| οὐχὶ δικαίως ἐν Λήμνῳ κατέλιπον , οὗτοι δὲ δέκα ἔτεσιν αὐξηθεῖσαν ἰάσαντο . καὶ γίγνεται Φιλοκτήτης τε ἐνεργὸς τοῖς Ἀχαιοῖς | ||
| ὑπὸ ] ταῖς Νύμφαις δοθῆναι παρὰ τοῦ Διὸς τρέφεσθαι . αὐξηθεῖσαν δὲ κλέψαι τὸ τῆς Ἥρας μύρον , ᾧ τὸ |
| εἰς τὸ στόμα ῥᾶγα ἔτι ὀμφακίζουσαν ὑπὸ τοῦ ἄγαν γήρως ἀποπνιγέντα τελευτῆσαι . . , : Σωτίων δὲ καὶ Ἡρακλείδης | ||
| τῇ δὲ ἑτέρᾳ μάττει . ζητεῖ οὖν τοὺς διαδεξομένους . ἀποπνιγέντα : συνέχει γὰρ τὰς ῥῖνας διὰ τὸ φυρᾶν τὴν |
| , κατέπλευσεν ἐκ τῆς Ἰταλίας ἐς τὸ κρυπτὸν νεώριον ὡς ἀπολωλὼς [ ὑπὸ ] τῶν ἰδίων στρατιωτῶν . οἱ δὲ | ||
| . καί ἐστιν ὁ νοῦς : ἀποθανὼν , πεσὼν , ἀπολωλὼς τοῖς πανυστάτοις λουτροῖς τῆς ἀλόχου . ἢ περιπεσών ἀντὶ |
| . . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος . | ||
| ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται |
| τροπὴν ποιήσας τῶν πολεμίων ἀπέθανε κάλλιστα , καί μιν Ἀθηναῖοι δημοσίῃ τε ἔθαψαν αὐτοῦ τῇ περ ἔπεσε καὶ ἐτίμησαν μεγάλως | ||
| ἔννεφ ' , ὅπως ψηφῖδι κακὸς κακὸν οἶτον ὀλεῖται βουλῇ δημοσίῃ παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο . κέχρηται δὲ καὶ |
| ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν | ||
| κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν |
| ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς | ||
| ! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [ |
| καὶ νόμιμον πρᾶξιν ἐνέφηνεν , εἰπών [ ψ ] ἀσπάσιοι λέκτροιο παλαιοῦ θεσμὸν ἵκοντο . ἐπὶ δέ γε τῆς οὔτε | ||
| ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἐχάρη καὶ ἀπὸ λέκτροιο θοροῦσα γρηῒ περιπλέχθη , βλεφάρων δ ' ἀπὸ δάκρυον |
| δὲ αὐτοῦ ταῖς ἵπποις Παρθενίαν τε εἶναι καὶ ἘρίφανΟἰνόμαον δὲ ἐπικατασφάξαι μὲν τὰς ἵππους τῷ Μάρμακι , μεταδοῦναι μέντοι καὶ | ||
| καὶ παρεκάλει τὸν βασιλέα μὴ φείσασθαι , τὴν ταχίστην δὲ ἐπικατασφάξαι τῷ τοῦ τετελευτηκότος τάφῳ . ὁ δὲ Κροῖσος τὴν |
| λαβεῖν , ἐπυνθάνετο τῶν πολιτῶν τίνας δὴ βούλοιντο τῶν ἰχθύων ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς , καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον , Γλαῦκος | ||
| ἑώρων , ἀποκομίσαι τε τοῦτον ἐν ταῖς ὁλκάσι καὶ αὐτοὶ ἀποκομισθῆναι σῶς , καίτοι τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου πολλὰ παρακαλοῦντος αὐτοὺς |
| καὶ ἐπιτίθησι κλεῖθρα ἀδαμάντινα ταῖς ἐξόδοις , ὥστε μήτε ἐξακούεσθαι βοῶσαν μήτε ὁρᾶσθαι ἐξαλλομένην : αὐτὸς δὲ τῶν ἔξω ἐπιμελεῖται | ||
| ἡμῖν ἥξειν ἐπιστολὴν αὐτά τε ταῦτα μηνύουσαν καὶ τἀπὶ τούτοις βοῶσαν πρὸς ἅπαντας ὡς οὐ πλείω παρὰ τῶν παίδων τοῖς |
| ἰατροί , ἅτε δὴ χρήματα ληψόμενοι , ἀλλὰ δὴ καὶ Πολύειδος . ὃς ἰδὼν τὴν πόαν ἣν ἔμαθε παρά τινος | ||
| γάρ , εἰ τὸν Γλαῦκον τὸν Μίνωος ἀποπνιγέντα τῷ μέλιτι Πολύειδος ὁ μάντις ἐξ Ἄργους εἰς Κρήτην ἀφικόμενος ἀναστῆσαι λέγοιτο |
| οὐκ ἐσίησιν , ὅς μιν καθορῇ : καὶ πῦρ λαμβάνει περίψυχρον , καὶ βρυγμὸς , καὶ τὰς μήτρας ὀδύνη ἔχει | ||
| τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καὶ μέχρι Ἐλυμαΐδοςκαὶ τὸ ἔτος ἀπατηλὸν καὶ περίψυχρον καὶ λυπηρὸν ὡς καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποψίας μοχθηρὰς ἐγγενέσθαι |
| ἀγαθοῖς νέαν οὖσαν ἐπαίρεσθαι μηδ ' εἰς πράγματα σφαλερὰ καὶ τεταραγμένην οἰκίαν καὶ εἰς φθόνον καὶ ζηλοτυπίαν αὑτὴν προέσθαι γυναικὸς | ||
| καὶ τοῖς δόρασι τυπτόμενοι διεφθείροντο . οἱ δὲ κυβερνῆται θεωροῦντες τεταραγμένην τὴν μάχην , καὶ πάντα τόπον ὄντα πλήρη θορύβου |
| πλουτέοντες . . . εἶτ ' ἐπάγει : ἀέξονται φρένας ἀμπελίνοις τόξοις δαμέντες . ΑΓΚΥΛΗ ποτήριον πρὸς τὴν τῶν κοττάβων | ||
| ἢ σχιστὴν καύσας ἐπιμελῶς παράπτου : ἢ ἀσκαλαβώτην ἐπ ' ἀμπελίνοις ξύλοις παράπτου , ποιεῖ καλῶς . ἄλλο . βάτου |
| κατ ' ἐκεῖνον δὲ τὸν τῆς θεραπείας καιρὸν ἠκολούθει τῷ Μίνωϊ νεανίας εὐειδὴς , ὄνομα Ταῦρος , οὗ Πασιφάη ἔρωτι | ||
| δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα δοτικὴ |
| προσήκοντες καὶ οἱ τοῦ ἐμοῦ πατρός . Τίνες δὲ οἱ τρεφομένην ἔνδον καὶ θυγατέρα οὖσαν εἰδότες γνησίαν Κίρωνος ; Οἱ | ||
| φασί . τινὲς δὲ ἀγροιώ , τὴν ἐπὶ τῶν ἀγρῶν τρεφομένην . ἀγροιώ : ἡ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν . ἢ |
| καὶ τὸ ἐπὶ τῷ Θεοῦ προσώπῳ φρούριον ἐπιτεθέν , ἃ κατέσπασε Πομπήιος , ἀφ ' ὧν τήν τε Βύβλον κατέτρεχον | ||
| μὴ λογίζοιτο , ὡς νύκτωρ ἐς τὸ ἱερὸν παρῆλθε καὶ κατέσπασε τὰ ἀναθήματα καὶ τοῦ ξοάνου ἥψατο , κατηγοροίη δὲ |
| , ἀφ ' οὗ πνεῦμα ἐνθουσιῶδες ἀναθορὸν ἐπλήρου τὴν Πυθίαν περιβάδην ἀπολαβοῦσαν ἐκεῖνο τὸ χάσμα ἐπὶ τοῦ μαντικοῦ λέβητος , | ||
| βῆμα , καὶ πλίγματα τὰ πηδήματα . ἔνθεν καὶ τὸ περιβάδην ἀμφιπλὶξ παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Τριπτολέμῳ . καὶ Ὅμηρος “ |
| . Τούτῳ δὲ καὶ τοῦ δήμου τῷ δόγματι ἡ στρατιὰ συνηκολούθησε , μεθ ' ἦς ἐπολιόρκει τὴν Ἄρδεαν . Τετάρτῳ | ||
| δέ τινι καὶ ἐπὶ τὰς πολεμικὰς Ἀμαζόνας ἀπιόντι τῷ Ἡρακλεῖ συνηκολούθησε , φησίν , ὅτε πρὸς τὴν Ἱππολύτην διὰ τὸν |
| τοῦ καιροῦ , καὶ πολλῶν ἐναντίον καὶ ξένων καὶ πολιτῶν ὑβριζόμην : καὶ ἐν ἱερῷ ἀπὸ τοῦ τόπου : ὅλως | ||
| , εἰ παρὼν ἐτύγχανεν ἡνίχ ' εἱλκόμην καὶ ἐξεδυόμην καὶ ὑβριζόμην , καὶ ὑγιὴς ἐξελθὼν φοράδην ἦλθον οἴκαδε , ἐξεπεπηδήκει |
| . Ἀλέξανδρος δ ' ὁ Μύνδιος οὐ πίνειν φησὶ τὴν φάτταν ἀνακύπτουσαν ὡς τὴν τρυγόνα καὶ τοῦ χειμῶνος μὴ φθέγγεσθαι | ||
| ἐξετάζοντα καὶ συνετῶς , ὡς καὶ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων . φάτταν γάρ τις ἰδὼν οἰήσαιτο ἂν περιστερὰν οὐχὶ δὲ καὶ |
| ἀφῆκα τοῦ κινδύνου τούτου μετέχειν , ἱππέας δὲ τῶν σῶν συμπέμψαι μοι ἐδεόμην σου : εἰ γὰρ καὶ τοῦτο αἰτῶν | ||
| Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται πορεύεσθαι , κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνδρας : μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ |
| τὴν Σειρήνων ᾠδὴν οὐ κηρῷ τὴν ἀκοήν , πόθῳ δὲ ἐπαλείψας τῆς πόλεως . χρηστὸς βασιλεὺς [ . . . | ||
| στέαρ συὸς παλαιὸν , ξυμμίξας ῥητίνῃ καὶ ἀσφάλτῳ , αὐτὸ ἐπαλείψας ἐς ὀθόνιον , θερμήνας πρὸς πῦρ , ἐπιθεὶς ἐπιδεῖν |
| μέχρις οὗ πρὸς τὴν ἀλέαν ἀντέχειν μὴ δυνάμενος ἀποδυσάμενος ποταμοῦ παραῤῥέοντος ἐπὶ λουτρὸν ἀπῄει . ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι | ||
| ὅπως . . . . . δε παρατυχὼν ἐκ τοῦ παραῤῥέοντος νάματος πλήσας ἄμφω τὼ χεῖρε φέρει κατὰ τῆς ἁλουργίδος |
| - σαιο , πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . εἰ δέ σοι καθεύδειν ἥδιον , ἐγὼ μὲν | ||
| τῷ Μικύλλῳ “ πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . ” Οὕτω Πιττακὸς ὥρισεν , εἷς τῶν ἑπτὰ |
| τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς | ||
| Μολιονιδῶν , ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς |
| ! ] [ ἔγωγε ] θαυμάζω ? [ ] ἐν θηρίοισι μᾶλλον ? ? ? ? [ ! ! ! | ||
| δ ' ἀντ ' αὐτοῦ τάμνουσα ἰχθῦς παρέχει βορὴν τοῖσι θηρίοισι . Τροφὴ μὲν δὴ αὐτοῖσι τοιαύτη ἀποδέδεκται . Τὸ |
| αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ | ||
| μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ |
| Ἥρας τῆς μὲν κόρης ἁψάμενος εἰς βοῦν μετεμόρφωσε λευκήν , ἀπωμόσατο δὲ ταύτῃ μὴ συνελθεῖν : διό φησιν Ἡσίοδος οὐκ | ||
| ! τῷ : περσίη , ἧς τ ' ἕνεκεν πένθος ἀπωμόσατο , ἰωνίζοντος πολλάκις τοῦ Καλλιμάχου ὑπολαβόντος αὐτοῦ καὶ τ |
| δεμετεχων ? ? ! ! ? ? ? ἀφίκετο καὶ τοῦν ? ! ! με ? ! ! ! ! | ||
| πυκνός , τῆς πυκνὸς τὰς ἡνίας , ‚ τοῦ λίθου τοῦν τῇ πυκνί ‚ . καὶ πύκνα ” . κέκληται |
| ! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον | ||
| ! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [ |
| παιδὸς φωνὴν ἐλεήσαις : ” εἰ δ ' αὖ τοῖς χοιριδίοις χαίρω , θυγατρὸς φωνῇ με πιθέσθαι . χἠμεῖς αὐτῷ | ||
| λέγει τὸ Γ * ἐλέησον Γ ἢ ἀπόλυσον . Γ χοιριδίοις : ἴσως , ὅτι χοῖρος προσαγορεύεται τὸ ⌈ τῆς |
| εἰ δὲ καὶ ἀπὸ Μυοῦντός τινος Ἀττικοῦ , ὃν ἐν κυνηγίῳ διαφθαρῆναι Ἀπολλόδωρος λέγει , οὐ φθόνος ὑμῶν δεδοξάσθαι τὰ | ||
| . . : Σεπτίμιος Μάρκελλος γήμας Σιλουΐαν , τὰ πολλὰ κυνηγίῳ προσέκειτο : τὴν δὲ νεόνυμφον ἐν σχήματι ποιμένος Ἄρης |
| δρᾶν : τὸν γὰρ προσελθόντα οὐκ ἀνίης πρὶν ἂν ἀναγκάσῃς ἀποδύσας ἐν τοῖς λόγοις προσπαλαῖσαι . Ἄριστά γε , ὦ | ||
| τοῦ χείλους . ὤμοι τῆς ἀλέας ἣν ἅνθρωπός μ ' ἀποδύσας | φεύγεις συγκύψας . ἀλλὰ δῆτ ' ἐς τοῦ |
| οἴκοθεν ἡ προδοσία : καὶ ὁ μὲν οὕτως ἐξ ἀμφοτέρων ἀνήρπαστο : ἡ γυνὴ δ ' ἤκουεν εὐαγγέλια τοῦ φόνου | ||
| τινὰ μιμησάμενοι ναυτικήν . καὶ τὸ μὲν Ἐρετριέων γένος οὕτως ἀνήρπαστο ὡσπερεὶ παρ ' ἄλλου τινὸς τῶν κρειττόνων ἁρπασθὲν , |
| τὰ οἰκία τεθῇ χύδην , δι ' ὃ καὶ τὸ ἐπίμετρον ποιεῖ : τὸν γὰρ ἀτμὸν τὸν ἀνιόντα λεπτὸν ὄντα | ||
| καὶ ὁ λόγος ὁ τρώσας ἰάσεται . ἔχων δ ' ἐπίμετρον : ὑπὲρ τὸ μέτρον , τῷ ἐπιμετρηθέντι περίσσευμα . |
| καύματος ὄντος , ὁ Ξάνθος ἐν τῷ περιπατεῖν τὸν χιτῶνα ἀνασυράμενος οὔρει . ὅπερ ἰδὼν Αἴσωπος καὶ τῶν ἱματίων ἐκείνου | ||
| , ὁ δὲ βδελυρὸς τοιοῦτος , οἷος ἀπαντήσας γυναιξὶν ἐλευθέραις ἀνασυράμενος δεῖξαι τὸ αἰδοῖον . καὶ ἐν θεάτρῳ κροτεῖν , |
| ἡγεῖσθαί τε καὶ ἄρχειν . καίτοι τοῦτό γε , ὦ Πίνδαρε σοφώτατε , σχεδὸν οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην | ||
| Δώριος , Φρύγιος , Λύδιος . ἀναλάμβανε δέ , ὦ Πίνδαρε , τὴν Δωρίαν φόρμιγγα καὶ ὕμνει τὸν Φερένικον ἵππον |
| μὲν δεδίασι ταῦ - τα , οἱ δ ' οὖν μελιττουργοὶ ἐλαύνουσιν αὐτὰ ἀπ ' αὐτῶν ἢ κόνυζαν ἐπιθυμιάσαντες ἢ | ||
| ἡ θήρα ταῖς ἀνθρωπίναις ψυχαῖς ἐλευθερία γίγνεται . Ἤδη δὲ μελιττουργοὶ τῆς μελίττης ἀπολιπούσης μηχανῶνται τοιόνδε : εἰς οἰκίσκον βοῦν |
| οἵδε οἱ νόμοι ἔσονται , ἀναγκαίως ἔχει εἰς ἄλλην χώραν ἐξοικίζεσθαι τὸν ἀπάτοραπρὸς γὰρ τοῖς τετταράκοντα καὶ πεντακισχιλίοις οἴκοις οὐκ | ||
| τοῦτο αὐτομάτως τε καὶ ἄνευ πόνου ὑπορρυέν , ἐντεῦθεν ἀναγκαῖον ἐξοικίζεσθαι τὴν ἀρετήν . Ἀλλὰ φιλοσοφώτερος ἄρα , ὡς ἔοικεν |
| πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ; | ||
| πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον |
| πόνων χρονίων ὑδρελαίῳ χρησομένους ἐν τῷ δευτέρῳ τοῦ βαλανείου οἴκῳ ἐμβιβαστέον ἐπὶ πλείονα χρόνον . Ἑξῆς ἀκόλουθόν ἐστι καὶ περὶ | ||
| τὰ μαλάγματα . εἰ δ ' ἐπιτρέποιεν οἱ καιροί , ἐμβιβαστέον αὐτοὺς εἰς ἔλαιον . προκοπῆς δὲ γενομένης , προσφερέσθωσαν |
| τὸν οἶνον ἔπεμπε τοῖς Ἀχαιοῖς , ὅτι οὐκ ἀργύριον αὐτῷ διέλυον , ἀλλ ' οἱ μὲν χαλκὸν , ἄλλοι δ | ||
| ποιήσαντες καὶ εὐξάμενοι τοῖς θεοῖς τἀγαθὰ τὴν σκηνὴν εἰς κοίτην διέλυον . τῇ δ ' ὑστεραίᾳ ὁ Κῦρος συνέλεξε πάντας |
| μὲν γάρ τις ἡμῶν προελθὼν ἐπὶ τὸ ἐντυχεῖν τῷ φίλῳ περιτύχοι παρ ' ἐλπίδα τινὶ βιβλίον πιπράσκοντι καὶ τοῦτο ὠνήσαιτο | ||
| εἶναι αὐτοὺς εἰς τριακοσίους : ὡς δ ' ἴδοι καὶ περιτύχοι τῷ πράγματι , ἔλεγε . Καὶ τούτοις , ὦ |
| τὴν δυσχέρειαν τοῦ στόματος ἐκ τοῦ μυχαιτάτου τῆς φάρυγγος τὴν δυσοσμίαν ἐκπέμποντος . κακὸς κακῶς ἀπόλοιο τοιοῦτος ὤν . βάδιζε | ||
| γυναιξὶν ἀσεβῶς διακειμέναις περὶ τὰς τῆς Ἀφροδίτης τιμὰς ἡ θεὸς δυσοσμίαν προσέπεμψε , καὶ οὕτως αὐτὰς οἱ ἄνδρες ἀπεστράφησαν : |
| μία τις αὐτῶν κηρία μέλιτος εὑροῦσα πρώτη ἔφαγε καὶ ὕδατι μίξασα ἔπιε , καὶ τὰς ἄλλας δὲ ἐδίδαξε , καὶ | ||
| πόλιν μόνη παρῆλθες τῷ θαύματι , τοσοῦτον κάλλος τῷ μεγέθει μίξασα , ὡς καὶ τοὺς ἐκείνης οἰκήτορας οὐκ ἔχειν ὅ |
| . : Κτησίας δ ' ἐν Καρμανίᾳ φησὶ γίνεσθαι ἔλαιον ἀκάνθινον , ᾧ χρῆσθαι βασιλέα : ὃς καὶ καταλέγων ἐν | ||
| . : Κτησίας δ ' ἐν Καρμανίαι φησὶ γίνεσθαι ἔλαιον ἀκάνθινον , ὧι χρῆσθαι βασιλέα : ὃς καὶ . . |
| ˘˘ – × – – [ ] δ ' ἐπὶ στρατ ! ! [ νῦν ἐεργμέν ! [ πημεσωσερ ? | ||
| γὰρ αὐτοθ [ μεταπέμψεθ ' ἑτέρους [ ! ! ] στρατ ? [ οὔ ς ' ἄρα φυλάξει . παῖδες |
| τοῦ Ἀπόλλωνος νεὼν τοῦ Δηλίου τῶν πρώτων ὄντες Ἀθηναίων καὶ ἐνεδύοντο ἱμάτια τῶν Θηραικῶν . ὁ δὲ Ἀπόλλων οὗτός ἐστιν | ||
| ἀγνοήσαντες , ὅτι φίλιον ἦν στράτευμα , ὅπλα τ ' ἐνεδύοντο καὶ ἀλλήλους ἀνεκάλουν , ἥ τ ' ἄλλη πόλις |
| Ξενοκράτης δὲ καίπερ αὐστηρὸς ὢν τὸν τρόπον ὅμως ὑπὸ δυσωπίας ἐκάμφθη , καὶ συνέστησε Πολυσπέρχοντι δι ' ἐπιστολῆς ἄνθρωπον οὐ | ||
| ἴδιον ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τοῦ ἱδροῦν . ἰδνώθη εἰς τοὐπίσω ἐκάμφθη , οἱονεὶ τὸ ἰνίον ἐδονώθη . ἱδρῶ , κατ |
| εἶπον πολλάκις τὴν ἱστορίαν τήν τε τοῦ Διομήδους , τοῦ Δαύνου καὶ τῶν Αἰτωλῶν καὶ περὶ τῶν συγχωσθέντων βʹ ἀνδρογύνων | ||
| . Ἀλαίνου : Ἄλαινος νόθος ἀδελφὸς Διομήδους ἐρῶν Εὐίππης τῆς Δαύνου θυγατρός , κριτὴς αἱρεθεὶς καὶ χαριζόμενος αὐτῇ τὸν Διομήδην |
| εἶδεν ὄναρ , ᾧ χρησάμενοι περιγένοιντο τῶν πολεμίων , ἀναστὰς ἐξεῖπε , ποιήσαντες οἱ πολῖται τὰ ὑπὸ τοῦ ὀνείρου δηλωθέντα | ||
| ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους : εἶτα λέγεις , ὡς ἐξεῖπε πρὸ τῶν βασάνων τὴν προδοσίαν ὁ τρίτος : οὐ |
| μνημονεύει καὶ Ἱππῶναξ διὰ τούτων : βακκάρι δὲ τὰς ῥῖνας ἤλειφον : ἐσθ ' οἵη περ κρόκος . Ἀχαιὸς δ | ||
| οὐδὲ βαδίζειν δυναμένου ; κἀν τοῖς ἀλείμμασι καὶ λουτροῖς ἑαυτοὺς ἤλειφον , ἐπισκώπτοντος τοῦ Σκιπίωνος , ὡς αἱ ἡμίονοι , |
| , καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ | ||
| μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς |
| ὁ μὲν ἐπὶ τούτῳ τὴν γνώμην ἔτεινεν : τῷ δὲ Χρυσανθίῳ συμβὰν ἔκ τινος συνηθείας τὴν φλέβα διελεῖν , ὅ | ||
| μάλιστα Χρυσάνθιος , καὶ εἴ τις ἦν ἐκείνης τῆς διατριβῆς Χρυσανθίῳ παραπλήσιος . Μόνος δὲ ὁ Πρίσκος οὐδὲ παρόντος ἐφείδετο |
| ] καὶ ὁ τριπτὴρ εἶδος ὑλιστῆρος , ὁ τὰ τριβόμενα διηθῶν ἢν δέ τις ἀζαλέῃ : ἐὰν δέ τις , | ||
| κείμενος , καὶ τὸ ἀπορρέον τοῦ σώματος ὑγρὸν εἰς κύστιν διηθῶν . ἥ γε μὴν κύστις κατὰ τὴν εὐρυχωρίαν τῶν |
| γὰρ τὰ ἰσχνὰ τῶν δερμάτων εἰς πλάτος αὔξεται . ΓΘ φορῆσαι ] ὑποδήσασθαι τὸ τοιοῦτον δέρμα . δοχμαῖν ] ἤγουν | ||
| τὸν Διόδωρον ἱστορεῖ , καὶ τρίβωνα ἀναλαβεῖν , κόμην τε φορῆσαι , κατά τινα τῦφον τὴν ἐπιτήδευσιν ταύτην προσαγαγόντα , |
| μή τις αὐτὸν ἥρπασε ταχέως κινδυνεύοντα κελεύσας αὐτὸν καὶ πεπόνων προσενέγκασθαι καὶ θριδάκων καὶ πτισάνης μηδὲν ἐχούσης περίεργον καὶ πᾶσαν | ||
| τὴν προῖκα φερνὴν καλεῖὥστ ' εἴποις ἂν εἰσενέγκασθαι προῖκα καὶ προσενέγκασθαι καὶ δοῦναι . αἱ δὲ πρὸς τὴν προῖκα ὑποθῆκαι |
| κομίσαι : ὃς δ ' ἂν μὴ κομίσῃ , θάνατον ἀπείλεε . Κομισθῆναί τε δὴ χρῆμα πολλὸν ἀρδίων καί οἱ | ||
| : οὐ βουλομένου δὲ τὰ πρῶτα τοῦ φυλάκου διδόναι , ἀπείλεε τά μιν λυθεὶς ποιήσει , ἐς ὃ δείσας τὰς |
| ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν | ||
| τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ |
| τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ | ||
| ! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι |
| : παρὰ γὰρ τοῦ Γάμου καὶ τοῦτο ἡμῖν , ὃς ἐκέρασε τὰ γένη . τὰ μὲν οὖν Δόμνου πρὸς τοῦτο | ||
| , τὴν πήραν , τὸ δέρμα , τοὺς γαυλούς : ἐκέρασε δὲ καὶ τὴν πηγὴν οἴνῳ τὴν ἐν τῷ ἄντρῳ |
| ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν | ||
| καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ |
| ἀπιμέλων διὰ ξηρότητα τῷ ϲημείῳ προϲεκτέον , ἵνα μὴ λάθωμεν αὑτοὺϲ τὸ περιτόναιον καίοντεϲ , οὐδὲ μὴν ἐπὶ τῶν παχυτέρων | ||
| οἱ Ῥηνεῖϲ τοὺϲ Δηλίουϲ , δι ' ἣν αἰτίαν ὡϲ αὑτοὺϲ ἀφίκοντο : οὔτε γὰρ λιμέναϲ εἶναι παρ ' αὑτοῖϲ |
| σκηνῆς Ἀγαμέμνονος ἐξῄει ἡ Ἑκάβη : πῶς δὲ καὶ ἐκεῖθεν ἐξιοῦσά φησι μετ ' ὀλίγον [ ] ποῦ ποτε Κασάνδραν | ||
| σκηνῆς Ἀγαμέμνονος ἐξῄει ἡ Ἑκάβη : πῶς δὲ καὶ ἐκεῖθεν ἐξιοῦσά φησι μετ ' ὀλίγον [ ] ποῦ ποτε Κασάνδραν |
| πτερόεντ ' ἀγόρευον : οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν : αἰνῶς | ||
| τὰ τοῦ Ὁμήρου ἔπη Οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν , ὥσπερ |
| συνεχῶς . καὶ πρῴην , ὅτε ἐκ Μουνυχίας ἐπέμψαμεν αὐτῷ κομιοῦντα τοὐψώνιον Ἕρμωνα τουτονὶ τὸν μειρακίσκον , σπόγγους ἡμῖν ἐπέταττε | ||
| ἐπιβουλότερα εἶναι μᾶλλον ἢ ῥᾴδια ἐξαπατᾶσθαιτοῦτον δὴ τὸν φόβον ἔπεμψε κομιοῦντα Πολύκαρπον δοῦναι μὲν πλέον ἑτέρου δυνάμενον , δεόμενον δὲ |
| , πλατεῖαν , προμήκη ὑπερμήκη μηκίστην , μεγάλην μεγίστην ὑπερμεγέθη παμ - μεγέθη , ὑπέρογκον , ἡπλωμένην , ἐκτεταμένην , | ||
| χρωννύντες δολοῦσιν ὡς πρὸς τὴν ὄψιν ἀνθεῖν . σχοινίον πλεξάμενοι παμ - μῆκες , ἰσχυρόν τε καὶ καρτερὸν ὡς ἐνθαλαττεύειν |
| τινος ὡδοιπόρουν μηκέτι τὸν ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν ὀρρωδοῦντες φόβον . ἐπιλιπόντος δὲ τοῦ ποτοῦ τρισὶν ἡμέραις , αὖθις ἐν ἀθυμίαις | ||
| τῇ δὲ τετάρτῃ κάμνοντες ὑπό τε κόπου καὶ δίψους , ἐπιλιπόντος ἤδη τι καὶ τοῦ ὕδατος , ὃ ἐπήγοντο , |
| ὑστέρῳ ἀγῶνι ; ἢ ποίᾳ αἰσχύνῃ οὐκ ἂν καὶ συμφορᾷ περιπεπτωκὼς ἦν ; παρακαλούντων δή με ἁπάντων , ἰδίᾳ προσιόντων | ||
| καὶ τῶν συναγωνισαμένων τριακόσιοι πεντήκοντα : καὶ αὐτὸς Ἀγησίλαος πολλοῖς περιπεπτωκὼς τραύμασιν εἰς Δελφοὺς ἐκομίσθη , κἀκεῖ τὴν ἐπιμέλειαν τοῦ |
| κυσαμένην Σεμέλην τεκέειν Διὶ τερπικεραύνῳ , ἄλλοι δ ' ἐν Θήβῃσιν , ἄναξ , σε λέγουσι γενέσθαι , ψευδόμενοι : | ||
| . τοῦ γε μὴν ἑτέρου ὑποδείγματά ἐστι τοιαῦτα , Θήβηθεν Θήβῃσιν , Ἀθήνηθεν Ἀθήνῃσιν , θύρηθεν θύρῃσι . Τὰ διὰ |
| χρήσηται ἀντὶ ἀρνητικοῦ . οἷον , Μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα Ποσειδάων ἐνοσίχθων . ἀντὶ τοῦ , οὐ δι ' | ||
| , ξίφει φησίν , ὡς τὸ μὴ δι ' ἐμὴν ἰότητα . δεῦρό γ ' ἀεὶ ] ἕως δεῦρο . |
| ὑπ ' ἄλλου τινὸϲ ὠφεληθέντεϲ : ᾧ καὶ δῆλον ὅτι μόνουϲ τοὺϲ ἀνιάτωϲ ἔχονταϲ οὐκ ὠφέληϲεν . πίνεται δὲ μετ | ||
| χωρούϲῃ δὲ ♃ ιβ , ἐπίβαλλε αὐτῇ ἐλαίου ♃ Ϛ μόνουϲ καὶ χρίϲαϲ ἀκριβῶϲ τὸ ϲτόμα τῆϲ χύτραϲ γύψῳ , |
| , κατασκεδῶ , νὴ τὴν φίλην Δήμητρα , τὴν μεγίστην ἀρύταιναν ὑμῶν ἐκ μέσου βάψασα τοῦ λέβητος ζέοντος ὕδατος : | ||
| , κατασκεδῶ , νὴ τὴν φίλην Δήμητρα , τὴν μεγίστην ἀρύταιναν ὑμῶν ἐκ μέσου βάψασα τοῦ λέβητος ζέοντος ὕδατος : |
| Εὐβούλου ⌊ τόδε ⌋ δούλου σῆμα ? κενὸν ⌊ ⌋ κενόφρων ⌊ θῆκεν Ἀριστοτέλης - ⌋ : ὃς ⌊ γαστρὸς | ||
| : Ἑρμίου εὐνούχου ἠδ ' Εὐβούλου ἅμα δούλου σῆμα κενὸν κενόφρων τεῦξεν Ἀριστοτέλης , ὃς διὰ τὴν ἀκρατῆ γαστρὸς φύσιν |
| ἐπιγονατίδοϲ ἐκϲτῆναι κωλύεται . τοῖϲ αὐτοῖϲ οὖν τῆϲ κατατάϲεωϲ χρώμενοι τρόποιϲ , ποτὲ μὲν διὰ τῶν χειρῶν μόνον , ποτὲ | ||
| ἀγαθὸν εἶναι τὸν θεόν . ἀλλ ' οἱ γενόμενοι τοῖϲ τρόποιϲ αὐτοὶ κακοί : πολλὴν δ ' ἐπιπλοκὴν τοῦ βίου |
| ἀλείφειν ἢ καθαίρειν ἢ σαροῦν τὰ πρὸ τῶν ἀγαλμάτων καὶ ῥαίνειν τὰ περὶ τοὺς ναοὺς ἡμαρτηκέναι τι εἰς αὐτοὺς ἐκείνους | ||
| ἀνόσιον . ἐπεὶ γὰρ αὐτοῖς οὐκέτ ' ἔστ ' ἐξουσία ῥαίνειν , εἷς τις θεοῖσιν ἐχθρὸς ἄνθρωπος πάνυ ξηραινομένους ὡς |
| τοῦ τραχήλου τρίς . ἄλλο . κοχλίας γυμνοὺς βάλε εἰς πολτάριον καὶ καῦσον καὶ λειώσας τὴν τέφραν ἀναλάμβανε μέλιτι λείῳ | ||
| δραχμῆς πλέον μήτε ὀβολῶν τεσσάρων ἔλασσον : συνεψῆσαι δὲ τούτοις πολτάριον ἐκ σεμιδάλεως : ἔπειτα ἀπὸ τούτου τῷ πάσχοντι διδόναι |
| τὰ πτερὰ καὶ τὰ μέλη πάντα βαρύνονται , τῷ ἐλαίῳ βραχέντες ὥστε ἀποπτῆναι μὴ δύνασθαι , καὶ κατὰ τοῦτον εὐθὺς | ||
| ἔχουσι τὸ ἕλκος νεμόμενον : σκευάζεται δὲ οὕτως . Ὄροβοι βραχέντες ὕδατι θερμῷ , ἀλλασσομένου πεντάκις τοῦ ὕδατος , ἐῶνται |
| Φιάλαν ὡς εἴ τις ἀφˈνειᾶς ἀπὸ χειρὸς ἑλών ἔνδον ἀμπέλου καχλάζοισαν δρόσῳ δωρήσεται νεανίᾳ γαμβρῷ προπίνων οἴκοθεν οἴκαδε , πάγχρυσον | ||
| ἄνθρωπος ἑλὼν ἀπὸ χειρὸς ἀφνειᾶς φιάλην πάγχρυσον κορυφὴν τῶν κτεάνων καχλάζοισαν ἔνδον ἐν δρόσῳ τῆς ἀμπέλου προπίνων δωρήσεται τῷ νεανίᾳ |
| ἐν μιᾷ δὲ ἡμέρᾳ ἄγονται οἵ τε Χύτροι καὶ οἱ Χόες ὡς καὶ κατιὼν λέγει : “ ὑπὸ τοὺς Χόας | ||
| μόνος : καὶ ἀπ ' ἐκείνου Ἀθηναίοις ἑορτὴ ἐνομίσθη οἱ Χόες . Πιθοίγια . . . Χύτρα . . : |
| μάτην πενομένων : Λάκωνες γὰρ τὴν ἀγρίαν ἐλαίαν ἄγριππον καλοῦσι λεπτόφυλλον οὖσαν καὶ [ μὴ ] πλέον αὐξανομένην πηγάνου . | ||
| καὶ βάτος μετ ' οἴνου : ἔνιοι δὲ ἄγχουσαν τὴν λεπτόφυλλον βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας |
| . . . ] . ! ασταε ! ! ἵνα εὕρηι ? ? ? ωμαυνλεγε ! ! ! διὰ ? | ||
| λάθω δέδοικα καὶ τύραννον , ἡνίκ ' ἂν κενὰς κρηπῖδας εὕρηι λαΐνας ἀγάλματος . πῶς οὐ θανοῦμαι ; τίς δ |
| οἷον πτωχὸν Εὐριπίδης συσκευάζει τὸν Τήλεφον στρατηγὸν ὄντα Μυσίας μετὰ πηριδίου ἐλθόντα προσαίτην εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ τῆς Ἀγαμέμνονος αὐλῆς | ||
| εἶναι Μυσὸς φάσκων ” δίμετρον : τὸ μεʹ “ ἐκ πηριδίου ” μονόμετρον : τὸ μϘʹ “ γνώμας τρώγων Πανδελετίους |
| ὀλίγῳ δὲ λόγῳ , διὰ τὸ τὰς αἰτίας ἀποδοῦναι : φλεβοτομῶν γὰρ καὶ τέμνων καὶ διακαίων πλείστῃ πράξει κέχρηται , | ||
| ὠφελίμως , καί ποτε καὶ ταύτης ἔλαττον . Ἀντισπάσεως ἕνεκα φλεβοτομῶν , τὰς μὲν κατ ' εὐθεῖαν τῶν αἱμορραγούντων τέμνων |
| μέλλοντες παρατάττεσθαι τὰ ὀνόματα σφῶν αὐτῶν ἐγράψαντο εἰς σκυταλίδα καὶ ἐξῆψαν ἐκ τῆς χειρός , ἵνα τελευτῶντες μὴ ἀγνοῶνται ὑπὸ | ||
| ' ἐν χερσὶν ἐγένοντο , οἱ μὲν Ἴβηρες αὐταῖς βουσὶν ἐξῆψαν τὰς ἁμάξας καὶ ἐξώτρυ - ναν ἐς τοὺς πολεμίους |
| : ὣς φάτο καί σφιν νῶτα βοὸς παρὰ πίονα θῆκεν ὄπτ ' ἐν χερσὶν ἑλών , τά ῥά οἱ γέρα | ||
| τοῦ Τηλεμάχου πρὸς αὐτὸν παραγενομένου , νῶτα βοὸς παρέθηκεν ἀείρας ὄπτ ' , ἐν χερσὶν ἑλὼν , τά ῥά οἱ |
| δεδωκέναι . Ἀλλὰ μὴν καὶ τῆς κεφαλῆς τὰς τρίχας ξυρῷ περιαιρούμενος κατάπλαττε αὐτὴν ἄρτι μὲν ἀλεσθεισῶν κριθῶν τῷ ἀλεύρῳ , | ||
| Πτολεμαῖον : καὶ γὰρ φονικὸς ἦν καὶ τῶν ἄλλων ἡγεμόνων περιαιρούμενος τὰς ἐξουσίας καὶ καθόλου πάντων βουλόμενος ἄρχειν βιαίως , |
| διηθήσας μῖξον οἴνῳ βραχεῖ καὶ ἐλαίῳ τετραπλασίονι καὶ ἐρίοις οἰσυπηροῖς ἀναταράξας ἱκανῶς θέρμαινέ τε καὶ σύγχριε τοὺς λουομένους καὶ τοὺς | ||
| ἕνωσον δύο τὰ λευκὰ καὶ δύο τὰ ξανθά : καὶ ἀναταράξας , ἀνάσπα διὰ τοῦ ὀργάνου : καὶ τοῦ μὲν |
| ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν | ||
| ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων |
| Ἀμφιφορίτης : ὅτι ἐν Αἰγίνῃ ἔδραμον περὶ τὴν Ἀσωπίδα κρήνην ὑδρεύσασθαι , ὅθεν καὶ ἀγὼν ἄγεται Ἀμφιφορίτης λεγόμενος παρὰ τοῖς | ||
| Ἄρεως κατασταθεὶς τῆς Δίρκης πρὸς τὸ μηδένα ἀπ ' αὐτῆς ὑδρεύσασθαι : Ἄρεος ὠμόφρων φύλαξ : ὡς τὸ βασιλέως ἄρχων |
| τὰ πατρῷα ἱματίου μόνον καταλειφθέντος αὐτῷ εἶδε χελιδόνα παρὰ καιρὸν ὀφθεῖσαν καὶ θέρος εἶναι νομίσας μηκέτι δεόμενος τοῦ ἱματίου τοῦτο | ||
| ἀρχὴν γὰρ ἐγὼ μηχανήσομαι οὕτως , ὥςτε μηδὲ μαθεῖν αὐτὴν ὀφθεῖσαν ὑπὸ σοῦ . ἀγαγὼν γάρ σε εἰς τὸ οἴκημα |
| αὐτῷ γίνεται ἐκ κοίτης θῆλυ τέκνον , ᾧ οὔνομα τίθεται Κρηθηΐδα . καὶ αὐτὸς μὲν ὁ Μελάνωπος καὶ ἡ γυνὴ | ||
| τοῦ βίου . ἐνθαῦτα ὑπεκτίθε - ται ὁ Κλεάναξ τὴν Κρηθηΐδα πρὸς Ἰσμηνίην τὸν Βοιώτιον τῶν ἀποίκων λελογχότα , ὃς |
| μὲν οὖν τοῦ πλήθους τοῦ οἴνου , ὅσον ἔδει αὐτοὺς ἐνθέσθαι εἰς τὸ πλοῖον , ταῦτα διεπράξαντο , καὶ ἤρξαντο | ||
| . ὁπότε γὰρ ἐν τῷ Βοσπόρῳ φὴς μὴ τὰ χρήματα ἐνθέσθαι εἰς τὴν ναῦν , ἀλλὰ τὸ χρυσίον τῷ ναυκλήρῳ |
| , γνοφώδους τῆς νυκτὸς οὔσης εἰς κατάπληξιν τῶν διωκόντων . προσταχθεὶς δὲ Μωυσῆς τῇ βακτηρίᾳ παίει τὴν θάλασσαν : ἡ | ||
| ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς οἰκίας ἐπιμελητής , ἐπαγόμενος θεραπόντων πλῆθος |
| τρίτῳ Στράτωνος , τοῦτο : κύνα ἐφ ' ἡμέρας ιδʹ ἐγκλείσας ὀστᾶ μόνον παράβαλε αὐτῷ φαγεῖν . τῇ δὲ πεντεκαιδεκάτῃ | ||
| . ὅμως οὐχ ἡδέως μέν , πλὴν ἐπηγγείλατο . καὶ ἐγκλείσας με εἰς τὸν οἶκον καὶ καθῖσαι κελεύσας ἄντικρυς τοῦ |
| τοξεύσας αὐτὸν περὶ ποταμὸν Ἀνθεμοῦντα . ἦν δὲ ὁ Γηρυόνης Χρυσάορος παῖς καὶ θυγατρὸς Ὠκεανοῦ Καλλιρόης . δύο δὲ δένδρα | ||
| ἔστι καὶ ἄλλη Καρίας , ἣν Ἰδριάδα ἀπὸ Ἰδριέως τοῦ Χρυσάορος . τὸ ἐθνικὸν Εὐρώπιος ὡς Ὠρώπιος . Εὔταια , |
| εἰς ἄψυχον χθονίων βωμόν : τὸ δὲ μέτριον νομοθέτης ἂν μαντεύσαιτο οὐκ ἀσχημονέστατα . ἔστω δὴ νόμος οὗτος : Τῷ | ||
| τοῦ Ἐμπεδοκλέους λέγοντος : οὐκ ἂν ἀνὴρ τοιαῦτα σοφὸς φρεσὶ μαντεύσαιτο , ὡς ὄφρα μέν τε βιῶσι , τὸ δὴ |
| τέχνῃ καταχαλκοῦν συλλέγων τὸ ὅλον ἐξεύροι , εἶτα συγχωνεύσας καὶ ἐκκαθάρας καὶ σοφίᾳ τινὶ καὶ δυνάμει τὸν χαλκὸν εἰς χρυσὸν | ||
| . καὶ εὑρίσκει πρὸ τοῦ ἄντρου νεμομένην χελώνην . ταύτην ἐκκαθάρας , εἰς τὸ κύτος χορδὰς ἐντείνας ἐξ ὧν ἔθυσε |
| δὲ τοῦ κινδύνου μιᾶς νηὸς ἐπαραμένης τὸν δόλωνα διὰ τὸ τετρωμένην αὐτὴν θαλαττοῦσθαι , πολλοὺς καὶ τῶν ἐγγὺς τὸ παραπλήσιον | ||
| πρὸϲ τὰϲ φλεγμονὰϲ χρηϲόμεθα βοηθήμαϲι . καλῶϲ δὲ κολλᾷ μήνιγγα τετρωμένην , φηϲὶν Ἀρχιγένηϲ , καλαμίνθηϲ χύλιϲμα ἐγχεῖν καὶ ἄλευρον |