ἀπαγγεῖλαι αὐτῷ διότι Ἀθήνησι τέσσαρές εἰσι χοίνικες τῶν ἀλφίτων ὀβολοῦ ὤνιοι καὶ κρῆναι ὕδατος ῥέουσιν . εἰ γάρ τοι μὴ
ἐπὶ δὲ γυναῖκές τε καὶ γέροντες ἐλεεινοί , βραχυτάτου πάμπαν ὤνιοι , μετὰ δὲ οἱ νέοι . καὶ διεχρῶντο οἱ
5293344 ἀποτρεχει
δὲ εὐφράνας ἀπῆλθεν ἓν τοῦτο ἐγκαλούμενος , ὅτι πρὸς ἀγροὺς ἀποτρέχει . οὗτος ὁ Μάξιμος ξένος μοι γίγνεται πάλαι καὶ
γάρ εἰσιν ἡμῶν ὤνιοι , ὁ πριάμενός τε πτωχὸς εὐθὺς ἀποτρέχει . Τοὺς Χαιρεφίλου δ ' υἱεῖς Ἀθηναίους , ὅτι
4903490 ὑπεροπλισσαιτο
' εὐερκέες εἰσὶ δικλίδες : οὔ κέν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . γινώσκω δ ' , ὅτι πολλοὶ ἐν αὐτῷ
' εὐεργέες εἰσὶ δίκλιδες : οὐκ ἂν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . δεῖ δὲ τοῦ ποιητοῦ τὰ μὲν ὡς συμβουλεύοντος
4864867 δικλιδες
αὐλὴ τοίχῳ καὶ θριγκοῖσι , θύραι δ ' εὐερκέες εἰσὶ δικλίδες : οὔ κέν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . γινώσκω
μογήσας . κληϊσταὶ δ ' ἔπεσαν σανίδες πυκινῶς ἀραρυῖαι , δικλίδες : ἐν δὲ γυνὴ ταμίη νύκτας τε καὶ ἦμαρ
4839363 χρυσοι
ἐκαλεῖτο δέ τις καὶ βαλανωτὴ φιάλη , ἧς τῷ πυθμένι χρυσοῖ ὑπέκειντο ἀστράγαλοι . Σῆμος δ ' ἐν Δήλῳ ἀνακεῖσθαί
βοᾷ ἐὰν βοᾶται , χρυσοῦμαι χρυσοῖ χρυσοῦται ἐὰν χρυσῶμαι ἐὰν χρυσοῖ ἐὰν χρυσοῦται . Τοῦτο δὲ ἐπὶ ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ
4711280 χηρων
ἦρται ὁ τῶν ξένων ξενοδόχος , ἦρται ἡ ἔνδυσις τῶν χηρῶν . τίς λοιπὸν οὐ κλαύσει ἐπὶ τὸν ἄνθρωπον τοῦ
ὁτιοῦν κακὸν ἐν ἑαυτοῖς ἐξευρίσκοντες , ὀρφανοὺς ἄγχοντες , ὁρίοις χηρῶν ἐπεμβαίνοντες , ἔχθρας συνάπτοντες , δόλους συρράπτοντες . καὶ
4589823 διηκοσιοι
δόμοις ἔνι κτήματα κεῖται , αἵθ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστην ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵπποισιν
κτήματα κεῖται , / αἵ θ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵππευσιν
4584428 αὐλητριδες
γὰρ τῷ φιλογεώργῳ ἐκείνῳ Διονύσῳ Ὀσίριδι συνείποντο τὴν γεωργίαν διδάσκοντι αὐλητρίδες ἐννέα μουσικὸν ᾄδουσαι , ἅσπερ Μούσας ἐκάλουν . Τινὲς
ταῦτα : ἤδη δὲ ἡμῶν ἡδέως ἀπηλλοτριωμένων τοῦ σωφρονεῖν ἐπεισβάλλουσιν αὐλητρίδες καὶ μουσουργοὶ καὶ σαμβυκίστριαί τινες Ῥόδιαι , ἐμοὶ μὲν
4344468 ἀκαρποι
ἰδεῖν ὅλης κομισθείσης τῆς σχοινιᾶς : οἱ πολλοὶ γὰρ ἦσαν ἄκαρποι πεφυκότες ἐκ τοῦ αὐτοῦ , κάρπιμοι δὲ ὀλίγοι .
. ξύνοιδε Πηνειὸς ὁ καλλιδίνας μακραί τ ' ἄρουραι πεδίων ἄκαρποι καὶ Πηλιάδες θεράπναι σύγχορτοί θ ' Ὁμόλας ἔναυλοι ,
4343654 ἠϊθεος
Ἴωσι νεωτέρου πρὸς πρεσβύτερον προσαγόρευσις . ᾔθεος : Ἀττικοί , ἠΐθεος Ἴωνες : ὁ ὥραν γάμου ἔχων καὶ μηδέπω γεγαμηκώς
δὲ τοῦ Ἐχελάου πυθοχρήστου τῆς ἀποικίας ἡγεμόνος , οὗτος μὲν ἠΐθεος ἦν ἔτι , τῶν δὲ ἑπτὰ κληρουμένων , ὅσοις
4312392 διθυραμβος
ἄστυ μετελθεῖν , κωμῳδία ὠνομάσθη . ἐν διθυράμβοις . ὁ διθύραμβος γράφεται μὲν εἰς Διόνυσον , κεκινημένος καὶ πολὺ τὸ
χορὸς ἦν κυκλικὸς πρὸς τὸν Διόνυσον , ἐλέγετο δὲ ὁ διθύραμβος ἀπὸ Διονύσου τοῦ ἐκ δύο θυρῶν ἐξελθόντος , ἔκ
4271778 κλαιωμεν
προσερριζωμένοι : ἂν δέ τις ἀποδημήσῃ τῶν συνήθων , καθήμενοι κλαίωμεν καὶ πάλιν , ἂν ἔλθῃ , ὀρχώμεθα καὶ κροτῶμεν
, ἀλλ ' αὐτοῖς ἵπποισι καὶ ἅρμασιν ἆσσον ἰόντες Πάτροκλον κλαίωμεν : ὃ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων . αὐτὰρ ἐπεί
4268337 παροικοι
ἀφ ' ἑστίας συθείς , οἷαι Στρυμονίου πελάγους Ἀχελωίδες εἰσὶ πάροικοι Θρῃκίων ἐπαύλων , λίμνας τ ' ἔκτοθεν αἳ κατὰ
ἑστίας ἐφ ' ἧς τὰ κατὰ Μήδων ἐπινίκια ἐθύσαμεν , πάροικοι δ ' ἀλλοτρίας γῆς τε καὶ πόλεως , καὶ
4259073 δαιτες
ἔτι κάλχης , κηραφίδος , πίνης τε καὶ αἰθήεντος ἐχίνου δαῖτες ἐπαλθήσουσιν ἰδὲ κτένες : οὐδέ τι κῆρυξ † δὴν
περ οὐ κατὰ κόσμον αἰτίζεις : εἰσὶν δὲ καὶ ἄλλοθι δαῖτες Ἀχαιῶν . ” ὣς φάτο , τὸν δ '
4205860 ὀρχηστριδες
ὅπερ ἀνωτέρω ἔφη “ Ἁρμοδίου μέλος ᾄσεται ” . Γ ὀρχηστρίδες ] πόρναι ὀρχούμεναι . τὰ φίλταθ ' Ἁρμοδίου ]
προέβαινεν καὶ εἰσῆλθεν ἄλλα τε ἀκροάματα καὶ αἱ Θετταλαὶ αὗται ὀρχηστρίδες , καθάπερ αὐταῖς ἔθος ἐστίν , ἐν ταῖς διαζώστραις
4197704 τεσσαρες
ΙΑ πρὸς ΑΜ , διὰ τὴν ὁμοιότητα τῶν τριγώνων . τέσσαρες ἄρα αἱ ΔΑ ΑΚ ΑΙ ΑΜ ἑξῆς ἀνάλογόν εἰσιν
τῶν ἄκρων ἴσος ᾖ τῷ ὑπὸ τῶν μέσων , οἱ τέσσαρες ἀριθμοὶ ἀνάλογόν εἰσιν : ἔστιν ἄρα ὡς ὁ Ε
4196597 γεμουσαι
ἵνα ᾖ νοούμενον ” ἔλθωμεν ἐπὶ τὴν Ἀθηναίων γῆν ὄμβρου γέμουσαι “ : καὶ γὰρ εἰ ἀμφοτέρως ἡ ἔννοια σῴζεσθαι
σχεδόν τι ἅπαντες ἄνθρωποι . αἱ δὲ ἀπαρχαί εἰσι νῆες γέμουσαι εὐδαιμονίας , καὶ ὅ τι ἂν ἡ φύσις ἄριστον
4191114 χορεια
δὲ ἴσως κρείσσονα . σοὶ μὲν γὰρ περὶ σελήνην ἡ χορεία , καὶ οὐκέτι λατρεύσεις καὶ φιλοσοφήσεις τὸ πέμπτον ,
τὴν αἰτίαν διότι ποτὲ νῦν ἐν ταῖς πόλεσιν ἡ τοιαύτη χορεία καὶ ἀγωνία σχεδὸν οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἐστιν , εἰ μὴ
4181686 πτωχοι
ξεῖνον ἀτιμῆσαι : πρὸς γὰρ Διός εἰσιν ἅπαντες ξεῖνοί τε πτωχοί τε . δόσις δ ' ὀλίγη τε φίλη τε
ὅτι ἴδε τοὺς ῥήτορας , ὡς , ὁπόταν μέν εἰσι πτωχοί , εἰσὶν εὐσεβεῖς καὶ δίκαιοι , ὅταν δὲ πλουτήσωσι
4169456 περισκεψασθαι
ζώνῃ , περὶ ἧς φησιν σε μάλ ' οἴω νύκτα περισκέψασθαι , ἵν ' αὐτίκα μᾶλλον ἴδηαι : τοίη οἱ
χυμός : ἵνα δὲ τοῦτο γένηται , πρῶτον μὲν δεῖ περισκέψασθαι , εἰ ἐπιτηδείως ὁ κάμνων ἔχει πρὸς τὴν τοιαύτην
4151047 ἐξοιχνευσι
ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵππευσιν καὶ ὄχεσφιν . ἔνιοι δέ φασιν οὐ
ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστην ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν . ἔνιοι δέ φασιν οὐ
4135444 ἐξωμαλισται
ἐνὶ στήθεσσι σιδήρεος . τά γε μὴν τοῦ τρίτου οὐκ ἐξωμάλισται . . . . . . . . .
: περισπωμένην γὰρ οὖσαν φυλάσσειτά . τε τῆς ἀναγνώσεως οὐκ ἐξωμάλισται : πολλαὶ γὰρ ὀρθοτονηθεῖσαι ἀντανακλασμὸν οὐκ ἐδέξαντο : ἀλλὰ
4102757 πλειονες
] ὅλης πόλεώς ἐστιν ἔνκλημα . οἶδα ὅτι ἐν τούτοις πλείονές εἰσιν δοῦλοι : διὰ τοῦτο οἱ δεσπόται ? λοιδοροῦνται
φαλάκρωσις . τὰ δὲ ὀπίσω οὐ πάνυ φαλακροῦνται , ἐπειδὴ πλείονές εἰσι μύες , καὶ φυλάσσουσι τὰς τρίχας . τὰ
4100225 μισουμενη
ἀνθρώπῳ δύο γυναῖκες , μία αὐτῶν ἠγαπημένη καὶ μία αὐτῶν μισουμένη , καὶ τέκωσιν αὐτῷ καὶ γένηται υἱὸς πρωτότοκος τῆς
κακοὶ , δύσκολοι , καὶ οἱ διεστραμμένοι . Ἐχθομένη : μισουμένη , μεμισημένη . σκολόπενδρα : ψαλίς . ὀσμύλος :
4089703 πολιοι
, οὐχ οἱ πρὸς ἀλήθειαν , ἀλλ ' οἱ χρόνῳ πολιοὶ οἱ λέγοντες : ” δῶμεν ἀρχηγὸν καὶ ἀποστρέψωμεν εἰς
μακρόθεν : θέλει γὰρ τίμιον , καθὸ καὶ οἱ γέροντες πολιοὶ ὄντες τίμιοι εἰσίν . τοῦτο δέ ἐστιν ἀπίθανον καὶ
4088026 πασται
κᾆτ ' ἐκπλῦναι καὶ διαπλῦναι . χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες ἐν δὲ Κλεωναῖς ὀξίδες εἰσίν
ἀλφίτων μέτα : Ἀριστοφάνης δέ φησι χορδαί , φῦσκαι , πασταί , ζωμός , χόλικες . μίμαρκυς δὲ κοιλία καὶ
4058652 ἠεριοι
μεγαλότερον . ἐγγύθεν : πλησίον . Ἀνθρώσκουσι : ἀναπηδῶσιν . ἠέριοι : εἰς τὸν ἀέρα , ἐναέριοι . ποτέονται :
. οἰωνοί τε κύνες τε κατὰ πτόλιν ἄλλοθεν ἄλλοι , ἠέριοι πεζοί τε συνέστιοι εἰλαπινασταί , αἷμα μέλαν πίνοντες ἀμείλιχον
4048620 ἐπισκοποι
ἀπ ' αὐτοῦ εὐμαρέως . ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
' αὐτοῦ εὐμαρέως . . Ἕκτοι δέ εἰσιν Ἰνδοῖσιν οἱ ἐπίσκοποι καλεόμενοι . Οὗτοι ἐφορῶσι τὰ γινόμενα κατά τε τὴν
4022952 λαβραξ
Βερενίκην τῆς Λιβύης Λήθων ποτάμιον , ἐν ᾧ γίνεται ἰχθὺς λάβραξ καὶ χρύσοφρυς καὶ ἐγχέλεων πλῆθος [ καὶ ] τῶν
διαφέρει , ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασώζειν ἑαυτόν . Ἀριστοφάνης : λάβραξ ὁ πάντων ἰχθύων σοφώτατος . Ἀλκαῖος δ ' ὁ
4012899 μακροβιωτατος
ἔτη ἕξ . ζῶσι δ ' οἱ πλεῖστοι καθάπερ ὁ μακροβιώτατος ἄνθρωπος , οἱ δὲ μάλιστα γηράσαντες ἔτη διακόσια .
ἔτη ἕξ . Ζῶσι δ ' οἱ πλεῖστοι καθάπερ ὁ μακροβιώτατος ἄνθρωπος , οἱ δὲ μάλιστα γηράσαντες ἔτη διακόσια .
4002750 ἐγενοντ
' : ἀγαθοὶ δὲ καὶ σοφοὶ κατὰ δαίμον ' ἄνδρες ἐγένοντ ' : ἐπεὶ ἀντίον πῶς ἂν τριόδοντος Ἡρακˈλέης σκύταλον
οὐδ ' εἰπεῖν ὅτωι οὐκ εἰσὶ πάπποι : πῶς γὰρ ἐγένοντ ' ἄν ποτε ; εἰ μὴ λέγειν δ '
3978338 περιτυχωσιν
χείρονα , θεῶν τε ναοὺς καὶ βωμοὺς , οἷς ἂν περιτύχωσιν , ἀνατρέπειν . Συναινεσάντων δὲ τῶν ἄλλων , τὰ
νύκτωρ δὲ προΐασιν ἐς τὴν γῆν , καὶ ὅτῳ ἂν περιτύχωσιν , ἢ ἵππῳ ἢ βοῒ ἢ ὄνῳ , συντρίβουσιν
3977295 στοιχοι
ὑστεραία ἧκε , καθαρὰ μὲν ἦν πάντα πρὸ ἡμέρας , στοῖχοι δὲ εἱστήκεσαν ἔνθεν καὶ ἔνθεν τῆς ὁδοῦ , ὥσπερ
εἵλκετο στοῖχον ἐπ ' ἄλλης μηχανῆς . Ὅσοι γὰρ δὴ στοῖχοι ἦσαν τῶν ἀναβαθμῶν , τοσαῦται καὶ μηχαναὶ ἦσαν ,
3974810 βοες
ἡ ὁπλὴ τοῦ ἵππου ὥσπερ ὄνυξ ἐστίν : οἱ γὰρ βόες χηλὰς ἔχουσιν . μῶλυ φυτὸν ἀλεξιφάρμακον . οἱ μὲν
πρόβατα αὐτῶν ὡς ἄρνες , καὶ οἱ ὄνοι καὶ αἱ βόες σχεδὸν ὅσον κριοί , καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν καὶ
3942758 καλοι
τριάκοντα Σπαρτιατῶν . πολλοὶ δὲ αὐτῷ καὶ τῶν περιοίκων ἐθελονταὶ καλοὶ κἀγαθοὶ ἠκολούθουν , καὶ ξένοι τῶν τροφίμων καλουμένων ,
εἴδη τέτταρα . ἓν μέν , ἐὰν ὦσιν οἱ πρόγονοι καλοὶ κἀγαθοὶ καὶ δίκαιοι , τοὺς ἐκ τούτων γεγεννημένους εὐγενεῖς
3935596 ἀναιρουμενοι
σπαργάνοις κοσμοῦσαι , παιδία ἐκκείμενα , ποίμνια τρέφοντα , ποιμένες ἀναιρούμενοι , νέοι συντιθέμενοι , λῃστῶν καταδρομή , πολεμίων ἐμβολή
οἱ πρὸ αὐτοῦ βασιλεῖς πολλὴν καὶ ἀγαθήν , ἐξ ἧς ἀναιρούμενοι τὰς προσόδους ἱερά τε θεοῖς ἐπετέλουν καὶ τὰς εἰς
3934144 παμπολλοι
' ὀρθώσεως . περιπεπεμμένα . περιπεπεμμένα . νῦν δὲ ὅτε πάμπολλοι . οὕτως ἡ βίβλος τοῦ πατριάρχου . συντείνεις .
ἡγεῖτο δ ' αὐτῶν Ἀρταβάτας Πέρσης . Πορευομένου δὲ αὐτοῦ πάμπολλοι ἄνθρωποι παρείποντο ἔξω τῶν σημείων , δεόμενοι Κύρου ἄλλος
3930234 ὀδυρομενων
βιαίου θανάτου ἔργον ἐγένοντο . Ὅτι Ἀρίστιππος ἑταίρων αὐτῷ τινων ὀδυρομένων βαρύτατα πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα πρὸς αὐτοὺς εἶπε λύπης
καὶ ἦχος , καὶ θόρυβος γίνεται τῶν ἀδικουμένων , δηλονότι ὀδυρομένων καὶ θρηνούντων , καὶ ἑτέρων πολλῶν καταβοωμένων τὴν ἄδικον
3927267 παιδες
ἄριστον αὐτοῦ περιπατήσαντος παρὰ τοὺς Τρίποδας συνῆλθον εἰς τὸν τόπον παῖδες οἱ κάλλιστοι ταῖς ἑξῆς ἡμέραις , ἵν ' ὀφθεῖεν
τινὲς οὕτως : δυσδαιμόνων δέ τινες , ἵνα λείπῃ τὸ παῖδες . : δυσδαιμόνων : Ἀπὸ τῶν δυσδαιμόνων εἰσὶν οἵτινες
3926924 σμερδαλε
διαφορᾷ μετάγεται , νῦν μὲν δεδίασιν , ὅταν δὲ εἴπῃ σμερδαλέ ' εὐρώεντα , τά τε στυγέουσι θεοί περ ἀντὶ
θυμὸς ἐνῆεν . τὸν δὲ ἀδελφὸν ὑπερορᾷ οἰκί ' ἔχοντα σμερδαλέ ' εὐρώεντα , τά τε στυγέουσι θεοί περ .
3916609 γνησιοι
ἐνθυμηθῆναι , ὅτι ὅσοι μὴ ἐπεποίηντο ἀλλ ' ἦσαν πεφυκότες γνήσιοι , τούτοις ὁ νόμος δίδωσιν , ἐὰν ἄπαιδες ὦσιν
ὥς φησιν Ἀριστοτέλης . εἰδέναι μέντοι γε χρὴ ὅτι οἱ γνήσιοι Πυθαγόρειοι ἀντίχθονα ἐκάλουν τὴν σεληνιακὴν σφαῖραν , ἐπειδὴ ὥσπερ
3905087 Θειος
τε ἡ ἐκ Φλιοῦντος καὶ Λασθένεια ἡ ἐξ Ἀρκαδίας . Θεῖος δ ' ἦν , ὡς εἴρηται πολλάκις , οὗτος
καὶ οἱ Λάκωνες ὅταν τινὰ ἐγκωμιάζωσιν ἀγαθὸν ἄνδρα , ” Θεῖος ἀνήρ , “ φασίν , ” οὗτος . “
3897537 Ἐλευθεροι
καὶ τὸ ἔθος διαμένει ἐν τῇ θυσίᾳ τοῦ Φόρβαντος . Ἐλεύθεροι γάρ εἰσιν οἱ διακονοῦντες , δούλῳ δὲ προσελθεῖν οὐκ
εἰσι κακίονες ἀνδρῶν , ἀλέες δὲ ἄριστοι ἀνδρῶν ἁπάντων . Ἐλεύθεροι γὰρ ἐόντες οὐ πάντα ἐλεύθεροί εἰσι : ἔπεστι γάρ
3897091 οἰκειη
ὀλίγοις , πατρὶς δέ μοι Κῶς , ἣν ὅπως ὑμῖν οἰκείη ἐστὶν ἐξ ἀρχαίων , ἕτεροι ἐροῦσιν οἵ τινες ἱστορίην
κόψας οἴνῃ ἐπεγκεράσαιο , τὰ δή ῥ ' ὑποτέτροφε λίμνη οἰκείη τόθι λεπτὰ διὲκ ποσὶν ἑρπετὰ νήχει , ἠὲ φιλοζώοιο
3892976 λαμπαδες
Βούδορον καλούμενον κενάς : τῶν ἀνδρῶν δηλονότι . φρυκτοί : λαμπάδες πολεμίους δηλοῦσαι ʃ φρυκτοί εἰσι λαμπάδες τινὲς ἀπὸ ξύλων
γένει τὸν Ἕλληνα κλητέον . καὶ δὴ δύ ' αὗται λαμπάδες ῥητορικῆς ἀνίσχουσιν , ἡ μὲν τὴν Εὐρώπην , ἡ
3891659 ἀποφατικαι
κινεῖσθαι . εἰσὶ δὲ αἱ τοιαῦται προτάσεις καταφατικαί , οὐκ ἀποφατικαί . ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τῶν ἐκ τρίτου προσκατηγορουμένου τὸ
γὰρ προσλαμβάνῃ ; εἰ μὲν τὴν ΑΒ , αἱ δύο ἀποφατικαί : εἰ δὲ τὴν ΒΓ , οὐκ ἔχομεν μῖξιν
3889721 ἐκειναι
ΔΖ ἴση ἐστίν , καὶ τῶν πρὸς ταῖς βάσεσι γωνιῶν ἐκεῖναι ἴσαι , ὑφ ' ἃς αἱ ἴσαι πλευραὶ ὑποτείνουσιν
ποιούσας καὶ πάντα ἐπιτάττειν βουλομένας τοῖς ἐρασταῖς . ἀλλ ' ἐκεῖναι μὲν ἴσασι καὶ θεραπεύειν , ὅταν κελεύωσι , σὺ
3875675 πλωτοι
διαφέρουσιν ἀλλήλων , ἐπεὶ οἱ μὲν ὑφαντοὶ , οἱ δὲ πλωτοὶ , οἱ δὲ πλεκτοί εἰσι . καὶ τῶν ὑφαντῶν
διεξιὼν ἤπερ ἐκεῖνος . εἰσὶ δὲ μεταξὺ καὶ ἄλλοι ποταμοὶ πλωτοὶ , ῥέοντες ὡσαύτως ἀπὸ νότου πρὸς βορρᾶν καὶ τὸν
3872005 οἱοι
, μὴ ὧν πεισόμεθα μόνον δεινότητα κατανοοῦντας , ἀλλ ' οἷοί τε ἂν ὄντες πάθοιμεν καὶ ὡς ἀστάθμητον τὸ τῆς
στρατηγούς , οἳ ἐνίκων ναυμαχοῦντες , ὅτε διὰ χειμῶνα οὐχ οἷοί τ ' ἔφασαν εἶναι τοὺς ἐκ τῆς θαλάττης ἀνελέσθαι
3862305 φιλοξενοι
ἀσκεῖται ἡ Θέμις ἡ τοῦ ξενίου Διὸς πάρεδρος . τουτέστι φιλόξενοί εἰσιν , ἴσως διὰ τὸ ἐμπορεῖον εἶναι τὴν Αἴγιναν
παρ ' αὐτοῖς διαπαντὸς ἐν ταῖς τραπέζαις : ἀντὶ τοῦ φιλόξενοί εἰσιν . . ἀλλὰ σὺν δόξᾳ τέλος δυωδεκάμηνον περάσαι
3857933 ἀναιρουσαι
. ἢ ? γὰρ ταχὺ τὸ ζῆν ? ? ? ἀναιροῦσαι συναναιροῦνται ? ? καὶ ? αὐταί , ἢ ὑφαίρεσιν
τὰς μὲν φαγοῦσαι , τὰς δὲ καὶ διὰ μόνης σκιᾶς ἀναιροῦσαι , ἐκκρίνουσι δὲ ἃς ἂν καταφάγωσι ῥᾳδίως αὐτίκα ,
3856920 ἑκατομπυλοι
πλεῖστα δόμοις ἔνι κτήματα κεῖται , / αἵ θ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες
, Ἀπειραίη η ἔστασαν ἔστησαν Μ . αἵ τ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστας ἀνέρες
3849996 εἰσπνηλος
πρὸ ἡμῶν ἐγένοντο ἄνθρωποι , ἕτερος μὲν ὑπὸ Λακώνων λεγόμενος εἴσπνηλος , τουτέστιν ἐραστής , ἕτερος δὲ ὑπὸ Θεσσαλῶν ἀΐτας
τινες ἄνδρες ἐπ ' ἴσης ἀλλήλους ἐφίλησαν , ὁ μὲν εἴσπνηλος , τουτέστιν ἐραστής , ὡς Λακωνίζων εἴποιἂν ἀνήρ ,
3849926 στρυφνος
. μὰ τοὺς πρόσωθεν ὁ δ ' Ἀναξαγόρου τρόφιμος χαιοῦ στρυφνὸς μὲν ἔμοιγε προσειπεῖν καὶ μισόγελως καὶ τωθάζειν οὐδὲ παρ
ἀρόσαι δὲ οὐκ εὐδαίμων καὶ ἁμαξεῦσαι ἄπορος . ὁ δὲ στρυφνὸς καὶ ἐν ὠμῷ τῷ γήρᾳ γεωργὸς νοείσθω , Θειοδάμαντα
3849489 κλιναι
ἡ κλίνη νομίσματος ἑνός ἐστιν ἀξία , αἱ πέντε δηλονότι κλῖναι πέντε νομισμάτων εἰσὶν ἄξιαι . εἰσὶ δὲ τὰ πέντε
βολα γὰρ τὰ κοινά : οἷον οὐκ ἂν φήσαιμεν “ κλῖναι ἐπὶ δόρυ , ” ἀλλ ' “ ἐπὶ δόρυ
3848201 παμπολλαι
ἔνθα πολὺς μὲν ὁ φθόνος , μυρίαι δὲ ὑπόνοιαι , πάμπολλαι δὲ κολακειῶν καὶ διαβολῶν ὑποθέσεις : ὅπου γὰρ ἀεὶ
λαβούσης τῆς νομῆς , ἐπὶ τὰς ἀνακαθαιρούσας δυνάμεις βαδιστέον : πάμπολλαι δ ' εἰσὶν ἐξ ὧν παραδείγματος χάριν ὀλίγας παραθήσω
3847050 σκεψομαι
καὶ χάριν ἀποδοῦναι ἐθέλων καὶ δεδοικὼς τὸν μέλλοντα ῥήτορα , σκέψομαι μετὰ τῶν φίλων κἂν εὕρω τὸν θαρρύνοντα , πέμψω
ἤπερ ὠφελεῖν . οἱ τὰς ὀφρῦς αἴροντες ὡς ἀβέλτεροι καὶ σκέψομαι λέγοντες . ἄνθρωπος γὰρ ὢν σκέψῃ σὺ περί του
3846440 χηροι
βουλόμενοι τὸν μέλλοντα αὐτοῖς χρόνον ἱεροὶ γενέσθαι ἐρχόμενοι ἀπολούονται καὶ χῆροι μένουσιν αὐτοῦ : τὸ δὲ αὐτὸ καὶ γυναῖκες :
ὄχθοι ὄχθων ὄχθαι ὀχθῶν , πέτροι πέτρων πέτραι πετρῶν , χῆροι χήρων χῆραι χηρῶν , κοῦροι κουρῶν κοῦραι κουρῶν .
3840145 ἀφωνοι
Δημώνακτος ὕστερον . οἱ δ ' οἰκέται τέως μὲν ἑστήκεσαν ἄφωνοι , τῷ παραδόξῳ τοῦ πράγματος ἐκπεπληγμένοι , εἶτα πειρώμενοι
κλίνουϲιν , ϲίελον δὲ καὶ δαψιλὲϲ καὶ ἀφρῶδεϲ ἀφιᾶϲιν καὶ ἄφωνοι τοὐπίπαν εἰϲὶν καὶ οἷα ἄφρονεϲ , ὡϲ μηδὲ τοὺϲ
3837832 βωμοι
καὶ μὴ χαλεπῶς με προδίδασκε . ἔστι γὰρ ἔμοιγε καὶ βωμοὶ καὶ ἱερὰ οἰκεῖα καὶ πατρῷα καὶ τὰ ἄλλα ὅσαπερ
ἄσμενοι κατείδομεν ὅθενπερ καὶ Ξενοφῶν καὶ σύ . καὶ οἱ βωμοὶ ἀνεστᾶσιν ἤδη , λίθου μέντοι γε τοῦ τραχέος ,
3837244 ἀδιοριστοι
ἀχώριστός ἐστιν ἡ προπέτεια τῆς ὀργῆς : εἰσὶ δὲ καὶ ἀδιόριστοι . εἰκότως οὖν κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον τὴν ἀπόστασιν
συλλογιστικὴ οὔσης τῆς ἀναγκαίας ἀποφατικῆς καθόλου . ἐὰν δὲ ἀμφότεραι ἀδιόριστοι εἶεν ἢ ἐν μέρει ληφθῶσιν , ὡς ἂν ἔχωσι
3828534 θαυμαζοιμεν
ἀπαλλάττειν : * * καὶ τί ἂν γίγνεσθαι οὐκ ἂν θαυμάζοιμεν . Οὕτως ἔχει . Πότερον οὖν δοκοῦσί σοι οἱ
καλὰς οὐ πλέον εἴκοσι σταδίων ἀπεχούσας : οὐκ ἂν οὖν θαυμάζοιμεν εἰ οἱ πολέμιοι , ὥσπερ οἱ δειλοὶ κύνες τοὺς
3827650 καταλαβωνται
ἵνα πλείους γενόμενοι τότε ἀποσφάξωσι τοὺς ἐν ταῖς φυλακαῖς καὶ καταλάβωνται τὸ ἔρυμα , ἀνθρώπων μὲν οὐδεὶς ἔμαθεν , ἱεροὶ
ἐν ἀπορρήτοις , ἵν ' ἐάν ποτε καιρὸν λάβωσι , καταλάβωνται τὴν Καδμείαν . τοιαύτης δὲ γενομένης παραγγελίας , Φοιβίδας
3822517 Ταμως
τινας χρόνους ἀφηγησαμένου τῶν βασιλικῶν δυνάμεων . εὐλαβηθεὶς οὖν ὁ Ταμὼς τὸν Τισσαφέρνην ἀπῆρεν εἰς Αἴγυπτον μετὰ τοῦ στόλου ,
' αὐταῖς ναύαρχος Πυθαγόρας Λακεδαιμόνιος . ἡγεῖτο δ ' αὐταῖς Ταμὼς Αἰγύπτιος ἐξ Ἐφέσου , ἔχων ναῦς ἑτέρας Κύρου πέντε
3820001 λιθινοι
πύλας , ὅσαι τοῖς πάλαι θεοῖς ὀνομάζονταιδύο δὲ ὀβελοὶ ἀνεστήκασι λίθινοι καὶ κρήνη τῆς τῶν Πεισιστρατιδῶν ἄμεινον ἔχουσα , καὶ
, τοῖς ῥιζώμασι τῶν δένδρων ὑπεράνωθεν ὠροφωκὼς τὴν ἄρουραν . λίθινοι μὲν γὰρ κίονες ὑφεστήκασιν καὶ κατάγειος πᾶς ὁ τόπος
3818261 τρεχουσιν
τρέχουσι μετὰ μέντοι τὸ ἀμφότεροι , [ ἀμφότεροι οἱ ἄνθρωποι τρέχουσιν ] ἀμφότεροι οἱ φίλοι τρέχουσι : προέγνωστο γὰρ ἡ
τὰ χερσά . Εὐρείαισι : γράφεται εὐρίνοισιν . κύνεσσι : τρέχουσιν . Πρεσβύτειραν : ἀρχαίαν . Γυμνή , μόνη .
3811742 ἑστιατορες
μὴ νομίζειν ἑστιᾶν : ἐπίτροποι γὰρ εὐωχίας εἰσίν , οὐχ ἑστιάτορες , ὁ δ ' ἑστιάτωρ ἐστὶν οὗ συμβέβηκεν εἶναι
ἐνιαυτὸν τὰς ἐγκυκλίους λῃτουργίας λῃτουργοῦντες , χορηγοὶ καὶ γυμνασίαρχοι καὶ ἑστιάτορες ; ἑξήκοντ ' ἴσως ἢ μικρῷ πλείους σύμπαντες οὗτοι
3811319 ἀκατιων
ὀνεύειν λέγονται ʃ ὄνος ἐστὶ μηχανὴ ἐπ ' ἄκρων τῶν ἀκατίων πηγνυμένη , ἀφ ' ἧς περιβάλλοντες βρόχοις τοὺς σταυροὺς
ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἁρμόδια εἰς ἐργασίαν πλοίων ξύλα καταγινομένη ἀκατίων ποιητική : τοῦ δὲ ἐξ ἀμφοτέρων προσεχῶν , οἷον
3809031 ἀναιμονες
ἀφρὸν εἶπε τὸ αἷμα , οὐ δήπου τὸ ἔμφυτον αὐτῶν ἀναίμονες γάρ εἰσιν οἱ θεοίἀλλὰ τὸ ἀπ ' ἀνθρώπων ἠθροισμένον
ἀφρὸν εἶπε τὸ αἷμα , οὐ δήπου τὸ ἔμφυτον αὐτῶν ἀναίμονες γάρ εἰσιν οἱ θεοίἀλλὰ τὸ ἀπ ' ἀνθρώπων ἠθροισμένον
3800163 Τρωιλος
γεραιτέρων πολὺ τούτου ἐρᾶν : νέος μὲν γὰρ ἦν ὁ Τρωίλος καὶ ὡραῖος μελάγχρους δὲ καὶ βαθυγένειος καὶ Ἀχιλέως ἐρώτων
τοῦτο ψεῦσμα τοῦ ποιητοῦ : μετὰ γὰρ τὸν * Ἕκτορα Τρωίλος ὁ ἀδελφὸς Ἕκτορος καὶ οὐχ ὁ Δηίφοβος ἐν τοῖς
3795936 ἐεικοσι
δ ' Αἴγισθος δολίην ἐφράσσατο τέχνην : κρινάμενος κατὰ δῆμον ἐείκοσι φῶτας ἀρίστους εἷσε λόχον , ἑτέρωθι δ ' ἀνώγει
ἠεν : ἔωνον τὸ ὀλέθριον : ἐόργα : ἔολπα : ἐείκοσι : ἐήνδανε : ἐάλω : ἐοτή : ἐάρ :
3792197 χαραδρα
Ἀλέξανδρος ἐν τῷ περὶ Εὐξείνου πόντου μυθολογεῖ . Ἰαπίς , χαράδρα Ἀττικὴ εἰς Μέγαρα ἀπάγουσα , ὡς Καλλίμαχος Ἑκάλῃ .
παρέτρεψαν εἰς τὴν ἑαυτῶν χώραν . Πολλὴ δὲ γενομένη ἡ χαράδρα ἐλυμήνατο αὐτῶν τὰ γεώργια , καὶ τὰς οἰκίας κατέβαλεν
3791541 θαλαττουργοι
οὐκ ἀσήμων πόλεων , ἧς τὴν παραλίαν ἔχουσιν Ἁλιεῖς λεγόμενοι θαλαττουργοί τινες ἄνδρες . παρ ' Ἑρμιονεῦσι δὲ τεθρύληται τὴν
πεντήκοντα ἁλιάδας πολλάκις ἐπλήρωσεν εἷς βόλος , ὥς φασιν οἱ θαλαττουργοί . Ἡ ὗς γνωρίζει τοῦ συβώτου τὴν φωνήν ,
3790380 φιλταται
δὲ παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : ἦτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες , Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια
Ἴλιον . . . . ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη
3789795 πτερωται
ἕνα ὀφθαλμὸν , ὥσπερ καὶ αἱ Φορκίδες . ἦσαν δὲ πτερωταὶ καὶ τρίχας δράκοντος ἔχουσαι , ἃς εἴ τις εἶδεν
. ἔπεμψαν δὲ αὐτῷ καὶ τὰς ἁρπυίας οἱ θεοί : πτερωταὶ δὲ ἦσαν αὗται , καὶ ἐπειδὴ τῷ Φινεῖ παρετίθετο
3780174 ἀγονος
Σκύρῳ δὲ καὶ εἴ τις τοιαύτη ἑτέρα ἄγαν λυπρὰ καὶ ἄγονος καὶ ἀνθρώπων χηρεύουσα ὡς τὰ πολλά . Σπίνοι δὲ
, ἡ τῶν ὄντων ἀρχὴ καὶ πηγή , οὐ γὰρ ἄγονος πηγή , αὐτὸ τὸ ἀγαθόν , ὁ τῆς Σοφίας
3776995 ἐροιμεθα
τὸ σῶμα . περὶ γάρ τοι τῆς ψυχῆς οὐκ ἂν ἐροίμεθα εἰ χρηστή . τοῦτο γὰρ κἂν πρὸς ἄλλους εἴποιμεν
τὰ πολλά ; Συνέφη . Τίνα οὖν ἐρόμενοι ἂν δικαίως ἐροίμεθα ὁποῖοι μέτριοι πόνοι καὶ σιτία πρὸς τὸ σῶμά ἐστιν
3775637 ἀπελθοιεν
ἁμαρτήματα , ἀλλ ' εἰ καὶ πόλεμοι πάντες ἐξ ἀνθρώπων ἀπέλθοιεν , οὐκ ἄπορα τὰ πράγματα , οὐδὲ πέπτωκεν αὐτῆς
, ἐπηγγέλλοντο ἐς τὴν Χίον τοῖσι Παίοσι ὅκως ἂν ὀπίσω ἀπέλθοιεν . Οἱ δὲ Παίονες τοὺς λόγους οὐκ ἐνεδέκοντο ,
3775402 ἐπιμεληται
ἐπιστάται καὶ κτημάτων φύλακες καὶ τῶν εἰς τὴν δίαιταν ἐπιτηδείων ἐπιμεληταί : καὶ ἵππων δὲ καὶ κυνῶν ἐπιμελητὰς καθίστη οὓς
δίοπον . . . Δ . . : δίοποι : ἐπιμεληταί . ‖ δίοπος : . . . ἄρχων ,
3769711 ὀρχηθμοιο
ἐς μέσον : ἀμφὶ δὲ κοῦροι πρωθῆβαι ἵσταντο , δαήμονες ὀρχηθμοῖο , πέπληγον δὲ χορὸν θεῖον ποσίν . αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς
ἐν δέ σφισιν ἵμερον ὦρσε μολπῆς τε γλυκερῆς καὶ ἀμύμονος ὀρχηθμοῖο . τοῖσιν δὲ μέγα δῶμα περιστεναχίζετο ποσσὶν ἀνδρῶν παιζόντων
3766445 ποσοι
καὶ οἱ Στωϊκοί , καὶ ἔτι τὴν διαίρεσιν αὐτῶν καὶ πόσοι τρόποι ἐκ ταύτης ἡμῖν ὑποθετικῶν συλλογισμῶν ἀναφαίνονται . ἰστέον
τίς ἡ ὑγίεια τοῦ ὁρισμοῦ , ἕκτον ἐν ᾧ λέγομεν πόσοι ὁρισμοὶ τῆς φιλοσοφίας , ἕβδομον ἐν ᾧ λέγομεν διὰ
3762309 μυηθεντες
θεαῖς ἀνιεροῦν καὶ τὰς στολὰς τοῖς μύσταις ἐν αἷς τύχοιμεν μυηθέντες ” . μυστήρια δύο τελεῖται τοῦ ἐνιαυτοῦ τά τε
μυστήρια . σωότεροι : ἀκινδυνότεροι . λέγονται γὰρ οἱ αὐτόθι μυηθέντες ἐπακούεσθαι εἰς ὃ ἂν εὔξωνται , ὡς Ἀριστοφάνης :
3757418 θεμελιοι
εἰ γὰρ οἰκία , τοῖχοι , καὶ εἰ τοῖχοι , θεμέλιοι , καὶ εἰ θεμέλιοι , ὀρυγή . καὶ εἰ
ὅταν τὸ ὕδωρ διαυγὲς γένηται , καταφαίνονται ἐν τῷ βυθῷ θεμέλιοι πολλοὶ καὶ ναοὶ καὶ πλῆθος ἀνδριάντων ; φασὶ δὲ
3756318 σιζοντας
' ἔην , γαλέη , σπάρος : οὓς ὁ μάγειρος σίζοντας παρέθηκε φέρων , κνίσωσε δὲ δῶμα . τῶν ἔλεγεν
δ ' ἦν μεγάλη † σπάρος : οὓς ὁ μάγειρος σίζοντας παρέθηκε φέρων , κνίσωσε δὲ δῶμα . τῶν ἔλεγεν
3756132 γενωνται
ἐχθρῶν . Καὶ ὅταν ἢ ἀπὸ ἑνὸς ἢ ἡμίσεως σημείου γένωνται οἱ ἐχθροί , τότε ἐν τῷ ὕψει φέρειν τὸν
φυλάττοντα κἀνταῦθα , ὅπως μὴ προαχθῶσιν εἰς καταφρόνησιν καὶ ῥᾳθυμότεροι γένωνται . τοῦτο δὲ πρῶτος μὲν Ὅμηρος πεποίηκεν : Ἀχιλλεὺς
3753494 μυκηθμος
δ ' αὖτε κύπελλα βοῶν γλάγος ἠδὲ καὶ οἰῶν , μυκηθμὸς δέ τε πουλὺς ὀρίνεται ἔνθα καὶ ἔνθα μισγομένων ,
καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι .
3749947 ἑτεροειδεις
ἑτερογενεῖς : καὶ αἱ μὲν ὁμοειδεῖς τυγχάνουσι , αἱ δὲ ἑτεροειδεῖς . Ὁμογενεῖς μὲν οὖν εἰσὶν αἱ ἀπὸ τῆς αὐτῆς
ἄνθεσι τῆς Ἀσσυρίης μίλτου ὁμοία καὶ παραπλησία , ἄλλαι δὲ ἑτεροειδεῖς : οὕτως γὰρ ὁ μέγας διανοησάμενος ἐσκέψατο Ζεὺς ,
3748756 ὁμοπατριοι
Διογείτονος ἀδελφοὶ ἦσαν , ὦ δικασταί , Διόδοτος καὶ Διογείτων ὁμοπάτριοι καὶ ὁμομήτριοι . [ , ] ἀλλὰ μὴ ἐξ
ἄνδρες , καὶ Θράσυλλος καὶ Μνήσων ἀδελφοὶ ἦσαν ὁμομήτριοι καὶ ὁμοπάτριοι . Τούτοις οὐσίαν ὁ πατὴρ κατέλιπε πολλήν , ὥστε
3747644 ἐνοπλοι
σὺν ἄλλοις , οἳ παρ ' Ἀσωποῦ ῥοὰς μένουσιν , ἔνοπλοι γῆς Ἀθηναίων κόροι , σῶι παιδί , πρέσβυ ,
σπείραντος δὲ αὐτοῦ τοὺς ὀδόντας ἀνέτελλον ἐκ τῆς γῆς ἄνδρες ἔνοπλοι : ὁ δὲ ὅπου πλείονας ἑώρα , βάλλων ἀφανῶς
3745436 ἀρνες
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τὲ καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν : οὐκ ἔστιν οὐδὲ ἀνδρὶ πρὸς
λέουσι καὶ ἀνδράσιν ὅρκια πιστά , οὐδὲ λύκοι τε καὶ ἄρνες ὁμόφρονα θυμὸν ἔχουσιν , ἀλλὰ κακὰ φρονέουσι διαμπερὲς ἀλλήλοισιν
3729573 υἱεες
Τρώεσσι Δάρης ἀφνειὸς ἀμύμων ἱρεὺς Ἡφαίστοιο : δύω δέ οἱ υἱέες ἤστην , Φηγεὺς Ἰδαῖός τε , μάχης εὖ εἰδότε
” καί „ οὐ γὰρ ” ἔτ ' Οἰνῆος μεγαλήτορος υἱέες ἦσαν , οὐδ ' ἄρ ' ἔτ ' „
3726496 ὁποιπερ
αἴρεσθαι , καὶ οὕτως ὑπηκόους τοῖς παισὶν εἶναι , ὡς ὅποιπερ ἂν ἐκεῖνοι βούλοιντο ἵπτασθαι ἄν τε εἰς ὕψος ,
ἀκροατῶν ἀμαθίᾳ τὸν τῆς γνώμης ἀναπαῦσαι θόρυβον , ἀλλ ' ὅποιπερ ἂν ἴδῃς , ἀκριβὴς εὔθυνος ἵδρυται . ἄνευ γὰρ
3720986 λεβητες
, θερμαντῆρες θερμαστρίς θέρμαυστρις , χαλκία θερμαντήρια , ἐσχαρίδες , λέβητες λεβητάρια ἰπνολεβήτια : ἐκπώματα δὲ καὶ ἐκπωμάτια καὶ ποτήρια
τέρας ἐγένετο μέγα : θύσαντος γὰρ αὐτοῦ τὰ ἱρὰ οἱ λέβητες ἐπεστεῶτες καὶ κρεῶν τε ἐόντες ἔμπλεοι καὶ ὕδατος ἄνευ
3719683 μουσουργοι
μονάδας καὶ μυριάδας ἠρίθμουν . [ , . Ἡφαιστείοις , μουσουργοί . ] Ὁ δὲ πρὸς τὸν Ἰωάννην ἐπιστρέψας τὸν
μονάδας καὶ μυριάδας ἠρίθμουν . [ , . Ἡφαιστείοις , μουσουργοί . ] Ὁ δὲ πρὸς τὸν Ἰωάννην ἐπιστρέψας τὸν
3718171 ἱπποι
σε χωρίτῃς πλόος κομίζων δῶρα πλουσίου Νείλου . Οὐδ ' ἵπποι ὀρθρινὰ κατὰ κλισίας χρεμέθεσκον , ἀλλὰ βόες πλείῃσι παρηυνάζοντο
δ ' ὡς ἐπὶ πολὺ ἔτη τριάκοντα . Αἰλιανοῦ . ἵπποι δ ' εἰς πόλεμον παριόντες ὑπόπτους ἔχουσι τάφρους τε
3716667 ταφοι
καθάπερ Ἐφέσου καὶ Σμύρνης καὶ Κύμης καὶ Μυρίνης , καὶ τάφοι καὶ ἄλλα ὑπομνήματα : τὴν δὲ Θεμίσκυραν καὶ τὰ
, ἀντὶ τοῦ κληρώσεις , ἤγουν οἱ κεκληρωμένοι αὐτοῖς πατρῷοι τάφοι . θ λαχαὶ ] αἱ κληρώσεις . δόμων μάλ
3713528 τεκηι
. Κύρνε , κύει πόλις ἥδε , δέδοικα δὲ μὴ τέκηι ἄνδρα ὑβριστήν , χαλεπῆς ἡγεμόνα στάσιος : ἀστοὶ μὲν
κατὰ τὰς τῶν τέκνων γενέσεις : ὅταν γὰρ ἡ γυνὴ τέκηι , ταύτης μὲν οὐδεμία γίνεται περὶ τὴν λοχείαν ἐπιμέλεια
3712488 συγκλεισαντες
τῶν μελισσῶν ἐρασταὶ καὶ νεκρὸν ἐν οἴκῳ καταχώσαντες μετρίως καὶ συγκλείσαντες ἀκριβῶς , ἐῶσι διαφθείρεσθαι καὶ κατασήπεσθαι : καὶ τὸ
ἐστεφάνωσαν ἐπὶ τῇ λείᾳ τὸν Χάρητα . καθείρξαντες ] οἷον συγκλείσαντες καὶ μὴ ἐῶντες πολεμεῖν : εἶπε δὲ ὡς ἐπὶ
3711848 παριενται
συντήκονται δ ' αὐτῶν αἱ θήλειαι μετὰ τὸν τόκον καὶ παρίενται : διὸ καὶ ῥᾳδίως ἁλίσκονται . ἑωράθησαν δέ ποτε
συντήκονται δ ' αὐτῶν αἱ θήλειαι μετὰ τὸν τόκον καὶ παρίενται , διὸ καὶ ῥᾳδίως ἁλίσκονται . ἑωράθησαν δέ ποτε
3711378 δυσοσμιας
κάρα καὶ τάχ ' ἂν κεραυνία πέμφιξ σε βροντῆς καὶ δυσοσμίας λάβοι πέμφιγι πᾶσιν ὄψιν ἀγγελῶ πυρός Καρικοὶ τράγοι θῆμα
καὶ τάχ ' ἂν κεραυνία πέμφιξ † ι βροντῆς καὶ δυσοσμίας † λάβοι . Αἰσχύλος δὲ ἐν Προμηθεῖ Δεσμώτηι :
3710692 Μαριας
καὶ οἱ τῶν δαιμόνων χρησμοὶ ἐξέδωκαν , σκωρίδια καὶ τέφραι Μαρίας . Ἐξ ἀρχῆς γὰρ αὐτὰ ἴσασιν εἶναι . Διὰ
τὸν Θεογένους γράψαντα ὅλα τὰ τῆς χωρογραφίας χρυσωρυχεῖα , καὶ Μαρίας τὴν καμινογραφίαν , καὶ ἄλλους Ἰουδαίους . Καὶ Συνέσιος

Back