γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν
5521864 πολυανδρον
καὶ νῦν δηλοῖ : οὐ γὰρ παρθένον τὴν θηλύπαιδα καὶ πολύανδρον λέγει , ἀλλ ' εὔμορφον αὐτὴν καλεῖ . ἥξει
, αἳ κατὰ μὲν ἥλικ ' ὠλέσαθ ' ἥβαν νεῶν πολύανδρον : νᾶες δ ' οὐκ ὀπισσοπόρευτον † ἄξουσιμ ,
5138631 ποικιλοδειρον
ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων ὀνύχεσσι μεμαρπώς :
: εἶτα ἄρχεται τοῦ μύθου : ἴρηξ ὀνύχεσι μεμαρπὼς ἀηδόνα ποικιλόδειρον , ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν
5121989 πολυυμνον
Τιμόθεος μέτροις ῥυθμοῖς τ ' ἑνδεκακρουμάτοις κίθαριν ἐξανατέλλει , θησαυρὸν πολύυμνον οἴξας Μουσᾶν θαλαμευτόν : Μίλητος δὲ πόλις νιν ἁ
] ? Ἑλένας ? περὶ εἴδει ? δῆριν ] ? πολύυμνον ἔχοντες [ ] πόλεμον ] ? κατὰ ? [
5067739 ἰεν
ἀγλαὰ τέκνα , ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων πόλεμον δ ' ἴεν ἠΰτε κούρη νήπιος , οὐδέ τί οἱ τό γ
οἱ ἐδέξατο χάλκεον ἔγχος : αὐτὰρ ὅ γ ' εἴσω ἴεν καὶ ὑπέρβη λάϊνον οὐδόν . τῷ δ ' ἕδρης
5015016 μαινομεναις
Κρονίδαις γλυκὺν ἑλὼν βίοτον , μακˈρὸν οὐχ ὑπέμεινεν ὄλβον , μαινομέναις φρασίν Ἥρας ὅτ ' ἐράσσατο , τὰν Διὸς εὐναὶ
λέγων : Ὦ πάντων ἀνοσιώτατοι καὶ ἀσεβέστατοι , τί ταῦτα μαινομέναις φρεσὶν ἐτολμήσατε ; Πολέμου μὲν τὴν ἀγροικίαν ἐνεπλήσατε τὴν
4979723 νασῳ
' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ –
Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων
4929976 καθοραι
ἔθ ' εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε ἀνθρώπων , ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι . Ζεὺς ἄνδρ ' ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος , ὃς τὸν
, σχεδὸν οἱ ὁμοτράπεζοι καλούμενοι . σὺν τούτοις δὲ ὢν καθορᾶι βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ
4849515 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
4708614 ωσιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! ωσιν τοῦ ! ! ! ! ! ! ! !
. ! ! ! ! ! ! ] ! ! ωσιν αἱ μετοι ? [ ! ! ] ! !
4706425 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
4705978 μολεν
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
4698567 ἀπειρονος
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω
4693240 φανεις
, νικηφόρος τροπαιοῦχος ὀνομαζόμενος , ὡς ἀπ ' Ὀλυμπίων αὐτῶν φανεὶς τοῖς κινδυνεύουσι σύμμαχος , καὶ τὰ τοιαῦτα . Εἶτα
τοίης τιμῆς δὲ * * * στίλβων δ ' Ἑρμείαο φανεὶς ἐπὶ τὴν δύσιν ἀστὴρ * * * * *
4689890 ἐπιηρανος
δὴ μήκιστον πραπίδων ἐκτήσατο πλοῦτον , παντοίων τε μάλιστα σοφῶν ἐπιήρανος ἔργων : ὁππότε γὰρ πάσῃσιν ὀρέξαιτο πραπίδεσσι , ῥεῖά
ἑφθῇ κλαίειν ἀγορεύω . τρίγλη δ ' οὐκ ἐθέλει νεύρων ἐπιήρανος εἶναι : παρθένου Ἀρτέμιδος γὰρ ἔφυ καὶ στύματα μισεῖ
4683804 ἀνεικια
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία . ἀλλοίωσις μὲν ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα τῆς
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία : ἀλλοίωσις μέν , ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα
4673935 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
4670234 πολυμοχθε
χειρὸς , ἔχοντα [ οὕτως ] : ⌊ Ἀρετὰ ⌋ πολύμοχθε ⌊ ⌋ γένει βροτείωι , θήραμα ⌊ κάλλιστον ⌋
μεστὲ Ἄρες : ὦ πολύμοχθος Ἄρης : ἔδει : ὦ πολύμοχθε Ἄρες . Ἀττικὴ δέ ἐστιν ἡ κλίσις : τί
4665275 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
4614225 καταθεμενη
μὲν οὖν τάλαντα , ὡς ἠξίους , ἐπεδώκαμεν , ὅπως καταθεμένη τὴν ὑπὲρ τοῦ παιδὸς ζημίαν λύσῃς τὰς φυγὰς αὐτοῦ
, φοβουμένη τὸν ἄνδρα , πρὸς δὲ τὸν ἀδελφὸν Ἡρακλείδην καταθεμένη προσηγόρευσεν Ἀγαθοκλέα , τὴν ὁμωνυμίαν εἰς τὸν ἑαυτῆς ἀνενέγκασα
4595318 ὁμιλεων
. βοός , νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλισιν κἀθελοπόρνοισιν ὁμιλέων ὁ πονηρὸς Ἀρτέμων , κίβδηλον εὑρίσκων βίον , πολλὰ
πλευρῇσι βοὸς νεόπλυτον εἴλυμα κακῆς ἀσπίδος , ἀρτοπώλησι καὶ ἐθελοπόρνοισιν ὁμιλέων , κίβδηλον εὑρίσκων βίον , πολλὰ μὲν ἐν δουρὶ
4578553 ὀδυρομενῳ
οἰκτρόν τε καὶ ἐλεεινὸν ἀνακλᾶον , εἰ δὲ ἄνθρωπος ἐπισταίη ὀδυρομένῳ ταῦτα , ἴσχει τὸν θρῆνον ὁ ἐλέφας , ὥσπερ
σεισμὸν ἐξαίφνης ἐδόκουν κατενηνοχέναι τὴν πόλιν : καὶ ἐπὶ τούτοις ὀδυρομένῳ τὴν τύχην ἐπὶ τοῦ Κιθαιρῶνος αὐτοῦ Θηβαίων οἱ λειπόμενοι
4567761 Καλλιοπας
ποδ [ ! ! ! ! ! ! ] α Καλλιόπας ανε [ ! ! ! ! ! ] δια
εὐαίνετε Κηΐα μέριμνα . Πρέπει σε φερτάταν ἴμεν ὁδὸν παρὰ Καλλιόπας λαχοῖσαν ἔξοχον γέρας . † Τιην † Ἄργος ὅθ
4562392 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4558700 στεφανοισι
τὰς προπόσεις καὶ τὸ μύροις χρήσασθαί φησιν : ἀεὶ δὲ στεφάνοισι κάρα παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίας
ἐς δαῖτα χωρεῖν . ὡς δ ' ἐπληρώθη στέγη , στεφάνοισι κοσμηθέντες εὐόχθου βορᾶς ψυχὴν ἐπλήρουν . ὡς δ '
4545281 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4506048 λιπων
μὲν Θράσων ' , ἀπεκτάγκασι δ ' οὔ . Ἥκει λιπὼν Αἰγαῖον ἁλμυρὸν βάθος Θεόφιλος ἡμῖν , ὦ Στράτων .
. Ἤλυθε δ ' Εὐρυτίων Ἴρου παῖς Ἀκτορίωνος τρηχείην Ὀπόεντα λιπὼν , σὺν δ ' ἤλυθεν Ἴδας Λυγκεύς θ '
4494973 δοτειρα
ἔδωκεν : δὼς ἀγαθή , ἅρπαξ δὲ κακή , θανάτοιο δότειρα : ὃς μὲν γάρ κεν ἀνὴρ ἐθέλων , ὅ
, ὡς φιλεῖς ξένους καὶ πλησίους ? ? ? . δότειρα χεῖρα τοῖς πᾶσι διανείμεις : κἀμοὶ ἀόκνως εὐμενῶς χαρίζασθε
4492514 κεαρ
οἱ τῆς ἀνάνδρου καὶ διεσκατωμένης τρυφῆς ὑφ ' ἡδοναῖσι σαχθέντες κέαρ πονεῖν θέλοντες οὐδὲ βαιά – ˘ – θέλω τύχης
καὶ ἀντιστροφῆς παράγραφος . μέλει φόβῳ δ ' οὐχ ὑπνώσσει κέαρ : φησὶν ὁ χορός : μέλει ἡ ψυχή μου
4487034 πεπιθειν
τὴν Νέστορος ἐντολήν , οὗτοι δὲ μετὰ ταῦτα . . πεπιθεῖν : . Α . . τὴν ἄρετ ' ἐξ
καὶ ἀπὸ στόματος φράσας ἃ χρήσιμα ἐνόμιζεν πρὸς τὸ ῥηϊδίως πεπιθεῖν μεγάλας φρένας Αἰακίδαο . ὁ μὲν οὖν Πρίσκος ἦλθε
4484917 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4468880 ὀλεσσει
ἄνακτας θήσει : ὁ δ ' ὁπλότερος τιμὴν ἀπὸ πᾶσαν ὀλέσσει , δμηθεὶς ἑσπερίοισιν ὑπ ' ἀνδράσιν ἠῴοις τε .
' αὖτε κτήσιος ἢν ἄρα τοῦτο πάθῃ , ταύτην μὲν ὀλέσσει : ὕστερον αὖ φυλακὴν καὶ ἄλγεα φεύξεται αὐτός .
4453128 κινησασα
τόπου ἐκείνου : ἐνέβαλε γὰρ αὐτοῖς δύναμιν ἡ Ἀθηνᾶ , κινήσασα τὴν αἰγίδα . Αὕτη γὰρ ἡ αἰγὶς ἦν τὸ
ἀρωγήν . ἴαχε δὲ γλαυκῶπις ἐπ ' ἀκροπόληος Ἀθήνη αἰγίδα κινήσασα , Διὸς σάκος , ἔτρεμε δ ' αἰθὴρ Ἥρης
4450315 καπον
: διὸ μή σε λανθανέτω ἡ Κυρήνη ἀνυμνουμένη . ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας : κῆπον Ἀφροδίτης τὴν Κυρήνην ὠνόμασεν ὡς καλλίκαρπον
λέγει , δι ' ἧς ἔστι χαρίσασθαι . ἄλλως : κᾶπον : τὸν ποιητικόν . ὅτι δὲ πάροικοι ταῖς Μούσαις
4438337 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
4433897 κληθησομαι
κέκλημαι : . . . Ἑλλήνων οἰκήματα : ἀντὶ τοῦ κληθήσομαι : δούλα λιποῦς ' Ἀσίαν : καταλιποῦσα τὴν Ἀσίαν
τῶν Ἑλλήνων : ἐγὼ δ ' ἐν ξένῃ γῇ δούλη κληθήσομαι λιποῦσα τὴν Ἀσίαν δούλην , θεράπαιναν , τῆς Εὐρώπης
4416821 ἐγγεγραμμενην
τῷ συμπεράσματι , καὶ διὰ παραδείγματος δείκνυσι τὴν ἐν ἡμικυκλίῳ ἐγγεγραμμένην γωνίαν παραλαμβάνων . τίς μὲν οὖν ἡ ἐν ἡμικυκλίῳ
εἰσεκομίσθη γράμματα τρόπῳ τοιῷδε . Ἄνθρωπος ἐπέμφθη ἐπιστολὴν ἔχων φύλλοις ἐγγεγραμμένην , τὰ δὲ φύλλα ἐφ ' ἕλκει καταδεδεμένα ἦν
4397916 χορειης
[ ἄνδρες ] . Νυμφίε , σεῖο γάμοι χαρίτων πλήθουσι χορείης , σωφροσύνης μετὰ κάλλους ? ἀεὶ μεθέπουσιν ἀρωγήν .
ἐπιμάρτυρα πᾶσι φυλάσσεις [ ] [ Ζῆνα ] γιγαντοφόνοιο κυβερνητῆρα χορείης [ . ] [ Ζῆνα γὰρ ] αὐτὸν ἄνακτα
4396574 προφˈρων
εὐρυλείμων πότˈνιά σοι Λιβύα δέξεται εὐκλέα νύμφαν δώμασιν ἐν χρυσέοις πρόφˈρων : ἵνα οἱ χθονὸς αἶσαν αὐτίκα συντελέθειν ἔννομον δωρήσεται
ὁρμὰν ἐλαφˈράν : καὶ πέραν πόντοιο πάλλοντ ' αἰετοί . πρόφˈρων δὲ καὶ κείνοις ἄειδ ' ἐν Παλίῳ Μοισᾶν ὁ
4390456 ἀποιχεται
δ ' ἄχος αἰὲν ἄλαστον κείνου , ὅπως δὴ δηρὸν ἀποίχεται , οὐδέ τι ἴδμεν , ζώει ὅ γ '
. τοιοῦτον οὖν ἐστι τὸ κείνου , ὅπως δὴ δηρὸν ἀποίχεται : ἀντὶ γὰρ τοῦ ὡς . Ὄφρα . Πάλιν
4389910 ἐλων
δ ' ἀνθρώποισι θεοῦ τρόπον ἡγεμονεύεις , ὃς περὶ πᾶσαν ἐλῶν γαῖαν ἀναστρέφεται , δεικνὺς εὐτόρνου σφαίρης πυρικαύτορα κύκλον .
δ ' ἀνθρώποισι θεοῦ τρόπον ἡγεμονεύεις , ὃς περὶ πᾶσαν ἐλῶν γαῖαν ἀναστρέφεται , δεικνὺς εὐτόρνου σφαίρας πυρικαύτορα κύκλον ,
4387803 ἠλθε
Κωνστάντιος ὁ καῖσαρ , ἐν Γάλλοις πολλὰς νικήσας μάχας , ἦλθε παρὰ μικρὸν κινδύνου . Κυκλωσάντων γὰρ αὐτὸν τῶν πολεμίων
' Εὐβοίης λοπάδες τόσαι ἐστιχόωντο . Ἶρις δ ' ἄγγελος ἦλθε ποδήνεμος , ὠκέα τευθίς , πέρκη τ ' ἀνθεσίχρως
4384439 φιλιης
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν ,
4371349 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
4364446 φρενα
, αἰθέρα Διὸς δωμάτιον , ἢ χρόνου πόδα , ἢ φρένα μὲν οὐκ ἐθέλουσαν ὀμόσαι καθ ' ἱερῶν , γλῶτταν
, τέχνασμα . Μὴ τὰ πελώρια μέτρα γύης ὑπὸ σὴν φρένα βάλλου : οὐ γὰρ ἀληθείης φυτὸν ἐν χθονί ἐστιν
4363198 ἐπιστρεπτον
' ἐπαινῶ μὴ καταισχύνειν ἐμέ , ὥραν ἐχούσας τήνδ ' ἐπίστρεπτον βροτοῖς . τέρειν ' ὀπώρα δ ' εὐφύλακτος οὐδαμῶς
τὸ εἰπεῖν μυσαρόν τι κατὰ τῶν ξένων εὐχερές ἐστιν . ἐπίστρεπτον ] τὴν ἐπιστροφῆς δεομένην ἢ τὴν ἐπιστρέφουσαν εἰς θέαν
4358315 Φυσιγναθος
δ ' ὑπὲρ ὕδατος εἶχε τράχηλον . τοῦτον ἰδὼν κατέδυ Φυσίγναθος , οὔ τι νοήσας οἷον ἑταῖρον ἔμελλεν ἀπολλύμενον καταλείπειν
τρίτος ἦν ἀγαπητὸς ἐμοὶ καὶ μητέρι κεδνῇ , τοῦτον ἀπέπνιξεν Φυσίγναθος ἐς βυθὸν ἄξας . ἀλλ ' ἄγεθ ' ὁπλίζεσθε
4356498 φορεις
χειμάζομαι . ἁγνὰς μέν , ὦ παῖ , χεῖρας αἵματος φορεῖς ; χεῖρες μὲν ἁγναί , φρὴν δ ' ἔχει
δέ , ἔφη , καὶ τὸν θυμὸν ἐν τῇ ψυχῇ φορεῖς ἠκονημένον , χαλεπὸν οὕτως καὶ βίαιον κέντρον . οὐκ
4356271 χειμεριῃσι
μὲν παῦρά τε καὶ λιγέως , νῦν δὲ νιφάδεσσιν ἐοικότα χειμερίῃσι τοὺς Ὁμηρικοὺς ἐκείνους δημηγόρους νῦν μὲν μιμούμενος , νῦν
δ ' ὁπότε βριαρῇ ὑπὸ χερμάδι καρπὸς ἐλαίης οὔ πω χειμερίῃσι μελαινόμενος ψεκάδεσσι χεύῃ πολλὸν ἄλειφα , περιτρίζωσι δὲ μακρὰ
4351542 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
4346827 ταυροιο
τε χύτλα καὶ εὐχωλὰς μειλίγματ ' ἐνὶ χθονὶ χεύῃ θελγομένου ταύροιο κλυτοῦ μένει ἠελίοιο , καὶ τότε δὴ πεφύλαξο πόλει
μὲν πρῶτα φερέσβιος ἀλφίτου ἀκτή , αἷμα δ ' ἐπὶ ταύροιο , θαλάσσης θ ' ἁλμυρὸν ὕδωρ . Στέψασθαι δ
4326116 βιοτωι
εἴη μοι κῦρσαι συνδυάδος φιλίας ἀλόχου : τὸ γὰρ ἐν βιότωι σπάνιον μέρος : ἦ γὰρ ἂν ἔμοιγ ' ἄλυπος
νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη , οὐδέ τις ἄλλος ἀθανάτων , οἳ
4318530 θηρωσα
ἐξ ἐχθιζινοῦ . Οὗ δὴ λέγεται πρώτη Σαπφὼ τὸν ὑπέρκομπον θηρῶσα Φάων ' οἰστρῶντι πόθῳ ῥῖψαι πέτρας ἀπὸ τηλεφανοῦς :
οὑτωσὶ καλῶς . οὗ δὴ λέγεται πρώτη Σαπφὼ τὸν ὑπέρκομπον θηρῶσα Φάων ' οἰστρῶντι πόθῳ ῥῖψαι πέτρας ἀπὸ τηλεφανοῦς ἅλμα
4294994 κακω
τῷ Η , περὶ ὧν προείρηται , πάντως περισπᾶται : κακῶ ἀρκῶ ναρκῶ σαρκῶ φαλκῶ δοκῶ . τὸ δὲ διώκω
δέ , ὅκκα μὴ ὑπάρχῃ . ἔτι ἀγαθῶ μὲν καὶ κακῶ μέσον τι , τὸ μήτε ἀγαθὸν μήτε κακόν ,
4285795 μηλοτροφον
σφι πρὸς ταῦτα χρᾷ τάδε : Αἰ τὺ ἐμεῦ Λιβύην μηλοτρόφον οἶδας ἄμεινον , μὴ ἐλθὼν ἐλθόντος , ἄγαν ἄγαμαι
ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα . τὸ δὲ σημεῖον , ὅτι ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ
4273669 Πινδαρε
ἡγεῖσθαί τε καὶ ἄρχειν . καίτοι τοῦτό γε , ὦ Πίνδαρε σοφώτατε , σχεδὸν οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην
Δώριος , Φρύγιος , Λύδιος . ἀναλάμβανε δέ , ὦ Πίνδαρε , τὴν Δωρίαν φόρμιγγα καὶ ὕμνει τὸν Φερένικον ἵππον
4269273 ἀδοκητα
φαίνετο βουλή : αὐτὸν μὲν σχέσθαι , κρύψαι δ ' ἀδόκητα μάχαιραν καλήν , ἥν οἱ ἔτευξε περικλυτὸς Ἀμφιγυήεις ,
] λέχος αἰνογάμου ! [ ˘˘ – | ] Ἑλένης ἀδόκητα [ ] ? κόραις καὶ ἀα ! ! !
4262224 ἐξορμων
ὦ Ἕλληνες , ὃς ἐπὶ τὸν Ἀγαρίστης τῆς Κλεισθένους θυγατρὸς ἐξορμῶν γάμον ὑπὸ χλιδῆς καὶ τρυφῆς χιλίους συνεπήγετο οἰκέτας ,
ἔθησαν * πολύσκαρθμος λέγεται ὁ ὄνος , ἤτοι ὁ πολὺ ἐξορμῶν κατὰ τὴν ὁδοιπορίαν πολυκίνητος πολύφορτος κεκαυμένος αὐχένα : αὐχένα
4247731 ἐδραμεν
φίλους καὶ παιδεύεσθαι , εἰ ὡς ἀληθῶς εἶεν φίλοι , ἔδραμεν ὡς τὸν ἄρχοντα , πάλιν ὡς ἐμέ , πάλιν
, ἀμφὶ δὲ τεῖχος λισσὸν ὑπώρειαν , ὑπὸ δ ' ἔδραμεν αἰπύθεν ἕρκος . Ὕστερον δέ φησιν αὐτὴν ὑπὸ Ἑβραίων
4243607 σφωιτερων
. τούσγ ' : Ἡρακλέα , Πολύφημον καὶ Ὕλαν . σφωιτέρων : οὐχ ὑγιῶς δυϊκὸν κατὰ πλήθους ἔθηκεν : ἔδει
δὲ τὸν Πριόλαον υἱὸν αὐτοῦ καὶ οὐκ ἀδελφὸν ἱστοροῦσιν . σφωιτέρων : ἀντὶ τοῦ σφετέρων . ὅσσα τε Κύζικον :
4243007 ἀγλααν
Βρομίῳ παρέδωκε , σεμνᾶς δαίμονος ἀερόεν πνεῦμ ' αἰολοπτερύγων σὺν ἀγλαᾶν ὠκύτατι χειρῶν . κομψῶς δὲ κἀν τῷ Ἀσκληπιῷ ὁ
συνεριθοτάταν Βρομίωι παρέδωκε σεμνᾶς δαίμονος ἀερόεν πνεῦμ ' αἰολοπτέρυγον σὺν ἀγλαᾶν ὠκύτατι χειρῶν . ἢ Φρύγα καλλιπνόων αὐλῶν ἱερῶν βασιλῆα
4238215 παιδειης
, ἀλλ ' ἄνοδον ζητῶν ἐς Διὸς ἥτις ἄγοι , παιδείης παρ ' ἑῆς Ἑλληνικὰ πράγματα δείξας , ὡς καλὸν
τε γραπτῶν πρῆξιν ἔδωκ ' , ἢ παισὶν ὑφηγητῆρας ἔφηνεν παιδείης , τοὺς δ ' αὖτε τραπέζης ἀργυραμοιβοῦ εἷσεν ὕπερ
4236756 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
4234644 ἱρηξ
βασιλεῦς ' ἐρέω , νοέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἵρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον . ἀπὸ δὲ φυτῶν : ὡς
καὶ κορυδαλλὸς οὑν τάφοις παίζων , χὠ νηπίων ἔφεδρος ὀρνέων ἵρηξ , τά τ ' ἄλλ ' ὁμοίως . καὶ
4226498 μελιγαρυες
πρὸς τὸ πιστὸν ὅρκιον ἀποδεδόσθαι τὸ τέλλεται οὕτως : οἱ μελιγάρυες ὕμνοι ἀρχαὶ καὶ προφάσεις τῶν ὑστέρων ὑπὲρ αὐτοῦ λόγων
' ἔτι Χίρων , καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν , ἰατῆρά τοί κέν νιν πίθον
4225505 χαρμην
δυώδεκα , πᾶσαι ἀγαυαί , πᾶσαι ἐελδόμεναι πόλεμον καὶ ἀεικέα χάρμην , αἵ οἱ δμωίδες ἔσκον ἀγακλειταί περ ἐοῦσαι :
πολέμοιο λυθέντος . τοῖος ἀριστήων λόχος ἔρχεται , οὓς ἐπὶ χάρμην τεύχεσιν ἀστράπτοντας ἀμαυροτάτην ὑπὸ νύκτα τέξεται ὄβριμος ἵππος :
4221706 μουσαν
συνεόρταζον ἄνθρωποι ταῖς οὐρανίαις δυνάμεσιν . εἰ γάρ τις τὴν μοῦσαν ἐκείνην , τὴν ἐκ παντὸς στόματος ὑφ ' ἓν
? [ δ ' ὀμφὴν ὁ ] λύρᾳ συνετὴν [ μοῦσαν ] ἀείσας ? ? ? θεσμῴδησεν ? [ ]
4216962 γαν
ἔστω πάσᾳ νεολαίᾳ . καρποτελῆ δέ τοι Ζεὺς ἐπικραινέτω φέρματι γᾶν πανώρῳ : πρόνομα δὲ βότ ' ἀγροῖς πολύγονα τελέθοι
παθεῖν τάδε , φεῦ , ἐμὲ παλαιόφρονα , κατά τε γᾶν οἰκεῖν , ἀτίετον , φεῦ , μύσος . πνέω
4214557 ντι
αραι ? [ ] πορεν Ἡρακλέι πρώτωι [ [ ] ντι ? κέλευθον ἐπισπήσει ? ! [ [ Ἀμφιτρυωνιάδας ]
! [ ! ! ] ! ! ! ! ] ντι φραρκεϲιν [ ! ! ! ! ] νοϲ ?
4214340 Δωριοις
γένει ἐστὶν Αἰολεὺς ὡς Βοιωτός . ἢ οὕτω : τοῖς Δωρίοις φθόγγοις . Αἰολεὺς γὰρ ἄνωθεν ὁ Πίνδαρος , ὅτι
ἑαυτοῦ πάλιν ψυχὴν ἀποτείνει τὸν λόγον : ἀλλὰ τὴν τοῖς Δωρίοις μέλεσιν ἁρμόζουσαν φόρμιγγα ἀπὸ τοῦ πασσάλου λάμβανε , ἤγουν
4212463 ἁλιῃσι
. αἴθ ' ὄφελες σὺ μὲν αὖθι μετ ' ἀθανάτῃς ἁλίῃσι ναίειν , Πηλεὺς δὲ θνητὴν ἀγαγέσθαι ἄκοιτιν . νῦν
φωνήσασα πάλιν τράπεθ ' υἷος ἑοῖο , καὶ στρεφθεῖς ' ἁλίῃσι κασιγνήτῃσι μετηύδα : ὑμεῖς μὲν νῦν δῦτε θαλάσσης εὐρέα
4208072 μοχθων
οἰκειακὰς λύπας . ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς γενέσεως μετὰ σκυλμῶν καὶ μόχθων πράξεις καὶ στρατείας , ἀγαθούς τε καὶ ἐπικερδεῖς καὶ
ἀπαλλαγή ] ἐλευθερία τέρμα ] τέλος προκείμενον ] ἤγουν φανερόν μόχθων ] πόνων ἐκπέσῃ τυραννίδος ] βιαίως ἐκβληθήσεται τῆς βασιλείας
4198139 Ἐρως
λύχνων ἁφάς . εἶτ ' οὐ μέγιστός ἐστι τῶν θεῶν Ἔρως καὶ τιμιώτατός γε τῶν πάντων πολύ ; οὐδεὶς γὰρ
οὐδ ' ἐπὶ σοὶ μούνῳ κατεθήξατο τόξα καὶ ἰοὺς πικρὸς Ἔρως . τί ζῶν ἐν σποδιῇ τίθεσαι ; πίνωμεν Βάκχου
4196581 Ἀιδεω
τὰ γὰρ περιώσια πάντα χρήματ ' ἔχων οὐδεὶς ἔρχεται εἰς Ἀίδεω , οὐδ ' ἂν ἄποινα διδοὺς θάνατον φύγοι οὐδὲ
γραφῇ φησι : δι ' ἑκκαίδεκα καὶ διηκοσίων ἐτέων ἐξ Ἀίδεω παραγεγενῆσθαι ἐς ἀνθρώπους . . . . τοῦτο κατὰ
4195460 ἑκατερωθε
δ ' ὑποδεχόμενος παρ ' αὐτόν , ἐφεξῆς δ ' ἑκατέρωθε κατ ' ἀξίαν ἧς ἔχουσιν ὑπεροχῆς . καὶ οἱ
[ τρο ? ! [ ! ! ] δύ ' ἑκατέρωθε [ καὶ τοῦτο φοβερὸν ἐκπ ? [ φέρ '
4194001 θυμον
, καὶ ὥσπερ δυοῖν στασιαζόντοιν σύμμαχον τῷ λόγῳ γιγνόμενον τὸν θυμὸν τοῦ τοιούτου ; ταῖς δ ' ἐπιθυμίαις αὐτὸν κοινωνήσαντα
δέμας δράκαινα διψὰς κἀπιβᾶς ' ἐπ ' αὐχένος πλήσει γέμοντα θυμὸν ἀγρίας χολῆς , ὡς κλεψίνυμφον κοὐ δορίκτητον γέρας δύσζηλος
4191796 οντ
] ! τ ' αλο ? ! [ [ ] οντ ' εειρετα ! ? ? [ [ ] ροσακην
? [ ] [ ] νη [ ] [ ] οντ ? ? [ ] [ ] τ ? !
4191653 ἀμεμφη
, αὐτὸς δὲ σῴζῃ τόνδε τιμήσας λόγον . καὶ μὴν ἀμεμφῆ τόνδ ' ἐτείνατον λόγον , τίμημα τύμβου τῆς ἀνοιμώκτου
εὔδρομον ὁρμήν , εἰρήνην , ὑγίειαν ἄγων ἠδ ' ὄλβον ἀμεμφῆ . Ὦ τὸν ὑποχθόνιον ναίων δόμον , ὀμβριμόθυμε ,
4189671 κεντρ
κεἴ τις ἄλλος προέστηκεν ἡμῶν κόλαξ . Ἡράκλεις , καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾷς , ὦ δέσποτα ;
κατὰ κέντρου , ἢ καὶ ὑποχθονίου , ἢ καὶ δύο κέντρ ' ἐφέπωσιν , μουνὰξ δ ' ἀμφότεροι κατεναντία τῇσιν
4187495 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
4182185 βουλ
! ! ταα ! ! [ ] ! ! αὖ βουλ [ ] ! ! ! [ ] ! !
? [ ί ! [ δ [ [ ] κακη βουλ ! [ ὰ̄ [ ἡ [ ! [ κλύη
4182058 ˘˘ν
ὀρσιμάχου [ – – ˘χρυσέας – – ] [ – ˘˘ν – – – ] Ἀργείων Ὀδυσσεῖ [ Λαρτιάδᾳ Μενελάῳ
– – ] [ – – – – ] [ ˘˘ν – – – ] πυκιν˘˘γοὶ [ - ] [
4178926 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
4178219 ἐξεπισταται
: Βροτοῖς ἅπασι κατθανεῖν ὀφείλεται : κοὐκ ἔστι θνητῶν ὅστις ἐξεπίσταται τὴν αὔριον μέλλουσαν εἰ βιώσεται : τὸ τῆς ψυχῆς
, μόνη δὲ σοφία τῶν ὄντων ἑκατέρων κρατεῖν ὡς ἑνὸς ἐξεπίσταται : πολιτεύεται μὲν γὰρ κατὰ πόλεμον ὡς εἰρήνην παντελῶς
4167468 Ἀιδοσδε
μέλας δ ' ἐπερείεδετο ? [ εὐρὼς ] ὀφθαλμοῖς : Ἄιδόσδε [ δ ' ἀπήλυθε ] θυμὸς ἀναιδής . καὶ
τοῦ γάρ αἰτιώδους εἰσέβαλεν ἀρχαϊκῶς . . ψυχαὶ δ ' Ἄιδόσδε κατῆλθον : ἡ διπλῆ , ὅτι συμφώνως τῷ κατὰ
4167139 ἑλικοβλεφαρου
ἐβόησε Μαίης παῖδα κυκλήσιον βασιλέα πάλμυν καὶ Σιμωνίδης Μαιάδος ὀρείης ἑλικοβλεφάρου κατάλογον : αὕτη γὰρ Κυλλήνης ἐν ὄρεσι θεῶν κήρυκα
, Ἑρμῆ , βακχεχόροιο Διωνύσοιο γένεθλον καὶ Παφίης κούρης , ἑλικοβλεφάρου Ἀφροδίτης , ὃς παρὰ Περσεφόνης ἱερὸν δόμον ἀμφιπολεύεις ,
4164532 ἀπονοστησειν
πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Ἀτρεΐδη νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀΐω ἂψ ἀπονοστήσειν , εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν , εἰ δὴ
τῆς ἀποκρίσεως : Ἀτρείδη , νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀίω ἂψ ἀπονοστήσειν , εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν , εἰ δὴ
4161620 ἀμερσεν
, μαντιπόλου Φοίβοιο χολωσάμενος περὶ νίκης , καί οἱ φέγγος ἄμερσεν , ἀναιδέα φῦλα δ ' ἔπεμψεν ἁρπυίας , πτερόεντα
τ ' ἀμέρδει αὐχμηροὺς , τέκνων δὲ γονῆς ἢ πάμπαν ἄμερσεν , ἢ ἕνα τηλύγετόν περ ἐνὶ μεγάροισιν ἔδωκεν :
4155405 κρυοεντα
γόνος καὶ Καλλιρόας : “ μή μοι θάνατον [ προφέρων κρυόεντα δεδίσκε [ ' ἀγάνορα θυμόν , μηδεμελ [ αἰ
: αὐτῷ δὲ χάρις καὶ μῖσος ὀπηδεῖ : καὶ πόλεμον κρυόεντα καὶ ἄλγεα δακρυόεντα . οὐδέ τις ἔσθ ' ἕτερος
4154733 ποθων
τῆς ὀφιώδους , τουτέστι τῆς ὁμοίωσίν τινα ὄφεως ἐχούσης , ποθῶν ζεῦξαι , ἀντὶ τοῦ ὑπαγαγεῖν , τῷ χαλινῷ ὑποτάξαι
δ ' Ὀθρωνὸν οἰκήσει λύκος , τηλοῦ πατρῷα ῥεῖθρα Κοσκύνθου ποθῶν . ὃς ἐν θαλάσσῃ χοιράδων βεβὼς ἔπι ῥήτρας πολίταις
4150976 νικησασα
εἰς * διαβᾶσά τε τὸν Ἰστρὸν καὶ τοὺς ἐπιχωρίους μάχῃ νικήσασα τῆς χώρας ἐβασίλευσεν . Ὁ μὲν Ἡρακλέους διὰ τὴν
, ἀλλὰ καὶ εἰσκομισθεῖσαν ἀποθνήσκειν ⋮ Τὸν ἄῤῥενα ἡ θήλεια νικήσασα ὄρνιν ἐν τῇ μάχῃ , ἀμβρύνεταί τε ὑφ '
4149582 ὑψιον
καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ θεοῦ μέχρι γῆς . Πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον , ἢ σκολιαῖς ἀπάταις ἀναβαίνει ἐπιχθόνιον γένος ἀνθρώπων ,
λῆμα και Θέων ἀλκᾶι ὅμοιον τῶι : πότερον δίκα τεῖχος ὕψιον ἢ σκολιαῖς ἀπάταις τὸ νόημα τοιοῦτο [ ] :
4146899 δαερ
κυρίως Αἰολικόν . Ἰστέον δὲ ὅτι τὸ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ συστείλαντα τὸ η εἰς τὸ ε ἐν τῇ κλητικῇ
λιμήν , ὦ ἀστήρ , πλὴν τοῦ ἄνερ πάτερ σῶτερ δᾶερ . Δυϊκά . Τὼ Ἀλκμᾶνε , τοῖν Ἀλκμάνοιν ,
4146054 ἀλιτηρος
. Περίηρς : † ὅπως ἀνὴρ δ ' ἐν ἀσμένοισιν ἀλιτηρὸς ἧστ ' ἐπὶ θάκας κατὰ πέτρας ὁρέων μὲν οὐδὲν
ὁ δὲ Ἀλκμάν : ὅπως ἀνὴρ δ ' ἐν ἀσμένοισιν ἀλιτηρὸς ἧστ ' ἐπὶ θάκας κατὰ πέτρας ὁρέων μὲν οὐδὲν
4144910 τεκνοισιν
μάλα λιγὺ πότνια μήτηρ , οὐδ ' ἄρ ' ἔχει τέκνοισιν ἐπαρκέσαι , ἦ γάρ οἱ αὐτῇ ἆσσον ἴμεν μέγα
Πελιάδας κόρας πατέρα κατώικει τήνδε γῆν Κορινθίαν ξὺν ἀνδρὶ καὶ τέκνοισιν , ἁνδάνουσα μὲν † φυγῆι πολιτῶν † ὧν ἀφίκετο
4143038 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
4134341 ᾐνεσα
μηδὲν ἂν ἔξω τοῦ δικαίου φεροίμην : ἄλλως : ταύτην ᾔνεσα βιοτὴν , τὴν μὴ ἔξω δηλονότι τοῦ δικαίου :
τέκνα † σῴζουσιν αἱ συμβουλίαι ἐγὼ μὲν οὔποτ ' εὐγένειαν ᾔνεσα τὴν προστάταισι χρωμένην ἀναξίοις πολυσπερεῖ μέν , ὦ γέρον
4132387 ωὐτος
εὑρίσκεται , οἷον ὁ αὐτός ωὐτός , Ε εὖτέ μιν ωὐτὸς ἀνήρ , ἐμέο αὐτοῦ ἐμεωυτοῦ καὶ κατὰ κρᾶσιν τοῦ
ἐπισείῳ τρίχες πολλαὶ καὶ ἐν τῷ σώματι παντί εἰσιν : ωὐτὸς λόγος περὶ τουτέου : ὅπου τυγχάνει τοῦ σώματος τὸ
4131673 ἀτην
. διὰ γὰρ τοῦ κόρου , φησὶ , προσείληφε τὴν ἄτην , ἀδυνατήσας κατασχεῖν τὴν εὐδαιμονίαν . τίκτει τοι κόρος
] συνίζησις . μεγάλῳ . μέγαν : ἤτοι εἰς μεγάλην ἄτην περιφραστικῶς . καθημένην . ἰδίαν . τὴν Ἦλιν .
4129330 ἐυφρονεων
, ὅς ῥα Πύλοιο ἄναξ ἦν ἠμαθόεντος : ὅ σφιν ἐυφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ
ἀγγελίῃ Φινεὺς πέλεν . ὦκα δὲ τόνγε Αἰσονίδης , περιπολλὸν ἐυφρονέων , προσέειπεν : “ Ἦ ἄρα δή τις ἔην
4127888 ἀνερων
Κλεώνυμος : φασὶ μὲν γὰρ αὐτὸν ἐρεπτόμενον τὰ τῶν ἐχόντων ἀνέρων οὐκ ἂν ἐξελθεῖν ἀπὸ τῆς σιπύης : τοὺς δ
. Ἐν τοῖς Σκίροις τὰ γύναι ' ἔκρινεν ἐν στολαῖς ἀνέρων προκαθίζοντα , γενομένης ἐκκλησίας , περιθέμεναι πώγωνας ἀλλοτρίων τριχῶν

Back