τὰ γὰρ περιώσια πάντα χρήματ ' ἔχων οὐδεὶς ἔρχεται εἰς Ἀίδεω , οὐδ ' ἂν ἄποινα διδοὺς θάνατον φύγοι οὐδὲ
γραφῇ φησι : δι ' ἑκκαίδεκα καὶ διηκοσίων ἐτέων ἐξ Ἀίδεω παραγεγενῆσθαι ἐς ἀνθρώπους . . . . τοῦτο κατὰ
8167301 Ἀιδαο
ὅ γ ' Ἀχιλλεύς ἐστι καὶ οὐ κίε δῶμ ' Ἀίδαο , εἴ τέ τις ἄλλος Ἀχαιὸς ἀλίγκιος ἀνέρι κείνῳ
γὰρ τῆς νήσου κεῖται ἡ Μαριανδυνία . ἔνθα μὲν εἰς Ἀίδαο : κατὰ τὸν ἐν τῇ Μαριανδυνίᾳ Ἀχέροντα ὡς ἐπὶ
7851593 δομον
: ὀλοὴ γὰρ ἐπ ' αὐτῷ μοῖρα τέτυκται . μηδὲ δόμον ποιῶν ἀνεπίξεστον καταλείπειν , μή τοι ἐφεζομένη κρώξῃ λακέρυζα
. σὰ δ ' ἔριςοὐκ ἔρις ἀλλὰ φόνωι φόνος Οἰδιπόδα δόμον ὤλεσε κρανθεῖς ' αἵματι δεινῶι , αἵματι λυγρῶι .
7821659 δικαν
ἔσαν Ταλαοῦ παῖδες , βιασθέντες λύᾳ . κρέσσων δὲ καππαύει δίκαν τὰν πρόσθεν ἀνήρ . ἀνδροδάμαντ ' Ἐριφύλαν , ὅρκιον
μοι . ὤιμωξα κἀγὼ πρὸς τέκνων χειρουμένης . νέμει τοι δίκαν θεός , ὅταν τύχηι . σχέτλια μὲν ἔπαθες ,
7788868 γαν
ἔστω πάσᾳ νεολαίᾳ . καρποτελῆ δέ τοι Ζεὺς ἐπικραινέτω φέρματι γᾶν πανώρῳ : πρόνομα δὲ βότ ' ἀγροῖς πολύγονα τελέθοι
παθεῖν τάδε , φεῦ , ἐμὲ παλαιόφρονα , κατά τε γᾶν οἰκεῖν , ἀτίετον , φεῦ , μύσος . πνέω
7729113 ἀτην
. διὰ γὰρ τοῦ κόρου , φησὶ , προσείληφε τὴν ἄτην , ἀδυνατήσας κατασχεῖν τὴν εὐδαιμονίαν . τίκτει τοι κόρος
] συνίζησις . μεγάλῳ . μέγαν : ἤτοι εἰς μεγάλην ἄτην περιφραστικῶς . καθημένην . ἰδίαν . τὴν Ἦλιν .
7686637 φαος
σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεθα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἤδη γὰρ φάος οἴχεθ ' ὑπὸ ζόφον , οὐδὲ ἔοικε δηθὰ θεῶν
Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' αὔτως καὶ ἀριθμός
7662875 δαιμον
] Οὐδέ τι γίγνεται ἔργον ἐπὶ χθονὶ σοῦ δίχα , δαῖμον , οὔτε κατ ' αἰθέριον θεῖον πόλον , οὔτ
καὶ τοῖσι δυστυχοῦσιν , ὧν πέφυκ ' ἐγώ . ὦ δαῖμον , ὡς οὐκ ἔστ ' ἀποστροφὴ βροτοῖς τῶν ἐμφύτων
7620116 βροτοισι
μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν
ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι
7594899 αἰεν
αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ ' ,
, μή τις ἔνδοθεν κλύῃ . Οὐ τὰν Ἄρτεμιν τὰν αἰὲν ἀδμήταν , τόδε μὲν οὔ ποτ ' ἀξιώσω τρέσαι
7594293 αἰθερ
. εὐδαιμονίζων ὄχλος ἐξέπληξέ με . ἔλα δὲ μήτε Λιβυκὸν αἰθέρ ' εἰσβαλών : κρᾶσιν γὰρ ὑγρὰν οὐκ ἔχων ,
ἐμὰς [ ] μονα . . . ἰδού , πρὸς αἰθέρ ' ἐξαμίλλησαι κόρας γραπτούς τ ' ἐν αἰετοῖσι πρόσβλεψον
7585584 βιοτον
ἤτοι ἐφέλκω , εἰς τὸν αἰὲν χρόνον ἡ μέλεος τὸν βίοτον καὶ τὴν ζωήν μου ἄτεκνος ἄγαμος , ἅτε ,
, οἱ δ ' ἄρ ' ἀπ ' ἐμπορίης ἐσθλῆς βίοτον συνάγειραν , κέρδεα δὲ σφετέρων καμάτων ἅλις ἐκτήσαντο ,
7577909 φρενα
, αἰθέρα Διὸς δωμάτιον , ἢ χρόνου πόδα , ἢ φρένα μὲν οὐκ ἐθέλουσαν ὀμόσαι καθ ' ἱερῶν , γλῶτταν
, τέχνασμα . Μὴ τὰ πελώρια μέτρα γύης ὑπὸ σὴν φρένα βάλλου : οὐ γὰρ ἀληθείης φυτὸν ἐν χθονί ἐστιν
7568443 πατρην
' ἄπο : τῶν γὰρ ἄτλητον μῶμον ὑπεκπροφυγὼν Θούριον ἔσχε πάτρην . τὸ ἐθνικὸν ὁμωνύμως Θούριοι , καὶ Θουριακοί ,
δόμον , ἣ σύμπασαν ἐυφροσύνην βιότοιο , ὔμμι δὲ καὶ πάτρην καὶ δώματα ναιέμεν αὖτις ἤνυσα , καὶ γλυκεροῖσιν ἔτ
7562815 χολον
ἄκνηστιν κεῖτ ' ἄπνοος : ἐν δὲ λιπόντων ὕδρης Λερναίης χόλον αἵματι πικρὸν ὀιστῶν , μυῖαι πυθομένοισιν ἐφ ' ἕλκεσι
ἀλλ ' ἔτι καὶ νῦν παύε ' , ἔα δὲ χόλον θυμαλγέα : σοὶ δ ' Ἀγαμέμνων ἄξια δῶρα δίδωσι
7560769 μουνος
προλιπὼν διερός θ ' ὑπὸ κύμασιν ἀρθείς , Ἑλλάδος εὐρυχόρου μοῦνος κακὰ πρῶτος ἀείσας ἔσσεται ἀθάνατος καὶ ἀγήραος ἤματα πάντα
. αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ἥβης πολυηράτου ἵκετο μέτρον , μοῦνος ἐὼν ἤσχαλλε . πατὴρ δ ' ἀνδρῶν τε θεῶν
7555378 ἱκετο
Δία πενθερὸν ἑξεῖς . Ζανός τοι θυγάτηρ ὑπὸ τὰν μίαν ἵκετο χλαῖναν , οἵα Ἀχαιιάδων γαῖαν πατεῖ οὐδεμί ' ἄλλα
' αἰγίοχος καὶ Ἀπόλλων παντοίην φιλότητ ' . οὐδ ' ἵκετο γήραος οὐδόν . † ) ὁ δὲ παρὰ σύνταξιν
7552825 κελευθον
κρημνῶν οὐ τρέχοντι μᾶλλον ἀλλὰ πετομένῳ ἐοικώς . ἣν γὰρ κέλευθον ἀνὴρ δι ' ἵππων ἀμοιβῆς αὐθημερὸν οὐκ ἔσθενε δρᾶσαι
αἶα καλύψει , οὐ μὲν ἄρ ' ἐκτελέσαντας ὁμὴν βιότοιο κέλευθον , οὐδ ' οἵην τις ἕκαστος ἐέλδεται , οὕνεχ
7534023 ἡμετερης
δ ' , ἐπεὶ ἤδη σήματ ' ἀριφραδέα κατέλεξας εὐνῆς ἡμετέρης , τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει , ἀλλ '
; οὐχ ὁράᾳς ὅσος ὄμβρος [ ἐμὴν ἐβιήσατο ] λόχμην ἡμετέρης ἔντοσθεν ἀποστάζων ? [ πλοκαμῖδος ] ; ἔνθεν ἔχεις
7523858 ἠλυθε
πυλεῶνα διαπτάμενος θανάτοιο τολμηρῇ κραδίῃ , διὰ δ ' εὐρέος ἤλυθε λαιμοῦ . αὐτὰρ ὅ γ ' ἐξ ὕπνου βαρυαέος
, ὣ γενεῇ προφέρεσκον : ὁ δ ' εἰς μέσον ἤλυθε Λυγκεύς , σείων καρτερὸν ἔγχος ὑπ ' ἀσπίδος ἄντυγα
7506894 Ζηνος
Ψαμάθης Νηρεΐδος καὶ αὐτοῦ Αἰακοῦ . ἐκ δὲ Κρόνου καὶ Ζηνός : Τελαμὼν καὶ Πηλεύς : Κρόνου μὲν γὰρ Χείρων
Κρῆτες , Ἴδας τέκνα Φοινικογενοῦς τέκνον Εὐρώπης καὶ τοῦ μεγάλου Ζηνός , ἀνάσσων Κρήτης ἑκατομπτολιέθρου : ἥκω ζαθέους ναοὺς προλιπών
7506655 λεχος
, ἀλλ ' ἐχόλωσε καὶ οὐκ ἐθέλοντα φονῆα καὶ ξυνὸν λέχος ἔσχεν ὀφειλόμενον παρακοίτῃ . πολλαὶ δ ' ἠλιτόμηνα καὶ
σαφῶς γε τὴν κακῶν προμνήστριαν , τὴν δεσπότου προδοῦσαν ἐξαυδᾶι λέχος . ὤμοι ἐγὼ κακῶν : προδέδοσαι , φίλα .
7499760 ἁτις
ἀΐει κλέος ἥρωος , εὐδαίμονος γαμβροῦ θεῶν , οὐδ ' ἅτις Αἴαντος Τελαμωνιάδα καὶ πατρός : τὸν χαλκοχάρμαν ἐς πόλεμον
τετράκις ἑξήκοντα κόραι , θῆλυς νεολαία , τᾶν οὐδ ' ἅτις ἄμωμος ἐπεί χ ' Ἑλένᾳ παρισωθῇ . Ἀὼς ἀντέλλοισα
7497125 βιοτοιο
ἔσφηλαν κτεάνων τ ' ἄπο πάμπαν ἄμερσαν , καὶ καμάτους βιότοιο χάριν μόχθους τ ' ἐπάγουσιν . ταῦτα δέ ,
ἄλλα τε πολλὰ πολυτλήτοις μερόπεσσιν . Αὐτὰρ ἀληθείην πᾶσαν βροτέου βιότοιο σύγκρασις διέκριν ' , ἐπιμαρτυρίαι τε φαεινῶν ἄστρων ἀλλήλοις
7480801 νοοιο
φύγοις κακόν : ἀλλά νυ καὶ τὰ ἄνθρωποι ῥέζουσιν ἀιδρείῃσι νόοιο : χρήματα γὰρ ψυχὴ πέλεται δειλοῖσι βροτοῖσιν . δεινὸν
, / ἀλλ ' ὑπεροπλίηι [ τε ] καὶ ἁμαρτωλῆισι νόοιο / ἶσα Διὶ βρομέει , κεφαλὴν δ ' ὑπὲρ
7469972 οἰωνοισιν
μετεκίαθεν ὅσσοι ἔναιον Ἄργος , ἐπεὶ δεδαὼς τὸν ἑὸν μόρον οἰωνοῖσιν ἤιε , μή οἱ δῆμος ἐυκλείης ἀγάσαιτο : οὐ
γονῆες ῥίπτους ' ἐς βαθὺ κῦμα βορήν τ ' ἔμεν οἰωνοῖσιν . ἔμπαλι δ ' ἀρητοὶ παῖδες τοκέεσσι γένοντο εὐτραφέες
7460571 ὀλβου
δ ' αὖ μετέπειθ ' , ὡς ἐκκτεάνων τε καὶ ὄλβου Αἶσα κακὴ κρυερὴν πενίην ἐπὶ φῶτας ἀγινεῖ . κλήρων
ἠμέλει οὔτε ὁδοιπορῶν οὔτε ἐν Θετταλίᾳ , ἀλλὰ καὶ κρεῖττον ὄλβου κτῆμα ἐκάλει αὐτὴν ἐκ τῶν Εὐριπίδου τε ὕμνων καὶ
7459038 ἀμμιν
, ὦ κίναδος τύ , τάδ ' ἔσσεται ἐξ ἴσω ἄμμιν ; τίς τρίχας ἀντ ' ἐρίων ἐποκίξατο ; τίς
Παρθένιος Βριάρεω τὰς στήλας φησὶν εἶναι : μάρτυρα δ ' ἄμμιν τὴν ἐπὶ Γάδειρα λίπε θυμόν * ἀρχαίου Βριάρεω ἀπ
7448166 Ἀιδην
: θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται * ζαμενές : λίαν ἰσχυρῶς
ὑλικοῖς στοιχείοις . τούτων δὲ τὴν μὲν διὰ τοῦ ἀέρος Ἄιδην ἀειδῆ προσαγορεύει , τὴν δὲ διὰ τοῦ ὑγροῦ Ποσειδῶνα
7444862 Αἰηταο
Κυταῖος , ἐξ οὗ καὶ Κυταιεύς ” πύργους εἰσόψεσθε Κυταιέος Αἰήταο „ . τὸ θηλυκὸν Κυταιϊάς . καὶ Κυταία ,
νηοπόλον μύχιον ποιήσατο , δαίμονα δῖον . κούρην δ ' Αἰήταο διοτρεφέος βασιλῆος Αἰσονίδης βουλῇσι θεῶν αἰειγενετάων ἦγε παρ '
7441565 θνητοισι
ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργειφόντης : τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ
Βάκχε , θυρσεγχής , βαρύμηνι , τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν , ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν : ἐλθέ , μάκαρ
7438679 ἀνερος
Δωρόθεος λέγων οὕτως : δίζεο καὶ πρῆξιν τίς τ ' ἀνέρος ἐστὶν ἑκάστου . τῶν μέντοι κέντρων προτάττει τὸ μεσουράνημα
γυναῖκα ἐπανελεύσεσθαι θυμήρως . εἰ δέ γε μὴν ἄλοχος δόμον ἀνέρος ἐκλείπησι πρὶν Μήνην διάμετρον ἐς Ἠελίοιο περῆσαι οὐ μάλα
7438027 γηραος
καὶ ἐν τῇ χρήσει οὕτως ἔχει : ἀτὰρ καὶ ὑπὸ γήραος καὶ ὑπὸ ὀδυνημάτων ξυνδοτική ἐστιν . Αἱ δὲ δὴ
κακῶι σύμφορος ἀνδρὶ φέρειν . Ὤ μοι ἐγὼν ἥβης καὶ γήραος οὐλομένοιο , τοῦ μὲν ἐπερχομένου , τῆς δ '
7410925 κεινης
! ! ] υτωναλλα [ ! ! ] ? ? κείνης ? ἡμέρης ἐπὶ ? χθόνα ? [ ] ?
ἄνασσαν τῆς ἐπωνύμου πάτρας . πολλοὶ δὲ πρόσθεν γαῖαν ἐκ κείνης ὀδὰξ δάψουσι πρηνιχθέντες οὐδ ' ἄτερ πόνων πύργους διαρραίσουσι
7399084 θουρος
Κύπρις , Φαέθων μετέπειτα λάχ ' ἑπτά , πέντε δὲ θοῦρος Ἄρης , πυμάτας δὲ Κρόνος λάχε πέντε . κατὰ
λέγουσι , τοὺς δὲ ψυχροὺς βραδεῖς , ἀπὸ δὲ τοῦ θοῦρος γίνεται θορῶ τὸ ὁρμῶ καὶ πηδῶ . ἄρης :
7380457 Μοιρα
. Ἵππωνος τόδε σῆμα , τὸν ἀθανάτοισι θεοῖσιν ἶσον ἐποίησεν Μοῖρα καταφθίμενον . . πάντων αὐτὸν ἐπὶ τῆι μνήμηι θαυμασάντων
ἔχον μὴ διάτριβε . Κἂν ἰδιώτην με ποίησον , ὦ Μοῖρα , τῶν πενήτων ἕνα , κἂν δοῦλον ἀντὶ τοῦ
7380342 ἠμαρ
δήιοι ἄγουσι . . ὣς ὁ μὲν Αἰτωλοῖσιν ἀπήμυνεν κακὸν ἦμαρ εἴξας ᾧ θυμῷ : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ τῷ
φεῦ : ὦ μῆτερ , ἥτις ἐκ τυραννικῶν δόμων δούλειον ἦμαρ εἶδες , ὡς πράσσεις κακῶς ὅσονπερ εὖ ποτ '
7378204 ποτμον
ἀπὸ τοῦ γένους μοῖρα ἐπὶ τὸν περὶ τὸν Θήρωνα εὔφρονα πότμον καὶ ὄλβον ὃν ὁ θεὸς ὀρνύει καὶ δίδωσιν ,
πρ [ ] ον ? α [ ] ἡμῖν ? πότμον ὕφαινε , [ νέη ] δέ μιν ὤλεσε τέχνη
7375452 Ἐρινυς
δὲ πανδαμάτωρ λοξῷ ἴδεν οἷον ἔρεξεν ὄμματι νηλειὴς ὀλοφώϊον ἔργον Ἐρινύς . ἥρως δ ' Αἰσονίδης † ἐξάρματα τάμνε θανόντος
τε βαρείης , τήν οἱ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ δασπλῆτις Ἐρινύς . ἀλλ ' ὁ μὲν ἔκφυγε κῆρα καὶ ἤλασε
7368004 μορον
πρὸς τὸ φόνῳ , ὥσπερ ἐστὶ καὶ τὸ “ ξύλινον μόρον , ἣν παγίδα καλέουσιν . ” ἢ μὴ σύναπτε
] † ἀκόρεστοι γὰρ περὶ τὸ θρηνεῖν αἱ Περσίδες . μόρον ] τὸν θάνατον . τῶν οἰχομένων ] τῶν φθαρέντων
7367114 ἱξεται
γ ' ἄεθλον : οὔ τις Φαιήκων τόν γ ' ἵξεται οὐδ ' ὑπερήσει . ” ὣς φάτο , γήθησεν
δίσωμα φατίζεται ἐκ μετανοίης τρέψεται ἐξ ἑτέροιο καὶ εἰς ὁδὸν ἵξεται ἄλλην , ζῴοις δ ' ἐν τροπικοῖς ἀτελὴς τοῦδ
7366437 ἀλοχον
οὗ ἐστιν ἀρχή : Δάματρα μέλπω Κόραν τε Κλυμένοι ' ἄλοχον . ἔστιν εὐπορῆσαι καὶ ἄλλων γρίφων : ἐν Φανερᾷ
Ἀγάμεμνον ἄναξ , ὃς τῶι τῆς θεᾶς σὴν παῖδ ' ἄλοχον φατίσας ἦγες σφάγιον Δαναοῖς . οἴμοι , γνώμας ἐξέσταν
7364650 βροτοισιν
Τιθωνοῖο ὤρνυθ ' , ἵν ' ἀθανάτοισι φόως φέροι ἠδὲ βροτοῖσιν : οἱ δὲ θεοὶ θῶκόνδε καθίζανον , ἐν δ
Στυγὸς αἰνὰ ῥέεθρα , ἧχι θοαὶ ναίουσιν Ἐριννύες αἵ τε βροτοῖσιν αἰὲν ὑπερφιάλοισι κακὰς ἐφιᾶσιν ἀνίας . Αἴας δ '
7360923 στυγερον
κακοπαθείᾳ . μοχθίζοντες : κακοπαθοῦντες . Ὕδατι : ἐν . στυγερόν : μισητόν . ἀεικέα : κακὸν , ἀπρεπῆ .
' ἔπειτα τίσιν μετόπισθεν ἔσεσθαι . Νὺξ δ ' ἔτεκε στυγερόν τε Μόρον καὶ Κῆρα μέλαιναν καὶ Θάνατον , τέκε
7355754 θυμωι
εὐμενέοντες ἐπ ' εὐφήμοισι λόγοισι , βουκόλωι εὐάντητοι ἀεὶ κεχαρηότι θυμῶι . Παλλὰς μουνογενής , μεγάλου Διὸς ἔκγονε σεμνή ,
? ] [ ] τελεῖν , φρονέειν δ ' ἐπαρηρότα θυμῶι . ” [ ] ε καὶ ἴαχε ? λαὸς
7343907 δωματα
[ – – × – ] ! βαῖνε Λαερτίου πρὸς δώματα ? ? [ ] καουτονηστης ? [ ] !
καὶ κῆρα φυτεύσω , δὴ τότε μοι χαίροντι φέρειν πρὸς δώματα χαίρων . ” ὣς εἰπὼν ξεῖνον ταλαπείριον ἦγεν ἐς
7339526 ἱκηται
' εἰσαΐουσαι ἐξ ἐμέθεν , μὴ πατρὸς ἐς οὔατα μῦθος ἵκηται : τὸν ξεῖνόν με κέλονται ὅτις περὶ βουσὶν ὑπέστη
δόμοισι , μὴ δή μοι Τροίηθε κακὴ φάτις οὔαθ ' ἵκηται σεῖο καταφθιμένοιο κατὰ μόθον . Οὐ γὰρ ὀίω ἐλθέμεναί
7328098 παροιθεν
δηιοτῆτος , ἀλλ ' ἕπετ ' Ἀργείοισι χολούμενος , εὖτε πάροιθεν ὄβριμος Ἡρακλέης Φολόης ἀνὰ μακρὰ κάρηνα Κενταύροις ἐπόρουσεν ἑῷ
' Ἡρακλῆος Θηβαγενέος κλέος εἴη πλεῖον ἔτ ' ἢ τὸ πάροιθεν ἐπὶ χθόνα πουλυβότειραν . ταῦτ ' ἄρα ἁζόμενος τίμα
7321777 ἀγαλλομενος
χαίρουσιν ἐπ ' ἀντολίῃσιν ἐόντες , ὡς ἐν ἑοῖσιν ἕκαστος ἀγαλλόμενος βασιλείοις : καί ῥά τ ' ἐπ ' ἀντολίης
τίον δ ' ἄρα κηρόθι μᾶλλον . ζῶε δ ' ἀγαλλόμενος σὺν ἐυσφύρῳ Ἠλεκτρυώνῃ , ᾗ ἀλόχῳ : τάχα δ
7317804 θνητοισιν
ἔν τε θεοῖσι καὶ ἀνθρώποισι μέγιστος , οὔ τι δέμας θνητοῖσιν ὁμοίιος οὐδὲ νόημα . οὖλος ὁρᾶι , οὖλος δὲ
. μετρίων λέκτρων , μετρίων δὲ γάμων μετὰ σωφροσύνης κῦρσαι θνητοῖσιν ἄριστον . ὦ τέκνον , ἀνθρώποισιν ἔστιν οἷς βίος
7316386 γαιης
: [ βορέης ] τε νότος τ ' ἐν πείρασι γαίης [ ] οισι μινυνθάνει : ἀγλαὸν ἥβην [ ´πησι
καὶ ὁ Κολοφώνιος Ξενοφάνης : φησὶ γάρ : πάντες γὰρ γαίης τε καὶ ὕδατος ἐκγενόμεσθα . ἐκ γῆς δὲ καὶ
7309484 ποτμος
πέρι , παρθένε , μορφᾶς καὶ θανεῖν ζηλωτὸς ἐν Ἑλλάδι πότμος καὶ πόνους τλῆναι μαλεροὺς ἀκαμάτους : τοῖον ἐπὶ φρένα
. . , εἶτα μετ ' ὀλίγον λέγοντος οὑμὸς δὲ πότμος οὐρανῶι κυρῶν ἄνω ἔραζε πίπτει καί με προσφωνεῖ τάδε
7309385 κεινου
ξυστᾶς ' ἀεί τιν ' ἐκ φόβου φόβον τρέφω , κείνου προκηραίνουσα : νὺξ γὰρ εἰσάγει καὶ νὺξ ἀπωθεῖ διαδεδεγμένη
ηὔδα : “ Ἀτρεΐδη Μενέλαε διοτρεφές , ὄρχαμε λαῶν , κείνου μέν τοι ὅδ ' υἱὸς ἐτήτυμον , ὡς ἀγορεύεις
7308891 ἠλθ
ἀύτα Δαρδάνιον ] πέδιον κατῆχε : Αἴας δὲ λύσσαν ] ἦλθ ' ὀλόαν ἔχων ἐς ναῦον ] ἄγνας Πάλλαδος ,
γὰρ ν ? [ ὑπὸ μητρυῶν τε καὶ [ οὐκ ἦλθ ' ἀρήξων ἀλλ [ νῦν οὖν ἄποινα τ [
7305847 Ἡρακληος
' Ἀχαιοῖς . Ἀλλὰ σύ , πρὸς μεγάλοιο καὶ ὀβρίμου Ἡρακλῆος τῷ μέγεθός τε βίην τε καὶ ἀγλαὸν εἶδος ἔοικας
' ἐελδομένοισι θεοὶ μέγα πήματος ἄλκαρ ἤγαγον Εὐρύπυλον κρατεροῦ γένος Ἡρακλῆος : καί οἱ λαοὶ ἕποντο δαήμονες ἰωχμοῖο πολλοί ,
7294362 κεινον
μάλ ' ἀμφὶ φόνῳ Πατρόκλου μερμηρίζων , ἢ ἤδη καὶ κεῖνον ἐνὶ κρατερῇ ὑσμίνῃ αὐτοῦ ἐπ ' ἀντιθέῳ Σαρπηδόνι φαίδιμος
ἂν ὑμᾶς ἔχειν μὴ φανερῶς αὐτῆς ἐνδούσης , ἢ ' κεῖνον λαβεῖν βούλεσθαι . οἶμαι μὲν οὖν οὐδὲ βοηθήσειν αὐτήν
7288832 ἀμβροτος
τὸ γὰρ χαίρετ ' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ
ἡ προσθήκη . τῷ γὰρ ἔσσεαι ἀθάνατος θεὸς ἐπήγαγεν : ἄμβροτος , οὐκ ἔτι θνητός , ἵνα κατὰ ἀφαίρεσιν τοῦ
7286158 χθον
τὸ ἡδὺ , καὶ τὸ ἠρεμαῖον τῆς ῥεύσεως . . χθόν ' ] γῆν . ἀκοιμήτῳ ] ἀπαύστῳ . .
νεφέλην δ ' ὑποσχὼν νιφάδι γογγύλων πέτρων „ ὑπόσκιον θήσει χθόν ' , οἷς ἔπειτα σὺ βαλὼν ” διώσει ῥᾳδίως
7278094 γαια
, οὐδὲν δίκαιόν ἐστιν ἐν τῷ νῦν γένει . Ὦ γαῖα πατρίς , ἣν Πέλοψ ὁρίζεται , χαῖρ ' ,
ὅστις ἐστὶ μὴ χείρων πατρός . ἀεί ποθ ' ἥδε γαῖα τοῖς ἀμηχάνοις σὺν τῶι δικαίωι βούλεται προσωφελεῖν . τοιγὰρ
7273433 Ἀως
εἰ σαφεῖς λόγοι . ἤδη ? ? ? μὲν ἀρτιφανὴς Ἀὼς ἱππεύει ? [ ] κατὰ γᾶν , ὑπὲρ δ
? [ – – ] λεύκιππος [ ] [ ] Ἀὼς τόσσον [ ] ἐφ ' ἁλικίᾳ φέγγος κατ '
7273167 σεθεν
' ἐλεύθερον . εἰ δ ' οὐ παρούσης ταὐτὰ τεύξομαι σέθεν , μενέτω κατ ' οἴκους : σεμνὰ γὰρ σεμνύνεται
τεύξουσι θεοὶ πόντονδε βαλόντι νῆσον , ἵν ' ὁπλότεροι παίδων σέθεν ἐννάσσονται παῖδες , ἐπεὶ Τρίτων ξεινήιον ἐγγυάλιξεν τήνδε τοι
7269657 δυσμορος
ἐπὶ παντί τῳ χρείας ἱσταμένῳ : πῶς ποτε , πῶς δύσμορος ἀντέχει ; Ὦ παλάμαι θνητῶν , ὦ δύστανα γένη
Πολλάκις Ἡράκλειτον ἐθαύμασα , πῶς ποτε τὸ ζῆν ὧδε διαντλήσας δύσμορος εἶτ ' ἔθανεν : σῶμα γὰρ ἀρδεύουσα κακὴ νόσος
7269424 μολειν
ἔτι δῆτ ' ἔχεις ἄνω βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις
: οὐδ ' ἀναιμάκτωι χερὶ ἥξω πρὸς οἴκους πρὶν φάος μολεῖν χθόνα . Θυμβραῖε καὶ Δάλιε καὶ Λυκίας ναὸν ἐμβατεύων
7265835 βροτος
ἄλλον λαὸν ἀνώγῃ . οὐ γάρ μοι ζώειν γε δοκεῖ βροτὸς οὐδὲ βιῶναι ἀνθρώποιο βίον ταλασίφρονος , ὅστις ἀπ '
ἀκρόεις , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ι , ἀκριόεις , ὡς βροτὸς βροτόεις . Ὀμιχεῖν . τὸ οὐρεῖν . παρὰ τὴν
7264460 χθονος
μελάθροισιν ὑποχθονίη ἐπορούσῃ λάβρος , ἄφαρ δέ τε πάντα κατὰ χθονὸς ἀμφιχέηται ἐκ θεμέθλων , μάλα γάρ ῥα περιτρομέει βαθὺ
Οἰδίπου ; σήμαινέ μοι . τὰ μὲν πρὸ πύργων εὐτυχήματα χθονὸς οἶσθ ' : οὐ μακρὰν γὰρ τειχέων περιπτυχαί [
7262747 πελεν
' ἐς πεδίον τὸ Ἀρήιον ἠπείγοντο . τόσσον δὲ προτέρω πέλεν ἄστεος ἀντιπέρηθεν , ὅσσον τ ' ἐκ βαλβῖδος ἐπήβολος
Ἀργείων Πριάμοιό τε κύδιμον ἄστυ : ἀλλ ' οὐκ ἀνθρώποισι πέλεν δέος , οὐδ ' ἐνόησαν αὐτῶν ἐννεσίῃσι θεῶν ἔριν
7253432 μολων
κεκλημένος , Καδμεῖος οὐκ ὢν ἀλλ ' ἀπ ' Εὐβοίας μολών , κτείνει Κρέοντα καὶ κτανὼν ἄρχει χθονός , στάσει
ὄμμασιν ποίοις βλέπων πατέρα ποτ ' ἂν προσεῖδον εἰς Ἅιδου μολών , οὐδ ' αὖ τάλαιναν μητέρ ' , οἷν
7251124 ποθεων
. . ἀλλ ' ἐστρέφετ ' ἔνθα καὶ ἔνθα Πατρόκλου ποθέων ἀνδροτῆτά τε καὶ μένος ἠύ ἠδ ' ὁπόσα τολύπευσε
δ ' ἐν πρώτοισι μέγα στενάχων ἐγεγώνει , πατροκασιγνήτοιο φίλον ποθέων ἅμα παῖδα , βλήμενον ἐκ θεόφιν : θνητῶν γε
7248122 ἀσχετον
βάλοντο ἐγγὺς ἐόνθ ' Ὑμέναιον , ἐπεκρήναντο δ ' ὄλεθρον ἄσχετον ἀργαλέον τε καὶ οὐ φατόν : ἦ γὰρ Ἀχιλλεὺς
. Ἀλλ ' οὐδ ' ὧς τάρβησε θρασὺ σθένος Εὐρυπύλοιο ἄσχετον υἷ ' Ἀχιλῆος , ἐπεί ῥά μιν ὀτρύνεσκε θάρσος
7247010 Κυπρις
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν
7246262 φατιν
τὸ σημεῖον . αὐγὴν πυρὸς ] ἤγουν φρυκτωρίας λάμψιν . φάτιν ] φήμην τῆς νίκης καὶ τῆς ἁλώσεως . ἁλώσιμον
μηχανήν . καὶ μὴν ἄγαν γ ' Ἕλλην ' ἐπίσταμαι φάτιν . καὶ γὰρ τὰ πυθόκραντα : δυσμαθῆ δ '
7242525 σφ
παίδων ἐμῶν , ἀλλὰ οὐκ ἐν αὐγαῖς ταῖς ἐμαῖς ζόη σφ ' ἔχειν : τὸ μὴ παρὸν δὲ τέρψιν οὐκ
νῦν εἴ ποτ [ ὑμεῖς τεας ? [ μνησθέντ [ σφ [ ὦ φίλτατε [ ! ! ] πηστα ?
7241614 σφετεροισιν
: κρατεραὶ γὰρ ἐποτρύνουσιν ἀνῖαι . Ἀλλ ' αἳ μὲν σφετέροισιν ἐπ ' ἀνδράσι πῆμ ' ἐβάλοντο νυκτὶ μιῇ καὶ
δύναιτο πρήξιας ἢ τέχνας εἰπεῖν , ὅσσας μερόπεσσιν ἀστέρες ἐν σφετέροισιν ἐμοιρήσαντο δρόμοισιν . ἑξείης δ ' ἄρ ' ἔπειτα
7239368 μοιρης
ἄρχεσθαι βιότου χρόνον ἐξαριθμοῦντας : νυκτερινῇ γενέθλῃ δὲ Σεληναίης ἀπὸ μοίρης . ὁππότε δ ' ἂν κέντρων ἐκτὸς δύο φῶτ
οὐκ ἄν ποτε πήματι κύρσαι : ἀλλ ' ὅτε τις μοίρης τριτάτης πρὸς μέτρον ἐλαύνοι πίνων ἀβλεμέως , τότε δ
7232700 ἀγαθοιο
ὅτι ὁ πόνος ἀγαθόν , διαχυθείς φησιν , αἵματός εἰς ἀγαθοῖο , φίλον τέκος . φησὶ δ ' ὁ Ἑκάτων
ἔφατ ' ἔκ τ ' ὀνόμαζεν : “ αἵματός εἰς ἀγαθοῖο , φίλον τέκος , οἷ ' ἀγορεύεις : τοιγὰρ
7229707 δωμ
, τολμᾶν δ ' ἐμόν . ἐν ταῖς Ἀθήναις , δῶμ ' ὅταν τοὐμὸν μόληι . οὐκ εὖ τόδ '
τινα πότμον ἐπέσπεν . ” ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κατὰ δῶμ ' Ὀδυσῆος . τὴν δ ' ἄχος ἀμφεχύθη θυμοφθόρον
7225847 χθονι
διπλοῦς πέφυκ ' ἀνήρ . πάλαι πάλαι χρῆν τῆιδε συγκάμνειν χθονὶ ἐλθόντα , καὶ μὴ τοὐπὶ ς ' Ἀργείων ὕπο
ἐς χρόνον ἔλθοις , ὁ κλυτὸς ἐν μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον ἀμετρήτων [ ]
7223466 ἐνερων
θεοὶ . ἀγνοὶ ] καθαροὶ . βασιλεῦ ] Ἀϊδωνεῦ . ἐνέρων ] τῶν νεκρῶν . ἔνερθεν ] ὑπεράνω . ψυχὴν
ὑπερκατηφὲς ἦν καὶ σκυθρωπόν . ἔδδεισεν δ ' ὑπένερθεν ἄναξ ἐνέρων Ἀϊδωνεύς κατεφαίνετο γὰρ ἤδη τὰ πλεῖστα , καὶ ἡ
7219815 γενεθλης
? ? ? ? [ Δευκαλίδης , Μίνωος ἀγακλειτοῖο ? γενέθλης ? ? ? [ : οὐδέ τινα μνηστῆρα μετάγγελον
[ ] ἀπὸ κλέπτης ἅτε κοίτης [ ] νος πελάθεσκε γενέθλης [ κρατερόφρονας ] , οὓς τέκε νηδύς [ ]
7217097 κουρη
ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν ὡς τὸ ἀσπιδιῶται καὶ εὐκνήμιδες . κούρη θ ' ἥ : τὴν Δήμητράν φησι καὶ τὴν
ζωοῖσι πέλονται , μνήσαθ ' ὁμηλικίης περιγηθέος , οἷά τε κούρη : καί τέ οἱ ἠέλιος γλυκίων γένετ ' εἰσοράασθαι
7216387 μακαρ
ἀλλ ' οὐ γὰρ ὀρθῶς ταῦτα κρίνουσιν θεοί . ὦ μάκαρ , οἵας ἔλαχες τιμάς , Ἱππόλυθ ' ἥρως ,
Φερσεφόνειαν ἀχθεὶς ἐξετράφης φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσιν . εὔφρων ἐλθέ , μάκαρ , κεχαρισμένα δ ' ἱερὰ δέξαι . Κικλήσκω Βάκχον
7216291 παρος
' ἀκούους ' , οὐδέ οἱ ὕπνος πῖπτεν ἐπὶ βλεφάροισι πάρος καταλέξαι ἅπαντα . ἤρξατο δ ' , ὡς πρῶτον
δ ' ἐκ μεγάροιο γυναῖκες ἤϊσαν , αἳ μνηστῆρσιν ἐμισγέσκοντο πάρος περ , ἀλλήλῃσι γέλω τε καὶ εὐφροσύνην παρέχουσαι .
7212760 βασιληα
γε ἰδὼν γήθησεν Ἀχιλλεύς . τὼ μὲν ταρβήσαντε καὶ αἰδομένω βασιλῆα στήτην , οὐδέ τί μιν προσεφώνεον οὐδ ' ἐρέοντο
. Τιθωνῷ δ ' Ἠὼς τέκε Μέμνονα χαλκοκορυστήν , Αἰθιόπων βασιλῆα , καὶ Ἠμαθίωνα ἄνακτα . αὐτάρ τοι Κεφάλῳ φιτύσατο
7211729 ματρος
ἄρα Ὀρφεὺς ὁ Καλλιόπας κατὰ τὸ Πάγγαιον ὄρος ὑπὸ τᾶς ματρὸς πινυσθεὶς ἔφα , τὰν ἀριθμῶ οὐσίαν ἀίδιον ἔμμεν ἀρχὰν
πλάνους . γάλακτι δ ' οὐκ ἐπέσχον οὐδὲ μαστῶι τροφεῖα ματρὸς οὐδὲ λουτρὰ χειροῖν , ἀνὰ δ ' ἄντρον ἔρημον
7211273 μετοπισθεν
ἀρήρει , βριθύν : ἀτὰρ κεῖνόν γε θεοπροπίαις Ἑκάτοιο Νηλεΐδαι μετόπισθεν Ἰάονες ἱδρύσαντο ἱερόν , ἣ θέμις ἦεν , Ἰησονίης
ἀλλ ' ἐγκεῖσθαι καὶ διώκειν μή τις νῦν ἐνάρων ἐπιβαλλόμενος μετόπισθεν μιμνέτω , ὥς κεν πλεῖστα φέρων ἐπὶ νῆας ἵκηται
7206427 οὐτις
. . . ] οὕτως καὶ ἐν τοῖς ἔμπροσθεν οἶκτος οὔτις ἦν διὰ στόμα , πλὴν ἐκεῖνοι κατέλειβον δάκρυ ,
] τοῖς Ἕλλησι . . δόκιμος δ ' οὔτις ] οὔτις δὲ δόκιμος φρονῶν ἐν ἑαυτῷ καὶ δοκῶν καὶ θαρρῶν
7205222 τεκος
ἐκ Τηλέφου ἢ Τληπολέμου : ἀπέπτυς ' ἐχθροῦ φωτὸς ἔχθιστον τέκος . καὶ διὰ τούτων σύγκρισιν ποιεῖται τῶν τῆς εἰρήνης
δαῒ φῶτες . Ὣς φάμενον προσέειπε μένος Λαερτιάδαο : Ὦ τέκος ὀβριμόθυμον ἀταρβέος Αἰακίδαο , ταῦτα μέν , ὡς ἐπέοικεν
7203758 θνατων
, οὐδὲ ταῦτ ' ἐπᾴδουσα „ Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον
, ἀλλά μοι αὐτὸς ἄειδεν ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν
7202682 δηρον
τῇ : Χύτρας ποικίλλεις . Ὠὸν τίλλεις . Αἰσχρόν τοι δῆρόν τε μένειν κενεόν τε νέεσθαι : ἐκ τῶν Ὁμήρου
τῇ : Χύτρας ποικίλλεις . Ὠὸν τίλλεις . Αἰσχρόν τοι δῆρόν τε μένειν κενεόν τε νέεσθαι : ἐκ τῶν Ὁμήρου
7199008 ἐργ
: “ ἐξ ὀρέων ἐπὶ κάρ ' μηνύθει δέ τοι ἔργ ' ἀνδρῶν . ” ἐπικάρσια πλάγια , οὐ κατ
πολλῶν πιστὸν ἔχουσι νόον . Παύροισιν πίσυνος μεγάλ ' ἀνδράσιν ἔργ ' ἐπιχείρει , μή ποτ ' ἀνήκεστον , Κύρνε
7196800 γοος
καὶ ἀνηδόνου δαίμονος : οὐ γὰρ ἡδονὴν ἔχει ὁ ἐμὸς γόος ὥσπερ ὁ τῶν βακχῶν . . . δαίμων :
ἔρρετε λωβητῆρες ἐλεγχέες : οὔ νυ καὶ ὑμῖν οἴκοι ἔνεστι γόος , ὅτι μ ' ἤλθετε κηδήσοντες ; ἦ ὀνόσασθ
7196548 νυμφιε
γαμεῖς ; πότε σου θύσω τοὺς γάμους , ἱππεῦ καὶ νυμφίε ; νυμφίε μὲν ἀτελές , ἱππεῦ δὲ δυστυχές .
, ἔρωτος ἄγαλμα , πολυτρεφέι Ποσιδῶνι χερσὶν ἀειρόμενόν σεο , νυμφίε , [ ! ! ! ! ! ! !
7193772 εὐτε
δύο λέξεων εὑρίσκεται , οἷον ὁ αὐτός ωὐτός , Ε εὖτέ μιν ωὐτὸς ἀνήρ , ἐμέο αὐτοῦ ἐμεωυτοῦ καὶ κατὰ
φορέοντο . ὡς δὲ δράκων σκολιὴν εἱλιγμένος ἔρχεται οἷμον , εὖτέ μιν ὀξύτατον θάλπει σέλας ἠελίοιο , ῥοίζῳ δ '
7192166 ὀλβον
Ἑστία , δίδου δ ' ἀμοιβὰς ἐξ ὁσίων πολὺν ἡμᾶς ὄλβον ἔχοντας ἀεὶ λιπαρόθρονον ἀμφὶ σὰν θυμέλαν χορεύειν . [
ὁ ἐφέρ - πων , τουτέστιν ὁ ἐπερχόμενος , τὸν ὄλβον , ἤτοι τὴν εὐδαιμονίαν αὐτοῦ , δηλονότι τοῦ Ἱέρωνος
7187962 ἀτης
σεμνῶν εἰς ἄσεμνα χωρούντων . Ἀπήντησε κεραυνοῦ βολὴ πρὸς ὑπέρτατον ἄτης : ἐπὶ τῶν ἄξια πασχόντων ὧν ἔδρασαν . Ἅπερ
πολεμιστήν . ” ὁ δὲ Ἀπίων ἀμφότερα ἐτυμολογῶν ἀπὸ τῆς ἄτης , οἷον ἀτῆσαι : πληρωτικὰ γὰρ τὰ κακά .
7186311 λοιγιον
, πόδες ὅπλα λαγωῶν : πόρδαλις οἶδ ' ὀλοὴ παλαμάων λοίγιον ἰόν , καὶ σθένος αἰνὸς ὄϊς μέγα λαϊνέοιο μετώπου
ἀνήγαγε μάργον ἄκοιτιν , οἷ αὐτῷ καὶ Τρωσὶ καὶ ἄστεϊ λοίγιον ἄλγος , νήπιος : οὐδ ' ἀλόχοιο περίφρονος ἅζετο
7180310 ἑην
ναυτιλίην τε διακριδὸν ἐξερέεινεν , ἠδ ' ὁπόθεν μετὰ γαῖαν ἑὴν καὶ δώματ ' ἰόντες αὔτως ἱδρύθησαν ἐφέστιοι : ἦ
ἐστὶ φίλους τ ' ἰδέειν καὶ ἱκέσθαι οἶκον ἐϋκτίμενον καὶ ἑὴν ἐς πατρίδα γαῖαν , ὀψὲ κακῶς ἔλθοι , ὀλέσας
7170468 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
7165208 δηριν
, τῶνδε δολοφροσύνῃ καὶ μήδεσιν , οἳ σὲ καὶ αὐτὸν δῆριν ἐπὶ στονόεσσαν ἐποτρύνουσι νέεσθαι . Τοὔνεκ ' ἐγὼ δείδοικα
ἀλη - θείης παραβεβήκασι , φιλονεικέοντες ἔχθρῃ πρὸς ἀλλήλους , δῆριν ἔχουσι μετὰ ἀδελφεῶν καὶ τοκήων καὶ πολιτέων , καὶ
7164961 πατρωιον
οὕτω τὸ παλιντράπελον πρὸς τὸ πότμον νόει , τὸ δὲ πατρώιον πρὸς τὸ πῆμα . ἔχει δὲ λόγον καὶ πρὸς
τ ' οὐλοχύτας τε παρέσχεθον . αὐτὰρ Ἰήσων εὔχετο κεκλόμενος πατρώιον Ἀπόλλωνα : “ Κλῦθι ἄναξ Παγασάς τε πόλιν τ
7162091 φιλοτητος
σεῦ φίλος ὤν , † κατάκεις ' , † ὡς φιλότητος ἔχεις . οὔτε τι τῶν ὄντων ἀποθήσομαι , οὔτε
, πολλὰ δ ' ἐς ὑγρὴν ἠέρα χεῖρας ἔτεινεν ἐελδομένη φιλότητος . εἶτα μικρὸν ὑποβάς : δέκτο μὲν αὐτίκα λαὸν

Back