αὐτὸ ἄρξῃ ποιεῖν : καὶ λοιπὸν ὡς κακὸς ἀθλητὴς περιέρχῃ νικώμενος τὴν περίοδον ὅμοιος τοῖς ἀποφυγοῦσιν ὄρτυξιν . ἡττᾷ με
. σοφίζομαι δὲ κἀπὶ τοῖσι φιλτάτοις τέχνας πορίζω , πανταχῆι νικώμενος . ὅμως δὲ σὺν Κάλχαντι τῶι θυηπόλωι κοινῆι τὸ
6745326 διωκων
προσάγων : καὶ ξένων εὐεργεσίαις ἀγαπᾶται , μέτˈρα μὲν γνώμᾳ διώκων , μέτˈρα δὲ καὶ κατέχων γλῶσσα δ ' οὐκ
τοῦ κλήρου : εἰ μὲν γὰρ τῷ ὡροσκόπῳ προσνεύσει ὁ διώκων ἰσχυρότερος ἔσται , εἰ δὲ τῇ δύσει ὁ φεύγων
6405030 ἐξιων
, αἰσχύνεσθαι ἔφη , μὴ ὀφθῇ , ὥσπερ ἐκ πορνείου ἐξιών . ἰδὼν δὲ ἐν κυφῶνι δεδεμένους δύο ὡς μικροπολιτικόν
εὐθύς . ὡς ταχύ . ἦ τοῦτ ' ἐβεβούλευς ' ἐξιών , ἐρᾶν τινος ; σκώπτεις : ἐγὼ δὲ ,
6404026 περιπεσων
Μεσηνίων , τρὶς ἑκατομφόνια θύσας κατὰ Λακεδαιμονίων ἰσχυροῖς ποτὲ τραύμασι περιπεσὼν ἑάλω σὺν ἄλλοις πλείοσιν . ἔδοξε τοῖς Λάκωσιν ἅπαντας
μὲν ἦλθεν ὡς ἀποκτενῶν τὸν τύραννον , ὁ δὲ φεύγοντι περιπεσὼν ἀπέκτεινε : καὶ ἀμφισβητοῦσι περὶ τοῦ γέρως , ἑκάτερος
6400841 καμων
' ἀσπίδος νωμῶντα πρῶτον ἐν Κάδˈμου πύλαις . ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως
' ἂν † παρά τι ποιήσῃ † μήτ ' ἂν καμὼν ἀμορφότερος γένηται , μειωθῆναι ἂν τὴν φιλίαν ; οἷς
6252291 ἀπολεσας
: διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ῥείθρῳ πέδιλον . θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
Διαβαίνων δὲ ποταμὸν Ἄναυρον , ἐξῆλθε μονοσάνδαλος , τὸ ἕτερον ἀπολέσας ἐν τῷ ὕδατι πέδιλον . Θεασάμενος δὲ Πελίας αὐτὸν
6214047 ἐμπεσων
καὶ στάσεις καὶ κινδύνους . εἰ δ ' ἐπὶ τείχους ἐμπεσὼν μηδ ' ὅλως τοῦτο βλάψει , ἔφοδον πολεμίων τε
εἰσί : κατὰ δὲ τὸν μυχὸν τῆς λίμνης εἰς βάραθρον ἐμπεσὼν ὁ ποταμὸς καὶ πολὺν τόπον ἐνεχθεὶς ὑπὸ γῆς ἀνατέλλει
6145323 ἀκων
ἑκὼν ψευδόμενος ἀσεβεῖ , καθόσον ἐξαπατῶν ἀδικεῖ : ὁ δὲ ἄκων , καθόσον διαφωνεῖ τῇ τῶν ὅλων φύσει καὶ καθόσον
, ὃν οὐδὲν διέφευγε τῶν θηρίων : ὃς ἀπέκτεινεν . ἄκων τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα Πρόκριν , καθηράντων αὐτὸν τῶν Καδμείων
6127908 δεισας
κακῶς , οὐδ ' ὡς ἀχρεῖον τὰς γυναῖκας εὖ λέγειν δείσας ' ἀφήσω τῶι φόβωι τοὐμὸν καλόν . ἐγὼ δέ
καὶ χρήματα καὶ ἐσθῆτας ἐς τὸν στρατὸν ἅπαντα , εἴτε δείσας μέγεθος ἀρχῆς ἔτι εὐτυχούσης , εἴτε φυλαξάμενος ἐχθρῶν φθόνον
6015627 βιαζομενος
τῷ ποταμῷ κατὰ συνήθειαν , ἀλλὰ ὑπὲρ τῶν πετρῶν καταρρήγνυσι βιαζόμενος τὴν κατάβασιν , ἐνταῦθα ἄνω φέρεσθαι τὸ ἥμισυ τοῦ
τοῦ Αἴαντος . “ Αἴας δ ' οὐκέτ ' ἔμιμνε βιαζόμενος βελέεσσι : δάμνα μιν Ζηνός τε νόος καὶ Τρῶες
6001348 καθευδων
αὐτὸ μέρος καὶ μὴ δυνάμει καὶ ἐνεργείᾳ : ὁ γὰρ καθεύδων Σωκράτης δυνάμει * * * ἐὰν οὖν ταῦτα πάντα
δὲ αὐτήν , ἤκουσα καὶ τοὺς ἐν μυστηρίῳ λόγους , καθεύδων σὺν αὐτῇ ἐν τῇ μέθῃ μου οὓς ἐλάλησα :
5937933 νεκρος
καὶ κατασημηνάμενοι ἐπιμελῶς φορηδὸν ἀράμενοι μετακομίζουσιν : καὶ ὁ μὲν νεκρὸς ἐν σκοτεινῷ που τῆς οἰκίας πρόκειται ὑπὲρ τὰ γόνατα
τοιούτων ἐδωδίμων , ὅτι νεκρὸς οὗτος ἰχθύος , οὗτος δὲ νεκρὸς ὄρνιθος ἢ χοίρου : καὶ πάλιν , ὅτι ὁ
5909405 πεσων
ἀνελθεῖν . δεῖ σε οὖν , φησί , προσέχειν μὴ πεσὼν διαθραυσθῇς καὶ γένῃ τραγῳδία . εἶτα χωλὸς ὢν :
τοὺς κατηγόρους φανεροὺς ἀπὸ τῆς ὄψεως , μέλλων δαίρεσθαι , πεσὼν εἰς τὰ τοῦ δεσπότου γόνατα παρεκάλει μικρὸν ἐπισχεῖν .
5909241 ἐπαιρομενος
βλεῖο εὐκτικόν . . . . βλεμεαίνων : γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος : παρὰ τὸ βρέμω βρεμαίνω , τροπῇ τοῦ ρ
, οἰστὸν ἂν ἦν : σὺ δέ , ὅταν λέγῃς ἐπαιρόμενος ὅτι ἵππον καλὸν ἔχω , ἴσθι , ὅτι ἐπὶ
5896692 προσδοκων
οὗτος μόνος . ” ὁ δὲ Ξάνθος ἐλυπήθη πάνυ , προσδοκῶν ὅτι παρελογίσαντο αὐτόν . τῇ οὖν ἐπαύριον ἐλθόντων αὐτῶν
ὁδηγούμενος ἐπιθυμίᾳ καὶ φιλονεικίᾳ τῇ ἐμῇ πρὸς τοὺς ἀνταγωνιστὰς καὶ προσδοκῶν ἤδη πεπάσθαι τῶν ζητημάτων καὶ τὴν συγγραφὴν μέλλων καταλύειν
5893606 ληφθεις
ἄναξ , διαβολαὶ δεινὸν ἀνθρώποις κακόν , ἀγλωσσίαι δὲ πολλάκις ληφθεὶς ἀνήρ , δίκαια λέξας , ἧσσον εὐγλώσσου φέρει .
νέμων αὐτὰς Μενοίτης ὁ Κευθωνύμου προκαλεσάμενος εἰς πάλην Ἡρακλέα , ληφθεὶς μέσος καὶ τὰς πλευρὰς κατεαγεὶς ὑπὸ Περσεφόνης παρῃτήθη .
5865276 κἀκεινος
ἡρώων , καὶ τὸν σύνοικον ἀγαθὰ δαψιλῆ ποίει . ” κἀκεῖνος αὐτῷ νυκτὸς ἐν μέσαις ὥραις “ ἀγαθὸν μὲν ”
ὃν τοῖς νεωτάτοις συλλαβεῖν κελεύσας ἡγεμόνα ποιεῖται τῆς ὁδοῦ . κἀκεῖνος αὐτοὺς ἄγων περὶ τὸ ὄρος σὺν πολλῷ χρόνῳ καθίστησιν
5864562 ἐγνω
ὃ ἔχει [ τὴν οὐσίαν ] καὶ ἔστιν εἰδυῖα καὶ ἔγνω ἀπαθῶς , καὶ τὸ λογιζόμενον οὕτω πρὸς τὸν νοῦν
τὰ τῆς φιλανθρωπίας . ὡς δὲ ἀπέφησεν , ὁ μὲν ἔγνω τὸ πραχθησόμενον , καὶ ἦν εὐθυμότερος . ὁ δὲ
5850962 ᾠχετο
καὶ παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων πεντεκαίδεκα στρατιωτίδων μᾶλλον ἢ ταχειῶν ᾤχετο . καὶ αὐτοῦ τῶν νεῶν τρεῖς ἀπόλλυνται ἐν τῷ
ἐποίησεν χάσμα παμμέγεθες , ἡλίκον Ταρτάρειον τὸ βάθος : εἶτα ᾤχετο μετ ' ὀλίγον ἁλλομένη εἰς αὐτό . ἐγὼ δὲ
5845636 δεδιως
διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ ' ἐπέκτασιν .
ἄλλων δέδωκε χρήματα . ὁ δὲ ἐδέξατο μὲν , ὅμως δεδιὼς μὴ διὰ τὸ μὴ λαβεῖν ἐγείρῃ καθ ' αὑτοῦ
5836099 πασχων
ἀτμούς . καὶ περιβαλλόμενος τὰ σάβανα πάλιν δεχέσθω ὕδωρ ὁ πάσχων ταῖς χερσὶ καὶ περινοτιζέσθω τὸ πρόσωπον αὑτοῦ . μετὰ
ποιῆσαι τὸ κριθὲν ἤδη . Φέρεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ πάσχων ἀγνοῶν ἐφ ' ἃ παθεῖν προσήκει , ἀστάτῳ μὲν
5833881 πληγεις
' ὢν καὶ γενναῖος , ἐνέτυχεν ἀπαγομένῳ τῷ παιδί . πληγεὶς δ ' ἔρωτι καὶ πυθόμενος καθ ' ἥντινα πρόφασιν
ἐπαγομένων αὐτὸν τῶν ἐγχωρίων βοηθὸν συνίσταται αὐτῷ : ἔνθα δὴ πληγεὶς εἰς τὰ στέρνα παραχρῆμα πίπτει : ἀγάμενος δὲ τῆς
5828015 ἁμαρτων
πληγῇ ταύτῃ δευτέρᾳ πληγεὶς ἀπεχώρουν Ἀθηνῶν τε ὁμοῦ καὶ ἐλπίδος ἁμαρτών . ἦν δέ τις αὐτόθι Διονύσιος , ἀνὴρ Σικελιώτης
* ἀλειφθέντας ὑπὸ Μελησίου . εὐτυχίᾳ θεικῇ . ἀνδρείας . ἁμαρτών , ἀλλὰ καὶ ἀνδρεῖος ὤν . . Δέον εἰπεῖν
5800739 ζων
. ἐπεξιὼν δὲ ὁ Ἄδμητος ἔχων καὶ λοχαγοὺς νύκτωρ συνελήφθη ζῶν : ἠπείλει δὲ Ἄκαστος ἀποκτεῖναι αὐτόν . πυθομένη δὲ
ἔλεγε , τοῦ πατρός , ὡς δι ' ἐκεῖνον μὲν ζῶν , διὰ τοῦτον δὲ καλῶς ζῶν , ὕστερον ὑποπτότερον
5797723 ἀποθανων
[ τοῖς ] ? [ κάτω ] δίδωσιν [ ] ἀποθανὼν δίκην . γυναῖκα ] ? ? [ λαβεῖν ]
τοιούτων τὴν αὑτοῦ μοῖραν ἀναπλήσει , σχεδὸν ἐάνπερ ἔτ ' ἀποθανὼν ᾖ , μήτε μεθέξειν ἔτι πολλῶν τότε καθάπερ νῦν
5789022 ἀφηκε
καὶ βασιλείαν τὴν τότε . τεκμήριον δέ , πλείω μὲν ἀφῆκε δάκρυα καλούμενος ἐπ ' αὐτὴν ἐχόμενος τῆς ἐν ἀκροπόλει
φιλαλλήλων ; τίνος μελῳδοῦ πρὸς τὸν ἦχον ὑπνώσεις ; ” ἀφῆκε τὸν πέρδικα , καὶ γενειήτην ἀλεκτορίσκον συλλαβεῖν ἐβουλήθη .
5774085 βαδιζων
τοῦ δὲ ταραχήν καὶ ἀναίδειαν : σπουδῇ πρόσεισι , φθέγγεται βαδίζων [ ἢ ] πεσών τινα ἔωσε , μάχεται πρὸς
οὐκ ἐξετάσει κατὰ πόσων τὸ ἀθάνατον . ὅταν δὲ οὕτω βαδίζων ἐφαρμόσῃ τὸν λόγον τῷ εἴδει καὶ μηκέτι προσδέηται διαφορᾶς
5770522 φευγει
ἐνταῦθα καὶ ξένους καὶ φυγάδας ἡμᾶς ὄντας . . . φεύγει [ . ἡ ψυχή ] καὶ πλανᾶται θείοις ἐλαυνομένη
τείχους , καὶ νενικήκασι μὲν ἐξελθόντες , δημοσίων δὲ ὕστερον φεύγει . ὁ οὖν βίαιος ὅρος , εἰ μηδὲ νίκη
5752601 ἀθλιος
γὰρ πάλιν ἀναβλέψαι . Τί φῄς ; Ἅνθρωπος οὗτός ἐστιν ἄθλιος φύσει . Ὁ Ζεὺς μὲν οὖν οἶδ ' ὡς
θ ἀρτίφρων ] ἐν αἰσθήσει γεγονώς . Ξ μέλεος ] ἄθλιος . ἀθλίων ] τῶν παρανόμων . ἀθλίων ] τῶν
5726512 κλαιων
τοῦτο εἴρηκεν . ἀπόλωλα τὠφθαλμώ : ἀπώλεσα τοὺς ὀφθαλμούς μου κλαίων καὶ ὀδυρόμενος τοὺς βόας . Γ ἀπόλωλα ] ὅλον
δειλὸν εἰσοίσεις λόγον : χώρει : τίς ὑμῶν ἅψεται ; κλαίων ἄρα ψαύσει . θεῶν γὰρ οὕνεχ ' ἱππικοῦ τ
5722935 σφαλεις
ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα . Κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν , ἐγγενέσθαι φημὶ χρῆναι τοῖς ὀλισθοῦσιν
, μητρὸς οὐ φράσας θεᾶς μνήμων ἐφετμάς , ἀλλὰ ληθάργῳ σφαλείς , πρηνὴς θανεῖται στέρνον οὐτασθεὶς ξίφει . Καὶ δὴ
5716882 λαθων
Λοξίου μαντεύματα γάμων ἀπείχεθ ' : ὅμως δέ γε τίκτει λαθών , πρὸς τοῦ παρόντος ἱμέρου νικώμενος . Δανάην δέ
διελέχθην καὶ πείθω μετὰ τῆς καλλίονος μοίρας γενέσθαι τὴν ἐναντίαν λαθών . τότε μόνον ἠπάτησα , Ξάνθιππε , τῆς ἀπάτης
5714860 κρατων
πόλεων ἀμφοῖν ἐπιθυμοῦντα τῆς Πελοποννήσου : ” τῶν κεράτων γὰρ κρατῶν „ ἔφη „ καθέξεις ” τὴν βοῦν . ”
ὅπλοις ἦλθον , ἐνταῦθα τιτρώσκεται μὲν Νυκτεύς , ἐτρώθη δὲ κρατῶν τῇ μάχῃ καὶ Ἐπωπεύς . Νυκτέα μὲν δὴ κάμνοντα
5712135 αἰσθανομενος
καὶ τῷ νοσεῖν καὶ τῷ ἀποθνῄσκειν καὶ τῷ πηροῦσθαι , αἰσθανόμενός γε , ὅτι ἀπὸ τῆς τῶν ὅλων διατάξεως τοῦτο
ἐν ταῖς διαλύσεσιν ἐπιχωρήσαντα τῷ Σύλλᾳ . ὧν ὁ Ἀρχέλαος αἰσθανόμενός τε καὶ δείσας ἐς Μουρήναν ἔφευγε καὶ παροξύνας αὐτὸν
5695087 ἐκδραμων
αὐτῷ τις σῦς διαλυμαινόμενος τὴν χώραν : ἐφ ' ὃν ἐκδραμὼν πρὶν πίῃ , ἀνῃρέθη ὑπ ' αὐτοῦ . διὸ
πορείᾳ βωμοῦ ; ὅς γε καὶ τῆς εὐθείας ὁδοῦ τοσοῦτον ἐκδραμὼν εἰς Φρυγίαν ἐλθὼν τὴν τεκοῦσαν ἡμῖν τοὺς θεοὺς πολλοῖς
5683828 εἱλκυσε
Αἴσωπος καὶ τῶν ἱματίων ἐκείνου δραξάμενος ὄπισθεν , πρὸς ἑαυτὸν εἵλκυσε καί φησι : ” τὴν ταχίστην με πώλησον ,
οὐκ ἐτίμα , γέρανον αὐτὴν ἐποίησε καὶ τὸν αὐχένα μακρὸν εἵλκυσε καὶ ἀπέδειξεν ὑψιπετῆ ὄρνιθα καὶ πόλεμον ἐνέβαλεν αὐτῇ τε
5680833 δεδεμενος
αὐτὸν οὔτε ἔργου τινὸς κοινωνήσας ἢ λόγου , συναπηγόμην αὐτῷ δεδεμένος , ὡς τοῦ ἔργου κοινωνός . τὸ δὲ χαλεπώτερον
παχείας εἰργάζοντο τὰ Μιθριδάτου . Καλλιρόῃ δὲ ὄναρ ἐπέστη Χαιρέας δεδεμένος καὶ θέλων αὐτῇ προσελθεῖν , ἀλλὰ μὴ δυνάμενος :
5661420 ἀγανακτων
αὐτὸν τῶν φίλων καὶ μηδὲν ἐξαμαρτάνειν ἀξιούντων ἀπῄει πρὸς ἅπαντας ἀγανακτῶν . ἤδη δ ' αὐτῷ κατ ' οἰκίαν ὄντι
ἀκολουθῇ , φάσκοντα μαίνεσθαι . τὸ μὲν γὰρ πρῶτον ἄπεισιν ἀγανακτῶν καθ ' αὑτόν , ἔπειτα προσκρούων ἀεὶ καὶ λοιδορούμενος
5660656 προσηλθεν
δέ , ἐπειδὴ μὴ παρηνώχλει τὰ δασέα , τὸ θ προσῆλθεν ἐν τῷ τέλει . τυπήτω . Δυϊκά . Τύπητον
ἐπεὶ δὲ χειμὼν ἦν καὶ οὐκ ἦσαν λείρια ἄνθη , προσῆλθεν ὁ τέττιξ τῷ μύρμηκι ζητῶν , ᾧ τραφήσεται .
5650966 ἐξελθων
τίς ἡ Χαρρὰν καὶ διὰ τί ὁ ἀπὸ τοῦ φρέατος ἐξελθὼν εἰς αὐτὴν ἔρχεται . ἔστι τοίνυν , ὡς ἔμοιγε
τείχη , ἀπάγειν παρεσκευάσατο τὴν στρατιὰν ἀπὸ τῆς πόλεως : ἐξελθὼν δέ τις αὐτόμολος εἶπεν ὅτι ἐπιτίθεσθαι μέλλοιεν αὐτῷ ,
5647027 ἐλπιζων
οὐ γὰρ παρ ' ἄλλων γ ' ἄν τις μείζω ἐλπίζων σωφρονοίη ἢ παρὰ τῶν τὰ μέγιστα ὠφελεῖν δυναμένων ,
τῷ λιμῷ . διεκαρτέρει δ ' ὅμως ὁ Μιθριδάτης , ἐλπίζων ἔτι τὴν Κύζικον αἱρήσειν τοῖς χώμασι τοῖς ἀπὸ τοῦ
5645859 ἀπεισι
Πρωταγόρᾳ συγγενόμενος , ᾗ ἂν αὐτῷ ἡμέρᾳ συγγένηται , βελτίων ἄπεισι γενόμενος καὶ τῶν ἄλλων ἡμερῶν ἑκάστης οὕτως ἐπιδώσει εἰς
ἐκκλησίας ἀζήμιος : συνεργὸν δὲ τὸν δῆμον τῶν ἐσκεμμένων δεξάμενος ἄπεισι μετὰ τῶν νόμων ἂν ἁρπάσῃ τὰ πράγματα : οὕτω
5620513 διψων
τὴν πυγμὴν εἱστήκει , νεφέλη ἐς τὸ στάδιον καταρρήγνυται καὶ διψῶν ὁ Πλούταρχος ἔσπασε τοῦ ὕδατος , ὃ ἀνειλήφει τὰ
πράξεις ἐπιζεύγνυσθαι . ὥσπερ γὰρ ἐν τοῖς ὕπαρ ὁ μὲν διψῶν ἀρυόμενος ποτὸν ἥδεται , ὁ δὲ θηρίον ἢ ἄλλο
5612929 στρατιωτης
Ἄνευ ξύλου μὴ βάδιζε : περὶ Κλεομένους λέγει : ὃς στρατιώτης ὢν Ἀθηναῖος προσεποιεῖτο πρὸς τοῖς ἄλλοις κακοῖς καὶ μανίαν
εἰς τί σκεψαμένους χρὴ ὑμᾶς Ἀνδοκίδου ἀποψηφίσασθαι ; πότερον ὡς στρατιώτης ἀγαθός ; ἀλλ ' οὐδεπώποτ ' ἐκ τῆς πόλεως
5597107 φυγων
Ἀίδαν τ ' εἰς ἔσχατον ἐλθών ζωός , καὶ σπήλυγγα φυγὼν ὀλοοῖο Κύκλωπος , δηναιὸν κλέος ἔσχεν , ἐσιγάθη δ
ὡροσκόπῳ οὔσης ἄλλης οἰκίας καὶ οὐ τοῦ ζητοῦντος ἔσται ὁ φυγὼν πλὴν ἀναχθήσεται , ἐὰν δὲ ἀστήρ τις δύνῃ παραυτίκα
5588514 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
5549324 συνεις
γενομένης καὶ χωρούντων ἐπ ' αὐτόν , ὁ οἰκέτης εἵπετο συνεὶς καί τινα πρεσβύτην προοδεύοντα προδραμὼν ἀπέκτεινε καὶ τὴν κεφαλὴν
διαστατοῦ σώματος τοῦ φύσει πρῶτον αἰσθητοῦ . ὁ δὲ μὴ συνεὶς τὸ λεγόμενον ἔκ τινος παιδιᾶς εἴσεται πάνυ συνήθους .
5541890 νικηθεις
] κωμῳδίαν , εἰρωνείαν . . καὶ μὴν ] ὡς νικηθεὶς δῆλον . , τολοιπόν . πάλ ' ] γρ
ἴῃ , νικήσας μὲν δὴ τὸ πέμπτον μέρος ἀπολαμβανέτω , νικηθεὶς δὲ ἀποτινέτω ταὐτὸν μέρος τῆς δίκης . ἐὰν δ
5539076 ἐκφυγων
διψήσεις , οὐκέτι πεινήσεις οὐδὲ ῥιγώσεις . οἴχῃ μοι κακοδαίμων ἐκφυγὼν τὰς νόσους , οὐ πυρετὸν ἔτι δεδιώς , οὐ
πόλις Μακεδονίας : ἀπὸ δὲ Μακεδονίας εἰς Ἰταλίαν ἦλθεν Αἰνείας ἐκφυγὼν τὸν φόνον . Λαφύστιος ὁ Διόνυσος ἀπὸ τοῦ ἐν
5538062 ἡττηθεις
δὲ τότε μὲν πρὸς ταῦτα οὐδὲν εἶπεν , ἀλλ ' ἡττηθεὶς τοῦ δικαίου ἀπῆλθεν . ὕστερον δὲ ἢ αὐτὸς νοήσας
υἱὸν εἰσποιητὸν τῷ Ἀρχιάδῃ , συνεχώρησεν ὁ Μειδυλίδης , οὐχ ἡττηθεὶς ἐν δικαστηρίῳ , ἀλλὰ τὸ μὲν ὅλον ὑπὸ τούτων
5529873 ὑποστας
: καὶ γὰρ τὸν ἡγεμόνα τῶν πολεμίων οὗτος ἀπέκτεινε μόνος ὑποστὰς καὶ ἄλλους πολλοὺς καὶ ἀγαθούς . λυθέντος δὲ τοῦ
δυνάμει θαρρῶν λαός . . δόκιμος ] ἱκανὸς ἔσται . ὑποστὰς ] ὑπομείνας τοῦτο . . μεγάλῳ ῥεύματι ] σύναπτε
5523545 αἰωρουμενος
συνορῶνται , καὶ αὐτὸς δὲ ὁ Σωκράτης ἐπὶ τῆς κρεμάθρας αἰωρούμενος καὶ ἀποσκοπῶν τὰ μετέωρα θεωρεῖται . μετὰ ταῦτα τελεῖν
καθήμενοι πιναροὶ συνορῶνται , καὶ αὐτὸς ὁ Σωκράτης ἐπὶ κρεμάθρας αἰωρούμενος καὶ ἀποσκοπῶν τὰ μετέωρα θεωρεῖται . μετὰ ταῦτα τελεῖ
5519817 ῥιψας
οὗ γεγόνασιν † ἀπὸ Θερμοπυλῶν ἀπὸ τῆς πέτρας τὸν Λίχαν ῥίψας καὶ ἀνελών . τὰ δὲ τόξα αὐτοῦ Ἡρακλῆς τῷ
ἕψε , ἕως ἀποτριτωθῇ τὸ ὕδωρ , εἶθ ' οὕτω ῥίψας τὰ βοηθήματα πρόσβαλε τὸ μέλι καὶ τὸ ἕψημα καὶ
5517231 ἑκων
ἄνδρα ἐφεξῆς πρόθυμον εἶναι , καὶ ὅπως μηδεὶς μήθ ' ἑκὼν μήτ ' ἄκων ἀνατρέψει τοῦτο σκοπεῖσθαι , ἐπειδὰν δὲ
; Ἔμοιγε . Πότερον δὲ γραμματικώτερον κρίνεις , ὃς ἂν ἑκὼν μὴ ὀρθῶς γράφῃ καὶ ἀναγιγνώσκῃ ἢ ὃς ἂν ἄκων
5498152 εἰδε
τοῦτο δὲ ἕτερον ἀμφοῖν . Πολλαχῇ δὲ καὶ ὁ λογισμὸς εἶδε τὸ ἐν ἑτέρῳ κρίμα καὶ σύνεσιν ἔσχεν ἑτέρου πάθους
αὐτῷ μένειν παρ ' ἑαυτόν . ὁ δὲ Κῦρος ὡς εἶδε πολλοὺς ἱππέας ἀντίους , ἤρετο : Ἦ οὗτοι ,
5484361 δεδοικως
δώσειν ὑπέσχετο . Ὁ δὲ οἰκτείρει μὲν τὴν κόρην , δεδοικὼς δὲ τὴν Μαντὼ ἔρχεται παρὰ τὴν Ἀνθίαν καὶ λέγει
δι ' Ἀρμενίας ἐποιεῖτο τὴν πορείαν σφοδροτέραν , μάλιστα μὲν δεδοικὼς μὴ καὶ τοῦτο ἐπαίτιον αὐτῷ γένηται πρὸς βασιλέως ,
5475255 ἀχθομενος
. ἐπεὶ δὲ ἀπηγόρευον ἤδη παιόμενός τε καὶ τῷ φορτίῳ ἀχθόμενος καὶ τὰς ὁπλὰς ἐκ τῆς ὁδοῦ ἐκτετριμμένος , ἔγνων
μὲν τὸν Δάφνιν φιλῶν ὡς ἀγαθὸν νεανίσκον , τὰ δὲ ἀχθόμενος εἰ Γνάθωνος ἐμπαροίνημα γενήσεται τοιοῦτον κάλλος , αὐτίκα καταλέγει
5473819 ἀναμενων
κἀκεῖ ποιεῖν τὴν προσοχὴν ἔχειν . Ὥσπερ εἴ τις ἀκοῦσαι ἀναμένων ἣν ἐθέλει φωνήν , τῶν ἄλλων φωνῶν ἀποστὰς τὸ
τινὸς κατενήνεκται . ἀκούσας ἀνέβλεπον εἰς οὐρανὸν ψεκάδας αἵματι συμμιγεῖς ἀναμένων , οἵας ἀφῆκεν ἐπὶ Σαρπηδόνι Ζεύς , οὐ μὴν
5466629 μαχομενος
ἀποδεῖξαι πάσης τῆς Ἀσίας δεσπότην , εἰ μὴ χωρὶς ἐμοῦ μαχόμενος ἀνῃρέθη . τὸ δὲ λοιπὸν φίλον ὑμῖν ἐποίησα τὸν
ἐδίδους ἔπαιον ; ἀλλ ' ἀπῄτουν ; ἀλλὰ περὶ παιδικῶν μαχόμενος ; ἀλλὰ μεθύων ἐπαρῴνησα ; ἐπεὶ δὲ τούτων οὐδὲν
5463383 ἐκφρων
ψυχὴν ὅδε πρὸς τὸν ἔρωτα τοῦ θεοῦ τε καὶ πλάστου ἔκφρων γεγονώς , ὅλος ἠλλοιωμένος τὴν θείαν ὄντως ἀλλοίωσιν καὶ
- μοσθένης ἐκβάλλων τὴν πιθανὴν ἀπολογίαν : ἀλλ ' οὕτως ἔκφρων ἦν , καὶ ὅλως πρὸς τῷ λήμματι καὶ τῷ
5459452 φθασας
τεχθὲν ἄτροφον προμηνύει . Ἐν ἐννάτῳ δὲ τῆς τύχης κλήρῳ φθάσας Ἐκδημίας δίδωσιν εἰς ἀλλοτρίας . Εἰ γοῦν τύχῃ κύριος
πόδας οὕτως ἐληλεγμένου τοῦ χρησμοῦ : ὁ δὲ Ῥουτιλιανὸς αὐτὸς φθάσας ὁ βέλτιστος ἀπελογεῖτο ὑπὲρ τοῦ μαντείου λέγων , τοῦτο
5443367 περιπεσῃ
, ἔχων τε ἀπέλθῃ τὴν ἀκίδα ὁ δελφὶς καὶ ἀθηρίᾳ περιπέσῃ αὐτός : ὅταν δὲ αἴσθηται καμόντα καί πως παρειμένον
ἰσχυρὴ , καὶ τὸ ἴκταρ ξηραίνεται . Ταῦτα ἢν ἐγκύμονι περιπέσῃ , θνήσκει , καὶ οὐκ ἂν δυνήσεται διαφυγεῖν .
5438790 ᾐσθετο
γοῦν ὁ Λαέρτου καλλιερήσας καὶ πρὶν ἀφῖχθαι πρὸς τὸ στρατόπεδον ᾔσθετο τῆς Ἀπόλλωνος εὐμενείας ἀσφαλείᾳ καὶ δρόμῳ τοῦ πλοῦ .
μηδὲ συναναφέρει τὸ εἶναι αὐτὸ εἰκόνα καὶ ὁμοίωμα οὗ πρότερον ᾔσθετο , φαντασία τὸ τοιοῦτον , οὐκέτι δὲ καὶ μνήμη
5431407 ἐδεισε
αὐτὴν μετὰ σωφροσύνης ἐν ἁγνῷ βάθρῳ βεβῶσαν : ἰδοῦσα δὲ ἔδεισέ τε καὶ σεφθεῖσα ἀνέπεσεν ὑπτία , καὶ ἅμα ἠναγκάσθη
μαρτυρεῖ . ὡς γὰρ τῶν Ἀγαμέμνονος ἀπειλῶν ἀκούσας ὁ Χρύσης ἔδεισέ τε καὶ ἀπῄει σιγῇ , μικρὸν ἀποχωρήσας ἐκ τοῦ
5430251 μισουμενος
κατελθὼν ὅτε καὶ οἱ ἐκ Πειραιῶς εἰς τὸ ἄστυ , μισούμενος ὑπὸ πάντων λιμῷ ἀπέθανεν . Οἱ δ ' ἐν
. ἐγκαλῶ γὰρ ἐμαυτῷ , τοῦ πατρὸς ἀναγκάζοντος , ὅτι μισούμενος οὐ δέον φιλῶ καὶ φιλῶ πλέον ἢ προσῆκεν .
5426372 ἐπειγομενος
. . . . ὡς δὲ λέβης ζεῖ ἔνδον , ἐπειγόμενος πυρὶ πολλῷ κνίσην μελδόμενος ἁπαλοτρεφέος σιάλοιο . ἡ διπλῆ
ἐπανελθεῖν . ὁ δὲ καὶ τῆς ἀρχῆς ἐς πολλὰ τυχεῖν ἐπειγόμενος καὶ τὴν πομπὴν οὐχ ἕτοιμον ἔχων ἐσέπεμπε τῇ βουλῇ
5422036 καθηστο
οὐ λείπει τὴν φυλακήν , ἀλλ ' ὑπὸ τῷ πρέμνῳ καθῆστο ἐλλοχῶσα καὶ ὕφαιμον ἄνω βλέπουσα , ὁ δὲ λέων
καθῆσθαι καὶ καθιεῖ καὶ καθίζειν , οὐ καθιζάνειν . καὶ καθῆστο , καθοίμην , καθήμην , καθῆντο . καθηγεῖσθαι ἀντὶ
5415127 εἱστηκει
καὶ πρόφασιν ἐκεῖθεν ληψόμεθα τὸν ἱερέα κοσμοῦσαν . πάλαι γὰρ εἱστήκει σαλεῦον οὔπω μὲν πεπτωκός , ἀεὶ δὲ τοῦτο παθεῖν
ἦρεν εἰς ὕψος . ] Ἐν ὁδῷ τις Ἑρμῆς τετράγωνος εἱστήκει , λίθων δ ' ὑπ ' αὐτῷ σωρὸς ἦν
5409077 διαγων
τῆς εὐδαιμονίας καὶ εὐτυχίας λαβὼν καὶ ἐν ἡσυχίᾳ καὶ εἰρήνῃ διάγων τὴν χαλεπὴν στάσιν καὶ ὕβριν ἀπέφυγε κατὰ τὴν τελευτὴν
θερμὴ καὶ ἡλικία ἀκμαστική , ἡ δίαιτα ἐνδεής , βίον διάγων φροντιστικὸν καὶ ἐπίπονον , καὶ οἱ σφυγμοὶ ἠτονημένοι καὶ
5403630 κατεχων
προσβάλλων μερίσεις εἰς τὸν γʹ μὴ λοιπογραφῶν τὸν ἀριθμὸν ἀλλὰ κατέχων : ἐὰν μὲν γὰρ περισσεύῃ αʹ , πρόσθες τʹ
καλεῖ δὲ αὐτὴν Θηβαίων , ἐπειδὴ ἄποικος ἦν αὐτῶν . κατέχων ] ὡς ἐπὶ τυράννου ἡ λέξις . ὧν ,
5403259 ἀντειχετο
φύσει δραστικός , φιλοπόλεμος ἦν καὶ τῆς τῶν Ἑλλήνων δυναστείας ἀντείχετο . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησιν Εὐάνδρου Ῥωμαῖοι
Καὶ Λέπιδος μὲν μοῖραν τινὰ τῆς Καίσαρος στρατιᾶς ἀπορρήξας , ἀντείχετο καὶ αὐτὸς ἐξουσίας ἐν Ἰβηρίᾳ τῇ ἐπιτάδε , Κελτούς
5399290 ἁνθρωπος
, εἰπεῖν πρὸς τοὺς παρόντας ὡς τυφλόν ἐστι τοῦ μέλλοντος ἅνθρωπος : ἐκφαγεῖν γὰρ ἂν Ἀθηναίους τοῖς αὑτῶν ὀδοῦσιν ,
τῶν Ἀχαιῶν ; ἐροῦμεν , νὴ Δία : πρώην ἔγημεν ἅνθρωπος καὶ συγγνώμη τῆς γυναικὸς ἐχομένῳ . τοῦτο γὰρ ἡμῖν
5392733 θαρρων
: ἃ μὲν γὰρ ἐς ἐμὲ τὴν μητέρα ὑβρίζεις , θαρρῶν ποιεῖς . ἀλλὰ σύ , ὦ τολμηρότατε , καὶ
τὴν γῆν βαδίζουσιν . ἐχυροῖσι ] στερροῖς . πεποιθὼς ] θαρρῶν . στυφέλοις ] * ταρακτικοῖς ἢ σκληροῖς . ἐφέταις
5392619 ἀσιτος
πνοήν . λέγεις μάγειρον ζῶντα ; πλησίον δέ γε ταύτης ἄσιτος ἡμέραν καὶ νύχθ ' ὅλην κεστρεύς , λεπισθείς ,
ἔχει τῆς καθάρσιος : ἢν δὲ μὴ , κακῶς : ἄσιτος δὲ ταῦτα ποιείτω . Καὶ ἢν μὴ τεκνοῦσα ἦ
5391381 φοβουμενος
ἐπιθυμίαν ὡς ἀρχικὰ ὑπάρχοντα καὶ ἁπλᾶ . Ὅ τε γὰρ φοβούμενος οὐ παντελῶς ἐστέρηται ἡδονῆς : οὐδὲ γὰρ τὸν τυχόντα
ὁ ἱπποτέκτων καὶ Ἐπειὸς ὁ ποδαπός ; ὁ πεφρικὼς καὶ φοβούμενος τὸ ἔγχος καὶ τὴν φάλαγγα τὴν θουρίανδιὰ τί δὲ
5390064 δεσποτης
ἀντὶ τοῦ εἰσεφέρετο . ] αὐτὸς : Ἀντὶ τοῦ ὁ δεσπότης . τῷ Διονύσῳ φησί . . ὁ Ξανθίας πρὸς
, ἔφη , „ ἐπὶ πολὺν χρόνον χρηστὸς κληθῆναι ἢ δεσπότης ἐπ ' ὀλίγον „ . Ἀνταγόρας ὁ ποιητὴς ἀκρόασιν
5389808 αἰσθομενος
περὶ ἐμὲ τότ ' ἐγένετο , καὶ τὸ πρᾶγμ ' αἰσθόμενος τὸν ἄνθρωπον ἀπελάσας αὐτὸς συγκροτεῖν καὶ διδάσκειν ᾤετο δεῖν
ὥρα πληθυούσης μάλιστ ' ἀγορᾶς , κάμνοντας ἤδη τοὺς πολεμίους αἰσθόμενος ὑπό τ ' ἀγρυπνίας καὶ ἀκροβολισμῶν , καὶ οὐ
5386208 περιβαλων
καταπτάμενος δὲ ὄπισθεν αὐτοῦ ὁ Ζεὺς κούφως μάλα τοῖς ὄνυξι περιβαλὼν καὶ τῷ στόματι τὴν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ τιάραν ἔχων
' αὐτὰ τυρῷ χλωρῷ καὶ λεκίθοις ᾠῶν καὶ ἐγκεφάλοις , περιβαλὼν συκῆς φύλλῳ εὐώδει , ζωμῷ ὀρνιθείῳ ἢ ἐριφείῳ ἔνεψε
5384585 ἀπῃει
ὁ Βοτανειάτης ὡς οἱ προπεμφθέντες τῶν βασιλείων γεγόνασιν ἐγκρατεῖς , ἀπῄει διαπεράσων πρὸς τὰ βασίλεια . Γενομένου δ ' αὐτοῦ
οἱ διενέγκαντες τὴν ψῆφον λόχοι τῶν ὑπολειπομένων ὁ μὲν δῆμος ἀπῄει συμφορὰν βαρεῖαν ἡγούμενος , ὅτι μισῶν αὐτοὺς ἀνὴρ ἐξουσίας
5381088 φανεις
, νικηφόρος τροπαιοῦχος ὀνομαζόμενος , ὡς ἀπ ' Ὀλυμπίων αὐτῶν φανεὶς τοῖς κινδυνεύουσι σύμμαχος , καὶ τὰ τοιαῦτα . Εἶτα
τοίης τιμῆς δὲ * * * στίλβων δ ' Ἑρμείαο φανεὶς ἐπὶ τὴν δύσιν ἀστὴρ * * * * *
5376139 ἀνοητος
ἀπόρου σχήματος καὶ ματαία ἡ σκέψις διότι οὔτε ἀλαζὼν οὔτε ἀνόητος ἀρετή , οἷοι δὴ καὶ τυφλοὶ πόνοι πάντες οἱ
Ὑπέρβολος ὁ λυχνοποιὸς καὶ Διοκλῆς ὁ λωποδύτης καὶ Μελιτίδης ὁ ἀνόητος . Καὶ τί σοι λέγομεν τὸν Ἀπόλλω ; ὁρᾷς
5376026 ὑπομεινας
πορεία δὲ ἦν αὐτοῖς ἀπὸ Κονκορδίας εἰς Ἄλτινον : νόσον ὑπομείνας τε ἀποπληξίαν . Συνηριθμήθη τε τοῖς θεοῖς , ὑποληφθεὶς
τούτοις ἐκεῖνος συνῆν , ἄνθρωπος ὑπὲρ εὐδοξίας ἠκρωτηριασμένος εἶναι μᾶλλον ὑπομείνας ἤπερ ὅλος διάγειν ἀσχήμως ; ἐξ αὐτοῦ τοίνυν Φιλίππου
5373557 ἰδων
τοῦ ψελλίζεσθαι . Σὲ δ ' οἰωνίσατ ' ἄν τις ἰδών : ἐπὶ τῶν εἰδεχθῶν : παρόσον οἱ παλαιοὶ οἰωνίζοντο
ἡδονήν . ὁ μὲν οὖν κατέχων τὰ τοιαῦτα τὴν ὥραν ἰδών τούτων ἑκάστοις ὡς προσῆκε χρήσεται : ὁ δ '
5346236 καταφρονησας
. λάξας τράπεζαν λακτίσας ὡς ὄνος τὴν τράπεζαν Μενελάου τουτέστι καταφρονήσας - τῶν νόμων τῶν κειμένων καὶ τῶν ἐθῶν τῶν
ἁπλῶς οὐδὲν εἰδέναι . καὶ πάνυ ἀθύμως ἔχων ἀπῆλθε καὶ καταφρονήσας ἑαυτοῦ καὶ νομίσας τῷ ὄντι ἀνδράποδον εἶναι . πολλοὶ
5345530 πεδησας
, Ζεὺς ὁ κατὰ Σοφοκλέα μεγάλης γλώσσης κόμπους ὑπερεχθαίρων νόσῳ πεδήσας ἀπήνεγκε . τοῖς μὲν οὖν ἄλλοις πλάσμα τε ὁ
συνετοὺς , ἐπινοητικούς . εἷλε : ἐφόνευσεν , ἔλαβεν . πεδήσας : δεσμεύσας , μετασχὼν , νικήσας . Δαιτί :
5343968 προσδραμων
, θεῶν ὁ διὰ ταύτην δεθεὶς Ἄρης , καὶ ἅμα προσδραμὼν λιπαρέσι τοῖς χείλεσιν ἐφ ' ὅσον ἦν δυνατὸν ἐκτείνων
, ἐν τῇ φυγῇ θεασάμενος ἱππέων Νομάδων πλῆθος συνεστώς , προσδραμὼν ἠξίου μὴ προλιπεῖν αὑτὸν καὶ πείσας ἐπῆγε τοῖς διώκουσιν
5337222 λυπουμενος
καὶ τοῦτ ' , ἔφη , δῆλον ὅτι ὁ μάλιστα λυπούμενος εἰ μὴ βασιλεὺς εἴη οὗτος καὶ λαβὼν τὴν ἀρχὴν
, ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ . † Εὔπειστον ἀνὴρ δυστυχὴς καὶ λυπούμενος . † Ἐξ ἡδονῆς γὰρ φύεται τὸ δυστυχεῖν .
5337021 ἐμπορος
μετάγων , ἔνθεν μὲν ὠνοῖτο , ἑτέρωθι δὲ ἀποδιδοῖτο , ἔμπορος οὗτος οὐδέν τι μεῖον ἢ Λάμπις ὁ Αἰγινήτης :
. εἰ δὲ ἐπίσταται εἴπῃς , συντάξεις πρὸς τὸ ὅστις ἔμπορος κυρεῖ : ἔστι δὲ ψυχρόν : τὸ γὰρ πρῶτον
5335818 ἐπιβουλευων
τὰς τοῦ Παρμένοντος , καὶ ὅτ ' ἐξώρμιζε τὴν ναῦν ἐπιβουλεύων ἀποδρᾶναι καὶ ἀποστερῆσαι τὸ ἐπὶ τὴν τράπεζαν χρέως ,
κατὰ συνδρομὴν διαιροῦντες δίχα : ἐρεῖ τοίνυν , εἰ μὲν ἐπιβουλεύων τῇ πόλει καὶ κακὸν ἐργάσασθαι βουλόμενός τι τὸ τεῖχος
5334505 μετεωρισας
πρῶτον μηχαναῖς ἀνείλκυσεν ὁλκάδας , καὶ πρὸς τὸ Συρακούσιον τεῖχος μετεωρίσας αὐτάνδρους πάλιν τῷ βυθῷ κατέπεμπεν ἀθρόως . Μαρκέλλου δ
κἀμὲ ταύτην ἀνέπεισε τὴν ἐπιστολὴν ὡς ὑμᾶς ἱέναι , ἐλπίδι μετεωρίσας καὶ μείζον ' ὑποσχόμενος , χρύσεα χαλκείων , ἀντὶ
5330483 ἠχθετο
πολὺ τοῦ κακοῦ κατὰ τῶν ἀρίστων , ὅ τε δῆμος ἤχθετο τοιῶνδε καὶ τοσάδε εἰργασμένων ἀνδρῶν ἀθρόως ἀφαιρούμενος , καὶ
ἐνέδρας νυκτὸς ἀποσφάττουσι τὸν ἄνδρα . Καὶ τὸ μὲν δημοτικὸν ἤχθετο τῷ πάθει , οἱ δὲ περὶ Κλεοχάρην τῶν πραγμάτων
5328758 σπασας
θεός . εἰς ἀνδροβρῶτας ἡδονὰς ἀφίξεται κάρηνα πυρσαῖς γένυσι Μελανίππου σπάσας . ἀντήλιοι θεοί καθωσίωσε οὐρὰν δ ' ὑπίλας '
κτενῶ . ἧ καὶ νεοσσὸν τόνδ ' , ὑπὸ πτερῶν σπάσας ; οὐ δῆτα : θυγατρὶ δ ' , ἢν
5326456 ἐπιθυμων
οὕτως : ἀσθμαίνει , ὡς ἵππος πολεμιστὴς σάλπιγγος ἀκούων , ἐπιθυμῶν πολέμου , εἴργεται πρὸς τοῦ ἐπιβάτου . τὸ δὲ
ἐγγύθι : ὑπάρχων . πότμου : θανάτου . Ἱμείρων : ἐπιθυμῶν . ἱέμενος : ἐπιθυμῶν , καὶ προθυμίαν ἔχων .
5299324 καταλαμβανομενος
περιθετὴν πεζῇ διὰ τῆς Περικλέους χώρας ἐσώθη . Καλλιάδης κυβερνήτης καταλαμβανόμενος ὑπὸ νεὼς ταχυτέρας τὸ πηδάλιον ἔσχαζε συχνῶς , καθ
μετὰ δὲ οὗτος μὲν ἀπῇε τὴν ὁδὸν ὁ ὄνος , καταλαμβανόμενος δὲ ὑπὸ δίψης πικρῶς καὶ πνευστιῶν λίαν ἔρχεται ἐπὶ
5296418 συσχεθεις
γενομένου δὲ τούτου κατὰ τὴν Βιθυνίαν , ὁ κουροπαλάτης ὠταλγίᾳ συσχεθεὶς τετελεύτηκε , μέγα πένθος τῷ βασιλεῖ καταλιπών : μάλα
Οὗτος γὰρ τὸν υἱὸν Ἀλκμαίωνα τὸν φίλιππον ἀποβαλὼν καὶ ἀθυμίᾳ συσχεθεὶς ἑαυτὸν ἔρριψεν εἰς ποταμὸν Νύκτιμον : ὃς ἀπ '
5288991 ἀπαιτηθῃ
μαθὼν γὰρ ὁ Πολυμήστωρ ἐκεῖσε τοὺς Ἕλληνας ἐλθόντας φοβούμενος μὴ ἀπαιτηθῇ τὰ χρήματα , ἔσφαξε τὸν Πολύδωρον καὶ ἔρριψεν εἰς
ἐτιμωρήσατο δέον τοῦτο ποιεῖν , ἀλλ ' ἵνα μὴ δίκας ἀπαιτηθῇ τῆς μοιχείας , προτέρα ἐφόνευσεν : περὶ τοῦ φόνου
5280683 ἀνιαται
αὐτοῦ ἵνα μὴ ἀμέσως ὁ πνεύμων ὁμιλῇ τῶν ὀστῶν καὶ ἀνιᾶται . εἰσὶ δὲ καὶ κατὰ τὰς λοιπὰς πλευρὰς μέσον
ἡττώμενος , στένει Καμβύσης τιτρωσκόμενος , οἰμώζει Σαρδανάπαλλος ἐμπιμπράμενος , ἀνιᾶται Σμινδυρίδης ἀπελαυνόμενος , δακρύει Κροῖσος λαμβανόμενος , λυπεῖται Ἀλέξανδρος
5279902 ἐφθη
πρὸ τούτου λόγῳ , τὴν δὲ τῶν ναῶν κατασκευὴν οὐκ ἔφθη τελέσαι . τοῦτο δὴ τὸ ἔργον ὁ Ταρκύνιος ἀπὸ
, εἴ τι ἤρετο διδάσκαλος ὧν ἠπιστάμην , εἰ ἕτερος ἔφθη ὑπολαβὼν , οὐκ ἂν ἔτι ἐφθεγξάμην , ἵνα δὴ
5278429 παταξας
σιωπήσας καὶ παρελκύσας τὸ τόξον ἔβαλε , καὶ τὸν ὄρνιθα πατάξας ἀπέκτεινεν . ἀγανακτούντων δὲ τοῦ μάντεως καί τινων ἄλλων
καθῆκε : πίτνει δ ' ἐς πέδον πρὸς κίονα νῶτον πατάξας , ὃς πεσήμασι στέγης διχορραγὴς ἔκειτο κρηπίδων ἔπι .
5276529 διεφθαρμενος
, εἴ μοι τοιοῦτος υἱὸς ἦν , θῆλυς οὕτω καὶ διεφθαρμένος ὑπὸ τῆς μέθης , μίτρᾳ μὲν ἀναδεδεμένος τὴν κόμην
. : “ διακεκναισμένος ” δὲ ἠμαυρωμένος , αἰσχρὸς καὶ διεφθαρμένος γενόμενος : οἱ γὰρ ἱππεῖς ἐν γυμνασίοις καὶ παλαίστραις
5271670 ἁλους
ἄν : μᾶλλον δὲ πολὺ μετριώτερος ἐκεῖνος , ἔρωτι μὲν ἁλούς , ὡς ἔφασκεν ἀπολογούμενος , ἑκὼν δὲ μάλα εὐψύχως
. ἐπ ' ὀφθαλμοῖς , ἐπ ' αὐτῷ τῷ κλέμματι ἁλούς . παραγγέλσεις . παραγγέλσεις . τὸν βίον . .

Back