αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο
6391288 ἐπικατασφαξαι
δὲ αὐτοῦ ταῖς ἵπποις Παρθενίαν τε εἶναι καὶ ἘρίφανΟἰνόμαον δὲ ἐπικατασφάξαι μὲν τὰς ἵππους τῷ Μάρμακι , μεταδοῦναι μέντοι καὶ
καὶ παρεκάλει τὸν βασιλέα μὴ φείσασθαι , τὴν ταχίστην δὲ ἐπικατασφάξαι τῷ τοῦ τετελευτηκότος τάφῳ . ὁ δὲ Κροῖσος τὴν
6303102 καθειμενον
δίδοτε ταῖς ὄψεσιν : διὰ βοστρύχων δὲ εἶπεν , ἐπειδὴ καθειμένον ἔχουσι τὸν πλόκαμον μέχρι τῶν παρειῶν ὡς ἂν παρθένοι
γῇ . ἐσκευασμένος δὲ ἦν ὁ Πέρσης , δέρμα ἔχων καθειμένον εἰς τύπον τοῦ τε πώγωνος καὶ τοῦ στόματος ὡς
6013696 ἑψῃ
Παφίους . τούτους δ ' ὕλην κόπτειν , ὁπόταν βασιλεὺς ἕψῃ τὸν μέγαν ἰχθύν , καὶ προσάγοντας , καθόσον πόλεως
φησι κόπτειν Ἴνδους , Λυκίους , Παφίους , ὅταν βασιλεὺς ἕψῃ τὸν μέγαν ἰχθύν . λίμνην δ ' ἐπάγειν ὕδατος
5987224 ἠλειφον
μνημονεύει καὶ Ἱππῶναξ διὰ τούτων : βακκάρι δὲ τὰς ῥῖνας ἤλειφον : ἐσθ ' οἵη περ κρόκος . Ἀχαιὸς δ
οὐδὲ βαδίζειν δυναμένου ; κἀν τοῖς ἀλείμμασι καὶ λουτροῖς ἑαυτοὺς ἤλειφον , ἐπισκώπτοντος τοῦ Σκιπίωνος , ὡς αἱ ἡμίονοι ,
5716230 δρακειν
πόσιν σπεύσω πάλιν μολόντα δέξασθαιτί γὰρ γυναικὶ τούτου φέγγος ἥδιον δρακεῖν , ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ;
πρόσθεν ? ? ἐπεῖδ ' Ἀίδαν : θὴρ ἅπερ ἄντα δρακεῖν , συὸς ἤ ῥ ' ἀπὸ τᾶς Καλυδῶνος λείψανον
5611892 διαστειλον
ἐμοῦ διάρτασον . . . Δ . : διάρτασον : διάστειλον . . . . . , . . .
αὐτὸν τῇ χαλκευτικῇ φύσῃ καὶ , ὅταν τοῦτο ποιήσῃς , διάστειλον αὐτὴν , ἕως οὗ θεάσῃ πᾶσαν πληρωθεῖσαν πνεύματος ,
5600105 κατατρωξομαι
ἐμβάπτων , ὃς ἂν ὀπτότατός μοι ἁπάντων ὑμῶν φαίνηται , κατατρώξομαι ὦ στρατιῶται . ὁ δ ' Ἀριστοφάνης ἐν τῷ
χλιερὸν ἐμβάπτων , ὃς ἂν ὀπτότατός μοι ἁπάντων ὑμῶν φαίνηται κατατρώξομαι , ὦ στρατιῶται . φησί που Μεταγένης : ὦγαθέ
5552781 Σαβαωθ
ἐνουράνιος δύναμις ἡ ἀγγέλων ἀρχαγγέλων . ὁρκίζω σε μέγαν θεὸν Σαβαώθ , δι ' ὃν ὁ Ἰορδάνης ποταμὸς ἀνεχώρησεν εἰς
εἰς Δ , τὸ δὲ Ἐλιφάτζ εἰς Ζ καὶ τὸ Σαβαώθ εἰς Θ καὶ τὸ Ἰσαάκ εἰς Κ καὶ τὸ
5521791 σφιγγε
τούτῳ χρῆσαι : πρῶτον δὲ κατὰ λόγον , ὡς ἅμμα σφίγγε , εἶτα ἀνακλάσας ἔμβαλε καὶ σύνεχε καὶ μὴ δίδου
κατάπλαττε τοὺς τιτθοὺς , εἶτα ἔξωθεν ἐπιθεὶς σπόγγον ἀπὸ ὀξυκράτου σφίγγε τὸ στῆθος δεσμίδι : μετὰ δὲ τρεῖς ἡμέρας τὸ
5502331 κρουομενους
δὲ τοῦ τρίτου , διπλάσιον δὲ τοῦ τετάρτου , καὶ κρουομένους ἐπιτελεῖν συμφωνίαν τινά . Καὶ λέγεται Γλαῦκον ἰδεῖν τοὺς
θαυμάζω σε , ἐπὶ ἐπαίνου καὶ πολλάκις ἐπὶ ἐκπλήξεως πρύμναν κρουομένους : ἐπαναχωροῦντας . πρὶν : ἕως οὗ ἡ ἀπαλλαγὴ
5436392 ἐπιμετρον
τὰ οἰκία τεθῇ χύδην , δι ' ὃ καὶ τὸ ἐπίμετρον ποιεῖ : τὸν γὰρ ἀτμὸν τὸν ἀνιόντα λεπτὸν ὄντα
καὶ ὁ λόγος ὁ τρώσας ἰάσεται . ἔχων δ ' ἐπίμετρον : ὑπὲρ τὸ μέτρον , τῷ ἐπιμετρηθέντι περίσσευμα .
5423037 συμπεμψαι
ἀφῆκα τοῦ κινδύνου τούτου μετέχειν , ἱππέας δὲ τῶν σῶν συμπέμψαι μοι ἐδεόμην σου : εἰ γὰρ καὶ τοῦτο αἰτῶν
Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται πορεύεσθαι , κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνδρας : μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ
5392200 ἰουλοις
, οἷος ὀφθῆναι , ὡς χαρίεις καὶ εὐπρόσωπος , ὡς ἰούλοις κατάκομος , ὡς ἄρτι ἡβάσκων : τῆς παρθένου δὲ
χνοάζων τὰς παρειάς , καὶ τὸ ἀρτίχνοος , καὶ τὸ ἰούλοις ὑποσκιαζόμενος ἤδη , καὶ τὸ πρῶτος ὑπηνήτης . Ὤ
5360237 κροκους
ἀκαύστους , οὐγγίας ιηʹ , καὶ μαγνησίαν , ἤγουν κεκαυμένους κροκοὺς , Ϛγ δʹ κο κʹ : καὶ ζύγιν ,
ἀκαύστους , οὐγγίας ιηʹ , καὶ μαγνησίαν , ἤγουν κεκαυμένους κροκοὺς , Ϛγ δʹ κο κʹ : καὶ ζύγιν ,
5337638 τοιουτω
” Φέρε , ὁπόσοι θερμὸν καὶ ψυχρὸν ἤ τινε δύο τοιούτω τὰ πάντ ' εἶναί φατε , τί ποτε ἄρα
εἶτα εἰ δέοι καὶ τῆ ἀρτηριοτομία καὶ μετὰ ταῦτα τῶ τοιούτω κολλυρίω χρῆσθαι : ἐπὶ δὲ τῆς τούτου χρήσεως :
5186449 κοσμησαντας
, ἐκ διαστημάτων αὐτοῖς χρυσὸν περιχέαντας , οἱονεὶ ψελίοις τισὶ κοσμήσαντας βραχίονα ὡραῖον ἀγάλματος . καί φασι νόσων ἀφύκτων ἀμαθῆ
, εἰς ᾠδάς τε καὶ τὴν ἄλλην ποίησιν θεῖναι , κοσμήσαντας ἀξίως τῶν πραξάντων , λέγω δὴ τὰ τούτων ἔργα
5166739 ἀπολωλως
, κατέπλευσεν ἐκ τῆς Ἰταλίας ἐς τὸ κρυπτὸν νεώριον ὡς ἀπολωλὼς [ ὑπὸ ] τῶν ἰδίων στρατιωτῶν . οἱ δὲ
. καί ἐστιν ὁ νοῦς : ἀποθανὼν , πεσὼν , ἀπολωλὼς τοῖς πανυστάτοις λουτροῖς τῆς ἀλόχου . ἢ περιπεσών ἀντὶ
5160107 ἐτοϲ
. παύονται δὲ τῶν καθάρϲεων αἱ μὲν περὶ τὸ πεντηκοϲτὸν ἔτοϲ , ϲπάνιαι δὲ μέχρι τῶν ἑξήκοντα , ἐνίαιϲ δὲ
ἡ παροῦϲα ὥρα τοῦ ἔτουϲ , ποταπὸν δὲ τὸ ϲύμπαν ἔτοϲ : ἐντεῦθεν γὰρ τὰϲ διαίταϲ εὑρήϲειϲ ποιεῖϲθαι κάλλιϲτα ,
5151144 ἑστηκυιαι
παρθένοι δώδεκα . αἱ οὖν τέσσαρες αἱ εἰς τὰς γωνίας ἑστηκυῖαι ἐνδοξότεραί μοι ἐδόκουν εἶναι : καὶ αἱ ἄλλαι δὲ
ὧδε κἀκεῖ περιτρεχόντων κύκλῳ τῆς πύλης : αἱ δὲ παρθένοι ἑστηκυῖαι περὶ τὴν πύλην ἔλεγον τοῖς ἀνδράσι σπεύδειν δεῖν οἰκοδομηθῆναι
5138151 ἀποτεμνομενον
τὸ ἴνδαλμά τινος , οἷον καὶ τὸ ἀσθενέστερον φῶς , ἀποτεμνόμενον τοῦ παρ ' οὗ ἐστιν οὐκέτ ' ἂν εἴη
ὁ διαπνεόμενος τόπος : διὸ καὶ ἐν ταῖς οἰκίαις τὸ ἀποτεμνόμενον τόπον πρὸς ἀνάπνευσιν κῆπον λέγουσιν : παρὰ τὸ κάπω
5109156 κρυπτομενους
φρονιμώτεροι , εἰσὶν , ὑπάρχουσιν . Ἀλευομένους : φεύγοντας , κρυπτομένους , ἐκφεύγοντας . ἕλον : ἔλαβον . Χειμερίη :
λόγοι , τουτονὶ τὸν γενναῖον τί ποτε δράσετε ; ὃς κρυπτομένους ὑμᾶς καὶ ἀφανεῖς ὄντας | Ἕλλησιν εἰς φῶς τε
5090338 ὁλμοκοπησας
προσφάτου καὶ μαλακῆς , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος , τερεβινθίνης , ἴσα ὁλμοκοπήσας χρῶ . Πρὸς χοιράδας , παρωτίδας , μελικηρίδας ,
μόσχου γράμματα δ . κόψας καὶ σήσας τὰ ξηρὰ , ὁλμοκοπήσας δὲ καὶ τὸν στύρακα μετὰ τοῦ λαδάνου καὶ τοῦ
5089258 Νοθιππον
ὕειον , τοὺς μὲν ἄλλους οἰκουρεῖν χρῆν , πέμπειν δὲ Νόθιππον . εἷς γὰρ μόνος ὢν κατεβρόχθισεν ἂν τὴν Πελοπόννησον
τοὺς μὲν ἄρ ' ἄλλους οἰκουρεῖν χρῆν , πέμπειν δὲ Νόθιππον ἑκόντα . εἷς γὰρ μόνος ὢν κατεβρόχθισεν ἂν τὴν
5081960 ὑπεστρωσθαι
ἐν Θρᾴκῃ , ἐν οἷς φασι κατὰ τὴν ἀγορὰν μὲν ὑπεστρῶσθαι στρώματα ἁλουργὰ μέχρι τῆς ἄρκτου : δειπνεῖν δ '
τι οὕτω τὸν κότινον ὡς τὰ χλωρὰ ἔτι τῶν φύλλων ὑπεστρῶσθαι σφᾶς καθεύδοντας . κομισθῆναι δὲ ἐκ τῆς Ὑπερβορέων γῆς
5040193 σπονδειῳ
ἀναπαίστους , τὰς τοῦ δευτέρου ἀναπαίστου δύο βραχείας προσθεὶς τῷ σπονδείῳ ποιήσεις ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος , τὸν δ ' ἑξῆς
οὐράνιον τόδ ' ὁρῶμαι , ἐποίησε δέ τινα στίχον καὶ σπονδείῳ τῷ παραλήγοντι κεχρημένον ὡς ἂν μᾶλλον τοῖς πηδαλίοις ἡ
5030883 ἐξερασαι
τοῖς ἰατροῖς , εἴ τις δύναται τὰ ἔντερα πιέσας ὑγρὸν ἐξεράσαι ; ἀπειπόντων δὲ , θεῖναι αὑτὸν εἰς τὸν ἥλιον
ποθὲν μετὰ παρακοπῆς καὶ σπασμοῦ . Δεῖ δὲ μετὰ τὸ ἐξεράσαι αὐτοὺς ποτίζειν οἴνον ἀψινθίτην , σὺν κινναμώμῳ , ἢ
5003156 στεγανῳ
διαθρύψας ταῖς χερσὶ καὶ βαλὼν εἰς τὸ ἀγγεῖον πωμάσας τε στεγανῷ πώματι καὶ περιθεὶς ὅλῳ τῷ στόματι τοῦ ἀγγείου δέρμα
βοτανῶν , ξηρὸν καὶ θερμὸν πνεῦμα ἀποτελούντων , ὅπερ ἐναποκλειόμενον στεγανῷ καὶ ἰσχυρῷ καὶ συμπεπιλημένῳ σώματι τοῦ χαλκοῦ καὶ μηδαμῇ
5003089 ΑΒΓΔΕΖΗΘ
δοθέντα κύβον πυραμίδα ἐγγράψαι . Ἔστω ὁ δοθεὶς κύβος ὁ ΑΒΓΔΕΖΗΘ , εἰς ὃν δεῖ πυραμίδα ἐγγράψαι . ἐπεζεύχθωσαν αἱ
δοθέντα κύβον ὀκτάεδρον ἐγγράψαι . Ἔστω ὁ δοθεὶς κύβος ὁ ΑΒΓΔΕΖΗΘ , καὶ εἰλήφθω τὰ κέντρα τῶν ἐφεστώτων τετραγώνων τὰ
5000030 σινοδοντα
Ἁλιευτικῷ διὰ τοῦ υ : λευκὴν συνόδοντα βόηκάς τε . σινόδοντα δ ' αὐτὸν λέγει διὰ τοῦ ι Δωρίων ,
ι Δωρίων , ἔτι δὲ Ἀρχέστρατος ἐν τούτοις : ἀτὰρ σινόδοντα μὲν ὃν ζήτει παχὺν εἶναι : ἐκ πορθμοῦ δὲ
4990523 σχεθεμεν
, καθάπερ καὶ Πίνδαρος λέγει τὸν μονοκρήπιδα πάντως ἐν φυλακῇ σχεθέμεν μεγάλῃ . τοῦτον γοῦν μαθὼν τὸν χρησμὸν θύσας τῷ
μέσον ὀμφαλὸν εὐδένδροιο ῥηθὲν ματέρος τὸν μονοκˈρήπιδα πάντως ἐν φυλακᾷ σχεθέμεν μεγάλᾳ , εὖτ ' ἂν αἰπεινῶν ἀπὸ σταθˈμῶν ἐς
4982093 μασηθεντα
διαμασῶ , καὶ τὸν μὲν χυλὸν ἔκβαλε , τὰ δὲ μασηθέντα βοτάνια ἐπιτίθει , καὶ οὕτω θεραπευθήσῃ καὶ φεύξῃ τὴν
μὲν διὰ βάθους μὴ ἔφθαρται τὸ ὀστέον , ἀνθεμίδος φύλλα μασηθέντα καὶ ἐπιτεθέντα ἢ αἰγίλωπος τοῦ ἐν τοῖς σιτίοις χυλὸς
4968952 καπτειν
αὐτοκάβδαλα ] λέγεται τὰ ἐπικαθα ? [ ἅπερ εἰώθαϲι ] κάπτειν αἱ ἀλετρίδεϲ [ ] ἐκ҅φατνίϲματα ? δὲ τὰ [
στιβάδα ἢ φύλλα δάφνης φέρειν , ὅπως ἔχωσι τὰ ἐπάικλα κάπτειν μετὰ δεῖπνον : γίνεται γὰρ ἄλφιτα ἐλαίῳ ἐρραμένα .
4953690 Κουρουλα
τοῦ τε διὰ τοῦ Κῶρυ ἀκρωτηρίου καὶ τοῦ διὰ τῆς Κούρουλα πόλεως , σταδίων μὲν ἑξακοσίων σεʹ , μοίρας δὲ
. . . . . . . ρκζ ιϚ Ϛʹ Κούρουλα πόλις . . . . . . . .
4940343 ὀτι
τὸν παραλογισμὸν πεποίηκεν , ὥσπερ ἂν εἰ καὶ λεγόντων ἡμῶν ὄτι ὁ δεῖνα τεθνεὼς [ τεθνηὼς ] ἄνθρωπός ἐστιν ,
ἴσου τοῦ χυλοῦ πιών , ἀμέθυστος ἔσται ὡς μὴ γινώσκων ὄτι πίνει . ἐὰν δὲ καὶ τὸν λίθον τὸν ἐν
4937173 διελουσα
τοῦτο δρῶσιν ἐπὶ τοῖς κοινοῖς ἀγαθοῖς . τρία γὰρ αὑτὴν διελοῦσα τέλη τὴν μὲν ἡγεμονίαν καθ ' ἕκαστον τοῖς ἀρίστοις
ποθεῖτ ' ἴσως μαθεῖν σαφέστερον ] : πεπόηκεν ἡ γυνὴ διελοῦσα τὸν τοῖχον ] διέξοδόν τινα [ ] παντ '
4929654 θυμιαται
τοὺς διαφανέας λίθους [ τῷ πυρί ] : τὸ δὲ θυμιᾶται ἐπιβαλλόμενον καὶ ἀτμίδα παρέχεται τοσαύτην ὥστε Ἑλληνικὴ οὐδεμία ἄν
. καλεῖται δὲ βράθυ , ἢ καὶ σαβίνα . αὕτη θυμιᾶται τοῖς θεοῖς ἀντὶ λιβάνου . Βρύσις κοινὸν ζῷόν ἐστιν
4919829 συμπληρουνται
ἀρτίοις : καὶ αἱ συμφωνίαι δὲ πᾶσαι κατ ' αὐτὸν συμπληροῦνται , ὡς ἐδείχθη . ἡ δὲ πεντὰς μέση ἐστι
κάλλιστα τὸν βίον μιμησαμένῳ ἀπὸ τῶν τοιούτων αἱ ὑποθέσεις πᾶσαι συμπληροῦνται : εἰς ὃν καὶ Ἀριστοφάνης ὁ γραμματικὸς εὐστοχώτατα εἶπεν
4908566 ἀνετεινον
δὲ ὡς πρόσω τὸν καμπτῆρα ἑκατέρωθεν ἐποιήσαντο περὶ ὃν κάμπτοντες ἀνέτεινον τὰ κέρατα , Ἐννοεῖς , ἔφη , ὦ Χρυσάντα
. . . ναιτη [ ἐξῆγε ? ἑκα [ ὥστε ἀνέτεινον [ τωι ἄφωνος προ [ ἔσεσθαι καὶ οὕτω [
4869583 ἀγορασαντος
ἀλλ ' ἅμα τῷ φυσῆν χὡ νόος ἐκπέταται . οὐκ ἀγοράσαντος δέ ποτε τοῦ παιδὸς ἰχθῦς , μαστιγῶν αὐτὸν ἐκέλευσε
περὶ αὐτοῦ : Δωρίων ὁ ὀψοφάγος , τοῦ παιδὸς οὐκ ἀγοράσαντος ἰχθῦς , μαστιγῶν αὐτὸν ἐκέλευε τῶν ἀρίστων ἰχθύων ὀνόματα
4823208 σκομβρους
τάριχος , οὓς καὶ Τιμοκλῆς ἰδὼν ἐπὶ τῶν ἵππων δύο σκόμβρους ἔφη ἐν τοῖς σατύροις εἶναι . Ὅστις ἀγοράζει πτωχὸς
Κυρήνης καυλὸν καὶ δέρμα βόειον : ἐκ δ ' Ἑλλησπόντου σκόμβρους καὶ πάντα ταρίχη : ἐκ δ ' αὖ Θετταλίας
4806349 περιαιρουμενος
δεδωκέναι . Ἀλλὰ μὴν καὶ τῆς κεφαλῆς τὰς τρίχας ξυρῷ περιαιρούμενος κατάπλαττε αὐτὴν ἄρτι μὲν ἀλεσθεισῶν κριθῶν τῷ ἀλεύρῳ ,
Πτολεμαῖον : καὶ γὰρ φονικὸς ἦν καὶ τῶν ἄλλων ἡγεμόνων περιαιρούμενος τὰς ἐξουσίας καὶ καθόλου πάντων βουλόμενος ἄρχειν βιαίως ,
4801838 μαστιξον
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
4798539 ἐπιπλασσε
τοῦ πρίνου τὸ περὶ τὸ στέλεχος τρίψας ἐν οἴνῳ , ἐπίπλασσε . Ἕτερον : ὄμφακος χυλὸς , ὄξος ὡς ὀξύτατον
περὶ κόρσεα ] περὶ τὴν κεφαλήν περὶ κόρσεα πλάσσοις : ἐπίπλασσε τὴν κεφαλήν πλάσσοις ] κατάπλασσε μὴ μὲν ὑοσκυάμῳ :
4793842 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
4791927 ὀδυνωμενην
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δ ' ἑτέρῳ μέρει τρίψας εὔφραινεν ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν
4775582 λουσας
ἡ τρίτη μοῖρα λειφθῇ : κἄπειτα γυμνάσας τὸν ἄνθρωπον καὶ λούσας ὕδατι χλιαρῷ πῖσαι θερμὸν , καὶ πιπίσκειν φάκιον ,
μικρὸν ἔμπροσθεν ἔφησθα τὰς Μοίρας εἶναι τὰς ἅπαντα ἐπιτε - λούσας : εἰ μὴ μεταμέλει σοι ἐκείνων καὶ ἀνατίθεσαι αὖθις
4773164 ὀπτοτατος
ὀξάλμην κᾆτ ' ἐς σκοροδάλμην χλιαρὸν ἐμβάπτων , ὃς ἂν ὀπτότατός μοι ἁπάντων ὑμῶν φαίνηται , κατατρώξομαι ὦ στρατιῶται .
ὀξάλμην κᾆτ ' ἐς σκοροδάλμην χλιαρὸν ἐμβάπτων , ὃς ἂν ὀπτότατός μοι ἁπάντων ὑμῶν φαίνηται , κατατρώξομαι ὦ στρατιῶται .
4773065 μαστιεται
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν :
4764931 χυτρινον
ὅσον δύο ποδῶν βάθος , μῆκος δὲ ὅσον χωρέειν τὸν χύτρινον : ἔπειτα χρὴ ἐγκαίειν ξύλοις , ἕως τὸν βόθρον
δὲ ῥίζας τῶν μαράθρων ἀμφιπλύναντα φλᾶσαι , καὶ ἐς τὸν χύτρινον ἐμβαλεῖν , καὶ ἐπιχέας ὕδωρ τὸν αὐτὸν τρόπον πυριῇν
4760054 ὀκτωκαιδεκ
γὰρ ἄν τις ἐπὶ τὸ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι , καὶ δέκα ἅρματα συνωρίδες τε πεντεκαίδεκα
τὸν Ἄλεξιν , ἂν ἐπὶ δεῖπνον ἕνα καλῇ , πάρεισιν ὀκτωκαίδεκ ' ἄλλοι καὶ δέκα ἅρματα καὶ συνωρίδες πεντεκαίδεκα :
4757810 ἀποκομισθηναι
λαβεῖν , ἐπυνθάνετο τῶν πολιτῶν τίνας δὴ βούλοιντο τῶν ἰχθύων ἀποκομισθῆναι αὐτοῖς , καὶ κομίζων οὓς ἂν ἤθελον , Γλαῦκος
ἑώρων , ἀποκομίσαι τε τοῦτον ἐν ταῖς ὁλκάσι καὶ αὐτοὶ ἀποκομισθῆναι σῶς , καίτοι τοῦ βασιλέως Κωνσταντίνου πολλὰ παρακαλοῦντος αὐτοὺς
4747668 παρεμβαλειν
Ἀλέξανδρον [ ὀρύγματα ] τριάκοντα ψυχεῖα , ἃ πληρώσαντα χιόνος παρεμβαλεῖν δρυὸς κλάδους . οὕτω γὰρ παραμένειν πλείω χρόνον τὴν
τὸ ἡγούμενον εἴτε νόημα χρὴ λέγειν εἴτε κῶλον , ἕτερον παρεμβαλεῖν καὶ μηδὲ τοῦ δευτέρου τέλος ἔχοντος τὸ τρίτον ἐπιζεῦξαι
4728963 ἐκρους
αὐτοῦ τὰς προσβολὰς ποιεῖσθαι . αὐτὸς δὲ ὡς κατεῖδε τοὺς ἔκρους τοῦ ποταμοῦ , ὃς διὰ τῆς πόλεως χειμάρρους ὢν
καὶ ἱδρῶσι πάντοθεν ὡρμημένος . οὕτω μὲν οὖν κατ ' ἔκρους ἐκένωσε πυρετὸς ἀναλώσας , ὥσπερ καὶ ἄλλο πῦρ ,
4718937 ἐξορμωντα
ὁ Καλλισθένης ἔφη που λέγων τὰς τραγῳδίας ἐν οἴνῳ γράφειν ἐξορμῶντα καὶ ἀναθερμαίνοντα τὴν ψυχήν , οὐχ οὕτως ὁ Δημοσθένης
: ἔδωκε δὲ καὶ τῆς ἐνδείας τὴν αἴσθησιν . ἵνα ἐξορμῶντα τὰ ζῷα πρός τε τὴν ἐδωδὴν καὶ τὴν πόσιν
4716428 σφα
? ? ? [ ] | ἀναγν ! | δὲ σφα ! ! καὶ ? ! ! ! | χειρος
ἀχρεῖον τὸ μόριον ἢ τὰ ὀστᾶ θλίβουσιν τοὺς μύας καὶ σφα - κελισμοὶ παρακολουθοῦσιν . αὕτη γοῦν καὶ ἡ θεραπεία
4700399 κοχωνα
πρὸ χελιδόνων ] ἤτοι κατὰ τὸν χειμῶνα . εἰς τὰ κόχωνα : κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον , τὸ μεταξὺ
Γ ἀπώμνυν ] ὅρκοις ἐπὶ τῷ μὴ κεκλοφέναι . Γ κόχωνα ] κοχώνη τόπος ὑπὸ τὸ αἰδοῖον καὶ τὸν μηρόν
4694202 ΚΜΝ
τουτέστιν οἱ κινοῦντες ἔστωσαν ἄνθρωποι μʹ , ἡ δὲ ὑπὸ ΚΜΝ γωνία , τουτέστιν ἡ ὑπὸ ΕΘΛ , διμοίρου ὀρθῆς
, καὶ τῇ ὑπὸ ΑΘΔ γωνίᾳ ἴση συνεστάτω ἡ ὑπὸ ΚΜΝ , καὶ ἀπὸ τῶν Κ Λ κάθετοι αἱ ΛΟ
4690749 ὑπολειφθεισας
Τοῦ δ ' Ἡρακλέους περὶ ταῦτ ' ὄντος φασὶ τὰς ὑπολειφθείσας Ἀμαζόνας περὶ τὸν Θερμώδοντα ποταμὸν ἀθροισθείσας πανδημεὶ σπεῦσαι τοὺς
ἤδη κατὰ τὰ αὐτὰ ἄχρι τοῦ τελευταίου : τὰς δὲ ὑπολειφθείσας μένειν ἔφοδον ἄλλην μνηστήρων ἔδει καὶ ἀγῶνα ἄλλον δρόμου
4681739 τουλδος
τῶν καθεστώτων στρατιωτῶν χρήσιμον μετὰ σημείου , ᾥτινι ὁ πᾶς τοῦλδος ἤτοι τὰ σαγμάρια ἀκολουθεῖν ὀφείλουσιν . Χρὴ ὁρισθῆναι πόσαι
ὡς ἀπὸ λίθου βολῆς . Ἐὰν δὲ σύνεισι καβαλλάριοι ἢ τοῦλδος , ὄπισθεν αὐτῶν τὸν τοῦλδον ποιεῖν καὶ μετ '
4673317 πολυγωνοτερον
γωνίας τεταγμένων πολυγώνων , τὴν δὲ περίμετρον ἴσην , τὸ πολυγωνότερον ἀεὶ καὶ μεῖζόν ἐστιν . αʹ . Ἔστω δύο
ὁπότε τὰς περιμέτρους ἴσας εἶχεν , ἀεὶ μεῖζον ἀπεδείκνυτο τὸ πολυγωνότερον , καὶ πάντων ὁ κύκλος μείζων , ὥσπερ ἐδείχθη
4671461 ἀπεγνωσμενων
, καὶ κατὰ στόμα μὲν οὐκ ἐτόλμα παρατάττεσθαι , φοβούμενος ἀπεγνωσμένων ἀνδρῶν θράσος καὶ ἀπόνοιαν , ἐν δὲ τοῖς εὐθέτοις
ἂν δῆμος , ἠγνόει καὶ ἀνεπείθετο . καί ποτε τῶν ἀπεγνωσμένων τις καὶ ἀτίμων καὶ ὅτε ἐδούλευεν ἡ πόλις καὶ
4667703 συνεδρευσαντων
ὢν διὰ τὴν φιλίαν τὴν πρὸς Ἠλείους καὶ Μαντινεῖς : συνεδρευσάντων δὲ πάντων , ἔδοξε τὰς μὲν σπονδὰς ἐᾶν χαίρειν
τῶν δέκα πρέσβεων μετὰ τῶν περὶ Σκιπίωνα καὶ τὸν Αἰμίλιον συνεδρευσάντων , ἔκριναν οὗτοι καὶ διεσάφησαν τὴν μὲν ἐπὶ τάδε
4666580 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
4662454 φθαρεισαν
ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς
! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [
4655785 ἐπιτετμημενον
βατανίων εὐθέως . . . . δίπυρον παραθήσεις , ᾠὸν ἐπιτετμημένον , πυόν , μέλιτος ὀξύβαφον , ἀποταγηνιῶ , τυροῦ
βατανίων εὐθέως . . . . δίπυρον παραθήσεις , ᾠὸν ἐπιτετμημένον , πῦον , μέλιτος ὀξύβαφον , ἀπὸ ταγηνίω ,
4654967 φερετωσαν
κείσθω τὰ διτρόχια : ἐπὶ ταῦτα δὲ καὶ αἱ λινέαι φερέτωσαν . τὸ δὲ σχῆμα οἷόν ἐστιν ὑπογέγραπται . Τούτου
δῶρον μὴ δοκείτω , μηδὲ τὰς Κρονικὰς δωρεὰς εἰς γέλωτα φερέτωσαν . Ἀντιπεμπέτω δὲ ὁ πένης τῷ πλουσίῳ ὁ μὲν
4647401 τρυπας
πωμάσας ἀσφαλῶς τὸ πῶμα καταλιπὼν ἐν αὐτῷ δύο ἢ τρεῖς τρύπας , ὑπόκαιε μέχρις οὗ ὁ ἀναφερόμενος ἀτμὸς καθαρὸς γένηται
οὕτως διὰ χειρουργίας θεραπεύεται . Μελικηρίς ἐστιν ὄγκος ἔχων πολλὰς τρύπας , ἐξ ὧν ἀποῤῥεῖ ὑγρὸν ἐοικὸς μέλιτι , ὅθεν
4638430 κοψαντας
εἰ διαβαίνοντας ἴδοιεν τοὺς πολεμίους , τὸ χῶμα τοῦ ποταμοῦ κόψαντας ἐπαφεῖναι τὸ ὕδωρ πᾶν τοῖς ἐναντίοις . ἔχει γὰρ
ὕδατι προαποβρέχοντας καὶ ἀποξύνοντας , ἢ καὶ τὴν οὐσίαν αὐτὴν κόψαντας καὶ μίξαντας ὕδατι θερμῷ ἢ μελικράτῳ , ἢ ὡς
4626421 ἐκοινωσατο
. . Μαρῖνος ἤδη δὲ καὶ πρότερον δι ' ἐπιστολῆς ἐκοινώσατο πρὸς αὐτὸν τὴν ἑαυτοῦ δόξαν τῶν εἰς Παρμενίδην ὑποθέσεών
λόγον τὸν σπουδαῖον ἐξ ἀρχῆς ὁ Ἰάσων τοῖς ἐγγενέσιν ἑαυτοῦ ἐκοινώσατο : οἱ δὲ ἀκούσαντες ἠκολούθησαν . οἱ δ '
4615822 αἰθοπος
] γάρ κεν πρὶν τοῦτο κατὰ ? [ στένος ] αἴθοπος [ ὁρμήν ] οἴνου ἐρωήσαιτε καὶ ἐκ κακότητα φύγοιτε
πολύμορφον ἄγων μιξόχροα κύκλον . Καὶ πρόμος Ἠελίοιο , προάγγελος αἴθοπος Ἠοῦς , ἀστερόεις ἀνέτειλεν Ἑωσφόρος ἡδὺ φαείνων , λαμπάδα
4615142 ὠσον
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν . εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γιγνώσκων ὁπότ '
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν , εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γινώσκων ὁπότ '
4602437 βουκερας
φακόν : τοῦτο δὲ ὅμοιον μὲν τῇ ὄψει καὶ τὸ βούκερας , θερίζεται δὲ περὶ Πλειάδος δύσιν . Διαφέρει δὲ
ῥίζαν δὲ ὑποστρόγγυλον : οὐθὲν δὲ ἕτερον ἀφαυαίνεται παρὰ τὸ βούκερας . γίνεται δὲ ταῦτα ἐν ταῖς λεπταῖς οὐκ ἐν
4596989 ἐπιφωνησας
Περὶ οὐρανοῦ πραγματείας μαρτυράμενος καὶ τὸ Πυθαγόρου διδασκαλεῖον καὶ τέλος ἐπιφωνήσας , ὡς “ παρὰ τῆς φύσεως εἰληφότες ὥσπερ νόμους
θεοῦ κατευθύνοντος εἰς τὸ καλῶς ἅπαντα βουλεύεσθαι . Τούτῳ δὲ ἐπιφωνήσας πρὸς ἄλλον εἶπε : Πῶς ἂν προχείρως ἔχοι τὸν
4580250 συνδραμοντα
, εἰ ἤλπικε τὸν δικαστὴν αὐτῆς ἐπιλελῆσθαι : ιβʹ ἢ συνδραμόντα τὴν γνώμην διαβάλλειν τοῦ ἀντιδίκου : ιγʹ ἢ μὴ
πρὸς αὐτὸν μῖσος : πάντα γὰρ ταῦτα πρὸς ἕνα καιρὸν συνδραμόντα παραδόξως τὰς ἀπιστουμένας πράξεις πρὸς τέλος ἤγαγεν . ἡμεῖς
4578937 ἐρρευσε
τὰ δ ' ἄνθεα πάντ ' ἐμαράνθη : μάλων οὐκ ἔρρευσε καλὸν γλάγος , οὐ μέλι σίμβλων , κάτθανε δ
τὸ δωδέκατον τοῦ ῥυέντος , καὶ ἐσκέπτοντο ἐν πόσῳ τοῦτο ἔρρευσε χρόνῳ : ἐν τοσούτῳ γὰρ ἔλεγον καὶ τὸ δωδέκατον
4574238 ἐπαναφερομενων
εἰς τοὐπίσω προανηνεγμένον τῆς ὡροσκοπούσης μοίρας μέχρι τῶν λοιπῶν καὶ ἐπαναφερομένων μοιρῶν κε ταύτῃ ὡροσκοπούσῃ καὶ ταύταις ταῖς λ μοίραις
μοιρῶν τῶν προαναφερομένων αὐτοῦ τοῦ ὁρίζοντος μέχρι τῶν λοιπῶν καὶ ἐπαναφερομένων μοιρῶν εἴκοσι πέντε καὶ τὰς ταύταις ταῖς λʹ μοίραις
4570226 βασανιζων
] ἀντὶ τοῦ ὁ μέγας , ὁ Περσῶν . Γ βασανίζων : ἀκριβῶς ἐξετάζων . Γ πότεροι ταῖς ναυσὶ :
ὅτι μὴ ἐπεξῆλθε τῷ πλουσίῳ : ὃς τοὺς παῖδας αὐτοῦ βασανίζων ἀνεῖλε , φήμης προδοσίας περὶ αὐτῶν γενομένης : τὸ
4568301 ἠρτυμενον
χυλῷ τῆς πτισάνης δίδου καὶ ἰχθύν τινα τῶν εὐπέπτων ἁπλῶς ἠρτυμένον . δίδου δ ' ὁμοίως εἰς ἑσπέραν τοῦ διὰ
χρηστὸν ἐπὶ τούτου . χρηστὸν γὰρ ἔδεσμα καλοῦμεν τὸ εὖ ἠρτυμένον . καὶ Ὅμηρος “ οὐ χρηστὸν μελίτωμα , τὸ
4567889 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4536707 ἀνθρωπουϲ
αὑτοῖϲ οὔτε ἐμπόριον οὔτε ἄλλην διατριβὴν οὐδεμίαν : πάνταϲ δὲ ἀνθρώπουϲ ἀφικνεῖϲθαι πρὸϲ τὴν Δῆλον ἔλεγον , καὶ αὐτοὶ τὰ
μαϲηθέντων ἐπιτιθέμενον , ὑπώπιά τε αἴρει : τοῖϲ δὲ τοὺϲ ἀνθρώπουϲ ἀναιροῦϲι θηρίοιϲ ἐναντιώτατόν ἐϲτιν . Ϲιδηρῖτιϲ εἴρηται : ἡ
4528553 εἰσεπεμψεν
Ἀρχι - τέλους ἀθυμοῦντος ἐπὶ τούτῳ καὶ βαρέως φέροντος , εἰσέπεμψεν ὁ Θεμιστοκλῆς πρὸς αὐτὸν ἐν κίστῃ δεῖπνον ἄρτων καὶ
προσήκειν ἤπερ Ὀλυμπιάδι τὴν βασιλείαν ἔκρινε μείζονος ἀξιῶσαι τιμωρίας . εἰσέπεμψεν οὖν αὐτῇ ξίφος καὶ βρόχον καὶ κώνειον καὶ συνέταξε
4526324 κοιμιζειν
τέτοκεν . Τὸν Μουσῶν τέττιγα Πόθος δήσας ἐπ ' ἀκάνθαις κοιμίζειν ἐθέλει πῦρ ὑπὸ πλευρὰ βαλών : ἡ δὲ πρὶν
ἀναβαλλόμενος . Πανόλβιος γὰρ τῶν ἄλλων ἐλαίῳ τὰς ἀλγηδόνας ἀξιούντων κοιμίζειν τέμνει μοι φλέβα , καὶ ῥᾴων μὲν εὐθὺς ἐγενόμην
4518680 πολειϲ
Εὐθυκράτηϲ προὔδωκε τὴν ἑαυτοῦ πατρίδα Ὄλυνθον καὶ αἴτιοϲ ἐγένετο τὰϲ πόλειϲ τῶν Χαλκιδέων οὔϲαϲ τετταράκοντα ἀναϲτάτουϲ γενέϲθαι καὶ τὰ ἑξῆς
? [ ! ] ! ! ! ν ὅϲαϲ ἀναϲτάτουϲ πόλειϲ ἑόρακαϲ [ ] [ , τοῦτ ] ' ἀπολώλεκεν
4516456 ἐγκυοις
πᾶν ὁμοιωθέντα . διελθόντος δὲ τοῦ κατὰ φύσιν χρόνου ταῖς ἐγκύοις , τὸν μὲν Δία πρὸς τὴν Ἡρακλέους γένεσιν ἐνεχθέντα
τοῦ δὲ θέρους ἡ ἀρχὴ ἔαρι ἔσται ὁμοία . ταῖς ἐγκύοις γυναιξὶν ἐπικίνδυνον ἔσται τὸ ἔτος . Δημόκριτος δέ φησιν
4504975 μεταστρεφειν
ὅντινα δὲ τέμοι , τὸν Ἀπόλλω ἐκέλευεν τό τε πρόσωπον μεταστρέφειν καὶ τὸ τοῦ αὐχένος ἥμισυ πρὸς τὴν τομήν ,
ἀληθοῦς καὶ τῆς ἀκριβείας χάριν : ἀναγκαῖον πάντας τοὺς λόγους μεταστρέφειν καὶ ζητεῖν εἰ ἔστιν εἰς τὸ αὐτὸ τέλος διὰ
4490925 λευκωσεως
εἰς τὸν ξανθὸν , καὶ ἄλλοι ἄλλας : τῆς μέντοι λευκώσεως οὐδεὶς κατηξίωσεν μνημονεύσας , εἰ μὴ ἐγώ : ἣν
Ὁ πρῶτος τῆς ταριχείας τρόπος ἐστὶν ὁ τῆς τοῦ θείου λευκώσεως καθόσον ἡ χρεία καλεῖ , τοσοῦτον προδίδοται : τὸ
4485890 πειθοιμι
τοῦ ἀχθοφορεῖν , τύχοιμεν δὲ ἀμφότεροι ἀγνοοῦντες ἵππον , καὶ πείθοιμί σε δοξάζειν ἐπὶ τοῦ ὄνου τὰ τοῦ ἵππου ,
τοῦ ἀχθοφορεῖν , τύχοιμεν δὲ ἀμφότεροι ἀγνοοῦντες ἵππον , καὶ πείθοιμί σε δοξάζειν ἐπὶ τοῦ ὄνου τὰ τοῦ ἵππου ,
4459241 φλεβοτομων
ὀλίγῳ δὲ λόγῳ , διὰ τὸ τὰς αἰτίας ἀποδοῦναι : φλεβοτομῶν γὰρ καὶ τέμνων καὶ διακαίων πλείστῃ πράξει κέχρηται ,
ὠφελίμως , καί ποτε καὶ ταύτης ἔλαττον . Ἀντισπάσεως ἕνεκα φλεβοτομῶν , τὰς μὲν κατ ' εὐθεῖαν τῶν αἱμορραγούντων τέμνων
4456123 καταβαπτειν
πινόμενον μετ ' οἴνου : ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸν δάκτυλον καταβάπτειν εἰς πίσσαν ὑγράν , ἔπειτα εἰς οἶνον ἀποκλύζοντα πίνειν
τὰ μὲν ἄκρα διαδεσμεύειν ἢ καὶ εἰς ζεστὸν ὕδωρ αὐτὰ καταβάπτειν , κατὰ δὲ τοῦ στόματος τῆς κοιλίας πλατύστομον σικύαν
4447092 σπωμενους
ἐνεργεῖ . Ἐθεασάμην δὲ καὶ ἄλλους ἐπὶ στόματι κοιλίας ἐπιληπτικῶς σπωμένους , ὁπότε σφοδρῶς ἀποπτύσειαν ἢ οἶνον πλείονα ἀκρατέστερον πίοιεν
: μάλιστα δὲ ἀναπολητέον ἐκείνους , οὓς αὐτὸς ἔγνως κενὰ σπωμένους , ἀφέντας ποιεῖν τὸ κατὰ τὴν ἰδίαν κατασκευὴν καὶ
4426550 δραμοι
' ἀνθρώπων μόνον , ἀλλὰ καὶ ἵππος ἥδιον ἂν οἶμαι δράμοι κατὰ πρανοῦς πεδίου καὶ μαλακοῦ , προσηνῶς δεχομένου τὴν
ἀκούσειε , πάντως ἂν ὑπ ' ἐκπλήξεως ἐπὶ τὴν ἠϊόνα δράμοι καὶ θεωρήσειε τὸ γιγνόμενον . Ὁ μὲν γὰρ τριαίνῃ
4423035 ἰσαζους
ἀληθής , ἥ τε σταθμὸν ἔχουσα καὶ εἴριον ἀμφὶς ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵνα παισὶν ἀεικέα μισθὸν ἄροιτο . τοῦτο
, ἥ τις εἴριον ἀμφὶ καὶ σταθμὸν ἔχους ' ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵν ' ἀεικέα παισὶν ἄροιτο μισθόν .
4413310 ἐκκλεψαι
' , ὡς ἐλπίζομεν , εἰ τήνδε πως δυναίμεθ ' ἐκκλέψαι χθονός , φρουρεῖν θ ' ὅπως ἂν εἰς ἓν
ὁ μὲν φεύγει λαθών ] , ὁ δ ' ἐκεῖνον ἐκκλέψαι δοκῶν δεῖται διὰ ] τοῦτο , καὶ γέγονεν ἑκκαίδεκα
4413290 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4407798 παρασκευασθεντος
ποτε καὶ ὄξους αὐτῷ , καὶ καλοῦσιν οἱ ἰατροὶ τοῦ παρασκευασθέντος οὕτω χόνδρου πτισανιστὶ γεγονέναι τὴν ἄρτυσιν . εἰσὶ δὲ
ἐπὶ γέλωτι τοῖς ἑαυτοῦ διακόνοις παρασκευάσαι Λακωνικὸν δεῖπνον . καὶ παρασκευασθέντος γελάσας ὁ Παυσανίας μετεπέμψατο τῶν Ἑλλήνων τοὺς στρατηγοὺς καὶ
4389956 ἐμπιπλαναι
ἐὰν μέν τις ἐν ἐμπύρῳ τόπῳ φυτεύῃ τοὺς γύρους ὕδατος ἐμπιπλάναι πρότριτα καὶ ἐπειδὰν ἀναπίωσι καταβάλλειν ὅπως ἔνικμος ἡ γῆ
καὶ ἀποσπουδάζων , φιλοσοφίᾳ δὲ μόνῃ ξυμβουλεύων προσέχειν καὶ σπουδῆς ἐμπιπλάναι τὴν Ἔφεσον μᾶλλον ἢ ῥᾳθυμίας τε καὶ ἀγερωχίας ,
4385231 χρυϲιον
' εἰπεῖν , ὅτι πιὼν ] κᾆτ ' ἔλαβον τὸ χρυϲίον ] είτω ? τιϲ ὅ τι ποτὲ βούλεται ]
] ! ! ? ! ! ! ! [ τὸ χρυϲίον δὲ ? ? [ λάμβαν ] ' . οὐ
4366968 σκυτινας
βασιλεῦ , ἐπ ' ἄνδρας τοιούτους στρατεύεσθαι παρασκευάζεαι , οἳ σκυτίνας μὲν ἀναξυρίδας , σκυτίνην δὲ τὴν ἄλλην ἐσθῆτα φορέουσι
δ ' ἐπ ' ἄνδρας τοιούτους παρασκευάζεαι στρατεύεσθαι , οἳ σκυτίνας μὲν ἀναξυρίδας , σκυτίνην δὲ τὴν ἄλλην ἐσθῆτα φορέουσι
4366299 παπυρον
δεῖ δὲ ἐφ ' ἑκάστῃ πόσει τοὺς δακτύλους χαλᾶν ἢ πάπυρον ἢ πτερὸν ἐμβάλλειν εἰς τὸ στόμα καὶ ἀναγκάζειν ἐμεῖν
καὶ ἵππους ποταμίους καὶ κροκοδείλους , περὶ τὰ χείλη δὲ πάπυρον : ὁρῶνται δὲ καὶ ἴβεις περὶ τὸν τόπον .
4365091 παυου
περιαγγέλλειν τε κοὐχ ὑποκαίειν Λυκίων πρυτάνεις : ψυχρὸν τουτί : παύου φυσῶν , Μακεδὼν ἄρχων : σβέννυ Κελτούς , μὴ
: ἀντὶ τοῦ περαιτέρω , εἰς τὸ βέλτιον : ἐπίσχες παύου : προφασίζεται πλαττόμενος . οὐκ ἐβούλετο γὰρ ὀφθῆναι τῇ

Back