παράλειψιν τοῦ μ ἀβρότη : ἀμβρότη γὰρ ἦν , οἷον ἀθανάτη . ἢ ἀβρότη , καθ ' ἣν βροτοὶ οὐ
ἠδ ' ὀχέεσθαι ἄλλῳ γ ' ἢ Ἀχιλῆϊ , τὸν ἀθανάτη τέκε μήτηρ . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ
8074302 σωτειρα
, παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου , Ἱμέραν εὐρυσθενέ ' ἀμφιπόλει , σώτειρα Τύχα . τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαί νᾶες
βοτήρ : καὶ ἀπὸ τοῦ βοτὴρ βότειρα , ὡς σωτὴρ σώτειρα καὶ Δημήτηρ Δημήτειρα , καὶ βότης , ὅπερ καὶ
8003738 χαριεσσα
: ὀξέος ὀξεῖα , τάλανος τάλαινα , χα - ρίεντος χαρίεσσα . Ῥόδιος δὲ Ῥοδία καὶ Σάμιος Σαμία . διὸ
ἦρ ' ἔτι παρθενίας ἐπιβάλλομαι ; ὦ κάλα , ὦ χαρίεσσα δώσομεν , ἦσι πάτηρ θυρώρωι πόδες ἐπτορόγυιοι , τὰ
7993753 πολυωνυμε
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι .
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος ,
7945854 πανδαματωρ
ἕλκος ἀκέσσεται . οἷσι δ ' ἀνάσσει , αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρ βουληφόρος ἐστὶ βροτοῖσιν . αὐτὸς καὶ ποθέοντι τότε χραίσμησε
' ἡ μεγάλη Μοῖρα κομίζει γνώμη τε φίλων , χὠ πανδαμάτωρ δαίμων ὃς ταῦτ ' ἐπέκρανεν . Χωρῶμεν δὴ πάντες
7907078 ἐρατη
πάντεσσιν , ἀκοινώνητε δὲ μούνη , αὐτοπάτωρ , ἀπάτωρ , ἐρατή , † πολύγηθε , μεγίστη , εὐάνθεια , πλοκή
τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη
7851252 βρυουσα
, † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα , ἡσυχίηι χαίρουσα καὶ εὐφρόνηι ὀλβιομοίρωι , λαμπετίη ,
τελεσφόρε , παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ
7819466 χθονια
: ἀλλὰ ταῦτα λίαν χαμαίζηλα τῆς ψυχῆς ἀγαθὰ καὶ ὄντως χθόνια καὶ ἀνθρώπινα , μόνον δὲ ἐκεῖνο θεῖον ἀτεχνῶς καὶ
, ὥσπερ τὰ τῶν θεῶν ἐμπύρια , καὶ τὰ ἡμέτερα χθόνια , Τὸ δὲ ΠΑΝΤΗ ΦΟΙΤΑιΝ , τὸ τὰς κινήσεις
7784780 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
7768440 λυρη
τουτέων , κοίη ἐκείνου ἀοιδή , κοίη δὲ καὶ ἡ λύρη , κοῖος δὲ καὶ ταῦρος ἢ ὁκοῖος λέων Ὀρφέος
τὴν λύρην ἅπασαν : κἀγὼ μὲν ἦιδον ἄθλους Ἡρακλέους , λύρη δέ ἔρωτας ἀντεφώνει . χαίροιτε λοιπὸν ἡμῖν , ἥρωες
7733445 μεγαλωνυμε
Ἑρμοῦθι ἄνασσα , Ἶσι ἁγνή , ἁγία , μεγάλη , μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν
θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ
7732531 ἐπλεο
ἦ τοι ἔφης γε : ἀλλά τις ἀρτιεπὴς καὶ ἐπίκλοπος ἔπλεο μύθων , ὄφρά ς ' ὑποδείσας μένεος ἀλκῆς τε
τόσην ἀνενείκατο φωνήν : πῇ με φέρεις θεόταυρε ; τίς ἔπλεο ; πῶς δὲ κέλευθα ἀργαλέ ' εἰλιπόδεσσι διέρχεαι οὐδὲ
7728062 κωρα
δὲ τὸ πάθος ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις . ἡ δέ τι κώρα : τὸ ἑξῆς : αὕτη δὲ ἡ κόρη ἀνὰ
καλὰ μὲν τὰ γένεια , καλὰ δέ μευ ἁ μία κώρα , ὡς παρ ' ἐμὶν κέκριται , κατεφαίνετο ,
7726272 Ἑρμειῃ
προπάροιθεν ἀδερκέα δέργματ ' ἔχουσα : νῦν δέ με δορκαλέην Ἑρμείῃ θήκατο τέχνῃ Τζέτζης Ἰσαάκιος ἐύστροφα πείσματα λύσας . *
ταραχήν τε γάμοις μετ ' ἀνίης . Φαίνων δ ' Ἑρμείῃ τε συνὼν βλοσυρῇ τε Κυθήρῃ ἤτοι ἐπ ' οὐτιδαναῖς
7723493 Κυπρις
ἔην Διδύμοις , τῷ δ ' αὖθ ' ἅμα καλὴ Κύπρις καὶ Φαέθων ἐρατὸς καὶ χρύσεος Ἑρμῆς , Ὑδροχόῳ δὲ
καὶ τῶν γάμων καὶ τῶν ἀφροδισίων ἐπιστάτης . λέγεται δὲ Κύπρις καὶ αὐτὸς ὁ γάμος καὶ ἡ πρὸς ἀλλήλους τῶν
7715251 κλυτη
ὁ θεός καὶ ἡ θεός καὶ κλυτὸς Ἱπποδάμεια ἀντὶ τοῦ κλυτή . ὁ δὲ νοῦς : οὐκ ἔστιν οὕτως σκληρὰ
ὀνομάτων ἐναλλασσόμενα , οἷόν ἐστι τὸ κλυτὸς Ἱπποδάμεια ἀντὶ τοῦ κλυτή , καὶ θῆλυς ἐέρση ἀντὶ τοῦ θήλεια . σύνηθες
7690416 μεδεουσα
ἀρετὴν διὰ τούτων ἐδήλωσεν . ὑπερφερούσης ] ὑπερβαλλούσης . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα . Γ μεδέουσα ] βασιλεύουσα τῶν Ἀθηνῶν
: εἴτε σε καὶ πτερύγεσσιν ἀειρόμενον θεὸν ὄρνιν τίκτε Πάφου μεδέουσα πολυφράδμων Ἀφροδίτη , εὐμενέοις , πρηΰς τε καὶ εὔδιος
7687450 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
7663173 ἁγνη
θεοὶ ῥεῖα ζώοντες , ἕως μιν ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ οἷς ' ἀγανοῖσι βέλεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν . ὣς δ
πρὸ τοῦ ἱεροῦ ὦ μεγίστη θεῶν , μέχρι μὲν νῦν ἁγνὴ μένω νομιζομένη σή , καὶ γάμον ἄχραντον Ἁβροκόμῃ τηρῶ
7661915 Κυθερεια
ἀγαθὰ στιβάς ἐστιν Ἀδώνιδι φυλλὰς ἐρήμα . λέκτρον ἔχοι , Κυθέρεια , τὸ σὸν νῦν νεκρὸς Ἄδωνις : καὶ νέκυς
, ἀεθλητῆρας ἔτευξεν . κἢν μὲν δὴ τούτοισι συνῇ καλὴ Κυθέρεια , κυδάλιμοι νίκῃσι πολυστεφέες τ ' ἐγένοντο . εἰ
7660985 Παιων
, γαίης βλάστημα φέριστον , πρωτογόνοις στράψας βολίσιν , μεγαλώνυμε Παιών , ὃς περὶ κρατὶ φορεῖς ἠῶ καὶ νύκτα μέλαιναν
εἰμι φαρμάκων ἐπιστήμων , οἷός ἐστι ὁ τῶν θεῶν ἰατρὸς Παιών . ” „ καὶ πῶς , „ εἶπεν ἀλώπηξ
7654442 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
7639387 γενεθλῃ
δ ' ἄρα καὶ πάτρης γλυκερῆς θῆκεν μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ '
, οὐ πέλεν ἄλλος ? ? [ ὁμοίιος ὔμμι ] γενέθλῃ [ , ] τῆς πολυκαλλίστης σοφίης ἐγκύμονι πάσης .
7636393 τροφος
τροφῆς θρέψαι τραφῆναι , τροφεύς , εὔτροφος ἔντροφος σύντροφος , τροφός τρόφιμος , παρατρέφεσθαι συντρέφεσθαι ἀποτρέφεσθαι ὑποτρέφεσθαι . ἀπὸ δ
δὲ ἡ μὲν συγγενὴς Αἰνείου λέγεται γενέσθαι , ἡ δὲ τροφός . τελευτῶντες δὲ ἀφικνοῦνται τῆς Ἰταλίας εἰς Λωρεντόν ,
7631315 εὐπλοκαμος
. οὐρανίοις θεοῖς . ἤχῳ , φθορᾷ . μακρόθριξ καὶ εὐπλόκαμος . τὴν Σεμέλην . * * ἡ Ἀθηνᾶ .
. ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα , ἣ μόνη ἰχθὺς ἐοῦσα
7619061 γενεθλη
ἀμφοτέρῃσι : ἐν τῇ γῇ καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ . γενέθλη : γενεά . Ἑτέρη : ἢ γῆ ἢ ἡ
βοτήρ . . . . . γενέθλη : γενὴ καὶ γενέθλη : . . . παρὰ τὸ γεννῶ , ἀφ
7617935 πολυολβε
τε καὶ Εὐνομίης βαθυκόλπου , Ἀγλαΐη Θαλίη τε καὶ Εὐφροσύνη πολύολβε , χαρμοσύνης γενέτειραι , ἐράσμιαι , εὔφρονες , ἁγναί
καὶ Ζηνὸς ἄνακτος , Εὐνομίη τε Δίκη τε καὶ Εἰρήνη πολύολβε , εἰαριναί , λειμωνιάδες , πολυάνθεμοι , ἁγναί ,
7605711 ἀπειριτος
καὶ Αἰακίδην προσέειπεν : Ὦ Ἀχιλεῦ , περὶ δή μοι ἀπείριτος ἤλυθεν αὐδὴ οὔασιν , ὡς πολέμοιο συνεσταότος μεγάλοιο .
γὰρ σκοπιὴν ἐς παιπαλόεσσαν ἀνελθὼν νῆσον , τὴν πέρι πόντος ἀπείριτος ἐστεφάνωται . αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ κεῖται : καπνὸν δ
7599175 τοκας
αὐτοῦ ἐπώλει . ὠνητοῦ δὲ προσελθόντος καὶ διερωτῶντος , εἰ τοκὰς ἡ ὗς εἴη , ἐκεῖνος ἔφη μὴ μόνον αὐτὴν
: ἐν . . . μᾶλλον . ἐν γὰρ θερμοτέρωι τοκὰς ἄρρενος ἔπλετο γαστήρ : καὶ μέλανες διὰ τοῦτο καὶ
7589261 ἐποιχομενη
ἦν κεδνότατός τε : ὦ φίλοι , ἔνδον γάρ τις ἐποιχομένη μέγαν ἱστὸν καλὸν ἀοιδιάει , δάπεδον δ ' ἅπαν
: ἡ δ ' ἔνδον ἀοιδιάους ' ὀπὶ καλῇ ἱστὸν ἐποιχομένη χρυσείῃ κερκίδ ' ὕφαινε , καὶ καλὸν ἀοιδιάει .
7584450 παμβασιλεια
ἐσθλὸν ὀπάζων . Ἱμερόεσς ' , ἐρατή , πολυθάλμιε , παμβασίλεια , κλῦθι , μάκαιρ ' Ὑγίεια , φερόλβιε ,
, σὺ δέ κεν θυμηδέα νόστον ἕλοιο ; μὴ τόγε παμβασίλεια Διὸς τελέσειεν ἄκοιτις , ᾗ ἔπι κυδιάεις : μνήσαιο
7583033 δομοισιν
Αὐτονόη καὶ Ἀγαύη : ἀλλ ' οὐκ εἰν Ἀθάμαντος ἀταρτηροῖσι δόμοισιν , οὔρεϊ δ ' ὃν τότε Μηρὸν ἐπικλήδην καλέεσκον
τόνδε τῆς αὐτῆς ὑός , ἣ πολλά μ ' ἐν δόμοισιν εἴργασται κακά , δονοῦσα καὶ τρέπουσα τύρβ ' ἄνω
7577234 ἀκοιτης
Σπάρτης ἔνοικοι δόλια βουλευτήρια . οἰκείως δὲ ἀπέδωκεν τὸ μὲν ἀκοίτης πρὸς τὸ νύμφης , τὸ δὲ ἄναξ πρὸς τὸ
πλέκω κορύμβους . οὔ σοι λέγω περὶ τούτου . οὑμὸς ἀκοίτης ἐνταῦθα . ἀνδρεράστρια γυνή γνάθους θηλείας ἐκβολὴ λόγου ἐπιτριπτότατος
7576700 Ἠελιου
' ἔντοσθ ' αὐτῆς κεραμήϊα λεπτὰ ποιοῦσα . δεῦρο καὶ Ἠελίου θύγατερ πολυφάρμακε Κίρκη , ἄγρια φάρμακα βάλλε , κάκου
. Ἀλλ ' ἀπὸ ῥείθρου ὄρθριος Ἠριγένεια δυωδεκάωρος ὁδεύει , Ἠελίου λάμποντος ὁμόδρομος : ἱσταμένη δὲ ἀργυφέη πτερόεσσα χαράσσετο σύνδρομος
7566956 λυσιμελης
. Δισσαί τοι πόσιος κῆρες δειλοῖσι βροτοῖσιν , δίψα τε λυσιμελὴς καὶ μέθυσις χαλεπή : τούτων δ ' ἂν τὸ
δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε γλυκίων μέλιτος βλεφάροισιν ἐφίζων λυσιμελὴς πεδάᾳ μαλακῷ κατὰ φάεα δεσμῷ , εὖτε καὶ ἀτρεκέων
7564048 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
7560463 ἐκεδασσεν
[ βῆμεν δ ' ἐν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς , ] καὶ τότε δὴ Ζεὺς λυγρὸν ἐνὶ
Πριάμου πέρσαντες ἔβημεν οἴκαδε σὺν νήεσσι , θεὸς δ ' ἐκέδασσεν Ἀχαιούς . αὐτὰρ ἐμοὶ δειλῷ κακὰ μήδετο μητίετα Ζεύς
7551476 Κρονιδαο
ἀλκή . Πολλὰ δὲ πορφύροντα θοὸς νόος ὀτρύνεσκεν ἄλλοτε μὲν Κρονίδαο μέγ ' ἀσχαλόωντος ἐνιπὴν σμερδαλέην τρομέοντα πρὸς οὐρανὸν ἀπονέεσθαι
καὶ εἰς ω : Σιμμίας ὁ Ῥόδιος „ Ζηνὸς ἕδος Κρονίδαο μάκαιρ ' ὑπεδέξατο Δωδώ „ . ἠδύνατο δὲ ἡ
7538158 καλλιπαρηον
Κρείουσαν [ ἐπήρατον ] εἶδος ἔχουσαν ? ? [ κούρην καλλιπάρηον [ Ἐρεχθῆος ] ? θείοιο ? ἀθανάτων ] ἰότητι
, θυγάτηρ χρυσῆς Ἀφροδίτης , Ἰνὼ καὶ Σεμέλην καὶ Ἀγαυὴν καλλιπάρηον Αὐτονόην θ ' , ἣν γῆμεν Ἀρισταῖος βαθυχαίτης ,
7528429 Ἑρμουθι
ξύμφωνον χρείαν καὶ ξύμμετρον ἀπενείματο . πλουτοδότι βασίλεια θεῶν , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , παντοκράτειρα , τύχη Ἀγαθή , μεγαλώνυμε Ἶσι
σοῦ τε τρυφῆς . Σῶν ] δώρων κἀμοὶ μετάδος , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , σῶι ἱκέτηι ὄλβον καὶ ἅμα εὐτεκνίην .
7524385 νυον
ἀρτηρίας . τὸ δὲ περιέχον αὐτοὺς τοὺς ὄρχεις δέρμα † νυὸν † ὄσχεον ὠνομάσθη † εἰς † τοὺς ὄρχεις καὶ
δ ' ἥγε καὶ ἐκ θυμοῦ στενάχουσα μύθοισιν πυκινοῖσι φίλην νυὸν ὧδε μετηύδα : δαιμονίη παίδων , τί νύ τοι
7521234 μειδιοωσα
τὴν δ ' Ἥρη ῥαδινῆς ἐπεμάσσατο χειρός , ἦκα δὲ μειδιόωσα παραβλήδην προσέειπεν : “ Οὕτω νῦν Κυθέρεια τόδε χρέος
κραταιόν , ἀιδίη , πολύμορφε , ποθεινοτάτη , χλοόμορφε : μειδιόωσα , μάκαιρα , τάδ ' ἱερὰ δέξο προθύμως ,
7516410 εὐφρων
εἰπέ , τὸ δ ' εὖ νικάτω . τόσον περ εὔφρων ἁ καλά , δρόσοις ἀέπτοις μαλερῶν λεόντων πάντων τ
πάντας δεξιούμενος . εἰς τὸν μετὰ ταῦτα οὖν χρόνον θεὸς εὔφρων αὐτῷ γένοιτο . ἄλλως : εὐχαῖς : τοῦ νικηφόρου
7508625 μακαιρ
: πάντα γὰρ ἐργάσιμον βίοτον θνητοῖσι πορίζεις . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἁγνή , μύσταις ἱερὸν φάος αὔξοις .
γὰρ τιμαὶ μακάρων μυστήριά θ ' ἁγνά . ἀλλά , μάκαιρ ' , ἔλθοις κεχαρημένη εὔφρονι βουλῆι εὐιέρους ἐπὶ μυστιπόλου
7507114 τροφε
ὀλβίοισιν † ἐν ὥραις . Ἀθανάτων θεότιμε θεῶν μῆτερ , τροφὲ πάντων , τῆιδε μόλοις , κράντειρα θεά , σέο
καὶ τοῦ αἴ . θηλαμών ἡ τροφός . . θηλαμὼν τροφὲ ἐκ τοῦ θηλὴ θηλαμών . τροφὸν δὲ αὐτὴν τὴν
7507099 ζευξασα
, γεννοδότειρα , φίλανδρε , ποθεινοτάτη , βιοδῶτι , ἡ ζεύξασα βροτοὺς ἀχαλινώτοισιν ἀνάγκαις καὶ θηρῶν πολὺ φῦλον ἐρωτομανῶν ὑπὸ
? ? [ ] ἀνδράσιν εὐάντητος ἐφ [ ] Τριπτολέμῳ ζεύξασα δρακοντείων [ ζυγὰ ] δίφρων ? ? ? ?
7506668 ἀλοχος
αἰὼν πότˈμον ἐφάψαις ὀρφανὸν γενεᾶς . ἔχεν δὲ σπέρμα μέγιστον ἄλοχος , εὐφράνθη τε ἰδὼν ἥρως θετὸν υἱόν , μάτρωος
ὁ πρόμαχος , οὐχ ὁ βασιλεύς . . . . ἄλοχος πολύδωρος : ἡ διπλῆ ὅτι ἕδνα ἐδίδοσαν οἱ παλαιοὶ
7505045 ποντια
ψυχὴν ἔχοντα ] ἃς πῶς ποτ ' , ὦ δέσποινα ποντία Κύπρι , βινεῖν δύνανται , τῶν Δρακοντείων νόμων ὁπόταν
οὐ γάρ τις αὐτὸν οὔτε πυρφόρος θεοῦ κεραυνὸς ἐξέπραξεν οὔτε ποντία θύελλα κινηθεῖσα τῷ τότ ' ἐν χρόνῳ , ἀλλ
7502955 Πειθοι
Βάκχοιο πάρεδρε , τερπομένη θαλίαισι , γαμοστόλε μῆτερ Ἐρώτων , Πειθοῖ λεκτροχαρής , κρυφία , χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής
λαβών . Καταθεῖσα ταύτην προσλαβοῦ μοι τοῦ κάπρου . Δέσποινα Πειθοῖ καὶ κύλιξ φιλοτησία , τὰ σφάγια δέξαι ταῖς γυναιξὶν
7501160 νησοισι
τὸν Ἀγαμέμνονα , ὅν φησιν Ὅμηρος [ Β ] πολλῇσιν νήσοισι καὶ Ἄργει παντὶ ἀνάσσειν . ἁλιήρει δὲ τῇ ἐν
καὶ ἐν τοῦ σκήπτρου ἅμα τῇ παραδόσει εἴρηκεν αὐτὸν πολλῇσι νήσοισι καὶ Ἄργεϊ παντὶ ἀνάσσειν : οὐκ ἂν οὖν νήσων
7499208 βρυων
ἥδιστος βίος , εὐρωτιῶν , ἀκόρητος , εἰκῇ κείμενος , βρύων μελίτταις καὶ προβάτοις καὶ στεμφύλοις . ἔπειτ ' ἔγημα
: ὁ γάρ μ ' εὐγενέτας μακραίων Σπάρτας μέγας ἁγεμὼν βρύων ἄνθεσιν ἥβας δονεῖ λαὸς ἐπιφλέγων ἐλᾶι τ ' αἴθοπι
7494741 ἁδεα
ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει , πάντ ' εἴαρος ἁδέα βλαστεῖ , χἀ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς
ῥήματα φράσδεις : ὡς μαλακὸν τὸ γένειον ἔχεις , ὡς ἁδέα χαίταν . ] χείλεά τοι νοσέοντι , χέρες δέ
7494590 τηλεθαοντα
. Καὶ τότ ' ἄρ ' Ἀτρέος υἷες ἐς ἄγκεα τηλεθάοντα Ἴδης ὑψικόμοιο θοοὺς προέηκαν ἱκέσθαι ἀνέρας . Οἳ δ
' ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν . ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε
7493517 ἀνασσα
ἐστί μοι βουλεύματα . εὖ τόδ ' ἴσθι , γῆς ἄνασσα τῆσδε , μή σε δὶς φράσειν μήτ ' ἔπος
τῆμόσδε τάμοιο . εἰ δ ' ἄρα Τοξευτῆρι φάοι ταυρῶπις ἄνασσα , μὴ σύγε πυροῖσιν βαλέειν χθόνα βωτιάνειραν , μηδὲ
7485581 θηρητορας
: δὴ γάρ τε λιπὼν ἑὰ τέκνα ἐμμενέως φεύγει , θηρήτορας εὖτ ' ἂν ἴδηται : ἡ δ ' ἕπεται
τανύσαντο λινοπτερύγων ὅπλα νηῶν : ὧδε καὶ ἐν τραφερῇ κέλομαι θηρήτορας ἄνδρας παπταίνειν ἑκάτερθεν ἐπιπνείοντας ἀήτας , ὄφρα λινοστατέωσι βοηλατέωσί
7485390 Ὑγιεια
ἔφυ . Ὑφ ' ἡδονῆς ὁ φρόνιμος οὐχ ἁλίσκεται . Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο . Ὕπνος πέφυκε
ἢ πόνων ἀμπνοὰ πέφανται , μετὰ σεῖο , μάκαιρ ' Ὑγίεια , τέθαλε καὶ λάμπει Χαρίτων ὀάροις : σέθεν δὲ
7481631 ἐναντα
καὶ παρὰ τῶν ἐχθρῶν ἀνυμνεῖσθαι . εἴ τις ἀντάεις : ἔναντα δαείς . τὴν νίκην τοῦ νικηφόρου . ἄλλως :
ἐσάκουσαν ἐριγδούπου Κρονίδαο , τλῆσαν ἐνὶ στέρνοισι καὶ οὐ βασιλῆος ἔναντα μῦθον ἔφαν : μάλα γάρ μιν ἀπειρέσιον τρομέεσκον .
7478070 Ἀνθευς
πολίτης Ἀνθανεύς . . . Ἄνθεια : πόλις Πελοποννήσου . Ἀνθεύς . ἔστι καὶ ἑτέρα τοῦ Πόντου ἔστι καὶ Ἰταλίας
τε τοῖς ἀρχαίοις πολίσμασι καὶ ὁμώνυμοι : Μεσατεὺς γὰρ καὶ Ἀνθεύς τε καὶ Ἀροεύς ἐστιν αὐτοῖς τὰ ὀνόματα . ταῦτα
7476365 χἀ
. ψυχρὸν ὕδωρ τουτεὶ καταλείβεται : ὧδε πεφύκει ποία , χἀ στιβὰς ἅδε , καὶ ἀκρίδες ὧδε λαλεῦντι . ἀλλ
οὐ θησῶ ποκα ἀμνόν , ἐπεὶ χαλεπὸς ὁ πατήρ μευ χἀ μάτηρ , τὰ δὲ μῆλα ποθέσπερα πάντ ' ἀριθμεῦντι
7474804 πολυκτεανων
ῥυπασμάτων . Κυθήρης : μίξεως . Ἔκλυον : ἱστορία . πολυκτεάνων : πολλὰ κτήματα ἔχων . Ἀγελαῖον : ἀγελισμόν .
, καθαρῆς τ ' ἐράουσι Κυθείρης . ἔκλυον ὡς προπάροιθε πολυκτεάνων τις ἀνάκτων καλὸν ἔχεν πεδίοις ἵππων ἀγελαῖον ὅμιλον :
7464094 ποτνια
Ὅμηρος , Οὐρανία ἀστρονομίας Ἄρατος , Πολυυμνία γεωμετρίας Εὐκλείδης . ποτνία : σεβασμία παρὰ τὸ πέτω πετνῶ καὶ ποτνῶ :
τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς μὲν καὶ Προμηθέως παῖδες Λύκος
7462335 Κυθερειαν
ἐκλίνθη μάτηρ ἁ χαρίεσσα περίφρονος Ἀλφεσιβοίας . τὰν δὲ καλὰν Κυθέρειαν ἐν ὤρεσι μῆλα νομεύων οὐχ οὕτως Ὥδωνις ἐπὶ πλέον
δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν Ἄδωνιν . αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν , ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες . ἔσβεσε λαμπάδα πᾶσαν ἐπὶ φλιαῖς
7462308 ἐγγυαλιξεν
Καί κεν Ὀδυσσῆος ταλασίφρονος ἀντίον αὐτῷ κῦδος Ἀθηναίη περ ἑλέπτολις ἐγγυάλιξεν : ἀλλ ' οὔ οἱ μοῖρ ' ἔσκε παραιφαμένοιο
: καί μιν ἔδεκτο Αἰήτης μεγάρῳ , κούρην τέ οἱ ἐγγυάλιξεν Χαλκιόπην ἀνάεδνον ἐυφροσύνῃσι νόοιο : τῶν ἐξ ἀμφοτέρων εἰμὲν
7461545 δωκ
[ ] αμοισι ? πόσις καλ [ [ ] τωι δωκ ? ! ! ! ! ! [ [ ]
[ ] αμοισι ? πόσις καλ [ [ ] τωι δωκ ? ! ! ! ! ! [ [ ]
7457034 εἰσαναβασα
[ φῦλα γυναικῶν ἥ οἱ γείνατο ] παῖδας ὁμὸν λέχος εἰσαναβᾶσα [ ! ! ! ! ! ! ! ]
σοι Σθενέβοια ? [ ] βοῶπις [ ] ὁμὸν λέχος εἰσαναβᾶσα κούρη Ἀφείδαντος μεγαλήτορος ] ? [ ] [ ]
7455788 κορα
Ἀλκαῖος ἐν πρώτῳ : τὸ δ ' ἔργον ἀγήσαιτο τέα κόρα : καὶ οἴκω τε περ σῶ καίπερ ἀτιμίαις ,
κατ ' ἄνδρ ' ἰών : τὰ δ ' οὖν κόρα τάδ ' οὐκ ἀπαλλάξει μόρου . Ἄμφω γὰρ αὐτὰ
7450065 εὐπατερεια
, χαριδῶτι , φαινομένη , ἀφανής , ἐρατοπλόκαμ ' , εὐπατέρεια , νυμφιδία σύνδαιτι θεῶν , σκηπτοῦχε , λύκαινα ,
ῥά ποτ ' Ὠκυρόην νύμφην , περικαλλέα κούρην , Χησιὰς εὐπατέρεια τέκεν φιλότητι μιγεῖσα , Ὠκυρόην , ᾗ κάλλος ἀμήχανον
7449902 ἐλλαχε
μετέπειτα , πέντε Ζεὺς φαέθων , πυμάτας δ ' ἓξ ἔλλαχε Φαίνων . κατὰ δὲ Πτολεμαῖον : Ἄρης ἕξ ,
πάρα δῶρον ὀπηδεῖ ἀντ ' ἀρετῆς : ἀρετὴ γὰρ ἀκήρατον ἔλλαχε τιμήν . Κιμμέριον δέ κέ τοι ἀνὰ Βόσπορον ἰθὺς
7448820 πανυπερτατε
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα ,
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς
7445225 πολυολβον
Ἀνδρομέδα κάλαν ἀμοίβαν . . . Ψάπφοι , τί τὰν πολύολβον Ἀφροδίταν . . . ; ζὰ . . .
θνητῶν παμποίκιλός ἐστιν : οἷς μὲν γὰρ τεύχεις κτεάνων πλῆθος πολύολβον , οἷς δὲ κακὴν πενίην θυμῶι χόλον ὁρμαίνουσα .
7443061 Περσεφονειης
πρῶτον ὁδὸν τελέσαι καὶ ἱκέσθαι εἰς Ἀΐδαο δόμους καὶ ἐπαινῆς Περσεφονείης ψυχῇ χρησομένους Θηβαίου Τειρεσίαο , μάντιος ἀλαοῦ , τοῦ
ἔκτοσθεν ἰόντα . [ ἰφθίμου τ ' Ἀίδεω καὶ ἐπαινῆς Περσεφονείης . ] ἔνθα δὲ ναιετάει στυγερὴ θεὸς ἀθανάτοισι ,
7442865 εὐφρονι
: μερμήρας δ ' ἀπόπαυε κακάς , δὸς δ ' εὔφρονι θυμῶι μέτρ ' ἥβης τελέσαντ ' ἔργματα σωφροσύνης .
βίου μαλακόφρονα δόξαν . Κλῦτέ μου , Εὐμενίδες μεγαλώνυμοι , εὔφρονι βουλῆι , ἁγναὶ θυγατέρες μεγάλοιο Διὸς χθονίοιο Φερσεφόνης τ
7437882 βοωπις
μάθῃς ὅτι μὴ μόνας ἔχω τὰς ὠλένας λευκὰς μηδὲ τῷ βοῶπις εἶναι μέγα φρονῶ , ἐπ ' ἴσης δέ εἰμι
στυγερὸς δέ οἱ ἔπλετο θυμῷ . μερμήριξε δ ' ἔπειτα βοῶπις πότνια Ἥρη ὅππως ἐξαπάφοιτο Διὸς νόον αἰγιόχοιο : ἧδε
7433390 σκηπτουχε
: ἄν ποτε . Μάκαρ : Σεβῆρε , Ἀντωνῖνε . σκηπτοῦχε : βασιλεῦ , ὁ τὰ σκῆπτρα κρατῶν , ὁ
φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον , νῦν μὲν ἀποσχώμεσθα δυσηχέος
7432282 ὑποδμηθεις
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . Κρείῳ δ ' Εὐρυβίη
θ ' , ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει , γείναθ ' ὑποδμηθεῖς ' Ὑπερίονος ἐν φιλότητι . οἱ δὲ αὐτὸ ἐπιθετικῶς
7429435 Φοιβωι
Πυθὼ ἐς ἠγαθέην καί ῥ ' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο
' ; ὡς ἀπαντᾶι δάκρυά μοι τοῖς σοῖς λόγοις . Φοίβωι ξυνῆψ ' ἄκουσα δύστηνον γάμον . ὦ θύγατερ ,
7424219 Παφιη
καὶ μέλος ἔλεγον , ὅ τε παρὰ Παππᾶν γέγωνε γυνὴ Παφίη , ἔχουσα τὸν Ἄδωνιν , κλαίουσα νύμφιον ? [
γένος , ἔστι δ ' ἐν ἡμῖν Μήνη Ζεὺς Ἄρης Παφίη Κρόνος Ἥλιος Ἑρμῆς : τοὔνεκ ' ἀπ ' αἰθερίου
7419447 γλυκερην
Χάριτες πάλιν σὺ οἴστρῳ : ἔχε , Παλλάς , Ἀφροδίτης γλυκερὴν ὅλην γενέθλην . Δαναοῖς , θέλεις , ἀμύνω ,
] τῶν χρυσῶν . πρός τ ' ἑὰ τέκνα φίλα γλυκερὴν φάσιν ἔκδοτε δούλῃ , χάρματι νοστῆσαι πάλιν [ ]
7418967 ἡμιτελης
ἀφικέσθαι θέλεις ; Τὴν οἰκίαν ἐκτελέσαι μοι πρότερον ἐπίτρεψον : ἡμιτελὴς γὰρ ὁ δόμος καταλέλειπται . Ληρεῖς : ἀλλὰ ἔμβαινε
γὰρ πόλεις ἂν ἦσαν μὴ ὄντων οἴκων , οἶκός τε ἡμιτελὴς μὲν τῷ ὄντι ὁ τοῦ ἀγάμου , τέλειος δὲ
7414068 εὐηρεα
ἀνέρι , καὶ λύσιν ἄλγους ὦκα φέρει , πρὶν ἀιστῶσαι εὐήρεα γυῖα : εἰ δέ τε λοίγιον ἄστρον ὁμοδρομέοι κεροέσσῃ
συνιόντες ἀπ ' Ὠκεανοῖο ῥοάων Φωσφόρος ἢ Φαέθων τελέους ' εὐήρεα τμῆσιν . αὕτως δ ' , εἰ φλέβα κεῖραι
7413600 ἐτευξαν
καὶ ἐναλλάγδην ὁρίων μοίρῃσι βεβῶτες , μολπῇσιν γλυκερῇσι μεμηλότας ἄνδρας ἔτευξαν , ἢ λιγυρῆς κιθάρης ἐπιίστορας ἠδὲ καὶ αὐλῶν .
ἑτέρων μαλερῇσιν ὑπ ' αὐγαῖς δερκομένου ἑτέροιο , γονὴν δούλειον ἔτευξαν . ὁππότε δ ' ἂν κέντρων ἐρατὴ κλινθεῖσα Σελήνη
7407294 φαεεσσι
? ? δῶμα βέβαλοι , οὐδ ? ? ' ἐσιδῆν φαέεσσι [ θέλω νέκυν ] , οὐδὲ γοᾶσαι γυμναῖσιν χαίταισιν
Τυνδαρέου θαλερὸν λέχος ] εἰσαναβᾶσα Λήδη ἐυπλόκαμος ? [ ἰκέλη φαέεσσι ] σελήνης γείνατο [ Τιμάνδρην τε Κλυταιμήστρην ] τε
7407077 ἀεξων
τῆς Ὀδυσσείας : “ αἰγέην κυνέην κεφαλὴν ἔχε , πένθος ἀέξων . ” σημαίνει δὲ καὶ τὴν ἐξ αἰγείου δέρματος
' ἡνία φοινικόεντα ἵππων ὠκυπόδων : μέγα δὲ φρεσὶ θάρσος ἀέξων ἰθὺς ἔχειν θοὸν ἅρμα καὶ ὠκυπόδων σθένος ἵππων ,
7404587 ἀτρυτοι
ἵπποις θυμήρεα δόρπον ὀπάζει ὕλην ναιετάουσαν , ἵνα δρόμον ἐκτελέσωσιν ἄτρυτοι , καὶ μή τιν ' ἕλοι μεσσηγὺς ἀνίη .
φορέοντα διώκει , ἐκ θέρεος ποτὶ χεῖμα βορὴν σφετέρην ἐπάγοντες ἄτρυτοι : φῦλον δ ' ὀλίγον τελέθει πολύμοχθον . κάμνει
7401407 ὁμον
, οὐ θήρεσσιν ἐοικότες ὠμηστῇσιν οὐδὲ μὲν οὐδ ' ἄνδρεσσιν ὁμὸν δέμας , ἄλλο δ ' ἀπ ' ἄλλων συμμιγέες
τὸ πᾶν : φησὶ γὰρ ὁ Ποσειδῶν ἦ μὰν ἀμφοτέροισιν ὁμὸν γένος ἠδ ' ἴα πάτρη , ἀλλὰ Ζεὺς πρότερος
7400100 τελεθει
] ἀρίστα ? ? [ , παίδων δ ' εὔκαρπον τελέθει [ ] ? γένος , οἷσιν ? [ ἐκεῖναι
ἐξ ἀρχῆς . Οὐ γάρ τι θεῶν γένος Οὐρανιώνων ἄπρηκτον τελέθει καὶ ἀμήχανον , ἀλλά οἱ ἀλκὴ ἕσπετ ' ἀπειρεσίη
7398141 κεροεσσα
δακρύοισι πεφυρμένος ἰνδάλλοιτο . ἢν δέ γε Ταῦρον ἔχῃσι παλίμφοιτος κερόεσσα , ἀνέρος ἀφνειοῦ ἐνὶ δώμασιν ἠλασκάζων δμὼς ὀλοὸς κρύπτοιτο
ἐς χέρας εἶσιν ἄνακτος . Ταύρῳ δ ' ἐμβεβαυῖα παλίμφοιτος κερόεσσα πέμπει πρὸς σθεναρὸν κτῆμα βροτόν , οὐδέ κε ῥεῖα
7392085 μουνη
καρτεροῖϲι : μία γάρ ἐϲτι πᾶϲα . μετεξετέροιϲι δὲ ἰητροῖϲι μούνη δοκέει ἡ παρὰ τὴν ῥάχιν νοϲέειν , οὕνεκα τῆϲ
τε ἦσαν καὶ φόρων ἐπιτάξιες . Ἡ Περσὶς δὲ χώρη μούνη μοι οὐκ εἴρηται δασμοφόρος : ἀτελέα γὰρ Πέρσαι νέμονται
7389977 γενετωρ
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . .
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει
7389937 τερπομενη
τρυφεροῖς . * ἀγλαύροισιν : θαλεροῖς * ἀγαλλομένη : χαίρουσα τερπομένη λύγος δέ ἐστιν εἶδος φυτοῦ ἔχον κλάδους πέντε .
οὐ γὰρ ὡς θηρίον ἐκ φωλεῶν ἡ μήτρα προέρπει , τερπομένη μὲν τοῖς εὐώδεσι , φεύγουσα δὲ τὰ δυσώδη ,
7386809 υἱεϊ
, ἡμίσταθμον ὅτου πατρὸς ψευδωνύμου ἔστω , ὃς γῆμαι δμωῆς υἱέϊ δῶκε κόρην . στῆσον δ ' αὖ † ἀλόϊον
νηπίαχον γὰρ Βάκχον Ἀγηνορὶς ἔτραφεν Ἰνώ , μαζὸν ὀρεξαμένη πρωτόρρυτον υἱέϊ Ζηνός : σὺν δ ' ἄρ ' ὁμῶς ἀτίτηλε
7385604 μινυθουσα
ὅσον ἐγγὺς ἄνασσα παρ ' ἴχνια πατρὸς ὁδεύει , τοσσάτιον μινύθουσα καλύπτεται : ὡς δ ' ἀποβαίνει , δίσκον ἀποστήσασα
ἤγαγεν ἀνέρ ' ἐς ἦμαρ . κρέσσων αὖ τούτοισι Σεληναίη μινύθουσα ἔσσεται , αὐξομένη δὲ χερειότερ ' ἔργα τελέσσει .
7384189 ἀγλαϊην
νῦν γε μετὰ δμωῇσι κέκασται . ” καὶ ἑνικῶς “ ἀγλαΐην γὰρ ἔμοιγε θεοὶ οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν ὤλεσαν . ”
ἢ τὸ τοῦ φωτὸς ἄκρον , ὃ καὶ ἄμεινον . ἀγλαΐην : κόσμια . εἴδεα καὶ μορφάς : τὸ μὲν
7383342 περιρρυτος
ἐξ ὧν ἥ τε στρατιὰ πᾶσα ὑδρεύσατο καὶ ὁ τόπος περίρρυτος γέγονε μέχρι θαλάττης καταβάντος ἀπὸ τῶν πηγῶν τοῦ ῥεύματος
τῶν Περσῶν καὶ αἵματος ἐντεῦθεν ῥυέντος . . περικλύστα ] περίρρυτος . . τὰ Περσῶν ] σώματα . . φίλοι
7377365 αὐδηεσσα
ε . . . . . , = . : αὐδήεσσα : ὁ Ἀπίων ὀνομαστὴ καὶ ἔνδοξος , οἷον αὐδωμένη
πλησίστιον , ἐσθλὸν ἑταῖρον , Κίρκη ἐϋπλόκαμος , δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα . ἡμεῖς δ ' ὅπλα ἕκαστα πονησάμενοι κατὰ νῆα
7376605 μελημα
' ἀνθρώποις περισπούδαστος οὖσα , οὕτω καὶ θεοφιλής ἐστι καὶ μέλημα τοῖς κρείττοσιν ἐναργῶς ὡς τοὺς μὲν αὐτῶν πάλαι πρὸς
χαίταισιν ἵσδει : [ Ἀστυμέλοισα ] κατὰ στρατόν [ ] μέλημα δάμωι [ ] μαν ? ἑλοῖσα [ ] λέγω
7375550 ὁσσοις
καὶ ἴδμονα μαντοσυνάων . ὣς δ ' αὕτως σκέψαιο καὶ ὅσσοις ἀστράσι Μήνη συμφέρετ ' , ἢ ὅσσοισι μέχρις φάσιος
, ἄφνω ἀπενόσφισαν ὄλβον . ἐν πενίῃ δὲ μογεῦσι καὶ ὅσσοις φῶτα δύ ' ὥρην μὴ λεύσσῃ , πάμπαν δέ
7374894 πειθ
σύ γ ' , ἀλλ ' ἐμοὶ πιθοῦ . Μὴ πεῖθ ' ἃ μὴ δεῖ . Δυστάλαινά τἄρ ' ἐγώ
. πρόσπιπτε δ ' οἰκτρῶς τοῦδ ' Ὀδυσσέως γόνυ καὶ πεῖθ ' τὴν σὴν ὥστ ' ἐποικτῖραι τύχην . ὁρῶ
7372326 ἑσπεσθαι
. σχέτλιος , ἦ μὲν ἔμελλε καὶ αὐτῷ πότμος ὁμοῖος ἑσπέσθαι παρὰ βωμὸν ἀληθέος Ἀπόλλωνος ὕστερον , ὁππότε μιν ζαθέου
ἦ μάλα δή τινα Κύπρις Ἀχαιϊάδων ἀνιεῖσα Τρωσὶν ἅμ ' ἑσπέσθαι , τοὺς νῦν ἔκπαγλ ' ἐφίλησε , τῶν τινα
7371029 νυχια
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα ,
, φερέκαρπε , ἠλεκτρίς , βαρύθυμε , καταυγάστειρα , † νυχία , πανδερκής , φιλάγρυπνε , καλοῖς ἄστροισι βρύουσα ,
7369619 κτεατεσσι
ἕξεις , ἄλλοτε παυρότερα , ὥστε σε μήτε λίην ἀφνεὸν κτεάτεσσι γενέσθαι , μήτε σέ γ ' ἐς πολλὴν χρημοσύνην
. ὑγίεντα δ ' εἴ τις ὄλβον ἄρδει , ἐξαρκέων κτεάτεσσι καὶ εὐλογίαν προστιθείς , μὴ ματεύσῃ θεὸς γενέσθαι .

Back