| , βαρύς , φορτικός , ἐπαχθής , κομπαστής κομπώδης , περισπούδαστος περίσπουδος ὑπέρσπουδος κατεσπουδασμένος , ἐπισκυθρωπάζων , πεπλασμένος καταπεπλασμένος , | ||
| αὐτῷ καὶ ἱππασία καὶ ὁπλομαχία συνήθη γυμνάσματα . Ἦν δὲ περισπούδαστος ἅπασιν Ἐφεσίοις , ἅμα καὶ τοῖς τὴν ἄλλην Ἀσίαν |
| ἄλλως : ἐμοὶ λόγος , φησὶ , λεπτὸς μὲν , ἐπίφθονος δὲ , τουτέστι : φθονηθησόμενος μὲν , δυνάμενος δὲ | ||
| λευκοῦ ζεύγους , ἐξυπτιάζων , περίβλεπτος ἅπασι τοῖς ὁρῶσι καὶ ἐπίφθονος . καὶ προέθεον πολλοὶ καὶ παρίππευον καὶ εἵποντο πλείους |
| ἄκρως Ὅμηρος τὰς τοιαύτας διαφοράς . εὔμορφος εὐειδοῦς διαφέρει . εὔμορφος μὲν γάρ ἐστιν ὁ τὴν μορφὴν εὖ ἔχων , | ||
| εὐμορφότερός εἰμι , ὦ Μένιππε ; Οὔτε σὺ οὔτε ἄλλος εὔμορφος : ἰσοτιμία γὰρ ἐν ᾅδου καὶ ὅμοιοι ἅπαντες . |
| αἰδοῖ σώζομεν αὐτῆς τὴν παρουσίαν , καὶ πάρεστιν ἡμῖν ἰδεῖν ἡδίστη καὶ πολύτιμος καὶ ἀλοίδορος . ἤγουν νομίζομεν ἔτι συνεῖναι | ||
| , ὃ γὰρ ἀπῆλθε φύσει , τοῦτο μένει τέχνῃ , ἡδίστη δὲ ἡ τῶν ἀπολλυμένων ἀνάκτησις , ὥστ ' , |
| καὶ κινήσεις , ψυχὴν δέ , εἰ θαρραλεότητος καὶ εὐτολμίας ἀνάπλεως , εἰ ἀκατάπληκτος καὶ μεστὴ φρονήσεως | εὐγενοῦς , | ||
| τῇ Ἑλλάδι ἐν τοῖς μάλιστά ἐστιν εὔγεως καὶ δένδρων ἡμέρων ἀνάπλεως : καὶ οἱ τῆς ἀνδράχνου θάμνοι παρέχονται τῶν πανταχοῦ |
| . ἐρρέθη . ὁ γὰρ λόγος ἀκουόμενος περὶ τοῦ Γρᾶ καλλίων . τὰ δὲ περὶ τῆς ἀποικίας τῆς Λέσβου Ἑλλάνικος | ||
| τρύγα , καλλίονα εἰπεῖν , μὴ ἀπαιτουμένῳ εἰπεῖν τίνος ἐστὶ καλλίων . τοῦτο πρῶτον . δεύτερον δὲ ὅτι ἐπὶ τῶν |
| τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀπολελυμένου Αἰολικοῦ τοῦ σάος | ||
| ἀήρ ἀέρος ἀέριος , αἰθήρ αἰθέρος αἰθέριος , σωτήρ σωτῆρος σωτήριος : οὕτως οὖν καὶ ἀλιτήρ ἀλιτῆρος ἀλιτήριος . ἀπὸ |
| λόγοι , πολιτικὸς μὲν ἥκιστά ἐστι , σεμνὸς δὲ καὶ ὑπέρογκος τοῖς τε ἄλλοις καὶ τῷ δι ' ἀποφάνσεων περαίνειν | ||
| Σωτίων ἐν Διαδοχαῖς . οὗτος ἐσθῆτί τε μαλακῇ ἐχρῆτο καὶ ὑπέρογκος ἦν τὸ σῶμα , ὥστ ' αὐτὸν ὑπὸ τῶν |
| δὲ ἄλλοις πολλὴν ἀσφάλειαν προαγορεύει . ἀγορὰ ἐσπαρμένη παντὶ δήπουθεν ἄβατος γίνεται , ὅ τι ἂν ᾖ τὸ ἐν αὐτῇ | ||
| ἐκ Πειραιῶς εἰς Ζωστῆρα καὶ Σούνιον φερούσῃ . ἀντὶ τοῦ ἄβατος καὶ ἄστατος . . ἀΐδρυτος ἀβάτοισιν : Οἷον ἀκάνθαις |
| γὰρ οὖσα παιδίον τῆς ἡλικίας αὐτὴν οὔπω κρυπτούσης ἐπεὶ προϊοῦσα περίβλεπτος ἦν καὶ τοὺς ἁπάντων ἐφείλκετο πρὸς αὑτὴν ὀφθαλμούς , | ||
| Ἑρμοκράτους πλησίον τῆς θαλάσσης , ὥστε καὶ τοῖς πόρρωθεν πλέουσι περίβλεπτος εἶναι : τοῦτον ὥσπερ θησαυρὸν ἐπλήρωσεν ἡ τῶν ἐνταφίων |
| ἐν μὲν τοῖς ἀλόγοις ἡ ὄρεξις γνώσει καὶ κρίσει ἀμφοῖν ὑπηρετεῖ , ἐν δὲ τοῖς λογικοῖς λόγῳ τε καὶ νῷ | ||
| τὸ εἰωθὸς ποιοῦσα ἐμφορεῖταί τε τοῦ ἐπιβούλου νάματος , καὶ ὑπηρετεῖ καὶ ἄκουσα τῷ βουλήματι τοῦ ἐραστοῦ . Μέθης γὰρ |
| : τοῦ θείου γὰρ κάλλους ἅπασαν ὥραν νικῶντος ἡ μείζων εὐπρέπεια τῶν ἀγαλμάτων ἐγγυτέρω γίνεται τῆς ἀληθείας καὶ πλείονα φέρει | ||
| καὶ κρᾶσις ἀέρων μεριζομένων ἐξ ἴσου τὸ ἔτος , οἰκοδομημάτων εὐπρέπεια , τρόπος οἰκητόρων ἐπιεικής . ταῦτα δὴ σοῦ τῆς |
| ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς . εἴην εὑρησιεπὴς ἀναγεῖσθαι πρόσφορος ἐν Μοισᾶν δίφˈρῳ : τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις | ||
| γίγαντι γηγενέται προσόμοιος , ἀστερωπὸς ὥσπερ ἐν γραφαῖσιν , οὐχὶ πρόσφορος ἁμερίωι γένναι . τὸν δ ' ἐξαμείβοντ ' οὐχ |
| , εὐτελὴς ὑπερβολῇ , ὁ δ ' ἄσωτός ἐστι , πολυτελής , θρασὺς σφόδρα . εὐώνυμον λέγουσιν , οὐ μόνον | ||
| καὶ ἀηδίαν ἐμποιοῦντας τοῖς δαιτυμόσιν . Ἄβρωνος βίος : ὁ πολυτελής . Ἄβρων γάρ τις ἐγένετο πλούσιος . ὅθεν καὶ |
| Ἑρμοῦ στάσιν ἐπὶ τοῦ μεσουρανήματος , ἀμφοτέρων ὄντων ὑπαύγων , περιφανὴς δὲ διὰ τὸ τοὺς δ ἀστέρας ἐν τῷ μεσουρανήματι | ||
| πλείστου πειρῴμην . αὐτὰ γὰρ ταῦτ ' ἐστὶ καὶ συκοφαντία περιφανὴς καὶ ἀπόδειξις ἐναργὴς τοῦ μηδὲν συκοφαντίας ἐλλείπειν . ἃ |
| τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
| δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
| . καλοὺς κούρους ἔχον . ἀδελφαὶ αὐτῆς . στήριγμα . ὁμοδίαιτος τῇ δικαιοσύνῃ , ἧς παρούσης καὶ εἰρήνη ἐστί : | ||
| μυῖαν ὕστερον . σύντροφος δὲ ἀνθρώποις ὑπάρ - χουσα καὶ ὁμοδίαιτος καὶ ὁμοτράπεζος ἁπάντων γεύεται πλὴν ἐλαίου : θάνατος γὰρ |
| ὁ Ἴστρος οὐ γόνιμος , ὁ δὲ Νεῖλος γόνιμος . Ἥδιστον θέαμα ὁ Νεῖλος , ἀλλ ' οὐ τολμῶ παραπεμψάμενος | ||
| δενδροτρόφα , καὶ λειμῶνες ἀνθοῦντες , καὶ νάματα ῥέοντα . Ἥδιστον ἦν θέαμα ὁ Ἀχιλλεύς , οὐ διὰ τὴν ξάνθην |
| μέντοι ἑαυτὸν ἐλύσατο . καὶ αἰδοῖ Ἀντωνίου τῇ κηλῖδι τῇδε σιγὴ κατεχύθη ἀργυρώνητος . ἔκρινα δὴ καὶ ταύτην τῆς τύχης | ||
| τῶν ἡδέων ἡγοῦ μᾶλλον συντελεῖν εἰς ἀρετήν . τὰ γράμματα σιγὴ ἔστι ζῶσα τοῖς εἰδόσι , τοῖς δὲ μή , |
| πόνον : μόχθον . Ψυχήν : κατά . πολυδαίδαλος : ποικίλος , πανοῦργος , φρόνιμος , πολύδουλος , πολυσύνετος , | ||
| ἀμηχάνῳ τόλμῃ τὸ στρατόπεδον ἐπόρθει . φόνος τε ἦν ἑκατέρων ποικίλος : ὑπὸ δὲ μεγέθους πεδίου τε καὶ κονιορτοῦ τὰ |
| ἐν αʹ Δευκαλιωνείας Ἐρυσίχθονά φησι τὸν Μυρμιδόνος , ὅτι ἦν ἄπληστος βορᾶς , Αἴθωνα κληθῆναι . Πολέμων δ ' ἐν | ||
| σωφρόνως οἰκεῖν οἰκίαν . τοῦ δ ' αὐτὸς αἴτιος ἦν ἄπληστος καὶ πολυτελὴς ὤν , προχείρως ἅπαντα ποιῶν καὶ κτώμενος |
| πρώραν „ , ἔφη : „ ἀλλ ' ἔμοιγε οὐκέτι λυπηρὸς ὁ θάνατός ἐστι , εἴγε ὁρᾶν μέλλω τὸν ἐχθρόν | ||
| ἄν ; Οὐδ ' ἄρα ὁ μέσος βίος ἡδὺς ἢ λυπηρὸς λεγόμενος ὀρθῶς ἄν ποτε οὔτ ' εἰ δοξάζοι τις |
| Ἡ μὲν γὰρ γλίσχρα καὶ μελάγγεως ἐρέβινθον , ἡ δὲ κούφη κύαμον φέρει καλλίω , σύμμετρα γὰρ ἑκατέρῳ τὰ τῆς | ||
| καὶ ξυνεχέϲτερον ἢ τοῖϲι ἄλλοιϲι . τροφὴ ἀνὰ πᾶϲαν ἡμέρην κούφη , εὔπεπτοϲ , τὰ πολλὰ ϲιτώδηϲ : ἔϲτω δὲ |
| ἐκείνῳ συμβάντων παιδευθεὶς ὁ Παρθυαῖος χρόνοις ὕστερον ἀκούων τὰ ἱερὰ πλούσια παρ ' αὐτοῖς , ὁρῶν δ ' ἀπειθοῦντας , | ||
| ὁ Ἥλιος ἀγαθοποιοῖς τόποις καὶ ἄστρασιν , ὑπονοητέον εὐτυχῆ καὶ πλούσια τὰ περὶ τὸν πατέρα καὶ αὐτῷ τῷ τέκνῳ τὰ |
| χρὴ εἰδέναι , ὅτι ὁ ἄνθρωπος τῇ πρώτῃ τῶν ἡμερέων θερμότατός ἐστιν αὐτὸς ἑωυτοῦ , τῇ δὲ ὑστάτῃ ψυχρότατος : | ||
| κιρρὸς θερμό - τερος τοῦ μέλανος : ὁ δὲ ξανθὸς θερμότατός ἐστιν ἄκρως , εἶθ ' ὁ κιρρός , εἶθ |
| , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων ἀπ ' αὐτῆς καὶ φιλοχωρία , ἴσως καὶ φιλόχωρος , φιλοτεχνία φιλότεχνος . Ἀριστοφάνης | ||
| χωρικῶς , καὶ κατὰ χώραν ἔμεινεν , καὶ φιλοχωρεῖν καὶ φιλοχωρία , καὶ χωροφιλεῖν παρὰ Ἀντιφῶντι , ἦ που δὲ |
| , ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς | ||
| , ἑτοιμάζεται . εὐνῇ : κοίτῃ : οὐ γὰρ ταύταις ἐπέραστός ἐστιν ἡ τέρψις τοῦ γάμου , οἷα καὶ τοῖς |
| ἀδεές , νομίσας πλέον τι τῶν ἄλλων ἐπίστασθαι αὐτόν , παντοδαπὸς ἦν ἱκετεύων μὴ φθονῆσαι μηδένα τρόπον , ἀλλὰ φράσαι | ||
| . τί ἐκ τῶνδ ' εἰκάσαι † λόγος πάρα ; παντοδαπὸς δὲ καρπὸς χαμάδις πεσὼν ἀλγύνει κυρήσας , πικρὸν δ |
| : μὴ παρέχουσα μηχανὴν πρὸς τὸ καταγοητεῦσαι τοὺς ἐχθρούς : ἀβοήθητος : πρὸς τὸ ἰσχυρὸν τῆς τόλμης ἔρχομαι , οἷον | ||
| καὶ ἀντὶ τοῦ παντελῶς . οὕτω Πλάτων . Ἀτιμώρητος . ἀβοήθητος ἢ θαυμαστός : ἐστὶ δ ' ὅτε καὶ ὁ |
| οὕτως ἂν γένοιτο , καθὼς καὶ ἔσται καὶ εἵμαρται . σύνδρομα πετράων : τὴν σύνοδον . διὰ δὲ τούτου πάλιν | ||
| ὥς κε πέλῃ , τὼς ἔσσεται : ἢν δὲ φύγητε σύνδρομα πετράων ἀσκηθέες ἔνδοθι Πόντου , αὐτίκα Βιθυνῶν ἐπὶ δεξιὰ |
| ἀμείνων ἐστίν , ἀλλὰ καὶ αὕτη διαφθαρεῖσα κατὰ τὴν γαστέρα κακόχυμος ἱκανῶς γίνεται . τῶν δὲ λαχάνων οὐδὲν μὲν εὔχυμόν | ||
| δ ' αὐξηθεῖσα τοῖς σηπεδονώδεσιν ἑτοίμως ἁλίσκεται νοσήμασιν , ὅτι κακόχυμος ἑτοίμως γίνεται . εἰ δ ' ὀλίγῳ μὲν ὑγροτέρα |
| εἰς τὴν Κῴαν θάλασσαν πρὸς τῆς Λακαίνης , εἰπούσης ὅτι περιμάχητος ἔσται . χρόνῳ δὲ Λεβεδίων τινῶν αὐτόθι γρῖπον ὠνησαμένων | ||
| τὰ περὶ τὴν ἐκφορὰν βασιλικῶς ἐφιλοκάλησεν . Κλεοπάτρα μὲν οὖν περιμάχητος γενομένη παρὰ τοῖς ἐπιφανεστάτοις ἡγεμόσι πρὸ τοῦ συντελεσθῆναι τὸν |
| λίθους : ἡ ἑτέρα δὲ μάλα εὐπρόσωπος καὶ τὸ σχῆμα εὐπρεπὴς καὶ κόσμιος τὴν ἀναβολήν . Τέλος δ ' οὖν | ||
| κακοδαίμων , ψιλὸς οὖν στρατεύσομαι . Μὴ φροντίσῃς : ὡς εὐπρεπὴς φανεῖ πάνυ . Βούλει θεᾶσθαι σαυτόν ; Εἰ δοκεῖ |
| κτημάτων πολυτελῶν καὶ βίου τραγῳδουμένου , καὶ . . . εὐτελὴς εἶναι τὴν ψυχὴν ὑπολαμβανέσθω . ὁ γὰρ μεγαλόψυχος προδιανοεῖται | ||
| οὐκ ἄλλως ἐρῶ . ὁ σηματουργὸς δ ' οὔ τις εὐτελὴς ἄρ ' ἦν ὅστις τόδ ' ἔργον ὤπασεν πρὸς |
| μὴ ἡμῖν προσέχειν , ὦ μῶρε . γυνὴ τὴν ὥραν διαπρεπής , σώφρων τὸν τρόπον . ὃ δὲ ὁρᾷ τὴν | ||
| ἥρωας . Οὐ μόνον δὲ τοιούτους ἥρωας ἔθρεψεν , ἀλλὰ διαπρεπής ἐστι καὶ τὰ ἐν ἀνδράσι , τουτέστι καὶ ἄνδρας |
| δίκην : καὶ ὅτι παρὰ μὲν τῶν αὐτὸ τοῦτο μόνον ὄνησίς ἐστι τῇ πόλει , οἱ δὲ μετὰ τούτου καὶ | ||
| ἔγνω : διὸ καὶ ἀπώλετο . κέρδος δὲ φίλτατον : ὄνησίς ἐστι τῶν διδομένων , ὅταν τις παρ ' ἑκόντος |
| δ ' ἐν τυμβήρει θαλάμῳ κατεζεύχθη : καίτοι καὶ γενεᾷ τίμιος , ὦ παῖ , παῖ , καὶ Ζηνὸς ταμιεύεσκε | ||
| καὶ συμμάχους , καὶ σὺν ὑμῖν μὲν ἂν οἶμαι εἶναι τίμιος ὅπου ἂν ὦ , ὑμῶν δὲ ἔρημος ὢν οὐκ |
| δὲ συὸς βλοσυρῆς , ἣ δ ' ἵππου χαιτηέσσης . εὔφορος ἥδε , ταχεῖα , περίδρομος , εἶδος ἀρίστη : | ||
| ψυχροῦ νάματος ἀτμίδων τε καὶ ἀέρων , ὧν Ἰταλία μόνη εὔφορος . ” τοιαῦτα δή τινα τῷ μειρακίῳ ὑποτυπούμενοι ἤγειρον |
| ὀγδοάτης ἀνάγηται νόστος μὲν χρόνιος τότε ἔσται , ἀλλ ' ἐπιτερπής . Καρκίνος αὖ πολλαῖς κεν ἀνιήσειε γαλήναις , ἀλλ | ||
| τὰ βάρη τιθέναι . Ἡ αὐτάρκεια καθάπερ ὁδὸς βραχεῖα καὶ ἐπιτερπής , χάριν μὲν ἔχει μεγάλην , πόνον δὲ μικρόν |
| . ἀλαθής τέ μοι : ἀληθὴς δὲ περὶ τούτων καὶ ἐξαίρετος ὅρκος ἔσται . ὀμνύειν δὲ βούλεται ὡς ἀληθεύων ἐν | ||
| τουτέων δὲ ἡ μὲν Ἄνθυλλα ἐοῦσα λογίμη πόλις ἐς ὑποδήματα ἐξαίρετος ” . τὸ ἐθνικὸν Ἀνθυλλαῖος , ὡς Ἄβολλα Ἀβολλαῖος |
| ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : | ||
| ἀρτιφύτοισιν : νεωστὶ αὐξανομένοις , ἄρτι φυομένοις , τοῖς ἀρτίως φύτοισιν . ἀΐσσουσιν : ὁρμῶσιν , ἀνορμῶσιν . Ἀναΐσσουσιν : |
| λευκὴν γῆν καὶ ὑπότεφρον παραληπτέον καὶ τῇ Σαμίᾳ ἐμφερῆ : πλακώδης δ ' ἐστὶ καὶ λεπτή , τοῖς δὲ σχήμασι | ||
| εἴδη , τό τε προειρημένον καὶ ὁ καλούμενος ἀστήρ , πλακώδης ὢν καὶ πυκνὸς ὡς ἀκόνη . δύναμιν δ ' |
| : τὸ δὲ πέρας , οὐ πόλιν ὅλην φυλὴν δὲ μαλακὸς ἀνατρέπει : ἐπεὶ κατὰ μέρος τὰς πόλεις , ὦ | ||
| καὶ τὸ τυρῶδες τοῦ γάλακτος ἐμπλαστικόν ἐστι , καὶ ὁ μαλακὸς καὶ νεοπαγὴς τυρός . καὶ ἡ τοῦ ὑὸς πιμελή |
| αὐτοῦ ἐκφαίνεται , καὶ ἡ ἐπιμέλεια καὶ ὁ κόσμος ἐνταῦθα ἐκπρεπής . διόπερ δεῖ μάλιστα , καλὸν ὅτε ποιοῖμεν λόγον | ||
| φιλτάται βάλοιμεν χρόνωι , φυγάδα μέλεον . ὡς ὅπλοισι χρυσέοισιν ἐκπρεπής , γέρον , ἑώιοις ὅμοια φλεγέθων βολαῖς . ἥξει |
| γὰρ ἄλλην , ἣν σῴζειν τὰς πολιτείας νενόμικεν . ἡ σεμνή . ὡς εὐδοκιμοῦσα μᾶλλον τῶν ἄλλων τῆς μουσικῆς εἰδῶν | ||
| , ὀλβιόμοιρε , ἣ κατέχεις ὀρέων δρυμούς , ἐλαφηβόλε , σεμνή , πότνια , παμβασίλεια , καλὸν θάλος , αἰὲν |
| καρπογονίαν ἐπέδωκε , καὶ εἰσέτι σταχυοφορεῖ καὶ τοῖς ἑαυτοῦ βρίθει βλαστήμασιν , Ἡρακλέος αὐτὴν οὕτω φιλεργήσαντος . Ἐκεῖ καὶ Μέμνονος | ||
| ὕβρει χρώμενος πλείονι τῆς ἀμπέλου παρέτρωγε καὶ διελυμαίνετο προσιὼν τοῖς βλαστήμασιν . ἡ δὲ πρὸς αὐτὸν εἶπεν : „ μένει |
| τοῦ εὔρους ὠνομάσθη : Λιβύη δὲ ὑφ ' Ἑλλήνων ἦν ἄγνωστος πάνυ , ἀπὸ δὲ ἔθνους ἐπισήμου Φοινικῶς ὠνομάσθησαν [ | ||
| ἄδοξος , ἀκλεής δυσκλεής , ἀνώνυμος , ἀφανής , ἀγνώριστος ἄγνωστος , ἀδόκιμος , ἀζήλωτος : ἐπιβόητος δὲ καὶ ἐπίρρητος |
| λοιδορία . Δημοσθένης : τῆς δὲ πομπείας ταύτης ὕστερον . παρρησία καὶ παρουσία διαφέρει . παρρησία μὲν γὰρ ἡ διὰ | ||
| . τῆι κόρηι δ ' ἐν ὁμοίοις πάθεσιν οὐχ ὁμοία παρρησία τῶν λόγων ἦν πρὸς τὴν Θάμβην . ἡ γὰρ |
| ὁ ἐσθίων ἀνθράκων καὶ γῆς : ἐξ ἔθους δὲ γίνεται θηριώδης ὁ ταῖς παρὰ φύσιν ἡδοναῖς ἐκ προοιμίων τοῦ βίου | ||
| , φαύλως ἠγμένος , ἀπρόθυμος , ἀπαίδευτος , ἄτακτος , θηριώδης , δύσφορος , ἀκάθεκτος , ἀκόλαστος τὴν γνάθον , |
| πλούτῳ καὶ ἀκολάστῳ συνημμένη καὶ ἴσα , φασί , βαίνουσα πολυτέλεια , καὶ ἅμα ἀνοίγοντος ἐκείνου τῶν πόλεων καὶ οἴκων | ||
| τοῖς θεωμένοις . δηλοῖ δὲ τὴν τρυφὴν αὐτῶν καὶ ἡ πολυτέλεια τῶν μνημείων , ἅ τινα μὲν τοῖς ἀθληταῖς ἵπποις |
| ' ἕκαστον κινήσεις μεταφέρεσθαι , οἷον οἰκοδόμησιν αὔξησιν ἰάτρευσιν . δήλη δὲ ἡ μετάθεσις μεταλαμβανομένου τοῦ δυνάμει καθ ' ἕκαστον | ||
| ' ὀξὺν καὶ διακαῆ πυρετὸν ταῦτα ποιεῖ : τότε γὰρ δήλη ἐστὶν ἡ αἰτία καθ ' ἣν τοῦτο ποιεῖ , |
| τὸ ἵημι τὸ σημαῖνον τὸ πέμπω ἑτός καὶ ἄφετος καὶ ἄνετος . . . . ἀνέγναμψαν : αὐτὰρ ἐμοὶ δεσμὸν | ||
| ἄνω . τὰ δὲ ἔχοντα Α ὁμοίως : ἄργετος ἄρετος ἄνετος πάγετος , ὅπερ ὀξύνει ἡ συνήθεια . ἔτι ὀξύνεται |
| ἐμαυτὸν οὐδὲ φυσῶμαι καὶ μετεωρίζομαι , ἀλλὰ φιλόλογος μὲν καὶ φιλόπονος οἶδά τις ὤν , οὔπω γε μὴν τοσοῦτον ὅσον | ||
| Θέων οὐ μάλα ἀγχίνους οὐδὲ ὀξύς , φιλομαθὴς δὲ καὶ φιλόπονος εἰς ὑπερβολήν . ταῦτά τοι καὶ ἐγεγόνει πολυμαθέστατος ἐν |
| τὸ στρατόπεδον , καὶ ἦν ἄλλη φυγὴ τῶν Ἀντιοχείων ἐκεῖθεν ἄκοσμος . ὁ δὲ Μάνιος μέχρι μὲν ἐπὶ Σκάρφειαν ἐδίωκεν | ||
| δεδομένην , δανεισταί τε χρέα καὶ ταύτης ἐπεδείκνυον , καὶ ἄκοσμος ἦν ὅλως οἰμωγὴ καὶ ἀγανάκτησις . οἱ δ ' |
| καὶ πιττωθέντοϲ τοῦ πώματοϲ πρὸϲ τῷ μηδαμόθεν διαπνεῖϲθαι , τονικὴ ἐκλύτου γαϲτρὸϲ ἡ τοιαύτη γίγνεται καὶ τοὺϲ ἀνορέκτουϲ ἐπεγείρει πρὸϲ | ||
| βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν |
| ἀρετὴ οὐδὲν ἧττον ἐπῆγεν αὐτὸν θαυμαστή τις οὖσα καὶ πᾶσιν εὐθηνουμένη τοῖς ἀγαθοῖς : ἥ τε γὰρ γῆ πάμφορός τέ | ||
| αὖθις τῶν ὀνομαστῶν καὶ πλουσίων οἰκήτορσί τε ἀρίστοις κεχρημένη καὶ εὐθηνουμένη πᾶσι καλοῖς . εἶχε δὲ αὐτῆς τὴν ἀρχὴν πρὸ |
| Ἄβδηρα δέ ἐστι πόλις Θρᾴκης : ἐγένετο δὲ ὁ ἀνὴρ λογιώτατος , ὃς ἐλθὼν ἐν Αἰγύπτῳ ἐμυσταγωγήθη παρὰ τοῦ μεγάλου | ||
| μέτρου , σοὶ δὲ ἰαμβείου . ” ἐπεὶ δὲ καίτοι λογιώτατος ὢν κατανάλωσεν ἄκων ἅπαντα τὰ τῆς φιλοσοφίας μέρη καὶ |
| πολύδενδρος πολύυλος πολύυδρος , πολύξυλος , πολυσκώμμων , πολυτελής , πολύτιμος , πολυειδής , πολυγενής , πολύμορφος , πολυανθής , | ||
| ἐπισπᾶται καὶ θηριοπλήκτους καὶ ἑρπετοδήκτους ἰᾶται . Ἄνθραξ λίθος ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων , βασιλεῖ ποθητός |
| καὶ ἀμπεχόνῃ καὶ φωνῇ καὶ βαδίσματι : ὁ μὲν ὡς ἥδιστος ἰδεῖν ὤν , ὁ δὲ ὡς ἀληθέστατος : καὶ | ||
| ' ἀλλήλων μὴ ἡδεῖς ὄντας , οὐχ οἷόν τε . ἥδιστος δὲ ὁ φίλος τῷ φίλῳ . διὰ τοῦτο δὲ |
| ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος ἐπαινουμένη : ἀνδραγαθία ? δὲ καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετὴν ἔχει | ||
| ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος ἐπαινουμένη : ἀνδραγαθία δὲ τῆς κατὰ ψυχὴν ἀρετῆς μαρτυρία . |
| καὶ γῆ καὶ θάλασσατὸ μέγιστον ὁ χαλκός ἐστιν , ὃς ἄφθονος ἀνορυττόμενος αὐτοῦ γεωργεῖται καὶ διαδιδόμενος πανταχοῦ τῆς Ἀσίας τε | ||
| τις μέμψασθαι . ἔστι δὲ ἐνταῦθα τὸ ἀμεμφής ὅμοιον τῷ ἄφθονος . λέγει δὲ ὡς ἐστὶ μέν τις πλούσιος σφόδρα |
| ὅτε βοῦς γενομένη κατὰ ζηλοτυπίαν Ἥρας ἔφευγεν . ἐς τοσοῦτον παραδοξολογίας ἐπειγόμενος ὁ Μιθριδάτης ἐφικέσθαι ὅμως ἐπενόει καὶ διώδευεν ἔθνη | ||
| τοῖς ὁμοτέχνοις . ὁρμῆς τε γὰρ τοῖς σοφισταῖς ἦρξε καὶ παραδοξολογίας καὶ πνεύματος καὶ τοῦ τὰ μεγάλα μεγάλως ἑρμηνεύειν , |
| δὲ κἀκεῖνο ἐπίστησον ἐνταῦθα , ὅτι ὁ Σωκράτης οὐκ ἔστιν ἐφεκτικός . κολακείαν . πᾶσα κολακεία ἐκ τριῶν τινῶν ὀφείλει | ||
| καὶ ζητῶν καὶ νοῶν ἐν τῇ σκεπτικῇ διαθέσει μένει ὁ ἐφεκτικός : ὅτι γὰρ τοῖς κατὰ φαντασίαν παθητικὴν ὑποπίπτουσιν αὐτῷ |
| ἡ φύσις , καὶ τρέπεται ἐφ ' ἑκάτερα , καὶ ἀκμάζει ὀλίγον χρόνον ἡ εὐεξίη ἐν τοῖσι τοιουτοτρόποισι τῶν σωμάτων | ||
| μή με λελήθατε χρησμοὺς ἐκ Δελφῶν δεξάμενοι . ἕως οὖν ἀκμάζει τῆς ὀργῆς ταύτης ἡ φλόξ , τίς οὕτως ἀνδρεῖος |
| γὰρ ἐλευθεριότης περὶ δόσιν ἐστὶ καὶ λῆψιν , ἡ δὲ μεγαλοπρέπεια περὶ τὴν δόσιν . καλείσθω γὰρ ἡ δαπάνη καὶ | ||
| τε καὶ βαναυσία τῆς ἀσωτίας διαφέρει , οὕτως καὶ ἡ μεγαλοπρέπεια τῆς ἐλευθεριότητος διοίσει . λέγονται δὲ βάναυσοι καὶ οἱ |
| ἡ ἀποστολὴ , λέγεται δὲ πομπὴ καὶ ἡ μετὰ σταυροῦ λιτὴ καὶ ἔφοδος καὶ ἐξαποστολὴ καὶ δημοσίευσις , καὶ πομπεῖα | ||
| καὶ διὰ τοῦ σώματος ἐνδείκνυσθαι , ὅτι ἡ ἀφελὴς καὶ λιτὴ καὶ ὕπαιθρος δίαιτα οὐδὲ τὸ σῶμα λυμαίνεται : ἰδοὺ |
| τουτὶ τὸ μνῆμα ἀναπαυσόμενος . ἐκ τούτου δὲ τοῦ ὀνείρατος εὔελπίς εἰμι καλοῦ θανάτου τυχεῖν : νομίζω γὰρ μηδὲν κίβδηλον | ||
| ἔχε . . ἀμέλει . ὡς ] ὅτι . . εὔελπίς εἰμι ] λίαν ἐλπίζω . τῶν ] ἀπὸ τούτων |
| τὸ ω μέγα ποιητικῶς εἰς ο μικρόν . ἠερόεσσα : διαυγὴς , ἢ μελανοειδὴς ἀπὸ τοῦ ἀερῶδες τὸ σκοτεινόν : | ||
| δὲ τὸ διὰ τῆς ταυροκόλλης : ταυροκόλλα γὰρ καλὴ καὶ διαυγὴς ἐν ὀξυκράτῳ βρέχεται μέχρι διαλυθείη , ἔπειτα εἰς ῥάκος |
| ' ἔσται σωτηρίας τε καὶ εὐδαιμονίας μεστὰ καὶ πάντων κακῶν ἀποφυγή : εἰ δὲ μή , μήτ ' ἐμὲ μήτ | ||
| καὶ διάνοια . καὶ ἀπάτητον πρᾶγμα . ἀναχώρησις : ἡ ἀποφυγή . Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας . αὐτομήνυτος : ὁ |
| Ἀπὸ γὰρ κόρος ἀμβλύνει ] ἀπαμβλύνει γὰρ καὶ καταβάλλει ὁ κόρος τῶν λόγων τὰς ταχείας ἐλπίδας τῶν ἀκροατῶν : ποταπός | ||
| ἐστιν ἡ διακόσμησις κατ ' αὐτόν , ἡ δὲ ἐκπύρωσις κόρος . πάντα γάρ , φησί , τὸ πῦρ ἐπελθὸν |
| Ἀγκύρᾳ Μάξιμος , εὐγενής , εὐγενέστερος Κόδρου , φασί , πρᾷος , ἐκ τοῦ δικαίου πλουτῶν , οὐ τὴν τοῦ | ||
| ἐπαινεῖται : ὃς δὴ ὁ πρᾷός ἐστι . δοκεῖ γὰρ πρᾷος εἶναι ὁ ἀτάραχος καὶ μὴ ἀγόμενος ὑπὸ τοῦ πάθους |
| πᾶσαν . θ ' ἐξὀρῶν ? ? ἀντὶ τοῦ πραεῖα προσφιλής εἶδος ὑποδήματος γυναικείου κοίλου : . ποιητικῶς : ἀντὶ | ||
| μὴν τὸν πόθον Ἀθηνᾶς ἀφείλοντο , ἀλλὰ προσμένει τῇ θεῷ προσφιλής , καθάπερ καὶ ἡ ἐλαία , καὶ μεταθεῖσα τὸν |
| σατράπης κατέστη . ἦν δὲ ὁμοπατρία αὐτῶι ἀδελφὴ Ῥωξάνη , καλὴ τῶι εἴδει καὶ τοξεύειν καὶ ἀκοντίζειν ἐμπειροτάτη : ἐρῶν | ||
| περὶ τοῦ μὴ δεῖν δανείζεσθαι “ τὴν δὲ τράπεζαν ἡ καλὴ Αὐλὶς . . . ἀργύρων . . . δυσχερές |
| πάνυ σφοδρός τε καὶ τραχύς ἐστι : διὸ καὶ ἧττον ἐπιμελὴς ὁ λόγος αὐτῷ , γοργὸς μέντοι καὶ δεινὸς οὐ | ||
| : καὶ ἔδοξεν ἀπὸ τοῦ λόγου εἰκάζοντί μοι τὴν πρώτην ἐπιμελὴς μὲν εἶναι σφόδρα , τὴν δὲ φύσιν ἀγεννέστερος . |
| ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν | ||
| πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων |
| δέλεαρ τοῖς παρανηχομένοις τῶν ἰχθύων . καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τις τῶν ἰχθύων | ||
| τῶν ἰχθύων τοῖς παρανηχομένοις : ὁ καρκίνος δὲ αὐτῇ παραμένει σύντροφός τε καὶ σύννομος . οὐκοῦν ὅταν τι τῶν ἰχθύων |
| ἐγὼ ' τετάγμην , ἆθλα κοττάβων διδούς . ἐκαλεῖτο δὲ κότταβος καὶ τὸ ἄγγος εἰς ὃ ἔβαλλον τὰς λατάγας . | ||
| ὑβρισμοὺς οὐκ ἐναισίους ἐμοί : ἦν μὲν γὰρ αὐτῷ † κότταβος ἀεὶ † τοὐμὸν κάρα , τοῦ δ ' ἀγκυλητοῦ |
| , τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν | ||
| λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν . |
| ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς | ||
| εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ |
| ἔνιοι τῶν ποιητῶν ἐπίσφατον καλοῦσιν . διαβόητος περιβοήτου διαφέρει . διαβόητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπ ' ἀρετῇ πολυθρύλλητος , | ||
| Χαύονα τῆς Μηδίας . . . , : Σεμίραμις ἡ διαβόητος , ἣ πολλαχοῦ τῆς γῆς ἤγειρε χώματα προφάσει μὲν |
| ἐλείφθη εἰκότως ἀποβάντος αὐτῷ τούτου : ὁ γὰρ φιλέρημος καὶ ἀπράγμων θεὸς καὶ μόνον ἔχων νεβρίδιον καὶ καλαυρόπιον καὶ συρίγγιον | ||
| τῶν ἐν Πειραιεῖ . . . Μόλπις . Ἆρα οὖν ἀπράγμων εἶναι δοκεῖ ὑμῖν Διογένης , ὃς ἐπιδικάζεται μὲν τῶν |
| Μυκάλῃ καταντικρὺ Σάμου . ἔγραψεν ἰατρικὰ βιβλία θʹ . Ἐρασίστρατος διαφανὴς ἰατρὸς ἐπὶ Σελεύκου ἐγνωρίζετο , ὃς διαγνοὺς Ἀντίοχον τὸν | ||
| τῶν θηρίων καὶ διὰ τὰ τοπάζια . λίθος δέ ἐστι διαφανὴς χρυσοειδὲς ἀποστίλβων φέγγος , ὅσον μεθ ' ἡμέραν μὲν |
| ἀληθέϊ δὲ λόγῳ χρεωμένῳ οὐ Κορινθίων τοῦ δημοσίου ἐστὶ ὁ θησαυρός , ἀλλὰ Κυψέλου τοῦ Ἠετίωνος . Οὗτος δὲ ὁ | ||
| , προπαροξύνεται : Πίσαυρος Ἐπίδαυρος Κένταυρος Ἄναυρος . τὸ δὲ θησαυρός ὡς περιεκτικὸν ὀξύνεται , ὥσπερ καὶ τὰ τριγενῆ ἀμαυρός |
| δυνάμει βοηθοῦσα . ἢ ἡ ἐν Ἀλαλκομεναῖς πόλει τῆς Βοιωτίας τιμωμένη , ἔνθα καὶ Ἀλαλκομένιον Ἀθηνᾶς ἱερόν . ἢ ἀπὸ | ||
| , ἔργου καλῶς ἐπιμέλεσθε , Ἥρα δὲ γάμων νόμῳ γιγνομένων τιμωμένη , Ἀθηνᾶ δὲ καὶ Ἥφαιστος τεχνῶν τιμωμένων , Διόνυσος |
| τοῖς λόγοις ἐλέγετο ὑπὸ σοῦ ἡ δικαιοσύνη καὶ σωφροσύνη καὶ ὁσιότης καὶ πάντα ταῦτα ὡς ἕν τι εἴη συλλήβδην , | ||
| τὸ δὲ πρότερον αὖ ἐφάνη ἡμῖν ἡ δικαιοσύνη καὶ ἡ ὁσιότης σχεδόν τι ταὐτὸν ὄν . Ἴθι δή , ἦν |
| σὰρξ κύκλῳ φλογώδης ἰσχυρῶς καὶ μέλαινα τῇ χροιᾷ γίνεται καὶ στίλβουσα παραπλησίως ἀσφάλτῳ καὶ πίσσῃ : τοιαύτη δ ' ἐστὶν | ||
| ἀσπὶς τὸν σοφὸν Δημήτριον ἰὸν ἔχουσα πολὺν ἄσμηκτον , οὐ στίλβουσα φῶς ἀπ ' ὀμμάτων ἀλλ ' ἀΐδην μέλανα . |
| δεόμενοι . ὁ δ ' ἐξ αὐτῶν ζωμὸς ἀμείνων , ῥυπτικὸς ὢν καὶ διουρητικὸς τῷ μετέχειν τινὸς ἁλμώδους ποιότητος , | ||
| δεόμενοι . ὁ δ ' ἐξ αὐτῶν ζωμὸς ἀμείνων , ῥυπτικὸς ὢν καὶ διουρητικὸς τῷ μετέχειν τινὸς ἁλμώδους ποιότητος , |
| καταφρονῶν δούλων , ὥσπερ ὁ ἱκανῶς πεπαιδευμένος , ἐλευθέροις δὲ ἥμερος , ἀρχόντων δὲ σφόδρα ὑπήκοος , φίλαρχος δὲ καὶ | ||
| ἰᾶται τῷ ξηραίνειν ἄνευ τοῦ θερμαίνειν . Ἀσταφὶς ἡ μὲν ἥμερος πεπτική τέ ἐστιν ἅμα καὶ στυπτικὴ καὶ διαφορητικὴ μετρίως |
| . . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . . | ||
| μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν |
| ἅμα καὶ λιπαρίας ἔχουσα , πρὸς δὲ τούτοις ἄλιθος καὶ εὐθρυβὴς καὶ γένει Μηλία ἢ Αἰγυπτία . τῆς δ ' | ||
| μηλίνας ἔχοντα διὰ βάθους . Λίθος αἱματίτης ἄριστός ἐστιν ὁ εὐθρυβὴς μὲν ὡς ἐν αὐτῷ , σκληρὸς δὲ καὶ κατακορής |
| . ὁ δὲ ἐπὶ τοῦ τρίτου γεννώμενος ἔσται σχέτλιος , εὐσχήμων , πλουσιόψυχος , πολύφιλος καὶ ἐν δημοσίαις ἀσχολίαις : | ||
| σοφίαν . , . . τετράγωνος σεμνὸς δὲ ἦν καὶ εὐσχήμων τὰ πάντα καὶ τετράγωνος ἄνευ ψόγου τεταγμένος , ὡς |
| τῶν ἑρμηνειῶν , τὰ δ ' ἀκουστὰ μόνως ἡ ὄψις ἀπαγγέλλουσα διὰ τῶν ὑπογραφῶν , καὶ πολλάκις ἐναργέστερον ἑκατέρα τούτων | ||
| καὶ τὰ κείμενα ἀνιστάμενα καὶ δαίμονός τινος ἔργα καὶ ἀρετὴν ἀπαγγέλλουσα . ὢ τῶν δευτέρων θαυμασιωτέρων , ὁδοῦ τε ἐκείνης |
| , Ἀφροδίτην προξενεῖ , εὐώδεσι φύλλοις κομᾷ , εὐκινήτοις πετάλοις τρυφᾷ , τὸ πέταλον τῷ Ζεφύρῳ γελᾷ . ” ἡ | ||
| ὅμοια πάντα ποιῶν τῇ ἰδίᾳ νόσῳ τὸ ἱκανὸν ποιεῖ : τρυφᾷ οὖν ἐν τῇ πράξει αὐτοῦ . αὗται πᾶσαι τρυφαὶ |
| διαπεπραγμένῳ , πῶς τόν γε μηδὲν εἰδότ ' αἰσχυνθήσεται ; Ὅρκος δ ' ἑταίρας ταὐτὸ καὶ δημηγόρου : ἑκάτερος αὐτῶν | ||
| , . Κατὰ τὴν ἱστορίαν τοῦ Ἀρριανοῦ καὶ Βιθυνίας ποταμὸς Ὅρκος ὄνομα , ὃς φρικωδέστατος ὅρκων τοῖς ἐκεῖ ἐνομίζετο πρὸς |
| ΑΓ . Ὑποκείσθω δὲ ἡ ΑΒ κατὰ τὴν ἄνω θέσιν ἐσομένη ἐπὶ τὰ βόρεια μέρη τῆς καταγραφῆς . Ἔπειτα διελόντες | ||
| καὶ Θεολύτη μάλ ' εὐπρόσωπος καὶ καλή , ὑπέφαιν ' ἐσομένη δ ' Ὤκιμον λαμπρὸν πάνυ . Καί τοι πολύ |
| αὐτὴν συνταχθέντας ὑπόθεσιν παρέλαβεν ὡς ἀναγκαίους . Ὁ δὲ δὴ περιβόητος ἐπιτάφιος , ὃν ἐν τῇ δευτέρᾳ βύβλῳ διελήλυθε , | ||
| δι ' εὔνοιαν , οἱ δὲ τοῦ κατορθώσειν ἐλπίδι : περιβόητος γὰρ ἦν ἤδη ὁ ἀνήρ , καὶ δέος αὐτοῦ |
| φυτὸν ἐκπέμψῃ ἔξω . Γῆ κηπεύεσθαι ἀρίστη , ἡ μήτε ἀργιλλώδης , μήτε λίαν τραχεῖα , μήτε τῷ θέρει εἰς | ||
| τροφῆς , στερεὰ ὄντα καὶ πυκνὰ καὶ δύστροφα . Καὶ ἀργιλλώδης δὲ γῆ , εἰ μὴ πάνυ εἴη λεπτή , |
| : ὦ Γῆ [ . . . οὕτω ποθεινόν ἐστιν ὁμότροπος φίλος . ὅμως δ ' ἀπόδειξον ταῦτα τῆι γυναικὶ | ||
| συνακολούθει μεθ ' ἡμῶν . θύραν ἔξελε οὕτω ποθεινόν ἐστιν ὁμότροπος φίλος . ὅμως δ ' ἀπόδειξον ταῦτα τῇ γυναικί |
| τῶι ποιητῆι τὸν Δία παρεισάγεσθαι δυσαρεστούμενον τῶι Ἄρει καὶ λέγοντα ἔχθιστος δέ μοί ἐσσι θεῶν , οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν : | ||
| παρὰ τὸ ἐχθρὸς ἐχθρότατος ἐχθρίων καὶ ἀποβολῇ τοῦ ρ ἐχθίων ἔχθιστος . . . . . ζαὴν ἄνεμον : ζαὴν |
| ἡ αἴσθησις ἀντιλάβηται . εἰ τοίνυν ὅτι μὲν ἔστιν ἡ φανταστικὴ δύναμις τῆς ψυχῆς , ἅπασι φανερόν , οὐδεμίαν δὲ | ||
| οὐσία οὐχ οἵα τέ ἐστιν ἀποτελεῖσθαι . Πόθεν δὲ καὶ φανταστικὴ τοῦ μέλλοντος γίγνεται ; παρὰ τίνος λαβοῦσα τὸ μαντικόν |
| ἀποκαλῶν , στυγεῖ ἡ νέμεσις , ἤτοι ἡ ἀπὸ σοῦ μέμψις ; ὁ δὲ πρὸς αὐτὴν , οὐδαμῶς φθονῶ καὶ | ||
| χαρίζεσθε . ὥσθ ' ἥ τε παρ ' ἡμῶν ὑπάρχει μέμψις καὶ ἡ παρ ' ἐκείνου προσγίγνεται . ἂν οὖν |