σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν | ||
περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές |
τῶν ἁπαλοσάρκων καὶ σκληροσάρκων : ἡ τροφὴ δ ' αὐτῶν καλλίστη τοῖς γε μὴ γυμναζομένοις ἐστὶ καὶ τοῖς ἀσθενέσι καὶ | ||
ἐγκατέθετο . Αὐτή μοι τοῦ λόγου τὸν δρόμον διεύθυνε , καλλίστη θεῶν , Ἄρτεμι , θύγατερ Διὸς , Ἀπόλλωνος σύναιμε |
τὸ εὔβοτον καὶ ὅτι ποταμοῖς ἐστι κατάρρυτος καὶ ὅτι θάλαττα ἀγαθὴ παράκειται αὐτῇ ὅρμοις πανταχόθεν διειλημμένη καὶ καταγωγαῖς ἀφθόνοις καὶ | ||
. ἄνηθον κρεῖσσον τοῦ μαράθρου καὶ λυγμοὺς παύει . σκάνδιξ ἀγαθὴ πρός τε οὔρησιν καὶ πρὸς ὑστέρας κάθαρσιν . τῆς |
, ἀλλὰ μία πανταχοῦ πολιτεία , ἡ κατὰ φύσιν , ἀρίστη : ὥσπερ καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον ἓν πανταχοῦ ἐν | ||
γοῦν αἱ κριθαὶ τὰ πλεῖστα ποιοῦσιν ἄλφιτα : κριθοφόρος γὰρ ἀρίστη : τοῦτο δ ' οὐχ ὅταν πλεῖσται γένωνται ἀλλ |
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
οὖν τοῦ τιμιωτέρου οὕτω καλείσθωσαν , ὡς τὸ Τεῦκρε , φίλη κεφαλή . Ἐπειδὴ ἔγνωμεν τὰ σημαινόμενα τῶν διαφορῶν , | ||
δωροδοκῆσαι λέγεται . πόλις δὲ Λέσβου τῆς νήσου Μιτυλήνη , φίλη μὲν Ἀθηναίοις καὶ σύμμαχος , ὕστερον δὲ νεωτερίσασαν καὶ |
γὰρ ἄλλην , ἣν σῴζειν τὰς πολιτείας νενόμικεν . ἡ σεμνή . ὡς εὐδοκιμοῦσα μᾶλλον τῶν ἄλλων τῆς μουσικῆς εἰδῶν | ||
, ὀλβιόμοιρε , ἣ κατέχεις ὀρέων δρυμούς , ἐλαφηβόλε , σεμνή , πότνια , παμβασίλεια , καλὸν θάλος , αἰὲν |
τροφῆς θρέψαι τραφῆναι , τροφεύς , εὔτροφος ἔντροφος σύντροφος , τροφός τρόφιμος , παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ | ||
δὲ ἡ μὲν συγγενὴς Αἰνείου λέγεται γενέσθαι , ἡ δὲ τροφός . τελευτῶντες δὲ ἀφικνοῦνται τῆς Ἰταλίας εἰς Λωρεντόν , |
γυναῖκας τὰς νῦν τοιαύτας εἶναι προῄρησθε . Μελανίππη τις ἦν σοφή : διὰ τοῦτο ταύτην ὁ Λυσίστρατος ἐδημιούργησεν : ὑμεῖς | ||
τιμή τὴν τιμήν , ἡ Ἀφροδίτη τὴν Ἀφροδίτην , ἡ σοφή τὴν σοφήν . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Ὦ |
ἴσως δεήσει πορεύεσθαι , ποία τίς ἐστιν , τραχεῖα καὶ χαλεπή , ἢ ῥᾳδία καὶ εὔπορος . καὶ δὴ καὶ | ||
ἀσυμμετρίαν τε καὶ ἀνεπιτηδειότητα : οὕτως οὖν καὶ ἐπὶ ἡμῶν χαλεπή ἐστιν ἡ περὶ τῆς ἀληθείας θεωρία διὰ τὴν ἡμῶν |
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ | ||
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας |
οὐ ποιεῖ . χαλεπώτερον πλουσιωτέρας ἄρξεις . γυνὴ φιλόκοσμος οὐ πιστή . γυνὴ τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα νόμον ἡγείσθω τοῦ βίου | ||
δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται δεινοῖς μὲν ἄπιστος , σοφοῖς δὲ πιστή . δεῖ οὖν πρῶτον ψυχῆς φύσεως πέρι θείας τε |
, εὐτελὴς ὑπερβολῇ , ὁ δ ' ἄσωτός ἐστι , πολυτελής , θρασὺς σφόδρα . εὐώνυμον λέγουσιν , οὐ μόνον | ||
καὶ ἀηδίαν ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσιν . Ἄβρωνος βίος : ὁ πολυτελής . Ἄβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος . ὅθεν καὶ |
εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια θαυμαστή τις , ἥ τε φιλοτιμία καὶ καθαριότης ἡ περὶ | ||
, κινδύνων τε παραψυχὴ καὶ κατὰ νοῦν ἰόντος πλοῦ ψυχαγωγία θαυμαστή . πᾶσαι γὰρ ἀλλήλων ἔξω τε καὶ μέσαι εἰσὶν |
μηδὲν πάσχῃ . Γυνὴ ἥτις παχέα παρὰ φύσιν ἐγένετο καὶ πίειρα καὶ φλέγμα - τος ἐπλήσθη , οὐ κυΐσκεται τούτου | ||
ἀποδεῖν τετάρτη λέγεσθαι μοῖρα τῆς Εὐρώπης , εὔυδρός τε καὶ πίειρα καὶ καρποῖς δαψιλὴς καὶ κτήνεσιν ἀρίστη νέμεσθαι , σχίζεται |
πατρίδα καλῇ . ἐρεῖς δὲ ἐν τούτῳ ὅτι λαμπρὰ καὶ μεγάλη ἡ πατρὶς καὶ ἀξία ποθεῖσθαι , ἀλλ ' ὅμως | ||
ἐνύδρων ὁ κροκόδειλος , τῶν δὲ ὑποπτέρων ἡ στρουθὸς ἡ μεγάλη , τῶν γε μὴν τετραπόδων ὁ ἐλέφας . Περὶ |
ἰσχὺς πολλή τ ' ἤδη γεγονυῖα καὶ ἔτι πλείων γενήσεσθαι νομιζομένη , εἰ Λευκανῶν τε χειρωθέντων καὶ δι ' αὐτοὺς | ||
ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ : τοὐντεῦθεν |
εἰσέβαινε ῥυθμὸν μετ ' αἰσχύνης ὁμοῦ μέλλουσα καὶ τρέμουσα , ἄλλη δὲ συγκαθῆπτε ταύτηι χεῖρα κἀχόρευεν . ὦ πρᾶγμα πάνδεινον | ||
, σφαίρῃ ἀθύρουσιν περιηγέι : † ἡ μὲν ἔπειτα † ἄλλη ὑπ ' ἐξ ἄλλης δέχεται καὶ ἐς ἠέρα πέμπει |
, εὔσημον , οὐ δεῖ γράφειν . Ἐμβολὴ δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν | ||
κατὰ τρύφη μικρὰ καὶ μεγάλα θρύπτεσθαι . μία μὲν αἰτία ἥδε , λεκτέον δὲ καὶ ἑτέραν στοχαζομένην ὥσπερ σκοποῦ τῆς |
τοῦ βίου , ὦ φίλε Σώκρατες , ἔφη ἡ Μαντινικὴ ξένη , εἴπερ που ἄλλοθι , βιωτὸν ἀνθρώπῳ , θεωμένῳ | ||
πίναξ τις ἔμπροσθεν τοῦ νεώ , ἐν ᾧ ἦν γραφὴ ξένη τις καὶ μύθους ἔχουσα ἰδίους , οὓς οὐκ ἠδυνάμεθα |
ιγʹ : τὸ ιδʹ ” ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ βρομία χάρις “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιδʹ : τὸ ιεʹ ” | ||
ὅτι ἔξεστι καὶ νῦν αὐτὸν τιμῆσαι , οὐ γὰρ ἡ χάρις ἀπώλετο : καὶ αὔξησον αὐτό : ὅτι μᾶλλον δέξεται |
Ἀττικὴ κατεδύετο καὶ ἐπιφερομένη Αἰγιναίη νηῦς κατέδυσε τῶν Σαμοθρηίκων τὴν νέα : ἅτε δὲ ἐόντες ἀκοντισταὶ οἱ Σαμοθρήικες τοὺς ἐπιβάτας | ||
ποιεῖν . καὶ σφόδρα μὲν καὶ ἐν τοῖς μουσικοῖς τὰ νέα καὶ ἀνθηρὰ εὐδοκιμεῖ , πολὺ δὲ καὶ ἐν τοῖς |
ἐνιαχοῦ . Καὶ ἡ ἄρκευθος ἐμφαίνει τινὰ τῇ μασήσει κακωδίαν γλυκεῖα οὖσα : τὸ δ ' οὖρον ποιεῖ εὐῶδες . | ||
ὀπώρας : ἡδονῆς δὲ χάριν καὶ εὐστομαχίας διδόσθω σταφυλὴ λευκὴ γλυκεῖα συμπεπτωκυῖα μετ ' ἄρτου καὶ σῦκα πέπειρα , περιαιρεθέντος |
, πολυλλίστη βασίλεια , εὔτεκνον Ζηνὸς γονίμην ὠδῖνα λαχοῦσα , γειναμένη Φοῖβόν τε καὶ Ἄρτεμιν ἰοχέαιραν , τὴν μὲν ἐν | ||
τοῖς δὲ προθύμως ἀγωνισαμένοις κάλλιστος μὲν στέφανος πόλις ἥδε ἡ γειναμένη στᾶσα ὀρθή , καλὸς δὲ καὶ ὁ παρὰ τῶν |
. . ὡς ὄφελεν καὶ Φρίξον , ὅτ ' ὤλετο παρθένος Ἕλλη , κῦμα μέλαν κριῶι ἅμ ' ἐπικλύσαι : | ||
εὔδαιμον γένος κυοφορεῖν , Ἰσαάκ . ἡ δ ' ἀεὶ παρθένος ὑπὸ ἀνδρός , ᾗ φησι , συνόλως οὐ γινώσκεται |
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν | ||
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ |
] , σιγᾶν . γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα κακή τ ' ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν : ὅταν | ||
. Ξ φίλου ] ἐνταῦθα τὸ πατρός . ἐχθρά ] κακή . ἐχθρά ] ἡ μισητή . Ξ γράφεται τελεῖ |
καὶ τὸ πλῆθος δὲ τῶν ἱππέων ἵππον λέγουσι . . ση : ὅτι οἱ δισχίλιοι δαρεικοὶ γίνονται ἀργυρίου τάλαντα δέκα | ||
εὐθεῖα φερέσθω κατὰ τῆς ΑΔΒ εὐθείας ἑλκομένη διὰ τοῦ Ε ση - μείου οὕτως ὥστε διὰ παντὸς φέρεσθαι τὸ Δ |
λίθους : ἡ ἑτέρα δὲ μάλα εὐπρόσωπος καὶ τὸ σχῆμα εὐπρεπὴς καὶ κόσμιος τὴν ἀναβολήν . Τέλος δ ' οὖν | ||
κακοδαίμων , ψιλὸς οὖν στρατεύσομαι . Μὴ φροντίσῃς : ὡς εὐπρεπὴς φανεῖ πάνυ . Βούλει θεᾶσθαι σαυτόν ; Εἰ δοκεῖ |
τοῦ φύει βλαστάνει : ἡ τὸν βίον διὰ τῆς τροφῆς παρέχουσα : τὴν εὐδαιμονίαν τῶν θεῶν . τουτέστιν τῶν μακάρων | ||
ὁ ἀνήρ . ἡ γὰρ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτῆς τινι παρέχουσα εἰκότως καὶ τὰ περὶ τὸ σῶμα παρέχοι ἄν . |
? ? ἔδειξας ⌉ ? . ” νὺξ ἐπῆλθεν ἀμφοτέροις δεινή : τὸ γὰρ πῦρ ἐξεκαίετο . ⌈ δεινότερον δ | ||
γυνὴ παιδίον αὑτῆς τριακοσταῖον παρακατέθετο . ἀποθανούσης δὲ τῆς ἀνθρώπου δεινή τις φιλοστοργία γέγονε τοῦ θηρίου πρὸς τὸ παιδίον : |
. ἐρρέθη . ὁ γὰρ λόγος ἀκουόμενος περὶ τοῦ Γρᾶ καλλίων . τὰ δὲ περὶ τῆς ἀποικίας τῆς Λέσβου Ἑλλάνικος | ||
τρύγα , καλλίονα εἰπεῖν , μὴ ἀπαιτουμένῳ εἰπεῖν τίνος ἐστὶ καλλίων . τοῦτο πρῶτον . δεύτερον δὲ ὅτι ἐπὶ τῶν |
ὡς τάχιστ ' εὐχώμεθ ' . Εὐχώμεσθα δή . Ὦ σεμνοτάτη βασίλεια θεά , πότνι ' Εἰρήνη , δέσποινα χορῶν | ||
χηεων ? ! ! ! ! τειμᾶν σε φύσις νενόμισσται σεμνοτάτη [ ! ! ! ] γει ? τὸν σὸν |
ἐστὶν ἱδρυμένα τῷ θεῷ καὶ πόλεις τινὲς οὕτως ὥσπερ ἡ σύμπασα τότε ἀκτὴ ὀνομαζόμεναι χῶροί τε πολλοὶ τοῦ δαίμονος ἐπώνυμοι | ||
ἀναγκαίως αὐτῷ παρέλκεσθαι , ὅτι κατὰ τὸν Τρωικὸν πόλεμον οὔπω σύμπασα ἐκαλεῖτο ἑνὶ ὀνόματι ἡ Ἑλλάς , καὶ ὅτι περαιοῦσθαι |
ἄκρως Ὅμηρος τὰς τοιαύτας διαφοράς . εὔμορφος εὐειδοῦς διαφέρει . εὔμορφος μὲν γάρ ἐστιν ὁ τὴν μορφὴν εὖ ἔχων , | ||
εὐμορφότερός εἰμι , ὦ Μένιππε ; Οὔτε σὺ οὔτε ἄλλος εὔμορφος : ἰσοτιμία γὰρ ἐν ᾅδου καὶ ὅμοιοι ἅπαντες . |
αἰδοῖ σώζομεν αὐτῆς τὴν παρουσίαν , καὶ πάρεστιν ἡμῖν ἰδεῖν ἡδίστη καὶ πολύτιμος καὶ ἀλοίδορος . ἤγουν νομίζομεν ἔτι συνεῖναι | ||
, ὃ γὰρ ἀπῆλθε φύσει , τοῦτο μένει τέχνῃ , ἡδίστη δὲ ἡ τῶν ἀπολλυμένων ἀνάκτησις , ὥστ ' , |
φλεγμονὴ συναναμίγνυται τῇ ψυχρᾷ δυσκρασίᾳ καὶ γίνεται μικτὴ διάθεσις καὶ ποικίλη . λέγωμεν οὖν οὕτως , ὅπως ἕκαστον αὐτῶν χρὴ | ||
εἴρηται , μία μὲν καὶ ἁπλῆ τῇ οὐσίᾳ τελοῦσα , ποικίλη δὲ καὶ διάφορος τῇ δυνάμει , τισὶ τῶν ἐξ |
ἡ ἀποστολὴ , λέγεται δὲ πομπὴ καὶ ἡ μετὰ σταυροῦ λιτὴ καὶ ἔφοδος καὶ ἐξαποστολὴ καὶ δημοσίευσις , καὶ πομπεῖα | ||
καὶ διὰ τοῦ σώματος ἐνδείκνυσθαι , ὅτι ἡ ἀφελὴς καὶ λιτὴ καὶ ὕπαιθρος δίαιτα οὐδὲ τὸ σῶμα λυμαίνεται : ἰδοὺ |
, ” ἔφη : “ οἷς μὲν γὰρ κύαθος καὶ τράπεζα θεωρεῖται ὀφθαλμοὺς ἔχεις : ᾧ δὲ τραπεζότης καὶ κυαθότης | ||
, εὐθὺς ἀνεκλίνετο : παρῆν στέφανος ἐν τάχει : ᾔρετο τράπεζα . παρέκειθ ' ἅμα τετριμμένη μᾶζα χαριτοβλέφαρος . μύστακα |
Ἑλληνικοῖς γάμοις τὴν προτέραν ἁμαρτίαν καλύψαι . τουτέστιν : ἡ ἐμὴ μέχρι γήρως συμβίωσις ἀδοξίαν σοι προσετρίβετο . οἷον : | ||
Λήδαι Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι , Φοίβη Κλυταιμήστρα τ ' , ἐμὴ ξυνάορος , Ἑλένη τε : ταύτης οἱ τὰ πρῶτ |
. . ἐγχέλειον : παρατέθεικε τῷ πατρί . τευθὶς ἦν χρηστή , πατρίδιον : πῶς ἔχεις πρὸς κάραβον ; ψυχρός | ||
φόνου : ἐνταῦθα γὰρ μία μὲν ὑπόληψις περὶ τὴν γυναῖκα χρηστή , ὅτι τῆς νίκης αἰτία , ἣν χρὴ βεβαιῶσαι |
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς | ||
, ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς |
ὕμνους τινὰς ᾄδουσιν . ἔστι δὲ τοῖς ὕμνοις ἡ ὑποθήκη ἐκείνη . ἀγαθοὺς ἄνδρας εἶναι λέγει τοὺς ἀντιπάλους γενομένους θηρίῳ | ||
ταύτῃ δὲ περὶ ἀνθρώπου ἤδη τελειωθέντος . ὅθεν εὐλόγως ἂν ἐκείνη μὲν ὀνομάζοιτο σπέρματος ἀνθρωπίνου γένεσις , αὕτη δὲ ἀνθρώπου |
λαγόνας ἱκανῶς βαθυνομένη ὦτά τε ἔχει βραχέα ὡς ἂν κύλιξ οὖσα . καὶ μήποτε Ἄλεξις ἐν Ἡσιόνῃ θηρικλείῳ ποιεῖ τὸν | ||
πάλιν αὖ ἐφάνη τις μικρὰ προσδοκία ἀγαθῶν ἢ κακῶν ψευδὴς οὖσα καὶ ματαία . τοῦτον οὖν τὸν τρόπον καὶ οἱ |
γαμηλίων τε καὶ γενεθλίων οὕτως ὀνομαζομένων : καὶ ὅτι ὁ γάμος αἴτιος τοῦ τε ὀνομασθῆναι τούτους τοὺς θεοὺς καὶ τιμᾶσθαι | ||
τὴν κοινωνίαν . ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος . οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ |
! ! ! ! ! ! ! ! ] καὶ μόνη τῶν [ πολεμίων ! ! ! ! ! ! | ||
ἔφη Πυθαγόρας ὁ Σάμιος εἰκόνα πρὸς θεὸν εἶναι ἀνθρώπους , μόνη , ὡς ἔοικεν , ἐστὶν εὐποιία , πρὸς ἣν |
ἐκείνῳ συμβάντων παιδευθεὶς ὁ Παρθυαῖος χρόνοις ὕστερον ἀκούων τὰ ἱερὰ πλούσια παρ ' αὐτοῖς , ὁρῶν δ ' ἀπειθοῦντας , | ||
ὁ Ἥλιος ἀγαθοποιοῖς τόποις καὶ ἄστρασιν , ὑπονοητέον εὐτυχῆ καὶ πλούσια τὰ περὶ τὸν πατέρα καὶ αὐτῷ τῷ τέκνῳ τὰ |
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ | ||
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ |
οὐκ ἄχρι τοῦ καγχαρίζειν ῥᾳδίως καθάπερ σὺ εἴωθας , ἀλλὰ μειδιῶσα ἡδὺ καὶ ἐπαγωγόν , εἶτα προσομιλοῦσα δεξιῶς καὶ μήτε | ||
ἄλλως καὶ δυσμενὴς καὶ ἐπίβουλος , ἰδεῖν δὲ ἱλαρὰ καὶ μειδιῶσα πρὸς ἅπαντας σαρδάνιον μάλα τοῖον [ χαλεπὴ δὲ ἡδονὴ |
ἀριθμὸν καὶ τὸν τόνον αὐτῆς φυλάττει , οἷον τιμή ὦ τιμή : ἀμέλει τὴν αἰδόα καὶ τὴν ἠόα εἰς τὴν | ||
καὶ ἐλαττόνων : ἀρετῆς γὰρ παντελοῦς οὐκ ἂν γένοιτο ἀξία τιμή . λέγει δὲ παντελῆ ἀρετὴν τὴν σύμπασαν , ἣν |
κτημάτων πολυτελῶν καὶ βίου τραγῳδουμένου , καὶ . . . εὐτελὴς εἶναι τὴν ψυχὴν ὑπολαμβανέσθω . ὁ γὰρ μεγαλόψυχος προδιανοεῖται | ||
οὐκ ἄλλως ἐρῶ . ὁ σηματουργὸς δ ' οὔ τις εὐτελὴς ἄρ ' ἦν ὅστις τόδ ' ἔργον ὤπασεν πρὸς |
ἡτέρα ἀμφίκρανον βρυαζούσης λέαιν ' ὥς ψυχὴ γὰρ εὔνους καὶ φρονοῦσα τοὔνδικον κρείσσων σοφιστοῦ παντός ἐστιν εὑρέτις βραχεῖ λόγῳ δὲ | ||
λίσσομαι σιγᾶν πέρι . ὁρᾶις ; φρονεῖς μὲν εὖ , φρονοῦσα δ ' οὐ θέλεις παῖδάς τ ' ὀνῆσαι καὶ |
καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε καὶ πλακοῦντας : καὶ τέλος ὅλον ποταμὸν πρὸς | ||
καὶ τῷ προεστῶτι δὲ τοῦ ἀγροῦ δριμὺ ἐνορῶν φέρειν ἐκέλευεν ὡραῖά τε καὶ πλακοῦντας : καὶ τέλος ὅλον ποταμὸν πρὸς |
δὲ συὸς βλοσυρῆς , ἣ δ ' ἵππου χαιτηέσσης . εὔφορος ἥδε , ταχεῖα , περίδρομος , εἶδος ἀρίστη : | ||
ψυχροῦ νάματος ἀτμίδων τε καὶ ἀέρων , ὧν Ἰταλία μόνη εὔφορος . ” τοιαῦτα δή τινα τῷ μειρακίῳ ὑποτυπούμενοι ἤγειρον |
εὐδαιμονικῷ καλουμένῳ Ἀναξάρχῳ διὰ τὴν τῶν χορηγησάντων ἄγνοιαν περιπεσούσης ἐξουσίας γυμνὴ μὲν ᾠνοχόει παιδίσκη πρόσηβος ἡ προκριθεῖσα διαφέρειν ὥρᾳ τῶν | ||
ἀεὶ ἐκεῖ ἐστιν , φοβοῦνται , καὶ ὅτι ἡ ψυχὴ γυμνὴ τοῦ σώματος παρ ' ἐκεῖνον ἀπέρχεται , καὶ τοῦτο |
σοφία ἕξις ἐπαινετή , ἡ ἐπαινετὴ ἕξις ἀρετή , ἡ σοφία ἄρα ἀρετή . ὡσαύτως δὲ καὶ ἡ σύνεσις καὶ | ||
οὖν ἐστι συμφέρον ῥώμη κάλλος ὑγίεια , ψυχῇ δὲ ἀνδρεία σοφία δικαιοσύνη : τὰ δὲ ἐπίκτητα φίλοι χρήματα κτήματα : |
ἡγεμών τε καὶ πυρ - ρίχιος καλεῖται , καὶ οὔτε μεγαλοπρεπής ἐστιν οὔτε σεμνός : σχῆμα δ ' αὐτοῦ τοιόνδε | ||
, ἢ ὅτι παῖς ἂν παιδὶ χαρίζηται ὡς ἐν παιδὶ μεγαλοπρεπής , οὐκ οὔσης μὲν κυρίως μεγαλοπρεπείας ἐν παιδί , |
θρασύδαιον δηλονότι καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ . τούτων γὰρ ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ δόξα ἡ ἐκ τῆς νίκης διαλάμπει : | ||
τοὺς ἀμέτρως αὐτῆς πίνοντας τὸ πόμα . . γάνος ] εὐφροσύνη . εὐφραῖνον τοὺς συμπίνοντας . . αἰὲν ἐν φύλλοισι |
ἔχει καὶ καῦσιν τὴν αὐτὴν τῷ μίσυϊ . Μίλτος Σινωπικὴ κρατίστη ἡ πυκνὴ καὶ βαρεῖα , ἡπατίζουσα , ἄλιθος , | ||
ἂν αἰτία καὶ τῶν μερῶν . εἰ δὲ τοῦτο , κρατίστη ἐστίν . εἰ δὲ κρατίστη ἐστί , λογική τέ |
κρείττω τὰ ἄλογα ἀναφαίνεσθαι , ἀλλ ' εἰ μὲν ὡς ποιητικὴ καὶ γενητικὴ τῆς ἐπιστήμης αἰτία ταύτης ἐλέγετο , εἶχεν | ||
τὸ λ διὰ τοῦ ω κλίνεται : τὸ δὲ μήστωρος ποιητικὴ ἔκτασις : τὸ δὲ πέλωρ οὐδέτερον ὁμοφωνοῦν τῷ ἀρσενικῷ |
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή , | ||
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν |
μοι δραχμῆς . οὐ φιλοτάριχος οὐδαμῶς εἰμ ' , ὦ κόρη . οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης | ||
Ἄρτεμιν . ἐλάμβανε δὲ τὴν ἱερωσύνην τῆς θεοῦ τότε ἔτι κόρη παρθένος . Ἀριστοκράτης δέ , ὥς οἱ πειρῶντι τὴν |
τοῦ προπυλαίου γυνὴ καθεστηκυῖα εὐειδής τις κάθηται ἐπὶ θρόνου ὑψηλοῦ κεκοσμημένη ἐλευθέρως καὶ ἀπεριέργως καὶ ἐστεφανωμένη στεφάνῳ εὐανθεῖ πάνυ καλῷ | ||
εὐείμονε ] καλῶς ἐσταλμέναι καὶ ἐνδεδυμέναι . . ἠσκημένη ] κεκοσμημένη . . Δωρικοῖσιν ] Ἑλληνικοῖς . . τῶν νῦν |
λέγεται τὸ δεδεγμένον σῶμα τὴν ἀγαθότητα καὶ μετέχον αὐτῆς , ἀγαθότης δὲ οἷον οὐσία καὶ ὕπαρξίς τις οὖσα . Πέμπτον | ||
ταύτην ἐφίστησι καὶ φρουρητικὴν δύναμιν ἡ τοῦ πρὸ πάντων ἑνὸς ἀγαθότης . οἱ δὲ διὰ τί φήσουσι τὸ ἓν καὶ |
καὶ γῆ καὶ θάλασσατὸ μέγιστον ὁ χαλκός ἐστιν , ὃς ἄφθονος ἀνορυττόμενος αὐτοῦ γεωργεῖται καὶ διαδιδόμενος πανταχοῦ τῆς Ἀσίας τε | ||
τις μέμψασθαι . ἔστι δὲ ἐνταῦθα τὸ ἀμεμφής ὅμοιον τῷ ἄφθονος . λέγει δὲ ὡς ἐστὶ μέν τις πλούσιος σφόδρα |
ἀτρεκέως ταῦτα : περὶ δὲ τῆς λειότητος , εἰ ἑτέρη γυνὴ ψαύσειε τῶν μητρέων κενεῶν ἐουσέων , οὐ γὰρ ἄλλως | ||
ἔχει δὲ οὕτως : “ σὲ δ ' ἄλλη τις γυνὴ κεκτήσεται , σώφρων μὲν οὐκ ἂν μᾶλλον , εὐτυχὴς |
μὲν Ἄγυλλα ἐκαλεῖτο Πελασγῶν αὐτὴν κατοικούντων , ὑπὸ δὲ Τυρρηνοῖς γενομένη Καίρητα μετωνομάσθη , εὐδαίμων δ ' ἦν εἰ καί | ||
ὅτι τῷ χρόνῳ μὴ δυνηθεῖσα διαφορηθῆναι ἡ ὕλη καὶ δριμυτέρα γενομένη κατὰ διάβρωσιν ἐποίησε ῥῆξιν , ἢ ἐκ τῆς φύσεως |
Δίφιλος δ ' ἐν Παρασίτῳ : εὖ γ ' ὁ κατάχρυσος εἶπε πόλλ ' Εὐριπίδης , νικᾷ δὲ χρεία μ | ||
Τύχης , ὃν αὐτὸς κατεσκεύασεν , εἰκὼν αὐτοῦ κειμένη ξυλίνη κατάχρυσος ἐμπρήσεως γενομένης καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων διαφθαρέντων μόνη διέμεινεν |
καταφρονῶν δούλων , ὥσπερ ὁ ἱκανῶς πεπαιδευμένος , ἐλευθέροις δὲ ἥμερος , ἀρχόντων δὲ σφόδρα ὑπήκοος , φίλαρχος δὲ καὶ | ||
ἰᾶται τῷ ξηραίνειν ἄνευ τοῦ θερμαίνειν . Ἀσταφὶς ἡ μὲν ἥμερος πεπτική τέ ἐστιν ἅμα καὶ στυπτικὴ καὶ διαφορητικὴ μετρίως |
παράλειψιν τοῦ μ ἀβρότη : ἀμβρότη γὰρ ἦν , οἷον ἀθανάτη . ἢ ἀβρότη , καθ ' ἣν βροτοὶ οὐ | ||
ἠδ ' ὀχέεσθαι ἄλλῳ γ ' ἢ Ἀχιλῆϊ , τὸν ἀθανάτη τέκε μήτηρ . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ |
ἕσπεο : σὺν δὲ τύχᾳ ναίεις Μεταπόντιον , ὦ χρυσέα δέσποινα λαῶν : ἄλσος τέ τοι ἱμερόεν Κάσαν παρ ' | ||
ἀνδρὶ πρεσβύτῃ τέκνα δίδωσιν ὅστις οὐκέθ ' ὡραῖος γαμεῖ : δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή . ὦ γῆρας , οἷον |
ἔργον . μήτ ' ἐνδεοῦς οὖν τοῦ σώματος ὄντος ἡ συνουσία παραλαμβανέσθω μήτε δὲ πάλιν βαρέος , [ καὶ ] | ||
οὐδενὶ γὰρ ἂν δόξειεν τοῦτ ' εἶναι ἡ τῶν ἀφροδισίων συνουσία , ὡς ἄρα τούτου ἕνεκα ἕτερος ἑτέρῳ χαίρει συνὼν |
, βαρύς , φορτικός , ἐπαχθής , κομπαστής κομπώδης , περισπούδαστος περίσπουδος ὑπέρσπουδος κατεσπουδασμένος , ἐπισκυθρωπάζων , πεπλασμένος καταπεπλασμένος , | ||
αὐτῷ καὶ ἱππασία καὶ ὁπλομαχία συνήθη γυμνάσματα . Ἦν δὲ περισπούδαστος ἅπασιν Ἐφεσίοις , ἅμα καὶ τοῖς τὴν ἄλλην Ἀσίαν |
κατ ' ἄλλο καὶ ἄλλο , οὕτω καὶ γεννήσεως ἡ αὐτὴ ποιητικὴ οὐ τοῦ τρεφομένου καὶ παρόντος , ἀλλ ' | ||
μοι ἦν Διονυσόδωρος καὶ ἀνεψιός . τυγχάνει οὖν ἐμοὶ ἡ αὐτὴ ἔχθρα πρὸς Ἀγόρατον τουτονὶ καὶ τῷ πλήθει τῷ ὑμετέρῳ |
σχῆμα παίσατε , τῶν δ ' ἐτέων ἡ δεκὰς οὐκ ὀλίγη . ὁμοίως δὲ τοῦ δωδεκασυλλάβου ἕν τίκτεσθαι : βροντᾶν | ||
τοῖς βλαστοῖς αὐτοῦ κἀν τοῖς φύλλοις ἡ στρυφνὴ ποιότης οὐκ ὀλίγη . Μηδίου ἡ μὲν ῥίζα αὐστηρά τέ ἐστι καὶ |
δίχα χωρίζειν ἀπ ' ἀλλήλων τοὺς διαφερομένους , ἡ δὲ Εἰρήνη ἀπὸ τοῦ διὰ λόγου καὶ οὐ δι ' ὅπλων | ||
οὐ θέμις . Τιὴ τί δή ; Οὐχ ἥδεται δήπουθεν Εἰρήνη σφαγαῖς , οὐδ ' αἱματοῦται βωμός . Ἀλλ ' |
κἀν τοῖς Ἀναλυτικοῖς λέγεται , πᾶς ὅρος ἢ ἀπόδειξις θέσει διαφέρουσα ἢ ἀρχὴ ἀποδείξεως , εἰ μέσος καὶ αἴτιος , | ||
ἀξιόλογος ἐν αὐτῇ , προσαγορευομένη μὲν Πανάρα , εὐδαιμονίᾳ δὲ διαφέρουσα . οἱ δὲ ταύτην οἰκοῦντες καλοῦνται μὲν ἱκέται τοῦ |
. . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . . | ||
μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν |
γε μὴ διδάσκαλοι , οὐδὲ μαθηταί ; Φαίνεται οὕτως . Ἀρετὴ ἄρα οὐκ ἂν εἴη διδακτόν ; Οὐκ ἔοικεν , | ||
θεωμένοις εἰς μίαν τελευτὴν ἀπολήγειν . ἀλλ ' ἥ γε Ἀρετὴ προσάγουσα τὸν Ἡρακλέα πλησίον ἔδειξέ τε τὰ ἄκρα πλεῖστον |
λειότατα ποιήσα , ἐπίπασσε , καὶ ἑνώσας πάντα χρῶ . Αὕτη ἄνευ τρήσεως ἀφίστησι λεπίδας , ἀνάγει ὀστᾶ διεφθορότα : | ||
νυκτὸς μάλιστα : ἡ δὲ χροιὴ αὐτοῦ ἰκτερώδης δείκνυται . Αὕτη ἡ νοῦσος τῆς προτέρης ἧσσον μικρῷ θανατώδης . Τοῦτον |
δὲ τὸ πρᾶγμα ἐν δεινῷ τιθεμένη καὶ τὴν καταδυναστείαν μὴ φέρουσα τὰ μὲν πρῶτα λόγοις ἐπειρᾶτο τοῦτον τῆς πλεονεξίας ἀπάγειν | ||
ξεστὴν ἐτάνυσσε τράπεζαν : σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , δαιτρὸς δὲ κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας , καὶ |
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα | ||
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ |
Ἡ μὲν γὰρ γλίσχρα καὶ μελάγγεως ἐρέβινθον , ἡ δὲ κούφη κύαμον φέρει καλλίω , σύμμετρα γὰρ ἑκατέρῳ τὰ τῆς | ||
καὶ ξυνεχέϲτερον ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι . τροφὴ ἀνὰ πᾶϲαν ἡμέρην κούφη , εὔπεπτοϲ , τὰ πολλὰ ϲιτώδηϲ : ἔϲτω δὲ |
τέχνη μήτε φύσει , ἀνεύρετός ἐστιν ἡ παρὰ τοῖς φιλοσόφοις θρυλουμένη τέχνη περὶ τὸν βίον . Εἰ μέντοι καὶ δοίη | ||
τις καὶ ἡ Μήδεια ἱστόρηται καὶ ἡ Ἀγαμήδη καὶ ἡ θρυλουμένη Κροκοδίκη . καὶ ἀπὸ ταύτης τῆς Θράικης δοκεῖ ὠνομάσθαι |
οὐδαμῶς ἐμαυτῆς οὖς ' ἀδείμαντος ] τουτέστιν ἔξω τοῦ καθεστηκότος τυγχάνουσα ὑπὸ τοῦ φόβου , ὃν ἐν τῇ ψυχῇ ἔχω | ||
γονεῖς σημαίνει , ὁμοίως δὲ καὶ ἐν τοῖς ἐκλειπτικοῖς ὅροις τυγχάνουσα ἡ Σελήνη , κἂν ἐν ἀγαθοποιοῦ ὁρίοις ᾖ . |
προμηθούμενον τοῦ παιδός . θυγάτηρ ἦν τῷ βασιλεῖ τῆς χώρας ἀγαπητὴ καὶ μόνη : ταύτην φασὶ γημαμένην ἐκ πολλοῦ χρόνου | ||
πάντων καὶ παρὰ θεοῖς καὶ παρὰ ἀνθρώποις οἷς προσήκει , ἀγαπητὴ μὲν γὰρ συνεργὸς τεχνίταις , πιστὴ δὲ φύλαξ οἴκων |
γευστόν τι κατὰ ἀλλότριον ἐλέγετο χυμόν . εὐαπόλυτος δὲ ἡ δοκοῦσα ταραχή . ἀλλότριον γὰρ χρῶμα τὸ φῶς ὡς ἀλλαχόθεν | ||
τοῖς πλείοσιν ? [ ] οὐκ [ ἐατέα εἶναι ] δοκοῦσα | [ ] πλούτου [ ] ? ? τε |
' ἂν ἔννοιαν λαβεῖν . ἦ τἄρ ' ὀλοίμην ἀκλεὴς ἀνώνυμος [ ἄπολις ἄοικος , φυγὰς ἀλητεύων χθόνα , ] | ||
ὥσπερ εἶδος ὕλῃ : ὥστε καθ ' ἑαυτὴν ἡ ὕλη ἀνώνυμος . Καὶ τί θαυμαστόν , ὅτε καὶ τῶν εἰδῶν |
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται | ||
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα |
πράττειν : εἰ δ ' ἀσθενὴς εἴη καὶ ὠμότης ὑπόκειται πολλὴ , ταῖς ἀνατρίψεσιν ἀνάγκη προσκαρτερεῖν καὶ τοῖς ἠρέμα λεπτύνειν | ||
ἀγαθά . ταῦτα δ ' ἀποδείξομεν . Παρὰ τῷδε Καλλίᾳ πολλὴ θυμηδία , ἵνα πάρα μὲν κάραβοι καὶ βατίδες καὶ |
ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου | ||
, φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον , |
δίαιτα . Τὰ εἰς ΜΑ θηλυκὰ σπάνια ὄντα βαρύνεται : τόλμα Θέρμα : ἀττικῶς δὲ τόλμη καὶ Θέρμη . Τὰ | ||
μὴ πρὸς παίδων οὓς ὀρφανιεῖς , ἀλλ ' ἄνα , τόλμα . σοῦ γὰρ φθιμένης οὐκέτ ' ἂν εἴην , |
μὴ παρούσης , ὦ ἄνδρες Ἕλληνες , ἀλλοτρία γίνεται ἡ κτῆσις τῶν παρ ' ὑμῖν ἀγαθῶν , εὔξαιντό τ ' | ||
αὐταῖς ὁμολογίαις . καίτοι πῶς ἂν ἑτέρα γένοιτο βεβαιοτέρα ταύτης κτῆσις , τῆς τὸ μὲν ἐξ ἀρχῆς καταλειφθείσης ἡμῖν ὑπὸ |
τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτωι δεσπότας μνοΐας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντ ' ἔχειν δόρυ καὶ | ||
πατέω τὸν ἁδὺν οἶνον ἀπ ' ἀμπέλων , τούτῳ δεσπότας κέκλημαι . τοὶ δὲ μὴ τολμῶντες ἔχειν δόρυ καὶ ξίφος |
Ξενοφῶντι εἴρηταιδιηκριβωμένος , εὐδίαιτος , μεγαλόφρων , φιλοφροσύνης γέμων , εὐάρμοστος , φιλοπροσήγορος , πανηγυρικὸς τὸ ἦθος , ἁβρόβιος ἁβροδίαιτοςτοὺς | ||
ἐπ ' αὐτῷ ᾄδουσι . τοιγαροῦν εἰ βούλει μουσικὸς καὶ εὐάρμοστος ὑπάρχειν ἀνήρ , ἡνίκ ' ἂν ἐν τοῖς πότοις |
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ | ||
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν |
τὸν Προαιρέσιον . ἀλλὰ πρὸς τοῦτο μὲν ἤρκεσεν ἡ Μιλησίου μοῦσα , τὰς ἁρμονικὰς ἀναψαμένη χάριτας , καὶ πολλὰ παραπεσοῦσα | ||
, ἤτοι χαλεποί : Ἄρχε δ ' οὐρανῶ . ὦ μοῦσα , φησί , θύγατερ τοῦ κρέοντος καὶ βασιλεύοντος τοῦ |
δ ' ὁ θάμνος καὶ ἡ ῥίζα ὀποῦ λευκοῦ πολλοῦ μεστή . χρῆσις δὲ καὶ ἀπόθεσις τούτου ὁμοία τοῖς προειρημένοις | ||
ἡ νῆσος κοίλη κατὰ γῆς ἐστι , ποταμῶν καὶ πυρὸς μεστή , καθάπερ τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος , ὡς εἰρήκαμεν , |
θάτερον πρὸς θάτερον , καί , εἰ βούλει , ὡς ἀρετὴ πρὸς δικαιοσύνην καὶ κακία πρὸς ἀδικίαν . Εἰ τοίνυν | ||
μᾶλλον ἂν χρῆσθαι θέλῃς , τοσῷδε μείζων αὔξεται τελουμένη . ἀρετὴ μέγιστον τῶν ἐν ἀνθρώποις καλόν . τὸ μὴ εἰδέναι |
καὶ ταμιεύειν τῇ ἀναμνήσει , ἴδωμεν τίς μετὰ ταύτην δευτέρα πρέπουσα φωνῇ ἐπιστήμη . οἶμαι δ ' ὅτι μουσική . | ||
τῶν αὐτῆς . φιλοίκτωι ] οἶκτον καὶ φίλτρον ἔχοντι . πρέπουσα ] ἤγουν διαπρεπὴς οὖσα ὡς ἀπὸ γραφῆς ἄγαλμα . |
ὑπ ' αὐτοῦ πάθῃ κατὰ τὸ τῆς μητρυιᾶς ὄνομα , ἐγκύμων οὖσα δίδωσιν ἑαυτὴν Τυρρηνῷ τινι συοφορβίων ἐπιμελητῇ βασιλικῶν , | ||
. δεῖ δὲ τὴν πόαν χυλίζειν ὅταν ἀκμαιοτάτη ἐϲτὶ καὶ ἐγκύμων τοῦ ἄνθουϲ . δίδοται δὲ τοῦ χυλοῦ ϲὺν # |