κέκλημαι : . . . Ἑλλήνων οἰκήματα : ἀντὶ τοῦ κληθήσομαι : δούλα λιποῦς ' Ἀσίαν : καταλιποῦσα τὴν Ἀσίαν
τῶν Ἑλλήνων : ἐγὼ δ ' ἐν ξένῃ γῇ δούλη κληθήσομαι λιποῦσα τὴν Ἀσίαν δούλην , θεράπαιναν , τῆς Εὐρώπης
5725752 μεμοιχευμενης
, βασιλεῦ ; μοιχὸν ἀνὴρ ἐπαινῶ , καὶ ταῦτα τῆς μεμοιχευμένης ἀκουούσης . φοβοῦμαι δὲ μὴ καὶ σήμερον τὸ κάλλος
μοιχείαν περιττὴν καὶ μᾶλλον αἰσχρὰν ἄμφω συνελθόντα , ἡ τῆς μεμοιχευμένης δόξα καὶ ἡ τοῦ μοιχεύσαντος ἀδοξία . Δέομαι δὲ
5594891 προπαροξυνθηναι
πρὸ τριῶν συλλαβῶν ; Διατί δὲ μακρᾶς οὔσης οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἡ μακρὰ φορτίου
ὀνόματι τὸ ο εἰς ω τρέπουσιν αὐτό , κἂν φθάσῃ προπαροξυνθῆναι ἡ εὐθεῖα πᾶσα πτῶσις προπαροξύνεται . τῷ Μενέλεῳ :
5577385 ἠνθε
ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . ἦνθέ γε μὰν ἁδεῖα καὶ ἁ Κύπρις γελάοισα , λάθρη
ἐχθές , οὔτ ' ἐγὼ αὖ τήνῳ . ἀλλ ' ἦνθέ μοι ἅ τε Φιλίστας μάτηρ τᾶς ἁμᾶς αὐλητρίδος ἅ
5538412 ἀνιηρα
ἄρμενα πάντα παράσχοις , χρήματα δ ' ἐγκαταθῆις πόλλ ' ἀνιηρὰ παθών , τὸν πατέρ ' ἐχθαίρουσι , καταρῶνται δ
: Δωρεά , ἐπὶ συμφορᾶς . καὶ Ἀρχίλοχος : κρύπτομεν ἀνιηρὰ Ποσειδῶνα ἄνακτα δῶρα . : ὤχμασεν : Ἐποίησεν ἀναβασταχθῆναι
5505010 ⚔˘
τόδε : τί ἐϲτι τοῦθ ' ὃ λέγουϲι τὰϲ [ ⚔˘ – – παίζειν ἐχούϲαϲ , ἀντιβολῶ , [ τὸ
. } . μὰ Δί ' ἀλλ ' ἐγὼ [ ⚔˘ – – ἢν νοῦν ἔχωμεν , ϲκεψόμεθα [ ⚔
5493762 ἐπο
! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον
! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [
5386311 Πελιαδας
οὓς σοὶ προδοῦσα καὶ πάτραν ἀφικόμην ; ἢ πρὸς ταλαίνας Πελιάδας ; καλῶς γ ' ἂν οὖν δέξαιντό μ '
ὑπομνήματος τοῦ εἰς Πίνδαρον [ . , ] ἔγραψα : Πελιάδας κόρας : τὰς Πελίου θυγατέρας ἔπεισεν ἡ Μήδεια τὸν
5368470 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
5307804 ἐκκεκηρυχθαι
ἠμὲν δέμας ἠδὲ καὶ αὐδήν : τοῦτον σχολῆς τῆσδ ' ἐκκεκηρῦχθαι λέγω . Καὶ ὃς ἀναστάς : οἱ μὲν ἐκήρυσσον
: τὸν δ ' ἀθλίως θανόντα Πολυνείκους νέκυν ἀστοῖσί φασιν ἐκκεκηρῦχθαι τὸ μὴ τάφῳ καλύψαι μηδὲ κωκῦσαί τινα , ἐᾶν
5288811 τουν
δεμετεχων ? ? ! ! ? ? ? ἀφίκετο καὶ τοῦν ? ! ! με ? ! ! ! !
πυκνός , τῆς πυκνὸς τὰς ἡνίας , ‚ τοῦ λίθου τοῦν τῇ πυκνί ‚ . καὶ πύκνα ” . κέκληται
5270211 μηλοτροφον
σφι πρὸς ταῦτα χρᾷ τάδε : Αἰ τὺ ἐμεῦ Λιβύην μηλοτρόφον οἶδας ἄμεινον , μὴ ἐλθὼν ἐλθόντος , ἄγαν ἄγαμαι
ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα . τὸ δὲ σημεῖον , ὅτι ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ
5264502 καταθεμενη
μὲν οὖν τάλαντα , ὡς ἠξίους , ἐπεδώκαμεν , ὅπως καταθεμένη τὴν ὑπὲρ τοῦ παιδὸς ζημίαν λύσῃς τὰς φυγὰς αὐτοῦ
, φοβουμένη τὸν ἄνδρα , πρὸς δὲ τὸν ἀδελφὸν Ἡρακλείδην καταθεμένη προσηγόρευσεν Ἀγαθοκλέα , τὴν ὁμωνυμίαν εἰς τὸν ἑαυτῆς ἀνενέγκασα
5249412 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
5205560 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
5190226 βρωσεις
παρ ' ἀνθρώποις θητείας αὐτοῖς ὠνείδισαν , ἀλλὰ καὶ παίδων βρώσεις καὶ πατέρων ἐκτομὰς καὶ μητέρων δεσμοὺς καὶ πολλὰς ἄλλας
, ὁ δὲ περὶ οἶνον οἰνόφλυξ , ὁ δὲ περὶ βρώσεις ποικίλος , ὁ μὲν οὐ περιμένων τοὺς προσήκοντας καιροὺς
5188904 εὐτυχεστερα
. Ὢ φωτὸς ἡδίων ἐμοὶ κόρη καὶ τῶν πώποτε λαλουμένων εὐτυχεστέρα : τὸν ἐραστὴν ἔχεις ἄνδρα , μεθ ' οὗ
ἡ σμικρὰ πόλις ἐν τραχεῖ σκοπέλῳ κειμένη κρείττων ἐστὶ καὶ εὐτυχεστέρα κατὰ κόσμον οἰκοῦσα ἢ μεγάλη ἐν λείῳ καὶ πλατεῖ
5187912 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
5157939 ὑπερημερους
ἀναθημάτων τὰ προσφερόμενα πομπεῖα ἐλέγετο πομπεία : φανερὰ ὕβρις μεταφορικῶς ὑπερημέρους : ἐκπροθέσμους ᾤεσθε χρῆναι : ἐνομίσατε δεῖν καὶ τὰ
, ἄγχων τοὺς χρήστας , ἀποπνίγων τοὺς ὀφείλοντας , ἀπάγων ὑπερημέρους . τὰ δὲ ῥήματα φείδεσθαι , ταμιεύειν ταμιεύεσθαι ,
5096570 ἐπεμβολας
' αὖ φυτεύειν : ⋮ οἳ δὲ [ ] γῆς ἐπεμβολὰς θυμῶι ] ? ? λέληνται ? , ⋮ δαΐας
ἐγνωκώς . μέστωσις δέ ἐστι λόγος πλειόνων καὶ μακροτέρων ἐννοιῶν ἐπεμβολὰς περιέχων . [ , ] ἐπεὶ αἵ γε ἐμφάσεις
5075983 κεκλοφας
ἃς πάσχεις νῦν . . πρὶν ] ὅτε τὸ πῦρ κέκλοφας . αὐθαδίσμασιν ] κομπάσμασιν : ἔλεγ ' ὡς δικαίως
πῦρ κέκλοφας αὐθαδίσμασιν ] κομπάσμασιν : ἔλεγες γὰρ ὡς δικαίως κέκλοφας τάσδε ] ἐν αἷς νῦν τυγχάνεις πημονὰς ] βλάβας
5061389 ἐξοικιζεσθαι
οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ
τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν
5044002 ῥυομενος
φανεὶς πῶς οὐκ ἂν ἠδίκει καὶ τὰ μείζω μὴ διασώζων ῥυόμενος σφαγῆς ἐπ ' αἰτίᾳ τοιαύτῃ , ἣ μικρόν τι
. εἰ δέ τις δύο ὑπὲρ ἑκατέρου ἵστασθαί φησι , ῥυόμενος τὴν σύγχυσιν τοῦ δυικοῦ σχήματος , ἄλογον : πρὸς
5038315 πεπατηκας
: Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς καὶ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας : ὃς ἔφασκε λέγων κορυδὸν πάντων πρώτην ὄρνιθα γενέσθαι
Ἀριστοφάνης : ἀμαθὴς ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὔτ ' Αἴσωπον πεπάτηκας . ἐπὶ τῶν ἰδιωτῶν . Πέδη τοῦ λέγειν ἡ
5028479 βαλλαντιου
θεοῦ καλεῖ τοὺς Δηλίους διὰ τούτων : Φοίνικα μεγάλου κύριον βαλλαντίου ναύκληρον ἐν τῷ λιμένι ποιήσας ἄπλουν καὶ φορμιῶσαι ναῦς
ἐς τὸν λιμένα ἀνθ ' Ἑρμιόνος τὰ μέτωπα Ἰστριανά πόδα βαλλαντίου ἁλυκόν δύσριγος ζώστειον θωμόν λακεδαιμονιάζω ὁρκωμοτεῖν στίγων ὠτοκάταξιν ἐθέλω
5025604 ἐκυει
ἄρα ᾔδη ἰφθίμην ἄλοχον Σθενέλου Περσηϊάδαο . ἣ δ ' ἐκύει φίλον υἱόν , ὃ δ ' ἕβδομος ἑστήκει μείς
κόλπον καρπὸς μὲν ἐκεῖνος ἦν αὐτίκα ἀφανής , αὐτὴ δὲ ἐκύει : τεκούσης δὲ τράγος περιεῖπε τὸν παῖδα ἐκκείμενον .
4998913 ἐμας
ἐν Θήβαις καὶ ἐγένοντο ἑπτὰ πυρκαϊαί : ποθέω στρατιᾶς ὀφθαλμὸν ἐμᾶς , καὶ τὰ ἑξῆς . νῦν ἁρμόδιος . ἀφ
, χορῶν ἱερῶν ἐπίβηθι καὶ ἔλθ ' ἐπὶ τέρψιν ἀοιδᾶς ἐμᾶς , τὸν πολὺν ὀψομένη λαῶν ὄχλον , οὗ σοφίαι
4954693 τιμιωτατε
προσήκασθαι τὴν τοιαύτην πλάσιν οὐκ εὔλογον : υἱὲ , Καρπωνιανὲ τιμιώτατε : καὶ γὰρ εἰ τύχη σέ τις εὐδαίμων ὑπηρετεῖν
δικαίαν σου ψυχὴν ἀπό σου . καὶ νῦν γίνωσκε , τιμιώτατε Ἁβραὰμ , ὅτι μέλλεις ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ καταλιπεῖν
4939003 ἐκαρτερησας
; καὶ σὺ ἥκεις ἰδεῖν τοὺς ἐμοὺς πόνους ; πῶς ἐκαρτέρησας , καταλείψας τὸ ἐπώνυμόν τε ῥεῦμα καὶ τὰ αὐτόκτιστα
αὐτήν : ὄντως ἂν δυσχερῶς τὰς ἐμὰς κακοπαθείας ὑπέμεινας καὶ ἐκαρτέρησας : τὸ γὰρ φέροις ἀντὶ τοῦ ἔφερες . τοῦτο
4934369 μαιναδας
ἐρημίαν πτώσσουσαν εὐναῖς ἀρσένων ὑπηρετεῖν , πρόφασιν μὲν ὡς δὴ μαινάδας θυοσκόους , τὴν δ ' Ἀφροδίτην πρόσθ ' ἄγειν
Διονύσου , μιμουμένας τὰς ἱστορουμένας τὸ παλαιὸν παρεδρεύειν τῷ θεῷ μαινάδας . κολάσαι δ ' αὐτὸν πολλοὺς μὲν καὶ ἄλλους
4923507 πληγῃς
μοι . Ποῖος στρατιώτης γέγονας , ἵνα παρεμβολὴν βαλὼν σὺ πληγῇς ; περικυκλεῖς ψευδῆ λόγον . τὸν αὐτὸν ἡμεῖς εἴχομεν
χερσὶν ἀμφήκη πυρόεντ ' αἰειζώοντα κεραυνόν : τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ ' ἔργα βέβηκεν , ᾧ σὺ κατευθύνεις
4912197 ἀπαγγειλον
ἐπιγραφὴ τῇ Λακεδαιμονίων στήλῃ οὕτως ἔχουσα ” ὦ ξέν ' ἀπάγγειλον Λακεδαιμονίοις ὅτι „ τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων πειθόμενοι νομίμοις
ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ; ταῦτ ' ἀπάγγειλον πόσει : ἥκειν ὅπως τάχιστ ' ἐράσμιον πόλει :
4910014 σπαθᾳ
οὐ τὴν πατρῴαν οὐσίαν τὰ δὲ ἐκ δικαίων αὐτῷ ποριζόμενα σπαθᾷ . καὶ ψαλλόμενος καὶ καταυλούμενος ἥδεται , καὶ τὴν
ὁ τρόπος . μειράκιον ἐρῶν πάλιν τὰ πατρῷα βρύκει καὶ σπαθᾷ , πορεύομαι . ἀπὸ συμβολῶν συνάγοντα νὴ Δί '
4898460 κεκτημενας
, ἃ καὶ τὰς μικρὰς ἰᾶται φλεγμονάς , σκληρότητά τινα κεκτημένας : ἁπλούστατον δ ' ἐν αὐτοῖς ἐστι τὸ πάνυγρον
οἶδε πράττειν . Πρὸς μὲν τὸ λέγειν ὡς οὐ τὰς κεκτημένας τὴν τέχνην ὁ νόμος ἀλλὰ τὰς ἐπὶ κακῷ χρησαμένας
4880803 ἀταρβητον
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατὸν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατόν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
4879135 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
4860507 δυσβουλιας
καὶ τοῦδε τἀνδρὸς ἡψάμην θυραῖος ὤν , πᾶσαν ξυνάψας μηχανὴν δυσβουλίας . οὕτω καλὸν δὴ καὶ τὸ κατθανεῖν ἐμοί ,
κραίνων ] τελῶν . θ δυσβουλίας ] παρακοάς . θ δυσβουλίας ] κακοβουλίας . δυσβουλίας ] δυσβούλευτα γὰρ ἐποίησεν ὁ
4849634 μολεν
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
4841781 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4841737 εἰδεχθης
ἀδιαπτώτως ἐπιλύειν . ἦν δὲ οὗτος μέλας τὴν χροιάν , εἰδεχθὴς τὰς ὄψεις , γραμματιστὴς τὴν ἐπιστήμην , ἐκ Πανὸς
παρεκάθητο δὲ αὐτῷ γυνὴ ἐπὶ ζεύγους ὁδοιποροῦντι τά τε ἄλλα εἰδεχθὴς καὶ ξηρὰ τὸ ἥμισυ τὸ δεξιὸν καὶ τὸν ὀφθαλμὸν
4833681 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4827841 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
4809510 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
4787353 ψευδεων
, ἀπέθανεν . Φρενῖτις . Γυναῖκα , ἥτις κατέκειτο ἐπὶ ψευδέων ἀγορῇ , τότε τεκοῦ - σαν πρῶτον ἐπιπόνως ἄρσεν
τότε μὲν φωνὴν ἀκούειν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἀπόλλωνος , ψευδέων ἄγνωστον , ἤγουν οὐ γινώσκουσαν ψεύδη , ἐνεργητικῶς :
4781687 ὑβρισμενην
, τοσούτῳ σου μᾶλλον ὁ Σπαρτιάτης ἠδικημένος ἔστεργε τὴν ἀπόδοσιν ὑβρισμένην εἰδὼς αὑτῷ τὴν εὐνήν . οὐ γὰρ ἦν ἑτέραν
περιπεσὼν αἴτιον ἔγνω τῆς νόσου τὸ γεγονός , δύο τὴν ὑβρισμένην ἐτίμα ναοῖς , τῷ μὲν τὸ πλημμέλημα λύων ,
4779492 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
4761351 σας
τὸ ἰσάς εἶναι : ἀλλ ' ἐπεὶ ἅπαξ αἱ εἰς σας λήγουσαι μετοχαὶ βαρύνονται , τῷ ι παραληγόμεναι , γεμίσας
? [ ! ! ! ! ! ! ! ] σας οὐ κατὰ κόσμον . τωοισαιθρεπτήρια ! ! ? [
4753512 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4744495 συμφορας
πολεμίων παθόντες ὕστερον εἰς διαλύσεις ἦλθον , ἀπὸ ταύτης τῆς συμφορᾶς οὐκέτι σχεδὸν ἀναλαβεῖν αὑτοὺς δυνηθέντες . Οὐ πολλοῦ δὲ
εἰς ἥντινα παρέσονται χώραν , ὁ θεὸς ἀπόλυσιν ἐσήμανε τῆς συμφορᾶς , εἰ μένοντες ἐθέλοιεν ἐκθεῖναι παρὰ τῷ σπηλαίῳ ἕνα
4742893 ἐκπεσουσα
ἐξ αὐχμῶν φοιτῶντα κατὰ τὸν ἐκείνου φοιτᾷ νοῦν , ἐπειδὰν ἐκπεσοῦσα ἡ δίκη τῶν ἀνθρώπων ἀτίμως πράττῃ , ποιμαίνεταί τε
. πρὸ γὰρ εἴαρος λιποῦσα τὰς κάτω Θήβας ἐφάνη χελιδὼν ἐκπεσοῦσα τῆς ὥρης : ταύτης ἀκούσας μικρὰ τιττυβιζούσης “ τί
4689049 δωδεκαμηχανον
μέντοι σὺ ποιῶν τολμᾷς τἀμὰ μέλη ψέγειν , ἀνὰ τὸ δωδεκαμήχανον Κυρήνης μελοποιῶν ; Τὰ μὲν μέλη σου ταῦτα :
ἐξ Ὑψιπύλης 〚 ἐκ δὲ τοῦ λέγειν , ἀνὰ τὸ δωδεκαμήχανον Κυρήνης , ἤγουν ἀνὰ τὰς δώδεκα ἐκείνης αἰσχρὰς μηχανὰς
4683796 διωλεσαν
οἱ πολύφθοροι ⌊ ⌋ ⌊ ἢ ἔσωσαν ἁκέρδαναν ⌋ ἢ διώλεσαν . [ ] ! τε κἀπαινῶ βροτοὺς [ ]
πολλὰς ἐκ μιᾶς τὴν πόλιν ποιοῦσαι , στάσεων ἐμπλήσασαι ταχὺ διώλεσαν . διὸ δὴ δεῖ πάντως τοὺς εὐθύνους θαυμαστοὺς πᾶσαν
4663817 ξυλλαβε
. Πρὸς ταῦτ ' , ὦ φίλ ' Ἑρμῆ , ξύλλαβε ἡμῖν προθύμως , τήνδε καὶ ξυνανέλκυσον . Καὶ σοὶ
μυηθῆναι : μυστηρίων κοινωνὸς εἶναι τετορήσω : σαφηνίσω , φράσω ξύλλαβε : βοήθει ἀνῶμεν : ἐνδῶμεν , ἐάσωμεν μυριάμφορον :
4658509 Βαττ
φωνῆς : ἐπειρωτῶντι δέ οἱ χρᾷ ἡ Πυθίη τάδε : Βάττ ' , ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε
, καὶ τὸν χρησμὸν ἄνω καὶ κάτω θρυλλοῦσι τὸν , Βάττ ' ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος
4645709 ἐσακουσε
φάτο βουκόλος ἀνήρ . Τῆς δ ' ἄφαρ , ὡς ἐσάκουσε , τρόμῳ περιπάλλετο θυμός , γυῖα δ ' ὑπεκλάσθησαν
ῥηγμῖνος ἑὸν νόμον ἐρροίζησε κικλήσκων φιλότητα : θοῶς δ ' ἐσάκουσε κελαινὴ ἰϋγὴν μύραινα καὶ ἔσσυτο θᾶσσον ὀϊστοῦ . ἡ
4643744 πολιταν
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ
4641634 φυγας
δὲ ὡς Ἀθηναῖος ὢν ὁ ποιητὴς εἶπε . κἂν μὴ φυγὰς γὰρ εἴη τις , ὅμως φέρει τὰς ἀμαθίας τῶν
τοὺς ἀλωμένους ἐπανάξει , τοῦτο μεταποιήσει τὰ νῦν , τὰς φυγὰς καὶ τὰς διώξεις . ὄψει τοὺς αὐτοὺς στρατιώτας ἐρευνωμένους
4638346 φανεις
, νικηφόρος τροπαιοῦχος ὀνομαζόμενος , ὡς ἀπ ' Ὀλυμπίων αὐτῶν φανεὶς τοῖς κινδυνεύουσι σύμμαχος , καὶ τὰ τοιαῦτα . Εἶτα
τοίης τιμῆς δὲ * * * στίλβων δ ' Ἑρμείαο φανεὶς ἐπὶ τὴν δύσιν ἀστὴρ * * * * *
4626669 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
4617924 Σιμωνιδειον
οὐ κατ ' ἴσον σύστημα . τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ Σιμωνίδειον ἐπίγραμμα Ἴσθμια δίς , Νεμέᾳ δίς , Ὀλυμπίᾳ ἐστεφανώθην
ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . δοκεῖ δὲ τοῦτο πρὸς τὸ Σιμωνίδειον εἰρῆσθαι : ἐπεὶ ἐκεῖνος ἐλασσωθεὶς ὑπὸ Πινδάρου λοιδορίας ἔγραψε
4612524 Ἱλαριου
ἐπιστολήν . ἧς ἦν μέν τι κέρδος καὶ προτεινομένης ἔτι Ἱλαρίου τοῦ καλοῦ τοῦτο ποιοῦντος , πλέον δ ' ἑρμηνευομένης
τε ἡμῖν τι ποιεῖν τῶν κατὰ νοῦν ἐν μελέτῃ . Ἱλαρίου καὶ τοὺς λόγους οἶσθα καὶ τὴν πενίαν οὐκ ἀγνοεῖς
4606650 ἐκκοπτων
νυμφίου . Ἶφιν τὴν Ἰφιγένειαν λέγων τις καὶ τρεῖς συλλαβὰς ἐκκόπτων ἀφ ' ἑνὸς ὀνόματος πῶς ἂν στενωθείη τοῖς στιχουργήμασι
τὰς εἰσόδους τῶν κακῶν καὶ αἰσχρῶν ἐνεργημάτων , τὰς ἐνθυμήσεις ἐκκόπτων . τοῖς δὲ ἀνοήτοις καὶ κακοῖς καὶ πονηροῖς καὶ
4603729 προσεφυγεν
τῆς Ἀχαΐας , ἔνθα Ποσειδῶνος ἱερὸν ἅγιον ἦν : τούτῳ προσέφυγεν ἱκέτις . Φρικόδημος τὸν ἕτερον τῶν υἱῶν , ἀδελφὸν
τούτῳ τῷ Καιπίωνι Κόιντος Ποπαίδιος ὁ ἀντιστράτηγος οἷά τις αὐτόμολος προσέφυγεν , ἄγων καὶ διδοὺς ἐνέχυρον δύο βρέφη δοῦλα ,
4591906 Ἰολαε
καί μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἥρως ὦ Ἰόλαε , διοτρεφές , οὐκέτι τηλοῦ ὑσμίνη τρηχεῖα : σὺ
τόθ ' ἡνίοχον προσέφη κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ
4590438 καταπεσουσα
τινὰ τῆς Ἠπείρου διανηξαμένη , εἰς γῆν ἐξέρχεται , καὶ καταπεσοῦσα ἀπέθανεν . Ὁ δὲ Ἕλενος , συμβόλῳ θείῳ χρησάμενος
* βρόχῳ ἀπαγχθεῖσα ἢ * κατὰ τόνδε τὸν Λυκόφρονα * καταπεσοῦσα τοῦ πύργου . οὐκ ἰάσιμον δὲ ἢ ὅτι τεθνηκὼς
4589040 πλαν
θῆναι ] ? ? ? ? ὑπὸ κακούργων [ ] πλαν [ ] εἰς τούτους [ ] τοὺς τόπους [
θῆναι ] ? ? ? ? ὑπὸ κακούργων [ ] πλαν [ ] εἰς τούτους [ ] τοὺς τόπους [
4585753 διελυον
τὸν οἶνον ἔπεμπε τοῖς Ἀχαιοῖς , ὅτι οὐκ ἀργύριον αὐτῷ διέλυον , ἀλλ ' οἱ μὲν χαλκὸν , ἄλλοι δ
ποιήσαντες καὶ εὐξάμενοι τοῖς θεοῖς τἀγαθὰ τὴν σκηνὴν εἰς κοίτην διέλυον . τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ὁ Κῦρος συνέλεξε πάντας
4570094 δεημα
σὺ λέγεις ; Ὡς γέλοιον , ὦ θεοί , τὸ δέημα τῆς νύμφης , ὃ δεῖταί μου σφόδρα , ὅπως
. κωφὸν γὰρ εἰσάγει τὸ πρόσωπον τῆς νυμφευτρίας . τὸ δέημα ] τοῦτο πρὸς τὸ “ γελοῖον ” συνάπτεται .
4565366 δημ
] ! κατα ? [ ] θαικ ! [ ] δημ ! [ ] λομα [ ] αλειν [ ]
! [ ] ! βασιλε [ - ] [ ] δημ ? ? [ ] ! κεχωρ ? [ ?
4560200 πν
? ? ἄλυπον [ ] [ ἄφθονος ] [ ] πν [ ! ! ! ! ] ! ! !
Πάρις ἀπόλοιτο κρίσις . . . . [ ] ! πν [ ! ] ! ! ! [ [ ]
4552134 συνευναζεσθαι
νέαν ποτὶ βάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
γέροντι νέαν ποτιβάλλει κούρην : ἐπὶ τῶν πρεσβυτέρων βουλομένων νέαις συνευνάζεσθαι . Ἄξιος εἶ τῆς ἐν Ἄργει ἀσπίδος : ἐπὶ
4550193 ἀγγελιας
ἕνεκα τῆς , ἢ τῆς ἀγγελίας , ἰωνικῶς : τὸ ἀγγελίας διπλῶς νοεῖται , ἢ ἕνεκα τῆς ἀγγελίας , καὶ
ὑπὸ τοῦ ποταμοῦ πρὸς θάλατταν φέρεσθαι . πρὸς τοίνυν τὰς ἀγγελίας ποτὲ μὲν πλήττομαι , ποτὲ δὲ τοῖς παθοῦσιν ἐγκαλῶ
4548648 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
4546209 παρωσαμενος
, ἀλλὰ δὴ καὶ τῆς ἰδίας ἀσφαλείας , ὁ δὲ παρωσάμενος τήν τε γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἀδίκως ἐγκρατὴς γίνεται
ἐμφαίνεται καὶ κηδεμονικὸν τοῦ θεοῦ . αὐτὸς δὲ ὁ Λάϊος παρωσάμενος τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολὰς , ὑπὸ τῶν αὐτοῦ φίλων
4543414 ἐταχθην
σπουδῇ ἦλθον πρὸς σὲ λιποῦσα τὰς δεσποσύνους σκηνὰς , ὅπου ἐτάχθην φυλάττειν ἀπελαθεῖσα καὶ ἐκβληθεῖσα ἀπὸ τῆς Τροίας ἐκ τοῦ
τοῦ ῥυθμίζειν ἀπὸ τῶν χορδῶν . . οὕτως ἢ ἐνταῦθα ἐτάχθην . Ζηνὸς ] ὑπὸ τοῦ Διός . δυσκλεὴς ]
4538707 μαντευσαιτο
εἰς ἄψυχον χθονίων βωμόν : τὸ δὲ μέτριον νομοθέτης ἂν μαντεύσαιτο οὐκ ἀσχημονέστατα . ἔστω δὴ νόμος οὗτος : Τῷ
τοῦ Ἐμπεδοκλέους λέγοντος : οὐκ ἂν ἀνὴρ τοιαῦτα σοφὸς φρεσὶ μαντεύσαιτο , ὡς ὄφρα μέν τε βιῶσι , τὸ δὴ
4529908 διδαχθῃ
παρέσχεν τοιᾶσδε ] τοιαύτης σφε ] αὐτόν δίκην ] τιμωρίαν διδαχθῇ ] ἤγουν μάθῃ τυραννίδα ] τὴν ἐξουσίαν στέργειν ]
τῇ σοφίῃ καὶ ἐν τῇ τέχνῃ : πρόσθε μὲν ἢ διδαχθῇ , ἐς τὸ ἀρχὴν λαβεῖν ἡ φύσις κατεῤῥύη καὶ
4522625 Φυσιγναθος
δ ' ὑπὲρ ὕδατος εἶχε τράχηλον . τοῦτον ἰδὼν κατέδυ Φυσίγναθος , οὔ τι νοήσας οἷον ἑταῖρον ἔμελλεν ἀπολλύμενον καταλείπειν
τρίτος ἦν ἀγαπητὸς ἐμοὶ καὶ μητέρι κεδνῇ , τοῦτον ἀπέπνιξεν Φυσίγναθος ἐς βυθὸν ἄξας . ἀλλ ' ἄγεθ ' ὁπλίζεσθε
4514897 σεβιζειν
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ ,
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς
4510392 Ἀμφιαραε
καὶ Ἀμφιάρεως : ἑκατέρως λέγουσιν : ” ὦ δέσποτ ' Ἀμφιάραε πολυτίμητ ' ἄναξ . ” ἀναβάλλεσθαι τὸ ἱμάτιον :
ἀνασχετάς καὶ παρ [ ἀμυντής , ἀλκηστής ὦ δέσποτ ' Ἀμφιάραε πολυτίμητ ' ἄναξ ἄψοφον ἔχειν στόμα ἀνίερος τύχη δημεχθὴς
4508494 ἀκουσμ
ἀγαπῶν δι ' ἐλάχιστ ' ὀργίζεται . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων
γραφόμενος πρὸς γονεῖς μαίνῃ , τάλαν . οὐκ ἔστ ' ἄκουσμ ' ἥδιον ἢ ῥηθεὶς λόγος πατρὸς πρὸς υἱὸν περιέχων
4498456 παθας
τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ , καὶ ὡς χρὴ ἐξελέγχειν τὰς πάθας τὰς ἐν τῷ ὀστέῳ γινομένας τὰς μὴ φανερὰς ,
ἀποβλύζων ἐν νηπιέῃ ἀλεγεινῇ , καὶ τὰς ἐν τῇ νεότητι πάθας προέτεινεν αὐτῷ , ὡς ὀφείλοντος χάριτας , καὶ αὐτὸς
4498424 ὀνομασθησῃ
ζήσας πρὸς τοὺς θεοὺς καὶ τὸν βίον εὖ διάξας οὐκ ὀνομασθήσῃ φαῦλος , οὐδὲ ἡ τὴν φοβερὰν καὶ μέλαιναν ἔχουσα
κακὸς ] φαῦλος . κεκλήσῃ ] κληθήσῃ . κεκλήσῃ ] ὀνομασθήσῃ . κεκλήσῃ ] κληθῇς . βίον εὖ κυρήσας ]
4496308 παρθενου
τυχὼν οὔτε πορθήσας τὴν πόλιν , νέος δέ τις τῆς παρθένου πολίτης ἐκτόπως ταύτης ἐρῶν οὐ φέρων τὸ πάθος ἑαυτὸν
γονῇ : καὶ τριχοῦται ἡ ἥβη τοῦ παιδὸς καὶ τῆς παρθένου , ἀραιῆς τῆς ἐπιδερμίδος γενομένης : καὶ ἅμα ἡ
4495184 ἐσειδε
' ἐξέπνευσαν ἄθλιον βίον . μήτηρ δ ' , ὅπως ἐσεῖδε τήνδε συμφοράν , ὑπερπαθήσας ' ἥρπας ' ἐκ νεκρῶν
. Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , σοί
4491325 κορης
ἀκοῇ παραπέμπει . ἀλλὰ τοῦ μὲν ὑγροῦ τοῦ ἐπὶ τῆς κόρης προεβάλλετο ὑμένας ἡ φύσις τὴν σκέδασιν αὐτοῦ φυλαττομένη :
αὐτῆς ἐπὶ τῆς κεφαλῆς κέρατα βοὸς ἐγγλύφουσιν , σημαίνοντες τῆς κόρης τὴν ἐπὶ βοῦν μεταβολήν . Αἰγυπτιστὶ ὁ τράγος καλεῖται
4480508 ζωγρηθεντων
δὲ εἰς τὴν Ἀκραγαντίνων , ὧν ἁπάντων ὑπὸ τῶν Ἀκραγαντίνων ζωγρηθέντων ἔγεμεν ἡ πόλις τῶν ἑαλωκότων . πλείστων δὲ εἰς
τε καὶ τῶν στρατιωτῶν οὐκ ὀλίγους ἀνεῖλον : τῶν δὲ ζωγρηθέντων οὓς μὲν ἀπέδοντο , οὓς δὲ ἀπελύτρωσαν . μετὰ
4474963 ἀποσυλησας
γῆ , ] ἣν Αἰγυπτίοις χαρίζεται : ὁ δὲ πλωτῆρας ἀποσυλήσας τὴν θάλασσαν | γηπόνοις σχίζειν ἔδωκεν ἀρότροις ἀντὶ κυμάτων
' αὐτόν : μόνος γὰρ οὗτος τὰς μεθόδους τῶν πραγμάτων ἀποσυλήσας τέχνην συνεστήσατο λογικήν . οἱ δὲ πρώην οὐκ ἠγνόουν
4471513 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
4462634 γενομην
γενεῆφι νεώτερος : οὐ γὰρ ἔμοιγε καλόν , ἐπεὶ πρότερος γενόμην καὶ πλείονα οἶδα . νηπύτι ' ὡς ἄνοον κραδίην
ἐπίγραμμα ποιῆσαι ἀλαζονικὸν τοῦτο : Εἴθ ' ἐγὼ ἐν κείνοις γενόμην , ἢ κεῖνοι ἅμ ' ἡμῖν , Οἳ γλώσσης
4461649 θελοντ
ὠφέλημα , τὸν ὑπὸ τὰς στέγας τὸ κοῖλον Ἄργος δωρεὰν θέλοντ ' ἔχειν ; Πανηγύρεως οὔσης ποθ ' ἡ Γναθαίνιον
οὐ γάρ με λύει τοῖσδ ' ἐφημένον δόμοις κακορροθεῖσθαι μὴ θέλοντ ' εἶναι κακόν , οὐδ ' αὖ κατειπεῖν καὶ
4459094 ἱστορουντων
ἱστίωι . Ἀσφαλέως δὲ μαθών τε παρ ' ἀνδρῶν τῶν ἱστορούντων ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐγὼ πάντ ' ἀναγραψάμενος ἡρμήνηυς '
ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν Ἐμπειρικῶν , ὅτι τῇ ἀξιοπιστίᾳ τῶν ἱστορούντων προσέχοντες κρίνομεν τὴν ἱστορίαν . πυνθανομένων δὲ ἡμῶν ,
4447764 ἐξαγαγῃ
ἀλλὰ περιμένειν , ἕως ἡ φύσις αὐτὸν ἐκ τοῦ ζῆν ἐξαγάγῃ , καὶ τὸν ἀδελφὸν οὐκ ἐῶν πράττειν τὰ μὴ
τῆς θαλάσσης ἐνεδρεύει , μή πως ἡ θάλασσα τὸν χαλκὸν ἐξαγάγῃ . ἡ δὲ νυκτερὶς τοὺς δανειστὰς φοβουμένη ἡμέρας μὲν
4446584 ἐκπληξεις
πυριῶντες καὶ καθιέντες εἰς ὕδωρ θερμόν . καὶ μὴν καὶ ἐκπλήξεις τινὰς ἐπιμηχανησόμεθα καὶ ὀνειδιοῦμεν αὐτοῖς καὶ μέγα εἰσπνεῖν προστάξομεν
καὶ τάξει κεχρημένος , ἐκ βιβλίου μὲν θεωρούμενος ἔχει τινὰς ἐκπλήξεις , ἐπὶ δὲ τῶν καιρῶν ἀκίνητος ὢν οὐδεμίαν ὠφέλειαν
4437508 ποικιλοδειρον
ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς : ὧδ ' ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων ὀνύχεσσι μεμαρπώς :
: εἶτα ἄρχεται τοῦ μύθου : ἴρηξ ὀνύχεσι μεμαρπὼς ἀηδόνα ποικιλόδειρον , ὕψι μάλ ' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν
4433898 στειλαμενος
γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν
4429628 χαρι
' ἀνορθ ? [ ! ] ! [ ! ] χάρι [ [ ] ! [ ! ] υδος ὡς
ἰδίαν , ὡς ἔοικεν , ἡδονὴν δευτέραν τῆς σῆς ἔθετο χάρι - τος : εἰ δὲ ἀγανακτῶν ἀπέσπα τὴν κόρην
4416539 ἑταιρας
βόσκουσα κορώνας , εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . Φιλήμονος δὲ ἑταίρας ἐρασθέντος καὶ χρηστὴν ταύτην ὀνομάσαντος ἐν γράμματι , ἀντέγραψε
σωτηρίας αὐτῶν καὶ τῆς θεραπείας ἀμελήσειε , στεφάνους δὲ καὶ ἑταίρας καὶ μύρον αὐτοῖς εἰσφέροι . τινὲς δὲ ὀλίγοι παρρησίαν
4415783 δεσποτα
, ἀφύην , ἑψητόν . Ναστὸς τὸ μέγεθος τηλικοῦτος , δέσποτα , λευκός : τὸ πάχος γὰρ ὑπερέκυπτε τοῦ κανοῦ
. Ἡράκλεις καὶ κέντρ ' ἔχουσιν . οὐχ ὁρᾶις ὦ δέσποτα ; οἷς γ ' ἀπώλεσαν Φίλιππον ἐν δίκηι τὸν
4413921 ἀποκαλουντος
, ἂν δυνώμεθα , προσληψόμεθα . τοῦ δὲ Μήδου ἤκουες ἀποκαλοῦντος τοὺς ἱππέας : εἰ δ ' οὗτοι ἀπίασιν ,
ὅσον τὸ ἔπος Ὁμήρου συστῆσαι κοινὸν ἁπάντων δεσπότην τὸν Ὕπνον ἀποκαλοῦντος περιέθεις λαμπαδίῳ προηγουμένῳ πάντα περισκοπῶν , πᾶσιν ἐφεστηκώς ,
4402185 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι

Back