καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ θεοῦ μέχρι γῆς . Πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον , ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνθρώπων ,
λῆμα και Θέων ἀλκᾶι ὅμοιον τῶι : πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις τὸ νόημα τοιοῦτο [ ] :
5118759 καθευδους
τις ἐξαύσας καταπίνει . ἀστραβεύειν τὰς ἐγκεντρίδας κόφινος στυλοβάτην γυνὴ καθεύδους ' ἐστὶν ἀργόν . μανθάνω . ἐγρηγορυίας δ '
' [ ὄμματα ] ? , προσυπέθηκεν τούτοις χλευαστικῶς ὅππαι καθεύδους ' ἁ κύων τὰν ῥῖν ' ἔχει : οὗτοι
5106719 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
5087046 καπον
: διὸ μή σε λανθανέτω ἡ Κυρήνη ἀνυμνουμένη . ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας : κῆπον Ἀφροδίτης τὴν Κυρήνην ὠνόμασεν ὡς καλλίκαρπον
λέγει , δι ' ἧς ἔστι χαρίσασθαι . ἄλλως : κᾶπον : τὸν ποιητικόν . ὅτι δὲ πάροικοι ταῖς Μούσαις
4972261 πολιταν
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ
4913147 νοσφιζοιμεθα
τις τὸν ὄνειρον Ἀχαιῶν ἄλλος ἔνισπε ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' ἴδεν ὃς μέγ '
μάντιές εἰσι θυοσκόοι ἢ ἱερῆες , ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' , αὐτὸς γὰρ ἄκουσα
4840011 Παμμετρῳ
. Εἴπομεν ὡς ἐτελεύτα ὁ Ζήνων καὶ ἡμεῖς ἐν τῇ Παμμέτρῳ τοῦτον τὸν τρόπον : τὸν Κιτιᾶ Ζήνωνα θανεῖν λόγος
πόλιν . Ἔστι δὲ καὶ ἡμέτερον ἐπίγραμμα ἐν τῇ προειρημένῃ Παμμέτρῳ , ἔνθα καὶ περὶ πάντων τῶν τελευτησάντων ἐλλογίμων διείλεγμαι
4831273 προσε
Τ . Υ . Κάδμος δὲ ὁ Μιλήσιος μετὰ ταῦτα προσέ - θηκεν αὐτοῖς καὶ ἄλλα τρία γράμματα , τὸ
λαβὼν συνοικέειν αὐτῇ , ἐς ὃ τῷ τὸ ἐλάχιστον ὑπισταμένῳ προσέ - κειτο . Τὸ δὴ ὦν χρυσίον ἐγίνετο ἀπὸ
4812567 κευθῃ
ἀκόλαστον . δάκνει γὰρ τὸ παραινούμενον , ὅταν τις ἕτερον κεύθῃ ἐνὶ φρενὶ , ἄλλο δὲ εἴπῃ [ Ι ]
κεῖνος ὁμῶς Ἀίδαο πύλῃσιν , ὅς χ ' ἕτερον μὲν κεύθῃ ἐνὶ φρεσίν , ἄλλο δὲ εἴπῃ ” , ταῦτα
4684425 μολεν
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
4669042 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
4668531 ἀμειψεσθε
. εὔεδροί τε : εὔεδροι στάθητε : συναπτέον τῷ ποῖον ἀμείψεσθε γαίας πέδον . εὔεδροι ] ἰσχυροί . εὔεδροι ]
, ποίαν βελτίονα ταύτης εὑρήσετε ; ποῖον ] οὐδέν . ἀμείψεσθε ] ἀνταλλάξεσθε . ἀμείψεσθε ] ἀνταλλάξατε . ἀμείψεσθε ]
4649569 ἐπος
μάλα . Μικρὸν μέρος τοίνυν αὐτῶν διεληλύθαμεν , οὐσῶν ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀπεράντων . Ἀδύνατόν γ ' ἄν , ὡς
γεραιέ . σὺ μὲν πόνου οὔποτε λήγεις . τοῦτο τὸ ἔπος οἶδα πολλάκις πρὸς ἐκεῖνον εἰπών , μᾶλλον δὲ μέρος
4649337 νοημα
γὰρ ἡ πεῖρα πίστις , | ὑψηλόν γέ που δοκεῖ νόημα καὶ ἔστι τῷ ὄντι θαυμάσιον , ὃ τῷ ψηφίσματι
ἀθρόον τῶν ἐναντίων καταρραγεῖσαν ἐπικλύσαι καὶ τὸ χρηστὸν ἐκεῖνο διαφθαρῆναι νόημα . οὐ διὰ τοῦτο μέντοι δόξαντι θυσίας ἀμέμπτους ἀναγαγεῖν
4638965 ἐπεσυτο
μέλονται κάτω , τείχεα δὲ † φλογερὸς † ὥστε Διὸς ἐπέσυτο φλόξ , ἐπὶ δὲ πάθεα πάθεσι φέρεις † ἀθλίοις
ἐμόλετον βίον ἀδικομηχάνῳ τέχνῃ ; Τίς ὄρεα βαθύκομα τάδ ' ἐπέσυτο βροτῶν . Ῥήματά τε κομψὰ καὶ παίγνι ' ἐπιδεικνύναι
4634536 πεφλασται
καὶ ὁκοῖόν τι πέπονθε , καὶ ὅσον μὲν ἡ σὰρξ πέφλασται , καὶ τὸ ὀστέον ἔχει τὸ σίνος , καὶ
, ἢν μὴ διαγινώσκῃς εἰ ἔῤῥωγε τὸ ὀστέον , ἢ πέφλασται , ἢ καὶ ἀμφότερα ταῦτα , μήτε ὅλως ὁρᾷν
4615558 ἀλκαι
εἶχον . κατασκίους ] τοῖς θαλλοῖς ἱκετηρίων κλάδων πεπληρωμένας . ἀλκᾶι ] τῆι τοῦ ὄρους . φράζουσα . . .
. δεινὸν μὲν πόλιν ὡς Μυκήνας εὐδαίμονα καὶ δορὸς πολυαίνετον ἀλκᾶι μῆνιν ἐμᾶι χθονὶ κεύθειν : κακὸν δ ' ,
4573595 ἀλλαλα
. Ἐκ τοῦ Βρύσωνος Οἰκονομικοῦ . Οὕτως ἔχει ποτ ' ἄλλαλα τἀνθρώπινα πράγματα καθάπερ καὶ τᾶς ἁλύσιος τοὶ κρίκοι .
περιεχόμενα ὑπὸ τῶν τμαμάτων τὸν αὐτὸν ἑξοῦντι λόγον ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν :
4558252 ἀπειρονος
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω
4551113 αἱμαξει
ἔλεος ἔμολε ματέρος δειλαίας . δίδυμα τέκεα πότερος ἄρα πότερον αἱμάξει ἰώ μοι πόνων , ἰὼ Ζεῦ , ἰὼ Γᾶ
, ἀλλὰ πρὸς τὸ νοητὸν , τὸν οἶκτον : πότερον αἱμάξει : φονεύσει : τὸ ἑξῆς : πότερος ἄρα πότερον
4536607 Λυκοεργε
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε
4523007 περιβαλοι
δ ' ἂν οἶκος τεκτόνων πλασθεὶς ὕπο δέμας τὸ θεῖον περιβάλοι τοίχων πτυχαῖς ; ὁρᾶθ ' ὅσοι νομίζετ ' οὐκ
ἀρνακίδων ” † . δέον εἰπεῖν : τίς ἄν μοι περιβάλοι ἐξ ἀρνακίδων σισύραν ; ἀποστερητρίδα : ἅμα μὲν καὶ
4502000 κομπασαι
τὸ κέρδος , πῆμα δ ' οὐκ ἀντιρρέπει : ὡς κομπάσαι τῷδ ' εἰκὸς ἡλίου φάει ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς
ἐκγόνους οἱ θεοὶ τρέπουσιν . εἰ δὲ πάρεργον χρή τι κομπάσαι , γύναι , οὐρανὸν ὑπὲρ γῆς ἔχομεν εὖ κεκραμένον
4479060 κλειομεν
, ἐπειδὰν κάμνωμεν ἐν λαμπραῖς αὐγαῖς , αὐτίκα τὰ βλέφαρα κλείομεν , ἐπὶ τὸ σύμφυτον ἴαμα σπεύδοντες . ἐγὼ μὲν
τε ὑπὸ τὸν αὐχένα τοῦ ζῴου καὶ ᾗ τὰς θύρας κλείομεν : ἐνταῦθα γὰρ διὰ τὸ πολλὴν εἶναι τῶν πραγμάτων
4469803 ληι
τὸν ἱστιῶντ ' ἐπαινέω : καἴ κα τις ἀντίον τι λῆι τήνωι λέγειν , τήνωι κυδάζομαί τε κἀπ ' ὦν
τις περισσόν , αἰ δὲ λῆις , πὸτ ἄρτιον ποτθέμειν λῆι ψᾶφον ἢ καὶ τᾶν ὑπαρχουσᾶν λαβεῖν , ἦ δοκεῖ
4445222 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
4404638 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
4387288 ἠισεν
φθάσαντα . ἠμφιεσμένος : ἐνδεδυμένος . ἥδεται : ἡδύνεται . ἦισεν : ὕμνησεν . θηρᾷ : ἀγρεύει . θυμηδίαν :
οἴκους . εὐτραπέζους ] ἤγουν ἐν συμποσίοις . ἔμελψεν ] ἦισεν . ἁγνᾶι ] ἐν παρθενικῆι . δ ' ]
4368678 ὁπποτερῳ
. βέλτερον αὖτ ' ἔριδι ξυνελαυνέμεν ὅττι τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων ,
ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἀρχῆς : ἡμέων δ ' ὁπποτέρῳ θάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται τεθναίη : ἄλλοι δὲ διακρινθεῖτε
4363949 ἀληθειης
. ἐν τῶι σοι παύω πιστὸν λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης : δόξας δ ' ἀπὸ τοῦδε βροτείας μάνθανε κόσμον
φησίν “ ὡς θέλεις ψεύδου , ἔλεγχον οὐκ ἔχουσα τῆς ἀληθείης . ” [ κακοῦ πρὸς ἀνδρός ἐστι μὴ φεύγειν
4350453 ἐπαινησαντες
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται :
4347238 εἰσορωντες
καὶ Πελασγικὸν λεὼν ἡμῶν ἀπηλλάξαντο πολεμίους ἔχειν , πτωχοὺς ἀλήτας εἰσορῶντες ἀλλ ' ὅμως [ οὐκ ἐξέδωκαν οὐδ ' ἀπήλασαν
ἥκετ ' : οὐδ ' ὑπώπτευον δόλον , φίλων προσώπων εἰσορῶντες ὄμματα . οἳ δ ' εἰς τὸν αὐτὸν πίτυλον
4338059 Φιλοτης
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
4330334 σκολιαις
, ἵνα μετέλθω καθάπερ λύκος ἐνεδρεύων , οὐκ εὐθείαις ἀλλὰ σκολιαῖς ὁδοῖς , τουτέστιν οὐχ ἑνὶ τρόπῳ ἀλλὰ παντοῖος ἔσομαι
πραπίδων καρπόν κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν πότερον δίκᾳ τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν , δίχα μοι νόος
4329458 κτισωσι
ἀπὸ Ἀγαμέμνονος ἐχόντων τὸ γένος πλεύσαντες εἰς Τροίαν τὰς πόλεις κτίσωσι , καὶ τῶν θεῶν τιμὰς ἀναλαμβάνωσιν , ἃς ἠφανίσθαι
, καὶ πῶς ἐάν περ κατὰ μέσον τὸν ἀέρα πόλιν κτίσωσι , τῶν θεῶν τὰ πράγματα αὐτοὶ παραλήψοντ ' .
4290027 εοι
] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ ' ἡμέρα [ ] εοι σφάλλει μία : [ ὦ ] ξέν ' ,
[ ] τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! !
4279852 ἀκουσμ
ἀγαπῶν δι ' ἐλάχιστ ' ὀργίζεται . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων
γραφόμενος πρὸς γονεῖς μαίνῃ , τάλαν . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων
4277513 κερδαιν
σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
4269459 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
4267540 ἐμμελεως
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ '
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν
4258368 ἐπιψαυουσαν
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς
4235327 ἐπιστησασα
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ]
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [
4234800 βουλεων
ἀπεκρύψατο αὐτὸ , ἀλλ ' εἶπεν ἄντικρυς Καὶ μέν μευ βουλέων ξύνιον , πείθοντό τε μύθῳ , ὄντες , φησὶ
ἀπὸ εἶδος ἄητο : τῆς μὲν Σίσυφος ] Αἰολίδης πειρήσατο βουλέων ? βοῦς ἐλάσας [ : ἀλλ ' οὔ τι
4227284 καρρον
ὁ θεὸς δαμιουργὸς τῶ βελτίονος . ἐπεὶ δὲ τὸ πρεσβύτερον κάρρον ἐστὶ τῶ νεωτέρω καὶ τὸ τεταγμένον πρὸ τῶ ἀτάκτω
τᾶς σωτηρίας , ἀλλὰ μὴ ἔξωθεν : σῶμα μὲν τὸ κάρρον , οἰκία δ ' ἁ συγκειμένα καλῶς , στράτευμα
4206284 Πηλειδεω
ὁ γὰρ κιθαρῳδὸς ᾄδων εἰσάγεται ” νεῖκος „ Ὀδυσσῆος καὶ Πηλείδεω Ἀχιλῆος , ὥς ποτε δηρίσαντο ” . ἄναξ δ
Ἀχιλλέα . . φεύγοντες δ ' ἐν νηυσὶ πολυκλήισι πέσωσιν Πηλείδεω Ἀχιλῆος . ὁ δ ' ἀνστήσει ὃν ἑταῖρον .
4203591 ποησαι
ἢ πόθεν γεγονὼς συνήθης ; οὐκ ἂν ἐπιτρέψαιμί σοι ἄλλως ποῆσαι . πάντ ' ἔχομεν . ὦ Ἡράκλεις , τουτὶ
, ἐκκλησίαν τήνδε καὶ σύνοδον τὴν νῦν κάλλιστα καὶ ἄριστα ποῆσαι , πολυωφελῶς μὲν τῇ πόλει τῇ Ἀθηναίων , τυχηρῶς
4198480 ὑπερτατᾳ
οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας .
4182315 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4173249 ψευδεων
, ἀπέθανεν . Φρενῖτις . Γυναῖκα , ἥτις κατέκειτο ἐπὶ ψευδέων ἀγορῇ , τότε τεκοῦ - σαν πρῶτον ἐπιπόνως ἄρσεν
τότε μὲν φωνὴν ἀκούειν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἀπόλλωνος , ψευδέων ἄγνωστον , ἤγουν οὐ γινώσκουσαν ψεύδη , ἐνεργητικῶς :
4170822 νοωι
οὔτ ' ἐπιδερκτὰ τάδ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐπακουστά οὔτε νόωι περιληπτά . σὺ δ ' οὖν , ἐπεὶ ὧδ
ἡλίου αὐγαῖς † ὃν † σοφὸν σοφὰν λαβοῦσαν οὐκ ἐπέλπομαι νόωι δρυμοῖς ὀρείοις ὄργανον δίαν Ἀθάναν δυσόφθαλμον αἶσχος ἐκφοβηθεῖσαν αὖθις
4149582 στειλαμενος
γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν
4147985 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4144603 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4142159 βιε
καὶ δουλεύουσαι . Πῶς τις ἄνευ θανάτου σε φύγοι , βίε ; μυρία γάρ σευ λυγρά , καὶ οὔτε φυγεῖν
ἆθλα . ” Πῶς τις ἄνευ θανάτου σε φύγοι , βίε ; μυρία γάρ σευ λυγρά : καὶ οὔτε φυγεῖν
4141056 ὀλεσεν
ὀΐσασθαι , ἐπεὶ στερεὴ λίθος ἦεν . ἐκ δ ' ὄλεσεν βοτάνης ὑγρὸν δέμας : ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὀλλυμένης πάμπαν
Ἄθω σώματα γῆι πέλασαν δώδεκα , τοὺς δ ' ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας .
4140363 κτησιος
Ταύρῳ μενέει δὲ πολὺν χρόνον , εἵνεκα δ ' αὖτε κτήσιος ἢν ἄρα τοῦτο πάθῃ , ταύτην μὲν ὀλέσσει :
: καὶ γὰρ φίλιος ὁ Ζεὺς λέγεται καὶ ξένιος καὶ κτήσιος : ἄλλοι δὲ ἄλλας δυνάμεις αὐτοῦ ἐμερίσαντο . Καὶ
4131867 καταλαμβανον
δὲ κινούμενον ἄλογον ἔσται , τοιοῦτον δὲ ὂν οὐκ ἔσται καταλαμβάνον ἀλλὰ καταλαμβανόμενον . ὅπερ πάλιν ἦν ἄτοπον . Διὰ
εἰς τήνδε τὴν ἀρτηρίαν αἵματος : ἐνοχλεῖ δὲ τῷ πνεύματι καταλαμβάνον αὐτοῦ τὰς ὁδούς , καὶ οὕτως ἤδη βήττει μὲν
4114657 καθοραι
ἔθ ' εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε ἀνθρώπων , ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι . Ζεὺς ἄνδρ ' ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος , ὃς τὸν
, σχεδὸν οἱ ὁμοτράπεζοι καλούμενοι . σὺν τούτοις δὲ ὢν καθορᾶι βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ
4108186 θαλπνοτερον
Ἔλδεαι , φίλον ἦτορ , Μηκέτ ' ἀελίου σκόπει Ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέραι φαεννὸν ἄστρον ἐρήμας δι ' αἰθέρος .
τὸ δὲ ὅλον εἰπεῖν : ὥσπερ ἐν ἄστροις ἥλιον εἴποις θαλπνότερον , οὕτως ἐν ἀγῶσι προκρίναις Ὀλυμπίαν . αἰθέρος ἐρήμας
4105739 αἰθοπος
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα
4101266 ποτιδεγμενος
. τοῦ δευτέρου [ β ] : σῷ οἴκῳ δῶρον ποτιδέγμενος , καὶ τὰ ἑξῆς . ἅπερ ἀμφότερα μαρτυρεῖ ἑαυτῷ
γε κεῖτ ' ἀχέων ἀντὶ τοῦ περὶ ἧς , καὶ ποτιδέγμενος εἴ τι μιν εἴπῃ ἀντὶ τοῦ προσείπῃ . καὶ
4087211 ἀπορριψαντες
καὶ ὑπερεχαίρομεν καὶ πᾶσαν ἐκ τῶν παρόντων εὐφροσύνην ἐποιούμεθα καὶ ἀπορρίψαντες ἐνηχόμεθα : καὶ γὰρ ἔτυχε γαλήνη οὖσα καὶ εὐσταθοῦν
] ην φιλότητα κομίζειν [ ] θαλάμους μέμψειε Λακαίνης [ ἀπορρίψαντες ] Ἐνυώ [ Πολυξείνην ] Ἀχιλῆος [ ] ρεις
4080222 μενεαινετε
, καὶ ἴαχεν ἐσσυμένοισιν : “ Τίπτε παρὲκ μεγάλοιο Διὸς μενεαίνετε βουλήν Αἰήτεω πτολίεθρον ἄγειν θρασὺν Ἡρακλῆα ; Ἄργεΐ οἱ
δυσμενέοντες : εἰ δ ' ἤδη μ ' αὐτὸν κτεῖναι μενεαίνετε χαλκῷ , καί κε τὸ βουλοίμην , καί κεν
4074535 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
4067144 ἀτρεμες
τὴν νοητὴν οὐσίαν καὶ τὸ θεῖον κάλλος καὶ ἁπλοῦν καὶ ἀτρεμές : ὥσπερ γὰρ , φησὶν , ἐκεῖναι αἱ μανίαι
ἀνεξάλειπτον , ἄτρεπτον , ἀραρός , ἑστός , ἀκίνητον , ἀτρεμές , ἰσχυρόν , ἀρραγές . Συνομολογῶ , συναινῶ ,
4066237 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
4042648 εἰναιτο
μὲν μονάδα ὡρισμένον τι καὶ γνωστὸν καὶ φρόνιμον τὰς ἀρετὰς εἶναιτὸ γὰρ μέσον ἕν , κατὰ δὲ δυάδα ἀόριστον καὶ
τῶν ἐγκυκλίων παιδευμάτων μετασχόντας , φιλοσοφίας δὲ ἀπολειφθέντας ὁμοίους ἔλεγεν εἶναιτὸ δ ' ὅμοιον καὶ Ἀρίστων : τὸν γὰρ Ὀδυσσέα
4038685 ἀνοιαις
, ἣ ἐν σώματι πάντα λέγεται κακοπαθεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν ἐν ἀνοίαις καὶ ἐπιθυμίαις καὶ φόβοις καὶ τοῖς ἄλλοις κακοῖς γιγνομένη
” τὸ γὰρ ἔπαθλον θέλει δηλοῦν . ἀεσιφροσύνῃσιν ἀσυνεσίαις , ἀνοίαις . φαίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀέσαι , ὅ ἐστι
4036355 μεταβιβαζειν
οἷοί τε ἐκπορίζειν τῇ πόλει ὧν ἐπεθύμει , ἀλλὰ γὰρ μεταβιβάζειν τὰς ἐπιθυμίας ἐπὶ τοῦτο , ὅθεν ἔμελλον ἀμείνους ἔσεσθαι
. Γίγνεται γοῦν οὕτως . Ἔστιν οὖν ὅπως τεχνικὸς ἔσται μεταβιβάζειν κατὰ σμικρὸν διὰ τῶν ὁμοιοτήτων ἀπὸ τοῦ ὄντος ἑκάστοτε
4033864 Κομανος
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος
4022861 σεβιζειν
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ ,
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς
4022171 κυβερνητηρες
῎λαχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος χθονός ἵππων κυβερνητῆρες Ἀγαμέμνονος πέρι ἔνδον γένοιτο ἠδ ' ἄγκος ὑψίκρημνον ὄρεσι
σε τῇ πέμψωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες . οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν , οὐδέ τι πηδάλι ' ἐστί , τά
4014939 χοροϲ
οἴκαδ [ ' ἄπιμεν ] : ὁ τῶν πλουϲίων λέγει χορόϲ ⸐ καὶ γὰρ αἱ γυναῖκεϲ [ ] / ὅϲαι
εν ? δὲ τοῖϲ φαυλ [ ] ! ϲ ? χορόϲ ἐϲτι τα ? ! [ ] ται ? πᾶϲιν
4014468 φιλιης
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν ,
4012996 ἐξεπισταται
: Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται : κοὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἐξεπίσταται τὴν αὔριον μέλλουσαν εἰ βιώσεται : τὸ τῆς ψυχῆς
, μόνη δὲ σοφία τῶν ὄντων ἑκατέρων κρατεῖν ὡς ἑνὸς ἐξεπίσταται : πολιτεύεται μὲν γὰρ κατὰ πόλεμον ὡς εἰρήνην παντελῶς
4010636 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
4004120 πολυμοχθε
χειρὸς , ἔχοντα [ οὕτως ] : ⌊ Ἀρετὰ ⌋ πολύμοχθε ⌊ ⌋ γένει βροτείωι , θήραμα ⌊ κάλλιστον ⌋
μεστὲ Ἄρες : ὦ πολύμοχθος Ἄρης : ἔδει : ὦ πολύμοχθε Ἄρες . Ἀττικὴ δέ ἐστιν ἡ κλίσις : τί
3998660 κοιρανοι
Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσαι , οἵτινες ἡγέμονες Δαναῶν καὶ κοίρανοι ἦσαν . Ἢ πάλιν ἡνίκα τῆς Ἀγαμέμνονος ἀνδραγαθίας ἐνάρχεται
μέλαιναι νῆες ἕποντο . Οὗτοι ἄρ ' ἡγεμόνες Δαναῶν καὶ κοίρανοι ἦσαν : τίς τὰρ τῶν ὄχ ' ἄριστος ἔην
3996780 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
3977236 καταπεψαι
ἀριστᾶν ἁρμόττει ψυχρὸν τοσοῦτον ὅσον ἔσται πρὸ τοῦ δειλινοῦ γυμνασίου καταπέψαι δυνατός . ὄψον δ ' ἕξει λάχανον ἑφθὸν ἢ
ἀλαζονείᾳ . ὑγιῶς δὲ τῇ τροπῇ διόλου ἐχρήσατο , τῷ καταπέψαι τὸν κόρον ἐφαρμόσας . διὰ γὰρ τοῦ κόρου ,
3977173 βαλεσθαι
ἐξ ἀρχῆς ἐκ πάνυ μικρῶν ἀρχῶν καὶ δυνάμεως εἰς νοῦν βαλέσθαι καθελεῖν τὴν Ῥωμαίων ἡγεμονίαν καὶ πᾶσαν ἐλπίσαι τὴν τῆς
ἑδριόωντο . τὼ δὲ Διὸς βουλῇσιν , ὁ μὲν Μυσοῖσι βαλέσθαι μέλλεν ἐπώνυμον ἄστυ πολισσάμενος ποταμοῖο Εἰλατίδης Πολύφημος , ὁ
3968758 ἀποθνησκον
πράγμασιν , πῶς ἐὰν εἴπω ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητὸν ἀποθνῆσκον καὶ τὰ ἑξῆς καὶ πλεονάσω ταῖς λέξεσιν ὁ ὅρος
ταὐτὸν γάρ ἐστιν κατὰ τὴν σημασίαν τὸ θνητόν καὶ τὸ ἀποθνῆσκον . ἐπειδὴ οὖν οὐδὲν πλέον σημαίνει ἡ προστεθεῖσα λέξις
3965350 ταρανδος
ἂν πλησιάσωσι πολύπους ἐστὶ καὶ χαμαιλέων καὶ τὸ θηρίον ὁ τάρανδος ὃ ἐν Σκύθαις φασὶν ἢ Σαρμάταις γίνεσθαι . Μεταβάλλει
, ὡς Ἡρόδοτος . παρὰ τούτοις ζῷον θαυμάσιον ὃ ὀνομάζεται τάρανδος , καὶ μεταβάλλει τὰς χρόας τῶν τριχῶν καθ '
3959362 τερποιτο
δέ τι μέτρον ἐδωδῆς : μηδ ' ἐπὶ πανθοίνοισι νόον τέρποιτο τραπέζαις : πολλοὶ γὰρ τοῖοι καὶ ἐν ἀνδράσιν ,
βούληι παρόντος δῆτά σοι τούτου φράσω ; κλύων γὰρ ἂν τέρποιτο τῆς σωτηρίας . ἄκουε δή νυν θεσφάτων ἐμῶν ὁδόν
3959027 καιριωτατον
καὶ γλώσσαις ἄλλων ἐκλαβώμεθα κινδυνεύειν . Τάχα δ ' αὖ καιριώτατόν τε καὶ φαρμακωδέστατον ὀφθείη πρὸς ταῦτα φάρμακον πρὸς θεὸν
καὶ γλώσσαις ἄλλων ἐκλαβώμεθα κινδυνεύειν . Τάχα δ ' αὖ καιριώτατόν τε καὶ φαρμακωδέστατον ὀφθείη πρὸς ταῦτα φάρμακον πρὸς θεὸν
3954355 κατακλαιει
ἐπὶ τοῦ μνήματος ἐπιγέγραπται τόδε : οἰκείοις δακρύοις ἁ γειναμένα κατακλαίει Πιττακὸν ἥδ ' ἱερὰ Λέσβος ἀποφθίμενον . ἀπόφθεγμα αὐτοῦ
ὅτι καὶ ὁ Ζεὺς ἐν τῇ ἐκπυρώσει ἔρημός ἐστι καὶ κατακλαίει αὐτὸς ἑαυτοῦ : τάλας ἐγώ , οὔτε τὴν Ἥραν
3938929 πολυκοιρανιη
ἑαυτῷ , θαυμασίῳ τὴν ἡγεμονικὴν ἐπιστήμηντὸ γὰρ „ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη „ λέλεκται δεόντως , ἐπειδὴ πολυτρόπων αἴτιαι κακῶν αἱ
τῶν πάντων . διὸ καὶ προϊών φησιν “ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη ” . ἀλλὰ μὴν καὶ διδασκαλικωτέρα ἐστὶ πασῶν ,
3937386 ἀμορφια
παρρησίας ἔφη : [ “ ἄνδρες Σάμιοι , εὐκαταφρονήτους ἡ ἀμορφία εἴωθε ποιεῖν τοὺς νοῦν ἔχοντας σώφρονα καὶ ὄντας εὐγενεῖς
ἡ Νιόβη , ὅτι πολύτεκνος . ἐναντίως τε εἰ ἡ ἀμορφία καὶ πενία ψεκτόν , ψεκτέος μὲν Ὀδυσσεύς , ὅτι
3933776 ὁπποθι
ζωῆς χρόνου ἀρχὴν ἀνθρώποις φράζεσθ ' ἠδ ' ἔμπαλιν , ὁππόθι λήγει . οὐ μὲν δὴ πάντεσσιν ὁμῶς μερόπεσσιν ἔοικεν
ἱερῆας ἀρίστους , ἐξελθεῖν καὶ ἀμῦναι ὑποσχόμενοι μέγα δῶρον : ὁππόθι πιότατον πεδίον Καλυδῶνος ἐραννῆς , ἔνθά μιν ἤνωγον τέμενος
3932819 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
3932781 τηνου
. διαμεμνᾶσθαι γάρ , φησίν , ὅσιον εἴη κα τῶν τήνου θείων τε καὶ ἀνθρωπείων παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι
λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι τὰ
3923367 Τοξευτῃ
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ '
3917809 ντε
[ ] ενεοιγερ ? ? [ ! ! ! ] ντε ? ποδα ? ? ? [ ] [ ]
. . . [ ] [ ] [ ] ! ντε [ ] ς ? [ ] [ ] [
3911881 ἀγλαϊαι
] τίμας ' Ἀπόλλων [ ἄλσος ] , ἵν ' ἀγλαΐαι [ τ ' ἀνθεῦσι - ] [ ] [
ἐρημία θεσπέσιος , ἔνθα τοῦ ἀγαθοῦ ἤθη διατριβαί τε καὶ ἀγλαΐαι , αὐτὸ δὲ ἐν εἰρήνῃ , ἐν εὐμενείᾳ ,
3908331 σεμνον
. αἷς τὰς θύρας κλείουσι ; θύννου μὲν οὖν . σεμνὸν τὸ βρῶμα . καὶ τρίτη Λακωνική . ἐν ἡμέραις
τροχηλατήσους ' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν
3902696 Ποσειδιππον
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ
3898348 Δαρειογενης
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων
3895650 ἀλγεος
. Αὐτὴ γαῖα μέλαινα πολυκλαύτοισι βροτοῖσι τίκτει καὶ κακότητα καὶ ἄλγεος ἄλκαρ ἑκάστου : γαῖα μὲν ἑρπετὰ τίκτε , τέκεν
ὀνειρήεσσα , κακῶν ἐξάγγελος ἔργων , ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο . ἀλλά , μάκαρ , λίτομαί σε θεῶν
3893331 ποτι
ἐς αἰγιαλοὺς ἀνέχουσα , στεινὸν δ ' αὖτ ' ἀγκῶνα ποτὶ ῥόον , ἀμφὶ δὲ δοιαί σχίζονται προχοαί : τὴν
, ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόθι κισσός , κισσὸς ἑλιχρύσῳ κεκονιμένος
3892184 ἀφνεος
ἀγλαΐζεται δέ : ἐπαγωγικῶς ἀπὸ τῶν καταριθμηθέντων : εἰρηκὼς γὰρ ἀφνεὸς , ἀγαθὸς , δίκαιος , βασιλεὺς , ἐν τῇ
ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν : ὃς μὲν ἀχˈρήμων , ἀφνεὸς τότε , τοὶ δ ' αὖ πλουτέοντες * *
3885133 φηρ
Αἴσονος γὰρ παῖς ἐπιχώριος οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικˈλῄσκων προσαύδα . ὣς φάτο
γὰρ παῖς ἐπιχώριος ὑπάρχων οὐκ εἰς ξένην ἥκω γῆν . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικλῄσκων προσηύδα : παρὸ ἰατρὸς

Back