ἥκεις ὥστε σαυτοῦ νομίζεις εἶναι τὰ τῆς πόλεως , αὐτὸς δημόσιος ὤν . ὑμᾶς τοίνυν χρή , ὦ ἄνδρες δικασταί
, ἐνταῦθα διαιτᾶσθαι . Πυθίου Θεάριον : τόπος ἐν Αἰγίνῃ δημόσιος , ἔνθα τὰ συμπόσια : εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν
7393159 Ξενιας
ἐδῄωσεν ὁ Ἆγις καὶ ἤλασε τῆς λείας τὴν πολλήν . Ξενίας δὲ ἀνὴρ Ἠλεῖος Ἄγιδί τε ἰδίᾳ ξένος καὶ Λακεδαιμονίων
. Ξενία δὲ χαλεπὴ – ˘ κατὰ πολλοὺς τρόπους . Ξενίας ἀεὶ φρόντιζε , μὴ καθυστέρει . Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε
7002242 μυστικος
γενέσεων ζητήσαντες οὐ παραμφοδίσομεν . οὗτος δὲ ἔστω ἀναγκαστικὸς καὶ μυστικὸς τρόπος εἰς τὴν μέλλουσαν ὑφ ' ἡμῶν ἀγωγὴν ἐπιλύεσθαι
ἐν ᾗ τὸ τῆς Δήμητρος ἱερὸν τῆς Ἐλευσινίας καὶ ὁ μυστικὸς σηκός , ὃν κατεσκεύασεν Ἰκτῖνος ὄχλον θεάτρου δέξασθαι δυνάμενον
6948823 συνοικια
ὡς Μαλειάτης , ὥς φησι Σοφοκλῆς Λαρισαίοις . Κρανίδες , συνοικία πρὸς τῷ Πόντῳ . Παρθένιος ἐν Ἀνθίππῃ . τὸ
τῇ πόλει πλείων ἡ ἐν Πειραιεῖ : ἔπειτα εἴ τῳ συνοικία ἐστίν , ἄμεινον πράττει : ἔπειτα εἴ τῳ ζεῦγός
6937531 καταδικος
ἀκούειν ] πάρεστιν . γινώσκετε . τροπαιουχήσας . ἔσεται . κατάδικος . τιμωρητέος , δίκας ὀφείλων . μεμπτός : διὰ
πράγματα αἵρεσις , καταδίκη , κατάγνωσις , καὶ ὁ ἀνὴρ κατάδικος : ἀπὸ μὲν τούτου μόνου ὄνομα , τὰ δ
6921095 Ἀναγυρασιος
τῆς Ἐρεχθηίδος φυλῆς , ἧς ὁ δημότης Ἀναγυράσιος . καὶ Ἀναγυράσιος δαίμων . καὶ τέμενος Ἀναγύρου ἐν τῷ δήμῳ τῶν
κατ ' Εὐέργου καὶ Μνησιβούλου . στρατηγὸς οὗτός ἐστιν , Ἀναγυράσιος τῶν δήμων , στρατηγήσας ἐν τῶι πρὸς Φίλιππον πολέμωι
6886048 πενταθλος
δὲ οἱ ἀθληταὶ πένταθλον καὶ ἑτέρους ἄθλους . ὁ δὲ πένταθλος ἦν πυγμή , δρόμος , * δίαλμα * ,
εἴπομεν , υἱὸς ἦν Ἀφροδίτης καὶ Ποσειδῶνος - παλαιστὴς καὶ πένταθλος . καὶ στρέψας φύλλον μάνθανε . Ἔρυκα δὲ ἐκάλεσαν
6844696 φαρμακευς
παθεῖν ὑποπτεύειν τὸ δρᾶσαι δύνασθαι . τί τοίνυν ; ὁ φαρμακεύς ἐστι λῃστὴς ὡμολογημένος προτείνων τέχνην ἀδικημάτων , ἄσκησις ἐπιβουλῆς
μοιχός μου κρατεῖ πανταχοῦ : δοκῶ , ὁ λῃστὴς καὶ φαρμακεύς ἐστι . Μελίτη φιλεῖ , Λευκίππη φιλεῖ . ὄφελον
6840063 χρησμολογος
' οἶσθ ' ὃ δράσεις . Γ προειρήκαμεν , ὅτι χρησμολόγος ὁ Ἱεροκλῆς : διόπερ νῦν χρησμοῦ τινος αὐτὸν προσάγει
ἀλλ ' Ἱεροκλέης οὗτός γέ πού ' σθ ' ὁ χρησμολόγος οὑξ Ὠρεοῦ . Τί ποτ ' ἄρα λέξει ;
6799355 θυσαντων
καὶ ἐγύμναζε τῷ πολέμῳ . Στάδιον δὲ ὧδε εὕρηται : θυσάντων Ἠλείων ὁπόσα νομίζουσι , διέκειτο μὲν ἐπὶ τοῦ βωμοῦ
Πύθιος ἐμαντεύσατο , εἰ προηρόσιον ὑπὲρ ἁπάντων Ἀθηναῖοι θύσειαν . θυσάντων οὖν τῶν Ἀθηναίων τὸ δεινὸν ἐπαύσατο . καὶ οὕτως
6797452 ἰσοτελης
ἰσοτελὴς διαφέρει . μέτοικος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ὑπόφορος , ἰσοτελὴς δὲ ὁ μὴ τελῶν τι ἢ ἄρχων . μεταβάλλεσθαι
ἔλαττον : ἐτέλει δὲ ὁ μέτοικος κατ ' ἐνιαυτόν . ἰσοτελὴς δέ ἐστιν μέτοικος τετιμημένος ἐν τῷ ἴσῳ τάγματι τοῖς
6796833 κακομαντις
' ἀπηγόρευσε τοῦ ποιῆσαι τὰ δεινά . . δύσορνις ] κακόμαντις ὑπῆρχε . ξυναυλία δορὸς ] τίς γὰρ ὁρῶν αὐτοὺς
. ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ καὶ πολυχρύσου στρατιᾶς ἤδη κακόμαντις ἄγαν ὀρσολοπεῖται θυμὸς ἔσωθεν . πᾶσα γὰρ ἰσχὺς Ἀσιατογενὴς
6795772 ἐπιδημων
τὸ Ἀττικὸν ἐμπόριον σιτηγεῖν , ἀτελῆ τὸν σῖτον ἐξάγειν , ἐπιδημῶν ἐν τῷ Βοσπόρῳ ὁ Λάμπις ἔλαβε τὴν ἐξαγωγὴν τοῦ
πόλεως μετοικῶν ἐν ἑτέρᾳ καὶ μὴ πρὸς ὀλίγον ὡς ξένος ἐπιδημῶν , ἀλλὰ τὴν οἴκησιν αὐτόθι καταστησάμενος . ἐδίδοντο δὲ
6790773 ἐπαιδευθη
παιδευθεὶς τὴν παιδείαν ἐπὶ τουτὶ τὸ βῆμα ἀνῆλθες , ἣν ἐπαιδεύθη Κῦρος ἐν Πέρσαις , ἣν Φίλιππος ἐν Μακεδόσιν ,
τοῦ μάγου . μεθ ' οὓς ὑπὸ Αἰγυπτίων καὶ Χαλδαίων ἐπαιδεύθη . εἶτα εἰς Σάμον ἐλθὼν διὰ Πολυκράτη τὸν τύραννον
6784027 ἀλαζονευομενων
δεικνυόντων . Αὐτοῖ Ῥόδος , αὐτοῦ πήδημα : ἐπὶ τῶν ἀλαζονευομένων ἐπὶ τινί . εἴρηται δὲ ἀπὸ Ῥοδίου πεντάθλου ἀλαζονευομένου
Ἀλεκτρυών : ὄνομα στρατηγοῦ . ἐπὶ τῶν ἐν μικροῖς κατορθώμασιν ἀλαζονευομένων . Φιλέψιος ὅδε τὸν τρόπον : ἐπὶ τῶν φιλοπαιγμόνων
6775675 ῥαψῳδων
Φαίακας Ὅμηρος ποιεῖν μεμυθολόγηκεν ἑορτάζοντας καὶ πίνοντας καὶ κιθαρῳδῶν καὶ ῥαψῳδῶν ἀκροωμένους , τοιαῦτα καὶ ὁ Στράτων διετέλει ποιῶν πολὺν
χρεμετίζειν ἕστηκεν ἐν μέσῳ τῷ πολέμῳ διαλεγόμενος , ἔπη ὅλα ῥαψῳδῶν , οὐχ ὥσπερ ἐγὼ νῦν ἄνευ τῶν μέτρων .
6773137 ἐπηρχε
Τιγράνης † ἀρχόμενος ἄρχεται σατράπης . ἡ δὲ χώρα ἧς ἐπῆρχε Χολοβητηνὴ ὀνομάζεται . . . . Ἐλέγεια : χωρίον
. ἔκτισαν μὲν οὖν αὐτὴν Μιλήσιοι , κατασκευασαμένη δὲ ναυτικὸν ἐπῆρχε τῆς ἐντὸς Κυανέων θαλάττης , καὶ ἔξω δὲ πολλῶν
6770484 Τιλφωσσαιον
, καὶ νυκτὸς συνέφυγον εἴς τι χωρίον τῆς Βοιωτίας ὀνομαζόμενον Τιλφωσσαῖον . ἔπειθ ' οἱ μὲν ἐπίγονοι τὴν πόλιν ἑλόντες
Τικίνιος . Τιλαταῖοι , ἔθνος Θρᾴκης . Θουκυδίδης δευτέρᾳ . Τιλφωσσαῖον , χωρίον Θετταλίας . τὸ ἐθνικὸν Τιλφωσσαῖος ὁμοίως .
6769114 Κολωνος
ἱππείου δὲ θεοῦ τοῦ Ποσειδῶνος . ἔστι δὲ καὶ ἕτερος Κολωνὸς ἐργάτης : δώμαθ ' ἱππείου θεοῦ : διχῶς δὲ
ἀντὶ τοῦ πόλις : τετράπολις γὰρ ἡ Ἀττική : ἱερὸς Κολωνὸς δώμαθ ' : δέξεταί με δηλονότι . Κολωνὸς ἀκρωτήριον
6768431 ἱππομαχια
γενομένης . τῶν δ ' αὐτῶν ἡμερῶν Ἀννίβου καὶ Σκιπίωνος ἱππομαχία γίνεται περὶ Ζάμαν , ἐν ᾗ Σκιπίων ἐπλεονέκτει :
Ἀλεξάνδρῳ , ὅτι πρὸς αὑτοῦ ἄρα ἐσώθη , ὁπότε ἡ ἱππομαχία ἡ ἐπὶ Γρανίκῳ ξυνειστήκει πρὸς Πέρσας : καὶ δὴ
6767531 Σπινθαρου
: Ὁ ἀτταγᾶς γὰρ κατάστικτός ἐστι ποικίλοις πτεροῖς . 〛 Σπινθάρου : Οὗτος κωμῳδεῖται ὡς βάρβαρος καὶ Φρὺξ , 〚
στρατῷ : οὗτός τε οὖν ἐνταῦθα τέθαπται καὶ Εὔβουλος ὁ Σπινθάρου καὶ ἄνδρες οἷς ἀγαθοῖς οὖσιν οὐκ ἐπηκολούθησε τύχη χρηστή
6767113 Βουζυγης
? ? [ ! ! ! ! ! ! ] Βουζύγης νομοθετῆσαι [ ] : μέμνηται δ ' αὐτοῦ [
λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος δέ μοι ζῇ ; καὶ
6760412 Εἱς
ἀνδρὸς οὐδέν ἐστι χρήσιμον . Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος . Εἷς ἐστι δοῦλος οἰκίας ὁ δεσπότης . Ἐμπειρία γὰρ τῆς
. Εἰς θεοῦ ὦτα ἦλθεν : ἐπὶ μεγάλων πραγμάτων . Εἷς ἀνὴρ , οὐδεὶς ἀνήρ . Ἐν νυκτὶ βουλήν :
6755358 Παμφυλις
ἦν Δωριέων , οὗ καὶ φυλὴ ἐπώνυμος ἐν Λακεδαίμονι , Παμφυλίς . Κατήγοντο γοῦν οἱ Δωριεῖς , οἱ μὲν ἀπὸ
Κύπριος τὸ Κυπριακός , Βοιώτιος Βοιωτιακός . ἐχρῆν δὲ τὸ Παμφυλίς προπαροξύνεσθαι ὁμοίως τῷ Ἄγρυλις , διὰ τὸ τοῦ υ
6749933 φιλοδικος
πεποιημένον δὲ τοῦτο παρὰ τὸ φιλεῖν τὰς Κλέωνος πράξεις : φιλόδικος δὲ οὗτος καὶ συκοφάντης . φίλο ] φιλόδικος .
τὰ δικαστήριά ἐστι διατριβόντων δικαστῶν ἢ καὶ συκοφαντῶν , ἤγουν φιλόδικος καὶ γράφων ψηφίσματα . πανδελετίους : Πανδέλετος συκοφάντης καὶ
6743204 εὐδοκιμα
Ἀχαιοὺς τῷ τε Δωδωναίῳ καὶ τῷ Πυθικῷ καὶ ὁπόσα μαντεῖα εὐδόκιμα Βοιώτιά τε ἦν καὶ Φωκικά , Λέσβου δὲ ὀλίγον
σκάφη . πληρώματα δὲ ἐντελῆ , ἀκριβῆ , κατεσκευασμένα , εὐδόκιμα , ἐντελόμισθα : τὴν δὲ τοιαύτην ναῦν Λυσίας καὶ
6742039 θεσμα
ἱέρεια μετέρχεο Κύπριδος ἔργα : δεῦρ ' ἴθι μυστιπόλευε γαμήλια θεσμὰ θεαίνης . παρθένον οὐκ ἐπέοικεν ὑποδρήσσειν Κυθερείῃ , παρθενικαῖς
ἀστός τὸ ἀστίτης . Σοφοκλῆς Ἀλεξάνδρῳ ” οὐ γάρ τι θεσμὰ τοῖσιν ἀστίταις πρέπει „ . καί „ βοτῆρα νικᾶν
6738036 Κλεανωρ
προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον Κοιρατάδᾳ μὴ θύειν , ὡς οὐχ
στρατευσαίμην ἂν ἄνευ Ξενοφῶντος . καὶ ὁ Φρυνίσκος καὶ ὁ Κλεάνωρ συνωμολόγουν τῷ Τιμασίωνι . ἐντεῦθεν ὁ Σεύθης ἐλοιδόρει τὸν
6725042 Δατις
βλημάτων ἀπώλοντο καὶ πολλοὶ παρ ' αὐτὸν ἔπιπτον ἑστηκότα : Δάτις δὲ ὁρῶν ὠργίζετο τῷ νεκρῷ καὶ τοῖς βαρβάροις ἐνεκελεύετο
εἷλον καὶ Ἐρέτριαν Εὐβοίδος πόλιν . ἐν δὲ τῇ Δήλῳ Δάτις ἐθυμίασε τῷ Ἀπόλλωνι λιβανωτῷ τʹ τάλαντα . ἀποπλεύσαντες δὲ
6718480 Ποιος
, ὠνήσασθε τὸν συνετώτατον , τὸν ἅπαντα ὅλως ἐπιστάμενον . Ποῖος δέ τις ἐστί ; Μέτριος , ἐπιεικής , ἁρμόδιος
ἐφόρεσαν , τὸν δὲ ἱματισμὸν τῶν παρθένων οὐκ ἐνεδύσαντο . Ποῖος , φημί , ἱματισμὸς αὐτῶν ἐστι , κύριε ;
6717502 διακονια
ἀλλὰ ταῦτα πάντα ἡ Θεμιστοκλέους , ὥς φησι Πλάτων , διακονία καὶ κολακεία , ὡς δ ' ἡ κοινὴ ψῆφος
παρεγγυᾶν , εἰ δὲ ἀπειθεῖν , περιττὴ τοῦ παιδὸς ἡ διακονία . Τὸ γὰρ εἰπεῖν ὅτι , χρησμῷ ‖ τῆς
6701152 ἰσοψηφος
, ὅταν ἴσαι γένωνται , νικᾶι ὁ κατηγορούμενος . κἂν ἰσόψηφος κριθῆι ] κἂν ἴσαι δὲ γένωνται αἱ ψῆφοι ,
ἐπεὶ διεφύλαξεν αὐτὴν ἁγνὴν παρθένον ὁ Λυγκεὺς , οὐκ ἐφαίνετο ἰσόψηφος ταῖς ἀδελφαῖς , ἀλλὰ μονόψηφος ἐγένετο , ψῆφον ἤνεγκε
6675965 Μαλοεις
δὲ ἀείδων Μαλόες ἦλθε χορός , ἀντὶ τοῦ Μαλόεις : Μαλόεις δέ ἐστιν ὁ Λέσβιος . Πρόσκειται ἀρσενικόν , ἐπειδὴ
. ὡς εἴη Ἀπόλλωνος Μαλόεντος ἔξω τῆς πόλεως ἑορτή : Μαλόεις Ἀπόλλων : οὗτος παρὰ Μιτυληναίοις ἐτιμᾶτο , ἀπὸ τοιαύτης
6670964 Ἁβρωνος
παραδείγματα τῶν παρωνύμων , ἱερός Ἱέρων Ἱέρωνος , ἁβρός Ἅβρων Ἅβρωνος , πλατύς Πλάτων Πλάτωνος , κράτος , Κράτων Κράτωνος
. καὶ αὐτὸς γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος ,
6669547 συσσιτος
εὔσιτος , σιτοφάγος , σιτικός , πολύσιτος ὀλιγόσιτος μετριόσιτος , σύσσιτος συσσιτεῖν , ἀείσιτος , ἐπίσιτις ἐπισιτισμός , παρασιτεῖν καὶ
Σοῦσα ἔχε τά περ ἂν ἐγὼ ἔχω , ἐμός τε σύσσιτος ἐὼν καὶ σύμβουλος . Ταῦτα Δαρεῖος εἴπας καὶ καταστήσας
6668451 ἐτυραννησε
τῶν λοιπῶν ὁμοίως . καὶ ιʹ πόλεις τῆς Κρήτης ἀποσπάσας ἐτυράννησε καὶ μετὰ τὸν Τρωϊκὸν πόλεμον καὶ τὸν Ἰδομενέα τῇ
: Ἀλεύας , ἀπόγονός τις τοῦ Ἡρακλέους , Θετταλός , ἐτυράννησε Θετταλῶν , εἶτα καὶ οἱ τούτου παῖδες . μὴ
6667837 Πολυς
Σκύθας τε κατεπολέμησε σπονδάς τε κατ ' ἐξουσίαν ἐποιήσατο . Πολύς τε ἦν αὐτοῦ παρὰ τοῖς βαρβάροις λόγος , ὥςτε
Θ . ἦν : Ὑπῆρχε . Θ . ὑπερφυὴς : Πολύς . Θ . . ὑπ . ὅσος : Ὑπερφυῶς
6663672 εἱλωτες
. . . . εἱλωτεύειν : . . . . εἵλωτες γὰρ οἱ μὴ γόνωι δοῦλοι Λακεδαιμονίων , ἀλλ '
καὶ πρῶτοί τε ἐγένοντο οὗτοι Λακεδαιμονίων δοῦλοι τοῦ κοινοῦ καὶ εἵλωτες ἐκλήθησαν πρῶτοι , καθάπερ γε καὶ ἦσαν : τὸ
6654487 καταστησομεθα
δικαίοις καὶ διὰ τοῦτο μὴ θέλοντες προσχωρεῖν εὐθὺς εἰς πόλεμον καταστησόμεθα , πεισθέντες δέ , ἴσως δικαιότερα ὑμῶν λεγόντων δουλείαν
, ὅστις ἔσται πολιτείας κόσμος , ὃν ἀπαλλαττόμενοι τοῦ τυράννου καταστησόμεθα . βεβουλεῦσθαι γὰρ ἅπαντα βέλτιον , πρὶν ἐπιχειρεῖν ἔργῳ
6651380 πανωλης
παντοδαπόν , παντοῖον , πανσέληνος , παναρμόνιον , παναγές , πανώλης , πάντολμος , παμμίαρον , παμπόνηρον , πάνσοφον ,
. παντουργῷ : πάντα πράττοντι . πάνυ : λίαν . πανώλης : πανόλεθρος . πασπάζοιεν : παρακαλοῖεν . . ,
6646746 Τολμαιου
δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικόστρατος Διειτρέφους , Νικίας Νικηράτου , Αὐτοκλῆς Τολμαίου . Ἡ μὲν δὴ ἐκεχειρία αὕτη ἐγένετο , καὶ
ἑκάστοις ἐπὶ τὰ χωρία ταῦτα πολέμια ὄντα , Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν
6644145 Πριηνευς
ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις . τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς . ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα . χαριέντως
ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις . Τοὺς πλέονας κακίους δὲ Βίας ἀπέφηνε Πριηνεύς . Ἐγγύην φεύγειν δὲ Θαλῆς Μιλήσιος ηὔδα . Ἑπτὰ
6634409 Διοκλεια
τιμὴν ἐν Μεγάροις , ἤγουν νενίκηκας τὰ ἐν Μεγάροις τελούμενα Διόκλεια , ἢ καὶ τὰ Πύθια , καὶ ἐν μυχῷ
ἐν λόφῳ ] Ἤγουν ἐν Μεγάροις , ἔνθα ἤγετο τὰ Διόκλεια . Εὐκλεΐξαι ] Ἤγουν ἀνακηῤῥήξαι . Σιγαλὸν ] Κατηφῆ
6628453 φιλοθηρος
, φιλοκερδής , φιλόδωρος , φιλόπαις φιλότεκνος φιλόστοργος φιλογύνης , φιλόθηρος φιλόμουσος , φιλοσώματος φιλόψυχος , φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος ,
τῶν περὶ τὰ πολεμικά , φιλογυμναστής τέ τις ὢν καὶ φιλόθηρος . Ἔστι γάρ , ἔφη , τοῦτο τὸ ἦθος
6627125 ἐχρηματιζεν
: οὕτω γὰρ Μύσων τῶν ἑπτὰ σοφῶν κριθέντων εἷς Χηνιεὺς ἐχρημάτιζεν . ἀλλὰ καὶ Χηνεύς , ὡς Πλάτων ἐν Πρωταγόρᾳ
αὑτὸν Ἀντωνίῳ μετὰ τιμῆς ἄγειν . ἐλθοῦσι δὲ τοῖς πρέσβεσιν ἐχρημάτιζεν , ἀγγέλλουσιν οὕτως : “ ἡμᾶς Πομπήιος ἔπεμψεν οὐκ
6626301 καταλογος
γλαφυρὸν ἠνάγκασε γενέσθαι . ὁ γὰρ τῶν πόλεων ἄπειρος ὢν κατάλογος τῆι τῶν ὀνομάτων ἐπισυναφθεὶς ὀνομασίαι τοῦ μὲν ἰσχνοῦ τὸ
νεῶν καταλόγῳ : ἔστι γὰρ καὶ ἀνδρῶν παρ ' αὐτῷ κατάλογος αὐτερέται : οἱ αὐτοὶ ἐρέται καὶ στρατιῶται . προσκώπους
6625344 διεπρεπε
πείθεσθαι αὐτῷ ἤθελον καὶ χωρὶς τοῦ κρατηθῆναι μάχῃ . οὕτω διέπρεπε , φησίν , ὥστε τοὺς περιοικοῦντας ἑκου - σίως
Ὑπέρβολον , ἐν ᾧ αἱ Νεφέλαι ἐδιδάχθησαν . οὐδέπω γὰρ διέπρεπε Κλέωνος ἔτι ζῶντος : μετὰ γὰρ τὸν ἐκείνου θάνατον
6624765 λατρεια
πράγματος ἐκεῖ μὲν εὐσέβεια καὶ ὁσιότης καὶ θεῶν ἐπιμέλεια καὶ λατρεία θεῶν καὶ θεοσέβειατὸ γὰρ φιλοθεότης βίαιον , ἐνταῦθα δὲ
αἰσίων καὶ ἐπηκόων εὐχῶν καὶ θυσιῶν τελείων , αἷς ἡ λατρεία ἐγίνετο . ἑβδόμην δὲ λέγω καὶ τὴν σὺν ἑξάδι
6620964 Τιμασιων
τὸν βωμὸν καὶ Κοιρατάδας ἐστεφανωμένος ὡς θύσων : προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ
ἔτι . ὡς δὲ ξυνῄεσαν αἱ νῆες , μεταβὰς ὁ Τιμασίων καὶ πρὸς τὸν ἑαυτοῦ κυβερνήτην εἰπών τι ὑπὲρ τοῦ
6620555 εἰκοστος
τέλειος ὁ ἕξ , καὶ ἀπὸ δεκάδος ἕως ἑκατοντάδος ὁ εἰκοστὸς ὄγδοος , καὶ ἀπὸ ἑκατοντάδος ἕως χιλιάδος ὁ τετρακοσιοστὸς
, ἡ δὲ χειμερινὴ σοηʹ ∠ δʹ . κβʹ . εἰκοστὸς δεύτερός ἐστι παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο
6620024 ἐχορηγει
ἐκεῖνος , ἐπειδή οἱ ὁ πάππος εἰς Μήδους ἀφικομένῳ δαῖτα ἐχορήγει βασιλικήν , τότε γὰρ οὐ μετρίως ἐτρύφα τὸ Μηδικόν
κατετίθετο , ἀλλ ' ἰδίᾳ ἐθησαύριζεν : οὔτε τοῖς στρατιώταις ἐχορήγει τὰς μισθοφορίας , οὔτε τοῖς ἡγεμόσι μετεδίδου τούτων ,
6610516 ἀλλοκοτος
τὴν κεφαλὴν , [ μετέωρος ] τῶν κεράτων τὴν φύσιν ἀλλόκοτος : οὐ γὰρ πέπηγεν αὐτῷ ταῦτα κατὰ κεφαλῆς καὶ
ἐγγίζειν πολὺ τῇ πρώτῃ , ἵνα μὴ φύρσις τις καὶ ἀλλόκοτος τροπὴ παρακολουθήσῃ . Εἰ δὲ ὡς εἰκὸς συμβῇ καὶ
6606585 φιλοκυβος
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων
6599956 ἠθροιζε
τοῦ Φιλομήλου . αἱρεθεὶς δὲ στρατηγὸς αὐτοκράτωρ μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε καὶ τὰς τῶν τετελευτηκότων τάξεις ἀναπληρώσας καὶ τῷ πλήθει
. οὗτος δὲ τὴν γεγενημένην συμφορὰν διορθούμενος μισθοφόρων τε πλῆθος ἤθροιζε , διπλασιάσας τοὺς εἰωθότας μισθούς , καὶ παρὰ τῶν
6599318 Ἀρτοξερξου
. καὶ παραγίνεται Δαρειαῖος ἀγόμενος ὑπὸ Ἀρταπάνου εἰς τὴν οἰκίαν Ἀρτοξέρξου , πολλὰ βοῶν καὶ ἀπαρνούμενος ὡς οὐκ εἴη φονεὺς
καὶ Μιθριδάτης ὁ Δαρείου γαμβρὸς καὶ Ἀρβουπάλης ὁ Δαρείου τοῦ Ἀρτοξέρξου παῖς καὶ Φαρνάκης , ἀδελφὸς οὗτος τῆς Δαρείου γυναικός
6592044 Ὑπερβολῳ
ὁ ἐπιλαχὼν αὐτῷ . ὑποφαίνεται δὲ ταῦτα ἐν τῷ Πλάτωνος Ὑπερβόλῳ . Ἐπιμελητὴς τῶν μυστηρίων : παρ ' Ἀθηναίοις ὁ
Ἑρμῆ , χειραγωγῶν : ἐπεὶ ἤν γε ἀπολίπῃς με , Ὑπερβόλῳ τάχα ἢ Κλέωνι ἐμπεσοῦμαι περινοστῶν . ἀλλὰ τίς ὁ
6591554 Ἁλαιευς
' εἰσὶ λήκυθοι ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι διὰ λειότητα . Ἁλαιεύς : ὄνομα δήμου . Ἀλάστωρ : οὗ μηδέποτ '
οἷς ἐδείπνει προῖκα , συλλέξει συχνά . δήμου δ ' Ἁλαιεύς ἐστιν . ἓν γὰρ τοῦτό μοι τὸ λοιπόν ἐστι
6591312 παραδιαζευκτικος
τί οὐσίαν φησίν , ἐπιφέρει ἢ τὸ τί ἐστι . παραδιαζευκτικὸς γὰρ ὁ ἤ σύνδεσμος ἐνταῦθα : οὐ γὰρ ὡς
φιλεῖ ] εἴωθε . φιλεῖ ] ἀγαπᾷ . ἢ ] παραδιαζευκτικὸς ἀντὶ τοῦ καί : καὶ λέγειν τὰ καίρια .
6591211 Εὐαγορᾳ
παρασκευάζεσθαι , Ἑκατόμνῳ δὲ τῷ Καρίας δυνάστῃ προσέταξε πολεμεῖν τῷ Εὐαγόρᾳ . οὗτος δὲ τὰς ἐν ταῖς ἄνω σατραπείαις πόλεις
δ ' ἐλπίδες τοῦ πλοῦ πεῖσαι Διονύσιον κηδεστὴν μὲν γενέσθαι Εὐαγόρᾳ , πολέμιον δὲ Λακεδαιμονίοις , φίλον δὲ καὶ σύμμαχον
6589538 Ἀγοραν
πορεῦσαι . πετρίνοις δ ' ἐπιστὰς κᾶρυξ ἰαχεῖ βάθροις : Ἀγορὰν ἀγοράν , Μυκηναῖοι , στείχετε μακαρίων ὀψόμενοι τυράννων φάσματα
καὶ ἕτερον ἐπράχθη , ὃ σφόδρα ἤγειρε τοὺς συνεστῶτας . Ἀγορὰν κατεσκεύαζε μεγάλην καὶ ἀξιοπρεπῆ ἐν Ῥώμῃ , καὶ τοὺς
6586937 συλλογος
ὅτι λέγω . ὅταν περὶ ἰατρῶν αἱρέσεως ᾖ τῇ πόλει σύλλογος ἢ περὶ ναυπηγῶν ἢ περὶ ἄλλου τινὸς δημιουργικοῦ ἔθνους
εἴρηκεν ὁμοπτέρους . Ἐκ δὲ τοῦ συν τάδε σύνθετα . σύλλογος , σύνοδος , σύγκλητος , συνεκκλησιαστής , σύμβουλος ,
6581808 Φιλισκος
ἐν τῷ Ἀλφειῷ νυχθῆναι καλάμῳ καὶ οὕτω τελευτῆσαι . : Φίλισκος Αἰγινήτης ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν Μακεδόνα . αὐτὸς
ἐν τῷ Ἀλφειῷ νυχθῆναι καλάμῳ καὶ οὕτω τελευτῆσαι . : Φίλισκος Αἰγινήτης ὁ διδάξας γράμματα Ἀλέξανδρον τὸν Μακεδόνα . αὐτὸς
6580022 Ἀριαραθης
ἦσαν δ ' οὖν διωρισμένοι , προσεκτήσατο δ ' αὐτοὺς Ἀριαράθης ὁ πρῶτος προσαγορευθεὶς Καππαδόκων βασιλεύς . Ἔστι δ '
Τρόκμοι καὶ Τολιστόβιοι , καὶ Καππαδόκαι τινές , οὓς ἔπεμψεν Ἀριαράθης , καὶ μιγάδες ἄλλοι ξένοι κατάφρακτός τε ἵππος ἐπὶ
6579945 οἰκτιζομενου
ταῖς ὁμιλίαις τοσαύτην ὅσην Ἐμπεδοκλέους . Ὕστερον μέντοι τοῦ Ἀκράγαντος οἰκτιζομένου , ἀντέστησαν αὐτοῦ τῇ καθόδῳ οἱ τῶν ἐχθρῶν ἀπόγονοι
. οἶκτος καὶ οἰκτισμὸς διαφέρει . οἶκτος μὲν γάρ ἐστιν οἰκτιζομένου ἔλεος , οἰκτισμὸς δὲ ὁ λόγος τοῦ οἰκτείροντος .
6575533 προκλησις
Δημοσθένης δ ' ἐν τῷ κατὰ Στεφάνου καὶ περὶ ὧν πρόκλησις γίνεται δηλοῖ . Προκώνια : Λυκοῦργος κατὰ Μενεσαίχμου .
προκαλεῖσθαι , τὸ δὲ γραμματεῖον τὸ περὶ τούτου γραφόμενον ὠνομάζετο πρόκλησις . παρὰ πολλοῖς δέ ἐστι ῥήτορσι . Δημοσθένης δ
6575190 διασημοτατος
ἄλλη πόλις Φοινίκης Ἄβιλα , ἐξ ἧς ἦν Διογένης ὁ διασημότατος σοφιστής . οὐδετέρως δὲ αὕτη ἡ πόλις Ἄβιλα .
Ἀναζαρβεύς ὡς Καρυανδεύς . ἀφ ' ἧς ἦν Διοσκουρίδης ὁ διασημότατος ἰατρός , χρηματίζων Ἀναζαρβεύς , καὶ Ἀσκληπιάδης ὁ Ἀναζαρβεύς
6571502 Καλοις
τρόπους οὐκ ἀμείβων , Τὸ σχῆμα μεταλλάττει ἀπάτης χάριν . Καλοῖς κακὰ συνάπτων ὁ σκαιὸς ἀνὴρ Δῆλος δήπουθέν ἐστιν σφαλερῶς
: ἀτιμάζω σε , ἵνα αἴσθησιν λάβῃς . Ἑρμηνεία . Καλοῖς εἰ μὴ χαίρουσιν ἄνδρες ἄφρονες , Κακοῖς ἀμείβου τὴν
6567855 διηρπαζετο
οἱ δὲ ἐκτείνοντο , τά τε κειμήλια καὶ τὰ ἔπιπλα διηρπάζετο , καὶ πολλὴ τοὺς πολίτας ὠμότης ἐλάμβανε , μεμνημένων
Λακεδαιμονίων ἐτέμνετο , τὰ δ ' ἐγγὺς ὑπὸ τῶν φίλων διηρπάζετο : ὥστε πῶς ἂν δικαίως ὑπὲρ τῶν τότε τῇ
6566314 εἰσφορα
γρ . καὶ ὁτουοῦν τινος . ἐράνων . ἔρανός ἐστιν εἰσφορά τις ἑκάστου μηνός , ἢ ἐκ συμβολῆς δεῖπνον ,
. τοιαύτη τίς ἐστι καὶ ἡ ἀριστίνδην ἐπικριθεῖσα τῶν ἀρχόντων εἰσφορά , ἣν ἐποιήσαντο , ἡνίκα ἡ ψυχὴ κατασκευασθεῖσα ὑπὸ
6562932 θιασος
οὕτω καλεῖται ὁ παρὰ τοῖς Κυζικηνοῖς τὴν Ἄρτεμιν θεραπεύων γυναικεῖος θίασος . καὶ Κυζικηνῶν θυγατέρας τὴν ὥραν διαπρεπεῖς τῇ Δαρείου
ἄλλῳ , καθάπερ ἡγεμόνι πονηρῷ καὶ μαινομένῳ πονηρὸς καὶ ἀσελγὴς θίασος . ἔστι δὲ τούτων ὧν ἔφην βίων ὁ μὲν
6554158 Δομετιανου
ὅρον ἔτη οαʹ : ἃ καὶ ἐβίωσεν . Ἄλλη . Δομετιανοῦ ἔτος εʹ Ἀθὺρ κδʹ ὥρα εʹ ἥμισυ . Ἥλιος
ἐπέστελλε τοῖς ἀνδράσι προσποιῶν αὐτοὺς τοῖς βασιλεῦσιν ὡς χρηστοῖς , Δομετιανοῦ δέ , ἐπεὶ χαλεπὸς ἦν , ἀφίστη τοὺς ἄνδρας
6549807 εὐδοκιμος
τε καὶ Πάνδαρον , ἦν δὲ αὐτοῖν ὁ μὲν ὁπλιτεύειν εὐδόκιμος , ὁ δὲ Πάνδαρος τὸν Ἀπόλλω τὸν Λύκιον ἐπιστάντα
δὴ κατιδὼν τἀγαθὸν τοῦτο παρ ' ἀμφοτέροις ἀνωμολόγηται τοῖς γονεῦσιν εὐδόκιμος , ἰσχὺν μὲν τὴν ἐν θεῷ , δύναμιν δὲ
6549005 Χαλυψι
γὰρ ὅτι , εἰ καὶ μὴ ἔστι νῦν ἐν τοῖς Χάλυψι τὰ ἀργυρεῖα , ὑπάρξαι γε ἐνεδέχετο , ἐκεῖνό γε
] τοῦ σιδήρου . ἰστέον ὅτι πρῶτον ὁ σίδηρος ἐν Χάλυψι . ἔθνος ἔνθα ὁ σίδηρος ἐγένετο . ὅτε δὲ
6544427 καταστροφη
περιφορᾷ συνεχεῖ τε καὶ ἀδιαλείπτῳ τοῦ ἡλίου τίς ἂν εἴη καταστροφή ; τό τε τάχος τῆς παραλλαγῆς πανταχοῦ ἴσον .
ἀρετὴν πρώτη τε μηνύουσα καὶ τελευταία βεβαιοῦσα ἡ νῦν τῶνδε καταστροφή . καὶ γὰρ τοῖς τἆλλα χείροσι δίκαιον τὴν ἐς
6543779 ἐννεακαιδεκατος
# , ἡ δὲ χειμερινὴ ση γʹ . ιθʹ . ἐννεακαιδέκατός ἐστιν παράλληλος , καθ ' ὃν ἂν γένοιτο ἡ
κλιμακτῆρες κάκιστοι ἐν ἔτεσι τοῦ βίου ἕβδομος , ὁ δωδέκατος ἐννεακαιδέκατός τε ὁ πρῶτός τε καὶ εἰκοστὸς , τούτων δὲ
6542153 κακοχρασμων
ἵνα μὴ προσδεχθῇ αὐτῶν ἡ θυσία ὑπὸ τῆς Ἥρας . κακοχράσμων : ἢ ὁ ταῦρος ἢ ὁ δῆμος , ἀντὶ
. τινὲς δὲ τὸν πυρρὸν κατὰ τὴν χροιὰν ὀνομάζουσιν . κακοχράσμων γὰρ ὁ δᾶμος : τῶν Λαμπριαδῶν δηλονότι . ὡς
6541605 Ἀχαρναι
ὑπὸ Καλλικλέους εἴρηται , ὥς φησι Πλούταρχος . Ἀχαρνεύς . Ἀχάρναι δῆμος Οἰνηΐδος , ἐξ οὗ οὗτος . Σωκράτης .
ὅθεν ὑπάρχεις , ἀπ ' ἀρχῆς ὡς εὔανδροι ὑμνοῦνται . Ἀχάρναι δὲ δῆμος τῆς Ἀττικῆς , ὅθεν ἦν ὁ Τιμόδημος
6537759 ἐνδοξοτατος
. : Πολλοί τινες παρῳδιῶν ποιηταὶ γεγόνασιν . . . ἐνδοξότατος δ ' ἦν Εὔβοιος ὁ Πάριος , γενόμενος τοῖς
αὐλητὴν , εἰ γνήσιος , υἱὸς οὗτος ἦν Διονυσίου , ἐνδοξότατος αὐλητής . Ἀντιγραφεύς : ὁ καθιστάμενος ἐπὶ τῶν καταβαλλόντων
6536812 τυραννησας
ἀργύρου πεποιημένα ἦν καὶ χρυσοῦ , Λαχάρης καὶ ταῦτα ἐσύλησε τυραννήσας : τὰ δὲ οἰκοδομήματα καὶ ἐς ἡμᾶς ἔτι ἦν
διὸ κληθῆναι Διονυσιοκόλακας . ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ Νυσαῖος ὁ τυραννήσας Συρακοσίων καὶ Ἀπολλοκράτης : Διονυσίου δὲ τοῦ προτέρου οὗτοι
6536221 Ἀμασεια
ἅπασα δ ' οἰκήσιμος καλῶς . ἐδόθη δὲ καὶ ἡ Ἀμάσεια βασιλεῦσι , νῦν δ ' ἐπαρχία ἐστί . Λοιπὴ
μὲν οὖν ἥλω καὶ ἡ Σινώπη : ἔτι δὲ ἡ Ἀμάσεια ἀντεῖχεν , ἀλλὰ μετ ' οὐ πολὺ καὶ αὐτὴ
6530075 Ἐπῃνει
εἰ δὴ καὶ ταῦτα βουλομένοις ἐστὶν ὑμῖν , ἐπιψηφίσατε . Ἐπῄνει καὶ ταύτην τὴν γνώμην ὁ δῆμος , καὶ ψῆφος
ἐγὼ αἴτιος τούτου , ἁ φύσις δέ μου ῥεῖ . Ἐπῄνει Σπαρτιάτης τὸ ἔπος Ἡσιόδου τὸ λέγον οὐδ ' ἂν
6528832 σφηνοπωγων
τὸ ψυχοπομπὸς νενομίσθαι . Ἑρμῆς ὁ τετρά - γωνος καὶ σφηνοπώγων φιλολόγοις μόνοις συμφέρει , ὁ δὲ τετράγωνος καὶ ἀγένειος
ἀνατέταται τὰς ὀφρῦς , τὸ βλέμμα δριμύς . ὁ δὲ σφηνοπώγων ἀναφαλαντίας , ὀφρῦς ἀνατεταμένος , ὀξυγένειος , ὑποδύστροπος .
6527246 ἐπισημος
[ ] ἑορτὴ ἡμέρας [ ] ιαʹ ιβʹ ιγʹ , ἐπίσημός [ ἐστι ] δὲ ἡ ιβʹ , [ ὡς
. ” τοσοῦτον ἄρα καθίκετο αὐτοῦ ἡ μίμησις τῆς ὀρχήσεως ἐπίσημός τε καὶ σαφὴς φανεῖσα . Ἡ δὲ πλείστη διατριβὴ
6525809 Δημητρια
. Βαθυκόλπου ] Ὅτι ἐν Ἐλευσῖνι Δήμητρός ἐστιν ἀγὼν τὰ Δημήτρια , ἃ καὶ Ἐλευσίνια λέγεται . Ἐμὲ δ '
καὶ Πάνδια , Ἀθηνᾶς Παναθήναια , Ἥρας Ἥραια , Δήμητρος Δημήτρια καὶ θεσμοφόρια καὶ Ἐλευσίνια , Κόρης παρὰ Σικελιώταις θεογάμια
6524686 Διειτρεφους
μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους τραπέζης οἴμοι κακοδαίμων τῆς τόθ ' ἡμέρας , ὅτε
ἤπειρον λαθόντες διεκομίσθησαν . τῇ δὲ ἐπιγιγνομένῃ ἡμέρᾳ Νικόστρατος ὁ Διειτρέφους Ἀθηναίων στρατηγὸς παραγίγνεται βοηθῶν ἐκ Ναυπάκτου δώδεκα ναυσὶ καὶ
6523971 Ὑλῃ
' ἐν Ὕλῃ ναίεσκε ” ” σκυτοτόμων ὄχ ' ἄριστος Ὕλῃ „ ἔνι οἰκία ναίων . „ οὐδ ' ἐνταῦθα
. . , Μ . . ὅς ῥ ' ἐν Ὕλῃ ναίεσκε : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Ὕδῃ
6516602 καταδικη
τὴν ὁδὸν ὑποστρέφει τὴν εἰς τὰ ἑρπετά , καὶ αὕτη καταδίκη ψυχῆς κακῆς . κακία δὲ ψυχῆς ἀγνωσία . ψυχὴ
κόσμου ὁ Ἐ . ἀποκαλῶν . αὕτη γάρ ἐστιν ἡ καταδίκη καὶ ἀνάγκη τῶν ψυχῶν , ὧν ἀποσπᾶι τὸ Νεῖκος
6516229 Πειραιευς
ἐστι Σαλαμὶς νῆσος καὶ πόλις καὶ λιμήν . Ἔπειτα ὁ Πειραιεὺς καὶ τὰ σκέλη καὶ Ἀθῆναι . Ὁ δὲ Πειραιεὺς
δὲ τὰ συνέχοντα τὰς ῥίζας τῶν οἴκων . Πειραιεὺς ] Πειραιεὺς περεύς τις ὤν : ἦν γὰρ ὅτε οὐ συνήπτετο
6512049 στρατηγις
ῥᾴδια ῥυπαίνω σαπράν σιναμωρεύματα Σκίρα , Σκίρον σκιτών σόφισμα στομοδόκον στρατηγίς στρόφιγγες συηνία καὶ ὑηνία σφῆκες καὶ σφηκίαι ταχεωστί τραπέμπαλιν
τὸ γέλγις γέγγις . Ἔτι τὰ εἰς ΙΣ πολυσύλλαβα : στρατηγίς ἁλουργίς . τὸ δὲ ἄμοργις βαρύνεται . Τὰ εἰς
6495999 κατασκοπος
διεκώλυε ταῦτα γίνεσθαι , καὶ παραγενόμενος εἰς Κιθαιρῶνα τῶν Βακχῶν κατάσκοπος ὑπὸ τῆς μητρὸς Ἀγαυῆς κατὰ μανίαν ἐμελίσθη : ἐνόμισε
] ὁ σκοπεύς . κατόπτης ] ὁ θεατής , ὁ κατάσκοπος . κατόπτης ] ἐπιτηρητής . Ξ δοκεῖ ] φαίνεται
6494892 ἀστρατευτος
ἁπλᾶ ὄντα ὀξύνεται : τορνευτός στρατευτός βουλευτός . τὸ δὲ ἀστράτευτος σύνθετον . Τὰ διὰ τοῦ ΟΥΤΟΣ προπερισπᾶται : τηλικοῦτος
. . πρὸς τίνας ] πολέμους , ἐν οἷς ἤμην ἀστράτευτος . . . . Ἄλλως . οἷον πολεμίους ,
6494372 ἐκοσμηθη
πέφυκε . Καὶ τὰ μὲν ἓξ ἀνὰ μέσον ἐντὸς φύσις ἐκοσμήθη . Οἰσοφάγος δὲ ἀπὸ γλώσσης τὴν ἀρχὴν ποιεύμενος ἐς
Παλαιστίνης ἄρχοντα πεποιηκὼς πέμψας ἐκεῖσε Κλημάτιον , καὶ οἷς Ἀρισταίνετος ἐκοσμήθη , ταῦτα εἰς ἡμᾶς γεγενῆσθαι . πρόσθες δὴ ταῖς
6492941 Μυρωνιδου
οἵ τε πρεσβύτατοι καὶ οἱ νεώτατοι ἀφικνοῦνται ἐς τὰ Μέγαρα Μυρωνίδου στρατηγοῦντος . καὶ μάχης γενομένης ἰσορρόπου πρὸς Κορινθίους διεκρίθησαν
, ταύτην τὴν μαρτυρίαν παρέξομαι , ἀλλὰ καὶ ἐκμαρτυρίαν ἑτέραν Μυρωνίδου , ὃς ἦν τῶν δημοτῶν πρεσβύτατος . Καὶ οὗτος
6490756 Ἀλ
. Τήλανδρος , πόλις Καρίας , καὶ Τηλανδρία ἄκρα . Ἀλ . δ ' ὁ Πολυΐστωρ οὐδετέρως τὴν πόλιν Τήλανδρον
Λιβύης . Ἀλ . ἐν τρίτῳ Λιβυκῶν . Κορακόνησος . Ἀλ . τρίτῳ Λιβυκῶν . Κυνῶν νῆσος , Λιβυκὴ νῆσος
6488984 Κυδωνος
Μυρλεανὸς Βιθυνιακῶν αʹ . Ἐν δὲ Κρήτῃ ἠράσθη Λύκαστος τῆς Κύδωνος θυγατρὸς Εὐλιμένης , ἣν ὁ πατὴρ Ἀπτέρῳ καθωμολόγητο ,
Κ καὶ Λέλεγες καὶ Καύκωνες δῖοί τε Πελασγοί , Κύδων Κύδωνος : οὕτως οὖν καὶ Λάκων Λάκωνος . Δεῖ προσθεῖναι
6483928 Πανδελετος
παντοίας ἐν τῷ λέγειν τὰ ἄδικα , μεγάλας . ὁ Πανδέλετος συκοφάντης ἦν φιλόδικος , γράφων ψηφίσματα , καὶ ἦν
προσαιτοῦντα . ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν . . . διεβεβόητο ὁ Πανδέλετος πένης μὲν ὤν , ἐκ συκοφαντίας δὲ διατρεφόμενος .
6480400 Ἀμισιος
πόλις διέχουσα Σινώπης σταδίους ἐννακοσίους . Ἀμισηνός : λέγεται καὶ Ἀμίσιος . . . ἀμήστρατος : πόλις Σικελίας . τὸ
. . [ τὸ ἐθνικὸν ] Ἀμισηνός : λέγεται καὶ Ἀμίσιος , ὣς Φίλων ἐν τῷ Περὶ πόλεων . Τίος
6479424 κιμβιξ
καὶ ἐκτοπιστικὸν εἶναι τὴν θυννίδα . Ἀρχέστρατος δ ' ὁ κίμβιξ φησί : καὶ θύννης οὐραῖον ἔχειντὴν θυννίδα φωνῶ τὴν
, ὀβολοστάτης , καὶ ἡ γυνὴ ὀβολοστάτις : ὁ γὰρ κίμβιξ καὶ κυμινοπρίστης οὐκ ἀνεκτά . φαίης δ ' ἂν
6477637 Ἀγιδι
τὰ μὲν οὖν ἐς πόλεμον μάλιστα ἐπίσημα τοιαῦτα ὑπῆρχε τῷ Ἄγιδι : προπέτειαν δὲ τὴν Ἀρίστωνος ἐς Δημάρατον καὶ Ἆγις
λίθου καὶ ἀκοντίου βολῆς ἐχώρησαν , ἔπειτα τῶν πρεσβυτέρων τις Ἄγιδι ἐπεβόησεν , ὁρῶν πρὸς χωρίον καρτερὸν ἰόντας σφᾶς ,
6477119 Ὡραπολλων
: αὕτη γὰρ ποιεῖ πάντα τὰ κτίσματα . . . Ὡραπόλλων : Φενεβύθεως , κώμης τοῦ Πανοπολίτου νομοῦ : γραμματικός
τῶι συνήθει [ καὶ ] χαρακτῆρι Φενεβηθίτης : οὕτω γὰρ Ὡραπόλλων ὁ φιλόσοφος ἐχρημάτιζεν . . . . : ἐν
6477080 ἐπιρρητος
καὶ ἀπολωλέναι , ταυτὶ γὰρ πλοῦτος μέν , ἀλλ ' ἐπίρρητός τε καὶ ὠμός , εἰ δὲ κληρονομήσας ἢ διδούσης
καὶ ἀπολωλέναι , ταυτὶ γὰρ πλοῦτος μέν , ἀλλ ' ἐπίρρητός τε καὶ ὠμός , εἰ δὲ κληρονομήσας ἢ διδούσης

Back