σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
5524111 κενεαν
πόντιον ὕδωρ , οὐδὲ στόλους κατ ' ἀλλήλων ἐπάγοντες . κενεὰν δὲ παρὰ δίαιταν , παρὰ τὰ κενὰ ἑαυτῶν κρίματα
τοὔνεκεν οὔ ποτ ' ἐγὼ τὸ μὴ γενέσθαι δυνατὸν διζήμενος κενεὰν ἐς ἄπρακτον ἐλπίδα μοῖραν αἰῶνος βαλέω , πανάμωμον ἄνθρωπον
5330236 προσιτε
' , ἐγκονεῖτε : Ἀντὶ τοῦ ἐνεργεῖτε , ταχύνατε : πρόσιτε , κόνιν ἐγείρετε , ὅτι ὁ καιρὸς οὐχὶ βραδύνειν
ὧν τὸ ἄτολμον ὁρῶντες καὶ τὸ σῶμα μαλακὸν καὶ ἄτονον πρόσιτε τῷ ἔργῳ . ” . . ἱέντες . τὸν
5306805 νοωι
οὔτ ' ἐπιδερκτὰ τάδ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐπακουστά οὔτε νόωι περιληπτά . σὺ δ ' οὖν , ἐπεὶ ὧδ
ἡλίου αὐγαῖς † ὃν † σοφὸν σοφὰν λαβοῦσαν οὐκ ἐπέλπομαι νόωι δρυμοῖς ὀρείοις ὄργανον δίαν Ἀθάναν δυσόφθαλμον αἶσχος ἐκφοβηθεῖσαν αὖθις
5181788 αἰσχυνου
' αὐτῶν τιμωρῇ . Μὴ οὕτως τὸ ἐκ τῆς δόξης αἰσχύνου , ὡς τὸ ἐκ τῆς ἀληθείας ἀπόφευγε . Εἰ
τὸ φρονεῖν αἴτιόν ἐστι τοῦ πλουτεῖν . παρηκμακὼς μανθάνειν μὴ αἰσχύνου τὰ κρείττονα : βέλτιον γὰρ ὀψιμαθῆ καλεῖσθαι ἢ ἀμαθῆ
5088420 τοὐφημερον
ναίοντες οὐκ εἰσὶν φίλοι . πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανὼν τὸ μηδέν ἐστι
- μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανών τὸ μηδέν ἐστι
5052290 οἰνωθεντες
, καὶ φαλακρὸν γράφουσι γέροντα τούτῳ ἀκολουθεῖν , ὅτι οἱ οἰνωθέντες τὰ τοῦ λογισμοῦ ἀπόρρητα ἐκφαίνουσιν . ὅθεν καὶ Ἀλκαῖός
τὰ κλήματα θύουσιν αὐτῷ κλαδεύοντες . θρασὺς ὅτι ἀναιδεῖς οἱ οἰνωθέντες . μυληφάτου τοῦ Δημητριακοῦ καρποῦ . ἕρπιν οἱ Αἰγύπτιοι
5035996 Φιλοτης
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
4966289 ἀμεμφη
, αὐτὸς δὲ σῴζῃ τόνδε τιμήσας λόγον . καὶ μὴν ἀμεμφῆ τόνδ ' ἐτείνατον λόγον , τίμημα τύμβου τῆς ἀνοιμώκτου
εὔδρομον ὁρμήν , εἰρήνην , ὑγίειαν ἄγων ἠδ ' ὄλβον ἀμεμφῆ . Ὦ τὸν ὑποχθόνιον ναίων δόμον , ὀμβριμόθυμε ,
4874663 δεσποτι
! ! ! ! ὁ δ ' ἔφη ] : δέσποτι [ ] [ ! ! ! ! ! !
! ? ? [ ] ηι δὲ ὁ Ἑρμῆς : δέσποτι [ ! ! ! ! ! ] σεαυτῆς κέκρισαι
4857329 ἀνοιαις
, ἣ ἐν σώματι πάντα λέγεται κακοπαθεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν ἐν ἀνοίαις καὶ ἐπιθυμίαις καὶ φόβοις καὶ τοῖς ἄλλοις κακοῖς γιγνομένη
” τὸ γὰρ ἔπαθλον θέλει δηλοῦν . ἀεσιφροσύνῃσιν ἀσυνεσίαις , ἀνοίαις . φαίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀέσαι , ὅ ἐστι
4829379 ἐλαφρον
καὶ παχύ , τὸ δὲ πρὸς τῷ τείχει μακρὸν καὶ ἐλαφρὸν καὶ στενόν , ξίφει μακρῷ ἐοικὸς τὸ σχῆμα ὥστε
ὁ δέ μιν ῥέα πάλλε καὶ οἶος . τόν οἱ ἐλαφρὸν ἔθηκε Κρόνου παῖς ἀγκυλομήτεω : [ ἡ διπλῆ ]
4749156 πτηξαι
γιγνώσκων καὶ παραστάτην ἔχων τὸν ἑαυτοῦ νοῦν μήτ ' ἂν πτῆξαί τι ὧν οἱ πολλοί , μήτ ' ἂν θαρσῆσαί
γιγνώσκων καὶ παραστάτην ἔχων τὸν ἑαυτοῦ νοῦν μήτ ' ἂν πτῆξαί τι ὧν οἱ πολλοί , μήτ ' ἂν θαρσῆσαί
4701313 κοτῳ
οὖν κτείνουσιν ἀλλήλους χαλᾷς τὸ μὴ τίνεσθαι μηδ ' ἐποπτεύειν κότῳ , οὔ φημ ' Ὀρέστην ς ' ἐνδίκως ἀνδρηλατεῖν
” ἐπὶ δὲ τοῦ φθονεῖν “ ἐξείπω , καὶ μήτι κότῳ ἀγάσησθε ἕκαστος , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ζηλοῦν “
4694505 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
4550489 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4535251 χρυσε
βροτοῖς φίλτρον μέγιστον , αἱ ξυνουσίαι , πάτερ . ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς
' ἕκαστα προφέρονται τούτους τοὺς στίχους τῶν ποιητῶν , ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς
4474831 ὑβρισμενῳ
πάσχειν , ἀνάγκη δέ τι καὶ τῷ στρατῷ γενέσθαι παραμύθιον ὑβρισμένῳ τε καὶ παρωξυμμένῳ καὶ πολεμίῳ πρὸς τῶν κοινῶν ἐχθρῶν
ταύτην τὴν ὑπερβολὴν τῆς τιμωρίας τῷ γε τὸ σῶμ ' ὑβρισμένῳ δεδωκέναι . τί οὖν ; ἐμοὶ τῷ τοσαύτῃ κεχρημένῳ
4463423 ὠκυτατον
τε ἀνίσχυρον καὶ καρδίαν δειλὸν , ταχύποδα μέντοι καὶ θέειν ὠκύτατον : καὶ ἑτέρους δὲ κατὰ πάντα πλεονεκτοῦντας καὶ βουλὴν
εὗρεν τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι πˈρὶν μέσον ἆμαρ , ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον : ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορόν ἐν τέρμασιν αὐτίκ
4454391 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
4450770 Κυρνε
, ἐπιτερπόμενοι . Ἐχθρὸν μὲν χαλεπὸν καὶ δυσμενεῖ ἐξαπατῆσαι , Κύρνε : φίλον δὲ φίλωι ῥάιδιον ἐξαπατᾶν . Σχέτλι '
τῶν οὔ τι κάκιον : πᾶσα γὰρ ἐκ τούτων , Κύρνε , πέλει κακότης . Εἴ κ ' εἴης ἔργων
4440646 κρεισσον
στρατηγῶν εὐκλεᾶ τ ' ἔχων φάτιν . ὀλίγον ἄλκιμον δόρυ κρεῖσσον στρατηγῶι μυρίου στρατεύματος . ὀλίγοι γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν
τῇ ξυντυχίᾳ , προσένευσαν , ἡγησάμενοι ἐν τῷ αὐτίκα φόβῳ κρεῖσσον εἶναι σφίσιν ὑπὸ τῶν ἐν ταῖς ναυσίν , εἰ
4439101 ἐπιδραμῃ
' ὅσον ἀπελείφθη τοῦ ἀδικεῖν , ἐπὶ τοσοῦτον τῷ δικαιοπραγεῖν ἐπιδράμῃ . Περὶ μὲν οὖν ἱππέως καὶ ἀναβάτου , κτηνοτρόφου
, τὸ παρεκβάσει περὶ Αἰγίνης τι εἰπεῖν , μὴ κόρος ἐπιδράμῃ μου τοῖς ποιήμασι , ὃ νῦν ἐξείληφα ἔργον ,
4420947 θνητοισιν
ἔν τε θεοῖσι καὶ ἀνθρώποισι μέγιστος , οὔ τι δέμας θνητοῖσιν ὁμοίιος οὐδὲ νόημα . οὖλος ὁρᾶι , οὖλος δὲ
. μετρίων λέκτρων , μετρίων δὲ γάμων μετὰ σωφροσύνης κῦρσαι θνητοῖσιν ἄριστον . ὦ τέκνον , ἀνθρώποισιν ἔστιν οἷς βίος
4419385 ποησαι
ἢ πόθεν γεγονὼς συνήθης ; οὐκ ἂν ἐπιτρέψαιμί σοι ἄλλως ποῆσαι . πάντ ' ἔχομεν . ὦ Ἡράκλεις , τουτὶ
, ἐκκλησίαν τήνδε καὶ σύνοδον τὴν νῦν κάλλιστα καὶ ἄριστα ποῆσαι , πολυωφελῶς μὲν τῇ πόλει τῇ Ἀθηναίων , τυχηρῶς
4413963 ῥαπισθηναι
γεννηθὲν γοῦν καὶ μηδέπω τοῖς κατὰ δόξαν δουλεῦον ἅμα τῶι ῥαπισθῆναι ἀσυνήθει ἀέρος ψύξει ἔκλαυσέ τε καὶ ἐκώκυσεν κλαῦσά τε
γεννηθὲν γοῦν καὶ μηδέπω τοῖς κατὰ δόξαν δουλεῦον ἅμα τῷ ῥαπισθῆναι ἀσυνήθει ἀέρος ψύξει ἔκλαυσέ τε καὶ ἐκώκυσεν . εἰ
4403273 δρασαντ
θράσος τόδ ' ἐστὶν οὐδ ' εὐτολμία , φίλους κακῶς δράσαντ ' ἐναντίον βλέπειν , ἀλλ ' ἡ μεγίστη τῶν
οὔτι θράσος τόδ ' ἐστὶν οὐδ ' εὐτολμία φίλους κακῶς δράσαντ ' ἐναντίον βλέπειν . τὸ δὲ Σικελὸς τοῦ Σικελιώτου
4385171 παρεουσιν
νυ καὶ ψεύδεσθαι ὁδοιπόρον ἀνέρ ' ἔφαντο γλώσσης μαψιδίοιο χαριζόμενον παρεοῦσιν . Ὣς εἰπὼν μέσσης ἐξηρώησε κελεύθου Φυλεύς , ὄφρα
ἐπὶ τοῖς δυνατοῖς οὖν δεῖ ἔχειν τὴν γνώμην καὶ τοῖς παρεοῦσιν ἀρκέεσθαι τῶν μὲν ζηλουμένων καὶ θαυμαζομένων ὀλίγην μνήμην ἔχοντα
4382489 ἐσειδε
' ἐξέπνευσαν ἄθλιον βίον . μήτηρ δ ' , ὅπως ἐσεῖδε τήνδε συμφοράν , ὑπερπαθήσας ' ἥρπας ' ἐκ νεκρῶν
. Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , σοί
4377613 ἀμετρητ
] ἣν αὐτὸς εὔξομαι . ※ ; . ἑτερόστροφα . ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ
] εὐχὴ Σωκράτους . δέσποτ ' ] αὐθέντη . . ἀμέτρητ ' ] ἀναρίθμητε , ἀπλήρωτε . , πλεῖστε ,
4373287 ἀγαν
' εὖ περιστελεῖν τολμᾶι πανουργεῖν : ἔστι δ ' οὐκ ἄγαν σοφός . ὡς καὶ σύ : μή νυν εἰς
ἐδίδασκε γὰρ ὡς οὐ συμφέρει τῷ βασιλεῖ τοὺς Λακεδαιμονίους ποιεῖν ἄγαν ἰσχυρούς : οὐ γὰρ συνοίσειν Πέρσαις : κρεῖττον οὖν
4369097 σεβιζειν
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ ,
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς
4355687 εοι
] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ ' ἡμέρα [ ] εοι σφάλλει μία : [ ὦ ] ξέν ' ,
[ ] τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! !
4352306 ὠφελλες
τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς , οἷον κάλλιον κάλιον , ὤφελλες ὤφελες [ θᾶττον θᾶτον ] . Παρέμπτωσίς ἐστι προσθήκη
μοι † εἴθ ' ἥσσω μ ' † αἰῶνα βίοιο ὤφελλες δοῦναι καὶ ἴσα φρεσὶ μήδεα ἴδμεν θνητοῖς ἀνθρώποις :
4338465 νεμεσιν
ἐποιήσαντο μάρτυρας , οὔτε τὸ δίκαιον αὐτὸ καὶ τὴν ἀνθρωπίνην νέμεσιν ἐντραπέντες , οὔτε τὸ τοῦ κινδύνου μέγεθος εἰ μὴ
οὔτε “ θεῶν ὄπιν εἰδότες ” οὔτ ' “ ἀνθρώπων νέμεσιν ” ἀναιροῦσι τὴν φιλόσοφον , ἄγος τοῦτο μέγιστον καὶ
4328704 εὐτολμῳ
. Τόνδε ποθ ' Ἕλληνες ῥώμῃ χερὸς ἔργῳ Ἄρηος , εὐτόλμῳ ψυχῆς λήματι πειθόμενοι , Πέρσας ἐξελάσαντες , ἐλεύθερον Ἑλλάδι
θρασύτης λογισμῶν ἄμοιρος ἡ δὲ σὺν τῷ μὴ κατὰ καιρὸν εὐτόλμῳ ἔσφηλε . Κράτιστοι δὲ οἱ συνέσει τὸ διάφορον τῶν
4321663 ἡσθαι
: ἱστὸν δὲ στήσας ἀνά θ ' ἱστία λευκὰ πετάσσας ἧσθαι : τὴν δέ κέ τοι πνοιὴ βορέαο φέρῃσιν .
ἔξεστί μοι , καὶ δύναμαι , εἴ μοι δόξει , ἧσθαι καὶ πεφυλάχθαι ; Ἔξεστιν , εἴποις ἄν , καὶ
4318775 περιβλεπεται
δ ' εἰσὶν ἀρεταὶ καὶ τὰ κατὰ ἀρετὰς ἔργα , περιβλέπεται δὲ τὰ ὀπίσω καὶ τὰ νώτια , κωφὴν δόξαν
μόνον εἶφ ' ὅτι καλός , ὦπται καὶ πάντῃ πᾶσι περιβλέπεται . θυμέ , τί μηνύεις κυσὶν ὀστέον ; εἶτ
4317873 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
4308765 ὀλβον
Ἑστία , δίδου δ ' ἀμοιβὰς ἐξ ὁσίων πολὺν ἡμᾶς ὄλβον ἔχοντας ἀεὶ λιπαρόθρονον ἀμφὶ σὰν θυμέλαν χορεύειν . [
ὁ ἐφέρ - πων , τουτέστιν ὁ ἐπερχόμενος , τὸν ὄλβον , ἤτοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἱέρωνος
4289189 προσημαινει
δὲ ἐλευθερίαν , ὁ δὲ πλοῦν οὔριον ὁ δὲ γάμον προσημαίνει . καὶ εἰσὶν αὐτῶν αἱ μὲν ὄψεις κακαί ,
ἡ σελήνη , ἀμβλείας ἔχουσα τὰς κεραίας καὶ ἀχλυώδεις ὄμβρον προσημαίνει . καὶ ἐρυθρὸς δὲ ὁ κύκλος αὐτῆς φαινόμενος ἢ
4281030 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
4278976 ἐργοιϲ
πέρα ] ν γὰρ ἁπλοῦν τι πέφυκε βροτοῖϲ ] τελουμένοιϲιν ἔργοιϲ ] ουμενον οὐκ ἴϲαϲιν οὐδ ' ὁρῶϲιν ] νδε
ἀπέχωϲιν τῆϲ ἐπιτάϲιοϲ . ” αὕτη φωνὴ πάλιν ἐν τοῖϲ ἔργοιϲ εὖ γεγυμναϲμένου . μέγιϲτον γὰρ ὄντωϲ τὸ ἐν τοῖϲ
4277514 ὑψιον
καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ θεοῦ μέχρι γῆς . Πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον , ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνθρώπων ,
λῆμα και Θέων ἀλκᾶι ὅμοιον τῶι : πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις τὸ νόημα τοιοῦτο [ ] :
4270997 τρεποντων
, ἔτι δὲ καταρωμένων καὶ καθαπερεὶ τὸ μύσος εἰς ἐκεῖνον τρεπόντων : ὑπολαμβάνουσι γὰρ μισητὸν εἶναι καὶ τιμωρίας ἄξιον πάντα
καὶ ἑτέρῳ τρόπῳ τὰ τῇδε ὑπὸ Σελήνην πάντα περικυκλούντων καὶ τρεπόντων τοῖς πρὸς ἄλληλά τε καὶ τὴν γῆν σχήμασί τε
4268047 ἐχθαιρουσι
ποθητύν , ἀλλὰ τὸ μὲν φιλέουσι , τὸ δ ' ἐχθαίρουσι χόλοισιν : αὐταῖς δ ' ἀγκαλίδεσσιν ἑῶν τέθνηκε τοκήων
δ ' αἶσαν ἐν ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶντες , οὐδ ' ὣς ἐχθαίρουσι καὶ οὐ λείπουσι φονῆα . σοῦβε τάλαν , κακοεργέ
4261460 ποικιλοδειρον
ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων ὀνύχεσσι μεμαρπώς :
: εἶτα ἄρχεται τοῦ μύθου : ἴρηξ ὀνύχεσι μεμαρπὼς ἀηδόνα ποικιλόδειρον , ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν
4260943 φρονεει
δ ' ἂν ἀτρεμήσῃ ὁ ἐγκέφαλος χρόνον , τοσοῦτον καὶ φρονέει ὁ ἄνθρωπος . Γίνεται δὲ ἡ διαφθορὴ τοῦ ἐγκεφάλου
οἷος δ ' ἐν βήσσῃς ὄρεος χαλεπὸς προϊδέσθαι κάπρος χαυλιόδων φρονέει [ δὲ ] θυμῷ μαχέσασθαι ἀνδράσι θηρευτῇς , θήγει
4260445 ἀδηριτον
μοῖραν ὑπομένειν εὐκόλως . . ἀνάγκης ] τῆς βίας . ἀδήριτον ] ἀμάχητον . σθένος ] δύναμις . . ἀλλ
δὲ ταῦτα δόξας ἤδη κεκρατηκέναι τῆς ἐπιβολῆς καὶ τὴν βασιλείαν ἀδήριτον ἔχειν ἤρξατο ζηλοῦν τὴν Περσικὴν τρυφὴν καὶ τὴν πολυτέλειαν
4254621 θρασυ
θρασὺ ποιεῖν κοινὴν ὑμῖν πέμπων ἐπιστολήν , εἰ μὴ κἀκεῖνο θρασὺ τὸ πάντας ὑμᾶς φιλεῖν . εἰ δ ' ἥκιστα
ἔτι δὲ καὶ γοργὸν ὄμμα ἔχων . . ὠμὸν ] θρασὺ , φονικόν . . παρθένων ἐπώνυμον ] τουτέστι χαῦνον
4252090 κρυοεντα
γόνος καὶ Καλλιρόας : “ μή μοι θάνατον [ προφέρων κρυόεντα δεδίσκε [ ' ἀγάνορα θυμόν , μηδεμελ [ αἰ
: αὐτῷ δὲ χάρις καὶ μῖσος ὀπηδεῖ : καὶ πόλεμον κρυόεντα καὶ ἄλγεα δακρυόεντα . οὐδέ τις ἔσθ ' ἕτερος
4213661 ἀῤῥεσι
ποιήσασθαι , καὶ γένος τὸ ἐξ ωὐτέου ἀδελφοῖς ἴσον ἐπικρινέειν ἄῤῥεσι , καὶ διδάξειν τὴν τέχνην ταύτην , ἢν χρηΐζωσι
τὰ ἄνω , στενοχωρούμενον ὑπὸ τοῦ ἐμβρύου . Τοῖσι δὲ ἄῤῥεσι καὶ ἡ στενοχωρίη καὶ ἡ πυκνότης τοῦ σώματος μέγα
4210237 Ἰολαε
καί μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἥρως ὦ Ἰόλαε , διοτρεφές , οὐκέτι τηλοῦ ὑσμίνη τρηχεῖα : σὺ
τόθ ' ἡνίοχον προσέφη κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ
4203277 πανουργησας
πονηρῶς ἐπαίρειν , ” ὑφελεῖν “ δὲ τὸ κρύψαι . πανουργήσας ἤτοι κλέψας τι κατεσχέθην ποτέ , ἐγὼ μόνος ἐμαστιζόμην
λανθάνειν ] ἐκφεύγειν ἧκεν ] ἦλθεν ναστὸς ] ἄρτος σκληρός πανουργήσας ] κλέψας εἰ . . . κατέλαβες ] ἐὰν
4200711 ἐσιδειν
αἰσχρὸν παρεόντα καὶ ὠκυπόδων ἐπιβάντα ἵππων μὴ πόλεμον δακρυόεντ ' ἐσιδεῖν . Οἴ μοι ἀναλκίης : ἀπὸ μὲν Κήρινθος ὄλωλεν
κακόν . Πάντων μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον μηδ ' ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου , φύντα δ ' ὅπως ὤκιστα
4199030 σιγαν
ἐκ τοῦ σύνεγγυς τρῶσαι , βαλεῖν δὲ τὸ πόρρωθεν : σιγᾶν ἐφ ' οἷσι νῦν : ἐλεγκτικὸν τὸ ἦθος .
λόγῳ μόνον εἰρημένον τὸ περὶ ὀρφανίας τῶν παίδων : λίσσομαι σιγᾶν : τὸ ἑξῆς : καί σε πρὸς θεῶν λίσσομαι
4178989 αἰσχυνεο
' ἄλλου μήτ ' ἰδίῃ : πάντων δὲ μάλιστ ' αἰσχύνεο σαυτόν . Ἢ γὰρ καθ ' ἑαυτοὺς πράττοντές τι
δεῖ , μονονουχὶ παρέχουσα λέγειν τὸ πάντων δὲ μάλιστ ' αἰσχύνεο σαυτόν . καὶ ἐπὶ τοῦ διὰ φόβον ὠχριάσαντος καταφεύγει
4168807 ὀκνοι
βαρὺ καὶ δυσκίνητον καὶ ὑπνῶδες εἴη , καί τινες παράλογοι ὄκνοι τὴν γνώμην ἔχοιεν , μέχρι μὲν τὰ ἐν γαστρὶ
βαρὺ καὶ δυϲκίνητον καὶ ὑπνῶδεϲ εἴη , καί τινεϲ παράλογοι ὄκνοι τὴν γνώμην ἔχοιεν , ταῦτα ϲημαίνει καὶ τὰϲ φλέβαϲ
4165191 ὀλβιον
κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγανοῖς χαίτην θεράπευε ,
ἐς Αἴτναν , ἔνθ ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι , ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ ' . ἀλλ ' ἐπέων γλυκὺν
4164557 Παρνε
! ! ! ! ! ! ! ! ] [ Πάρνε ] , πρός [ σε ] χρήσομαι [ ]
[ ] ἀκούοντα : [ ⚓˘⚓ – – ] , Πάρνε ? ? ? ? ? , ς ? '
4159989 θαλπνοτερον
Ἔλδεαι , φίλον ἦτορ , Μηκέτ ' ἀελίου σκόπει Ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέραι φαεννὸν ἄστρον ἐρήμας δι ' αἰθέρος .
τὸ δὲ ὅλον εἰπεῖν : ὥσπερ ἐν ἄστροις ἥλιον εἴποις θαλπνότερον , οὕτως ἐν ἀγῶσι προκρίναις Ὀλυμπίαν . αἰθέρος ἐρήμας
4155832 Ἀλαθεια
δυσμάχητα Μοισᾶν τὠπιτυχόντι φέρειν ἀρετὰ γὰρ ἐπαινεομένα δένδρον ὣς ἀέξεται Ἀλάθεια θεῶν ὁμόπολις , μόνα θεοῖς συνδιαιτωμένα . . .
ἤλιτεν εἰς αὐτόν [ , ὅ ἐστιν ἥμαρτεν ] . Ἀλάθεια : τὴν Ἀλήθειαν Διός φησι θυγατέρα εἶναι , ἐπεὶ
4148598 καὐτῳ
, ὦ παῖ , πάντα : τὸ σπεύδειν δέ σοι καὐτῷ παραινῶ κεἴ τινος κήδῃ πέρι . Οἴμοι τάλας :
μᾶλλον φιλῶ ἀνέγγυοι γάμοι ἀνέξοδον βάσκανον † μέγιστον ψυχαγωγόν † καὐτῷ δ ' ἔπεισι νυκτὸς ἀμβλωπὸν σέλας ἀμβλῶπας αὐγὰς ὀμμάτων
4140866 βροτων
δύσμορος ἀντέχει ; Ὦ παλάμαι θνητῶν , ὦ δύστανα γένη βροτῶν οἷς μὴ μέτριος αἰών . Οὗτος πρωτογόνων ἴσως οἴκων
ποίησε καὶ ἠέρι δῶκε φέρεσθαι . Τοὺς δὴ νῦν καλέουσι βροτῶν ἀπερείσια φῦλα μέμνονας , οἵ ῥ ' ἔτι τύμβον
4140679 Μισει
ὁπόταν ὀργιζώμεθα . Μηδὲν λογίζου , πάντα καιρῷ γίνεται . Μίσει τὸν ἐχθρόν , τὴν δ ' ἀλήθειαν λέγε .
. Σοφίᾳ χρῶ . Ἤθη δοκίμαζε . Ὑφορῶ μηδέν . Μίσει διαβολάς . Μὴ ᾖς ἐπαχθής . Θεὸν σέβου .
4139094 ἐμμελεως
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ '
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν
4133621 γενομενωι
ὡς δὲ ἀκροβολισμῶι ? ? ? ? τινὶ τραυματίαι ? γενομένωι ? τῶι Ἄρχωνι οὐ πολλῶι ὕστερον ξυνέβη τελευτῆσαι ἐκ
' ἄλλας [ ] πράξεις [ ] [ χρησίμωι ] γενομένωι [ ] μηδ ' ἰδιολογησάμενος [ ] [ -
4131564 κομπασαι
τὸ κέρδος , πῆμα δ ' οὐκ ἀντιρρέπει : ὡς κομπάσαι τῷδ ' εἰκὸς ἡλίου φάει ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς
ἐκγόνους οἱ θεοὶ τρέπουσιν . εἰ δὲ πάρεργον χρή τι κομπάσαι , γύναι , οὐρανὸν ὑπὲρ γῆς ἔχομεν εὖ κεκραμένον
4129951 εὐπρεπεστατον
λευκόν , καὶ ἡ πρόσοψις αὐτοῦ ἱλαρὰ λίαν : καὶ εὐπρεπέστατον ἦν ἐν αὑτῷ τὸ ὄρος . Εἰς μέσον δὲ
δέχεσθαι , ὡς τοῦτο ἔς τε τὰ παρόντα τῷ λόγῳ εὐπρεπέστατον καὶ ἐς τοῦ πολέμου τὴν κρίσιν , ἄδηλον ἔτι
4128582 χλιδαν
Ζηνὶ πιστὸν ἄγγελον ; οὕτως ὑβρίζειν τοὺς ὑβρίζοντας χρεών . χλιδᾶν ἔοικας τοῖς παροῦσι πράγμασιν . χλιδῶ ; χλιδῶντας ὧδε
ὡς οὐκ ἀξίου ὄντος πιστοὺς ὑπηρέτας ἔχειν χρεών ] πρέπον χλιδᾶν ] τρυφᾶν καὶ εἰς οὐδὲν ταῦτα λογίζεσθαι τοῖς παροῦσι
4127234 ἡλικ
μήσατο , πυρδαῆ τινὰ πρόνοιαν , καταίθουσα παιδὸς δαφοινὸν δαλὸν ἥλικ ' , ἐπεὶ μολὼν ματρόθεν κελάδησε , ξύμμετρόν τε
κατασκαφαὶ δόμων σείριαί τε νᾶες Ἑλλανίδες , αἳ κατὰ μὲν ἥλικ ' ὠλέσαθ ' ἥβαν νεῶν πολύανδρον : νᾶες δ
4125873 πρησσειν
- γεῖν ἀναγκάζεται καὶ ἐπιβάλλεσθαι δι ' ἐπιθυμίην τοῦ τι πρήσσειν ἀνήκεστον ὧν νόμοι κωλύουσιν . διόπερ τὰ μὲν μὴ
καθαροῖσι λόγοις : σπείσαντάς τε καὶ εὐξαμένους τὰ δίκαια δύνασθαι πρήσσειν , πίνειν δ ' ὁπόσον κεν ἔχων ἀφίκοιοι οἴκαδ
4120889 αἰδεσσεται
ἀγλαὰ δέχεσθαι ἄποινα ” καὶ “ οὐδέ τι μ ' αἰδέσσεται , κτανέει δέ με γυμνὸν ἐόντα . ” καὶ
τρέπεται μέγεθος . οὕτως † Ζήνων . . . . αἰδέσσεται : αἰδεσθῇ , καὶ ὅς μέν τ ' αἰδέσσεται
4105077 προσιζει
ἐχρῆν . ἐγὼ γὰρ ὅστις μὴ δίκαιος ὢν ἀνὴρ βωμὸν προσίζει , τὸν νόμον χαίρειν ἐῶν πρὸς τὴν δίκην ἄγοιμ
ἀγνώμονα : συγγινόμενα δὲ ἀλλήλοισι γινώσκει πρὸς ὃ προσίζει : προσίζει γὰρ τὸ σύμφορον τῷ συμφόρῳ , τὸ δὲ ἀσύμφορον
4104724 φανε
. καὶ ἅμα φειδώ τέ τις ἐγίγνετο : ὡς ἂν φανε - ρᾶς οὔσης τῆς εὐπραγίας οὐκ ἐβούλετο ἀποκινδυνεύειν ,
τῶν ΜΚ ΚΛ διαπορεύεται , ἡ δὲ ΜΛ παραλλάσσει τὸ φανε - ρὸν ἐν ᾧ ἡ μὲν ΜΚ ἀνατέλλει ἡ
4092210 κραταιον
ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας . ἀδύνατα δ ' ἔπος ἐκβαλεῖν κραταιὸν ἐν ἀγαθοῖς δόλιον ἀστόν : ὅμως μὰν σαίνων ποτὶ
βαστάζει ἐν τοῖς νώτοις ὑπείροχον καὶ μέγα βάρος , τὸν κραταιὸν οὐράνιόν τε κύκλον . βοᾷ δὲ καὶ στενάζει διὰ
4092150 ἀναλκις
: ὁ περὶ τῆς ψυχῆς δηλονότι . οἷον , οὐδεὶς ἄναλκις ὑπομένει περὶ τῆς ψυχῆς κινδυνεύειν , ἀλλ ' ἔστι
Λαγόνεσσιν : πλευραῖς . ἀναλκίας : ἀδυναμίας , ἀδυνάτου : ἄναλκις ὄνομα σύνθετον : ἀλκὴ καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
4087799 σκιρτηματι
τῷ δεσπότῃ τῶν ἀγρῶν . ἐνταῦθα εἰσδραμὼν ἀνατρέπω πάντα τῷ σκιρτήματι καὶ λυχνίαν καὶ τραπέζας : κἀγὼ μὲν ᾤμην κομψόν
μανίας χρισθεῖς ' ] κεντηθεῖσα , τρωθεῖσα ἐμμανεῖ ] μανικῷ σκιρτήματι ] κινήματι ᾖσσον ] ὥρμων εὔποτον ] ἡδύ ,
4075932 πολιταν
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ
4070491 ὀξυστομους
Μάθε . ἄκουσον ] Αἴσθησιν ἀντ ' αἰσθήσεως . : ὀξυστόμους κτλ . . . ] Πρῶτος Ἡσίοδος ἐτερατεύσατο τοὺς
τριοτο τοτοβριξ : οἵ θ ' ἑλείας παρ ' αὐλῶνας ὀξυστόμους ἐμπίδας κάπτεθ ' , ὅσα τ ' εὐδρόσους γῆς
4065381 γλυκερος
τε καὶ ἀστερίας καὶ ἀβύσσου . Πάσας μὲν γὰρ ἔχει γλυκερὸς πόθος , ὥς κεν Ὄλυμπον ἀθανάτοισι θεοῖσι συνέμποροι αἰὲν
μυρία ἔχειν πράγματα : οὐδὲ γὰρ Ἀτρείδην Ἀγαμέμνονα ὕπνος ἔχε γλυκερὸς πολλὰ φρεσὶν ὁρμαίνοντα , καὶ ταῦτα ῥεγκόντων Ἀχαιῶν ἁπάντων
4062598 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4059247 ἀπειλει
παροξυσμῶν μηδεμίαν ἡμέραν τελείαν διδούσης ἀνάπαυσιν τῇ δυνάμει , κίνδυνον ἀπειλεῖ φθορᾶς . καθ ' ἑκάστην γὰρ ὁ τοιοῦτος εἰσβάλλων
ἐδόκει Λυδοῖς κήρυξ ἐν μέσῳ βοῶν : βασιλεὺς Κῦρος ὑμῖν ἀπειλεῖ περιβάλλειν ἄτολμον σχῆμα καὶ ψιλῶσαι τῶν Ἄρεος ἔργων ,
4058264 ἐπινοουντα
? [ ] ἐκ τῶν [ ὄντων - ] τὸν ἐπινοοῦντα ? [ ] [ - ] [ σωματικὸν ]
δὲ τὸν ἄρχοντα τῶν τεκτόνων τὸν τὴν διάθεσιν τοῦ κατασκευάσματος ἐπινοοῦντα καὶ τὸν κατασκευάσαντά τι καὶ σκευωρήσαντα πρᾶγμα . .
4052462 ἀλκαι
εἶχον . κατασκίους ] τοῖς θαλλοῖς ἱκετηρίων κλάδων πεπληρωμένας . ἀλκᾶι ] τῆι τοῦ ὄρους . φράζουσα . . .
. δεινὸν μὲν πόλιν ὡς Μυκήνας εὐδαίμονα καὶ δορὸς πολυαίνετον ἀλκᾶι μῆνιν ἐμᾶι χθονὶ κεύθειν : κακὸν δ ' ,
4051851 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4049143 Κυπριν
μὴ δοκεῖν ὁρᾶν ; πόσους δὲ παισὶ πατέρας ἡμαρτηκόσιν συνεκκομίζειν Κύπριν ; ἐν σοφοῖσι γὰρ τόδ ' ἐστὶ θνητῶν ,
τὸν Ἔρωτ ' ὔμμιν ἐφοπλίσομαι . “ αἱ Μοῦσαι ποτὶ Κύπριν : ” Ἄρει τὰ στωμύλα ταῦτα : ἡμῖν οὐ
4045097 περιφοιταν
σπαργῶσαν ἔτι καὶ μαιμῶσαν τὴν ἀεὶ κενὴν ἐπιθυμίαν περιβλέπεσθαι καὶ περιφοιτᾶν , μή τί που παροραθὲν λείψανον ἀφεῖται , ἵνα
εἶναι τὸν Σαραπίωνα διαφερόντως ἔλεγε καὶ ἐν ἰδιώτου σχήματι πανταχοῦ περιφοιτᾶν τῶν ἱερῶν χωρίων , ὅπου ἦγεν ὁ τῆς ἑορτῆς
4042756 ἐξαιροντα
κλεινὸς δεσπότης . Πολλῶν ἀνέγνων ἱστόρων πολλὰς βίβλους , Πλούταρχον ἐξαίροντα Ῥωμαίων κράτη ἔγνων γὰρ αὐτόν : οὗτος , ἀλλὰ
ἐνδεικνύμενον , ὁποῖα τυγχάνει ὄντα , οὔτε ἐπὶ τὸ πλέον ἐξαίροντα οὔτε ἐπὶ τὸ ἔλαττον , διὰ τὸ φιλεῖν καὶ
4041646 σῳαν
οὔτε παῖδας τοὺς ἑωυτῆς οὔτε θεράποντας οὔτε οὐσίην ἡντιναῶν ἐθέλει σῴαν ἐσιδέειν , φθορὴν δὲ πᾶσαν ἀρεῖται καὶ εὔχεται εἶναι
καὶ μόνον ὅτι ἐκ λύκου στόματος καὶ ὀδόντων ἐξῆρας κάραν σῴαν μηδὲν παθοῦσαν . Ὁ μῦθος πρὸς ἄνδρας οἵτινες ἀπὸ
4039568 κεαρ
οἱ τῆς ἀνάνδρου καὶ διεσκατωμένης τρυφῆς ὑφ ' ἡδοναῖσι σαχθέντες κέαρ πονεῖν θέλοντες οὐδὲ βαιά – ˘ – θέλω τύχης
καὶ ἀντιστροφῆς παράγραφος . μέλει φόβῳ δ ' οὐχ ὑπνώσσει κέαρ : φησὶν ὁ χορός : μέλει ἡ ψυχή μου
4037614 Λυκοεργε
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε
4033155 ἀπολ
μεταλαβεῖν Ἀ . ἐν τῇ πρὸς τὴν Καλλίου ἔνδ . ἀπολ . . ἀπιστεῖν ἀντὶ τοῦ ἀπειθεῖν Ἀ . κατὰ
ἔρημος γίγνεται , ἡνίκα οἱ φίλοι αὐτοῦ τοὺς ἐκείνου ἐχθροὺς ἀπολ - λύουσιν . ἀλλὰ μὴν μέμψεώς γε πῶς ἐσμὲν
4031904 περιειργασται
σὺν αὐτοῖς εἰπεῖν εἰς δύναμιν τὴν ἡμετέραν ὡς ἐπιμελέστατα , περιείργασται δ ' οὐδαμῶς : εἰ ταῦθ ' οὕτως ἔχοντα
γένοιντο σύροντες . Οὐ παιδιὰ δὲ ἄλλως ταῦτά ἐστιν οὐδὲ περιείργασται ἐν αὐτοῖς ὁ Ἀετίων , ἀλλὰ δηλοῖ τοῦ Ἀλεξάνδρου
4020464 ντας
? ἀκοὴν [ ! ! ! ! ! ! ] ντας ! ! ! [ ] [ ει ] !
[ ] σαι χειρὶ καὶ τάχ ' εἴσεται [ ] ντας ὡς μάτην λόγωι [ συμμάχους ] ἀνωφελεῖς . [
4014831 ἀγωνιῃ
ἀνάγκη . Παρὰ Ἀπελλίωνι τῷ χρηστῷ περὶ ὧν ἀδικεῖσθαι φῂς ἀγωνιῇ , τοῦτον γὰρ ἀπέδειξέ σοι δικαστὴν ὁ γενναῖος Στρατήγιος
ὦ Σώκρατες , πρᾶγμα , ἀλλὰ σύ τε κατὰ νοῦν ἀγωνιῇ τὴν δίκην , οἶμαι δὲ καὶ ἐμὲ τὴν ἐμήν
4014486 βιοτωι
εἴη μοι κῦρσαι συνδυάδος φιλίας ἀλόχου : τὸ γὰρ ἐν βιότωι σπάνιον μέρος : ἦ γὰρ ἂν ἔμοιγ ' ἄλυπος
νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη , οὐδέ τις ἄλλος ἀθανάτων , οἳ
4012729 σημανεειν
βωμὸν ἐπάκτιον Ἐμβασίοιο θείομεν Ἀπόλλωνος , ὅ μοι χρείων ὑπέδεκτο σημανέειν δείξειν τε πόρους ἁλός , εἴ κε θυηλαῖς οὗ
Ἀχέροντα ποταμὸν ἀγγέλους ἐπὶ τὸ νεκυομαντήιον παρακαταθήκης πέρι ξεινικῆς οὔτε σημανέειν ἔφη ἡ Μέλισσα ἐπιφανεῖσα οὔτε κατερέειν ἐν τῷ κεῖται
4012233 ἀνθρωποισι
Ὠρίωνος , οἵ τε Ποσειδάωνος ὁρώμενοι ἢ Διὸς αὐτοῦ ἀστέρες ἀνθρώποισι τετυγμένα σημαίνουσιν . Τῷ κείνων πεπόνησο . Μέλοι δέ
ναίων . εἴμ ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης , ὃς πᾶσι δόλοισιν ἀνθρώποισι μέλω , καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει . ναιετάω
4011958 πελον
καινὸν εἶδος εὐπρεπέστατον , πάντη ξένον καὶ φαιδρόν , εὐειδὲς πέλον , εἰς ὠφελείας κέρδος ὄνησιν φέρον τῇ συνθέσει καὶ
πῦρ τὸ στοιχεῖον . αὖθις τὸ ἐκ τῆς ὑγρᾶς οὐσίας πέλον πᾶσαν φύσιν τυχθεῖσαν αὖ ἐκ νέκταρος . τὸ στοιχεῖον
4011881 πολυκοιρανιη
ἑαυτῷ , θαυμασίῳ τὴν ἡγεμονικὴν ἐπιστήμηντὸ γὰρ „ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη „ λέλεκται δεόντως , ἐπειδὴ πολυτρόπων αἴτιαι κακῶν αἱ
τῶν πάντων . διὸ καὶ προϊών φησιν “ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη ” . ἀλλὰ μὴν καὶ διδασκαλικωτέρα ἐστὶ πασῶν ,

Back