' ἐπαινῶ μὴ καταισχύνειν ἐμέ , ὥραν ἐχούσας τήνδ ' ἐπίστρεπτον βροτοῖς . τέρειν ' ὀπώρα δ ' εὐφύλακτος οὐδαμῶς
τὸ εἰπεῖν μυσαρόν τι κατὰ τῶν ξένων εὐχερές ἐστιν . ἐπίστρεπτον ] τὴν ἐπιστροφῆς δεομένην ἢ τὴν ἐπιστρέφουσαν εἰς θέαν
6630669 ἐχθιστης
ἐν Ἀργείοις μέσοις ; οὔ : θᾶσσον ἂν τῆς πλεῖστον ἐχθίστης ἐμοὶ κλύοιμ ' ἐχίδνης , ἥ μ ' ἔθηκεν
σῆς γυναικὸς οἶστρον ἢ τρόπον τινὰ γενναιότητα . τῆς γὰρ ἐχθίστης θεῶν ἡμῖν ὅσαισι παρθένειος ἡδονὴ δηχθεῖσα κέντροις παιδὸς ἠράσθη
5492117 ἀμεμφη
, αὐτὸς δὲ σῴζῃ τόνδε τιμήσας λόγον . καὶ μὴν ἀμεμφῆ τόνδ ' ἐτείνατον λόγον , τίμημα τύμβου τῆς ἀνοιμώκτου
εὔδρομον ὁρμήν , εἰρήνην , ὑγίειαν ἄγων ἠδ ' ὄλβον ἀμεμφῆ . Ὦ τὸν ὑποχθόνιον ναίων δόμον , ὀμβριμόθυμε ,
5461041 κεντρ
κεἴ τις ἄλλος προέστηκεν ἡμῶν κόλαξ . Ἡράκλεις , καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾷς , ὦ δέσποτα ;
κατὰ κέντρου , ἢ καὶ ὑποχθονίου , ἢ καὶ δύο κέντρ ' ἐφέπωσιν , μουνὰξ δ ' ἀμφότεροι κατεναντία τῇσιν
5341020 κωφην
θνητῶν , τοῖς δ ' οὐδὲ παροῦσιν ἀκούειν ἔξεστιν : κωφὴν δ ' ἀκοῆς αἴσθησιν ἔχουσιν . ταῦτά τις ἐπιλυόμενός
ἔργα , περιβλέπεται δὲ τὰ ὀπίσω καὶ τὰ νώτια , κωφὴν δόξαν καὶ τυφλὸν πλοῦτον καὶ ἀναίσθητον εὐσαρκίαν καὶ νοῦ
5309838 ἐφεπειν
τ ' ἤδη πᾶσιν ἀνθρώποις σεβίζειν δαίμονας δικαίως τ ' ἐφέπειν ὅσια καὶ νόμιμα μηδομένους ποεῖν ὅ τι καλῶς ἔχει
Πυθία χρᾷ τάδε : οὔ σε μάχης μόνον ἔργ ' ἐφέπειν χερὶ Φοῖβος ἄνωγεν , ἀλλ ' ἀπάτῃ μὲν ἔχει
5248157 παραυτιχ
ἐνταυθὶ ἀλλ ' οὐκ ἐξεταστικῶς ἐκκλησιάζοντας , καὶ νομίζοντας τὴν παραυτίχ ' ἡσυχίαν οὐκ ἔσεσθαί ποτ ' αἰτίαν ταραχῆς ἀτόπου
τὸν ἥξοντ ' εἰς ἔπαινον εὐκλεῶς : ῥᾳθυμία δὲ τὴν παραυτίχ ' ἡδονήν λαβοῦσα λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ
5176368 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
5171284 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
5146428 πραϋνουσα
ἐστι , δώματ ' ἢν οἰκῇ καλῶς , ὀργήν τε πραΰνουσα καὶ δυσθυμίας ψυχὴν μεθιστᾶς ' : ἡδὺ κἀπάται φίλων
ἐστι , δώματ ' ἢν οἰκῇ καλῶς , ὀργήν τε πραΰνουσα καὶ δυσθυμίας ψυχὴν μεθιστᾶς ' : ἡδὺ κἀπάται φίλων
5101244 τοὐφημερον
ναίοντες οὐκ εἰσὶν φίλοι . πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανὼν τὸ μηδέν ἐστι
- μέλη πάραυλα κἀκρότητα κύμβαλα πᾶσιν δὲ θνητοῖς βούλομαι παραινέσαι τοὐφήμερον ζῆν ἡδέως : ὁ γὰρ θανών τὸ μηδέν ἐστι
5083951 ἀριστηεσσι
ὁ γέρων , οἶον δὲ Παραίβιον αὐτόθι μίμνειν κέκλετ ' ἀριστήεσσι σὺν ἀνδράσιν . αἶψα δὲ τόνγε σφωιτέρων ὀίων ὅτις
. Καὶ τοῖς μὲν ἀριστεῦσι γέρα νέμει ἄλλα δ ' ἀριστήεσσι δίδου γέρα καὶ βασιλεῦσι , τοῖς δὲ λειποτάκταις ἀπειλεῖ
5070312 ψυχαισι
τε γὰρ δίδωσι τοῖς εὖ χρωμένοις , ἰσχύν τε ταῖς ψυχαῖσι καὶ τοῖς σώμασιν : εἰς τὴν ἰατρικήν τε χρησιμώτατον
ἐοῦσα κακῆς λήθης βλαψίφρονος αἰεί , πάντα νόον συνέχουσα βροτῶν ψυχαῖσι σύνοικον , εὐδύνατον κρατερὸν θνητῶν αὔξουσα λογισμόν , ἡδυτάτη
5069353 συνεδριοις
ἅμα φαίνηται πάντα τὸν κόσμον συναδικῶν . προσήκειν δὲ τοῖς συνεδρίοις μηδενὶ καταχρήσασθαι τῶν θεῶν εἰς ὅρκον , ἀλλὰ τοιούτους
καὶ ὁμιλήσει ὑπερέχουσιν ἀνδράσι καὶ λαλήσει μετ ' αὐτῶν ἐν συνεδρίοις παιδείας . Εἰ δὲ ἐπιμερίζει ἡ Ἀφροδίτη καὶ συνεπιμερίζει
5010384 ἐξολεσειε
πάθῃς : πολλοὶ δὲ κακὰ φρονέουσιν Ἀχαιῶν , τοὺς Ζεὺς ἐξολέσειε πρὶν ἥμιν πῆμα γενέσθαι . ” τὸν δ '
ὁ Χρεμύλος καὶ ἡττηθεὶς ἐρεῖ ἀλλά ς ' ὁ Ζεὺς ἐξολέσειε κοτίνου στεφάνῳ στεφανώσας : τουτέστι , κότον σοὶ θέμενος
4984818 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
4960581 θνητοις
Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς
κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος
4912268 οὐποτ
τὸ θεῖον ὡς ἄελπτον ἔρχεται θνητοῖσιν , ἕλκει δ ' οὔποτ ' ἐκ ταὐτοῦ τύχας . ἄρρητος κόρη ἥκω δ
: εἰς δούλειον ἦμαρ πεσοῦσα ἀναξίως : χρὴ δ ' οὔποτ ' εἰπεῖν : τούτῳ συνᾴδει τὸ τέλος ὅρα μακροῦ
4908697 νεικε
γε φύγῃ πολύδακρυν Ἀχαιῶν αἰεί τοι τούτῳ γε πόνος καὶ νείκε ' ὀπίσσω ἔσσοντ ' ἄλλοι γάρ μιν ἀπουρήσουσιν ἀρούρας
βιότοιο γυναικῶν , κείνων δ ' εἵνεκα δηθὰ κρίσεις καὶ νείκε ' ἔχοντας , οἷς ἔπι κῦδος ἔθηκεν ἰδ '
4905012 ἐκκεκηρυχθαι
ἠμὲν δέμας ἠδὲ καὶ αὐδήν : τοῦτον σχολῆς τῆσδ ' ἐκκεκηρῦχθαι λέγω . Καὶ ὃς ἀναστάς : οἱ μὲν ἐκήρυσσον
: τὸν δ ' ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα , ἐᾶν
4899216 δοτειρα
ἔδωκεν : δὼς ἀγαθή , ἅρπαξ δὲ κακή , θανάτοιο δότειρα : ὃς μὲν γάρ κεν ἀνὴρ ἐθέλων , ὅ
, ὡς φιλεῖς ξένους καὶ πλησίους ? ? ? . δότειρα χεῖρα τοῖς πᾶσι διανείμεις : κἀμοὶ ἀόκνως εὐμενῶς χαρίζασθε
4846197 Χρυσηϊδος
, ὡς δ ' οἱ πλείους , Χρύσου , παιδὸς Χρυσηΐδος καὶ Ἀγαμέμνονος , τάφος : ἐνταῦθα γὰρ αὐτὸν φεύγοντα
. καὶ εἰ μὲν οὐχ ὑπῆρχεν αὐτὸς ἔρωτι δουλωθεὶς τῆς Χρυσηΐδος , ἧττον ἂν Ἀχιλλέα παρώξυνεν ἄνθρωπος ὢν ἀγνοῶν ,
4813657 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4797880 εὐσημος
αὐξηθῆι βροτοῖς . Μεθ ' ὃν κύκλου φοραῖσι ταῖς πολυστρόφοις εὔσημος οὐκ ἄσημός ἐστι Τοξότης τὰ νέρθε δεικνὺς γαστρὸς οὐ
] ἐν . ἁλοῦσα ] ἁλοῦσα δὲ ἡ πόλις . εὔσημος ] ἐπίσημος τῶι καπνῶι . θύελλαι ] τῆς φθορᾶς
4785895 τεκνοις
, ταῖς οἰκίαις ἐπιτρέχοντες , τοὺς δεσπότας αὐταῖς γυναιξὶ καὶ τέκνοις ἐλαύνοντες , ὡς κενὰς οἰκητόρων ἀποφῆναι . ἔπιπλα καὶ
] τοῖς τῶν θεῶν . τέκνοισι ] ἤγουν βοηθεῖν τοῖς τέκνοις καὶ τῇ μητρὶ τῇ θρεψαμένῃ ὑμᾶς . τέκνοισι ]
4781760 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
4778463 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
4775807 κορεσθῃ
πιεῖν : τὸ δὲ ἔτι πινόμενον ἁρπάζεται πρὶν ὁ πίνων κορεσθῇ . καὶ οὐκ ἔστιν ἀπὸ παιδὸς ἀπελθεῖν ἐραστὴν ἄλυπον
τὸ ὄνομα ἐκεῖνο ; δηλονότι ὡμολόγηται τὸν πῶλον , ὅταν κορεσθῇ τοῦ μητρῴου γάλακτος , λακτίζειν τὴν μητέρα . ᾐνίττετο
4749221 πρευμενη
ὁ τέ : βούλεται δὲ λέγειν φόβῳ ταρβοῦσα : γράφεται πρευμενῆ , ὅ ἐστι πραϋμενῆ καὶ προσφιλῆ : καὶ πόσει
κατικμαίνοντες Ἀλθαίνου ῥοαῖς ἀρωγὸν αὐδήσωσιν Ἠπίου γόνον ἀστοῖσι καὶ ποίμναισι πρευμενῆ μολεῖν . ἔσται ποτὲ πρεσβεῦσιν Αἰτωλῶν φάος ἐκεῖ γοηρὸν
4737044 αἱσπερ
αἱ ἐκ τῆς Κελτικῆς εἰς τὴν Τυρρηνίαν εἰσβολαὶ στρατοπέδοις , αἷσπερ καὶ Ἀννίβας ἐχρήσατο , δυεῖν οὐσῶν , ταύτης τε
μηδ ' ἀντιλαμβανομένης τῶν ἀιδίων καὶ ἀσωμάτων εἰκόνων , πρὸς αἷσπερ ὢν ὁ θεὸς ἀεὶ θεός ἐστιν . . .
4734256 βουκολουντες
ἀποκρίνεται ὧδε : Οἱ μὲν παῖδές εἰσιν ἐν τοῖς ὄρεσι βουκολοῦντες , ὥσπερ ἐκείνων βίος : ἐγὼ δ ' ἐπέμφθην
ἀποκρίνεται ὧδε : Οἱ μὲν παῖδές εἰσιν ἐν τοῖς ὄρεσι βουκολοῦντες , ὅσπερ ἐκείνων βίος , ἐγὼ δ ' ἐπέμφθην
4731759 πονοις
νεκρῷ δὲ ἐντυχὼν οὐκ ἂν ἅψαιτο , τοῖς ἀλλοτρίοις ἑαυτὸν πόνοις οὐκ ἐπιγράφων : οὐ γὰρ δεῖται κρεῶν , ἀλλὰ
πελάγη διαπερᾶν τολμῶντας ? , καί , ἁπλῶς εἰπεῖν , πόνοις καὶ κινδύνοις , προσθείην δ ' ἂν καὶ χρήμασι
4725988 ποθητος
ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων , βασιλεῖ ποθητός , ἐν Ἰνδικῷ γινόμενος . οὗτος λεῖος ποθεὶς αἱμοπτοϊκοὺς
παρ ' αὐτὸ πάντα διὰ τοῦ ο : ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω
4718667 ἀστοις
ἀλλ ' εὐτυχοίης , νόστιμον δ ' ἔλθοις δρόμον . ἀστοῖς δὲ πάσηι τ ' ἐννέπω τετραρχίαι χοροὺς ἐπ '
γὰρ αὐτὸς ἦν , φησίν , ἐντροπῆς ἄξιος ὁμιλῶν τοῖς ἀστοῖς , ἢ αὐτὸς ἐνετρέπετο ἐν τῷ τοῖς ἀστοῖς ὁμιλεῖν
4712244 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
4701153 ἀρειονα
Νὺξ ἔτεκε τὴν ἀμείνω Ἔριν , φησὶ παρὰ τοῦ Διὸς ἀρείονα γενέσθαι δόντος αὐτῇ καὶ ἐν τῷ κόσμῳ δύναμιν σεμνοτέραν
αἰδὼς οὐκ ἔσται , βλάψει δ ' ὁ κακὸς τὸν ἀρείονα φῶτα μύθοισι σκολιοῖς ἐνέπων , ἐπὶ δ ' ὅρκον
4670622 παιδειης
, ἀλλ ' ἄνοδον ζητῶν ἐς Διὸς ἥτις ἄγοι , παιδείης παρ ' ἑῆς Ἑλληνικὰ πράγματα δείξας , ὡς καλὸν
τε γραπτῶν πρῆξιν ἔδωκ ' , ἢ παισὶν ὑφηγητῆρας ἔφηνεν παιδείης , τοὺς δ ' αὖτε τραπέζης ἀργυραμοιβοῦ εἷσεν ὕπερ
4670089 ἐγγυμνασαμενος
οὐδὲ συλλήβδην εἰπεῖν , ὅ τι τῶν τοιούτων ἐπισπασάμενος καὶ ἐγγυμνασάμενος τῷ ἑκουσίως περὶ ταῦτα διαγενέσθαι , ἑκούσιον σχοίη καὶ
ὡς ἂν βούληταί τις . Ταῦτα οὖν ἀκριβῶς τηρήσας καὶ ἐγγυμνασάμενος αὐτοῖς ποιήσεις καὶ ἀξιώματος ὄντος ἐπιμέλειαν καὶ ἐξ ἐπιμελείας
4669838 ἀνδρασι
δὲ κυλίχνας . Φερεκράτης δὲ παίζων φησί : τοῖς μὲν ἀνδράσι κεραμεύεσθαι ποτήρια πλατέα , τοίχους οὐκ ἔχοντ ' ,
ἄλλο μὲν οὐδὲν αὐταῖς πρόσεστι , μόνον δὲ συγκοιμῶνται τοῖς ἀνδράσι , ἄρχονται καλλωπίζεσθαι καὶ ἐν τούτῳ πάσας ἔχειν τὰς
4667087 αὐτοκρατους
διδύμα πραπίδων γνώμα σοφῶν τε πλῆθος ἀθρόον ἀσθενέστερον φαυλοτέρας φρενὸς αὐτοκρατοῦς . ἑνὸς ἄρ ' ἄνυσις ἀνά τε μέλαθρα κατά
εἰς ἕτερον στοιχεῖον μεταβολήν . ἀπαραβάτου δὴ καὶ συνεχοῦς τῆς αὐτοκρατοῦς ἰσονομίας ταύτης ἀεὶ φυλαττομένης , ὥσπερ οὐκ εἰκὸς μόνον
4654555 ἀνοιαις
, ἣ ἐν σώματι πάντα λέγεται κακοπαθεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν ἐν ἀνοίαις καὶ ἐπιθυμίαις καὶ φόβοις καὶ τοῖς ἄλλοις κακοῖς γιγνομένη
” τὸ γὰρ ἔπαθλον θέλει δηλοῦν . ἀεσιφροσύνῃσιν ἀσυνεσίαις , ἀνοίαις . φαίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀέσαι , ὅ ἐστι
4652074 ἐργοις
ἔστι δὲ τὸ νοούμενον μὴ μόνον τοῖς ἐκ τῆς βίας ἔργοις , ἀλλὰ καὶ τοῖς ἐκ δόλου . . .
Λεύκωνος υἱός : ἐπὶ τῶν ἐχόντων τοὺς λόγους ἀσυμφώνους τοῖς ἔργοις . Ἄλλοισι μὲν γλῶσσα , ἄλλοισι δὲ γομφίοι :
4635955 ἐπιστησασα
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ]
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [
4604941 γεμοντι
δὲ τοῦτο ἐμόν , ὅτι βιβλίων τε καὶ παιδείας ἀνδρὶ γέμοντι σύνειμι καθ ' ἑκάστην ἡμέραν τὰ μὲν αὐτὸς ὡς
καταλύειν ; ἢ δῆλον ὡς ἐν λειμῶνι τερπνῷ , ψυχαγωγίας γέμοντι καὶ ῥᾳστώνης , ἔνθα μετρίας τε πνεῖν αὔρας εἰκὸς
4599082 ἀωροις
ἀπολύετε ἡμᾶς , καὶ μὴ ἀθλιωτάτω δύο πατέρα καὶ παῖδα ἀώροις συμφοραῖς περιβάλητε . Ὅτι μὲν αὐτὴ ἡ χρεία παρὰ
ἐστὶ τυγχάνων ὧν ἂν πρόθηται , ] ἐν δὲ τοῖς ἀώροις ἄγονος καὶ ἀτελής . ἵδρυται δὲ ἐν ταῖς ὁδοῖς
4597731 σοφαις
εἰς αις ἀποστρέφονται τὴν ὀξεῖαν τάσιν , οἷον παῖς καλαῖς σοφαῖς μεγάλαις ἀρίσταιςχωρὶς τοῦ δαίς , ὃ σημαίνει τὴν εὐωχίαν
ἂν καὶ τὴν ἡδυσματοθήκην κυμινοδόκον , Νικοχάρους εἰπόντος ἐν Γαλατείᾳ σοφαῖς παλάμαις τεκτόνων εἰργασμένον , πόλλ ' ἐν αὑτῷ λέπτ
4591354 πανευδαιμων
ἀπόρρητα ταῦτα καὶ μέγιστα ἐξέφηνέ μοι ἐκεῖνος ὁ πανευκλεὴς καὶ πανευδαίμων ? , ἤρξατο λέγειν [ πρός ] με :
. καὶ ἡ Πυθία ἔφη : εὐδαίμων , Συβαρῖτα , πανευδαίμων σὺ μὲν αἰεὶ ἐν θαλίῃσιν ἔσῃ , τιμῶν γένος
4581042 ἑαυτηϲ
τὰ ἔργα . ἡ φύϲιϲ ϲῴζουϲα τὴν ἀρχέγονον καὶ πρώτην ἑαυτῆϲ εὐκραϲίαν ὀρέγεται μὲν εὐκαίρωϲ τῶν προϲφερομένων , διοικεῖ δὲ
, ὧν ἂν πράττῃ , προθυμίαν , αὐτῆϲ τῆϲ φύϲεωϲ ἑαυτῆϲ τὸ μέτρον ἐξευριϲκούϲηϲ ἐν ταῖϲ ἀρίϲταιϲ καταϲκευαῖϲ : καὶ
4576687 σεβιζειν
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ ,
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς
4562927 δηριαασθαι
θήῃς , τοὺς δ ' ἔτ ' ἐᾶν πεδίον κάτα δηριάασθαι . αἲ γὰρ Ζεῦ τε πάτερ καὶ Ἀθηναίη καὶ
αὐτὸν ἀποκταμένοιο ἄνακτος εἷλεν ἄχος : κρατεροῖο δ ' ἐναντία δηριάασθαι Μέμνονος ὡρμήθησαν ἀν ' αἱματόεντα κυδοιμόν . Ὡς δ
4551583 λυγρας
ἀνδρὶ πρὸς τὸ Τρωϊκὸν πόλισμα , πρῶτον μὲν νόσου παύσῃ λυγρᾶς , ἀρετῇ τε πρῶτος ἐκκριθεὶς στρατεύματος , Πάριν μέν
ὁ ἀπὸ τῶν κρειττόνων χωρισμὸς ἄγει , ὃν διὰ τῆς λυγρᾶς μοίρας ᾐνίξατο τῆς ποιούσης ἡμᾶς ἔξω θείου χοροῦ :
4540783 γιγνῃ
μετὰ ταῦτα ἐγκύμων ἐπιχειρῇς γίγνεσθαι , ὦ Θεαίτητε , ἐάντε γίγνῃ , βελτιόνων ἔσῃ πλήρης διὰ τὴν νῦν ἐξέτασιν ,
περὶ Πρίαμον , τότε πότερον ἔμφρων εἶ ἢ ἔξω σαυτοῦ γίγνῃ καὶ παρὰ τοῖς πράγμασιν οἴεταί σου εἶναι ἡ ψυχὴ
4532806 παιδοποιϊα
ἐπὶ τὸ πολὺ ἐπὶ τῶν ἀσελγῶς ἐρωμένων . Παιδουργία . παιδοποιΐα . Παλίμβολος . ὕποπτος καὶ ὕπουλος , πολυμετάβολός τε
εἰς γονεῖς . γάμει δυνατὸς ὢν ἄρχειν . ὅρος ἀφροδισίων παιδοποιΐα . μοιχός ἐστι τῆς αὑτοῦ γυναικὸς πᾶς ὁ ἀκόλαστος
4525667 φιλοψογον
γυναικῶν πάσης ἠλλοτρίωται κολακείας , εἴ γε κατὰ τὴν τραγῳδίαν φιλόψογόν ἐστι τὸ φῦλον καί τις ἡδονὴ γυναιξὶ μηδὲν ὑγιὲς
γυναικῶν πάσης ἠλλοτρίωται κολακείας , εἴ γε κατὰ τὴν τραγῳδίαν φιλόψογόν ἐστι τὸ φῦλον καί τις ἡδονὴ γυναιξὶ μηδὲν ὑγιὲς
4509179 ἠναγκαζομεθα
' ὑπὸ τῶν ὑπερηφάνων δανειστῶν τούτων ἀφῃρέθημεν : οἷς τελευτῶντες ἠναγκαζόμεθα τοὺς ἑαυτῶν κλήρους οἱ δείλαιοι γεωργεῖν , σκάπτοντες φυτεύοντες
ἦμεν λόγοις οἱ συμπρέσβεις , ἀλλ ' ὅλην τὴν πορείαν ἠναγκαζόμεθα Δημοσθένην ὑπομένειν ἀφόρητον ὄντα καὶ βαρὺν ἄνθρωπον : ὃς
4507383 ὑποδεξωνται
προσέχειν γοῦν ἐν τοῖς πρώτοις χρόνοις : ἐὰν μὲν γὰρ ὑποδέξωνται ἅμα αἱ ὑστέραι καὶ ὑποδεξάμεναι ἀποδῶσιν ἔξω , κουφίζονται
βοηθὸς ὁ Ζεύς , ὃς φιλονεικίαν αὐτοῖς ἐμβάλῃ , ὅταν ὑποδέξωνται τὸν Ἀλέξανδρον , οἳ καὶ ἀναιρεθήσονται ὑπ ' ἀλλήλων
4503576 παρωρμα
εἰς ὁδοὺς δειλανδρίας ὁμοῦ βαδίζειν ἢ σφαγῆς αἱρουμένους , σταθεὶς παρώρμα τοὺς κακοὺς παρεργάτας : Ἐν τῇ τρυφῇ σπεύσωμεν ,
τὸ δουλεύειν , τούτους οὔτε μελετᾶν τῶν ἐλευθερίων πόνων οὐδένα παρώρμα οὔθ ' ὅπλα κεκτῆσθαι ἐπέτρεπεν : ἐπεμελεῖτο δὲ ὅπως
4497839 ὀλβου
δ ' αὖ μετέπειθ ' , ὡς ἐκκτεάνων τε καὶ ὄλβου Αἶσα κακὴ κρυερὴν πενίην ἐπὶ φῶτας ἀγινεῖ . κλήρων
ἠμέλει οὔτε ὁδοιπορῶν οὔτε ἐν Θετταλίᾳ , ἀλλὰ καὶ κρεῖττον ὄλβου κτῆμα ἐκάλει αὐτὴν ἐκ τῶν Εὐριπίδου τε ὕμνων καὶ
4494988 θλιψεσι
. ἀπὸ τῆς γυναικός , ἣν ἔγημεν . κητοδόρποις ταῖς θλίψεσι ταῖς ἕνεκα τοῦ μέλλειν δίδοσθαι τὴν Ἡσιόνην δόρπον καὶ
. τοιαῦτα δὲ οἱ δυσανασχετοῦντες καὶ μὴ δυνάμενοι ὑπομένειν ἐν θλίψεσι φθέγγονται . σημείωσαι δὲ ὅτι δοκεῖ ὁ Σείριος οὗτος
4494887 παισιν
τὴν μουσικὴν παραλαβεῖν , ὥστε μὴ μόνον [ ἐν ] παισὶν ἀλλὰ καὶ [ ἐν ] νεανίσκοις γενομένοις ἕως λʹ
μὲν ἐίσης ⌋ ἐξ ἔρον ἕντο ⌊ μητέρα μητρὸς ⌋ παισὶν ] ? ? ἄγοντο ⌊ ἀζαλέην τε καὶ ὀπταλέην
4489678 ἁνδανε
πῖνε καὶ ἔσθιε , καὶ μετὰ τοῖσιν ἵζε , καὶ ἅνδανε τοῖς , ὧν μεγάλη δύναμις . ἐσθλῶν μὲν γὰρ
καὶ ὁ παμμήστωρ Ἄρης . πότνια σοφία , σύ μοι ἅνδανε : ὄλβου δ ' ἐμοὶ μὴ χρυσέου φαεννὰν ἀκτῖνα
4481152 ἀροισθε
κρύψητ ' εὐαγέως : τότε δ ' ἂν τότε κῦδος ἄροισθε . ταῦτα τοῦ θεοῦ χρήσαντος ὁ στρατηγὸς Ἅγνων ἐς
τὴν τοὺς ἄνδρας φθείρουσαν καὶ ποιοῦσαν ῥίπτειν τὰ ὅπλα , ἄροισθε κῦδος , ἤτοι ἐπάρετε καὶ ἕξετε δόξαν , τοῖς
4480888 εἰργουσι
δὲ τοὺς ὀλωλότας δορὶ θάψαι θέλουσι τῶνδε μητέρες χθονί , εἴργουσι δ ' οἱ κρατοῦντες οὐδ ' ἀναίρεσιν δοῦναι θέλουσι
ἐστιν ἢ τύχης ἢ πλῆθος αὐτὸν πόλεος ἢ νόμων γραφαὶ εἴργουσι χρῆσθαι μὴ κατὰ γνώμην τρόποις . ἐπεὶ δὲ ταρβεῖς
4479369 χρονοιο
αὔτως πλάζοιτ ' , οὐδέ μιν ὦκα κιχήσεαι , ἀλλὰ χρόνοιο πολλοῦ μεσσάτιον τελέει δρόμον ἠλασκάζων . ἢν δ '
αἴτιον γίνεται . “ ἐπὶ τιμάς τ ' ἀνόρουσε τελειομένοιο χρόνοιο ” . τιμῶν τε καὶ βασιλειῶν ἀπελαύετο κατὰ τὴν
4478211 βασιληϊον
? [ ! ! ] ! [ ! ] τεῖχος βασιλήϊον ἀγνοισσβιότοισις ? ? ! ! ? ! ! ὀ
: ὦ ἴτε λαοί . κηρύσσω † δ ' ὁσίαν βασιλήϊον αὐτῶι δ ' αὐδὰν † εὐτεκνίαν τε γάμοις ,
4477533 μαντευμασιν
; Ἔγωγε τοῖς νῦν γ ' , ὦ πάτερ , μαντεύμασιν . Ποίοισι τούτοις ; τί δὲ τεθέσπισται , τέκνον
κεραυνόν , ὃς πᾶν ἐξαϊστώσοι γένος . τοιοῖσδε πεισθεὶς Λοξίου μαντεύμασιν ἐξήλασέν με κἀπέκλῃσε δωμάτων ἄκουσαν ἄκων : ἀλλ '
4469932 δωσους
πέμπε : τέκνον ἐμὸν κάρτος μὲν Ἀθηναίη τε καὶ Ἥρη δώσους ' αἴ κ ' ἐθέλωσι , σὺ δὲ μεγαλήτορα
, καὶ τὰς ὑδρίας ἀνορύττω . Πῶς δ ' ὑγίειαν δώσους ' αὐτοῖς , οὖσαν παρὰ τοῖσι θεοῖσιν ; Ἢν
4463282 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4457185 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4456152 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
4453699 ὡπλιζον
ἔλθοι , τό τε τεῖχος ἐπλήρουν λίθων καὶ τοὺς γέροντας ὥπλιζον , ὅπλων μὲν ἀποροῦντες , τὰ δὲ λάφυρα ἐκ
ἔτρεπον τὴν γνώμην : καὶ κατὰ τῶν ἐν ἱεροῖς χρημάτων ὥπλιζον τὼ χεῖρε : τούτων γὰρ ἑκάτερον ἰδίᾳ πλουσιώτατον ἀνέδειξε
4448805 Δικη
ἐπιφέρει γραμμάτων ἡ γυνὴ αὕτη λέγει : ἐγώ εἰμι ἡ Δίκη , ἤτοι ἡ δικαιοσύνη , καὶ κατάγω καὶ εἰσάξω
νιν : ἀλλά νιν καὶ αὐτὸν τὸν Πολυνείκην οὐχὶ ἡ Δίκη λόγου ἄξιον ἔκρινεν οὔτε φυγόντα μητρόθεν σκότον , ἤγουν
4444427 φιλοις
ἐπιδοτικὸς μέν ἐστιν ὁ δεομένοις ἐπιδιδούς , μεταδοτικὸς δὲ ὁ φίλοις . ἐρωτᾶν τοῦ πυνθάνεσθαι διαφέρει . πυνθάνεσθαι μὲν γάρ
ἂν ἔχοι ἐξετάζειν τινὰ ἑαυτόν , πόσου ἄρα τυγχάνει τοῖς φίλοις ἄξιος ὤν , καὶ πειρᾶσθαι ὡς πλείστου ἄξιος εἶναι
4442838 κακοις
εἶναι τὸν ἄνθρωπον . ἐν τούτοις δὲ τοῖς ἀγαθοῖς καὶ κακοῖς τοῖς ἀληθῆ μὲν δοξάζουσιν ἑκατέροις , διαφέρουσι δὲ τῷ
σὲ καλῶ : δείν ' ἡμεῖν ] παιδὶ κυρεῖ : κακοῖς [ θηρίοις νιν ] μονομαχήσειν ἀνέπεισαν . [ Ζεῦ
4439624 καθοραι
ἔθ ' εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε ἀνθρώπων , ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι . Ζεὺς ἄνδρ ' ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος , ὃς τὸν
, σχεδὸν οἱ ὁμοτράπεζοι καλούμενοι . σὺν τούτοις δὲ ὢν καθορᾶι βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ
4432943 κολαζηται
τῷ ἀδικεῖν μετ ' εὐμαρείας αὐτοκράτορι ἡγεμόνων ἀρχῇ τῶν δεσποτῶν κολάζηται . Περὶ μὲν δὴ τούτων ἀρκέσει τὰ εἰρημένα .
ἔχουσι πρὸς ἑκάτερα , πρός τε τὸ εὖ , ἂν κολάζηται , καὶ πρὸς τὸ ἐναντίον , ἂν μένῃ ἀκόλαστα
4431140 εὐρινος
τὸ πρόσωπον ὡραῖος , ἐρυθρός , οἱ ὀφθαλμοὶ μεγάλοι , εὔρινος , αἱ κνῆμαι λεπταί , πόνος ἔσται περὶ τὸν
ἐπήδησε καὶ αὐτὴ κατ ' αὐτόν : ἰχνευτικὴ γὰρ καὶ εὔρινος ἐκείνη γε ἡ κύων ἦν . Μασσαγέται μέν ,
4428729 εὐπραξια
τὸ ἀγαθὸν ἔχων τέλος τῆς αὑτοῦ ἕξεως , ὃ ἡ εὐπραξία ἐστίν , ἀλλὰ τὸ ἀρέσκειν τοῖς ἐπαινέταις : νῦν
τέως δ ' ἐπεὶ παρὰ τῶν πλείστων εὐζωία τις καὶ εὐπραξία εἴρηται , πειστέον ἂν εἴη τοῖς λέγουσι καὶ ῥητέον
4426218 νηπιαζων
. ἀτάλλων : ὁ μετὰ ἐπιμελείας τρεφόμενος καὶ ὡς ἂν νηπιάζων ἀταλάφρων , ὁ μηδὲ καρτερεῖν δυνάμενος : ὅθεν καὶ
τε καὶ Ἀγαύη : οὐ μὴν οἴκοι ἐν Ἀθάμαντος ὁ νηπιάζων ἐτέθραπτο θεὸς , ἀλλ ' ἐν ἐρήμοις καὶ ὄρεσι
4424479 καλοις
τὸ αἴτιον ὑπάρχειν ἀνεύρετον ἢ δύσκριτον , ὥσπερ ἐν τοῖς καλοῖς καὶ ἐρασμίοις σώμασιν , οὐ πάντες τὸ αὐτὸ θαυμάζουσιν
ὥσπερ καὶ σὺ νῦν δή , ἔφη , τοῖς μὲν καλοῖς κἀγαθοῖς τῶν ἀνθρώπων καὶ τοῖς ἐπισταμένοις , ὅπου δεῖ
4420254 παισι
. δύναται δὲ καὶ οὕτω νοεῖσθαι : ὁ Βακχυλίδης παρὰ παισὶ δοκεῖ εἶναι σοφὸς , παρὰ τελείοις δὲ οὐκέτι .
ὑπ ' αὐτὸν προδόντα παῖδας αὐτῷ , ἀντιπαραδοὺς αὐτὸν τοῖς παισὶ προσέταξεν ὀπίσω τὼ χεῖρε δεδεμένον ἀποκομίσαι πρὸς τοὺς πατέρας
4419959 ῥεζουσι
αἰθέριον θεῖον πόλον οὔτ ' ἐνὶ πόντῳ , πλὴν ὁπόσα ῥέζουσι κακοὶ σφετέραισιν ἀνοίαις : ἀλλὰ σὺ καὶ τὰ περισσὰ
, Κέῳ δ ' ἔτι νῦν ἱερῆες ἀντολέων προπάροιθε Κυνὸς ῥέζουσι θυηλάς . καὶ τὰ μὲν ὧς ὑδέονται : ἀριστῆες
4419210 ἐμοις
πέμψω σῆς νόσου πρὸς Ἴλιον : τὸ δεύτερον γὰρ τοῖς ἐμοῖς αὐτὴν χρεὼν τόξοις ἁλῶναι . Τοῦτο δ ' ἐννοεῖθ
, καὶ Κυρῖνε δαῖμον ἐπίτροπε Ῥωμαίων ἡγεμονίας , διδοίητε τοῖς ἐμοῖς παιδικοῖς ἐρᾶν μὲν Ῥώμης , ἀντερᾶσθαι δὲ ὑπὸ Ῥώμης
4416904 Οὐετουρια
τὸν βουλόμενον , ἐκέλευσε τὴν μητέρα λέγειν . Καὶ ἡ Οὐετουρία παραστησαμένη τήν τε γυναῖκα τοῦ Μαρκίου καὶ τὰ τέκνα
τῶν ἀνθρωπίνων ἀγαθῶν . Παυσαμένου δ ' αὐτοῦ μικρὸν ἡ Οὐετουρία ἐπισχοῦσα χρόνον , ἕως ὁ τῶν περιεστηκότων ἔπαινος ἐπαύσατο
4409419 ἀφθιτῳ
οἳ βροντὴν Ζηνὶ ἔδοσαν τεῦξάν τε κεραυνόν . ἐπ ' ἀφθίτῳ : ἐπὶ θείῳ καὶ θαυμαστῷ καὶ ἀθανάτῳ ἔργῳ .
. ἐντεῦθεν οὖν τὸ θεῖον εἰσηγήσατο , ὡς ἔστι δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ νόῳ τ ' ἀκούων καὶ βλέπων ,
4408913 ἀποδεκτος
ὅλον δρόμον ἄριστα διανύσει καὶ θαυμαστὸς πλέον δόξει καὶ πᾶσιν ἀποδεκτός . Ὃς ἱππείαν ] . Γλυκεῖα δὲ φρὴν ]
ὅλον δρόμον ἄριστα διανύσει καὶ θαυμαστὸς πλέον δόξει καὶ πᾶσιν ἀποδεκτός : Γλυκεῖα δὲ φρήν . ἡ φρὴν δὲ καὶ
4402839 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
4401479 ἀνδρασιν
γυμνασίας μὴ πάντα μιμούμενοι τὰ παρ ' ἐκείνοις κείμενα τοῖς ἀνδράσιν , ἀλλὰ τὰς μὲν ἀρετὰς αὐτῶν λαμβάνοντες , τὰς
Ἀλεξάνδροιο βεβήκει καλά , τά ῥ ' αὐτὸς ἔτευξε σὺν ἀνδράσιν οἳ τότ ' ἄριστοι ἦσαν ἐνὶ Τροίῃ ἐριβώλακι τέκτονες
4400422 πρηξιοϲ
ὄρθιον ἀνίϲχει τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι :
, ἀκρατέεϲ δὲ ἐϲ τὸ ἀμφαδὸν καὶ τῆϲ τοῦ ἔργου πρήξιοϲ : παράφοροι τὴν γνώμην ἐϲ τὸ ἄϲχημον : κατέχειν
4393051 ἐδαμησαν
τεῖχος ἀνέμβατον ᾧ πέρι πολλοὶ Τρώων υἷες Ἄρηι καὶ Ἀργείων ἐδάμησαν . Ἐλθόντες δ ' ἐπὶ νῆας ἀρήια τεύχεα θέντο
πολλὰ κάρηνα ἡρώων οἳ δή σφιν ὁμοῦ κτάθεν ἠδ ' ἐδάμησαν Τρώων ἐν παλάμῃσιν ἀνὰ στόμα δηιοτῆτος , πολλὰ μάλ
4389147 τεκνοισιν
μάλα λιγὺ πότνια μήτηρ , οὐδ ' ἄρ ' ἔχει τέκνοισιν ἐπαρκέσαι , ἦ γάρ οἱ αὐτῇ ἆσσον ἴμεν μέγα
Πελιάδας κόρας πατέρα κατώικει τήνδε γῆν Κορινθίαν ξὺν ἀνδρὶ καὶ τέκνοισιν , ἁνδάνουσα μὲν † φυγῆι πολιτῶν † ὧν ἀφίκετο
4388011 κοσμουμενοις
ἀπαθὴς καταλειφθήσεται προσευχή ; ποῖον πολιτικὸν οὐκ ἀνατραπήσεται δίκαιον τοῖς κοσμουμένοις κατὰ τὰ πάτρια τῶν Ἰουδαίων ; ἀνατετράψεται , ναυαγήσει
διατάσσων τὴν τοιαύτην τάξιν καὶ ἐγκελευόμενος τοῖς ὑπ ' αὐτὸν κοσμουμένοις στρατιώταις , οἷον Νέστωρ ἢ ἄλλος τις τῶν ἡρώων
4372137 ἀγαθοις
κύριοι αὐτῶν , οὐδ ' ἄρα ἐφ ' ἡμῖν τὸ ἀγαθοῖς ἢ κακοῖς εἶναι . ὁ μὲν οὖν σύμπας λόγος
τοὺς ἐθέλοντας ἐπ ' αὐτὰ ἰέναι καὶ διὰ τοῦτο τοῖς ἀγαθοῖς πλείοσιν οὖσι μᾶλλον ἢ τοῖς κακοῖς προσέχοντας : ἐνθυμηματικῶς
4370794 τηνου
. διαμεμνᾶσθαι γάρ , φησίν , ὅσιον εἴη κα τῶν τήνου θείων τε καὶ ἀνθρωπείων παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι
λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι τὰ
4363198 στειλαμενος
γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν
4363116 παυσας
αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν ,
ἀναγκάσαντος , τῆς δὲ προσηκούσης τιμωρίας τοῦ δέους . ὃ παύσας , ὦ βασιλεῦ , μεστὴν αὖθις σωμάτων ἀπέφηνας τὴν
4351877 αἰχμαλωτιδων
οὐ γὰρ ἰδικῶς τὴν Πολυξένην ᾐτήσατο , ἀλλὰ μίαν τῶν αἰχμαλωτίδων κάλλει ὑπερφέρουσαν : ἀποπέμψατε , ὦ θεοὶ , δεομένης
εὐτυχεῖς ; εἶπε δὲ καὶ ὅτι συναγείρω κόσμον ἐκ τῶν αἰχμαλωτίδων , ἐὰν ἔχωσί τι , καὶ θάψω κοσμίως καὶ
4351385 τοισδεσσι
' ἀνέσχεθε χειρὶ καὶ εὐχόμενος ἔπος ηὔδα : χαῖρε θεὰ τοῖσδεσσι : σὲ γὰρ πρώτην ἐν Ὀλύμπῳ πάντων ἀθανάτων ἐπιδωσόμεθ
ἔχει , λύσις ἔνθεν ἀνέστη . Δεινὰ δ ' ὁρῶ τοῖσδεσσι πάθη καὶ ἀνήνυτα ἔργα : ἀμφότεροι φεύξονται ὑπεὶρ ἅλα
4339377 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
4337505 ῥαπτουσι
ἐπειδὴ δὲ καιρὸν ὑπέλαβον ἐπιτήδειον ἔχειν δόλον ἐπ ' αὐτῷ ῥάπτουσι τοιόνδε : νεανίσκους δύο τῶν ἐκ τῆς συνωμοσίας τοὺς
συλᾶν τοὺς πέλας πάντα τἄλλ ' αὐταῖς πάρεργα γίνεται , ῥάπτουσι δὲ πᾶσιν ἐπιβουλάς . ἐπειδὰν δ ' εὐπορήσωσίν ποτε
4334507 φιλιης
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν ,

Back