τοι Διόνυσον νήπιον ὄντα τρέφει μὲν Ἰνὼ θηλὰς ὑποσχοῦσα καὶ μεταδοῦσα γάλακτος : κοινωνοῦσι δέ οἱ τῆς παιδοτροφίας Αὐτονόη τε
ὡς πρώτη δείξασα τοὺς καρποὺς , ἡ δὲ ὡς πλείστοις μεταδοῦσα , ἡ δέ τις ὡς νόμους καταδείξασα , ἡ
5878381 ἐφορος
: ἢ τῇ ὀρθούσῃ τὰς γυναῖκας ἐν τῷ τοκετῷ : ἔφορος γὰρ λοχείας : * * τῇ Ἀρτέμιδι δηλονότι .
νῆσον . ὁ γενέθλιος ἀκτίνων : ὁ Ἥλιος , ὁ ἔφορος τῆς γενέσεως πάντων . ἔνθα Ῥόδῳ ποτὲ μιχθείς :
5616766 θεοφιλης
μάλιστα καὶ εὐτυχὴς καὶ μακάριος καὶ ὄλβιος καὶ εὐσεβὴς καὶ θεοφιλὴς καὶ ἀξιωματικός , βασιλικός τε καὶ στρατηγικὸς καὶ πολιτικὸς
πράξεων . τοιγαροῦν μετ ' ὀλίγων ἄλλων φιλόθεός τε καὶ θεοφιλὴς ἐγένετο , καταπνευσθεὶς ὑπ ' ἔρωτος οὐρανίου καὶ διαφερόντως
5551923 ὀρειος
πλησίον καθίδρυτο Πινδάρου , ἢ ὅτι σύνεστι τῇ θεῷ ὡς ὄρειος ὤν . καὶ ἡ Ῥέα δὲ ὄρειος λέγεται διὰ
τῆς τοῦ Διὸς ἱερουργίας οὐκ ἂν προσάψαιντο . Ἡ δὲ ὄρειος ἅρπη τῶν ὀρνίθων προσπεσοῦσα τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀφαρπάζει . Κόρακες
5421531 χαριζεται
ἀκμὴν καὶ δέξεσθαι τὸ δικαστήριον τῆς ἐπιούσης τὴν κρίσιν εἰρημένον χαρίζεται μὲν κἀνταῦθα τὸ μήτε ἐν μέσαις νυξὶ μήτε ἐν
γὰρ ποιεῖ ἐσθίειν , ὥσπερ καὶ ἡ ἀγρυπνία , ἀδδηφαγίαν χαρίζεται . ἀλλ ' ὁ λόγος φησί . ζήτει δὲ
5376496 καλλιστη
τῶν ἁπαλοσάρκων καὶ σκληροσάρκων : ἡ τροφὴ δ ' αὐτῶν καλλίστη τοῖς γε μὴ γυμναζομένοις ἐστὶ καὶ τοῖς ἀσθενέσι καὶ
ἐγκατέθετο . Αὐτή μοι τοῦ λόγου τὸν δρόμον διεύθυνε , καλλίστη θεῶν , Ἄρτεμι , θύγατερ Διὸς , Ἀπόλλωνος σύναιμε
5372105 προστατης
. τούτων δ ' ἦν καὶ Φάλανθος , ὅσπερ ἐδόκει προστάτης ὑπάρχειν αὐτῶν , οὐκ ἠρέσκετο δ ' ἁπλῶς τοῖς
γενέσεως ἐφόρῳ θεῷ προσήκουσι . Καὶ ἔστι τῆς ἐξηγήσεως ταύτης προστάτης Νουμήνιος . Οἱ δὲ καὶ μίξαντες τὴν Ὠριγένους ,
5370055 ἀνεπιμικτος
περὶ οὗ ἀγωνιζόμεθα , τὴν ἀλλοδαπὴν διάλεξιν : ὅπου γὰρ ἀνεπίμικτος καὶ ἄχραντος βούλεται μένειν τῆς ἄλλης Ἑλλάδος , Αἰολέων
μεγίστη ἡ Πρεττανικὴ καλουμένη . αὕτη δὲ τὸ μὲν παλαιὸν ἀνεπίμικτος ἐγένετο ξενικαῖς δυνάμεσιν : οὔτε γὰρ Διόνυσον οὔθ '
5345470 γεωργια
καταφέρειν , τὴν δὲ ἐκ τούτων ὀρυττομένην γῆν ἐπὶ τὰ γεώργια ἀναφέρειν , οὔσης ἐπιεικῶς ὑπάντρου τε καὶ ὑποπέτρου τῆς
καταφέρειν , τὴν δὲ ἐκ τούτων ὀρυττομένην γῆν ἐπὶ τὰ γεώργια ἀναφέρειν , οὔσης ἐπιεικῶς ὑπάντρου καὶ ὑποπέτρου τῆς νήσου
5321491 σωφρονεστατος
πλουσιώτατος , ἐντιμότατος , κάλλιστος , ἰσχυρότατος , φρονιμώτατος , σωφρονέστατος , δικαιότατος , λογιώτατος , ἐπιστημονικώτατος : εἶτα τοὺς
καὶ Ἰνδοὺς ἑλὼν ἐς Βαβυλῶνα ὑπέστρεψεν . Ἀμοιβεὺς ὁ κιθαρῳδὸς σωφρονέστατος ἐλέγετο καὶ γυναῖκα ὡραιοτάτην ἔχων μὴ ὁμιλεῖν αὐτῇ :
5265891 γαμος
γαμηλίων τε καὶ γενεθλίων οὕτως ὀνομαζομένων : καὶ ὅτι ὁ γάμος αἴτιος τοῦ τε ὀνομασθῆναι τούτους τοὺς θεοὺς καὶ τιμᾶσθαι
τὴν κοινωνίαν . ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος . οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ
5122412 θνηται
τε , νόον γε μὲν οὔ τις ἔριζε τάων ἃς θνηταὶ θνητοῖς τέκον εὐνηθεῖσαι . τῆς καὶ ἀπὸ κρῆθεν βλεφάρων
ὁρόω : περὶ γὰρ νέφος ἐστήρικται . πᾶσιν γὰρ θνητοῖς θνηταὶ κόραι εἰσὶν ἐν ὄσσοις μικραί , ἐπεὶ σάρκες τε
5105301 Λακεδαιμων
Γενώμεθα δὴ ταῖς διανοίαις ἐν τῷ τότε χρόνῳ , ὅτε Λακεδαίμων μὲν καὶ Ἄργος καὶ Μεσσήνη καὶ τὰ μετὰ τούτων
Λακεδαίμων κτἑ . : ἡ σύνταξις οὕτως : ἡ γὰρ Λακεδαίμων ἐπὶ πλεῖστον ὧν ἴσμεν χρόνον στασιάσασα , πρὸ τῆς
5051603 τρεφει
Ἀκιδνός : ὁ ἀσθενής : Ὅμηρος : οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . παρὰ τὸ αἰκίζω αἰκιδνός καὶ ἀκιδνός ,
κακία κακοποιὸς καὶ βλαπτικά . Φύσις πονηρὰ χρηστὸν ἦθος οὐ τρέφει : . Συνεσίου . Χαμαιλέων ζῷόν ἐστιν εἰς πάντα
5048692 ἐπισημος
[ ] ἑορτὴ ἡμέρας [ ] ιαʹ ιβʹ ιγʹ , ἐπίσημός [ ἐστι ] δὲ ἡ ιβʹ , [ ὡς
. ” τοσοῦτον ἄρα καθίκετο αὐτοῦ ἡ μίμησις τῆς ὀρχήσεως ἐπίσημός τε καὶ σαφὴς φανεῖσα . Ἡ δὲ πλείστη διατριβὴ
5045392 ἐκεκτητο
εἰπὼν ὁ Ἐπιτίμαιος εἰπὼν γὰρ ὅτι Μνάσων ὁ Φωκεὺς πλείους ἐκέκτητο δούλους τῶν χιλίων : κἀν τῇ τρίτῃ δὲ τῶν
κἀκεῖνα εἶχεν : πρῶτα μὲν ἡ γῆ πᾶσα , ὁπόσην ἐκέκτητο , ἐκπεφυ - τευμένη δένδρεσι καρπίμοις τε καὶ εὐσκίοις
5037473 ποριζων
ἐν χοροῖς , ἐν θυσίαισι γιγνόμενος ἡγεμών : πρᾳότητα μὲν πορίζων , ἀγριότητα δ ' ἐξορίζων : φιλόδωρος εὐμενείας ,
μέν ἐστιν ὁ διὰ τῆς πενίας τὰ πρὸς τὴν τροφὴν πορίζων : πένεσθαι γὰρ τὸ ἐνεργεῖν , ὡς Ὅμηρος :
5027428 ᾀδεται
τὴν Ἀσίαν . ἐτήτυμον ] ἀληθές ἐστιν . κρατεῖ ] ᾄδεται . σαφηνής ] ἀληθής . τοῦτο ] κατὰ .
ἐποίησαν μὲν ὅσοις τὰ ἡρώων ἐμέλησεν ἐν Ἰλίῳ παθήματα , ᾄδεται δὲ ὑπὸ Ἀθηναίων ὡς θεοί σφισιν ἐν Μαραθῶνι καὶ
4998336 θυεται
ὁ μῦθος , εἵσατο , τῆι καὶ λίπουρα καὶ μόνωπα θύεται . τοῦτο δὲ μήποτε ἐσχεδίασται : οἱ γὰρ Μυρρινούσιοι
. : ὀσφῦν ] Εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα θύεται τοῖς θεοῖς : ἀφ ' οὗ καὶ κλονὶς ὀνομάζεται
4991569 πεπιστευται
μετὰ τροπὰς χειμερινάς , μέχρι γὰρ τούτου αὐξάνειν ὁ κάλαμος πεπίστευται . λέγουσι δὲ τοὺς ὑπὲρ καπνὸν τεθέντας καλάμους ,
τῷ πινομένῳ , παραπλησίως δὲ καὶ ἡ τῶν στρουθοκαμήλων ποιεῖν πεπίστευται : δίδου δὲ καὶ τὸ τοῦ λαπάθου σπέρμα λεῖον
4979844 καταρρυτους
καὶ περιιὼν τὴν χώραν ὅπου κατίδοι τόπους δένδρεσι συσκίους καὶ καταρρύτους ὕδασι , τούτους κατεσκεύασεν ἑστιατόρια : καὶ φοιτῶν εἰς
, λάσια : γηλόφους εὐαμπέλους , εὐφύτους , ἡδυοίνους , καταρρύτους : ἀρούρας εὐπύρους , λήια κομῶντα , κήπους ἐνδρόσους
4979218 Θεραπναι
ἔστι καὶ ἐν Αἰγύπτῳ Θεόπολις . ὁ πολίτης ὁμοίως . Θεράπναι , πόλις Λακωνική , ἥν τινες Σπάρτην φασίν .
. Θεράπναι : Ἰσοκράτης Ἑλένῃ . τόπος ἐστὶν ἐν Λακεδαίμονι Θεράπναι , οὗ μνημονεύει καὶ Ἀλκμὰν ἐν αʹ . Θέρμαν
4978543 ἱπποτροφος
ηὐξήθη δὲ διὰ τὴν ἀρετὴν τῆς χώρας : καὶ γὰρ ἱπποτρόφος ἐστὶν ἀρίστη καὶ καλλίκαρπος , καὶ πολλοὺς ἄνδρας ἀξιολόγους
τὴν ἱπποτροφίαν ταύτην ὁ Διομήδης ἐχρήσατο , αὐτός τε ὁ ἱπποτρόφος ὡς ἀγριώτερος ἰδεῖν ἢ αἱ ἵπποι , πρὸς αἷς
4975783 διαφεροντως
τοὺς δημοσίους ὑπομνήματα , ὧν καὶ αὐτὸς ποιεῖται μνήμην , διαφερόντως δὲ τῶν ἄλλων τὸ περὶ ἰδεῶν αὐτοῦ σύνταγμα θαυμάζειν
τε καὶ τὰ τοιαῦτα σύμπαντα , εἰς ἓν δὲ οὐδὲν διαφερόντως τετιμημένον ἔχοντες φράζειν εἰς ὃ τἆλλ ' αὐτοῖς δεῖ
4962702 Θεμις
εἰδυῖα καταθνητῶν τ ' ἀνθρώπων . † ἔνθα θεὰ παρέλεκτο Θέμις † παλάμαις περὶ πάντων ἀθανάτων ἐκέκασθ ' οἳ Ὀλύμπια
οὐδὲ κατὰ αἰτίαν τὴν οὔπω ὄντων , ἀλλ ' εἰ Θέμις εἰπεῖν , καθ ' ὕπαρξιν οὖσάν τε καὶ ὄντων
4961360 θηρευουσα
αὐτῆς αὐλητική , τὸ μέτρον ἑκάστης χορδῆς τῷ στοχάζεσθαι φερομένης θηρεύουσα , ὥστε πολὺ μεμειγμένον ἔχειν τὸ μὴ σαφές ,
ἀριστερᾷ δὲ τῆς ἐσόδου Ποσειδῶν καὶ μετ ' αὐτὸν Ἄρτεμις θηρεύουσα ἕστηκε . κρῆναι δὲ πολλαὶ μὲν ἀνὰ τὴν πόλιν
4948933 περιμαχητον
καὶ φιλοκίνδυνον τὸν βίον κατέστησε , τὴν δὲ περίβλεπτον καὶ περιμάχητον τὴν φύσιν ἐπήγαγεν . μήτε πάλαι ] ἤγουν ἐν
. Ἐκεῖνο , ὦ Χάρων , τὸ ἀοίδιμον ὄνομα καὶ περιμάχητον . Καὶ μὴν οὐχ ὁρῶ ὅ τι τὸ ἀγαθὸν
4945247 ἐγκαλλωπισμα
Σμύρνα τὸ τῆς Ἀσίας ἄγαλμα , τῆς δὲ ὑμετέρας ἡγεμονίας ἐγκαλλώπισμα , πυρὶ καὶ σεισμοῖς ἐκτριβεῖσα . ὀρέξατε πρὸς θεῶν
' εἰκὸς χαλεπῶς φέρειν αὐτῶν μᾶλλον ἢ οὐ κηπίον καὶ ἐγκαλλώπισμα πλούτου πρὸς ταύτην νομίσαντας ὀλιγωρῆσαι , καὶ γνῶναι ἐλευθερίαν
4942632 συμπνοια
ἄλλα συγκινεῖται . καὶ τοῦτό ἐστιν ὃ Ἱπποκράτης ἔλεγε : σύμπνοια μία καὶ σύῤῥοια μία , καὶ πάντα συμπαθέατὴν μὲν
καὶ ἀναγκαίως δὲ τοῦτο συμβαίνει : πολλὴ γὰρ ἕνωσις καὶ σύμπνοια τούτων τῶν θεῶν πρὸς ἀλλήλους τῶν ἐφόρων τούτων τῶν
4915635 ἀριστη
, ἀλλὰ μία πανταχοῦ πολιτεία , ἡ κατὰ φύσιν , ἀρίστη : ὥσπερ καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον ἓν πανταχοῦ ἐν
γοῦν αἱ κριθαὶ τὰ πλεῖστα ποιοῦσιν ἄλφιτα : κριθοφόρος γὰρ ἀρίστη : τοῦτο δ ' οὐχ ὅταν πλεῖσται γένωνται ἀλλ
4912398 κοσμει
ἐπὶ τῶν τὰ εὐτελῆ κλεπτόντων . Σπάρταν ἔλαχες , κείναν κόσμει : δῆλον . Σπιθαμὴ τοῦ βίου : τὸ ἐλάχιστον
θέλεις καλὸν ποιεῖν ; γνῶθι πρῶτον τίς εἶ καὶ οὕτως κόσμει σεαυτόν . ἄνθρωπος εἶ : τοῦτο δ ' ἐστὶ
4883026 καλλιστος
λωτοειδές . ] Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε
' ἐραστῶν ἀλλήλοις καταστῆναι , ἐνθυμηθέντες ὡς οὐδ ' ὅστις κάλλιστος ἑαυτοῦ πώποτ ' ἠράσθη , ἀλλ ' ἑτέρου του
4874214 μεδεουσα
ἀρετὴν διὰ τούτων ἐδήλωσεν . ὑπερφερούσης ] ὑπερβαλλούσης . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν
: εἴτε σε καὶ πτερύγεσσιν ἀειρόμενον θεὸν ὄρνιν τίκτε Πάφου μεδέουσα πολυφράδμων Ἀφροδίτη , εὐμενέοις , πρηΰς τε καὶ εὔδιος
4871395 Ἀσκληπιος
Ἐμπόριον ὀνομάζεται . Ἅγιον , τόπος Σκυθίας , ἐν ᾧ Ἀσκληπιὸς ἐτιμᾶτο , ὡς Πολυΐστωρ . . . : Κύβελον
πρότερον γὰρ Ἤπιος ἐκαλεῖτο . Ἤπιος : οὕτως πρότερον ὁ Ἀσκληπιὸς ἐκαλεῖτο ἢ ἀπὸ τῶν τροπῶν ἢ ἀπὸ τῆς τέχνης
4869562 Ἀθηνα
Βία ἡ δυνατή * . ἢ ὅτι τριγέννητος θεὰ ἡ Ἀθηνᾶ . Καλλισθένης γάρ φησι τρίτῃ τοῦ μηνὸς γεννηθῆναι ,
ἀγροῖκος ἦν : γίνεται δ ' οὕτω μουσικός . ἐμίσησεν Ἀθηνᾶ τοὺς αὐλούς : οὐκ ὀλίγον γὰρ ἀφῃροῦντο τοῦ κάλλους
4863943 παροικων
Γηρυόνου βοῦς ἀπελαύνων παρεγένετο . λοιπὸν ὡς ἐν ἰδίᾳ γῇ παροικῶν καὶ οὐδενὸς τῶν ἔξωθεν ἐπιδεόμενος . τέλος Ἐργοτέλους .
ἥγηντο : τὰς δὲ μετὰ ταύτην νομίζουσιν ἐναγεῖς , ὅτι παροικῶν σφισιν ὁ Σκίρων , ὁπόσοις τῶν ξένων ἐπετύγχανεν ,
4850347 ἀρχιτεκτων
ὄντας πρὸς αὐτήν , τοὺς δὲ στρατιώτας , καὶ ἁπλῶς ἀρχιτέκτων ἐστὶν καὶ θεωρητικὸς παντὸς τέλους ὁ πολιτικὸς καὶ τοῦ
ἐπαφῆκεν , οἳ πάντας αὐτοὺς εἰσελθόντας ἐφόνευσαν . Ἡρακλείδης Ταραντῖνος ἀρχιτέκτων ὑπέσχετο Φιλίππῳ , τῷ πατρὶ Περσέως , μόνος καταπρήσειν
4837498 τιμαται
τιμᾶται ἐν Βοιωτίᾳ . Τεμμικία δὲ ὄρος τῆς Βοιωτίας . τιμᾶται δὲ ἐκεῖ καὶ ἡ Ἀθηνᾶ Βομβυλεία . καὶ ἡ
εἰσι δύο νιτρίαι πλεῖστον νίτρον ἔχουσαι καὶ νομὸς Νιτριώτης . τιμᾶται δ ' ἐνταῦθα ὁ Σάραπις καὶ παρὰ μόνοις τούτοις
4837022 καλλιονας
ἀντὶ τοῦ οἱ καλλίονες , καὶ τοὺς καλλίους ἀντὶ τοὺς καλλίονας . Τούτων ἐστὶ καὶ τὸ λέγειν ἐπὶ τῶν τρίτων
ἐργάσασθαι καὶ πονεῖν αἴσχιον νομίσαι . καὶ τοὺς πολλοὺς αὐτῶν καλλίονας οἰκίας ποιῆσαι τῶν ἱερῶν καὶ ἐφυβρίζειν τὸ θεῖον καὶ
4817926 καλλιστης
. Ἐπλήρωσας ἡμᾶς , ὦ πάτερ , τῆς ἀγαθῆς καὶ καλλίστης θέας καὶ ὀλίγου δεῖν † ἐσεβάσθη † μου ὁ
τοῖς πᾶσι πολὺ νικῶν : καὶ διὰ γῆς ἀρίστης καὶ καλλίστης διεξέρχεται , καὶ ἀὴρ ὁ περὶ αὐτὸν ἀέρων κάλλιστος
4813229 καρπουται
φέρει , ἄρχει τε καὶ βουλεύει καὶ τὰς ἄλλας τιμὰς καρποῦται παρ ' ἡμῖν οὐχ ὁ πολλὰ χρήματα κεκτημένος οὐδὲ
μισητή , καὶ ὁ συνομιλῶν κακοῖς καὶ συνδιάγων τρυγᾷ καὶ καρποῦται θάνατον , ὅστις ἐστὶ χωρίον τῆς βλάβης . ὁμιλίας
4802816 ηὐπορησεν
προςηκόντων πλουτούντων . προδότης γάρ τις τῶν Κιλίκων προδοὺς Μίλιτον ηὐπόρησεν . ἀγαθῶν ἀγαθῖδες : ἐπὶ πολλῶν ἀγαθῶν λέγεται .
μεγάλη τε καὶ πλουσία διὰ παντὸς ὑπῆρξεν , ἀνδρῶν τε ηὐπόρησεν ἀγαθῶν εἴς τε τὰ πολιτικὰ καὶ εἰς τὰς τέχνας
4801056 ἐπηρξε
πόλις αὕτη τὸ παλαιὸν ὥστε τεττάρων μὲν ἐθνῶν τῶν πλησίον ἐπῆρξε , πέντε δὲ καὶ εἴκοσι πόλεις ὑπηκόους ἔσχε ,
ἀμύναντος δέ οἱ Πύρρου τήν τε Θρᾴκην κατέσχε καὶ ὕστερον ἐπῆρξε Νεστίων καὶ Μακεδόνων : τὸ δὲ πολὺ Μακεδονίας αὐτὸς
4796356 τιμᾳ
ἔχει μακάρων υἱοῦ Ἀρίστωνος , τόν τις καὶ τηλόθι ναίων τιμᾷ ἀνὴρ ἀγαθὸς θεῖον ἰδόντα βίον . . . ,
παρὸ εἰς τὸν θεόν . μᾶλλον ] + ἤγουν ἣν τιμᾷ πλέον τοῦ Ἄρεος . μᾶλλον ] πλέον . Ξ
4794069 ἐπιφανης
γὰρ οὗτοι . τοῦτο δὲ πρὸς τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅτι ἐπιφανὴς ὢν ἐφθονήθη . ἢ οὕτως : ἔχει γὰρ ἡ
Μηφύλης Ὀρουΐνιον , εἰ καί τις ἄλλη τῶν αὐτόθι πόλεων ἐπιφανὴς καὶ μεγάλη : δῆλοι γάρ εἰσιν αὐτῆς οἵ τε
4787380 ἐνομιζετο
ἰδιώτας ὄντας . . . . τέχνην ] τοῖς Ἀθηναίοις ἐνομίζετο τέχνην τινὰ ἐπιτηδεύειν . οὐχ οὕτως τοῖς Λακεδαιμονίοις :
μὲν οὖν διὰ τὴν εὐσέβειαν ἦν καὶ ἐπὶ τῆς ἀληθείας ἐνομίζετο εἶναι . περὶ δὲ τοὺς ὅρκους εὐλαβῶς οὕτως διέκειντο
4780039 ἐπαγομενη
τῆς Αἰγιναίας τριήρους , ἥτις πρώτη τῆς ναυμαχίας ἄρχειν ἔδοξεν ἐπαγομένη τοὺς Αἰακίδας : ὡς γὰρ Ἡρόδοτος ἐν ὀγδόῃ φησί
σύν γε τῇ θυγατρὶ ἀμηρίσσῃ καὶ τῷ πηρῷ υἱῷ Γρηγορίῳ ἐπαγομένη καὶ βίον ἅμα πολύν . Λάζαρος δὲ ὁ υἱὸς
4776106 ἐνδιαιτημα
ἡ δ ' ἐστὶ σοφία , τῶν φιλαρέτων ψυχῶν ἄριστον ἐνδιαίτημα . ἐν ταύτῃ τῇ χώρᾳ καὶ γένος ἐστί σοι
μὲν ἰδεῖν ἀκρόπολις , οἷον ἄλλο θεῶν μετ ' οὐρανὸν ἐνδιαίτημα : οἷος δ ' ὁ τῆς Πολιάδος νεὼς καὶ
4768143 ὑπερβαλλοντως
ἰσχνούς φησιν οὐ τοὺς ἐπ ' ὀλίγον , ἀλλὰ τοὺς ὑπερβαλλόντως . τοῦτο γὰρ ἐν τῇ λέξει προστέθειται , καὶ
ὀρθὸν λόγον τὸν ἐν αὐτοῖς , ἤτοι πλούτῳ δόξῃ καὶ ὑπερβαλλόντως καὶ ἀμέτρως ζητοῦντες πλουτεῖν καὶ νικᾶν , οἱ τοιοῦτοι
4762942 διαφερουσαν
πρεσβυτάτην οὖσαν καὶ σωφροσύνηι τε καὶ συνέσει πολὺ τῶν ἄλλων διαφέρουσαν , ἐκθρέψαι πάντας τοὺς ἀδελφοὺς κοινῆι μητρὸς εὔνοιαν παρεχομένην
ἀνέβη ὡς βασιλέα , τιμῶν Ἀρταξέρξης σκηνήν τε ἔδωκεν αὐτῷ διαφέρουσαν τὸ κάλλος καὶ τὸ μέγεθος καὶ κλίνην ἀργυρόποδα ,
4761342 εὐτυχης
, νυνὶ στρατηγούς . ὦ πόλις , πόλις , ὡς εὐτυχὴς εἶ μᾶλλον ἢ καλῶς φρονεῖς . οἱ δὲ οἰνόπται
Τιμόθεος στρατηγὸς ἦν Ἀθηναίων , πατὴρ Κόνωνος τοῦ στρατηγοῦ , εὐτυχὴς δὲ σφόδρα ἐξ ἀρχῆς γενόμενος , εἴπερ τις ἄλλος
4733872 ἱερατικη
δὲ καλῶς καὶ πρὸς τοὺς χρονίους ἤχους καὶ συριγμοὺς κεδρία ἱερατικὴ λειωθεῖσα μετ ' ὄξους . χρῶ πρὸς τὰ εἰρημένα
τῆς θείας ἑνώσεως ἀποπλήρωσιν τῶν ψυχῶν : ἡ δ ' ἱερατικὴ καὶ θεουργικὴ τῆς εὐδαιμονίας δόσις καλεῖται μὲν θύρα πρὸς
4727607 εὐφυης
πλήρης ? ? ? ? ? ὡς [ ἂν ] εὐφυὴς [ ] ? τῶν κοινῶν [ ] ἐννοιῶν ?
καὶ προτελεῖν τῇ ἡλικίᾳ βουλόμενος , οὐχ ἥκιστα δὲ ὅστις εὐφυὴς τῶν νέων βασιλείου γένους πα [ . . .
4721506 σμικρη
καὶ σιμὴν , ἐσθλοί . Χαροποὶ , μεγάλοι , κεφαλὴ σμικρὴ , αὐχὴν λεπτὸς , στήθεα στενὰ , εὐάρμοστοι .
εἰ ἔχοι , ἐρυθρὰ ἐπιφαινόμενα ἄλλοτε καὶ ἄλλοτε : γαστὴρ σμικρὴ , ἄλλοτε μεγάλη , οἷον , βήσσουσα γὰρ ἐτύγχανεν
4720115 περιεποιησατο
ὅτι τῶν πώποτε δυναστευσάντων οὐδεὶς ἐλάττοσιν ἀφορμαῖς χρησάμενος μείζω βασιλείαν περιεποιήσατο ; χειροτέχνης γὰρ ἐκ παίδων γενόμενος δι ' ἀπορίαν
ἀπειθοῦντι ὕβρεις περιποιεῖται . Οὕτως καὶ τῷ πρωτοπλάστῳ ἡ παρακοὴ περιεποιήσατο ἐκβληθῆναι αὐτὸν ἐκ τοῦ παραδείσου : οὐ μέντοι γε
4719840 ἐδωρησατο
θυγατέρα καὶ ξύλων παντοδαπῶν ὕλην εἰς τὴν τοῦ νεὼ κατασκευὴν ἐδωρήσατο . Καὶ Μένανδρος δὲ ὁ Περγαμηνὸς περὶ τῶν αὐτῶν
τὸ νικᾶν αὐτῇ καὶ μήπω τοῦ πολέμου πειραθείσῃ πολλάκις συμπαθῶς ἐδωρήσατο . ἀλλὰ ταῦτα ταῖς τῶν θαυμάτων αὐτοῦ βίβλοις ἐξηγεῖσθαι
4712694 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
4712485 τεμενη
Ὅτι Ἐπωπεὺς βασιλεὺς Σικυῶνος τοὺς θεοὺς εἰς μάχην προκαλούμενος τὰ τεμένη καὶ τοὺς βωμοὺς αὐτῶν ἐλυμαίνετο . Ὅτι φασὶ τὸν
καὶ στέφονται τὰς κεφαλὰς ἄνθεσι . πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα τεμένη καὶ βωμοὺς καὶ βρέτη θεῶν καθωσίωσαν , ἁγισμούς τε
4709299 Τυχη
, ἐμοὶ δὲ ἀντὶ πύργου , τὸν θεῖον ἥρπασεν ἡ Τύχη , τὸν μὲν πρότερον , ἡ δὲ οὐκ ἐνεγκοῦσα
φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ αὐτοῦ ὅσον οὔπω καταπίπτειν ἡ Τύχη ἐπιστᾶσα καὶ διεγείρασα αὐτὸν εἶπεν : „ ὦ οὗτος
4707419 δυναστης
ὅ τε γὰρ μυρίους ἐπὶ μυρίοις ἀνελὼν ἀδίκως λῃστὴς ἢ δυνάστης ἢ τύραννος οὐκ ἂν ἑνὶ θανάτῳ λύσειεν τὴν ἐπὶ
τ ' ἔχων τὸ μῆκος , οὐ θηρῶν ἁπλῶς πάντων δυνάστης ἀθρόων γενήσομαι ; Λύκον δὲ γαυρωθέντα καρτερὸς λέων ἑλὼν
4698620 ὑπερφερει
. ΑΥΤΙΚΑ ΓΑΡ ΤΡΕΧΕΙ ὉΡΚΟΣ . Κατασκευάζων πῶς ἡ δικαιοσύνη ὑπερφέρει τῆς ὕβρεως , φησί . Σκολι - ῶν γὰρ
ὑπάρχει βασιλέων καὶ ἀρχόντων , ὅτι καὶ ἡ ὅρασις αὐτοῦ ὑπερφέρει πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων . ὁ δὲ Ἰσαὰκ
4692506 πανδημος
καὶ τὰ θέατρα ἐκβεβαρβάρωται καὶ εἰς μεγάλην διαφθορὰν προελήλυθεν ἡ πάνδημος αὕτη μουσική , καθ ' αὑτοὺς γενόμενοι ὀλίγοι ἀναμιμνησκόμεθα
καὶ γάρ ἐστιν ἐκεῖ Ἀφροδίτη οὐρανία , ἐνταῦθα δὲ γίγνεται πάνδημος οἷον ἑταιρισθεῖσα . Καὶ ἔστι πᾶσα ψυχὴ Ἀφροδίτη :
4691271 ἀδωροδοκητος
καὶ οὐδὲν ἐλάττονος ἢ τούτου ; ἵνα τὴν ὅτ ' ἀδωροδόκητος ὑπῆρχε προαίρεσιν αὐτοῦ τῆς πολιτείας ἀναμνησθέντες , ὡς προβεβλημένη
λέγειν ὕστερον ὡς μόνος εἴη Ξενοκράτης τῶν πρὸς αὐτὸν ἀφιγμένων ἀδωροδόκητος . ἀλλὰ καὶ πρεσβεύων πρὸς Ἀντίπατρον περὶ αἰχμαλώτων Ἀθηναίων
4690322 ἠξιωται
δὲ οὐδ ' ὅλως , ὅσα γε ἐμὲ γινώσκειν , ἠξίωται παρὰ τοῖς Ἕλλησι . . . . , :
. ἀδήλου γάρ , εἰ ἡ σὰρξ αἰσθητήριον , αὐτόθεν ἠξίωται . εἶτα πῶς ἕν ; εἰ μὲν τῇ συνεχείᾳ
4683171 πλουσια
ἐκείνῳ συμβάντων παιδευθεὶς ὁ Παρθυαῖος χρόνοις ὕστερον ἀκούων τὰ ἱερὰ πλούσια παρ ' αὐτοῖς , ὁρῶν δ ' ἀπειθοῦντας ,
ὁ Ἥλιος ἀγαθοποιοῖς τόποις καὶ ἄστρασιν , ὑπονοητέον εὐτυχῆ καὶ πλούσια τὰ περὶ τὸν πατέρα καὶ αὐτῷ τῷ τέκνῳ τὰ
4679928 νενομισται
ἐπιδέδειξαι τοῖς δοθεῖσι παρὰ τῶν νόμων συνάψας , ἃ μὴ νενόμισται : καὶ τὴν ὡς σὺ φῂς ἐξουσίαν ἀνῄρηκας :
πρὸς δόξαν πολιτεύονται καὶ τὸ κάλλος παρ ' αὐτοῖς τιμιώτατον νενόμισται . διόπερ ἐκ νηπίου παρ ' αὐτοῖς τὰ βρέφη
4679079 θηριωδης
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον ,
4675995 ὠμοτατος
ἂν ἔτι χαλεπήνειεν , οὐδ ' εἰ τυγχάνει τῇ γνώμῃ ὠμότατος , μὴ ἐλεῶν τοὺς πολλὰς καὶ μεγίστας συμφορὰς πεπονθότας
ἐνταῦθα οἱ μὲν περὶ Ἀριστογείτονα τυραννοφόνοι , ὁ δὲ Κριτίας ὠμότατος καὶ τύραννος : οὐκοῦν εὐπορώτερος εἰς λόγους ὁ συμβουλεύων
4675640 ἐπωνυμος
ἔργων : ἀλλοίων ἐπιστήμων ἔργων . ἀλλοίοισι : διαφόροις . ἐπώνυμος : αἴτιος , ἐπιστάτης : γράφεται ἐπίσκοπος ἤως ἐπιτηρητικός
πατρός , Ἑρμῆ , φύλασσε , κάρτα δ ' ὢν ἐπώνυμος πομπαῖος ἴσθι , τόνδε ποιμαίνων ἐμὸν ἱκέτην : σέβει
4675363 ἁπανταχου
ἐπὶ πάντας ὁμοῦ κινήσεται καὶ πάντας ὁμοῦ πληρώσει ἢ διασπασθήσεται ἁπανταχοῦ ; πῶς δὲ καὶ στήσεται κινηθὲν ἅπαξ ; πῶς
οὗτος καὶ τὸ νομίζεσθαι ἀπεστέρηται : καὶ ὅτι τὴν προαίρεσιν ἁπανταχοῦ τῶν πραττόντων τι σκοπεῖν δέον : εἰ μὲν γὰρ
4672045 Διονυσος
ταῖς ὄχθαις τοῦ Σαγγαρίου ἔρρηξε τοὺς δεσμοὺς τοῦ Διὸς ὁ Διόνυσος ἤδη τρόφιμος ὤν . : ἐνάπτεσθαι δὲ καὶ καθάπτεσθαι
Οὕτω γὰρ τοὺς λόγους ποιεῖς ὡς πάντα προσδέχεσθαι . . Διόνυσος , ὃς : Ὑψιπύλης ἡ ἀρχή . 〚 κάθαπτος
4671261 πολυτελης
, εὐτελὴς ὑπερβολῇ , ὁ δ ' ἄσωτός ἐστι , πολυτελής , θρασὺς σφόδρα . εὐώνυμον λέγουσιν , οὐ μόνον
καὶ ἀηδίαν ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσιν . Ἄβρωνος βίος : ὁ πολυτελής . Ἄβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος . ὅθεν καὶ
4670922 ζειδωρος
ἐσθλὰ δὲ πάντα τοῖσιν ἔην : καρπὸν δ ' ἔφερε ζείδωρος ἄρουρα αὐτομάτη πολλόν τε καὶ ἄφθονον : οἳ δ
, τὰ θηρία , καὶ πάνθ ' ἁπλῶς ὁπόσα τρέφει ζείδωρος ἄρουρα . Παντελῶς ἀπίθανα φὴς ταῦτα καὶ αὑτοῖς ὑπεναντία
4670616 ὁμοδιαιτος
. καλοὺς κούρους ἔχον . ἀδελφαὶ αὐτῆς . στήριγμα . ὁμοδίαιτος τῇ δικαιοσύνῃ , ἧς παρούσης καὶ εἰρήνη ἐστί :
μυῖαν ὕστερον . σύντροφος δὲ ἀνθρώποις ὑπάρ - χουσα καὶ ὁμοδίαιτος καὶ ὁμοτράπεζος ἁπάντων γεύεται πλὴν ἐλαίου : θάνατος γὰρ
4670592 ᾠδικων
ἀλλὰ ἤθελε γὰρ θεὸς εἶναι δοκεῖν : ξυλλαβὼν οὖν τῶν ᾠδικῶν ὀρνίθων πολλούς , ἐδίδασκεν ᾄδειν τοὺς ὄρνιθας , Μέγας
φύσιν , ἥνπερ οὖν ἔλαχεν . ὄρνιθας γάρ τοι τῶν ᾠδικῶν παμπόλλους πριάμενος ἔτρεφεν ἐν σκότῳ αὐτούς , ἓν διδάσκων
4657268 φιλοχορος
ὅπου φυγόντες οἱ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν ὑπὸ Ἀθηναίων ἀπώλοντο . φιλόχορος ] ὁ θεὸς ὁ Πάν . Πάν ] ἢ
πλείστων χαριστηρίων ἀνῳκοδόμησαν τῷ θεῷ καὶ θαυμαστὸν εἰργάσαντο , ὡς φιλόχορος ἱστορεῖ : Οὐ νενίκηκεν οὗτος ἐν ὀλυμπίᾳ , ἀλλὰ
4655054 θεσμος
παρ ' ἐμοῦ λόγος ἔδειξε , νόμος αὐτὸς ὢν καὶ θεσμὸς ἄγραφος . Τρεῖς μέν εἰσιν ἰδέαι , δι '
, ἱεραὶ πομπαί , τελεταὶ θεῶν , κακία φρούδη , θεσμὸς πανταχοῦ νόμου καὶ λόγου πηδάλιον : ἔλεγεν Ἀλκιβιάδης ,
4652666 ἀσυλος
ἕως μὲν οὖν φῶς ἡλίου τόδ ' ἔβλεπεν Πρωτεύς , ἄσυλος ἦ γάμων : ἐπεὶ δὲ γῆς σκότωι κέκρυπται ,
αἰσυλοεργός , οἷον : σχέτλιος αἰσυλοεργός . παρὰ τὸ συλῶ ἄσυλος πλεονασμῷ τοῦ α τοῦ ἐπιτατικοῦ , ὡς τὸ ἀχανὲς
4650407 ἐτιμα
ἐξεμάνη . Λέγεται γὰρ εἰπεῖν αὐτὸν πρὸς Πρηξάσπεα , τὸν ἐτίμα τε μάλιστα καί οἱ τὰς ἀγγελίας ἐσεφόρεε οὗτος ,
εἰς δῆμον τελῶν , ἀκολουθῶν ἐπὶ τὸ μνῆμα δάκρυσι μὲν ἐτίμα τὸν ἀπελθόντα , λόγοις δὲ τοὺς προσήκοντας ἐθεράπευε τὴν
4648232 ἐκοσμησε
αὐτῷ τὰς πράξεις , ἀφ ' ὧν τήν τε πατρίδα ἐκόσμησε τὰ μὲν δι ' ἐκείνου τὰ δὲ δι '
ἀετῶν καὶ ταύρων καὶ λεόντων καὶ τῶν ἄλλων , οἷς ἐκόσμησε τὴν ποίησιν Ὅμηρος , σὺ παραβαλεῖν ἀξιώσεις τοὺς Σωκράτους
4648129 Ἱερων
Ἱέρων Δεινομένους παῖς : Δεινομένους δὲ παῖδες τέσσαρες : Γέλων Ἱέρων Πολύζηλος Θρασύβουλος : τὸ γένος τύραννος Συρακουσίων τῶν ἐπὶ
νικᾷ κέλητι , τὴν δὲ οηʹ τεθρίππῳ . ἦν δὲ Ἱέρων Δεινομένους παῖς . Δεινομένους γὰρ παῖδες τέσσαρες : Γέλων
4638619 ὀνομαστος
ἐπιθετικὰ ἁπλᾶ ῥηματικὰ ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ὀξύνεται : ληϊστός μεριστός ὀνομαστός . τὰ δὲ σύνθετα προπαροξύνεται : φραστός ἄφραστος ἀλίαστος
καλουμένη . ἦν δὲ ὁ Γηρυόνης ἐν τοῖς τότε ἀνθρώποις ὀνομαστός , πλούτῳ τε καὶ τοῖς ἄλλοις διαφέρων : εἶχε
4637080 Ἡραϊσκος
οἰωνισάμενος δαιμονίως πως οἰωνισάμενος τὸ μέλλον . , . . Ἡραΐσκος καὶ ἐγεγόνει ὁ Ἡραΐσκος Βάκχος , ὡς ὄνειρος αὐτὸν
ὄνειρος αὐτὸν κατεμήνυσεν . , . . Ἡραΐσκος ὁ δὲ Ἡραΐσκος οὐ μόνον ἀγαθὸς ἦν καὶ ἤπιος , ἀλλ '
4632913 Ἐτεωνος
. ἔστι δὲ πόλις Λακωνική . τὸ ἐθνικὸν ὁμοίως . Ἐτεωνός , πόλις Εὐβοίας . Ὅμηρος ” πολύκνημόν τ '
Κολωνός : μελλεδωνὸς ὁ φροντιστής : Ἠδωνὸς ὄνομα ἔθνους : Ἐτεωνός : Καννωνός : Ὀθρωνὸς ὄνομα ἔθνους : Κορωνός .
4628775 βασιλικη
παρόντος , ὅσπερ εἷς ἐστι τῶν Ἀθήνησιν θʹ ἀρχόντων , βασιλικὴ διαδρομὴ καλεῖσθαι : Δείναρχος Κατὰ Πυθέου . . .
ἑκατὸν εἴκοσι καὶ ἄφρα - κτοι εἴκοσι : ἡ μὲν βασιλικὴ ἐννήρης : ὁ δὲ σύμπας στόλος σὺν ταῖς μετ
4628362 ἱερος
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου
4624526 παρεδρος
Θέμις : ἐν ᾗ Αἰγίνῃ ἡ Θέμις ἡ τοῦ Διὸς πάρεδρος ἀσκεῖται καὶ θρησκεύεται . ἐπαινεῖ δὲ αὐτοὺς ὡς φιλοξένους
ὁ περιηγητὴς ἐν αʹ Περὶ ἀκροπόλεως . . . . πάρεδρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Περὶ τῆς ἱερείας . πολύ
4623756 εὐεργετης
. ὁ δὲ τῶν φίλων καὶ τῶν συμμάχων καὶ ὧν εὐεργέτης ἦν χαλεπωτέρων ἢ τῶν πολεμίων ἀπῄει τυχὼν , καὶ
πολίτης . ἀναθημάτων ἄριστον ἐν πόλει πολιτῶν ἀνδραγαθία . πατρίδος εὐεργέτης ἀνὴρ σοφός . οὐ σῴζεται μέρος ἄνευ τοῦ ὅλου
4608938 κεκτηται
: ἔχει δέ τι καὶ ῥυπτικὸν ἐκ τοῦ μέλιτοϲ , κέκτηται δὲ καί τι ὑπόπικρον καὶ ἠπίωϲ δριμύ : διὸ
χορηγία πονηρίας . Πλοῦτος ἀπὸ κακῆς ἐργασίας ἐπιγενόμενος ἐπιφανέστερον ὄνειδος κέκτηται . Δαπανώμενος ἐφ ' ἃ μὴ δεῖ , ὀλίγος
4600791 ἐξαρχει
ἰσότατι γὰρ ἁ κοινωνία , καὶ ἐν τᾷ ταύτας ἀποδιανομᾷ ἐξάρχει μὲν ἁ δικαιοσύνα , μετέχει δ ' ἁ κοινωνία
δὲ τεκμήρασθαι τὸ αὐτὸ τοῦτο , φημὶ ὅτι ἡ σελήνη ἐξάρχει χλιαρᾶς τινος θερμασίας , καὶ ἐξ ἑτέρων πλείστων .
4587912 Ὀσιρις
τὸν προεγνωσμένον θεόν . καὶ εἶπε , φησίν , ὁ Ὄσιρις , Εἶτα , ὦ μέγιστε Ἀγαθὸς Δαίμων , πῶς
, Τίρις ὄνομα κύριον , Πετόσιρις καὶ αὐτὸ κύριον , Ὄσιρις ὁ Διόνυσος παρ ' Αἰγυπτίοις , καλάσιρις , Ὄσιρις
4587233 εὐθηνουμενη
ἀρετὴ οὐδὲν ἧττον ἐπῆγεν αὐτὸν θαυμαστή τις οὖσα καὶ πᾶσιν εὐθηνουμένη τοῖς ἀγαθοῖς : ἥ τε γὰρ γῆ πάμφορός τέ
αὖθις τῶν ὀνομαστῶν καὶ πλουσίων οἰκήτορσί τε ἀρίστοις κεχρημένη καὶ εὐθηνουμένη πᾶσι καλοῖς . εἶχε δὲ αὐτῆς τὴν ἀρχὴν πρὸ
4587000 καλλει
ὁ μὲν οὖν λέγων δένδρος ὡς κάλλος ἐρεῖ δένδρει ὡς κάλλει , ὁ δὲ δένδρον ὡς βάθρον ἐρεῖ δένδρῳ ὡς
ὡραιοτάτη δὲ ἐγένετο γυναικῶν , εἰ καὶ ἀφελέστερον ἐχρῆτο τῷ κάλλει . ἀφικομένη δὲ πρὸς τὸν τῶν Ἀσσυρίων βασιλέα κλητὴ
4586154 θειοτης
ἑαυτὸν ποιήσεται ἁπάσης Μακεδονίας ἐχθρόν ? : τοιγαροῦν ἡ Ἀλεξάνδρου θειότης τὸν ? [ ] ? τῆς ἡγεμονίας ? [
ποιήσεται ἁπάσης Μακεδονίας | ἐχθρόν ? . τοιγαροῦν ἡ Ἀλεξάνδρου θειότης 〚 των 〛 | τὸν ? [ ] ?
4583114 τιμωσα
ἤγουν παραβλέψασα ταῦτα , εἰς τὰ ὅσια προσέρχεται δώματα οὐ τιμῶσα ἐν αἴνωι , ἤτοι οὐκ ἐπαινοῦσα , δύναμιν πλούτου
' ἡμῶν πεπεῖσθαι τοῦθ ' ὅτι Κλεάρχῳ γνώμη τέ ἐστι τιμῶσα τὰ δίκαια ῥώμη τε ἀρκοῦσα τὰ δίκαια βεβαιοῦν ,
4581893 καταλελοιπε
οὐ μόνον ἐπὶ τοῖς ἐγγυτάτω γένους τὸν κλῆρον Ἀπολλόδωρος οὐ καταλέλοιπε , πολλὰ καὶ δεινὰ ὑπὸ τούτων ἀδικηθείς , ἀλλὰ
ἐπεὶ ὁ Αἴγων ἀπιὼν εἰς τὴν Ὀλυμπίαν ἐμοὶ δῶρον αὐτὴν καταλέλοιπε : δυνατὸς γάρ εἰμι μελῳδεῖν . ποτὶ Πῖσαν :
4575480 ἀγονος
Σκύρῳ δὲ καὶ εἴ τις τοιαύτη ἑτέρα ἄγαν λυπρὰ καὶ ἄγονος καὶ ἀνθρώπων χηρεύουσα ὡς τὰ πολλά . Σπίνοι δὲ
, ἡ τῶν ὄντων ἀρχὴ καὶ πηγή , οὐ γὰρ ἄγονος πηγή , αὐτὸ τὸ ἀγαθόν , ὁ τῆς Σοφίας
4573423 πολεμικη
. . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . .
μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν
4571539 ἰσοθεον
δὲ αὐτῶν τούς γε πλείους : οἷα δὲ ἔχοντα δύναμιν ἰσόθεον ἀγαπᾶσθαι καὶ προσκυνεῖσθαι ὑπὸ τῶν δεομένων : οὕτω δὲ
εἰσερχομένους ἐπί τινας χρόνους καὶ θεῶν χορείας καὶ μυστήρια κατοπτεύσαντας ἰσόθεον δόξαν ἐπαναιρουμένους ἀποτίθεσθαι μὲν τὰς πολλὰς τῶν αἱρέσεων καὶ
4567691 ἱεροδουλων
παροιμία ] ἐν Λιβύῃ , Ἔφορος πέμπτῃ . καὶ ἑτέρα ἱεροδούλων , ἐν ᾗ εἷς ἐλεύθερός ἐστιν . ἔστι δὲ
, πλεῖστον μέντοι τὸ τῶν θεοφορήτων πλῆθος καὶ τὸ τῶν ἱεροδούλων ἐν αὐτῇ . Κατάονες δέ εἰσιν οἱ ἐνοικοῦντες ,
4561834 Λαμιας
τῷ Περὶ τῆς Ποικίλης ἐν Σικυῶνι , ἱδρύσαντο ναὸν Ἀφροδίτης Λαμίας . Ἐρωμένη δ ' ἦν αὕτη τοῦ Δημητρίου ,
ὡς τοῦ Ἥραια Ἡραιεύς . Φάλαρα , πόλις Θετταλίας πλησίον Λαμίας . τὸ ἐθνικὸν Φαλαρεύς ὡς Μεγαρεύς . Φαλάσαρνα ,

Back