| ' αὐτῶν τιμωρῇ . Μὴ οὕτως τὸ ἐκ τῆς δόξης αἰσχύνου , ὡς τὸ ἐκ τῆς ἀληθείας ἀπόφευγε . Εἰ | ||
| τὸ φρονεῖν αἴτιόν ἐστι τοῦ πλουτεῖν . παρηκμακὼς μανθάνειν μὴ αἰσχύνου τὰ κρείττονα : βέλτιον γὰρ ὀψιμαθῆ καλεῖσθαι ἢ ἀμαθῆ |
| κακός σε δαίμων καὶ κακὴ τύχη λάβοι . μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα τηλοῦ φίλοι ναίοντες οὐκ εἰσὶν φίλοι . πᾶσιν | ||
| χαίρομεν : πλήρης γὰρ ἄρτων ἡ πόλις . Μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα . Γαστέρας αὐταῖσι μήτραις καὶ καλῶν ζωμῶν πλέας |
| ἀέσσεται , . , . . Ἀεργεία : Ἡσίοδος : ἀεργίη δέ τ ' ὄνειδος , . . . . | ||
| στυγέουσιν ἀεργούς ] . ἔργον δ ' οὐδὲν ὄνειδος , ἀεργίη δέ τ ' ὄνειδος . εἰ δέ κεν ἐργάζῃ |
| εἴκοσι κώπας ἐχούσαις . Πλαγχθέντα : πλανηθέντα . ᾐόνος : συνίζησις . Ἀγχιβαθεῖς : πολυβαθεῖς . ἐπί σφισιν : κατ | ||
| φίλην . Ξ ἔθου ] ἐποίησας . Ξ θεοὶ ] συνίζησις . πολισσοῦχοι ] οἱ συνέχοντες τὴν πόλιν . πολισσοῦχοι |
| . , . . . Ἀπὸ πεντόζοιο : Ἡσίοδος ἐν Ἔργοις καὶ ἡμέραις : μηδ ' ἀπὸ πεντόζοιο * * | ||
| ἀλήθειν κριθάς . . . . ἀλεξιάρη : Ἡσίοδος ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις : νειὸν δὲ σπείρειν ἔτι κουφίζουσαν ἄρουραν |
| ' ἐπισμυγερῶς ἀκόρητοι : οὐκ οἶον σὺν τῇσιν ἑοὺς ἔρραισαν ἀκοίτας ἀμφ ' εὐνῇ , πᾶν δ ' ἄρσεν ὁμοῦ | ||
| δὲ ὁ χοροιτύπος , ὃν Μαλέας ὄρος ἔθρεψε , Ναΐδος ἀκοίτας , Σιληνός : ὡς δὲ καὶ Πύρριχος ὄνομα ἦν |
| παιών τε γενοῦ τῆσδε μερίμνης , ἣ νῦν τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει , τοτὲ δ ' ἐκ θυσιῶν ἀγάν ' | ||
| χωρίς . σέβειν ] τιμᾶν , ἔχειν . δύσφρων ] κακόφρων . ἰὸς ] ἤγουν ὁ φθόνος . καρδίαν ] |
| . . Τὸ αἴνει καὶ πρὸς τὸ ἄνθεα λάμβανε . αἴνει δὲ ἄνθεα νεωτέρων ὕμνων , ἤτοι νεωτέρους ὕμνους , | ||
| . τούτων λέξας ' ὅ τι καὶ δυνατὸν καὶ θέμις αἴνει παιών τε γενοῦ τῆσδε μερίμνης , ἣ νῦν τοτὲ |
| οἴκαδε οἴκοθεν . Τὰ δὲ εὐχῆϲ ϲημαντικά , οἷον εἴθε αἴθε ἄβαλε . Τὰ δὲ ϲχετλιαϲτικά , οἷον παπαῖ ἰού | ||
| , ἥ τις καὶ τὴν δίφθογγον φυλάσσει , εἴθε , αἴθε . ἦν οὖν καὶ παρὰ τὸ ἄνευ ἄνευθε . |
| ὀλόμαν , ὀλόμαν ἀποχηρωθεὶς τᾶς λοχευομένας ἐκ τοῦ γὰρ ἐσορᾶν γίγνετ ' ἀνθρώποις ἐρᾶν οἶνος καὶ φρονέοντας ἐς ἀφροσύνας ἀναβάλλει | ||
| ἰδέηϲ : ἀλλὰ καὶ αἰνότατοι καὶ οἴκτιϲτοι , ἔνθα μάλιϲτα γίγνετ ' Ἄρηϲ ἀλεγεινὸϲ ὀϊζυροῖϲι βροτοῖϲι . τάμνειν ὦν αὐτίκα |
| μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν | ||
| ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι |
| σὸν τὸ σθένος : ἵλαος εἴης , καὶ πάντων θάλλοι κλᾶρος ἐν Ἑρμιόνᾳ . * . . . : Γάϊος | ||
| τεμένει , παῖ , σέ τ ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθε ' Ὀλυμπιάδος , δελφῖνι καὶ τάχος δι |
| . λέγει δὲ τὴν Ἄτοσσαν . . . προσπίτνω καὶ προσφθόγγοις δὲ : καὶ προσηγόροις δὲ λόγοις πρέπον αὐτὴν προσφωνεῖν | ||
| Κύρου , γυνὴ Δαρείου , μήτηρ Ξέρξου κατὰ Ἡρόδοτον . προσφθόγγοις ] προσηγορικοῖς . θεοῦ ] τοὺς βασιλεῖς θεοὺς καλοῦσιν |
| λῶ γὰρ τὸ θέλω . καὶ λιλῶ λιλαίω . καὶ λιλαίετο παρ ' Ὁμήρῳ . καὶ ὡς μαδῶ μαδαρὸς , | ||
| κάλλιστος ἐν ἄλλοις ἵσταται ἰχθύς , κάραβος , ἀστακὸς αὖτε λιλαίετο θωρήσσεσθαι ἐν μακάρων δείπνοις . τοῖς δαιτυμόνες χέρ ' |
| πρὶν οὐ μάθεν στενάζει . Τὸ καλὸν φύσει μαθοῦσα , μάθε καὶ πόθεν τὸ κρεῖσσον . Τὸ ῥόδον πάλιν προλάμπει | ||
| ὦν ἐπιμνησθέντα ὀργῇ λέγειν πρὸς τὸν Πρηξάσπεα : Σύ νυν μάθε [ αὐτὸς ] εἰ λέγουσι Πέρσαι ἀληθέα εἴτε αὐτοὶ |
| Πυθίαν εἰπεῖν , Λυδὲ γένος , πολλῶν βασιλεῦ , μέγα νήπιε Κροῖσε , μὴ βούλου πολύευκτον ἰὰν κατὰ δώματ ' | ||
| ὁ Ἡσίοδος ὡς πρὸς τὸν ἀδελφὸν λέγων ” ἐργάζευ , νήπιε Πέρση “ πᾶσι παραινεῖ . οὕτω καὶ ὁ Ἰσοκράτης |
| . Ἰσοκράτους : Ἡ δὲ τῆς ἀρετῆς κτίσις οἷς ἂν ἀκίβδηλος ταῖς διανοίαις συναυξηθῆ , μόνιμον συγγηράσκει : πλούτου δὲ | ||
| οὐκ ἐγκρίνει τὴν φωνήν . , . . , . ἀκίβδηλος ἀνήρ : ὁ μὴ κίβδηλος , ἀλλὰ δόκιμος καὶ |
| ' . . . . αὔδα : ἔστιν † αὐδέω αὐδῶ , ὁ παρατατικὸς ηὔδαον ηὔδων , ηὔδαες ηὔδας , | ||
| , τέκνον . εἶἑν : σὲ τὸν θάσσοντα δυστήνους ἕδρας αὐδῶ φίλοισιν ὄμμα δεικνύναι τὸ σόν . οὐδεὶς σκότος γὰρ |
| ' ἀνθρώποις περισπούδαστος οὖσα , οὕτω καὶ θεοφιλής ἐστι καὶ μέλημα τοῖς κρείττοσιν ἐναργῶς ὡς τοὺς μὲν αὐτῶν πάλαι πρὸς | ||
| χαίταισιν ἵσδει : [ Ἀστυμέλοισα ] κατὰ στρατόν [ ] μέλημα δάμωι [ ] μαν ? ἑλοῖσα [ ] λέγω |
| σὺν Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο πλὴν ἢ κενοὶ λήρων λόγοι | ||
| σὺν Ὀρθάγῃ τε κρίμνα καὶ λυκοψίαν μόνον νέοις ἱδρῶτα , μωρὲ Λυκόφρον , οὐδὲν ἄλλο πλὴν ἢ κενοὶ λήρων λόγοι |
| [ , ἡ δὲ ] γῆ ? πλωτή : [ ⚓˘ – περιφέρουσι ] τήνδε [ τὴν ] ῥῆσιν : | ||
| ἀφνειὸς ἡ Κόρινθος ! ! ! ! ἕκητι Συλοσῶντος εὐρυχωρίη ⚓˘ – δῶρα καὶ θεοὺς παρήπαφεν . σοφῶς ὁ βοῦς |
| συγχορεύων : στέψον οὖν με , καὶ λυρίξω παρὰ σοῖς Διόνυσε σηκοῖς μετὰ κούρης βαθυκόλπου ῥοδίνοισι στεφανίσκοις πεπυκασμένος χορεύσω . | ||
| ἁμὲς δέ γ ' ἐσσόμεσθα πολλῶι κάρρονες . ἐλθεῖν ἥρω Διόνυσε Ἀλείων ἐς ναὸν ἁγνὸν σὺν Χαρίτεσσιν ἐς ναὸν τῶι |
| , Κλεόνικος , ὃς ἀθάνατον λάχε γῆρυν , οὔτε ποιητάων ἀδαήμων οὔτε θεάτρων , ᾧ καὶ τεθνειῶτι λαλεῖν πόρε Φερσεφόνεια | ||
| τῶνδε κλύ ' : οὐ γὰρ μῦθος ἀπόσκοπος οὐδ ' ἀδαήμων . οὐλοφυεῖς μὲν πρῶτα τύποι χθονὸς ἐξανέτελλον , ἀμφοτέρων |
| , ἄγε . , ἐλθέ . . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . | ||
| δ ' ὁ κωμικός φησιν : ὦ πᾶσι τοῖς φρονοῦσι προσφιλέστατε Διόνυσε καὶ σοφώταθ ' , ὡς ἡδύς τις εἶ |
| Σόλωνος ἀναφωνηθῆναι ἐπὶ Πιττακῷ ἱκετεύοντι τὴν ἀρχὴν ἀποθέσθαι , καὶ φάντι χαλεπὸν ἐσθλὸν φῦναι , διὰ τὸ Περίανδρον εἰς ὠμότητα | ||
| Σόλωνος ἀναφωνηθῆναι ἐπὶ Πιττακῷ ἱκετεύοντι τὴν ἀρχὴν ἀποθέσθαι , καὶ φάντι χαλεπὸν ἐσθλὸν φῦναι , διὰ τὸ Περίανδρον εἰς ὠμότητα |
| θρασὺ ποιεῖν κοινὴν ὑμῖν πέμπων ἐπιστολήν , εἰ μὴ κἀκεῖνο θρασὺ τὸ πάντας ὑμᾶς φιλεῖν . εἰ δ ' ἥκιστα | ||
| ἔτι δὲ καὶ γοργὸν ὄμμα ἔχων . . ὠμὸν ] θρασὺ , φονικόν . . παρθένων ἐπώνυμον ] τουτέστι χαῦνον |
| : ἐξ ἐμέθεν δὲ κλυτοὺς φιτύσεαι υἷας οἳ σκηπτοῦχοι ἅπαντες ἐπιχθονίοισιν ἔσονται . Ὣς φάτο : καὶ τετέλεστο τά περ | ||
| αὐτῆς ὑπολήψεως καὶ ταῦτα εἴρηται : ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον , μηδ ' ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου , |
| ἐποίησεν ἀρχόμενον τὸν Ὀδυσσέα καὶ λέγονθ ' οὕτω Πᾶσι γὰρ ἀνθρώποισιν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ τιμῆς ἔμμοροί εἰσι καὶ αἰδοῦς , οὕνεκ | ||
| κατέκταν . ἀλλ ' οὔ πως ἅμα πάντα θεοὶ δόσαν ἀνθρώποισιν : εἰ τότε κοῦρος ἔα νῦν αὖτέ με γῆρας |
| αὐτοῖς . ἐν κακοῖσι ] ἐν δυστυχίαις . Ξ ἐν κακοῖσι ] ἤγουν ἐν συμφοραῖς . εὐεστοῖ ] εὐδαιμονίᾳ , | ||
| ἄλλα ἃ δεῖ πάντα . λδʹ . Ἐπὶ τοῖσι μεγάλοισι κακοῖσι πρόσωπον ἢν ᾖ χρηστὸν , σημεῖον χρηστόν : ἐπὶ |
| ὁρῶσι διακρίνοντα θέμιστας ἰθείῃσι δίκῃσιν : ὁ δ ' ἀσφαλέως ἀγορεύων αἶψά τι καὶ μέγα νεῖκος ἐπισταμένως κατέπαυσε : τούνεκα | ||
| Ὣς ἔφατ ' , οὐδὲ Διὸς πεῖθε φρένα ταῦτ ' ἀγορεύων : Ἕκτορι γάρ οἱ θυμὸς ἐβούλετο κῦδος ὀρέξαι . |
| δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ ' αὐτᾶς , εἴ ποτε χειμέριον | ||
| , πάντα : πολὺ πλέον ἁ δαῒς αὐτῷ βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα , τὸν ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει . ἢν τύ γ |
| ἔσται . Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη κρείων Ἀγαμέμνων : χρεὼ βουλῆς ἐμὲ καὶ σὲ διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε κερδαλέης , | ||
| Ἀχιλλεύς : Φοῖνιξ ἄττα γεραιὲ διοτρεφὲς οὔ τί με ταύτης χρεὼ τιμῆς : φρονέω δὲ τετιμῆσθαι Διὸς αἴσῃ , ἥ |
| τῶν ἀνδρῶν ἡ Σελήνη αὐτοῖς συμπαρῇ ποιεῖ δυσὶν ἀδελ - φαῖς ἢ συγγενέσι συνερχομένους , ἐὰν δὲ ἐπὶ τῶν γυναικῶν | ||
| [ καὶ κύματι πλάγεισαν [ ὄμβρωι μάχεσθαι ! ! [ φαῖς ' οὐδὲν ἰμέρρην [ , ἀσάμωι δ ' ἔρματι |
| τὰς Καδμηίδας εἰ μή σε Λητὼ καλλίπαις ἐγείνατο ἔα με κερδαίνοντα κεκλῆσθαι κακόν : κρεῖσσον γὰρ ἢ σέβοντα τοὺς θεῶν | ||
| γνωμῶν αἳ μέν εἰσιν ἄδοξοι ὡς ἥδε : ἔα με κερδαίνοντα κεκλῆσθαι κακόν , αἳ δὲ ἔνδοξοι ὡς : εἷς |
| τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἑρμηνείας , ὅτι καὶ τῆς εἰρημένης τοῦ Θεόγνιδος ὑποθήκης λανθανόντως ἐμνήσθη καὶ ᾐνίξατο εἰπὼν τὸ δικαιότερον : | ||
| ἐπίσης . ἐνταῦθα δ ' ὀρθῶς ἄν τις εἴποι τὸ Θεόγνιδος οἶνος πινόμενος πουλὺς κακός : ἢν δέ τις αὐτὸν |
| προσέφη ἑκάεργος Ἀπόλλων : φράζεο Τυδεΐδη καὶ χάζεο , μηδὲ θεοῖσιν ἶς ' ἔθελε φρονέειν , ἐπεὶ οὔ ποτε φῦλον | ||
| ἐν τραγωιδίαις ἐχρῆν κἀλεκτρυόνα ποῆσαι ; σὺ δ ' ὦ θεοῖσιν ἐχθρέ , ποῖ ' ἄττ ' ἐστὶν ἅττ ' |
| ἀγάγῃ τῶν καταπονουμένων τὰ τέκνα . Ἡσίοδος ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις , . . . . Ἀλιτῶ : ἔστι δὲ | ||
| ἀορίστου . τὸν Ἡσίοδον ὅτι κτλ . ἐν Ἔργοις καὶ Ἡμέραις νήπιοι οὐδ ' ἴσασιν ὅσῳ πλέον ἥμισυ παντός . |
| γὰρ διὰ τοῦ γ μόγις , παρὰ τὸν μόγον . ἐπαύρεσθαι : ἐὰν μὲν παροξυτόνως , ἔσται συντελικὸς ἀντὶ τοῦ | ||
| γὰρ διὰ τοῦ γ μόγις , παρὰ τὸν μόγον . ἐπαύρεσθαι : ἐὰν μὲν παροξυτόνως , ἔσται συντελικὸς ἀντὶ τοῦ |
| τῆς ἀθανάτους μὲν πρῶτα θεούς , νόμῳ ὡς διάκειται , τίμα καὶ σέβου ὅρκον , ἔπειθ ' ἥρωας ἀγαυούς , | ||
| βροτοῖς ἄριστος . Νόμος ἐστὶ θεός . τοῦτον ἀεὶ πάντοτε τίμα . Ξένος ὀφείλεις εἶναι τῶν οὐ καλῶς φρονούντων . |
| ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς | ||
| , ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν |
| Δευκαλίωνες , οὐ Πελοπηιάδαι τε καὶ Ἄργεος ἄκρα Πελασγοί . ἵλαος , ὦ φίλ ' Ἄδωνι , καὶ ἐς νέωτ | ||
| τέρμα δρόμου ἵππων φυτεῦσαι . καί νυν ἐς ταύταν ἑορτὰν ἵλαος ἀντιθέοισιν νίσεται σὺν βαθυζώνοιο διδύμοις παισὶ Λήδας . τοῖς |
| ταχύβουλον ἀστασίην , μίσει δ ' ἐρατῆς καὶ ἀκηράτου εὐνῆς κουρίδιόν τε λέχος προλιπεῖν πόσιός τε λαθέσθαι τεύξει ὁμοφροσύνην : | ||
| ταχύβουλον ἀστασίην , μίσει δ ' ἐρατῆς καὶ ἀκηράτου εὐνῆς κουρίδιόν τε λέχος προλιπεῖν πόσιός τε λαθέσθαι τεύξει ὁμοφροσύνην : |
| πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ Ἀμφίνομ ' , ἦ μάλα μοι δοκέεις πεπνυμένος εἶναι : τοίου γὰρ καὶ πατρός , ἐπεὶ | ||
| λαβεῖν ἐν ἠπείρῳ , οἰκότα ἐλπίζων : νησιώτας δὲ τί δοκέεις εὔχεσθαι ἄλλο ἤ , ἐπείτε τάχιστα ἐπύθοντό σε μέλλοντα |
| σεο πατρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄκουσα εὐχομένης , ὅτ ' ἔφῃσθα κελαινεφέι Κρονίωνι οἴη ἐν ἀθανάτοισιν ἀεικέα λοιγὸν ἀμῦναι , ὁππότε | ||
| σέο πατρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἄκουσα εὐχομένης , ὅτ ' ἔφησθα κελαινεφέι Κρονίωνι οἴη ἐν ἀθανάτοισιν ἀεικέα λοιγὸν ἀμῦναι . ὁπότε |
| καὶ δεῦρο κόμισσεν . ἤτοι μὲν γὰρ ἐγὼ κείνου παρεόντος ἔολπα οὐδ ' ἂν πυγμαχίῃ κρινθήμεναι : ἀλλ ' ὅτε | ||
| γε δίκην ἀδικώτερος ἕξει . ἀλλὰ τά γ ' οὔπω ἔολπα τελεῖν Δία μητιόεντα . Ὦ Πέρση , σὺ δὲ |
| δὲ Πρίαμον φάτο μῦθον : υἱὸς μὲν δή τοι λέλυται γέρον ὡς ἐκέλευες , κεῖται δ ' ἐν λεχέεσς ' | ||
| ' ἐστέρησε Φοῖβος . ὦ κακὰ παθὼν ἰδών τε δυστυχὲς γέρον , τίν ' αἰῶν ' ἐς τὸ λοιπὸν ἕξεις |
| , παῖ , καὶ τοῦτο πανύστατον ἁδύ τι ῥέξον : ὁππόταν ἐξενθὼν ἀρταμένον ἐν προθύροισι τοῖσι τεοῖσιν ἴδῃς τὸν τλάμονα | ||
| οὐχ ἑτάρους πηούς τε μολών , οὐκ οἶδεν ὁμαίμους , ὁππόταν ἀργαλέος τε καὶ ἄσπετος ἀντιβολήσῃ . κεῖνος καὶ προπάροιθεν |
| ἤμβροτες , οὐδ ' ἄρα πώ τι θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ ἐκ Διὸς ἠείδης τὸν ἐμὸν μόρον , ἦ τοι | ||
| ἀμφιπένονται ἕλκε ' ἀκειόμενοι : σὺ δ ' ἀμήχανος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ . μὴ ἐμέ γ ' οὖν οὗτός γε λάβοι |
| θεωρεῖν , ἑστιᾶσθαι , κοτταβίζειν , συβαριάζειν , ἰοῦ ἰοῦ κεκραγέναι . Εἰ γὰρ ἐκγένοιτ ' ἰδεῖν ταύτην με τὴν | ||
| καὶ οἱ ἄλλοι μετεβάλλοντο , ὡς ἅπαντας ὁμοθυμαδὸν μιᾷ φωνῇ κεκραγέναι , κτείνειν τὸν κοινὸν λυμεῶνα , τὸν ἀφ ' |
| οὔτ ' ἐπιδερκτὰ τάδ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐπακουστά οὔτε νόωι περιληπτά . σὺ δ ' οὖν , ἐπεὶ ὧδ | ||
| ἡλίου αὐγαῖς † ὃν † σοφὸν σοφὰν λαβοῦσαν οὐκ ἐπέλπομαι νόωι δρυμοῖς ὀρείοις ὄργανον δίαν Ἀθάναν δυσόφθαλμον αἶσχος ἐκφοβηθεῖσαν αὖθις |
| αἱρεῖσθαι τὸν ἀνδρειότατον , ἀλλ ' οὐ πᾶσιν ἀλλὰ τοῖς ὀρείοις : μᾶλλον δὲ τὸ τοῖς βασιλεῦσιν πολλὰς εἶναι γυναῖκας | ||
| ; τίνα εἴπω βλέπειν τοῦτον τὸν κακοπαθοῦντα ἐν δεσμοῖς πετρίνοις ὀρείοις ; εἶτα πρὸς τὸν Προμηθέα λέγει : ὑπὲρ ποινῆς |
| τούτων ἐμπύροις δυνάμεσιν αὐαινόμενος . τίνα οὖν ἄκη τοῦ καύματος πετραίη σκιά ; τοιαύτη δὲ ἡ ὑπὸ ταῖς πέτραις ἐν | ||
| τε χρὼς ὑπὸ καύματος : ἀλλὰ τότ ' ἤδη εἴη πετραίη τε σκιὴ καὶ βίβλινος οἶνος μάζα τ ' ἀμολγαίη |
| μοι φακούς , μὰ τὸν Δί ' : οὐ γὰρ ἥδομαι . ἢν γὰρ τράγῃ τις , τοῦ στόματος ὄζει | ||
| ἐν Ναυπλίῳ νυμφικὸν Ἐλύμνιον . Γ # ἥδομαί γ ' ἥδομαι : κορωνίς . εἰσελθόντων τῶν ὑποκριτῶν ὁ χορὸς μόνος |
| Ἀριστοφάνης Ἀριστοφάνους ὦ Ἀριστόφανες , ὁ Πολυδεύκης τοῦ Πολυδεύκους ὦ Πολύδευκες , ὁ εὐσεβής τοῦ εὐσεβέος καὶ εὐσεβοῦς ὦ εὐσεβές | ||
| ἐόντα , καὶ Κάστορος βίαν , σέ τε , ἄναξ Πολύδευκες , υἱοὶ θεῶν , τὸ μὲν παρ ' ἆμαρ |
| σῖτον ἄγοι καὶ ἐν Κιλικίᾳ κρόκον : λείπει , οὐ φρονεῖ ἤ τι ἄλλο τοιοῦτον : λέγεται γὰρ ἐπὶ τῶν | ||
| δὲ πλοῦτον ἢ σθένος μᾶλλον φίλων ἀγαθῶν πεπᾶσθαι βούλεται κακῶς φρονεῖ . στείχομεν οἰκτροὶ καὶ πολύκλαυτοι , τὰ μέγιστα φίλων |
| καί νιν εὖ εἰδὼς προσεῖπεν : Υἱὲ Διὸς μεγάλου , στᾶθί τ ' ἐν χώρᾳ , γελανώσας τε θυμὸν μὴ | ||
| καί νιν εὖ εἰδὼς προσεῖπεν : Υἱὲ Διὸς μεγάλου , στᾶθί τ ' ἐν χώρᾳ , γελανώσας τε θυμὸν μὴ |
| δὲ πανδαμάτωρ λοξῷ ἴδεν οἷον ἔρεξεν ὄμματι νηλειὴς ὀλοφώϊον ἔργον Ἐρινύς . ἥρως δ ' Αἰσονίδης † ἐξάρματα τάμνε θανόντος | ||
| τε βαρείης , τήν οἱ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ δασπλῆτις Ἐρινύς . ἀλλ ' ὁ μὲν ἔκφυγε κῆρα καὶ ἤλασε |
| πέρι , παρθένε , μορφᾶς καὶ θανεῖν ζηλωτὸς ἐν Ἑλλάδι πότμος καὶ πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκαμάτους : τοῖον ἐπὶ φρένα | ||
| . . , εἶτα μετ ' ὀλίγον λέγοντος οὑμὸς δὲ πότμος οὐρανῶι κυρῶν ἄνω ἔραζε πίπτει καί με προσφωνεῖ τάδε |
| οἴονταί τινες , οὐδὲ μεγαλόφρον , ἀλλ ' ἀνόητον καὶ ἀμαθές . οὐχ ὁρᾶτε τοῦ ξύμπαντος οὐρανοῦ καὶ τῶν ἐν | ||
| . εἶθ ' οὑμός , ἱερόσυλε , νῦν τρόπος ποεῖ ἀμαθές τι ; συντρίβει σε . τῆς παρρησίας . ἀλλ |
| ἄγειν δέρος , ἤν κ ' ἐθέλῃσθα , πειρηθείς : ἐσθλοῖς γὰρ ἐπ ' ἀνδράσιν οὔτι μεγαίρω ὡς αὐτοὶ μυθεῖσθε | ||
| τὸ ἥσυχοι , τὰ ἔργα τῆς γῆς ἐκαρποῦντο , σὺν ἐσθλοῖς πολλοῖς , ἤγουν φιλαλληλίᾳ , δικαιοσύνῃ , καὶ τοῖς |
| ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος | ||
| τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ |
| ' ἐν ἀνθρώπου φύσει . δεῖ τοῖσι πολλοῖς τὸν τύραννον ἁνδάνειν . οὔτ ' εἰκὸς ἄρχειν οὔτε χρῆν εἶναι νόμον | ||
| πάλιν : θαυμαστὸν οὐδὲν ἁμὲ ταῦθ ' οὕτω λέγειν καὶ ἁνδάνειν αὐτοῖσιν αὐτοὺς καὶ δοκεῖν καλῶς πεφύκειν : καὶ γὰρ |
| ἔκλᾳξε κανθώς : τὶν δ ' ἀτέραμνον ἔσω στέρνων καὶ ἀνίκατον κέαρ ἔσκ ' ἐν πιμελοσαρκοφάγων πάσας μελεδώνας : τῷ | ||
| ὑπέρτερον ? [ ! ] αμεν οὐ δυνατὰν [ ] ἀνίκατον [ ´δε ? καὶ με ! [ ! ] |
| : εἰ δέ κε ποιήσῃς , μή μιν πρότερος κακὸν ἔρξαι μηδὲ ψεύδεσθαι γλώσσης χάριν : εἰ δέ σέ γ | ||
| σημαίνει γὰρ ἑκάτερον ἡ λέξις : τὸ δὲ ὧδ ' ἔρξαι ἀντὶ τοῦ οὕτως ἔρδε , ἀπαρέμφατον ἀντὶ προστακτικοῦ . |
| θαλάσσῃ ἀπέβαλεν . Ἀργαλέον φρονέοντα παρ ' ἄφροσι πόλλ ' ἀγορεύειν . Ἂν ἡ λεοντῆ μὴ ἐξίκηται , τὴν ἀλωπεκῆν | ||
| παρὰ ῥηγμῖνι θαλάσσης . οὐ νέμεσις καὶ ψεῦδος ὑπὲρ ψυχῆς ἀγορεύειν . νοῦς οὐ παρὰ Κενταύροισι δικαιοτάτου δὲ φονῆος . |
| σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως | ||
| τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως |
| ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργειφόντης : τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ | ||
| Βάκχε , θυρσεγχής , βαρύμηνι , τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν , ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν : ἐλθέ , μάκαρ |
| αἰγῶν ποίμνας τ ' εἰροπόκων ὀίων , θυμῷ γ ' ἐθέλουσα , ἐξ ὀλίγων βριάει κἀκ πολλῶν μείονα θῆκεν . | ||
| εἰς τὴν μεγίστην με πόλιν αὖθις φέρουσα ἐμβαλεῖν οὐ κακοῦν ἐθέλουσα ἔπραττε , κακὸν δέ τι κἀνταῦθα ἰωμένη . ὁρῶσα |
| δὲ ποιητὴς ῥῆμα αὐτὸ οἶδεν : “ οὐκ ὄφελον Τρώεσσι κοτεσσάμενος ” καὶ μὴ ὄφελες λίσσεσθαι ἀμύμονος Αἰακίδαο . . | ||
| λέγει . . . . εἰ μή τις θεός ἐστι κοτεσσάμενος Τρώεσσιν : πρὸς τὸ ἀμφίβολον , εἰ μὴ οὗτος |
| ἀκούοντες θεόδˈματον κέλαδον Ἄμμων Ὀλύμπου δέσποτα Πότˈνια θεσμοφόρε χˈρυσανίου ἐν ἔργμασιν δὲ νικᾷ τύχα , οὐ σθένος Τύχα φερέπολις Τύχα | ||
| , ἔν τε κελεύθοις χεῖρ ' ὀρέγων καὶ πᾶσιν ἐν ἔργμασιν αὐτὸς ἀμύνων : πατρὶ δὲ γηράσκοντι νέον σθένος υἷες |
| ἠξίου παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : τί με σπεύδοντα καὶ αὐτὸν ὀτρύνεις ; . . μεθεστηκότων ] ἤτοι μεταστάντων τοῦ εἰπεῖν | ||
| ὀρθὸν οὖς ἵστησιν , ὡσαύτως δὲ σὺ ἡμᾶς τ ' ὀτρύνεις καὐτὸς ἐν πρώτοις ἕπῃ . Τοιγὰρ τὰ μὲν δόξαντα |
| : ὁ περὶ τῆς ψυχῆς δηλονότι . οἷον , οὐδεὶς ἄναλκις ὑπομένει περὶ τῆς ψυχῆς κινδυνεύειν , ἀλλ ' ἔστι | ||
| Λαγόνεσσιν : πλευραῖς . ἀναλκίας : ἀδυναμίας , ἀδυνάτου : ἄναλκις ὄνομα σύνθετον : ἀλκὴ καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α |
| , τοὶ μὲν ἐγὼν ἐρέω , σὺ δὲ σύνθεο καί μευ ἄκουσον . ἱστορία . ἡ Σαπφὼ μελῶν λυρικῶν ὑπῆρχε | ||
| . ὥς θην καὶ σὸν ἐγὼ λύσω μένος εἴ κέ μευ ἄντα στήῃς : ἀλλά ς ' ἔγωγ ' ἀναχωρήσαντα |
| λέγω , καὶ μὴ ἀνοηταίνειν οἰομένους τι ἑτοίμως διαπράξασθαι . εὐτύχει . Τὰ μὲν παρὰ σοῦ ἐλθόνθ ' ὑπομνήματα θαυμαστῶς | ||
| σά . ἐπεὶ δίδαξον τοῦτο : πῶς , ὅτ ' εὐτύχει Τροία , πέριξ δὲ πύργος εἶχ ' ἔτι πτόλιν |
| δ ' ἀίοντος ὑπὸ φρεσὶ τέρπετο θυμός , καί ἑ καθαπτόμενος γεραρῷ προσεφώνεε μύθῳ : Ὦ Μέμνον , τὸ μὲν | ||
| τοιούτου τύχωσί τινος , ἀπειλοῦσι μὴ μαχέσεσθαι , διὰ τούτων καθαπτόμενος ὁμοῦ τῶν τε Ἀθηναίων καὶ τῶν στρατηγῶν : τῶν |
| ὡς υἱὸς ἀνθρώπου μετανοεῖ καὶ ἅπαξ εἰπὼν οὐκ ἐμμένει . φθέγξεται τὸ παράπαν οὐδέν , ὃ μὴ τελειωθήσεται βεβαίως , | ||
| μ ' ἀναιρήσετε ; τὰ τοιαῦτα πολλάκις οἶδ ' ὅτι φθέγξεται , βουλόμενος φθόνον τιν ' ἐμοὶ διὰ τούτων τῶν |
| ἄλλον λαὸν ἀνώγῃ . οὐ γάρ μοι ζώειν γε δοκεῖ βροτὸς οὐδὲ βιῶναι ἀνθρώποιο βίον ταλασίφρονος , ὅστις ἀπ ' | ||
| ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι , ἀκριόεις , ὡς βροτὸς βροτόεις . Ὀμιχεῖν . τὸ οὐρεῖν . παρὰ τὴν |
| καὶ οὐχ ἕξει σύστασιν : ἡ γὰρ φύσις τὴν φύσιν τέρπεται , καὶ ἡ φύσις τὴν φύσιν νικᾷ . Αὐτῇ | ||
| ὕσω ὕεσθαι , ὅ ἐστι βρέχεσθαι : ἐπεὶ τοῖς ὕδασι τέρπεται , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ , ὡς σῖτος , |
| Αἴσονος γὰρ παῖς ἐπιχώριος οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικˈλῄσκων προσαύδα . ὣς φάτο | ||
| γὰρ παῖς ἐπιχώριος ὑπάρχων οὐκ εἰς ξένην ἥκω γῆν . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικλῄσκων προσηύδα : παρὸ ἰατρὸς |
| δ ' ἀπάταν μεταγνούς . τοιαῦτα πάθεα μέλεα θρεομένα λέγω λιγέα βαρέα δακρυοπετῆ , ἰὴ ἰή , ἰηλέμοισιν ἐμπρεπῆ : | ||
| ὦκα καὶ λίγα , ἀπὸ τοῦ σαφέα καὶ ὠκέα καὶ λιγέα . Πρόγονος ὁ τοῦ πατρὸς ἢ τῆς μητρὸς πατήρ |
| ] κατ ' εἰρωνείαν . ἁ καλὰ ] Ἄρτεμις . δρόσοις ] ἤτοι τοῖς νεογνοῖς . ἀέπτοισι ] τοῖς μὴ | ||
| ὥσπερ καὶ φυτὸν ἐπαίρεται πρὸς αἰθέρα καὶ αὔξεται ταῖς χλωροποιοῖς δρόσοις . ἢ οὕτως : ὥσπερ δένδρον ὕδατι ποτιζόμενον εἰς |
| λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ ' ἐν ἀνθρώποισι γηράσκειν ἔφυ καὶ πρὸς τελευτὴν ἔρχεται τακτοῦ χρόνου , πλὴν ὡς | ||
| πᾶν διελήλυθεν , ἀὴρ δὲ δεύτερον , ὡς λεπτότητι δεύτερον ἔφυ , καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ καὶ τὰ ἑξῆς ; |
| , ὅτε μοι σὺ τλαίης ἐν μεγάρῳ τὰ σὰ κήδεα μυθήσασθαι . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς | ||
| Πριάμοιο Διὶ μῆτιν ἀτάλαντε Ζεύς με πατὴρ προέηκε τεῒν τάδε μυθήσασθαι . ὄφρ ' ἂν μέν κεν ὁρᾷς Ἀγαμέμνονα ποιμένα |
| τὸ τιμωρῶ : ἢ καὶ ἀπὸ τοῦ ἐν τῇ ἔρᾳ ναίειν . . : τρίμορφοι ] Τρισώνυμοι . : τούτων | ||
| τὰ σώματα αὐτῶν πεπτωκότα . τοῦτο γάρ ἐστι τὸ χθόνα ναίειν διαπήλας ἀντὶ τοῦ τάφου μοῖραν ἀπομοιράσας αὐτοῖς καὶ ἀφορίσας |
| . λαγαρῶς γάρ μοι ἱππασθείς , θεῖε παῖ , καὶ τοιῷδ ' ἵππῳ πρέπων ὀχήσῃ ποτὲ καὶ ἐπὶ Ξάνθου καὶ | ||
| δίκασαν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν τοιῷδ ' ἐπ ' ἀέθλῳ : τοίην γὰρ κεφαλὴν ἕνεκ |
| τῆς ἀβουλίας . . ΑΤΑΣΘΑΛΑ . Τὰ θάλλοντα ἐν ταῖς ἄταις , ἤγουν βλάβης ἀνάμεστα . . ΤΟΙΣΙΝ Δ ' | ||
| ὀλεθρίαις * ἀλεξητήριον : ἀποτρόπαιον βοήθημα ἴαμα θεραπείαν βοήθειαν * ἄταις : βλάβαις * ἐν : ἐν τούτοις σὺν τούτοις |
| τὸν Δέλφιν . ἁ μεγάλοιτος : ἡ μεγάλως δυστυχής . οἶτος γὰρ οὐ μόνον ὁ θάνατος , ἀλλὰ καὶ πᾶν | ||
| ' οὐ γίνετ ' ἐρωή , ἀλλὰ φόνος τε καὶ οἶτος ἐπὶ πλέον αἰὲν ἀέξει . Ζεῦ πάτερ , οὐδέ |
| ἂν ἔπειτα Ὀδυσσῆος λαθοίμην ; ” ὡς γὰρ μὴ δυνατὸν λαθέσθαι ἠρώτα . . σύμφημ ' ] συνομολογῶ . ἀνηκουστεῖν | ||
| θεοὶ φρένας ὤλεσαν αὐτοί , ὃς κέλεαι Ζηνὸς μὲν ἐριγδούποιο λαθέσθαι βουλέων , ἅς τέ μοι αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε |
| ? ' ἐμῆι μορφῆι πλέον ἐρεῖ ποτ ' ἢ τῆι Κύπριδι τὸ Δαιδάλου μείμημα [ ] ? : φωνῆς ? | ||
| ὁρᾶν μόνον : ἦ ῥ ' ἀγρυπνήσω πολλάκι τῇ κενεῇ Κύπριδι χειρομαχῶν . Ὀρθὸν νῦν ἕστηκας , ἀνώνυμον , οὐδὲ |
| καὶ ἢν τάδε κέντρα μεταλλάξαντες ἔχωσιν . Ἤδη καὶ σύγκρασιν ἀείσω μαρτυρίας τε , ἠδ ' ὅς ' ἐπαντέλλοντες ἢ | ||
| ! ! ! ] ἑπτάμιτον φόρμιγγα τεὰς ? ἀκτῖνας [ ἀείσω ] ; πατρίδα σὴν πρώτην παρελεύσομαι : εὐεπίης μέν |
| τοῦ δ ' Ἀτρεὺς ἔφυ , ὧι στέμματα ξήνας ' ἐπέκλωσεν θεὰ Ἔρις Θυέστηι πόλεμον ὄντι συγγόνωι θέσθαι : τί | ||
| . ὡς εἴθε καὶ βίου μακρὰς προθεσμίας ἡ μικρολόγος ἡμῖν ἐπέκλωσεν Μοῖρα καὶ τὸ πᾶν ἦν διηνεκὴς ὑγίεια μηδεμιᾶς λύπης |
| Τιθωνοῖο ὤρνυθ ' , ἵν ' ἀθανάτοισι φόως φέροι ἠδὲ βροτοῖσιν : οἱ δὲ θεοὶ θῶκόνδε καθίζανον , ἐν δ | ||
| Στυγὸς αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ ' |
| ὅμοιον ὡς κἂν εἴ τις λέγοι τὴν ψυχὴν κινεῖσθαι τῷ ὑφαίνειν ἢ οἰκοδομεῖν : βέλτιον γὰρ ἴσως μὴ λέγειν τὴν | ||
| ποθέω πολυήρατον ? [ εἶδος ] ? ? ? [ ὑφαίνειν ] [ , ] χάρματι λαμπετόοντ ' ἀμαρύγματα [ |
| : καὶ μυρίκης λάζοιο νέον πανακαρπέα θάμνον , μάντιν ἐνὶ ζωοῖσι γεράσμιον , ᾗ ἐν Ἀπόλλων μαντοσύνας Κοροπαῖος ἐθήκατο καὶ | ||
| , ἀλλὰ πορευομένων ἄλλοσε πολλάκις . ἄλλως : ἔργα δὲ ζωοῖσι : παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : χρύσειαι , ζωῇσι νεήνισιν |
| τ ἀρθέντος . Ἡσίοδος : ἳν δ ' αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ | ||
| ' , οἷστε φανεὶς τεύχει πολυχρήμονας ἄνδρας : Ὑδροχόος , ταμίης νεφελώδεος Οὐλύμποιο , Αἰγόκερως , γαίης τε καὶ ὕδατος |
| παθητικὴ χοόμενος , χούμενος καὶ δωρικῶς χώμενος , ὡς Μοῦσα Μῶσα , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ο χωόμενος : ἢ παρὰ | ||
| Μνασάλκεος τὸ σᾶμα τῶ Πλαταιΐδα τῶ ' λεγῃοποιῶ : ἁ Μῶσα δ ' αὐτῶ τᾶς Σιμωνίδα πλάτας ἧς ἀποσπάραγμα κενά |
| ἔρδων φίλος σοί τε , καρτερόβρεντα Κρονίδα , φίλος δὲ Μοίσαις , Εὐθυμίᾳ τε μέλων εἴην , τοῦτ ' αἴτημί | ||
| : ἤτοι περιέσχεν αὐτὸν ἡ τοῦ Ἀχέροντος δίνη . τὸν Μοίσαις φίλον : καθὸ πρῶτος εὕρατο βουκολικά . τὸν οὐ |
| φεῦγ ' : ὁ μὲν γὰρ χρηστὸς ἡ δ ' ἐφίμερος . ἀτάρ , ὦ Μεγάκλεες , οἶσθά που Παάπιδος | ||
| ' : ὁ μὲν γὰρ χρηστός , ἡ δ ' ἐφίμερος . Τῶν γὰρ μετ ' ἐμαυτὸν εἰκόνος καὶ μνημάτων |
| Ἀλλ ' ἔχ ' ἥσυχος , περὶ δὲ στρατιῆς τῆσδε θεοῖσι μελήσει . Τὸν μὲν δὴ ταῦτα παραινέειν , ἐκ | ||
| ; Ὦ φίλτατ ' Αἰγέως παῖ , μόνοις οὐ γίγνεται θεοῖσι γῆρας οὐδὲ κατθανεῖν ποτε , τὰ δ ' ἄλλα |
| , ἵνα μιν περὶ πάντα καλύπτοι , ὄφρ ' εἴη μακάρεσσι θεοῖς ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί , τοῖς ἐπ ' αὐτῷ | ||
| ἠδ ' Ἀρκαδίης ] πολυμήλου ἀφνειὸς ἤνασσε [ , φίλος μακάρεσσι θεοῖσιν ] ? [ ] ? : ἥ οἱ |
| ἐμοῦ διχῶς φρονεῖτε . Σύ , Κύπρις , πόθοις με θέλγεις , σύ με καὶ ῥόδοις κατέσχες : τί με | ||
| γὰρ καὶ Κύπριδος αἶσαν ἔμμορες , ἀδμῆτας δὲ τεοῖς μελεδήμασι θέλγεις παρθενικάς : τῶ καί τοι ἐπήρατον οὔνομ ' ἀνῆπται |