ἄνεμος ζέφυρος ἐξέφερε τῆς Ἀττικῆς ἐπὶ τὴν ἠιόνα τὴν καλεομένην Κωλιάδα , ὥστε ἀποπεπλῆσθαι τὸν χρησμὸν τόν τε ἄλλον πάντα
ἀκτῆς , ἐφ ' ἧσπερ ἡρπάγη , ναὸν ἱδρύσατο , Κωλιάδα δὲ προσηγόρευσε τὸν τόπον ἀπὸ τῶν κώλων , ἃ
6363473 Βοσποριον
, ὑποδέχεται τῷ καλουμένῳ κέρατι : κόλπος οὗτος ὑπὸ τὴν Βοσπόριον ἄκραν , βαθὺς μὲν πλέον ἢ καθ ' ὅρμονἑξήκοντα
. Βοσπ . : περὶ μὲν οὖν τῆς ἄκρας ἣν Βοσπόριον καλοῦμεν , διττὸς κατέχει λόγος : οἱ μὲν γάρ
5440287 λστʹ
ἄνευ τῆς λοξῆς φορβέας καὶ τῶν γενειάδων . Κεφ . λστʹ . Σύμμετρον μέρος τῆς ταινίας ἐάσας κατὰ προσώπου κρέμασθαι
ἰατρικῇ διὰ χειρῶν ἢ ὀργάνων περιγινομένη τοῦ προσήκοντος τέλους . λστʹ . Περικράνιος ὑμήν ἐστι νευρώδης περιειληφὼς πᾶν τὸ κράνιον
5392489 ἀνακεχυται
τοῖς ἀφανέσι προπιστεύειν , ἃ σχεδὸν κατὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ἀνακέχυται κοινὸν Ἕλλησιν ὁμοῦ καὶ βαρβάροις ἐπάγοντα τὸν ἐκ τοῦ
, τὸν οἰκεῖον εἴληχε χῶρον : ὕδωρ δὲ ἐπὶ γῆν ἀνακέχυται [ δεύτερον ] , ἀὴρ δὲ καὶ πῦρ ἀπὸ
5285006 ἐξενιτευσε
μειζόνων φιλίας ἀρρενικῶν τε καὶ θηλυκῶν . τῷ λαʹ ἔτει ἐξενίτευσε καὶ ἐπὶ τῆς ξένης ἡδέως μὲν καὶ ἐπωφελῶς κατ
, κλίμα αʹ . τῷ ιηʹ ἔτει σὺν ἐπισήμῳ γυναικὶ ἐξενίτευσε διὰ φιλίαν καὶ δόξαν καὶ πρὸς ἄλλην συνήθειαν καὶ
5256215 περιψυχρον
οὐκ ἐσίησιν , ὅς μιν καθορῇ : καὶ πῦρ λαμβάνει περίψυχρον , καὶ βρυγμὸς , καὶ τὰς μήτρας ὀδύνη ἔχει
τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης καὶ μέχρι Ἐλυμαΐδοςκαὶ τὸ ἔτος ἀπατηλὸν καὶ περίψυχρον καὶ λυπηρὸν ὡς καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποψίας μοχθηρὰς ἐγγενέσθαι
5250413 Θρᾳκικων
δὲ Ἴμβρον πρὸς ἀριστερά . Ἴμβρον ἔχων ] Ἀπὸ τῶν Θρᾳκικῶν μερῶν ἡ Ἴμβρος : ἡ δὲ Τένεδος πρὸς τῇ
μάτην φρονῶν : καθὼς ἱστορεῖ Κλειτώνυμος ἐν τῷ γʹ τῶν Θρᾳκικῶν . Γάγγης ποταμός ἐστι τῆς Ἰνδίας , τὴν προσηγο
5207141 κωλικα
κρυπτά , κήλας , βρογχοκήλας , δυσουρίας , νεφρίτιδας , κωλικά , σκιασμούς . . . : Βουτρωτὸς ἢ Βουθρωτὸς
κρυπτά , κήλας , βρογχοκήλας , δυσουρίας , νεφρίτιδας , κωλικά , σκιασμούς . . . : Βουτρωτὸς ἢ Βουθρωτὸς
5199353 ταπεινωθησεσθαι
μέρος τοῦ κύκλου τὸν τῆς Ἀσίας δυνάστην ὑπὸ βαρβάρων μηνύει ταπεινωθήσεσθαι καὶ πολλὰ ἀποβαλεῖν καὶ μετὰ τριετίαν ἢ μικρῷ πλέον
συνηγμένα . καθήσειν ] ἀπὸ τῶν χειμαζομένων τροπικῶς ἀντὶ τοῦ ταπεινωθήσεσθαι . πόνος ] ἀτυχία . ἀκούοντας ] τοὺς θεούς
5178609 Σκοπαν
συγγραφέως . Προθέμενος γὰρ πρώτην διασαφεῖν τὴν τῶν περὶ τὸν Σκόπαν ἔκταξιν , τῷ μὲν δεξιῷ κέρατί φησι τῆς ὑπωρείας
τήν τε Γάζης πολιορκίαν καὶ τὴν γενομένην παράταξιν Ἀντιόχου πρὸς Σκόπαν ἐν Κοίλῃ Συρίᾳ περὶ τὸ Πάνιον , περὶ μὲν
5157567 εἰκασθεισα
ὅτι Πλούτων αὐτὴν ἥρπασεν , ὀργιζομένη θεοῖς κατέλιπεν οὐρανόν , εἰκασθεῖσα δὲ γυναικὶ ἧκεν εἰς Ἐλευσῖνα . καὶ πρῶτον μὲν
δὲ συνθεμένης δοῦναι , Ἥρα μανίαν φυλάττουσα πρὸς αὐτὸν , εἰκασθεῖσα μιᾷ τῶν Ἀμαζόνων περιῄει πάσαις λέγουσα , ὅτι ὁ
5128134 ὑπεργειου
. Ταὐτὸ δεῖ νοεῖν ἐπὶ πάντα τὸν κύκλον τοῦ τε ὑπεργείου καὶ ὑπογείου μέρους καὶ μήτινα ἔχειν ἀμφιβολίαν . Καὶ
οὔσης αὐτῆς . Ἐπειδὴ πολλὰ ἔργα τῆς γεωργίας ποτὲ μὲν ὑπεργείου , ποτὲ δὲ ὑπογείου τῆς σελήνης οὔσης , προβαίνειν
5090380 Νεριον
μδʹ γοʹʹ [ Ἀρτάβρων ] Ἀρτάβρων λιμὴν εʹ γʹʹ μεʹ Νέριον ἀκρωτήριον εʹ δʹʹ μεʹ Ϛʹʹ Ἡ δὲ ἀρκτικὴ πλευρὰ
τοῦ ἱεροῦ ἀκρωτηρίου μέχρι τῆς πρὸς Ἀρτάβροις ἄκρας ἣν καλοῦσι Νέριον : τέταρτον δὲ τὸ ἐνθένδε μέχρι τῶν βορείων ἄκρων
5060071 Βρεττιος
ποιησάμενος ἔπεισε τὰ Ῥωμαίων φρονεῖν , ὥστε καὶ συνθέμενος ὁ Βρέττιος ἔδειξε , καθ ' ὃ μέρος χρὴ προσβαλεῖν τοῖς
παρὰ Φαβίῳ . τούτου τῆς ἀδελφῆς καλῆς οὔσης ἐν Τάραντι Βρέττιος ἤρα ἀνὴρ ὑπὸ Ἀννίβου τὰ τείχη φυλάττειν πεπιστευμένος .
4987693 Ἀκροκορινθου
ταῦτα μὲν περὶ Περσαίου πλείονες ἱστοροῦσιν . . Ἄρατος ἐκράτησεν Ἀκροκορίνθου φρουρὰν ἔχοντος , ἣν ἐγκατέστησεν Ἀντίγονος φύλακα τάξας ἐπ
συντίθεται τάλαντα ἑξήκοντα δώσειν , εἰ δι ' αὐτοῦ κρατήσειεν Ἀκροκορίνθου . Ἐργῖνος ὑπισχνεῖται μετὰ τῶν ἀδελφῶν τοῦτο πράξειν .
4968439 ὀφθεισης
μικρὰ ἔσται καὶ σπάνις καρπῶν κατὰ πᾶσαν τὴν γῆν . ὀφθείσης δὲ μικρᾶς γραμμῆς νεφελοειδοῦς ἀποτεινούσης ἀπὸ τοῦ ἀστέρος ἐπὶ
γενομένου τὸ παρὸν σύγγραμμα ὑπέσχετο δεῖξαι : οὕτως γὰρ λογικωτέρας ὀφθείσης τῆς τέχνης , τῆς ἀποδείξεως πλέον τι τῶν δημοτῶν
4944960 Θεοκλεους
ὥς φασιν , ἀπὸ τῶν Τρωικῶν δεκάτηι γενεᾶι μετὰ ταῦτα Θεοκλέους στόλον παρὰ Χαλκιδέων λαβόντοςἦν δ ' οὗτος γένει ἐκ
πρὶν Ἡρακλείδας κατελθεῖν , ἵδρυτο δὲ ἐν οἰκίᾳ Κριοῦ τοῦ Θεοκλέους , ἀνδρὸς μάντεως : τούτου δὲ τοῦ Κριοῦ γεμιζούσῃ
4938286 πληθουσῃ
πανταχόθεν περιεχομένη , τῇ τε Τυρσηνῇ καὶ Σικελῇ καὶ τῇ πληθούσῃ , ὃ ἔστι πολλῇ , Ἀδριάδι . Ἑκάστη δὲ
' ἀνδρὸς τῶν περιπόλων τινὸς ἐξ ἐπιβουλῆς ἐν τῇ ἀγορᾷ πληθούσῃ καὶ οὐ πολὺ ἀπὸ τοῦ βουλευτηρίου ἀπελθὼν ἀπέθανε παραχρῆμα
4929496 διαπλου
Ἰβηρικὸν γένος τοῦτο , ὅπερ φημὶ οἰκέειν τὰ παράλια τοῦ διάπλου , διώρισται ὀνόμασιν ἓν γένος ἐὸν κατὰ φῦλα :
τὸ ἀκρωτήριον τὸ κατὰ Ῥηναίαν στάδια ρνʹ . Τοῦ δὲ διάπλου εἰς Ῥηναίαν στάδια μʹ . Αὐτῆς δὲ Ῥηναίας καὶ
4910891 διηθων
] καὶ ὁ τριπτὴρ εἶδος ὑλιστῆρος , ὁ τὰ τριβόμενα διηθῶν ἢν δέ τις ἀζαλέῃ : ἐὰν δέ τις ,
κείμενος , καὶ τὸ ἀπορρέον τοῦ σώματος ὑγρὸν εἰς κύστιν διηθῶν . ἥ γε μὴν κύστις κατὰ τὴν εὐρυχωρίαν τῶν
4887383 ἀπεπληρουν
δὲ Ἀπολλόδωρος † † καὶ ὅτι τὸ ποτήριον μεστὸν πάλιν ἀπεπλήρουν , δεδήλωκεν ἐν τῇ δʹ ⌈ τῶν περὶ Σώφρονος
, οἱ δ ' ἀμφὶ τὸ ἱερὸν παῖδες ὁμοῦ παίζοντες ἀπεπλήρουν τῆς ἱερουργίας τὸν νόμον : λαβόντες γὰρ μῆλον ὡραῖον
4881659 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4879796 καθητο
ἀπώλλυτ ' ἄν , ἃ καλῶς εἰδυῖα στένουσα ἂν οἴκοι καθῆτο . τὸ θαρρῆσαι τοίνυν αὐτῇ παρ ' ἡμῶν γεγένηται
ὅτι στεφάνῳ δάφνης ἔστεπτο ὁ τρίπους , ἐφ ' οὗ καθῆτο ἡ Πυθία χρησμῳδοῦσα . καλεῖται δὲ τὸ μέρος ,
4862080 Κολχικης
ἀπέπλευσε . Καταλαβὼν δὲ εἰς Κόλχους Αἰήτην παρεκάλει τὸν τῆς Κολχικῆς βασιλεύοντα γῆς δοῦναι τὸ δέρας αὐτῷ . Τοῦ δὲ
τῆς ἐφ ' ἑκάτερα θαλάττης τῆς τε Κασπίας καὶ τῆς Κολχικῆς . φασὶ γοῦν ἐν Ῥόδῳ γενόμενον τὸν Πομπήιον ,
4856326 ἐξομφαλα
καὶ πάλιν λύϲαϲ τὸ αὐτὸ ποίει . Ἄλλο πρὸϲ τὰ ἐξόμφαλα . θέρμουϲ πικροὺϲ καὶ ὀνύχιϲμα ὄνου κεκαυμένον καὶ πλινθάριον
ταῖϲ καθολικαῖϲ θεραπείαιϲ . Περὶ ἐξομφάλων νηπίων . Γίγνεται παιδία ἐξόμφαλα ἢ διατεινόμενα ἐπὶ πολὺ ἐν τῷ κλαυθμῷ ἢ ἐκ
4835071 Σιφνιον
τε Χῖον καὶ τὸ Σύριον καὶ τὸ Κύθνιον καὶ τὸ Σίφνιον καὶ πολλαχόθεν ἄλλοθεν τῶν Κυκλάδων νήσων καὶ Σικελὸν τὸ
ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον Μερόπη . τὸ ἐθνικὸν Σίφνιος . καὶ Σίφνιον ποτήριον καὶ σιφνιάζειν . Σιωνία , πόλις Ποντική .
4780518 Ταρρακωνησιᾳ
Βάστουλοι , τὴν δὲ ὑπὲρ τούτους μεσόγειον καὶ πρὸς τῇ Ταρρακωνησίᾳ Τούρδουλοι , ἐν οἷς μεσόγειοι πόλεις Σεγίδα θʹ Ϛʹʹ
τοῦ Δορίου ποταμοῦ , ἀπὸ δὲ τῶν ἀνατολῶν τῇ αὐτῇ Ταρρακωνησίᾳ , ἀπὸ δὲ δύσεως τῷ δυτικῷ ὠκεανῷ , ἀπὸ
4776129 ὑδρευσασθαι
Ἀμφιφορίτης : ὅτι ἐν Αἰγίνῃ ἔδραμον περὶ τὴν Ἀσωπίδα κρήνην ὑδρεύσασθαι , ὅθεν καὶ ἀγὼν ἄγεται Ἀμφιφορίτης λεγόμενος παρὰ τοῖς
Ἄρεως κατασταθεὶς τῆς Δίρκης πρὸς τὸ μηδένα ἀπ ' αὐτῆς ὑδρεύσασθαι : Ἄρεος ὠμόφρων φύλαξ : ὡς τὸ βασιλέως ἄρχων
4750357 ΑΛΛΩΣ
μεῖζόν ἐστιν : ὅπερ ἔδει δεῖξαι . Ϛʹ , λʹ ΑΛΛΩΣ Ἔστω ἡ δοθεῖσα εὐθεῖα ἡ ΑΒ . δεῖ δὴ
ΚΟΤΕΕΙ . Ζηλοῖ , ὀργίζεται , φθονεῖ , βασκαίνει . ΑΛΛΩΣ . Προτρέπεται πρὸς γεωργίαν διὰ τοῦτο . Ἐν γὰρ
4747230 βοηδρομιωνος
αὐτὰ λαβών . λέγε . [ Ἄρχων Δημόνικος Φλυεύς , βοηδρομιῶνος ἕκτῃ μετ ' εἰκάδα , γνώμη βουλῆς καὶ δήμου
' ἐβούλετο , τῇ γ ' ἕκτῃ φθίνοντος δοῦναι τοῦ βοηδρομιῶνος μηνός , ἣν δεηθείς μου ἔθετο καὶ ἐν ᾗ
4739150 Ὑπεριονιδας
τὴν δύσιν Στησίχορος μὲν οὕτως φησίν : ἆμος δ ' Ὑπεριονίδας δέπας ἐσκατέβαινε χρύσεον , ὄφρα δι ' Ὠκεανοῖο περάσας
ἔφˈριξέ νιν καὶ Γαῖα μάτηρ . τότε καὶ φαυσίμβροτος δαίμων Ὑπεριονίδας μέλλον ἔντειλεν φυλάξασθαι χρέος παισὶν φίλοις , ὡς ἂν
4735292 κατεχωσε
φιλοπονίᾳ τε καὶ ἀτρύτοις πόνοις ἐγκείμενος , εὐφυεστέρων καὶ πρεσβυτέρων κατέχωσε δόξας τῷ ἑαυτοῦ ὀνόματι . , . . ὄχλου
Κρόνος , μετὰ γνώμης τοῦ Ἑρμοῦ εἰς βάθος γῆς ἐμβαλὼν κατέχωσε . Κατὰ τοῦτον τὸν χρόνον οἱ ἀπὸ τῶν Διοσκούρων
4722941 διερχεσθω
δύνει : ἐν δὲ τῷ τῆς ἡμέρας χρόνῳ ὁ ἥλιος διερχέσθω περιφέρειαν τὴν οπʹ , καὶ τῇ ποʹ ἴση ἔστω
πεποιήσθω κατὰ τὸ Η , τὴν δὲ λοιπὴν τὴν ΗΕ διερχέσθω ἐν τετάρτῳ μέρει περιφορᾶς . Λέγω , ὅτι διὰ
4715733 κιβωτιου
συνήθη τρόπον ἐφιλοφρονεῖτο αὐτόν . ὃ δὲ ἐξελὼν ἐκ τοῦ κιβωτίου τὸν ὅρμον ἔδειξεν , ἐπειπὼν ὅτι ἄξιός ἐστιν οὗτος
ὄρους Λυκορὶ καλουμένου : πεπαυμένου δὲ τοῦ ὕδατος ἐξελθόντες τοῦ κιβωτίου προσετάχθησαν ὑπὸ τοῦ Διὸς τὰ τῆς μητρὸς αὐτῶν ὀστᾶ
4714789 σκοπης
καθ ' ὃ δὴ λέγεταί τις τῶν ὀξυδορκούντων ἀπό τινος σκοπῆς ἀπαγγέλλειν τὸν ἀριθμὸν τῶν ἀναγομένων ἐκ Καρχηδόνος σκαφῶν τοῖς
' εἴ γε δεῖ μηδὲν ὑποστειλάμενον τἀληθὲς διηγήσασθαιοἰκῶ γὰρ ἐπὶ σκοπῆς , ὡς ὁρᾷς πολλοὺς αὐτῶν πολλάκις ἤδη ἐθεασάμην περὶ
4706462 μετενεχθεντος
αἱ μὲν ὀνομαζόμεναι περσαῖαι καρπὸν διάφορον ἔχουσι τῆι γλυκύτητι , μετενεχθέντος ἐξ Αἰθιοπίας ὑπὸ Περσῶν τοῦ φυτοῦ καθ ' ὃν
λίθον , ὡς ἀποκοπὴν αἰφνίδιον φέρειν τοῦ λίθου εἰς εὐρύτερον μετενεχθέντος χωρίων . διὸ καὶ τὴν ἀρχὴν ἄνωθεν ἀπὸ νεφρῶν
4705677 Καλλαϊκοι
ῥεῖ κατ ' Ἀκούτειαν πόλιν τῶν Ὀυακκαίων ἔχων διάβασιν , Καλλαϊκοὶ δ ' ὕστατοι , τῆς ὀρεινῆς ἐπέχοντες πολλήν :
Μινίου καὶ τοῦ Δορίου ποταμοῦ τὰ μὲν ἐπὶ θαλάσσῃ κατέχουσι Καλλαϊκοὶ οἱ Βρακάριοι , ἐν οἷς πόλεις αἵδε : Βρακαραυγούστα
4704452 ἀνθεον
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων .
4700682 κατεσπασε
καὶ τὸ ἐπὶ τῷ Θεοῦ προσώπῳ φρούριον ἐπιτεθέν , ἃ κατέσπασε Πομπήιος , ἀφ ' ὧν τήν τε Βύβλον κατέτρεχον
μὴ λογίζοιτο , ὡς νύκτωρ ἐς τὸ ἱερὸν παρῆλθε καὶ κατέσπασε τὰ ἀναθήματα καὶ τοῦ ξοάνου ἥψατο , κατηγοροίη δὲ
4688919 ἀναβιβασον
τοῦ γεγονότος τετραγώ - νου ἀπὸ τοῦ κζ , εἶτα ἀναβίβασον αὐτὴν καὶ εὑρήσεις οὐδένα ἄλλον ἢ τὸν ε ια
καὶ ὅρα ταῦτα , πῶς κεῖνται ٣٠ ٦٦ ٢٧٦ ταῦτα ἀναβίβασον , καὶ γίνονται λα ι λϚ , ἅτινα λα
4681885 χωλειας
οὐκ ἄν ποτε ἐπὶ τῶν μὴ καταρτισθέντων τὰ τῆς παρεζευγμένης χωλείας ἰδιώματα διηρίθμητο . ἀλλὰ τὰ μὲν ἐπὶ τῶν κρατηθέντων
αὐτὴν ὥρμησεν οἰκίαν , ὡς γνωσθῆναι μὲν ἀπὸ τῶν τῆς χωλείας σημείων , ἧσαι δὲ τὰς γυναῖκας , ὅτι παρ
4666449 ἀντιπολεμειν
στρατεύματος εἰς Ἰνδίαν ἐλθόντος , καὶ τῶν ἐγχωρίων κρίσιν ἐχόντων ἀντιπολεμεῖν αὐτῷ , Πώρου τοῦ βασιλέως τῶν τόπων ἐλέφας αἰφνιδίως
ἀρχὴν ἀποτίθεται , οὐχ ὅπλα αἴρειν ὑπὲρ αὐτῆς ἐθέλων καὶ ἀντιπολεμεῖν , ὅπου τὸ συνειδὸς ἀφ ' ἑστίας εἶχεν αὐτὸν
4649792 Ἡροστρατος
, εἶτ ' ἄλλος ἐποίησε μείζω : ὡς δὲ τοῦτον Ἡρόστρατός τις ἐνέπρησεν , ἄλλον ἀμείνω κατεσκεύασαν , συνενέγκαντες τὸν
, εἶτ ' ἄλλος ἐποίησε μείζω : ὡς δὲ τοῦτον Ἡρόστρατός τις ἐνέπρησεν , ἄλλον ἀμείνω κατεσκεύασαν συνενέγκαντες τὸν τῶν
4645923 μεσημβρινη
. . . . . μζ κε : ἡ δὲ μεσημβρινὴ τῇ ἐπιζευγνυούσῃ τὰ ἐκτεθειμένα δύο πέρατα γραμμῇ παρὰ τὴν
παραλλήλου λαμβάνεται , οὔθ ' ἡ διορίζουσα εὐθεῖα τὰς σφραγῖδας μεσημβρινὴ εἴρηται : ὥστ ' οὐδὲν εἴρηται πρὸς αὐτόν .
4639095 παραπλεοντα
ξηρὸν ἑωρᾶτο , τὸ δὲ ἦγεν ἐπὶ τὸν Τίγρητα πλοῖα παραπλέοντα τῷ στρατῷ , καὶ τοῖς ἐν ταῖς πόλεσι μείζων
τὸν πόρον : τά τε πλοῖα αὐτῷ ἄλλῃ καὶ ἄλλῃ παραπλέοντα καὶ αἱ διφθέραι τῆς κάρφης ἐμπιπλάμεναι καὶ ἡ ὄχθη
4634146 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
4625774 Τεγεατιδος
Αὔγης εἰκὼν γραφῇ μεμιμημένη Μαρπήσσης τε ἐπίκλησιν Χοίρας , γυναικὸς Τεγεάτιδος , ἀνάκειται τὸ ὅπλον . ταύτης μὲν δὴ ποιησόμεθα
καὶ τὸ Παρθένιον καλούμενον καθῆκον ἐπὶ τὴν Ἀργείαν ἀπὸ τῆς Τεγεάτιδος Περὶ δὲ τοῦ Ἀλφειοῦ καὶ τοῦ Εὐρώτα τὸ συμβεβηκὸς
4624236 ἐμβροχην
τῆς ἀπὸ τῶν ἐπικειμένων θερμασίας αἰσθάνηται , αὖθις νεαροποιεῖν τὴν ἐμβροχήν : παρηγορηθέντος δὲ καὶ ἀπονωτέρου τοῦ κάμνοντος γενομένου ,
τοῦ δὲ κηροῦ βραχυτάτου , ὡς μόνον παχυτέραν ἐργάσασθαι τὴν ἐμβροχήν . ἀναλαμβανέσθω δὲ πάντα δι ' ἐρίων οἰσυπηρῶν καὶ
4621556 Αὐγουϲτῳ
καί ἐϲτι τροπὴ τοῦ θέρουϲ ἐπὶ τὸ ψυχρόν : μηνὶ Αὐγούϲτῳ κη Προτρυγητὴρ ἑῷοϲ ἐπιτέλλει καὶ Ὀιϲτὸϲ δύνει : ἐϲτὶ
# α . δεῖ δὲ ϲκευάζειν τὸ φάρμακον ἐν μηνὶ Αὐγούϲτῳ , ἡνίκα ὀκτωκαιδεκαταία ἐϲτὶν ἡ ϲελήνη . εἰ δὲ
4614102 ἀπετεκε
καὶ Γῆς , ὃς μιγεὶς τῇ ἑαυτοῦ ἀδελφῇ Κητοῖ ταύτας ἀπέτεκε . κατῴκουν δὲ ὑπὸ γῆν , καὶ οὔτε ἡλίῳ
καὶ Γῆς , ὃς μιγεὶς τοῦ ἑαυτοῦ ἀδελφῇ Κητοῖ ταύτας ἀπέτεκε . κατῴκουν δὲ ὑπὸ γῆν , καὶ οὔτε ἡλίῳ
4563821 ΘΑΕ
ἦν ἐν τῇ γʹ ἀκρωνύκτῳ , καὶ ἐπεζεύχθωσαν αἵ τε ΘΑΕ καὶ ΘΒΖ καὶ ΘΗΓ καὶ ΝΚΑ καὶ ΝΛΒ καὶ
περιφερείας τῆς ΓΒ ἐστι διπλῆ : ἴση ἄρα ἡ ὑπὸ ΘΑΕ γωνία τῇ ὑπὸ ΑΘΕ : ὥστε καὶ ἡ ΘΕ
4562597 καταρρεοντων
ὅπου καὶ αἱ τῶν ποταμῶν ἐκβολαὶ * συνελθοῦσαι καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα : ἐνταῦθα δὲ
ὅπου καὶ αἱ τῶν ποταμῶν ἐκβολαὶ συνελθοῦσαι † καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα : ἐνταῦθα δὲ
4554675 τριετιαν
πόλεσι ταῖς Ποντικαῖς καὶ ταῖς Παφλαγονικαῖς ἐπήγγελλε θεηκόλους πέμπειν εἰς τριετίαν , ὑμνήσοντας παρ ' αὐτῷ τὸν θεόν , καὶ
Δρούσων ὁ Λαοδικεὺς τὴν τοῦ φίλου οἰκίαν ὠνήσασθαι δόξας μετὰ τριετίαν ὠνήσατο . ἀλλὰ τοῦτο μόνον θεωρηματικὸν ἦλθεν εἰς ἡμᾶς
4545979 κʹʹ
δον μέρος τῆς ἀποκαταστάσεως , ἐπὶ τὰς ἡμέρας Ϛ νγʹ κʹʹ , ἀποτελοῦνται μοῖραι β δʹ : ταῦτα προσέθηκα τῇ
# λαʹ κʹʹ , κατὰ δὲ τὸ ἐλάχιστον # λεʹ κʹʹ , ἡ δὲ διάμετρος τοῦ κύκλου τῆς σκιᾶς κατὰ
4535654 Βραγχιδων
Βραγχίδαις μαντεῖον ἐκλελοιπότος , ἐξ ὅτου τὸ ἱερὸν ὑπὸ τῶν Βραγχιδῶν σεσύλητο ἐπὶ Ξέρξου περσισάντων , ἐκλελοιπυίας δὲ καὶ τῆς
φασί . περὶ τούτους δὲ τοὺς τόπους καὶ τὸ τῶν Βραγχιδῶν ἄστυ ἀνελεῖν , οὓς Ξέρξην μὲν ἱδρῦσαι αὐτόθι συναπάραντας
4519759 Φαρου
γὰρ αὐτῷ κατὰ μῆκος : τῶν δ ' ἄκρων τῆς Φάρου τὸ μὲν ἑῷον μᾶλλόν ἐστι προσεχὲς τῇ ἠπείρῳ καὶ
ὅπερ ἀπὸ Τροίας ἐπήγετο ὡς Ἑλένην , καὶ ἐπιβὰς τῆς Φάρου νήσου ὁρᾷ τὴν ἀληθῆ Ἑλένην , σπῶν τε ἀπ
4516597 Ἀσδρουβα
μετὰ τὴν τοῦ πολέμου κατάλυσιν . Μετὰ δὲ τὴν σφαγὴν Ἀσδρούβα τοῦ Καρχηδονίου ἀναρχίας οὔσης τὸν μείζονα υἱὸν Ἀμίλκα Ἀννίβαν
ἔχουσα Ἀσκληπιεῖον , ὅπερ κατὰ τὴν ἅλωσιν ἡ γυνὴ τοῦ Ἀσδρούβα συνέπρησεν αὑτῇ . ὑπόκεινται δὲ τῇ ἀκροπόλει οἵ τε
4516376 Ὠβαρηνοι
ὁ αὐτὸς ἐν τῷ δευτέρῳ : Περὶ δὲ Κῦρον ποταμὸν Ὠβαρηνοί τε καὶ Ὠτηνοὶ νέμονται , μέγα μέρος Ἀρμενίας ὄντες
ὁ αὐτὸς ἐν τῷ δευτέρῳ „ περὶ δὲ Κῦρον ποταμὸν Ὠβαρηνοί τε καὶ Ὠτηνοὶ νέμονται , μέγα μέρος Ἀρμενίας ὄντες
4507298 προσταχθεις
, γνοφώδους τῆς νυκτὸς οὔσης εἰς κατάπληξιν τῶν διωκόντων . προσταχθεὶς δὲ Μωυσῆς τῇ βακτηρίᾳ παίει τὴν θάλασσαν : ἡ
ταῖς ψυχαῖς ἀναπολούντων , αἰφνίδιος καὶ ἀπροσδόκητος ταραχὴ καταλαμβάνει . προσταχθεὶς γὰρ ὁ τῆς οἰκίας ἐπιμελητής , ἐπαγόμενος θεραπόντων πλῆθος
4498776 ἐμπνευματωσις
ἐκ τῶν δακτύλων ἐπίκρουσιν ἦχος τυμπανώδης . ὅταν δὲ ἡ ἐμπνευμάτωσις ἐν τοῖς ἀδήλοις πόροις αὐτοῦ τοῦ σώματος τῆς ὑστέρας
στομάχου τοίνυν παθήματα φλεγμονὴ , ἕλκωσις , αἵματος ἀναγωγὴ , ἐμπνευμάτωσις , πλάδος , ἀνορεξία , ἀκράτεια τῶν προσφερομένων .
4495426 ἐπιστειλαντων
δεσπότης , οἳ δέ φασιν αὐτὸν ἀναπεισθῆναι ὑπὸ τῶν παίδων ἐπιστειλάντων καὶ δεηθέντων ὑπὲρ τῆς ἑαυτῶν σωτηρίας , οὓς ἐν
ἦν ἐν τοῖς ὅπλοις . ταῦτα Ῥωμαῖοι αἰσθόμενοι Φαβίων αὐτοῖς ἐπιστειλάντων ἔγνωσαν ἀμφοτέρους ἐκπορεύεσθαι τοὺς ὑπάτους ἐπὶ τὸν πόλεμον ,
4492089 Νυση
περὶ τῆς Νύσης ἱστορεῖ , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης ,
μαρτυρῆσαι ἐν τοῖς ὕμνοις ἐν οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης
4469318 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
4469194 Ἀκορου
ἐνίοτε δὲ καὶ τὸν λίθον ἀπὸ μιᾶς πόσεως ἐκφέρει . Ἀκόρου , μείου , φοῦ , ἀσάρου , σαρξιφάγου ,
ἔξωθεν λίθων δύνασθαι θρυβεῖν , ὡς τὸ πρὸ αὐτοῦ : Ἀκόρου , φοῦ , ὑπερικοῦ ἀνὰ ⋖ Ϛʹ , πράσου
4466886 Κουρουλα
τοῦ τε διὰ τοῦ Κῶρυ ἀκρωτηρίου καὶ τοῦ διὰ τῆς Κούρουλα πόλεως , σταδίων μὲν ἑξακοσίων σεʹ , μοίρας δὲ
. . . . . . . ρκζ ιϚ Ϛʹ Κούρουλα πόλις . . . . . . . .
4450481 Ἐπιδημιων
ῥαφή : ἀντὶ τοῦ παραλογίζεται , ὡς καὶ ἐν εʹ Ἐπιδημιῶν φησιν : ἔκλεψαν δέ μου τὴν γνώμην αἱ ῥαφαὶ
συνώνυμον θεὶς τὸ ἀλύειν τῷ πλανᾶσθαι . κεῖται ἐν τετάρτῳ Ἐπιδημιῶν καὶ ἐν αʹ Γυναικείων καὶ ἐν Ἀφορισμοῖς . ἀπεδείξαμεν
4446741 ἀνοθευτον
ζηλότυποι τῶν ἀνδρῶν δρεπόμενοι ῥίπτουσι περὶ τὸν παρθένιον θάλαμον καὶ ἀνόθευτον τηροῦσι τὸν γάμον . Ἐάν [ γὰρ ] τις
γὰρ αὐτὸν χωνευθῆναι ἅπτουσι τὴν βοτάνην : καὶ ἐὰν μὲν ἀνόθευτον τὸ χρυσίον ᾖ , τὰ φύλλα χρυσοῦται , καὶ
4445268 ἀνακος
ἱερὸν ἱδρυσάμενος ἀνακεῖον αὐτὸ προσηγόρευσαν : ἐὰν οὖν κλίνωμεν ἄναξ ἄνακος ἔμελλε συνεμπίπτειν ἡ γενικὴ αὕτη τῆς ἄναξ εὐθείας τῇ
α . * . . Ἀναγκάζω : ἀπὸ τοῦ ἄναξ ἄνακος , ἐξ οὗ τὸ ἄνακτος , γέγονεν ἀνάκη καὶ
4439120 διαβατηριων
ἐχρήσαντο , τὸ μὴ δυνηθῆναι διὰ τοῦτο μετασχεῖν τῆς τῶν διαβατηρίων θυσίας . εἶτ ' ἐδέοντο μὴ ἔλαττον τῶν ἄλλων
ὁ δὲ Ἀριστόβουλος προστίθησιν ὡς εἴη ἐξ ἀνάγκης τῇ τῶν διαβατηρίων ἑορτῇ μὴ μόνον τὸν ἥλιον ἰσημερινὸν διαπορεύεσθαι τμῆμα ,
4438868 Κυλωνειου
ἐπ ' αὐτῶν γενέσθαι . ἐκάθηρε γοῦν τὰς Ἀθήνας τοῦ Κυλωνείου ἄγους κατὰ τὴν μδ ὀλυμπιάδα [ ] γηραιὸς ὤν
δειλός . Γ ἐκ τῶν ἀλιτηρίων : τῶν μετεχόντων τοῦ Κυλωνείου ἄγους , ὅπερ εἰς τὴν Ἀθηνᾶν δοκεῖ γενέσθαι ἀσέβημα
4418566 Φρυγιακων
μεθερμηνευόμενόν ἐστι βασιλεὺς , καθὼς ἱστορεῖ Ἑρμησιάναξ Κύπριος ἐν βʹ Φρυγιακῶν . Σκάμανδρος ποταμός ἐστι τῆς Τρωάδος . Ἐκαλεῖτο δὲ
, Μαρσύας καλούμενος : καθὼς ἱστορεῖ Ἀλέξανδρος Κορνήλιος ἐν γʹ Φρυγιακῶν . . : Ἄμβασον , μητρόπολις τῶν Φρυγῶν .
4418186 Κελαινας
δʹ Φρυγίας . Μαρσύας ποταμός ἐστι τῆς Φρυγίας κατὰ πόλιν Κελαινὰς κείμενος : προσηγορεύετο δὲ πρότερον πηγὴ Μίδα δι '
. : Μαρσύας ποταμός ἐστι τῆς Φρυγίας , κατὰ πόλιν Κελαινὰς κείμενος : κατηγορεύετο δὲ πρότερον πηγὴ Μίδου , δι
4402360 Τρισμεγιστος
τινα ἴσως αἰτίαν εἵλοντο Σιβύλλαι προσαγορεύεσθαι , ὥσπερ δὴ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς λέγεται πλεονάκις ἐπιδημήσας τῇ Αἰγύπτῳ ἑαυτοῦ ἀνεμνῆσθαι καὶ
καὶ ἐπὶ πάσης προθέσεως τοῦτο πραγματεύσῃ . Παρέθετο δὲ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς ἐν τῇ περὶ κλιμακτήρων πραγματείᾳ λέγων οὕτως :
4398764 ὑψιγυιον
ξύλα μακρὰ οἷς † λακτίζουσι καὶ ὀροφοῦσι τοὺς θαλάμους . ὑψίγυιον : ὑψηλόν . πρὸς οἰκοδομίαν χρήσιμον . ὑπ '
Ἵππαρις οἷσιν ἄρδει στρατόν , κολλᾷ τε σταδίων θαλάμων ταχέως ὑψίγυιον ἄλσος , ὑπ ' ἀμαχανίας ἄγων ἐς φάος τόνδε
4395623 Ἰδαιας
[ στεφάνας ] θ ' ἱερὰς χθονὸς ? ? [ Ἰδαίας | ] , διὰ δ ' οὐχ ὅσιον [
πρῶτος ἐβασίλευσε Τεῦκρος , υἱὸς ὢν Σκαμάνδρου τοῦ ποταμοῦ καὶ Ἰδαίας νύμφης , ἀνὴρ ἐπιφανής , καὶ τοὺς λαοὺς ἀφ
4383549 ἀντιμεσουρανηματος
ἀνθρώπων ἀποτέλεσμα ἀπαραλλάκτως εὑρισκόμενον , κἂν ἐπὶ τοῦ μεσουρανήματος καὶ ἀντιμεσουρανήματος εὑρεθῶσιν , ἑαυτοὺς ἀναμετροῦντες εἷς μὲν ἄνω , εἷς
ἰατρῶν καὶ σπασμοῖς ἀποθνῄσκοντας , ἐπὶ δὲ τοῦ μεσουρανήματος ἢ ἀντιμεσουρανήματος σταυροῖς ἀνορθουμένους , καὶ μάλιστα περὶ τὸν Κηφέα καὶ
4372215 ᾠαι
λαιὰ μέρη , τῇ δὲ Ἀφροδίτῃ ἡ κεφαλὴ καὶ αἱ ᾦαι τοῦ ἥπατος καὶ ὁ πνεύμων , Ἑρμῇ δὲ τὰ
, τουτέστι τὸ ἀπολῆγον τοῦ ἱματίου . λέγναι γὰρ αἱ ᾦαι , τὰ λώματα , οἱ κροσσοί , ἅπερ Ὅμηρος
4367310 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4361578 δρο
: ὁ δὲ ἐπειδὴ ἀγχοῦ ἐγεγόνει , τῇ ῥοπῇ τοῦ δρό - μου φερόμενος ἐς δένδρον τι τῶν οὐ λίαν
ἀλώπηξ δέ , δικαία καὶ σοφωτάτη , ἔταξεν ὁδὸν τῶν δρό - μων τὴν εὐθεῖαν . ἡ δὲ χελώνη μὴ
4354939 χωνευε
γράμμα αʹ , καὶ ἀργύρου πρωτείου ἀραιωθέντος γράμματα γʹ , χώνευε καὶ ποίει πέταλα , καὶ χρίσον τοῦ σιδήρου τοῦ
καὶ τῇ ἐμβαφείᾳ . Λαβὼν χαλκὸν λευκὸν μνᾶν μίαν , χώνευε : ἐπίπασον ἅλας λευκὸν μετὰ στυπτηρίας , ἴσον ,
4346841 Θευθ
φύσις ἐστὶν ἡ μεταξὺ , διὰ τοῦτο ἐμνήσθη τοῦ δαίμονος Θεὺθ , τοῖς ὑφειμένοις ἡμῖν τὴν μετάδοσιν τῶν εὑρεμάτων ποιουμένου
. Καὶ λέγει μῦθόν τινα , ὃν ἤκουσε περὶ τοῦ Θεὺθ καὶ Ἄμμωνος , ὡς ἄρα ὁ Ἑρμῆς εὗρε πρὸς
4331182 προσεφυγεν
τῆς Ἀχαΐας , ἔνθα Ποσειδῶνος ἱερὸν ἅγιον ἦν : τούτῳ προσέφυγεν ἱκέτις . Φρικόδημος τὸν ἕτερον τῶν υἱῶν , ἀδελφὸν
τούτῳ τῷ Καιπίωνι Κόιντος Ποπαίδιος ὁ ἀντιστράτηγος οἷά τις αὐτόμολος προσέφυγεν , ἄγων καὶ διδοὺς ἐνέχυρον δύο βρέφη δοῦλα ,
4318548 ἀνεχωρησα
' ] ' νέκαμψ ' . ' νέκαμψ ' ] ἀνεχώρησα . ἀπὸ τοῦ ” ἐξέπτυσα “ δῆλόν ἐστιν ,
εἰδωλίου ἀπελθὼν κατήνεγκα αὐτὸ εἰς τὸ ἔδαφος , καὶ οὕτως ἀνεχώρησα εἰς τὸν οἶκόν μου , κελεύσας ἀσφαλισθῆναι τὰς θύρας
4282082 Καραμβις
: δύο δ ' εἰσὶ σκόπελοι . μετὰ δὲ Αἰγιαλὸν Κάραμβις , ἄκρα μεγάλη πρὸς τὰς ἄρκτους ἀνατεταμένη καὶ τὴν
ταύτης ἔξωθεν οὖσα καὶ ἐπὶ τὸν βορρᾶν ὁρῶσα ὑπάρχει ἡ Κάραμβις , ὁ δὲ ἀριστερὸς πόρος κεράτων ἔχει σημεῖον .
4277667 περιπλεοντι
δὲ ὁ κόλπος στάδιοι ͵βσνʹ , μίλια τʹ . Μὴ περιπλέοντι τοίνυν αὐτὸν , ἀλλ ' ἐπ ' εὐθείας διαπλέοντι
† οὐ πολὺ γὰρ ἀπέχει ἡ ἀκρόπολις τῆς θαλάσσης † περιπλέοντι νήσῳ † οὕτως Ὦρος , . , . .
4271541 Ἀφροδισιου
τῶν Θηβῶν , ἐν τοῖς Μεγάροις ἀναβαίνοντος αὐτοῦ ἐκ τοῦ Ἀφροδισίου εἰς τὸ ἀρχεῖον ῥήγνυται ὁποία δὴ φλέψ , καὶ
τε καὶ τῶν εἰρημένων ἄκρων , ἡ μὲν Νάρβων τοῦ Ἀφροδισίου τὸ δ ' Ἀρελᾶτε τῆς Μασσαλίας . ἑκατέρωθεν δὲ
4271418 καθιερωσεν
τε Δήμητρος καὶ Διονύσου καὶ Κόρης ἐν τῷ μεταξὺ χρόνῳ καθιέρωσεν , ὅς ἐστιν ἐπὶ τοῖς τέρμασι τοῦ μεγίστου τῶν
βοῶν ἐν δωρεαῖς τῷ βασιλεῖ . ὁ δὲ λαβὼν ἁπάσας καθιέρωσεν Ἡρακλεῖ , καὶ κατ ' ἐνιαυτὸν ἐκ τούτων ἔθυεν
4262966 Σαμης
νῦν ὀνόματι οὔτε τῶν πόλεων οὐδεμίαν , πλὴν μιᾶς εἴτε Σάμης εἴτε Σάμου , ἣ νῦν μὲν οὐκέτ ' ἐστίν
ἐκ μὲν Δουλιχίοιο δύο καὶ πεντήκοντα ἦσαν , ἐκ δὲ Σάμης πίσυρες τε καὶ εἴκοσι . οὐ γὰρ τοῦτ '
4261328 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
4259327 περιβαδην
, ἀφ ' οὗ πνεῦμα ἐνθουσιῶδες ἀναθορὸν ἐπλήρου τὴν Πυθίαν περιβάδην ἀπολαβοῦσαν ἐκεῖνο τὸ χάσμα ἐπὶ τοῦ μαντικοῦ λέβητος ,
βῆμα , καὶ πλίγματα τὰ πηδήματα . ἔνθεν καὶ τὸ περιβάδην ἀμφιπλὶξ παρὰ Σοφοκλεῖ ἐν Τριπτολέμῳ . καὶ Ὅμηρος “
4257825 λιτρᾳ
εἰ μὴ κικίννους ἀξίους λίτραιν δυοῖν . σὺν δὲ τῇ λίτρᾳ καὶ ἄλλα ὠνόμασε νομισμάτων ὀνόματα Ἐπίχαρμος ἐν Ἁρπαγαῖς ὥσπερ
γὰρ ια καὶ ιγ # τοῦ ἐλαίου μίξειϲ τότε τῇ λίτρᾳ τοῦ κηροῦ . Ἐν ταῖϲ ἑψήϲεϲι τῶν φαρμάκων ἡ
4255569 θεσπισαι
Κλαύδιον τοὺς προχείρους κανόνας τῆς ἀστρονομίας διὰ κεʹ ἑτηρίδων ψηφίζεσθαι θεσπίσαι . . . Ἐντεῦθεν δέ ἐστι καὶ τὸ ἀσύμφωνον
θεοῦ παραγενομένων εἰς Ὕβλαν καὶ πυνθανομένων περὶ τῶν ἀπηντημένων , θεσπίσαι τὸν Ἀπόλλωνα ποινὴν αὐτοὺς ἀποδοῦναι τῇ θεῷ δι '
4252131 τρισμυρια
ἦν ἵπποι ἐς ἔτος ἑκατὸν καὶ ὑποζύγια πεντακόσια καὶ πρόβατα τρισμύρια . χρήματα γὰρ οὐκ ἦν Οὐξίοις οὐδὲ ἡ γῆ
σταθμοὶ διακόσιοι δεκαπέντε , παρασάγγαι χίλιοι ἑκατὸν πεντήκοντα , στάδια τρισμύρια τετρακισχίλια διακόσια πεντήκοντα πέντε . χρόνου πλῆθος τῆς ἀναβάσεως
4247652 φυοντι
μαντεῖον ἐπ ' ἀνατολὰς ἰτέον , μέχρι ἂν ἐντύχῃ ποταμῷ φύοντι πόαν τῇ ὕδρᾳ παραπλήσιον : ἐκείνης γὰρ καταπλασάμενον τῶν
χὠς ὄρος ἀμφεπονεῖτο καὶ ὡς δρύες αὐτὸν ἐθρήνευν Ἱμέρα αἵτε φύοντι παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο , εὖτε χιὼν ὥς τις
4245968 ἀφαιρεθησεσθαι
ἀρχῆς τῆς ἐμῆς ἄρξω , Ἀντιόχου δὲ νικῶντος ἐλπὶς μὲν ἀφαιρεθήσεσθαι πάντα πρὸς γείτονος , ἐλπὶς δὲ καὶ ἔχοντα βασιλεύσειν
ἀνάστατον ἔσεσθαι καὶ τοὺς ἐπισήμους ταπεινοὺς καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν ἀφαιρεθήσεσθαι καὶ ὠμότητα πολλὴν γενήσεσθαι ὑπὸ ὀχλοκράτας καὶ φόνους ,
4240536 ἀνδραν
τὴν οἴκησιν ἐν Χρυσοπόλει πέρα : καὶ γὰρ αὐτὴ τὸν ἄνδραν της οὕτως ἀποκαθαίρει : ἀπόζεμάν τῳ ἔδωκεν , καὶ
γυναῖκα οἱ καλοὶ φωστῆρες οἱ μεγάλοι , ὡς καὶ πρὸς ἄνδραν τὸ αὐτὸ τυχόντες ὡροσκόποι . ἂν δὲ Κρόνος καὶ
4233564 Ἀρχιγενους
οὐκ ἀντιλεγούσης δὲ τῆς δυνάμεως , καὶ τῆς διὰ κολοκυνθίδος Ἀρχιγένους ἱερᾶς καταπότια ποιήσαντες δώσομεν , τοὐλάχιστον μὲν ἕως δραχμῆς
διδόμενον ἀνασκευάζειν τὴν νόσον . καὶ ταῦτα μὲν ἐκ τῶν Ἀρχιγένους . Ἕτερον δ ' , ὅπερ κεῖται ἐν τῷ
4231357 καθωρμισθησαν
ἔστε ἐπὶ βουλυτόν : καὶ ἦλθον σταδίους ἐνακοσίους , καὶ καθωρμίσθησαν ἐπὶ τοῦ στόματος τοῦ Εὐφράτου πρὸς κώμῃ τινὶ τῆς
πολιορκίαν οἱ μὲν Ἕλληνες εἰς τὴν ἀντιπέραν τῆς Τρῳάδος Χερρόνησον καθωρμίσθησαν , Ἀχιλλεὺς δὲ νυκτὸς ὁραθεὶς σφάγιον ᾔτει μίαν τῶν
4226313 μʹʹ
αὐτῶν ια . καὶ ἔστιν ὡς τξ πρὸς μζ μβʹ μʹʹ οὕτως πγ πρὸς ια . . . , .
σκιᾶς κατὰ μὲν τὸ μέγιστον ἀπόστημα τῆς σελήνης ἑξηκοστὰ μʹ μʹʹ , κατὰ δὲ τὸ ἐλάχιστον ἀπόστημα ἑξηκοστὰ μϚʹ .
4225827 λωτευντα
Τρῶες δὲ προύτυψαν ἀολλέες ἀντὶ τοῦ προέτυψαν , καὶ πεδία λωτεῦντα , ἀντὶ τοῦ λωτεύοντα . καὶ τὸ ὑφαιρεῖν τὸ
αὐτὴν Ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους καλύπτειν καὶ πεδία λωτεῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα , καί τ ' ἐφ
4223953 ΕΘΛ
τὸ ΗΘ . καὶ ἔστιν ἰσογώνιον τὸ ΓΗΚ τρίγωνον τῷ ΕΘΛ , ὅτι καὶ ἡ ΓΚ παράλληλός ἐστι τῇ ΕΛ
ΚΘΛ ἴση . ἐπεὶ οὖν δύο αἱ ΚΘΛ δυσὶν ταῖς ΕΘΛ ἴσαι , καὶ γωνία γωνίᾳ , καὶ βάσις ἡ

Back