μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ
8028374 εὐτυχια
διὰ τὸ συνεργεῖν ταῖς πράξεσι . καλὸν οὖν , ὅκα εὐτυχία παρῇ τῷ νόῳ , ὥσπερ ὠρίῳ ἀνέμῳ θέοντα ,
νόσος πασῶν : φθειρῶν γὰρ ἤνθησεν , ἥ τε πρότερον εὐτυχία δοκοῦσα ἐς τοιοῦτο περιῆλθεν αὐτῷ τέλος . τὸ δὲ
7784684 πανουργια
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ
7736805 χαρα
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα
7728307 ἡδεια
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν
7697970 ἀνοια
] ἡ νύξ . ἡ ἀνοία παροξυτόνως Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ ἄνοια διὰ δὲ τὸ μέτρον ἐξέτεινεν . ὁ δὲ νοῦς
φαύλους τε καὶ μοχθηροὺς καὶ ἀναιδεῖς γενέσθαι , πᾶσά τε ἄνοια καὶ ψυχῆς ἀμαθία διὰ λήθην ἐμπίπτει . ὁ δὲ
7555300 εὐδοξια
ὑγίεια , ἡδονή , κάλλος , ἰσχύς , πλοῦτος , εὐδοξία , εὐγένεια : καὶ τὰ τούτοις ἐναντία , θάνατος
ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία , τὸ δὲ εὐδοξία , τὸ δὲ εὐπορία . Αἱ τέχναι εἰς τρία
7531537 ἀπολαυσις
γλυκυθυμία τις ἡ διὰ τῶν ἀπὸ τῆς ὕλης ἀτμῶν δελεάζουσα ἀπόλαυσις , ἐχρῆν ἀκέραιον τὴν ὕλην εἶναι : πλείων γὰρ
καὶ διὰ τοῦτ ' εὐθὺς εὐδαιμονῶ . χρῆσις γὰρ καὶ ἀπόλαυσις ἀρετῆς τὸ εὔδαιμον , οὐ ψιλὴ μόνον κτῆσις :
7519756 λυπη
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν ,
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν
7507607 εὐθυμια
καὶ ἆθλα τοῖς νικῶσι μεγαλοπρεπῶς ἐδίδου , καὶ ἦν πολλὴ εὐθυμία ἐν τῷ στρατεύματι . Τῷ δὲ Κύρῳ σχεδόν τι
δὲ οἱονεὶ ψυχαγωγία ἀπὸ ἀηδοῦς τινος ἐπὶ τὸ κρεῖττον , εὐθυμία δὲ ψυχῆς βραχεῖα χαρά , ἡδονὴ δὲ ψυχῆς ἀρέσκεια
7506333 ζηλος
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ
7506003 χαρις
ιγʹ : τὸ ιδʹ ” ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ βρομία χάρις “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιδʹ : τὸ ιεʹ ”
ὅτι ἔξεστι καὶ νῦν αὐτὸν τιμῆσαι , οὐ γὰρ ἡ χάρις ἀπώλετο : καὶ αὔξησον αὐτό : ὅτι μᾶλλον δέξεται
7492554 δειλια
θυμός , ἔρως , ὕβρις , ἀμαθία , φιλοκέρδεια , δειλία , καὶ ἔτι τοιάδε , πλοῦτος , κάλλος ,
κακίας πρὸς τοῖς τῶν πολεμίων : οὕτω σύμφυτος αὐτοῖς ἡ δειλία . καὶ μὲν δή , ὦ ἄνδρες δικασταί ,
7486204 αἰδως
: ἱκανὼ γὰρ τὼ φύλακε κωλύοντε , δέος τε καὶ αἰδώς , αἰδὼς μὲν ὡς γονέων μὴ ἅπτεσθαι εἴργουσα ,
οὐκ ἐθέλει νεικεῖν : ἵνα γὰρ δέος , ἔνθα καὶ αἰδώς . οὐκ ἐφάμην Ἀχιλῆϊ χολωσέμεν ἄλκιμον ἦτορ ὧδε μάλ
7423871 ἀλυπος
Κρόνου καὶ Ἄρεως καὶ Ἡλίου καὶ τῶν ἐκλειπτικῶν εὑρεθῶσιν , ἄλυπος ὁ περὶ τέκνων ἔσται λόγος , ἐπάνπερ μὴ ἐπὶ
' ἔστι περὶ ὃ ἐσπούδακας ; οὐ μανθάνειν , ὥστε ἄλυπος εἶναι καὶ ἀτάραχος καὶ ἀταπείνωτος καὶ ἐλεύθερος ; πρὸς
7422127 ἀμαθια
χρήσιμα εἶναι πρὸς τοῦτο . φαίνοιτο γὰρ ἂν ἡμῖν ἡ ἀμαθία πρὸς ἐπιστήμην χρήσιμος οὖσα , καὶ ἡ νόσος πρὸς
ὦμεν παλίμβουλοι καθεστήξει : ἔσται . ἀκινήτοις : ἀμεταθέτοις . ἀμαθία τε μετὰ σωφροσύνης . . . : τὴν μὲν
7404721 φθονος
ἀκοὴ τούτους λυπεῖ ἢ ἄλλο τι . Κρέσσων γὰρ οἰκτιρμοῦ φθόνος ὁ μὲν γὰρ βέλτιστος φθονεῖται διὰ τὰ προσόντα αὐτῷ
ἀτελής , μή που μέμψις , μή που ταπείνωσις ἢ φθόνος ; ὧδε ἡ πολλὴ προσοχὴ καὶ σύντασις , τῶν
7403781 ὑβρις
μὴ ᾖς ὑβριστής , ἀλλὰ σώφρων : καὶ γὰρ ἡ ὕβρις τῷ ὀργίλῳ ἀνδρὶ ἀνύποιστος γίνεται ὑβριζομένῳ , οὐδὲ ὁ
ἀνιῶμαι : καὶ γὰρ ἐρῶ τῆς Μαζαίας , καὶ ἡ ὕβρις ἐν τοσούτοις ἀνθρώποις οὐ μετρίως μου καθίκετο . οἶμαι
7398839 ὠφελιμος
. Ἔστι ταῦτα . Καὶ μὴν ὅ γε ἀγαθὸς ἀνὴρ ὠφέλιμος ἡμῖν ὡμολόγηται εἶναι . Ναί . Ἐπειδὴ τοίνυν οὐ
πρὸς ἐγκράτειαν , ἐπίπονος μέν , ἐν δὲ τοῖς μάλιστα ὠφέλιμος : καὶ ἡ μὲν ὑποφέρει καὶ ὑπονοστεῖν ἀναγκάζει τῷ
7381371 εὐφροσυνη
θρασύδαιον δηλονότι καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ . τούτων γὰρ ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ δόξα ἡ ἐκ τῆς νίκης διαλάμπει :
τοὺς ἀμέτρως αὐτῆς πίνοντας τὸ πόμα . . γάνος ] εὐφροσύνη . εὐφραῖνον τοὺς συμπίνοντας . . αἰὲν ἐν φύλλοισι
7371083 προπετεια
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας ,
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ
7346399 τολμα
δίαιτα . Τὰ εἰς ΜΑ θηλυκὰ σπάνια ὄντα βαρύνεται : τόλμα Θέρμα : ἀττικῶς δὲ τόλμη καὶ Θέρμη . Τὰ
μὴ πρὸς παίδων οὓς ὀρφανιεῖς , ἀλλ ' ἄνα , τόλμα . σοῦ γὰρ φθιμένης οὐκέτ ' ἂν εἴην ,
7327146 ἀσελγεια
νόμιμον παραβεβασμένον ὁμοίως καὶ φανερώτερον ἐνδείκνυται λέγων ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται
ὤτων ἀρξάμεναι τῆς διαφθορᾶς ἀπολώλασιν αἱ πλείους . ἡ γὰρ ἀσέλγεια [ καὶ δι ' ὤτων καὶ δι ' ὀφθαλμῶν
7296708 ἐπιθυμια
, χρηστοῦ ἂν εἴη εἴτε πώματος εἴτε ἄλλου ὅτου ἐστὶν ἐπιθυμία , καὶ αἱ ἄλλαι οὕτω . Ἴσως γὰρ ἄν
τοῦ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς ὅτι ἕτερον ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προαίρεσις . Ἔτι φησὶ προαιρέσει μὲν ἡ
7246166 ἐγκρατεια
μὴ ἡττᾶσθαι τὸ νικᾶν : διὸ βέλτιον καὶ αἱρετώτερον ἡ ἐγκράτεια τῆς καρτερίας : βέλτιον γὰρ νικᾶν ἢ μὴ ἡττᾶσθαι
φαύλων ἡδονῶν . Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία :
7218047 ἀγαθη
τὸ εὔβοτον καὶ ὅτι ποταμοῖς ἐστι κατάρρυτος καὶ ὅτι θάλαττα ἀγαθὴ παράκειται αὐτῇ ὅρμοις πανταχόθεν διειλημμένη καὶ καταγωγαῖς ἀφθόνοις καὶ
. ἄνηθον κρεῖσσον τοῦ μαράθρου καὶ λυγμοὺς παύει . σκάνδιξ ἀγαθὴ πρός τε οὔρησιν καὶ πρὸς ὑστέρας κάθαρσιν . τῆς
7200035 φαυλη
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας
7182590 ἰσχυς
κατηγόρῳ : καὶ τὰ παρακολουθοῦντα τούτοις τῇ νεότητι , σώματος ἰσχὺς , κάλλος , ἀφροσύνη : τὸ κοῦφον καὶ εὐχερὲς
ἡ σκιὰ λυπεῖ καθάπερ εἴρηται καὶ τὸ ὄψιον ὡς ἡ ἰσχὺς τῶν ῥιζῶν : ἀφαιρεῖται γὰρ τὴν τροφὴν συντάρρων γινομένων
7175342 ῥᾳθυμια
ὁ τῆς Ἀφροδίτης . ἐπιτιμῶντος δέ μου καὶ πόθεν ἡ ῥᾳθυμία πυνθανομένου λέγειν μὲν ἠρυθρίων τὴν πρόφασιν , ἡδέως δὲ
τὴν ἐκκλησίαν τὴν Ἀττικὴν αὐτοῦ μὲν ἀπόντος σύγχυσις εἶχε καὶ ῥᾳθυμία καὶ ταραχή , καὶ κόσμος ἦν οὐδεὶς τῶν ποιουμένων
7174035 πενια
πρὸς εὐδαιμονίαν , οὔτε ποτὲ αὐτῆς ἀφαιρουμένη , ἀλλὰ κἂν πενία , κἂν νόσος , κἂν ἀδοξία , κἂν βάσανοι
οὔτε , οὔτε ἐλευθερία οὔτε δουλεία , οὔτε πλοῦτος ἢ πενία | ἀγαθὰ ἢ κακά , ἀλλὰ ἡ μὲν τούτων
7168514 ἀκολασια
τοῦ ἐναντίου . ἡ μὲν οὖν περὶ τὰς ἡδονὰς ὑπερβολὴ ἀκολασία ἐστίν , ὡς εἴρηται . ἡ δὲ ἔλλειψις ὄνομα
νικᾶν ἢ μὴ ἡττᾶσθαι . φαίνεται δὲ ὅτι καὶ ἡ ἀκολασία χείρων τῆς ἀκρασίας ἐστί . φανερὸν γὰρ πᾶσιν ὡς
7152316 ὀργη
δυνηθεῖσα , καὶ αὐτὴ συνεσθίει τοῦ θανάτου τὸ φάρμακον . ὀργὴ διὰ ταῦτα τοῦ βασιλέως πρὸς τὴν μητέρα , καὶ
πόνου . ἀλλὰ τοῦτό γε πάντες ἴσμεν , ὅτι ἡ ὀργὴ καὶ ἡ τῆς τιμωρίας κατὰ τῆς ὕλης ὄρεξις πάθη
7135489 ἡδονη
καὶ ἡ κατ ' ἀρετὴν ἐνέργεια [ ᾗ ἕπεται ἡ ἡδονή , καὶ ἡ κατ ' ἀρετὴν ἐνέργεια ] παντὶ
, φησὶν , ἡδονὴ ψευδὴς , ἔσται τις ἡδονὴ οὐχ ἡδονή : ἢ μάλιστα μὲν οὐδὲν συμβήσεται τοιοῦτον : καὶ
7115118 ὀρεξις
τὴν ὄρεξιν ἔχουσα , τὸν δὲ νοῦν ἐπικρίνοντα , ἢ ὄρεξις διανοητική . τὸ αὐτὸ γὰρ δηλοῦσιν ἀμφότερα ἢ τοῦ
βούλησις προαίρεσις βούλευσις : ἡ μὲν βούλησις τοῦ ἀγαθοῦ ἁπλῶς ὄρεξις , αὕτη ἐν μὲν ταῖς θείαις οὐσίαις θεωρουμένη κατάληψιν
7086241 ἀναιδεια
ἀπολιπεῖν Αἰδῶ καὶ Νέμεσιν . τούτων γὰρ ἀπόπτωσίς ἐστιν ἡ ἀναίδεια καὶ ὁ φθόνος : ἀλλ ' οὗτος μέν ,
ἢ ἀναλέγεσθαι : ἐκ τοῦ πέμπω . . . . ἀναίδεια : παρὰ τὸ ἀναιδής ἀναίδεια : τὸ δὲ ἀναιδής
7085511 ἀφροσυνη
ἐκβάλλει . τῷ ἀποτυγχάνοντι κοινὸν ἔγκλημα ἡ ἄνοια καὶ ἡ ἀφροσύνη . ὁ νοῦς : πρῶτον μὲν τὸ πειρᾶσθαι ἀγῶνος
φρόνησις ὑγεία γάρ τις αὕτη διανοίας , τὸ δὲ φθεῖρον ἀφροσύνη νόσον ἀνίατον κατασκήπτουσα . τοῦτο δὲ „ νόμιμον αἰώνιον
7079576 διηνεκης
ἐπὶ τὴν χεῖρα τοῦ κάμνοντος ἔκτασις πρῶτον μὲν ῥᾳδία καὶ διηνεκής , εὐπρεπής τε καὶ εὐσχήμων καὶ τὸ „ ὁρεῖ
εἰρη - μένοις ὀχληροῖς ἁλίσκονται . διόπερ ὑγιεινὴ μὲν ἡ διηνεκής ἐστιν παρθενία καθάπερ ἐπὶ τῶν ἀρρένων καὶ ἐπὶ τῶν
7036118 συνουσια
ἔργον . μήτ ' ἐνδεοῦς οὖν τοῦ σώματος ὄντος ἡ συνουσία παραλαμβανέσθω μήτε δὲ πάλιν βαρέος , [ καὶ ]
οὐδενὶ γὰρ ἂν δόξειεν τοῦτ ' εἶναι ἡ τῶν ἀφροδισίων συνουσία , ὡς ἄρα τούτου ἕνεκα ἕτερος ἑτέρῳ χαίρει συνὼν
7019696 ἀνια
ἀέξων † εχθει μηδ ' εχθει † , μηδὲ φίλους ἀνία , μηδ ' ἐχθροὺς εὔφραινε . θεῶν δ '
. Ἀνιγρός : ὁ λυπηρὸς καὶ βλαβερός . παρὰ τὸ ἀνία ἀνιαρός καὶ κατὰ συγκοπὴν καὶ πλεονασμῷ τοῦ γ ἀνιγρός
7017532 πικρια
καὶ ἐστεγνωμένοι : καὶ περὶ τὴν γλῶσσαν τραχύτης : καὶ πικρία στόματος : αὐτοί τε τοὺς ὀφθαλμοὺς ταυρηδὸν σχηματίζοντες ,
πρὸς θεοὺς τιμῆς . Ὀργή : θυμός : χόλος : πικρία : μῆνις : κότος : ἔρως : ἵμερος :
7013182 νωθεια
τὰ πράγματα ἀνασκησία , ἀμελετησία , ἀμέλεια , βλακεία , νώθεια , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ὀλιγωρία , ἀνανδρία ,
ὄκνος , ἔκλυσις , ἀθυμία , ῥᾳθυμία , ἀνανδρία , νώθεια , νωθρότης , ὀλιγωρία , ἀμέλεια , ὑπτιότης .
7006043 εὐαισθησια
παιδείας καὶ ἐκ τοῦ πολλῶν ἔμπειρον γενέσθαι : ἡ δὲ εὐαισθησία ἐκ τῶν τοῦ σώματος μερῶν , οἷον ἐάν τις
τῆς ἄρα εὐδαιμονίας ἐστὶ τὸ μὲν εὐβουλία , τὸ δὲ εὐαισθησία καὶ ὑγίεια τοῦ σώματος , τὸ δὲ εὐτυχία ,
7000872 εὐνομια
ἡμῖν [ δὲ δικαιοσύνη ] ? τε καὶ ἀδικία , εὐνομία ? ? ? ? τε καὶ δυσνομία , ἥ
εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία , εὐνομία , εὐδικία , εὐπαιδία , εὐγαμία , εὐτεκνία ,
6975827 δυστυχια
' ] ἐν ἄλλῳ καιρῷ ἄλλον ] ἄνθρωπον πημονὴ ] δυστυχία προσιζάνει ] προσέρχεται , προσκάθηται [ ] . σύστημα
ἀντὶ τοῦ οὐκ ὀδύρομαι : ἀλλὰ ἡ τοῦ ἀποθανεῖν μοι δυστυχία βελτίων ἐφάνη τοῦ ζῆν ἀτίμως . τοῦτο δὲ λέγει
6974513 ζηλοτυπια
τῆς ἀγέλης ἡγεμὼν ὁ τράγος , ἀλλ ' αὐτὸν εἴσεισι ζηλοτυπία . καὶ κατέκρυπτε μὲν τέως τὸν θυμόν , καθήμενον
τοῦ κατ ' εὐθεῖαν . ζῆλος καὶ ζηλοτυπία διαφέρει . ζηλοτυπία γάρ ἐστι τὸ ἐν μίσει ὑπάρχον , ζῆλος δὲ
6965964 παιδεια
οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν
' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ
6955462 ὑπερηφανια
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία ,
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν
6952479 θρασυτης
ἀρήγει : τῇ νεότητι μὲν βοηθεῖ ἡ περὶ τὸ πολεμεῖν θρασύτης . τοῦτο δὲ ἐν τῷ καθόλου γνωμικῶς ἀναπεφώνηκεν .
φίλε , ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν , καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο , ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ
6916715 ἀδοξια
συμβαίνῃ . θάνατος δέ γε καὶ ζωή , δόξα καὶ ἀδοξία , πόνος καὶ ἡδονή , πλοῦτος καὶ πενία ,
δὲ πάλιν τῷ μὲν ἐγκωμίῳ ψόγος , τῇ δὲ δόξῃ ἀδοξία . ψόγος μὲν οὖν ἐστιν ὁ τῷ ἐγκωμίῳ ἀντικείμενος
6913311 ἐλεος
τῶν μυθευομένων ἀετῶν μνημεῖα : τοῦτο κατὰ δία ἀναπεφώνηται : ἐλεος ? τὸ γενήσεται ? : ἢ οὐδείς : ἠλέκτρα
τῶν μυθευομένων ἀετῶν μνημεῖα : τοῦτο κατὰ δία ἀναπεφώνηται : ἐλεος ? τὸ γενήσεται ? : ἢ οὐδείς : ἠλέκτρα
6899548 προθυμια
περὶ τὰς ἁψιμαχίας τὰς ἐκ καιροῦ συμπεσούσας γίνεσθαι φιλεῖ , προθυμία τοῖς ἡγεμόσι τῶν στρατοπέδων ὁμοία παρέστη διαβαίνειν τὸν ποταμόν
. τί δ ' ἔστιν , ὦ ξύνδουλε ; τίς προθυμία ποδῶν ἔχει σε καὶ λόγους τίνας φέρεις ; θηρώμεθ
6898829 καρτερια
τᾶς ψυχᾶς , τόκα δὲ γίνεται καρτερία καὶ ἐγκράτεια , καρτερία μὲν ἐν τᾷ κατοχᾷ τῶν πόνων , ἐγκράτεια δὲ
ἔμοιγε φαίνεται : οὔτι πᾶσά γε , ὡς ἐγᾦμαι , καρτερία ἀνδρεία σοι φαίνεται . τεκμαίρομαι δὲ ἐνθένδε : σχεδὸν
6894604 φενακισμος
. συνομαρτοῦσι δὲ αὐτῇ τῶν συνηθεστάτων πανουργία προπέτεια ἀπιστία κολακεία φενακισμὸς ἀπάτη ψευδολογία ψευδορκία ἀσέβεια ἀδικία ἀκολασία , ὧν ἐν
, καὶ σκέπη . Ἄλλως . φενακίσας , ἀπατήσας : φενακισμὸς γὰρ ἡ ἀπάτη . . ἄλλως δὲ κεφαλῆς τριχῶν
6887435 εὐγενεια
ἄλλως : ὁ δέ ἀντὶ τοῦ καί , τουτέστιν : εὐγένεια καὶ μωρία ἔνεστί σοι : καὶ ξυνθανοῦμαι : καὶ
νυμφίων , ἀποροῦσαι δὲ ὑπὸ πενίας . μικρὸν γὰρ ἡ εὐγένεια νῦν . ἐνθυμηθεὶς οὖν ὡς ἐμοί τε αἰσχύνην ἔχει
6885570 προσφορος
ποτε σφετέρας ἄτερθε ταξιοῦσθαι δαμασιμβρότου αἰχμᾶς . εἴην εὑρησιεπὴς ἀναγεῖσθαι πρόσφορος ἐν Μοισᾶν δίφˈρῳ : τόλμα δὲ καὶ ἀμφιλαφὴς δύναμις
γίγαντι γηγενέται προσόμοιος , ἀστερωπὸς ὥσπερ ἐν γραφαῖσιν , οὐχὶ πρόσφορος ἁμερίωι γένναι . τὸν δ ' ἐξαμείβοντ ' οὐχ
6882558 σκαιοτης
ἀποδόμενος τὸν ἀγρόν . συηνία καὶ ὑηνία : ἀμαθία , σκαιότης παρὰ Φερεκράτει . καὶ συηνεῖν Πλάτων ὁ φιλόσοφος τὸ
ἀνισότης , ἀγριότης , δωροδοκία , παραγωγή , ἑτερορρέπεια , σκαιότης , πλάνη . καὶ τὰ ῥήματα ἀδικεῖν , παρανομεῖν
6875201 προσηνης
ὅμως : ὅτι καλὴ μὲν ὑμῶν ἡ ἁρμονία καὶ ᾄδεσθαι προσηνής , ἄλλο δὲ ποθεῖ ἡ ἐπιεικὴς ψυχή , καὶ
, ἔτι δὲ ἐν ταῖς ὁμιλίαις καὶ ἐν ταῖς ἐντεύξεσι προσηνής . ὧν χάριν διαφερόντως ὑπὸ τῶν πολλῶν ἠγαπᾶτο .
6873573 αἰσχυνη
βροτολοιγὸς ἴδησι ἢ Φαίνων κρυόεις ὀλοὸν τόδε σῆμα δάμαρτι ἔσσεται αἰσχύνη τε καὶ οὐκ ἐπὶ δηθὰ μένουσιν , ἢν δ
: κηλὶς ἄφραστος : κακὸν ἀπροσδόκητον : ῥυπαρία μολύνουσα , αἰσχύνη . ἄφραστος δὲ ἀντὶ τοῦ ἀπροόρατος , ἀπροσδόκητος .
6868920 ὀλβος
: περισσὸν τὸ ἓν ὡς : οὐ μόνιμος ὁ μέγας ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος
καταστᾶσα ὅτι αὐτὴν δίκαιόν ἐστι , ἀναγορεύειν : ὁ γὰρ ὄλβος οὐ βέβαιος , ἀλλ ' ἐφήμερος ἐξίπτατ ' οἴκων
6857669 ἐνδεια
σκῆπτον παρ ' Αἰολεῦσιν . Ἀποκοπὴ δέ ἐστι μιᾶς συλλαβῆς ἔνδεια κατὰ τὸ τέλος , οἷον δῶμα δῶ , κρίμνον
δίκη : καὶ γὰρ εἰ χαλεπὰ ῥῖγος , δίψος , ἔνδεια τροφῆς , ἀλλ ' εὐκταιότατα γένοιτ ' ἂν ἐπὶ
6854131 ποθος
ἔργοισιν εἰς βλάβην φέρον , οὔτοι βίου μοι τοῦ μακραίωνος πόθος , φέροντι τήνδε βάξιν . Οὐ γὰρ εἰς ἁπλοῦν
πῶς ἐπολεμήσατε ; . ἔρως μέν ἐστιν ἐπιβολὴ φιλοποιΐας , πόθος δ ' ἀπόντος , ἵμερος δ ' ἔρως σπανίζων
6838778 σωφροσυνη
τούς τε ἐν τοῖς ἄλλοις εἴδεσι τῶν βίων ζῶντας . σωφροσύνη τε πανταχοῦ καὶ τὸ μὴ πλέον τῶν νόμων μηδένα
δὲ σὺν νῷ , ὠφελεῖται ; Ναί . Οὐκοῦν καὶ σωφροσύνη ὡσαύτως καὶ εὐμαθία : μετὰ μὲν νοῦ καὶ μανθανόμενα
6835474 τρυφη
, τρυφαί εἰσι βλαβεραί ; Πᾶσα , φησί , πρᾶξις τρυφή ἐστι τῷ ἀνθρώπῳ ὃ ἐὰν ἡδέως ποιῇ : καὶ
ἀντὶ τῶν πατρῴων περίεστι βδελυρία , συκοφαντία , θράσος , τρυφή , δειλία , ἀναίδεια , τὸ μὴ ἐπίστασθαι ἐρυθριᾶν
6833143 ἐμφυτος
ἀλήθειαν πολεμήσων . οἷς μὲν οὖν ἦθος ἀστεῖον καὶ χάρις ἔμφυτος ἐπανθεῖ , τούτοις ἔστω μοι συνηγορία ἠθῶν ὁ λόγος
συντέτηκεν ἡδονῇ : φιλεῖ δὲ θοὑμόφυλον ἀνθρώπους ἄγειν . ὡς ἔμφυτος μὲν πᾶσιν ἀνθρώποις κάκη : ὅστις δὲ πλεῖστον μισθὸν
6828474 ἐχθρα
μὲν εἴη [ ἔτι ] αὐτῷ ὁ πατὴρ ἐρρωμένος , ἔχθρα αὐτῷ πρὸς τὸν πατέρα ἔσται διὰ τὴν καὶ ἐπὶ
ἄνδρες , οἱ ἀντιλογικοί , καὶ ἐρήσονται εἰ οὐκ ἐναντιώτατον ἔχθρα φιλίᾳ ; οἷς τί ἀποκρινούμεθα ; ἢ οὐκ ἀνάγκη
6820698 ῥωμη
, ἐνδεικνυμένου τοῦ ποιητοῦ ὡς οὔτε γονέων ἐπιφάνεια οὔτε σώματος ῥώμη οὔτε ποδῶν ὠκύτης οὔτε κάλλους ὑπερβολὴ ὄφελος μέγα τῷ
, μέγεθος νοσήματος , ἤτοι παρὸν ἢ προσδοκώμενον , δυνάμεως ῥώμη , ἡλικία πλὴν τῶν παίδων καὶ γερόντων ἡ ἄλλη
6809303 εὐψυχια
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται
6803470 μοχθος
τίν ' ἐκ τῶν εὐόλβων Ἄργει βασιλέων ἀρχά † . μόχθος δ ' ἐκ μόχθων ἄισσει δινευούσαις ἵπποις πταναῖς .
ὀδύνη πόνος * ἐνιτρέφεται : ἐντρέφεται ἀμφοτέροις τοῖς βουβῶσιν ὁ μόχθος * πελιός : ὠχρός ἢ μέλας * πελιὸς δέ
6792090 πονος
κεφαλὴν ἐρείδει , καὶ ὑπὸ τῆς ὀδύνης , ὅταν ὁ πόνος ἔχῃ , οὐ δύναται ἀνορῇν : τὸ δὲ σῶμα
γὰρ καὶ ἡδὺν πόνον καὶ ἐνσεσαγμένον φησί , ποῖος δὲ πόνος ἡδὺς καὶ ἐνσεσαγμένος οὐκ οἴδαμεν . τί δαὶ ἀπὸ
6784919 αὐταρκεια
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα :
6778404 ἀπαιδευσια
πονηρία , μοχθηρία , φαυλότηςφλαυρότης δὲ σκληρόν , σκαιότης , ἀπαιδευσία , πανουργία , ἀμαθία , μισολογία , ἄνοια ,
τῦφος καὶ μαλακία καὶ ἡδυπάθεια καὶ ἀσέλγεια καὶ ὕβρις καὶ ἀπαιδευσία . δεῖται δή σου ἐπ ' ἐκεῖνα μὲν οὐδαμῶς
6763089 ἀπατη
: εἰ δέ τι , ἡ κατάτασις . Ἡ δὲ ἀπάτη , ὅτι οἴονταί ποτε καταγέντων σπονδύλων , καὶ τὰ
καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλογμὸς καὶ ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . Τὴν δὲ τετάρτην καὶ
6760301 ὑγιεια
νόσος κακόν ; Πῶς δ ' οὔ ; Τί δὲ ὑγίεια ; ἦν δ ' ἐγώ : ἀγαθὸν ἢ κακὸν
τῶν ἐναντίων κωλυτικά . καὶ καθ ' ἑαυτὰ μὲν ἀγαθὰ ὑγίεια καὶ ἀρετὴ τὸ φρονεῖν τὸ ὁρᾶν , οὐ δι
6752463 ἀρετα
πρὸς τὸ μέτρον ὀρθῶς . Χρὴ τοίνυν μεγάλα δ ' ἀρετὰ γράφειν καὶ ῥανθεῖσα καὶ συντάττειν οὕτω : Μεγάλη δ
τὰν φύσιν , αἴκα ἀγαθὸς γένηται : ἁ γὰρ ἑκάστω ἀρετὰ ἀκρότας καὶ τελῃότας ἐστὶ τᾶς ἑκάστω φύσιος : οἷον
6746161 κακη
] , σιγᾶν . γυνὴ γὰρ τἄλλα μὲν φόβου πλέα κακή τ ' ἐς ἀλκὴν καὶ σίδηρον εἰσορᾶν : ὅταν
. Ξ φίλου ] ἐνταῦθα τὸ πατρός . ἐχθρά ] κακή . ἐχθρά ] ἡ μισητή . Ξ γράφεται τελεῖ
6730918 ἀνανδρια
γενναῖα . ἀγελιδόν : ἠθροισμένως . ἡνωμένως . ἀγεννία : ἀνανδρία , δειλία . ἀγέραστος : ἄτιμος . ἀγέλαιος δὲ
ἢ τελευτῆσαι καλῶς . ἀκολουθεῖ δὲ τῇ δειλίᾳ μαλακία : ἀνανδρία : ἀπόνοια : φιλοψυχία [ : ὕπεστι δέ τις
6730737 παραμυθια
δυναίμην εἰπεῖν . ἀλλά μοί τις εὐτυχῶς ὀψέ ποτε παραπέπτωκε παραμυθία , ἧς καλὸν ὑμᾶς κοινωνεῖν ἐνεθυμήθην : ὡς οὐ
, οἵαις με φαντασίαις αὗται διέπαιζον : εὕρηται γάρ τις παραμυθία τῶν λυπηρῶν ἡ τούτων διήγησις . Ἐγὼ τοίνυν ,
6715564 ἀφθονος
καὶ γῆ καὶ θάλασσατὸ μέγιστον ὁ χαλκός ἐστιν , ὃς ἄφθονος ἀνορυττόμενος αὐτοῦ γεωργεῖται καὶ διαδιδόμενος πανταχοῦ τῆς Ἀσίας τε
τις μέμψασθαι . ἔστι δὲ ἐνταῦθα τὸ ἀμεμφής ὅμοιον τῷ ἄφθονος . λέγει δὲ ὡς ἐστὶ μέν τις πλούσιος σφόδρα
6714542 κοσμιοτης
τὴν ψυχήν . , ; , . . κοσμιότης τάττουσα κοσμιότης καὶ σωφροσύνη οὐ μόνον εἰσὶν ἀπαλλαγαὶ καὶ ἀφαιρέσεις τῶν
ἀλήθεια θέμις ἁγιστεία εὐορκία δικαιοσύνη ἰσότης εὐσυνθεσία κοινωνία ἐχεθυμία σωφροσύνη κοσμιότης ἐγκράτεια πρᾳότης ὀλιγοδεΐα εὐκολία αἰδὼς ἀπραγμοσύνη ἀνδρεία γενναιότης εὐβουλία
6709310 κακια
ἄγαν ὑπερβολὴ καὶ κακία ὥσπερ καὶ ἡ ὀκνία ἔλλειψις καὶ κακία . τὰς δὲ ὑπερβολὰς καὶ ἐλλείψεις καὶ θεὸς μισεῖ
τῇ ἀρετῇ , ἤτοι τῇ ἐγκρατείᾳ , ἑτέρα τίς ἐστι κακία παρὰ τὰς ἄλλας , τὰς ἀντικειμένας ταῖς ἠθικαῖς ἀρεταῖς
6709095 συνεσις
ἐξ αὐτῶν ποιοὶ ὠνομάζοντο , εἰ μὴ ποιότητες ἦσαν ἡ σύνεσις καὶ ἡ ἀσυνεσία . οὕτω δείξας ὅτι εἰσί ,
εὐβουλίας τοσαῦτα : ῥητέον δὲ περὶ συνέσεως . ἔστι τοίνυν σύνεσις καὶ ἀσυνεσία , καθ ' ἃς λέγομεν συνετοὺς καὶ
6705511 νωθροτης
. οὕτω τὸ νωθρὸν ἐξέκοπτες ἐργάτου , εἴπερ παρῆν τις νωθρότης τοῖς οἰκέταις . Ἐπεὶ δὲ καὶ φῶς ἡμέρα προμηνύειν
ὡς καὶ τῷ Ἀρχεκράτει : ἦρά γε ἐπὶ τούτοισι καὶ νωθρότης γίνεται ; ῥῖγος ἐπὶ τουτέοισι κάκιστον . Τοῖσιν ἐξισταμένοισι
6701724 εὐνοια
ὁ ὅρος εὔνοια ἐν ἀντιπεπονθόσι μὴ λανθάνουσα , ἡ δὲ εὔνοια βούλησις ἀγαθοῦ , αὐτοῦ ἐκείνου ἕνεκεν , ᾧ βούλεται
, στοργή , οἰκειότης οἰκείωσις , ἐπιτηδειότης , ἑταιρεία , εὔνοια . καὶ φιλικῶς , φιλοστόργως , οἰκείως , ἐπιτηδείως
6693787 φιλοτιμια
ἡ τῶν αἰτούντων ἀγνωμοσύνη , ἀλλ ' ἡ τοῦ διδόντος φιλοτιμία , ἣ ἥμερον καὶ ἐκκεχυμένον τῆς εὐμενείας μᾶλλον ἐκφαίνεσθαι
ἑνὸς σώματος ἢ δέκα ἢ εἴκοσιν ἢ δὶς τοσούτων ἡ φιλοτιμία , ἀλλ ' ὅσων οὐδ ' ἀριθμῆσαι ῥᾴδιον .
6693268 χαιρουσα
κεφαλῇ περιθεῖσα καθαπερεὶ κόσμον ὁμοῦ τε ᾄδει καὶ ἄπεισιν οἴκαδε χαίρουσα : οὐ μὴν δὲ ἀφιᾶσιν οἱ θηραταὶ , ἀλλὰ
οἱ μὲν πάντες ἰῷ κίον ἤματι κείνῳ . ” καγχαλόωσα χαίρουσα , διὰ τὸ ἐν χαλάσματι εἶναι τὴν ψυχήν ,
6692266 φιλοπονια
χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι ,
, ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα
6686829 ἐπιχαιρεκακια
πράττουσι : καὶ ὁ τοιοῦτος ἐπιχαιρέκακος καλεῖται καὶ ἡ ἔλλειψις ἐπιχαιρεκακία : τῆς δὲ μεσότητος νεμέσεως καλουμένης , ὁ ἔχων
κήλησις μὲν οὖν ἐστιν ἡδονὴ δι ' ὤτων κατακηλοῦσα : ἐπιχαιρεκακία δὲ ἡδονὴ ἐπ ' ἀλλοτρίοις κακοῖς : τέρψις δέ
6683154 ἀστατος
πλεονέκτης κακονομώτατος ἄφιλος ἄοικος ἄπολις στασιώδης ἄτακτος ἀσεβὴς ἀνίερος ἀνίδρυτος ἄστατος ἀνοργίαστος βέβηλος ἐναγὴς βωμολόχος ἀλάστωρ παλαμναῖος ἀνελεύθερος ἀπότομος θηριώδης
ἀλλ ' ἡ φύσις ἡ ἔνυλος καὶ διὰ τὸ ἔνυλον ἄστατος , καὶ δῆλον ὅτι τοῖς ὀρθῶς κρίνουσιν οὐχ ὁ
6682933 βεβαιος
καὶ ἀντιπεπονθέναι τοῖς αὐτῶ μερέεσσιν : οὗτος γὰρ ἰσχυρὸς καὶ βέβαιος : τὸ δ ' ἀντιπεπονθέναι λέγω αὐτῶ καὶ ἄρχεν
κακοτεχνίας ὑγιῶς προστιθεμένου : ἐπιστήμης δέ : κατάληψις ἀσφαλὴς καὶ βέβαιος , ἀμετάπτωτος ὑπὸ λόγου . μουσικὴν μὲν οὖν καὶ
6670944 παρεχουσα
τοῦ φύει βλαστάνει : ἡ τὸν βίον διὰ τῆς τροφῆς παρέχουσα : τὴν εὐδαιμονίαν τῶν θεῶν . τουτέστιν τῶν μακάρων
ὁ ἀνήρ . ἡ γὰρ τὸ σῶμα τὸ ἑαυτῆς τινι παρέχουσα εἰκότως καὶ τὰ περὶ τὸ σῶμα παρέχοι ἄν .
6663838 ἑξις
ἂν ἀμφότερα κατὰ τοῦ αὐτοῦ : εἰ γὰρ ἦν ταὐτὸν ἕξις καὶ ἕξιν ἔχειν , κατηγορεῖτο ἂν ἀμφότερα κατὰ τοῦ
τὸν ἄνθρωπον τῇ φυσικῇ ἐπιτηδειότητι μόνον . ἡ δ ' ἕξις ὁμοία οὖσα , τότ ' ἔσται κυρίως ἀρετή .
6660559 φροντις
ἁπλῶς ἵνα γενικώτερον αὐτὰ διαστειλώμεθα , οὕτως εἴπωμεν : ἡ φροντὶς ἢ διὰ τὰ κρείττονα γίνεται [ ἢ διὰ τῶν
ἐπειδὴ κόραι ἦσαν καὶ οὐ χοῖροι . ἡ δὲ τούτων φροντὶς καὶ δαπάνη πολλή ἐστι . Γ Μεγαρικά τις μηχανά
6650736 διαχυσις
ὕλης γενόμενα , τὴν περίψυξιν ὑπομένει . Ἡ ἡδονὴ ὥσπερ διάχυσις καὶ ἄνεσις τοῦ σώματός ἐστι , καὶ τοῦτο τρόπον
ἡδονή . ἐπὶ δὲ τῆς χαρᾶς ὑγιῶς : ἡ γὰρ διάχυσις τῆς ψυχῆς ἀφωμοίωται τοῖς θαλπομένοις , καὶ ὥσπερ τὸ
6650312 ἀγνοια
λύκον προσίεντο καὶ ὑπέμενον , νομίσαντες πρόβατον : ἡ γὰρ ἄγνοια τοιαῦτα ἐργάζεται τοὺς οὐκ εἰδότας καὶ ἀναγκάζει τἀναντία φεύγειν
' ὧν ὁ πολὺς καὶ βαθὺς ζόφος , ὃν κατέχεεν ἄγνοια τῶν πραγμάτων , ἀνασκίδναται . τοῦτο τῆς ψυχῆς τὸ
6634059 γεμουσα
. . εὐανθὴς γλῶσσα ἡ ἄκρως ἠττικισμένη ὁμιλία καὶ πολλῶν γέμουσα χαρίτων καὶ μουσικῶν ἀπηχημάτων ἀπόζουσα . , . .
ὁ ὄρχις ὠφελεῖ , φησι . Σάϊς δὲ πόλις Αἰγύπτου γέμουσα ἱπποποτάμων . * Σάϊν : Σάϊς ἡ Ἀθηνᾶ ὄνομα
6630198 ὀκνος
' ἀλλοτρίοις κακοῖς . Τοῦ φόβου πάλιν εἴδη ἕξ , ὄκνος , αἰδώς , αἰσχύνη , κατάπληξις , ἔκπληξις ,
: ἐπεὶ καὶ τὸ μέγιστον ἀγαθὸν ὃ δωρεῖται λέγειν μὲν ὄκνος εἰς τοὺς πολλοὺς διὰ τὸ κακῶς τοὺς ἀνθρώπους αὐτὸ
6626438 ὑγεια
[ ὅτι ] τὸ ὑγιαίνειν . καὶ ταύτῃ οὔτε ἡ ὑγεία προηγμένον ἐστὶ πάντως οὔτε ἡ νόσος ἀποπροηγμένον . ὥσπερ
ψυχῆς νόσου σώματος . Ὑγεία μὲν σώματος τέχνης ἔργον , ὑγεία δὲ ψυχῆς , ἀρετῆς ἔργον : νόσος ψυχῆς μοχθηρία
6623512 ὀλιγωρια
? [ ] [ ] ! ! ! τοῦ πατρὸς ὀλιγωρία [ ! ! ! ] [ ] μενα ?
, καὶ ταῦθ ' ὑπὸ τῶν σοφωτάτων εἶναι δοκούντων , ὀλιγωρία τοῦ νόμου τοῖς φαύλοις ἐγγίγνεται , ὥστ ' οὐδὲν
6620725 ἀρρωστια
ἐκνοσηλεῦσαι , νοσοκομῆσαι , νοσοτροφία . ἀρρωστεῖν , ἀρρώστημα , ἀρρωστία : ὑγίεια , ὑγιαίνειν , ὑγιής . δίαιτα ,
ἀπομιμούμενος κίνησιν . οὗτος ἕπεται μὲν ἀρτηριῶν μαλακότησι καὶ ἱκανῶς ἀρρωστία δυνάμεως . συμβαίνει δὲ ἐπὶ λαύραις κενώσεσιν , αἱμορραγίαις
6620234 μελλησις
δὲ προμηθής : τὸ μέλλειν καὶ ἀναβάλλεσθαι μετὰ προμηθείας . μέλλησις δέ . . . : τὴν δ ' εὐλάβειαν
σπουδή , τάχος : τοῦ δὲ σχολή , σχολαιότης , μέλλησις , μελλησμός , βραδυτής , ἀναβολή , νώθεια ,
6617938 εὐτολμια
ἁμαρτάνει λέγων : οὔτι θράσος τόδ ' ἐστὶν οὐδ ' εὐτολμία φίλους κακῶς δράσαντ ' ἐναντίον βλέπειν . τὸ δὲ
. Μέγεθοϲ ἀναπνοῆϲ καὶ ϲφυγμοῦ τάχοϲ καὶ πυκνότηϲ ἐϲτίν , εὐτολμία τε καὶ πρὸϲ τὰϲ πράξειϲ ἄοκνον : εἰ δ

Back