, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
, εἰ Παφίης δὲ τύχῃ κατέναντα γυναικῶν ἢ καὶ ἀδελφειῆς προσκηδέος ἠὲ θυγατρός ἠέ νυ θηλυτέρης ξυνὸν λέχος ἥτε λέλογχεν
6468441 ἐπευχομενος
, τὸν δ ' ἐν πυρὶ δῃωθέντα : καί τις ἐπευχόμενος τοῖον ποτὶ μῦθον ἔειπε : Νῦν πάντεσσιν ἄελπτον ἀπ
καὶ μορφὴν δ ' ἀλλάξαντα πατὴρ φίλον υἱὸν ἀείρας σφάζει ἐπευχόμενος μέγα νήπιος : οἱ δ ' ἀπορεῦνται λισσόμενον θύοντες
6421837 ἀπονητο
κούρην Μίνωος ὀλοόφρονος , ἥν ποτε Θησεύς γῆμεν οὐδ ' ἀπόνητο . ὅτι δὲ ὁ στέφανος ὑπὸ Διονύσου κατηστέρικται ,
υἷες , Εὐρύτου ᾧ πόρε τόξον Ἑκηβόλος , οὐδ ' ἀπόνητο δωτίνης : αὐτῷ γὰρ ἑκὼν ἐρίδηνε δοτῆρι . Τοῖσι
6301198 ἠυκομου
ἐκ ζῳδίου θ ' ἱμερόφρονα δυομένοιο κόρην ἂν φράσσαιο καὶ ἠυκόμου Κυθερείης , ἐκ δὲ μεσουρανίου τὸ καὶ ἔπλετο τηλόθι
, ὥς σευ ἀκηδέω , μηδ ' εἴ κ ' ἠυκόμου Νιόβης πυκινώτερα κλαίω . οὐδὲν γὰρ νεμεσητὸν ὑπὲρ τέκνου
6295184 ἱεροιο
ἠδὲ λέοντι , οὕς κεν ἴδῃς προθύροισι τεοῦ δόμου ἐξ ἱεροῖο ἁμοῦ στείχοντας , μηδὲ φρεσὶ σῇσι πλανηθῇς . Καὶ
Σμύρνην ἁλιγείτονα ποντοτίνακτον ἥν τε δι ' ἀγλαὸν εἶσιν ὕδωρ ἱεροῖο Μέλητος : ἔνθεν ἀπορνύμεναι κοῦραι Διός , ἀγλαὰ τέκνα
5917388 ὀπασσε
πόλιν ὄφρα κομίζοι , παῖδα δ ' ἑὸν σφετέροισι κασιγνήτοισιν ὄπασσε : βῆ δ ' ὅγε Μαιναλίης ἄρκτου δέρος ἀμφίτομόν
πολυμήλου , τόν ῥα μάλιστα Ἑρμείας Τρώων ἐφίλει καὶ κτῆσιν ὄπασσε : τῷ δ ' ἄρ ' ὑπὸ μήτηρ μοῦνον
5892653 ἰεν
ἀγλαὰ τέκνα , ὃς καὶ χρυσὸν ἔχων πόλεμον δ ' ἴεν ἠΰτε κούρη νήπιος , οὐδέ τί οἱ τό γ
οἱ ἐδέξατο χάλκεον ἔγχος : αὐτὰρ ὅ γ ' εἴσω ἴεν καὶ ὑπέρβη λάϊνον οὐδόν . τῷ δ ' ἕδρης
5717548 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
5715257 πολιταν
ἀρχαῖν ἔδοξε τέλεσί τε καὶ τῷ δήμῳ Ἀπολλώνιον Πυθαγόρειον ἦμεν πολίταν ἔχειν τε καὶ γᾶς καὶ οἴκων ἔγκτασιν . ἑστάκαμεν
τοὶ Συρακούσσαις ἐνίδρυνται , πελωρίστᾳ πόλει , οἷ ' ἄνδρα πολίταν . σοφῶν ἔοικε ῥημάτων μεμναμένους τελεῖν ἐπίχειρα : πολλὰ
5703244 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
5670205 ἀνενευσε
πολέμια λάβῃ καὶ ἐν νεῦσι στρατείην ἀποστείλῃ , ἀλλ ' ἀνένευσε καλόν τι καὶ ἄξιον τῶν πατέρων μεγαλοφρονευμένη , οἳ
ἀλλ ' ἕτερον μὲν ἔδωκε πατήρ , ἕτερον δ ' ἀνένευσε : τὰς μὲν γὰρ δικαίας τῶν εὐχῶν προσίετο ἄνω
5586689 ὁπποτερῳ
. βέλτερον αὖτ ' ἔριδι ξυνελαυνέμεν ὅττι τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων ,
ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἀρχῆς : ἡμέων δ ' ὁπποτέρῳ θάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται τεθναίη : ἄλλοι δὲ διακρινθεῖτε
5576269 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
5546117 δῃωσειν
ὁ Ζευξιδάμου Λακεδαιμονίων βασιλεύς . καὶ καθίσας τὸν στρατὸν ἔμελλε δῃώσειν τὴν γῆν : οἱ δὲ Πλαταιῆς εὐθὺς πρέσβεις πέμψαντες
' ἄλλων Λαομεδοντιάδης : μάλα γάρ νύ οἱ ἦτορ ἐώλπει δῃώσειν πυρὶ νῆας ὑπ ' ἀνδράσιν Αἰθιόπεσσιν , οὕνεκ '
5506611 κηδεων
γένετ ' ἄλλος ἀποτμότερος ζωόντων οὐδὲ τόσων σφετέρῃσιν ἐγεύσατο φροντίσι κηδέων . σχέτλιος , ὃς τόξοισιν , ἅ οἱ πόρεν
κακὴν βασιλῆος ἐφετμήν , αὐτίκ ' † ἀπὸ ψυχὴν μεθέμεν κηδέων τε λαθέσθαι , ὄφρ ' αὐτός με τεῇσι φίλαις
5503210 ἀτασθαλου
! ] ? [ χλιαίνῃ δ ' ὑπ ' Ἔρωτος ἀτασθάλου [ ] , ὅς σε [ δή τι κατασμύξας
χολούμενος ] , αἶψα δ ' ἵκανεν λαοὺς Σαλμωνῆος ] ἀτασθάλου [ ] , οἳ τάχ ' ἔμελλον ? πείσεσθ
5457989 ἐδαμησαν
τεῖχος ἀνέμβατον ᾧ πέρι πολλοὶ Τρώων υἷες Ἄρηι καὶ Ἀργείων ἐδάμησαν . Ἐλθόντες δ ' ἐπὶ νῆας ἀρήια τεύχεα θέντο
πολλὰ κάρηνα ἡρώων οἳ δή σφιν ὁμοῦ κτάθεν ἠδ ' ἐδάμησαν Τρώων ἐν παλάμῃσιν ἀνὰ στόμα δηιοτῆτος , πολλὰ μάλ
5438297 ἀγκυλομητεω
δῖος Ὀδυσσεύς , ὅττι ῥά οἱ τέρας ἧκε Κρόνου πάϊς ἀγκυλομήτεω . εἵλετο δ ' ὠκὺν ὀϊστόν , ὅ οἱ
ἢ ἐς δέμας Ἀρνειοῖο , οἴκους εἰς Ἄρεως ἢ ἀστέρος ἀγκυλομήτεω , Αἰγοκέρωτα καὶ Ὑδροχόον , στρατίῃσιν ἔνεσται κεῖνος ἀνήρ
5417102 γενετηρα
[ Ζεὺς ] δὲ [ πλέον ] ? , ὃν γενετῆρα Δαρδάνου ἡμετέροιο καὶ Ἡρακλῆος ? [ ] ? ?
[ Ζεὺς ] δὲ [ πλέον ] ? , ὃν γενετῆρα ] Δαρδάνου ἡμετέροιο καὶ Ἡρακλῆος ? [ ] ἀκούω
5381552 Ἀθηναων
' ἐν πεδίῳ Τρώων μένεν , ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ἷξεν Ἀθηνάων ἱερὸν πέδον . Οἳ δ ' ἔτι χάρμης μνώοντ
. . . . ἤλυθε δῖος Ὀρέστης ἂψ ἀπ ' Ἀθηνάων , κατὰ δ ' ἔκτανε πατροφονῆα , Αἴγισθον δολόμητιν
5355469 τιμηοροι
' ἀέθλῳ , ἀλλά σφεας ἐλέηραν ἀμηχανίῃ μινύθοντας ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι , αἵ ποτ ' Ἀθήνην , ἦμος ὅτ '
θεοπροπίης ἴσχω πέρι . φάν γε μὲν εἶναι ἡρῶσσαι Λιβύης τιμήοροι ἠδὲ θύγατρες : καὶ δ ' ὁπός ' αὐτοὶ
5351099 νεικε
γε φύγῃ πολύδακρυν Ἀχαιῶν αἰεί τοι τούτῳ γε πόνος καὶ νείκε ' ὀπίσσω ἔσσοντ ' ἄλλοι γάρ μιν ἀπουρήσουσιν ἀρούρας
βιότοιο γυναικῶν , κείνων δ ' εἵνεκα δηθὰ κρίσεις καὶ νείκε ' ἔχοντας , οἷς ἔπι κῦδος ἔθηκεν ἰδ '
5333679 Σθενελοιο
: ἤδη ἀνὴρ γέγον ' ἐσθλὸς ὃς Ἀργείοισιν ἀνάξει Εὐρυσθεὺς Σθενέλοιο πάϊς Περσηϊάδαο σὸν γένος : οὔ οἱ ἀεικὲς ἀνασσέμεν
κεν ἐσσυμένως ἐξ Ἄργεος αἰόλος ἵππος νίκησεν μάλα πολλὸν ἐφεζομένου Σθενέλοιο , εἰ μὴ ἄρ ' ἐξήρπαξε δρόμου , πεδίον
5326599 ἐμογησαν
ὁλκός , ἅς ποτε Κόλχων υἷες ἐπέδραμον , εὖτ ' ἐμόγησαν ἴχνια μαστεύοντες ἀλήμονος Αἰητίνης . ἑξείης δ ' ἐπὶ
ἅμα , ὥσπερ λέγουσιν ἀποθανεῖν Φοριμίσιον . οὐχ ὧδ ' ἐμόγησαν ἐλπίδες ὥστ ' ἐχθρῶν συμμαχίαν καλέσαι , φησὶ Καλλίμαχος
5303174 ἐυμμελιω
ὅταν ποτ ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐυμμελίω Πριάμοιο . ” Πολυβίου δ ' αὐτὸν ἐρομένου σὺν
ἵππου δουρατέοιο μάλ ' ἀτρέμας ἔνθα καὶ ἔνθα πλευρὰ διεξώιξεν ἐυμμελίω ὑπ ' Ἐπειοῦ : βαιὸν δ ' ἐξανέδυ σανίδων
5245865 Ὁμηρε
λαμπρὰ τῆς τύχης διπλᾶ στέφη . Σὺ δὲ κτυπῶν , Ὅμηρε , κομπώδεις κτύπους , ὑψῶν τὰ μικρά , δεῦρο
στρατηγέταις : βάλλωμεν , ἄνδρες , τοὺς βιοφθόρους λύκους . Ὅμηρε , πηγὴ τῶν λόγων , ὁ τῆς μάχης πόρρω
5243053 νεμοι
περὶ αὑτῆς , ὅτι παῖδα ἔχοι ποιμένα καὶ πολλάκις αὐτὴ νέμοι τὰ πρόβατα : ἔχειν δὲ μαντικὴν ἐκ μητρὸς θεῶν
χειρὶ παιωνίᾳ κατασχεθών , εὐμενῆ βίαν κτίσας , καὶ κράτος νέμοι γυναι - ξίν : τὸ βέλτερον κακοῦ καὶ τὸ
5237891 πεμπεν
Πηλεύς ἤματι τῷ , ὅτε ς ' ἐκ Φθίης Ἀγαμέμνονι πέμπεν , „ τέκνον ἐμόν „ : σημειοῦνταί τινες ὅτι
ἵν ' ᾖ τῆς ἑαυτοῦ . τῷ κε καὶ ἐλδομένους πέμπεν : παρατατικὸν εἴληφεν ἀντὶ συντελικοῦ , καὶ ἔστιν ὑπερβατὸς
5235552 Ἑρμειαο
μέλδουσιν ἅμ ' ἰχθύσιν οὐλοὸν ἅλμην . ἦμος δ ' Ἑρμείαο δόμοις καλὴ Κυθέρεια σύν τ ' αὐτῷ Στίλβοντι φαείνητ
ὃς Δολόπεσσιν ἄνασσεν ἐνὶ Φθίῃ ἐριβώλῳ . Τρισσὴν δ ' Ἑρμείαο κλυτὴν εἰσέδρακα γένναν , Αἰθαλίδην , ὃν ἔτικτε περικλυτὴ
5233563 Ζηνος
Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ αὐτοῦ Αἰακοῦ . ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνός : Τελαμὼν καὶ Πηλεύς : Κρόνου μὲν γὰρ Χείρων
Κρῆτες , Ἴδας τέκνα Φοινικογενοῦς τέκνον Εὐρώπης καὶ τοῦ μεγάλου Ζηνός , ἀνάσσων Κρήτης ἑκατομπτολιέθρου : ἥκω ζαθέους ναοὺς προλιπών
5214924 βασιληιδα
οὖσαν , μωλυθεῖσα καθαίρει ἀνεγκλήτως καὶ ἀλύπως . Πασάων βοτανῶν βασιληίδα δίζεο , κοῦρε , Σειρίου ἀντέλλοντος , ὅτε σκυλακόδρομος
Ἀπόλλων εἰς Λιβύην πέμπει καλλιστέφανον Κυρήνης εὐρείης ἄρχειν καὶ ἔχειν βασιληίδα τιμήν . ἔνθα σε βάρβαροι ἄνδρες , ἐπὰν Λιβύης
5206326 σφωιτερων
. τούσγ ' : Ἡρακλέα , Πολύφημον καὶ Ὕλαν . σφωιτέρων : οὐχ ὑγιῶς δυϊκὸν κατὰ πλήθους ἔθηκεν : ἔδει
δὲ τὸν Πριόλαον υἱὸν αὐτοῦ καὶ οὐκ ἀδελφὸν ἱστοροῦσιν . σφωιτέρων : ἀντὶ τοῦ σφετέρων . ὅσσα τε Κύζικον :
5204691 τεκτηνατο
πᾶσι Τρώεσσι γένοντο , ἵν ' ᾖ Ἀλεξάνδρῳ καὶ ἑαυτῷ τεκτήνατο . καὶ σαφές ἐστιν , ἕνεκα τούτου ὅτι τὸ
Φέρεκλον ἐνήρατο , τέκτονος υἱόν Ἁρμονίδεω , ὃς καὶ Ἀλεξάνδρῳ τεκτήνατο νῆας ἐίσας ἀρχεκάκους , αἳ πᾶσι κακὸν Τρώεσσι γένοντο
5173991 ἀποκταμενοιο
καί ῥά μιν ὡς βασιλῆα περικτίονες τίον ἄνδρες , Γλαύκου ἀποκταμένοιο καὶ οὐκέτι κοιρανέοντος , πάντες ὅσοι Φοίνικος ἕδος περὶ
οἱ ἔκπεσε χειρός . τοῦ δ ' Ὀδυσεὺς μάλα θυμὸν ἀποκταμένοιο χολώθη , βῆ δὲ διὰ προμάχων κεκορυθμένος αἴθοπι χαλκῷ
5171530 ἀμφαδα
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
. παρ ' αἶσαν : παρὰ τὸ προσῆκον ποιοῦσα . ἀμφαδά : ἀκουστά , φανερά . κατελώφεεν : ἐκ τῶν
5156172 κρυοεντι
ὄμματα μαρμαίρουσιν ἴσον πυρί , τοῦ δὲ παρειαὶ κάλλος ὁμοῦ κρυόεντι φόβῳ καταειμέναι αἰεὶ φαίνοντ ' ἐσσυμένου , τρομέουσι δὲ
δέ τ ' ἀπ ' ἀκτίνων Ἄρεος φεύγουσα Σελήνη Φαίνοντι κρυόεντι συνάπτοι δερκομένοιο Στίλβοντος , δειναῖς νεύρων νούσοισι χαλέπτει .
5152699 ἐπιηρανος
δὴ μήκιστον πραπίδων ἐκτήσατο πλοῦτον , παντοίων τε μάλιστα σοφῶν ἐπιήρανος ἔργων : ὁππότε γὰρ πάσῃσιν ὀρέξαιτο πραπίδεσσι , ῥεῖά
ἑφθῇ κλαίειν ἀγορεύω . τρίγλη δ ' οὐκ ἐθέλει νεύρων ἐπιήρανος εἶναι : παρθένου Ἀρτέμιδος γὰρ ἔφυ καὶ στύματα μισεῖ
5144457 εἰσοροωσαι
: αἳ δ ' ὀλόλυξαν Τρωιάδες , πᾶσαι δὲ περισταδὸν εἰσορόωσαι θάμβεον ὄβριμον ἔργον ὃ δή σφισιν ἔκρυφε πῆμα .
ἀγλαΐην , οἵην τε νεόζυγες ἐντύνονται . θάμβευν δ ' εἰσορόωσαι ἀριπρεπέων ἡρώων εἴδεα καὶ μορφάς , ἐν δέ σφισιν
5144380 μελαινηι
] γὰρ ἢ δίβαμος [ ἔρχεται ; δίπους ] [ μελαίνηι ] δασκ [ ἦ καί ] ? τι πρὸς
τ ' εἰθεῖάπαντα : πολλάκις μὲν ἐκ κακῶν ἄνδρας ὀρθοῦσιν μελαίνηι κειμένους ἐπὶ χθονί , πολλάκις δ ' ἀνατρέπουσι καὶ
5134691 νασῳ
' εὐπλόκαμος [ νύμφα - ] [ φερεκυδέϊ ] [ νάσῳ ] [ – ˘˘ – ] πρύτανιν [ –
Ἀσίας οὐκ ἐπακούω , οὐδ ' ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος πώποτε βλαστὸν φύτευμ ' ἀχείρωτον αὐτοποιόν , ἐγχέων
5104163 ὁμοκλης
ἀγηνορίῃσι πεποιθότας , οὐκ ἀλέγοντας οὔτε τι κινδύνων ἰδ ' ὁμοκλῆς , οὔτε φόβοιο : τῷ καὶ σφάλλονται θαμινὰ σφετέροισιν
ἔην ὄχ ' ἄριστος , ἔχεν δ ' ἔτι θυμὸν ὁμοκλῆς λευγαλέης ἀκόρητον , ἑοῦ δ ' ἄρα μήδετο πατρὸς
5092888 μορον
πρὸς τὸ φόνῳ , ὥσπερ ἐστὶ καὶ τὸ “ ξύλινον μόρον , ἣν παγίδα καλέουσιν . ” ἢ μὴ σύναπτε
] † ἀκόρεστοι γὰρ περὶ τὸ θρηνεῖν αἱ Περσίδες . μόρον ] τὸν θάνατον . τῶν οἰχομένων ] τῶν φθαρέντων
5087811 κελαινῳ
ἐπισπέρχει δ ' ἀέκοντας φοιταλέῃ μάστιγι χορευέμεν : οἱ δὲ κελαινῷ τύμματι παιφάσσουσι μεμηνότες , ἄλλοτε δ ' ἄλλῃ κῦμα
: κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ . Τύμματι :
5064334 ἐπετερπετο
ὀρχούμενος ὥρᾳ καύματος ἐκελάδει διάτορον καὶ τῆς ἑαυτοῦ ἁρμονίας αἰσθανόμενος ἐπετέρπετο . ὁ δὲ μύρμηξ παρῆν τοῖς θερίζουσι καὶ περὶ
καὶ Πηλέος υἱός χειρὶ λύραν ἤρασσε , φρένας δ ' ἐπετέρπετο Χείρων . Ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἄθρησεν
5062597 Πριαμιδων
ὅτου πάσχεις τάδε . λέγοιμ ' ἄν . ἦν τις Πριαμιδῶν νεώτατος , Πολύδωρος , Ἑκάβης παῖς , ὃν ἐκ
ὃ κἀμὲ καὶ τέκν ' εἰδέναι χρεών ; χρυσοῦ παλαιαὶ Πριαμιδῶν κατώρυχες . ταῦτ ' ἔσθ ' ἃ βούληι παιδὶ
5062228 καθοραι
ἔθ ' εὑρήσεις δῆμον φιλοδέσποτον ὧδε ἀνθρώπων , ὁπόσους ἠέλιος καθορᾶι . Ζεὺς ἄνδρ ' ἐξολέσειεν Ὀλύμπιος , ὃς τὸν
, σχεδὸν οἱ ὁμοτράπεζοι καλούμενοι . σὺν τούτοις δὲ ὢν καθορᾶι βασιλέα καὶ τὸ ἀμφ ' ἐκεῖνον στῖφος : καὶ
5057026 ἡντε
' ἕλεν Ἀνδρομάχην , ἠύζωνον * παράκοιτιν * Ἕκτορος , ἥντε οἱ αὐτῷ ἀριστῆες Παναχαιῶν δῶκαν ἔχειν ἐπίηρον ἀμειβόμενοι γέρας
: διαρρήξασα δ ' ὀχῆας ἔδραμεν ἠύτε πόρτις ἀήσυρος , ἥντε τυπεῖσαν κέντρον ἀνεπτοίησε βοορραίσταο μύωπος : ἡ δ '
5056707 φονιῳ
χὠ κοινολεχὴς Αἴγισθος , ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι , σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει : κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ ' ἄλλης ἢ
' αὐτὴν ἐπεβουλεύθη ὑπὸ Ὀρέστου : μηδ ' ἐπὶ τοξοσύνᾳ φονίῳ : μηδὲ ὤφελεν ὁ Νεοπτόλεμος ἐπὶ τῇ φονίῳ τοξοσύνῃ
5027833 ἀνακτοριην
Κυτηΐδα γαῖαν ἀμεῖψαι , οὐδ ' ἄρ ' ἐμὴν ἀλέγοντες ἀνακτορίην πεφόβησθε , οὐδὲ λεὼν σκήπτροισιν ἐπήρανον ἡμετέροισι Κόλχων ,
ἐρισχήλοις κορυνήταις καὶ εἰναλίην Ἀράφειαν Κώρυκος παρθένος ἣ Κιλίκων εἶχεν ἀνακτορίην , ἀγχίγαμος δ ' ἔπελεν , καθαρῷ δ '
5025400 ἀριστηεσσι
ὁ γέρων , οἶον δὲ Παραίβιον αὐτόθι μίμνειν κέκλετ ' ἀριστήεσσι σὺν ἀνδράσιν . αἶψα δὲ τόνγε σφωιτέρων ὀίων ὅτις
. Καὶ τοῖς μὲν ἀριστεῦσι γέρα νέμει ἄλλα δ ' ἀριστήεσσι δίδου γέρα καὶ βασιλεῦσι , τοῖς δὲ λειποτάκταις ἀπειλεῖ
5023317 ὡρονομοιο
καὶ ζῳδίων . Ἄλλοι δ ' ἐκ Μήνης εἰς ὄγδοον ὡρονόμοιο ζῷον ἀριθμήσαντες , ἀπὸ Κρόνου αὖθις ἔδωκαν : εἰς
πισύρεσσιν ἐπεμβεβαῶτες , ἀείσω . Πρῶτα μὲν οὖν Φαίνων ὑπὲρ ὡρονόμοιο βεβηκὼς ἤτοι πρωτοτόκους καὶ πρωτοτρόφους ἀνέφηνεν , ἢ καὶ
5016498 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
5006770 κασιγνητοι
, Ἐπίκοινον δὲ τῶν γυναικῶν τὴν μίξιν ποιεῦνται , ἵνα κασίγνητοί τε ἀλλήλων ἔωσι καὶ οἰκήιοι ἐόντες πάντες μήτε φθόνῳ
πέλοιτο . Θοοὶ δέ οἱ ἄνδρες ἕποντο , Ἕκτορος ἀγχεμάχοιο κασίγνητοί τε φίλοι τε , ὄβριμον ἐν στέρνοισιν ἀναπνείοντες Ἄρηα
4996946 διζημενος
ἐοῦσα τὴν τῶν κινεομένων ἀστέρων ἁρμονίην συνεβάλλετο . ταῦτα Ὀρφεὺς διζήμενος καὶ ταῦτα ἀνακινέων πάντα ἔθελγεν καὶ πάντων ἐκράτεεν :
θ ' εὕδουσι βροτοὶ ἄλλοι , ἠέ τιν ' οὐρήων διζήμενος , ἤ τιν ' ἑταίρων ; φθέγγεο , μηδ
4993303 τραπεζιτην
* ῥακτῶν βουστάθμων τραχειῶν βουστάσεων * . τὸν θυωρίτην τὸν τραπεζίτην , ἀργυρογνώμονα , κριτὴν Ἥρας καὶ Ἀφροδίτης καὶ Ἀθηνᾶς
τέχνης γὰρ οὐχ ἥμαρτες τίεσκε μύθους Τιρύνθιον πλίνθευμα Κυκλώπων ἕδος τραπεζίτην Πάριν φοινικελίκτην καὶ λόγων ἀλαζόνα χαλκόδοντας στόλους χθονίαν λώβαν
4961951 πανδερκεος
δὲ διαμελεϊστὶ δαΐζειν ἐννέα μοίρας : τρεῖς μὲν ἐπὶ κλῆσιν πανδερκέος ἠελίοιο , τρεῖς δ ' ἑτέρας γαίης ἐριβώλου λαοβοτείρης
γὰρ ἔγωγε τοῖα παθὼν καὶ τόσσα λιλαίομαι εἰσοράασθαι ἠελίοιο φάος πανδερκέος , ἀλλά που ἤδη φθεῖσθαι ὁμῶς τεκέεσσι καὶ ἐκλελαθέσθαι
4961358 ἐυφρονεων
, ὅς ῥα Πύλοιο ἄναξ ἦν ἠμαθόεντος : ὅ σφιν ἐυφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ
ἀγγελίῃ Φινεὺς πέλεν . ὦκα δὲ τόνγε Αἰσονίδης , περιπολλὸν ἐυφρονέων , προσέειπεν : “ Ἦ ἄρα δή τις ἔην
4956268 ὑπερτατᾳ
οὗτος δὲ δή , φησίν , ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότατον ὑπερτάτᾳ χειρί : τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶἀπριάτας λέγει οὕτω
θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον ὑπερτάτᾳ χειρί . τεκμαίρομαι ἔργοισιν Ἡρακλέος , ἐπεὶ ἀπριάτας .
4952820 καρτεροθυμον
τεύχε ' ἔχουσαν , ἀλλ ' ἄρ ' Ἀθηναίην ἢ καρτερόθυμον Ἐνυὼ ἢ Ἔριν ἠὲ κλυτὴν Λητωίδα : καί μιν
ὀλέσθαι Ἀχαιϊκὸν Ἰλιόθι πρό , ἀλλὰ Θέτιν κύδαινε καὶ υἱέα καρτερόθυμον . Ἀργείους δὲ Ποσειδάων ὀρόθυνε μετελθὼν λάθρῃ ὑπεξαναδὺς πολιῆς
4949374 ἀπειλεε
κομίσαι : ὃς δ ' ἂν μὴ κομίσῃ , θάνατον ἀπείλεε . Κομισθῆναί τε δὴ χρῆμα πολλὸν ἀρδίων καί οἱ
: οὐ βουλομένου δὲ τὰ πρῶτα τοῦ φυλάκου διδόναι , ἀπείλεε τά μιν λυθεὶς ποιήσει , ἐς ὃ δείσας τὰς
4946100 ἐσιδῃς
: αὐτὰρ ἐς Ἀμβρακίαν ἐλθὼν εὐδαίμονα χώραν τὸν κάπρον ἂν ἐσίδῃς ὠνοῦ καὶ μὴ κατάλειπε , κἂν ἰσόχρυσος ἔῃ ,
. αὐτὰρ ἐς Ἀμβρακίην ἐλθὼν εὐδαίμονα χώρην τὸν κάπρον ἂν ἐσίδῃς ὠνοῦ καὶ μὴ κατάλειπε , κἂν ἰσόχρυσος ἔῃ ,
4945631 ὀλβιον
κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγανοῖς χαίτην θεράπευε ,
ἐς Αἴτναν , ἔνθ ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι , ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ ' . ἀλλ ' ἐπέων γλυκὺν
4934808 Γαιης
Οὐρανιώνων ἄλλος ἐν ἀθανάτοισιν ἔχοι βασιληίδα τιμήν . πεύθετο γὰρ Γαίης τε καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος οὕνεκά οἱ πέπρωτο ἑῷ ὑπὸ
μὲν ἀνθερεῶνι περίπλοκος ἡδέϊ δεσμῶι μητέρι χεῖρας ἕλιξε συνήορος αὐχένι Γαίης τερπωλῆι φιλότητος : ἀειρομένου δὲ καρήνου Καρπὸς ἀνηέξητο καὶ
4931491 κεινης
! ! ] υτωναλλα [ ! ! ] ? ? κείνης ? ἡμέρης ἐπὶ ? χθόνα ? [ ] ?
ἄνασσαν τῆς ἐπωνύμου πάτρας . πολλοὶ δὲ πρόσθεν γαῖαν ἐκ κείνης ὀδὰξ δάψουσι πρηνιχθέντες οὐδ ' ἄτερ πόνων πύργους διαρραίσουσι
4930708 καταντιπερην
Σεληναίη ὑπόγειον ἢ δυτικὸν κέντρον διέπῃ , τετραγώνου ἐόντος ἠὲ καταντιπέρην ὀλοοῦ Κρόνου , αὐτὰρ Ἄρηος ἀστὴρ σὺν Παφίῃ ἢ
φαίνῃ , τὴν δ ' αὖ Κρόνος ἢ τετράγωνος ἠὲ καταντιπέρην λεύσσῃ , κἢν λέκτρα πόρωσιν * * * *
4929910 ἐδεκτο
ἐννεσίῃσιν , ἀέθλιον Ἡρακλῆι ὕστερον ὄφρα γένοιτο , πάγος Κερύνειος ἔδεκτο . σὺν δὲ καὶ ὧλλοι : τῆς νεωτέρας Ἰάδος
οὐδέ μιν ἔμπης ἔλλαθεν , ἀλλ ' ἐνόησε κακορραφίην καὶ ἔδεκτο παῖδ ' ἑτέρην , ἀμφοῖν δ ' ἐμίγη συνομαίμοσιν
4927655 ἀπορριψαντες
καὶ ὑπερεχαίρομεν καὶ πᾶσαν ἐκ τῶν παρόντων εὐφροσύνην ἐποιούμεθα καὶ ἀπορρίψαντες ἐνηχόμεθα : καὶ γὰρ ἔτυχε γαλήνη οὖσα καὶ εὐσταθοῦν
] ην φιλότητα κομίζειν [ ] θαλάμους μέμψειε Λακαίνης [ ἀπορρίψαντες ] Ἐνυώ [ Πολυξείνην ] Ἀχιλῆος [ ] ρεις
4919570 πολυυμνον
Τιμόθεος μέτροις ῥυθμοῖς τ ' ἑνδεκακρουμάτοις κίθαριν ἐξανατέλλει , θησαυρὸν πολύυμνον οἴξας Μουσᾶν θαλαμευτόν : Μίλητος δὲ πόλις νιν ἁ
] ? Ἑλένας ? περὶ εἴδει ? δῆριν ] ? πολύυμνον ἔχοντες [ ] πόλεμον ] ? κατὰ ? [
4912435 ἀταρτηρην
ἀχνύμενοί περ : οὐ γὰρ νηδύος ἔστιν ἀπωσέμεναι μεμαυίης λιμὸν ἀταρτηρήν , ὁπόταν στέρνοισιν ἵκηται : ἀλλ ' εἶθαρ θοὰ
. Οὐ μέν πως κείνην Ποιάντιος ἔλπετο θυμῷ νοῦσον ὑπεκφεύξεσθαι ἀταρτηρήν , ποθέων περ : ἀλλ ' ὅ γ '
4904529 ῥεζε
' ἀπρίστων ἀπὸ φιτρῶν : ἄλλος δ ' ἄλλό τι ῥέζε πονεύμενος . Αὐτὰρ Ἐπειὸς ἵππου δουρατέοιο πόδας κάμεν ,
Πελίην αὐτοσχεδόν , ἀντιβολήσων εἰλαπίνης ἣν πατρὶ Ποσειδάωνι καὶ ἄλλοις ῥέζε θεοῖς , Ἥρης δὲ Πελασγίδος οὐκ ἀλέγιζεν : αἶψα
4903048 ὑπεσχετ
ἔπεισε μὴ πετρούμενος θανεῖν τλήμων Ὀρέστης : αὐτόχειρι δὲ σφαγῆι ὑπέσχετ ' ἐν τῆιδ ' ἡμέραι λείψειν βίον σὺν σοί
Φρυξὶ στρατηγοῦνθ ' Ἑλλάδ ' ἐξανιστάναι : Ἥρα δ ' ὑπέσχετ ' Ἀσιάδ ' Εὐρώπης θ ' ὅρους τυραννίδ '
4895428 Παλλας
” ὣς ἔφατ ' εὐχόμενος , τοῦ δ ' ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη : αὐτῷ δ ' οὔ πω φαίνετ '
ἡμῖν ξυμφέρειν . καὶ ξυμφέροι γ ' , ὦ πότνια Παλλὰς καὶ θεοί . ἀλλ ' εἶμι : σὺ δ
4891345 κακομηχανον
δ ' ἀναπτύξας τὸ πλευρὸν ὁ χαλκουργὸς ἐκεῖνος δόλον τὸν κακομήχανον ἐξεῖπεν ἀπανθρώπως , Εἴ τινα βούλει , Φάλαρι ,
θ ' ἱππιοχάρμην [ , ] [ κείνην δὲ τριτάτην κακομήχανον ] , ὀψὲ δὲ ποινή [ ] [ ὑπ
4883568 κρυοεντα
γόνος καὶ Καλλιρόας : “ μή μοι θάνατον [ προφέρων κρυόεντα δεδίσκε [ ' ἀγάνορα θυμόν , μηδεμελ [ αἰ
: αὐτῷ δὲ χάρις καὶ μῖσος ὀπηδεῖ : καὶ πόλεμον κρυόεντα καὶ ἄλγεα δακρυόεντα . οὐδέ τις ἔσθ ' ἕτερος
4881778 εὐεργεα
ἄειρον , Ἄργος δ ' αὖθ ' ἵκανε , λιπὼν εὐεργέα νῆα , ὅσγε τανυφλοίου ἐλάτης ἀμφιπλεκὲς ἔρνος ἀμπέλου αὐαλέης
κελεύοι . ἀλλά μοι εἴφ ' , ὅπῃ ἔσχες ἰὼν εὐεργέα νῆα , ἤ που ἐπ ' ἐσχατιῆς ἦ καὶ
4880603 ἑσπετ
ἔργα πονησαμένου , Ἀρκάδος αἰχμητᾶ Φιλοποίμενος , ᾧ μέγα κῦδος ἕσπετ ' ἐνὶ πτολέμῳ δούρατος ἁγεμόνι . μανύει δὲ τρόπαια
οἵπερ πρόσω πέμψαντες ἤγαγον πάλιν . νίκη δ ' ἐπείπερ ἕσπετ ' ἐμπέδως μένοι . ἄνδρες πολῖται , πρέσβος Ἀργείων
4877942 ὑπερθυμοισι
κατὰ μέρος ἄρχοντάς φησιν . . . . . . ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν . ὡς ἔθνους τινὸς τῶν γιγάντων μέμνηται γενναίου
ἀρίστη , ὁπλοτάτη θυγάτηρ μεγαλήτορος Εὐρυμέδοντος , ὅς ποθ ' ὑπερθύμοισι Γιγάντεσσιν βασίλευεν . ἀλλ ' ὁ μὲν ὤλεσε λαὸν
4875947 Λευκολοφιδου
ἀργαλέα δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν ταῦτ ' ἐμέ , τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; ὡς οὖν τίν ' ἔλθω
οὐκ ἀργαλέον δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν τοῦτ ' ἐμὲ τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; τῷ Σοφοκλεῖ δηλονότι ὁ Εὐριπίδης
4874448 ξυνον
καὶ ἐν τροπικοῖς μὲν ἑῆς πάτρης διέποντας χρήματ ' ἰδὲ ξυνὸν πλοῦτον : στερεοῖσι δ ' ἐπόντες ἑζομένους , ὅθι
πάντως κατὰ κόσμον οὔτε συνιστάμενον . . . . , ξυνὸν δὲ μοί ἐστιν , ὁππόθεν ἄρξωμαι : τόθι γὰρ
4873597 κραταιῳ
μαίνομαι . στείχει πολίταις ὄμμ ' ἔχων ἰδεῖν πικρόν . κραταιῷ περιβαλὼν βραχίονι εὕδει πιέζων χειρὶ δεξιᾷ ξύλον . ὅδ
καὶ πῆμ ' ἀπάλαλκεν ἐσσυμένως . Ὃ δ ' ἔπειτα κραταιῷ χώσατο φωτὶ ἥρως Εὐρύπυλος , μέγα δ ' ἀσχαλόων
4873005 φιλιης
ἐποικοδομέουσι , χαρίζονται , εἶτα μετανοοῦσι , καὶ ἀφαιρεῦνται τὰ φιλίης δίκαια , κακοπραγεῦντες ἐς ἔχθρην , τὰ ξυγγενείης πολεμοποιεῦντες
προθελύμνους ἱππαλέη νοῦσος πρόλιπεν δύο , μητέρα μούνην καὶ μητρὸς φιλίης ὑπομάζιον εἰσέτι πῶλον . αὐτὰρ ἐπεὶ μέγας ἦν ,
4868951 ἡμιπελεκκα
γὰρ ἐκεῖνοι λέγονται οἱ ἀμφίστομοι : “ Τεῦκρος δ ' ἡμιπέλεκκα φέρεν κοίλας ἐπὶ νῆας . ” ἡμιτελής ἤτοι καθ
δ ' ἐτίθει δέκα μὲν πελέκεας , δέκα δ ' ἡμιπέλεκκα , ἱστὸν δ ' ἔστησεν νηὸς κυανοπρῴροιο τηλοῦ ἐπὶ
4866249 ἡλικ
μήσατο , πυρδαῆ τινὰ πρόνοιαν , καταίθουσα παιδὸς δαφοινὸν δαλὸν ἥλικ ' , ἐπεὶ μολὼν ματρόθεν κελάδησε , ξύμμετρόν τε
κατασκαφαὶ δόμων σείριαί τε νᾶες Ἑλλανίδες , αἳ κατὰ μὲν ἥλικ ' ὠλέσαθ ' ἥβαν νεῶν πολύανδρον : νᾶες δ
4859821 τευξαντο
ῥίζης καιομένης ἅμα λάεσιν : ἀλλὰ τὸ μέν που ἀθάνατοι τεύξαντο καὶ ἐσσομένοισιν ἰδέσθαι . Τεῦκρος δ ' Ἱππομέδοντος ἀμύμονος
χρυσέῳ ἐν κρητῆρι θέσαν . Περὶ δέ σφισι σῆμα ἐσσυμένως τεύξαντο , θέσαν δ ' ἄρα δοιὼ ὕπερθε στήλας αἵ
4859534 κουρην
Γαῖα κεκεύθει : τοῖς πίσυνος θνητοῖσι καὶ ἀθανάτοισιν ἀνάσσει . κούρην δ ' Ἰαπετὸς καλλίσφυρον Ὠκεανίνην ἠγάγετο Κλυμένην καὶ ὁμὸν
ἑὸν διὰ κάλλος , ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα , ὁπλοτάτην κούρην Ἀμφίονος Ἰασίδαο , ὅς ποτ ' ἐν Ὀρχομενῷ Μινυηΐῳ
4856513 σημαντορας
μάλιστα ἀναγκαίων ἂν εἴη τοὺς τοῦ πολέμου ? ? ? σημάντορας ? ἀγαθούς τε τὸν πόλεμον εἶναι , τήν τε
χαλινὸν τῷ στόματι δέχεται , φέρει καὶ παῖδας ἐπὶ νώτου σημάντορας , ὅπη καὶ βουλομένοις ἐστὶν ἄγοντάς τε καὶ περιάγοντας
4854809 πατρωιον
οὕτω τὸ παλιντράπελον πρὸς τὸ πότμον νόει , τὸ δὲ πατρώιον πρὸς τὸ πῆμα . ἔχει δὲ λόγον καὶ πρὸς
τ ' οὐλοχύτας τε παρέσχεθον . αὐτὰρ Ἰήσων εὔχετο κεκλόμενος πατρώιον Ἀπόλλωνα : “ Κλῦθι ἄναξ Παγασάς τε πόλιν τ
4849397 ὠφελλες
τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς , οἷον κάλλιον κάλιον , ὤφελλες ὤφελες [ θᾶττον θᾶτον ] . Παρέμπτωσίς ἐστι προσθήκη
μοι † εἴθ ' ἥσσω μ ' † αἰῶνα βίοιο ὤφελλες δοῦναι καὶ ἴσα φρεσὶ μήδεα ἴδμεν θνητοῖς ἀνθρώποις :
4847601 κλισιηθεν
Αἴαντε δύω , πολέμου ἀκορήτω ἑσταότας , Τεῦκρον δὲ νέον κλισίηθεν ἰόντα . ἡ διπλῆ ὅτι ἐν τοῖς ἀριστεροῖς μέρεσι
ἑταῖρον ἑὸν Πατροκλῆα προσέειπε φθεγξάμενος παρὰ νηός : ὃ δὲ κλισίηθεν ἀκούσας ἔκμολεν ἶσος Ἄρηϊ , κακοῦ δ ' ἄρα
4847327 κατασυρων
ταύτης τῆς δωρεᾶς τυχεῖν . Φάϋλλος δὲ τά τε ἄλλα κατασύρων ἐκ Δελφῶν ἀναθήματα ἀναιρεῖται καὶ τὸν ὅρμον . ἐπεὶ
κόσμων τε καὶ ἔργων , οὐρανὸς ὄφρα θέῃ δρόμον ἀΐδιον κατασύρων , καὶ ταχὺς ἠέλιος περὶ κέντρον ὅπως ἐθὰς ἔλθῃ
4845428 Πριαμος
ὁ τρόπος : οὐδὲ γὰρ αὐτὴ ἐγέννησεν , ὁ δὲ Πρίαμος ἐξ ἄλλων γυναικῶν : † ἡμεῖς δὲ πεντήκοντά γ
βαρβάροις καὶ Ἕλλησιν . ἡ δὲ ὑπόθεσίς ἐστι τοιαύτη : Πρίαμος ὁ Λευκίππης καὶ Λαομέδοντος ἐξ Ἑκάβης τῆς Δύμαντος ἢ
4844807 ἐπιστησασα
δι ' ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον ὄμματ ' ἐπιστήσασα ? [ ] ? κατ ' ἀστερόεσσαν [ ]
ἠέρος [ ] ἐμφανὲς ? ἄστρον [ ] ὄμματ ' ἐπιστήσασα [ ] κατ ' ἀστερόεσσαν [ ] Ἅμαξαν [
4841587 γεινατο
φησί „ καὶ κούρην Ἀράβοιο , τὸν ” Ἑρμάων ἀκάκητα γείνατο καὶ Θρονίη , κούρη Βήλοιο „ ἄνακτος . ”
Ἀστερόπη δίη τε Κελαινὼ Μαῖά τε καὶ Μερόπη , τὰς γείνατο φαίδιμος Ἄτλας . Κυλλήνης ἐν ὄρεσσι θεῶν κήρυκ '
4836965 Σεληναιης
τ ' ἐς δύσιν ἑλκομένου κατέναντα Κρόνοιο , καὶ δὲ Σεληναίης μετ ' ἀριγνώτου Φαέθοντος δείκηλον κατὰ ταὐτὸ καὶ οὐκ
δ ' ὅμοια καὶ Ἠελίου ἐν χώρῳ , ἔν τε Σεληναίης ἢ μητέρας ἢ μητρυιάς . Περὶ δὲ τῶν ἐξοριζομένων
4825992 ἐτευξεν
αὐτοὺς ἔρδει θεράποντας : πολλάκι δ ' ὀφθαλμοῖσι σίνος λιποφεγγὲς ἔτευξεν , καὶ γονέας νούσοις ψυχμῷ καὶ βηχὶ χαλέπτει .
, ὑγιέα ἐπαλθέα νοῦσον ἔτευξεν ] ἰάσιμον τὸ νόσημα ἐποίησεν ἔτευξεν ] ἀντὶ τοῦ κατασκευάζει ἤν γε μέν : ὡς
4824878 φρασθη
ὁ Πηλεὺς ἔκγονος ἦν Διός . ὁ δ ' εὖ φράσθη : ὁ δὲ Ζεύς , φησίν , ἐφράσθη ,
καλὸν δέπας ἡδέος οἴνου . αὐτὰρ ὅ γ ' ὡς φράσθη παρακείμενα πατρὸς ἑοῖο τιμήεντα γέρα , μέγα οἱ κακὸν
4821449 ὀψομεναι
ὀμβροφόροι , ἔλθωμεν λιπαρὰν χθόνα Παλλάδος , εὔανδρον γᾶν Κέκροπος ὀψόμεναι πολυήρατον : οὗ σέβας ἀρρήτων ἱερῶν , ἵνα μυστοδόκος
τὴν τοῦ πατρὸς οἰκίαν ἐφήδρευε ταῖς γυναιξίν . αἱ δὲ ὀψόμεναι τὴν θυσίαν ἐξῄεσαν : καὶ γὰρ ἦν πολυτελής .
4821417 δεχθαι
Φρίξον ἔπεισε , μητρυιῆς φεύγοντα δόλον πατρός τε θυηλάς , δέχθαι , ἐπεὶ πάντη καὶ ὅτις μάλα κύντατος ἀνδρῶν Ξεινίου
τοὐναντίον καὶ ἐπευφήμησαν ἅπαντες αἰδεῖσθαί θ ' ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα . εἰ δ ' αὖ καὶ ὁ στρατὸς
4818846 ἀδακρυτον
ἐύφρονα Πηλείωνα . Οὐδὲ μὲν Ἱππολόχοιο δαΐφρονος ὄβριμον υἷα Τρῶες ἀδάκρυτον δειλοὶ λίπον , ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ Δαρδανίης προπάροιθε πύλης
τὸν ἐξ ἐκείνου γεγενημένον Ῥῆσον , οὐδ ' Ἀχιλλεῖ φησιν ἀδάκρυτον ἔσεσθαι τὴν στρατείαν , τῷ κοινῷ τῶν ἐπιφανῶν θανάτῳ
4805304 ἀμελησε
ἔκλινανκλιθῆναι ἐποίησαν , . . . Αἴας δ ' οὐκ ἀμέλησε κασιγνήτοιο πεσόντος ἀλλὰ θέων περίβη : ἡ διπλῆ ,
ἐκ δ ' ἀκάτου σύρουσιν : ὁ δ ' οὐκ ἀμέλησε νοήσας πούλυπος ἀλλ ' ἤϊξε καὶ ἀμφέπλεξεν ἑταίρους πτόρθους
4801733 τεθνηοτος
γῆν εἶσι τύραννος ἀνήρ . οὐδ ' ἂν ἐκεῖνος ἐμοῦ τεθνηότος οὔτ ' ἀνιῶιτο οὔτε κατὰ βλεφάρων θερμὰ βάλοι δάκρυα
ῥύσασθαι , καὶ νοῦσον ἀταρτηρὴν ἐλέφαντος : καὶ ψυχὴν ἐλάσαι τεθνηότος , ἥ κεν ἐρεμνοῦ ἐξ Ἄϊδος προμολοῦσα ποτιχρίμπτηται ἑκάστῳ

Back