, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
5672563 Χλεατ
ταῦτα λέγων οὐκ ἔπειθε , τὰς δυνάμεις ἀναλαβὼν πρὸς τὸ Χλέατ ἠπείγετο : πόλις δὲ τὸ Χλέατ ὑπὸ τοὺς Τούρκους
τὰς ἐκδρομὰς ποιούμενοι , ἀλλ ' ἐκ τῶν ἐνοικούντων τῷ Χλέατ , ᾔτει συγχωρηθῆναί οἱ τοῦ χάρακος ἐξελθεῖν καὶ τὸν
5493628 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
5459390 παραῤῥεοντος
μέχρις οὗ πρὸς τὴν ἀλέαν ἀντέχειν μὴ δυνάμενος ἀποδυσάμενος ποταμοῦ παραῤῥέοντος ἐπὶ λουτρὸν ἀπῄει . ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι
ὅπως . . . . . δε παρατυχὼν ἐκ τοῦ παραῤῥέοντος νάματος πλήσας ἄμφω τὼ χεῖρε φέρει κατὰ τῆς ἁλουργίδος
5414926 αἰθοπος
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα
5404019 Πινδαρε
ἡγεῖσθαί τε καὶ ἄρχειν . καίτοι τοῦτό γε , ὦ Πίνδαρε σοφώτατε , σχεδὸν οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην
Δώριος , Φρύγιος , Λύδιος . ἀναλάμβανε δέ , ὦ Πίνδαρε , τὴν Δωρίαν φόρμιγγα καὶ ὕμνει τὸν Φερένικον ἵππον
5334582 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
5281800 ἐπικατασφαξαι
δὲ αὐτοῦ ταῖς ἵπποις Παρθενίαν τε εἶναι καὶ ἘρίφανΟἰνόμαον δὲ ἐπικατασφάξαι μὲν τὰς ἵππους τῷ Μάρμακι , μεταδοῦναι μέντοι καὶ
καὶ παρεκάλει τὸν βασιλέα μὴ φείσασθαι , τὴν ταχίστην δὲ ἐπικατασφάξαι τῷ τοῦ τετελευτηκότος τάφῳ . ὁ δὲ Κροῖσος τὴν
5218084 διωλεσε
, ἣ ἐκείνου πᾶσαν τὴν οἰκίαν ἐλυμήνατο καὶ χρήματα πολλὰ διώλεσε καὶ αὐτὸν τοῖς οἰκειοτάτοις εἰς διαφορὰν κατέστησεν . Ὅθεν
ὄλεθρον ἕρδει . καὶ συνεκλύσθη πόρος Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης καὶ στρατὸν διώλεσε . * * κράτιστε Μωσῆ , πρόσσχες , οἷον
5215478 ἐξενιτευσε
μειζόνων φιλίας ἀρρενικῶν τε καὶ θηλυκῶν . τῷ λαʹ ἔτει ἐξενίτευσε καὶ ἐπὶ τῆς ξένης ἡδέως μὲν καὶ ἐπωφελῶς κατ
, κλίμα αʹ . τῷ ιηʹ ἔτει σὺν ἐπισήμῳ γυναικὶ ἐξενίτευσε διὰ φιλίαν καὶ δόξαν καὶ πρὸς ἄλλην συνήθειαν καὶ
5212886 προσεδραμεν
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
5193865 λυγρας
ἀνδρὶ πρὸς τὸ Τρωϊκὸν πόλισμα , πρῶτον μὲν νόσου παύσῃ λυγρᾶς , ἀρετῇ τε πρῶτος ἐκκριθεὶς στρατεύματος , Πάριν μέν
ὁ ἀπὸ τῶν κρειττόνων χωρισμὸς ἄγει , ὃν διὰ τῆς λυγρᾶς μοίρας ᾐνίξατο τῆς ποιούσης ἡμᾶς ἔξω θείου χοροῦ :
5171662 τροποιϲ
ἐπιγονατίδοϲ ἐκϲτῆναι κωλύεται . τοῖϲ αὐτοῖϲ οὖν τῆϲ κατατάϲεωϲ χρώμενοι τρόποιϲ , ποτὲ μὲν διὰ τῶν χειρῶν μόνον , ποτὲ
ἀγαθὸν εἶναι τὸν θεόν . ἀλλ ' οἱ γενόμενοι τοῖϲ τρόποιϲ αὐτοὶ κακοί : πολλὴν δ ' ἐπιπλοκὴν τοῦ βίου
5167510 Δαρειογενης
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων
5163610 Βαττ
φωνῆς : ἐπειρωτῶντι δέ οἱ χρᾷ ἡ Πυθίη τάδε : Βάττ ' , ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε
, καὶ τὸν χρησμὸν ἄνω καὶ κάτω θρυλλοῦσι τὸν , Βάττ ' ἐπὶ φωνὴν ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος
5162032 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
5160547 διωχθεντα
τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
Μολιονιδῶν , ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
5142277 ταξιαρχῳ
ἐπιμελείας ἐκάλεσε ταύτην τὴν τάξιν ἐπὶ τὸ δεῖπνον σὺν τῷ ταξιάρχῳ . Παρὼν δέ τις ἐπὶ τῷ δείπνῳ κεκλημένος ἄλλος
τοὺς ὑπηκόους τὴν αὐτὴν τεταγμένους τάξιν καὶ ὁμοίως εὐαρεστοῦντας τῷ ταξιάρχῳ τῆς ἴσης ἀποδοχῆς καὶ τιμῆς μεταλαμβάνειν . δεύτερον δέ
5128545 θαρρουντι
ἱκανὸς εἶναι παρὰ τοιούτοις ἀνδράσι δοκιμασθείην . Τὸ δὲ σύνταγμα θαρροῦντί μοι λοιπὸν εἰπεῖν ὡς στρατηγῶν τε ἀγαθῶν ἄσκησις ἔσται
ἱκανὸς εἶναι παρὰ τοιούτοις ἀνδράσι δοκιμασθείην . Τὸ δὲ σύνταγμα θαρροῦντί μοι λοιπὸν εἰπεῖν ὡς στρατηγῶν τε ἀγαθῶν ἄσκησις ἔσται
5126532 δουριον
Ἐπειοῦ ἔστη ὑπὲρ κεφαλῆς ἐν ὀνείρατι καί μιν ἀνώγει τεῦξαι δούριον ἵππον : ἔφη δέ οἱ ἐγκονέοντι αὐτὴ συγκαμέειν ,
τὰς ἱστορίας . ἱπποτέκτων : ὁ Πανοπέως υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ
5093872 ἐπο
! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον
! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [
5089060 ἐλευθερουτε
, ἥτις ἦν ταῦτα : ἔλθετε , ὦ Ἕλληνες , ἐλευθεροῦτε ἀπὸ τῶν βαρβάρων τὴν πατρίδα ἡμῶν καὶ τὰς γυναῖκας
κλύειν πολλὴν βοήν : Ὦ παῖδες Ἑλλήνων , ἴτε , ἐλευθεροῦτε πατρίδ ' , ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας , γυναῖκας ,
5082106 πληγῃς
μοι . Ποῖος στρατιώτης γέγονας , ἵνα παρεμβολὴν βαλὼν σὺ πληγῇς ; περικυκλεῖς ψευδῆ λόγον . τὸν αὐτὸν ἡμεῖς εἴχομεν
χερσὶν ἀμφήκη πυρόεντ ' αἰειζώοντα κεραυνόν : τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ ' ἔργα βέβηκεν , ᾧ σὺ κατευθύνεις
5077225 γηθησαι
καθόλου : ὡς Ὅμηρος [ Α ] : ἦ κεν γηθήσαι Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες ἄλλοι τε Τρῶες : κατὰ
ἡμῖν ἀσύμφορα . ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ : ἦ κεν γηθήσαι Πρίαμος Πριάμοιό τε παῖδες : καὶ πάλιν ἡμεῖς ἐροῦμεν
5065583 Μινωϊ
κατ ' ἐκεῖνον δὲ τὸν τῆς θεραπείας καιρὸν ἠκολούθει τῷ Μίνωϊ νεανίας εὐειδὴς , ὄνομα Ταῦρος , οὗ Πασιφάη ἔρωτι
δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα δοτικὴ
5019966 ἐκκλεψαι
' , ὡς ἐλπίζομεν , εἰ τήνδε πως δυναίμεθ ' ἐκκλέψαι χθονός , φρουρεῖν θ ' ὅπως ἂν εἰς ἓν
ὁ μὲν φεύγει λαθών ] , ὁ δ ' ἐκεῖνον ἐκκλέψαι δοκῶν δεῖται διὰ ] τοῦτο , καὶ γέγονεν ἑκκαίδεκα
5013198 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
5006189 καθιδρυσιν
φέροντες μηδὲ οὗτοι τὴν ἐπὶ τοῦ βασιλείου θρόνου τοῦ Βοτανειάτου καθίδρυσιν , ἅτε καὶ τοῦτον σὺν ἑαυτοῖς ἀποστάτην κατὰ τοῦ
' ἀέρος ὑπερπετασθῆναι πολλὰ μέρη τῆς οἰκουμένης , καὶ πρὸς καθίδρυσιν ἑαυτῆς καὶ τιμὰς αἰωνίους ἐκλελέχθαι τὸν εὐσεβέστατον ἁπάντων τῶν
4997486 ἐτοϲ
. παύονται δὲ τῶν καθάρϲεων αἱ μὲν περὶ τὸ πεντηκοϲτὸν ἔτοϲ , ϲπάνιαι δὲ μέχρι τῶν ἑξήκοντα , ἐνίαιϲ δὲ
ἡ παροῦϲα ὥρα τοῦ ἔτουϲ , ποταπὸν δὲ τὸ ϲύμπαν ἔτοϲ : ἐντεῦθεν γὰρ τὰϲ διαίταϲ εὑρήϲειϲ ποιεῖϲθαι κάλλιϲτα ,
4990524 ὑποκαιειν
αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο
4986088 διαστειλον
ἐμοῦ διάρτασον . . . Δ . : διάρτασον : διάστειλον . . . . . , . . .
αὐτὸν τῇ χαλκευτικῇ φύσῃ καὶ , ὅταν τοῦτο ποιήσῃς , διάστειλον αὐτὴν , ἕως οὗ θεάσῃ πᾶσαν πληρωθεῖσαν πνεύματος ,
4918132 ἐκαμφθη
Ξενοκράτης δὲ καίπερ αὐστηρὸς ὢν τὸν τρόπον ὅμως ὑπὸ δυσωπίας ἐκάμφθη , καὶ συνέστησε Πολυσπέρχοντι δι ' ἐπιστολῆς ἄνθρωπον οὐ
ἴδιον ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τοῦ ἱδροῦν . ἰδνώθη εἰς τοὐπίσω ἐκάμφθη , οἱονεὶ τὸ ἰνίον ἐδονώθη . ἱδρῶ , κατ
4917987 ὀρνυμενος
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακεν φρένας ,
ῥά ποτ ' Οὐλύμποιο περὶ πλευρὰς ἐκάλυψεν ὠκὺς ἀπὸ Θρῄκης ὀρνύμενος Βορέης : ἀνδρῶν δ ' ἀχλαίνων ἔδακε φρένας ,
4913394 πολιταν
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ
4903685 Ὑπεριονιδας
τὴν δύσιν Στησίχορος μὲν οὕτως φησίν : ἆμος δ ' Ὑπεριονίδας δέπας ἐσκατέβαινε χρύσεον , ὄφρα δι ' Ὠκεανοῖο περάσας
ἔφˈριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ . τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας μέλλον ἔντειλεν φυλάξασθαι χρέος παισὶν φίλοις , ὡς ἂν
4900893 φθαρεισαν
ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς
! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [
4895801 ἀντιπολεμειν
στρατεύματος εἰς Ἰνδίαν ἐλθόντος , καὶ τῶν ἐγχωρίων κρίσιν ἐχόντων ἀντιπολεμεῖν αὐτῷ , Πώρου τοῦ βασιλέως τῶν τόπων ἐλέφας αἰφνιδίως
ἀρχὴν ἀποτίθεται , οὐχ ὅπλα αἴρειν ὑπὲρ αὐτῆς ἐθέλων καὶ ἀντιπολεμεῖν , ὅπου τὸ συνειδὸς ἀφ ' ἑστίας εἶχεν αὐτὸν
4891534 ἀπολωλως
, κατέπλευσεν ἐκ τῆς Ἰταλίας ἐς τὸ κρυπτὸν νεώριον ὡς ἀπολωλὼς [ ὑπὸ ] τῶν ἰδίων στρατιωτῶν . οἱ δὲ
. καί ἐστιν ὁ νοῦς : ἀποθανὼν , πεσὼν , ἀπολωλὼς τοῖς πανυστάτοις λουτροῖς τῆς ἀλόχου . ἢ περιπεσών ἀντὶ
4883536 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4880185 προσταχθεις
, γνοφώδους τῆς νυκτὸς οὔσης εἰς κατάπληξιν τῶν διωκόντων . προσταχθεὶς δὲ Μωυσῆς τῇ βακτηρίᾳ παίει τὴν θάλασσαν : ἡ
ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς οἰκίας ἐπιμελητής , ἐπαγόμενος θεραπόντων πλῆθος
4872569 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
4869060 Δαυνου
εἶπον πολλάκις τὴν ἱστορίαν τήν τε τοῦ Διομήδους , τοῦ Δαύνου καὶ τῶν Αἰτωλῶν καὶ περὶ τῶν συγχωσθέντων βʹ ἀνδρογύνων
. Ἀλαίνου : Ἄλαινος νόθος ἀδελφὸς Διομήδους ἐρῶν Εὐίππης τῆς Δαύνου θυγατρός , κριτὴς αἱρεθεὶς καὶ χαριζόμενος αὐτῇ τὸν Διομήδην
4862713 ἡμιθεοισιν
ἀθανάτου στόματος , δέσποινα Κόλχων . εἶπε δ ' οὕτως ἡμιθέοισιν Ἰάσονος αἰχματᾶο ναύταις : Κέκˈλυτε , παῖδες ὑπερθύμων τε
πτεροῖσιν νῶτα πεφˈρίκοντας ἄμφω πορφυρέοις . τὸν δὲ παμπειθῆ γλυκὺν ἡμιθέοισιν πόθον̄ ἔνδαιεν Ἥρα ναὸς Ἀργοῦς , μή τινα λειπόμενον
4855759 Μενανδρωι
μέντοι τὸ ὄρον παρά τε Αἰσχύλωι ἐν Κερκύνωνι καὶ παρὰ Μενάνδρωι ἐν β Ἐπικλήρωι σημαίνει ξύλον τι , ὧι τὴν
] ποϲί ὀριβατοῦντεϲ γὰρ κόπτουϲι ξύλα ἔϲτιν [ ] παρὰ Μενάνδρωι τὸ τοιοῦτον ⸐ τοῦτ ' ἐκδανείζει καὶ κυκᾶιϲ [
4845003 Σκοπαν
συγγραφέως . Προθέμενος γὰρ πρώτην διασαφεῖν τὴν τῶν περὶ τὸν Σκόπαν ἔκταξιν , τῷ μὲν δεξιῷ κέρατί φησι τῆς ὑπωρείας
τήν τε Γάζης πολιορκίαν καὶ τὴν γενομένην παράταξιν Ἀντιόχου πρὸς Σκόπαν ἐν Κοίλῃ Συρίᾳ περὶ τὸ Πάνιον , περὶ μὲν
4843083 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
4830115 εἰκασθεισα
ὅτι Πλούτων αὐτὴν ἥρπασεν , ὀργιζομένη θεοῖς κατέλιπεν οὐρανόν , εἰκασθεῖσα δὲ γυναικὶ ἧκεν εἰς Ἐλευσῖνα . καὶ πρῶτον μὲν
δὲ συνθεμένης δοῦναι , Ἥρα μανίαν φυλάττουσα πρὸς αὐτὸν , εἰκασθεῖσα μιᾷ τῶν Ἀμαζόνων περιῄει πάσαις λέγουσα , ὅτι ὁ
4829370 εὐθυνην
καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν τι παρὰ δίκην ἐργάσηται κρατεῖ ] ἄρχει
ὑπεύθυνος : ἤγουν ὑπ ' ἄλλου ἐξουσιαζόμενος καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν
4800422 συλλογιζου
ταπεινοῦται μικρόν , σὺ δὲ κατὰ τὸ τῆς ἀποστάσεως ἀνάλογον συλλογίζου περὶ τῆς τοῦ μεγέθους πηλικότητος . οἷον ἔστω ὁ
ταπεινοῦται μικρόν , σὺ δὲ κατὰ τὸ τῆς ἀποστάσεως ἀνάλογον συλλογίζου περὶ τῆς τοῦ μεγέθους πηλικότητος . οἷον ἔστω ὁ
4790166 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
4784155 δημοσιῃ
τροπὴν ποιήσας τῶν πολεμίων ἀπέθανε κάλλιστα , καί μιν Ἀθηναῖοι δημοσίῃ τε ἔθαψαν αὐτοῦ τῇ περ ἔπεσε καὶ ἐτίμησαν μεγάλως
ἔννεφ ' , ὅπως ψηφῖδι κακὸς κακὸν οἶτον ὀλεῖται βουλῇ δημοσίῃ παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο . κέχρηται δὲ καὶ
4782514 σκεδασαι
ἀμειγῆ † φοράν , σὲ ἐκ τῶν οὐρανίων ἀψίδων ἐκλάμψαντα σκεδάσαι μὲν τὸ χάος ἐκεῖνο , ἀπολέσαι δὲ τὸν ζόφον
' ἐξῄδησθ ' ὅσον ἦν κέρδος σιγῇ κεύθειν καὶ μὴ σκεδάσαι τῷδ ' ἀπὸ κρατὸς βλεφάρων θ ' ὕπνον ;
4778551 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
4773529 μαστιεται
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν :
4757914 πολταριον
τοῦ τραχήλου τρίς . ἄλλο . κοχλίας γυμνοὺς βάλε εἰς πολτάριον καὶ καῦσον καὶ λειώσας τὴν τέφραν ἀναλάμβανε μέλιτι λείῳ
δραχμῆς πλέον μήτε ὀβολῶν τεσσάρων ἔλασσον : συνεψῆσαι δὲ τούτοις πολτάριον ἐκ σεμιδάλεως : ἔπειτα ἀπὸ τούτου τῷ πάσχοντι διδόναι
4754950 θηριοισι
! ] [ ἔγωγε ] θαυμάζω ? [ ] ἐν θηρίοισι μᾶλλον ? ? ? ? [ ! ! !
δ ' ἀντ ' αὐτοῦ τάμνουσα ἰχθῦς παρέχει βορὴν τοῖσι θηρίοισι . Τροφὴ μὲν δὴ αὐτοῖσι τοιαύτη ἀποδέδεκται . Τὸ
4750132 σινοδοντα
Ἁλιευτικῷ διὰ τοῦ υ : λευκὴν συνόδοντα βόηκάς τε . σινόδοντα δ ' αὐτὸν λέγει διὰ τοῦ ι Δωρίων ,
ι Δωρίων , ἔτι δὲ Ἀρχέστρατος ἐν τούτοις : ἀτὰρ σινόδοντα μὲν ὃν ζήτει παχὺν εἶναι : ἐκ πορθμοῦ δὲ
4734402 κομιουντα
συνεχῶς . καὶ πρῴην , ὅτε ἐκ Μουνυχίας ἐπέμψαμεν αὐτῷ κομιοῦντα τοὐψώνιον Ἕρμωνα τουτονὶ τὸν μειρακίσκον , σπόγγους ἡμῖν ἐπέταττε
ἐπιβουλότερα εἶναι μᾶλλον ἢ ῥᾴδια ἐξαπατᾶσθαιτοῦτον δὴ τὸν φόβον ἔπεμψε κομιοῦντα Πολύκαρπον δοῦναι μὲν πλέον ἑτέρου δυνάμενον , δεόμενον δὲ
4732567 Οἰνοπος
, οἱ δύο , καὶ ὁ Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱός , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων θεούς , ἤγουν ἔχουσι
, φησὶν , οἱ δύο , Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱὸς , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων πολεμίους θεοὺς ἐζωγραφημένους .
4708919 προσκηδεος
, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
4708671 ἀποκομισθηναι
λαβεῖν , ἐπυνθάνετο τῶν πολιτῶν τίνας δὴ βούλοιντο τῶν ἰχθύων ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς , καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον , Γλαῦκος
ἑώρων , ἀποκομίσαι τε τοῦτον ἐν ταῖς ὁλκάσι καὶ αὐτοὶ ἀποκομισθῆναι σῶς , καίτοι τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου πολλὰ παρακαλοῦντος αὐτοὺς
4700143 ἀποπνιγεντα
εἰς τὸ στόμα ῥᾶγα ἔτι ὀμφακίζουσαν ὑπὸ τοῦ ἄγαν γήρως ἀποπνιγέντα τελευτῆσαι . . , : Σωτίων δὲ καὶ Ἡρακλείδης
τῇ δὲ ἑτέρᾳ μάττει . ζητεῖ οὖν τοὺς διαδεξομένους . ἀποπνιγέντα : συνέχει γὰρ τὰς ῥῖνας διὰ τὸ φυρᾶν τὴν
4697428 ἐνεστησαν
τῶν ἑτερογενῶν δείξεως ψευδοποιηθῆναι τὴν διαίρεσιν . Ἄλλοι δὲ κἀκείνως ἐνέστησαν : πᾶσα γάρ , φασίν , ὑγιὴς διαίρεσις γένους
τῆς βουλῆς τὰς ἐπὶ τοῖς κατωρθωμένοις χάριτας αἴτιον ἐγένετο . ἐνέστησαν γὰρ αὐτῷ τὸν θρίαμβον αἰτουμένῳ τὴν αὐθάδειαν αἰτιώμενοι τῶν
4693130 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
4673756 Λευκολοφιδου
ἀργαλέα δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν ταῦτ ' ἐμέ , τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; ὡς οὖν τίν ' ἔλθω
οὐκ ἀργαλέον δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν τοῦτ ' ἐμὲ τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; τῷ Σοφοκλεῖ δηλονότι ὁ Εὐριπίδης
4670620 καπον
: διὸ μή σε λανθανέτω ἡ Κυρήνη ἀνυμνουμένη . ἀμφὶ κᾶπον Ἀφροδίτας : κῆπον Ἀφροδίτης τὴν Κυρήνην ὠνόμασεν ὡς καλλίκαρπον
λέγει , δι ' ἧς ἔστι χαρίσασθαι . ἄλλως : κᾶπον : τὸν ποιητικόν . ὅτι δὲ πάροικοι ταῖς Μούσαις
4658585 Χρυσαορος
τοξεύσας αὐτὸν περὶ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα . ἦν δὲ ὁ Γηρυόνης Χρυσάορος παῖς καὶ θυγατρὸς Ὠκεανοῦ Καλλιρόης . δύο δὲ δένδρα
ἔστι καὶ ἄλλη Καρίας , ἣν Ἰδριάδα ἀπὸ Ἰδριέως τοῦ Χρυσάορος . τὸ ἐθνικὸν Εὐρώπιος ὡς Ὠρώπιος . Εὔταια ,
4651205 ἐξαγω
' , ὥστε μή σε νουθετεῖν , ὅταν σὺν ὑμεναίοισιν ἐξάγω κόρην : ἀλλ ' ὁ νόμος αὐτὰ τῶι χρόνωι
μὴ ἀμνήμονες ὄντες . περὶ δὲ τῶν θεραπευόντων ἐμαυτὸν οὕτως ἐξάγω : Δημητρίῳ μὲν ἐλευθέρῳ πάλαι ὄντι ἀφίημι τὰ λύτρα
4644466 ἡκουσαν
. οὔκουν ἐπείξεσθ ' ; ὡς Γλύκη κατώμοσεν τὴν ὑστάτην ἥκουσαν οἴνου τρεῖς χοᾶς ἡμῶν ἀποτείσειν κἀρεβίνθων χοίνικα . τὴν
Τί σιγᾷς ; Οὔ ς ' ἐπαινῶ , Μυρρίνη , ἥκουσαν ἄρτι περὶ τοιούτου πράγματος . Μόλις γὰρ ηὗρον ἐν
4634278 ὁπλομαχιαν
ἔργον καὶ μὴ καλῶς , ταὐτὸν δὴ καὶ τοὺς περὶ ὁπλομαχίαν ἄκρους παρακαλοῦντας , χρὴ τούτους συννομοθετεῖν κελεύειν τίς νικᾶν
καὶ γὰρ προσεποιεῖτο ἐπιστήμων εἶναι τῶν ἀμφὶ τάξεις τε καὶ ὁπλομαχίαν . οὗτοι δὲ προσελθόντες καὶ καλέσαντες τοὺς τῶν Ἑλλήνων
4634146 Κωλιαδα
ἄνεμος ζέφυρος ἐξέφερε τῆς Ἀττικῆς ἐπὶ τὴν ἠιόνα τὴν καλεομένην Κωλιάδα , ὥστε ἀποπεπλῆσθαι τὸν χρησμὸν τόν τε ἄλλον πάντα
ἀκτῆς , ἐφ ' ἧσπερ ἡρπάγη , ναὸν ἱδρύσατο , Κωλιάδα δὲ προσηγόρευσε τὸν τόπον ἀπὸ τῶν κώλων , ἃ
4631291 καλλιπολεως
τὰς ἀφορμάς , δι ' ἃς ὁ Κωνσταντῖνος ἑάλω τῆς καλλιπόλεως , καὶ δι ' ἣν ὁ σὸς ἀδελφός ,
εἶτα λέγεις ὅτι κατέβην ἐκ φιλονεικίας τὴν ἀρχὴν ὑποστὰς τῆς καλλιπόλεως ; εἰ μὲν ἔξω τι τῶν ἐκείνης ἔπραξα παραγγελμάτων
4625459 καθαρευοντι
Ἀθηναίων οὐκ ἔξεστι τὸ ἱερὸν πῦρ φυσῆσαι , ὡς μὴ καθαρεύοντι τοῖς ἄνω μέρεσιν . Δοῦρις δὲ ἐν τῇ ιʹ
τυγχάνωσιν , μετὰ δὲ ταῦτα ἱερέας τε καὶ ἱερείας ὡς καθαρεύοντι τῷ τάφῳ ἕπεσθαι , ἐὰν ἄρα καὶ τῶν ἄλλων
4624806 σουλτανος
ἐβούλοντο Ῥωμαίοις εἰς χεῖρας ἐλθεῖνἡσύχασαν : ἀλλ ' ὁ μὲν σουλτάνος πόρρω που ἱστάμενος τὰ πρὸς πόλεμον διετάττετο , ἀνδρὶ
, ὦ τάν , ὅ τε βασιλεὺς Ῥωμαίων καὶ ὁ σουλτάνος , ὁ δὲ Οὐρσέλιος ἀμφοῖν ὑπάρχει ἐχθρός : σίνεται
4622149 ἱπποσυνην
σὲ τέκνα τ ' ὀνήσει . Μηδὲ σύ γ ' ἱπποσύνην τε μένειν καὶ πεζὸν ἰόντα πολλὸν ἀπ ' ἠπείρου
σὲ τέκνα τ ' ὀνήσει . μηδὲ σύ γ ' ἱπποσύνην τε μένειν καὶ πεζὸν ἰόντα πολλὸν ἀπ ' ἠπείρου
4618368 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4610351 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4609827 Τοξευτῃ
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ '
4606746 προσεφυγεν
τῆς Ἀχαΐας , ἔνθα Ποσειδῶνος ἱερὸν ἅγιον ἦν : τούτῳ προσέφυγεν ἱκέτις . Φρικόδημος τὸν ἕτερον τῶν υἱῶν , ἀδελφὸν
τούτῳ τῷ Καιπίωνι Κόιντος Ποπαίδιος ὁ ἀντιστράτηγος οἷά τις αὐτόμολος προσέφυγεν , ἄγων καὶ διδοὺς ἐνέχυρον δύο βρέφη δοῦλα ,
4605915 ἀνεχωρησα
' ] ' νέκαμψ ' . ' νέκαμψ ' ] ἀνεχώρησα . ἀπὸ τοῦ ” ἐξέπτυσα “ δῆλόν ἐστιν ,
εἰδωλίου ἀπελθὼν κατήνεγκα αὐτὸ εἰς τὸ ἔδαφος , καὶ οὕτως ἀνεχώρησα εἰς τὸν οἶκόν μου , κελεύσας ἀσφαλισθῆναι τὰς θύρας
4601762 ταπεινωθησεσθαι
μέρος τοῦ κύκλου τὸν τῆς Ἀσίας δυνάστην ὑπὸ βαρβάρων μηνύει ταπεινωθήσεσθαι καὶ πολλὰ ἀποβαλεῖν καὶ μετὰ τριετίαν ἢ μικρῷ πλέον
συνηγμένα . καθήσειν ] ἀπὸ τῶν χειμαζομένων τροπικῶς ἀντὶ τοῦ ταπεινωθήσεσθαι . πόνος ] ἀτυχία . ἀκούοντας ] τοὺς θεούς
4599618 σφιγγε
τούτῳ χρῆσαι : πρῶτον δὲ κατὰ λόγον , ὡς ἅμμα σφίγγε , εἶτα ἀνακλάσας ἔμβαλε καὶ σύνεχε καὶ μὴ δίδου
κατάπλαττε τοὺς τιτθοὺς , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶς σπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου σφίγγε τὸ στῆθος δεσμίδι : μετὰ δὲ τρεῖς ἡμέρας τὸ
4599394 δεημα
σὺ λέγεις ; Ὡς γέλοιον , ὦ θεοί , τὸ δέημα τῆς νύμφης , ὃ δεῖταί μου σφόδρα , ὅπως
. κωφὸν γὰρ εἰσάγει τὸ πρόσωπον τῆς νυμφευτρίας . τὸ δέημα ] τοῦτο πρὸς τὸ “ γελοῖον ” συνάπτεται .
4589986 ὡρονομουντος
πολυμηχανίῃσι τελοῦντας . Ζηνὸς δ ' ἐν καθύγρῳ ζώῳ βροτῷ ὡρονομοῦντος ἢν Φαίνων ἐφέπηται , ἁλίπλαγκτόν περ ἔθηκαν ἐμπορίῃ νηός
ἐπάγουσιν . ταῦτα δέ , κἢν δύνῃσι πάλιν Ζεύς , ὡρονομοῦντος Ἄρεος ἐξετέλεσσεν ἐπὶ πλέον , οὕνεκα τῆμος δάκρυα καὶ
4589030 πεπονηκως
- σαιο , πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . εἰ δέ σοι καθεύδειν ἥδιον , ἐγὼ μὲν
τῷ Μικύλλῳ “ πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . ” Οὕτω Πιττακὸς ὥρισεν , εἷς τῶν ἑπτὰ
4576615 πολυμητιν
ποιητὴς περὶ ἀρετῆς γένηται , ἐμὲ μὲν ποιήσει πολύτλαντα καὶ πολύμητιν καὶ πολυμήχανον καὶ πτολίπορθον καὶ μόνον τὴν Τροίαν ἑλόντα
καίτοι οὔτε τὰς Ὁμήρου Σειρῆνας ἔφην μιμεῖσθαι , αἳ τὸν πολύμητιν ἔθελξαν Ὀδυσσέα γλυκεῖάν τε καὶ ἄμαχον ἁρμονίαν αὐτοῦ καταχέουσαι
4576081 ὀδυνωμενην
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δ ' ἑτέρῳ μέρει τρίψας εὔφραινεν ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν
4575893 τοιουτω
” Φέρε , ὁπόσοι θερμὸν καὶ ψυχρὸν ἤ τινε δύο τοιούτω τὰ πάντ ' εἶναί φατε , τί ποτε ἄρα
εἶτα εἰ δέοι καὶ τῆ ἀρτηριοτομία καὶ μετὰ ταῦτα τῶ τοιούτω κολλυρίω χρῆσθαι : ἐπὶ δὲ τῆς τούτου χρήσεως :
4573010 ἐπλανωντο
τε Λύκτου καὶ ἑτέρων πόλεων μισθωτούςοὗτοί σφισιν ἀνὰ τὴν Μεσσηνίαν ἐπλανῶντο . Ἀριστομένην οὖν , ἅτε ἐν σπονδαῖς ἀπωτέρω τῆς
Ὀδυσσέως πλάνην : ἢ ὅτι τὸ παλαιὸν αἱ νῆσοι πᾶσαι ἐπλανῶντο καὶ βάσεις οὐκ εἶχον . Καλλίμαχος δὲ οὐ τὴν
4555822 ὀκτωκαιδεκ
γὰρ ἄν τις ἐπὶ τὸ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι , καὶ δέκα ἅρματα συνωρίδες τε πεντεκαίδεκα
τὸν Ἄλεξιν , ἂν ἐπὶ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι καὶ δέκα ἅρματα καὶ συνωρίδες πεντεκαίδεκα :
4555530 ἐπιτελεσειν
τὸ μηδέτερον αὐτῶν | τὰ οἰκεῖα καὶ πρὸς ἃ γέγονεν ἐπιτελέσειν ἔργα : ποῦ γὰρ ἢ σίδηρος ἐσταχυηφόρησεν ἢ ὑετὸν
τέλος ἀκολουθήσῃ τῇ μάχῃ , θυσίας τε μεγάλας ἀπὸ πολλῶν ἐπιτελέσειν χρημάτων καὶ ἀγῶνας καταστήσεσθαι πολυτελεῖς , οὓς ἄξει ὁ
4543741 γεννητορος
ἐκ τῶν ὠδίνων ἐς φῶς προελθοῦσαν καὶ καταλειφθεῖσαν ἔρημον τοῦ γεννήτορος καὶ δεομένην σπαργάνων , οἷον ἀδελφὴν ἁπαλὴν καὶ νεαράν
κάμφθητε τὴν ψυχὴν , αἰδέσθητε θεὸν , οἰκτείρατε γῆρας ὑμετέρου γεννήτορος , ὃς δήπου τρυχό - μενος καὶ ἀλγῶν τῷ
4542519 ὑπερτατᾳ
οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας .
4528847 κενοφρων
Εὐβούλου ⌊ τόδε ⌋ δούλου σῆμα ? κενὸν ⌊ ⌋ κενόφρων ⌊ θῆκεν Ἀριστοτέλης - ⌋ : ὃς ⌊ γαστρὸς
: Ἑρμίου εὐνούχου ἠδ ' Εὐβούλου ἅμα δούλου σῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν Ἀριστοτέλης , ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν
4526928 εἰσεπεμψεν
Ἀρχι - τέλους ἀθυμοῦντος ἐπὶ τούτῳ καὶ βαρέως φέροντος , εἰσέπεμψεν ὁ Θεμιστοκλῆς πρὸς αὐτὸν ἐν κίστῃ δεῖπνον ἄρτων καὶ
προσήκειν ἤπερ Ὀλυμπιάδι τὴν βασιλείαν ἔκρινε μείζονος ἀξιῶσαι τιμωρίας . εἰσέπεμψεν οὖν αὐτῇ ξίφος καὶ βρόχον καὶ κώνειον καὶ συνέταξε
4526793 ἀνηρπαστο
οἴκοθεν ἡ προδοσία : καὶ ὁ μὲν οὕτως ἐξ ἀμφοτέρων ἀνήρπαστο : ἡ γυνὴ δ ' ἤκουεν εὐαγγέλια τοῦ φόνου
τινὰ μιμησάμενοι ναυτικήν . καὶ τὸ μὲν Ἐρετριέων γένος οὕτως ἀνήρπαστο ὡσπερεὶ παρ ' ἄλλου τινὸς τῶν κρειττόνων ἁρπασθὲν ,
4504466 ἐξοικιζεσθαι
οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ
τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν
4502230 ἐκοινωσατο
. . Μαρῖνος ἤδη δὲ καὶ πρότερον δι ' ἐπιστολῆς ἐκοινώσατο πρὸς αὐτὸν τὴν ἑαυτοῦ δόξαν τῶν εἰς Παρμενίδην ὑποθέσεών
λόγον τὸν σπουδαῖον ἐξ ἀρχῆς ὁ Ἰάσων τοῖς ἐγγενέσιν ἑαυτοῦ ἐκοινώσατο : οἱ δὲ ἀκούσαντες ἠκολούθησαν . οἱ δ '
4496543 κατεχωσε
φιλοπονίᾳ τε καὶ ἀτρύτοις πόνοις ἐγκείμενος , εὐφυεστέρων καὶ πρεσβυτέρων κατέχωσε δόξας τῷ ἑαυτοῦ ὀνόματι . , . . ὄχλου
Κρόνος , μετὰ γνώμης τοῦ Ἑρμοῦ εἰς βάθος γῆς ἐμβαλὼν κατέχωσε . Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον οἱ ἀπὸ τῶν Διοσκούρων
4492206 Νικομαχε
καὶ λείαν κατέλιπε τὴν σιαγόνα . . . ἐμέ , Νικόμαχε , πρὸς τὸν στρατιώτην τάξατε : ἂν μὴ ποιήσω
ἀρχῆς κατὰ πρυτανείαν λόγον ἀποφέρουσι , σὺ δέ , ὦ Νικόμαχε , οὐδὲ τεττάρων ἐτῶν ἠξίωσας ἐγγράψαι , ἀλλὰ μόνῳ
4491976 μηλοτροφον
σφι πρὸς ταῦτα χρᾷ τάδε : Αἰ τὺ ἐμεῦ Λιβύην μηλοτρόφον οἶδας ἄμεινον , μὴ ἐλθὼν ἐλθόντος , ἄγαν ἄγαμαι
ἦλθες : ἄναξ δέ σε Φοῖβος Ἀπόλλων ἐς Λιβύην πέμπει μηλοτρόφον οἰκιστῆρα . τὸ δὲ σημεῖον , ὅτι ἑπτακαιδεκάτῃ γενεᾷ

Back