. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
7189678 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
6399519 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
6293317 Τοξευτῃ
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ '
6282498 τοσση
Φερεκύδης δὲ ἐν τῇ ιʹ ἱστορεῖ ὑπὸ Μουσῶν . δὶς τόσση δέ : διπλῆ ὡς πρὸς ἣν ἐβάσταζεν ὁ Ζῆθος
γάρ οἱ ζωή γ ' ἦν ἄσπετος : οὔ τινι τόσση ἀνδρῶν ἡρώων , οὔτ ' ἠπείροιο μελαίνης οὔτ '
6170319 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
6138999 ἐπιηρος
ἣν ἐκεῖνος λέγει πῦρ καὶ γῆν . ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
, καθάπερ φησὶν Ἐμπεδοκλῆς τὸ ὀστοῦν : ἡ δὲ χθὼν ἐπίηρος ἐν εὐστέρνοις χοάνοισι τῶν δύο τῶν ὀκτὼ μερέων λάχε
5958906 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
5862661 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
5849152 ἠλιβατοι
, ἀτραπιτοί τε διηνεκέες λιμένες τε πάνορμοι πέτραι τ ' ἠλίβατοι καὶ δένδρεα τηλεθάοντα . στῆ δ ' ἄρ '
: γλαυκὴ δέ ς ' ἔτικτε θάλασσα πέτραι τ ' ἠλίβατοι , ὅτι τοι νόος ἐστὶν ἀπηνής . οἱ δὲ
5829628 μετρηθεισα
, ἑξάκις ἂν τόσση μιν ὑποδράμοι : αὐτὰρ ἑκάστη ἴση μετρηθεῖσα δύω περιτέλλεται ἄστρα οὐ γραμματικοῦ τοῦτο νοῆσαι , ὅτι
τοῦ λίθου δυνάμει . Ἀλλὰ οὖσα πρώτη φύσις καὶ οὐ μετρηθεῖσα οὐδὲ ὁρισθεῖσα ὁπόσον δεῖ εἶναιταύτῃ γὰρ αὖ ἡ ἑτέρα
5817163 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
5817059 ἀλγεος
. Αὐτὴ γαῖα μέλαινα πολυκλαύτοισι βροτοῖσι τίκτει καὶ κακότητα καὶ ἄλγεος ἄλκαρ ἑκάστου : γαῖα μὲν ἑρπετὰ τίκτε , τέκεν
ὀνειρήεσσα , κακῶν ἐξάγγελος ἔργων , ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο . ἀλλά , μάκαρ , λίτομαί σε θεῶν
5725760 ταυροιο
τε χύτλα καὶ εὐχωλὰς μειλίγματ ' ἐνὶ χθονὶ χεύῃ θελγομένου ταύροιο κλυτοῦ μένει ἠελίοιο , καὶ τότε δὴ πεφύλαξο πόλει
μὲν πρῶτα φερέσβιος ἀλφίτου ἀκτή , αἷμα δ ' ἐπὶ ταύροιο , θαλάσσης θ ' ἁλμυρὸν ὕδωρ . Στέψασθαι δ
5721086 μελιγαρυες
πρὸς τὸ πιστὸν ὅρκιον ἀποδεδόσθαι τὸ τέλλεται οὕτως : οἱ μελιγάρυες ὕμνοι ἀρχαὶ καὶ προφάσεις τῶν ὑστέρων ὑπὲρ αὐτοῦ λόγων
' ἔτι Χίρων , καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν , ἰατῆρά τοί κέν νιν πίθον
5676523 ἀμμεων
! ! ! [ καὶ τὸν μο ? [ ] ἀμμέων [ ] λάμπρω τε ? ! [ ] δι
δοκίμοι τὸν δολομάχανον νικάσην Ἔρον , οὖτος δοκίμοι τοὶς ὐπὲρ ἀμμέων εὔρην βραϊδίως ἄστερας ὀππόσσακιν ἔννεα . καὶ νῦν ,
5643547 μαστιεται
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν :
5524577 κυναρα
ὑδρηλὴν κρήνῃσι καὶ ὀχετοῖσιν , ἐν δὲ τοῖς οὔρεσι πέφυκε κυνάρα καὶ βοτάνη ἄλλη , καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς :
ὑψηλὰ καὶ δασέα ὕλῃσιν , ἐπὶ δὲ τοῖσιν οὔρεσιν ἄκανθα κυνάρα . καὶ ἑξῆς : Πάρθων πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα Χοράσμιοι
5520591 ἀρρηκτος
ἕξεως ἀσθένειανἡ δ ' ἐστὶ πνευματικὸς τόνος , δεσμὸς οὐκ ἄρρηκτος , ἀλλὰ μόνον δυσδιάλυτοςθρυπτόμενοι καὶ ῥέοντες εἰς λεπτὴν τὸ
, δέκα δὲ στόματ ' εἶεν , γαστὴρ δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ
5451872 εὐσημος
αὐξηθῆι βροτοῖς . Μεθ ' ὃν κύκλου φοραῖσι ταῖς πολυστρόφοις εὔσημος οὐκ ἄσημός ἐστι Τοξότης τὰ νέρθε δεικνὺς γαστρὸς οὐ
] ἐν . ἁλοῦσα ] ἁλοῦσα δὲ ἡ πόλις . εὔσημος ] ἐπίσημος τῶι καπνῶι . θύελλαι ] τῆς φθορᾶς
5434886 ὀνομηναν
τὴν φωριαμὸν Ἐρατοσθένης ἐν τῷ Ἑρμῇ : φωριαμὸν δ ' ὀνόμηναν , ὅ μιν κύθε φώριον ἄγρην : ἐκ τοῦ
μνήστευον , καὶ πολλὰ ⌋ [ περικλυτὰ ] δῶρ ' ὀνόμηναν ⌊ ἴφθιμοι βασιλῆες , ἀπειρέσιον ⌋ [ μετὰ ]
5418193 ὀνομασται
ὅτι ἐναντίαι δηλοῦται . αὐτὰρ ἐπειδὴ πάντα φάος καὶ νὺξ ὀνόμασται καὶ τὰ κατὰ σφετέρας δυνάμεις ἐπὶ τοῖσί τε καὶ
ὅτι ἐναντίαι δηλοῦται . αὐτὰρ ἐπειδὴ πάντα φάος καὶ νὺξ ὀνόμασται καὶ τὰ κατὰ σφετέρας δυνάμεις ἐπὶ τοῖσί τε καὶ
5408842 δοκις
Πάχετός τε μεγίστη : παχεῖα . Στιβαρή : στερεά . δοκίς : ξύλον . ἄκρῃ : τῆς δοκίδος . Πολλὴ
νύκτας λαμπὰς μεγάλη καομένη , ἀπὸ τοῦ σχήματος ὀνομασθεῖσα πυρίνη δοκίς : μικρὸν δ ' ὕστερον ἡττηθέντες οἱ Σπαρτιᾶται παραδόξως
5399997 ἐπιστησασα
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ]
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [
5396187 βροτεον
ἀνήρ , τρίτον ἐν παλαιτέροισι , μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθˈνος : ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετάς ὁ θνατὸς
, τρύχεσκεν ? ? ? ? ? ? δὲ μένος βρότεον , μινύθεσκε δὲ καρπός , ὥρηι ? ? ἐν
5390338 πρισματιου
εἰσιν κορυφαί , ὧν βάσεις αἰεὶ τὸ αὐτὸ πλάτος τοῦ πρισματίου , ἀλλὰ καὶ παραλλήλων τριγώνων τῷ ΑΒ ἐπιπέδῳ καὶ
καὶ μέρος τοῦ σώματος αὐτοῦ φαίνηται ὑπὲρ τὸ πλάτος τοῦ πρισματίου , δεήσει πάλιν τὸ πρισμάτιον ἐγγυτέρω τῆς ὄψεως κινοῦντα
5361474 Γαιῃ
: αὖτις δ ' αὖ Θαύμαντα μέγαν καὶ ἀγήνορα Φόρκυν Γαίῃ μισγόμενος καὶ Κητὼ καλλιπάρηον Εὐρυβίην τ ' ἀδάμαντος ἐνὶ
, Κἀν : Σικελῇ γῇ ῥίπτουσαν λίμνην τοὺς λουομένους : Γαίῃ δ ' ἐν Σικελῶν Τρινακρίδι χεῦμα δέδεικται αἰνότατον ,
5347375 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
5341663 πορφυρεη
ὀνόματος τοῦ Αἴαντος . εἰς ὃ Εὐφορίων ἀπιδὼν εἶπε : πορφυρέη ὑάκινθε , σὲ μὲν μία φῆμις ἀοιδῶν Ῥοιτείῃς ἀμάθοισι
προεκδόσει τῷ τῆς μὲν ῥηίτερόν κεν ἑξῆς ἐστιν ἄκρα δὲ πορφυρέη , οἱ δὲ μεταξὺ δύο οὐκ εἰσίν . ἔρευθος
5326022 ἀπειρονος
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω
5268914 δυσηλιον
ἀκατάληκτα , ὧν τελευταῖον : τάξιν γ ' ἔχουσα καὶ δυσήλιον κνέφας , ὃς μόνος ἰαμβικός ἐστι τρίμετρος . ἐνταῦθα
γελᾷ . ἄψυχον ἄνδρα λαμβάνειν συνέμπορον δισχιδὴς ὁδός δυσμάραντον κακόν δυσήλιον θέρος διχόρροπος γνώμη ἐλαφρὸν παραινεῖν τῷ κακῶς πεπραγότι .
5254538 ὠκυτατος
ῥ ' ὁ μὲν ἠϊθέοισι μετέπρεπεν , αὐτὰρ ὁ πόντῳ ὠκύτατος δελφὶς ἑτέρων προφερέστατος ἦεν , δή ῥα τότ '
ἐπ ' αὐτοῦ τάχιστα . Ἰδού σοι οὑτοσὶ δελφίνων ὁ ὠκύτατος . Εὖ γε : ἀπελαύνωμεν : σὺ δὲ παρανήχου
5246841 ἀμετρητ
] ἣν αὐτὸς εὔξομαι . ※ ; . ἑτερόστροφα . ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ
] εὐχὴ Σωκράτους . δέσποτ ' ] αὐθέντη . . ἀμέτρητ ' ] ἀναρίθμητε , ἀπλήρωτε . , πλεῖστε ,
5244065 λιμοιο
Ὡς οὐδὲν λιμοῖο : γνώμη , γνωμικὸν , θαυμαστικόν . λιμοῖο : πείνας ἢ κυνωδοῦς ὀρέξεως : λιμὸς ἡ λεγομένη
ἀλλήλοις φορβή τε φίλη καὶ λίχνος ὄλεθρος . ὣς οὐδὲν λιμοῖο κακώτερον οὐδὲ βαρείης γαστέρος , ἣ κρατέει μὲν ἐν
5238984 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
5208608 κεαρος
καὶ οὐχὶ διὰ τοῦ Τ : ἔαρ ἔαρος , κέαρ κέαρος : σημείωσαί μοι τὸ νέκταρ καὶ φρέαρ ἐναντίως τῷ
, τείχεα τείχη , βέλεα βέλητὸ γὰρ ἔαρος ἦρος καὶ κέαρος κῆρος διὰ τὸ εἶναι φύσει μακρὰν πρὸ βραχείας μιᾶς
5201118 θυον
δὲ καὶ λεαινόμενον καὶ πριόμενον τὸ ξύλον . Τὸ δὲ θύον , οἱ δὲ θύαν καλοῦσι , παρ ' Ἄμμωνι
λεύκη , δάφνη , πίτυς , κυπάριττος , κέδρος , θύον , ἰτέα , μυρίκη , μυρρίνη : εἰ μὴ
5186002 ἀποσεισαμεναι
] αὐγάζει . μαρμαρέαισιν ] λελαμπρυσμέναις , λαμπροτάταις . . ἀποσεισάμεναι ] ἀποτιναξάμεναι , ἀποβαλοῦσαι . , ἀποβαλόμεναι . ἀποσείω
ἐν αὐγαῖς “ ὅμοιος : τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ
5179510 δακτυλικος
: τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ ] ” ἀθανάταις ἰδέαις
δίμετρον : τὸ ζʹ ⌋ ” τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα “ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ ηʹ ” καρπούς τ ' ἀρδομέναν
5174785 βορεης
ἔνθα δυώδεκα μὲν μένον ἤματα δῖοι Ἀχαιοί : εἴλει γὰρ βορέης ἄνεμος μέγας οὐδ ' ἐπὶ γαίῃ εἴα ἵστασθαι ,
γαῖαν , ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν καὶ βορέης ἀπέωσε , παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων . ἔνθεν δ '
5174368 ἐπιψαυουσαν
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς
5164043 τὠμισυ
πλέον εἴη / ἁρμαλιῆς : τὸ ἥμισυ , κατὰ σύνθεσιν τὤμισυ : ἔχει δὲ ὁ σκοπὸς οὕτως : τότε μὴ
, χαλεπὸς προβάτοις , χαλεπὸς δ ' ἀνθρώποις . τῆμος τὤμισυ βουσίν , ἐπ ' ἀνέρι δὲ πλέον εἴη ἁρμαλιῆς
5124712 ἐσχεθεν
ζωὴν φαγέειν μενοεικέα πολλήν : ἀλλ ' Ὀδυσεὺς κατέρυκε καὶ ἔσχεθεν ἱεμένους περ . τοῦ νῦν οἶκον ἄτιμον ἔδεις ,
Δάμασον κυνέης διὰ χαλκοπαρῄου : οὐδ ' ἄρα χαλκείη κόρυς ἔσχεθεν , ἀλλὰ διὰ πρὸ αἰχμὴ χαλκείη ῥῆξ ' ὀστέον
5117012 νοησαις
θερμοτέρου καὶ ψυχροτέρου πέρι πρῶτον ὅρα πέρας εἴ ποτέ τι νοήσαις ἄν , ἢ τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον ἐν
δὲ διηνεκέως ὑπένερθε χελείου Καρκίνον , ἧχι μάλιστα διχαιόμενόν κε νοήσαις ὀρθόν , ἵν ' ὀφθαλμοὶ κύκλου ἑκάτερθεν ἴοιεν .
5108611 λωτευντα
Τρῶες δὲ προύτυψαν ἀολλέες ἀντὶ τοῦ προέτυψαν , καὶ πεδία λωτεῦντα , ἀντὶ τοῦ λωτεύοντα . καὶ τὸ ὑφαιρεῖν τὸ
αὐτὴν Ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους καλύπτειν καὶ πεδία λωτεῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα , καί τ ' ἐφ
5105156 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
5088919 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
5084831 αὐδησει
ἔργον : ἦ τότ ' ἀμειψάμενος στεινὸν πόρον Ἑλλησπόντου † αὐδήσει Γαλατῶν ὀλοὸς στρατός , οἵ ῥ ' ἀθεμίστως Ἀσίδα
φθεγγομένου . Τὸ δέ σοι πολὺ λώιον ἀμφὶς ἔμμεναι : αὐδήσει γὰρ ἐν ἤματι πρῶτον ἀνόλβῳ . Ἁλισκομένου δὴ τοῦ
5081562 ἠμειψαμεν
σοφίαν , ἀμαθίαν , εὐβουλίαν . ἐπεὶ δὲ σηκῶν περιβολὰς ἠμείψαμεν ὕδωρ τε ποταμοῦ σῶμα διεπεράσαμεν χρεία δ ' ἀνάγκης
πᾶσαν , ὡς ἐμοὶ δοκεῖς . Ἐπεὶ δὲ σηκῶν περιβολὰς ἠμείψαμεν , ὕδωρ τε ποταμοῦ σῶμα διεπεράσαμεν , καὶ ἡμῶν
5047316 εὐηλιον
παλίσκιον , ψυχεινόν , εὐχείμερον , ἀλεεινόν , ὑπόθερμον , εὐήλιον , δίκαιον ταῖς ὥραις , καλῶς οὐρανοῦ κείμενον ,
καὶ ὁ χυλὸς ἐρυθρός . φιλεῖ δὲ λιπαρὰν γῆν , εὐήλιον , δρυμοὺς καὶ γεώλοφα : πλεονάζει δ ' ἐν
5035996 κερδαιν
σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
5035589 ἐδαμησαν
τεῖχος ἀνέμβατον ᾧ πέρι πολλοὶ Τρώων υἷες Ἄρηι καὶ Ἀργείων ἐδάμησαν . Ἐλθόντες δ ' ἐπὶ νῆας ἀρήια τεύχεα θέντο
πολλὰ κάρηνα ἡρώων οἳ δή σφιν ὁμοῦ κτάθεν ἠδ ' ἐδάμησαν Τρώων ἐν παλάμῃσιν ἀνὰ στόμα δηιοτῆτος , πολλὰ μάλ
5027806 εὐκαρπῳ
ἡδείας ἔχοντι καὶ τέρψεις ἐφημέρους , τὴν δὲ Δημοσθένους διάλεκτον εὐκάρπῳ καὶ παμφόρῳ γῇ καὶ οὔτε τῶν ἀναγκαίων εἰς βίον
καὶ ὁ χῶρος οὗτος ἔρημός ἐστι , καὶ ἄγονος ἐν εὐκάρπῳ ὅλῃ κείσεται τῇ ἀρούρᾳ . ταύτῃ τοι καὶ ἐφ
5022701 πυκιμηδεος
λέγομεν , αἷμά ἐστι κατὰ μεταβολὴν εἰς σῆψιν ἐπιδεδεγμένον . πυκιμήδεος συνετῆς κατὰ τὰ μήδεα , ὅ ἐστι βουλεύματα .
πολλὰ γὰρ ἐξημοιβὰ παρ ' αὐτόθι τεύχεα κεῖτο ἠμὲν Ὀδυσσῆος πυκιμήδεος ἠδὲ καὶ ἄλλων ἀντιθέων ἑτάρων , ὁπόσα κταμένων ἀφέλοντο
5014932 ἰσαζους
ἀληθής , ἥ τε σταθμὸν ἔχουσα καὶ εἴριον ἀμφὶς ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵνα παισὶν ἀεικέα μισθὸν ἄροιτο . τοῦτο
, ἥ τις εἴριον ἀμφὶ καὶ σταθμὸν ἔχους ' ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵν ' ἀεικέα παισὶν ἄροιτο μισθόν .
5002263 ὠκυτατον
τε ἀνίσχυρον καὶ καρδίαν δειλὸν , ταχύποδα μέντοι καὶ θέειν ὠκύτατον : καὶ ἑτέρους δὲ κατὰ πάντα πλεονεκτοῦντας καὶ βουλὴν
εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι πˈρὶν μέσον ἆμαρ , ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον : ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορόν ἐν τέρμασιν αὐτίκ
4994673 μαιεται
τῷ οἰκίσκῳ * ὄλεθρον : ἤγουν φθορὰν καὶ ἀφανισμόν * μαίεται : ζητεῖ εὑρίσκει ζητεῖ ἢ βουλεύει ἢ ἐπιτίθησιν *
οὗτος μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἀεὶ τείνει λόγος κλύειν μαίεται * τὸν ἐγχώριον Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων πλήρει
4989287 ἀνθεον
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
4987745 σχιζομεναι
νῆσοι αἱ κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο μέρος τῆς θαλάττης σχιζόμεναι , Αἰγαῖος ὑπὲρ αὐτῶν ἐδείκνυτο εἶναι ἡ θάλαττα ,
' ὁπότ ' ἀκτίνων αἱ μὲν νότον αἱ δὲ βορῆα σχιζόμεναι βάλλωσι , τὰ δ ' αὖ περὶ μέσσα φαείνῃ
4954716 εὐεργεα
ἄειρον , Ἄργος δ ' αὖθ ' ἵκανε , λιπὼν εὐεργέα νῆα , ὅσγε τανυφλοίου ἐλάτης ἀμφιπλεκὲς ἔρνος ἀμπέλου αὐαλέης
κελεύοι . ἀλλά μοι εἴφ ' , ὅπῃ ἔσχες ἰὼν εὐεργέα νῆα , ἤ που ἐπ ' ἐσχατιῆς ἦ καὶ
4932226 εὐρινος
τὸ πρόσωπον ὡραῖος , ἐρυθρός , οἱ ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , εὔρινος , αἱ κνῆμαι λεπταί , πόνος ἔσται περὶ τὸν
ἐπήδησε καὶ αὐτὴ κατ ' αὐτόν : ἰχνευτικὴ γὰρ καὶ εὔρινος ἐκείνη γε ἡ κύων ἦν . Μασσαγέται μέν ,
4922762 κυβερνητηρες
῎λαχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος χθονός ἵππων κυβερνητῆρες Ἀγαμέμνονος πέρι ἔνδον γένοιτο ἠδ ' ἄγκος ὑψίκρημνον ὄρεσι
σε τῇ πέμψωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες . οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν , οὐδέ τι πηδάλι ' ἐστί , τά
4905373 Φυλλα
ἐπάνω τοῦ ἥπατος . [ Πρὸς γλῶσσαν ῥευματιζομένην . ] Φύλλα κυνάρων τρίψας μετὰ μέλιτος , ἄλειφε τὴν γλῶσσαν ,
εὐγλωττότερον . 〛 εἴδη φυταρίων . . . σισύμβρια : Φύλλα τινὰ οἷς στεφανοῦνται οἱ νυμφίοι . 〚 νυμφίων βίον
4892526 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
4887372 παντο
οϲ ? ! [ ] ! ι ] ειται ] παντο ? [ ] ! ηδ [ ] ! [
[ ] παρθένος οὐρανίη ? ? [ ] κώματι ? παντο ? ! ο ? [ ] ! ! !
4882221 ἐκμετρουμενος
Μωυσῆς κατασκευάζει πήχεσιν ἑκατόν , τὸ πρὸς ἀνατολὰς καὶ δύσεις ἐκμετρούμενος διάστημα . ἔστι δὲ καὶ ἀπαρχῆς ἀπαρχὴ ὁ ἑκατοστὸς
Μωσῆς κατασκευάζει , πήχεσιν ἑκατὸν τὸ πρὸς ἀνατολὰς καὶ δύσεις ἐκμετρούμενος : περιβλέπω καὶ περιβλέπομαι , σπῶ καὶ σπῶμαι παρὰ
4879401 ἀριπρεπεα
ὅτ ' ἐν οὐρανῷ ἄστρα φαεινὴν ἀμφὶ σελήνην φαίνετ ' ἀριπρεπέα , ὅτε τ ' ἔπλετο νήνεμος αἰθήρ : ἔκ
καὶ τόνδε γενέσθαι παῖδ ' ἐμὸν ὡς καὶ ἐγώ περ ἀριπρεπέα Τρώεσσιν , ὧδε βίην τ ' ἀγαθόν , καὶ
4871368 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4866132 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4860125 ὀλεσεν
ὀΐσασθαι , ἐπεὶ στερεὴ λίθος ἦεν . ἐκ δ ' ὄλεσεν βοτάνης ὑγρὸν δέμας : ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὀλλυμένης πάμπαν
Ἄθω σώματα γῆι πέλασαν δώδεκα , τοὺς δ ' ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας .
4856829 καθηρῃ
καὶ τὸ ξὺν τῷ ναρκισσίνῳ . Ἢν δὲ ταῦτα μὴ καθήρῃ , κατανοῶν πολὺ προστιθέναι , τέως τὸ ξὺν τῇ
νοσήλια , μέχρις ἅπασαν ἄτην γυιοβόρους τε δύας ὀδύνας τε καθήρῃ : ὣς οἵγ ' ἀρτιφύτοισιν ἀναΐσσουσιν ἐλύτροις δειδιότες νούσοιο
4833834 ἀντιπαθη
ὥσπερ Ὅμηρος : ἑτεραλκέα δῆμον ἔχοντες . ἑτεραλκέα δὲ τὴν ἀντιπαθῆ , τὴν ἐναντίαν ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ
δῆγμα ιδ ϲκορπίου πληγὴ καὶ περίαπτα πρὸϲ τὸ αὐτὸ καὶ ἀντιπαθῆ ιε φαλαγγίων πόϲα γένη καὶ βοηθήματα πρὸϲ τὰ αὐτὰ
4832969 Νεδαν
' ὧν τὸν Δία τραφῆναι λέγουσι , τίθενται Θεισόαν καὶ Νέδαν καὶ Ἁγνώ : καὶ ἀπὸ μὲν τῆς Θεισόας πόλις
τραφῆναι παρὰ σφίσι τὸν θεόν , Ἰθώμην δὲ εἶναι καὶ Νέδαν τὰς θρεψαμένας , κεκλῆσθαι δὲ ἀπὸ μὲν τῆς Νέδας
4831653 ἐμμελεως
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ '
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν
4822657 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
4822593 λιβανοιο
θύου ἢ σμύρνης ἢ εὐόδμου καλάμοιο ἢ καὶ θεσπεσίοιο πεπαινομένου λιβάνοιο ἢ κασίης : ἐτεὸν γὰρ ἀνὰ χθόνα λύσατο κείνην
Γερραίης δὲ τῆς Ἀραβικῆς . Γέρρα γὰρ πόλις τῆς Ἀραβίας λιβάνοιο δὲ χύσιν εἶπε ἐπεὶ περίκειται ἡ λιβανωτὶς τοῖς κλάδοις
4822186 λιαρῳ
Πάτροκλος πρῶτον τῷ εὐπορηθέντι μαχαιρίῳ διαχειρίζει , ἔπειτα ἀπονίψας ὕδατι λιαρῷ , ὡς ἀνωδυνώτερον γένοιτο , ῥίζαν ἐπιβάλλει : πολλαὶ
ἐπικλείουσι Μέλαιναν : τῇ δ ' ἐπὶ καὶ Μελίτην , λιαρῷ περιγηθέες οὔρῳ , αἰπεινήν τε Κερωσσόν , ὕπερθε δὲ
4821324 ἰχνι
, ἐσθλὸς ἐὼν ἄλλου κρείττονος ἀντέτυχεν : κοῦραι ἐλαφρὰ ποδῶν ἴχνι ' ἀειράμεναι . ἐν δὲ διχοστασίηι καὶ ὁ πάγκακος
, πολλὰ δέ τ ' ἄγκε ἐπῆλθε μετ ' ἀνέρος ἴχνι ' ἐρευνῶν εἴ ποθεν ἐξεύροι : μάλα γὰρ δριμὺς
4821131 κρηναιον
ἔν τε Βοιωτῶν χθονὶ διώλλυθ ' , οἱ μὲν ἀμφὶ κρηναῖον γάνος δίψῃ πονοῦντες , οἱ δ ' ὑπ '
, ὅθεν ὁ Πρωτεσίλαος πρῶτος τῆς νεὼς πηδήσας ἀπέθανε . κρηναῖον : φασὶ γὰρ ὅτι πηδήσαντος τοῦ Ἀχιλέως ἐκ τῆς
4814468 εοι
] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ ' ἡμέρα [ ] εοι σφάλλει μία : [ ὦ ] ξέν ' ,
[ ] τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! !
4810457 ὀρθοτερα
ἐν πλείονι χρόνῳ ἀνατέλλει ἡ ΕΛ τῆς ΛΜ , καὶ ὀρθοτέρα ἡ ΛΜ περιφέρεια , ἥτις ἐστὶν τοῦ λέοντος ,
δὲ τὴν μὲν Ἰδαίαν τὴν δὲ παραλίαν : τούτων δὲ ὀρθοτέρα καὶ μακροτέρα καὶ τὸ φύλλον ἔχουσα παχύτερον ἡ Ἰδαία
4808939 ἀμαραντα
καὶ τὰ Ἀμαραντά ὀξυτόνως λεκτέον : πρὸς διαφορὰν σημαινομένου τοῦ ἀμάραντα σώματα † δῆλον οὕτως λέγονται , . , .
πράως , περιπλάττοντες κηρῷ παραπνοὴν μὴ ἀπολείποντες , καὶ παραμένει ἀμάραντα . Τῷ μετοπώρῳ ἄμεινον τὰς ἀμυγδαλᾶς φυτεύειν , ἕως
4807424 ἐβρεμεν
δοῦπος ὀρώρει αὐτῶν ἠδ ' ἵππων , περὶ δ ' ἔβρεμεν ἄσπετα τεύχη . Ὡς δ ' ὁπόταν μεγάλοιο βίη
] μα πέτρηι ξ [ ] ν [ ] ν ἔβρεμεν μ [ ] α ? [ ] γλυκυνεκτ [
4805476 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4803331 γινε
. Ϲκορπίοϲ ὁ μὲν χερϲαῖοϲ ὠμὸϲ ἐπιτεθεὶϲ βοήθημα τῆϲ ἰδίαϲ γίνε - ται πληγῆϲ : ὁμοίωϲ δὲ καὶ ὀπτὸϲ ἐϲθιόμενοϲ
γʹ , ὁ δὲ ἥλιος δὶς τοῦ ἔτους ἐν αὐτῇ γίνε - ται κατὰ κορυφὴν , ἀπέχων τῆς θερινῆς τροπῆς
4799416 ξον
] τὴν ΑΔ οὖσαν μοῖραν α , ἐπὶ τὸ ἓν ξον , λέγω δὴ τὴν ΑΞ , ἔσται τὸ πρῶτον
, ΣΥ ξξα πρῶτα : ἐὰν δὴ πολλαπλασιάσω τὸ πρῶτον ξον τὸ ΑΞ ἐπὶ τὸ πρῶτον τὸ ΑΣ , ἔσται
4796699 κωφην
θνητῶν , τοῖς δ ' οὐδὲ παροῦσιν ἀκούειν ἔξεστιν : κωφὴν δ ' ἀκοῆς αἴσθησιν ἔχουσιν . ταῦτά τις ἐπιλυόμενός
ἔργα , περιβλέπεται δὲ τὰ ὀπίσω καὶ τὰ νώτια , κωφὴν δόξαν καὶ τυφλὸν πλοῦτον καὶ ἀναίσθητον εὐσαρκίαν καὶ νοῦ
4773488 Ἀπεννιον
ἀλλὰ καὶ Ἀπατουρίτης . δύναται καὶ Ἀπατούριος καὶ Ἀπατουρεύς . Ἀπέννιον , ὄρος διὰ μέσης Ἰταλίας τεταμένον ” τὴν μέν
ἴδρις μωμήσαιτο σοφῆς ὑποεργὸς Ἀθήνης : ὅν ῥά τε κικλήσκουσιν Ἀπέννιον : ἐκ δὲ βορείης Ἄλπιος ἀρχόμενον Σικελὴν ἐπὶ πορθμίδα
4771117 τρυχεται
, διὰ δὲ τὴν ὑγρότητα διαχωρέει : τὸ οὖν σῶμα τρύχεται τροφὴν οὐ λαμβάνον τὴν προσήκουσαν , αἵ τε κοιλίαι
τρυφερός : τρυφὲν , κλασθέν : τρύζω : τρυφῶ : τρύχεται : τρύγει , ξηραίνει : τρύγα πυθμένα : τρυγίας
4768831 ἀνεικια
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία . ἀλλοίωσις μὲν ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα τῆς
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία : ἀλλοίωσις μέν , ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα
4767986 ἰϲχουϲα
, ἐπὶ τὸ μελάντερον τρέπεται χρῶμα , ποτὲ μὲν ἰῶδεϲ ἴϲχουϲα τοῦτο , ποτὲ δὲ κυανοῦν , ἐνίοτε δὲ τὸ
τε καὶ δύϲλυτόϲ ἐϲτι κεφαλαλγία , ἐπὶ μικραῖϲ προφάϲεϲι μεγίϲτουϲ ἴϲχουϲα παροξυϲμούϲ , ὥϲτε μήτε ψόφων ἀνέχεϲθαι μήτε φωνῆϲ ϲφοδροτέραϲ
4764770 ἐπαινησαντες
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται :
4763566 ἐπικρυπτεται
οὗτος ἐφοίτα ἀφανὴς παρὰ τοῖς τὰ βασιλικὰ πράγματα , ὅσῳ ἐπικρύπτεται , τοσῷδε φιλοτιμότερον ἐξηγουμένοις , καὶ τὸ πιστὸν ἐς
οὔτε δυνατὸν ἦν περιεργάζεσθαι : τὰ γὰρ ἐν τοῖς βασιλείοις ἐπικρύπτεται καὶ μάλα στεγανῶς : οὔτε πολυπραγμονοῦσι συμμαθεῖν : τὰ
4745060 κατονομαζεται
τίς ἐστι παρθένων ἀσκουσῶν γυναικῶν , ἥτις πάλαι τοῦ Ἀκρουλλίου κατονομάζεται . καὶ πάλιν ἄλλῃ τινὶ κουστωδίᾳ βαρβάρων ἐντυχόντες κατὰ
συνθέσεως ποιεῖται τὴν πρόοδον , καὶ διάνοια τοῦτο ἢ δόξα κατονομάζεται . , “ ἁ δὲ διάνοια τό τε πολλαπλόον
4733610 πυκνωι
καὶ τὸ μαλθακὸν καὶ τὸ κοῦφον , ἐπὶ δὲ τῶι πυκνῶι ὠνόμασται τὸ ψυχρὸν καὶ τὸ ζόφος καὶ σκληρὸν καὶ
τοῦ ἀπείρου [ καὶ καταλήγουσα ἐν πέρατι ἢ ἀραιῶι ἢ πυκνῶι καὶ οὗ λυομένου πάντα τὰ ἐν αὐτῶι σύγχυσιν λήψεται
4719098 ἑτερο
δὲ ταύτην , ἄπειρον ἄρτιον πλῆθος ἀριστερὸν θῆλυ καμπύλον σκότος ἑτερό - μηκες κινούμενον κακόν . αὗται μὲν οὖν αἱ
δὲ ταύτην , ἄπειρον ἄρτιον πλῆθος ἀριστερὸν θῆλυ καμπύλον σκότος ἑτερό - μηκες κινούμενον κακόν . αὗται μὲν οὖν αἱ
4718915 ἁπαντη
. Περιπροθέουσιν : κυκλοῦσι , περικυκλοῦνται . ἀπάτην : γράφεται ἁπάντη . Οἴστρῳ : ἔρωτι . βεβιημένοι : βιαζόμενοι .
' Αἰγοκερῆος ἀνερχομένοιο μάλιστα Καρκίνον εἰς ἀνιόντα κυλίνδεται . Ὅσσον ἁπάντη ἀντέλλων ἐπέχει , τόσσον γε μὲν ἄλλοθι δύνων .
4717145 ἐυμμελιω
ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν
ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων
4715848 λυθρος
πνευμάτιον καὶ τὸ ἡγεμονικόν . τῶν μὲν σαρκίων καταφρόνησον : λύθρος καὶ ὀστάρια καὶ κροκύφαντος , ἐκ νεύρων , φλεβίων
: ἑκὰς δ ' ἐρυθαίνεται ὕδωρ ξανθῆς ἐκ κονίης , λύθρος δ ' ἔχει ὥστε θάλασσαν , ὣς τότε κητείοιο
4710953 πελ
[ ] ἵπποι ἔχων [ ] ἀλλ ' ὅτε δὴ πελ [ ] ἀφροδισιᾶν μ [ ] Κένταυρος ἀϊ [
ἀγωνίζηται Ἀθηναῖον : Ἀθηναίων πολίτην ἐποίησεν ὑπεδέχετο : ὑπέσχετο . πελ - ταστῶν : πέλτη ἀσπὶς τετράγωνος ξυνεβίβασε : φίλον
4707538 τοισδεσσι
' ἀνέσχεθε χειρὶ καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα : χαῖρε θεὰ τοῖσδεσσι : σὲ γὰρ πρώτην ἐν Ὀλύμπῳ πάντων ἀθανάτων ἐπιδωσόμεθ
ἔχει , λύσις ἔνθεν ἀνέστη . Δεινὰ δ ' ὁρῶ τοῖσδεσσι πάθη καὶ ἀνήνυτα ἔργα : ἀμφότεροι φεύξονται ὑπεὶρ ἅλα

Back