μέχρις οὗ πρὸς τὴν ἀλέαν ἀντέχειν μὴ δυνάμενος ἀποδυσάμενος ποταμοῦ παραῤῥέοντος ἐπὶ λουτρὸν ἀπῄει . ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι
ὅπως . . . . . δε παρατυχὼν ἐκ τοῦ παραῤῥέοντος νάματος πλήσας ἄμφω τὼ χεῖρε φέρει κατὰ τῆς ἁλουργίδος
7078044 διωχθεντα
τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
Μολιονιδῶν , ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
6172513 Χλεατ
ταῦτα λέγων οὐκ ἔπειθε , τὰς δυνάμεις ἀναλαβὼν πρὸς τὸ Χλέατ ἠπείγετο : πόλις δὲ τὸ Χλέατ ὑπὸ τοὺς Τούρκους
τὰς ἐκδρομὰς ποιούμενοι , ἀλλ ' ἐκ τῶν ἐνοικούντων τῷ Χλέατ , ᾔτει συγχωρηθῆναί οἱ τοῦ χάρακος ἐξελθεῖν καὶ τὸν
5638813 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
5606751 περιβαδην
, ἀφ ' οὗ πνεῦμα ἐνθουσιῶδες ἀναθορὸν ἐπλήρου τὴν Πυθίαν περιβάδην ἀπολαβοῦσαν ἐκεῖνο τὸ χάσμα ἐπὶ τοῦ μαντικοῦ λέβητος ,
βῆμα , καὶ πλίγματα τὰ πηδήματα . ἔνθεν καὶ τὸ περιβάδην ἀμφιπλὶξ παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Τριπτολέμῳ . καὶ Ὅμηρος “
5532067 ἐπιλιποντος
τινος ὡδοιπόρουν μηκέτι τὸν ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν ὀρρωδοῦντες φόβον . ἐπιλιπόντος δὲ τοῦ ποτοῦ τρισὶν ἡμέραις , αὖθις ἐν ἀθυμίαις
τῇ δὲ τετάρτῃ κάμνοντες ὑπό τε κόπου καὶ δίψους , ἐπιλιπόντος ἤδη τι καὶ τοῦ ὕδατος , ὃ ἐπήγοντο ,
5459389 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
5379382 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
5283815 προσταχθεις
, γνοφώδους τῆς νυκτὸς οὔσης εἰς κατάπληξιν τῶν διωκόντων . προσταχθεὶς δὲ Μωυσῆς τῇ βακτηρίᾳ παίει τὴν θάλασσαν : ἡ
ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς οἰκίας ἐπιμελητής , ἐπαγόμενος θεραπόντων πλῆθος
5252654 κατωφερους
τὸ τῶν ἰχθύων : ψυχροῦ δὲ τοῦ λοιποῦ καὶ ἤδη κατωφεροῦς ὑπάρχοντος τὴν τῶν ἑρπετῶν αἱ ψυχαὶ φύσιν ἐκαινούργουν .
μετὰ πλοίου πορεύεσθαι . τρήρωνος τῆς δειλῆς καὶ ταχείας καὶ κατωφεροῦς : οἰκεῖον γὰρ Ἀφροδίτης τὸ ζῷον . ἢ ἐπεὶ
5188513 ῥαινομενος
' ἧς τὸν ἰοβόλον ἰχῶρα προίησιν , ὃς σιάλοις ἀνθρώπου ῥαινόμενος ἀσθενὴς καὶ ναρκώδης ὁρᾶται . γίνονται δὲ οἱ σκορπίοι
Καὶ ἐν ἄλλοις δέ φησιν ὁ Ἡγήσανδρος : Ἀρίστιππος , ῥαινόμενος μὲν ὑπὸ τῶν τοῦ Διονυσίου θεραπόντων , σκωπτόμενος δ
5142835 ἐπιγινομενου
τὸ γὰρ παλίγκοτον πῆμα οὕτως ἂν μόνως ἀποθνήσκοι χάρματός τινος ἐπιγινομένου . λάθα δὲ γένοιτ ' ἄν : τῶν δὲ
κύων ὑποδέχεται διὰ τῆς μήτρας τὰ νεογενῆ τέκνα , φόβου ἐπιγινομένου : ἡ οὖν ῥίνα οὐκ εἰς τὴν μήτραν ,
5066372 ἀντιπολεμειν
στρατεύματος εἰς Ἰνδίαν ἐλθόντος , καὶ τῶν ἐγχωρίων κρίσιν ἐχόντων ἀντιπολεμεῖν αὐτῷ , Πώρου τοῦ βασιλέως τῶν τόπων ἐλέφας αἰφνιδίως
ἀρχὴν ἀποτίθεται , οὐχ ὅπλα αἴρειν ὑπὲρ αὐτῆς ἐθέλων καὶ ἀντιπολεμεῖν , ὅπου τὸ συνειδὸς ἀφ ' ἑστίας εἶχεν αὐτὸν
5032872 περιετραπη
, καί ποτε διὰ ποταμοῦ ἰὼν κατὰ τύχην κατώλισθε καὶ περιετράπη . βραχέντες οὖν οἱ ἅλες κατετάκησαν , καὶ κοῦφος
θεοῖς , ὅτι μοι τὸ σφάλμα εἰς ἄλλο μακρῷ αἰσιώτερον περιετράπη καὶ εἰς τὸ ἄμεινον παρώλισθον , καὶ τάχα τῆς
4959183 προσεφυγεν
τῆς Ἀχαΐας , ἔνθα Ποσειδῶνος ἱερὸν ἅγιον ἦν : τούτῳ προσέφυγεν ἱκέτις . Φρικόδημος τὸν ἕτερον τῶν υἱῶν , ἀδελφὸν
τούτῳ τῷ Καιπίωνι Κόιντος Ποπαίδιος ὁ ἀντιστράτηγος οἷά τις αὐτόμολος προσέφυγεν , ἄγων καὶ διδοὺς ἐνέχυρον δύο βρέφη δοῦλα ,
4878098 προδοθεισαν
γεγραμμένων , ἰδὼν δὲ τεθυμένην ἤτοι τοῦ καύματος ἡττηθεῖσαν ἢ προδοθεῖσαν ὑπὸ τῶν ἀγόντων , ὥσθ ' ὅτι σοι πέμπειν
καὶ τὴν ἀκρόπολιν εἶχεν ὑφ ' ἑαυτῷ Ὀνόμαρχος ὁ Φωκεὺς προδοθεῖσαν αὐτῷ , αὐτοὶ μὲν μείναντες ἀπέθανον ὑπὸ τῶν ἀμφὶ
4866158 μονουϲ
ὑπ ' ἄλλου τινὸϲ ὠφεληθέντεϲ : ᾧ καὶ δῆλον ὅτι μόνουϲ τοὺϲ ἀνιάτωϲ ἔχονταϲ οὐκ ὠφέληϲεν . πίνεται δὲ μετ
χωρούϲῃ δὲ ♃ ιβ , ἐπίβαλλε αὐτῇ ἐλαίου ♃ Ϛ μόνουϲ καὶ χρίϲαϲ ἀκριβῶϲ τὸ ϲτόμα τῆϲ χύτραϲ γύψῳ ,
4857399 κυκληδον
ξϚʹ ∠ ʹʹ νγʹ ∠ ʹʹ Ἡ Ταυρικὴ Χερσόνησος περιορίζεται κυκληδὸν τῷ τε διήκοντι ἰσθμῷ ἀπὸ τοῦ Καρκινίτου κόλπου μέχρι
, καὶ ὁ μέσος τῆς χειρὸς δάκτυλος . γυρώσαντες : κυκληδὸν διατμήσαντες , δεσμήσαντες . Λᾶαν : διὰ τὸ βάρος
4839689 φθαρεισαν
ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς
! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [
4759303 ἐνεχθεισης
χειρὶ ἢ λίθον ἀράμενος ἔρριψε : καιρίως δὲ τῆς πληγῆς ἐνεχθείσης , εἰ μὲν εὐθὺς θνῄσκοι , καὶ ὁ παίσας
; „ καὶ μέλλων ἀπαγγέλλειν ἐπεσχέθη , δακρύων ἀθρόας φορᾶς ἐνεχθείσης . καὶ πάλιν ἀρξάμενος δεύτερον ἐπεσχέθη καὶ τρίτον .
4756944 πλασαντος
ἐν τοῖς τοιούτοις τὰ γαμψώνυχα ἑτέρῳ τρόπῳ δημιουργηθέντα ὑπὸ τοῦ πλάσαντος , ἀλλὰ μᾶλλον κοινωνητέον ἀλλήλοις καὶ μεταληπτέον , προτρεπομένους
: φύσει γὰρ οὐδεὶς δοῦλος ἐγενήθη ποτὲ ἀπὸ τοῦ πάλαι πλάσαντος ἀνθρώπων γένος . ἴσην δὲ πάντων διάθεσιν τοῦ σώματος
4754841 ἀποπνιγεντα
εἰς τὸ στόμα ῥᾶγα ἔτι ὀμφακίζουσαν ὑπὸ τοῦ ἄγαν γήρως ἀποπνιγέντα τελευτῆσαι . . , : Σωτίων δὲ καὶ Ἡρακλείδης
τῇ δὲ ἑτέρᾳ μάττει . ζητεῖ οὖν τοὺς διαδεξομένους . ἀποπνιγέντα : συνέχει γὰρ τὰς ῥῖνας διὰ τὸ φυρᾶν τὴν
4712570 ἐκαμφθη
Ξενοκράτης δὲ καίπερ αὐστηρὸς ὢν τὸν τρόπον ὅμως ὑπὸ δυσωπίας ἐκάμφθη , καὶ συνέστησε Πολυσπέρχοντι δι ' ἐπιστολῆς ἄνθρωπον οὐ
ἴδιον ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τοῦ ἱδροῦν . ἰδνώθη εἰς τοὐπίσω ἐκάμφθη , οἱονεὶ τὸ ἰνίον ἐδονώθη . ἱδρῶ , κατ
4701130 Μηνοφανης
καὶ ἄδειαν τοῖς ἐργαζομένοις διὰ τὸν θεὸν δοκούσης παρέχειν , Μηνοφάνης Μιθριδάτου στρατηγὸς εἴτε αὐτὸς ὑπερφρονήσας εἴτε καὶ ὑπὸ Μιθριδάτου
. τὸ μέντοι μήνιμα τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ διέφυγεν οὔτε Μηνοφάνης οὔτε αὐτὸς Μιθριδάτης : ἀλλὰ Μηνοφάνην μὲν παραυτίκα ,
4697107 Μακιστου
, πόλις τῆς Τριφυλίας , ἣν ᾤκησαν Καύκωνες , ἀπὸ Μακίστου τοῦ ἀδελφοῦ Φρίξου , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ
εἰς τὴν οἰκείαν . Ἐρέτριαν δ ' οἱ μὲν ἀπὸ Μακίστου τῆς Τριφυλίας ἀποικισθῆναί φασιν ὑπ ' Ἐρετριέως , οἱ
4696414 προελθουσαν
τούτων πρὸς σὲ παρρησίαν ἀπὸ δείλης πρωίας μέχρι μέσων πολλάκις προελθοῦσαν νυκτῶν , ἐφ ' ᾗ τῶν μὲν φίλων τινὲς
λόγου ἔλλαμψιν ἐμφαίνει : καὶ πάντα ταῦτα κατὰ τὴν ἔξω προελθοῦσαν ἀποπεράτωσιν . καὶ καθ ' ὅσον σύνεγγύς ἐστι ταῦτα
4685534 τριφασιας
αὐτὰ Αἰγύπτιοι σεμνοῦν . Μετὰ δὲ ταῦτα ὁ Καμβύσης ἐβουλεύσατο τριφασίας στρατηίας , ἐπί τε Καρχηδονίους καὶ ἐπὶ Ἀμμωνίους καὶ
ἐς δεξαμενήν : ἐκ δὲ ταύτης ἐς ἄλλο διαχεόμενον τρέπεται τριφασίας ὁδούς : καὶ ἡ μὲν ἄσφαλτος καὶ οἱ ἅλες
4675666 φυλασσοντος
καὶ γὰρ οἱ θεοὶ πλέον οὐδὲν ἀπαιτήσουσι παρὰ τοῦ ταῦτα φυλάσσοντος . Ὑβρίζεις , ὑβρίζεις ἑαυτήν , ὦ ψυχή :
νόμους Περσῶν ἕξει γυναῖκα αὐτὴν , κατὰ τὴν ἄκραν μηδενὸς φυλάσσοντος δι ' ὀχυρότητα τοῦ χωρίου εἰσδέχεσθαι τοὺς πολεμίους ,
4666954 ἀνασωθηναι
τροπῆς , ἀλλὰ ἀναδραμεῖν καὶ ἀνακῦψαι ὥσπερ ἐκ βυθοῦ καὶ ἀνασωθῆναι βιάσεται . „ ἔλαβε μίαν τῶν πλευρῶν αὐτοῦ „
[ ] τῶν Ἀθηναίων - ἐγένοντ ' αἰχμάλωτοι συχνοὺς αὐτῶν ἀνασωθῆναι διὰ τῶν Εὐριπίδου ποημάτων , ὅσοι κατέχοντες ? τῶν
4665613 εὑρεθημεν
ἐκφυγεῖν , προεσήμανε τὴν δαψίλειαν τῶν κεκρυμμένων , καὶ μάτην εὑρέθημεν ἡμεῖς τοσαύταις μηχαναῖς τὴν ἑαυτῶν ζωὴν συντηρούμενοι . Ἀλλ
πατρὶ καὶ τοῖς ἀδελφοῖς κατ ' αὐτὴν τὴν ὥραν παρόντες εὑρέθημεν ἐν τῷ τόπῳ μετὰ καί τινων ἄλλων τῶν ἀπὸ
4661500 ἀνεχωρησα
' ] ' νέκαμψ ' . ' νέκαμψ ' ] ἀνεχώρησα . ἀπὸ τοῦ ” ἐξέπτυσα “ δῆλόν ἐστιν ,
εἰδωλίου ἀπελθὼν κατήνεγκα αὐτὸ εἰς τὸ ἔδαφος , καὶ οὕτως ἀνεχώρησα εἰς τὸν οἶκόν μου , κελεύσας ἀσφαλισθῆναι τὰς θύρας
4644369 προσεδραμεν
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
! ] ! [ ! ! ] ! [ ] προσεδραμεν αὐτῷ : κα ! αρν ? ! ! !
4602275 ὑποφερομενον
δὲ πικρὸν καὶ μέλαν καὶ πᾶν τὸ εἰς τὴν στέρησιν ὑποφερόμενον ὑπὸ τὰ πολλά : ὡς δὲ ὁ Ἀλέξανδρος ἐξηγεῖται
τῶν ὅπλων καὶ τὰ μὲν ἀντέχοντα , τὰ δ ' ὑποφερόμενον εἰσάγων ἀνακοπάς τε ποιήσει συλλαβῶν καὶ ἀναβολὰς χρόνων καὶ
4599206 εὐθυνην
καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν τι παρὰ δίκην ἐργάσηται κρατεῖ ] ἄρχει
ὑπεύθυνος : ἤγουν ὑπ ' ἄλλου ἐξουσιαζόμενος καὶ ὑπ ' εὐθύνην ὤν ὑπεύθυνος ] δυνατὸς ὑπ ' εὐθύνην ἐλθεῖν ἐάν
4597448 ΔΓΚ
δείξομεν , καὶ γωνία ἡ ὑπὸ ΑΒΘ γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΔΓΚ ἐστιν ἴση , καὶ βάσις ἄρα ἡ ἀπὸ τοῦ
β ὀρθαὶ τξ . ἔστι δὲ καὶ ἡ μὲν ὑπὸ ΔΓΚ τῶν αὐτῶν ο , ἡ δὲ ὑπὸ ΛΓΚ ὀρθή
4597361 δηχθησῃ
. ] Δρακόντιον τρίψας τὴν χεῖρά σου κατάχριε καὶ μὴ δηχθήσῃ . σπέρμα δὲ ταύτης βοτάνης τετριμμένον σὺν ὕδατι καὶ
ἡ δῆξις γίνεται , κἂν μέσου τοῦ ὄφεως ἐπιλαμβάνῃ , δηχθήσῃ , ἐὰν τοῦ τραχήλου , οὐδὲν πείσῃ : οὕτω
4584914 ἐκφεροντα
' ἐντεῖναι τὰς διανοίας τῶν ἀνδρῶν , μετὰ παιδιᾶς κρύφα ἐκφέροντα τὰ Πυθαγόρου δόγματα . περὶ τῶν φυσικῶν ὅσοι τινὰ
: ἄλλως τε οὐδένα στρατιωτῶν ἀρετὴν ἐπ ' ὤμων εἶδον ἐκφέροντα . ” Ὁ αὐτὸς ἐρωτηθεὶς τί ἰσχυρότερόν ἐστιν ἀνδριάντος
4582710 μαστιγωθηναι
χεῖρα ἐκβαλεῖν , σφυρὸν στρέψαι , πολλὴν ἁφὴν καταπιεῖν , μαστιγωθῆναι : καὶ μετὰ τούτων πάντων ἔσθ ' ὅτε νικηθῆναι
χρὴ τύπτεσθαί με διὰ τὸν νόμοντοὺς βόας ἐκέλευσεν ὁ κεντουρίων μαστιγωθῆναι . Σιδόνιος ἰατρὸς λεγάτον ὑπὸ ἀρρώστου αὐτοῦ χιλίας δραχμὰς
4580373 ἀπωμοσατο
Ἥρας τῆς μὲν κόρης ἁψάμενος εἰς βοῦν μετεμόρφωσε λευκήν , ἀπωμόσατο δὲ ταύτῃ μὴ συνελθεῖν : διό φησιν Ἡσίοδος οὐκ
! τῷ : περσίη , ἧς τ ' ἕνεκεν πένθος ἀπωμόσατο , ἰωνίζοντος πολλάκις τοῦ Καλλιμάχου ὑπολαβόντος αὐτοῦ καὶ τ
4578891 φυραν
, τῆς τε δυσωδίας , ἣν ἀπὸ τοῦ μαλάσσειν καὶ φυρᾶν τὴν κόπρον συνέβαινε πάσχειν , καὶ τῆς περὶ τῆς
' αὐτοῖς τὰ τοιαῦτα καὶ πασχόντων . τοῦ τρίβειν καὶ φυρᾶν τὴν κόπρον . ἐκέρδανα , φησί , διὰ τὸ
4552604 αὐξηθεισαν
οὐχὶ δικαίως ἐν Λήμνῳ κατέλιπον , οὗτοι δὲ δέκα ἔτεσιν αὐξηθεῖσαν ἰάσαντο . καὶ γίγνεται Φιλοκτήτης τε ἐνεργὸς τοῖς Ἀχαιοῖς
ὑπὸ ] ταῖς Νύμφαις δοθῆναι παρὰ τοῦ Διὸς τρέφεσθαι . αὐξηθεῖσαν δὲ κλέψαι τὸ τῆς Ἥρας μύρον , ᾧ τὸ
4545136 ἀπεκεκλειμην
ὥστε ἐπ ' ἔσχατον ἐλθεῖν , καὶ τῆς τε τροφῆς ἀπεκεκλείμην καὶ ὅ τι προσείμην παραχρῆμα ἐφθείρετο , καὶ ἀναπνεῖν
ἣ συνεχῶς νύκτα καὶ ἡμέραν ἠνώχλει , καὶ τῆς τροφῆς ἀπεκεκλείμην καὶ ἡ δύναμις κατελέλυτο . καὶ οἱ ἰατροὶ ἀφίσταντο
4541418 αὑτουϲ
ἀπιμέλων διὰ ξηρότητα τῷ ϲημείῳ προϲεκτέον , ἵνα μὴ λάθωμεν αὑτοὺϲ τὸ περιτόναιον καίοντεϲ , οὐδὲ μὴν ἐπὶ τῶν παχυτέρων
οἱ Ῥηνεῖϲ τοὺϲ Δηλίουϲ , δι ' ἣν αἰτίαν ὡϲ αὑτοὺϲ ἀφίκοντο : οὔτε γὰρ λιμέναϲ εἶναι παρ ' αὑτοῖϲ
4540396 ἐπικουρικου
καὶ τοσούτου πλήθους τοῦ τ ' ἐν αὐτῇ καὶ τοῦ ἐπικουρικοῦ : νεωστὶ γὰρ γεγονέναι φησὶ τὸ τεῖχος : ἀψυχίας
ἄρα ἀδικία . πάλιν δὲ ὧδε λέγωμεν : χρηματιστικοῦ , ἐπικουρικοῦ , φυλακικοῦ γένους οἰκειοπραγία , ἑκάστου τούτων τὸ αὑτοῦ
4527944 ἀνασπασθαι
καὶ λόφους ἀλεκτρυόνων καὶ πυραυγῆ τινα , ἀλλὰ καὶ τὸ ἀνασπᾶσθαι τὰ ὑποχόνδρια καὶ τὸ κνᾶσθαι τὸ ἄκρον τῆς ῥινὸς
, αἰσθανόμενοι δὲ ἀφανιζομένην τὴν πόλιν διὰ τὸ καὶ ὅρους ἀνασπᾶσθαι καὶ Ἄργος ἀντὶ Κορίνθου τὴν πατρίδα αὐτοῖς ὀνομάζεσθαι ,
4527522 ἀναψυξαι
, καὶ περιβλεψάμενον , ὡς οὐδεὶς ἐξίκετο τῶν πολεμίων , ἀναψύξαι τε , καὶ ἐκ τοῦ παραῤῥέοντος ποτα - μοῦ
διοχετείαις βιάσασθαι τὸν ποταμὸν πλημμελῶς ῥέοντα καὶ πολλὴν τῆς Παραχελωίτιδος ἀναψύξαι χαριζόμενον τῷ Οἰνεῖ : καὶ τοῦτ ' εἶναι τὸ
4523026 ὡρμησας
μετὰ σφοδρότητος . Ξ εἰ καὶ δικαίως πρὸς τὸν πόλεμον ὥρμησας ὑπὲρ τῆς πατρίδος στρατεύων , ἀλλὰ τὰ τῆς μητρὸς
εἰς παρακτίαν ] τὴν παραθαλασσίαν κέλευθον ] ὁδόν ᾖξας ] ὥρμησας κόλπον Ῥέας ] τὸ Ἰόνιον λέγει πέλαγος Ὅτι ὁ
4514947 ἐξοικιζεσθαι
οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ
τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν
4500284 στεγανῳ
διαθρύψας ταῖς χερσὶ καὶ βαλὼν εἰς τὸ ἀγγεῖον πωμάσας τε στεγανῷ πώματι καὶ περιθεὶς ὅλῳ τῷ στόματι τοῦ ἀγγείου δέρμα
βοτανῶν , ξηρὸν καὶ θερμὸν πνεῦμα ἀποτελούντων , ὅπερ ἐναποκλειόμενον στεγανῷ καὶ ἰσχυρῷ καὶ συμπεπιλημένῳ σώματι τοῦ χαλκοῦ καὶ μηδαμῇ
4496521 ἐπιχεομενων
γεωργίαν τῆς ἀμοιβῆς οὔσης , ὑετῶν μὲν ἐκ τοῦ Διὸς ἐπιχεομένων ἡμέρων , δρυῶν δὲ καὶ τὰ οἰκεῖα καὶ μέλι
τοῦ σώματος στόμια πάντα εὐρύναντες πρὸς τὴν | τῶν ἔξωθεν ἐπιχεομένων ῥευμάτων ὑποδοχὴνἑρμηνεύεται γὰρ Βεελφεγὼρ ἀνωτέρω στόμα δέρματοςκατέκλυσαν τὸν ἡγεμόνα
4494886 συμπεμψαι
ἀφῆκα τοῦ κινδύνου τούτου μετέχειν , ἱππέας δὲ τῶν σῶν συμπέμψαι μοι ἐδεόμην σου : εἰ γὰρ καὶ τοῦτο αἰτῶν
Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται πορεύεσθαι , κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνδρας : μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ
4493018 ἐκκαυσεως
λύπης , θυμοῦ , ἀπεψίας , κόπου , ψύξεως , ἐκκαύσεως , μέθης , καὶ τῶν τοιούτων . Ἡ δὲ
λέγουσιν , ὅτι περὶ τοῦ πυρετοῦ λέγει , τοῦ ἀπὸ ἐκκαύσεως γινομένου , οὐκ ἀποδεκτέοι δὲ εἰσὶν , οὐδὲ γὰρ
4470433 περιψυχρον
οὐκ ἐσίησιν , ὅς μιν καθορῇ : καὶ πῦρ λαμβάνει περίψυχρον , καὶ βρυγμὸς , καὶ τὰς μήτρας ὀδύνη ἔχει
τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καὶ μέχρι Ἐλυμαΐδοςκαὶ τὸ ἔτος ἀπατηλὸν καὶ περίψυχρον καὶ λυπηρὸν ὡς καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποψίας μοχθηρὰς ἐγγενέσθαι
4468548 Βοσποριον
, ὑποδέχεται τῷ καλουμένῳ κέρατι : κόλπος οὗτος ὑπὸ τὴν Βοσπόριον ἄκραν , βαθὺς μὲν πλέον ἢ καθ ' ὅρμονἑξήκοντα
. Βοσπ . : περὶ μὲν οὖν τῆς ἄκρας ἣν Βοσπόριον καλοῦμεν , διττὸς κατέχει λόγος : οἱ μὲν γάρ
4463730 ἀναχθεν
τὴν εἰς ἓν ἄθροισιν καταψύχει καὶ τὸ κατὰ φύσιν ἐκεῖσε ἀναχθὲν ὑγρὸν καὶ θερμὸν ποιεῖ ἐξαδυνατεῖν καὶ συνίστασθαι καὶ ὑποχωρεῖν
ἔξω πνευμάτων ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων εἰσὶ ψυχροί : τὸ γὰρ ἀναχθὲν ὑπὸ τοῦ ἡλίου μένειν οὔτε πεφυκὸς οὔτε δυνάμενον φέρεται
4460786 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4445207 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4438899 χαλεπωτατου
ἀγαθῶν ᾗ ἄριστον καὶ ἥδιστον ἀπολαύσωμεν καὶ ὅπως τοῦ πάντων χαλεπωτάτου ἄπειροι γενώμεθα . οὐ γὰρ τὸ μὴ λαβεῖν τἀγαθὰ
καὶ ὅσα ἂν ποιῆτε ἐπαινοῦσι . τοῦ δ ' αὖ χαλεπωτάτου ἀκροάματος , λοιδορίας , ἀνήκοοί ἐστε : οὐδεὶς γὰρ
4434849 φρουραρχου
ἣν ἀπὸ τῆς Ἐλεφαντίνης ὁ Νεῖλος διαιρεῖ , δέομαι τοῦ φρουράρχου , καίτοι φαύλως ὑπ ' ἀρρωστίας διακείμενος , πέμψαι
εἰς τὸν Πειραιᾶ . προσδεχθεὶς δ ' ὑπὸ Νικάνορος τοῦ φρουράρχου παρέλαβε τὸν Πειραιᾶ καὶ τὰ κλεῖθρα τοῦ λιμένος :
4430839 ἐεργε
: τῶν δ ' ὅσον ἐκ νηῶν ἀπὸ πύργου τάφρος ἔεργε πλῆθεν ὁμῶς ἵππων τε καὶ ἀνδρῶν ἀσπιστάων εἰλομένων :
ἡ Καλυψὼ παρῄνει τὸ τοῦ μὲν καπνοῦ καὶ κύματος ἐκτὸς ἔεργε νῆα : καὶ γὰρ ἁμαρτάνομεν μέν , πρὸς ὅπερ
4415148 ἐξενιτευσε
μειζόνων φιλίας ἀρρενικῶν τε καὶ θηλυκῶν . τῷ λαʹ ἔτει ἐξενίτευσε καὶ ἐπὶ τῆς ξένης ἡδέως μὲν καὶ ἐπωφελῶς κατ
, κλίμα αʹ . τῷ ιηʹ ἔτει σὺν ἐπισήμῳ γυναικὶ ἐξενίτευσε διὰ φιλίαν καὶ δόξαν καὶ πρὸς ἄλλην συνήθειαν καὶ
4406049 ἐξαλλομενοι
τὰ σώματα γεγυμνωμένοι , ἐσπασμένας ἔχοντες τὰς μαχαίρας , δεινὸν ἐξαλλόμενοι καὶ τῇ παραθήξει τῶν ὀδόντων συῶν δίκην τὸ μανικὸν
ἀναπηδῶσιν , ὡς ἡδόμενοι , καὶ προσάψασθαι τῶν αἰγῶν ποθοῦσιν ἐξαλλόμενοι , καίτοι οὐ πάνυ τι ὄντες ἁλτικοὶ τὴν ἄλλως
4401898 καταρρακτων
ὀπίσω πλοῖόν τι κοῦφον δόντα , τῆς θέας ἕνεκα τῶν καταρρακτῶν , συμπέμψαι δὲ καὶ τοὺς ἀναγκάσοντας τοὺς ἐν τῇ
τῷ νομοθέτῃ κατακλυσμός ἐστι , τῶν τε ἀπ ' οὐρανοῦ καταρρακτῶν τοὺς κακίας αὐτῆς λάβρῳ φορᾷ χειμάρρους ἐπομβρούντων καὶ τῶν
4392738 σαλπιγξι
ἑλέπολιν προσαγαγεῖν τοῖς τείχεσι διὰ τὸ βάρος , ταῖς δύο σάλπιγξι σημαίνων ὑπὸ τῆς ἁδρότητος τοῦ ἤχου τοὺς στρατιώτας ἠνάγκασε
ποιησάμενοι καταμιαιφονεῖσθε δύστηνοι ἐξ ἀνθρώπων θηρία γεγονότες , αὐλοῖς καὶ σάλπιγξι διὰ μουσικῆς εἰς ἄμουσα πάθη παροξυνόμενοι , σίδηρος δὲ
4387117 οἰνοποσιαν
' ὧν ἐξευρόντες ἡμεῖς τὸν ἔρωτα ἐπί τε λουτρὰ καὶ οἰνοποσίαν αἰωρήσεις τε καὶ θεάματα καὶ ἀκούσματα τὴν διάνοιαν ἀπηγάγομεν
συνεχεῖ ποτῷ παρυγραίνοντας τὰ κατάξηρα τῶν σωμάτων γενόμενα διὰ τὴν οἰνοποσίαν ἐκλύειν . Τὸ διάκλυσμα δίψος παρηγορεῖ καὶ ξηρότητα στόματος
4383607 χυτριδι
καὶ τὼ τρίποδ ' ἐξένεγκε καὶ τὴν λήκυθον . τὰ χυτρίδι ' ἤδη καὶ τὸν ὄχλον ἀφίετε . ἐγὼ καταθήσω
τὸν ἐραστὴν φιλῶν . ἐμπειρικῶς ἐγὼ Πτολεμαίου τοῦ βασιλέως τέτταρα χυτρίδι ' ἀκράτου τῆς τ ' ἀδελφῆς προσλαβὼν τῆς τοῦ
4379863 σφιγγε
τούτῳ χρῆσαι : πρῶτον δὲ κατὰ λόγον , ὡς ἅμμα σφίγγε , εἶτα ἀνακλάσας ἔμβαλε καὶ σύνεχε καὶ μὴ δίδου
κατάπλαττε τοὺς τιτθοὺς , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶς σπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου σφίγγε τὸ στῆθος δεσμίδι : μετὰ δὲ τρεῖς ἡμέρας τὸ
4374277 δυσοσμιαν
τὴν δυσχέρειαν τοῦ στόματος ἐκ τοῦ μυχαιτάτου τῆς φάρυγγος τὴν δυσοσμίαν ἐκπέμποντος . κακὸς κακῶς ἀπόλοιο τοιοῦτος ὤν . βάδιζε
γυναιξὶν ἀσεβῶς διακειμέναις περὶ τὰς τῆς Ἀφροδίτης τιμὰς ἡ θεὸς δυσοσμίαν προσέπεμψε , καὶ οὕτως αὐτὰς οἱ ἄνδρες ἀπεστράφησαν :
4373454 ῥηξαντος
βροντὴν ἐνδέχεται γίνεσθαι , πλείονος γενομένου καὶ πνευματωθέντος ἰσχυρότερον καὶ ῥήξαντος τὸ νέφος διὰ τὸ μὴ δύνασθαι ὑποχωρεῖν εἰς τὰ
” οἶνος καὶ ἀλήθεια , “ τοῦ Διονύσου καὶ τότε ῥήξαντος αὐτοῖς παρὰ πότον τὴν ἐπικρυπτομένην στάσιν , διαλύεται μὲν
4367373 Ἀρτεμισιης
: χειμώνων δὲ γενομένων ἐξαισίων , αἵ τε νῆες τῆς Ἀρτεμισίης ἐκινδύνευσαν ἅπασαι ἀπολέσθαι , πολλαὶ δὲ καὶ ἀπώλοντο ,
μιν ἐμβάλλουσαν νηὶ ἀνδρῶν βαρβάρων , νομίσας τὴν νέα τὴν Ἀρτεμισίης ἢ Ἑλληνίδα εἶναι ἢ αὐτομολέειν ἐκ τῶν βαρβάρων καὶ
4365461 ἀγρευματων
λέγουσα παύεται σαφῆ λόγον . ἐντὸς δ ' ἁλοῦσα μορσίμων ἀγρευμάτων πείθοι ' ἄν , εἰ πείθοι ' : ἀπειθοίης
βαθείᾳ καὶ πολλῇ κεχυμένῃ . συχναὶ δὲ καὶ θῆραι παντοίων ἀγρευμάτων διὰ τὴν εὐπορίαν τῆς τροφῆς . Μετὰ δὲ τὴν
4364796 Σκοπαν
συγγραφέως . Προθέμενος γὰρ πρώτην διασαφεῖν τὴν τῶν περὶ τὸν Σκόπαν ἔκταξιν , τῷ μὲν δεξιῷ κέρατί φησι τῆς ὑπωρείας
τήν τε Γάζης πολιορκίαν καὶ τὴν γενομένην παράταξιν Ἀντιόχου πρὸς Σκόπαν ἐν Κοίλῃ Συρίᾳ περὶ τὸ Πάνιον , περὶ μὲν
4362748 ἑκον
ἴδιον δὲ ἀντεγκλήματός ἐστι , τὸ πάντως τὸ πεπονθὸς πρόσωπον ἑκὸν παρέχεσθαι τὴν αἰτίαν τοῦ παθεῖν ἅπερ πέπονθεν : οἷον
. ἴδιον δὲ ἀντεγκλήματός ἐστι τὸ πάντως τὸ πεπονθὸς πρόσωπον ἑκὸν παρέχεσθαι τὴν αἰτίαν τοῦ παθεῖν ἅπερ πέπονθεν , οἷον
4360866 ἀνακεχυται
τοῖς ἀφανέσι προπιστεύειν , ἃ σχεδὸν κατὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ἀνακέχυται κοινὸν Ἕλλησιν ὁμοῦ καὶ βαρβάροις ἐπάγοντα τὸν ἐκ τοῦ
, τὸν οἰκεῖον εἴληχε χῶρον : ὕδωρ δὲ ἐπὶ γῆν ἀνακέχυται [ δεύτερον ] , ἀὴρ δὲ καὶ πῦρ ἀπὸ
4357936 ἐκβεβλημενοι
Ἑλλάδοϲ ἀποδημοῦντεϲ ἐκ τῆϲ ἑαυτῶν : οὗτοι ἐφάνηϲαν ἐν Ῥηνείᾳ ἐκβεβλημένοι τετελευτηκότεϲ : τοῦ δὲ πράγματοϲ περιβοήτου ὄντοϲ , ἐπιφέρουϲι
παῖδας ἐν ἐρημίᾳ καὶ μαθόντος , ὅτι ὑπὸ Φινέως ἦσαν ἐκβεβλημένοι κατὰ διαβολὴν Σκυθικῆς γυναικός , ἣν γεγαμήκει ὁ Φινεὺς
4345542 ἐκκαυσαι
ὅσοι δὲ ξὺν πολλῷ τῷ τάχει κατέσκηψαν , οὗτοι πρὶν ἐκκαῦσαι διῇξαν ὥστε ἡμίπυρα ἔστιν ἃ ὑπολελεῖφθαι ἀπ ' αὐτῶν
οὖν ὑποσήπεται μέν , ἀχρεῖον δέ ἐστι κατακοπῆναί τε καὶ ἐκκαῦσαι αὐτό . οὐκοῦν ἑαυτὸν ἐγκαθίσας ὁ τῶν ἐγχέλεων ἁλιεὺς
4324174 πηδωντων
εἰς τὸν νεών , βαθμοὺς οὐκ ὀλίγους , ὑπὸ νέων πηδώντων κατέχεσθαι θαυμαζόντων ὅπως ἡμιλλῶ πρὸς Δημοσθένους λόγον τούτων δὴ
πωλεῖν ἐπαναγκαζόντων τῶν ἀπὸ τῆς διαθήκης ὁρμωμένων , ἐπὶ τοὔνομα πηδώντων οὐδὲ ἀναπνεῖν διδόντων ἕτερον πολὺ μεῖζον εἰς λύπην ,
4309228 ἡρπαζεν
ἐπὶ θάλασσαν βοσκήματα , ὡς ἐλόχα τε ὁ Τρίτων καὶ ἥρπαζεν : ἐπιχειρεῖν δὲ αὐτὸν καὶ τῶν πλοίων τοῖς λεπτοῖς
ἡδεῖαν † ἀπὸ φλόγα , τῆς δ ' ἀμαρυγάς ὀφθαλμῶν ἥρπαζεν , ἰαίνετο δὲ φρένας εἴσω τηκομένη , οἷόν τε
4308093 ὀφθησεσθαι
ἐπιθυμίας μᾶλλον ἢ ἐπιβουλῆς ἕνεκα φραξάμενόν τε ὅπλοις ὡς ἐκπληκτικώτατος ὀφθήσεσθαι ἔμελλε καὶ τὸ τῆς ὄψεως γνώριμον εἰς ἀσαφὲς ὡς
κύκλῳ καὶ τάφρῳ ὀχυρώσας πυρσὸν αἴρει ἀπὸ τοῦ ὄρους ἔνθεν ὀφθήσεσθαι ὑπὸ Ἀλεξάνδρου ἔμελλεν . καὶ ὤφθη τε ἅμα ἡ
4297230 ἀποκομισθηναι
λαβεῖν , ἐπυνθάνετο τῶν πολιτῶν τίνας δὴ βούλοιντο τῶν ἰχθύων ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς , καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον , Γλαῦκος
ἑώρων , ἀποκομίσαι τε τοῦτον ἐν ταῖς ὁλκάσι καὶ αὐτοὶ ἀποκομισθῆναι σῶς , καίτοι τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου πολλὰ παρακαλοῦντος αὐτοὺς
4295025 μετενεχθεντος
αἱ μὲν ὀνομαζόμεναι περσαῖαι καρπὸν διάφορον ἔχουσι τῆι γλυκύτητι , μετενεχθέντος ἐξ Αἰθιοπίας ὑπὸ Περσῶν τοῦ φυτοῦ καθ ' ὃν
λίθον , ὡς ἀποκοπὴν αἰφνίδιον φέρειν τοῦ λίθου εἰς εὐρύτερον μετενεχθέντος χωρίων . διὸ καὶ τὴν ἀρχὴν ἄνωθεν ἀπὸ νεφρῶν
4291603 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
4278510 κατεχωσε
φιλοπονίᾳ τε καὶ ἀτρύτοις πόνοις ἐγκείμενος , εὐφυεστέρων καὶ πρεσβυτέρων κατέχωσε δόξας τῷ ἑαυτοῦ ὀνόματι . , . . ὄχλου
Κρόνος , μετὰ γνώμης τοῦ Ἑρμοῦ εἰς βάθος γῆς ἐμβαλὼν κατέχωσε . Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον οἱ ἀπὸ τῶν Διοσκούρων
4265115 ἐπιφαινειν
οὐκ ἀνδρεῖος , ἀλλὰ ἄλογος καὶ τολμηρός ἐστιν . ὅθεν ἐπιφαίνειν μὲν δεῖ τῷ πλήθει τὸ φιλοκίνδυνον , ἵνα τὴν
μόνον ἀπειρίαν , ἔτι δὲ μᾶλλον ὀψιμαθίαν δοκεῖ μοι πολλὴν ἐπιφαίνειν , ὅς γε διότι θύουσιν ἵππον , εὐθέως ὑπέλαβε
4260879 ἀνθρωπουϲ
αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ
μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ
4260767 ἀγωνισαμενου
πόλεμον γενόμενοι Ἀθήνησιν ἐπειδὴ καθῃρέθησαν , Θρασυβούλου τοῦ ἀπὸ Φυλῆς ἀγωνισαμένου , ψήφισμα ἐτέθη ἀμνησικακεῖν τῶν ὑπαρξάντων ἐπ ' αὐτῶν
καὶ στρατηγὸν παρεχόμενοι Ποδάρην ἀπόγονον τρίτον Ποδάρου τοῦ Θηβαίοις ἐναντία ἀγωνισαμένου , παρῆν δέ σφισι καὶ μάντις Ἠλεῖος Θρασύβουλος Αἰνέου
4260377 θυμιαται
τοὺς διαφανέας λίθους [ τῷ πυρί ] : τὸ δὲ θυμιᾶται ἐπιβαλλόμενον καὶ ἀτμίδα παρέχεται τοσαύτην ὥστε Ἑλληνικὴ οὐδεμία ἄν
. καλεῖται δὲ βράθυ , ἢ καὶ σαβίνα . αὕτη θυμιᾶται τοῖς θεοῖς ἀντὶ λιβάνου . Βρύσις κοινὸν ζῷόν ἐστιν
4257130 ἀναματτεται
νοσήματος , ἡ πόλις παραπολαύουσα , πολλάκις εἰς ὅλην ἑαυτὴν ἀναμάττεται τὴν πονηρίαν ἐξομοιουμένη τῷ ἑνί . Δύναται δὲ κἀκεῖνο
ὄντος ὥσπερ νοσήματος ἡ πόλις παραπολαύουσα πολλάκις εἰς ὅλην ἑαυτὴν ἀναμάττεται τὴν πονηρίαν ἐξομοιουμένη τῷ ἑνί . δύναται δὲ κἀκεῖνο
4250787 διαδιδρασκων
* φωλεόν : τὴν κατάδυσιν τὴν κοίτην * φεύγων : διαδιδράσκων * ἀμβλώσσει : ἀμβλεῖ ἔχει τὼ ὄσσε ἀμβλυώττει ἀμβλυώττει
: ἡνίκα * ἀν ' : κατὰ * φεύγων : διαδιδράσκων * αὐαλέου : ξηροῦ τοῦ καταξήρου τὸ δὲ πυρόεσσαν
4244360 πηγνυμενοι
ἂν εἴη γράφειν . πάντες δὲ σχεδὸν ὑπὸ τοῦ πάγου πηγνύμενοι γεφυροῦσι τὰ ῥεῖθρα , καὶ τοῦ κρυστάλλου διὰ τὴν
ἐστὶ καὶ νοσώδης : αἴτιοι δὲ οἵ τε ἅλες οἱ πηγνύμενοι καὶ ὁ νότος βαρὺς καὶ βίαιος ἐγκείμενος , οἱ
4240416 ἐξαλειψῃ
ὁ τῆς ὕβρεως χαρακτὴρ εἰς ποικιλίαν καταριθμηθεὶς κόσμου προσηγορίᾳ τοὔνειδος ἐξαλείψῃ . οὕτω δ ' ὑπερηφάνως προίσταντο , ὥστε οὐδένων
καὶ μώλωπες ἀπολείπονται ἐν αὐτῇ , οὓς εἰ μή τις ἐξαλείψῃ καλῶς , πάλιν κατὰ τῶν αὐτῶν μαστιγωθεὶς οὐκέτι μώλωπας
4225538 λιβανοιο
θύου ἢ σμύρνης ἢ εὐόδμου καλάμοιο ἢ καὶ θεσπεσίοιο πεπαινομένου λιβάνοιο ἢ κασίης : ἐτεὸν γὰρ ἀνὰ χθόνα λύσατο κείνην
Γερραίης δὲ τῆς Ἀραβικῆς . Γέρρα γὰρ πόλις τῆς Ἀραβίας λιβάνοιο δὲ χύσιν εἶπε ἐπεὶ περίκειται ἡ λιβανωτὶς τοῖς κλάδοις
4222804 ἡμικυκλιοις
ὀρθαί εἰσιν αἱ ὑπὸ ΚΖΒ , ΒΛΚ διὰ τὸ ἐν ἡμικυκλίοις εἶναι καὶ ἐκ κέντρου τὰς ΚΖ , ΚΛ ,
ΘΛΑ τὰς ὑπὸ ΒΓΑ , ΘΛΑ ἴσας ἔχουσιν : ἐν ἡμικυκλίοις γάρ : ἔχει δὲ τὸ ΘΛΑ τρίγωνον τὴν ὑπὸ
4220611 ἐγκρατεστατος
πρὸς τοῖς εἰρημένοις πρῶτον μὲν ἀφροδισίων καὶ γαστρὸς πάντων ἀνθρώπων ἐγκρατέστατος ἦν , εἶτα πρὸς χειμῶνα καὶ θέρος καὶ πάντας
περίδρομον . εἶτα ὅστις ἂν ᾖ τῶν παρόντων ἐμπειρότατος καὶ ἐγκρατέστατος προσελθόντα ἐκ τοῦ πρόσθεν τῷ προβολίῳ παίειν . ἐὰν
4220255 κιβωτιου
συνήθη τρόπον ἐφιλοφρονεῖτο αὐτόν . ὃ δὲ ἐξελὼν ἐκ τοῦ κιβωτίου τὸν ὅρμον ἔδειξεν , ἐπειπὼν ὅτι ἄξιός ἐστιν οὗτος
ὄρους Λυκορὶ καλουμένου : πεπαυμένου δὲ τοῦ ὕδατος ἐξελθόντες τοῦ κιβωτίου προσετάχθησαν ὑπὸ τοῦ Διὸς τὰ τῆς μητρὸς αὐτῶν ὀστᾶ
4217627 δραμοι
' ἀνθρώπων μόνον , ἀλλὰ καὶ ἵππος ἥδιον ἂν οἶμαι δράμοι κατὰ πρανοῦς πεδίου καὶ μαλακοῦ , προσηνῶς δεχομένου τὴν
ἀκούσειε , πάντως ἂν ὑπ ' ἐκπλήξεως ἐπὶ τὴν ἠϊόνα δράμοι καὶ θεωρήσειε τὸ γιγνόμενον . Ὁ μὲν γὰρ τριαίνῃ
4214551 νοσφισαμενος
κατέστησε , καὶ τὰ ἀναλώματα ἐπίστευσεν αὐτῷ . ἐφωράθη δὲ νοσφισάμενος τά τε ἄλλα καὶ τοὔλαιον : ἐλεγχόμενος δ '
περὶ στάσεως ψιλῶς ἐκτιθώμεθα , οἷον ἔστω Φειδίας ὡς μὲν νοσφισάμενος ἐκ τοῦ Ὀλυμπίου χρυσίον , βασανιζόμενος καὶ τεθνηκώς .
4210550 κολοβου
γὰρ τὴν οὐσίαν καὶ τὸ εἶδος δεῖ μένειν τοῦ γινομένου κολοβοῦ , οἷον εἰ ἡ κύλιξ κολοβὸς εἴη , δεῖ
τύχοι , ἄλλην δεξιὰν γενέσθαι . Ταῦτα εἰρηκὼς περὶ τοῦ κολοβοῦ ἐφεξῆς λέγει ἡμῖν καὶ περὶ τοῦ γένους , καί
4206749 ἐμπλησθεντα
γυμνασίων καὶ λουτρῶν . κάλλιστον οὖν ἐπὶ σίτῳ μίσγεσθαι μὴ ἐμπλησθέντα : καὶ γὰρ καὶ πρὸς τὴν ἰσχὺν συμφέρει ,
ποιεῖν μέλλοντι ἀσθενές . κάλλιστον οὖν ἐπὶ σίτῳ μίσγεσθαι μὴ ἐμπλησθέντα : καὶ γὰρ πρὸς τὴν ἰσχὺν συμφέρει , καὶ
4202925 κωμασω
ψυχήν : παύσω δὲ κώμους : ἀντὶ τοῦ : οὐκέτι κωμάσω σοι : οὐ γάρ ποτ ' οὔτ ' ἂν
φεύγεις συγκύψας . ἀλλὰ δῆτ ' ἐς τοῦ στρατηγοῦ | κωμάσω τοῦ Σκελλίου . φέρε νῦν ἐγὼ | τὴν ]
4202832 Φολου
ᾔσθοντο οἱ γείτονες Κένταυροι καὶ συνδραμόντες ἐπὶ τὸ ἄντρον τοῦ Φόλου τὸν οἶνον ἥρπαζον : Ἡρακλῆς ὡς ἄδικα δρῶντας ἀμυνόμενος
παρ ' Ἀρχιλόχῳ ἐν τοῖς ἐπωδοῖς ἔμπλην ἐμεῦ τε καὶ Φόλου . τὸ δὲ πλησίον Ὅμηρος Βοιωτῶν δ ' ἔμπλην

Back