οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας .
6323974 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
5828227 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
5634918 κτησιος
Ταύρῳ μενέει δὲ πολὺν χρόνον , εἵνεκα δ ' αὖτε κτήσιος ἢν ἄρα τοῦτο πάθῃ , ταύτην μὲν ὀλέσσει :
: καὶ γὰρ φίλιος ὁ Ζεὺς λέγεται καὶ ξένιος καὶ κτήσιος : ἄλλοι δὲ ἄλλας δυνάμεις αὐτοῦ ἐμερίσαντο . Καὶ
5603771 ἐπιηρανος
δὴ μήκιστον πραπίδων ἐκτήσατο πλοῦτον , παντοίων τε μάλιστα σοφῶν ἐπιήρανος ἔργων : ὁππότε γὰρ πάσῃσιν ὀρέξαιτο πραπίδεσσι , ῥεῖά
ἑφθῇ κλαίειν ἀγορεύω . τρίγλη δ ' οὐκ ἐθέλει νεύρων ἐπιήρανος εἶναι : παρθένου Ἀρτέμιδος γὰρ ἔφυ καὶ στύματα μισεῖ
5560730 κατοικητηριον
περᾷ τὸν Δάννουβιν ποταμὸν διεπέρασεν ἐπὶ τὴν Ἴλιον καταλείψας τὸ κατοικητήριον τῶν Κυρβάντων . τοῦτο δὲ ἐποίησε πότε ; ὅτε
ἀγγεῖα δὲ κἂν ὑγρότητος μὴ ἐμπέπλησται , ἀέρος μεταλαμβάνουσι . κατοικητήριον γοῦν ἐστιν αὕτη τῶν τοιούτων στοιχείων , ἅπερ ἀθάνατα
5548463 νασῳ
' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ –
Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων
5509653 Τοξευτῃ
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ '
5491193 πολυμητιν
ποιητὴς περὶ ἀρετῆς γένηται , ἐμὲ μὲν ποιήσει πολύτλαντα καὶ πολύμητιν καὶ πολυμήχανον καὶ πτολίπορθον καὶ μόνον τὴν Τροίαν ἑλόντα
καίτοι οὔτε τὰς Ὁμήρου Σειρῆνας ἔφην μιμεῖσθαι , αἳ τὸν πολύμητιν ἔθελξαν Ὀδυσσέα γλυκεῖάν τε καὶ ἄμαχον ἁρμονίαν αὐτοῦ καταχέουσαι
5485481 ἀνιηρα
ἄρμενα πάντα παράσχοις , χρήματα δ ' ἐγκαταθῆις πόλλ ' ἀνιηρὰ παθών , τὸν πατέρ ' ἐχθαίρουσι , καταρῶνται δ
: Δωρεά , ἐπὶ συμφορᾶς . καὶ Ἀρχίλοχος : κρύπτομεν ἀνιηρὰ Ποσειδῶνα ἄνακτα δῶρα . : ὤχμασεν : Ἐποίησεν ἀναβασταχθῆναι
5465232 ὀπωπαμεν
ὁμοίου τὸ ὅμοιον καταλαμβάνεσθαι πέφυκεν : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
ψυχὴν ἀπεφήνατο , οὕτω λέγων : γαίῃ μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ ' ὕδωρ , αἰθέρι δ '
5377002 Δαρειογενης
ἑδράνων φύλακες , κατὰ πρεσβείαν οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς Δαρειογενὴς εἵλετο χώρας ἐφορεύειν . ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
ἄναξ : οὓς αὐτὸς ὁ Ξέρξης κατέλιπεν κατὰ τιμήν . Δαρειογενὴς Δαρείου υἱός : καὶ μὴν Δαρεῖοι τρεῖς . τούτων
5369449 ἀνοιαις
, ἣ ἐν σώματι πάντα λέγεται κακοπαθεῖν καὶ ταλαιπωρεῖν ἐν ἀνοίαις καὶ ἐπιθυμίαις καὶ φόβοις καὶ τοῖς ἄλλοις κακοῖς γιγνομένη
” τὸ γὰρ ἔπαθλον θέλει δηλοῦν . ἀεσιφροσύνῃσιν ἀσυνεσίαις , ἀνοίαις . φαίνεται δὲ ἐκ τοῦ ἀέσαι , ὅ ἐστι
5344491 πολυκοιρανιη
ἑαυτῷ , θαυμασίῳ τὴν ἡγεμονικὴν ἐπιστήμηντὸ γὰρ „ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη „ λέλεκται δεόντως , ἐπειδὴ πολυτρόπων αἴτιαι κακῶν αἱ
τῶν πάντων . διὸ καὶ προϊών φησιν “ οὐκ ἀγαθὸν πολυκοιρανίη ” . ἀλλὰ μὴν καὶ διδασκαλικωτέρα ἐστὶ πασῶν ,
5336727 πρηξιοϲ
ὄρθιον ἀνίϲχει τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι :
, ἀκρατέεϲ δὲ ἐϲ τὸ ἀμφαδὸν καὶ τῆϲ τοῦ ἔργου πρήξιοϲ : παράφοροι τὴν γνώμην ἐϲ τὸ ἄϲχημον : κατέχειν
5158704 Βαλιον
καὶ δίδωσι Χείρων Πηλεῖ δόρυ μείλινον , Ποσειδῶν δὲ ἵππους Βαλίον καὶ Ξάνθον : ἀθάνατοι δὲ ἦσαν οὗτοι . ὡς
: ὅτι θηλυκῶς . Ὅμηρος [ Π ] Ξάνθον καὶ Βαλίον καὶ [ Ψ ] Ποσειδάων δὲ πόρ ' αὐτούς
5115906 ἀπειρονος
παρὰ τέρμα καὶ ἐλπίδος ἠδὲ μεριμνῶν καὶ νόμου ὠγυγίου καὶ ἀπείρονος εὐνόμου ἀρχῆς : Μοῖρα γὰρ ἐν βιότωι καθορᾶι μόνη
κλίνεται , οἷον αἷμα ἄναιμος ἀναίμων ἀναίμονος , ἄπειρος ἀπείρων ἀπείρονος , εἰ δὲ ἀπὸ ἄλλων , διὰ τοῦ ω
5068958 εὐχρηματιστος
, ὕστερον δὲ αὐτῶν περιέσται καὶ κύριος ἔσται κτημάτων καὶ εὐχρημάτιστος ὑπὸ θεῶν καὶ ὑπὸ γυναικῶν εὐνοηθήσεται , σινωθήσεται δὲ
καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις , γνωστὸς ἐν τόποις πολλοῖς , εὐχρημάτιστος , ἀκαταστατήσει δὲ κατὰ τὴν γυναῖκα καὶ λήψεται προειλκυσμένην
5040305 χαλασθεις
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
διὰ τέσσαρα κύκλος : κείνου δ ' ἡμίτονον Φαίνων ἀνίησι χαλασθείς , τοῦ δὲ τόσον Φαέθων ὅσον ὄβριμος Ἄρεος ἀστήρ
4956268 προσκηδεος
, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
4925649 καθαρευοντι
Ἀθηναίων οὐκ ἔξεστι τὸ ἱερὸν πῦρ φυσῆσαι , ὡς μὴ καθαρεύοντι τοῖς ἄνω μέρεσιν . Δοῦρις δὲ ἐν τῇ ιʹ
τυγχάνωσιν , μετὰ δὲ ταῦτα ἱερέας τε καὶ ἱερείας ὡς καθαρεύοντι τῷ τάφῳ ἕπεσθαι , ἐὰν ἄρα καὶ τῶν ἄλλων
4918461 ἐσταλμενος
, καὶ τῶν τοῦ Πάνθου παίδων κάλλιστος ὢν καὶ κάλλιστα ἐσταλμένος ἀπέθανε μὲν οὕτω νέος , ὡς καὶ Ὁμήρῳ παρασχεῖν
ἂν δοκῇ τοῖς θεοῖς πάσχειν . Ἐκ τούτου Ξενοφῶν ἀνίσταται ἐσταλμένος ἐπὶ πόλεμον ὡς ἐδύνατο κάλλιστα , νομίζων , εἴτε
4908934 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
4899315 ἐπιιστορα
' ἀλλοδαπῇ περόωντες , ἐξερέω : δὴ γάρ με πατὴρ ἐπιίστορα πόντου θῆκε Ποσειδάων τοῦδ ' ἔμμεναι , αὐτὰρ ἀνάσσω
τόσσον ἄγει μετὰ κῶας Ἰήσων Παρθενίης ἀπάνευθεν ὅσον τ ' ἐπιίστορα νηῶν : τῶ μή τοι τυτθόν γε δέος περὶ
4897486 δημοσιῃ
τροπὴν ποιήσας τῶν πολεμίων ἀπέθανε κάλλιστα , καί μιν Ἀθηναῖοι δημοσίῃ τε ἔθαψαν αὐτοῦ τῇ περ ἔπεσε καὶ ἐτίμησαν μεγάλως
ἔννεφ ' , ὅπως ψηφῖδι κακὸς κακὸν οἶτον ὀλεῖται βουλῇ δημοσίῃ παρὰ θῖν ' ἁλὸς ἀτρυγέτοιο . κέχρηται δὲ καὶ
4891288 ἀμετρητ
] ἣν αὐτὸς εὔξομαι . ※ ; . ἑτερόστροφα . ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ
] εὐχὴ Σωκράτους . δέσποτ ' ] αὐθέντη . . ἀμέτρητ ' ] ἀναρίθμητε , ἀπλήρωτε . , πλεῖστε ,
4887950 συμφορημα
ταμίας τούτων , ὁ ἡγεμὼν τοῦ δεσμωτηρίου , σύστημα καὶ συμφόρημα κακιῶν ἀθρόων καὶ ποικίλων εἰς ἓν εἶδος συνυφασμένων ἐστίν
καὶ ἀνακερασάμενος ὁ ζῳοπλάστης ἓν ἐκ πασῶν ἕκαστον ἡμῶν ἀπειργάζετο συμφόρημα , ἀφ ' οὗ καὶ φύραμα εἴρηται . τούτου
4872709 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4870468 ἐπιστησασα
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ]
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [
4868302 προσοικον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
πιεζομένους , συλλαβέσθαι δὲ μᾶλλον τοῦ ἀγῶνος καὶ ἀνακαλέσασθαι γένος πρόσοικόν τε καὶ φίλιον καὶ ἄρδην οἰχήσεσθαι κινδυνεῦον . ἐδίδασκον
4850418 στειλῃς
οὕστινας Κάστορα καὶ Πολυδεύκην , ὦ σῶτερ Ζεῦ , μὴ στείλῃς βοηθοὺς τῇ δεύτερον ἁρπαγείσῃ Ἑλένῃ μηδὲ τὸν Πρωτεσίλαον στείλῃς
μὴ στείλῃς βοηθοὺς τῇ δεύτερον ἁρπαγείσῃ Ἑλένῃ μηδὲ τὸν Πρωτεσίλαον στείλῃς μηδὲ ἐξέλθοιεν οὗτοι ἀπὸ τῶν αὐτῶν πλοίων εἰς τὴν
4845570 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
4830495 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
4809996 ψευδεων
, ἀπέθανεν . Φρενῖτις . Γυναῖκα , ἥτις κατέκειτο ἐπὶ ψευδέων ἀγορῇ , τότε τεκοῦ - σαν πρῶτον ἐπιπόνως ἄρσεν
τότε μὲν φωνὴν ἀκούειν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἀπόλλωνος , ψευδέων ἄγνωστον , ἤγουν οὐ γινώσκουσαν ψεύδη , ἐνεργητικῶς :
4807177 παμ
, πλατεῖαν , προμήκη ὑπερμήκη μηκίστην , μεγάλην μεγίστην ὑπερμεγέθη παμ - μεγέθη , ὑπέρογκον , ἡπλωμένην , ἐκτεταμένην ,
χρωννύντες δολοῦσιν ὡς πρὸς τὴν ὄψιν ἀνθεῖν . σχοινίον πλεξάμενοι παμ - μῆκες , ἰσχυρόν τε καὶ καρτερὸν ὡς ἐνθαλαττεύειν
4801853 Ἀστραιον
ἀρχαῖον πατέρ ' ἔμμεναι , εἰ μὴ ἄρα τὸν μὲν Ἀστραῖον ποιητὴν τῶν ἀστέρων ὑποβάλλει , τὸν δὲ Δία κοσμητὴν
Δία ἔοικεν ἀναφέρειν , τὴν δὲ γέννησιν καὶ ἔννοιαν εἰς Ἀστραῖον : περὶ μὲν γὰρ τοῦ Διὸς λέγων ἐπιφέρει αὐτὸς
4795690 Οἰνοπος
, οἱ δύο , καὶ ὁ Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱός , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων θεούς , ἤγουν ἔχουσι
, φησὶν , οἱ δύο , Ἱππομέδων καὶ ὁ τοῦ Οἴνοπος υἱὸς , ἐπὶ τῶν ἀσπίδων πολεμίους θεοὺς ἐζωγραφημένους .
4793128 ἐκπινει
τοσόνδε κρατῆρ ' ἐν δόμοις κακῶν ὅδε πλήσας ἀραίων αὐτὸς ἐκπίνει μολών . θαυμάζομέν σου γλῶσσαν , ὡς θρασύστομος ,
: δεινά . πάντα μοι γέρων Κρόνοϲ [ παιδί ' ἐκπίνει τε καὶ κατεϲθίει , ἐμοὶ δὲ τούτων προϲδίδωϲιν οὐδὲ
4789709 χορευετω
ἀοιδὰν κατέστασε Πιερὶς βασίλειαν : ὁ δ ' αὐλὸς ὕστερον χορευέτω , καὶ γάρ ἐσθ ' ὑπηρέτας . κώμοις μόνον
πάντα κοινῇ συγχάρητε δεσπότῃ . Ἀγαλλιάσθω πλῆθος ἀστέρων ἄνω , χορευέτω δὲ τάξις ἀγγέλων , ὅτι τὸ δυσπρόσιτον θηρίον κατεσφάγη
4786618 οὑτ
οὖς εἰπὼν τοῦτο , οὐδὲν ἄλλο παρὰ πάντα τὸν βίον οὕτ ' εἶπεν ὕποπτον , οὔτ ' ἐποίησεν , ἀλλὰ
' ἀμμ [ τα βροτο [ μακάρεσσι [ οὔτε σοὶ οὕτ [ ! νωμα ! ! [ μεγατειχ [ !
4753193 ἐπο
! ! ! ! ! ! ! ! ] | ἐπο [ ! ! ! ! ! ] πρὸς Μεαιον
! ! ! ! ! ! ! ] λιαν ? ἐπο ! ! ! ? ? [ . ] [
4752457 συνθεντων
, καὶ ὅσα τοιαῦτα : καὶ τοῦτο καλεῖται δόξα , συνθέντων ἡμῶν τὴν προϋποκειμένην μνήμην τῇ νεωστὶ γενομένῃ αἰσθήσει :
τὸν Ζηνόδοτον καὶ Ἀρίσταρχον . καίτοι τεσσάρων ἀνδρῶν ἐπὶ Πεισιστράτου συνθέντων τὸν Ὅμηρον , οἵτινές εἰσιν οὗτοι : Ἐπικόγκυλος ,
4751548 γεραιρεσθαι
κρίναντος τοῦ θεοῦ βεβήλοις καὶ ἐναγέσι χείλεσιν ὑμνεῖσθαί τε καὶ γεραίρεσθαι . μέχρι γὰρ τίνος τὴν ἀληθῆ αἰτίαν τοῦ πάντα
ἔστι θαυμάζειν Φρύγας , Πριάμου δὲ νίκηι [ μὴ ] γεραίρεσθαι δόμους . [ ] πῶς οὖν [ ] ταῦτά
4741482 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
4727266 λεκτροιο
καὶ νόμιμον πρᾶξιν ἐνέφηνεν , εἰπών [ ψ ] ἀσπάσιοι λέκτροιο παλαιοῦ θεσμὸν ἵκοντο . ἐπὶ δέ γε τῆς οὔτε
ὣς ἔφαθ ' , ἡ δ ' ἐχάρη καὶ ἀπὸ λέκτροιο θοροῦσα γρηῒ περιπλέχθη , βλεφάρων δ ' ἀπὸ δάκρυον
4726199 γεννητορος
ἐκ τῶν ὠδίνων ἐς φῶς προελθοῦσαν καὶ καταλειφθεῖσαν ἔρημον τοῦ γεννήτορος καὶ δεομένην σπαργάνων , οἷον ἀδελφὴν ἁπαλὴν καὶ νεαράν
κάμφθητε τὴν ψυχὴν , αἰδέσθητε θεὸν , οἰκτείρατε γῆρας ὑμετέρου γεννήτορος , ὃς δήπου τρυχό - μενος καὶ ἀλγῶν τῷ
4722926 ἐλευθερουτε
, ἥτις ἦν ταῦτα : ἔλθετε , ὦ Ἕλληνες , ἐλευθεροῦτε ἀπὸ τῶν βαρβάρων τὴν πατρίδα ἡμῶν καὶ τὰς γυναῖκας
κλύειν πολλὴν βοήν : Ὦ παῖδες Ἑλλήνων , ἴτε , ἐλευθεροῦτε πατρίδ ' , ἐλευθεροῦτε δὲ παῖδας , γυναῖκας ,
4720408 δουριον
Ἐπειοῦ ἔστη ὑπὲρ κεφαλῆς ἐν ὀνείρατι καί μιν ἀνώγει τεῦξαι δούριον ἵππον : ἔφη δέ οἱ ἐγκονέοντι αὐτὴ συγκαμέειν ,
τὰς ἱστορίας . ἱπποτέκτων : ὁ Πανοπέως υἱὸς ἐποίησε τὸν δούριον ἵππον , εἰς ὃν νʹ ἢ ͵γ ἢ κατ
4697402 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
4696191 ἐφεπειν
τ ' ἤδη πᾶσιν ἀνθρώποις σεβίζειν δαίμονας δικαίως τ ' ἐφέπειν ὅσια καὶ νόμιμα μηδομένους ποεῖν ὅ τι καλῶς ἔχει
Πυθία χρᾷ τάδε : οὔ σε μάχης μόνον ἔργ ' ἐφέπειν χερὶ Φοῖβος ἄνωγεν , ἀλλ ' ἀπάτῃ μὲν ἔχει
4692933 εὐκαρπῳ
ἡδείας ἔχοντι καὶ τέρψεις ἐφημέρους , τὴν δὲ Δημοσθένους διάλεκτον εὐκάρπῳ καὶ παμφόρῳ γῇ καὶ οὔτε τῶν ἀναγκαίων εἰς βίον
καὶ ὁ χῶρος οὗτος ἔρημός ἐστι , καὶ ἄγονος ἐν εὐκάρπῳ ὅλῃ κείσεται τῇ ἀρούρᾳ . ταύτῃ τοι καὶ ἐφ
4678833 Ἰολαε
καί μιν ἀμειβόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ἥρως ὦ Ἰόλαε , διοτρεφές , οὐκέτι τηλοῦ ὑσμίνη τρηχεῖα : σὺ
τόθ ' ἡνίοχον προσέφη κρατερὸν Ἰόλαον : “ Ἥρως ὦ Ἰόλαε , βροτῶν πολὺ φίλτατε πάντων , ἦ τι μέγ
4655942 δεδημιουργημενον
ἐν ᾗ τῶν ἡρώων ἕκαστον ἰδεῖν ἔστιν οἰκείως τῆς περιστάσεως δεδημιουργημένον . ἦν δὲ καὶ λίμνη κατ ' ἐκεῖνον τὸν
καὶ ἐν Κυλλήνῃ γενόμενος Ἑρμοῦ ἄγαλμα οὐδὲν ἄλλο ἢ αἰδοῖον δεδημιουργημένον λόγῳ τινὶ φυσικῷ . ἔτι καὶ περιουσίᾳ καὶ κτήσει
4654445 φερβει
τοιούτους καρποὺς ἐποίουν : ὅσα γὰρ γῆ τε καὶ πόντος φέρβει , τοιαῦτα καὶ γυναικὸς ἆθλα . ” Πῶς τις
χερσόθεν ἀπ ' ἀγˈλαῶν δενδρέων , ὕδωρ δ ' ἄλλα φέρβει , ὅρμοισι τῶν χέρας ἀναπˈλέκοντι καὶ στεφάνους βουλαῖς ἐν
4646881 προεστωτι
ὡς τράπεζαν θεὶς ἤσθιε καὶ ἔπινεν ᾄδων , καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε
θεὶς “ ἦσθε καὶ ἔπινεν ” ᾄδων , καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε
4642709 ἐγκρατεστατος
πρὸς τοῖς εἰρημένοις πρῶτον μὲν ἀφροδισίων καὶ γαστρὸς πάντων ἀνθρώπων ἐγκρατέστατος ἦν , εἶτα πρὸς χειμῶνα καὶ θέρος καὶ πάντας
περίδρομον . εἶτα ὅστις ἂν ᾖ τῶν παρόντων ἐμπειρότατος καὶ ἐγκρατέστατος προσελθόντα ἐκ τοῦ πρόσθεν τῷ προβολίῳ παίειν . ἐὰν
4641105 δηυτε
κατὰ τὸν ἀνακλώμενον χαρακτῆρα πολὺ παρὰ τῷ Ἀνακρέοντί ἐστι παρὰ δηῦτε Πυθόμανδρον κατέδυν ἔρωτα φεύγων : τῷ δὲ καθαρῷ ἑφθημιμερεῖ
δίμετρα , οἷον τὰ Ἀνακρεόντεια ὅλα ᾄσματα γέγραπται ἐρῶ τε δηῦτε κοὐκ ἐρῶ καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι : τρίμετρα δὲ
4639310 Μινωϊ
κατ ' ἐκεῖνον δὲ τὸν τῆς θεραπείας καιρὸν ἠκολούθει τῷ Μίνωϊ νεανίας εὐειδὴς , ὄνομα Ταῦρος , οὗ Πασιφάη ἔρωτι
δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα δοτικὴ
4638627 τηνου
. διαμεμνᾶσθαι γάρ , φησίν , ὅσιον εἴη κα τῶν τήνου θείων τε καὶ ἀνθρωπείων παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι
λυθείσας ἄλλος ἄλλοσε φορεύμενοι διεσπάρημες , ὅσιον κἀμὲ μεμνᾶσθαι τῶν τήνου θείων καὶ σεπτῶν παραγγελμάτων , μηδὲ κοινὰ ποιεῖσθαι τὰ
4633893 ἱστορουντων
ἱστίωι . Ἀσφαλέως δὲ μαθών τε παρ ' ἀνδρῶν τῶν ἱστορούντων ταῦτα καὶ αὐτὸς ἐγὼ πάντ ' ἀναγραψάμενος ἡρμήνηυς '
ἀλλὰ λέγουσί τινες τῶν Ἐμπειρικῶν , ὅτι τῇ ἀξιοπιστίᾳ τῶν ἱστορούντων προσέχοντες κρίνομεν τὴν ἱστορίαν . πυνθανομένων δὲ ἡμῶν ,
4631858 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
4627770 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
4624254 ἱππηας
στρατείαν μετὰ πολλοῦ κόσμου καὶ τάξεως τοῖς πεδίοις προσιοῦσαν , ἱππῆας μὲν πρῶτα σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν , πεζοὺς δ
: ὣς Ἕκτωρ λαιψηρὰ πόδας καὶ γούνατ ' ἐνώμα ὀτρύνων ἱππῆας , ἐπεὶ θεοῦ ἔκλυεν αὐδήν . οἳ δ '
4622323 πληγῃς
μοι . Ποῖος στρατιώτης γέγονας , ἵνα παρεμβολὴν βαλὼν σὺ πληγῇς ; περικυκλεῖς ψευδῆ λόγον . τὸν αὐτὸν ἡμεῖς εἴχομεν
χερσὶν ἀμφήκη πυρόεντ ' αἰειζώοντα κεραυνόν : τοῦ γὰρ ὑπὸ πληγῇς φύσεως πάντ ' ἔργα βέβηκεν , ᾧ σὺ κατευθύνεις
4619744 διωχθεντα
τῶν Μολιονιδῶν ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγέαν στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
Μολιονιδῶν , ἡττηθῆναι κατὰ τὴν ἐπ ' Αὐγείᾳ στρατείαν : διωχθέντα δὲ ἄχρι τῆς Βουπράσιδος , καὶ περιβλεψάμενον , ὡς
4618939 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4617712 ἠυκομου
ἐκ ζῳδίου θ ' ἱμερόφρονα δυομένοιο κόρην ἂν φράσσαιο καὶ ἠυκόμου Κυθερείης , ἐκ δὲ μεσουρανίου τὸ καὶ ἔπλετο τηλόθι
, ὥς σευ ἀκηδέω , μηδ ' εἴ κ ' ἠυκόμου Νιόβης πυκινώτερα κλαίω . οὐδὲν γὰρ νεμεσητὸν ὑπὲρ τέκνου
4614467 Νοθιππον
ὕειον , τοὺς μὲν ἄλλους οἰκουρεῖν χρῆν , πέμπειν δὲ Νόθιππον . εἷς γὰρ μόνος ὢν κατεβρόχθισεν ἂν τὴν Πελοπόννησον
τοὺς μὲν ἄρ ' ἄλλους οἰκουρεῖν χρῆν , πέμπειν δὲ Νόθιππον ἑκόντα . εἷς γὰρ μόνος ὢν κατεβρόχθισεν ἂν τὴν
4598614 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
4593977 ἀφενοιο
ἀφένου , ἀρσενικόν ἐστιν , οἷον : οὔτ ' ἀρετὴ ἀφένοιο , ὅτε δὲ ἄφενος , ὡς τέμενος , οἷον
ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν , οὔτ ' ἀρετὴ ἀφένοιο : καὶ ἡ Σαπφώ : ὁ πλοῦτος ἄνευ ἀρετᾶς
4593748 λαβουσῃ
δὲ τῆς κόρης ἕτερα προσθήσετε δάκρυα μήπω τῶν φθασάντων κόρον λαβούσῃ , μᾶλλον δέ , καὶ τὴν τοῦ πένθους ἀφαιρήσεσθε
δοκεῖ , πλοῦτος καὶ γάμος καὶ τρυφή , ἄνδρα τοιοῦτον λαβούσῃ παρὰ τῆς Τύχης , ὃν οὕτω φιλοῦσιν οἱ θεοί
4590151 σοφαις
εἰς αις ἀποστρέφονται τὴν ὀξεῖαν τάσιν , οἷον παῖς καλαῖς σοφαῖς μεγάλαις ἀρίσταιςχωρὶς τοῦ δαίς , ὃ σημαίνει τὴν εὐωχίαν
ἂν καὶ τὴν ἡδυσματοθήκην κυμινοδόκον , Νικοχάρους εἰπόντος ἐν Γαλατείᾳ σοφαῖς παλάμαις τεκτόνων εἰργασμένον , πόλλ ' ἐν αὑτῷ λέπτ
4580980 ἀλαπαξ
διάνοια φαίνηται , οἷόν ἐστι δώδεκα δὴ σὺν νηυσὶ πόλεις ἀλάπαξ ' ἀνθρώπων , πεζὸς δ ' ἕνδεκά φημι :
. ὄαροι . ἄοροι . δώδεκα δὴ σὺν νηυσὶ πόλεις ἀλάπαξ ' ἀνθρώπων . , πτολίπορθον : Φ . .
4574802 κοσμοκρατωρ
ἡμέτερον λόγον μοῖραί εἰσιν τοῦ κύκλου τξʹ , ἃς ὁ κοσμοκράτωρ Ἥλιος διιππεύει ἐν ἐνιαυτῷ καὶ τὸν μὲν ὁρώμενον χρόνον
ἰδιοτοπούντων καὶ ἐπαναφερομένων τῇ Σελήνῃ . προσέτι δὲ καὶ ὁ κοσμοκράτωρ Ἥλιος ἐδορυφόρει αὐτὴν ὢν ἐν ταῖς ἑξῆς αὐτῆς μοίραις
4572940 Τρισμεγιστος
τινα ἴσως αἰτίαν εἵλοντο Σιβύλλαι προσαγορεύεσθαι , ὥσπερ δὴ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς λέγεται πλεονάκις ἐπιδημήσας τῇ Αἰγύπτῳ ἑαυτοῦ ἀνεμνῆσθαι καὶ
καὶ ἐπὶ πάσης προθέσεως τοῦτο πραγματεύσῃ . Παρέθετο δὲ ὁ Τρισμέγιστος Ἑρμῆς ἐν τῇ περὶ κλιμακτήρων πραγματείᾳ λέγων οὕτως :
4568497 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4565726 δοτηρα
διάδοχον τῆς βασιλείας ἀγαθῶν αἱρέτην καὶ δόξης τε καὶ ζωῆς δοτῆρα , τὸν δὲ Κρόνον ὑπουργὸν κακίας καὶ ἐναντιωμάτων καὶ
ἐν ἀλύπῳ σχήματι , τὸν βίου καὶ ζωῆς καὶ ξυμπάντων δοτῆρα τῶν ἀγαθῶν , κοινὸν ἀνθρώπων καὶ πατέρα καὶ σωτῆρα
4561542 μελιγαρυες
πρὸς τὸ πιστὸν ὅρκιον ἀποδεδόσθαι τὸ τέλλεται οὕτως : οἱ μελιγάρυες ὕμνοι ἀρχαὶ καὶ προφάσεις τῶν ὑστέρων ὑπὲρ αὐτοῦ λόγων
' ἔτι Χίρων , καί τί οἱ φίλτρον ἐν θυμῷ μελιγάρυες ὕμνοι ἁμέτεροι τίθεν , ἰατῆρά τοί κέν νιν πίθον
4542518 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
4534480 κυκα
ἔχοντας . Γ ὀρχίλων ] εἶδος ὀρνέου μικροῦ . ἅλμην κύκα : ὡς πρὸς ἰχθῦς ⌈ τοὺς τοῦ Καρκίνου Γ
, ἅρπαζ ' ἀπελθών , κλέπτ ' , ἀποστέρει , κύκα . μηδὲν πλανηθῇς : ἔστι κἀν Ἅιδου κρίσις ἥνπερ
4530862 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4529213 Λυκοεργε
Λυκούργου νομοθέτου τε ὄντος καὶ φιλοσόφου : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω ἤ σε
οἷον τὸν Λυκοῦργον ἡ Πυθία προσεῖπεν : ἤλυθες , ὦ Λυκόεργε , ἐμὸν ποτὶ πίονα νηόν : δίζω εἴ σε
4525016 μελαινηι
] γὰρ ἢ δίβαμος [ ἔρχεται ; δίπους ] [ μελαίνηι ] δασκ [ ἦ καί ] ? τι πρὸς
τ ' εἰθεῖάπαντα : πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνηι κειμένους ἐπὶ χθονί , πολλάκις δ ' ἀνατρέπουσι καὶ
4512415 ἐπειρετο
ὁ Δαρεῖος πεδέων χρυσέων δύο ζεύγεσι : ὁ δέ μιν ἐπείρετο εἴ οἱ διπλήσιον τὸ κακὸν ἐπίτηδες νέμει , ὅτι
τῶν δὲ πιθομένων ἐνέπρησε τὸ ἄλσος . Καιομένου δὲ ἤδη ἐπείρετο τῶν τινα αὐτομόλων τίνος εἴη θεῶν τὸ ἄλσος :
4508416 ἐθεσπισε
ἅμα καὶ ὁρωμένοις καταπλαγεὶς Μωυσῆς οὐκ ἐστοχάσατο μᾶλλον ἢ θεοφορηθεὶς ἐθέσπισε τὴν ἑβδόμην . | ἐῶ λέγειν , ὅτι καὶ
ἐπὶ ταῖς αὖθις γενεαῖς ἐποιήσατο ἔργων ἀληθείᾳ βεβαιωθείσας οὐ κατεχόμενος ἐθέσπισε ; τί δὲ Ἰσαάκ ; τί δὲ Ἰακώβ ;
4503762 ἀνθρωπουϲ
αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ
μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ
4502839 δακτυλικος
: τὸ ιδʹ ” ἀλλ ' ἀποσεισάμεναι νέφος ὄμβριον “ δακτυλικὸς τετράμετρος : [ τὸ ιεʹ ] ” ἀθανάταις ἰδέαις
δίμετρον : τὸ ζʹ ⌋ ” τηλεφανεῖς σκοπιὰς ἀφορώμεθα “ δακτυλικὸς τετράμετρος : τὸ ηʹ ” καρπούς τ ' ἀρδομέναν
4481621 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
4463844 Παμμετρῳ
. Εἴπομεν ὡς ἐτελεύτα ὁ Ζήνων καὶ ἡμεῖς ἐν τῇ Παμμέτρῳ τοῦτον τὸν τρόπον : τὸν Κιτιᾶ Ζήνωνα θανεῖν λόγος
πόλιν . Ἔστι δὲ καὶ ἡμέτερον ἐπίγραμμα ἐν τῇ προειρημένῃ Παμμέτρῳ , ἔνθα καὶ περὶ πάντων τῶν τελευτησάντων ἐλλογίμων διείλεγμαι
4460188 Θεοκλεους
ὥς φασιν , ἀπὸ τῶν Τρωικῶν δεκάτηι γενεᾶι μετὰ ταῦτα Θεοκλέους στόλον παρὰ Χαλκιδέων λαβόντοςἦν δ ' οὗτος γένει ἐκ
πρὶν Ἡρακλείδας κατελθεῖν , ἵδρυτο δὲ ἐν οἰκίᾳ Κριοῦ τοῦ Θεοκλέους , ἀνδρὸς μάντεως : τούτου δὲ τοῦ Κριοῦ γεμιζούσῃ
4458750 βουλε
' Ἀσωπίῳ μελιγαρύων τέκτονες κώμων νεανίαι : ὥσθ ' ὃ βούλε - ται εἰπεῖν , τοιοῦτόν ἐστιν : οἱ γὰρ
χειρώσαιτο ἐπίκουρος τοῖς θεοῖς γενόμενος : τὰ δ ' οἶμαι βούλε - ται λέγειν δι ' ὑπερβολῆς ὅτι Ἡρακλῆς πᾶσαν
4450496 χρησαμενας
ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης , νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας . Περὶ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Ἀλκιβιάδης ἔχων τρισκαίδεκα
ἐτήσιον φορὰν πονηθείσας ἀνέσεως ἠξίωσε τοῦ διαπνεῦσαι χάριν καὶ ἀπελευθεριάσαι χρησαμένας ἀνεπικελεύστῳ τῇ φύσει . ἕτεροι δ ' εἰσὶ περὶ
4435213 δεσποτι
! ! ! ! ὁ δ ' ἔφη ] : δέσποτι [ ] [ ! ! ! ! ! !
! ? ? [ ] ηι δὲ ὁ Ἑρμῆς : δέσποτι [ ! ! ! ! ! ] σεαυτῆς κέκρισαι
4433360 ἀφνεος
ἀγλαΐζεται δέ : ἐπαγωγικῶς ἀπὸ τῶν καταριθμηθέντων : εἰρηκὼς γὰρ ἀφνεὸς , ἀγαθὸς , δίκαιος , βασιλεὺς , ἐν τῇ
ἴσᾳ νέομεν ψευδῆ πρὸς ἀκτάν : ὃς μὲν ἀχˈρήμων , ἀφνεὸς τότε , τοὶ δ ' αὖ πλουτέοντες * *
4430253 τροποιϲ
ἐπιγονατίδοϲ ἐκϲτῆναι κωλύεται . τοῖϲ αὐτοῖϲ οὖν τῆϲ κατατάϲεωϲ χρώμενοι τρόποιϲ , ποτὲ μὲν διὰ τῶν χειρῶν μόνον , ποτὲ
ἀγαθὸν εἶναι τὸν θεόν . ἀλλ ' οἱ γενόμενοι τοῖϲ τρόποιϲ αὐτοὶ κακοί : πολλὴν δ ' ἐπιπλοκὴν τοῦ βίου
4426211 κομπασαι
τὸ κέρδος , πῆμα δ ' οὐκ ἀντιρρέπει : ὡς κομπάσαι τῷδ ' εἰκὸς ἡλίου φάει ὑπὲρ θαλάσσης καὶ χθονὸς
ἐκγόνους οἱ θεοὶ τρέπουσιν . εἰ δὲ πάρεργον χρή τι κομπάσαι , γύναι , οὐρανὸν ὑπὲρ γῆς ἔχομεν εὖ κεκραμένον
4423079 ἀμερσεν
, μαντιπόλου Φοίβοιο χολωσάμενος περὶ νίκης , καί οἱ φέγγος ἄμερσεν , ἀναιδέα φῦλα δ ' ἔπεμψεν ἁρπυίας , πτερόεντα
τ ' ἀμέρδει αὐχμηροὺς , τέκνων δὲ γονῆς ἢ πάμπαν ἄμερσεν , ἢ ἕνα τηλύγετόν περ ἐνὶ μεγάροισιν ἔδωκεν :
4422110 Πινδαρε
ἡγεῖσθαί τε καὶ ἄρχειν . καίτοι τοῦτό γε , ὦ Πίνδαρε σοφώτατε , σχεδὸν οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην
Δώριος , Φρύγιος , Λύδιος . ἀναλάμβανε δέ , ὦ Πίνδαρε , τὴν Δωρίαν φόρμιγγα καὶ ὕμνει τὸν Φερένικον ἵππον
4417844 νομιζομενῃ
τῇ τῶν τριῶν ἀρχῇ , οὐδὲ ἐπὶ τῷ χρόνῳ παύσεσθαι νομιζομένῃ , προσκρούσματα ἐς τὸν Καίσαρα ἐγίγνετο καὶ διαφοραὶ μείζους
σώφροσιν , ἐπὶ δὲ τῇ τοῦ θείου Πυθαγόρου δικαίως ἐπωνύμῳ νομιζομένῃ πολὺ δήπου μᾶλλον ἁρμόττει τοῦτο ποιεῖν : ἐκ θεῶν
4412021 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
4405113 ξανθιζεται
ἐξέφρασεν : πυρσαῖς : πρὸ γὰρ τοῦ τοὺς ἰούλους ἐκβαλεῖν ξανθίζεται τὰ γένεια τῇ θερμότητι τῶν τριχῶν : εἰς ἄνδρας
ὁμιλήσῃ , χεῖταί τε καὶ ἐξανθεῖ , καὶ τὸ μὲν ξανθίζεται , τὸ δὲ κυαναυγὲς γίνεται , τὸ δὲ ἄλλο

Back