καὶ ἡσυχάζω ἐν τῇ κλίνῃ μου καὶ ἀνοῖξαι νῦν οὐκ ἰσχύω ὑμῖν , διότι ἠσθένηκα ἀπὸ πάντων τῶν μελῶν μου
ἐγκεκορδυλημένοι . ἀλλ ' οὐ ] παρεπιγραφή . δύναμαι ] ἰσχύω , δυνατῶς ἔχω . . δείλαιος ] ὁ ἄθλιος
4952273 ἀχθεται
καταφρονῶν οὐ πάνυ ἄχθεται ἀδικούμενος καὶ ζημιούμενος . μᾶλλον γὰρ ἄχθεται εἴ τι προσῆκον ἀναλῶσαι οὐκ ἀνάλωσεν ἢ εἴ τι
οὐχ ὑποπίνεις ; οὐχ ὑπολύσεις σαυτόν ; ὁ δ ' ἄχθεται αὐτὸς ὁ θύων τῷ κατακωλύοντι καὶ εὐθὺς ἔλεξ '
4903226 Ῥοδανης
ἐξηπατήθη ἢ ἐψυχαγωγήθη . οὐ σοὶ μόνῃ , τέκνον , Ῥοδάνης ἐστὶ καλός . “ Ἡ δὲ πρὸς αὐτὸ τοῦτο
ὅτι ἔχω μὲν ξίφος , ἔχω δὲ τραῦμα : καὶ Ῥοδάνης μὲν ἀνεσταυρώθη μόνον , ἐγὼ δὲ καὶ ἡψάμην τοῦ
4860567 θυμε
χλοερὸν δρέπων δὲ φύλλον ἐδόκει τελεῖν Κυθήρην . ἄγε , θυμέ , πῆι μέμηνας μανίην μανεὶς ἀρίστην : τὸ βέλος
μέροϲ λόγου κ ! [ τοῦδε ϲυμπλέκειν [ ἔγειρε , θυμέ , γλῶτταν [ εὐκέραϲτον ὀρθουμένην εἰϲ ὑπόκριϲιν λόγων .
4819248 ὀνειδεσιν
' ἀγνοήσῃς πῆμα μαλθαχθεῖς ' ὕπνῳ . ἄλγησον ἧπαρ ἐνδίκοις ὀνείδεσιν : τοῖς σώφροσιν γὰρ ἀντίκεντρα γίγνεται . σὺ δ
τε βουλευτοῖσιν ἐν καλύμμασιν . ἆρ ' ἐξεγείρῃ τοῖσδ ' ὀνείδεσιν , πάτερ ; ἆρ ' ὀρθὸν αἴρεις φίλτατον τὸ
4809008 ἀτῃ
χαλκείαις ἀκίδεσσι καταΐγδην ἐλάσαντες παῖδά τε καὶ γενέτειραν ὁμῇ συναπέφθισαν ἄτῃ : ἔφθισαν οὐκ ἀέκουσαν , ἐπεὶ περὶ παιδὶ θανόντι
δὲ Λοκρῶν λαός , ὅτ ' ἔδρακον ἄνδρα κακῇ δεδμημένον ἄτῃ : δὴ γάρ οἱ λασίοιο καρήατος ἄλλυδις ἄλλῃ ἐγκέφαλος
4791400 φρενι
? ? τοῦτο κἀξεπίϲταμαι ? ? ? ? ? ? φρενὶ ? ? ] ! οορφανιμαλιϲνιων ? ! ! !
δέ τ ' ἀκούει . ἀλλ ' ἀπάνευθε πόνοιο νόου φρενὶ πάντα κραδαίνει . αἰεὶ δ ' ἐν ταὐτῶι μίμνει
4742837 θεινε
. : κίρκωσον ] Ἀντὶ τοῦ κρίκωσον . ἐρρωμένως νῦν θεῖνε : Τοῦ Ἡφαίστου εἰπόντος ὅτι καλῶς ἤδη πέπρακται τὸ
] ἰσχυροτάτῃ δυνάμει . . ῥαιστῆρι ] ἐν σφύρᾳ . θεῖνε ] τύπτε . πασσάλευε ] προσήλου . . προσκάρφου
4709637 εἰκει
αὐτοῖς ταχεῖαν καὶ λαμπρὰν σημαίνει τὸ δαιμόνιον , ἐπειδήπερ ἅπαν εἴκει τῷ πυρὶ καὶ οὐδὲν ὅ τι οὐχ ὑπὸ τοῦ
φησίν , ἀξιόπιστος ἀπειλῶν εἰκότως : δι ' ὧν γὰρ εἴκει , διὰ τούτων καὶ ἀπειλῶν ἀξιόπιστος : δεῖ γάρ
4645738 οἰομενη
, ἀλλὰ θεωρεῖσθαι μᾶλλον ἐθέλειν . γυνὴ δὲ καλὴν ἑαυτὴν οἰομένη καὶ μέγα τούτῳ φρονοῦσα περιέργοις τε σχήμασι καὶ θρυπτομένῳ
διατρίβων ἐπὶ πλέον ἐν ταῖς ἀντιλογίαις . γέγονέ τις δόξα οἰομένη κατὰ σῆψιν ἀλλοιοῦσθαι ἐν γαστέρι τὰ σιτία , ἐκ
4629896 αἰσχυνῃ
οἱ δοῦλοι ὑποταγήσεσθε τοῖς κυρίοις ὑμῶν ὡς τύπῳ θεοῦ ἐν αἰσχύνῃ καὶ φόβῳ . Μισήσεις πᾶσαν ὑπόκρισιν καὶ πᾶν ὃ
: δίδαξον ἡμᾶς τόδε , εἰ μὴ βλάπτῃ καὶ ὡσανεὶ αἰσχύνῃ τῷ λόγῳ καὶ τῇ φανερώσει . βουλόμενος γὰρ ὁ
4623637 ἀθλιον
ἐν τῇ γενικῇ , οἷον . . ὁρᾷς τὸν Ἀκταίωνος ἄθλιον μόρον : παρώνυμόν ἐστι καὶ οὐκ ἀπὸ τῶν εἰς
καὶ ταλαιπωρίας . Ἔτι δὲ οὐδὲ δείλαιον γῆρας , ἤγουν ἄθλιον , ἐπῆν αὐτοῖς : ἀεὶ δὲ κατὰ τοὺς πόδας
4617146 μαινεται
τοῦ κρέσσονος : ἐκ τῶν γνωμῶν τοῦ Δημοκράτους . Ἄμυρις μαίνεται : ἐπὶ τοῦ φρενήρους . οὗτος θεωρὸς ὑπὸ Συβαριτῶν
οὔτε εὐσεβὲς νεανίσκον ἄθλιον ἀνελεῖν , πιστεύσαντας μανίας λόγοις . μαίνεται γὰρ ὑπὸ λύπης . ” Ταῦτα εἰπόντος τοῦ Κλεινίου
4576360 Βασιλευ
, χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων ,
' ὑστεραίᾳ προσαγαγόντος αὐτοῦ τῇ πέτρᾳ τῶν βαρβάρων τις ἀνεβόησεν Βασιλεῦ Δημήτριε , τί βουλόμενος ἢ τίνος ἀναγκάζοντος πολεμεῖς ἡμᾶς
4570720 κατειπῃ
λέγειν ὅτι , κἂν μηδεὶς ἕτερος αἴσθηται ἢ συναισθόμενος μὴ κατείπῃ , μηνυτὴς οὐδὲν ἧττον αὐτὸς γενήσομαι κατ ' ἐμαυτοῦ
ἐξηρτημένας , μὴ καί τις ὄψεθ ' ἡμέρας χἠμῶν ἴσως κατείπῃ . ἀλλ ' εἶα δεῦρ ' ἐπὶ σκιᾶς ἐλθοῦσα
4557107 θωμαι
εὖ παραστάς [ σοι τὸ ] βρέγμα τῶι σκίπωνι μαλθακὸν θῶμαι [ . δειλὴ ] Μεγαλλί , καὶ ? [
τίν ' ὑμῶν πρῶτον ἢ τίν ' ὕστατον πρὸς στέρνα θῶμαι ; τῶι προσαρμόσω στόμα ; τίνος λάβωμαι ; πῶς
4533598 ἐνεγκων
εἰθισμένου . οἷα δὲ παῖς ἐκ τρυφῆς τὸν πόνον οὐκ ἐνεγκὼν ἐς τὴν ἁμαξιτὸν αὐταῖς χοινικίσι διέδρα καὶ παροδεύουσι λοχαγοῖς
ἴλιγγος καὶ παρῄνει Δαμάλιος πίνειν φάρμακον . ἐγὼ δὲ οὐκ ἐνεγκὼν αὐξῆσαι ἐν τῷ θέρει τὸ κακὸν τοῦ φθινοπώρου πίνω
4530547 ὀττι
πὰν φόρτιον [ ] δ ! ! [ δ ' ὄττι μάλιστασάλ [ καὶ κύματι πλάγεισαν [ ὄμβρωι μάχεσθαι !
δε [ καὶ ] σὺ τοῦτ ' , ἀλλ ' ὄττι τάχιστα [ παρθένοις ] ? [ ] ἄππεμπε [
4518481 θυμῳ
τέτμῃ ἀταρτηροῖο γενέθλης , ζώει ἐνὶ στήθεσσιν ἔχων ἀλίαστον ἀνίην θυμῷ καὶ κραδίῃ , καὶ ἀνήκεστον κακόν ἐστιν . ὣς
δεσμώτης ἔτρωγε κριθὰς χόρτον , ὥσπερ εἰώθει . δηχθεὶς δὲ θυμῷ καὶ περισσὸν οἰμώξας , σκύμνον θεωρῶν ἁβρότητι σὺν πάσῃ
4517836 κρωζεις
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ]
4507197 πνευμ
Κρέον ; οὔπω λελήσμεθ ' : ἀλλὰ σύλλεξαι σθένος καὶ πνεῦμ ' ἄθροισον , αἶπος ἐκβαλὼν ὁδοῦ . κόπωι παρεῖμαι
: ἀλλὰ κἀκείνοισι ταῦτ ' ἐναντία . Οὐκ ἔστι λῃσταῖς πνεῦμ ' ἐναντιούμενον , ὅταν παρῇ κλέψαι τε χἀρπάσαι βίᾳ
4500349 περιβαλε
, καὶ σήσας βάλε εἰς γάστρας : τῇ δὲ κόπρῳ περίβαλε ὀρνιθίων πτερά , ἐπὶ δὲ τούτοις ἔνθες τὰ ὠὰ
καὶ κακῶς ἀνθοβολούσας , ἰάσῃ οὕτως : περιορύξας τὸ πρέμνον περίβαλε τὸ μὲν μεῖζον φυκίων κοφίνους δύο , τὸ δὲ
4497866 ὀδυρομενῃ
ἄνεμος κατ ' ὄρος δρυσὶν ἐμπεσών : ἀναίθεται τῇ Ξανθίππῃ ὀδυρομένῃ ὅτι ἀπέθνησκεν , ἡ δὲ τῇ θυγατρί : οὐ
ἑ νέον πολέεσσιν ὀνείδεσιν ἐστυφέλιξεν , τῇ δέ τ ' ὀδυρομένῃ δέδεται κέαρ ἔνδοθεν ἄτῃ , οὐδ ' ἔχει ἐκφλύξαι
4497194 ἀτρεμας
“ δὲ διὰ τὴν τραχύτητα . ἀλλ ' ἔχ ' ἀτρέμας : μένε ἐφ ' ἡσυχίας . βαλλόμενος γὰρ ὁ
, χὤσπερ βροντὴ τὸ ζωμίδιον παταγεῖ καὶ δεινὰ κέκραγεν , ἀτρέμας πρῶτον , παππὰξ παππάξ , κἄπειτ ' ἐπάγει παπαπαππάξ
4494565 ταλας
οἷς ἐποχοῦνται οἱ ναῦται . . τοιαῦτα μηχανήματ ' ἐξευρὼν τάλας ] προειπὼν καὶ ἀπαριθμησάμενος ὅσα καλὰ καὶ ἀγαθὰ μηχανήματα
. πρὸς αὐτὸν ἀπέτεινε τὸν λόγον : οἵων πραγμάτων ὁ τάλας ἐπιθυμήσας : οἴχῃ καὶ διέφθαρσαι ἀπὸ τοῦ τρίποδος δεξάμενος
4494289 πεποιθα
. ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ ' ὃν μετέρχομαι βόλον πέποιθα δ ' : ἢ χρὴ μηκέθ ' ἡγεῖσθαι θεούς
ἀποτύχοιμι μισθοῦ . τοῦτο γὰρ ὑπονοεῖν δίδωσιν ἀπὸ τοῦ εἰπεῖν πέποιθα . ὃς τὴν ἐμὴν ἐπιθυμῶν χάριν , τοῦτο τὸ
4493751 τολμησει
, οἷον καὶ τοιαῦτα συνειδὼς βεβιωμένα ἑαυτῷ ὁ ἀκάθαρτος οὑτοσὶ τολμήσει βλέπειν εἰς ὑμᾶς καὶ τὸν βεβιωμένον αὑτῷ βίον αὐτίκα
ἢ δεινότερον πρᾶγμα τούτου ἐν τῇ πόλει γένοιτο , εἰ τολμήσει ὁ μὲν ἄρχων ἐν ταῖς τῶν ἐπικλήρων δίκαις ἀντιβολεῖν
4484836 σῃ
ἔργον ἐργασάμεναι οὐδ ' ἐλάττονος ἄξιον εὐφημίας τῶν ἐν τῇ σῇ πόλει τρεφομένων γυναικῶν , ἃς σὺ κελεύεις μετὰ τῶν
ὕπνῳ , ὥστε δόξει ἐμὲ ὁρέων σὲ εἶναι , τῇ σῇ ἐσθῆτι τεκμαιρόμενον . Εἰ δὲ ἐμὲ μὲν ἐν οὐδενὶ
4479249 ἀμελουμενον
ἂν οὐδὲ αἰχμάλωτον περιέκειρα τιμῶν τὸ κάλλος ὡς οὐχ ἡδέως ἀμελούμενον . ἀλλ ' ἐπεὶ τετέλεσται τὰ δεινά , κἂν
Κριτίαι καὶ προσετετήκει καὶ παρήγαγεν αὐτὸν ἐς ἤθη Ἑλλήνων τέως ἀμελούμενον καὶ περιορώμενον . . , Κριτίαν εἴτε τὸν ἕνα
4469834 μεθιεις
ξένε , λίην τόσον ἠὲ χαλίφρων , † ἢ ἑκὼν μεθίεις : πᾶς γὰρ μὴ μανθάνων ἢ φύσεως ἀντιπραττούσης πάσχει
ὦ ξεῖνε , λίην τόσον ἠὲ χαλίφρων , ἠὲ ἑκὼν μεθίεις καὶ τέρπεαι ἄλγεα πάσχων . πᾶς γὰρ μὴ μανθάνων
4466760 ταλαιν
λόγοις . φθέγξαι τι , δεῦρ ' ἄθρησον . ὦ τάλαιν ' ἐγώ , γυναῖκες , ἄλλως τούσδε μοχθοῦμεν πόνους
δάμαρ νιν ἐξέπεμπε δωμάτων ἄλαις : πίτνει δ ' ἁ τάλαιν ' ἐς ἅλμαν φόνωι τέκνων δυσσεβεῖ , ἀκτῆς ὑπερτείνασα
4465538 ἐγκεκαλυμμενη
ὀλίγαι οὖσαι , καὶ ἐν αὐταῖς ἡ νύμφη πάνυ ἀκριβῶς ἐγκεκαλυμμένη , ὑπὸ τῶν γυναικῶν περιεχομένη : ἐς δὲ τὸ
τὰ ὑπέρτερα ἐνεργοῦσα , μερικὴ δὲ καὶ ἀσθενὴς καὶ οἷον ἐγκεκαλυμμένη περὶ τὰ καταδεέστερα καὶ κοιλότερα στρεφομένη , ἔχοι ἂν
4464329 ἠνπερ
ἂν ἀφίκοιντό σοι πρὸ τοσούτων ἐτῶν ἀποθανόντες ; Ῥᾳδίως , ἤνπερ σὺ μὴ ὀκνήσῃς ἀποκρίνασθαί τί μοι . Ἐρώτα μόνον
ἀργυρίου , μηδὲ τοῦτο ἔτι ἔχοντας , ἢ αὐτοὺς λαμβάνειν ἤνπερ κρατῶμεν , μέτρῳ χρωμένους ὁπόσῳ ἂν ἕκαστος βούληται .
4454178 δυστηνον
ἑκόντες , ἕως αὐτῶν τοῦτ ' ἐν ταῖς ψυχαῖς τὸ δύστηνον ἐνοικεῖ πάθος : οἵ γε τελευτῶντες ὑπὸ τυράννῳ ποιήσασθαι
τέλος δέ οἱ ἔπλετ ' ὄλεθρος . ὃς καὶ τὸν δύστηνον ὑπήγαγε κόσσυφον ἄτῃ δμηθῆναι , χαλεπῆς δὲ γάμων ἤντησεν
4453984 παννυχον
' ἑλέτω σε καὶ ὕπνος : ἀνίη καὶ τὸ φυλάσσειν πάννυχον ἐγρήσσοντα , κακῶν δ ' ὑποδύσεαι ἤδη . ”
πενίηι . Ἐν δ ' ἥβηι πάρα μὲν ξὺν ὁμήλικι πάννυχον εὕδειν , ἱμερτῶν ἔργων ἐξ ἔρον ἱέμενον : ἔστι
4452321 βοᾳ
καὶ ἰσθμὸν ἔχουσαεἶτα θαυμαστικῶς : ὅσον γὰρ ἐκεῖνος ὁ ἰσθμὸς βοᾷ τοῖς κύμασι ῥησσόμενος . ἰσθμὸς δὲ καλεῖται ὁ ἐξ
τῆς τῶν χρεῶν φροντίδος καὶ μὴ δυνάμενος ὑπνώττειν ταῦτα σχετλιάζων βοᾷ . ἡ εἴσθεσις τοῦ δράματος ἄρχεται ἐκ συστηματικῆς περιόδου
4448085 κραδιῃ
καὶ ἀλγινόεντα παραύδα . Αἲ γάρ μοι μέγα θηρὸς ὑπὸ κραδίῃ μένος εἴη δαρδάψαι σέο σάρκας , ἔπειτα δέ θ
* δεινόν : χαλεπὴν ὀδύνην * γυιώσει : πλήξει * κραδίῃ : ἐν τῇ καρδίᾳ ἄχθος ὀδύνης ἔχει αὐτοῦ τοῦ
4446187 γυρωσασα
ἀμφέπλεξεν , ἐπ ' αὐχένι πάννυχα δεσμὰ ἀργεννοῖς ἑκάτερθε βραχίοσι γυρώσασα : ὣς τότε κερδαλέαι περὶ σηπίαι εἱλίσσονται ἀλλήλαις :
λακοῦσα , αὐχένα δ ' ὑψός ' ἄειρεν ἐς ἠέρα γυρώσασα καὶ πάσαις ἑκάτερθε θοῶς ἔφριξεν ἐθείραις καὶ πτερὰ πάντα
4431501 φροντιζεις
τὠφθαλμώ ] κατά . δακρύων ] κλαίων . κήδῃ ] φροντίζεις . Γ ὑπάλειψον : ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς
πρεσβύτην οἰκτείρεις ἐφ ' ἑνὶ κινδυνεύοντα παιδί , οὔτε σεαυτοῦ φροντίζεις , ἐπιμένεις δὲ τῇ προπετείᾳ , πρῶτον μὲν τάχα
4424282 στηθ
. . . . . . [ ! ! [ στηθ ! [ ἐν ματ ? [ φωτιπα ? [
. . . . . . [ ! ! [ στηθ ! [ ἐν ματ ? [ φωτιπα ? [
4423274 κειμαι
πρίν ποτ ' ἐοῦσα δόμοις : νῦν δὲ παρὰ Κρονίδην κεῖμαι τάδ ' ἔχουσα τὰ δεσμὰ τίμιος : οὐδ '
. Χαλκῆ παρθένος εἰμί , Μίδα δ ' ἐπὶ σήματι κεῖμαι . ἔστ ' ἂν ὕδωρ τε νάῃ καὶ δένδρεα
4419280 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
4400490 εἰργασω
ὁθούνεκ ' αὐτὸς αὐτὸν οὔτε νῦν καλὰ δρᾷς οὔτε πρόσθεν εἰργάσω βίᾳ φίλων , ὀργῇ χάριν δοὺς ἥ ς '
ἐξάρχουσα θρήνων τοῖς νεκροῖς : φερώνυμος : πολλὰ γὰρ νείκεα εἰργάσω : σὰ δ ' ἔρις οὐκ ἔρις : ἡ
4397330 χὠ
' ὅδε μὲν δώσει δίκην : προσέρχεται γὰρ ὁ πρύτανις χὠ τοξότης . Τουτὶ πονηρόν . Ἀλλ ' ὑπαποκινητέον .
: κοὐκ ἔστ ' ἄελπτον οὐδέν , ἀλλ ' ἁλίσκεται χὠ δεινὸς ὅρκος χαἰ περισκελεῖς φρένες . Κἀγὼ γάρ ,
4396177 τοθ
Οὐρανίδῃ μέγ ' ἄνακτι , θεῶν προτέρων βασιλῆι . τὸν τόθ ' ἑλὼν χείρεσσιν ἑὴν ἐσκάτθετο νηδύν , σχέτλιος ,
νέμεσθαι , ὄντων παίδων ἐκ τῆς γυναικὸς Φορμίωνι τουτῳί , τόθ ' ὡμολόγεις κυρίως δόντος τοῦ πατρὸς τοῦ σοῦ κατὰ
4393698 σιγα
σῖγα ἐπίρρημα καὶ τὸ γα βραχὺ ὡς εἴρηται . Ξ σίγα ] σιώπα . τῶνδ ' ] ὧν ἀκούεις .
ἀπὸ τοῦ ἠρεμῶ γίνεται ἠρέμα , καὶ ἀπὸ τοῦ σιγῶ σίγα , οὕτως καὶ ἐκ τοῦ ὁρῶ ὅρα , καὶ
4381853 κακῃ
ὡς καὶ τό τῆς δ ' ἦν τρεῖς κεφαλαί . κακῇ δήσαντες ἐν αἴσῃ : ἐν κακῇ μοίρᾳ . οἱ
γῆν Μαριανδυνῶν : δὴ γάρ σφεας ἐξεσάωσεν αὐτῇσιν νήεσσι , κακῇ χρίμψαντας ἀέλλῃ . τῇ ῥ ' οἵγ ' αὐτίκα
4374793 ταλαινα
ἐς δεινὸν ἤλθομεν κακὸν πάντες , σύ θ ' ἡ τάλαινα σύγγονοί τε σαὶ ἐγώ θ ' ὁ τλήμων :
. . κύμινδις . οὐ φέρει με τοῦ δοχῆος ἡ τάλαινα καρδία . ἃ δὴ λέγει νοῦς , τῷ νοεῖν
4357971 ἀνιαται
αὐτοῦ ἵνα μὴ ἀμέσως ὁ πνεύμων ὁμιλῇ τῶν ὀστῶν καὶ ἀνιᾶται . εἰσὶ δὲ καὶ κατὰ τὰς λοιπὰς πλευρὰς μέσον
ἡττώμενος , στένει Καμβύσης τιτρωσκόμενος , οἰμώζει Σαρδανάπαλλος ἐμπιμπράμενος , ἀνιᾶται Σμινδυρίδης ἀπελαυνόμενος , δακρύει Κροῖσος λαμβανόμενος , λυπεῖται Ἀλέξανδρος
4343920 Ἀλλ
: τοὔνεκα νῦν ἀλαόν τε μένει καὶ λάβρον ἐδωδαῖς . Ἀλλ ' ὅτε δὴ κεραῶν ἠείσαμεν ἔθνεα θηρῶν , ταύρους
φαίης ὡς ἀπὸ τόξου βέλη πέμποντας ἀμύνασθαι τὸν ἀντίπαλον . Ἀλλ ' οἵ γε θηραταὶ τοῦτο εἰδότες ἐπέχουσι μὲν τοὺς
4343145 ἐπιεικτον
γὰρ μάλα κέντρον ἐν ἄρσεσιν εἰς Ἀφροδίτην , ὀστέον οὐκ ἐπιεικτόν , ἀτερπέϊ θήγεται εὐνῇ . τοὔνεκα μάρνανταί τε παλιγνάμπτοισί
. οἶσθα μέν , οἷον ἐμὸν μένος ἔμπεδον οὐδ ' ἐπιεικτόν : ἕξω δ ' ὡς ὅτε τις στερεὴ λίθος
4339524 σιωπῃ
ἔφαθ ' , οἱ δ ' ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ μῦθον ἀγασσάμενοι : μάλα γὰρ κρατερῶς ἀγόρευσεν . ὅτι
, ἀπὸ τῆς ἀκτῆς λέγων , ὁρᾷς , ἐγὼ κάθημαι σιωπῇ . καί μοι δοκεῖς κατὰ τὴν παροιμίαν τὸν ὑπὸ
4337404 ἡσυχιῃ
, ἀρχὰς δ ' οὐκ ἄξει βασιληίδας οὐδὲ θρονισμούς , ἡσυχίῃ δ ' ἀφανεῖς σκήπτρων δίχα τούσδε φυλάσσει , ἀβλαβέας
ἐπίστανται κατέχειν κόρον , οὐδὲ παρούσας εὐφροσύνας κοσμεῖν δαιτὸς ἐν ἡσυχίῃ . . . . . . . . .
4337059 μοχθῳ
ἵνα μὴ κάμνῃ χειμῶνος ἐπιόντος οἱ ναῦται σὺν πολλῷ σύρουσι μόχθῳ : οὕτω γὰρ καὶ τὸ μέγιστον ἐπὶ τὴν γῆν
τὸν μὲν ἐς εὐφροσύναν καὶ χάρματα τὸν δ ' ἐπὶ μόχθῳ , ἦν τάχα μοχθήσαντι ποθ ' ὕστερον ἐσθλὰ δέχεσθαι
4335490 ποσει
δ ' ἐκεῖ σοι ζῶντί τ ' ἦ τῶι σῶι πόσει : καὶ νῦν φέρουσά σοι νέους ἥκω λόγους ,
τοῦ φαρμάκου . διὰ ταῦτα μὲν οὖν ἐπὶ τοῦ καθαρτικοῦ πόσει κελεύει τῆς πτισάνης ἐπιρροφεῖν : ἀρξαμένης δὲ γίνεσθαι τῆς
4328848 δυσπινη
θύρσῳ . οἱ δ ' ἐν δυστυχίαις ὄντες ἢ λευκὰ δυσπινῆ εἶχον , μάλιστα οἱ φυγάδες , ἢ φαιὰ ἢ
στυγῶν μὲν ἄστυ , τὸν δ ' ἐμὸν δῆμον ποθῶν δυσπινῆ πεπλώματα ὦ Ζεῦ πανόπτα καὶ κατόπτα πανταχοῦ ἄπελθε λαΐνων
4328453 μανιᾳ
δῆθεν ἐλέους ἐχόμενον καθ ' ἑαυτὸν βουλευσάμενος , τάχα τῇ μανίᾳ τῆς φιλαργυρίας εἰς τοῦτο συνελαθείς , οὐχὶ δὲ συμπαθείᾳ
ἀπολωλεκότες ἄλλον ζητεῖν , οὐδέ γε παῖς αὑτοῦ ἔξω ἐν μανίᾳ γεγενημένος εἰδήσει τὸν πατέρα : ὁ δὲ μαθὼν ἑαυτὸν
4322179 διολλυμαι
κόρη καθῆψεν ὤμοις τοῖς ἐμοῖς Ἐρινύων ὑφαντὸν ἀμφίβληστρον , ᾧ διόλλυμαι . Πλευραῖσι γὰρ προσμαχθὲν ἐκ μὲν ἐσχάτας βέβρωκε σάρκας
δ ' ἐπίσταμαι : τοῦ παιδὸς ὄντος τοῦδ ' ἐγὼ διόλλυμαι † γόνοιον † μήλων κἀφροδισίαν ἄγραν ζῆ , πῖνε
4315550 θελγητρον
' : ἐγὼ δ ' οὐκ οἶδα , τί μοι θέλγητρον ἰδόντι αἰὲν ἐπὶ πραπίδας καταλείβεται : οὐδὲ δύνανται ὄσσε
σε πρὸς τὸν ὕπνον ὀνήσει τὸ κάλλος ; Ἔχει τι θέλγητρον ἡδὺ καὶ μαλακώτερον ἐπάγει αὐτόν . Καὶ μὴν ὅ
4314146 ἀναπεισῃ
. εἰ . . . ἐξειργασμένος ] ἴαμβος . λαλῶν ἀναπείσῃ ] ἰωνικὸν ἡμιόλιον . τὸ . . . ἄν
μοι σχολῆς οὔσης , δέδοικα μὴ πολὺ θᾶττον ἐκείνη αὖθις ἀναπείσῃ καὶ πάλιν ἐλθεῖν θεασόμενον : ἐκ δὲ τούτου ἴσως
4308903 ἀνδρ
' Ἑρμῆ , μὴ λέγε , ἀλλ ' ἔα τὸν ἄνδρ ' ἐκεῖνον οὗπέρ ἐστ ' εἶναι κάτω : οὐ
τεμένεα νέμεται καὶ δαῖτας ἐΐσας δαίνυται , ἃς ἐπέοικε δικασπόλον ἄνδρ ' ἀλεγύνειν : πάντες γὰρ καλέουσι . πατὴρ δὲ
4302690 στολῃ
, μέλαιναν ἐσθῆτα περιβαλομένη καὶ ξιφίδιόν τι κρύπτουσα ὑπὸ τῇ στολῇ , οὔτε προσαγορεύουσα κατὰ τὰς συναντήσεις οὐδένα τῶν ἀσπαζομένων
σχῆμα τὸ βασιλικὸν εὐωχεῖσθαι καὶ τοὺς ὑπηκόους οἰκέτας ὁμοίᾳ περιβάλλειν στολῇ , μηδὲν τῷ βασιλεῖ πλέον ἀπονέμοντας , ἐπεὶ οὕτως
4300829 ρην
τοι ὁ μέγα πλούσιος μάλλον τοῦ ἐπ ' ἡμέ - ρην ἔχοντος ὀλβιώτερός ἐστι , εἰ μή οἱ τύχη ἐπίσποιτο
νυμφ [ [ ] μα ? ? [ [ ] ρην [ [ ] ι ὅτι τῆς πολλῆς [ [
4297138 θυμουμενον
ὁμοίως καὶ εἰ ἴδωμέν τινα ὑπερβολικῶς φιλοῦντα τὰ χρήματα ἢ θυμούμενον , οὐχ ἁπλῶς ἀκρατῆ τοῦτον λέγομεν , ἀλλὰ μετὰ
, καὶ οὐ πρόσθεν ἀνίησιν πρὶν τῆς ἀπειλῆς ἀποπαῦσαι τὸν θυμούμενον . ὥστε οὐκ ἂν ὀκνῆσαί μοι δοκῶ καὶ τὸ
4296180 γεροντ
σε μήτηρ ; ἐγὼ μὲν οὐκ ἰδὼν τἀκεῖ κακὰ δακρύοις γέροντ ' ὀφθαλμὸν ἐκτήκω τάλας . ἓν γοῦν λόγοισι τοῖς
' ἄμμοροι τέκνων . τί σοι πρὸς Ἕκτορ ' ἢ γέροντ ' εἴπω πόσιν ; ἄγγελλε πασῶν ἀθλιωτάτην ἐμέ .
4282136 ἀπωλεσας
σὺ δ ' οὔθ ' ὑπερβάλλοντα , τρόφιμ ' , ἀπώλεσας ἀγαθά , τὰ νυνί τ ' ἐστι μέτριά σοι
” . Γ ὅτ ' ἀντέδωκα Γ : τότε με ἀπώλεσας , ὅτε καὶ ἀντὶ τούτων μνᾶν ἔδωκα . Γ
4274948 δυσζηλος
ἐξερέω : μάλα δ ' ἀργαλέη γε τέτυκται ἀνδράσι καὶ δύσζηλος ἐπὶ φρένα πίστιος ὁρμή . . . καὶ τοῦτό
χολῆςπῶς δὴ πληρώσει ; ἐπιβᾶσα ἐπὶ τὸν τράχηλον ἐμοῦ ἡ δύσζηλος τιμωρουμένη καὶ τιμωροῦσα πολυστένακτα ἢ δίχα στεναγμοῦ καὶ ἐλέους
4271718 ἀμηχανος
ἄλλην οἶσθα καιριωτέραν βουλὴν ἑτοίμαζ ' , ὡς ἔγωγ ' ἀμήχανος χρησμῶν ἀκούσας εἰμὶ καὶ φόβου πλέως . ξένοι ,
πρῶτον μὲν ἔνδοθεν ἐγείρεται καὶ περὶ τὰ χείλη τοῦ πιόντος ἀμήχανος κνησμός , καὶ οἷος δὴ τοὺς χριομένους τῷ ὀπῷ
4269364 τερπομενος
καὶ τοῦτ ' εἰς οἶκον κέρδος ἔχων ἀπίηις . Ἥβηι τερπόμενος παίζω : δηρὸν γὰρ ἔνερθεν γῆς ὀλέσας ψυχὴν κείσομαι
πείσαντας καὶ τοὺς πεπεισμένους . ἀλλὰ σύ γε δῆλος εἶ τερπόμενος οἷς ἔπραξας καὶ οὐδὲ παυσόμενος . οὕτω τις ἐκομίζετο
4267182 ἀδυ
ταύτῃ : τῇ θαλάσσῃ δηλονότι . ἀδυνασίαν : σημείωσαι : ἀδυ - νασία ἅπαξ εἴρηται πολύ : λίαν . καὶ
ἐστιν ἐπὶ τὰ χείρω . καὶ οὐκ ἐξίσταται παντάπασιν ἡ ἀδυ - ναμία τοῦ λόγου τῆς δυνάμεως , ἀλλ '
4266737 τριοδοισι
Κύπρις τὸν Ἔρωτα τὸν υἱέα μακρὸν ἐβώστρει : ὅστις ἐνὶ τριόδοισι πλανώμενον εἶδεν Ἔρωτα , δραπετίδας ἐμός ἐστιν : ὁ
ὑπνώουσα κίῃ κεκορημένη ὕλης . μὴ σύ γ ' ἐνὶ τριόδοισι τύχοις ὅτε δάχμα πεφυζώς περκνὸς ἔχις θυίῃσι τυπῇ ψολόεντος
4264213 ἐμῃ
Καὶ πρῶτον μὲν αὐτὰ ταῦτα σκοπεῖτε , ὅτι οὐ τῇ ἐμῇ προνοίᾳ μᾶλλον ἐγίγνετο ἢ τύχῃ . Οὔτε γὰρ πείσας
γενήσομαι παίζων ἔμπροσθεν τοῦ δεσπότου μου . εὐφρανθήσεται γὰρ τῇ ἐμῇ παιδιᾷ καθάπερ καὶ τῇ τοῦ κυνός : τὸ γὰρ
4263266 Σωστρατε
; πάλιν λέγω : ὁ δεσπότης ἐν τῶι φρέατι . Σώστρατε , ἔξελθε δεῦρ ' : ἡγοῦ , βάδιζ '
' ἴσως μᾶλλον παρ ' ἡμῖν . οὐκ ἐθελήσει , Σώστρατε . σύμπεισον αὐτόν . ἂν δύνωμαι . δεῖ πότον
4257798 ἐγχριμψας
κραδίην ἐλάσας δόρυ , τῇ δ ' ὑπὸ νηδὺν φάσγανον ἐγχρίμψας : τὰς δ ' ἐσσυμένως λίπεν ἦτορ . Δηρινόην
τε καὶ ὑψικάρηνα γένεθλα φοινίκων πρόρριζα κατὰ χθονὸς ἐξετάνυσσεν , ἐγχρίμψας θηκτῇσιν ἀπειρεσίαις γενύεσσιν : ὁππότε δ ' ἐν μερόπων
4253653 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
4253251 νῳν
πονηρίαν οὔσας τοιαύτας ὀλίγον ὕστερον ἐροῦμεν , ἂν ἔτι δοκῇ νῷν : τὰς δὲ ψευδεῖς κατ ' ἄλλον τρόπον ἐν
κατ ' εἰρωνείαν χ ' ἅτεροι ] ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις νῷν ] ἡμῖν ἄλφιτα ] ἄλευρα πονήρους ] ἐπιπόνους ,
4252783 μελεος
: ἀποκείρεται σὸν ἄνθος πόλεος , ὁ Διὸς ἔκγονος , μέλεος Ἑλλάς , ἃ τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις
Κάλανος , ὁ μάταιος ὑμέτερος φίλος καὶ οὐχ ἡμέτερος : μέλεος καὶ τῶν ἀθλίων ἐλεεινότερος τὴν ψυχὴν ἑαυτοῦ ἀπώλεσε φιλαργυρήσας
4252513 φοβηι
κοὐδὲν καθαρῶς . ἀλλ ' ἦ Κρονίου Πανὸς τρομερᾶι μάστιγι φοβῆι , φυλακὰς δὲ λιπὼν κινεῖς στρατιάν ; τί θροεῖς
? [ ] δὲ τούτων [ ] ? δρωμένων τίνας φοβῆι ; τοὺς μείζονα βλέποντας ? [ - ] ἀνθρώπων
4251161 φευγεις
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη .
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν
4247631 νικηθηναι
τὴν περὶ ὑμᾶς ὄψεται δόξαν μετὰ ἀληθείας αὐτῷ μαχομένην καὶ νικηθῆναι μηδαμοῦ δυναμένην : εἰ δὲ ἄκων μέν , ἐθελήσει
ηὔχοντο Ἀλεξάνδρῳ πολλὰ καὶ ἀγαθά , ὅτι πρὸς σφῶν μόνων νικηθῆναι ἠνέσχετο . ἔνθα δὴ διελὼν κατὰ τάξεις τὴν στρατιὰν
4247582 μαχησομαι
ἐνὶ φρεσὶ βάλλεο σῇσι : χερσὶ μὲν οὔ τοι ἔγωγε μαχήσομαι εἵνεκα κούρης οὔτε σοὶ οὔτέ τῳ ἄλλῳ , ἐπεί
δὲ δὴ μετέειπε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης : Ἀτρεΐδη σοὶ πρῶτα μαχήσομαι ἀφραδέοντι , ἣ θέμις ἐστὶν ἄναξ ἀγορῇ : σὺ
4246494 σφαλεις
ἐξισῶσαι τοὺς πολίτας κἀφελεῖν τὰ δείματα . Κεἴ τις ἥμαρτε σφαλείς τι Φρυνίχου παλαίσμασιν , ἐγγενέσθαι φημὶ χρῆναι τοῖς ὀλισθοῦσιν
, μητρὸς οὐ φράσας θεᾶς μνήμων ἐφετμάς , ἀλλὰ ληθάργῳ σφαλείς , πρηνὴς θανεῖται στέρνον οὐτασθεὶς ξίφει . Καὶ δὴ
4241288 θαρσει
μὲν ἀληθείας τότε , ἀναμιμνήσκεται δὲ ἐνθάδε ἐκείνων : καὶ θαρσεῖ μὲν τότε , σφάλλεται δὲ νῦν . Ἡ δὲ
ἀργύριον ἦι , πάντα θεῖ κἠλαύνεται . ὅ τοι κακὸς θαρσεῖ μάλ ' αὐτόθεν [ ἔπειτα φεύγει ] . γυναικάνδρεσσι
4239738 ἐθελουσα
αἰγῶν ποίμνας τ ' εἰροπόκων ὀίων , θυμῷ γ ' ἐθέλουσα , ἐξ ὀλίγων βριάει κἀκ πολλῶν μείονα θῆκεν .
εἰς τὴν μεγίστην με πόλιν αὖθις φέρουσα ἐμβαλεῖν οὐ κακοῦν ἐθέλουσα ἔπραττε , κακὸν δέ τι κἀνταῦθα ἰωμένη . ὁρῶσα
4239102 πεπονθα
. διότι . ἐχρῆν : Ἀντὶ τοῦ χρή . . πέπονθα : Ἔπαθα . . ἔπαθον . . δεινὰ :
προτέρων φρενῶν ἀπολειφθεὶς καὶ μανείς : † ἄλλως : τί πέπονθα ἀπολειφθεὶς τῶν πρὸ τῆς μανίας φρενῶν : † ἄλλως
4233302 λυσσῃ
πάλιν μεθ ' ἧς ὕστερον ἐχρῶντο μανίας , ἀλλά τινι λύσσῃ φόβῳ συγκεκραμένῃ πλησίον γενόμενοι ταῖς ἀπὸ τῶν βελῶν νιφάσι
ὡς ἔστιν εἰκάσαι τῆς μελαίνης καὶ μέθης παρατροπαῖς καὶ τῇ λύσσῃ τῇ ἀπὸ τῶν λυσσώντων κυνῶν συμβαινούσῃ τὸν ἐνθουσιασμὸν ἀπεικάζει
4232320 νουσῳ
πρότερον τούτων χρὴ ποιῆσαι : ἢν κατ ' ἀρχὰς τῇ νούσῳ παραγένῃ , εἰς μὲν τὸ ποτὸν χρὴ διδόναι οἶνον
τε καὶ προγεγονὸς τύχῃ ἔχων ἤν τε καὶ ἐν τῇ νούσῳ γίνοιτο , καταμανθάνειν χρή . ἢν γὰρ μέλλῃ ἀπολεῖσθαι
4214855 λυπῃ
διδῷς τἀργύριον , ὥστε τοῦ Διὸς τὴν δύναμιν , ἢν λυπῇ τι , καταλύσεις μόνος . Τί λέγεις ; δι
, περιέστειλεν οἰκείως : ὅρα εἰς ταῦθ ' , ὅταν λυπῇ τι τῶν καθ ' ἡμέραν . οὕτω γὰρ οἴσεις
4212898 ὀφθαλμοισιν
, ὢ πόποι , ἦ φίλον ἄνδρα διωκόμενον περὶ τεῖχος ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι : ἐμὸν δ ' ὀλοφύρεται ἦτορ . ἐγὼ
Αἰολεῖς ἀναπληροῦσι τίος λέγοντες , ὡς παρὰ Σαπφοῖ . τίοισιν ὀφθαλμοῖσιν , ἀντὶ τοῦ τίσιν . Πάλιν ἀποροῦσί τινες λέγοντες
4210727 ἀκαματοισιν
ἀπίθησε , μολὼν δ ' ἔκτοσθε μελάθρων χερσὶν ὑπ ' ἀκαμάτοισιν ὄρος μέγα τύψε τριαίνῃ , ἔνθ ' Ἄνεμοι κελαδεινὰ
ἑδνωταὶ μεδέουσι παρ ' ἀνδράσι κουριδίοισιν : ἣ δέ οἱ ἀκαμάτοισιν ὑπ ' ἀγκοίνῃσι δαμεῖσα Εὐρυσάκην τέκεθ ' υἱὸν ἐοικότα
4207600 ἀκορητοι
χρῆται τῇ ἀποστροφῇ ἀμφὶ σέ , Πηλέος υἱέ , μάχης ἀκόρητοι Ἀχαιοί . ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ μιμητικῷ πολλάκις χρῆται
ἐπὶ δηρὸν ἄτισσαν . ὦ μέλεαι ζήλοιό τ ' ἐπισμυγερῶς ἀκόρητοι : οὐκ οἶον σὺν τῇσιν ἑοὺς ἔρραισαν ἀκοίτας ἀμφ
4205200 τυ
διάλληλα τὰ τῆς ἐπιχειρήσεως . τί γὰρ οὐ μᾶλλον ἡ τύ ὠλιγώρηται , ὅτι εἰς ν οὐ λήγει , ἢ
ἐριθακὶς ἁ μελανόχρως αἰτεῖ : καὶ δωσῶ οἱ , ἐπεὶ τύ μοι ἐνδιαθρύπτῃ . ἅλλεται ὀφθαλμός μευ ὁ δεξιός :
4197872 διαφυγουσα
οὐκ αὖθις ἀλώπηξ : πάγαις ἁλώσεται λείπει : παρόσον ἅπαξ διαφυγοῦσα πάγας , δεύτερον οὐκ ἐμπεσεῖται . Εἴρηται δὲ ἡ
ἐγὼ ἐραστὴς μέν εἰμι ἀεί , πολλάκις δέ με ἤδη διαφυγοῦσα ἔρημον καὶ ἄπορον κατέστησεν . Τίς αὕτη ; λεγέσθω
4193512 γυναι
εἰς ἔρευναν ἐξευρεῖν γονάς ; ἔχω γὰρ οὐδέν , ὦ γύναι , τεκμήριον . τάλαινά ς ' ἡ τεκοῦς '
αὐτῷ . ἀλλ ' ἔρχευ , λέκτρονδ ' ἴομεν , γύναι , ὄφρα καὶ ἤδη ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντες
4192073 οἰμοι
ἡδόμεσθ ' ἀγῶνι δυστυχεῖ δόμοις δισσῶν ἀδελφῶν μόρον ἀκούοντες σέθεν οἴμοι τὸ πᾶν δῆτ ' ἐσφάλημεν ἐλπίδων ται μέγα τείσασθε
τοῦ ἀπό τινος ἐσθίειν , ὡς Ἕρμιππος ἐν Στρατιώταις : οἴμοι τάλας , δάκνει , δάκνει , ἀπεσθίει μου τὴν
4188653 χερι
σοὺς πόνους . ὑμῶν δὲ μή τις ἀσπίδ ' ἄρηται χερί : ἐγὼ γὰρ † ἕξεω † τοὺς μέγ '
οὐ δῆτ ' , ἐπεί σφας τῆιδ ' ἐγὼ θάψω χερί , φέρους ' ἐς Ἥρας τέμενος Ἀκραίας θεοῦ ,
4183539 ὑπεκλασε
τένοντος : λῦσε δ ' ἄρ ' ἀνέρος ἦτορ , ὑπέκλασε δ ' ἅψεα πάντα . Τυδείδης δ ' ἕλε
ἐνοπήν : τῷ δ ' ἄτροπος ἤντετο Μοῖρα ἥ οἱ ὑπέκλασε νόστον , ἀπειρέσιον δ ' ἄρα πένθος πατρὶ πόρεν
4182916 χαρᾳ
. κραιπνή : ταχεῖα . Γηθοσύνη : χαροπὴ , ἐν χαρᾷ . Λαῖτμα : βαθὺ , κῦμα . κατὰ λαῖτμα
δὲ τὸν ἄνδρα τοῦτον τὴν ἐσχάτην τραγῳδίαν εἰσαγαγόντα καὶ νικήσαντα χαρᾷ περιπεσεῖν ἀνυπερβλήτῳ , δι ' ἣν καὶ τελευτῆσαι .
4175677 χανων
ὡς σὺ χώραν ἔχῃς . ” εἰσῄειν οὖν μάτην λύκος χανὼν παρὰ μικρόν , αἰσχυνόμενος ὅτι ἐδόκουν ἐξεληλακέναι τοῦ συμποσίου
καὶ ἑαυτὸν χθαμαλωτέρᾳ τῇ πτήσει κατάγων πλησίον γίνεται , καὶ χανὼν ἀνεμεῖ λίθον ἐς τὸν τῆς Ἡρακληίδος κόλπον , καὶ
4172723 ἀναμενει
ἐπιστήμῃ οὐκ ἐμπειρίᾳ προγιγνώσκει τῶν ἀνθρώπων τὰ πάθη καὶ οὐκ ἀναμένει πάντα γενέσθαι : δικαστοῦ γὰρ ἤδη τοῦτό γε :
; ἐβασάνισε τῇ πρεσβείᾳ τοῦ δήμου τὴν γνώμην καὶ μαθεῖν ἀναμένει , πῶς ἔχει πρὸς ἀπειλάς . κἂν ἴδῃ μὴ
4171739 φιλημα
τοῦτο ἀνεβόησα , ὡς θᾶττον ἂν ἀποθάνοιμι ἢ περιΐδω Λευκίππης φίλημα ἀλλοτριούμενον . “ Οὗ τί γάρ , ” ἔφην
Ἰνδῶν κρατήσας τὴν κεφαλὴν τοῦ πρεσβευτοῦ Ῥωμαίων , δεδωκὼς εἰρήνης φίλημα , ἀπέλυσεν ἐν πολλῇ θεραπείᾳ . Κατέπεμψε γὰρ καὶ

Back