πόντιον ὕδωρ , οὐδὲ στόλους κατ ' ἀλλήλων ἐπάγοντες . κενεὰν δὲ παρὰ δίαιταν , παρὰ τὰ κενὰ ἑαυτῶν κρίματα
τοὔνεκεν οὔ ποτ ' ἐγὼ τὸ μὴ γενέσθαι δυνατὸν διζήμενος κενεὰν ἐς ἄπρακτον ἐλπίδα μοῖραν αἰῶνος βαλέω , πανάμωμον ἄνθρωπον
5589581 διζημενος
ἐοῦσα τὴν τῶν κινεομένων ἀστέρων ἁρμονίην συνεβάλλετο . ταῦτα Ὀρφεὺς διζήμενος καὶ ταῦτα ἀνακινέων πάντα ἔθελγεν καὶ πάντων ἐκράτεεν :
θ ' εὕδουσι βροτοὶ ἄλλοι , ἠέ τιν ' οὐρήων διζήμενος , ἤ τιν ' ἑταίρων ; φθέγγεο , μηδ
5527866 νοωι
οὔτ ' ἐπιδερκτὰ τάδ ' ἀνδράσιν οὔτ ' ἐπακουστά οὔτε νόωι περιληπτά . σὺ δ ' οὖν , ἐπεὶ ὧδ
ἡλίου αὐγαῖς † ὃν † σοφὸν σοφὰν λαβοῦσαν οὐκ ἐπέλπομαι νόωι δρυμοῖς ὀρείοις ὄργανον δίαν Ἀθάναν δυσόφθαλμον αἶσχος ἐκφοβηθεῖσαν αὖθις
5524111 κερδαιν
σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
5511448 θνητοισιν
ἔν τε θεοῖσι καὶ ἀνθρώποισι μέγιστος , οὔ τι δέμας θνητοῖσιν ὁμοίιος οὐδὲ νόημα . οὖλος ὁρᾶι , οὖλος δὲ
. μετρίων λέκτρων , μετρίων δὲ γάμων μετὰ σωφροσύνης κῦρσαι θνητοῖσιν ἄριστον . ὦ τέκνον , ἀνθρώποισιν ἔστιν οἷς βίος
5510470 ὠφελλες
τῆς πρώτης καὶ τελευταίας συλλαβῆς , οἷον κάλλιον κάλιον , ὤφελλες ὤφελες [ θᾶττον θᾶτον ] . Παρέμπτωσίς ἐστι προσθήκη
μοι † εἴθ ' ἥσσω μ ' † αἰῶνα βίοιο ὤφελλες δοῦναι καὶ ἴσα φρεσὶ μήδεα ἴδμεν θνητοῖς ἀνθρώποις :
5403365 τιν
ὦ ξένη , τοῦδ ' . Ἢν δέ του σπάνιν τιν ' ἴσχῃς , ἔστ ' ἔποικος ὃς φράσει .
εἴσιθ ' εἴσω μηδὲ φαντάζου δόμων πάροιθε τῶνδε , μή τιν ' αἰσχύνην λάβηις [ πρόσθεν μελάθρων τῶνδ ' ὁρωμένη
5371722 Κυρνε
, ἐπιτερπόμενοι . Ἐχθρὸν μὲν χαλεπὸν καὶ δυσμενεῖ ἐξαπατῆσαι , Κύρνε : φίλον δὲ φίλωι ῥάιδιον ἐξαπατᾶν . Σχέτλι '
τῶν οὔ τι κάκιον : πᾶσα γὰρ ἐκ τούτων , Κύρνε , πέλει κακότης . Εἴ κ ' εἴης ἔργων
5220308 ἐλαφρον
καὶ παχύ , τὸ δὲ πρὸς τῷ τείχει μακρὸν καὶ ἐλαφρὸν καὶ στενόν , ξίφει μακρῷ ἐοικὸς τὸ σχῆμα ὥστε
ὁ δέ μιν ῥέα πάλλε καὶ οἶος . τόν οἱ ἐλαφρὸν ἔθηκε Κρόνου παῖς ἀγκυλομήτεω : [ ἡ διπλῆ ]
5157754 τοδ
. τέκμαρ ? ? δὲ λέξω ? , ⋮ τῶι τόδ ? ' εὐδερκὲς ? [ ] φέρεις [ .
ᾤμην ἐγὼ τοὺς ἰχθυοπώλας εἶναι πονηροὺς τοὺς Ἀθήνησι μόνους . τόδ ' , ὡς ἔοικε , τὸ γένος ὥσπερ θήριον
5145494 ἐσιδειν
αἰσχρὸν παρεόντα καὶ ὠκυπόδων ἐπιβάντα ἵππων μὴ πόλεμον δακρυόεντ ' ἐσιδεῖν . Οἴ μοι ἀναλκίης : ἀπὸ μὲν Κήρινθος ὄλωλεν
κακόν . Πάντων μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον μηδ ' ἐσιδεῖν αὐγὰς ὀξέος ἠελίου , φύντα δ ' ὅπως ὤκιστα
5074577 φρενι
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! !
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει
5052326 μολειν
ἔτι δῆτ ' ἔχεις ἄνω βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις
: οὐδ ' ἀναιμάκτωι χερὶ ἥξω πρὸς οἴκους πρὶν φάος μολεῖν χθόνα . Θυμβραῖε καὶ Δάλιε καὶ Λυκίας ναὸν ἐμβατεύων
5041659 πημα
γυῖα Διὸς μέγα θαρσαλέοισι Τρωσὶν ἀμύνοντος : μάλα γὰρ μέγα πῆμα κυλίνδει ἡμῖν , Ἀλλ ' ἄγε θᾶσσον ἑὰς ἐπὶ
εἰς τὸν Δία „ Ζεὺς γὰρ κακὸν μὲν ” Τρωσὶ πῆμα δ ' Ἑλλάδι θέλων γενέσθαι ταῦτ ' ἐβούλευσεν „
4998162 κακην
ἀδελφόν σου φονεύσας τιμωρίαν ὑπόσχῃς τοῖς θεοῖς . τὴν γὰρ κακὴν νίκην , λέγω δὲ τὴν γινομένην ἀνόμως , τιμᾷ
εὐτυχὴς ἀνήρ . ἀναρπαξάνδραν δὲ τὴν ἀναρπάξασαν πολλοὺς τῶν ἀνδρῶν κακὴν μοῖραν , κατὰ μεταπλασμὸν τοῦ ἀναρπάξανδρος . [ Εὐριπίδης
4973753 νηποινον
εἶπε τῷ Λεπίδῳ προσθέμενος , ὡς καὶ ἀνόσιον εἴη περιορᾶν νήποινον τὸν Καίσαρος φόνον , καὶ αὐτοῖς μέντοι οὐκ ἀσφαλὲς
δοκέει τόδε λωΐτερον καὶ ἄμεινον ἔμμεναι , ἀνδρὸς ἑνὸς βίοτον νήποινον ὀλέσθαι , κείρετ ' : ἐγὼ δὲ θεοὺς ἐπιβώσομαι
4972541 κασιγνητ
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν
4962414 ἀτελεστον
εἶναι , ὃς οὐκ οἶδα εἴ τινα τῶν αὑτοῦ ὀργίων ἀτέλεστον καὶ ἀβάκχευτον περιεῖδεν . ὅρα οὖν μὴ κακοήθων τινῶν
ἄλλο ἐστὶν ἢ ἀπειλή . ἐπειδὰν οὖν μὴ γένηται , ἀτέλεστον τὸν φόβον ποιεῖ . Ἕπεται δὲ τούτῳ τῷ λόγῳ
4938235 κλυειν
πορθμίδ ' ἀναβοᾶι , καλεῖ δὲ μοῖρα νύχιος , ἧς κλύειν χρεών , . . . ἔρχομαι : τί μ
ἐστρατευκότων οὗτος ὁ ἄγγελος πρὸς ἡμᾶς ἰὼν καὶ φέρων ἡμῖν κλύειν καὶ ἀκούειν σαφές τι πρᾶγος καὶ πρᾶγμα ἐσθλὸν ἢ
4935261 ἀργαλεον
τὸ ἄλγος ἀλγαλέον καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ λ εἰς ρ ἀργαλέον : ὡς ἀργαλέον : Ἀργαλέον τὸ βαρὺ καὶ δύσκολον
περὶ σήματι : σὺν δέ οἱ ἄλλο πῆμα μάλ ' ἀργαλέον πόσιος πέλεν ἀμφ ' ἀλαοῖο . Καί ῥ '
4928773 ἐμμεναι
πυρός , οὐδέ κε φαίης οὔτέ ποτ ' ἠέλιον σῶν ἔμμεναι οὔτε σελήνην : ἠέρι γὰρ κατέχοντο μάχης ἐπί θ
; Οὐτιδανὸν δέ μ ' ἔφησθα καὶ ἀργαλέον καὶ ἄναλκιν ἔμμεναι , ὃς σέο πολλὸν ὑπέρτερος εὔχομαι εἶναι μήδεσι καὶ
4902029 ακα
! ! ! ! ! ! ! ] ? , ακα [ ! ! ! ! ! ! ! ]
! υν ? ? [ ! ! ! ] ! ακα [ ! ] ! ? [ } [ !
4897794 χοὐτως
' ἐν ταὐτῶι τε μένον καθ ' ἑαυτό τε κεῖται χοὔτως ἔμπεδον αὖθι μένει : κρατερὴ γὰρ Ἀνάγκη πείρατος ἐν
, εἰς τὸ μέσον φωνεῦντες ὁμῶς ἑνὶ καὶ συνάπασιν : χοὔτως συμπόσιον γίνεται οὐκ ἄχαρι . Ἄφρονος ἀνδρὸς ὁμῶς καὶ
4893996 σκαιον
ἀνδρὸς ἔργον καὶ πολλῆς ἄξιον ἀποδοχῆς , τὸν ἀβέλτερον καὶ σκαιὸν πραῦναι τοῖς ἐς αὐτὸν πραττομένοις . καὶ γὰρ οὐδὲ
οὐκ ἔνι . Δηλοῖ πολλάκις κακοσύνθετος ὄψις Ψυχῆς διεστραμμένης τὸν σκαιὸν τρόπον . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα . Δούλῳ γενομένῳ
4888499 τελεσειε
δ ' ἄρα δεύτερον ἦμαρ ἄγοι φαεσίμβροτος αἴγλη , μειότερον τελέσειε πόνον λῆξίν τ ' ὀδυνάων . Ἰχθύσι δ '
' ἐσθλὸς ὄροιτο δαίμων , ὃς κατ ' ἐμὸν νοῦν τελέσειε τάδε . Ἆ δειλὴ πενίη , τί μένεις προλιποῦσα
4875581 χρεος
στήλην , ἣν ἐκάλουν ὅρον , ἐν ᾗ ἐκεχάρακτο τὸ χρέος καὶ ὁ χρήστης , ἵνα μὴ πλανηθεὶς ἕτερος ὡς
οὐ βούλεται , οὐδὲ δεύτερον εὐεργετηθεὶς ἐπίσταται , διὰ τὸ χρέος μὲν ἐν δουλείᾳ σχὼν μηδὲν ἐπαχθὲς , νῦν δὲ
4874856 βουλευ
πρῆγμ ' ἐθέληις τελέσαι , ἀλλὰ μετ ' ἐσθλὸν ἰὼν βούλευ καὶ πολλὰ μογῆσαι καὶ μακρὴν ποσσίν , Κύρν '
Ἅιδην κνεφαῖά τ ' ἀμφὶ Ταρτάρου βάθη . πρὸς ταῦτα βούλευ ' : ὡς ὅδ ' οὐ πεπλασμένος ὁ κόμπος
4856956 θανειν
, πρός τι χωρίον Λίβυσσαν καλούμενον τῇ κλήσει , δοκῶν θανεῖν εἰς Λίβυσσαν πατρίδα τὴν οἰκείαν . ἦν γὰρ Ἀννίβᾳ
μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ βλέπω δύο ῥοπάς : ἢ γὰρ θανεῖν δεῖ μ ' , ἢν ἁλῶ τεχνωμένη , ἢ
4851773 τονδ
ἐνθάδε ναίων , Ἴακχ ' , ὦ Ἴακχε , ἐλθὲ τόνδ ' ἀνὰ λειμῶνα χορεύσων ὁσίους εἰς θιασώτας , πολύκαρπον
' ἐπιστήμην νοητοῦ ὡς ἔστιν θεὸς δογματίζων ὁρᾷς τὸν ὑψοῦ τόνδ ' ἄπειρον αἰθέρα καὶ γῆν πέριξ ἔχοντα ὑγραῖς ἐν
4845000 κεαρ
οἱ τῆς ἀνάνδρου καὶ διεσκατωμένης τρυφῆς ὑφ ' ἡδοναῖσι σαχθέντες κέαρ πονεῖν θέλοντες οὐδὲ βαιά – ˘ – θέλω τύχης
καὶ ἀντιστροφῆς παράγραφος . μέλει φόβῳ δ ' οὐχ ὑπνώσσει κέαρ : φησὶν ὁ χορός : μέλει ἡ ψυχή μου
4843362 νοον
ἡμῖν οὕτως : Ἡ δ ' ὅτι δὴ ὀλλοοῖο κασιγνήτου νόον ἔγνω , κλαῖεν ἀηδονίδων θαμινώτερον , αἵτ ' ἐνὶ
πνεύματι πάντες : κοὐ θέλετ ' ἐκνῆψαι καὶ σώφρονα πρὸς νόον ἐλθεῖν , καὶ γνῶναι βασιλῆα θεόν , τὸν πάντ
4830355 κοὐ
χειν [ [ ἄλλοϲ ἄλλωι ] γὰρ [ γέγηθε ] κοὔ τι ταυτ [ [ ! ! ! ! !
βελτίων τ ' ἐϲ πάντ [ ] ' ἀνήρ . κοὔ ] τι πολλὰ δεῖ λέγειν ? ? ? [
4826744 φεροισα
αἴνησεν γάμον κρύβδαν πατρός , πρόσθεν ἀκειρεκόμαι μειχθεῖσα Φοίβωι καὶ φέροισα σπέρμα θεοῦ καθαρόν ] εἰ γὰρ ὁ πατὴρ αὐτὴν
[ ! ! ] ποτ ' εἶδεν ὑπὸ σπλάγχνοις [ φέροισα τόνδ ' ἀνέρ ' . ἔδοξε ? [ γάρ
4813215 ἡσθαι
: ἱστὸν δὲ στήσας ἀνά θ ' ἱστία λευκὰ πετάσσας ἧσθαι : τὴν δέ κέ τοι πνοιὴ βορέαο φέρῃσιν .
ἔξεστί μοι , καὶ δύναμαι , εἴ μοι δόξει , ἧσθαι καὶ πεφυλάχθαι ; Ἔξεστιν , εἴποις ἄν , καὶ
4790210 βροτον
παῖδας ἔτεκεν ἵππον καὶ βροτὸν ἵππον μὲν τὸν Πήγασον , βροτὸν δὲ τὸν Χρυσάορα . τὸ δὲ ἑξῆς ὠδῖνας τόκων
μῦθος ὅδ ' ἔπλετο πᾶσιν ἀλαθής : ἢν μὲν γὰρ βροτὸν ἄλλον ἢ ἀθανάτων τινὰ μέλπω , βαμβαίνει μοι γλῶσσα
4789294 ἀποτρεπε
. . ὀτοτοτοτοῖ , μᾶ Γᾶ μᾶ Γᾶ βοὰν φοβερὸν ἀπότρεπε , ὦ βᾶ Γᾶς παῖ Ζεῦ . εἰ μή
κευθμῶσιν ἐλαυνομένας ἀποκλείηις : ἀλλά , μάκαρ , σεισμοὺς μὲν ἀπότρεπε , πέμπε δὲ μύσταις ὄλβον τ ' εἰρήνην τε
4786599 λαθεσθαι
ἂν ἔπειτα Ὀδυσσῆος λαθοίμην ; ” ὡς γὰρ μὴ δυνατὸν λαθέσθαι ἠρώτα . . σύμφημ ' ] συνομολογῶ . ἀνηκουστεῖν
θεοὶ φρένας ὤλεσαν αὐτοί , ὃς κέλεαι Ζηνὸς μὲν ἐριγδούποιο λαθέσθαι βουλέων , ἅς τέ μοι αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
4782197 βροτων
δύσμορος ἀντέχει ; Ὦ παλάμαι θνητῶν , ὦ δύστανα γένη βροτῶν οἷς μὴ μέτριος αἰών . Οὗτος πρωτογόνων ἴσως οἴκων
ποίησε καὶ ἠέρι δῶκε φέρεσθαι . Τοὺς δὴ νῦν καλέουσι βροτῶν ἀπερείσια φῦλα μέμνονας , οἵ ῥ ' ἔτι τύμβον
4760345 θεοθεν
. οὔκουν δεινόν , εἰ γῆ μὲν κακὴ τυχοῦσα καιροῦ θεόθεν εὖ στάχυν φέρει , χρηστὴ δ ' ἁμαρτοῦς '
καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν . θεόθεν δὲ πνέοντ ' οὖρον ἀνάγκη τλῆναι καμάτοις ἀνοδύρτοις .
4760049 στειχειν
τοῖσι τοιούτοισιν εὖ . Τί δῆτα χρῄζεις ; ἦ δόμους στείχειν ἐμούς ; Εἴ μοι θέμις γ ' ἦν :
δόξηι ἐστί . Ἔχοντα δεῖ τόξον τε καὶ ἰοδόκον φαρέτραν στείχειν ποτὶ φῶτα κακόν : πιστὸν γὰρ οὐδὲν γλῶσσα διὰ
4749204 καθεξω
ὄντως : † ὡς οὐ καθέξω : καὶ δὴ οὐ καθέξω τὸν στρατὸν ἔσω τῶν τειχῶν : καὶ μὴν τὸ
πύλαι στόματος τὰ χείλη . οὐκέτι οὖν , φησὶ , καθέξω τὸν λόγον ἐντὸς τοῦ στόματός μου , τουτέστιν οὐκέτι
4744658 ἀποναιο
πολλά , τά τοι φέρομεν : σὺ δὲ τῶνδ ' ἀπόναιο , καὶ ἔλθοις σὴν ἐς πατρίδα γαῖαν , ἐπεί
πολλά , τά τοι φέρομαι : σὺ δὲ τῶνδ ' ἀπόναιο , καὶ ἔλθοις σὴν ἐς πατρίδα γαῖαν , ἐπεί
4735371 ἐπαυρεσθαι
γὰρ διὰ τοῦ γ μόγις , παρὰ τὸν μόγον . ἐπαύρεσθαι : ἐὰν μὲν παροξυτόνως , ἔσται συντελικὸς ἀντὶ τοῦ
γὰρ διὰ τοῦ γ μόγις , παρὰ τὸν μόγον . ἐπαύρεσθαι : ἐὰν μὲν παροξυτόνως , ἔσται συντελικὸς ἀντὶ τοῦ
4733922 πεπρωμενα
νεογνοὶ παῖδες ἐδιζήσαντο πελώριον Ὠρίωνα . Ἀλλ ' οὔπω Θήβῃ πεπρωμένα κεῖτο τάλαντα , τήν ῥά ποτε Κρονίδης δῶρον πόρε
καὶ αὐτὸς τὴν ἐμὴν ἀπέκτεινε θυγατέρα . εἱμαρμένα ] οὕτω πεπρωμένα παρὰ θεῶν . γένεθλον ] ὦ . γένεθλον ]
4731674 ημε
] [ ] θου ? [ ] νοη [ ] ημε [ ] ! ! νευ [ ] νόμιμον [
] ? [ ατος ] ? [ ζε ] [ ημε ] [ του ] [ την ] [ τέλος
4721952 ἀθαναταν
αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην ,
βροτοῖς αἰεί τι φέροισαι . Κύπρι Διωναία , τὺ μὲν ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾶς , ἀνθρώπων ὡς μῦθος , ἐποίησας Βερενίκαν
4707228 θαρσει
μὲν ἀληθείας τότε , ἀναμιμνήσκεται δὲ ἐνθάδε ἐκείνων : καὶ θαρσεῖ μὲν τότε , σφάλλεται δὲ νῦν . Ἡ δὲ
ἀργύριον ἦι , πάντα θεῖ κἠλαύνεται . ὅ τοι κακὸς θαρσεῖ μάλ ' αὐτόθεν [ ἔπειτα φεύγει ] . γυναικάνδρεσσι
4705974 φραϲαι
] ! θεν ? ἄχρι δευρὶ πάλιν ] ! ελθὼν φράϲαι ] γεγενημένα ] ! ηϲω τυχὸν βιβάζων ] τὰϲ
, ὡϲ νεκρῶδεϲ , τὸ ἀχρεῖον καὶ τὸ ἀναλδὲϲ θέλει φράϲαι : ὃ γὰρ ἐπὶ τῷ ξύμπαντι ἀποπληξίη ἐϲτὶ ἰϲχυρή
4701919 ζωειν
αἰπεινοῖο στήμεναι ἐν πολέμῳ : μάλα γὰρ δέος ἔλλαβε πάντας ζώειν ἐλπομένους ἐρικυδέα Πηλείωνα . Ἀντήνωρ δ ' ἐν τοῖσι
Ἀδώνιδι ὅκως ἐόντι νέκυι , μετὰ δὲ τῇ ἑτέρῃ ἡμέρῃ ζώειν τέ μιν μυθολογέουσι καὶ ἐς τὸν ἠέρα πέμπουσι καὶ
4700442 κρυοεντα
γόνος καὶ Καλλιρόας : “ μή μοι θάνατον [ προφέρων κρυόεντα δεδίσκε [ ' ἀγάνορα θυμόν , μηδεμελ [ αἰ
: αὐτῷ δὲ χάρις καὶ μῖσος ὀπηδεῖ : καὶ πόλεμον κρυόεντα καὶ ἄλγεα δακρυόεντα . οὐδέ τις ἔσθ ' ἕτερος
4695481 κακηι
εἰς θάρσος κατέστησαν τοὺς ἀκούοντας , οἱ δὲ πειθοῖ τινι κακῆι τὴν ψυχὴν ἐφαρμάκευσαν καὶ ἐξεγοήτευσαν . καὶ ὅτι μέν
ἀρέσκει μηδὲν ὑγιὲς ἐκ φρενῶν λέγοντι πείθειν τοὺς πέλας τόλμηι κακῆι : οἱ δ ' αἰσχρὰ κέρδη πρόσθε τοῦ καλοῦ
4686817 σχησει
σε : ἄδηλα καὶ ἄγνωστα : ὅπου ἀποβήσεται , τέλος σχήσει : ἄσημα δ ' οὐκέτ ' ἔστιν οἷ φθίνει
μετεφώνεε δεύτερον αὖτις : “ ὦ φίλοι , οὐ γὰρ σχήσει ἀνὴρ ὅδε χεῖρας ἀάπτους , ἀλλ ' ἐπεὶ ἔλλαβε
4684701 πενιης
μορφὴν οὐ χαρίεσσαν ἔχων : εἰ δέ τις ἀχρήμων , πενίης δέ μιν ἔργα βιᾶται , κτήσασθαι πάντως χρήματα πολλὰ
γαστέρα μαργοσύνῃ . οὕτως μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον . Εὐκτήμων δ ' ἐδάκρυε τὸ δεύτερον
4675698 ὀντ
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
τέ ” σύνδεσμος πρὸς τὸ σε τοι θύρασι χρῆ μένειν ὀντ * τινάς . καὶ τοῦτο δὲ ἁμάρτημά ἐστιν ,
4667874 ἱκοιο
νοτίης προπάροιθε κολώνης , αἶψά κε Κωλιάδος μεγάλης ἐπὶ νῆσον ἵκοιο , μητέρα Ταπροβάνην Ἀσιηγενέων ἐλεφάντων , ἧς ὕπερ ,
δαίμων ; ἦ μέν ς ' ἐνδυκέως ἀπεπέμπομεν , ὄφρα ἵκοιο πατρίδα σὴν καὶ δῶμα , καὶ εἴ πού τοι
4659458 ἐσθλον
Ψ , , Ε . ἴκμενον οὖρον ἵει . . ἐσθλὸν ἑταῖρον . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ἑταῖρον
Πλευρώνιον , ὅς μοι ἀνέστη : Ἴφικλον δὲ πόδεσσι παρέδραμον ἐσθλὸν ἐόντα , δουρὶ δ ' ὑπειρέβαλον Φυλῆά τε καὶ
4649039 λιτεσθαι
ἦ γὰρ ἔμελλεν οἷ αὐτῷ θάνατόν τε κακὸν καὶ κῆρα λιτέσθαι ἡ διπλῆ ὅτι καὶ νῦν τὸ ἔμελλε σαφῶς οὐκ
παρὰ τὸ λίαν ἀργὸν ἢ ταχύν . Λιτέσθαι : κῆρα λιτέσθαι . ὤφειλεν προπαροξύνεσθαι ὡς τὸ ἔρεσθαι * * *
4641479 τερπεο
ἐν μεγάροισιν ἀάσπετα κωκύουσαν εἵνεκα Τυνδαρίδος πολυκηδέος , ᾗ παριαύων τέρπεο καγχαλόων , ἐπεὶ ἦ πολὺ φερτέρη ἐστὶ τῆς σέο
μ ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς , σιγῇ νῦν ξυνίει καὶ τέρπεο πῖνέ τε οἶνον , ἥμενος . αἵδε δὲ νύκτες
4639245 ἀμειψαι
μηδὲν ἀπαιτῆσαι . τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
μηδὲν ἀπατῆσαι : τί οὖν ἐπὶ τούτοις ἡ θεός ; ἀμεῖψαί φασι τὸν ἄνθρωπον , καὶ ἀμείβεται νεότητι καὶ κάλλει
4633520 ἀεικες
Φοβίου καὶ ἅλα ξυνεῶνα θαλείης κρήναις καὶ ποταμοῖς νίψετ ' ἀεικὲς ἔπος . ἡ δ ' ὅταν ἀρνῆται μελεὸν γάμον
ἀνάξει Εὐρυσθεὺς Σθενέλοιο πάϊς Περσηϊάδαο σὸν γένος : οὔ οἱ ἀεικὲς ἀνασσέμεν Ἀργείοισιν . ὣς φάτο , τὸν δ '
4633361 ἐτητυμως
Ϙγʹ , ὧν τελευταῖος : ἥξω διαιρεῖν τοῦτο πρᾶγμ ' ἐτητύμως . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι
ἔργον ἄτρυτον λῆμα ἄφιμος ἵππος γνώσῃ δὲ τέχνην τὴν ἐμὴν ἐτητύμως ἀψευδόμαντιν οὖσαν τὸν πλησσόμενον ἐμβριθῆ νοῦν ? – ˘
4609852 οὐποτε
κούφοισιν ἀειρόμενος ῥοθίοισιν , ὕστατα φυσιόων : μήτηρ δέ μιν οὔποτε λείπει , ἀλλ ' αἰεὶ μογέοντι συνέσπεται , ἔκ
ἄλλου βασιλέως τετρακέφαλον ὄρνιν , καὶ πλημμυρῆσαι τὸν Νεῖλον ὡς οὔποτε , καὶ καρπῶν ἀφθονίαν γενέσθαι καὶ εὐποτμίαν ληίων θαυμαστήν
4601790 φιλ
Χῖος ἐν † τῶι κατωτικῶι † δούμωι . Ἑρμῆ , φίλ ' Ἑρμῆ , Μαιαδεῦ , Κυλλήνιε , ἐπεύχομαί τοι
τινὸς αὐτῶν λάβηται . ἡ δ ' ἔξεχ ' ὦ φίλ ' ἥλιε παιδιὰ κρότον ἔχει τῶν παίδων σὺν τῷ
4601563 φρενα
, αἰθέρα Διὸς δωμάτιον , ἢ χρόνου πόδα , ἢ φρένα μὲν οὐκ ἐθέλουσαν ὀμόσαι καθ ' ἱερῶν , γλῶτταν
, τέχνασμα . Μὴ τὰ πελώρια μέτρα γύης ὑπὸ σὴν φρένα βάλλου : οὐ γὰρ ἀληθείης φυτὸν ἐν χθονί ἐστιν
4599453 σαν
πόλις ὠνόμασται . διὸ καὶ Ὠκεανοῦ θυγατέρα αὐτὴν λέγει . σὰν πόλιν : τὴν ἀπὸ σοῦ προσαγορευομένην καὶ χρηματίζουσαν ,
, πάντ ' ἀνάσσων , μὴ λάθοι σὲ τάν τε σὰν ἀθάνατον αἰὲν ἀρχάν . Φθίνοντα γὰρ τοῦ παλαιοῦ Λαΐου
4596983 βροτειας
ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης : δόξας δ ' ἀπὸ τοῦδε βροτείας μάνθανε κόσμον ἐμῶν ἐπέων ἀπατηλὸν ἀκούων . μορφὰς γὰρ
ἢ ὡς πρὸς κνησμονὴν αὐτῆς ἐκείνου τοῦτο ποιοῦντος : μείζω βροτείας : εὐτυχήσας τῆς ἐπιμιξίας τῆς δαίμονος πλέον ἢ ὡς
4592679 ἐθελων
ἐρωτήσει μακρὸν λόγον ἀποτείνων , ἐκκρούων τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων διδόναι λόγον , ἀλλ ' ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται
' ἧς ἐξηπάτησας τοὺς δικαστάς , ψευδεῖς μάρτυρας παρασχόμενος ὡς ἐθέλων παραδοῦναι . Ἐπειδὴ τοίνυν σοι τότε οὐ παρῆν ἡ
4590588 Κυθηρη
ὃ κρατεῖ ποθούντων . Ἀπὸ σῶν αἷμα μελῶν στάξε , Κυθήρη , γλυκερῶς ἡμετέρων ἔνδοθι κόλπων . Τί ποθεῖς πόθων
θυμόν ἕψονται , μάλα δ ' αὖ κεν ἐπὴν ἐρόεσσα Κυθήρη Αἰγιόχῳ λεύσσῃσιν ὁμοῦ , κἢν ἄλλοθεν αὐτή ὀσσομένη τότε
4588183 ὑμ
] περαίνοις [ ] ν ἀπὸ ? καὶ πατρός : ὑμ [ ν - ] ! ! ! ! !
] γαῖα ? κ [ [ ] ήγεθ ? ' ὑμ ? [ [ ] ονιασς ? [ [ ]
4583875 ἀνατλας
δάκρυ βάλω . Ἀγρεύσας τὸν νεβρὸν ἀπώλεσα , χὠ μὲν ἀνατλὰς μυρία , καὶ στήσας δίκτυα καὶ στάλικας , σὺν
: τὰ ἀπὸ μητρὸς αὐτῷ γινόμενα : ὁ πάντ ' ἀνατλὰς Οἰδίπους : τί ἥμαρτεν ὁ Οἰδίπους ὅτι καὶ αὐτὸς
4582598 προσφερων
πάντα βλαστάνει βροτοῖς φθίνει τε . καὶ παιδὶ καὶ γέροντι προσφέρων τρόπους σφαγὰς δὲ Δαναοῦ παρθένων Λυγκεὺς φυγὼν Ἄβαντα φύει
ψυχραὶ , τούτῳ φάρμακον μὲν μὴ διδόναι , θεραπεύειν δὲ προσφέρων ψύγματα καὶ πρὸς τὴν κοιλίην καὶ πρὸς τὸ ἄλλο
4580406 ἀκ
εἴποιμι πρὸς ἄλλον , ἐπειδή σε φιλῶ , καίτοι τινὰ ἀκ - κισμὸν ἂν ἐμοὶ φέροι . κατηγορεῖς δέ ,
γὰρ τὸ πρῶτον ῥηθὲν ἀναπηδῶν προῆγέ μοι τὴν γλῶτταν εἰς ἀκ - μήν , ὥστε ἐμαυτῷ συνηδόμην . τῆς γε
4577395 μαψ
δὲ χρῶνται τοῦ μὲν ποιητοῦ τῷ κρῖ καὶ δῶ καὶ μάψ , καὶ ἔτι ” ἥρως „ δ ' Αὐτομέδων
ἀναφανδά . καὶ τὰ ἄλλως ἔχοντα τὸ Α : ἄψ μάψ λάξ διαμπάξ . Τὰ δὲ διὰ τοῦ Α πρὸ
4577144 οικ
! ικεϲ ὄντεϲ ω ! [ ] ν ? κῶμον οικ [ ] ! μεν ϲαφῶϲ ? [ ] κωϲπουδηϲ
πρῶτον ? ? [ ! ! ! ! ! ] οικ ? ? [ ! ! ! ! παιδίον ]
4576933 σπαργανον
! ! ! ! ! ] χειρὶ μελέων ἄπο ποικίλον σπάργανον ] ? ἔρριψεν ἑάν τ ' ἔφανεν φυάν ?
νῦν χιτῶνι , ἀλλ ' εἰκὸς αὐτὸν ἔξωθεν ἔχειν παιδικὸν σπάργανον . θήρειον γραφήν ] παρὰ τὸ ἐν προτέροισι πόδεσσι
4568336 ὀλβιον
κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγανοῖς χαίτην θεράπευε ,
ἐς Αἴτναν , ἔνθ ' ἀναπεπταμέναι ξείνων νενίκανται θύραι , ὄλβιον ἐς Χρομίου δῶμ ' . ἀλλ ' ἐπέων γλυκὺν
4566960 εὐχος
ὅς ῥ ' ἐφύλασσεν Ἕκτορ ' , ἀτὰρ Τεῦκρον Τελαμώνιον εὖχος ἀπηύρα , ὅς οἱ ἐϋστρεφέα νευρὴν ἐν ἀμύμονι τόξῳ
. οἴχετ ' ἀνὴρ ὤριστος , ἐμοὶ δὲ μέγ ' εὖχος ἔδωκε Ζεὺς Κρονίδης : ἀλλ ' ἰθὺς ἐλαύνετε μώνυχας
4561716 φαος
σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεθα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἤδη γὰρ φάος οἴχεθ ' ὑπὸ ζόφον , οὐδὲ ἔοικε δηθὰ θεῶν
Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' αὔτως καὶ ἀριθμός
4561070 ἐσαντα
λύθρῳ ὑπ ' ἀργαλέῳ πεπαλαγμένον : οὐδέ τις ἡμέων κείνῳ ἐσάντα μολὼν ἔτ ' ἐσέδρακεν ἠριγένειαν . Νῦν δ '
τοι ἄνευ θεοῦ ἤλυθε δεξιὸς ὄρνις : ἔγνων γάρ μιν ἐσάντα ἰδὼν οἰωνὸν ἐόντα . ὑμετέρου δ ' οὐκ ἔστι
4558833 κρεσσον
ἀνέσει καὶ παρ ' οἶνον . . : κρύπτειν ἀμαθίην κρέσσον ἢ ἐς τὸ μέσον φέρειν . , . .
στόμα τοι καὶ ἐφίμερος , ὦ Δάφνι , φωνά : κρέσσον μελπομένω τευ ἀκουέμεν ἢ μέλι λείχειν . λάσδεο τὰς
4549714 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
4547427 μωμον
τὸ μὲν ἄξιον ἐπαίνου ἐπαίνωι τιμᾶν , τῶι δὲ ἀναξίωι μῶμον ἐπιτιθέναι : ἴση γὰρ ἁμαρτία καὶ ἀμαθία μέμφεσθαί τε
τῷ προσώπῳ εὐειδεῖς καὶ ἐπιτερπεῖς , ἐοικότες γυναικί , ἀλλὰ μῶμον ἕξουσιν ἐν τῷ ἀριστερῷ ὀφθαλμῷ ἢ περὶ τὸν ἕνα
4545879 Φαμι
ἀγαθός . . . . . . Ἐν ταὐτῷ . Φαμὶ δὴ τὸν ἀγαθὸν ἄνδρα τοῦτον εἶμεν , τὸν πράγμασι
. . . Ἱπποδάμου Πυθαγορείου ἐκ τοῦ Περὶ πολιτείας . Φαμὶ δ ' ἐγὼ ἐς μοίρας τρεῖς διεστάσθαι τὴν σύμπασαν
4545182 ἀμπλακιην
μῦθον ὑπερφίαλόν τε καὶ ἄσχετον : ἀλλ ' ἀνέμοισιν δώομεν ἀμπλακίην , ὡς καὶ πάρος εὐμενέοντες . ” Τὸν δ
καὶ τεκέεσσιν . ἔγωγε μέν , εὖτ ' ἀφίκανεν , ἀμπλακίην ἔγνων : βωμὸν δ ' ἐκέλευσα καμόντα Θυνιάδος νύμφης
4544624 ἐσειδε
' ἐξέπνευσαν ἄθλιον βίον . μήτηρ δ ' , ὅπως ἐσεῖδε τήνδε συμφοράν , ὑπερπαθήσας ' ἥρπας ' ἐκ νεκρῶν
. Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , σοί
4539743 ὁτωι
⌋ συμβουλεύοντα : τοῦτο μὲν γάρ ⌊ λαβεῖν ⌋ ⌊ ὅτωι πολεμήσετε ⌋ βουλομένων , οὐχ ἃ τῆι πόλει ⌊
χρόνωι συνισχνανεῖ . τοὔνομα μὲν οὖν παῖδ ' οἶδ ' ὅτωι κατήινεσας , γένους δὲ ποίου χὠπόθεν μαθεῖν θέλω .
4536662 σθενει
εἰσὶ δέ τινες , οἳ τῶν μητρῴων ὑπερορῶντες περιέχονται παντὶ σθένει τῶν πατρῴων , οὓς καὶ τῆς μεγίστης τιμῆς ,
, μήτε ἐν λόγοις μήτε ἐν ἔργοις . ἃ παντὶ σθένει κατὰ τὸ παρεῖκον ὁ Μάκρων ἐθεράπευε , τὰς μὲν
4536495 γοις
δὲ λοιδορησαμένων ἡμῖν Θετταλῶν καὶ Πύθωνος ἐν τοῖς λό - γοις , Θετταλοὺς μὲν ἐάσωμεν : ἱκανὴ γὰρ ἣν Φιλίππῳ
ἀδελφόν . Τί δ ' ἂν αὖ Κλεινίαν λέ - γοις , μαινόμενον ἄνθρωπον ; Ἐπειδὴ τοίνυν Κλεινίας μὲν μαίνεται
4533119 οὐτοι
φίλους , καὶ νῦν ὑπὲρ τῶν κοινῶν δικαίων ἀγωνίζεσθαι . οὔτοι φιλαθηναίου γέ ἐστι τὴν Ἀκαδημίαν μόνην ἀσπάζεσθαι τῆς Ἀττικῆς
γ ' ἔλεξας , χρήστ ' ἔπη κρύπτειν φίλους . οὔτοι σιωπῶς ' εἶτα μέμψομαί ποτε τὴν νῦν σιωπὴν ὡς
4527898 ὀπαζειν
καὶ ἀνέρι φάρμακα δοῦναι Λυγρὰ , τάπερ κακότητα θυμοφθόρον οἶδεν ὀπάζειν , Οὔτε χάριν φιλίης ἑτέρῳ κατὰ νεῖμαι ὑποστῶ ,
Εὐρύμαχ ' , οὔ τί ς ' ἄνωγα ἐμοὶ πομπῆας ὀπάζειν . εἰσί μοι ὀφθαλμοί τε καὶ οὔατα καὶ πόδες
4527475 ὑποδδεισας
: ἔπεσσι δὲ πάντας ἑταίρους θάρσυνον , μή τίς μοι ὑποδδείσας ἀναδύη . ἀλλ ' ὅτε δὴ τάχ ' ὁ
ἔβητε . ” Τοῖά μιν ἐξερέοντα κασιγνήτων προπάροιθεν Ἄργος , ὑποδδείσας ἀμφὶ στόλῳ Αἰσονίδαο , μειλιχίως προσέειπεν , ἐπεὶ προγενέστερος
4527373 κερδεος
μέμηλε δίκη . Οὐδείς , Κύρν ' , ἄτης καὶ κέρδεος αἴτιος αὐτός , ἀλλὰ θεοὶ τούτων δώτορες ἀμφοτέρων :
δειλία , ὅκκα δὲ ἁδονᾶς , ἀκολασία , ὅκκα δὲ κέρδεος , ἀδικία . ἁ δὲ κατ ' ὀρθὸν λόγον
4525354 ἀϊων
. τί τόδε τορὸν ἄγαν ἔπος ἐφημίσω ; νεογνὸς ἂν ἀΐων μάθοι . πέπληγμαι δ ' ὑπ ' αὖ δήγματι
ἐπεὶ ἦ φίλου ἀνέρος ἐστὶ ψυχή , τὴν ἔγνων φθεγξαμένης ἀΐων . “ Καὶ ταῦτα μὲν ὁ Ξενοφάνης . ἔσκωψε
4522474 χης
Μενελάου ἀπεστραμμένου τὴν ἱκεσίαν αὐτὸς δυσφορῶν λέγει : δυστυ - χὴς ἐγὼ εἰς ἄπορον ἥκων κακῶν καὶ οὐκ ἔχων οὐδεμίαν
Μενελάου ἀπεστραμμένου τὴν ἱκεσίαν αὐτὸς δυσφορῶν λέγει : δυστυ - χὴς ἐγὼ εἰς ἄπορον ἥκων κακῶν καὶ οὐκ ἔχων οὐδεμίαν
4519928 κελαινῳ
ἐπισπέρχει δ ' ἀέκοντας φοιταλέῃ μάστιγι χορευέμεν : οἱ δὲ κελαινῷ τύμματι παιφάσσουσι μεμηνότες , ἄλλοτε δ ' ἄλλῃ κῦμα
: κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ . Τύμματι :
4512117 ἐνεδρευει
καὶ ἀπὸ τότε ἡ αἴθυια παρὰ τὸ χεῖλος τῆς θαλάσσης ἐνεδρεύει , μή πως ἡ θάλασσα τὸν χαλκὸν ἐξαγάγῃ .
, εἴτε ἄρα τοιοῦτος ἄνθρωπός ἐστιν οἷος φαίνεται , ἢ ἐνεδρεύει καὶ θηρεύεται τὴν δόξαν ἐπὶ ἀπάτῃ , καὶ ἃ
4507770 παμπαν
οἷσί περ ἀνήρ θαρσύνοι ἕταρον : σὺ δ ' ἀτάσθαλα πάμπαν ἔειπας . τοῖα φάτις καὶ τοὺς πρὶν ἐπιφλύειν μακάρεσσιν
ἀμαυρά , καθάπερ ἡ τῶν παίδων , αὐτοὶ δὲ διαφθείρονται πάμπαν , ὡς μηδὲν ἔτι πράττοντα ὕστερον ἂν ὀρθῶσαι τὴν
4498881 παγχυ
ἔγω δὲ κῆν ' ὄττω [ ] τις ἔραται : πάγχυ ] δ ' εὔμαρες σύνετον πόησαι πάντι ] τοῦτ
στρατιῶται οἱ ταύτῃ ἀκούοντες ταῦτα ἐς φόβον κατιστέατο , ἐλπίζοντες πάγχυ ἀπολέεσθαι ἐς οἷα κακὰ ἧκον : πρὶν γὰρ ἢ
4498610 θνατων
, οὐδὲ ταῦτ ' ἐπᾴδουσα „ Νόμος ὁ πάντων βασιλεὺς θνατῶν τε καὶ ἀθανάτων ἄγει δικαιῶν τὸ βιαιότα - τον
, ἀλλά μοι αὐτὸς ἄειδεν ἐρωτύλα , καί με δίδασκε θνατῶν ἀθανάτων τε πόθως καὶ ματέρος ἔργα . κἠγὼν ἐκλαθόμαν
4496792 γηρας
ἔχοντα κομψῶς τῶν δραμάτων ἠφάνιζε δυσκολαίνων τοῖς θεαταῖς διὰ τὸ γῆρας . ὅτι ἦν παλαιὸς νόμος τῆς ἐπιγονῆς ἕνεκα τῶν
τῆς νόσου διασῶσαι . κατισχυθέντος δὲ τοῦ Φερεκύδου διὰ τὸ γῆρας καὶ διὰ τὸ μέγεθος τῆς νόσου , περιέστειλεν αὐτὸν
4488016 ἀμμε
ἡμέτερον δὲ λέχος θαλάμοις ἔνι κουριδίοισιν πορσανέεις , οὐδ ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο , πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι
κήομεν : ὕστερον αὖτε μαχησόμεθ ' εἰς ὅ κε δαίμων ἄμμε διακρίνῃ , δώῃ δ ' ἑτέροισί γε νίκην .

Back