. Κύρνε , κύει πόλις ἥδε , δέδοικα δὲ μὴ τέκηι ἄνδρα ὑβριστήν , χαλεπῆς ἡγεμόνα στάσιος : ἀστοὶ μὲν
κατὰ τὰς τῶν τέκνων γενέσεις : ὅταν γὰρ ἡ γυνὴ τέκηι , ταύτης μὲν οὐδεμία γίνεται περὶ τὴν λοχείαν ἐπιμέλεια
4998322 ἀρνηται
ποταμοῖς νίψετ ' ἀεικὲς ἔπος . ἡ δ ' ὅταν ἀρνῆται μελεὸν γάμον ἀγλαὸς Ἀνθεύς , δὴ τότε οἱ τεύξει
, μὴ σὺ μὲν αἰτῇς ἄλλον , ὃ δ ' ἀρνῆται , σὺ δὲ τητᾷ , ἡ δ ' ὥρη
4932541 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
4813360 ἀνεστιος
μῦθον ἀτιμήσει ' , οὐδὲ κρείων Ἀγαμέμνων . ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος . ἀλλ
ὁμοίως δὲ καὶ τὸν φρονιμώτατον τῶν ἡρώων λέγειν ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , / ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος
4669424 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
4580694 ἀνδραγαθηματα
, εἰ μὴ κακοδαίμονα τέκνα : ἴσως ἐπὶ τῶν προγονικὰ ἀνδραγαθήματα ἀπορίᾳ ἰδίων προφερόντων . Τιμὴ Γεράνης : ἐπὶ τῶν
φησὶ , φράσαι [ συντόμως ] ἡ πόλις αὕτη μυρία ἀνδραγαθήματα καὶ νίκας συνάπτουσα εἰς ἄκρον ἐν τῷ πολέμῳ προελήλυθεν
4502700 πεμπωσιν
Θησεὺς γὰρ τὴν ὁδὸν ἐκάθηρε τῶν ληιστῶν . καὶ ὅταν πέμπωσιν εἰς Δελφοὺς θεωρίδα , προέρχονταί τινες ἔχοντες πελέκεις ὡς
καὶ τρυφήν , ὃ περὶ πλείστου ποιοῦνται ἁπάντων , ἀργύριον πέμπωσιν ἑκόντες , διὰ μακρᾶς μὲν ὁδοῦ , πολλῆς δὲ
4483801 δικη
τῷ γήρᾳ τρυφερώτερον βιοῦν . Καὶ Ὅμηρος : Ἡ γὰρ δίκη ἐστὶ γερόντων . Ἰστέον δὲ ὅτι Κάδμος καὶ Ἁρ
: ἐπὶ τῶν καθ ' ἑαυτῶν τι διαπραγματευομένων . Ἀγραφίου δίκη : ἐπὶ τῶν ἀποδοκιμασθέντων πραγμάτων τῷ δημοσίῳ καὶ κατὰ
4483613 ἀγρευτων
ξυλόχοισιν ὀλέθριον ἦτορ ἔχουσα αἰνὰ περισσαίνουσα θόρῃ κατέναντ ' ἐπιόντων ἀγρευτῶν , οἵ πέρ μιν ἐν ἔντεσι θωρηχθέντες ἐσσυμένην μίμνουσι
τὸ πάνυ ψοφοδεές . Ταῦτα μὲν οὖν εἰρήσθω περὶ σκευῆς ἀγρευτῶν . Καιρὸς δὲ θήρας οὐχ ὁ αὐτὸς , ἀλλ
4475831 ˘˘ν
ὀρσιμάχου [ – – ˘χρυσέας – – ] [ – ˘˘ν – – – ] Ἀργείων Ὀδυσσεῖ [ Λαρτιάδᾳ Μενελάῳ
– – ] [ – – – – ] [ ˘˘ν – – – ] πυκιν˘˘γοὶ [ - ] [
4437035 Ἑλλας
Ἕκτωρ τάδε , οὐ Πρίαμος οὐδὲ χρυσός , ἀλλ ' Ἑλλὰς πόλις . ἐς τοῦτο δ ' ἥκεις ἀμαθίας ,
, ᾗπερ δέξατο τέρμα βίου , πατρὶς δ ' Ἑλλάδος Ἑλλὰς Ἀθῆναι , πλεῖστα δὲ Μούσαις τέρψας ἐκ πολλῶν καὶ
4420405 ἀδοκητα
φαίνετο βουλή : αὐτὸν μὲν σχέσθαι , κρύψαι δ ' ἀδόκητα μάχαιραν καλήν , ἥν οἱ ἔτευξε περικλυτὸς Ἀμφιγυήεις ,
] λέχος αἰνογάμου ! [ ˘˘ – | ] Ἑλένης ἀδόκητα [ ] ? κόραις καὶ ἀα ! ! !
4411348 ἐλευθερα
τῶν μητέρων εἶναι τὰ ἔκγονα δικαιοῖ , ἐλευθέρων μὲν οὐσῶν ἐλεύθερα , δούλων δὲ δοῦλα , τοὺς αὐτοὺς ἔχοντα κυρίους
ἀποτίσαι : τὰ δὲ εἴσω τῆς ψυχῆς ἀδούλωτα ἄλλῳ καὶ ἐλεύθερα , ἐὰν ἡμεῖς θέλωμεν , ἐὰν μὴ τῇ πρὸς
4368175 πατερων
' ὁ θνῄσκων , ἀναφαίνεται δ ' ὁ βλάπτων . πατέρων δὲ καὶ τεκόντων γόος ἔνδικος ματεύει , τὸ πᾶν
, καὶ ἐταπεινώθη σφόδρα ἀπὸ προσώπου κυρίου τοῦ θεοῦ τῶν πατέρων αὐτοῦ , καὶ προσηύξατο πρὸς κύριον τὸν θεὸν λέγων
4348026 διαφορη
δὲ καὶ ἀπερράγη τὰ ἀγγεῖα τῷ πλήθεϊ . ἡ δὲ διαφορὴ τῆϲ ἀναγωγῆϲ , καὶ εἰ ἐξ ἀρτηρίηϲ ἢ φλεβὸϲ
ἀλλήλων τοῦ τρώματοϲ τὰ χείλεα : ἔϲτι δὲ ὦν ἡ διαφορὴ δευτέρη ἐϲ κίνδυνον . ἀϲινεϲτάτη δὲ ἡ ἐπὶ τῇϲι
4309218 ποθη
δισύλλαβα βραχεῖα φύσει παραληγόμενα σπάνια : οἷον , μέθη : πόθη : τὸ Αἴθη διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφεται ,
δισύλλαβα βραχεῖα φύσει παραληγόμενα σπάνια : οἷον , μέθη : πόθη : τὸ Αἴθη διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφεται ,
4273490 σμερδαλε
διαφορᾷ μετάγεται , νῦν μὲν δεδίασιν , ὅταν δὲ εἴπῃ σμερδαλέ ' εὐρώεντα , τά τε στυγέουσι θεοί περ ἀντὶ
θυμὸς ἐνῆεν . τὸν δὲ ἀδελφὸν ὑπερορᾷ οἰκί ' ἔχοντα σμερδαλέ ' εὐρώεντα , τά τε στυγέουσι θεοί περ .
4269702 γαμων
' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν ἐμέθεν . βασίλεια , βακχεύουσαν
ἀεὶ κυρίους εἶναι μετὰ τῶν ἐπιτρόπων . Ὅσα δὲ προτέλεια γάμων ἤ τις ἄλλη περὶ τὰ τοιαῦτα ἱερουργία μελλόντων ἢ
4269334 ἡδε
, εὔσημον , οὐ δεῖ γράφειν . Ἐμβολὴ δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν
κατὰ τρύφη μικρὰ καὶ μεγάλα θρύπτεσθαι . μία μὲν αἰτία ἥδε , λεκτέον δὲ καὶ ἑτέραν στοχαζομένην ὥσπερ σκοποῦ τῆς
4260973 ἑσμος
ἕσταναι : ἑστία : ἕσπερα : ἔσχαρα : ἐσχατιά : ἑσμός : ἐσίταμον , δηλοῖ δὲ τὴν πρόσοδον : ἔσμιον
λόγῳ συνομαρτείτωσαν , ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ τῶν φιλορνίθων νυμφῶν ἑσμός : βούλεται γὰρ ἀπ ' αὐτῶν ἐπιστρέφειν ἐπὶ τοὺς
4259917 πανηγυρις
ἔπαθον τὴν ψυχὴν τοιαύτην ἰδὼν πολλαῖς περιπεσὼν ἔρωτος ἀφορμαῖς : πανήγυρις ἦν καὶ πότος καὶ παρθένος ὡραία καὶ νεότης πολλὴ
σώζειν τε ἄνδρας μὲν τείχη , τείχη δὲ ἄνδρας , πανήγυρις δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον εἶναι μὲν καὶ ἡ
4256268 τελευτησῃ
ἀναδιδάξῃ τοὺς ἀγνοοῦντας , ὅτι ὁ νόμιμος ἄρχων , κἂν τελευτήσῃ , βίον ζῇ μακραίωνα διὰ τῶν πράξεων , ἃς
τύχοι πρῶτον : οἱ δ ' ἔφασαν : Ἐπειδὰν : τελευτήσῃ , τοιγαροῦν ἐνταῦθα κατόρυξον , καὶ εὔορκά σοι ἔσται
4245577 Νικαρετη
δὲ περὶ τῆς μητρὸς ἀκούσατε . ἐμοὶ γάρ ἐστιν μήτηρ Νικαρέτη Δαμοστράτου θυγάτηρ Μελιτέως . ταύτης τίνες οἰκεῖοι μαρτυροῦσιν ;
ἐπιδεῖξαι . Ἑπτὰ γὰρ ταύτας παιδίσκας ἐκ μικρῶν παιδίων ἐκτήσατο Νικαρέτη , Χαρισίου μὲν οὖσα τοῦ Ἠλείου ἀπελευθέρα , Ἱππίου
4225607 ἐρις
ἔχθιστος δέ μοί ἐσσι διοτρεφέων βασιλήων : αἰεὶ γάρ τοι ἔρις τε φίλη πόλεμοί τε μάχαι τε : εἰ μάλα
ἩΔΕ ΒΡΟΤΟΙΣΙΝ . Ἀντὶ τοῦ ἀγαθῶν αἰτία ἐστὶν ἥδε ἡ ἔρις τοῖς ἀνθρώποις . . ΚΕΡΑΜΕΙ ΚΟΤΕΕΙ . Ζηλοῖ ,
4206048 ἐφυ
λύπας τῷ χρόνῳ τίκτειν φιλεῖ ἅπαντ ' ἐν ἀνθρώποισι γηράσκειν ἔφυ καὶ πρὸς τελευτὴν ἔρχεται τακτοῦ χρόνου , πλὴν ὡς
πᾶν διελήλυθεν , ἀὴρ δὲ δεύτερον , ὡς λεπτότητι δεύτερον ἔφυ , καὶ τὰ ἄλλα ταύτῃ καὶ τὰ ἑξῆς ;
4197655 πεδι
ὅπλοις πρίν γ ' Ἀχαϊκὸς μολὼν στρατὸς τὰ Μυσῶν [ πεδί ] ' ἐπιστρωφᾶι [ ] ποδί . πτώχ '
ἐξαίρετον . Φθίας δὲ τῆσδε καὶ πόλεως Φαρσαλίας σύγχορτα ναίω πεδί ' , ἵν ' ἡ θαλασσία Πηλεῖ ξυνώικει χωρὶς
4190075 τυραννουντων
μυρίων τ ' ἄλλων νόμος , ἑτέρων τύραννος , τῶν τυραννούντων φόβος : δοῦλοι βασιλέων εἰσίν , ὁ βασιλεὺς θεῶν
καταφύγωσιν εἰς ἑτέρας χώρας καὶ ἐντύχωσιν καθ ' ἡμῶν ὡς τυραννούντων , καὶ λοιπὸν ἐπαναστάντες ἀποκτείνωσιν ἡμᾶς . καὶ εἶπεν
4188321 χοραγε
καὶ Λήδας κάλλιστοι σωτῆρες . Ἴακχε θρίαμβε , σὺ τῶνδε χοραγέ . κέχυται πόλις ὑψίπυλος κατὰ γᾶν . οἱ δ
πρὸς τὸ θῆλυ , οἷον Ἴακχε διθύραμβε : σὺ τῶνδε χοραγέ . ὁ δὲ ἀνάπαιστος σεμνότητα ἔχει πολλήν , ἐπιτήδειος
4180664 καταλαβωνται
ἵνα πλείους γενόμενοι τότε ἀποσφάξωσι τοὺς ἐν ταῖς φυλακαῖς καὶ καταλάβωνται τὸ ἔρυμα , ἀνθρώπων μὲν οὐδεὶς ἔμαθεν , ἱεροὶ
ἐν ἀπορρήτοις , ἵν ' ἐάν ποτε καιρὸν λάβωσι , καταλάβωνται τὴν Καδμείαν . τοιαύτης δὲ γενομένης παραγγελίας , Φοιβίδας
4148104 ὁκοτε
Τοιαῦτα εὐφόρως , ἅπερ καὶ αὐτόματα ἐπιφαινόμενα ὠφελέει , καὶ ὁκότε κρίσιν τὰ τοιαῦτα ἐμποιέει , καὶ τοσαῦτα , καὶ
τῶν πυρετῶν καὶ τὰς ἀνέσιας , ὥστε τοὺς καιροὺς διαπεφυλάχθαι ὁκότε μὴ δεῖ τὰ σιτία προσενεγκεῖν , καὶ ἀσφαλέως ὁκότε
4143456 πατρα
σὴν λαβεῖν πειρώμενος . πολλοῦ γὰρ χρυσοῦ καὶ πλούτου κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς
τῶν μαχῶν συνεκρότει . / ταυτὶ μὲν Ἑλλάνικος οὗ Λέσβος πάτρα . . . : ἤδη δὲ πεντήκοντα ἔτη γεγονώς
4139728 μεγαλη
πατρίδα καλῇ . ἐρεῖς δὲ ἐν τούτῳ ὅτι λαμπρὰ καὶ μεγάλη ἡ πατρὶς καὶ ἀξία ποθεῖσθαι , ἀλλ ' ὅμως
ἐνύδρων ὁ κροκόδειλος , τῶν δὲ ὑποπτέρων ἡ στρουθὸς ἡ μεγάλη , τῶν γε μὴν τετραπόδων ὁ ἐλέφας . Περὶ
4124163 Δαρδανιδων
] ἔτραφεν αἴηι : ! ! ! ! ! ! Δαρδανιδῶν ] μεγαθύμων φῦλον ἐναιρ [ ! ! ! !
ἄνω , λοιπὴ δ ' ἐστὶ τοῦ Πριαμιδῶν τε καὶ Δαρδανιδῶν αἵματος . „ ὁ μὲν δὴ ἔμπορος ἐρᾶν τὸν
4123975 ψηφος
[ ὁ γὰρ τόπος , ἐν ᾧ ἐκρίθησαν , Διὸς ψῆφος καλεῖται ] τάττεται δὲ ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἱερῶν
γυνὴ , εἴτε τι τούτων μεταίχμιον καὶ μέσον , ὀλεθρία ψῆφος κατ ' αὐτοῦ συμβουλεύσεται . τὸν θάνατον δὲ λιθόλευστον
4122239 πεπασθε
] βροτοὶ δὲ ? [ ] πολλὰ ? ? [ πέπασθε ] πλούτωι [ ] ? τε δοκεῖτ ? [
λεγέσθω . τί μάταν βροτοὶ δὲ [ ] πολλὰ [ πέπασθε ] , πλούτωι [ ] δὲ δοκεῖτ [ '
4104014 τοκηων
πρὸ πόληος ὑπὲρ βαθυκύμονας ὄχθας γείτονα πόντον ἔχω στυγεραῖς βουλῇσι τοκήων . οὐδέ μοι ἐγγὺς ἔασιν ὁμήλικες οὐδὲ χορεῖαι ἠιθέων
τινές ἐστον ἀνδρῶν : οὐ γὰρ σφῶν γε γένος ἀπόλωλε τοκήων , ἀλλ ' ἀνδρῶν γένος ἐστὲ διοτρεφέων βασιλήων σκηπτούχων
4102082 τερπωμεθα
δ ' ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ τε δαινυμένω τε κήδεσιν ἀλλήλων τερπώμεθα λευγαλέοισι μνωομένω : μετὰ γάρ τε καὶ ἄλγεσι τέρπεται
εὕδει , ἡμέτερον κῶμον δέξεται ἁρπαλέως . Νῦν μὲν πίνοντες τερπώμεθα , καλὰ λέγοντες : ἅσσα δ ' ἔπειτ '
4100800 παυλα
ῥινηλάτην κύνα στηρίγματ ' οἴκου χωρίτης λεώς ἀπτέρῳ τάχει γένοιτο παῦλα τῶν ἐνεστώτων κακῶν ἀναδρομὴ γένοιτο , κοὐ σφαλούμεθα πύργους
. ) Ὅτι τοῖς καταφαγοῦσι τοὺς ἱερωμένους ἰχθῦς οὐκ ἦν παῦλα τῶν κακῶν : τὸ γὰρ δαιμόνιον ὥσπερ ἐπίτηδες εἰς
4097751 παιδεια
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ
4097399 μουνη
καρτεροῖϲι : μία γάρ ἐϲτι πᾶϲα . μετεξετέροιϲι δὲ ἰητροῖϲι μούνη δοκέει ἡ παρὰ τὴν ῥάχιν νοϲέειν , οὕνεκα τῆϲ
τε ἦσαν καὶ φόρων ἐπιτάξιες . Ἡ Περσὶς δὲ χώρη μούνη μοι οὐκ εἴρηται δασμοφόρος : ἀτελέα γὰρ Πέρσαι νέμονται
4093324 παντοιοι
δὲ τὰ μὲν καθάπαξ εἰϲὶν ἐν τῇ τέχνῃ πολλοὶ καὶ παντοῖοι , ὥϲπερ καὶ τὰ νοϲήματα καὶ τούτων αἱ θεραπεῖαι
τῆς Ρ Ἰλιάδος : Καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσιν παντοῖοι τελεθόντες ἐπιστρωφῶσι πόλιας ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες
4087458 ἐπιτετραφαται
ἐπικούρων . ἐπιτεῖλαι ἐπιτάξαι , ἐντείλασθαι . ἐπιτειλαμένῳ ἐπιτάξαντι . ἐπιτετράφαται ἐπιτετραμμένοι εἰσίν . Ἰακὸν δὲ τὸ σχῆμα . ἐπιτηδές
τέως δὲ μάγειροι μὲν φόρεον πλῆσάν τε τραπέζας , οἷς ἐπιτετράφαται μέγας οὐρανὸς ὀπτανιάων , ἠμὲν ἐπισπεῦσαι δείπνου χρόνον ἠδ
4079438 ληξις
. τρία γὰρ ὁ βίος , ὁ θάνατος καὶ ἡ λῆξις . εἴρηται δὴ ἀπαθὴς μὲν ὁ βίος , ἀβίαστος
πρὸς εὐδαιμόνησιν . βίον δὲ τέλειόν φησιν , ὃν ἡ λῆξις τῆς παρούσης ζωῆς ἐπεσφράγισεν . ἄστατα γὰρ τὰ ἐνταῦθα
4078394 ἀχραντου
] γενέθλῃ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος , ἀεὶ δὲ παροῦσαν ἀρωγήν ἀχράντου Τριάδος μονοειδέος [ ] [ ] ἔλλαχε [ ]
καὶ μεταβαλεῖ καὶ ὁδηγήσει τοὺς ἐγχειροῦντας πρεσβείαις τῆς δεσποίνης ἡμῶν ἀχράντου καὶ ἀειπαρθένου θεοτόκου Μαρίας καὶ πάντων τῶν ἁγίων ,
4076543 ἐβλαστε
τέκνων δῆτ ' ὄψις ἦν ἐφίμερος , βλαστοῦς ' ὅπως ἔβλαστε , προσλεύσσειν ἐμοί ; Οὐ δῆτα τοῖς γ '
μὲν ὠγκᾶθ ' ὁ Μελιτεὺς Φιλωνίδης : ὄνῳ μιγείσης μητρὸς ἔβλαστε τῇ πόλει . δόξειε δ ' ἂν ἐρᾶσθαι τῆς
4063960 ἐπιστρωφωσι
γινόμενον καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδάποισι / παντοῖοι τελέθοντες ἐπιστρωφῶσι πόληας / ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐσορῶντες .
καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι , παντοῖοι τελέθοντες , ἐπιστρωφῶσι πόληας . καὶ γὰρ αὐτὸς ᾤετο ξένοις μὲν ἀνδράσι
4057872 μοιρ
κωφότητος ταῖς εἰς κακίαν ἐκπεσούσαις ψυχαῖς αἰτίαν : τοίη γὰρ μοῖρ ' αὐτῶν βλάπτει φρένας . εἰς γὰρ ἄνοιαν καὶ
εὕδουσα γὰρ φρὴν ὄμμασιν λαμπρύνεται , [ ἐν ἡμέρᾳ δὲ μοῖρ ' ἀπρόσκοπος βροτῶν . ] ἦ πολλὰ μὲν δὴ
4056188 ἀπολις
νόμους παρείρων χθονὸς θεῶν τ ' ἔνορκον δίκαν ὑψίπολις : ἄπολις ὅτῳ τὸ μὴ καλὸν ξύνεστι τόλμας χάριν : μήτ
ὄλωλας κοὐκέτ ' εἶ , βλέπουσα φῶς , ἄπαις ἄνανδρος ἄπολις ἐξεφθαρμένη . οὐ καινὸν εἶπας , εἰδόσιν δ '
4052551 γενετειρα
καὶ γὰρ τὸ ῥεῖα ζώειν ἐκεῖκαὶ ἀλήθεια δὲ αὐτοῖς καὶ γενέτειρα καὶ τροφὸς καὶ οὐσία καὶ τροφή , καὶ ὁρῶσι
, Πραξιδίκη , ἐρατοπλόκαμε , Δηοῦς θάλος ἁγνόν , Εὐμενίδων γενέτειρα , ὑποχθονίων βασίλεια , ἣν Ζεὺς ἀρρήτοισι γοναῖς τεκνώσατο
4051395 Λαϊς
πρὶν Διὸς σωτῆρος . ᾑματῶσθαι τάδ ' οὐ Κόρινθος οὐδὲ Λαΐς , ὦ Σύρε , οὐδ ' εὐτραπέζων Θετταλῶν ξένων
ἐν Κορίνθῳ . τούτου δὲ προσεποιεῖτο ἐρᾶν διὰ τὸν πλοῦτον Λαΐς . αὕτη δὲ θυγάτηρ ἦν Τιμάνδρας , ἥτις ἐξ
4038225 μητηρ
φρονήσειν Χαιρέαν , ὅταν πλουτῇ μὲν αὐτός , ἡ δὲ μήτηρ γάμον πολυτάλαντον ἐξεύρῃ αὐτῷ ; μνησθήσεται ἔτι , οἴει
δὲ ὁ τοῦ ἀνδρὸς πατὴρ τῇ νύμφῃ καὶ ἑκυρὰ ἡ μήτηρ , οἷον τῇ Ἑλένῃ , φησίν , ὁ Πρίαμος
4037083 μεστη
δ ' ὁ θάμνος καὶ ἡ ῥίζα ὀποῦ λευκοῦ πολλοῦ μεστή . χρῆσις δὲ καὶ ἀπόθεσις τούτου ὁμοία τοῖς προειρημένοις
ἡ νῆσος κοίλη κατὰ γῆς ἐστι , ποταμῶν καὶ πυρὸς μεστή , καθάπερ τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος , ὡς εἰρήκαμεν ,
4035393 ἀπωλομεθ
' ἅπαν αἵματι θῦεν . ὣς ἡμεῖς , Ἀγάμεμνον , ἀπωλόμεθ ' , ὧν ἔτι καὶ νῦν σώματ ' ἀκηδέα
ἐκπάγλως ἤχθηρε γυναικείας διὰ βουλὰς ἐξ ἀρχῆς : Ἑλένης μὲν ἀπωλόμεθ ' εἵνεκα πολλοί , σοὶ δὲ Κλυταιμνήστρη δόλον ἤρτυε
4033595 ἀθανατοι
' οὐκέτι νόστος ἐτήτυμος , ἀλλά οἱ ἤδη φράσσαντ ' ἀθάνατοι θάνατον καὶ κῆρα μέλαιναν . νῦν δ ' ἐθέλω
ἐπὶ τοὺς πλησίον , καὶ ἄπαυστοι θυμοί , καὶ ὀργαὶ ἀθάνατοι , καὶ τιμωρίας ἔρως , καὶ ἀμαθία δίκης .
4027044 ἀρκια
ἐς Σάρδις : χρυσοῦ γὰρ οὐ δεύμεθα , ἀλλὰ πέπαμαι ἄρκια καὶ τοῖς ἐμοῖς ἑτάροις . ἔμπας δ ' ἵξομαι
ἧς πέρι δῆριν θέντες κακοφράδες ἀλλήλοισι Μόψος Ἀντίλοχός τε καὶ ἄρκια δῆριν θέντες μουνὰξ ἀλήστοιο πύλας ἔβαν Ἀιδωνῆος . καὶ
4025039 ˘ν
– × – – ] ἄμουσον ἀκτῆς | [ – ˘ν – × – ] ? μέλος : ἔπειτα παν
] λ ! [ . . . . × – ˘ν ] ! σε χῶρος Ἡρακλεῖ μίγα × – ˘χθον
4011196 εὐφροσυνη
θρασύδαιον δηλονότι καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ . τούτων γὰρ ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ δόξα ἡ ἐκ τῆς νίκης διαλάμπει :
τοὺς ἀμέτρως αὐτῆς πίνοντας τὸ πόμα . . γάνος ] εὐφροσύνη . εὐφραῖνον τοὺς συμπίνοντας . . αἰὲν ἐν φύλλοισι
4010148 ἀφειμενοι
ὅνπερ οὖν καὶ θεράποντα Ἀπόλλωνι ἔδοσαν ποιηταὶ καὶ λόγοι μέτρων ἀφειμένοι πολλοί , τὰ μὲν ἄλλα ὅπως μούσης τε καὶ
οἰκέται μὲν γὰρ οὐκέθ ' ὁμοίως ἂν εἶεν οἵ γε ἀφειμένοι , δοῦλοι δὲ καὶ μαστιγίαι πάντες , ὑπακούοντες οὐκ
4002531 συμφορα
. , ἐπειδὴ δὲ ἡ ναυμαχία [ ] καὶ ἡ συμφορὰ τῆι πόλει ἐγένετο , δημοκρατίας ἔτι οὔσης , ὅθεν
ὄφελόν σε κἂν Θρᾲξ νικήσας ὕβρισεν : οὐκ εἶχεν ἡ συμφορὰ διὰ τὴν ἀνάγκην ὄνειδος . νῦν δέ , κακόδαιμον
3989125 χαλεπη
ἴσως δεήσει πορεύεσθαι , ποία τίς ἐστιν , τραχεῖα καὶ χαλεπή , ἢ ῥᾳδία καὶ εὔπορος . καὶ δὴ καὶ
ἀσυμμετρίαν τε καὶ ἀνεπιτηδειότητα : οὕτως οὖν καὶ ἐπὶ ἡμῶν χαλεπή ἐστιν ἡ περὶ τῆς ἀληθείας θεωρία διὰ τὴν ἡμῶν
3984368 τεκνοισιν
μάλα λιγὺ πότνια μήτηρ , οὐδ ' ἄρ ' ἔχει τέκνοισιν ἐπαρκέσαι , ἦ γάρ οἱ αὐτῇ ἆσσον ἴμεν μέγα
Πελιάδας κόρας πατέρα κατώικει τήνδε γῆν Κορινθίαν ξὺν ἀνδρὶ καὶ τέκνοισιν , ἁνδάνουσα μὲν † φυγῆι πολιτῶν † ὧν ἀφίκετο
3982880 ἀνομια
, ἐὰν ἔθεσι καὶ ἐπιτηδεύμασι χρηστοῖς πολιτεύωνται . Διαιρεῖται ἡ ἀνομία εἰς τρία : ὧν ἓν μέν ἐστιν , ἐὰν
ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ ἔργῳ μαθεῖν ἡλίκον κακόν ἐστιν ἡ ἀνομία , σφαγὰς καὶ ἁρπαγὰς καὶ εἴ τι χεῖρόν ἐστιν
3982016 γενναιων
; ἔφη . Πρῶτον μὲν αὐτῶν τούτων , καίπερ ὄντων γενναίων , ἆρ ' οὐκ εἰσί τινες καὶ γίγνονται ἄριστοι
γάρ σου ἐν τῇ οἰκίᾳ καὶ κύνας θηρευτικοὺς καὶ τῶν γενναίων ὀρνίθων μάλα συχνούς : ἆρ ' οὖν , ὦ
3978128 συμπασα
ἐστὶν ἱδρυμένα τῷ θεῷ καὶ πόλεις τινὲς οὕτως ὥσπερ ἡ σύμπασα τότε ἀκτὴ ὀνομαζόμεναι χῶροί τε πολλοὶ τοῦ δαίμονος ἐπώνυμοι
ἀναγκαίως αὐτῷ παρέλκεσθαι , ὅτι κατὰ τὸν Τρωικὸν πόλεμον οὔπω σύμπασα ἐκαλεῖτο ἑνὶ ὀνόματι ἡ Ἑλλάς , καὶ ὅτι περαιοῦσθαι
3977525 θεσμων
ἀθλίοις οἴεσθαι πρέπειν . εἰσὶ δὲ ἄθλιοι πάντες οἱ τῶν θεσμῶν ὑπερόπται τῶν εἰς κοινωνίαν τεινόντων , ὧν εἷς ἐστι
γυμνουμένοις ἀνδράσι παρατυγχάνουσαι τὸ δόκιμον αἰδοῦς νόμισμα παρακόπτωσιν ἀλογοῦσαι φύσεως θεσμῶν , οὓς ὥρισεν ἑκατέρῳ τμήματι τοῦ γένους ἡμῶν .
3977017 γαμοι
μὴ βούλεται , τοῦτο . Εἰ δὲ μηδ ' οἱ γάμοι μηδ ' Ἀρίστων ὁ χρηστὸς γαμῶν ἐπανήγαγέ σε ,
, εὐφημίαι , μοῦσα πᾶσα : δι ' αὐτῆς συγκροτοῦνται γάμοι , πόλεις ἀνορθοῦνται , ἄνθρωποι διασώζονται . καὶ συνελόντι
3975952 κορος
Ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει ] ἀπαμβλύνει γὰρ καὶ καταβάλλει ὁ κόρος τῶν λόγων τὰς ταχείας ἐλπίδας τῶν ἀκροατῶν : ποταπός
ἐστιν ἡ διακόσμησις κατ ' αὐτόν , ἡ δὲ ἐκπύρωσις κόρος . πάντα γάρ , φησί , τὸ πῦρ ἐπελθὸν
3975745 προξενος
ἐκαθάρευον : ταῖς γὰρ πολυτελείαις ἡ πλεονεξία συνεισελθοῦσα λιμοῦ γίνεται πρόξενος . . ΟΥΔΕ ΠΟΤ ' ΙΘΥΔΙΚΑΙΣΙ . Τοῖς δικαίως
ἐν στενωπῷ τῷ δεῖνι , ὁ δὲ στρουθὸς παρατυχὼν οὗτος πρόξενος τοῖς ἄλλοις ἥκει τοῦ ἑρμαίου καὶ ποιεῖται αὐτοὺς ξυσσίτους
3970936 πεπολιστο
δὲ Δαρδανίην , ἐπεὶ οὔ πω Ἴλιος ἱρὴ ἐν πεδίῳ πεπόλιστο πόλις μερόπων ἀνθρώπων , ἀλλ ' ἔθ ' ὑπωρείας
κτίσε δὲ Δαρδανίην : ἐπεὶ οὔπω Ἴλιος ἱρή ἐν πεδίῳ πεπόλιστο , πόλις μερόπων ἀνθρώπων ” . οὗτοι οὖν οἱ
3960658 τοσαυτη
αἱ χεῖρες περὶ τὴν νευρὰν καὶ τὴν γλυφίδα , καὶ τοσαύτη αὐτοῦ ἡ μελέτη καὶ ἡ ἐπιστήμη ὅση ἡ τοῦ
, ὥς φησι Τηλεφάνης ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἄστεος . τοσαύτη δ ' αὐτῶν δόξα τῆς ῥᾳθυμίας ἐγένετο ὡς καὶ
3959874 ὑβριος
ἀνδρῶν δαιτυμόνων ναυάγιον , οἷά τε πολλὰ πνεῦμα Διωνύσοιο πρὸς ὕβριος ἔκβαλεν ἀκτάς . πέτρην κοιλαίνει ῥανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ .
πρῶτον , ἀνιηρὴ δὲ τελευτᾶι : οὐ γὰρ δὴν θνητοῖς ὕβριος ἔργα πέλει , ἀλλὰ Ζεὺς πάντων ἐφορᾶι τέλος ,
3959826 ἱμερος
γὰρ χαροπὸν αὐτοῦ καὶ γοργὸν ἐκ φύσεως πραΰνει τις ἐφιζάνων ἵμερος , δοκεῖ δ ' ἴσως καὶ ἀντερᾶσθαι βλεπούσης αὐτὸν
γίνεται ἀπὸ τοῦ θύειν , τὸ ὁρμᾷν : ὁ δὲ ἵμερος , ὅτι ἱέμενος ῥεῖ , καθά φησιν ὁ Πλάτων
3958055 καλη
σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν
περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές
3957126 ὀλβιστηρων
ἐπεὶ φρένα οὐκέτ ' ἀείρω , ὄλβιον εἰσορόων πατέρων γόνον ὀλβιστήρων σώφρονα δημοτελῆ πανυπείροχον ἐγγὺς ἀνάκτων . θάλλε μοι ,
? ? ? ? ? ? [ γόνος τῶν ] ὀλβιστήρων ? ? [ ] ? ? ? [ ,
3952278 θνητοις
Οἱ μὲν τοίνυν χαρακώματα καὶ τείχη προσλαμβάνοντες μικροῖς τισι καὶ θνητοῖς ὡς ἀληθῶς ἐπαύξουσι τὰς ἀρχὰς , οἱ δὲ ἀρετῆς
κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς ἐν βίῳ χωρεῖ . ἅπας μὲν ἀὴρ αἰετῷ περάσιμος
3951251 ἐρροι
ἀεὶ ἀδάμαντι συναπτῷ . Εἰ δέ τι κλεμμάδιον μεγάρων κειμήλιον ἔρροι , ἢν μὲν ἐν Ἀρνειῷ κεραὴ τροχάῃσι Σελήνη ,
τὰ ὑμῶν σώματα νέα ὁρῶ πρὸς ὑπομονὴν τῶν πόνων : ἔρροι νύξ : φθειρέσθω ἡ νὺξ ἡ ἐμὲ νυμφεύουσα τοῖς
3944722 ἀοιδου
ἐπιγραφὴν ἔχουσα ” ἤτοι μὲν τόδε καλὸν „ ἀκουέμεν ἐστὶν ἀοιδοῦ τοιοῦδ ' , οἷος ὅδ ' ἐστί , θεοῖς
μετὰ μέλους τινὸς προέφερεν αὐτὸ ἡ Σφίγξ . διὸ καὶ ἀοιδοῦ Σφιγγός εἶπεν . φονεύσας δὲ ἀντὶ τοῦ φόνου καὶ
3943976 φανηι
καὶ τῆς τῶν ἐπιτροπευόντων ἐξουσίας καὶ δι ' αὐτοῦ μὲν φάνηι τῆς ἰδίας γνώσεως τὴν ἀλήθειαν , ἐν αὐτῶι δὲ
καὶ τῆς τῶν ἐπιτροπευόντων ἐξουσίας καὶ δι ' αὐτοῦ μὲν φάνηι τῆς ἰδίας γνώσεως τὴν ἀλήθειαν , ἐν αὐτῶι δὲ
3939873 ὁσιων
ἔτους : τῷ θέρει λέγει ὁσίων : ὁσίων οὐδετέρως , ὁσιῶν θηλυκῶς . οὐχ ὁσίη κακὰ ῥάπτειν ἀλλήλοισι πάντες :
ἔτους : τῷ θέρει λέγει ὁσίων : ὁσίων οὐδετέρως , ὁσιῶν θηλυκῶς . οὐχ ὁσίη κακὰ ῥάπτειν ἀλλήλοισι πάντες :
3939475 κακωτερα
πλειότερον κάματον τελέει καὶ ἀεικέα νοῦσον . θηλυτέρῃσι δὲ πάντα κακώτερα φαίνεται ἄστρα , ὅσσα διαστείχῃσιν ἀγαυὴ Θειαντίνη : καὶ
. Οἵην χρύσειοι πατέρες γενεὴν ἐλίποντο χειροτέρην : ὑμεῖς δὲ κακώτερα τέκνα τεκεῖσθε . Καὶ δή που πόλεμοι , καὶ
3939158 Οἰδιπου
. ὁ δὲ νοῦς : ἣν μάχην φέρων τοῖς παισὶν Οἰδίπου ὁ Ἄρης ταχέως πορευθήσεται . ἄμεινον δὲ τὸ εἴσεται
, ὅστις ἡμᾶς τῆς ἀπορίας ἀπαλλάξει . ἀλλὰ γὰρ οὐδὲν Οἰδίπου δεῖ τοῖς παροῦσιν οὐδέ γε Τειρεσίου . ἀλλ '
3934147 παιανισμος
γράφεται πιστῆς : πολυβόητος : εἵπετο κῶμος : συνηκολούθει καὶ παιανισμὸς καὶ ἐμακάριζον ἡμᾶς ὡς ἐσμὲν εὐγενεῖς : ὄντες ἀπ
οἱ γὰρ Παίονες Πελαγόνες ἐκαλοῦντο . . Ἐπεὶ δὲ ὁ παιανισμὸς τῶν Θρᾳκῶν τιτανισμὸς ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων λέγεται κατὰ μίμησιν
3928646 κακη
] , σιγᾶν . γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα κακή τ ' ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν : ὅταν
. Ξ φίλου ] ἐνταῦθα τὸ πατρός . ἐχθρά ] κακή . ἐχθρά ] ἡ μισητή . Ξ γράφεται τελεῖ
3925627 θεσμος
παρ ' ἐμοῦ λόγος ἔδειξε , νόμος αὐτὸς ὢν καὶ θεσμὸς ἄγραφος . Τρεῖς μέν εἰσιν ἰδέαι , δι '
, ἱεραὶ πομπαί , τελεταὶ θεῶν , κακία φρούδη , θεσμὸς πανταχοῦ νόμου καὶ λόγου πηδάλιον : ἔλεγεν Ἀλκιβιάδης ,
3923986 ἀνακτων
ἀνδράσι τοῖσι μεταῦτις [ . ὃν δέ κε φίλτατον ἔσχε ἀνάκτων ἡ βασίλεια [ οὗτος καὶ Ἀσίας τε καὶ Εὐρώπης
, μή μοι ὀπίσσω νεικείῃ : χαλεπαὶ δέ τ ' ἀνάκτων εἰσὶν ὁμοκλαί : ἀλλ ' ἄγε νῦν ἴομεν :
3921253 αἰδως
: ἱκανὼ γὰρ τὼ φύλακε κωλύοντε , δέος τε καὶ αἰδώς , αἰδὼς μὲν ὡς γονέων μὴ ἅπτεσθαι εἴργουσα ,
οὐκ ἐθέλει νεικεῖν : ἵνα γὰρ δέος , ἔνθα καὶ αἰδώς . οὐκ ἐφάμην Ἀχιλῆϊ χολωσέμεν ἄλκιμον ἦτορ ὧδε μάλ
3917171 μεγαλοπολις
ἀνημμένης φύσεως ἡ κατὰ δήμους πολιτεία . ἡ μὲν γὰρ μεγαλόπολις ὅδε ὁ κόσμος ἐστὶ καὶ μιᾷ χρῆται πολιτείᾳ καὶ
] μαντεῖον ἐφέπων πάγον : [ Ἤν , ] κλυτὰ μεγαλόπολις Ἀθθὶς εὐχαῖσι [ ] φερόπλοιο ναίουσα Τριτωνίδος δάπεδον [
3914966 ξυμπασα
τοὺς δὲ καὶ ὁμολογίᾳ προσχωροῦντάς σφισιν ἀναλαμβάνοντες . ὡς δὲ ξύμπασα αὐτῷ ἡ δύναμις ἐπελθοῦσα τῶν Σογδιανῶν τῆς χώρας τὴν
; καὶ μὴν ὅ γε Ἡσίοδος λέγει , Πολλάκι τοι ξύμπασα πόλις κακοῦ ἀνδρὸς ἀπηύρα , ὅς κεν ἀλιτραίνῃ καὶ
3906336 εὐχηται
] ὑπακουσομένων , ἐάν τε ἐν τῇ | πατρίδι αὐτοῖς εὔχηται ἐάν τε , ὡς ἀνυστόν , ἐγγυτάτω | πέλας
ἀνὰ κράτος τὸ ἀδικεῖν ἀποδράσεται . τὸν δὲ Ἰσμαὴλ ὅταν εὔχηται ζῆν , οὐκ ἀπέγνωκε τὴν γένεσιν Ἰσαάκ , ὡς
3904635 δικαιωτηρια
, εἰ δὲ εἰσὶν ἀμοιβαί , εἰσὶ τὰ ὑπὸ γῆν δικαιωτήρια , εἰ δὲ εἰσὶ τὰ ὑπὸ γῆν δικαιωτήρια ,
μὲν εἰς οὐρανὸν , τὰς δὲ εἰς τὰ ὑπὸ γῆν δικαιωτήρια πέμπει : μετὰ δὲ τὴν κρίσιν ἡ Δίκη τὸ
3903720 ἁλῳ
μέχρι οὗ Ἀθήναζε πεμφθῶσιν , ὥστ ' , ἐάν τις ἁλῷ ἀποδιδράσκων , ἅπασι λελύσθαι τὰς σπονδάς . οἱ δὲ
ἐφ ' οἷς ἐπολιτεύσατο : καὶ τὸ δεδιέναι μήποτε γραφῆς ἁλῷ , καὶ τιμωρίαν ἐπὶ πολλοῖς ἀδικήμασιν ὑπόσχῃ : ταῦτα
3896000 ἀποθανοντων
γὰρ πρὸ μὲν τῆς τελευτῆς τοῖς νοσοῦσιν ὑγίειαν ἐπηγγέλλετο , ἀποθανόντων δὲ χρησμὸς ἄλλος ἕτοιμος ἦν παλινῳδῶν : Μηκέτι δίζησθαι
ἔστιν ὑμῖν χαίρειν . θαρσεῖτε , ψυχαὶ τῶν δικαίων τῶν ἀποθανόντων , τῶν δικαίων καὶ τῶν εὐσεβῶν , καὶ μὴ
3893023 ὀλεθρος
ἀνθρωποφθόρε : παρὰ τὸ βροτός καὶ τὸ λοιγός , ὁ ὄλεθρος , βροτολοιγός , κακός ἄκακος : χωρὶς τῶν ἐπὶ
οὗτός τοι Νεμέου γένετ ' , ὦ φίλε , θηρὸς ὄλεθρος , πολλὰ πάρος μήλοις τε καὶ ἀνδράσι κήδεα θέντος
3886094 ὀπαδοι
τὴν πανήγυριν , καὶ ὅσοι γε δὴ Μουσῶν καὶ Ἀπόλλωνος ὀπαδοί , τῇ μουσικῇ τῇ παρ ' ἑαυτῶν . ἀνδρὶ
ὡς ἐπίχαρτον τελέους ' ἀεκούσιον ἔργον . Αἴρετ ' , ὀπαδοί , μεγάλην μὲν ἐμοὶ τούτων θέμενοι συγγνωμοσύνην , μεγάλην
3882385 στασιαζουσα
ἢ περὶ τῆς Ἑλλάδος αὐτῆς , ὁπόσα ἀνέτλη πρὸς ἑαυτὴν στασιάζουσα , ἐκ τούτων μὲν ἥδεσθε τῶν λόγων καὶ κατέχεσθε
καὶ ὁ Πειραιεὺς αὐτός . καίτοι μεγάλη καὶ πολυάνθρωπος πόλις στασιάζουσα καὶ κακῶς φρονοῦσα δύναται χρόνον τινὰ ἐνεγκεῖν τὴν δυστυχίαν
3880271 ἐπιτροπευοντων
πραγμάτων οὐκ ἀναγκαζόντων ἀγορεύειν καὶ τῶν πρεσβυτέρων ὀρθῶς τὴν πόλιν ἐπιτροπευόντων : ἐπειδὴ δ ' εἰς τοσοῦτον ἡμᾶς ἀνέθετο χρόνον
τὴν προῖκ ' οὐκ ἐπίστευσεν , ὥσπερ εἰ τὰ τῶν ἐπιτροπευόντων χρήματ ' ἀποτίμημα τοῖς ἐπιτροπευομένοις καθεστάναι νομίζων . ἀλλὰ
3879293 αἰχμηται
δέκ ' ἔτη νωλεμέως , αἰεὶ ταλασίφρονα θυμὸν ἔχοντες , αἰχμηταὶ πατέρων ἡμετέρων πατέρες . δῆλα οὖν ἐστιν ὡς ὕστερον
τεῖχος ῥηξάμενοι θέσθαι παρὰ νηυσὶ κέλευθον , οὔτέ ποτ ' αἰχμηταὶ Δαναοὶ Λυκίους ἐδύναντο τείχεος ἂψ ὤσασθαι , ἐπεὶ τὰ
3877457 ἀναστατος
καὶ ἄλλως , δοκείτω δὲ ᾗ λέγεται . Ἀμύκλαι δὲ ἀνάστατος ὑπὸ Δωριέων γενομένη καὶ ἀπ ' ἐκείνου κώμη διαμένουσα
, οἱ μὲν ὄντες Ἀμφικτύονες φεύγουσι καὶ ἐξελήλανται , καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ
3876381 πρεσβειρα
διὰ τῆς ει διφθόγγου γράφονται : οἷον , σώτειρα : πρέσβειρα : ὀλέτειρα : σάπφειρα : μενέτειρα : Θυάτειρα .
χωρίς . Ναιετάειν : οἰκεῖν . πάλαι : πρόπαλαι . πρέσβειρα θεάων : ἡ παλαιοτάτη τῶν ἀρετῶν , ἡ τιμία
3876169 γουναζομαι
. , : Ξ . τῶν ὕπερ ἐνθάδ ' ἐγὼ γουνάζομαι οὐ παρεόντων ἑστάμεναι κρατερῶς : μηδὲ τρωπᾶσθε φόβον δέ
, , . , . νῦν δέ σε τῶν ὄπιθεν γουνάζομαι , οὐ παρεόντων , πρός τ ' ἀλόχου καὶ
3875530 ἐρημια
, τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν
λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν .

Back