κῶλον αὑτοῦ καὶ μὴ κλειόμενον κατεσθίει . Ὅτι ἡ πίννη συνέστιον ἔχει καρκῖνον τὸν ὀνομαζόμενον πιννοφύλακα : ἡνίκα οὖν ἰχθὺς
, καὶ μή ποτ ' ἔτι κοινῇ παιδοποιήσασθαι , μηδὲ συνέστιον ὧν ἔκγονον ἢ ἀδελφὸν ἀπεστέρηκε γίγνεσθαί ποτε μηδὲ κοινωνὸν
5002445 Βαλιον
καὶ δίδωσι Χείρων Πηλεῖ δόρυ μείλινον , Ποσειδῶν δὲ ἵππους Βαλίον καὶ Ξάνθον : ἀθάνατοι δὲ ἦσαν οὗτοι . ὡς
: ὅτι θηλυκῶς . Ὅμηρος [ Π ] Ξάνθον καὶ Βαλίον καὶ [ Ψ ] Ποσειδάων δὲ πόρ ' αὐτούς
4855103 ὀρινῃς
ἡμετεράων . τὼ νῦν μή μοι μᾶλλον ἐν ἄλγεσι θυμὸν ὀρίνῃς , μή σε γέρον οὐδ ' αὐτὸν ἐνὶ κλισίῃσιν
λυθεὶς ὑπὸ δείματος ἔξω ἐκ χειρῶν οὖδάσδε βαλὼν χόλον αἰνὸν ὀρίνῃς ἀθανάτων . Τόλμα δὲ θεοπροπίην ἐρεείνειν : πάντα γὰρ
4830644 δεημα
σὺ λέγεις ; Ὡς γέλοιον , ὦ θεοί , τὸ δέημα τῆς νύμφης , ὃ δεῖταί μου σφόδρα , ὅπως
. κωφὸν γὰρ εἰσάγει τὸ πρόσωπον τῆς νυμφευτρίας . τὸ δέημα ] τοῦτο πρὸς τὸ “ γελοῖον ” συνάπτεται .
4811217 ἀποπνιγεντα
εἰς τὸ στόμα ῥᾶγα ἔτι ὀμφακίζουσαν ὑπὸ τοῦ ἄγαν γήρως ἀποπνιγέντα τελευτῆσαι . . , : Σωτίων δὲ καὶ Ἡρακλείδης
τῇ δὲ ἑτέρᾳ μάττει . ζητεῖ οὖν τοὺς διαδεξομένους . ἀποπνιγέντα : συνέχει γὰρ τὰς ῥῖνας διὰ τὸ φυρᾶν τὴν
4732727 μετεμορφωσε
δὲ ὑφ ' Ἥρας τῆς μὲν κόρης ἁψάμενος εἰς βοῦν μετεμόρφωσε λευκήν , ἀπωμόσατο δὲ ταύτηι μὴ συνελθεῖν : διό
. ἀγανακτήσασα οὖν ἡ Ἥρα εἰς ἀπρεπῆ τὴν ὄψιν ὄρνιν μετεμόρφωσε πολέμιόν τε καὶ στυγητὴν κατέστησε τοῖς τιμήσασιν αὐτὴν Πυγμαίοις
4586770 ἐκυει
ἄρα ᾔδη ἰφθίμην ἄλοχον Σθενέλου Περσηϊάδαο . ἣ δ ' ἐκύει φίλον υἱόν , ὃ δ ' ἕβδομος ἑστήκει μείς
κόλπον καρπὸς μὲν ἐκεῖνος ἦν αὐτίκα ἀφανής , αὐτὴ δὲ ἐκύει : τεκούσης δὲ τράγος περιεῖπε τὸν παῖδα ἐκκείμενον .
4556647 καπτειν
αὐτοκάβδαλα ] λέγεται τὰ ἐπικαθα ? [ ἅπερ εἰώθαϲι ] κάπτειν αἱ ἀλετρίδεϲ [ ] ἐκ҅φατνίϲματα ? δὲ τὰ [
στιβάδα ἢ φύλλα δάφνης φέρειν , ὅπως ἔχωσι τὰ ἐπάικλα κάπτειν μετὰ δεῖπνον : γίνεται γὰρ ἄλφιτα ἐλαίῳ ἐρραμένα .
4430781 λιβανοιο
θύου ἢ σμύρνης ἢ εὐόδμου καλάμοιο ἢ καὶ θεσπεσίοιο πεπαινομένου λιβάνοιο ἢ κασίης : ἐτεὸν γὰρ ἀνὰ χθόνα λύσατο κείνην
Γερραίης δὲ τῆς Ἀραβικῆς . Γέρρα γὰρ πόλις τῆς Ἀραβίας λιβάνοιο δὲ χύσιν εἶπε ἐπεὶ περίκειται ἡ λιβανωτὶς τοῖς κλάδοις
4401678 ὑπομνησθηναι
δὲ τοῦ ἀναμνήσει χρωμένου ἔξω λήθης γίνεται , ᾗ πρὶν ὑπομνησθῆναι κατέσχητο . μνημονικῷ μὲν οὖν ἀνδρὶ ἀστὴ συμβιοῖ γυνή
παρεπιγραφὴ τὸ εἶδος . . . : οὐδὲν δὲ χεῖρον ὑπομνησθῆναι τῶν Εὐπόλιδος : “ δεξάμενος δὲ Σωκράτης τὴν ἐπίδειξιν
4384280 ἐκαμφθη
Ξενοκράτης δὲ καίπερ αὐστηρὸς ὢν τὸν τρόπον ὅμως ὑπὸ δυσωπίας ἐκάμφθη , καὶ συνέστησε Πολυσπέρχοντι δι ' ἐπιστολῆς ἄνθρωπον οὐ
ἴδιον ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τοῦ ἱδροῦν . ἰδνώθη εἰς τοὐπίσω ἐκάμφθη , οἱονεὶ τὸ ἰνίον ἐδονώθη . ἱδρῶ , κατ
4369590 σωφρονουσῃ
ἴσως ἀνάγκῃ τι εἴργασται : ἐμοὶ δὲ ἀποθανεῖν καλῶς ἔχει σωφρονούσῃ . Ταῦτα ἔλεγε θρηνοῦσα καὶ μηχανὴν ἐζήτει τελευτῆς .
' : τὸ οὔ πρὸς τὸ αἰσχρά : οὐκ αἰσχρὰ σωφρονούσῃ , ἀλλὰ γενναία ἡ τοιαύτη φυγὴ , τουτέστι :
4369399 ἐπαλειψας
τὴν Σειρήνων ᾠδὴν οὐ κηρῷ τὴν ἀκοήν , πόθῳ δὲ ἐπαλείψας τῆς πόλεως . χρηστὸς βασιλεὺς [ . . .
στέαρ συὸς παλαιὸν , ξυμμίξας ῥητίνῃ καὶ ἀσφάλτῳ , αὐτὸ ἐπαλείψας ἐς ὀθόνιον , θερμήνας πρὸς πῦρ , ἐπιθεὶς ἐπιδεῖν
4368367 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
4328546 ἀποθυμιον
εἰ δέ σέ γ ' ἄρχῃ ἤ τι ἔπος εἰπὼν ἀποθύμιον ἠὲ καὶ ἔρξας , δὶς τόσα τείνυσθαι μεμνημένος :
, τὰ μὴ καταθύμια : ἀπὸ τοῦ θύω θυμός καὶ ἀποθύμιον . . . . ἀποδιοπομπεῖσθαι : πρώτης συζυγίας ,
4310337 χαριεντισμου
καρτερεῖν τὰ δυσχερῆ διὰ τὴν ἡδονὴν τὴν μετὰ ταῦτα . χαριεντισμοῦ δὲ ἕνεκα μόνου ὡς ἐπ ' ἐκείνης : Ὀλυμπιὰς
μήτε σκωφθῆναι βουλομένη , ὀργιζομένη δὲ ἐπ ' ἀμφοῖν . χαριεντισμοῦ . χαριεντισμός ἐστι σκῶμμα μετὰ τέρψεως καὶ χάριτός τινος
4310112 κρονικον
ἀδελφῷ ἢ θείῳ ἢ τὰ ὅμοια τούτοις , ἐὰν δὲ κρονικὸν ἔσται ἡ δίκη πρὸς πατέρας ἢ πάππους ἢ μοναχοὺς
πρεσβυτέρῳ ἀδελφῷ ἢ θείῳ ἢ τοιούτῳ τινί , ἐὰν δὲ κρονικὸν ἔσται ἡ δίκη πρὸς πατέρας ἢ πάππους ἢ τοιούτους
4296659 ἰοτητα
χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι '
, ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο .
4294872 βασανιζων
] ἀντὶ τοῦ ὁ μέγας , ὁ Περσῶν . Γ βασανίζων : ἀκριβῶς ἐξετάζων . Γ πότεροι ταῖς ναυσὶ :
ὅτι μὴ ἐπεξῆλθε τῷ πλουσίῳ : ὃς τοὺς παῖδας αὐτοῦ βασανίζων ἀνεῖλε , φήμης προδοσίας περὶ αὐτῶν γενομένης : τὸ
4293559 σφιγγε
τούτῳ χρῆσαι : πρῶτον δὲ κατὰ λόγον , ὡς ἅμμα σφίγγε , εἶτα ἀνακλάσας ἔμβαλε καὶ σύνεχε καὶ μὴ δίδου
κατάπλαττε τοὺς τιτθοὺς , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶς σπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου σφίγγε τὸ στῆθος δεσμίδι : μετὰ δὲ τρεῖς ἡμέρας τὸ
4284446 οτου
. [ ] του ? δουλ [ ? [ ] οτου [ . . . . . . ] ντο
] ος ἀπὸ [ ] εται ? καὶ [ ] οτου ? λ ! ! ! ! [ ] ἡ
4269441 κατοχους
κονεῖν , ὡς εἴρηται , μηδὲ ἐνεργεῖν ποιοῦσαν καθυπνέας ] κατόχους ὄντας ὕπνῳ καταψύχουσι ] ψυχρά εἰσι τὰ δ '
ὡς ἐπὶ τῶν ἐνθουσιαστικῶν ἐπιρρημάτων ἐν τῷ εὖ εἶναι τοὺς κατόχους σημαινόντων , ἢ καὶ τὴν ῥηθεῖσαν παρ ' ἑτέρων
4267063 ἀμερσεν
, μαντιπόλου Φοίβοιο χολωσάμενος περὶ νίκης , καί οἱ φέγγος ἄμερσεν , ἀναιδέα φῦλα δ ' ἔπεμψεν ἁρπυίας , πτερόεντα
τ ' ἀμέρδει αὐχμηροὺς , τέκνων δὲ γονῆς ἢ πάμπαν ἄμερσεν , ἢ ἕνα τηλύγετόν περ ἐνὶ μεγάροισιν ἔδωκεν :
4262264 ἐγκοτως
, τὴν ἀνήνυτον καὶ ἀργαλεωτάτην ὠμότητα διεξελθόντες . οἷα οὖν ἐγκότως ἔχων καὶ βαρύμηνις ὢν ἄνθρωπος ἐν ἀμηχά - νοις
τῶν τῆς Ἰουδαίας , ἔχει δέ πως πρὸς τοὺς ἐγχωρίους ἐγκότως : πένης γὰρ ἀφιγμένος καὶ ἐξ ὧν νοσφίζεται καὶ
4251844 προορωντα
ἡ πόλις . ὀρθῶς δ ' ἔχει τὰς τειχοποιίας ποιεῖσθαι προορῶντα τοὺς τόπους : ἄλλη γὰρ ἄλλῃ ἁρμόττει , οἷον
αἰσθήσομαι : πολλὰ γάρ φασι καὶ ἵππον ἀνθρώπῳ τοῖς ὀφθαλμοῖς προορῶντα δηλοῦν , πολλὰ δὲ τοῖς ὠσὶν προακούοντα σημαίνειν .
4227484 ἀναμιμνῃσκων
τὴν τῶν μηδὲν ἀδικούντων εὐσέβειαν , ὑπὲρ δὲ τοῦ ἀποθανόντος ἀναμιμνῄσκων τὴν ποινὴν παραινῶ ὑμῖν , μὴ τὸν ἀναίτιον καταλαβόντας
, ἀλλ ' ὡς ἂν εἰς φῶς ἄγει καὶ μόνον ἀναμιμνῄσκων ἀνακαθαίρει δίκην τῶν ἐκματτόντων τὰς λήμας τὰς ἐπιπροσθούσας τοῖς
4213399 περιεστειλεν
διὰ τὸ γῆρας καὶ διὰ τὸ μέγεθος τῆς νόσου , περιέστειλεν αὐτὸν κηδεμονικῶς , καὶ τῶν νομιζομένων ἀξιώσας ὡσανεί τις
ἐθεράπευσεν ἐπιμελῶς , ἀτυχοῦντι συμπαρέμεινεν , ἀποθανόντα τε ἔθαψε , περιέστειλεν οἰκείως : ὅρα εἰς ταῦθ ' , ὅταν λυπῇ
4209922 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
4208000 ἐμπνευσαι
φύσει : καὶ ἀτεχνῶς , ὃ ἔφη Ὅμηρος , μένος ἐμπνεῦσαι ἐνίοις τῶν ἡρώων τὸν θεόν , τοῦτο ὁ Ἔρως
δὲ καὶ τὸν Πᾶνα θεὸν τοῦτον τὸν νόμιον , μεῖζον ἐμπνεῦσαι τῇ σύριγγι , ὅτε τὴν Ἀριάδνην Διόνυσος ἐν Κρητικοῖς
4175838 βουλομενη
σπουδάζειν αὐτὸν παρορμῶσα , ἢ τὰς καθ ' ἑαυτῆς ἀπολύσασθαι βουλομένη διαβολὰς ὑπὲρ τοῦ μηθενὸς ὧν ἔπραττεν ὁ ἀνὴρ μήτε
γὰρ ἡ ἐκ πτερῶν ῥιπίς : ἀπὸ τῶν φρυγίων σκύλων βουλομένη - συρράψαι ἐνδύματα πορφυρᾶ ὅπως ἐπὶ τὸν τάφον ἀναθῇ
4151596 ἀπωμοσατο
Ἥρας τῆς μὲν κόρης ἁψάμενος εἰς βοῦν μετεμόρφωσε λευκήν , ἀπωμόσατο δὲ ταύτῃ μὴ συνελθεῖν : διό φησιν Ἡσίοδος οὐκ
! τῷ : περσίη , ἧς τ ' ἕνεκεν πένθος ἀπωμόσατο , ἰωνίζοντος πολλάκις τοῦ Καλλιμάχου ὑπολαβόντος αὐτοῦ καὶ τ
4148600 ΔΓΚ
δείξομεν , καὶ γωνία ἡ ὑπὸ ΑΒΘ γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΔΓΚ ἐστιν ἴση , καὶ βάσις ἄρα ἡ ἀπὸ τοῦ
β ὀρθαὶ τξ . ἔστι δὲ καὶ ἡ μὲν ὑπὸ ΔΓΚ τῶν αὐτῶν ο , ἡ δὲ ὑπὸ ΛΓΚ ὀρθή
4143049 περισωζειν
ἐστιν αὐτοῖς αἰδὼς οὔτε λόγος ὅρκων : οὓς οὗτος ἀξιοῖ περισώζειν διὰ νέμεσιν θεῶν καὶ ἀνθρώπων φθόνον . ἐγὼ δ
δ ' ἐς Ῥώμην τοῦ Σύφακος , οἳ μὲν ἠξίουν περισώζειν ἄνδρα ἐν Ἰβηρίᾳ φίλον καὶ σύμμαχον αὑτοῖς γενόμενον ,
4127178 ἐμφανιζεσθαι
τὸν ὠκεανὸν εἰκάζει τὸ ῥοῶδες αὐτοῦ τὸ περὶ τὰς πλημμυρίδας ἐμφανίζεσθαι . τὸ μὲν οὖν πρῶτον εὖ , τὸ δὲ
σαφῶς αὑτὸς ὢν σημαίνεται ἐκ τοῦ καὶ ἐπὶ ἀθεότητι κωμῳδούμενον ἐμφανίζεσθαι καὶ διὰ τοῦ λόγου τοιοῦτον δείκνυσθαι . λέγει δ
4104183 ἀναπυνθανομενος
μὴ κατὰ πολλὴν σχολήν , συγγενόμενος καὶ παρὰ τῶν ἄλλων ἀναπυνθανόμενος ἔκ τε τῶν πολιτευμάτων αὐτῶν εἶχον θαυμάσας , οὐχ
ἐχεῖτο τῶν παρειῶν αὐτῆς , ἕως ὅτε τροφεὺς αὐτῆς πρεσβύτης ἀναπυνθανόμενος καὶ ἐπιγνοὺς τὸ πάθος , τῇ μὲν θαρρεῖν παρεκελεύσατο
4091074 ἀμυητους
πιθανόν τε καὶ πειστικὸν ὠνόμασε πίθον , τοὺς δὲ ἀνοήτους ἀμυήτους , τῶν δ ' ἀνοήτων τοῦτο τῆς ψυχῆς οὗ
ἵνα μὴ πολυλογῶμεν : οὐδὲ γὰρ πρὸς ἀμαθεῖς οὐδ ' ἀμυήτους ἐποιησάμην τοὺς λόγους . σκοπεῖν δὲ δεῖ καὶ τὰς
4081189 πολυφατος
οἰκίαν τοῦ Ἱέρωνος τὴν εὐδαίμονα : τὸ δὲ ὅθεν ὁ πολύφατος μέχρι τοῦ Κρόνου παῖδα , διὰ μέσου οὕτως :
: καυστικὸν ἢ λαμπρόν ἄεθλα : ἔπαθλα ἔλδεαι : ἐπιθυμεῖς πολύφατος : πολύφημος ἀφνειάν : πλουσίαν θεμιστεῖον : δίκαιον πολυμάλῳ
4073483 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
4020610 ἀορασια
, . * . . ? Ἀχλύς : σκοτία , ἀορασία , ἡ ἄγαν ἀλύουσα καὶ ἀποκρύπτουσα : παρὰ τὸ
. . . . Ἄϊδος κυνέην : νέφος τι καὶ ἀορασία : ἢ περιφραστικῶς τὴν περικεφαλαίαν : ἐν γὰρ αὐτῇ
4020432 κατεληλυθεναι
τοῖς ὁμοίοις τὰ ὅμοια γιγνώσκεσθαι , ὅπερ ἀπὸ Πυθαγόρου δοκοῦν κατεληλυθέναι κεῖται μὲν καὶ παρὰ Πλάτωνι ἐν τῷ Τιμαίῳ ,
τὴν Ἀχιλλέως ἀξίαν . ἡ δὲ Ἥρα φησὶ τοὺς θεοὺς κατεληλυθέναι , ὅπως μὴ πάθῃ τι ὑπὸ τῶν Τρώων ὁ
4010489 Ἰθακησιου
μὴ τοίνυν ἡμᾶς Ὅμηρος ἐκπληττέτω Φαιάκων τινῶν ἀναπλάττων φιλοξενίαν ἑνὸς Ἰθακησίου τετυχηκότος φιλανθρωπίας οὐδὲ πάντων ἀσμένως ὑποδεξαμένων τὸν ξένον :
δοκεῖ ὁ Μέτων ἄμεινον ὑποκρίνασθαι τὴν μανίαν τοῦ Ὀδυσσέως τοῦ Ἰθακησίου : ἐκεῖνον μὲν γὰρ ὁ Παλαμήδης κατεφώρασε , τοῦτον
4003255 διωχθεντα
τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
Μολιονιδῶν , ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
3996253 κοιμιζειν
τέτοκεν . Τὸν Μουσῶν τέττιγα Πόθος δήσας ἐπ ' ἀκάνθαις κοιμίζειν ἐθέλει πῦρ ὑπὸ πλευρὰ βαλών : ἡ δὲ πρὶν
ἀναβαλλόμενος . Πανόλβιος γὰρ τῶν ἄλλων ἐλαίῳ τὰς ἀλγηδόνας ἀξιούντων κοιμίζειν τέμνει μοι φλέβα , καὶ ῥᾴων μὲν εὐθὺς ἐγενόμην
3970364 ἀφετους
καὶ τοῦ παλαιοῦ τῶν φρενῶν κατασπέρματος , ἢ παρὰ τὸ ἀφετοὺς εἶναι τοὺς κατεχομένους ἐξ αὐτῆς . Λαῦρα , ἡ
καὶ τοῦ παλαιοῦ τῶν φρενῶν κατασπέρματος , ἢ παρὰ τὸ ἀφετοὺς εἶναι τοὺς κατεχομένους ἐξ αὐτῆς . Λαῦρα , ἡ
3948253 τεθριππου
ἱερὸν ἢ πόλιν προσιέναι μέλλοι , τοὺς ἵππους ἀπὸ τοῦ τεθρίππου λύων ὑπεζεύγνυεν ἀντὶ τούτων κατὰ τέτταρας τούς τε βασιλεῖς
θεμέλια . τελευτήσαντος δὲ αὐτοῦ διὰ τὴν ὀχουμένην ἐπὶ τοῦ τεθρίππου σκηνὴν ἕκαστος ὑπελάμβανε τετελέσθαι τὸν χρησμόν . Καὶ περὶ
3946803 ἐπηυξατο
: ταῦρον γὰρ οὐκ ἔσφαξεν ? [ ὅν γ ' ἐπηύξατο ] ἐλθόντα θύσειν φάσμα [ ποντίωι ] [ θεῶι
μὴ τῆς μηρίνθου , καὶ ταύτην διακόψαι , ἐπειδὴ μὴ ἐπηύξατο τῷ Ἀπόλλωνι : Μηριόνην δέ , ἄνδρα οὐ τοξικόν
3943642 χιμεθλα
τοὺς παῖδας , ὁπόταν ὑπὸ χειμῶνος ῥήξεις τινὰς ὑπομείνωσιν ἢ χίμεθλα ἐπώδυνα , τὴν βοτάνην αὐτοὺς τότε διαφορεῖν ταύτην .
γλαῦκα καὶ μαθήσῃ . ἡ δὲ τῆς χολῆς μίξις καταπλασσομένη χίμεθλα ἰᾶται . Θρίσσα ἰχθύς ἐστι θαλάσσιος μικρός . αὕτη
3943374 φθαρεισαν
ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς
! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [
3941160 ἀλειψῃς
δὲ τὰς ἐν τοῖς ῥόδοις εὑρισκομένας κάμπας ἐν ἐλαίῳ ἑψήσας ἀλείψῃς τὰ δρέπανα , οὔτε ἀπ ' ἄλλου ζώου ,
κακόν τι γεγονὸς βουλομένων συντόμως δηλῶσαι . Ἑρμῆν μήτ ' ἀλείψῃς μήτ ' ἀπαλείψῃς : ἐπὶ τῶν διὰ προσποιητῆς χάριτος
3939364 κωμωιδιαν
νὴ τοὺϲ θεούϲ , ἐπὰν ] θεωρῶν [ ] τυγχάνω κωμωιδίαν ὅπου ] ? ? ? [ μάγειρόϲ ] ἐϲτιν
πρὸϲ αὐτοῦ νέον ἀρχομένου ] [ ] γράφειν [ ] κωμωιδίαν καὶ ταῦτα ] αὐτῶν οντοειν ! [ ! !
3929475 ἀνθρωπουϲ
αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ
μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ
3922481 ἐλεησαντων
τάφῳ : εἶτα τῶν θεῶν , φασί , τὸ πάθος ἐλεησάντων , ἀνῆκεν ἐκ τοῦ αἵματος τῆς ῥοιᾶς τὸ δένδρον
χλαίνης ἐρύων , ἄλλον δὲ χιτῶνος : τῶν δ ' ἐλεησάντων κοτύλην τις τυτθὸν ἔπεσχεν , χείλεα μέν τ '
3905879 διδαχθῃ
παρέσχεν τοιᾶσδε ] τοιαύτης σφε ] αὐτόν δίκην ] τιμωρίαν διδαχθῇ ] ἤγουν μάθῃ τυραννίδα ] τὴν ἐξουσίαν στέργειν ]
τῇ σοφίῃ καὶ ἐν τῇ τέχνῃ : πρόσθε μὲν ἢ διδαχθῇ , ἐς τὸ ἀρχὴν λαβεῖν ἡ φύσις κατεῤῥύη καὶ
3901293 παρωσαμενος
, ἀλλὰ δὴ καὶ τῆς ἰδίας ἀσφαλείας , ὁ δὲ παρωσάμενος τήν τε γυναῖκα καὶ τοὺς παῖδας ἀδίκως ἐγκρατὴς γίνεται
ἐμφαίνεται καὶ κηδεμονικὸν τοῦ θεοῦ . αὐτὸς δὲ ὁ Λάϊος παρωσάμενος τὰς τοῦ θεοῦ ἐντολὰς , ὑπὸ τῶν αὐτοῦ φίλων
3899997 κοσμησαντας
, ἐκ διαστημάτων αὐτοῖς χρυσὸν περιχέαντας , οἱονεὶ ψελίοις τισὶ κοσμήσαντας βραχίονα ὡραῖον ἀγάλματος . καί φασι νόσων ἀφύκτων ἀμαθῆ
, εἰς ᾠδάς τε καὶ τὴν ἄλλην ποίησιν θεῖναι , κοσμήσαντας ἀξίως τῶν πραξάντων , λέγω δὴ τὰ τούτων ἔργα
3885783 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
3885208 Θεσσαλης
] κυανέαις καὶ ἔσβεσαν ἀκάματον [ ] πῦρ . Φιλίννης Θεσσαλῆς ? [ ] ἐπαοιδὴ πρὸς [ ] κεφαλῆς πόνον
λέγεται καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων ἀρετῶν : Φίλιππος γὰρ ἤρα Θεσσαλῆς γυναικὸς αἰτίαν ἐχούσης καταφαρμακεύειν αὐτόν : ἐσπούδασεν οὖν ἡ
3883008 Πυῤῥου
τὸν σοφὸν εἰς τελείωσιν ἐμβαλεῖν ⋮ Ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ τοῦ Πύῤῥου παιδὸς σκηνῇ χελιδὼν νεοττεύουσα εἶτα μέντοι ἀτελῆ τὴν πρᾶξιν
, οἷον , λόγος : ἄλλοι δέ φασιν ἀπὸ τοῦ Πύῤῥου τοῦ Ἀχιλλέως υἱοῦ , ὃς πρῶτος ἐκ τοῦ δορείου
3877271 πειρωμενην
δεικνύει καὶ πόνον ἕτερον καὶ δαπάνην ἄλλην καὶ προθυμίαν πολλὴν πειρωμένην νικῆσαι τὰ τρία ; τίς γὰρ οἴσει τὰ γενησόμενα
δὲ στασιάζειν περὶ πρωτείων , τὴν δὲ ἑτέραν αὐτῶν τὴν πειρωμένην πάντα περιλαμβάνειν ταῖς οἰκείαις ἐπιβολαῖς μικροῦ καὶ ἀνώνυμον ἀποφαίνει
3868350 εὐθυνην
καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν τι παρὰ δίκην ἐργάσηται κρατεῖ ] ἄρχει
ὑπεύθυνος : ἤγουν ὑπ ' ἄλλου ἐξουσιαζόμενος καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν
3864866 κατεπληττεν
πλάσμα , ὡς ἂν τὸν Ἀλέξανδρον , ἐπειδὴ τῶν φαινομένων κατέπληττεν οὐδέν , ἀφανεῖς φόβους ἀναπλάττοντες καταπλήξωσι . Τότε γὰρ
μὲν ὄντα Τυφῶνα ἔβαλλε κεραυνοῖς , πλησίον δὲ γενόμενον ἀδαμαντίνῃ κατέπληττεν ἅρπῃ , καὶ φεύγοντα ἄχρι τοῦ Κασίου ὄρους συνεδίωξε
3864538 κεχορηγημενα
δείξαντα τοῖς ἐλθοῦσι τὰ ἔνδον τῇ τε ἄλλῃ κατασκευῇ φαύλως κεχορηγημένα καὶ δὴ καὶ τῶν εἰς ἑστίασιν ὀχλικὴν ἐπιτηδείων ἄπορα
τευθίδας καὶ τῶν πετραίων ἰχθύων τῶν ποικίλων , ἐμβαμματίοις γλαφυροῖσι κεχορηγημένα : ὁ γὰρ τοιοῦτός ἐστιν οὐ δειπνητικός , πρὸς
3863186 εὐχρηματιστος
, ὕστερον δὲ αὐτῶν περιέσται καὶ κύριος ἔσται κτημάτων καὶ εὐχρημάτιστος ὑπὸ θεῶν καὶ ὑπὸ γυναικῶν εὐνοηθήσεται , σινωθήσεται δὲ
καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις , γνωστὸς ἐν τόποις πολλοῖς , εὐχρημάτιστος , ἀκαταστατήσει δὲ κατὰ τὴν γυναῖκα καὶ λήψεται προειλκυσμένην
3848958 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
3836617 τοιῃδ
πτερόεντ ' ἀγόρευον : οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν : αἰνῶς
τὰ τοῦ Ὁμήρου ἔπη Οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν , ὥσπερ
3828205 φυσαντας
ἡ πατρὶς ἀρχὴ γενέσεως ὡς ὑποδεξαμένη καὶ ἡμᾶς καὶ τοὺς φύσαντας καὶ ἰδιοτροπίαν ἠθῶν χαριζομένη , εἴ γε καὶ ἡμεῖς
παῖς οὑμὸς ἢ γνοὺς ἤ τινος μαθὼν πάρα ἔστειχε τοὺς φύσαντας ἐκμαθεῖν θέλων πρὸς δῶμα Φοίβου , Λάιός θ '
3825006 διεστραμμενους
τῇ δὲ ἑτέρᾳ μέλανα ἔχει παῖδα καθεύδοντι ἐοικότα , ἀμφοτέρους διεστραμμένους τοὺς πόδας . δηλοῖ μὲν δὴ καὶ τὰ ἐπιγράμματα
καὶ τῷ στόματι , καὶ μόλις πορεύεσθαι πάνυ γελοίους καὶ διεστραμμένους . οὕτως οὖν καὶ κατὰ τὸν βίον πορεύεσθαί τινας
3820619 ἐταχθην
σπουδῇ ἦλθον πρὸς σὲ λιποῦσα τὰς δεσποσύνους σκηνὰς , ὅπου ἐτάχθην φυλάττειν ἀπελαθεῖσα καὶ ἐκβληθεῖσα ἀπὸ τῆς Τροίας ἐκ τοῦ
τοῦ ῥυθμίζειν ἀπὸ τῶν χορδῶν . . οὕτως ἢ ἐνταῦθα ἐτάχθην . Ζηνὸς ] ὑπὸ τοῦ Διός . δυσκλεὴς ]
3820084 αὐξηθεισαν
οὐχὶ δικαίως ἐν Λήμνῳ κατέλιπον , οὗτοι δὲ δέκα ἔτεσιν αὐξηθεῖσαν ἰάσαντο . καὶ γίγνεται Φιλοκτήτης τε ἐνεργὸς τοῖς Ἀχαιοῖς
ὑπὸ ] ταῖς Νύμφαις δοθῆναι παρὰ τοῦ Διὸς τρέφεσθαι . αὐξηθεῖσαν δὲ κλέψαι τὸ τῆς Ἥρας μύρον , ᾧ τὸ
3817631 προπαροξυνθηναι
πρὸ τριῶν συλλαβῶν ; Διατί δὲ μακρᾶς οὔσης οὐ δύναται προπαροξυνθῆναι λέξις ; Καὶ λέγομεν , ὅτι ἡ μακρὰ φορτίου
ὀνόματι τὸ ο εἰς ω τρέπουσιν αὐτό , κἂν φθάσῃ προπαροξυνθῆναι ἡ εὐθεῖα πᾶσα πτῶσις προπαροξύνεται . τῷ Μενέλεῳ :
3815848 παιδοποιϊαν
ὑπερβάλλειν εὐτυχίᾳ τοὺς γεννήσαντας . ὅσοι μὲν γὰρ τῶν κατὰ παιδοποιΐαν μόχθων ἐκτός εἰσιν , εἴτε καλὸν εἴτε λυπηρὸν οἱ
ἀρχὴν ἐξαλείφειν οἴεται τέλει χείρονι , παιδοκτονίᾳ προπετεῖ τὴν ἄβουλον παιδοποιΐαν ἀρνουμένη . εἰ δὲ βούλει , τὸν Ἀγαμέμνονα θέασαι
3791037 ἁλτηρας
. Ἀγών τε ἐν τοῖς ἀναθήμασίν ἐστι τοῖς Μικύθου φέρων ἁλτῆρας , οἱ δὲ ἁλτῆρες οὗτοι παρέχονται σχῆμα τοιόνδε :
ἐν τῇ χειρὶ ὄγκον καὶ ὥσπερ ὁ πένταθλος πρὸς τοὺς ἁλτῆρας καὶ τοὺς καρπούς . Διὸ ὁ μὲν μεῖζον ἅλλεται
3789033 ὑποκαιειν
αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο
3776755 ἐξαγω
' , ὥστε μή σε νουθετεῖν , ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην : ἀλλ ' ὁ νόμος αὐτὰ τῶι χρόνωι
μὴ ἀμνήμονες ὄντες . περὶ δὲ τῶν θεραπευόντων ἐμαυτὸν οὕτως ἐξάγω : Δημητρίῳ μὲν ἐλευθέρῳ πάλαι ὄντι ἀφίημι τὰ λύτρα
3765296 προσεδραμεν
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
3764764 Μαμβρη
τοῦ θεοῦ κατῆλθεν πρὸς τὸν Ἁβραὰμ ἐπὶ τὴν δρῦν τὴν Μαμβρῆ , καὶ εὗρεν τὸν δίκαιον Ἁβραὰμ ἐπὶ τὴν χώραν
ἐν τῇ γῇ τῆς ἐπαγγελίας , ἐν τῇ δρυῒ τῇ Μαμβρῆ , τήν τε τιμίαν αὐτοῦ ψυχὴν ὠψίκευον οἱ ἄγγελοι
3756707 διαλλαττεται
προϊὼν ἥξει . θυμοῦται μὲν γὰρ ὑπὸ τῶν πραγμάτων , διαλλάττεται δὲ ὑπὸ τῆς φύσεως . ἐκεῖνον μὲν οὖν οὐκ
ἢ ὅτι ἑκάστοτε δι ' ἔχθρας ἀλλήλοις ὄντα οὐδέποτε πιστῶς διαλλάττεται . Σύλλου φιλία καὶ Μετέλλου τοῦ Πίου : ἐπὶ
3755930 κατατραγειν
ἔχουσι , καὶ τοὺς κλάδους δὲ διακόπτουσιν , οὐδὲ ἐκείνους κατατραγεῖν ἀδυνατοῦντες . οὐκοῦν ἀμυνούμενοι οἱ Κάσπιοι τὴν ἐκ τῶν
εὐνοίας οὐκ ἔχοντα τὴν ὑπόθεσιν : ἐκ γάρ τοι τοῦ κατατραγεῖν τὴν σάρκα φιλεῖν τὸ βρέφος ἡ μήτηρ ἰσχυρῶς ἄρχεται
3755742 μεταμφιασασθαι
παράδοξον ἐπισημαινομένων , τὴν μὲν Ἡραΐδα φασὶν ἀποκαλυφθείσης τῆς αἰσχύνης μεταμφιάσασθαι τὸν γυναικεῖον κόσμον εἰς νεανίσκου διάθεσιν , τοὺς δὲ
εἴτου βούλεται τυγχάνειν : τὸν δὲ συναπᾶραι μέχρι τέλους καὶ μεταμφιάσασθαι καὶ μεταθέσθαι τὴν δίαιταν συνόντα τῷ βασιλεῖ : ἐπιτιμώμενον
3751525 ἀπατηθεντα
γὰρ Σωκράτην τε διὰ φιλανθρωπίαν ἑταίρᾳ χορηγῆσαι τροφὴν καὶ Ἀριστείδην ἀπατηθέντα πρᾶξαί τι ἄδικον . [ , ] ἕβδομον τὸ
καὶ αἱ φαλαρίδες καὶ πλεῖστα ἕτερα τῶν ἀμφιβίων ὀρνίθων , ἀπατηθέντα τροφῇ : πρὸς γὰρ τοῖς τῶν λιμνῶν ἢ τῶν
3749685 μνησθεντος
Θήβαισι ? [ ] ταῖς ἑπταστόμοις [ Ζηνὸς ? βέλει μνησθέντος ? ? [ ] α ? [ ! !
Μίλητον , προστιθεὶς ὡς ἄμεινον ποιεῖ τοῦτο τοῦ Ὁμήρου μηδὲν μνησθέντος τῆς πατρίδος . εἶτ ' ἐπὶ τέλει τοῦ φροιμίου
3749084 κλαπεις
μέγαν . * ἐν τῷ : * * τῇ . κλαπείς , ἤτοι ἐκ παίδων εἰς ἄνδρας ἐλθών . *
γράφεται δὲ ” κεκλαμμένον “ δωρικῶς ἀπὸ μετοχῆς τῆς ” κλαπείς “ , ὡς ” τραφείς “ . ὥσπερ οὖν
3738642 πολυμητιν
ποιητὴς περὶ ἀρετῆς γένηται , ἐμὲ μὲν ποιήσει πολύτλαντα καὶ πολύμητιν καὶ πολυμήχανον καὶ πτολίπορθον καὶ μόνον τὴν Τροίαν ἑλόντα
καίτοι οὔτε τὰς Ὁμήρου Σειρῆνας ἔφην μιμεῖσθαι , αἳ τὸν πολύμητιν ἔθελξαν Ὀδυσσέα γλυκεῖάν τε καὶ ἄμαχον ἁρμονίαν αὐτοῦ καταχέουσαι
3734479 γυμνοσοφιστας
κατακαίουσι τοῖς θεοῖς αὐτῶν ” : Ἰνδῶν δὲ | τοὺς γυμνοσοφιστὰς ἄχρι νῦν , ἐπειδὰν ἄρχηται καταλαμβάνειν ἡ μακρὰ καὶ
Μάγους , παρὰ δὲ Βαβυλωνίοις ἢ Ἀσσυρίοις Χαλδαίους , καὶ γυμνοσοφιστὰς παρ ' Ἰνδοῖς , παρά τε Κελτοῖς καὶ Γαλάταις
3732898 κυλιειν
καὶ ἐντιθεμένη . δεῖ δὲ τὸ ἐλλύχνιον βάψαντα ψυχρῷ ὕδατι κυλίειν ἐν τῇ χαλκίτιδι . ϲτέλλει καὶ λυϲιμαχίου πόαϲ ὁ
φοβεῖσθαι τὸν σίδηρον οὐκέτι δυναμένους τρωθῆναι , τινὰς δὲ πέτρον κυλίειν , τῶν σωμάτων πάλαι κατακεκαυμένων , ἄλλους δὲ δικάζειν
3728245 ἐγκρατεστατος
πρὸς τοῖς εἰρημένοις πρῶτον μὲν ἀφροδισίων καὶ γαστρὸς πάντων ἀνθρώπων ἐγκρατέστατος ἦν , εἶτα πρὸς χειμῶνα καὶ θέρος καὶ πάντας
περίδρομον . εἶτα ὅστις ἂν ᾖ τῶν παρόντων ἐμπειρότατος καὶ ἐγκρατέστατος προσελθόντα ἐκ τοῦ πρόσθεν τῷ προβολίῳ παίειν . ἐὰν
3725598 ἀπαλεξειν
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
: βούλημα δὲ καὶ σκοπὸν ἔχουσιν αἱ τῆς Θέμιδος θυγατέρες ἀπαλεξεῖν τὴν ὕβριν τὴν τοῦ κόρου μητέρα τὴν θρασεῖαν .
3720654 ἀνηρπαστο
οἴκοθεν ἡ προδοσία : καὶ ὁ μὲν οὕτως ἐξ ἀμφοτέρων ἀνήρπαστο : ἡ γυνὴ δ ' ἤκουεν εὐαγγέλια τοῦ φόνου
τινὰ μιμησάμενοι ναυτικήν . καὶ τὸ μὲν Ἐρετριέων γένος οὕτως ἀνήρπαστο ὡσπερεὶ παρ ' ἄλλου τινὸς τῶν κρειττόνων ἁρπασθὲν ,
3706740 ἀποκομισθηναι
λαβεῖν , ἐπυνθάνετο τῶν πολιτῶν τίνας δὴ βούλοιντο τῶν ἰχθύων ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς , καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον , Γλαῦκος
ἑώρων , ἀποκομίσαι τε τοῦτον ἐν ταῖς ὁλκάσι καὶ αὐτοὶ ἀποκομισθῆναι σῶς , καίτοι τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου πολλὰ παρακαλοῦντος αὐτοὺς
3705748 ἀληθεες
ὄμμα φαεινὸν ὑπὲρ βιότοιο χέουσαν , ἔνθα γάμοι κεδνοὶ καὶ ἀληθέες , ἔνθα μιγεῖσα θεσπεσίοις ἐπέεσσι νοήματα φάεα τίκτει .
εἰς εις εὐθείας τῶν πληθυντικῶν εἰς εες μεταβάλλουσιν , ἀληθεῖς ἀληθέες : ἔτι καὶ τὰς ἀπὸ τῶν εἰς υς εὐθειῶν
3695696 συστρατευοντας
τοῦτο δ ' ἐποίησαν οἱ περὶ τὸν Λεωτυχίδην νομίζοντες τοὺς συστρατεύοντας τοῖς βαρβάροις Ἕλληνας ἀποστήσειν Περσῶν καὶ ταραχὴν ἔσεσθαι πολλὴν
Ἀντιόπην ἔχοντα διατρῖψαι περὶ τούτους τοὺς τόπους : τυγχάνειν δὲ συστρατεύοντας αὐτῷ τρεῖς νεανίσκους ἐξ Ἀθηνῶν , ἀδελφοὺς ἀλλήλων ,
3682289 διαστειλον
ἐμοῦ διάρτασον . . . Δ . : διάρτασον : διάστειλον . . . . . , . . .
αὐτὸν τῇ χαλκευτικῇ φύσῃ καὶ , ὅταν τοῦτο ποιήσῃς , διάστειλον αὐτὴν , ἕως οὗ θεάσῃ πᾶσαν πληρωθεῖσαν πνεύματος ,
3675201 ἐσφοιταν
δίκῃ , τοσοῦτον αὐτοῖς ἐπιμηνίσαντες , ὅσον ἐτόλμησαν καὶ ἱερὰ ἐσφοιτᾶν μὴ καθαροὶ ὄντες . ” καὶ ἅμα ἐς τὸν
τοῦ φίλου . Ἀληθῆ λέγεις : οὐδὲ γὰρ θηρίῳ συγχωρεῖ ἐσφοιτᾶν οὐδενί , οὐδὲ ὄφις ἐνταῦθα , οὐδὲ φαλάγγιον ,
3672244 καθιστης
ἕξεις δεικνύναι , οὐκ ἐξὸν γέγραφας : κληρονόμον γάρ σε καθίστης ' ὁ νόμος τῆς ἀτιμίας τῆς τοῦ πατρός ,
βίον . οἴμοι , πικρὰν κλήρωσιν αἵρεσίν τέ μοι βίου καθίστης : καὶ λαχοῦσά γ ' ἀθλία καὶ μὴ λαχοῦσα
3672090 ἐκφυσαι
ὡς διὰ τὸ μὴ τρίβεσθαι πρὸς ἕτερον σῶμα καὶ τρίχας ἐκφῦσαι . Ἔδοξέ τις λέγειν αὐτῷ τινα θῦσον τῷ Ἀσκληπιῷ
ἀφικέσθαι τελευτήσαντος : πάλιν πέφυκεν ὁ ἄνθρωπος περὶ εἰκοστὸν ἔτος ἐκφῦσαι γένειον , καὶ συμβαίνει πρὶν εἰς τοῦτο ἱκέσθαι τελευτῆσαι
3671129 ῥιψασαν
πεπραγμένην αἰσχύνην , οὓς κληθῆναι προσηῴους δαίμονας : Ἁλίαν δὲ ῥίψασαν ἑαυτὴν εἰς τὴν θάλατταν Λευκοθέαν ὀνομασθῆναι καὶ τιμῆς ἀθανάτου
καταλαμβανομένην , σωτηρίαν ἐπισπάσασθαι ἑαυτῇ τε καὶ τῷ υἱεῖ , ῥίψασαν ἑαυτὴν εἰς τὴν θάλασσαν , καὶ τυχεῖν ἐκ τῶν
3669172 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
3664761 σεβοντας
προειρημένων νοημάτων λαβεῖν , ἐξαιρέτως δὲ ἐπὶ τοῦ τοὺς μὲν σέβοντας τιμῶ , τοὺς δὲ βλασφημοῦντας με σφάλλω : τοῦτο
ὡς ἐναντίους τοῖς ἀθέοις ἔθετο : ἐνταῦθα δὲ ὅρα τὸ σέβοντας , νῦν μὲν λεχθὲν ἐνεργητικῶς , παρὰ δὲ τοῖς
3664091 Τρισμεγιστος
τινα ἴσως αἰτίαν εἵλοντο Σιβύλλαι προσαγορεύεσθαι , ὥσπερ δὴ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς λέγεται πλεονάκις ἐπιδημήσας τῇ Αἰγύπτῳ ἑαυτοῦ ἀνεμνῆσθαι καὶ
καὶ ἐπὶ πάσης προθέσεως τοῦτο πραγματεύσῃ . Παρέθετο δὲ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς ἐν τῇ περὶ κλιμακτήρων πραγματείᾳ λέγων οὕτως :
3661701 μανιαν
μετὰ ταύτης καταφλεχθεὶς ἐτελεύτησεν . τῶν δὲ παρόντων οἱ μὲν μανίαν αὐτοῦ κατέγνωσαν , οἱ δὲ κενοδοξίαν ἐπὶ καρτερίᾳ ,
ὃς στρατιώτης ὢν Ἀθηναῖος προσεποιεῖτο πρὸς τοῖς ἄλλοις κακοῖς καὶ μανίαν , εἰδὼς ὅτι μισεῖται παρὰ τῶν πολιτῶν . διὸ
3648113 διαρπαζοντας
, ἀνέστρεφεν ὀπίσω τὴν αὐτὴν αὖθις ὁδὸν ἐς Συρακούσας , διαρπάζοντας δὲ ἔτι εὑρὼν τὸ Ἀθηναίων στρατόπεδον καταβάλλει τε ὅσον
ἄλλων φθορᾶς ἀπόλωλεν οὐκ ἐγίνωσκον , ἑώρων δὲ τὴν σκηνὴν διαρπάζοντας ἐνόπλους πολεμίους ἄνδρας , ἀγνοοῦντας μὲν τὰς ἡλωκυίας ,

Back