φωνῆς : ἐπειρωτῶντι δέ οἱ χρᾷ ἡ Πυθίη τάδε : Βάττ ' , ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε
, καὶ τὸν χρησμὸν ἄνω καὶ κάτω θρυλλοῦσι τὸν , Βάττ ' ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος
8545957 μηλοτροφον
σφι πρὸς ταῦτα χρᾷ τάδε : Αἰ τὺ ἐμεῦ Λιβύην μηλοτρόφον οἶδας ἄμεινον , μὴ ἐλθὼν ἐλθόντος , ἄγαν ἄγαμαι
ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα . τὸ δὲ σημεῖον , ὅτι ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ
6435853 οἰκιστηρα
ἄναξ δέ σε Φοῖβος ἀνώγει | ἐς Λιβύην ἐλθεῖν μηλοτρόφον οἰκιστῆρα . Ἀσβυστίδα δὲ τὴν λευκὴν λέγει παρὰ τὴν ἄσβεστον
: ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα , ὥσπερ εἰ εἴποι Ἑλλάδι γλώσσῃ χρεωμένη : Ὦ
5392802 πεπατηκας
: Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς καὶ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας : ὃς ἔφασκε λέγων κορυδὸν πάντων πρώτην ὄρνιθα γενέσθαι
Ἀριστοφάνης : ἀμαθὴς ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὔτ ' Αἴσωπον πεπάτηκας . ἐπὶ τῶν ἰδιωτῶν . Πέδη τοῦ λέγειν ἡ
5163609 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
5015644 ἀταρβητον
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατὸν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατόν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
4792465 Σαβαωθ
ἐνουράνιος δύναμις ἡ ἀγγέλων ἀρχαγγέλων . ὁρκίζω σε μέγαν θεὸν Σαβαώθ , δι ' ὃν ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς ἀνεχώρησεν εἰς
εἰς Δ , τὸ δὲ Ἐλιφάτζ εἰς Ζ καὶ τὸ Σαβαώθ εἰς Θ καὶ τὸ Ἰσαάκ εἰς Κ καὶ τὸ
4756795 τιμιωτατε
προσήκασθαι τὴν τοιαύτην πλάσιν οὐκ εὔλογον : υἱὲ , Καρπωνιανὲ τιμιώτατε : καὶ γὰρ εἰ τύχη σέ τις εὐδαίμων ὑπηρετεῖν
δικαίαν σου ψυχὴν ἀπό σου . καὶ νῦν γίνωσκε , τιμιώτατε Ἁβραὰμ , ὅτι μέλλεις ἐν τῷ καιρῷ τούτῳ καταλιπεῖν
4721166 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
4720660 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
4718612 παρωρμησεν
εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν παρώρμησεν [ . ] . . . , Ἐμπεδοκλῆς ὁ
δεῖ ἀκούειν ἐκ τοῦ θυμὸν ὄρινεν ἐθύμωσεν , ἀλλὰ τὸ παρώρμησεν : δεξάμενος δέ τις τὸ πρότερον τοὺς ἑξῆς ἐνδιασκευάζει
4695740 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4678361 προπαροξυνθηναι
πρὸ τριῶν συλλαβῶν ; Διατί δὲ μακρᾶς οὔσης οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἡ μακρὰ φορτίου
ὀνόματι τὸ ο εἰς ω τρέπουσιν αὐτό , κἂν φθάσῃ προπαροξυνθῆναι ἡ εὐθεῖα πᾶσα πτῶσις προπαροξύνεται . τῷ Μενέλεῳ :
4658509 κληθησομαι
κέκλημαι : . . . Ἑλλήνων οἰκήματα : ἀντὶ τοῦ κληθήσομαι : δούλα λιποῦς ' Ἀσίαν : καταλιποῦσα τὴν Ἀσίαν
τῶν Ἑλλήνων : ἐγὼ δ ' ἐν ξένῃ γῇ δούλη κληθήσομαι λιποῦσα τὴν Ἀσίαν δούλην , θεράπαιναν , τῆς Εὐρώπης
4649968 Δαρειογενης
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων
4630680 καπον
: διὸ μή σε λανθανέτω ἡ Κυρήνη ἀνυμνουμένη . ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας : κῆπον Ἀφροδίτης τὴν Κυρήνην ὠνόμασεν ὡς καλλίκαρπον
λέγει , δι ' ἧς ἔστι χαρίσασθαι . ἄλλως : κᾶπον : τὸν ποιητικόν . ὅτι δὲ πάροικοι ταῖς Μούσαις
4588919 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
4547499 μαιεται
τῷ οἰκίσκῳ * ὄλεθρον : ἤγουν φθορὰν καὶ ἀφανισμόν * μαίεται : ζητεῖ εὑρίσκει ζητεῖ ἢ βουλεύει ἢ ἐπιτίθησιν *
οὗτος μὲν οὖν μοι δεῦρ ' ἀεὶ τείνει λόγος κλύειν μαίεται * τὸν ἐγχώριον Πάν , Πελασγικὸν Ἄργος ἐμβατεύων πλήρει
4532563 αὐδων
αἷσιν ἐξεστέλλετο , ἄρας ἔπαισεν ἄρθρα τῶν αὑτοῦ κύκλων , αὐδῶν τοιαῦθ ' , ὁθούνεκ ' οὐκ ὄψοιντό νιν οὔθ
] ὅ γε Δηριαδῆα καὶ ἄλλους [ ] ἴαχεν [ αὐδῶν : ] [ ὧδ ] ' ἄρα νῦν φράζεσθε
4457964 Θευθ
φύσις ἐστὶν ἡ μεταξὺ , διὰ τοῦτο ἐμνήσθη τοῦ δαίμονος Θεὺθ , τοῖς ὑφειμένοις ἡμῖν τὴν μετάδοσιν τῶν εὑρεμάτων ποιουμένου
. Καὶ λέγει μῦθόν τινα , ὃν ἤκουσε περὶ τοῦ Θεὺθ καὶ Ἄμμωνος , ὡς ἄρα ὁ Ἑρμῆς εὗρε πρὸς
4451356 ἀπομνημονευει
ἐκ λόγων μὲν φοʹ , ὧν πατέρας λʹ καὶ αʹ ἀπομνημονεύει : τὸν δὲ δεύτερον ἐκ βιβλίων σηʹ , συγγραφέων
ἐξελθεῖν βοηθοῦντα μετὰ πολλῶν ὁπλιτῶν . ὁ δ ' Ἴων ἀπομνημονεύει καὶ τὸν λόγον , ὧι μάλιστα τοὺς Ἀθηναίους ἐκίνησε
4441800 Βοσποριον
, ὑποδέχεται τῷ καλουμένῳ κέρατι : κόλπος οὗτος ὑπὸ τὴν Βοσπόριον ἄκραν , βαθὺς μὲν πλέον ἢ καθ ' ὅρμονἑξήκοντα
. Βοσπ . : περὶ μὲν οὖν τῆς ἄκρας ἣν Βοσπόριον καλοῦμεν , διττὸς κατέχει λόγος : οἱ μὲν γάρ
4411830 κενοφρων
Εὐβούλου ⌊ τόδε ⌋ δούλου σῆμα ? κενὸν ⌊ ⌋ κενόφρων ⌊ θῆκεν Ἀριστοτέλης - ⌋ : ὃς ⌊ γαστρὸς
: Ἑρμίου εὐνούχου ἠδ ' Εὐβούλου ἅμα δούλου σῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν Ἀριστοτέλης , ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν
4391569 καθηραντα
ἡμέραϲ λαμβάνοιεν , ὠφελεῖ τὰ μέγιϲτα καὶ ἡϲυχῆ ὑπάγει . καθήραντα οὖν , ὡϲ εἴρηται , διδόναι τοῦ ἀψινθίου ,
Ἡρακλέος λέγουσιν : ἐπελθόντα αὐτὸν πᾶσαν γῆν καὶ θάλασσαν καὶ καθήραντα ὅ τι περ κακὸν κίναδος , ἐξευρεῖν ἐν τῇ
4391366 ἐπισκηπτουσα
] φήμη , ἀγγελία . . φανερὰ ῥῆσις . . ἐπισκήπτουσα ] παραινοῦσα , προστάττουσα . μυθουμένη ] λέγουσα .
ἐπέσχεν ἡ καλλίτοξος Ἄρτεμις , μὴ δεῖν φάσκειν περὶ αὐτῶν ἐπισκήπτουσα : ταῦτ ' ἄρα αἰλούρους καὶ πάνθηρας ὁ παρὼν
4388182 ἀποῤῥητον
§ . εἰ τῷ μεθύοντι οὐκ ἄν τις εὐλόγως λόγον ἀπόῤῥητον παρακατάθοιτο , τῷ δὲ σοφῷ παρακατατίθενται , οὐκ ἄρα
ὑποδείξομέν σοι σαφέστερον καὶ πλατυκώτερον μέθοδόν τινα θαυμαστὴν καὶ εὐταξίαν ἀπόῤῥητον , ἣν ἐν τοῖς ἑαυτοῦ κανόσιν ὁ τεχνικὸς κρυφίως
4370448 ἐπο
! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον
! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [
4355231 πολυμητιν
ποιητὴς περὶ ἀρετῆς γένηται , ἐμὲ μὲν ποιήσει πολύτλαντα καὶ πολύμητιν καὶ πολυμήχανον καὶ πτολίπορθον καὶ μόνον τὴν Τροίαν ἑλόντα
καίτοι οὔτε τὰς Ὁμήρου Σειρῆνας ἔφην μιμεῖσθαι , αἳ τὸν πολύμητιν ἔθελξαν Ὀδυσσέα γλυκεῖάν τε καὶ ἄμαχον ἁρμονίαν αὐτοῦ καταχέουσαι
4325199 ἀπορρηξας
ἐστὶ παρ ' αὐτῷ , οἷόν ἐστιν ἧκε δ ' ἀπορρήξας κορυφὴν ὄρεος μεγάλοιο καὶ νῆσον , τὴν πέρι πόντος
Ποσειδῶνος ἧκεν εἰς Κῶ : Ποσειδῶν δὲ τῆς νήσου μέρος ἀπορρήξας ἐπέρριψεν αὐτῷ , τὸ λεγόμενον Νίσυρον . Ἑρμῆς δὲ
4311071 ἀναβοησαι
τοὺς παρόντας , ὡς μηδὲ κατασχόντας αὑτῶν τινὰς ἐς οἰμωγὴν ἀναβοῆσαι . ὃ μὲν οὖν νυκτός τε καὶ ἡμέρας ἐπιβιώσας
ἀγῶνος ἀσκεῖν ἐπὶ τὸ βοᾶν τὴν φωνὴν καὶ τὸ ἄλλως ἀναβοῆσαι . ἀνθρωποειδὲς θηρίον , ὕδατι συζῶν : ἐπὶ τοῦ
4309595 καθαρευοντι
Ἀθηναίων οὐκ ἔξεστι τὸ ἱερὸν πῦρ φυσῆσαι , ὡς μὴ καθαρεύοντι τοῖς ἄνω μέρεσιν . Δοῦρις δὲ ἐν τῇ ιʹ
τυγχάνωσιν , μετὰ δὲ ταῦτα ἱερέας τε καὶ ἱερείας ὡς καθαρεύοντι τῷ τάφῳ ἕπεσθαι , ἐὰν ἄρα καὶ τῶν ἄλλων
4305530 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
4298581 Βαλιον
καὶ δίδωσι Χείρων Πηλεῖ δόρυ μείλινον , Ποσειδῶν δὲ ἵππους Βαλίον καὶ Ξάνθον : ἀθάνατοι δὲ ἦσαν οὗτοι . ὡς
: ὅτι θηλυκῶς . Ὅμηρος [ Π ] Ξάνθον καὶ Βαλίον καὶ [ Ψ ] Ποσειδάων δὲ πόρ ' αὐτούς
4275532 ταραξω
Ἀλλ ' οὖν ἐγὼ μὲν πᾶσι Πελοποννησίοις ἀεὶ πολεμήσω καὶ ταράξω πανταχῇ , καὶ ναυσὶ καὶ πεζοῖσι , κατὰ τὸ
' : ἡ χάρις γὰρ οὐ μακρῶν λόγων δεῖται : ταράξω πέλαγος Αἰγαίας ἁλός . ἀκταὶ δὲ Μυκόνου Δήλιοί τε
4273685 Ἰολαε
καί μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἥρως ὦ Ἰόλαε , διοτρεφές , οὐκέτι τηλοῦ ὑσμίνη τρηχεῖα : σὺ
τόθ ' ἡνίοχον προσέφη κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ
4271368 βαρβαροφωνων
Τοῦ ποιητοῦ δὲ εἰρηκότος οὑτωσί : Μάσθλης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων : οὐκ ἔχει λόγον , πῶς τοσαῦτα εἰδὼς ἔθνη
καὶ ὁ ποιητὴς δηλοῖ λέγων Β Νάστης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Δεῖ δὲ γινώσκειν
4265430 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
4237731 μελαινηι
] γὰρ ἢ δίβαμος [ ἔρχεται ; δίπους ] [ μελαίνηι ] δασκ [ ἦ καί ] ? τι πρὸς
τ ' εἰθεῖάπαντα : πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνηι κειμένους ἐπὶ χθονί , πολλάκις δ ' ἀνατρέπουσι καὶ
4231121 ὑποδεικνυς
αὐτήν : ταύτῃ τοι καὶ ὡς τέχνην αὐτὴν οὐκ ἐμπειρίαν ὑποδεικνὺς τὸν τῆς τέχνης ὁρισμὸν συνῆψεν αὐτῆς τοῖς μέρεσιν :
παρθένους μὲν τὴν ἡλικίαν , τὸ δὲ φρονεῖν γυναῖκας : ὑποδεικνὺς ὅτι δεῖ παιδεύειν καὶ τὰς παρθένους . Ἔλεγε δὲ
4226445 ἐπαινησαντες
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται :
4219115 ναυπηγον
ὑπάρξεως ἔξωθεν , ὥσπερ οἰκία τὸν οἰκοδόμον καὶ πλοῖον τὸν ναυπηγόν . ἔστι δὲ ἡ τέχνη καὶ ἡ τύχη σχεδὸν
, τάχα καὶ Ὁμήρου διὰ τοῦτο μόνον καλέσαντος Ἁρμονίδην τὸν ναυπηγόν : εἰ δὲ τὰς ναῦς ὡς κούφας ἀραιὰς ἐκάλεσεδεῖ
4209403 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4208268 ἀποτεμνομενον
τὸ ἴνδαλμά τινος , οἷον καὶ τὸ ἀσθενέστερον φῶς , ἀποτεμνόμενον τοῦ παρ ' οὗ ἐστιν οὐκέτ ' ἂν εἴη
ὁ διαπνεόμενος τόπος : διὸ καὶ ἐν ταῖς οἰκίαις τὸ ἀποτεμνόμενον τόπον πρὸς ἀνάπνευσιν κῆπον λέγουσιν : παρὰ τὸ κάπω
4186207 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
4165948 σεβιζειν
– ˘ μῶρος δ ' ὅστις ἀνθρώπων πόλιν , κείναν σεβίζειν μοῦνον ἐλπίζει καλοῖς * * * εἰσὶν γάρ ,
ἐκλανθάνῃ , ὁθούνεκ ' εἴ τις γῆ θεοὺς ἐπίσταται τιμαῖς σεβίζειν , ἥδε τοῦθ ' ὑπερφέρει : ἀφ ' ἧς
4152014 ντας
? ἀκοὴν [ ! ! ! ! ! ! ] ντας ! ! ! [ ] [ ει ] !
[ ] σαι χειρὶ καὶ τάχ ' εἴσεται [ ] ντας ὡς μάτην λόγωι [ συμμάχους ] ἀνωφελεῖς . [
4150336 δημωδες
δὲ καὶ καθ ' Ἑλλάδα γλῶσσαν , εἰ δεῖ τὸ δημῶδες εἰπεῖν ῥῆμα , περίλημμα , † περιβαλούσης τὸν Ἄδωνιν
τὸ τῶν πλουσίων καὶ κοσμίων ὅ ἐστι κηφήνων βοτάνη τὸ δημῶδες ὑπὸ τῶν προεστώτων ὑποποιούμενον διὰ τῆς τῶν πλουσίων τοῦ
4145737 κυβερνητηρες
῎λαχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος χθονός ἵππων κυβερνητῆρες Ἀγαμέμνονος πέρι ἔνδον γένοιτο ἠδ ' ἄγκος ὑψίκρημνον ὄρεσι
σε τῇ πέμψωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες . οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν , οὐδέ τι πηδάλι ' ἐστί , τά
4143090 Ἀπεννιον
ἀλλὰ καὶ Ἀπατουρίτης . δύναται καὶ Ἀπατούριος καὶ Ἀπατουρεύς . Ἀπέννιον , ὄρος διὰ μέσης Ἰταλίας τεταμένον ” τὴν μέν
ἴδρις μωμήσαιτο σοφῆς ὑποεργὸς Ἀθήνης : ὅν ῥά τε κικλήσκουσιν Ἀπέννιον : ἐκ δὲ βορείης Ἄλπιος ἀρχόμενον Σικελὴν ἐπὶ πορθμίδα
4137086 Ἁγιος
: καὶ ἤκουον φωνὴν ἐκ τῶν κλάδων αὐτοῦ ᾀδομένην : Ἅγιος ὅτι τὴν πρόφασιν ἤνεγκας περὶ ὧν ἀπεστάλης : καὶ
τούτων . Τότε Ὕψιστος εἶπεν περὶ τούτων , ὁ μέγας Ἅγιος , καὶ ἐλάλησεν καὶ εἶπεν καὶ ἔπεμψεν Ἰστραὴλ πρὸς
4121340 εἰσηγαγ
, Ποιάντιον ἀγλαὸν υἱόν . πάντας δ ' Ἰδομενεὺς Κρήτην εἰσήγαγ ' ἑταίρους , οἳ φύγον ἐκ πολέμου , πόντος
γὰρ ποιητὴς φήσας „ πάντας δ ' Ἰδομενεὺς ” Κρήτην εἰσήγαγ ' ἑταίρους , οἳ φύγον ἐκ πολέμου , „
4119462 ζητησοντας
ἀπολαβὼν οὖν ὁ δῆμος τὴν ἐλευθερίαν εἵλετο πολίτας κʹ τοὺς ζητήσοντας καὶ ἀναγράψοντας τοὺς διεφθαρμένους τῶν νόμων . καὶ ἐψηφίσαντο
Λήμνου νήσου . τῷ τοῦ ποδὸς τραύματι . πιεζόμενον . ζητήσοντας . ἐκ Τροίας . Ὀδυσσέα καὶ Νεοπτόλεμον . ἰσοθέους
4115662 θαυμαστε
καὶ τοὺς τῶν ψυχῶν λόγους : ὅτε γάρ , ὦ θαυμαστὲ παῖ μεγαλόδοξε , ἔμελλον ἐγκατακλείεσθαι τοῖς σώμασιν , αἱ
τοῦ λέγειν εἶχεν ἐξουσίαν καὶ ἔλεγεν οὕτως : Πάτερ καὶ θαυμαστὲ ποιητὰ πάντων , αὐτόγονε δαῖμον καὶ τῆς διὰ σὲ
4113847 ἀμφαδα
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
4107135 παρατρεχων
, εἰ δέ τινος εὐημερίας ἢ νυκτερινῆς εὐπραγίας ἐλάβοντο , παρατρέχων , μή πως ἀμβλύνῃ τὴν ἄγουσαν ἐπὶ τὸν οἶκτον
ἀποπίπτει δὲ τῆς κεφαλῆς ἡ τιάρα τοῦ Κύρου . καὶ παρατρέχων νεανίας Πέρσης ὄνομα Μιθριδάτης ἀκοντίωι βάλλει τὸν κρόταφον αὐτοῦ
4087463 μαντευσαιτο
εἰς ἄψυχον χθονίων βωμόν : τὸ δὲ μέτριον νομοθέτης ἂν μαντεύσαιτο οὐκ ἀσχημονέστατα . ἔστω δὴ νόμος οὗτος : Τῷ
τοῦ Ἐμπεδοκλέους λέγοντος : οὐκ ἂν ἀνὴρ τοιαῦτα σοφὸς φρεσὶ μαντεύσαιτο , ὡς ὄφρα μέν τε βιῶσι , τὸ δὴ
4086141 σχεθων
τινος , ἐκείνῳ λέγει ἤγουν χάριν ἐκείνου . Σύ τοι σχέθων νιν ἐπιδέξια ] * Σύ , φησίν , ὦ
, ἐπειδὴ τὰς περὶ πατέρων εὐσεβείας περιέχει . σύ τοι σχέθων νιν : ὁ νοῦς : σὺ τοίνυν , Θρασύβουλε
4079727 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4078340 δευρο
ἐστι πολιτικὸν ἀνάθημα : ἀλλὰ ξένος τις πάλαι ποτὲ ἀφίκετο δεῦρο , ἀνὴρ ἔμφρων καὶ δεινὸς περὶ σοφίαν , λόγῳ
τοῖς λόγοις . νῦν οὖν ἐπεὶ δέδοκταί σοι τοὺς νεανίσκους δεῦρο κομίσαι χαίρω τε , καὶ πέμψον οὕςτινας βούλει σὺν
4058800 ἱστορουντων
ἱστίωι . Ἀσφαλέως δὲ μαθών τε παρ ' ἀνδρῶν τῶν ἱστορούντων ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐγὼ πάντ ' ἀναγραψάμενος ἡρμήνηυς '
ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν Ἐμπειρικῶν , ὅτι τῇ ἀξιοπιστίᾳ τῶν ἱστορούντων προσέχοντες κρίνομεν τὴν ἱστορίαν . πυνθανομένων δὲ ἡμῶν ,
4047564 Καλλιοπας
ποδ [ ! ! ! ! ! ! ] α Καλλιόπας ανε [ ! ! ! ! ! ] δια
εὐαίνετε Κηΐα μέριμνα . Πρέπει σε φερτάταν ἴμεν ὁδὸν παρὰ Καλλιόπας λαχοῖσαν ἔξοχον γέρας . † Τιην † Ἄργος ὅθ
4042175 αἰθοπος
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα
4026128 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
4023742 μυθωδεστερον
. . : οὔτε Ἀρριανὸς ἐπὶ τὸ ἀληθέστερον μᾶλλον ἢ μυθωδέστερον συγγράφων τοῦ δόγματος ἐμνήσθη , καίτοι τὴν τῶν Βραχμάνων
' αὐτὴν ἐνεχθεῖσαν διανήξασθαι τὸν μεταξὺ πόρον , οἱ δὲ μυθωδέστερον ἀπομνημονεύοντες Ἰὼ τὴν Ἰνάχου κατὰ ζῆλον Ἥρας ἐλαυνομένην ἔνθεν
4022747 ἐτοϲ
. παύονται δὲ τῶν καθάρϲεων αἱ μὲν περὶ τὸ πεντηκοϲτὸν ἔτοϲ , ϲπάνιαι δὲ μέχρι τῶν ἑξήκοντα , ἐνίαιϲ δὲ
ἡ παροῦϲα ὥρα τοῦ ἔτουϲ , ποταπὸν δὲ τὸ ϲύμπαν ἔτοϲ : ἐντεῦθεν γὰρ τὰϲ διαίταϲ εὑρήϲειϲ ποιεῖϲθαι κάλλιϲτα ,
4020066 ἐλων
δ ' ἀνθρώποισι θεοῦ τρόπον ἡγεμονεύεις , ὃς περὶ πᾶσαν ἐλῶν γαῖαν ἀναστρέφεται , δεικνὺς εὐτόρνου σφαίρης πυρικαύτορα κύκλον .
δ ' ἀνθρώποισι θεοῦ τρόπον ἡγεμονεύεις , ὃς περὶ πᾶσαν ἐλῶν γαῖαν ἀναστρέφεται , δεικνὺς εὐτόρνου σφαίρας πυρικαύτορα κύκλον ,
3997838 νομοθετα
καὶ μάλα εἴχομεν ἂν αὐτῷ διαλέγεσθαι : Φέρε , ὦ νομοθέτα , εἴτε Κρησὶν εἴθ ' οἱστισινοῦν νομοθετεῖς , πρῶτον
δέ , δύσκλεια δὲ τἀναντία ; ἥκιστα , ὦ φίλε νομοθέτα , φήσομεν . ἀλλὰ τὸ μήτε τινὰ ἀδικεῖν μήτε
3989951 πρηξιοϲ
ὄρθιον ἀνίϲχει τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι :
, ἀκρατέεϲ δὲ ἐϲ τὸ ἀμφαδὸν καὶ τῆϲ τοῦ ἔργου πρήξιοϲ : παράφοροι τὴν γνώμην ἐϲ τὸ ἄϲχημον : κατέχειν
3987028 ἐξορμωντα
ὁ Καλλισθένης ἔφη που λέγων τὰς τραγῳδίας ἐν οἴνῳ γράφειν ἐξορμῶντα καὶ ἀναθερμαίνοντα τὴν ψυχήν , οὐχ οὕτως ὁ Δημοσθένης
: ἔδωκε δὲ καὶ τῆς ἐνδείας τὴν αἴσθησιν . ἵνα ἐξορμῶντα τὰ ζῷα πρός τε τὴν ἐδωδὴν καὶ τὴν πόσιν
3982744 ἐπερωτησαντος
χεῖρας αὐτοῦ προσφέρων τῷ στόματι ἀπέπνει . τοῦ δὲ σατύρου ἐπερωτήσαντος , δι ' ἣν αἰτίαν τοῦτο πράττει , ἔφη
] ἀντιξενίσαι : καὶ θύραν ἀλλοτρίαν κόπτων [ ] , ἐπερωτήσαντος τίς ἐστιν , μηδὲν ? ἀποκρίνεσθαι , μέχρι ἂν
3981882 δουριον
Ἐπειοῦ ἔστη ὑπὲρ κεφαλῆς ἐν ὀνείρατι καί μιν ἀνώγει τεῦξαι δούριον ἵππον : ἔφη δέ οἱ ἐγκονέοντι αὐτὴ συγκαμέειν ,
τὰς ἱστορίας . ἱπποτέκτων : ὁ Πανοπέως υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ
3980792 ξυναψαι
Ἀντωνίῳ , καὶ αὐτὸς ξυνομολογῶ οὐκ ἀπὸ θυμοῦ εἶναι φιλίαν ξυνάψαι Ῥωμαίοις . . . . τριβήν : ὁ δὲ
καὶ αὐτοὶ μὲν ὡς δεῖμα φυγεῖν , τὸν δὲ Ἀπολλώνιον ξυνάψαι τε τῷ γυναίῳ τὴν χεῖρα καὶ ξυνεῖναι ὅ τι
3980199 ἁνθρωποϲ
? ? ? ? [ ! ] ? ? [ ἅνθρωποϲ οὐκ εἰϲέρχετ ' εἰϲ τὴν οἰκίαν , ἐπὶ ταῖϲ
! ! ! [ πάλιν αὐτὸν αἰτεῖν ? ? [ ἅνθρωποϲ αἰεί φηϲιν αιτη ? ? [ αἰεὶ ? [
3978273 χρησμῳδων
: σὺ δ ' Ἀθηναίους ἐζήτησας μικροπολίτας ἀποφῆναι διατειχίζων καὶ χρησμῳδῶν , ὁ Θεμιστοκλεῖ ἀντιφερίζων . Κἀκεῖνος μὲν φεύγει τὴν
τῆς τέχνης . Γ καὶ Εὔπολις Πόλεσιν Ἱερόκλεες , βέλτιστε χρησμῳδῶν ἄναξ . Γ οὑξ ' Ὠρεοῦ Γ : διαβάλλει
3971787 ἠγαγεν
Εὔριπον καὶ τὴν θάλασσαν , οὗ αὐτοῖς τὰ πλοῖα ἃ ἤγαγεν ὥρμει . καὶ ἀποκτείνουσιν αὐτῶν ἐν τῇ ἐσβάσει τοὺς
Ἀντιφάνην εἰπεῖν τόδε : τὸν ταὼν ὡς ἅπαξ τις ζεῦγος ἤγαγεν μόνον , σπάνιον ὂν χρῆμα , πλείους εἰσὶ νῦν
3965833 τουν
δεμετεχων ? ? ! ! ? ? ? ἀφίκετο καὶ τοῦν ? ! ! με ? ! ! ! !
πυκνός , τῆς πυκνὸς τὰς ἡνίας , ‚ τοῦ λίθου τοῦν τῇ πυκνί ‚ . καὶ πύκνα ” . κέκληται
3961329 στειλαμενος
γλήν . Οἵην μὲν φίλος υἱὸς ἀνήγαγεν Οἰάγροιο Ἀργιόπην Θρῇσσαν στειλάμενος κιθάρην Ἁιδόθεν : ἔπλευσεν δὲ κακὸν καὶ ἀπειθέα χῶρον
τουτέστι μὴ διότι φθονεροί εἰσιν οἱ ἄνθρωποι , παρὰ τοῦτο στειλάμενος τὴν τοῦ πατρὸς ἀρετὴν σιγάτω : λεγέτω δὲ τῶν
3959678 Ἀιδου
οὕτω καλούμενος , ὅτι Θησεὺς μετὰ τὸ ὑποστρέψαι ἐκ τοῦ Ἄιδου ἐκπεσὼν Ἀθηνῶν ἐκεῖσε τὰς κατὰ τῶν ἐχθρῶν ἀρὰς ἐποιήσατο
] ὁ ποιητής [ , ἐάν ] | τε ἐξ Ἄιδου ὅπου Πρωτεσιλάου ? καλέσαντος ? ? [ ] |
3955578 ἰθυναι
ποδαλιουχίας , καταπραῧναι μὲν τὰ τῶν ἐπερχομένων κορυφούμενα κύματα , ἰθῦναι δὲ πρὸς γαλήνην καὶ σωτηρίαν χαρίσασθαι καὶ δοῦναι πρύμναν
ἕνα σκοπὸν ἅπαντα φθέγγεται , πρὸς ὃν ἐξ ἀρχῆς ἔκρινεν ἰθῦναι τὸν βίον . ὅθεν αἱρετωτέραν ἡγεῖται τὴν εὐποροῦσαν ἴσως
3944839 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
3935332 δρο
: ὁ δὲ ἐπειδὴ ἀγχοῦ ἐγεγόνει , τῇ ῥοπῇ τοῦ δρό - μου φερόμενος ἐς δένδρον τι τῶν οὐ λίαν
ἀλώπηξ δέ , δικαία καὶ σοφωτάτη , ἔταξεν ὁδὸν τῶν δρό - μων τὴν εὐθεῖαν . ἡ δὲ χελώνη μὴ
3931694 ὁπποτερῳ
. βέλτερον αὖτ ' ἔριδι ξυνελαυνέμεν ὅττι τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων ,
ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἀρχῆς : ἡμέων δ ' ὁπποτέρῳ θάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται τεθναίη : ἄλλοι δὲ διακρινθεῖτε
3923058 παραπλησιην
διὰ ] πλείονος κατεσκεδασμένου τῆς σαρκὸς , τὰ μὲν ἄλλα παραπλησίην , τὸν δὲ κύκλον μέγαν : οὕτω γὰρ ἐκ
οὐδαμῆ τὰ πρὸς φύσιν αὐτέοισι χωρήσει . Εὑρίσκονται γοῦν οὗτοι παραπλησίην ὁδὸν ἐκείνοισι πεπορευμένοι . Διόπερ ἀπογυμνούμενοι τὴν πᾶσαν ἀμφιέννυνται
3919109 Τοιουτους
καὶ δείξας αὐτῷ τὴν ἐν τῷ ὕδατι σκιὰν ἤρετο , Τοιούτους ἄρα τοὺς ἀντίποδας εἶναι λέγεις ; Ἀλλὰ καὶ μάγου
ἀποθανεῖν , ἢ τὰ πρὸς ἡδονὴν ὑμῖν λέγων σεσῶσθαι . Τοιούτους εἰπὼν λόγους καὶ οὔτε πρὸς ὀλοφυρμοὺς καὶ ἀνακλαύσεις τῆς
3918321 γεναρχα
ἔνθα καὶ ἔνθα , ἔλθοις σὺν νεφέλαις νοτίαις , ὄμβροιο γενάρχα : τοῦτο γὰρ ἐκ Διός ἐστι σέθεν γέρας ἠερόφοιτον
εὐυμνότατοι , Φοῖβέ τε καὶ Ζεῦ , Διδύμων [ ] γενάρχα Ἀπόλλων [ ] ἐκ Δήλου ἀφικνεῖται εἰς τὸ Μιλήτου
3913455 ἠνθε
ἄρχετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , πάλιν ἄρχετ ' ἀοιδᾶς . ἦνθέ γε μὰν ἁδεῖα καὶ ἁ Κύπρις γελάοισα , λάθρη
ἐχθές , οὔτ ' ἐγὼ αὖ τήνῳ . ἀλλ ' ἦνθέ μοι ἅ τε Φιλίστας μάτηρ τᾶς ἁμᾶς αὐλητρίδος ἅ
3907438 ἐκμιμουμενος
ἀπαλλάττει τῶν τῆς πενίας ἀγχονῶν : τοῦτον ὦ θειότατε βασιλεῦ ἐκμιμούμενος ὁ τόλμιλλος ἐγὼ καὶ αὐθαδίας τὴν μετὰ ζειρὰς προσενη
δύο οὔ , Σφιγγὸς μὲν κελαινῆς κατὰ τὸν Λυκόφρονα γῆρυν ἐκμιμούμενος πολλὰ δὲ πράγματα τοῖς ἐξηγηταῖς παρασχών , τί ποτε
3907072 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
3903169 ὑπερθυμοισι
κατὰ μέρος ἄρχοντάς φησιν . . . . . . ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν . ὡς ἔθνους τινὸς τῶν γιγάντων μέμνηται γενναίου
ἀρίστη , ὁπλοτάτη θυγάτηρ μεγαλήτορος Εὐρυμέδοντος , ὅς ποθ ' ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν βασίλευεν . ἀλλ ' ὁ μὲν ὤλεσε λαὸν
3902454 ὀκτωκαιδεκ
γὰρ ἄν τις ἐπὶ τὸ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι , καὶ δέκα ἅρματα συνωρίδες τε πεντεκαίδεκα
τὸν Ἄλεξιν , ἂν ἐπὶ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι καὶ δέκα ἅρματα καὶ συνωρίδες πεντεκαίδεκα :
3898777 Ποσειδιππον
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ
ς βαίνετε ! ! ! αλαδες ? ? κεἰ σὺ Ποσείδιππόν ? ποτ ' ἐφίλαο , Κύνθιε , Λητοῦς υ
3895489 διδαχθῃ
παρέσχεν τοιᾶσδε ] τοιαύτης σφε ] αὐτόν δίκην ] τιμωρίαν διδαχθῇ ] ἤγουν μάθῃ τυραννίδα ] τὴν ἐξουσίαν στέργειν ]
τῇ σοφίῃ καὶ ἐν τῇ τέχνῃ : πρόσθε μὲν ἢ διδαχθῇ , ἐς τὸ ἀρχὴν λαβεῖν ἡ φύσις κατεῤῥύη καὶ
3894974 κατισχει
ἐφεξῆς καὶ καταβέβληκα θῆρα ἑκατεράκις , ἐν τούτῳ δὴ οὐκέτι κατίσχει ὁ ἀνόσιος τὸν φθόνον , ἀλλ ' αἰχμὴν παρά
ταῦτα ὁ Θῶνις συλλαμβάνει τὸν Ἀλέξανδρον καὶ τὰς νέας αὐτοῦ κατίσχει : μετὰ δὲ αὐτόν τε τοῦτον ἀνήγαγε ἐς Μέμφιν
3894222 χρησαμενας
ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης , νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας . Περὶ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Ἀλκιβιάδης ἔχων τρισκαίδεκα
ἐτήσιον φορὰν πονηθείσας ἀνέσεως ἠξίωσε τοῦ διαπνεῦσαι χάριν καὶ ἀπελευθεριάσαι χρησαμένας ἀνεπικελεύστῳ τῇ φύσει . ἕτεροι δ ' εἰσὶ περὶ
3890414 διακοσμει
τοῦ πλοίου : ἥτις ἐντελέχεια ἔξωθέν τε οὖσα τάττει καὶ διακοσμεῖ καὶ τελειοῖ τὸ ὑποκείμενον . ὅταν οὖν ἐντελέχειαν λέγῃ
, ἀλλ ' οὐδὲ ἔσχατος πάντη καὶ ἀόριστός ἐστι : διακοσμεῖ γὰρ τὸ ὑλικὸν πᾶν καὶ ἐπιμελεῖται τεταγμένως αὐτοῦ ,
3881053 αυτης
ἀντὶ τοῦ κεφάλαιον ληφθῇ , οὔσης τῆς διανοίας τοι - αύτης : κεφάλαιον μὲν δὴ μετὰ τὸν Συρακούσιον αὐτὸν μαρτυρῆσαι
ἀξιοῦσθαι : οἱ δὲ ἀπορητικώτερον πάσης ἀποστάντες τῆς τοι - αύτης ἀντιρρήσεως ἐν τῷ σαλεύειν τὰς ἀρχικὰς ὑποθέσεις τῶν μουσικῶν
3879713 ἐταχθην
σπουδῇ ἦλθον πρὸς σὲ λιποῦσα τὰς δεσποσύνους σκηνὰς , ὅπου ἐτάχθην φυλάττειν ἀπελαθεῖσα καὶ ἐκβληθεῖσα ἀπὸ τῆς Τροίας ἐκ τοῦ
τοῦ ῥυθμίζειν ἀπὸ τῶν χορδῶν . . οὕτως ἢ ἐνταῦθα ἐτάχθην . Ζηνὸς ] ὑπὸ τοῦ Διός . δυσκλεὴς ]
3872434 ἀφανεων
Πειρίθου υἱὸς Βροτίνωι καὶ Λέοντι καὶ Βαθύλλωι : περὶ τῶν ἀφανέων κτλ . τὴν γὰρ περιφερομένην ὡς Τηλαύγους ἐπιστολήν ,
καὶ αὖθις ἐπικάρσιον τὸ ὀστέον , τῶν ῥηξίων εἵνεκα τῶν ἀφανέων ἰδεῖν , καὶ τῆς φλάσιος εἵνεκα τῆς ἀφανέος ,
3872285 τιμηοροι
' ἀέθλῳ , ἀλλά σφεας ἐλέηραν ἀμηχανίῃ μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ '
θεοπροπίης ἴσχω πέρι . φάν γε μὲν εἶναι ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι ἠδὲ θύγατρες : καὶ δ ' ὁπός ' αὐτοὶ
3862827 περσαι
σφ ' Ἀχιλλεὺς οὔτ ' ἂν Αἴαντος δόρυ μὴ πάντα πέρσαι ναύσταθμ ' Ἀργείων σχέθοι , τείχη κατασκάψαντα καὶ πυλῶν
εἰ γὰρ τὰ τοῦδε τόξα μὴ ληφθήσεται , οὐκ ἔστι πέρσαι σοι τὸ Δαρδάνου πέδον . Ὡς δ ' ἔστ
3862260 ἐγγεγραμμενην
τῷ συμπεράσματι , καὶ διὰ παραδείγματος δείκνυσι τὴν ἐν ἡμικυκλίῳ ἐγγεγραμμένην γωνίαν παραλαμβάνων . τίς μὲν οὖν ἡ ἐν ἡμικυκλίῳ
εἰσεκομίσθη γράμματα τρόπῳ τοιῷδε . Ἄνθρωπος ἐπέμφθη ἐπιστολὴν ἔχων φύλλοις ἐγγεγραμμένην , τὰ δὲ φύλλα ἐφ ' ἕλκει καταδεδεμένα ἦν

Back