πᾶν ὁμοιωθέντα . διελθόντος δὲ τοῦ κατὰ φύσιν χρόνου ταῖς ἐγκύοις , τὸν μὲν Δία πρὸς τὴν Ἡρακλέους γένεσιν ἐνεχθέντα
τοῦ δὲ θέρους ἡ ἀρχὴ ἔαρι ἔσται ὁμοία . ταῖς ἐγκύοις γυναιξὶν ἐπικίνδυνον ἔσται τὸ ἔτος . Δημόκριτος δέ φησιν
5443964 ἠλειφον
μνημονεύει καὶ Ἱππῶναξ διὰ τούτων : βακκάρι δὲ τὰς ῥῖνας ἤλειφον : ἐσθ ' οἵη περ κρόκος . Ἀχαιὸς δ
οὐδὲ βαδίζειν δυναμένου ; κἀν τοῖς ἀλείμμασι καὶ λουτροῖς ἑαυτοὺς ἤλειφον , ἐπισκώπτοντος τοῦ Σκιπίωνος , ὡς αἱ ἡμίονοι ,
5316005 φλεγοντος
, ὡρῶν τῶν ἐτησίων ὑπαλλαγὰς ἢ θέρους χειμαίνοντος ἢ χειμῶνος φλέγοντος ἢ ἔαρος μετοπωρίζοντος ἢ μετοπώρου ἐαρίζοντος : ἤδη δὲ
ποταμοῦ , ἰτέας καὶ μυρίκας καὶ λωτὸν καὶ θρύον , φλέγοντος δὲ αὐτοῦ τὰ φορήματα καὶ τὰ θρέμματα , τείροντ
5214525 ἀκτισι
γὰρ τὸ πλεονάζον τοῦ συγκομισθέντος ὑπὸ τῆς πληθύος ταῖς ἡλιακαῖς ἀκτῖσι διελύετο καὶ τηκόμενον ἐξανηλοῦτο . δεύτερον οὐκ εἰς μακρὰν
] τὸν πορφυροῦν πέλανον καὶ ἠελίου βολῇς : ἤτοι ταῖς ἀκτῖσι θαλφθέντα ] γράφεται καὶ καρφθέντα θαλφθέντα ] καὶ θερμανθέντα
5206239 ἐπαναφερομενων
εἰς τοὐπίσω προανηνεγμένον τῆς ὡροσκοπούσης μοίρας μέχρι τῶν λοιπῶν καὶ ἐπαναφερομένων μοιρῶν κε ταύτῃ ὡροσκοπούσῃ καὶ ταύταις ταῖς λ μοίραις
μοιρῶν τῶν προαναφερομένων αὐτοῦ τοῦ ὁρίζοντος μέχρι τῶν λοιπῶν καὶ ἐπαναφερομένων μοιρῶν εἴκοσι πέντε καὶ τὰς ταύταις ταῖς λʹ μοίραις
5197998 ἐσθιον
, κατὰ Πίνδαρον . φθόνος , νόσημα ψυχῆς ἀνθρωπικὸν καὶ ἐσθίον ψυχήν , ἣν ἂν καταλάβῃ , ὥσπερ ἰὸς τὸν
γὰρ αὐτὸ οὕτως : [ ἔστιν ] ἴψ ζῷον [ ἐσθίον τὰ ξύλα καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ
5160864 περισσαις
. οὐ γὰρ ἀσκόπως πτηνὰ μὲν ἐπτίλωσε , λογικὰ δὲ περισσαῖς καὶ ἀκριβεστέραις αἰσθήσεσιν ἐκόσμησε , τετραπόδων δὲ τὰ μὲν
ὅταν ξενισθῇς ἐν πόλει πρὸς τὸν φίλον , ἐν ταῖς περισσαῖς καὶ πυκναῖς ὁμιλίαις , ἐὰν μεγίστην ὁ φίλος λέγῃ
5158269 ἐπιμετρον
τὰ οἰκία τεθῇ χύδην , δι ' ὃ καὶ τὸ ἐπίμετρον ποιεῖ : τὸν γὰρ ἀτμὸν τὸν ἀνιόντα λεπτὸν ὄντα
καὶ ὁ λόγος ὁ τρώσας ἰάσεται . ἔχων δ ' ἐπίμετρον : ὑπὲρ τὸ μέτρον , τῷ ἐπιμετρηθέντι περίσσευμα .
5079851 ἐντεινει
ἐὰν γὰρ αὐτῶν τοὺς διδύμους ὡς εἴρηται περιάψῃς , πάραυτα ἐντείνει . τινὲς δὲ αὐτοὺς βάλλουσιν εἰς τὰ ἰσχία τοῦ
: ἄκρατον γὰρ τυγχάνων πῦρ ὁ τοῦ Ἄρεως ταῖς ἐπαναφοραῖς ἐντείνει τὸν Ἥλιον θερμὸν ὄντα εἰς ἀναίρεσιν , ὁ δὲ
5042388 εἰδοις
σῶμα γλυκύτατον . δύναται δὲ πείνης ἀπαλλάττειν μιγνυμένη μέλιτι ʃ εἶδοις βοτάνης τὸ λεγόμενον ? ? ? ? ? λίνου
σῶμα γλυκύτατον . δύναται δὲ πείνης ἀπαλλάττειν μιγνυμένη μέλιτι ʃ εἶδοις βοτάνης τὸ λεγόμενον ? ? ? ? ? λίνου
5041297 ὀδυνωμενην
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δ ' ἑτέρῳ μέρει τρίψας εὔφραινεν ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ποιήσας
οὐδὲν αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν
4888796 ἱδρυμενας
ὁμολογοῦσι δὲ καὶ διότι συμβαίνει νησίζειν τὰς πόλεις ἐπάνω χωμάτων ἱδρυμένας , καθάπερ καὶ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ Αἰθιοπίᾳ : μετὰ
ἡ δόξα τοῦ θρόνου σου ; σὺ εἶ ὁ τὰς ἱδρυμένας ἑξήκοντα τραπέζας τοῖς πτωχοῖς στηρίξας : ποῦ νῦν τυγχάνει
4887497 θρομβουσθαι
ταύρειον αἷμά φησι Πραξαγόρας πινόμενον πήγνυσθαι ἐν τῷ στήθει καὶ θρομβοῦσθαι , ἔπειτα συνέχον τὸ πνεῦμα θνήσκειν ποιεῖ , οὐ
χυλὸν τῆς περδικιάδος χλιάνας ἔγχει . Ἄλλο , ὥστε μὴ θρομβοῦσθαι τὸ αἷμα ἐν τοῖς ὠσίν : πρασίου χυλὸν καὶ
4866356 προλουσας
μαστίχης , ὑέλου λευκοῦ ἴσα λείου καὶ ποίει ξηρίον καὶ προλούσας ἔτι θερμῶς ἔχοντος τοῦ χρωμένου ἐπιχρίσας ὑγρᾷ πίσσῃ ,
. καὶ ἐπίχεε τοῖς λειωθεῖσι , καὶ ἑνώσας ἀναλάμβανε καὶ προλούσας ἐπιτίθει : τοῦτο διαφορεῖ δι ' ἱδρώτων τὰ λαύρως
4863029 ἐπιχεομενων
γεωργίαν τῆς ἀμοιβῆς οὔσης , ὑετῶν μὲν ἐκ τοῦ Διὸς ἐπιχεομένων ἡμέρων , δρυῶν δὲ καὶ τὰ οἰκεῖα καὶ μέλι
τοῦ σώματος στόμια πάντα εὐρύναντες πρὸς τὴν | τῶν ἔξωθεν ἐπιχεομένων ῥευμάτων ὑποδοχὴνἑρμηνεύεται γὰρ Βεελφεγὼρ ἀνωτέρω στόμα δέρματοςκατέκλυσαν τὸν ἡγεμόνα
4826426 ἐπιπροσθουν
ἑστῶτες ὄργανα καὶ χρόνου μέτρα γεγόνασι μιμούμενοι τῆς γῆς τὸ ἐπιπροσθοῦν τῶι ἡλίωι περὶ αὐτὴν ὑποφερομένωι , καθάπερ εἶπεν Ἐ
μήτε μὴν ἐξαπλουμένας αὔξειν , ἀλλ ' οἷόν ἐστι τὸ ἐπιπροσθοῦν , τοιαύτην καὶ τῆς σκιᾶς συμμετρίαν φυλάσσειν : ἐλάσσονες
4795557 ἐνεντες
Αἰγεσταῖοι δὲ τοῖς πολιορκοῦσι νυκτὸς ἀπροσδοκήτως ἐπιθέμενοι , καὶ πῦρ ἐνέντες ταῖς κατὰ τὴν παρεμβολὴν σκηναῖς , εἰς πολλὴν ταραχὴν
ἀκροστόλια περιέσπασαν , ὕλην δὲ ξηρὰν καὶ δᾷδας ταῖς ναυσὶν ἐνέντες ἐνέπρησαν . τούτων δὲ περὶ ταῦτ ' ὄντων οἱ
4787483 εὐηλιον
παλίσκιον , ψυχεινόν , εὐχείμερον , ἀλεεινόν , ὑπόθερμον , εὐήλιον , δίκαιον ταῖς ὥραις , καλῶς οὐρανοῦ κείμενον ,
καὶ ὁ χυλὸς ἐρυθρός . φιλεῖ δὲ λιπαρὰν γῆν , εὐήλιον , δρυμοὺς καὶ γεώλοφα : πλεονάζει δ ' ἐν
4785566 ἡδυπαθειαις
θάνατός ἐστιν , ἡνίκα μὴ συγχωροῦμεν τῇ ψυχῇ ἕπεσθαι ταῖς ἡδυπαθείαις , ἀλλ ' ἐπιστατήσει λοιπὸν ἡ ψυχή , ὅτι
καὶ σώματος , ὅταν ἡμεῖς ἐπιτρέψωμεν τῇ ψυχῇ ἕπεσθαι ταῖς ἡδυπαθείαις τοῦ σώματος : φησὶ γὰρ οὕτως ὁ Πλάτων ὅτι
4768792 ἠρτυμενον
χυλῷ τῆς πτισάνης δίδου καὶ ἰχθύν τινα τῶν εὐπέπτων ἁπλῶς ἠρτυμένον . δίδου δ ' ὁμοίως εἰς ἑσπέραν τοῦ διὰ
χρηστὸν ἐπὶ τούτου . χρηστὸν γὰρ ἔδεσμα καλοῦμεν τὸ εὖ ἠρτυμένον . καὶ Ὅμηρος “ οὐ χρηστὸν μελίτωμα , τὸ
4712168 Πλειασι
διαφυλάττειν τὸ σπέρμα τὴν γῆν : οἱ δ ' ἅμα Πλειάσι δυομέναις , ὥσπερ καὶ Κλείδημος : ἐπιγίνεσθαι γὰρ ὕδατα
ἐπὶ Προτρυγητῆρι ταῖς Ἀρκτούρου καὶ Στάχυος , τῶν δὲ ἐπὶ Πλειάσι καὶ τοῖς Ἐρίφοις ταῖς Αἰγὸς καὶ τῶν Ὑάδων ,
4710395 σταχυσι
μὲν ἡλίῳ ἐαρινῷ , τοὺς δὲ περὶ σὲ τούτους ὡραίοις στάχυσι . ” καὶ ὁ βασιλεὺς θαυμάσας αὐτὸν καὶ δώροις
τρίτου δὲ τοῦ μηδ ' εἰς ἀριθμὸν ἐλθεῖν , ἐν στάχυσι καὶ δράγμασιν ἀδήλου καὶ ἀπερι - γράφου τοῦ καρποῦ
4700958 θυμιαμασι
χρυσοῦ μέταλλα εἶναι ἐκεῖ : οἱ δὲ ποταμοὶ ἑτέρωθεν τοῖς θυμιάμασι καὶ τοῖς ἀρώμασι πληθύουσιν , αὐτοί τε οἱ κατοικοῦντες
Ἀραβίαν : φέρει γὰρ πόας εὐώδεις , αἷς ἀρώμασι καὶ θυμιάμασι χρώμεθα . πολλὰς δὲ κώμας καὶ πόλεις πορθήσας τήν
4686013 ξενισθῃς
γὰρ αὐτῶν ἰσχύουσιν οὗτοι : ὃ καὶ κρεῖττον . μὴ ξενισθῇς δὲ , εἰ τὸ εὐτυχῆσαι ἐπὶ κακοῦ λαμβάνεις ,
ἧττον ὀδυνᾶται , φίλον ἐὰν παρόντ ' ἴδῃ ; ὅταν ξενισθῇς ἐν πόλει πρὸς τὸν φίλον , ἐν ταῖς περισσαῖς
4660031 διατηρουσι
δοκεῖ νοσεῖν , ὅπερ οὐκ ἄλογον ἔχοντά τινα δριμύτητα : διατηροῦσι γὰρ αὗται . Τὸ γὰρ ὅλον ἐάν τις ἀλλοιώσας
περὶ τὰ τούτου μέρη καὶ τὰ πάθη καὶ τὰ ἔργα διατηροῦσι τὸ συμβαῖνον . καὶ τὰς ἀρχὰς καὶ τὰ αἴτια
4657712 ποντικην
ὅτι τὰ ἀπομείναντα ξηρά : καὶ ταῦτα ἀποδιαιρῶν ἐπιφέρει σίνωπιν ποντικὴν , μεταβὰς ἀπὸ τῶν ξηρῶν ἐπὶ τὰ ὑγρὰ ,
καὶ ξηραίνει ῥέον τὸ ποντικόν : παραλαμβάνειν δὲ χρὴ τὴν ποντικὴν ταύτην ῥίζαν πρὸϲ τὰϲ προϲφάτουϲ καὶ χρονίουϲ ἀναγωγὰϲ τοῦ
4656669 φθαρεισαν
ἐστὶν ὁ αὐτῆς φθορεὺς , καὶ αὐτὴν τιμωρήσηται , ὡς φθαρεῖσαν ἱέρειαν οὖσαν , καὶ ἐκεῖνον δὲ ἀμύνηται , ὡς
! αὑτοῦ παῖδα [ ] [ Λειμώνην ] ? ? φθαρεῖσαν λάθρα εἰς τὸν θάλαμον [ ] ? ? [
4639859 κλειομεν
, ἐπειδὰν κάμνωμεν ἐν λαμπραῖς αὐγαῖς , αὐτίκα τὰ βλέφαρα κλείομεν , ἐπὶ τὸ σύμφυτον ἴαμα σπεύδοντες . ἐγὼ μὲν
τε ὑπὸ τὸν αὐχένα τοῦ ζῴου καὶ ᾗ τὰς θύρας κλείομεν : ἐνταῦθα γὰρ διὰ τὸ πολλὴν εἶναι τῶν πραγμάτων
4621394 ὁμολογουμεναις
ταῖς μεταστάσεσι πολλάκις ἄν τις χρήσαιτο καλῶς , κἀν ταῖς ὁμολογουμέναις συγγνώμαις πάλιν αὖ τῇ μεταστάσει τοὐναντίον χρήσεται . τουτὶ
καὶ διαφερόντως τὰς μείζους οὐδὲ ἐρωτητέον , ἀλλ ' ὡς ὁμολογουμέναις χρηστέον . Ἐξ ὧν μὲν οὖν αἱ ἐρωτήσεις καὶ
4612271 φωσφορα
: κινεῖσθαι γὰρ ταῖς ἐξ αὑτοῦ κινήσεσιν ἄρχεται καὶ τὰ φωσφόρα ὄμματα τείνει διὰ παντὸς τὴν ἡλίου καὶ σελήνης μιμούμενα
καὶ ὠφθαλμίασε τὸ ἐπεθύμησεν Ὑπερείδης . ὁ δὲ Πλάτων εἴρηκε φωσφόρα ὄμματα : λέγοιντο δ ' ἂν ὀφθαλμοὶ λάμποντες ,
4610277 ἀντιμεσουρανηματος
ἀνθρώπων ἀποτέλεσμα ἀπαραλλάκτως εὑρισκόμενον , κἂν ἐπὶ τοῦ μεσουρανήματος καὶ ἀντιμεσουρανήματος εὑρεθῶσιν , ἑαυτοὺς ἀναμετροῦντες εἷς μὲν ἄνω , εἷς
ἰατρῶν καὶ σπασμοῖς ἀποθνῄσκοντας , ἐπὶ δὲ τοῦ μεσουρανήματος ἢ ἀντιμεσουρανήματος σταυροῖς ἀνορθουμένους , καὶ μάλιστα περὶ τὸν Κηφέα καὶ
4606999 ἐξελκυσας
ἀμφοτέρους ἐκόλασε , τὸν μὲν ὑπὸ ἀπαιδευσίας κεκωφημένον τῶν ὤτων ἐξελκύσας , ὃς διὰ τὴν τοῦ φρονεῖν ἔνδειαν τοῦ πάντων
ἀμφοτέρους ἐκόλασε , τὸν μὲν ὑπὸ ἀπαιδευσίας κεκωφημένον τῶν ὤτων ἐξελκύσας , ὃς διὰ τὴν τοῦ φρονεῖν ἔνδειαν τοῦ πάντων
4605206 μυρριναις
ἂν ἡμᾶς ἐνταῦθα κραιπαλώσας ἴδοι : ἀλλ ' ὑπὸ ταῖς μυρρίναις ἢν ἰδοὺ τὸ χωρίον ὡς ἔνδροσόν ἐστιν ἐν κύκλῳ
πέντε καταλιπών , ἁγὼ μόλις στεφανηπλοκοῦς ' ἔβοσκον ἐν ταῖς μυρρίναις . Τέως μὲν οὖν ἀλλ ' ἡμικάκως ἐβοσκόμην :
4594011 εὐχροον
ἐϲ ἄκρουϲ πόδαϲ καὶ ἀνὰ ῥῖνα : τὸ δὲ πρόϲωπον εὔχροον : ϲφυγμοὶ ἐϲ μέγεθοϲ ἠρμένοι , ἄτρομοι , ϲφοδροί
ἔσω περὶ ἀρτηρίην καὶ φάρυγγα , ὑπεσύριζε κερχναλέον : πρόσωπον εὔχροον , ἐπὶ γνάθοισιν ἐρύθημα , οὐ κατακορὲς , ἀλλ
4589763 κυανην
ὠχράν , μετρίως θερμόν . καί τινων ταύρων ἐθεασάμην χολὴν κυανῆν , ὑπεροπτηθείσης τῆς ξανθῆς , ἣν οὐκ ἠξίωσα βαλεῖν
μὲν γὰρ οἰδαίνεται , μετὰ δὲ οὐ πολὺ τὴν χροιὰν κυανῆν δείκνυσιν , ὀδυνᾶται περὶ τὴν καρδίαν , ὠγκωμένην ἔχει
4572111 ἀκακων
ἐκεῖ κατοικεῖν : περὶ δὲ τὸν Παγασητικὸν κόλπον ὑπὸ παίδων ἀκάκων γυψωθέντας κόρακας . ὕστερον δὲ Αἰολεῖς , ἐκβαλόντες αὐτούς
φῦλον μετερρυθμίζετο , ἀντὶ τριχῶν πτερὰ φύον , ἐκ τῶν ἀκάκων ἀνδρῶν , κούφων δέ , καὶ μετεωρολογικῶν μέν ,
4555854 συγκρινας
ὡς ἁρμονικὸν λόγον ἀπεγράψατο τοὺς λόγους αὐτοὺς καθ ' αὑτοὺς συγκρίνας χωρὶς τῆς ὕλης , ὡς εἴ γε συνέβη τοιαύτην
, ἐκ βυθοῦ τε ἰχθυόεντα , καὶ ὄρνεα ἀερόεντα , συγκρίνας δύναμιν δυνάμει ἐν τετράδι : ὅπως ἔσται δευτέρα βίβλος
4541269 σεληναιου
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
4526425 κρατουσας
* περικυδέας . . . ἀρχάς : ἢ περὶ μακρὸν κρατούσας * ἀρχάς : βασιλείας * ἰδμοσύνῃ : σὺν ἐπιστήμῃ
, περιστομίδας λήψεται οὐκ ἔξω τομῆς γινομένης ἀλλὰ χελωνίων προσηλώσει κρατούσας , αἳ βάσεις ἔσονται τῆς χελώνης . Καὶ ἡ
4516456 ὑποκαιειν
αὐλοὺς τούσδε πρὸς τοὺς μυξωτῆρας τοῦ βοός , πῦρ δὲ ὑποκαίειν κελεύειν , καὶ ὁ μὲν οἰμώξεται καὶ βοήσεται ἀλήκτοις
, ὡϲ εἴρηται , διδόναι . καλὸν μέντοι ξύλοιϲ ἀμπελίνοιϲ ὑποκαίειν : δίδου δέ , εἰ ἀπ ' ἀρχῆϲ χρήϲαιο
4509937 κατεργασθεντος
φύσαις , τῷ δὲ σχήματι βοὸς ὁπλῇ ἐν πνεύμονι δὲ κατεργασθέντος τοῦ πνεύματος , τὸ μὲν ἀναγκαιότατον εἰς τὴν ἀριστερὰν
δοθέντων . μέλας γάρ ποτε ἐδόθη οἶνος , καὶ μὴ κατεργασθέντος αὐτοῦ ἐν τῇ γαστρὶ καὶ τῷ ἥπατι , εἵλκυσεν
4497015 λαγοσι
ἂν ἐν τῇ ἕδρῃ ἀτρεμίζῃ . Διαζώσας δὲ ἐν τῇσι λαγόσι , καὶ ὑφεὶς ταινίην ἐκ τοῦ ὄπισθεν , ἀναλαβὼν
μεῖζον ἐκπέσῃ καὶ μὴ μένῃ ἔνδον , διαζώσας ἐν τῇσι λαγόσι , καὶ ὑφεὶς ὄπισθεν ἐκ τοῦ διαζώματος ταινίην ,
4492772 ἐκγεγαωτα
νῷ καταΐσχειν . . . . εἰσὶν πάντα ἑνὸς πυρὸς ἐκγεγαῶτα . Τἀγαθὸν αὐτὸ νοοῦσα ὅπου πατρικὴ μονάς ἐστι .
ὑγρὰν χαίταν λευκῷ πεπυκασμένον ἄνθει πίνειν , ἐκ Λέσβου περικύμονος ἐκγεγαῶτα . τόν τ ' ἀπὸ Φοινίκης ἱερᾶς τὸν Βύβλινον
4491778 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
4487275 διαπλου
Ἰβηρικὸν γένος τοῦτο , ὅπερ φημὶ οἰκέειν τὰ παράλια τοῦ διάπλου , διώρισται ὀνόμασιν ἓν γένος ἐὸν κατὰ φῦλα :
τὸ ἀκρωτήριον τὸ κατὰ Ῥηναίαν στάδια ρνʹ . Τοῦ δὲ διάπλου εἰς Ῥηναίαν στάδια μʹ . Αὐτῆς δὲ Ῥηναίας καὶ
4465823 ἠρυγγου
ἰσοβαρῆ ποίησον καὶ τρίψας πότισον . Ἄλλως : Ἀριστοτέλης περὶ ἠρύγγου διαλεγόμενός φησι μιᾶς ἀγέλης αἰγῶν διαπορευομένης . . .
. * ῥωγάδι πέτρῃ : θυίᾳ ἠὲ σύγ ' : ἠρύγγου δὲ καὶ τοῦ ἀνθεμώδους ἀκάνθου τὰς ῥίζας λαβὼν ἰσοβαρῆ
4463734 χειμεριους
ἄλλων ἐν ὥρᾳ χειμῶνος τὰ ῥεύματα πήγνυται , τούτους μὲν χειμερίους κατὰ ἐμὴν δόξαν ὀρθῶς ὀνομάσαι τις ἄν , οἳ
. ἐπειδὴ γὰρ τὸ μετόπωρον ἤδη ἐτελεύτα καὶ ἀμφὶ τὰς χειμερίους τροπὰς ταῦτα ἐπράσσετο , πολεμητέα μὲν οὔ οἱ ἐς
4458092 ἀνατεμων
περὶ θρύψιν καὶ χλιδὴν εἰσηγησάμενος , ἀλλὰ μέσην ἀτραπὸν ἀμφοῖν ἀνατεμὼν τὸ μὲν σφοδρὸν ἐχάλασε , τὸ δ ' ἀνειμένον
ἤτοι ἀσκὸν αἴγειον οἰνηρὸν πεπισσωμένον τῷ δηχθέντι μέρει τοῦ σώματος ἀνατεμὼν ἐπίβαλλε . τὸ δὲ ἑλίξεις γράφεται καὶ ἑλίσσεις ,
4447477 συμπεμψαι
ἀφῆκα τοῦ κινδύνου τούτου μετέχειν , ἱππέας δὲ τῶν σῶν συμπέμψαι μοι ἐδεόμην σου : εἰ γὰρ καὶ τοῦτο αἰτῶν
Ξενοφῶν ὅτι νεώτερός ἐστιν αἱρεῖται πορεύεσθαι , κελεύει δέ οἱ συμπέμψαι ἀπὸ τοῦ στόματος ἄνδρας : μακρὸν γὰρ ἦν ἀπὸ
4442944 καταβαπτειν
πινόμενον μετ ' οἴνου : ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸν δάκτυλον καταβάπτειν εἰς πίσσαν ὑγράν , ἔπειτα εἰς οἶνον ἀποκλύζοντα πίνειν
τὰ μὲν ἄκρα διαδεσμεύειν ἢ καὶ εἰς ζεστὸν ὕδωρ αὐτὰ καταβάπτειν , κατὰ δὲ τοῦ στόματος τῆς κοιλίας πλατύστομον σικύαν
4433856 Αἰγυπτιαις
ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ . Ἀνδριὰς γὰρ ἵστατο ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις Μέμνονος , διά τινος μηχανῆς ἕωθεν προσφωνῶν τὴν ἰδίαν
. : Ἑλλάνικος δ ' ὁ Λέσβιος ἐν Θήβαις ταῖς Αἰγυπτίαις ἱστορεῖ σπήλαιον ἐν ἄστει εἶναι , καθ ' ὃ
4412303 ἀνασυραμενος
καύματος ὄντος , ὁ Ξάνθος ἐν τῷ περιπατεῖν τὸν χιτῶνα ἀνασυράμενος οὔρει . ὅπερ ἰδὼν Αἴσωπος καὶ τῶν ἱματίων ἐκείνου
, ὁ δὲ βδελυρὸς τοιοῦτος , οἷος ἀπαντήσας γυναιξὶν ἐλευθέραις ἀνασυράμενος δεῖξαι τὸ αἰδοῖον . καὶ ἐν θεάτρῳ κροτεῖν ,
4411001 αἰγοκερωτι
οὔσης ἐν καρκίνῳ ἢ λέοντι ἢ ζυγῷ ἢ σκορπίῳ ἢ αἰγοκέρωτι ἢ ὑδροχόῳ . σπουδάζειν δὲ χρή , ληγούσης αὐτῆς
ὀρεινῇ σίτου εὐφορίαν : ἐν τῇ πεδιάδι φθοράν . ἐν αἰγοκέρωτι , ὄμβρον ἔσεσθαι σημαίνει ἐπὶ ἡμέρας πεντήκοντα , καὶ
4410345 ἐκκαιομενον
ἐργάζεται καὶ εἰϲ ἀνέμου χρονίου ῥύϲιν ποιεῖ τὸ κατὰ βραχὺ ἐκκαιόμενον . κοινῶϲ μὲν οὖν πᾶϲ ἄνεμοϲ ἐκτενεϲτέραν ἀπόλαυϲιν ἀέροϲ
ἐσθιόμενα , σύμφυτον πετραῖον διαμασώμενον , καταπλασσόμενα δὲ ὠφελεῖ στόμαχον ἐκκαιόμενον , πολύγονον , σέρις , σόγχος , σέλινον κηπαῖον
4399506 ἐνσχεθεις
καὶ ἔρωτος πέτραι καὶ ὀφθαλμῶν πνεύματα , οἷς τις ἅπαξ ἐνσχεθεὶς καταδύεται . τοῦτο μὲν οὖν οὐκ εἶχεν ἡ Χάρυβδις
ἔπεισι γαῦρος , οἷα δήπου κρατῶν ἤδη , καὶ ἑάλωκεν ἐνσχεθεὶς τῇ πάγῃ . ἐὰν μὲν οὖν ᾖ ἄρρην ὁ
4394748 ἀντιπαθη
ὥσπερ Ὅμηρος : ἑτεραλκέα δῆμον ἔχοντες . ἑτεραλκέα δὲ τὴν ἀντιπαθῆ , τὴν ἐναντίαν ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ
δῆγμα ιδ ϲκορπίου πληγὴ καὶ περίαπτα πρὸϲ τὸ αὐτὸ καὶ ἀντιπαθῆ ιε φαλαγγίων πόϲα γένη καὶ βοηθήματα πρὸϲ τὰ αὐτὰ
4387818 ὁπλισαντα
ἀκμὴν φωτὸς κελάδοντος , ἀλκῇ τριγλώχινι νόον ψυχήν θ ' ὁπλίσαντα , πᾶν τριάδος σύνθημα βαλεῖν φρενὶ μηδ ' ἐπιφοιτᾶν
κελεύομεν αὐτὸν τιμωρεῖσθαι , ὡς γυμνώσαντα αὑτὸν καὶ τοὺς ἐχθροὺς ὁπλίσαντα . Χρὴ ἐν ἑνὶ τόπῳ στρατὸν πολὺν μὴ συναγαγεῖν
4386333 βαπτουσιν
Εὐφράτην ποταμὸν πρὸς τὰς αἰχμὰς αὑτῶν χραίνουσιν , ὅ ἐστι βάπτουσιν . ἄλλως : οἱ Γερραῖοι τῷ τοιούτῳ φαρμάκῳ βουλόμενοι
. φέρει καὶ τὴν ἑτέραν τὴν μέλαιναν ᾗ τὰ ἔρια βάπτουσιν . ὃ δὲ καλοῦσί τινες φάσκον ὅμοιον τοῖς ῥακίοις
4385396 ὡροσκοπουσῃ
ἂν αὐτῶν ἡ ποσότης τῶν μοιρῶν ἐγγυτέρω τύχῃ τῇ παχυμερῶς ὡροσκοπούσῃ χρησόμεθα καί φαμεν κατὰ τὴν τούτου μοῖραν ἰσαρίθμως τὸ
. καὶ ταῦτα ἔχοντες ὁλόκληρα εἴπερ ὁ ὑπαντήτωρ ἐν τῇ ὡροσκοπούσῃ μοίρᾳ εὑρίσκεται ἢ προστίθεμεν τοῖς τοῦ ἀφέτου ἔτεσιν εἴ
4378476 θυγατρασι
θεᾷ τῇ τῇ Λευκοθέᾳ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ σὺν ταῖς θυγατράσι ταῖς θαλασσίαις τοῦ Νηρῆος . † Σύνταξις . Ὄντως
Θρᾳκός , ὃς ἠνάγκαζε τοὺς ξένους αἰσχραῖς οὔσαις ταῖς αὑτοῦ θυγατράσι μείγνυσθαι , ἃς καὶ ἵππους ὁ λόγος ἀλληγορεῖ ,
4371919 μασηθεντα
διαμασῶ , καὶ τὸν μὲν χυλὸν ἔκβαλε , τὰ δὲ μασηθέντα βοτάνια ἐπιτίθει , καὶ οὕτω θεραπευθήσῃ καὶ φεύξῃ τὴν
μὲν διὰ βάθους μὴ ἔφθαρται τὸ ὀστέον , ἀνθεμίδος φύλλα μασηθέντα καὶ ἐπιτεθέντα ἢ αἰγίλωπος τοῦ ἐν τοῖς σιτίοις χυλὸς
4361802 ἐσημαινοντο
πρόεισιν : ἰστέον γὰρ ὡς τὸ παλαιὸν φυσικώτερον οἱ πρόσθεν ἐσημαίνοντο τὰς τοῦ ἀριθμοῦ ποσότητας ἀναλύοντες εἰς μονάδας , ἀλλ
' ἀράμενοι ἐκ περιόδου ταῦτα ἐποίουν : ἀπέκλειον μέν , ἐσημαίνοντο δέ , τὸν δακτύλιον πολλά τ ' αὐτοῦ καταγελάσαντες
4350443 περιαιρουμενος
δεδωκέναι . Ἀλλὰ μὴν καὶ τῆς κεφαλῆς τὰς τρίχας ξυρῷ περιαιρούμενος κατάπλαττε αὐτὴν ἄρτι μὲν ἀλεσθεισῶν κριθῶν τῷ ἀλεύρῳ ,
Πτολεμαῖον : καὶ γὰρ φονικὸς ἦν καὶ τῶν ἄλλων ἡγεμόνων περιαιρούμενος τὰς ἐξουσίας καὶ καθόλου πάντων βουλόμενος ἄρχειν βιαίως ,
4348066 ἐγγεγραμμενην
τῷ συμπεράσματι , καὶ διὰ παραδείγματος δείκνυσι τὴν ἐν ἡμικυκλίῳ ἐγγεγραμμένην γωνίαν παραλαμβάνων . τίς μὲν οὖν ἡ ἐν ἡμικυκλίῳ
εἰσεκομίσθη γράμματα τρόπῳ τοιῷδε . Ἄνθρωπος ἐπέμφθη ἐπιστολὴν ἔχων φύλλοις ἐγγεγραμμένην , τὰ δὲ φύλλα ἐφ ' ἕλκει καταδεδεμένα ἦν
4344213 ἑψησεσι
θερμῷ , καὶ οὕτω μιγνυμένων τῶν μεταλλικῶν . Ἐν ταῖς ἑψήσεσι τῶν φαρμάκων ἡ λιθάργυρος ἐν ἐλαίῳ καθέψεται : δεῖ
δ ' ὅτε καὶ ἀδάμας , ἃ μετὰ βασάνων ταῖς ἑψήσεσι μόγις ἀφαιρεθέντα τὸν λεγόμενον ἀκήρατον χρυσὸν εἴασεν ἡμᾶς ἰδεῖν
4340749 ξξα
εἰς ξ , ὧν δύο ἔστω τὰ ΑΣ , ΣΥ ξξα πρῶτα : ἐὰν δὴ πολλαπλασιάσω τὸ πρῶτον ξον τὸ
β λεπτὰ τὰ ΑΞ , ΞΖ , ἔσται λεπτὰ ἤτοι ξξα β καὶ τὰ ἑξῆς : ὁμοίως οὖν καὶ μοῖρα
4340622 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
4337113 ὑπαυγον
τε ἑῷον καὶ τὸ ἑσπέριον καὶ τὸ ἐγκάρδιον καὶ τὸ ὕπαυγον , ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ ἔξαυγον καὶ τὰ λοιπὰ
κρημνισμῶν ἢ συμπτωμάτων . Ἐὰν δὲ τὴν Σελήνην ὡς εἴρηται ὕπαυγον οὖσαν ὁ Κρόνος ἐκ ζῳδίου καθύγρου ἴδῃ Λέοντος ὡροσκοποῦντος
4313564 ἰαμβικαις
ὁπότε ἐστὶν ἀκατάληκτον , ἰαμβικήν , ἐὰν δὲ ἀναμίσγηται ταῖς ἰαμβικαῖς , οὐ μόνον τὴν πρώτην συζυγίαν ἔχει τρεπομένην κατὰ
ἐστι τοῦ παιωνικοῦ . τὸ Ϛʹ ἀντισπαστικὸν τρίμετρον ἀκατάληκτον ταῖς ἰαμβικαῖς ἀναμεμιγμένον . τὸ ζʹ ἰωνικὸν ἀπὸ μείζονος δίμετρον ὑπερκατάληκτον
4308715 πυραμισιν
, τὸ δὲ λοιπὸν ἀνεπλήρωσεν ἐκ λίθων ὁμοίων ταῖς ἄλλαις πυραμίσιν . τῷ δὲ μεγέθει λειπόμενον τοῦτο τὸ ἔργον τῶν
βασιλέων τῶν κατασκευασάντων αὐτὰς ἑαυτοῖς τάφους συνέβη μηδέτερον αὐτῶν ταῖς πυραμίσιν ἐνταφῆναι : τὰ γὰρ πλήθη διά τε ταλαιπωρίαν τὴν
4307867 μηχανικα
ἱστᾶν τοὺς κίονας ἐν ὀρθότητι καὶ ἡ γεωμετρία πρὸς τὰ μηχανικά , τῆς δὲ τοῦ διαλογιστικοῦ καὶ βουλευτικοῦ οὐχ ἱκανὸν
ἱστᾶν τοὺς κίονας ἐν ὀρθότητι καὶ ἡ γεωμετρία πρὸς τὰ μηχανικά , τῆς δὲ τοῦ διαλογιστικοῦ καὶ βουλευτικοῦ οὐχ ἱκανὸν
4295664 σκυτινας
βασιλεῦ , ἐπ ' ἄνδρας τοιούτους στρατεύεσθαι παρασκευάζεαι , οἳ σκυτίνας μὲν ἀναξυρίδας , σκυτίνην δὲ τὴν ἄλλην ἐσθῆτα φορέουσι
δ ' ἐπ ' ἄνδρας τοιούτους παρασκευάζεαι στρατεύεσθαι , οἳ σκυτίνας μὲν ἀναξυρίδας , σκυτίνην δὲ τὴν ἄλλην ἐσθῆτα φορέουσι
4292428 ἀπολουμεναις
ποτηρίοις συχνοῖς . νεανισκεύεται ἐν ταῖς θριδακίναις ταῖς κάκιστ ' ἀπολουμέναις , ἃς εἰ φάγοι τις ἐντὸς ἑξήκοντ ' ἐτῶν
. ὅστις ὠψώνηκ ' ἴσως τούτους μεγαλείως ταῖς κάκιστ ' ἀπολουμέναις ὑπογάστρι ' ἐλθών , ὅσα Ποσειδῶν ἀπολέσαι . τάττειν
4288949 ἐξερασαι
τοῖς ἰατροῖς , εἴ τις δύναται τὰ ἔντερα πιέσας ὑγρὸν ἐξεράσαι ; ἀπειπόντων δὲ , θεῖναι αὑτὸν εἰς τὸν ἥλιον
ποθὲν μετὰ παρακοπῆς καὶ σπασμοῦ . Δεῖ δὲ μετὰ τὸ ἐξεράσαι αὐτοὺς ποτίζειν οἴνον ἀψινθίτην , σὺν κινναμώμῳ , ἢ
4285103 ἐκθεσεσιν
λβ καὶ τοῦτο δι ' ὅλου : ἐν δὲ περισσαῖς ἐκθέσεσιν ἶσον τὸ ἅπαξ ξδ τῷ δὶς λβ καὶ τοῦτο
διὰ τετάρτης ἀπαντᾶν ἡμέρας , ὡς ἐν ταῖς αὐτῶν ἀνάλογον ἐκθέσεσιν εἰς τὰς τετάρτας πάντως οἱ κύβοι ἀποτελοῦνται χώρας :
4279325 ἀφρολιτρον
' αὐτῆς ἤδη , καὶ τῶν διαφορούντων μίγνυμεν , τὸ ἀφρόλιτρον καὶ τὸ λίτρον ἢ τὸ θεῖον ἄπυρον , ὅπερ
μὴ μεγάλης δ ' ἀνάγκης οὔσης , οὐδὲ καταπίνει τις ἀφρόλιτρον κακοστόμαχον ὄν , ἐπεί τοι μᾶλλόν ἐστι λίτρου τμητικόν
4274034 κρουομενους
δὲ τοῦ τρίτου , διπλάσιον δὲ τοῦ τετάρτου , καὶ κρουομένους ἐπιτελεῖν συμφωνίαν τινά . Καὶ λέγεται Γλαῦκον ἰδεῖν τοὺς
θαυμάζω σε , ἐπὶ ἐπαίνου καὶ πολλάκις ἐπὶ ἐκπλήξεως πρύμναν κρουομένους : ἐπαναχωροῦντας . πρὶν : ἕως οὗ ἡ ἀπαλλαγὴ
4270845 ἀλληγορεισθαι
τινές φασι , διὰ τὸ τὸν Κρόνον εἰς τὴν ψύξιν ἀλληγορεῖσθαι : νεκρὸν δὲ διὰ τὴν ἀπόστασιν τοῦ ἡλίου καὶ
τῷ Διὶ τὴν Ἥραν , οὖσαν ἀδελφήν , δοκεῖ ταῦτα ἀλληγορεῖσθαι , ὅτι Ἥρα μὲν νοεῖται ὁ ἀήρ , ἥπερ
4267242 σειριου
γὰρ οὔσης φυλλὰς ἵκετ ' ἐς δόμους , σκιὰν ὑπερτείνασα σειρίου κυνός . καὶ σοῦ μολόντος δωματῖτιν ἑστίαν , θάλπος
ἐγκεφάλῳ λίθους , οἵπερ οὖν ἐοίκασι μύλαις τὸ σχῆμα . σειρίου δὲ ἐπιτολῇ φωλεύει μόνος , τῶν ἄλλων ἐν ταῖς
4263479 βιβλογραφου
ὅσας δὲ πόλεις : τὸ σὸν σκοτεινὸν καὶ τὸ τοῦ βιβλογράφου Χάρυβδιν οἵαν ἐξεγείρουσι λόγοις . λοιπὸν τὰ πολλὰ σῶν
τὴν εἰρήνην : βουλομένων εἰρήνην ἄγειν ὥστε : Τζέτζου : βιβλογράφου στε παν παρῆκα μὴ ξέων πρὸς δέ : ἐν
4257727 μυθευομενῃ
λεγομένας μίξεις οὐ παραπλησίας τῇ τοῦ οὐρανοῦ πρὸς τὴν γῆν μυθευομένῃ μίξει νοήσομεν ; ἀλλ ' ἐπανέλθωμεν ὅθεν εἰς ταῦτα
τὴν ἑπτάδα ἐπωνόμαζον : Ἀθηνᾶν μέν , ὅτι παραπλησίως τῇ μυθευομένῃ παρθένος τις καὶ ἄζυξ ὑπάρχει , οὔτε ἐκ μητρὸς
4237129 ἀνισταμενου
ἀποδυτηρίῳ μόνος , καὶ ἤδη ἐν νῷ εἶχον ἀναστῆναι : ἀνισταμένου δέ μου ἐγένετο τὸ εἰωθὸς σημεῖον τὸ δαιμόνιον .
ῥίψας δι ' ἀμφοτέρων , τοῦ τε Ἀσκληπιοῦ καὶ τοῦ ἀνισταμένου ἀπὸ τοῦ θανάτου , ἀνεῖλεν αὐτούς . ῥίψαις δι
4231468 ἀσθενουσαν
οὐκ ἦν δεινὸν τρίβειν τὴν μητέρα . καὶ εἰ μὲν ἀσθενοῦσαν ἕτερόν τι μέρος τοῦ σώματος τρίψας ταῖς χερσὶν ὠφέλει
δεῦρ ' ὡς ἐμέ ; Τί δῆτά μ ' ἕλκεις ἀσθενοῦσαν ; Εἰπέ μοι , τίς ἐστ ' ἀνήρ σοι
4224359 μεθυσκομενον
κεφαλὴ † κατὰ καρδίας σχῆμα τῶν περιεχομένων † εἴλῳ † μεθυσκόμενον : ὅθεν τὸν νομὸν Ἀθριβὴν προσηγόρευσαν , ὅπερ ,
εἴσεται . ποιεῖ γὰρ αὐτὸν ἀσυμφώνως ποτὲ μὲν σκοτοδινιῶντα καὶ μεθυσκόμενον τῷ τοῦ παιδὸς ἔρωτι καὶ γινόμενον ἔξεδρον καὶ καθάπερ
4215529 χρησαμενας
ἄλλους ὄλεσεν μέγα λαῖτμα θαλάσσης , νῆάς τε στυγεροῖς πνεύμασι χρησαμένας . Περὶ δὲ τὸν αὐτὸν καιρὸν Ἀλκιβιάδης ἔχων τρισκαίδεκα
ἐτήσιον φορὰν πονηθείσας ἀνέσεως ἠξίωσε τοῦ διαπνεῦσαι χάριν καὶ ἀπελευθεριάσαι χρησαμένας ἀνεπικελεύστῳ τῇ φύσει . ἕτεροι δ ' εἰσὶ περὶ
4211680 μητραις
Τῶν δ ' ἡλικιῶν τὸ μὲν ἄρτι διαπλαττόμενον ἐν ταῖς μήτραις τῶν κυουσῶν ζῴων ὑγρότατόν ἐστι καὶ θερμότατον , εἴ
τὰς κατὰ τὰ σφυρὰ φλέβας . αἱ δὲ ἐν ταῖς μήτραις φλεγμοναὶ τῶν ἐν ταῖς σκέλεσι φλεβῶν τεμνομένων , ὄφελος
4198945 ἐπιγλωττησομαι
ἄφελε τὰς ἐγχέλεις . Περὶ τῶν Ἀθηνῶν δ ' οὐκ ἐπιγλωττήσομαι τοιοῦτον οὐδέν , ἀλλ ' ὑπονόησον σύ μοι .
οἷον λοιδορουμένω , καὶ παλίγγλωσσον τὸν δύσφημον , καὶ οὐκ ἐπιγλωττήσομαι ἤγουν οὐ λοιδορήσομαι . γλώττας δὲ τὰς τῶν ὑποδημάτων
4198857 ἀλεεινον
χιών : καὶ πολὺς ὄκνος ἦν ἀνίστασθαι : κατακειμένων γὰρ ἀλεεινὸν ἦν ἡ χιὼν ἐπιπεπτωκυῖα ὅτῳ μὴ παραρρυείη . ἐπεὶ
. . τύρσεις ] τὸ ἐν ὕψει ᾠκοδομημένον . . ἀλεεινὸν τὸ πηγνύμενον , φησὶ , τῆς χιόνος καὶ μὴ
4195327 φασσας
τὴν σάρκα , συῶν τὰ ἄκρα , πέρδικάς τε καὶ φάσσας καὶ περιστερὰς λαγωούς τε καὶ λεβηρίδας . ποτὸν δὲ
μήρινθον ἐπιτείνει καὶ πάντας ὁμοῦ τοὺς στάλικας ἀναστήσας αἱρεῖ τὰς φάσσας τοῖς τοῦ λίνου κόλποις ἐμπεπτωκυίας . τοιούτοις δὲ καὶ
4193056 Τοξευτῃ
τοι τούτων μᾶλλον Κρόνος Ὑδρηχόῳ , Ζεὺς δ ' ἐνὶ Τοξευτῇ καὶ Σκορπίῳ ἥδεται Ἄρης , Κύπρις δ ' ἐν
ἠδὲ Λέοντι δῖα Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ '
4187583 ἐτοϲ
. παύονται δὲ τῶν καθάρϲεων αἱ μὲν περὶ τὸ πεντηκοϲτὸν ἔτοϲ , ϲπάνιαι δὲ μέχρι τῶν ἑξήκοντα , ἐνίαιϲ δὲ
ἡ παροῦϲα ὥρα τοῦ ἔτουϲ , ποταπὸν δὲ τὸ ϲύμπαν ἔτοϲ : ἐντεῦθεν γὰρ τὰϲ διαίταϲ εὑρήϲειϲ ποιεῖϲθαι κάλλιϲτα ,
4184579 θυμιαται
τοὺς διαφανέας λίθους [ τῷ πυρί ] : τὸ δὲ θυμιᾶται ἐπιβαλλόμενον καὶ ἀτμίδα παρέχεται τοσαύτην ὥστε Ἑλληνικὴ οὐδεμία ἄν
. καλεῖται δὲ βράθυ , ἢ καὶ σαβίνα . αὕτη θυμιᾶται τοῖς θεοῖς ἀντὶ λιβάνου . Βρύσις κοινὸν ζῷόν ἐστιν
4174533 ἀποκρουσει
πρὸς τὸ ἄνω τοῖς κέρασιν ἐσχηματίσθαι , ἐν δὲ τῇ ἀποκρούσει , τὸν ἀριθμὸν τῶν τριάκοντα ἡμερῶν πληρώσασαν , εἰς
. ποιεῖ δὲ ἐπὶ τῶν ῥευματιζομένων τοὺς ὀφθαλμούς . ἐν ἀποκρούσει σκεύαζε τῆς σελήνης καὶ τὸν δακτύλιον καὶ τὸ κολλούριον
4172147 Ἐπιδημιᾳ
πλανῆται πυρετοὶ καὶ διὰ πλῆθος ὑγρῶν συμβαίνουσιν , ὡς ἐν Ἐπιδημίᾳ . περίοδος γὰρ ἡ μὴ δυναμένη κρατεῖσθαι ὑπὸ τῆς
καὶ γυναιξὶν μετὰ τόκον μὴ καθαρθείσαις . ἐν τῇ τρίτῃ Ἐπιδημίᾳ [ ἀποστάσεως ] „ Τῇ Ἱπποστράτου ἐκ τεταρταίου ἐνιαυσίου
4171187 Νικῃ
ὡς ἡμᾶς κάτω , τὰς δὲ πτέρυγας ἃς εἶχε τῇ Νίκῃ φορεῖν ἔδοσαν , περιφανὲς σκῦλον ἀπὸ τῶν πολεμίων .
ὡς ἡμᾶς κάτω , τὰς δὲ πτέρυγας ἃς εἶχε τῇ Νίκῃ φορεῖν ἔδοσαν , περιφανὲς σκῦλον ἀπὸ τῶν πολεμίων .
4167750 Μινωϊ
κατ ' ἐκεῖνον δὲ τὸν τῆς θεραπείας καιρὸν ἠκολούθει τῷ Μίνωϊ νεανίας εὐειδὴς , ὄνομα Ταῦρος , οὗ Πασιφάη ἔρωτι
δοτικὴν ποιεῖ ὁμότονον καὶ ὁμόχρονον , ἔρωτος ἔρωτι , Μίνωος Μίνωϊ , Αἴαντος Αἴαντι . τὸν Αἴαντα : πᾶσα δοτικὴ
4159369 στεγανῳ
διαθρύψας ταῖς χερσὶ καὶ βαλὼν εἰς τὸ ἀγγεῖον πωμάσας τε στεγανῷ πώματι καὶ περιθεὶς ὅλῳ τῷ στόματι τοῦ ἀγγείου δέρμα
βοτανῶν , ξηρὸν καὶ θερμὸν πνεῦμα ἀποτελούντων , ὅπερ ἐναποκλειόμενον στεγανῷ καὶ ἰσχυρῷ καὶ συμπεπιλημένῳ σώματι τοῦ χαλκοῦ καὶ μηδαμῇ
4158180 πιοντων
δειπνοποιήσας τὰ σπλάγχνα παρέθηκε τοῖς συνωμόταις : ὧν δειπνησάντων καὶ πιόντων τὸ αἷμα οἴνῳ μέλανι μεμιγμένον , ἔδειξεν αὐτοῖς τὸ
δευτέρῳ τριάκοντα μναῖ , τῷ τρίτῳ δέκα . τῶν οὖν πιόντων παραχρῆμα μὲν ἐτελεύτησαν ὑπὸ τοῦ ψύχους τριάκοντα καὶ πέντε
4157861 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
4157179 τριχωμα
χρῶμα αὐτοῦ λευκότερον χιόνος καὶ πυρρότερον ῥόδου , καὶ τὸ τρίχωμα τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ λευκότερον ἐρίων λευκῶν , καὶ τὰ
εἰ καὶ πλαγίοις τοῖς ὀδοῦσι θίγοι τῶν κυνῶν , τὸ τρίχωμα ἐπέφλεξεν : εἰ δ ' ἀποθανόντος τῷ χαυλιόδοντι προσενέγκαις
4155586 κατατραγειν
ἔχουσι , καὶ τοὺς κλάδους δὲ διακόπτουσιν , οὐδὲ ἐκείνους κατατραγεῖν ἀδυνατοῦντες . οὐκοῦν ἀμυνούμενοι οἱ Κάσπιοι τὴν ἐκ τῶν
εὐνοίας οὐκ ἔχοντα τὴν ὑπόθεσιν : ἐκ γάρ τοι τοῦ κατατραγεῖν τὴν σάρκα φιλεῖν τὸ βρέφος ἡ μήτηρ ἰσχυρῶς ἄρχεται

Back