παρ ' ἐμοῦ λόγος ἔδειξε , νόμος αὐτὸς ὢν καὶ θεσμὸς ἄγραφος . Τρεῖς μέν εἰσιν ἰδέαι , δι '
, ἱεραὶ πομπαί , τελεταὶ θεῶν , κακία φρούδη , θεσμὸς πανταχοῦ νόμου καὶ λόγου πηδάλιον : ἔλεγεν Ἀλκιβιάδης ,
5974640 κοινος
δὲ ὑπόκειται , τοῦ δὲ δευτέρου , ἐν ᾧ ὁ κοινὸς ὅρος ἀμφοτέρων κατηγορεῖται , τοῦ δὲ τρίτου , ἐν
οὐδὲ ἑαυτόν . μηθὲν ἴδιον κτῆμα νομιζέσθω φιλοσόφῳ . ὧν κοινὸς ὁ θεὸς καὶ ταῦτα ὡς πατήρ , τούτων μὴ
5728370 ἱερος
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου
5424871 ἀπορθητος
λόγῳ ἐχρήσατο . πολλὰ χειμασθεῖσα ἡ πόλις παρὰ τῶν πολεμίων ἀπόρθητος μόλις ἔμεινε καὶ ἀβλαβὴς διεσώθη . ἐξέφυγε καὶ ἀπηλλάγη
Ἕκτωρ ζωὸς ἔην καὶ μήνι ' Ἀχιλλεὺς καὶ Πριάμοιο ἄνακτος ἀπόρθητος πόλις ἔπλεν , τόφρα δὲ καὶ μέγα τεῖχος Ἀχαιῶν
5357272 ἡγεμων
οὕτω μὲν πᾶς ἀνὴρ αὑτόν τε καὶ ἐκείνους ὧν ἂν ἡγεμὼν γίγνηται σώσει , μὴ ταύτῃ δὲ τραπόμενος τἀναντία πάντα
σκύβαλα τοὺς μισθοὺς λαμβάνουσιν , ἢ ὅτι ὁ τῆς ἰατρικῆς ἡγεμὼν Ἱπποκράτης ἀνθρωπίνων κόπρων ἐγεύετο , ὥς φασι , βουλόμενος
5330491 εὐπρεπεια
: τοῦ θείου γὰρ κάλλους ἅπασαν ὥραν νικῶντος ἡ μείζων εὐπρέπεια τῶν ἀγαλμάτων ἐγγυτέρω γίνεται τῆς ἀληθείας καὶ πλείονα φέρει
καὶ κρᾶσις ἀέρων μεριζομένων ἐξ ἴσου τὸ ἔτος , οἰκοδομημάτων εὐπρέπεια , τρόπος οἰκητόρων ἐπιεικής . ταῦτα δὴ σοῦ τῆς
5315807 συμφωνος
μεσουρανήματι ἢ καὶ τῷ ἑνδεκάτῳ , ἀκάκωτος ἡ Μήνη δὲ σύμφωνος ὡροσκόπου , Ἑρμῆς δ ' ἐκ τῆς ἀνατολῆς μὴ
καὶ ἀνωμαλίαν περὶ τὸν βίον αὐτῶν ὑπονοητέον . κἂν μὲν σύμφωνος ᾖ ὁ κλῆρος τῆς τύχης τοῖς τὸν Ἥλιον ἢ
5148557 δοτηρ
καὶ ἡγεμὼν καὶ ταμίας ὄντων καὶ γιγνομένων ἁπάντων , οὗτος δοτὴρ ἁπάντων , οὗτος ποιητὴς , οὗτος ἐν μὲν ἐκκλησίαις
δωτῆρες ἑάων ” . οὕτως ἕτης ἑτήρ , καὶ ὡς δοτὴρ δώτωρ , οἷον „ δῶτορ ἑάων „ , οὕτως
5146786 ἐπισημος
[ ] ἑορτὴ ἡμέρας [ ] ιαʹ ιβʹ ιγʹ , ἐπίσημός [ ἐστι ] δὲ ἡ ιβʹ , [ ὡς
. ” τοσοῦτον ἄρα καθίκετο αὐτοῦ ἡ μίμησις τῆς ὀρχήσεως ἐπίσημός τε καὶ σαφὴς φανεῖσα . Ἡ δὲ πλείστη διατριβὴ
5136570 ἀνυπευθυνος
ἰδιωτικὴν δίκην πικρότερον κριθεῖσαν . ἆρά σοι δοκεῖ πρὸς θεῶν ἀνυπεύθυνος ἄρχειν ὁ Ἀγαμέμνων τῶν Ἑλλήνων , ἀλλ ' οὐ
κοινὸν μιαίνεται , ὅ ἐστιν ἡ πόλις . ἄκριτος ] ἀνυπεύθυνος . παλιγκότοις ] ἐχθροῖς . καὶ τύχην ἑλεῖν ]
5132666 πολιτεια
τὸν δὲ κοινὸν πρὸς ἅπαντας , οἷον τὸ τίς ἀρίστη πολιτεία ; εἰ κοινὰς ποιητέον τὰς ἀρχὰς ἢ τιμητάς ;
λογιζόμενον , θυμούμενον , ἐπιθυμοῦν . ἀναγκαῖον οὖν καὶ τριττὴ πολιτεία ἐγένετο , ἔχουσα ἑκάστη τὰς τρεῖς , ἀλλὰ τῷ
5076775 καλλιστος
λωτοειδές . ] Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε
' ἐραστῶν ἀλλήλοις καταστῆναι , ἐνθυμηθέντες ὡς οὐδ ' ὅστις κάλλιστος ἑαυτοῦ πώποτ ' ἠράσθη , ἀλλ ' ἑτέρου του
5071873 Ὀλυμπιακος
ἵν ' ᾖ σημαῖνον τὸ ἀγριέλαιον , ἐξ οὗ ὁ Ὀλυμπιακὸς στέφανος σύγκειται . ἀγνοοῦσι γάρ , ὅτι ὁ Ὀλυμπιακὸς
τοῦ ἀγῶνος : ἐν γὰρ τῇ ἑκκαιδεκάτῃ τῆς σελήνης ὁ Ὀλυμπιακὸς ἀγὼν τελεῖται . δεῖ δὲ τὸ πρότερον δεύτερον νοεῖν
5062627 ἱππικος
γάρ πουοἷόν φαμεν ἵππους οὐ πᾶς ἐπίσταται θεραπεύειν ἀλλὰ ὁ ἱππικός : ἦ γάρ ; Πάνυ γε . Ἡ γάρ
τριετής , τελούμενος μηνὶ Πανέμῳ ὀκτωκαιδεκάτῃ . ὁ δὲ ἀγὼν ἱππικός τε καὶ γυμνικός . Χρομίῳ Αἰτναίῳ ἵπποις . }
5043498 δημοκρατια
μόνον τὸ δικαστήριον οὐχὶ τύραννος , οὐκ ὀλιγαρχία , οὐ δημοκρατία τὰς φονικὰς δίκας ἀφελέσθαι τετόλμηκεν , ἀλλὰ πάντες ἀσθενέστερον
δ ' ἄνθρωπος εἷς ἢ ὀλιγαρχία τις , ἢ καὶ δημοκρατία ψυχὴν ἔχουσα ἡδονῶν καὶ ἐπιθυμιῶν ὀρεγομένην καὶ πληροῦσθαι τούτων
5022571 προστατης
. τούτων δ ' ἦν καὶ Φάλανθος , ὅσπερ ἐδόκει προστάτης ὑπάρχειν αὐτῶν , οὐκ ἠρέσκετο δ ' ἁπλῶς τοῖς
γενέσεως ἐφόρῳ θεῷ προσήκουσι . Καὶ ἔστι τῆς ἐξηγήσεως ταύτης προστάτης Νουμήνιος . Οἱ δὲ καὶ μίξαντες τὴν Ὠριγένους ,
5006945 ἁπας
, ἐψηφίζετο δέ μοι τὴν ἱερωσύνην τοῦ Ἀσκληπιοῦ μάλα φαιδρῶς ἅπας , ἔτι δ ' ἦν ἐν κατασκευῇ τότε ὁ
τοῦ ὑπὲρ αὐτοῦ τριγώνου καὶ τοῦ πρὸ ἐκείνου ὁμοειδοῦς , ἅπας δὲ πεντάγωνος τοῦ κατ ' αὐτὸν ἐπὶ βάθος τριγώνου
5006038 πρεπων
ὅσον , αὐτὸς δὲ ὡς γενναῖός τε καὶ σώφρων καὶ πρέπων κατασχεῖν ἃ διανοεῖται , πέμπωμεν ἐφ ' ἃ ὥρμηκεν
ὅτι τοῖς μεγάλοις πράγμασι καὶ περὶ τηλικούτων λόγοις ἁρμόδιος καὶ πρέπων ὁ ὑψηλὸς χαρακτήρ . Ϙγʹ Ἀλλὰ τῶν προτέρων συγγνώμην
5004473 ἀνειται
, ἵεται , καὶ κατὰ μετάθεσιν καὶ συναίρεσιν εἷται καὶ ἀνεῖται . σοφίας ] γνώσεως . τοῖς . . .
τῆς Ἀρτέμιδος μάλα ἀριπρεπές , καὶ περίφυτος ὁ χῶρος καὶ ἀνεῖται ἱερὸς εἶναι . καὶ τὰ ὄντα ἡμᾶς διαβοσκήσει :
5001930 πανηγυρις
ἔπαθον τὴν ψυχὴν τοιαύτην ἰδὼν πολλαῖς περιπεσὼν ἔρωτος ἀφορμαῖς : πανήγυρις ἦν καὶ πότος καὶ παρθένος ὡραία καὶ νεότης πολλὴ
σώζειν τε ἄνδρας μὲν τείχη , τείχη δὲ ἄνδρας , πανήγυρις δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον εἶναι μὲν καὶ ἡ
4988295 νικη
σημεῖον ἢ τὸ νικᾶν πανταχοῦ ; οὐ γάρ ἐστιν Ἀθηνᾶς νίκη κυρία , ἀλλ ' Ἀθηνᾶ νίκης ἀεί : τὴν
ἀντιπίπτοντος , ἤγουν οὐ ξένη χαρά ἐστιν ἡ τοῦ πατρὸς νίκη τῷ υἱῷ καὶ ἀνεύφραντον οὐ λογισθήσεται . ᾧτινι Δεινομένει
4973128 βασιλευομενη
' ἀπελθεῖν εἰς τὴν Βοττιαίαν . ὕστερον δὲ ἡ πόλις βασιλευομένη πολλὴν ἀπέβαλε τῆς χώρας ὑπὸ τῶν μετὰ Φαλάνθου Λακεδαιμονίων
. ἔτυχε δὲ ἡ Λῆμνος ἀνδρῶν τότε οὖσα ἔρημος , βασιλευομένη δὲ ὑπὸ Ὑψιπύλης τῆς Θόαντος δι ' αἰτίαν τήνδε
4962101 ἐρροι
ἀεὶ ἀδάμαντι συναπτῷ . Εἰ δέ τι κλεμμάδιον μεγάρων κειμήλιον ἔρροι , ἢν μὲν ἐν Ἀρνειῷ κεραὴ τροχάῃσι Σελήνη ,
τὰ ὑμῶν σώματα νέα ὁρῶ πρὸς ὑπομονὴν τῶν πόνων : ἔρροι νύξ : φθειρέσθω ἡ νὺξ ἡ ἐμὲ νυμφεύουσα τοῖς
4942126 εἰρηνη
ὡς ἔσω ' στὶν κἄχομεν βαλλάντια . Κἄν ποτ ' εἰρήνη φανῇ , ὅστις ἂν νυνὶ δανείσηται παρ ' ἡμῶν
δοξάντων ὑμῖν προσγράψας . Οὐκ ἤρεσκέ τισι τῶν ῥητόρων ἡ εἰρήνη : ἔπειτα οὐ τότε ἀντιλέγειν αὐτοὺς ἐχρῆν , ἀλλὰ
4906992 ἰδιος
τὰ χρησιμώτατα ἐκλέγουσαν ἀφ ' ἑκατέρας , οὐδείς ἐστι χαρακτὴρ ἴδιος , ἀλλ ' ὡς ἂν οἱ μετιόντες αὐτὴν προαιρέσεως
, οἷον ἄρσεως ἢ βάσεως , ἢ ὅλου ποδός : ἴδιος δὲ ῥυθμοποιίας ὁ παραλλάσσων ταῦτα τὰ μεγέθη εἴτ '
4897623 ἀρχει
γενομένης πρὸς τὸν ἄρχοντα τῆς χώρας , ἧς νῦν Φραώτης ἄρχει , κἀκείνου παρανομώτατά τε καὶ ἀσελγέστατα γυναῖκα ἀφελομένου αὐτὸν
ὁ ἥλιος πορεύεται , ἣ καλεῖται Ἀσία , εἷς ἀνὴρ ἄρχει ; Πάνυ μὲν οὖν , ἔφη , ὁ μέγας
4887680 σκιρτα
ἐπὶ τῶν ἵππων τὸ φριμάσσεσθαι : νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ σκίρτα , ἵστασο ἐν ἡδονῇ . καχαξῶ : ἀντὶ τοῦ
αὐτοὺς ἐναντίοις . χρῶ τῇ φύσει ] κέχρησο σπατάλῃ . σκίρτα ] σπατάλα . νόμιζε μηδὲν αἰσχρόν ] τὸ αἰσχρὸν
4856689 βασιλικη
παρόντος , ὅσπερ εἷς ἐστι τῶν Ἀθήνησιν θʹ ἀρχόντων , βασιλικὴ διαδρομὴ καλεῖσθαι : Δείναρχος Κατὰ Πυθέου . . .
ἑκατὸν εἴκοσι καὶ ἄφρα - κτοι εἴκοσι : ἡ μὲν βασιλικὴ ἐννήρης : ὁ δὲ σύμπας στόλος σὺν ταῖς μετ
4855898 ἡγεμονια
ἐβασίλευσαν μέχρι Σαρδαναπάλλου : ἐπὶ τούτου γὰρ ἡ τῶν Ἀσσυρίων ἡγεμονία μετέπεσεν εἰς Μήδους , ἔτη διαμείνασα πλείω τῶν χιλίων
τοῦτ ' ἔστι πρὸς σὲ τὸν μάγειρον ; τῆς τέχνης ἡγεμονία τίς ἐστιν αὐτῆς , ὦ πάτερ , τὸ τῶν
4839480 βοηθος
ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι βοηθὸς οὔτε πύργος οὔτε ἄλλος οὐδὲ εἷς , ἀλλ '
τούτου γὰρ ἕνεκά σε φησίν ἐγέννησα , ἵνα χρήσιμος καὶ βοηθὸς ἦσθα τᾷ Σπάρτᾳ . οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει ,
4809355 Ἑλλαδι
τοι πατρίς τε ἐλευθέρη καὶ πόλις πρώτη τῶν ἐν τῇ Ἑλλάδι : ἢν δὲ τὴν τῶν ἀποσπευδόντων τὴν συμβολὴν ἕλῃ
γὰρ Ἔφορος τοιοῦτον , ὅτι παρασκευαζομένου Ξέρξου τὸν ἐπὶ τῆι Ἑλλάδι στόλον , πρέσβεις παραγενέσθαι πρὸς Γέλωνα τὸν τύραννον ἱκετεύοντας
4797315 θυσια
Ποσειδῶνι Λαοίτᾳ : ἐπὶ ἑνὸς βωμοῦ καὶ αὕτη καθέστηκεν ἡ θυσία . τέταρτα καὶ πέμπτα Ἀρτέμιδι θύουσι καὶ Ληίτιδι Ἀθηνᾷ
ἰάνθη . ” θαλύσια ἡ ἀπὸ τῆς τῶν καρπῶν συγκομιδῆς θυσία καὶ ἀπαρχὴ τῶν καρπίμων : “ ὅ οἱ οὔτι
4787146 βιαιος
ἵππους : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει κρατερωνύχεσι . βίαιος δ ' ἡ συναλοιφή . τὸ δὲ ἑξῆς ἐστίν
ἐστιν , ἀντίθεσις , μετάληψις , πρός τι , ὅρος βίαιος , ἡ θέσις , ἑτέρα μετάληψις , ἀντίληψις ,
4785872 ἀριστος
οὖν σοφώτατός τε εἶ καὶ δυνατώτατος μόνον , ἢ καὶ ἄριστος ταῦτα ἅπερ δυνατώτατός τε καὶ σοφώτατος , τὰ λογιστικά
ὃ σημαίνει τὸν πόλεμον , τὸ συγκριτικὸν ἀρείων . καὶ ἄριστος ὑπερθετικῶς , ὁ ἐν πολέμῳ ἀνδραγαθῶν . τὸ δὲ
4783594 εὐκλεης
δειλίας θανεῖν ς ' ὕπο , οὑμὸς δ ' ἀμαρτύρητος εὐκλεὴς πόσις , ὃς τούσδε παῖδας οὐκ ἂν ἐκσῶσαι θέλοι
τεθνεώτων . ὅμως δὲ τοῖς προσθοδόμοις Ἀτρείδαις ὁ γόος ὁ εὐκλεὴς ὁμοίως χάριτες κέκληνται . χάριτες ] χάριτας δὲ νεκρῶν
4783097 ἐπηλυς
βαρύτονον . Πᾶν εἰς ΥΣ λῆγον σύνθετον ἐπιθετικὸν βαρύνεται : ἔπηλυς νέηλυς πολύδακρυς μελάνοφρυς . Τὰ εἰς ΥΣ ἀρσενικὰ ὑπερδισύλλαβα
δὲ δείκνυσι : τὸ γὰρ Πάρθος ὄνομα ὁ Σκύθης καὶ ἔπηλυς κατ ' αὐτὸν τῇ Σκυθῶν φωνῇ ἑρμηνεύεται . ,
4776841 ἁπανταχου
ἐπὶ πάντας ὁμοῦ κινήσεται καὶ πάντας ὁμοῦ πληρώσει ἢ διασπασθήσεται ἁπανταχοῦ ; πῶς δὲ καὶ στήσεται κινηθὲν ἅπαξ ; πῶς
οὗτος καὶ τὸ νομίζεσθαι ἀπεστέρηται : καὶ ὅτι τὴν προαίρεσιν ἁπανταχοῦ τῶν πραττόντων τι σκοπεῖν δέον : εἰ μὲν γὰρ
4771184 τελεσιουργος
πρεπωδεστάτην καὶ γνησιωτάτην συναπτέον : ἡ μὲν γὰρ γνώσεως ἁπάσης τελεσιουργός , ἡ δὲ προπαιδεία τυγχάνει , καὶ ἡ μὲν
κύκλον ἡ σελήνη συμπληροῖ τὸν ἑαυτῆς , ὥστε καὶ αὐτὴ τελεσιουργός ἐστιν , εἴπερ ἐν τῷ ἡμίσει ὑπὲρ τοῦ παντὸς
4768060 βαρβαρος
ἀπὸ ἔθνους : διπλοῦν δὲ τὸ ἔθνος , Ἕλλην ἢ βάρβαρος . μετὰ τὸ κοινὸν ἐρχόμεθα ἐπὶ τὸ ἴδιον :
ἐγένετο . δεκάτῳ δὲ ἔτει μετ ' αὐτὴν αὖθις ὁ βάρβαρος τῷ μεγάλῳ στόλῳ ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα δουλωσόμενος ἦλθεν .
4757169 ποσθῃ
. ἀνιεμένη δὲ ῥοδίνῳ ἀγαθὴ πρὸς τὰ ἐν ἀρχῷ καὶ πόσθῃ καὶ τἄλλα ἐν οἷς ἀνιεμένων φαρμάκων χρεία . Λίθος
μέρη δερματώδεις ἐπιφύσεις ἔχουσα , ἀνάλογον τῇ ἐπὶ τῶν ἀρρένων πόσθῃ . τὸ δὲ σχῆμα αὐτῆς , τὸ μὲν ἄλλο
4756428 μειλιχιος
ὁ Ζεὺς οὐ καταιβάτης μόνον , ἀλλὰ καὶ ἱκέσιος καὶ μειλίχιος . ποιήσας τοίνυν τὸ τοῦ καταιβάτου πρὸς τοὺς βαρβάρους
ἐπιμε - λείας ὁπόσης ἔτυχον πρὸς αὐτοῦ , ὅτι τε μειλίχιος καὶ εὐόμιλος καὶ τὸ μεγαλουργὸν ἔχοι τῷ δικαίῳ ἀνακεκραμένον
4756048 κεκοσμημενος
ἐν συνθέσει Ἄκαστος , τοῦ α ἐπιτατικοῦ , ὁ πάνυ κεκοσμημένος . . . . ἄκατος : τὸ † μέγα
καὶ τῷ κάλλει καὶ τῷ μεγέθει διάφορος , ἔτι δὲ κεκοσμημένος ὅπλοις βασιλικοῖς εἶχε πολλὴν ὑπεροχὴν καὶ κατάπληξιν , δι
4755860 συμβουλος
σύνθετα . σύλλογος , σύνοδος , σύγκλητος , συνεκκλησιαστής , σύμβουλος , σύσσιτος συσσιτία , συμπότης , συλλογεύς , συστρατιώτης
, καὶ εἰς ὁμόνοιαν ἤδη ποτὲ καταστῆσαι τὴν στάσιν ὑμῶν σύμβουλος καὶ διαιτητὴς ἀμφοῖν γενόμενος : κωλύομαι δὲ πράττειν αὐτὰ
4737226 ἀμφικαλυψῃ
ἁπάντων , ἐσθλῶν ἠδὲ κακῶν , ἐπεὶ ἂρ βλέφαρ ' ἀμφικαλύψῃ : αὐτὰρ ἐμοὶ καὶ ὀνείρατ ' ἐπέσσευεν κακὰ δαίμων
τελευτήσεσθαι ἔμελλεν : αἶσα γὰρ ἦν ἀπολέσθαι , ἐπὴν πόλις ἀμφικαλύψῃ δουράτεον μέγαν ἵππον , ὅθ ' εἵατο πάντες ἄριστοι
4735706 οἰκος
παρὰ τοῖς Ἕλλησι δημιουργημάτων . ἔστι δέ τις καὶ πολύστυλος οἶκος , καθάπερ ἐν Μέμφει , βαρβαρικὴν ἔχων τὴν κατασκευήν
δωδεκατημόριον , ὃ εἰς πόδας καὶ βάσιν παραλαμβάνεται , ἔστιν οἶκος Διός , ὕψωμα Ἀφροδίτης περὶ κ μοίρας , δίσωμον
4734574 δαιμων
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον
4728527 οἰκειος
κρατούντων , καταλιπὼν τούτους ἐπεθύμησας τῆς ἐμῆς ἀγραυλίας καὶ ἀγενείας οἰκεῖος γενέσθαι ; Ἦν δὲ οὗτος κατὰ τὰς ὁμιλίας εὔστοχος
: οὗτος γὰρ καὶ τὸ τῆς πρεσβείας εἶχε κῦρος ἅτε οἰκεῖος ὢν βασιλεῖ : ὁ δὲ ἕτερος χάριν τοῦ πείθειν
4724558 ἀτρεκεια
, φησιν , οὐδ ' ἐμὲ ψεύδεσθαι . νέμει γὰρ ἀτρέκεια πόλιν Λοκρῶν , τουτέστιν ἀληθεύει ἡ τῶν Λοκρῶν πόλις
: οἶδεν ἀντιχαρίζεσθαι ἡ τῶν Λοκρῶν πόλις . νέμει γὰρ ἀτρέκεια πόλιν Λοκρῶν : ἀντὶ τοῦ ἔχει νομὴν καὶ δίδωσι
4720085 Ἑλλας
Ἕκτωρ τάδε , οὐ Πρίαμος οὐδὲ χρυσός , ἀλλ ' Ἑλλὰς πόλις . ἐς τοῦτο δ ' ἥκεις ἀμαθίας ,
, ᾗπερ δέξατο τέρμα βίου , πατρὶς δ ' Ἑλλάδος Ἑλλὰς Ἀθῆναι , πλεῖστα δὲ Μούσαις τέρψας ἐκ πολλῶν καὶ
4718300 ἐπιχωριος
Δράκων νήπιος νηπίῳ παιδί , τὸ γένος Ἀρκάδι , κἀκεῖνος ἐπιχώριος γίνεται σύντροφος . οὐκοῦν συνανιόντε τὴν ἡλικίαν ὁ παῖς
πόλις Ἀραβίας πλησίον τῆς Ἔγρας . ὁ οἰκήτωρ Ἰαθριππηνός : ἐπιχώριος γὰρ ὁ τύπος , ὡς Μηδαβηνός . Ἰαιτία ,
4709502 ἐπιφανης
γὰρ οὗτοι . τοῦτο δὲ πρὸς τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅτι ἐπιφανὴς ὢν ἐφθονήθη . ἢ οὕτως : ἔχει γὰρ ἡ
Μηφύλης Ὀρουΐνιον , εἰ καί τις ἄλλη τῶν αὐτόθι πόλεων ἐπιφανὴς καὶ μεγάλη : δῆλοι γάρ εἰσιν αὐτῆς οἵ τε
4707264 ὁμιλος
ἵππον διέλειπέ τε καὶ δύο σταδίους καὶ ἔπειτα ὁ λοιπὸς ὅμιλος ἤιε ἀναμίξ . Ἐποιέετο δὲ τὴν ὁδὸν ἐκ τῆς
προηγουμένου τοῦ : πολλὸς δ ' ἱμερόεντα χορὸν περιίσταθ ' ὅμιλος . ὅτι Ὅμηρος ὡς ἀγαθὸς ζωγράφος , πάντῃ ὅμοιον
4700238 ἀγορα
; ἀλλ ' οὐ μόνη γὰρ τὰς συνουσίας ποιεῖ εὔοψος ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν , φρυκτοὺς καταλαβὼν ἢ
ἐνειμένων : αἱ γὰρ Θετταλικαὶ ἐσθῆτες πτερωταὶ ἦσαν . Θεῶν ἀγορά : ἐπὶ τῶν χρησίμων καὶ δικαίων . Θηρικλείου φίλος
4696023 ὀλεθρος
ἀνθρωποφθόρε : παρὰ τὸ βροτός καὶ τὸ λοιγός , ὁ ὄλεθρος , βροτολοιγός , κακός ἄκακος : χωρὶς τῶν ἐπὶ
οὗτός τοι Νεμέου γένετ ' , ὦ φίλε , θηρὸς ὄλεθρος , πολλὰ πάρος μήλοις τε καὶ ἀνδράσι κήδεα θέντος
4691683 φοβερος
κατωρθωκέναι τὸ προσταχθὲν τῆς τυραννίδος αὐτὸν οὕτω φρονεῖν ἀπαιτούσης : φοβερὸς γάρ , οὐ δίκαιος ἐθέλει δοκεῖν . ὥστε τῆς
, ὡς ἐν τῷδε μόνῳ τὸ ἀσφαλὲς ἕξων , εἰ φοβερὸς αὐτοῖς εἴη καὶ δι ' αὐτὸ καὶ δυσεπιχείρητος .
4690523 μεγας
χεῖρα πῶς κατεστάθη ; ἐδέξατ ' ἀντακαῖον , ὃν τρέφει μέγας Ἴστρος Σκύθαισιν ἡμίνηρον ἡδονήν . Μενδήσιός θ ' ὡραῖος
ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ φέρων εἰς τὸ μέσον ἐπεχόρευσε σαπέρδης μέγας , ὑπό τι δυσώδης οὗτος ηρος ἀνθίαν , ὃν
4689333 παρεδρος
Θέμις : ἐν ᾗ Αἰγίνῃ ἡ Θέμις ἡ τοῦ Διὸς πάρεδρος ἀσκεῖται καὶ θρησκεύεται . ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους
ὁ περιηγητὴς ἐν αʹ Περὶ ἀκροπόλεως . . . . πάρεδρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς ἱερείας . πολύ
4678244 ἐμφυλιος
' ὑπὸ τῶν ἐπιγινομένων : δι ' ὧν οὔτε στάσις ἐμφύλιος τὴν πολιτικὴν ἔλυσεν ὁμόνοιαν , οὔτε πόλεμος ἀλλοεθνὴς ἐκ
πόλιν , ἄρξει δὲ τοῦ πρὸς τοὺς ἀλλοεθνεῖς πολέμου στάσις ἐμφύλιος , ἣν χρῆν ἀρχομένην ἐξελαύνοντας ἐκ τῆς πόλεως καὶ
4673189 βιοτη
ἀθάνατοι πέμψουσιν , ὅθι ξανθὸς Ῥαδάμανθυς , τῇ περ ῥηΐστη βιοτὴ πέλει ἀνθρώποισιν : οὐ νιφετός , οὔτ ' ἂρ
ΕΣΚΕΔΑΣ ' . Ἀντὶ τοῦ ἡ ἐκ τῶν τεχνῶν τρυφηλὴ βιοτὴ ἐσκέδασεν καὶ ἐσκόρπισεν , ἤγουν εἰς φῶς ἐξήγαγε ,
4672216 ἀπολις
νόμους παρείρων χθονὸς θεῶν τ ' ἔνορκον δίκαν ὑψίπολις : ἄπολις ὅτῳ τὸ μὴ καλὸν ξύνεστι τόλμας χάριν : μήτ
ὄλωλας κοὐκέτ ' εἶ , βλέπουσα φῶς , ἄπαις ἄνανδρος ἄπολις ἐξεφθαρμένη . οὐ καινὸν εἶπας , εἰδόσιν δ '
4655054 μεταδουσα
τοι Διόνυσον νήπιον ὄντα τρέφει μὲν Ἰνὼ θηλὰς ὑποσχοῦσα καὶ μεταδοῦσα γάλακτος : κοινωνοῦσι δέ οἱ τῆς παιδοτροφίας Αὐτονόη τε
ὡς πρώτη δείξασα τοὺς καρποὺς , ἡ δὲ ὡς πλείστοις μεταδοῦσα , ἡ δέ τις ὡς νόμους καταδείξασα , ἡ
4654567 συγγονῳ
θέλους ' ἄκοντι κοινώνει κακῶν , ψυχή , θανόντι ζῶσα συγγόνῳ φρενί . τούτου δὲ σάρκας . . . .
Πολυνείκει . ζῶσαφρενί ] διεγειρομένη ὑπὸ τῆς ἀδελφικῆς φρενός . συγγόνῳ ] ἀδελφικῇ . θ φρενί ] + γνώμῃ .
4652488 ἀσπιδιωτας
στρατιωτῶν καὶ διακόσμει τό τε ἱππικὸν καὶ τοὺς ἀνέρας τοὺς ἀσπιδιώτας : ἐθέλω γὰρ εἰδέναι οἷ βαδιεῖσθε τοσοῦτοι ὄντες ἐξ
τῶν ἡρώων , ὃς ᾔδει κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας , καὶ ὃν τρόπον ὁ ἔμπειρος νεώς , ἅμα
4648783 ἀξιολογος
ἀνήκεστον οὐδέν . πρῶτον μὲν οὖν Φικόλνεοι προσέθεντο αὐτῷ πόλις ἀξιόλογος ἐπὶ συγκειμένοις τισὶ δικαίοις , ἔπειτα Καμαρῖνοι , αἷς
φλέβας , οὐδὲν ἐργάζεται κακὸν αἰσθητόν : ἡ δ ' ἀξιόλογος εἴς τι κύριον ἐνίοτε κατασκήπτει μόριον , ὅταν γε
4641601 ἐνδοξος
γαμετὴν παρ ' ἧς τοσαῦτα εἴληφεν καὶ δι ' ἣν ἔνδοξός ἐστιν οὕτως ἀτίμως ἀπέλιπεν , καινῶν δὲ ὠρέχθη πραγμάτων
, ὁ μετὰ τοῦτον Νάευ , Τουβίου δὲ ὁ τρίτατος ἔνδοξός τε καὶ μέγας . Καὶ γὰρ εἰ λάχῃ πρώτιστος
4635455 ᾀδεται
τὴν Ἀσίαν . ἐτήτυμον ] ἀληθές ἐστιν . κρατεῖ ] ᾄδεται . σαφηνής ] ἀληθής . τοῦτο ] κατὰ .
ἐποίησαν μὲν ὅσοις τὰ ἡρώων ἐμέλησεν ἐν Ἰλίῳ παθήματα , ᾄδεται δὲ ὑπὸ Ἀθηναίων ὡς θεοί σφισιν ἐν Μαραθῶνι καὶ
4635336 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
4633260 ἐπιδοιη
εἰθισμένον διὰ φιλονικίας πράττεσθαι , ἡ γεωργία αὐτὴ ἂν πολὺ ἐπιδοίη , εἴ τις ἆθλα προτιθείη κατ ' ἀγροὺς ἢ
ὁ μὲν διαμένοι οἷος ἦν , θάτερος ἐπὶ μέγιστον ἀρετῆς ἐπιδοίη καὶ πολλῷ ἐπιεικέστερος γένοιτο , ἆρα ἐν τῇ τοιαύτῃ
4628191 εὐδαιμων
πᾶς γὰρ λέγει τις ὁ μακαρίτης οἴχεται , κατέδαρθεν : εὐδαίμων , ὅς ' οὐκ ἀνιάσεται . καὶ θύομέν γ
φαίνεται πολύ . τίς ἂν οὖν εἰς ταῦτα βλέπων οἴοιτο εὐδαίμων εἶναι καὶ μακάριος , οἳ πρῶτον εὐθὺς φύσει συνέσταμεν
4627029 γεμων
οὔθ ' ἑκὼν οὔτε ἄκων ἐξαπατήσει τιμῶν τε τἀληθὲς καὶ γέμων ῥητορικῆς . Ἀλλ ' οὐδὲν τῶν παρὰ σοῦ μικρόν
καθαρείως παρὰ Ξενοφῶντι εἴρηταιδιηκριβωμένος , εὐδίαιτος , μεγαλόφρων , φιλοφροσύνης γέμων , εὐάρμοστος , φιλοπροσήγορος , πανηγυρικὸς τὸ ἦθος ,
4624760 φυλαξ
νόμος τὸν ἀποκαθευδήσαντα τῶν φρουρῶν θανάτῳ ζημιοῦσθαι , πόλεως πολιορκουμένης φύλαξ τις ἀποκαθευδήσας εἶδεν ὄναρ , ᾧ χρησάμενοι περιγένοιντο τῶν
γὰρ μικρὸν τῶν βασιλέων ἁμάρτημα μέγα δοκεῖ τοῖς ἄλλοις . φύλαξ ἤτοι ἄρχων . ἤτοι τοῖς καλοῖς καὶ κακοῖς .
4619325 νικᾳ
ταὐτὸ ἀμφισβητούσαις , ἐνῆν ποιήσασθαι συνθήκας , ἐὰν ἡ ἑτέρα νικᾷ , μετεῖναί τι καὶ τῇ ἡττηθείσῃ : καδίσκος γὰρ
; ἔτι μάχῃ ; πόσας ἔτι ψυχὰς ἔχεις ; οἴμοι νικᾷ νεκρὸς ἡμᾶς Ἀθηναῖος . ἄνδρες , μηκέτι βάλλετε :
4615303 πολεμιος
τὸν φίλιον , ὦ Κράτων , Δία . Μυσῶν ἔσχατος πολέμιος φύσει γάρ ἐστ ' ἔρως τοῦ νουθετοῦντος κωφόν :
θηρίων λέγεται παλαμναῖα : καλεῖται δὲ καὶ ὁ ἐχθρὸς καὶ πολέμιος : παλαμναῖος δὲ κυρίως καλεῖται ὁ διὰ χειρῶν καταγωνιζόμενος
4600364 φθειρεσθω
νέα ὁρῶ πρὸς ὑπομονὴν τῶν πόνων : ἔρροι νύξ : φθειρέσθω ἡ νὺξ ἡ ἐμὲ νυμφεύουσα τοῖς πολεμίοις , ὁμοίως
δὲ συνεχομένη ἔκλαιεν ἐπ ' αὐτῷ λυπουμένη . ἐρρέτω : φθειρέσθω . ἦ μὲν ὄφελλεν : ἦ ὤφελεν χωρισθῆναι ἀπαθής
4599557 δεχας
Τίς μὲν ἡ δεκάτη , μικρὸν ἄνω εἴπομεν , ὅτι δεχάς τίς ἐστιν , ἤτοι κόσμος , ὁ πάντα τὰ
δέκα ἀριθμὸς ἐν ἑαυτῷ ἔχει πάντας τοὺς ἀριθμούς , οἷον δεχάς τις οὖσα . χρήσιμον οὖν αὐτῷ τὸ γνῶναι εἰς
4589263 παρανομος
: ἀπὸ δὲ τοῦ πράγματος : ἀλλ ' ἡ Πλαταιέων παράνομος ἅλωσις οὐ συγχωρεῖ βέβαιον ἑστάναι τὸν νόμον . Ἰστέον
παράνομος ἄνισός τίς ἐστι καὶ πλεονέκτης . ἐπεὶ δὲ ὁ παράνομος ἄδικός τίς ἐστι καὶ ὁ νόμιμος δίκαιος , φανερὸν
4588201 ἀσυλος
ἕως μὲν οὖν φῶς ἡλίου τόδ ' ἔβλεπεν Πρωτεύς , ἄσυλος ἦ γάμων : ἐπεὶ δὲ γῆς σκότωι κέκρυπται ,
αἰσυλοεργός , οἷον : σχέτλιος αἰσυλοεργός . παρὰ τὸ συλῶ ἄσυλος πλεονασμῷ τοῦ α τοῦ ἐπιτατικοῦ , ὡς τὸ ἀχανὲς
4584487 Μητρι
δέ εἰσιν οἱ Κάβειροι καὶ ὁποῖά ἐστιν αὐτοῖς καὶ τῇ Μητρὶ τὰ δρώμενα , σιωπὴν ἄγοντι ὑπὲρ αὐτῶν συγγνώμη παρὰ
τὰ ἱερά . ἐθύσαμεν δὲ καὶ τῇ Πειθοῖ καὶ τῇ Μητρὶ τῶν θεῶν καὶ τῷ Ἀπόλλωνι , καὶ ἐκαλλιεροῦμεν καὶ
4579374 ἡρωϊδι
μυῶν . Ἑλένης κρατήρ : διάφορος τὴν κατασκευὴν καὶ πρέπων ἡρωΐδι τοιαύτῃ . παροιμία * * ἐμασχαλίσθη : ἔθος ἦν
πνεόντων πῦρ . * * ὅπου . * † τῇ ἡρωΐδι . * * ἑνωθεὶς γαμικῶς . . Τὸ ἑπτὰ
4566444 περιγενομενα
Παμφίλου οὐσίας , ὃς ἦν πατὴρ τῆς Πλαγγόνος , τὰ περιγενόμενα χρήματα ὁ πατὴρ ὁ ἐμὸς ἔλαβεν ἐκ τοῦ βουλευτηρίου
χρήματα , σωτηρία δ ' ἔσται τῶν ὑποκειμένων , τὰ περιγενόμενα κοινὰ ἔστω τοῖς δανείσασιν . κυριώτερον δὲ περὶ τούτων
4553201 τιμη
ἀριθμὸν καὶ τὸν τόνον αὐτῆς φυλάττει , οἷον τιμή ὦ τιμή : ἀμέλει τὴν αἰδόα καὶ τὴν ἠόα εἰς τὴν
καὶ ἐλαττόνων : ἀρετῆς γὰρ παντελοῦς οὐκ ἂν γένοιτο ἀξία τιμή . λέγει δὲ παντελῆ ἀρετὴν τὴν σύμπασαν , ἣν
4552210 συντελης
δέδρακεν ἢ πέπονθεν . Πάρις ] οὔτε γὰρ ὁ . συντελὴς ] ἡ συντελέσασα καὶ συμπράξασα αὐτῶι . ἐξεύχεται ]
Βακτριανήν : διέχει δὲ τῆς Ὑρκανίας περὶ ἑξακισχιλίους σταδίους . συντελὴς δ ' ἦν αὐτῇ καὶ ἡ Δραγγιανὴ μέχρι Καρμανίας
4551147 Ἐμμενιδαις
ἐριβˈρόμου χθονὸς ἐς νάϊον προσοιχόμενοι : Πυθιόνικος ἔνθ ' ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις ποταμίᾳ τ ' Ἀκράγαντι καὶ μὰν Ξενοκράτει ἑτοῖμος ὕμνων
: θησαυρίζεται γὰρ παντὶ τῷ χρόνῳ . ἔνθ ' ὀλβίοισιν Ἐμμενίδαις : οὐκ ἀπὸ φυλῆς , ὁ Ἀρίσταρχος : τοῦ
4542136 τοιοσδε
τι ἄλλο κώλυμα γένηται πρὸς τῶν ὑπάτων . ἦν δὲ τοιόσδε ὁ νόμος : Δημάρχου γνώμην ἀγορεύοντος ἐν δήμῳ μηδεὶς
τοῦ Αἴαντος θανάτῳ , ὁ Ἀγαπήνωρ δὲ ὁ τοιόσδε καὶ τοιόσδε ἐλθὼν εἰς τὴν Κύπρον χαλκωρυχήσει , οὗ τὸν πατέρα
4534996 ἀταξια
ἐφέρετο , ἀλλὰ τὰ χείρονα , πολλά κα ἀφροσύνα καὶ ἀταξία περὶ τὰν ψυχὰν ὑπᾶρχεν : αἴ τε τὰ κάρρονα
ὑπῆρχον ἀπειρίαι καὶ ἀγυμνασίαι καὶ ἡ πάντων τῶν κακῶν παραιτία ἀταξία . προθυμίᾳ μὲν γὰρ οὐκ ἐλείποντο τῶν Ῥοδίων ,
4523149 ἀσεμνος
διὰ δὲ τῶν ἀγεννῶν τε καὶ ταπεινῶν ἀμεγέθης τις καὶ ἄσεμνος , ἐάν τε καθ ' ἑαυτοὺς ἕκαστοι τούτων λαμβάνωνται
ἀφίλως παρὰ τὸ ἄφιλος , καὶ τὸ ἀσέμνως παρὰ τὸ ἄσεμνος . ἔνθεν καὶ μένει ὁ τόνος ἐν τῷ ἀψευδῶς
4520973 στρατιωτικη
εἰς ἐνιαυτὸν καὶ μῆνας δύο προελθούσης . Ἀνεῖλε δὲ ἀμφοτέρους στρατιωτικὴ στάσις . Δέχεται δὲ τὴν βασιλείαν Μάρκος Αὐρήλιος ,
στρόβιλος . καὶ τελεσιὰς δ ' ἐστὶν ὄρχησις καλουμένη : στρατιωτικὴ δ ' ἐστὶν αὕτη ἀπό τινος ἀνδρὸς Τελεσίου λαβοῦσα
4514594 ἀρουρᾳ
καταῤῥανθεῖσα . Φησὶ δὲ Ἀπουλήϊος , ἐὰν δάφνης ἐν τῇ ἀρούρᾳ κλάδους βάλῃς , μεταβαίνειν εἰς αὐτοὺς τὴν βλάβην τῆς
τύχην ἀπηλλάχθαι : ἔτυχε γὰρ πήγανον ἄγριον κόπτων ἐν τῇ ἀρούρᾳ καὶ σύνδουλος αὐτοῦ σεληνιακὸς ὢν ἔπεσεν . ὁ δὲ
4514554 ἀλλοτριος
: τὸ δὲ προσθεῖναι , οὐχ ὅτ ' ἂν ὡς ἀλλότριος καὶ μηδὲν προσήκων , δῆλον ὅτι τῆς αὐτοῦ τοῦ
ἔργα μήποτε θεοῦ βουλήματί ἐστι : καὶ γὰρ οὐδεὶς ἦν ἀλλότριος λογισμὸς τῶν εἰωθότων ἐν τῇ ψυχῇ κατοικεῖν εἴσω .
4508644 μεδεουσα
ἀρετὴν διὰ τούτων ἐδήλωσεν . ὑπερφερούσης ] ὑπερβαλλούσης . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν
: εἴτε σε καὶ πτερύγεσσιν ἀειρόμενον θεὸν ὄρνιν τίκτε Πάφου μεδέουσα πολυφράδμων Ἀφροδίτη , εὐμενέοις , πρηΰς τε καὶ εὔδιος
4506950 ἀνομια
, ἐὰν ἔθεσι καὶ ἐπιτηδεύμασι χρηστοῖς πολιτεύωνται . Διαιρεῖται ἡ ἀνομία εἰς τρία : ὧν ἓν μέν ἐστιν , ἐὰν
ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ ἔργῳ μαθεῖν ἡλίκον κακόν ἐστιν ἡ ἀνομία , σφαγὰς καὶ ἁρπαγὰς καὶ εἴ τι χεῖρόν ἐστιν
4500146 δημοσιος
ἥκεις ὥστε σαυτοῦ νομίζεις εἶναι τὰ τῆς πόλεως , αὐτὸς δημόσιος ὤν . ὑμᾶς τοίνυν χρή , ὦ ἄνδρες δικασταί
, ἐνταῦθα διαιτᾶσθαι . Πυθίου Θεάριον : τόπος ἐν Αἰγίνῃ δημόσιος , ἔνθα τὰ συμπόσια : εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν
4496602 ἐναργης
ἄν τις τὰ πολλὰ λέγοι ; ἔτι γὰρ καὶ νῦν ἐναργὴς ἡ κίνησις τοῦ θεοῦ . τοῦτο μὲν , ὡς
καὶ τρυφῇ δεδωκὼς καὶ βραχὺ φροντίζων εὐκλείας , ἦν ἀπόδειξις ἐναργὴς τοῦ μεστὸν αἰσχύνης εἶναι πρᾶγμα τοὺς μίμους . οἷος
4495243 ἐναντιος
εἴη σοὶ πάντων ἑταιρότατος καὶ προσφιλέστατος : εἰ δέ τις ἐναντίος καὶ ἀνόμοιος γίγνοιτο , δικαίως ἂν τυγχάνοι μέμψεώς τε
, διασυρμός , ἀποστροφή . τούτων εἰρωνεία μέν ἐστι λόγος ἐναντίος οἷς ἐνθυμούμεθα , κατ ' ἔμφασιν αὐτὰ σημαίνων ,
4490101 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
4487355 ἁμιλλῃ
, ἡ δὲ ἀναδείξασα τὸν θαλόν . τῇ δὲ ὑμετέρᾳ ἁμίλλῃ καὶ φιλοτιμίᾳ ἡ πόλις σύμπασα ἦν τὸ ἀγώνισμα ,
ἐγένετό τε καὶ ἐνίκων Φοίνικες Σιδώνιοι , ἥσθη τε τῇ ἁμίλλῃ καὶ τῇ στρατιῇ . Ὡς δὲ ὥρα πάντα μὲν
4479075 Πολυς
Σκύθας τε κατεπολέμησε σπονδάς τε κατ ' ἐξουσίαν ἐποιήσατο . Πολύς τε ἦν αὐτοῦ παρὰ τοῖς βαρβάροις λόγος , ὥςτε
Θ . ἦν : Ὑπῆρχε . Θ . ὑπερφυὴς : Πολύς . Θ . . ὑπ . ὅσος : Ὑπερφυῶς
4476918 τελουμενος
πλεονασμῷ τοῦ Ι Νέμεια . Ἦν δὲ τὰ Νέμεια ἀγὼν τελούμενος ἐν τῇ Νεμείᾳ . Ἀχυρ - μιά τὸ ἄχυρον
οὕτω πραττόμενος ὁ νόμος δίκαιός ἐστιν ἑκάστοτε καὶ ὡς ἔτυχε τελούμενος καὶ παρ ' ὧν , ἀλλ ' ὡς δεῖ
4467824 φιλοτιμος
φύσεως μέσον ὑπάρχειν βουλόμεθα . ἰστέον δὲ ὅτι οὔτε ὁ φιλότιμος ὡς μισθὸν τῶν πράξεων τὴν τιμὴν μεταδιώκει οὔτε ὁ
. τίνες οὗτοι ; Ἰπποκράτης ὁ κῶος . Πραξαγόρας , φιλότιμος , Ἐρασίστρατος καὶ Ἀσκληπιάδης Πρῶτοι οὗν μακρολογίας αἴτιοι κατέστησαν
4467677 θησαυρος
ἀληθέϊ δὲ λόγῳ χρεωμένῳ οὐ Κορινθίων τοῦ δημοσίου ἐστὶ ὁ θησαυρός , ἀλλὰ Κυψέλου τοῦ Ἠετίωνος . Οὗτος δὲ ὁ
, προπαροξύνεται : Πίσαυρος Ἐπίδαυρος Κένταυρος Ἄναυρος . τὸ δὲ θησαυρός ὡς περιεκτικὸν ὀξύνεται , ὥσπερ καὶ τὰ τριγενῆ ἀμαυρός
4465280 κακοηθει
καὶ ταῦτα μὲν εἰ μὴ ἕλκος εἴη . Ἡλκωμένῳ δὲ κακοήθει πραότατον ἐπίθεμα ὅμοιον κειμήλιον ἐστί : παράλαβε τοῦτο φησὶν
, ὥς φασι , δικαστῇ , καὶ νὴ Δία τυράννῳ κακοήθει καὶ πονηρῷ ταπεινὸν ἀπολογεῖσθαι : πολίταις δὲ καὶ συγγενέσι

Back