' ὅσον ἀπελείφθη τοῦ ἀδικεῖν , ἐπὶ τοσοῦτον τῷ δικαιοπραγεῖν ἐπιδράμῃ . Περὶ μὲν οὖν ἱππέως καὶ ἀναβάτου , κτηνοτρόφου
, τὸ παρεκβάσει περὶ Αἰγίνης τι εἰπεῖν , μὴ κόρος ἐπιδράμῃ μου τοῖς ποιήμασι , ὃ νῦν ἐξείληφα ἔργον ,
4989373 ὁποταν
παθήματα ἢ σπασμούς : καὶ ἐπὶ τὸ χεῖρον τρέπονται , ὁπόταν καὶ τῶν τόπων κυριεύσωσιν . Ἀλλὰ περὶ μὲν τούτων
ἀκαταλήκτων μζʹ , ὧν τελευταῖος ἦρος ἐν ὥρᾳ χαίρων , ὁπόταν πλάτανος πτελέᾳ ψιθυρίζῃ . καλεῖται δὲ τοῦτο τὸ μέτρον
4970755 μυδαλεον
ἢν ἄρα δήποτ ' ἐδητύος ἄμμι λίπωσιν , πνεῖ τόδε μυδαλέον τε καὶ οὐ τλητὸν μένος ὀδμῆς . οὔ κέ
ποτέ ς ' οὐρανόθεν σκοτόεν νέφος ἀμφικαλύψῃ , χρῶτα δὲ μυδαλέον θήῃ κατά θ ' εἵματα δεύσῃ : ἀλλ '
4920036 σκοτῳ
, ὥστε δῆλα γενέσθαι καὶ μὴ ἀφανείᾳ τινὶ καλυφθῆναι καὶ σκότῳ . Αἰγίνᾳ τε γὰρ ] Ἐν Αἰγίνῃ ἀγὼν ἐτελεῖτο
χαμαὶ πεσόντα ἤγουν μὴ κατὰ γνώμην αὐτοῦ ἐξενεχθέντα ἰδών , σκότῳ καὶ ἀφανείᾳ κυλισθήσεται . τοῦτο δὲ ἐκ μεταφορᾶς εἴρηται
4819757 πασχ
, ὃν καλέουσι Συρακόσιοι κύνα πίονα : κᾆτα ὕστερον ἤδη πάσχ ' ὅτι σοι πεπρωμένον ἐστίν . ΑΧΑΡΝΟΣ . Καλλίας
, ὃν καλέουσι Συρακόσιοι κύνα πίονα : κᾆτα ὕστερον ἤδη πάσχ ' ὅ τι σοι πεπρωμένον ἐστίν . ἐν δ
4735522 ἀθλιον
ἐν τῇ γενικῇ , οἷον . . ὁρᾷς τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον : παρώνυμόν ἐστι καὶ οὐκ ἀπὸ τῶν εἰς
καὶ ταλαιπωρίας . Ἔτι δὲ οὐδὲ δείλαιον γῆρας , ἤγουν ἄθλιον , ἐπῆν αὐτοῖς : ἀεὶ δὲ κατὰ τοὺς πόδας
4715739 ὑβρισμενῳ
πάσχειν , ἀνάγκη δέ τι καὶ τῷ στρατῷ γενέσθαι παραμύθιον ὑβρισμένῳ τε καὶ παρωξυμμένῳ καὶ πολεμίῳ πρὸς τῶν κοινῶν ἐχθρῶν
ταύτην τὴν ὑπερβολὴν τῆς τιμωρίας τῷ γε τὸ σῶμ ' ὑβρισμένῳ δεδωκέναι . τί οὖν ; ἐμοὶ τῷ τοσαύτῃ κεχρημένῳ
4633730 ἀποθνηισκει
μευ κατακλαίει καὶ ταταλίζει [ ] καὶ ? ? ποθέων ἀποθνήισκει . ἀλλ ' , ὦ τέκνον ? ? μοι
ὄρθιον κατὰ γῆς καὶ ἄνωθεν πέτρην ἐπιτιθεῖσιν σῆμα : καὶ ἀποθνήισκει : τοῦτ ' ἔστιν γὰρ ἴσως τὸ τῶι δόρατι
4631168 καθευδειν
ἡ ἐνυπνιόμαντις : βρίζειν δ ' οἱ ἀρχαῖοι λέγουσι τὸ καθεύδειν : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν ἠῶ δῖαν ταύτῃ
τόσσα μέμηλεν : οὐ γὰρ οἷόν τε τὸν πολλῶν ἡγούμενον καθεύδειν παννύχιον . πιθαναὶ δὲ ὡς ἐκείνη : ὅστις δ
4600972 καθηρῃ
καὶ τὸ ξὺν τῷ ναρκισσίνῳ . Ἢν δὲ ταῦτα μὴ καθήρῃ , κατανοῶν πολὺ προστιθέναι , τέως τὸ ξὺν τῇ
νοσήλια , μέχρις ἅπασαν ἄτην γυιοβόρους τε δύας ὀδύνας τε καθήρῃ : ὣς οἵγ ' ἀρτιφύτοισιν ἀναΐσσουσιν ἐλύτροις δειδιότες νούσοιο
4598449 ποησας
ταἴτιον ; Ὅ τι ; εἰσέθηκε ποταμόν , ἐριοπωλικῶς ὑγρὸν ποήσας τοὔπος ὥσπερ τἄρια , σὺ δ ' εἰσέθηκας τοὔπος
: οὐκ ἂν διαγνοίην : Κλεόστρατος δέ τις ἐστὶν ὁ ποήσας , ὡς λέγει τὰ γράμματα . ἐπίδειξον ] .
4575140 ἐπαν
δὲ τῆς τούτων καὶ τῶν ἄλλων θηρίων κρεοφαγίας ζῶσιν , ἐπὰν δὲ μηδὲν θηρεύσωσι , τὰ ξηρὰ δέρματα ἐπ '
ἐν τῷ δικαστηρίῳ πρὶν παρεδρεύειν , καὶ εὐθύνας “ διδόασιν ἐπὰν παρεδρεύσωσιν . ” Παρεῖαι ὄφεις : Δημοσθένης ὑπὲρ Κτησιφῶντος
4525032 κρατησον
, τὸν δάκτυλόν σου τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς τὸν ἀσπαστικὸν τρὶς κράτησον , ἢ ὄξος ἐπιῤῥοφησάτω , ὥστε καὶ κύμινον καὶ
. ἐπίσχες ] σαυτὸν δηλονότι ἤτοι καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω ,
4504516 ὀμμασιν
τῶν ἀστέρων καὶ ἡλίου καὶ σελήνης τὰ προαπαντῶντα φωτίσματα τοῖς ὄμμασιν ἡμῶν , εἰς στενόν τι καὶ ἀμυδρὸν συνελαύνεται καὶ
τ ' ἔφυν εὐκάρδιος . Οἶμαι γὰρ οὐδ ' ἂν ὄμμασιν μόνην θέαν ἄλλον λαβόντα πλὴν ἐμοῦ τλῆναι τάδε :
4501051 δυσερωτες
ἔσπασε θήρην , ῥηϊδίως ἁψῖσι περίσχετον ἀμφικαλύψας . Σηπίαι αὖ δυσέρωτες ἐπὶ πλέον ἔδραμον ἄτης : οὐ γὰρ τοῖς οὐ
ὅτι τοῦ ζῆν φίλτερον ἄλλο σκότος ἀμπίσχων κρύπτει νεφέλαις . δυσέρωτες δὴ φαινόμεθ ' ὄντες τοῦδ ' ὅτι τοῦτο στίλβει
4490089 κᾀτα
' αὐτόν . εἶτα γνούς πως τοῦθ ' ὑποδεῖται , κᾆτά τις εἶπε τῶν ξυμπινόντων ἤδη σύ ; τί οὐχ
ἔδοξα ἐν τῷ δρόμῳ καὶ ἔξω ἐλάσαι τῶν ὅρων , κᾆτά μοι ἄχθεται καὶ τὴν νύκτα τριπλασίαν τῆς ἡμέρας ποιῆσαι
4488026 μεθιεις
ξένε , λίην τόσον ἠὲ χαλίφρων , † ἢ ἑκὼν μεθίεις : πᾶς γὰρ μὴ μανθάνων ἢ φύσεως ἀντιπραττούσης πάσχει
ὦ ξεῖνε , λίην τόσον ἠὲ χαλίφρων , ἠὲ ἑκὼν μεθίεις καὶ τέρπεαι ἄλγεα πάσχων . πᾶς γὰρ μὴ μανθάνων
4451382 αἰδεσσεται
ἀγλαὰ δέχεσθαι ἄποινα ” καὶ “ οὐδέ τι μ ' αἰδέσσεται , κτανέει δέ με γυμνὸν ἐόντα . ” καὶ
τρέπεται μέγεθος . οὕτως † Ζήνων . . . . αἰδέσσεται : αἰδεσθῇ , καὶ ὅς μέν τ ' αἰδέσσεται
4447316 ὑπνῳ
πλὴν οὐχ ὁ ὕπνος , ἀλλ ' ἡ ἐν τῷ ὕπνῳ πέψις ἐξ αἵματος , καὶ τρεφόμενον ἕκαστον τῶν μορίων
καὶ τοὺς Ὀνείρους , οὔτινι εὐνηθεῖσα . ἡ νὺξ γὰρ ὕπνῳ καὶ τοῖς ὀνείρασιν ἀφώρισται . φῦλον δὲ ὀνείρων εἶπεν
4446245 νεφος
' ὡς τάχος εἴσω . δῆλον ἀπ ' ἀρχῆς ἐξαιρόμενον νέφος οἰμωγῆς ὡς τάχ ' ἀνάψει μείζονι θυμῶι : τί
. δωδ . § : κρεῖττον γὰρ ἐπερχόμενον ἐκκλῖναι τὸ νέφος ἢ φερομένῳ συναπενεχθῆναι τῷ ῥεύματι . . . ὑπ
4441086 μεθηι
οὐδὲ κλῶνα μυρσίνης ἔλαβε , πυρὰ δὲ χέρσος ἀγλαϊσμάτων . μέθηι δὲ βρεχθεὶς τῆς ἐμῆς μητρὸς πόσις ὁ κλεινός ,
ἤμην λάθραι πειρῶν καὶ κλεπτομένην ἀπόλαυσιν ἁρπάζων καὶ νυκτὶ καὶ μέθηι καὶ θεράποντι ? καὶ τιθηνῶι κοινούμενος τὸ πάθος ·
4439101 κερδαιν
σφόδρα ἄνθρωπον , ἀπολαύοντα μηδὲν ὧν ἔχει . μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' : ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
τὸ καλῶς ἀκούειν ταχὺ ποιεῖ πᾶσιν κακῶς . Μὴ πάντοθεν κέρδαιν ' , ἐπαισχύνου δέ μοι : τὸ μὴ δικαίως
4404214 κτυπον
λέβητα , καὶ τὸ λείψανον τοῦ πόματος ἐνέβαλλον , καὶ κτύπον μέγαν ἀπετέλουν ἐν τούτῳ . πότων : ἀντὶ τοῦ
λεγομένων Νέστορός ἐστι , καθὸ καὶ τὸ Νέστωρ δὲ πρῶτος κτύπον ἄϊε φωνῆς . . ὅ με προἕηκε πυθέσθαι ὅν
4360865 φαει
μὴ γὰρ ἦν τόδ ' , οὐκ ἂν ἦμεν ἐν φάει . αἰνῶ δ ' ὃς ἡμῖν βίοτον ἐκ πεφυρμένου
ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει , κρυφᾷ δέ σκολιαῖς γένυσσιν ἀνδέροντι πόδας ἠδὲ κεφαλάν
4341093 ὑπνον
οὐ τόσσον ὀδύρομαι ἀχνύμενός περ , ὡς ἑνὸς ὅστε μοι ὕπνον ἀπεχθαίρει καὶ ἐδωδήν . ἵνα δὲ μὴ φαίνηται μηδενὸς
ἐξ ὕπνου εἰς ἀγρυπνίαν , ἀλλ ' ἐξ ἀγρυπνίας εἰς ὕπνον . οὕτω καὶ ἐνταῦθα τὴν ἥττονα δέχου μεταβολὴν ,
4333829 ἀκ
εἴποιμι πρὸς ἄλλον , ἐπειδή σε φιλῶ , καίτοι τινὰ ἀκ - κισμὸν ἂν ἐμοὶ φέροι . κατηγορεῖς δέ ,
γὰρ τὸ πρῶτον ῥηθὲν ἀναπηδῶν προῆγέ μοι τὴν γλῶτταν εἰς ἀκ - μήν , ὥστε ἐμαυτῷ συνηδόμην . τῆς γε
4329805 ῥηξας
ἀντικρὺ Σαλαμῖνος ὄρος τῶν Αἰγάλεων , ὥς φησιν Ἡρόδοτος . ῥήξας δὲ πέπλους : σχίσας δὲ τὰ ἱμάτια ἑαυτοῦ καὶ
φάλαγγα τῶν πολεμίων ἀξιοῦσθαι δωρεᾶς : ἐν αὐτομόλου τις σχήματι ῥήξας τὴν φάλαγγα αἰτεῖ δωρεάν : τινὲς δέ φασιν ,
4310430 νυκτι
ἀγκὰς ἑλὼν νεὸς ἀμφιελίσσης ἐννῆμαρ φερόμην : δεκάτῃ δέ με νυκτὶ μελαίνῃ νῆσον ἐς Ὠγυγίην πέλασαν θεοί , ἔνθα Καλυψὼ
ἀοῖ ἤλυθες . ἤλυθες , ὦ φίλε κοῦρε , σὺν νυκτὶ τρίτῃ καὶ ἀοῖ τρίτῃ , ἤγουν μετὰ τρεῖς ἡμέρας
4263626 ἁλαδ
καὶ λέγει ὃς κέλεαι πολέμοιο συνεσταότος καὶ ἀυτῆς νῆας ἐυσέλμους ἅλαδ ' ἕλκειν , ὄφρ ' ἔτι μᾶλλον Τρωσὶ μὲν
αἰπὺς ὄλεθρος ἐπιρρέπῃ : οὐ γὰρ Ἀχαιοί σχήσουσιν πολέμου νηῶν ἅλαδ ' ἑλκομενάων , ἀλλ ' ἀποπαπτανέουσιν , ἐρωήσουσι δὲ
4251215 ὀλεθρον
σῇσι θεοπροπίῃσιν ἐνίσπες , εἰ καὶ ἐμοὶ τοιόνδε θεοὶ τελέουσιν ὄλεθρον οἷον Ἀλωιάδῃσι πατὴρ τεὸς ἐγγυάλιξε : φράζεο δ '
τῶν ὀλέθρου ἀξίων . ἤγουν καταπόντισον . βάλλ ' ἐς ὄλεθρον : καὶ , βάλλ ' ἐς φθόρον : καὶ
4226615 δολον
ἅμα πάντες ἀϊδρείῃσιν ἕποντο : αὐτὰρ ἐγὼν ὑπέμεινα , ὀϊσάμενος δόλον εἶναι . οἱ δ ' ἅμ ' ἀϊστώθησαν ἀολλέες
ἐς φόβον οὐχ ὁρόωσιν , οὔ τιν ' ὀϊόμενοι μερόπων δόλον , οὐδέ τιν ' ἄτην ἵξεσθαι , σαίνουσι δ
4224769 ὑστερουντα
περιοδικὸν χρόνον ἀκριβὴς πάροδος τῆς ἡλιακῆς ἢ τῆς διαμηκιζούσης , ὑστεροῦντα δέ , ὅταν ἐλάττους . καὶ αὐτὰς δὲ τὰς
? ? ? [ καθήμενον ] ? | καὶ μηθενὸς ὑστεροῦντα ? ? [ ] ? | τῶν ἐν τῆι
4221357 παρερπων
' ἐχάραξε τόδε . Νύμφας Βαυκίδος εἰμί : πολυκλαύταν δὲ παρέρπων στάλαν τῷ κατὰ γᾶς τοῦτο λέγοις Ἀίδᾳ : „
: καὶ Θεόκριτος ἐν Ἀδωνιαζούσαις οὐδεὶς κακοεργὸς δαλεῖται τὸν ἰόντα παρέρπων αἰγυπτιστί : καὶ αἰγυπτιάζειν τὸ ὕπουλα πράττειν . =
4220104 ὑπνου
νοῦν αὐτῆς καὶ αὐτὴν ὥσπερ ἐκ κάρου τινὸς βαθέος ἢ ὕπνου , ὅπως ἀποβλέπουσα πρὸς τὰ νοητὰ αὐτοῦ δέχηται τὰ
ταὐτόν : δυσκινήτως ἔχει καὶ δυσμαθῶς ὥσπερ ἀπονεναρκωμένα , καὶ ὕπνου τε καὶ χάσμης ἐμπίμπλανται , ὅταν τι δέῃ τοιοῦτον
4214321 σκοτος
: τὸ δὲ ὄνομα τῷ χωρίῳ Σκοτίταν [ τὸ δὲ σκότος ] οὐ τὸ συνεχὲς τῶν δένδρων ἐποίησεν , ἀλλὰ
ἀπλανὲς κύκλευμα , ἡλίου φῶς , ἡμέρα , ἄστρα , σκότος , νύξ , γῆ , ἀήρ , ὕδωρ .
4201883 ρην
τοι ὁ μέγα πλούσιος μάλλον τοῦ ἐπ ' ἡμέ - ρην ἔχοντος ὀλβιώτερός ἐστι , εἰ μή οἱ τύχη ἐπίσποιτο
νυμφ [ [ ] μα ? ? [ [ ] ρην [ [ ] ι ὅτι τῆς πολλῆς [ [
4198553 ἐμπνεοντα
, καὶ καταλαμβάνουσι τὸν σφέτερον κύνα ἐπικείμενον αὐτῷ καὶ μόλις ἐμπνέοντα ὑπὸ λιμοῦ . ὁ δέ , ὡς εἶδε τὸν
, καὶ καταλαμβάνουσι τὸν σφέτερον κύνα ἐπικείμενον αὐτῷ καὶ μόλις ἐμπνέοντα ὑπὸ τοῦ λιμοῦ . ὃ δὲ ὡς εἶδε τὸν
4174456 ἁρπασον
φησιν , ὁ τοιοῦτος πλοῦς : ἐὰν οὖν ἐπιτύχῃς , ἅρπασον αὐτόν . χρήματα γάρ : τὰ γὰρ χρήματα τὴν
κἂν ἀποθνῄσκειν μέλλῃς , ἂν μή σοι πωλεῖν θέλῃ , ἅρπασον αὐτόν : ὃν καλέουσι Συρακόσιοι κύνα πίονα : κᾆτα
4173629 ἐπην
στέλλοιτο λίνον πνοιῇσι πετάσσας οὔριον , ἐς Βορέην μέν , ἐπὴν Νότος ὑγρὸς ἄῃσιν : ἐς Νοτίην δὲ θάλασσαν ἐπειγομένου
οἶδεν ὁ Ὅμηρος δῶρον Διονύσου τὸν οἶνον . * αὐτὰρ ἐπὴν δὴ Πληιάδες θ ' Ὑάδες τε , ἕως τοῦ
4173539 ὁπηνικα
Εὐρυδίκην τὴν γυναῖκα . τὸ δ ' ἀληθές , ὅτι ὁπηνίκα τις ἐκ μακρᾶς ἀποδημίας καὶ ἐπικινδύνου διαντλήσας ἐσώθη ,
ἀπέτεκεν Ἄρτεμιν καὶ Ἀπόλλωνα . οἱ δέ φασιν ὅτι , ὁπηνίκα εἰς Ἀστερίαν τὴν νῆσον ἡ Λητὼ παρεγένετο τυγχάνουσα ἔγκυος
4170710 τρομεω
. μᾶλλον ἀεὶ κρατέουσι . τίνα τρομέουσι γυναῖκες ; ὠδίνειν τρομέω : χαλεπὸν βέλος Εἰληθυίης . ἀλλὰ τεὴ βασίλεια μογοστόκος
. ἀλλὰ τεὴ βασίλεια μογοστόκος Ἄρτεμίς ἐστιν . ἀλλὰ τεκεῖν τρομέω , μὴ καὶ χρόα καλὸν ὀλέσσω . ἢν δὲ
4170498 πλαναται
πολυσπερεῖ μέν , ὦ γέρον , καθ ' Ἑλλάδα φήμῃ πλανᾶται καὶ διέγνωσται πάλαι τὸ μὴ βεβαίους τὰς βροτῶν εἶναι
: οὐ γὰρ ὥσπερ ἐν γῇ . . . ἀλλὰ πλανᾶται διὰ τὸ ἀφ ' ὑγροῦ βεβηκέναι ἐφ ' ὁμαλῆ
4169997 φαος
σπείσαντες κοίτοιο μεδώμεθα : τοῖο γὰρ ὥρη . ἤδη γὰρ φάος οἴχεθ ' ὑπὸ ζόφον , οὐδὲ ἔοικε δηθὰ θεῶν
Σεληναίη καὶ Ἰχθύσιν ἀμφὶς ἐοῦσα ἢ ἐνὶ Τοξευτῇ καί οἱ φάος ἐνδεὲς ἔστω , ὡς δ ' αὔτως καὶ ἀριθμός
4147844 κατακαυσῃς
καιρὸν γινώσκων ὁπότ ' ἐστ ' ὀπτή , καὶ μὴ κατακαύσῃς . ἔστω δ ' αὕτη σοι Βυζαντίου ἐξ ἐρατεινοῦ
φρεσὶ καιρὸν γινώσκων ὁπότ ' ἐστ ' ὀπτὴ καὶ μὴ κατακαύσῃς . ἔστω δ ' αὐτή σοι Βυζαντίου ἐξ ἐρατεινοῦ
4129332 ἀπροοπτον
τηνικαῦτα ἐπέλθῃ αὐτοῖς ὁ θάνατος , ἐγὼ δὲ αὐτὸν ποιήσας ἀπρόοπτον καὶ ἐλπίδας αὐτοῖς ἐνθεὶς τοῦ ζῆν , καὶ μὴ
, μὴ τηνικαῦτα ὑπέλθοι αὐτοῖς : ἐγὼ δὲ αὐτὸν ποιήσας ἀπρόοπτον , καὶ ἐλπίδας αὐτοῖς ἐνθεὶς τοῦ ζῆν , καὶ
4128651 καμωσιν
ἔσσεται αὐτοῖς ῥῆξαι τείχεα μακρά , καὶ εἰ μάλα πολλὰ κάμωσιν : οὐ γὰρ ἀβληχρὰ θεοῖσι τετεύχαται ἄφθιτα ἔργα .
εἰ μύσειεν , ἀναγκάζομεν τὰ βλέφαρα , μέχρις ἂν ἱκανῶς κάμωσιν , εἶτ ' ἐξαίφνης λύομεν τοὺς δεσμοὺς καὶ τὸν
4094729 πεσων
ἀνελθεῖν . δεῖ σε οὖν , φησί , προσέχειν μὴ πεσὼν διαθραυσθῇς καὶ γένῃ τραγῳδία . εἶτα χωλὸς ὢν :
τοὺς κατηγόρους φανεροὺς ἀπὸ τῆς ὄψεως , μέλλων δαίρεσθαι , πεσὼν εἰς τὰ τοῦ δεσπότου γόνατα παρεκάλει μικρὸν ἐπισχεῖν .
4092427 δεσμα
ἐξῆγον ὡς ἀπολέοντες , εἷς δέ τις τούτων ἐκφυγὼν τὰ δεσμὰ καταφεύγει πρὸς πρόθυρα Δήμητρος Θεσμοφόρου , ἐπιλαβόμενος δὲ τῶν
. συλληφθεὶς οὖν καὶ Ἡρακλῆς τοῖς βωμοῖς προσεφέρετο τὰ δὲ δεσμὰ διαρρήξας τόν τε Βούσιριν καὶ τὸν ἐκείνου παῖδα Ἀμφιδάμαντα
4084686 ἐπειδαν
πῶς δ ' ἂν μᾶλλον ἐν μάχαις ἡττῷντο ἄνθρωποι ἢ ἐπειδὰν ἄρξωνται ἰδίᾳ ἕκαστος περὶ τῆς αὑτοῦ σωτηρίας βουλεύεσθαι :
, καὶ ἐν τῷ ζυμοῦσθαι οὐ κολλᾶται τῇ καρδόπῳ . ἐπειδὰν δὲ βληθῇ εἰς τὸν φοῦρνον , ὑποπάσσεται τῷ κεράμῳ
4069199 ὠσον
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν . εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γιγνώσκων ὁπότ '
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν , εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γινώσκων ὁπότ '
4065771 φαεννας
. ἐπεὶ τὸ κλεινὸν ἤλθομεν Φοίβου πέδον , τρεῖς μὲν φαεννὰς ἡλίου διεξόδους θέαι διδόντες ὄμματ ' ἐξεπίμπλαμεν . καὶ
ἀφῖγμαι κἀπὶ κινδύνου βάθρα . σύ τ ' , ὦ φαεννὰς ἀστέρων οἰκῶν ἕδρας Ζεῦ ξένι ' , ὅρα τάδ
4064648 μολεν
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
! [ [ ] ! ! [ ! ! ] μολεν κρίσις οὐκ ? ! [ [ ] κασαι γένος
4053550 χὠ
' ὅδε μὲν δώσει δίκην : προσέρχεται γὰρ ὁ πρύτανις χὠ τοξότης . Τουτὶ πονηρόν . Ἀλλ ' ὑπαποκινητέον .
: κοὐκ ἔστ ' ἄελπτον οὐδέν , ἀλλ ' ἁλίσκεται χὠ δεινὸς ὅρκος χαἰ περισκελεῖς φρένες . Κἀγὼ γάρ ,
4050579 ἐσειδε
' ἐξέπνευσαν ἄθλιον βίον . μήτηρ δ ' , ὅπως ἐσεῖδε τήνδε συμφοράν , ὑπερπαθήσας ' ἥρπας ' ἐκ νεκρῶν
. Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , σοί
4049526 νικωμενος
αὐτὸ ἄρξῃ ποιεῖν : καὶ λοιπὸν ὡς κακὸς ἀθλητὴς περιέρχῃ νικώμενος τὴν περίοδον ὅμοιος τοῖς ἀποφυγοῦσιν ὄρτυξιν . ἡττᾷ με
. σοφίζομαι δὲ κἀπὶ τοῖσι φιλτάτοις τέχνας πορίζω , πανταχῆι νικώμενος . ὅμως δὲ σὺν Κάλχαντι τῶι θυηπόλωι κοινῆι τὸ
4042718 δεσμον
εἴπερ οἱ αὐτόχειρες ἑαυτῶν γινόμενοι ὃν ἔδησεν ὁ δημιουργὸς λύουσι δεσμόν , οἱ δὲ φιλόσοφοι ὃν ἔδησαν δεσμὸν αὐτοὶ καὶ
ἅμαξαν ἰδεῖν τὴν Γορδίου καὶ τοῦ ζυγοῦ τῆς ἁμάξης τὸν δεσμόν . λόγος δὲ περὶ τῆς ἁμάξης ἐκείνης παρὰ τοῖς
4036384 τοθ
Οὐρανίδῃ μέγ ' ἄνακτι , θεῶν προτέρων βασιλῆι . τὸν τόθ ' ἑλὼν χείρεσσιν ἑὴν ἐσκάτθετο νηδύν , σχέτλιος ,
νέμεσθαι , ὄντων παίδων ἐκ τῆς γυναικὸς Φορμίωνι τουτῳί , τόθ ' ὡμολόγεις κυρίως δόντος τοῦ πατρὸς τοῦ σοῦ κατὰ
4034591 κατειπῃ
λέγειν ὅτι , κἂν μηδεὶς ἕτερος αἴσθηται ἢ συναισθόμενος μὴ κατείπῃ , μηνυτὴς οὐδὲν ἧττον αὐτὸς γενήσομαι κατ ' ἐμαυτοῦ
ἐξηρτημένας , μὴ καί τις ὄψεθ ' ἡμέρας χἠμῶν ἴσως κατείπῃ . ἀλλ ' εἶα δεῦρ ' ἐπὶ σκιᾶς ἐλθοῦσα
4034262 περισκοπων
ἐς τὸν μέλλοντα καὶ ὅσον οὐ παρόντα πόλεμον τὸ αὐτίκα περισκοπῶν ἐνδοιάζῃ χωρίον προσλαβεῖν ὃ μετὰ μεγίστων καιρῶν οἰκειοῦταί τε
μὲν ἐπὶ τὴν ἀρχὴν ὁ πρίασθαι δυνηθείς , μεταστρέφεται δὲ περισκοπῶν , μὴ οὐ πολλοὺς ἀπέχει σταδίους ὁ διαδεξόμενος .
4013448 ἰσχυω
καὶ ἡσυχάζω ἐν τῇ κλίνῃ μου καὶ ἀνοῖξαι νῦν οὐκ ἰσχύω ὑμῖν , διότι ἠσθένηκα ἀπὸ πάντων τῶν μελῶν μου
ἐγκεκορδυλημένοι . ἀλλ ' οὐ ] παρεπιγραφή . δύναμαι ] ἰσχύω , δυνατῶς ἔχω . . δείλαιος ] ὁ ἄθλιος
4005498 ξενιης
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις : ἀντὶ δ ' ἐγὼ ξενίης πολυκηδέος ἡ κεινὴ χθὼν ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις
τύχης , ὅπερ ἕκτον ἀφ ' ὡρονόμοιο , βεβώσης ἄρχοιο ξενίης : ἢ γὰρ τόδε πῆμα φυτεύει ἠὲ δυσεργείην ἢ
3996329 σεισιχθονα
, ποταμῶν θ ' ἁλιμυρέα ῥεῖθρα : αὐτόν τε Κρονίδην σεισίχθονα κυανοχαίτην , κύματος ἐκπροθορόντα μολεῖν ἐπιτάρροθον ὅρκων . Τόφρα
[ ] ! τες ἀκηδέα θυμὸν ἔχοντες : [ ] σεισίχθονα ποντομέδοντα : [ ] ! ἤπιον Ἀμφιτρίτην : [
3994713 ὁρᾳ
διὰ δυοῖν ττ λέγουσιν . κυνοφθαλμίζεται : ἀναιδῶς καὶ ἰταμῶς ὁρᾷ , τρόπον ματρύλλου . κέρκῳ σαίνειν : ἐπὶ τῶν
ἀπέκτειναν ; . αὐτόδηλα ] αὐτὰ δὲ ταῦτα φανερά . ὁρᾷ γὰρ αὐτὰ τὰ σώματα βασταζόμενα ὁ χορός . .
3992595 ἐμπεσων
καὶ στάσεις καὶ κινδύνους . εἰ δ ' ἐπὶ τείχους ἐμπεσὼν μηδ ' ὅλως τοῦτο βλάψει , ἔφοδον πολεμίων τε
εἰσί : κατὰ δὲ τὸν μυχὸν τῆς λίμνης εἰς βάραθρον ἐμπεσὼν ὁ ποταμὸς καὶ πολὺν τόπον ἐνεχθεὶς ὑπὸ γῆς ἀνατέλλει
3990013 ἐξαιφνης
, κάμνοντα , ἵνα σὲ μετὰ Λιβύην ἀσπάσωμαι , φεύγων ἐξαίφνης εἰς στυγνὸν μέλος ἀπέρριψας . οὔπω τὸ ἔαρ ὤφθη
ὥσπερ ἐν νηὶ δυοῖν κυβερνήταιν ἐφεστηκότων τῇ ναυτιλίᾳ πρὸς τὸν ἐξαίφνης ἐπιπεσόντα χειμῶνα , καὶ τῶν κυμάτων τὰ μὲν κατεστόρεσται
3982043 ἀνατεμων
περὶ θρύψιν καὶ χλιδὴν εἰσηγησάμενος , ἀλλὰ μέσην ἀτραπὸν ἀμφοῖν ἀνατεμὼν τὸ μὲν σφοδρὸν ἐχάλασε , τὸ δ ' ἀνειμένον
ἤτοι ἀσκὸν αἴγειον οἰνηρὸν πεπισσωμένον τῷ δηχθέντι μέρει τοῦ σώματος ἀνατεμὼν ἐπίβαλλε . τὸ δὲ ἑλίξεις γράφεται καὶ ἑλίσσεις ,
3966580 ἐσφηλεν
ἐναντιωθῆναι , καί πού τι καὶ ἡ ἀπειρία πρῶτον ναυμαχοῦντας ἔσφηλεν . ὥστε οὐ κατὰ τὴν ἡμετέραν κακίαν τὸ ἡσσᾶσθαι
ἂν καὶ λαθὸν κατακλύσειεν βίᾳ . ταὐτὸν δὴ καὶ Δίωνα ἔσφηλεν : κακοὶ μὲν γὰρ ὄντες αὐτὸν σφόδρα οὐκ ἔλαθον
3963095 ἠλοησε
χρώμενοι ἐκεῖνοι εἶτα ἀνίασι γήρᾳ βαρεῖς ὄντες . ποῦ δὲ ἠλόησε πληγαῖς πατέρα ἐλέφας ; πῶς δὲ ἀπεκήρυξεν ὁ πατὴρ
τράπεζαν ἔθλας ' ἐς μέσον βάλλων ἅπαντα δ ' εὐθὺς ἠλόησε τὰ σκεύη : δειπνοῦντα δ ' ἰθὺς ἦλθε δεσπότην
3958669 θοαζειν
πλέον εἰπεῖν θάρσεϊ καὶ τότε δὴ σοφίης ἐπ ' ἄκροισι θοάζειν . ἀλλ ' ἄγ ' ἄθρει πάσῃ παλάμῃ ,
διὰ τὸ καθέζεσθαι καὶ ταύτης τυγχάνειν : ἔνθεν καὶ τὸ θοάζειν : ” τίνας ποθ ' ἕδρας τάσδε μοι θοάζετε
3957362 θανειν
, πρός τι χωρίον Λίβυσσαν καλούμενον τῇ κλήσει , δοκῶν θανεῖν εἰς Λίβυσσαν πατρίδα τὴν οἰκείαν . ἦν γὰρ Ἀννίβᾳ
μέγας γὰρ ἁγὼν καὶ βλέπω δύο ῥοπάς : ἢ γὰρ θανεῖν δεῖ μ ' , ἢν ἁλῶ τεχνωμένη , ἢ
3955902 ἐξαπλουσθαι
Εὐριπίδης τὴν ῥίζαν τῆς πορνείας ἄνωθεν ἐξ εὐγενίδων συστᾶσαν τῷ ἐξαπλοῦσθαι εἰς πολλὰς τὸ κακόν . εἰ γὰρ ἐβεβλαστήκει ἐξ
ἐπίσκοπον ἑκάστης , ὃν κακία κρύπτεσθαι οὐ πέφυκεν , | ἐξαπλοῦσθαι δὲ καὶ φανερῶς ὁρᾶσθαι . ὅταν μέντοι διὰ πάντων
3945564 ἐχοντ
ποτέ Εὐριπίδην ἰδοῦσαν ἐν κήπῳ τινί πινακίδα καὶ γραφεῖον ἐξηρτημένον ἔχοντ ' , Ἀπόκριναί , φησιν , ὦ ποιητά μοι
πιθανὰ διὰ τὸ γελοῖον : ἀγρὸν ἔσχ ' ἐλάττω γῆν ἔχοντ ' ἐπιστολῆς Λακωνικῆς . καὶ γὰρ ὁ γέλως πάθος
3941176 παννυχον
' ἑλέτω σε καὶ ὕπνος : ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν πάννυχον ἐγρήσσοντα , κακῶν δ ' ὑποδύσεαι ἤδη . ”
πενίηι . Ἐν δ ' ἥβηι πάρα μὲν ξὺν ὁμήλικι πάννυχον εὕδειν , ἱμερτῶν ἔργων ἐξ ἔρον ἱέμενον : ἔστι
3933662 κατεκταν
. Καίτοι νιν οὐ κεῖνός γ ' ὁ δύστηνός ποτε κατέκταν ' , ἀλλ ' αὐτὸς πάροιθεν ὤλετο . Ὥστ
Ζεῦ , γενέσθαι τῆσδέ μ ' ἐξάντη νόσου τὸν σὸν κατέκταν παῖδα μισῶ παρ ' ἐχθρῶν θῶπας εὐειδεῖς λόγους Χρυσεὺς
3933220 προφυγων
, ὁππότε κεν πρῶτον πελάσῃς εὐεργέα νῆα Θρινακίῃ νήσῳ , προφυγὼν ἰοειδέα πόντον , βοσκομένας δ ' εὕρητε βόας καὶ
δώματα καὶ φθιμένων βασιλῆα πανδοκέα [ ] [ ] μεν προφυγὼν θάνατον θρασυαίγιδα ? ? ταν [ ! ! !
3930680 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
3926298 δεσμοις
δι [ | ταις ἄρκυσιν ἤδη βιο ? [ | δεσμοῖς ἐνέχηι . . . . ἐμιανατοδωριον δ ? [
στράτευμα , παρ ' αὐτὸν ἐκεῖνον τὸν καιρὸν ὄντες ἐν δεσμοῖς ὑπὸ τῶν κινδυνευόντων κατασφαγήσονται : πίστις γὰρ αὐτομόλου τι
3922829 ἐκχεας
δεομένοις ἐπικουρήσας , μᾶλλον δὲ ἀθρόον εἰς εὐεργεσίαν τῶν φίλων ἐκχέας τὸν πλοῦτον , ἐπειδὴ πένης διὰ ταῦτα ἐγενόμην ,
πολλῷ μικρότερα εὑρίσκοντες ἀνιῶνται . ἤδη οὖν σοι προλέγω , ἐκχέας τὸ ὕδωρ καὶ ἀποκαλύψας τἀμὰ μηδὲν μέγα προσδοκήσῃς ἀνιμήσεσθαι
3918214 Σοραιχος
τὸν Ῥοδάνην , ” σὺ μέν “ , εἶπεν ὁ Σόραιχος , ” ὦ Ῥοδάνη , κατὰ χώραν μένε καὶ
πιστὸν ἡγουμένη καὶ τὸν Σόραιχον αἰδουμένη . ἐπελθὼν δὲ ὁ Σόραιχος πρῶτον αὐτὴν ἐκέλευε προσιέναι καὶ λέγει : ” ὦ
3917360 σφαλεις
ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα . Κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν , ἐγγενέσθαι φημὶ χρῆναι τοῖς ὀλισθοῦσιν
, μητρὸς οὐ φράσας θεᾶς μνήμων ἐφετμάς , ἀλλὰ ληθάργῳ σφαλείς , πρηνὴς θανεῖται στέρνον οὐτασθεὶς ξίφει . Καὶ δὴ
3917199 σελας
τῶν τοιούτων ἐστὶ ζῴων : διὸ καί τινες ἀπὸ τοῦ σέλας ἔχειν ὠνομάσθαι φασὶν αὐτὰ σελάχια . μαλακὴν δ '
δὴ σύνοδον τούτοις ἐνὶ τείρεσι θείη , ἢ διχόμηνον ἄγοι σέλας ἔκφατον , εὖτέ σε χρειὼ τέχνην ἢ σοφίην δεδαήμεναι
3909418 ἁπαλαισι
δεῖν δέ τι ἀγωνιᾶσαι καὶ ῥαπισθῆναί τε καὶ πληγὰς λαβεῖν ἁπαλαῖσι χερσίν : ἡδύ γε νὴ τὸν Δία τὸν μέγιστον
' οἶνον ἡδύν ἐμοῖς φίλοις συνεῖναι , ἐν δ ' ἁπαλαῖσι κοίταις τελεῖν τὰν Ἀφροδίταν . Διὰ νυκτὸς ἐγκαθεύδων ἁλιπορφύροις
3909221 ποθησαι
τὴν ἀπὸ τοῦ οἴνου φανέρωσιν τῶν πινόντων τοῦ λογισμοῦ : ποθῆσαι δὲ Ἀφροδίτην καὶ Ἀριάδνην , ὅτι τοῖς οἰνωθεῖσι παρέπεται
οὕτως ἀνόητος καὶ ἐπιμανὴς καὶ κακοδαίμων τοῦ ἔρωτος , ὥστε ποθῆσαι νύκτα καὶ σκότος , καὶ ὀφθαλμῶν ἀργίαν , καὶ
3906545 ἀνηβησαι
φίλῳ παιδὶ τιμωρίας ἄν τινος μετὰ σοῦ τυχεῖν , καὶ ἀνηβῆσαι ἂν πάλιν δοκῶ μοι καὶ οὔτε ζῶν ἂν ἔτι
τὸ πιθανώτερον ἕλκουσι τὴν ἱστορίαν , ὅτι γέρων ὢν ηὔξατο ἀνηβῆσαι , καὶ τελέσας τὸν ἆθλον εὐθέως ἐτελεύτα . ὁ
3904565 κελαινῳ
ἐπισπέρχει δ ' ἀέκοντας φοιταλέῃ μάστιγι χορευέμεν : οἱ δὲ κελαινῷ τύμματι παιφάσσουσι μεμηνότες , ἄλλοτε δ ' ἄλλῃ κῦμα
: κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ . Τύμματι :
3896696 δορος
ἔθραυς ' ἄκρον δόρυ . ἐς δ ' ἄπορον ἥκων δορὸς ἐπὶ σκέλος πάλιν χωρεῖ , λαβὼν δ ' ἀφῆκε
. οἰκτρὸν γὰρ πόλιν ὧδ ' ὠγυγίαν Ἀίδᾳ προϊάψαι , δορὸς ἄγραν δουλίαν , ψαφαρᾷ σποδῷ ὑπ ' ἀνδρὸς Ἀχαιοῦ
3896093 στυγνον
φεύγεις μακρόν , Ἄδωνι , καὶ ἔρχεαι εἰς Ἀχέροντα πὰρ στυγνὸν βασιλῆα καὶ ἄγριον : ἁ δὲ τάλαινα ζώω καὶ
σχολαστικοὶ ὡς εἶδον αὐτὸν ἐξαίφνης γελάσαντα καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ στυγνὸν καὶ σκυθρωπὸν γεγονός , μόνον δὲ τοὺς ὀδόντας φανεροὺς
3893837 δειμα
χρύσεον ἰχθύν , παντᾷ τοι χρυσῷ πεπυκασμένον : εἷλέ με δεῖμα μήτι Ποσειδάωνι πέλοι πεφιλημένος ἰχθύς , ἢ τάχα τᾶς
ἐκ τῆς χώρας : τοῖς δὲ περὶ τὸ ἱερὸν οἰκοῦσι δεῖμα ἦν οὐδέν , ἀλλὰ Ἴωσιν ὅρκους δόντες καὶ ἀνὰ
3889930 ἐλεεινον
οὖν ὁ Ἀρκτοῦρος φαίνεται , ἔπειτα ἡ χελιδὼν ἡ θρηνητικὴ ἐλεεινὸν ἢ ἑωθινὸν γοῶσα καὶ θρηνοῦσα . * τὸν δὲ
ἀταρτηροί περ ἐόντες , ἐς δὲ πόλιν μιν ἄγωσι θοῶς ἐλεεινὸν ἐόντα , ὄφρ ' ἡμῖν ἀλεγεινὸν ἐς Ἄρεα σῆμα
3882667 πανουργησας
πονηρῶς ἐπαίρειν , ” ὑφελεῖν “ δὲ τὸ κρύψαι . πανουργήσας ἤτοι κλέψας τι κατεσχέθην ποτέ , ἐγὼ μόνος ἐμαστιζόμην
λανθάνειν ] ἐκφεύγειν ἧκεν ] ἦλθεν ναστὸς ] ἄρτος σκληρός πανουργήσας ] κλέψας εἰ . . . κατέλαβες ] ἐὰν
3879794 τετρημενης
οὐρήθραν κάτωθεν , ὑπὸ τὸν λεγόμενον κύνα . θεραπευτέον δὲ τετρημένης τῆς βαλάνου ἄκρας καὶ σωληνιδίου ἐντιθεμένου . οἱ δὲ
τῶν πολλὰ μὲν πονούντων , ὀλίγα δὲ καρπουμένων . Ἐκ τετρημένης κύλικος πιεῖν : ἐπὶ τῶν διημαρτημένων ἐν πίστει .
3876375 τηρησομεν
οἰκεῖον ἕξομεν ἀγαθόν , ὃ διὰ παντὸς καὶ πρὸς πάντας τηρήσομεν . εἰ δὲ ἕξιν τὴν ἀρετὴν κεκτήμεθα , οὐκ
τὴν παραδοθεῖσαν ἡμῖν ἀπ ' ἐκείνου ἔφοδον καὶ ἐπὶ τούτοις τηρήσομεν : τὸ δὲ Πέρσης καὶ τὸ Γύγης καὶ τὰ
3867297 φεγγος
δέξαιτο δ ' Αἰακιδᾶν ἠύπυργον ἕδος , δίκᾳ ξεναρκέϊ κοινόν φέγγος . εἰ δ ' ἔτι ζαμενεῖ Τιμόκˈριτος ἁλίῳ σὸς
τοίνυν μηδὲ εἰς τὰς κοίτας λαμπτῆρας φέρεσθαι μηδὲ ἄλλο νυκτερινὸν φέγγος : ἤδη γάρ τινες , ἐπεὶ πάντῃ ἐξείργονται μηδὲν
3862199 φορητον
δι ' ἐμὲ ὑμῖν τὰ ἀγαθὰ , πῶς ἂν εἴη φορητὸν ἀκούεσθαι ; καὶ σημείωσαι τὸ τοιοῦτον εἶδος τῆς ἐλλείψεως
, καὶ πρὸς βίαν ᾔσχυνε ποτνιωμένην καὶ θρηνοῦσαν . οὐδαμῆ φορητὸν εἶναι τὸν βίον ἑαυτῇ μετὰ τὴν εὐνὴν τὴν ἄθεσμον
3852802 ἐδαιζον
προφρονέως ἐμάχοντο , πολὺν δ ' ὑπὸ χείρεσι λαὸν ἐσσυμένως ἐδάιζον ἐυξέστῃς μελίῃσιν . Εὖτ ' ἄνεμοι θοὰ φύλλα κατὰ
ἐγγὺς ἵκηται : ὣς οἵ γ ' ἐν μέσσοισιν ἐπεσσυμένους ἐδάιζον . Ἀλλ ' οὐδ ' ὧς μένος εἶχον ἐελδόμενοί
3851427 παυεσθαι
, μηκέτι δὲ ἐνεργοῦντα , τοῦτ ' ἔστι κατὰ τὸ παύεσθαι τῆς ἐνερ - γείας . πρῶτον δὲ ἐνεργείᾳ φασὶ
ὡσαύτως δὲ καὶ εἰ τὸ τῆς χρόας εὐανθὲς μαραίνοιτο , παύεσθαι : καὶ γὰρ καταψύξεις τὸ σῶμα καὶ διαφορήσεις ,
3841433 προσιοντα
ἔτι μου χρείαν ἔχει ; ” Ὁ αὐτὸς θεασάμενος πόῤῥωθεν προσιόντα κυρτόν , ἐπειδὴ ἐγγὺς ἐγένετο , εἶπεν : „
δὲ ἀνῆλθεν , ἐς τὴν ἄλλην ὕλην αὐτοὶ συνέφυγον καὶ προσιόντα ἐλόχων . ὃ δὲ ἐς τὰς ἀκρωρείας τινὰς ἔπεμπεν
3839339 κἠπειτα
λέγειν , τήνωι κυδάζομαί τε κἀπ ' ὦν ἠχθόμαν . κἤπειτα πολλὰ καταφαγών , πόλλ ' ἐμπιὼν ἄπειμι : λύχνον
καὶ Σώφρων δ ' ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Νυμφοπόνῳ φησίν : κἤπειτα λαβὼν προῆχε , τοὶ δ ' ἐβάλλιζον . καὶ
3837227 ἐφειη
. λόχοισι : συντάξεσιν ἀνδρῶν . Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι . ἐφείη : ἐπιπέμψοι , ἔμβαλε , πέμψεν . Ἀποτροπάδην :
ἐνεμάξατο φωτός , ῥεῖα δέ κεν θανάτοιο καὶ αὐτίκα μοῖραν ἐφείη . Εἰ δ ' ἄγε , καὶ κέντρῳ κεκορυθμένον
3835099 βραχῃ
ποτε ἐκχέοιτο ἀπόνιπτρα ἀπὸ τῶν θυρίδων , ἵνα μή τις βραχῇ τῶν παριόντων , “ ἐξίστω ” λέγειν . παίζει
μελίλωτα , μήκωνος σπέρμα λεάνας σὺν γλυκεῖ , καὶ ὅταν βραχῇ ἑψήσας καὶ σὺν λεκίθοις ὠῶν λεάνας ἐπιτίθει : ἢ
3827413 θησει
ἐγράφη , τοὺς χρόνους ἀναλογισαμένῳ . εἰ γὰρ ὀγδοηκονταετῆ γενόμενον θήσει τις τελευτῆσαι Λυσίαν ἐπὶ Νίκωνος ἢ ἐπὶ Ναυσινίκου ἄρχοντος
ἦν πράξας . Τὰ δὲ ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους θήσει ὁ κατήγορος οὐχὶ τὸ ἀδίκημα ἀφηγούμενοςπρόδηλον γὰρ τοῦτο καὶ

Back