καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ θεοῦ μέχρι γῆς . Πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον , ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνθρώπων , | ||
λῆμα και Θέων ἀλκᾶι ὅμοιον τῶι : πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις τὸ νόημα τοιοῦτο [ ] : |
τις ἐξαύσας καταπίνει . ἀστραβεύειν τὰς ἐγκεντρίδας κόφινος στυλοβάτην γυνὴ καθεύδους ' ἐστὶν ἀργόν . μανθάνω . ἐγρηγορυίας δ ' | ||
' [ ὄμματα ] ? , προσυπέθηκεν τούτοις χλευαστικῶς ὅππαι καθεύδους ' ἁ κύων τὰν ῥῖν ' ἔχει : οὗτοι |
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ | ||
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς |
: διὸ μή σε λανθανέτω ἡ Κυρήνη ἀνυμνουμένη . ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας : κῆπον Ἀφροδίτης τὴν Κυρήνην ὠνόμασεν ὡς καλλίκαρπον | ||
λέγει , δι ' ἧς ἔστι χαρίσασθαι . ἄλλως : κᾶπον : τὸν ποιητικόν . ὅτι δὲ πάροικοι ταῖς Μούσαις |
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν | ||
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ |
τις τὸν ὄνειρον Ἀχαιῶν ἄλλος ἔνισπε ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' ἴδεν ὃς μέγ ' | ||
μάντιές εἰσι θυοσκόοι ἢ ἱερῆες , ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' , αὐτὸς γὰρ ἄκουσα |
. Εἴπομεν ὡς ἐτελεύτα ὁ Ζήνων καὶ ἡμεῖς ἐν τῇ Παμμέτρῳ τοῦτον τὸν τρόπον : τὸν Κιτιᾶ Ζήνωνα θανεῖν λόγος | ||
πόλιν . Ἔστι δὲ καὶ ἡμέτερον ἐπίγραμμα ἐν τῇ προειρημένῃ Παμμέτρῳ , ἔνθα καὶ περὶ πάντων τῶν τελευτησάντων ἐλλογίμων διείλεγμαι |
Τ . Υ . Κάδμος δὲ ὁ Μιλήσιος μετὰ ταῦτα προσέ - θηκεν αὐτοῖς καὶ ἄλλα τρία γράμματα , τὸ | ||
λαβὼν συνοικέειν αὐτῇ , ἐς ὃ τῷ τὸ ἐλάχιστον ὑπισταμένῳ προσέ - κειτο . Τὸ δὴ ὦν χρυσίον ἐγίνετο ἀπὸ |
ἀκόλαστον . δάκνει γὰρ τὸ παραινούμενον , ὅταν τις ἕτερον κεύθῃ ἐνὶ φρενὶ , ἄλλο δὲ εἴπῃ [ Ι ] | ||
κεῖνος ὁμῶς Ἀίδαο πύλῃσιν , ὅς χ ' ἕτερον μὲν κεύθῃ ἐνὶ φρεσίν , ἄλλο δὲ εἴπῃ ” , ταῦτα |
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος | ||
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος |
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ | ||
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ |
. εὔεδροί τε : εὔεδροι στάθητε : συναπτέον τῷ ποῖον ἀμείψεσθε γαίας πέδον . εὔεδροι ] ἰσχυροί . εὔεδροι ] | ||
, ποίαν βελτίονα ταύτης εὑρήσετε ; ποῖον ] οὐδέν . ἀμείψεσθε ] ἀνταλλάξεσθε . ἀμείψεσθε ] ἀνταλλάξατε . ἀμείψεσθε ] |
μάλα . Μικρὸν μέρος τοίνυν αὐτῶν διεληλύθαμεν , οὐσῶν ὡς ἔπος εἰπεῖν ἀπεράντων . Ἀδύνατόν γ ' ἄν , ὡς | ||
γεραιέ . σὺ μὲν πόνου οὔποτε λήγεις . τοῦτο τὸ ἔπος οἶδα πολλάκις πρὸς ἐκεῖνον εἰπών , μᾶλλον δὲ μέρος |
γὰρ ἡ πεῖρα πίστις , | ὑψηλόν γέ που δοκεῖ νόημα καὶ ἔστι τῷ ὄντι θαυμάσιον , ὃ τῷ ψηφίσματι | ||
ἀθρόον τῶν ἐναντίων καταρραγεῖσαν ἐπικλύσαι καὶ τὸ χρηστὸν ἐκεῖνο διαφθαρῆναι νόημα . οὐ διὰ τοῦτο μέντοι δόξαντι θυσίας ἀμέμπτους ἀναγαγεῖν |
μέλονται κάτω , τείχεα δὲ † φλογερὸς † ὥστε Διὸς ἐπέσυτο φλόξ , ἐπὶ δὲ πάθεα πάθεσι φέρεις † ἀθλίοις | ||
ἐμόλετον βίον ἀδικομηχάνῳ τέχνῃ ; Τίς ὄρεα βαθύκομα τάδ ' ἐπέσυτο βροτῶν . Ῥήματά τε κομψὰ καὶ παίγνι ' ἐπιδεικνύναι |
καὶ ὁκοῖόν τι πέπονθε , καὶ ὅσον μὲν ἡ σὰρξ πέφλασται , καὶ τὸ ὀστέον ἔχει τὸ σίνος , καὶ | ||
, ἢν μὴ διαγινώσκῃς εἰ ἔῤῥωγε τὸ ὀστέον , ἢ πέφλασται , ἢ καὶ ἀμφότερα ταῦτα , μήτε ὅλως ὁρᾷν |
εἶχον . κατασκίους ] τοῖς θαλλοῖς ἱκετηρίων κλάδων πεπληρωμένας . ἀλκᾶι ] τῆι τοῦ ὄρους . φράζουσα . . . | ||
. δεινὸν μὲν πόλιν ὡς Μυκήνας εὐδαίμονα καὶ δορὸς πολυαίνετον ἀλκᾶι μῆνιν ἐμᾶι χθονὶ κεύθειν : κακὸν δ ' , |
. Ἐκ τοῦ Βρύσωνος Οἰκονομικοῦ . Οὕτως ἔχει ποτ ' ἄλλαλα τἀνθρώπινα πράγματα καθάπερ καὶ τᾶς ἁλύσιος τοὶ κρίκοι . | ||
περιεχόμενα ὑπὸ τῶν τμαμάτων τὸν αὐτὸν ἑξοῦντι λόγον ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : |
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη | ||
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω |
ἔλεος ἔμολε ματέρος δειλαίας . δίδυμα τέκεα πότερος ἄρα πότερον αἱμάξει ἰώ μοι πόνων , ἰὼ Ζεῦ , ἰὼ Γᾶ | ||
, ἀλλὰ πρὸς τὸ νοητὸν , τὸν οἶκτον : πότερον αἱμάξει : φονεύσει : τὸ ἑξῆς : πότερος ἄρα πότερον |
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε | ||
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε |
δ ' ἂν οἶκος τεκτόνων πλασθεὶς ὕπο δέμας τὸ θεῖον περιβάλοι τοίχων πτυχαῖς ; ὁρᾶθ ' ὅσοι νομίζετ ' οὐκ | ||
ἀρνακίδων ” † . δέον εἰπεῖν : τίς ἄν μοι περιβάλοι ἐξ ἀρνακίδων σισύραν ; ἀποστερητρίδα : ἅμα μὲν καὶ |
τὸ κέρδος , πῆμα δ ' οὐκ ἀντιρρέπει : ὡς κομπάσαι τῷδ ' εἰκὸς ἡλίου φάει ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς | ||
ἐκγόνους οἱ θεοὶ τρέπουσιν . εἰ δὲ πάρεργον χρή τι κομπάσαι , γύναι , οὐρανὸν ὑπὲρ γῆς ἔχομεν εὖ κεκραμένον |
, ἐπειδὰν κάμνωμεν ἐν λαμπραῖς αὐγαῖς , αὐτίκα τὰ βλέφαρα κλείομεν , ἐπὶ τὸ σύμφυτον ἴαμα σπεύδοντες . ἐγὼ μὲν | ||
τε ὑπὸ τὸν αὐχένα τοῦ ζῴου καὶ ᾗ τὰς θύρας κλείομεν : ἐνταῦθα γὰρ διὰ τὸ πολλὴν εἶναι τῶν πραγμάτων |
τὸν ἱστιῶντ ' ἐπαινέω : καἴ κα τις ἀντίον τι λῆι τήνωι λέγειν , τήνωι κυδάζομαί τε κἀπ ' ὦν | ||
τις περισσόν , αἰ δὲ λῆις , πὸτ ἄρτιον ποτθέμειν λῆι ψᾶφον ἢ καὶ τᾶν ὑπαρχουσᾶν λαβεῖν , ἦ δοκεῖ |
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας , | ||
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας , |
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο | ||
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω |
φθάσαντα . ἠμφιεσμένος : ἐνδεδυμένος . ἥδεται : ἡδύνεται . ἦισεν : ὕμνησεν . θηρᾷ : ἀγρεύει . θυμηδίαν : | ||
οἴκους . εὐτραπέζους ] ἤγουν ἐν συμποσίοις . ἔμελψεν ] ἦισεν . ἁγνᾶι ] ἐν παρθενικῆι . δ ' ] |
. βέλτερον αὖτ ' ἔριδι ξυνελαυνέμεν ὅττι τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων , | ||
ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἀρχῆς : ἡμέων δ ' ὁπποτέρῳ θάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται τεθναίη : ἄλλοι δὲ διακρινθεῖτε |
. ἐν τῶι σοι παύω πιστὸν λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης : δόξας δ ' ἀπὸ τοῦδε βροτείας μάνθανε κόσμον | ||
φησίν “ ὡς θέλεις ψεύδου , ἔλεγχον οὐκ ἔχουσα τῆς ἀληθείης . ” [ κακοῦ πρὸς ἀνδρός ἐστι μὴ φεύγειν |
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα | ||
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται : |
καὶ Πελασγικὸν λεὼν ἡμῶν ἀπηλλάξαντο πολεμίους ἔχειν , πτωχοὺς ἀλήτας εἰσορῶντες ἀλλ ' ὅμως [ οὐκ ἐξέδωκαν οὐδ ' ἀπήλασαν | ||
ἥκετ ' : οὐδ ' ὑπώπτευον δόλον , φίλων προσώπων εἰσορῶντες ὄμματα . οἳ δ ' εἰς τὸν αὐτὸν πίτυλον |
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ | ||
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε : |
, ἵνα μετέλθω καθάπερ λύκος ἐνεδρεύων , οὐκ εὐθείαις ἀλλὰ σκολιαῖς ὁδοῖς , τουτέστιν οὐχ ἑνὶ τρόπῳ ἀλλὰ παντοῖος ἔσομαι | ||
πραπίδων καρπόν κενεοφρόνων ἑταῖρον ἀνδρῶν πότερον δίκᾳ τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνδρῶν , δίχα μοι νόος |
ἀπὸ Ἀγαμέμνονος ἐχόντων τὸ γένος πλεύσαντες εἰς Τροίαν τὰς πόλεις κτίσωσι , καὶ τῶν θεῶν τιμὰς ἀναλαμβάνωσιν , ἃς ἠφανίσθαι | ||
, καὶ πῶς ἐάν περ κατὰ μέσον τὸν ἀέρα πόλιν κτίσωσι , τῶν θεῶν τὰ πράγματα αὐτοὶ παραλήψοντ ' . |
] ος ? , ἀλλὰ τἀγάθ ' ἡμέρα [ ] εοι σφάλλει μία : [ ὦ ] ξέν ' , | ||
[ ] τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! ! |
ἀγαπῶν δι ' ἐλάχιστ ' ὀργίζεται . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων | ||
γραφόμενος πρὸς γονεῖς μαίνῃ , τάλαν . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων |
σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως | ||
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως |
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ | ||
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς |
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ ' | ||
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν |
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς | ||
ποτ ' ἄλλαλα , ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς |
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] | ||
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [ |
ἀπεκρύψατο αὐτὸ , ἀλλ ' εἶπεν ἄντικρυς Καὶ μέν μευ βουλέων ξύνιον , πείθοντό τε μύθῳ , ὄντες , φησὶ | ||
ἀπὸ εἶδος ἄητο : τῆς μὲν Σίσυφος ] Αἰολίδης πειρήσατο βουλέων ? βοῦς ἐλάσας [ : ἀλλ ' οὔ τι |
ὁ θεὸς δαμιουργὸς τῶ βελτίονος . ἐπεὶ δὲ τὸ πρεσβύτερον κάρρον ἐστὶ τῶ νεωτέρω καὶ τὸ τεταγμένον πρὸ τῶ ἀτάκτω | ||
τᾶς σωτηρίας , ἀλλὰ μὴ ἔξωθεν : σῶμα μὲν τὸ κάρρον , οἰκία δ ' ἁ συγκειμένα καλῶς , στράτευμα |
ὁ γὰρ κιθαρῳδὸς ᾄδων εἰσάγεται ” νεῖκος „ Ὀδυσσῆος καὶ Πηλείδεω Ἀχιλῆος , ὥς ποτε δηρίσαντο ” . ἄναξ δ | ||
Ἀχιλλέα . . φεύγοντες δ ' ἐν νηυσὶ πολυκλήισι πέσωσιν Πηλείδεω Ἀχιλῆος . ὁ δ ' ἀνστήσει ὃν ἑταῖρον . |
ἢ πόθεν γεγονὼς συνήθης ; οὐκ ἂν ἐπιτρέψαιμί σοι ἄλλως ποῆσαι . πάντ ' ἔχομεν . ὦ Ἡράκλεις , τουτὶ | ||
, ἐκκλησίαν τήνδε καὶ σύνοδον τὴν νῦν κάλλιστα καὶ ἄριστα ποῆσαι , πολυωφελῶς μὲν τῇ πόλει τῇ Ἀθηναίων , τυχηρῶς |
οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω | ||
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας . |
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο | ||
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ |
, ἀπέθανεν . Φρενῖτις . Γυναῖκα , ἥτις κατέκειτο ἐπὶ ψευδέων ἀγορῇ , τότε τεκοῦ - σαν πρῶτον ἐπιπόνως ἄρσεν | ||
τότε μὲν φωνὴν ἀκούειν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἀπόλλωνος , ψευδέων ἄγνωστον , ἤγουν οὐ γινώσκουσαν ψεύδη , ἐνεργητικῶς : |
οὔτ ' ἐπιδερκτὰ τάδ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐπακουστά οὔτε νόωι περιληπτά . σὺ δ ' οὖν , ἐπεὶ ὧδ | ||
ἡλίου αὐγαῖς † ὃν † σοφὸν σοφὰν λαβοῦσαν οὐκ ἐπέλπομαι νόωι δρυμοῖς ὀρείοις ὄργανον δίαν Ἀθάναν δυσόφθαλμον αἶσχος ἐκφοβηθεῖσαν αὖθις |
γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον | ||
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν |
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς | ||
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν , |
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο , | ||
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι |
καὶ δουλεύουσαι . Πῶς τις ἄνευ θανάτου σε φύγοι , βίε ; μυρία γάρ σευ λυγρά , καὶ οὔτε φυγεῖν | ||
ἆθλα . ” Πῶς τις ἄνευ θανάτου σε φύγοι , βίε ; μυρία γάρ σευ λυγρά : καὶ οὔτε φυγεῖν |
ὀΐσασθαι , ἐπεὶ στερεὴ λίθος ἦεν . ἐκ δ ' ὄλεσεν βοτάνης ὑγρὸν δέμας : ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὀλλυμένης πάμπαν | ||
Ἄθω σώματα γῆι πέλασαν δώδεκα , τοὺς δ ' ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας . |
Ταύρῳ μενέει δὲ πολὺν χρόνον , εἵνεκα δ ' αὖτε κτήσιος ἢν ἄρα τοῦτο πάθῃ , ταύτην μὲν ὀλέσσει : | ||
: καὶ γὰρ φίλιος ὁ Ζεὺς λέγεται καὶ ξένιος καὶ κτήσιος : ἄλλοι δὲ ἄλλας δυνάμεις αὐτοῦ ἐμερίσαντο . Καὶ |
δὲ κινούμενον ἄλογον ἔσται , τοιοῦτον δὲ ὂν οὐκ ἔσται καταλαμβάνον ἀλλὰ καταλαμβανόμενον . ὅπερ πάλιν ἦν ἄτοπον . Διὰ | ||
εἰς τήνδε τὴν ἀρτηρίαν αἵματος : ἐνοχλεῖ δὲ τῷ πνεύματι καταλαμβάνον αὐτοῦ τὰς ὁδούς , καὶ οὕτως ἤδη βήττει μὲν |
ἔθ ' εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε ἀνθρώπων , ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι . Ζεὺς ἄνδρ ' ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος , ὃς τὸν | ||
, σχεδὸν οἱ ὁμοτράπεζοι καλούμενοι . σὺν τούτοις δὲ ὢν καθορᾶι βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ |
Ἔλδεαι , φίλον ἦτορ , Μηκέτ ' ἀελίου σκόπει Ἄλλο θαλπνότερον ἐν ἁμέραι φαεννὸν ἄστρον ἐρήμας δι ' αἰθέρος . | ||
τὸ δὲ ὅλον εἰπεῖν : ὥσπερ ἐν ἄστροις ἥλιον εἴποις θαλπνότερον , οὕτως ἐν ἀγῶσι προκρίναις Ὀλυμπίαν . αἰθέρος ἐρήμας |
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε | ||
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα |
. τοῦ δευτέρου [ β ] : σῷ οἴκῳ δῶρον ποτιδέγμενος , καὶ τὰ ἑξῆς . ἅπερ ἀμφότερα μαρτυρεῖ ἑαυτῷ | ||
γε κεῖτ ' ἀχέων ἀντὶ τοῦ περὶ ἧς , καὶ ποτιδέγμενος εἴ τι μιν εἴπῃ ἀντὶ τοῦ προσείπῃ . καὶ |
καὶ ὑπερεχαίρομεν καὶ πᾶσαν ἐκ τῶν παρόντων εὐφροσύνην ἐποιούμεθα καὶ ἀπορρίψαντες ἐνηχόμεθα : καὶ γὰρ ἔτυχε γαλήνη οὖσα καὶ εὐσταθοῦν | ||
] ην φιλότητα κομίζειν [ ] θαλάμους μέμψειε Λακαίνης [ ἀπορρίψαντες ] Ἐνυώ [ Πολυξείνην ] Ἀχιλῆος [ ] ρεις |
, καὶ ἴαχεν ἐσσυμένοισιν : “ Τίπτε παρὲκ μεγάλοιο Διὸς μενεαίνετε βουλήν Αἰήτεω πτολίεθρον ἄγειν θρασὺν Ἡρακλῆα ; Ἄργεΐ οἱ | ||
δυσμενέοντες : εἰ δ ' ἤδη μ ' αὐτὸν κτεῖναι μενεαίνετε χαλκῷ , καί κε τὸ βουλοίμην , καί κεν |
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ | ||
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε |
τὴν νοητὴν οὐσίαν καὶ τὸ θεῖον κάλλος καὶ ἁπλοῦν καὶ ἀτρεμές : ὥσπερ γὰρ , φησὶν , ἐκεῖναι αἱ μανίαι | ||
ἀνεξάλειπτον , ἄτρεπτον , ἀραρός , ἑστός , ἀκίνητον , ἀτρεμές , ἰσχυρόν , ἀρραγές . Συνομολογῶ , συναινῶ , |
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις | ||
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα |
μὲν μονάδα ὡρισμένον τι καὶ γνωστὸν καὶ φρόνιμον τὰς ἀρετὰς εἶναιτὸ γὰρ μέσον ἕν , κατὰ δὲ δυάδα ἀόριστον καὶ | ||
τῶν ἐγκυκλίων παιδευμάτων μετασχόντας , φιλοσοφίας δὲ ἀπολειφθέντας ὁμοίους ἔλεγεν εἶναιτὸ δ ' ὅμοιον καὶ Ἀρίστων : τὸν γὰρ Ὀδυσσέα |
, ἣ ἐν σώματι πάντα λέγεται κακοπαθεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν ἐν ἀνοίαις καὶ ἐπιθυμίαις καὶ φόβοις καὶ τοῖς ἄλλοις κακοῖς γιγνομένη | ||
” τὸ γὰρ ἔπαθλον θέλει δηλοῦν . ἀεσιφροσύνῃσιν ἀσυνεσίαις , ἀνοίαις . φαίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀέσαι , ὅ ἐστι |
οἷοί τε ἐκπορίζειν τῇ πόλει ὧν ἐπεθύμει , ἀλλὰ γὰρ μεταβιβάζειν τὰς ἐπιθυμίας ἐπὶ τοῦτο , ὅθεν ἔμελλον ἀμείνους ἔσεσθαι | ||
. Γίγνεται γοῦν οὕτως . Ἔστιν οὖν ὅπως τεχνικὸς ἔσται μεταβιβάζειν κατὰ σμικρὸν διὰ τῶν ὁμοιοτήτων ἀπὸ τοῦ ὄντος ἑκάστοτε |
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος | ||
: ἔστι γὰρ τοῦτο ἐν ἀνθρώποις . Τοῦτο δὲ καὶ Κόμανος ὁ ἀρχιοινοχόος τοῦ βασιλέως προὔτεινε . Φησὶν οὖν Ἀρίσταρχος |
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ , | ||
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς |
῎λαχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος χθονός ἵππων κυβερνητῆρες Ἀγαμέμνονος πέρι ἔνδον γένοιτο ἠδ ' ἄγκος ὑψίκρημνον ὄρεσι | ||
σε τῇ πέμψωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες . οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν , οὐδέ τι πηδάλι ' ἐστί , τά |
οἴκαδ [ ' ἄπιμεν ] : ὁ τῶν πλουϲίων λέγει χορόϲ ⸐ καὶ γὰρ αἱ γυναῖκεϲ [ ] / ὅϲαι | ||
εν ? δὲ τοῖϲ φαυλ [ ] ! ϲ ? χορόϲ ἐϲτι τα ? ! [ ] ται ? πᾶϲιν |
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες | ||
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν , |
: Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται : κοὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἐξεπίσταται τὴν αὔριον μέλλουσαν εἰ βιώσεται : τὸ τῆς ψυχῆς | ||
, μόνη δὲ σοφία τῶν ὄντων ἑκατέρων κρατεῖν ὡς ἑνὸς ἐξεπίσταται : πολιτεύεται μὲν γὰρ κατὰ πόλεμον ὡς εἰρήνην παντελῶς |
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ ' | ||
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ ' |
χειρὸς , ἔχοντα [ οὕτως ] : ⌊ Ἀρετὰ ⌋ πολύμοχθε ⌊ ⌋ γένει βροτείωι , θήραμα ⌊ κάλλιστον ⌋ | ||
μεστὲ Ἄρες : ὦ πολύμοχθος Ἄρης : ἔδει : ὦ πολύμοχθε Ἄρες . Ἀττικὴ δέ ἐστιν ἡ κλίσις : τί |
Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσαι , οἵτινες ἡγέμονες Δαναῶν καὶ κοίρανοι ἦσαν . Ἢ πάλιν ἡνίκα τῆς Ἀγαμέμνονος ἀνδραγαθίας ἐνάρχεται | ||
μέλαιναι νῆες ἕποντο . Οὗτοι ἄρ ' ἡγεμόνες Δαναῶν καὶ κοίρανοι ἦσαν : τίς τὰρ τῶν ὄχ ' ἄριστος ἔην |
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ] | ||
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος |
ἀριστᾶν ἁρμόττει ψυχρὸν τοσοῦτον ὅσον ἔσται πρὸ τοῦ δειλινοῦ γυμνασίου καταπέψαι δυνατός . ὄψον δ ' ἕξει λάχανον ἑφθὸν ἢ | ||
ἀλαζονείᾳ . ὑγιῶς δὲ τῇ τροπῇ διόλου ἐχρήσατο , τῷ καταπέψαι τὸν κόρον ἐφαρμόσας . διὰ γὰρ τοῦ κόρου , |
ἐξ ἀρχῆς ἐκ πάνυ μικρῶν ἀρχῶν καὶ δυνάμεως εἰς νοῦν βαλέσθαι καθελεῖν τὴν Ῥωμαίων ἡγεμονίαν καὶ πᾶσαν ἐλπίσαι τὴν τῆς | ||
ἑδριόωντο . τὼ δὲ Διὸς βουλῇσιν , ὁ μὲν Μυσοῖσι βαλέσθαι μέλλεν ἐπώνυμον ἄστυ πολισσάμενος ποταμοῖο Εἰλατίδης Πολύφημος , ὁ |
πράγμασιν , πῶς ἐὰν εἴπω ἄνθρωπός ἐστι ζῷον λογικὸν θνητὸν ἀποθνῆσκον καὶ τὰ ἑξῆς καὶ πλεονάσω ταῖς λέξεσιν ὁ ὅρος | ||
ταὐτὸν γάρ ἐστιν κατὰ τὴν σημασίαν τὸ θνητόν καὶ τὸ ἀποθνῆσκον . ἐπειδὴ οὖν οὐδὲν πλέον σημαίνει ἡ προστεθεῖσα λέξις |
ἂν πλησιάσωσι πολύπους ἐστὶ καὶ χαμαιλέων καὶ τὸ θηρίον ὁ τάρανδος ὃ ἐν Σκύθαις φασὶν ἢ Σαρμάταις γίνεσθαι . Μεταβάλλει | ||
, ὡς Ἡρόδοτος . παρὰ τούτοις ζῷον θαυμάσιον ὃ ὀνομάζεται τάρανδος , καὶ μεταβάλλει τὰς χρόας τῶν τριχῶν καθ ' |
δέ τι μέτρον ἐδωδῆς : μηδ ' ἐπὶ πανθοίνοισι νόον τέρποιτο τραπέζαις : πολλοὶ γὰρ τοῖοι καὶ ἐν ἀνδράσιν , | ||
βούληι παρόντος δῆτά σοι τούτου φράσω ; κλύων γὰρ ἂν τέρποιτο τῆς σωτηρίας . ἄκουε δή νυν θεσφάτων ἐμῶν ὁδόν |
καὶ γλώσσαις ἄλλων ἐκλαβώμεθα κινδυνεύειν . Τάχα δ ' αὖ καιριώτατόν τε καὶ φαρμακωδέστατον ὀφθείη πρὸς ταῦτα φάρμακον πρὸς θεὸν | ||
καὶ γλώσσαις ἄλλων ἐκλαβώμεθα κινδυνεύειν . Τάχα δ ' αὖ καιριώτατόν τε καὶ φαρμακωδέστατον ὀφθείη πρὸς ταῦτα φάρμακον πρὸς θεὸν |
ἐπὶ τοῦ μνήματος ἐπιγέγραπται τόδε : οἰκείοις δακρύοις ἁ γειναμένα κατακλαίει Πιττακὸν ἥδ ' ἱερὰ Λέσβος ἀποφθίμενον . ἀπόφθεγμα αὐτοῦ | ||
ὅτι καὶ ὁ Ζεὺς ἐν τῇ ἐκπυρώσει ἔρημός ἐστι καὶ κατακλαίει αὐτὸς ἑαυτοῦ : τάλας ἐγώ , οὔτε τὴν Ἥραν |
ἑαυτῷ , θαυμασίῳ τὴν ἡγεμονικὴν ἐπιστήμηντὸ γὰρ „ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη „ λέλεκται δεόντως , ἐπειδὴ πολυτρόπων αἴτιαι κακῶν αἱ | ||
τῶν πάντων . διὸ καὶ προϊών φησιν “ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη ” . ἀλλὰ μὴν καὶ διδασκαλικωτέρα ἐστὶ πασῶν , |
παρρησίας ἔφη : [ “ ἄνδρες Σάμιοι , εὐκαταφρονήτους ἡ ἀμορφία εἴωθε ποιεῖν τοὺς νοῦν ἔχοντας σώφρονα καὶ ὄντας εὐγενεῖς | ||
ἡ Νιόβη , ὅτι πολύτεκνος . ἐναντίως τε εἰ ἡ ἀμορφία καὶ πενία ψεκτόν , ψεκτέος μὲν Ὀδυσσεύς , ὅτι |
ζωῆς χρόνου ἀρχὴν ἀνθρώποις φράζεσθ ' ἠδ ' ἔμπαλιν , ὁππόθι λήγει . οὐ μὲν δὴ πάντεσσιν ὁμῶς μερόπεσσιν ἔοικεν | ||
ἱερῆας ἀρίστους , ἐξελθεῖν καὶ ἀμῦναι ὑποσχόμενοι μέγα δῶρον : ὁππόθι πιότατον πεδίον Καλυδῶνος ἐραννῆς , ἔνθά μιν ἤνωγον τέμενος |
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι . | ||
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ ' |
. διαμεμνᾶσθαι γάρ , φησίν , ὅσιον εἴη κα τῶν τήνου θείων τε καὶ ἀνθρωπείων παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι | ||
λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι τὰ |
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν | ||
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' |
[ ] ενεοιγερ ? ? [ ! ! ! ] ντε ? ποδα ? ? ? [ ] [ ] | ||
. . . [ ] [ ] [ ] ! ντε [ ] ς ? [ ] [ ] [ |
] τίμας ' Ἀπόλλων [ ἄλσος ] , ἵν ' ἀγλαΐαι [ τ ' ἀνθεῦσι - ] [ ] [ | ||
ἐρημία θεσπέσιος , ἔνθα τοῦ ἀγαθοῦ ἤθη διατριβαί τε καὶ ἀγλαΐαι , αὐτὸ δὲ ἐν εἰρήνῃ , ἐν εὐμενείᾳ , |
. αἷς τὰς θύρας κλείουσι ; θύννου μὲν οὖν . σεμνὸν τὸ βρῶμα . καὶ τρίτη Λακωνική . ἐν ἡμέραις | ||
τροχηλατήσους ' ἐμμανῆ πλανώμενον . ἐλθὼν δ ' Ἀθήνας Παλλάδος σεμνὸν βρέτας πρόσπτυξον : εἴρξει γάρ νιν ἐπτοημένας δεινοῖς δράκουσιν |
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ | ||
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ |
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ | ||
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων |
. Αὐτὴ γαῖα μέλαινα πολυκλαύτοισι βροτοῖσι τίκτει καὶ κακότητα καὶ ἄλγεος ἄλκαρ ἑκάστου : γαῖα μὲν ἑρπετὰ τίκτε , τέκεν | ||
ὀνειρήεσσα , κακῶν ἐξάγγελος ἔργων , ὄφρα μὴ εὕρωνται λύσιν ἄλγεος ἐρχομένοιο . ἀλλά , μάκαρ , λίτομαί σε θεῶν |
ἐς αἰγιαλοὺς ἀνέχουσα , στεινὸν δ ' αὖτ ' ἀγκῶνα ποτὶ ῥόον , ἀμφὶ δὲ δοιαί σχίζονται προχοαί : τὴν | ||
, ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόθι κισσός , κισσὸς ἑλιχρύσῳ κεκονιμένος |
ἀγλαΐζεται δέ : ἐπαγωγικῶς ἀπὸ τῶν καταριθμηθέντων : εἰρηκὼς γὰρ ἀφνεὸς , ἀγαθὸς , δίκαιος , βασιλεὺς , ἐν τῇ | ||
ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν : ὃς μὲν ἀχˈρήμων , ἀφνεὸς τότε , τοὶ δ ' αὖ πλουτέοντες * * |
Αἴσονος γὰρ παῖς ἐπιχώριος οὐ ξείναν ἱκάνω γαῖαν ἄλλων . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικˈλῄσκων προσαύδα . ὣς φάτο | ||
γὰρ παῖς ἐπιχώριος ὑπάρχων οὐκ εἰς ξένην ἥκω γῆν . φὴρ δέ με θεῖος Ἰάσονα κικλῄσκων προσηύδα : παρὸ ἰατρὸς |