καῦϲον , ἀμφημερινῷ δὲ τὸν καθ ' ἑκάϲτην μὲν ἡμέραν παροξυνόμενον , εἰϲ ἀπυρεξίαν δὲ μὴ παυόμενον . ὅ τε | ||
. ἔστι δὲ καὶ χρόνιον καὶ ἐπὶ μικραῖς προφάσεσιν ἑτοίμως παροξυνόμενον : τῶν γὰρ ἐχόντων τοῦτο τὸ πάθος οἱ μὲν |
φησὶ Κλέαρχος ἐν τῷ περὶ βίων . Τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ : ἐπὶ τῶν ἀναιρουμένων τὰ χείρονα ἀντὶ τῶν κρειττόνων | ||
ὕδωρ γράφω ῥάχοισιν ὀρχάδος στέγης ἀμάχετοι λοχαγοί τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ ἄκουε , σίγα : τίς ποτ ' ἐν δόμοις |
, καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ υ γίνεται γουνός , δόρυ δόρυος καὶ ὁμοίως δουρός : τὸ γόνυ καὶ τὸ δόρυ | ||
, καὶ οὕτως οὐδὲν ἀντίκειται : εἰ γὰρ ἀπὸ τοῦ δόρυος δουρός καὶ ἀπὸ τοῦ γόνυος γουνός καθ ' ὑπέρθεσιν |
καὶ ἄγαμαι καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ Αἰολικῶς ἀγαυνὸς ὡς ναὸς ναυός . Ἄρατος ἀγῶν ὁ Διόνυσος . ἀγανοῖς : προςηνέσιν | ||
τόνος τοῦ ἀγαυός , οὐκ Αἰολικῶς , ὡς ναός , ναυός . Ἁβρός , ὁ κούφως βαίνων , κατὰ στέρησιν |
μέντοι τὸ ὄρον παρά τε Αἰσχύλωι ἐν Κερκύνωνι καὶ παρὰ Μενάνδρωι ἐν β Ἐπικλήρωι σημαίνει ξύλον τι , ὧι τὴν | ||
] ποϲί ὀριβατοῦντεϲ γὰρ κόπτουϲι ξύλα ἔϲτιν [ ] παρὰ Μενάνδρωι τὸ τοιοῦτον ⸐ τοῦτ ' ἐκδανείζει καὶ κυκᾶιϲ [ |
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς | ||
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν |
ϲπληνίον ἐπιτίθει τῆϲ τετραφαρμάκου . Περὶ χαλαζίων . χαλαζιᾶν δὲ λέγουϲι τὰ βλέφαρα , ὅταν ἐκϲτραφέντων αὐτῶν φαίνηταί τινα ὑπερέχοντα | ||
δέ τιϲ καὶ ἀμυνόμενοϲ αὐτὸν ἀποκτεῖναι βούλοιτο τὸ θηρίον , λέγουϲι τοῦτον μοχθηρὸν ὄζειν πάνυ , καὶ μηδενὸϲ δὲ ἄλλου |
. παύονται δὲ τῶν καθάρϲεων αἱ μὲν περὶ τὸ πεντηκοϲτὸν ἔτοϲ , ϲπάνιαι δὲ μέχρι τῶν ἑξήκοντα , ἐνίαιϲ δὲ | ||
ἡ παροῦϲα ὥρα τοῦ ἔτουϲ , ποταπὸν δὲ τὸ ϲύμπαν ἔτοϲ : ἐντεῦθεν γὰρ τὰϲ διαίταϲ εὑρήϲειϲ ποιεῖϲθαι κάλλιϲτα , |
καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ τούτου ] γίνεται ἰάπτω , ἐξ οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἰάπτους καὶ κατὰ στέρησιν | ||
, ἐκ γὰρ τοῦ ἵπτω τὸ βλάπτω οὐ μόνον τὸ ἰάπτω γίνεται , ἀλλὰ καὶ ἵπτος ἡ παγὶς τῶν μυῶν |
οὐκ ἂν ἐβίων οὐδ ' ἅπαξ ] η μοι τῆϲ πόλεωϲ πλεῖϲτον πολὺ ] αμοι ? ? ? διαφθείρουϲι νῦν | ||
. ἐν τῷ πρὸς Ἀριστ . . ὀρθῆϲ δὲ τῆϲ πόλεωϲ οὔϲηϲ ἐπὶ τούτοιϲ ἀντὶ τοῦ κεκινημένης καὶ πεφοβημένης Ὑπ |
λέγεται , ὅτ ' ἂν μετὰ τοὺϲ τρεῖϲ πόδαϲ εὑρεθῇ ϲυλλαβὴ ἀπαρτίζουϲα εἰϲ μέροϲ λόγου : καὶ λέγεται ἑφθη - | ||
εἰϲιν Γ . εἰϲ γὰρ μέροϲ λόγου ἀπήρτιϲται ἡ μοι ϲυλλαβὴ καὶ ἑξῆϲ ἄρχεται ἀπὸ τῆϲ † διφθόγγου . ἡ |
[ ] ενεοιγερ ? ? [ ! ! ! ] ντε ? ποδα ? ? ? [ ] [ ] | ||
. . . [ ] [ ] [ ] ! ντε [ ] ς ? [ ] [ ] [ |
οὐγγίαϲ αʹ ἡμιϲείαϲ . Ἡ μνᾶ πρὸϲ τὸ Ἰταλικὸν ἔχει δραχμὰϲ ρμδʹ , πρὸϲ δὲ τὸ Ἀττικὸν δραχμὰϲ ρκβʹ : | ||
παρ ' ἔμοιγ ' ὤν . ἀλλὰ διὰ τὰϲ τέτταραϲ δραχμὰϲ ἀποβαλῶ , φηϲί , τὴν προαίρεϲιν ; καὶ τῶν |
πράγμασιν , πῶς ἐὰν εἴπω ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητὸν ἀποθνῆσκον καὶ τὰ ἑξῆς καὶ πλεονάσω ταῖς λέξεσιν ὁ ὅρος | ||
ταὐτὸν γάρ ἐστιν κατὰ τὴν σημασίαν τὸ θνητόν καὶ τὸ ἀποθνῆσκον . ἐπειδὴ οὖν οὐδὲν πλέον σημαίνει ἡ προστεθεῖσα λέξις |
ὥϲπερ ἐν ἀϲκῷ τινι φυλαϲϲόμενον : ὅθεν τὸ πάθοϲ ἀϲκίτηϲ ὕδεροϲ ὀνομάζεται , ϲυνιϲτάμενοϲ καὶ αὐτὸϲ ἐκ τῶν εἰρημένων αἰτίων | ||
, ἀποτυχία τῆϲ ἐξαιματώϲεωϲ γίνεται , καὶ καλεῖται τὸ πάθοϲ ὕδεροϲ , ἐφ ' οὗ ποτὲ μὲν πλῆθοϲ πνεύματοϲ μετ |
βάξω , ἀφαιρέσει τοῦ ω βάξ , ὡς ἄλκω ἄλξω ἄλξ , καὶ ἐν διπλασιασμῷ βάβαξ . πολλὰ δὲ παρὰ | ||
, χρίπτω χρίμπτω , πίπλημι πίμπλημι . . . . ἄλξ : ἡ δύναμις : ἀπὸ τῶν εἰς κη θηλυκῶν |
καὶ τὰ Ἀμαραντά ὀξυτόνως λεκτέον : πρὸς διαφορὰν σημαινομένου τοῦ ἀμάραντα σώματα † δῆλον οὕτως λέγονται , . , . | ||
πράως , περιπλάττοντες κηρῷ παραπνοὴν μὴ ἀπολείποντες , καὶ παραμένει ἀμάραντα . Τῷ μετοπώρῳ ἄμεινον τὰς ἀμυγδαλᾶς φυτεύειν , ἕως |
δέ κ ' ἔρχεται ὕστατον ἦμαρ . Εἰ δὲ πυριφλεγέθων ἑτερήμερος ἄνδρα θαμίζων , ἢ κρυερὸς μάρπτων πυρετὸς παραδηθύνῃσιν , | ||
τε μέλεσθαι † Ἑρμείας . ὁ Αἰθαλίδης Ἑρμοῦ παῖς ἦν ἑτερήμερος καὶ μίαν ὑπὸ τὸν Ἅιδην διῆγεν , ἑτέραν δὲ |
δὲ ἐν τροφῇ χόνδρῳ ὠοῖϲ ῥοφητοῖϲ ἄρτοιϲ ϲεμιδαλίταιϲ καὶ χοιρείοιϲ ποϲὶ καὶ ἀκροκωλίοιϲ καὶ ὀρνιθίοιϲ πιοτέροιϲ ἐριφείοιϲ τε κρέαϲι καὶ | ||
δὲ τὸ μὲν τῇ ῥινὶ προϲφερέϲθω , τὸ δὲ τοῖϲ ποϲὶ καταπλαϲϲέϲθω . ἐμβοάτω δέ τιϲ αὐταῖϲ τραχυτέρᾳ φωνῇ καὶ |
βατανίων εὐθέως . . . . δίπυρον παραθήσεις , ᾠὸν ἐπιτετμημένον , πυόν , μέλιτος ὀξύβαφον , ἀποταγηνιῶ , τυροῦ | ||
βατανίων εὐθέως . . . . δίπυρον παραθήσεις , ᾠὸν ἐπιτετμημένον , πῦον , μέλιτος ὀξύβαφον , ἀπὸ ταγηνίω , |
, οὐκ ἀναιροῦϲι δὲ δακόντεϲ , ἀλλ ' ὡϲ ἡ ἀμφίϲβαινα καὶ ἡ ϲκυτάλη , οὕτωϲ καὶ οὗτοϲ πλήξαϲ φλεγμονὰϲ | ||
ποῖον ἡ οὐρά . μόνον δὲ διαφέρει τῆϲ ϲκυτάληϲ ἡ ἀμφίϲβαινα τῷ κατὰ ἀμφότερα τὰ μέρη βαίνειν , παρὸ καὶ |
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα | ||
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται : |
τὸ ἐκ τῆϲ Ἀρμενίαϲ κομιζόμενον : ἐκλέγου δὲ τὸ δύϲθραυϲτον πλῆρεϲ μεμυκόϲ . Καϲίαν ἐκλέγου τὴν κιρρὰν εὔχρουν κοραλλίζουϲαν ϲτενὴν | ||
γὰρ τὸ ἑαυτῶν πρόϲωπον ἐνερευθὲϲ ὂν καὶ δριμὺ βλέπον καὶ πλῆρεϲ ὀργῆϲ . δυνατὸν δὲ αὐτούϲ , ὥϲ φαϲί τινεϲ |
ὥσπερ Ὅμηρος : ἑτεραλκέα δῆμον ἔχοντες . ἑτεραλκέα δὲ τὴν ἀντιπαθῆ , τὴν ἐναντίαν ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ | ||
δῆγμα ιδ ϲκορπίου πληγὴ καὶ περίαπτα πρὸϲ τὸ αὐτὸ καὶ ἀντιπαθῆ ιε φαλαγγίων πόϲα γένη καὶ βοηθήματα πρὸϲ τὰ αὐτὰ |
συντάξεως τῆς κατ ' εὐθεῖαν τυγχάνει , αὐτὰρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε : καὶ εἰ εὐθείας εἴη , | ||
τόξον Ὀδυσσεύς . . Δ . . αὖταρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε φορῆναι : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ |
κἀγύναιξ κἀνέστιος παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Ἀθάμαντι . . Ὅτι δὲ γύναιξ ὤφειλεν εἶναι ἡ εὐθεῖα , δῆλον ἐκ τῆς γενικῆς | ||
ἡ γενικὴ διὰ τοῦ κος , δηλονότι καὶ ἡ εὐθεῖα γύναιξ ἐστὶν εἰς ξ : ἐκ δὲ τῆς δοτικῆς τῶν |
Ἕκτορεϲ βιβλία βέλη . Ϲυλλαβή ἐϲτι κυρίωϲ ϲύλληψιϲ ϲυμφώνων μετὰ φωνήεντοϲ ἢ φω - νηέντων , οἷον καρ βοῦϲ : | ||
ἂν εἰϲ φωνῆεν μακρὸν λήγῃ καὶ τὴν ἑξῆϲ ἔχῃ ἀπὸ φωνήεντοϲ ἀρχομένην , οἷον Οὔ τί μοι αἰτίη ἐϲϲί : |
! ! ταα ! ! [ ] ! ! αὖ βουλ [ ] ! ! ! [ ] ! ! | ||
? [ ί ! [ δ [ [ ] κακη βουλ ! [ ὰ̄ [ ἡ [ ! [ κλύη |
δὲ καὶ καθ ' Ἑλλάδα γλῶσσαν , εἰ δεῖ τὸ δημῶδες εἰπεῖν ῥῆμα , περίλημμα , † περιβαλούσης τὸν Ἄδωνιν | ||
τὸ τῶν πλουσίων καὶ κοσμίων ὅ ἐστι κηφήνων βοτάνη τὸ δημῶδες ὑπὸ τῶν προεστώτων ὑποποιούμενον διὰ τῆς τῶν πλουσίων τοῦ |
χελιδονίοιο πέτηλα καὶ ῥόδον εἰαρινοῖσιν ἀνοιγόμενον ζεφύροισιν : οὔπω γὰρ φύεν ἄνθος ἐπώνυμον Ἀντινόοιο . ΠΥΛΕΩΝ . οὕτως καλεῖται ὁ | ||
συγκυλίνδεται τῇ γυναικί , τοῖσι δ ' ὑπὸ χθὼν δῖα φύεν νεοθηλέα ποίην , λωτόν θ ' ἑρσήεντα ἰδὲ κρόκον |
. Αὐτὴ γαῖα μέλαινα πολυκλαύτοισι βροτοῖσι τίκτει καὶ κακότητα καὶ ἄλγεος ἄλκαρ ἑκάστου : γαῖα μὲν ἑρπετὰ τίκτε , τέκεν | ||
ὀνειρήεσσα , κακῶν ἐξάγγελος ἔργων , ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο . ἀλλά , μάκαρ , λίτομαί σε θεῶν |
] ! τοιϲ ἐνοροιϲ ? ! [ ! ! ] θεοῖϲ ] ! κωϲ οὐκ ἂν ἐβίων οὐδ ' ἅπαξ | ||
: ] ! οπραγ ! [ ] ραϲω ] ιϲ θεοῖϲ : ] ! ϲ . ο ! [ ] |
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ | ||
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ |
καὶ τροπῇ τοῦ υ εἰς ι , ἐκ δὲ τῆς δοιὸς γίνεται δοιὴ καὶ δοιαὶ , καὶ λέγεται : ἐν | ||
τοῦ δέω τὸ δεσμεύω δοὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι δοιὸς , ἡ γενικὴ δοιοῦ , ἡ εὐθεῖα τῶν δυϊκῶν |
Τρῶες δὲ προύτυψαν ἀολλέες ἀντὶ τοῦ προέτυψαν , καὶ πεδία λωτεῦντα , ἀντὶ τοῦ λωτεύοντα . καὶ τὸ ὑφαιρεῖν τὸ | ||
αὐτὴν Ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους καλύπτειν καὶ πεδία λωτεῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα , καί τ ' ἐφ |
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ | ||
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι |
πάχος μεταβαλλόμενον δηλοῖ πέψεως ἀρχὴν λαμβάνειν : τὸ δ ' οὐρούμενον παχὺ , ἀποκαθιστάμενον δὲ γινόμενον λεπτὸν δηλοῖ ἐν τῷ | ||
καὶ μένει παχὺ καὶ ὕστερον ἀποκαθίσταται : καὶ τὸ μὲν οὐρούμενον λεπτὸν καὶ μένον λεπτὸν δηλοῖ ἐσχάτην ἀπεψίαν τοῦ φλεβώδους |
καὶ οὐχὶ διὰ τοῦ Τ : ἔαρ ἔαρος , κέαρ κέαρος : σημείωσαί μοι τὸ νέκταρ καὶ φρέαρ ἐναντίως τῷ | ||
, τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος καὶ κέαρος κῆρος διὰ τὸ εἶναι φύσει μακρὰν πρὸ βραχείας μιᾶς |
: τὰ γὰρ σύμφωνα οὔτε δασεῖαν ἐπιδέχονται οὔτε ψιλήν , ὑπεσταλμένου τοῦ ρ , τοῦτο γὰρ πέφυκε καὶ δασύνεσθαι , | ||
καὶ ἡ φυγάς , ὁ Ἀρκάς καὶ ἡ Ἀρκάς , ὑπεσταλμένου τοῦ ἀνδριάς ἀνδριάντος καὶ ἱμάς ἱμάντος , ἅτινα καὶ |
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ | ||
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά , |
χολὴν μέλαναν ἀγόντων κθ Ἐπίθυμον λ Πολυπόδιον λα Γλήχων τραγορίγανοϲ λευκάνθεμον ἄλυϲϲον λβ Ἀρμένιον τὸ τῶν ζωγράφων λγ Κενταύριον λεπτόν | ||
Ἀντίγονος μὲν τὴν λευκὴν ἄκανθαν , ὁ δὲ Νίκανδρος τὴν λευκάνθεμον : ὁμοίως δὲ καὶ ἤρυγγος εἶδος λαχάνου ἀκανθώδους . |
καλεομένου καὶ Κοινύρων , ἀντίον δὲ Σαμοθρηίκης , ὄρος μέγα ἀνεστραμμένον ἐν τῇ ζητήσι . Τοῦτο μέν νύν ἐστι τοιοῦτο | ||
τρίτη ὑπερβολαίων : υ κάτω νεῦον καὶ ἡμίαλφα ⋏ ἀριστερὸν ἀνεστραμμένον # ὑπερβολαίων διάτονος : μῦ καὶ πῖ καθειλκυ - |
τε Χῖον καὶ τὸ Σύριον καὶ τὸ Κύθνιον καὶ τὸ Σίφνιον καὶ πολλαχόθεν ἄλλοθεν τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ Σικελὸν τὸ | ||
ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Μερόπη . τὸ ἐθνικὸν Σίφνιος . καὶ Σίφνιον ποτήριον καὶ σιφνιάζειν . Σιωνία , πόλις Ποντική . |
οἴκαδ [ ' ἄπιμεν ] : ὁ τῶν πλουϲίων λέγει χορόϲ ⸐ καὶ γὰρ αἱ γυναῖκεϲ [ ] / ὅϲαι | ||
εν ? δὲ τοῖϲ φαυλ [ ] ! ϲ ? χορόϲ ἐϲτι τα ? ! [ ] ται ? πᾶϲιν |
εἰ μὴ κικίννους ἀξίους λίτραιν δυοῖν . σὺν δὲ τῇ λίτρᾳ καὶ ἄλλα ὠνόμασε νομισμάτων ὀνόματα Ἐπίχαρμος ἐν Ἁρπαγαῖς ὥσπερ | ||
γὰρ ια καὶ ιγ # τοῦ ἐλαίου μίξειϲ τότε τῇ λίτρᾳ τοῦ κηροῦ . Ἐν ταῖϲ ἑψήϲεϲι τῶν φαρμάκων ἡ |
μηροὺς τούτῳ ἀνέθεσαν , ἔστι δὲ οἶκος τοῦ Διὸς καὶ τριγωνίζεται τῷ τε Λέοντι καὶ τῷ Κριῷ καθὰ δὴ καὶ | ||
, ἐν καλῷ τόπῳ ἕστηκεν ἰδιοθρονῶν καὶ ὑπὸ τῆς Ἀφροδίτης τριγωνίζεται , τοῦ Ἄρεως ἀποστρόφου ὄντος , βίον καλὸν ἕξει |
τῇ Συρίᾳ προσλάβοις ὁμοψήφους , εἰ λέγοις μηδὲν πονηρὸν μηδὲ ἐπαίτιον βεβιῶσθαί σοι . Ἡράκλεις , ἡ μὲν Ἀντιόχεια καὶ | ||
δ ' ἔμφυτον σκαιοῖσιν εἶναι : τί ποτε τοῦδ ' ἐπαίτιον ; ἆρ ' ὄλβος αὐτοῖς ὅτι τυφλὸς συνηρετεῖ τυφλὰς |
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις | ||
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις |
ἐπιγονατίδοϲ ἐκϲτῆναι κωλύεται . τοῖϲ αὐτοῖϲ οὖν τῆϲ κατατάϲεωϲ χρώμενοι τρόποιϲ , ποτὲ μὲν διὰ τῶν χειρῶν μόνον , ποτὲ | ||
ἀγαθὸν εἶναι τὸν θεόν . ἀλλ ' οἱ γενόμενοι τοῖϲ τρόποιϲ αὐτοὶ κακοί : πολλὴν δ ' ἐπιπλοκὴν τοῦ βίου |
τριγενῆ ὄντα , ταῦτα καὶ συγκριτικὰ ποιοῦσιν , οἷον ἐλαφρός ἐλαφρή καὶ τὸ ἐλαφρόν , καὶ τὸ συγκριτικὸν ἐλαφρότερος , | ||
τριγενῆ ὄντα , ταῦτα καὶ συγκριτικὰ ποιοῦσιν , οἷον ἐλαφρός ἐλαφρή καὶ τὸ ἐλαφρόν , καὶ τὸ συγκριτικὸν ἐλαφρότερος , |
ἀκατάληκτα , ὧν τελευταῖον : τάξιν γ ' ἔχουσα καὶ δυσήλιον κνέφας , ὃς μόνος ἰαμβικός ἐστι τρίμετρος . ἐνταῦθα | ||
γελᾷ . ἄψυχον ἄνδρα λαμβάνειν συνέμπορον δισχιδὴς ὁδός δυσμάραντον κακόν δυσήλιον θέρος διχόρροπος γνώμη ἐλαφρὸν παραινεῖν τῷ κακῶς πεπραγότι . |
ἐκεῖνα φυλάσσει τὸ Υ καὶ ἐπὶ τῆς γενικῆς : γόνυ γόνυος , δόρυ δόρυος , μέθυ μέθυος : μέθυ δὲ | ||
εἶδος . τὸ σφυρόν ] τὸ ὀστοῦν τὸ κάτωθεν τοῦ γόνυος . χάραξ ἐστὶ ξύλον ἐν ᾧ τὰς ἀμπέλους δεσμοῦσιν |
ἐντεῦθεν . ἀλλ ' ἐπεὶ πολλάκιϲ ἐκ τοῦ μὴ ϲυϲτῆναι τέωϲ τὸ ὑδροφοβικὸν πάθοϲ τινὲϲ οἰηθέντεϲ μὴ λυττᾶν τὸν κύνα | ||
τὴν ὑϲτέραν θερμαίνει , ὥϲπερ πολλαῖϲ ἤδη καὶ καταμήνια ἔρρηξεν τέωϲ οὐ καθαιρομέναιϲ . ὅταν δὲ τὸ ἐπανόρθωμα δῆλον γένηται |
τοῦ Θεοῦ . Οἰκοδομεῖν δὲ ἐναλλὰξ δόμον λίθινον καὶ ἔνδεσμον κυπαρίσσινον , πελεκίνοις χαλκοῖς ταλαντιαίοις καταλαμβάνοντας τοὺς βʹ δόμους . | ||
ἄμειψεν ἐν κοιλόπεδον νάπος θεοῦ : τό σφ ' ἔχει κυπαρίσσινον μέλαθˈρον ἀμφ ' ἀνδριάντι σχεδόν , Κρῆτες ὃν τοξοφόροι |
Φρύνις , Φρύνιδος . Φρύνιν ἰῶτα : τὴν δὴ Φρύνην ἦτά μοι , πόρνην τελοῦσαν , ἧς πολὺ πάλαι κλέος | ||
Φρύνις , Φρύνιδος . Φρύνιν ἰῶτα : τὴν δὴ Φρύνην ἦτά μοι , πόρνην τελοῦσαν , ἧς πολὺ πάλαι κλέος |
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας , | ||
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας , |
κατὰ τὸν ἀνακλώμενον χαρακτῆρα πολὺ παρὰ τῷ Ἀνακρέοντί ἐστι παρὰ δηῦτε Πυθόμανδρον κατέδυν ἔρωτα φεύγων : τῷ δὲ καθαρῷ ἑφθημιμερεῖ | ||
δίμετρα , οἷον τὰ Ἀνακρεόντεια ὅλα ᾄσματα γέγραπται ἐρῶ τε δηῦτε κοὐκ ἐρῶ καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι : τρίμετρα δὲ |
. . . . [ ] τως [ [ ] ονδ ? [ [ ] δ ' ἀπεπ ? [ | ||
? [ ] προϲφ [ ] ! ντε [ ] ονδ ? [ ] μειϲ κ [ ] νον [ |
ταῦτα δ [ δεόμενα φροντίδοϲ [ [ ! ! ] ουϲ τιϲ ἀντιϲε ! [ ! ! ] [ [ | ||
] ! ! αϲ ? ? ! ! [ ] ουϲ ? ? ? [ ] ! αυκ ! [ |
ἀλλ ' ὦτα μὲν μ [ παρὰ τὴν παροιμίαν [ δῆμοϲ αυτημ ! [ κυδῶντα δ ' οὐ κυ [ | ||
δέ τινεϲ ἑνικοὶ χαρακτῆρεϲ καὶ κατὰ πολλῶν λεγόμενοι , οἷον δῆμοϲ χορόϲ ὄχλοϲ : καὶ πληθυντικοὶ κατὰ ἑνικῶν τε καὶ |
θέμα θέματος , δῶμα δώματος : τὸ γάλα ἀπὸ τοῦ γάλαξ γέγονε κατὰ ἀποβολὴν τοῦ ξ : τὸ κάρα λίπα | ||
, ἐν τῷ ‚ ὦ γύναι ‚ : ἔτι τὸ γάλαξ , ἀφ ' οὗ γενικὴ ἡ γάλακτος , ὅτε |
πρὸ χελιδόνων ] ἤτοι κατὰ τὸν χειμῶνα . εἰς τὰ κόχωνα : κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον , τὸ μεταξὺ | ||
Γ ἀπώμνυν ] ὅρκοις ἐπὶ τῷ μὴ κεκλοφέναι . Γ κόχωνα ] κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον καὶ τὸν μηρόν |
ὄλμου ἐμνημόνευσε : δεῖ γὰρ πρῶτον τῆς τροφῆς ἐπιμελεῖσθαι . ὄλμον : ὄλμος δὲ ἐκλήθη διὰ τὸ ὀλλύειν καὶ διαφθείρειν | ||
ἁψῖδος : ἐξ ὧν πλειόνων οὐσῶν ἡ ἁψὶς γέγονεν . ὄλμον : πρώτου τοῦ ὄλμου ἐμνημόνευσε : δεῖ γὰρ πρῶτον |
ταῦτα , κάνναβις καννάβεως , Ἄθλιβις Ἀθλίβεως . Τὰ εἰς νις μακροπαράληκτα διὰ τοῦ δος , μήνιδος , τὸ δὲ | ||
' ὀρχημάτων ἐμμέλεια τραγική , κόρδακες κωμικοί , σίκιν - νις σατυρική . ἐνόπλιοι ὀρχήσεις πυρρίχη τε καὶ τελεσιάς , |
εἴπερ βαρυνόμενα εἴη , πάντως κατὰ διάλεκτον , ὡς τὸ παίω πήω λεγόμενον παρὰ Βοιωτοῖς κτλ . . , : | ||
τὸ γόνυ , ἐγὼ δὲ διελάσας τὴν ἀσπίδα τῇ σαρίσῃ παίω διαμπὰξ ἐς τὸ στέρνον , εἶτ ' ἐπιδραμὼν ἀπεδειροτόμησα |
ἀληθής , ἥ τε σταθμὸν ἔχουσα καὶ εἴριον ἀμφὶς ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵνα παισὶν ἀεικέα μισθὸν ἄροιτο . τοῦτο | ||
, ἥ τις εἴριον ἀμφὶ καὶ σταθμὸν ἔχους ' ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵν ' ἀεικέα παισὶν ἄροιτο μισθόν . |
' εἰπεῖν , ὅτι πιὼν ] κᾆτ ' ἔλαβον τὸ χρυϲίον ] είτω ? τιϲ ὅ τι ποτὲ βούλεται ] | ||
] ! ! ? ! ! ! ! [ τὸ χρυϲίον δὲ ? ? [ λάμβαν ] ' . οὐ |
μὴ πλησιάζειν αὐτῷ ζῷον ἐν τῷ ἀσφαλεῖ ἢ ὅτι τὸ ἐρι μόριον λέγουσιν ἀντὶ τοῦ μεγάλου , ὡς καὶ Ὅμηρος | ||
ἐριτίμων ” δέ , πάνυ τιμίων . τὸ γὰρ “ ἐρι - ” ἐπίρρημά ἐστιν ἐπιτάσεως , ὡς τὸ “ |
κοινοῦ ὥς τινες λέγουσιν , ἀλλ ' ὥσπερ φαμέν : διέρχομαι διὰ τῶν πυλῶν τὴν αὐτὴν εἰς τὸν οἶκον , | ||
ὁρῶ , αἰτιατικῆ : ὡς εἶδον Ἥφεστον : εἴδω τὸ διέρχομαι , γενικῆ : διαπροδεείσατο καὶ τῆς : εἴδω τὸ |
τινές φασι , διὰ τὸ τὸν Κρόνον εἰς τὴν ψύξιν ἀλληγορεῖσθαι : νεκρὸν δὲ διὰ τὴν ἀπόστασιν τοῦ ἡλίου καὶ | ||
τῷ Διὶ τὴν Ἥραν , οὖσαν ἀδελφήν , δοκεῖ ταῦτα ἀλληγορεῖσθαι , ὅτι Ἥρα μὲν νοεῖται ὁ ἀήρ , ἥπερ |
' αὐτῆς ἤδη , καὶ τῶν διαφορούντων μίγνυμεν , τὸ ἀφρόλιτρον καὶ τὸ λίτρον ἢ τὸ θεῖον ἄπυρον , ὅπερ | ||
μὴ μεγάλης δ ' ἀνάγκης οὔσης , οὐδὲ καταπίνει τις ἀφρόλιτρον κακοστόμαχον ὄν , ἐπεί τοι μᾶλλόν ἐστι λίτρου τμητικόν |
, ἡμικύκλια . κήτεος ἀλκαίη : ἡ οὐρά . κυρίως ἀλκαία λέγεται ἡ τοῦ λέοντος οὐρά , ἀπὸ τοῦ δι | ||
, χερόνησός ἐστιν ὑπὸ τοῦ Εὐξείνου τῆς Προποντίδος διεζωσμένη . ἀλκαία ἡ οὐρὰ τοῦ λέοντος : διὰ τὸ ἐς ἀλκὴν |
δὲ Ἀπολλόδωρος † † καὶ ὅτι τὸ ποτήριον μεστὸν πάλιν ἀπεπλήρουν , δεδήλωκεν ἐν τῇ δʹ ⌈ τῶν περὶ Σώφρονος | ||
, οἱ δ ' ἀμφὶ τὸ ἱερὸν παῖδες ὁμοῦ παίζοντες ἀπεπλήρουν τῆς ἱερουργίας τὸν νόμον : λαβόντες γὰρ μῆλον ὡραῖον |
ω ? ! [ βλέπω ϲεγ ? [ πρὸϲ τῆϲ Ἀθηνᾶϲ . οπ ? ? [ ολν ? ? ! | ||
! ! ! ] αφαιϲ ? ἔχων πρὸϲ τῆϲ ] Ἀθηνᾶϲ , τοϲοιϲ ? ? [ ! ! ] ! |
δὲ καὶ λεαινόμενον καὶ πριόμενον τὸ ξύλον . Τὸ δὲ θύον , οἱ δὲ θύαν καλοῦσι , παρ ' Ἄμμωνι | ||
λεύκη , δάφνη , πίτυς , κυπάριττος , κέδρος , θύον , ἰτέα , μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ |
φηγοὶ Πανὸς ἄγαλμα , γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλοτέροις θαλέθωσι : βουνιὰς | ||
τῆς βουνιάδος μνημονεύει : γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος , ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλότεραι θαλέθωσι . |
ἀνδραπόδων . ῥοδωνιά ἐστιν ἡ τῶν ῥόδων φυτεία , ὥσπερ ἰωνιὰ ἡ τῶν ἴων , ὡς Ἑκαταῖος ἐν αʹ περιηγήσεως | ||
εἴ τι κέκληται , τῶν δὲ ῥόδων ῥοδωνιά , καὶ ἰωνιὰ τῶν ἴων . ἐπὶ φυτῶν καὶ δένδρων καρποφόρων ἐρεῖς |
φησὶ πολυπλάνητον αὐτὸ καλῶν καὶ δεικνὺς οὕτως „ τὸ δὲ πολυπλάνητον κάρτα : ἐπὶ μὲν γὰρ Δευκαλίωνος βασιλέος ᾤκεε τὴν | ||
. Καὶ τὸ μὲν οὐδαμῇ κω ἐξεχώρησε , τὸ δὲ πολυπλάνητον κάρτα . Ἐπὶ μὲν γὰρ Δευκαλίωνος βασιλέος οἴκεε γῆν |
δ ' ἐν ὀφθαλμοῖς ἑλκῶν , τὸ μὲν ἐν τῷ κερατοειδεῖ κοῖλον καὶ στενὸν καὶ καθαρὸν ἕλκος , βόθριον ἐπονομάζεται | ||
, ὅταν χρονίσαν τὸ σταφύλωμα ὑποσκληρυνθῇ καὶ περιουλώσῃ ἐν τῷ κερατοειδεῖ κατὰ πάντα ἐοικὼς ἥλου κεφαλῇ . Περὶ μυδριάσεως . |
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ | ||
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε : |
, ἐπὶ τὸ μελάντερον τρέπεται χρῶμα , ποτὲ μὲν ἰῶδεϲ ἴϲχουϲα τοῦτο , ποτὲ δὲ κυανοῦν , ἐνίοτε δὲ τὸ | ||
τε καὶ δύϲλυτόϲ ἐϲτι κεφαλαλγία , ἐπὶ μικραῖϲ προφάϲεϲι μεγίϲτουϲ ἴϲχουϲα παροξυϲμούϲ , ὥϲτε μήτε ψόφων ἀνέχεϲθαι μήτε φωνῆϲ ϲφοδροτέραϲ |
στρατιᾶς περὶ Κυλλήνην , βουλόμενοι οἱ περὶ Ξενίαν τὸν λεγόμενον μεδίμνῳ ἀπομετρήσασθαι τὸ παρὰ τοῦ πατρὸς ἀργύριον † δι ' | ||
τὸ μὲν γὰρ ἀργύριον μηδὲ ἀριθμῷ ἄγειν αὐτόν , ἀλλὰ μεδίμνῳ ἀπομεμετρημένον πολλοὺς μεδίμνους . εἶχε δὲ καὶ αὐτὸς Παρμένων |
φεύγειν τάχιον , πὰρ γὰρ σοὶ πρώτῳ , φησί , πασάμην Δημήτερος ἀκτήν . τοιγαροῦν πρότερον , ὁπότε οὐδέπω μετειλήφει | ||
Πρίαμος δὲ πρὸς Ἀχιλλέα φησί : νῦν δὴ καὶ σίτου πασάμην . οἰκεῖον γὰρ τοῦ τηνικάδε ἀτυχήσαντος ἀπογεύσασθαι μόνον : |
ὅτι ἐλλείπουσι ταῦτα τὸ τ : καὶ τὸ τάλας δὲ τάλανος καὶ μέλας μέλανος ἐλλείπουσι τὸ τ , μέλαντος γὰρ | ||
νυκτός ἄνακτος , ἐνδεῖ δέ , ὡς ἐν τῷ μέλανος τάλανος : τὸ δὲ κάρα λίπα ἄλειφα ἀποκοπὰς παθόντα τὴν |
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ | ||
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς |
ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν , εἰδεχθὴς τὰς ὄψεις , γραμματιστὴς τὴν ἐπιστήμην , ἐκ Πανὸς | ||
παρεκάθητο δὲ αὐτῷ γυνὴ ἐπὶ ζεύγους ὁδοιποροῦντι τά τε ἄλλα εἰδεχθὴς καὶ ξηρὰ τὸ ἥμισυ τὸ δεξιὸν καὶ τὸν ὀφθαλμὸν |
ἐστι φρόνησις ὑγεία γάρ τις αὕτη διανοίας , τὸ δὲ φθεῖρον ἀφροσύνη νόσον ἀνίατον κατασκήπτουσα . τοῦτο δὲ „ νόμιμον | ||
χῶρον , ἅτε δικαίων ἀνδρῶν ὄντων , οὐ φθείρει , φθεῖρον τὰ ἄλλα : καὶ ἐν Ζακύνθωι κρηνῖδας ἰχθυοφόρους εἶναι |
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν | ||
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' |
Ἰβηρικὸν γένος τοῦτο , ὅπερ φημὶ οἰκέειν τὰ παράλια τοῦ διάπλου , διώρισται ὀνόμασιν ἓν γένος ἐὸν κατὰ φῦλα : | ||
τὸ ἀκρωτήριον τὸ κατὰ Ῥηναίαν στάδια ρνʹ . Τοῦ δὲ διάπλου εἰς Ῥηναίαν στάδια μʹ . Αὐτῆς δὲ Ῥηναίας καὶ |
τε καὶ ἀσκήσει καὶ ἐκ τάξεως ἐς τάξιν ἄλλην εὐπετῶς μετακινήσει , τοῦτο ἐπασκητέον . τοσόνδε μέντοι συμβουλεύσαιμ ' ἂν | ||
δόξαν παρέξουσιν ἐκείνοις , καὶ αὐτὸ τὸ στράτευμα ἐν τῇ μετακινήσει ἀσθενέστερον ἅμα καὶ ἀτακτότερον καθιστᾶσιν . ἀλλὰ τοὺς ψιλοὺς |
πλεῖστον διὰ τὸ ψαλῶ ψάλλω : θαλῶ θάλλω , καὶ εἴτι ὅμοιον : ἔχουσι γὰρ ταῦτα τὸν μέλλοντα εἰς α | ||
: πνὶξ ἐξ οὗ τὸ πνίγος : πλὶξ , καὶ εἴτι ὅμοιον . Τὰ εἰς ωξ ὀνόματα συγκείμενα παρὰ ῥῆμα |
πεπέρεωϲ λευκοῦ ⋖ ε κιναμώμου ⋖ δ ναδροϲτάχυοϲ κρόκου ϲμύρνηϲ τρωγλοδυτικῆϲ πολίου ἀνὰ ⋖ δ . ἀναλάμβανε μέλιτι καὶ δίδου | ||
ἀριϲτολοχίαϲ ϲτρογγύληϲ πεπέρεωϲ λευκοῦ ἀνὰ ⋖ ε κιναμώμου ναρδοϲτάχυοϲ ϲμύρνηϲ τρωγλοδυτικῆϲ πολίου κρόκου ἀνὰ ⋖ δ : ἀναλάμβανε μέλιτι ἀπηφριϲμένῳ |
αραι ? [ ] πορεν Ἡρακλέι πρώτωι [ [ ] ντι ? κέλευθον ἐπισπήσει ? ! [ [ Ἀμφιτρυωνιάδας ] | ||
! [ ! ! ] ! ! ! ! ] ντι φραρκεϲιν [ ! ! ! ! ] νοϲ ? |
ῥαφή : ἀντὶ τοῦ παραλογίζεται , ὡς καὶ ἐν εʹ Ἐπιδημιῶν φησιν : ἔκλεψαν δέ μου τὴν γνώμην αἱ ῥαφαὶ | ||
συνώνυμον θεὶς τὸ ἀλύειν τῷ πλανᾶσθαι . κεῖται ἐν τετάρτῳ Ἐπιδημιῶν καὶ ἐν αʹ Γυναικείων καὶ ἐν Ἀφορισμοῖς . ἀπεδείξαμεν |
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων | ||
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν : |
καὶ αὐτὸ φασὶν παρὰ τὸ ὄπτω τὸ βλέπω , ὄψω ὄψος , καὶ τροπῇ Αἰολικῇ ὕψος : οὕτως Ἡρωδιανὸς ἐν | ||
σὺν ἑαυτῷ καὶ ἕνα βοηθόν , καὶ τοσοῦτον ἂν οἴσεις ὄψος , ὡς μήτε ὑπόχῃ , μήτε ἀμφιβλήστρῳ ἄλλων ἐργαζομένων |
τῷ οἰκίσκῳ * ὄλεθρον : ἤγουν φθορὰν καὶ ἀφανισμόν * μαίεται : ζητεῖ εὑρίσκει ζητεῖ ἢ βουλεύει ἢ ἐπιτίθησιν * | ||
οὗτος μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἀεὶ τείνει λόγος κλύειν μαίεται * τὸν ἐγχώριον Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων πλήρει |
καὶ τέλειον γενέσθαι : ταχὺ δὲ αὖ πάλιν συστέλλεται καὶ ταπεινοῦται καὶ φθίνει , ψόγου τινὸς προσπεσόντος ἢ δυσφημίας . | ||
προσγίνεται , τῷ καθόλου τὸν λόγον ἐπιστώσατο . κατέπτηχε ] ταπεινοῦται . οὔτε γὰρ ὁ μισῶν βλάπτει διὰ τὸ ἡμᾶς |
! ? [ ερευ ! ! ! ! ! ! κοινὸϲ κοὐχὶ ? [ } πολλὰ | καὶ παρὰ τῶν | ||
[ . καὶ δῆλον ὡϲ ἔϲπαρκε τῶν οἴκοι τινὰϲ ὁ κοινὸϲ ἐχθρὸϲ πόλεμοϲ ἄλλον ἀλλαχῆι . ἔχει γὰρ οὕτωϲ : |
μελίνην . “ Ξενοφῶν Ἀναβάσεως αʹ ” καὶ σίτου καὶ μελίνης , “ ἐν δὲ τῷ αὐτῷ ” πολὺν δὲ | ||
θεῶν οὐδὲν ἡ τάλαινα δοῦσα τοῦ ταριχηροῦ γάρου ἄμαλλαι κνημοῦ μελίνης ὀρίνδην βρῦτον δὲ τὸν χερσαῖον † οὐ δυεῖν † |
παρώνυμον κατὰ ἀναστροφὴν , ἀπὸ ἀρσενικοῦ εἰς θηλυκόν : ὡς ξυστὴρ , ξύστρα : γαστὴρ , γάστρα : καὶ ἀὴρ | ||
ὑφ ' ἃ τὸ μὲν ἡμικύκλιον ἐμπεριφερὲς εἰς ὀξὺ ἐπανεστηκὸς ξυστὴρ ὀνομάζεται , τὸ δὲ ὑπὸ τὴν τούτων ὀξύτητα κοῖλον |