καὶ δίδωσι Χείρων Πηλεῖ δόρυ μείλινον , Ποσειδῶν δὲ ἵππους Βαλίον καὶ Ξάνθον : ἀθάνατοι δὲ ἦσαν οὗτοι . ὡς
: ὅτι θηλυκῶς . Ὅμηρος [ Π ] Ξάνθον καὶ Βαλίον καὶ [ Ψ ] Ποσειδάων δὲ πόρ ' αὐτούς
6240612 πολυμητιν
ποιητὴς περὶ ἀρετῆς γένηται , ἐμὲ μὲν ποιήσει πολύτλαντα καὶ πολύμητιν καὶ πολυμήχανον καὶ πτολίπορθον καὶ μόνον τὴν Τροίαν ἑλόντα
καίτοι οὔτε τὰς Ὁμήρου Σειρῆνας ἔφην μιμεῖσθαι , αἳ τὸν πολύμητιν ἔθελξαν Ὀδυσσέα γλυκεῖάν τε καὶ ἄμαχον ἁρμονίαν αὐτοῦ καταχέουσαι
5632822 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
5569398 κενοφρων
Εὐβούλου ⌊ τόδε ⌋ δούλου σῆμα ? κενὸν ⌊ ⌋ κενόφρων ⌊ θῆκεν Ἀριστοτέλης - ⌋ : ὃς ⌊ γαστρὸς
: Ἑρμίου εὐνούχου ἠδ ' Εὐβούλου ἅμα δούλου σῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν Ἀριστοτέλης , ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν
5514703 ἐλεγειῳ
ἄλλοί τε πολλοὶ δηλοῦσι καὶ Ἀγάθυλλος Ἀρκὰς ὁ ποιητὴς ἐν ἐλεγείῳ λέγων ὧδε : ἵκετο δ ' Ἀρκαδίην , Νήσῳ
μεγίστῳ τεκμηρίῳ χρώμενοι πρὸς ἀπόδειξιν τῷ ἐπὶ τοῦ ἀνδριάντος ἐπιγεγραμμένῳ ἐλεγείῳ : ἔχει δ ' οὕτως : υἱὲ Μέλητος Ὅμηρε
5505049 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
5323177 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
5274959 μελαινηι
] γὰρ ἢ δίβαμος [ ἔρχεται ; δίπους ] [ μελαίνηι ] δασκ [ ἦ καί ] ? τι πρὸς
τ ' εἰθεῖάπαντα : πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνηι κειμένους ἐπὶ χθονί , πολλάκις δ ' ἀνατρέπουσι καὶ
5214457 πεπατηκας
: Ἀμαθὴς γὰρ ἔφυς καὶ πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας : ὃς ἔφασκε λέγων κορυδὸν πάντων πρώτην ὄρνιθα γενέσθαι
Ἀριστοφάνης : ἀμαθὴς ἔφυς κοὐ πολυπράγμων , οὔτ ' Αἴσωπον πεπάτηκας . ἐπὶ τῶν ἰδιωτῶν . Πέδη τοῦ λέγειν ἡ
5168844 ἐβρωθη
πολυφάγον φησί . λέγουσι δὲ αὐτὸν εἶναι καὶ ἀνδρεῖον . ἐβρώθη δὲ ὑπὸ κυνῶν : ἐλθὼν γὰρ εἰς ὄρος καὶ
γεγονέναι . καταδικασθεὶς τὴν ἐπὶ θανάτῳ ἐθηριομάχησε καὶ προσδεθεὶς ξύλῳ ἐβρώθη ὑπὸ ἄρκτου [ τοῦτο γὰρ καὶ τῇ χειρὶ συμβαίνει
5161615 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
5158704 ὑπερτατᾳ
οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας .
5152050 Ἀλκμεωνι
. . . κἀγὼ μὲν ἄτεκνος ἐγενόμην κείνης ἄπο : Ἀλκμέωνι δ ' ἔτεκε δίδυμα τέκνα παρθένος . [ καὶ
οὐχὶ μαίνεσθαί σοι δοκεῖ κατ ' ἴσον Ὀρέστῃ τε καὶ Ἀλκμέωνι , πλὴν τοῦ σοφοῦ ; ἕνα δὲ ἢ δύο
5114292 Μινωϊ
κατ ' ἐκεῖνον δὲ τὸν τῆς θεραπείας καιρὸν ἠκολούθει τῷ Μίνωϊ νεανίας εὐειδὴς , ὄνομα Ταῦρος , οὗ Πασιφάη ἔρωτι
δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα δοτικὴ
5101458 ὑπερσοφον
, ὦ πᾶσα πόλι , τὸν φρόνιμον ἄνδρα , τὸν ὑπέρσοφον , οἷ ' ἔχει σπεισάμενος ἐμπορικὰ χρήματα διεμπολᾶν ,
: ἐπὶ τῶν κοσμίων καὶ σοφῶν : οἱ γὰρ Ἀττικοὶ ὑπέρσοφον καὶ ἔννουν εἶχον τὸ βλέμμα . Ἀτενὲς ὁρᾷς :
5089775 Θευθ
φύσις ἐστὶν ἡ μεταξὺ , διὰ τοῦτο ἐμνήσθη τοῦ δαίμονος Θεὺθ , τοῖς ὑφειμένοις ἡμῖν τὴν μετάδοσιν τῶν εὑρεμάτων ποιουμένου
. Καὶ λέγει μῦθόν τινα , ὃν ἤκουσε περὶ τοῦ Θεὺθ καὶ Ἄμμωνος , ὡς ἄρα ὁ Ἑρμῆς εὗρε πρὸς
5085871 ἀνθεον
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
5056807 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
5047663 μετεμορφωθη
Λευκοθόῃ τῇ Ὀρχομένου μιγῆναι θελήσας εἰς τὴν μητέρα τῆς προειρημένης μετεμορφώθη . ταύτην ὁ πατὴρ ζῶσαν κατώρυξεν , Ἥλιος δὲ
πρὸς τοῦ μητροπάτορος [ ! ! ! ! ! ! μετεμορφώθη ] εἰς [ ] ἐλάφου ? δόκησιν διὰ βουλὴν
5043262 προπαροξυνθηναι
πρὸ τριῶν συλλαβῶν ; Διατί δὲ μακρᾶς οὔσης οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἡ μακρὰ φορτίου
ὀνόματι τὸ ο εἰς ω τρέπουσιν αὐτό , κἂν φθάσῃ προπαροξυνθῆναι ἡ εὐθεῖα πᾶσα πτῶσις προπαροξύνεται . τῷ Μενέλεῳ :
5002445 συνεστιον
κῶλον αὑτοῦ καὶ μὴ κλειόμενον κατεσθίει . Ὅτι ἡ πίννη συνέστιον ἔχει καρκῖνον τὸν ὀνομαζόμενον πιννοφύλακα : ἡνίκα οὖν ἰχθὺς
, καὶ μή ποτ ' ἔτι κοινῇ παιδοποιήσασθαι , μηδὲ συνέστιον ὧν ἔκγονον ἢ ἀδελφὸν ἀπεστέρηκε γίγνεσθαί ποτε μηδὲ κοινωνὸν
4977463 θεοδμητῳ
ἐπέτρεψε . δέον δὲ εἰπεῖν θεοδμήτως ἔκτισε σὺν ἐλευθερίᾳ , θεοδμήτῳ εἶπε πρὸς τὸ ἐλευθερίᾳ . φασὶ γάρ , ὅτι
Ἱέρων ἔκτισε καὶ ἔδωκε διοικεῖν κείνην τὴν πόλιν σὺν ἐλευθερίᾳ θεοδμήτῳ καὶ θείᾳ , ἥντινα πόλιν ἔκτισεν ὁ Ἱέρων ἐν
4959001 δηυτε
κατὰ τὸν ἀνακλώμενον χαρακτῆρα πολὺ παρὰ τῷ Ἀνακρέοντί ἐστι παρὰ δηῦτε Πυθόμανδρον κατέδυν ἔρωτα φεύγων : τῷ δὲ καθαρῷ ἑφθημιμερεῖ
δίμετρα , οἷον τὰ Ἀνακρεόντεια ὅλα ᾄσματα γέγραπται ἐρῶ τε δηῦτε κοὐκ ἐρῶ καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι : τρίμετρα δὲ
4929768 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
4921864 Δημητερα
ἰάλλω Ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , Ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτερα τῶν ὑποχεῖσθαι Ἀρχομένων , ὑπ ' ἐμῆς δ '
α δισυλλάβων , ἀβλῆτος ἀβλῆτα , λιμένος λιμένα , Δημήτερος Δημήτερα , Διομήδεος Διομήδεα , καλοῦ καλόν , μάντιος μάντιν
4913501 ἀμφιβληστροειδη
. καὶ ἐμπεριειληφότα ὧδε τὰ διαφανῆ ὑγρά , ὥστε τὸν ἀμφιβληστροειδῆ ἐντεῦθεν συνεξυφάνθαι χιτῶνα , τὴν κατ ' αἴσθησιν ἀλλοίωσιν
τοῦ ὀπτικοῦ πόρου : ὅθεν αἱ διεσπαρμέναι ἶνες ποιοῦσι τὸν ἀμφιβληστροειδῆ ὁμοίως ὑάλῳ κεχυμένον κατά τε χρῶμα καὶ σύστασιν .
4892567 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
4854618 ὀπτ
: ὣς φάτο καί σφιν νῶτα βοὸς παρὰ πίονα θῆκεν ὄπτ ' ἐν χερσὶν ἑλών , τά ῥά οἱ γέρα
τοῦ Τηλεμάχου πρὸς αὐτὸν παραγενομένου , νῶτα βοὸς παρέθηκεν ἀείρας ὄπτ ' , ἐν χερσὶν ἑλὼν , τά ῥά οἱ
4830295 Λιταις
λέγειν πρὸς σὲ τὸ τοῦ Ἀχιλλέως , ὃ ἐκεῖνος ἐν Λιταῖς πρὸς τὸν Αἴαντα λέγει . φησὶ δὲ Αἶαν Διογενὲς
ἡ σύνθεσις αὐτῶν πεζή , καὶ διαφωνεῖ τοῖς ἐν ταῖς Λιταῖς ταῦτα Πηλεὺς μὲν ᾧ παίδ ' ἐπέτελλ ' Ἀχιλῆι
4822290 ὀπασσε
πόλιν ὄφρα κομίζοι , παῖδα δ ' ἑὸν σφετέροισι κασιγνήτοισιν ὄπασσε : βῆ δ ' ὅγε Μαιναλίης ἄρκτου δέρος ἀμφίτομόν
πολυμήλου , τόν ῥα μάλιστα Ἑρμείας Τρώων ἐφίλει καὶ κτῆσιν ὄπασσε : τῷ δ ' ἄρ ' ὑπὸ μήτηρ μοῦνον
4800514 Νυση
περὶ τῆς Νύσης ἱστορεῖ , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης ,
μαρτυρῆσαι ἐν τοῖς ὕμνοις ἐν οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης
4798868 μαρτυρονται
δέ ; πᾶσαν ἡμέραν [ ] ἠσπάζετο [ ] . μαρτύρονται , κύριε , τὴν σὴν τύχην , [ εἶ
ἑσπέραν κόλπος Ἰόνιος , κοινοῖς θεάτροις πρός με τὴν χάριν μαρτύρονται . . . ] ] . Πέμψωμεν αὐτὸν τὸν
4782478 ἐγκοτως
, τὴν ἀνήνυτον καὶ ἀργαλεωτάτην ὠμότητα διεξελθόντες . οἷα οὖν ἐγκότως ἔχων καὶ βαρύμηνις ὢν ἄνθρωπος ἐν ἀμηχά - νοις
τῶν τῆς Ἰουδαίας , ἔχει δέ πως πρὸς τοὺς ἐγχωρίους ἐγκότως : πένης γὰρ ἀφιγμένος καὶ ἐξ ὧν νοσφίζεται καὶ
4772674 κατεληλυθεναι
τοῖς ὁμοίοις τὰ ὅμοια γιγνώσκεσθαι , ὅπερ ἀπὸ Πυθαγόρου δοκοῦν κατεληλυθέναι κεῖται μὲν καὶ παρὰ Πλάτωνι ἐν τῷ Τιμαίῳ ,
τὴν Ἀχιλλέως ἀξίαν . ἡ δὲ Ἥρα φησὶ τοὺς θεοὺς κατεληλυθέναι , ὅπως μὴ πάθῃ τι ὑπὸ τῶν Τρώων ὁ
4769364 κεραυνωθεντα
Ποταμῶν φησὶ , τὸν Ἴναχον διὰ πανουργίαν ὑπὸ τοῦ Διὸς κεραυνωθέντα , ξηρὸν γενέσθαι . Παράκεινται δ ' αὐτῷ ὄρη
διὰ τὸ μετὰ μεγάλων βροντῶν καὶ πολλοῦ χειμῶνος καταφέρεσθαι οὔτε κεραυνωθέντα λαθεῖν ἔστιν : πλουσίων δὲ τοὺς μὲν χρυσοφορεῖν μέλλοντας
4765993 ἐστασεν
ὀκτὼ παρθένοισι πˈρὶν μέσον ἆμαρ , ἑλεῖν ὠκύτατον γάμον : ἔστασεν γὰρ ἅπαντα χορόν ἐν τέρμασιν αὐτίκ ' ἀγῶνος :
μὲν γὰρ ὅτι τούτου ἱερὸς ὁ τόπος : Ὀλυμπιάδα δὲ ἔστασεν Ἡρακλέης : ὅτι τὰς . . . μέμνηται ὡς
4762412 καθαρευοντι
Ἀθηναίων οὐκ ἔξεστι τὸ ἱερὸν πῦρ φυσῆσαι , ὡς μὴ καθαρεύοντι τοῖς ἄνω μέρεσιν . Δοῦρις δὲ ἐν τῇ ιʹ
τυγχάνωσιν , μετὰ δὲ ταῦτα ἱερέας τε καὶ ἱερείας ὡς καθαρεύοντι τῷ τάφῳ ἕπεσθαι , ἐὰν ἄρα καὶ τῶν ἄλλων
4749014 γεραιρεσθαι
κρίναντος τοῦ θεοῦ βεβήλοις καὶ ἐναγέσι χείλεσιν ὑμνεῖσθαί τε καὶ γεραίρεσθαι . μέχρι γὰρ τίνος τὴν ἀληθῆ αἰτίαν τοῦ πάντα
ἔστι θαυμάζειν Φρύγας , Πριάμου δὲ νίκηι [ μὴ ] γεραίρεσθαι δόμους . [ ] πῶς οὖν [ ] ταῦτά
4733202 γερονθ
: ὤμοσε ? [ ] [ γὰρ θεός ] , γέρονθ [ ] ? ' ὅτι ? [ ] Πˈρίαμον
. πράξας ἀρωγήν : ἄγγελον δ ' οὐ μέμψεται πόλις γέρονθ ' , ἡβῶντα δ ' εὐγλώσσῳ φρενί . ἰὼ
4725423 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
4699522 Ἰθακησιου
μὴ τοίνυν ἡμᾶς Ὅμηρος ἐκπληττέτω Φαιάκων τινῶν ἀναπλάττων φιλοξενίαν ἑνὸς Ἰθακησίου τετυχηκότος φιλανθρωπίας οὐδὲ πάντων ἀσμένως ὑποδεξαμένων τὸν ξένον :
δοκεῖ ὁ Μέτων ἄμεινον ὑποκρίνασθαι τὴν μανίαν τοῦ Ὀδυσσέως τοῦ Ἰθακησίου : ἐκεῖνον μὲν γὰρ ὁ Παλαμήδης κατεφώρασε , τοῦτον
4692241 Νεβρου
Κῶ , πατρὸς δὲ Ἡρακλείδα τοῦ Ἱπποκράτους τοῦ Γνωσιδίκου τοῦ Νέβρου τοῦ Σωστράτου τοῦ Θεοδώρου τοῦ Κλεομυττάδα τοῦ Κρισάμιδος .
μητρὸς , ὁ δ ' Ἱππόλοχος ἐξ Ἀσκληπιαδέων τέταρτος ἀπὸ Νέβρου τοῦ Κρισαίους συγκαθελόντος , ἡμεῖς δ ' Ἀσκληπιάδαι κατ
4689813 ἐπο
! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον
! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [
4657311 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
4638016 Θυεστ
συντάξεως τῆς κατ ' εὐθεῖαν τυγχάνει , αὐτὰρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε : καὶ εἰ εὐθείας εἴη ,
τόξον Ὀδυσσεύς . . Δ . . αὖταρ ὁ αὖτε Θυέστ ' Ἀγαμέμνονι λεῖπε φορῆναι : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ
4626703 Αἰγυος
πολῖται Αἰγῦται , ὡς Παυσανίας . Λυκόφρων δὲ τὸ ἐθνικὸν Αἴγυος , τὸ θηλυκὸν λέγων οὕτως ” καὶ πάντα τλήσεσθ
Πίναμυς , πόλις Αἰγύπτου . τὸ ἐθνικὸν Πιναμύτης , ὡς Αἴγυος Αἰγύτης . ὁ δὲ τύπος Αἰγύπτιος . Πίναρα ,
4624888 λεκτροιο
καὶ νόμιμον πρᾶξιν ἐνέφηνεν , εἰπών [ ψ ] ἀσπάσιοι λέκτροιο παλαιοῦ θεσμὸν ἵκοντο . ἐπὶ δέ γε τῆς οὔτε
ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἐχάρη καὶ ἀπὸ λέκτροιο θοροῦσα γρηῒ περιπλέχθη , βλεφάρων δ ' ἀπὸ δάκρυον
4621988 νοσφιζοιμεθα
τις τὸν ὄνειρον Ἀχαιῶν ἄλλος ἔνισπε ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' ἴδεν ὃς μέγ '
μάντιές εἰσι θυοσκόοι ἢ ἱερῆες , ψεῦδός κεν φαῖμεν καὶ νοσφιζοίμεθα μᾶλλον : νῦν δ ' , αὐτὸς γὰρ ἄκουσα
4615423 ἐπαινησαντες
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται :
4604930 καταγραψαι
εἰς ἴσα . ὁμοίως οὐδὲ ἡ τρίτη . Τὸν κανόνα καταγράψαι κατὰ τὸ καλούμενον ἀμετάβολον σύστημα . ἔστω τοῦ κανόνος
βασιλεῦσαι , „ Ἡρόδοτον δὲ καὶ τὸ ὄνομα τοῦ βασιλέως καταγράψαι καλέσαντα Ἀργανθώνιον . Τῇ δὲ τῆς χώρας εὐδαιμονίᾳ καὶ
4601914 δουριον
Ἐπειοῦ ἔστη ὑπὲρ κεφαλῆς ἐν ὀνείρατι καί μιν ἀνώγει τεῦξαι δούριον ἵππον : ἔφη δέ οἱ ἐγκονέοντι αὐτὴ συγκαμέειν ,
τὰς ἱστορίας . ἱπποτέκτων : ὁ Πανοπέως υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ
4601040 ἐγγονῳ
ὡροσκόπου καὶ τοῦ δύνοντος ἔσται πατὴρ τέκνῳ δικαζόμενος ἢ πάππος ἐγγόνῳ ἢ τοιαῦτα πρόσωπα , εἰ δὲ ἀφροδισιακὸν ἔσται ἡ
ὡροσκόπου καὶ τοῦ δύνοντος ἔσται πατὴρ τέκνῳ δικαζόμενος ἢ πάππος ἐγγόνῳ ἢ τοιαῦτα πρόσωπα , ἐὰν δὲ ἀφροδισιαστικὸν ἔσται ἡ
4589509 διασπειραι
, μεταπέμψασθαι τὴν Ἄκτορος θυγατέρα τοῦ Μυρμιδόνος , καὶ λόγους διασπεῖραι , ὅτι μέλλει γαμεῖν τὴν Θέτιν ὁ Πηλεὺς ,
, ῥῖψαι διαρρῖψαι , προέσθαι , σπαθῆσαι , ἀπολέσαι , διασπεῖραι . ἐπίρρημα δ ' ἓν μόνον τὸ ἐκκεχυμένως .
4568529 κατεχωσεν
καὶ τὸ βλέπον τῆς διανοίας καὶ προσήλωσε τῷ σώματι καὶ κατέχωσεν ἂν αὐτῆς τὴν ἐπὶ τὰ ὄντως ὄντα μεταβατικὴν ὁρμήν
διὰ τὸ μὴ ἐπάγεσθαι ἀμυντήριον . Ὁ δὲ λίθους ὕσας κατέχωσεν αὐτούς . Ὅθεν τὸ Λίθινόν ἐστι πεδίον ἐκεῖσε οὕτω
4567807 ὑποδεικνυς
αὐτήν : ταύτῃ τοι καὶ ὡς τέχνην αὐτὴν οὐκ ἐμπειρίαν ὑποδεικνὺς τὸν τῆς τέχνης ὁρισμὸν συνῆψεν αὐτῆς τοῖς μέρεσιν :
παρθένους μὲν τὴν ἡλικίαν , τὸ δὲ φρονεῖν γυναῖκας : ὑποδεικνὺς ὅτι δεῖ παιδεύειν καὶ τὰς παρθένους . Ἔλεγε δὲ
4566567 κωμωιδιαν
νὴ τοὺϲ θεούϲ , ἐπὰν ] θεωρῶν [ ] τυγχάνω κωμωιδίαν ὅπου ] ? ? ? [ μάγειρόϲ ] ἐϲτιν
πρὸϲ αὐτοῦ νέον ἀρχομένου ] [ ] γράφειν [ ] κωμωιδίαν καὶ ταῦτα ] αὐτῶν οντοειν ! [ ! !
4558871 Τρισμεγιστος
τινα ἴσως αἰτίαν εἵλοντο Σιβύλλαι προσαγορεύεσθαι , ὥσπερ δὴ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς λέγεται πλεονάκις ἐπιδημήσας τῇ Αἰγύπτῳ ἑαυτοῦ ἀνεμνῆσθαι καὶ
καὶ ἐπὶ πάσης προθέσεως τοῦτο πραγματεύσῃ . Παρέθετο δὲ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς ἐν τῇ περὶ κλιμακτήρων πραγματείᾳ λέγων οὕτως :
4553932 ἀνιηρα
ἄρμενα πάντα παράσχοις , χρήματα δ ' ἐγκαταθῆις πόλλ ' ἀνιηρὰ παθών , τὸν πατέρ ' ἐχθαίρουσι , καταρῶνται δ
: Δωρεά , ἐπὶ συμφορᾶς . καὶ Ἀρχίλοχος : κρύπτομεν ἀνιηρὰ Ποσειδῶνα ἄνακτα δῶρα . : ὤχμασεν : Ἐποίησεν ἀναβασταχθῆναι
4552073 ἐυμμελιω
ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν
ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων
4551523 ἀπωμοσατο
Ἥρας τῆς μὲν κόρης ἁψάμενος εἰς βοῦν μετεμόρφωσε λευκήν , ἀπωμόσατο δὲ ταύτῃ μὴ συνελθεῖν : διό φησιν Ἡσίοδος οὐκ
! τῷ : περσίη , ἧς τ ' ἕνεκεν πένθος ἀπωμόσατο , ἰωνίζοντος πολλάκις τοῦ Καλλιμάχου ὑπολαβόντος αὐτοῦ καὶ τ
4526333 Ἰολαε
καί μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἥρως ὦ Ἰόλαε , διοτρεφές , οὐκέτι τηλοῦ ὑσμίνη τρηχεῖα : σὺ
τόθ ' ἡνίοχον προσέφη κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ
4525072 Ἀρειμανιος
ὄνομα εἶναι Ζεὺς καὶ Ὠρομάσδης , τῷ δὲ Ἅιδης καὶ Ἀρειμάνιος . φησὶ δὲ τοῦτο καὶ Ἕρμιππος ἐν τῷ πρώτῳ
ὁ Χοιροβοσκός , . , , . . . . Ἀρειμάνιος : σημαίνει δὲ τὸν πολεμικόν . ὥσπερ γὰρ παρὰ
4524318 Ἀρκαδιαι
Δαμάστης καὶ Φύλαρχος ἱστορήκασιν . . : ἐν δ ' Ἀρκαδίαι καὶ λοιδορίαν τοῦ Πυθέου καὶ τοῦ Δημοσθένους γενέσθαι πρὸς
Ἥλιος διένειμε τὴν χώραν , καὶ ἔλαβεν Ἀλωεὺς τὴν ἐν Ἀρκαδίαι , τὴν δὲ Κόρινθον Αἰήτης . Αἰήτης δὲ μὴ
4513686 παρωρμησεν
εἰς τὰς Ἀθήνας καὶ Ἀρχέλαον τὸν Ἀθηναῖον πρῶτον εἰς φιλοσοφίαν παρώρμησεν [ . ] . . . , Ἐμπεδοκλῆς ὁ
δεῖ ἀκούειν ἐκ τοῦ θυμὸν ὄρινεν ἐθύμωσεν , ἀλλὰ τὸ παρώρμησεν : δεξάμενος δέ τις τὸ πρότερον τοὺς ἑξῆς ἐνδιασκευάζει
4501732 ἐμπειρικως
καὶ ἐπιστημονικόν , οἰκειουμένου τοῦ λόγου θεωρητικῶς , ἃ αὐτῷ ἐμπειρικῶς ἐκ τῆς αἰσθήσεως ὑποβέβληται . ἐπὶ μὲν οὖν τῆς
τῆς ψυχῆς πάθη , οὔτε Ἀπελλῆς ἢ Παρράσιος οἱ τοῖς ἐμπειρικῶς κεκραμένοις χρώμασι προαγαγόντες εἰς ἀκρότατον τὴν ζωγραφικὴν τέχνην ,
4496934 ἐπισκηπτουσα
] φήμη , ἀγγελία . . φανερὰ ῥῆσις . . ἐπισκήπτουσα ] παραινοῦσα , προστάττουσα . μυθουμένη ] λέγουσα .
ἐπέσχεν ἡ καλλίτοξος Ἄρτεμις , μὴ δεῖν φάσκειν περὶ αὐτῶν ἐπισκήπτουσα : ταῦτ ' ἄρα αἰλούρους καὶ πάνθηρας ὁ παρὼν
4496137 Λυκοεργε
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε
4493213 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4492488 ἀλληγορεισθαι
τινές φασι , διὰ τὸ τὸν Κρόνον εἰς τὴν ψύξιν ἀλληγορεῖσθαι : νεκρὸν δὲ διὰ τὴν ἀπόστασιν τοῦ ἡλίου καὶ
τῷ Διὶ τὴν Ἥραν , οὖσαν ἀδελφήν , δοκεῖ ταῦτα ἀλληγορεῖσθαι , ὅτι Ἥρα μὲν νοεῖται ὁ ἀήρ , ἥπερ
4486852 Ἀχιλλεα
ἐγώ : κατὰ διαδοχὴν ὁ τάλας δακρύω . μετὰ γὰρ Ἀχιλλέα δακρύει Νεοπτόλεμον : ἐμῷ κάρα : οὕτως ἡ γραφή
Πρίαμος ὑπὸ Νεοπτολέμου δικαίως , ἐπειδὴ καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ Ἀχιλλέα ἐλθόντα ἐπὶ τὸν γάμον τῆς Πολυξένης οἱ περὶ Ἀλέξανδρον
4485492 ἀπαλεξειν
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
4484178 Οἰνοπος
, οἱ δύο , καὶ ὁ Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱός , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων θεούς , ἤγουν ἔχουσι
, φησὶν , οἱ δύο , Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱὸς , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων πολεμίους θεοὺς ἐζωγραφημένους .
4483120 ἐληλυμεν
, Πεισίαν , Ὀσφύωνα , Διϊτρέφη . Σκῆψιν μὲν Χείρωνες ἐλήλυμεν , ὡς ὑποθήκας Κλειταγόρας ᾄδειν , ὅταν Ἀδμήτου μέλος
ὡς παρὰ Ἀχαιῷ ἐν Κύκνῳ Κύκνου δὲ πρῶτα πρὸς δόμους ἐλήλυμεν , παρ ' ᾧ καὶ τὸ δεύτερόν ἐστιν ἀκολούθως
4480465 μεμνασθαι
ἐν εὐτυχίᾳ πανδοξίας ἄκˈρον : μεγάλων δ ' ἀέθλων Μοῖσα μεμνᾶσθαι φιλεῖ . σπεῖρέ νυν ἀγˈλαΐαν τινὰ νάσῳ , τὰν
ἐρήμῳ πελάγει λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ
4480284 ἀμερσεν
, μαντιπόλου Φοίβοιο χολωσάμενος περὶ νίκης , καί οἱ φέγγος ἄμερσεν , ἀναιδέα φῦλα δ ' ἔπεμψεν ἁρπυίας , πτερόεντα
τ ' ἀμέρδει αὐχμηροὺς , τέκνων δὲ γονῆς ἢ πάμπαν ἄμερσεν , ἢ ἕνα τηλύγετόν περ ἐνὶ μεγάροισιν ἔδωκεν :
4479722 ἀναδημα
τῷ Φάωνιγέρων δὲ αὐτῷ ὑπόκειται ἐρῶν αὐλητρίδος : ὦ χρυσοῦν ἀνάδημα , ὦ τοῖσιν ἐμοῖς τρυφεροῖσι τρόποις ἡρμοσμένον , ὦ
ἑνὶ ἵππῳ τῷ λεγομένῳ κέλητι . ἄμπυξ μὲν γὰρ κυρίως ἀνάδημα τῆς κεφαλῆς τι , καὶ λῶρος χρυσῷ καὶ λίθοις
4471301 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
4464237 συνθεντων
, καὶ ὅσα τοιαῦτα : καὶ τοῦτο καλεῖται δόξα , συνθέντων ἡμῶν τὴν προϋποκειμένην μνήμην τῇ νεωστὶ γενομένῃ αἰσθήσει :
τὸν Ζηνόδοτον καὶ Ἀρίσταρχον . καίτοι τεσσάρων ἀνδρῶν ἐπὶ Πεισιστράτου συνθέντων τὸν Ὅμηρον , οἵτινές εἰσιν οὗτοι : Ἐπικόγκυλος ,
4462133 φιλησε
ἡμῖν , καὶ γὰρ ἄλλοις : [ ὃν πέρι μοῦσα φίλησε , δίδου δ ' ἀγαθόν τε κακόν τε :
, οὕνεκ ' ἄρα σφᾶς οἴμας Μοῦς ' ἐδίδαξε : φίλησε δὲ φῦλον ἀοιδῶν . ὥσπερ δεδοικὼς Ὅμηρος ὑπὲρ ἑαυτοῦ
4456693 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
4455452 ἀπειλεε
κομίσαι : ὃς δ ' ἂν μὴ κομίσῃ , θάνατον ἀπείλεε . Κομισθῆναί τε δὴ χρῆμα πολλὸν ἀρδίων καί οἱ
: οὐ βουλομένου δὲ τὰ πρῶτα τοῦ φυλάκου διδόναι , ἀπείλεε τά μιν λυθεὶς ποιήσει , ἐς ὃ δείσας τὰς
4450448 νασῳ
' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ –
Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων
4450064 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
4445719 ἐπερωτωντων
, τῇ δὲ τέχνῃ κακὸν καὶ ἐλάττονα τοῦ σώματος , ἐπερωτώντων αὐτὸν ποῖός τις ἐστιν εἶπεν : οὐδεὶς κακὸς μέγας
καθ ' ἕνα τῶν συγκλητικῶν προαγαγόντων ἐπὶ τὰ ἔμβολα καὶ ἐπερωτώντων τίς ἔστιν ὁ ἀνελών , οἱ μὲν ἄλλοι ἅπαντες
4444391 ἀμετρητ
] ἣν αὐτὸς εὔξομαι . ※ ; . ἑτερόστροφα . ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ
] εὐχὴ Σωκράτους . δέσποτ ' ] αὐθέντη . . ἀμέτρητ ' ] ἀναρίθμητε , ἀπλήρωτε . , πλεῖστε ,
4444327 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
4442444 ἐβοσκεν
ἀντὶ τῶν βοῶν : μισθωτὸς γὰρ ὢν Ἀδμήτου ὁ Ἀπόλλων ἔβοσκεν αὐτοῦ τοὺς βοάς , οὓς ἔκλεψεν ὁ Ἑρμῆς ,
παρὰ ταῖς Νηρῇσι διέτριβεν , αὐτὸς δὲ τὰς τοῦ Ποσειδῶνος ἔβοσκεν ἵππους : καί ποτε [ καὶ ] κύματος ἐπιφερομένου
4440055 κατοχους
κονεῖν , ὡς εἴρηται , μηδὲ ἐνεργεῖν ποιοῦσαν καθυπνέας ] κατόχους ὄντας ὕπνῳ καταψύχουσι ] ψυχρά εἰσι τὰ δ '
ὡς ἐπὶ τῶν ἐνθουσιαστικῶν ἐπιρρημάτων ἐν τῷ εὖ εἶναι τοὺς κατόχους σημαινόντων , ἢ καὶ τὴν ῥηθεῖσαν παρ ' ἑτέρων
4435684 Πιτθηος
' ἡρωίνης τὸ ἐπίθετον , καὶ ἐν τῷ ἀθετουμένῳ Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ , Κλυμένη δὲ βοῶπις . . ὦμον :
ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ ' ἕποντο , Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ , Κλυμένη τε βοῶπις : αἶψα δ '
4433892 Δαρειογενης
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων
4430161 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4425351 Σισυφον
αὐτῶι τὸν Σίσυφον παραδίδωσιν . πρὶν ἢ δὲ ἀποθανεῖν τὸν Σίσυφον , ἐντέλλεται τῆι γυναικὶ Μερόπηι τὰ νενομισμένα αὐτῶι μὴ
γήμας Ἐναρέτην τὴν Δηιμάχου παῖδας μὲν ἐγέννησεν ἑπτά , Κρηθέα Σίσυφον Ἀθάμαντα Σαλμωνέα Δηιόνα Μάγνητα Περιήρην , θυγατέρας δὲ πέντε
4423865 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
4410830 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4408938 αἰδοιης
[ ! ] ? [ τοῖς ἴκελοι μ [ Ἥρης αἰδοίης ? [ εὖτ ' ἂν Τυνδαρίδαι ? ? ?
. Αἰδοίης : τιμίας , τῆς αἰδοῦς ἀξίας . δίκης αἰδοίης : σωματοποιοῦσι γὰρ ὡς θεὸν τὴν κυρίως δικαιοσύνην ,
4393420 Πινδαρος
. πενταετηρίδ ' ἁμᾶ : ἰδίως τὰ κεφάλαια ἐκθεὶς ὁ Πίνδαρος τὸ κατὰ μέρος ἐπέξεισιν , ὥστε εἶναι τὸ ἑξῆς
τελέως ἐν πᾶσιν εὐτυχεῖν καὶ ἀπαθῆ εἶναι . ὁ μέντοι Πίνδαρος οὕτως ἐδέξατο , δύο πίθους εἶναι φαύλων καὶ ἕνα
4389234 πατρωνυμικου
τὸ δὲ Πειραΐδαο ἐν τέσσαρσι συλλαβαῖς προφέρεται τὴν εὐθεῖαν τοῦ πατρωνυμικοῦ , καὶ οἱ ἄλλοι . Τυραννίων δὲ τρισυλλάβως λέγων
, Αἰακίδης ὁ τοῦ Αἰακοῦ ἔγγονος , τὰ δὲ τύπου πατρωνυμικοῦ ὄντα οὐδὲν τοιοῦτον ἔχουσιν : οὐδὲ γὰρ διαλύονται εἰς
4384596 Ἡφαιστον
' οὐρανὸν ἄστρωι . ἔνιοι δὲ τῶν ἱερέων φασὶ πρῶτον Ἥφαιστον βασιλεῦσαι πυρὸς εὑρετὴν γενόμενον . . . μετὰ δὲ
νήσων ἐστὶν ἡ Ἱέρα καλουμένη , ἐν ᾗ φασι τὸν Ἥφαιστον χαλκεύειν . πλαγκτὴν δὲ αὐτὴν εἴρηκεν ἀκολουθήσας τοῖς περὶ
4379694 ἱστορουντων
ἱστίωι . Ἀσφαλέως δὲ μαθών τε παρ ' ἀνδρῶν τῶν ἱστορούντων ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐγὼ πάντ ' ἀναγραψάμενος ἡρμήνηυς '
ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν Ἐμπειρικῶν , ὅτι τῇ ἀξιοπιστίᾳ τῶν ἱστορούντων προσέχοντες κρίνομεν τὴν ἱστορίαν . πυνθανομένων δὲ ἡμῶν ,
4354972 ζητησοντας
ἀπολαβὼν οὖν ὁ δῆμος τὴν ἐλευθερίαν εἵλετο πολίτας κʹ τοὺς ζητήσοντας καὶ ἀναγράψοντας τοὺς διεφθαρμένους τῶν νόμων . καὶ ἐψηφίσαντο
Λήμνου νήσου . τῷ τοῦ ποδὸς τραύματι . πιεζόμενον . ζητήσοντας . ἐκ Τροίας . Ὀδυσσέα καὶ Νεοπτόλεμον . ἰσοθέους
4348996 ἀνεπλασε
ὥσπερ Ἰλλυριοὶ : [ Δίδυμος : ὥσπερ βάρβαροι . ] ἀνέπλασε δέ τι γένος θεῶν βαρβάρων Τριβαλλῶν ἀνώτατον , οἷον
ἐκόσμησε θεούς , ἀνθρώπους , τόπους , πράξεις ποικίλας ; ἀνέπλασε δὲ τῇ ὕλῃ τῶν λόγων καὶ ζῷα παντοῖα ,

Back