . . αὖταρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε φορῆναι : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ
4303562 ἀνεστραμμενον
καλεομένου καὶ Κοινύρων , ἀντίον δὲ Σαμοθρηίκης , ὄρος μέγα ἀνεστραμμένον ἐν τῇ ζητήσι . Τοῦτο μέν νύν ἐστι τοιοῦτο
τρίτη ὑπερβολαίων : υ κάτω νεῦον καὶ ἡμίαλφα ⋏ ἀριστερὸν ἀνεστραμμένον # ὑπερβολαίων διάτονος : μῦ καὶ πῖ καθειλκυ -
4302956 πενταμετρου
παιῶσι τοῖς πρώτοις ἐπάγειν κρητικόν , τούτῳ καὶ ἐπὶ τοῦ πενταμέτρου Θεόπομπος ὁ κωμικὸς ἐχρήσατο ἐν Παισίν , ἀφ '
γʹ προσοδιακὸν τρίμετρον : κατὰ μονοποδίαν γὰρ μετρεῖται μέχρι τοῦ πενταμέτρου . πεντάμετρος γὰρ γενόμενος τριακοντάσημός ἐστιν ἤτοι τριακοντάχρονος :
4287024 τριγενειας
ε καὶ ω ἀττικῶς : εἰ δὲ οὐκ εὐποροῦσι χρήσεως τριγενείας , οὐκ ἔχουσι γὰρ χρῆσιν δοῦναι ἡμῖν οὔτε τοῦ
εἰ δέ τι ὀξύνεται , διαστολὴν πέπονθεν , ἢ ἕνεκα τριγενείας : πάλος σάλος λάλος φάλος θόλος . τὸ δὲ
4283953 Ἰατρων
Περὶ ἐνδόξων ἀνδρῶν ἰατρῶν καὶ ὁ Σωρανὸς ἐν ταῖς τῶν Ἰατρῶν διαδοχαῖς ὅτι καὶ ὀξυτόνως λέγεται , κυρτὸς ὡς φοξός
σεμνηθέντων ἐνδόξων ἀνδρῶν ἰατρῶν καὶ ὁ Σωρανὸς ἐν ταῖς τῶν Ἰατρῶν Διαδοχαῖς φασιν , ὅτι καὶ ὀξυτόνως εἴρηται κυρτὸς ὡς
4274826 δακτυλικος
: τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ ] ” ἀθανάταις ἰδέαις
δίμετρον : τὸ ζʹ ⌋ ” τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα “ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ ηʹ ” καρπούς τ ' ἀρδομέναν
4271608 σημαινον
παρὰ τὸ λίαν μᾶν : ἢ παρὰ τὸ λάπτω τὸ σημαῖνον τὸ ἀπὸ δίψης φλέγομαι . Λαῖτμα : τὸ χάσμα
νῶ νήθω , κνῶ κνήθω : ἀλήθω τὸ αὐτὸ † σημαῖνον τῷ πρωτοτύπῳ . οὕτως Μεθόδιος , . , .
4262971 εἰδεχθης
ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν , εἰδεχθὴς τὰς ὄψεις , γραμματιστὴς τὴν ἐπιστήμην , ἐκ Πανὸς
παρεκάθητο δὲ αὐτῷ γυνὴ ἐπὶ ζεύγους ὁδοιποροῦντι τά τε ἄλλα εἰδεχθὴς καὶ ξηρὰ τὸ ἥμισυ τὸ δεξιὸν καὶ τὸν ὀφθαλμὸν
4260043 ἐτυμολογειν
τὴν ἀρχήν . ἑκάτερος οὖν τούτων , φησί , καὶ ἐτυμολογεῖν ἐπιχειρεῖ τὸ τῆς ψυχῆς ὄνομα πρὸς τὴν οἰκείαν δόξαν
δὲ κόραις καὶ κόροις ἐστὶν οἰκεῖα , ὥστε πλεοναχῶς τὸ ἐτυμολογεῖν τοὺς Κουρῆτας ἐν εὐπόρῳ κεῖται . εἰκὸς δὲ καὶ
4258698 γραφομενον
τὸ ἐριπόντι Πολυνείκει παρὰ Πινδάρῳ ἀναλογώτερον καταστήσεται διὰ τοῦ ο γραφόμενον . Ἀλλ ' εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ συνωνυμεῖν τὸ
. . . , . ] Ἀπίθανον μὲν γὰρ τὸ γραφόμενον : πλὴν εἴ τις ἕτερος αὐτὰ γράφειν ἱκανός ἐστι
4249937 Ἀσκρης
καὶ τοῖς ὑπ ' Εὐδόξου πολὺ χείρω λέγοντος περὶ τῆς Ἄσκρης . πῶς γὰρ ἄν τις πολυστάφυλον τὴν τοιαύτην ὑπὸ
δὲ καὶ ἡμεῖς πεποιήμεθα παρ ' αὐτοῦ Καλλίππου διδαχθέντες . Ἄσκρης μὲν δὴ πύργος εἷς ἐπ ' ἐμοῦ καὶ ἄλλο
4223689 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
4222996 Πηληιαδεω
, καὶ τὸ θεά προσηγορία πάλιν θηλυκή , καὶ τὸ Πηληιάδεω ὄνομα πατρωνυμικόν , πρὸς δὲ τούτοις καὶ τὸ Ἀχιλῆος
ἤτοι ὅλου τοῦ στίχου μέρος ἐστὶν ἢ τοῦ ἄειδε θεὰ Πηληιάδεω Ἀχιλῆος . ἀλλ ' εἰ μὲν τοῦ ὅλου στίχου
4212010 ἀδιαγνωστον
οὖν εὐκτὸς εὐκτέος ὥστε διὰ τῆς αι διφθόγγου γραφόμενον , ἀδιάγνωστον ἁμάρτημα : τὸ ἐτὸς ὀξύτονον ποιῆσαν τὸ ἐτεὸς ὀξύτονον
δὲ τῆς λίμνης τύπον συμφυῆ τῆι χέρσωι καὶ κατὰ πᾶν ἀδιάγνωστον : διὸ καὶ πολλοὶ τῶν ἀγνοούντων τὴν ἰδιότητα τοῦ
4207040 κλινουμεν
μετρικὸν ἀπὸ βραχείας ἀρχόμενον καὶ μακρᾶς : ὁμοίως τῷ Λάχητι κλινοῦμεν καὶ τὴν παραδοθεῖσαν ἡμῖν ἀπ ' ἐκείνου ἔφοδον καὶ
ἐπειδὴ σπονδειακά εἰσιν πρὸς τὸν Χρύσην ἀπευθυνοῦμεν καὶ ὁμοίως ἐκείνῳ κλινοῦμεν . Τὸ δὲ Καλλικράτης καὶ τὸ Ἀριστοκράτης καὶ τὸ
4194113 ἀφνεος
ἀγλαΐζεται δέ : ἐπαγωγικῶς ἀπὸ τῶν καταριθμηθέντων : εἰρηκὼς γὰρ ἀφνεὸς , ἀγαθὸς , δίκαιος , βασιλεὺς , ἐν τῇ
ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν : ὃς μὲν ἀχˈρήμων , ἀφνεὸς τότε , τοὶ δ ' αὖ πλουτέοντες * *
4193739 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
4191134 ἐυμμελιω
ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν
ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων
4188515 διελαμβανομεν
τῇ περὶ τοῦ Λάχης διδασκαλίᾳ , ἡνίκα περὶ τοῦ Ἀριφράδης διελαμβάνομεν : ὥσπερ γὰρ ἀπὸ τοῦ φαίνω γίνεται Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους
ἀντωνυμίας ἐπέκτασις σπανίως μὲν εὑρέθη ἐπ ' ἀναφορᾶς , ὁπότε διελαμβάνομεν περὶ τοῦ „ τοῦσδε δ ' ἔα φθινύθειν „
4170927 Ναιης
πρὸ τέλους ὡς ἰαμβικὰ κλίνεται : ἔτι σεσημείωται κούρης καὶ Ναίης , ἀπὸ πλεονασμοῦ εἶχον τὰ δίχρονα : τὸ δὲ
, καὶ ἐπλεόνασε τὸ μὲν Νάης τὸ ι καὶ ἐγένετο Ναίης , τὸ δὲ κόρης τὸ υ καὶ ἐγένετο κούρης
4165284 κεκαφηοτα
' ἀμπνύνθη , περὶ δὲ πνοιὴ Βορέαο ζώγρει ἐπιπνείουσα κακῶς κεκαφηότα θυμόν : τοῦ γὰρ λειποθυμοῦντος τὸ πνεῦμα ῥιπίσασα ἡ
ἄμυδις στίβη τε κακὴ καὶ θῆλυς ἐέρση ἐξ ὀλιγηπελίης δαμάσῃ κεκαφηότα θυμόν : αὔρη δ ' ἐκ ποταμοῦ ψυχρὴ πνέει
4157263 ἀλακατη
. . . . . . ἀλακάτη , , : ἀλακάτη : καὶ ἠλακάτη Ἰωνικῶς : παρὰ τὸ ἄγω ἄξω
πλεονάσαντος ἐγένετο ἀκαλός . . . . , . : ἀλακάτη καὶ ἠλακάτη : ἀπὸ τοῦ ἄγω ἄξω ἀκτὸς εἴρηται
4134436 στερητικου
κατὰ συγκοπὴν κράσω : ῥηματικὸν ὄνομα κρατὸς καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἄκρατος , ἐξ οὗ καὶ κρατήρ , ἀφ
καὶ πλεονασμῶ τῆς λι συλλαβῆς σπαλιεύς : καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α ἀσπαλιεὺς . ἀφροντιστήσας : ἀμεριμνήσας , ἢ ἀμελήσας
4130766 νις
ταῦτα , κάνναβις καννάβεως , Ἄθλιβις Ἀθλίβεως . Τὰ εἰς νις μακροπαράληκτα διὰ τοῦ δος , μήνιδος , τὸ δὲ
' ὀρχημάτων ἐμμέλεια τραγική , κόρδακες κωμικοί , σίκιν - νις σατυρική . ἐνόπλιοι ὀρχήσεις πυρρίχη τε καὶ τελεσιάς ,
4107156 Ἀϊς
. . . . ἄϊδι : Σέλευκός φησιν ἀπὸ τῆς Ἄϊς εὐθείας : ἀλλὰ τὰ εἰς δος , Πάριδος Πάριος
αἰθάλην . Ἄϊδι τῷ Ἅιδῃ , ἀπ ' εὐθείας τῆς Ἄϊς ὡς Πάρις , “ πολλὰς δ ' ἰφθίμους ψυχὰς
4102690 ἰσω
: ἀντεξισάζοντα : ἐκ τοῦ ἴσος † ὄνομα γίνεται ῥῆμα ἰσῶ , ὁ μέλλων ἰσώσω , ἰσωκῶ καὶ τροπῇ τοῦ
προσκυνῶ , σωρεύω , ἐπιτηδεύω , [ καλῶ ] , ἰσῶ , ἀκυρῶ , οἰκοδομῶ , ἡνιοχῶ , διατιμῶμαι ,
4100314 ἐκκαιομενον
ἐργάζεται καὶ εἰϲ ἀνέμου χρονίου ῥύϲιν ποιεῖ τὸ κατὰ βραχὺ ἐκκαιόμενον . κοινῶϲ μὲν οὖν πᾶϲ ἄνεμοϲ ἐκτενεϲτέραν ἀπόλαυϲιν ἀέροϲ
ἐσθιόμενα , σύμφυτον πετραῖον διαμασώμενον , καταπλασσόμενα δὲ ὠφελεῖ στόμαχον ἐκκαιόμενον , πολύγονον , σέρις , σόγχος , σέλινον κηπαῖον
4099270 μνον
νμενον ? [ ! ! ! ] καὶ [ ] μνον ? [ ! ! ! ! ! ] καὶ
φαίνεται καὶ οὗτος καὶ ἄλλοι πολλοὶ τὸ “ προθέλυ - μνον ” Γ ἀντὶ τοῦ Γ “ πρόρριζον ” ἀκούειν
4092039 προπασας
πρὸς τοὺς περιγράφοντας τούτους τοὺς στίχους . . νῆάς τε προπάσας : ὅτι περισσὴ ἡ πρό πρόθεσις . . .
πλεονάζει : καὶ ἀρχοὺς αὖ νηῶν ἐρέω , νῆάς τε προπάσας , πλεονάζει ἡ πρό . Ἔλλειψίς ἐστι λέξις οὐ
4090493 ἀνθεον
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
4084950 ἀπειρονος
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω

Back