ἀνημμένης φύσεως ἡ κατὰ δήμους πολιτεία . ἡ μὲν γὰρ μεγαλόπολις ὅδε ὁ κόσμος ἐστὶ καὶ μιᾷ χρῆται πολιτείᾳ καὶ
] μαντεῖον ἐφέπων πάγον : [ Ἤν , ] κλυτὰ μεγαλόπολις Ἀθθὶς εὐχαῖσι [ ] φερόπλοιο ναίουσα Τριτωνίδος δάπεδον [
4931046 ναες
, ποποῖ , νᾶες δ ' ἀπώλεσαν , τοτοῖ , νᾶες πανωλέθροισιν ἐμβολαῖς , διὰ δ ' Ἰαόνων χέρας .
ἤτοι ἑφθημιμερῆ καὶ πενθημιμερῆ καὶ μονοστροφικὰ μή , ὧν τελευταῖον νᾶες ἄναες ἄναες . ὦ πιστὰ πιστῶν ] εἴσθεσις διπλῆς
4781671 ναων
νίκης ἔπαθλα . Ξ ἐσθήμασιν : ἐσθήματα ἀναθήσω πρὸ τῶν ναῶν τὰ λάφυρα . ἐσθήματα ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ θύειν
ἐν ὁδῷ πορευόμενος ἢ καὶ ἄλλως πολλὴν ἄγων σχολὴν δημιουργίας ναῶν ἐραστὴς θησαυρὸν εὑρὼν τῇ φαντασίᾳ , οἷα φιλοῦσιν ἄνθρωποι
4590515 λεονθ
' υἱὸν ἑὸν Σαρπηδόνα μητίετα Ζεὺς ὦρσεν ἐπ ' Ἀργείοισι λέονθ ' ὣς βουσὶν ἕλιξιν . αὐτίκα δ ' ἀσπίδα
ἑτέρωθεν ἀφ ' ἵππων ἆλτο χαμᾶζε . τὼ περὶ Κεβριόναο λέονθ ' ὣς δηρινθήτην , ὥ τ ' ὄρεος κορυφῇσι
4559524 ἀγαλλομεναι
μέλπετε τὸν Διόνυσον βαρυβρόμων ὑπὸ τυμπάνων , εὔια τὸν εὔιον ἀγαλλόμεναι θεὸν ἐν Φρυγίαισι βοαῖς ἐνοπαῖσί τε , λωτὸς ὅταν
πεντήκοντα κόραι περὶ κύμασι βακχεύουσαι , Τριτώνων ἐπ ' ὄχοισιν ἀγαλλόμεναι περὶ νῶτα θηροτύποις μορφαῖς , ὧν βόσκει σώματα πόντος
4544409 Μυρρινους
ἀπὸ φυτῶν τὴν κλῆσιν ἔσχον , τεθρύλληται καὶ αὐτό : Μυρρινοῦς γοῦν δῆμος ἐν Ἀττικῇ μυρρίνας ἔχων : ὅθεν αὐτὸς
περὶ Λάμψακον , ὡς Πολέμων . τὸ ἐθνικὸν Μυρμίσσιος . Μυρρινοῦς , δῆμος τῆς Πανδιονίδος φυλῆς . ὁ δημότης Μυρρινούσιος
4543496 Ἰσθμοι
Νεάνθης . εἰσὶ δ ' οἳ καὶ παλαῖσαί φασιν αὐτὸν Ἰσθμοῖ , καθὰ καὶ Δικαίαρχος ἐν πρώτῳ Περὶ βίων ,
' οἷα μέρη λόγου ἂν ᾖ παρηγμένα , Μεγαροῖ , Ἰσθμοῖ , καὶ παρὰ ἐπίρρημα τὸ ἐνταῦθα ἐνταυθοῖ . σεσημειώσεται
4524365 Ὑρτακιδης
καὶ ἤ . τρίτος δ ' ἦν Ἄσιος ἥρως Ἄσιος Ὑρτακίδης : ἡ διπλῆ ὅτι πλεονάζει ἐν Ἰλιάδι τὰς ἐπαναλήψεις
καὶ Ἄβυδον ἔχον καὶ δῖαν Ἀρίσβην , τῶν αὖθ ' Ὑρτακίδης ἦρχ ' Ἄσιος ὄρχαμος ἀνδρῶν , Ἄσιος Ὑρτακίδης ὃν
4510146 Αἰολευς
διὰ τὸ Αἴολος , Αἰολία ἡ χώρα καὶ τὸ ἐθνικὸν Αἰολεύς . Ἡρωδιανὸς δέ φησιν , ὅτι τοῖς συνοικισταῖς συνεχῶς
, καὶ Αἰολήιος . δύναται δὲ τοῦτο καὶ ἀπὸ τοῦ Αἰολεύς εἶναι , ὅθεν καὶ τὸ Αἰόλειον , ὥστε γενικὸν
4498129 ναιουσα
μὴ πεφευγότα , δίκης ἐάσει τάρροθος Τελφουσία Λάδωνος ἀμφὶ ῥεῖθρα ναίουσα σκύλαξ . ὅθεν πεφευγὼς ἑρπετῶν δεινὴν μάχην δρακοντομόρφων εἰς
φύλακας . ἡ δ ' ἀγχοῦ Τάρπεια παραὶ Καπιτώλιον αἶπος ναίουσα Ῥώμης ἔπλετο τειχολέτις , Κελτῶν ἣ στέρξασα γαμήλια λέκτρα
4488730 πυλαι
ἡμίσεα ἑκατέρωθεν . ἐπεὶ δ ' ἀνεπετάννυντο αἱ τοῦ βασιλείου πύλαι , πρῶτον μὲν ἤγοντο τῷ Διὶ ταῦροι πάγκαλοι εἰς
Ἀδραμύττιον : ἦν δέ ποτε ὑπὸ Λυδοῖς , καὶ νῦν πύλαι Λύδιαι καλοῦνται ἐν Ἀδραμυττίῳ , Λυδῶν τὴν πόλιν ἐκτικότων
4454174 δρυες
ἤγαγεν ὕλην ἀνέρας ἐργοπόνοιο δαήμονας Ἀτρυτώνης . ἔνθα πολυπρέμνοιο δαϊζόμεναι δρύες Ἴδης ἤριπον ἀρχεκάκοιο περιφροσύνῃσι Φερέκλου , ὃς τότε μαργαίνοντι
εἰσὶ τὸ σημεῖον τὸ ἄπιστον , αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες : ἄπιστον γὰρ τέρας τὸ δρῦς ἐκπέμπειν φωνάς :
4448426 καλλικομων
] ? ? πή ποθεν Αἰακίδην Πολυξείνης κάλλει θάπτειν . καλλικόμων ? ? ? ? ? ? ὁ πόθος ?
παρὰ τὰ Στησιχόρου ἐκ τῆς Ὀρεστείας τοιάδε χρὴ Χαρίτων δαμώματα καλλικόμων ὑμνεῖν φρύγιον μέλος ἐξευρόντας ἁβρῶς ἦρος ἐπερχομένου . Γ
4447907 ἀρνηται
ποταμοῖς νίψετ ' ἀεικὲς ἔπος . ἡ δ ' ὅταν ἀρνῆται μελεὸν γάμον ἀγλαὸς Ἀνθεύς , δὴ τότε οἱ τεύξει
, μὴ σὺ μὲν αἰτῇς ἄλλον , ὃ δ ' ἀρνῆται , σὺ δὲ τητᾷ , ἡ δ ' ὥρη
4432835 ναπος
ὅταν τι ναοῖς ἐγκατασκήψῃ μύσος Ἀκτῖτις πέτρα Βαρκαῖον αἶπος Φασιανὸν νάπος ὁ γὰρ θεὸς μέγιστος ἀνθρώποις νόμος θεοῦ θέλοντος †
ἡμῖν πομπὸς ἦν θεωρίας . πρῶτον μὲν οὖν ποιηρὸν ἵζομεν νάπος , τά τ ' ἐκ ποδῶν σιγηλὰ καὶ γλώσσης
4425429 καρτιστος
Κλεοπάτρῃ κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης Ἴδεώ θ ' , ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ ' ἀνδρῶν τῶν τότε : καί ῥα
ἀπὸ γαίης : γνώσετ ' ἔπειθ ' ὅσον εἰμὶ θεῶν κάρτιστος ἁπάντων . εἰ δ ' ἄγε πειρήσασθε θεοὶ ἵνα
4408345 Νυμφαι
ἕλκος . τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες : ἁ δ ' Ἀφροδίτα λυσαμένα πλοκαμῖδας
. ὕδατι δ ' ἐν μέσσῳ Νύμφαι χορὸν ἀρτίζοντο , Νύμφαι ἀκοίμητοι , δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς
4376252 θηκαν
ᾧ ἔπι παῖδες ἀμάρακον ἠδ ' ὑάκινθον πολλάκι καὶ θαλεροὺς θῆκαν ἴων στεφάνους . ἦν ἄρ ' ἀληθὲς τοῦτο ,
. . . . καὶ τά γε χρυσείην ἐς λάρνακα θῆκαν ἑλόντες : ἡ διπλῆ ὅτι τὴν σορὸν λάρνακα εἶπεν
4371301 ἠρχ
αἰπεινὴν ἑλέειν κτάσθαι τε πολίτας . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
μεγάλη δὲ ποθὴ Δαναοῖσι γένηται . Ὣς εἰπὼν ὃ μὲν ἦρχ ' , ὃ δ ' ἅμ ' ἕσπετο ἰσόθεος
4366373 Φιλομηλα
Δωριεῖς τὰ εἰς η τρέπουσιν εἰς α μακρόν , Φιλομήλη Φιλομήλα , οἱ δὲ Ἴωνες τοὐναντίον εἰς α βραχύ ,
ἄριστα τῶν τραγικῶν : εἶπε γὰρ αἰσχρόν γ ' ὦ Φιλομήλα . ὄρνιθι μὲν γάρ , εἰ ἐποίησεν , οὐκ
4357035 Σπαρτας
ὕμνοις ἰήιε Παιάν : ὁ γάρ μ ' εὐγενέτας μακραίων Σπάρτας μέγας ἁγεμὼν βρύων ἄνθεσιν ἥβας δονεῖ λαὸς ἐπιφλέγων ἐλᾶι
, αὖθις ἐπανέλαβεν εἰπών : Ἐμὸν γαρύεται δ ' ἀπὸ Σπάρτας κλέος : ὅπερ ταὐτόν ἐστιν ἐκείνῳ : ἐν Λακεδαιμονίᾳ
4347847 πεπλοι
ταὐτὰ νῦν ἔχοι φάρη , εἰ μὴ ξυναύξοινθ ' οἱ πέπλοι τῶι σώματι ; ἀλλ ' ἤ τις αὐτοῦ τάφον
Αἱ μίτραι τό θ ' ἁλουργὲς ὑπένδυμα τοί τε Λάκωνες πέπλοι καὶ ληρῶν οἱ χρύσεοι κάλαμοι , πάνθ ' ἅμα
4346263 ἡρως
. ἴθι δὴ λαβὼν τὸν ῥόμβον ἀνακωδώνισον . οἱ γὰρ ἥρως ἐγγύς εἰσιν . μὴ γεύεσθε δ ' ἅττ '
δ ' ἀπάνευθε καθήατο : τὼ δὲ δύ ' οἴω ἥρως Αὐτομέδων τε καὶ Ἄλκιμος ὄζος Ἄρηος ποίπνυον παρεόντε :
4338568 θεσμων
ἀθλίοις οἴεσθαι πρέπειν . εἰσὶ δὲ ἄθλιοι πάντες οἱ τῶν θεσμῶν ὑπερόπται τῶν εἰς κοινωνίαν τεινόντων , ὧν εἷς ἐστι
γυμνουμένοις ἀνδράσι παρατυγχάνουσαι τὸ δόκιμον αἰδοῦς νόμισμα παρακόπτωσιν ἀλογοῦσαι φύσεως θεσμῶν , οὓς ὥρισεν ἑκατέρῳ τμήματι τοῦ γένους ἡμῶν .
4335878 ζαθεας
δ ' ἀνέθηκεν Ἀθηνᾷ πατρίδ ' ἐς εὐρύχορον Κύπρου ἀπὸ ζαθέας . Ἀγαπήνορος δὲ οὐκ ἀνασωθέντος οἴκαδε ἐξ Ἰλίου ,
τὸν ὕστερον χρόνον . Ἰὲ Παιᾶνα θεὸν ἀείσατε λαοί , ζαθέας ἐνναέται [ ] τᾶσδ ' Ἐπιδαύρου . Ὧδε γὰρ
4316855 ἱμεροεσσα
, ἄλλῳ δ ' ὀρχηστύν τε καὶ ἱμερόεσσαν ἀοιδήν . ἱμερόεσσα γὰρ ὡς ἀληθῶς ἡ μετ ' ὀρχήσεως ᾠδὴ καὶ
ὁπότε προπάροιθεν ἴῃ καναχήποδος ἵππου ὠτὶς ὀλισθαίνουσα δι ' ἠέρος ἱμερόεσσα , σαργοὶ δ ' αἰπολίοισιν ἐπέχραον : ἀμφὶ δὲ
4306908 νυμφαι
ἀλαὸς τοὺς ὦπας . καὶ νυκταλωπιῶν : ὁ νυστάζων . νύμφαι : σκώληκες οἱ ἐν τοῖς τῶν μελισσῶν κυττάροις ,
ἐν ταύταις λοῦσαι τεχθέντα Ἑρμῆν αἱ περὶ τὸ ὄρος λέγονται νύμφαι , καὶ ἐπὶ τούτῳ τὰς πηγὰς ἱερὰς Ἑρμοῦ νομίζουσιν
4285377 στυγουμενην
μὲν τὰς Ἑλληνίδας , κωμῳδῶν δὲ τὰς Κρήσσας : † στυγουμένην : οὐχ ὡς μισουμένην παρὰ θεῶν προφανῶς ἡ Ἠλέκτρα
ἄπο . γαμεῖ δ ' ὁ μὲν δὴ τὴν θεοῖς στυγουμένην Μενέλαος Ἑλένην , ὁ δὲ Κλυταιμήστρας λέχος ἐπίσημον εἰς
4282710 λαος
καὶ τὸ Μενέλαος , παρὰ τὸ μένειν γὰρ καὶ τὸ λαός : ἀπὸ δὲ πλειόνων , οἷον πεντεκαίδεκα : τοῦτο
: τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ
4278511 Νηρεος
φαρμάκων δίδαξε μαλακόχειρα νόμον : νύμφευσε δ ' αὖτις ἀγˈλαόκολπον Νηρέος θύγατˈρα , γόνον τέ οἱ φέρτατον ἀτίταλλεν ἐν ἀρμένοισι
ἀνεχόρευσεν αἰθήρ , χορεύει δὲ σελάνα καὶ πεντήκοντα κόραι † Νηρέος αἱ κατὰ πόντον ἀεναῶν τε ποταμῶν † δίνας χορευόμεναι
4271137 Μεσσηνη
φαρμάκοις ξανθίζεται χρημάτων τε γάργαρα πασῶν δ ' ἀρίστη γαῖα Μεσσήνη ' λάχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος
ρʹ . ΜΕΣΣΗΝΗ . Μετὰ δ ' Ἀρκαδίαν ἐστὶν ἔθνος Μεσσήνη , καὶ πόλεις ἐν αὐτῇ αἵδε : Κυπάρισσος ἀπέχουσα
4268851 θωρηκταων
καυστείρης ἀντιβολῆσαι , ὄφρά τις ὧδ ' εἴπῃ Λυκίων πύκα θωρηκτάων : οὐ μὰν ἀκλεέες Λυκίην κάτα κοιρανέουσιν ἡμέτεροι βασιλῆες
ψεύδεσσιν ἔθελγεν : ἥ μ ' ἔφατο Τρώων ὑπὸ τείχεϊ θωρηκτάων λαιψηροῖς ὀλέεσθαι Ἀπόλλωνος βελέεσσιν . ὥς μ ' ὄφελ
4265209 ὀχος
ἄλοχον ὡς πατρὸς βίαι ; οἰκεῖος αὐτὸν ὤλες ' ἁρμάτων ὄχος ἀραί τε τοῦ σοῦ στόματος , ἃς σὺ σῶι
Ὄχθαι . τὰ χείλη τῶν ποταμῶν τὰ ἐξέχοντα . ἔχω ὄχος ἔξοχος , καὶ θηλυκὸν ὄχη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ
4259836 ποδωκεας
μὲν μέγ ' ἄρισται ἔσαν Φηρητιάδαο , τὰς Εὔμηλος ἔλαυνε ποδώκεας ὄρνιθας ὣς ὄτριχας οἰέτεας σταφύλῃ ἐπὶ νῶτον ἐΐσας :
' εἰσῆλθον , κοῦραι δύο θαυματοποιοί , ἃς Στρατοκλῆς ἤλαυνε ποδώκεας ὄρνιθας ὥς . ὄστρεά τ ' ἤνεικεν , Θέτιδος
4253355 Βακχων
, . . [ . Πρὸς Αὐτόλυκον ] : Αἰσχύλου Βακχῶν : τό τοι κακὸν ποδῶκες ἔρχεται βροτοῖς καιτ '
μετενήνεκται . , [ . , . ] Φιλολάου ἐκ Βακχῶν . . . . , . διὸ καὶ ὁ
4243839 ἀφνειον
, ἐμῶν μέγαν οἶκον ἀνάκτων , μητέρα πασάων πολίων , ἀφνειὸν ἔδεθλον . τῇ δ ' ἐπὶ Καμπανῶν λιπαρὸν πέδον
προλελεγμένοι ὧν ὄφελός τι , ἵκετο χὠ ταλαεργὸς ἀνὴρ ἐς ἀφνειὸν Ἰωλκόν , Ἀλκμήνας υἱὸς Μιδεάτιδος ἡρωίνας , σὺν δ
4235546 κισσωι
ἐγὼ μὲν οὖν καὶ Κάδμος , ὃν σὺ διαγελᾶις , κισσῶι τ ' ἐρεψόμεσθα καὶ χορεύσομεν , πολιὰ ξυνωρίς ,
θεός . εἶδον δὲ θαλάμοις . . . βουκόλων κομῶντα κισσῶι στῦλον εὐίου θεοῦ οὐ σωφρονίζειν ἔμαθον : αἰδεῖσθαι δὲ
4233215 Κελεος
, μεῖζον ἢ πενθεῖν ἐφάνη κακόν , ἀφθέγκτοισιν ἶσον . Κελεός στᾶ δ ' ἐπὶ λάϊνον οὐδόν , τοὶ δὲ
τοῦ ἄφρονος : γαλεὸς τὸ ζῷον καὶ μάντεων γένος : Κελεός : κολεός : μαλεός : πελεός : ἐλεός :
4230377 δερκηται
ἀναστρεφόμενον ἢ βόσκοντα τὸν δράκοντα αὐξάνοντα μολοῦντα , βόσκοντα * δέρκηται : θεάσηται , ὄψηται ὁρᾶται * ὅγ ' :
καὶ ἐχέφρονι βουλῇ , ηνλιτεν † Οὐλύμποιο θεὰ φθίνουσα Σελήνη δέρκηται , καὶ μίσγε ῥόδων εὐῶδες ἔλαιον καὶ χρῖσαι τὸ
4228748 εὐρυαγυια
τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον , ἠὲ διεπράθετο πτόλις ἀνδρῶν εὐρυάγυια , ᾗ ἔνι ναιετάασκε πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ ,
ειδαίμων [ ! ! ] [ Ἀρηίφιλος ] ? εὐρύχορος εὐρυάγυια εὐρύνωτος ? εὐρυτος ! ! εὐρυνος ? ? ?
4222679 ἀγρευτων
ξυλόχοισιν ὀλέθριον ἦτορ ἔχουσα αἰνὰ περισσαίνουσα θόρῃ κατέναντ ' ἐπιόντων ἀγρευτῶν , οἵ πέρ μιν ἐν ἔντεσι θωρηχθέντες ἐσσυμένην μίμνουσι
τὸ πάνυ ψοφοδεές . Ταῦτα μὲν οὖν εἰρήσθω περὶ σκευῆς ἀγρευτῶν . Καιρὸς δὲ θήρας οὐχ ὁ αὐτὸς , ἀλλ
4198402 Φορκου
κεφαλήν . ὁ δὲ Ἑρμοῦ καὶ Ἀθηνᾶς προκαθηγουμένων ἐπὶ τὰς Φόρκου παραγίνεται θυγατέρας , Ἐνυὼ καὶ Πεφρηδὼ καὶ Δεινώ :
Περγαμηνός φησι Κυανέας μὲν ὑπὸ ἀνθρώπων , ὑπὸ δὲ θεῶν Φόρκου πύλας κεκλῆσθαι . : Τὸν δὲ νῦν λεγόμενον παράσιτον
4194447 διθυραμβος
ἄστυ μετελθεῖν , κωμῳδία ὠνομάσθη . ἐν διθυράμβοις . ὁ διθύραμβος γράφεται μὲν εἰς Διόνυσον , κεκινημένος καὶ πολὺ τὸ
χορὸς ἦν κυκλικὸς πρὸς τὸν Διόνυσον , ἐλέγετο δὲ ὁ διθύραμβος ἀπὸ Διονύσου τοῦ ἐκ δύο θυρῶν ἐξελθόντος , ἔκ
4192091 Ἐνυω
κάτα κοιρανέουσιν , οὔτ ' ἄρ ' Ἀθηναίη οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ . ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἐκίχανε πολὺν
δὲ τῶν Διοσκούρων . ἡ ἔννοια ὄπισθεν ἐρρέθη πλατυτέρως . Ἐνυώ ἐπίθετον Ἥρας παρὰ τὸ ἀνύειν καὶ φονεύειν ὡς πολεμικὴ
4190036 Νηρηϊδων
ἐρώμενον πρὸς θήραν πέμπουσιν : ὁ δὲ διὰ κάλλος ὑπὸ Νηρηΐδων ἁρπαγεὶς ἀνεβόησε . Καὶ Πολύφημος ἀκούσας αὐτοῦ βοήσαντος ,
ἐπιστήμης δεκτικόν τῶν , ὡς Ἕλληνές φασι , νυμφῶν καὶ Νηρηΐδων , οὕτω διὰ τῶν λαμβανομένων ἐν ἑκάστῳ κανόνι παρατηρήσεων
4183548 Ἐννεα
τῷ ῥα τόθ ' ἁρπαχθεῖσα διὰ στόματος κίεν Ἀργώ . Ἐννέα μὲν νύκτας τε καὶ ἤματα μοχθίζοντες λείπομεν ἔνθα καὶ
Δημοφῶν καὶ Ἀκάμας . τούτων Δημοφῶντι λέγεται δοθῆναι προῖκα τὰς Ἐννέα ὁδοὺς οὕτω καλουμένας : οὗτος δὲ παρὰ τὴν ἱστορίαν
4176986 τανυφυλλος
“ χρυσοῦ δὲ στήσας Ὀδυσσεὺς δέκα πάντα τάλαντα . ” τανύφυλλος τεταμένα φύλλα ἔχουσα , οἷον μακρόφυλλος . τανύπεπλος τεταμένον
. ” ἐπί κυρίως μὲν “ αὐτὰρ ἐπὶ κρατὸς λιμένος τανύφυλλος ἐλαίη , ” ἀντὶ δὲ τῆς παρά “ ἡ
4175213 Αὐγειαο
ἄλλῳ ἰὸν ἐπιπροΐαλλε μάλα σπεύδοντι ἐοικώς . Ἐν δὲ καὶ Αὐγείαο μέγας σταθμὸς ἀντιθέοιο τεχνήεις ἤσκητο κατ ' ἀκαμάτοιο βοείης
ὁδοῦ ζαχρεῖον ἀνήνηταί τις ὁδίτην . ποῖμναι μὲν βασιλῆος ἐύτριχες Αὐγείαο οὐ πᾶσαι βόσκονται ἴαν βόσιν οὐδ ' ἕνα χῶρον
4167516 φιλταται
δὲ παρὰ τὸ Ὁμηρικόν : ἦτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες , Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια
Ἴλιον . . . . ἤτοι ἐμοὶ τρεῖς μὲν πολὺ φίλταταί εἰσι πόληες Ἄργος τε Σπάρτη τε καὶ εὐρυάγυια Μυκήνη
4165745 Αἰγας
Αἴγυπτον μὲν καὶ Βαβυλῶνα καὶ Σοῦσα καὶ Ἐκβάτανα προσθείς , Αἰγὰς δὲ καὶ Πέλλαν καὶ Δῖον ἀφελόμενος . Καρχηδονίους δὲ
κατέμεινε , τὸν Ἀργαῖον δὲ μετὰ τῶν μισθοφόρων ἐπὶ τὰς Αἰγὰς ἀπέστειλεν . οὗτος δὲ προσελθὼν τῇ πόλει παρεκάλει τοὺς
4161488 θαλαμος
ταύτην ἠγάγετο : θρῆνος ἦν ὁ ὑμέναιος : τάφος ὁ θάλαμος : ἔδειξε δὲ τὸ πέρας τοῦ δράματος , ὃ
οἱ τὰ τόξα οὐδὲν χρηστὰ ἐγίνετο , ἦν γὰρ δὴ θάλαμος ἐσέχων ἐς τὸν ἀνδρεῶνα , ἐς τοῦτον καταφεύγει ,
4147387 ἐπηκοα
ἑαυτῷ μὲν γὰρ μόνῳ τῶν ἐπὶ γῆς ἁπάντων συνετὰ καὶ ἐπήκοα τὰ κοσμικὰ φθέγματα ἐνόμιζε , καὶ ἀπ ' αὐτῆς
τοῖς αὑτοῦ τέκνοις ἃ δὴ καὶ πᾶς ὑμνεῖ τέλεα καὶ ἐπήκοα γενέσθαι παρὰ θεῶν , Ἀμύντορά τε Φοίνικι τῷ ἑαυτοῦ
4140737 τεληεσσας
ὁ παρατατικὸς , ὡς τὸ , Ἔρδον δ ' Ἀπόλλωνι τεληέσσας ἑκατόμβας . Τὸ ΜΑΠΕΕΙΝ εἰς δεύτερον ἀόριστον , ἀπὸ
εἰρημένα . φησὶν γὰρ τοὺς Τρῶας ἔπαυλιν ποιουμένους ἔρδειν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας : τὴν δὲ κνῖσαν ἐκ τοῦ πεδίου τοὺς
4136285 Παφον
τὸ „ ἡ δ ' ἄρα Κύπρον ἵκανεν , εἰς Πάφον ” . πορθεῖ δὲ τοὺς Κίκονας , ὅτι συνεμάχησαν
πλεονασμῷ τοῦ π , πτίλα . Παφίη . παρὰ τὴν Πάφον , ἀποβολῇ τοῦ α , παρὰ τὸ παφίσκειν ,
4135302 πωλων
ἐμέθεν , δόμων ἃς κατεῖδον ἄτας : ποτανὸν μὲν δίωγμα πώλων , τεθριπποβάμονι στόλωι Πέλοψ ὅτ ' ἐπὶ πελάγεσι διεδίφρευσε
ελλ ? [ ἐπ ' ⌊ ἁρμάτων τε καὶ Θρεϊκίων πώλων λευκῶν ⌊ † ὀείους κατεγγὺς † Ἰλίου πύργων ἀπηναρίσθη
4128233 χορος
τὸ παριστάμενον αὐταῖς δίκαιον προτιμῶσιν . ἔπειτα καὶ ἀεὶ ὁ χορὸς ἐν προσώπῳ τοῦ ποιητοῦ εἰσάγεται τῷ δικαίῳ προστιθέμενος :
μικτὸς αὔονα βροτοῖς . κῶλα κδʹ . + ὁ παρὼν χορὸς συνέστηκεν ἐκ κώλων χοριαμβικῶν νβʹ , ὧν τὰ μέν
4127803 θαλλῳ
τε μετὰ ταῦτα εἰς τὴν πατρίδα ἐστεφάνωσε τὰς Ἀττικὰς τριήρεις θαλλῷ καὶ μίτραις καὶ ταινίαις ναῦς ἄγων αἰχμαλώτους ἠκρωτηριασμένας εἰς
καὶ δικαστὰς τῶν ἀμφισβητουμένων ἑλόμενοι . κριθείσης δὲ τῆς ἁμίλλης θαλλῷ τε ἐλαίας καὶ κύματι , τῷ θαλλῷ τὴν ψῆφον
4126723 Δαρδανιδα
φησὶν Ἀχέροντα τινὰ βασιλεῦσαι τῶν τόπων , οὗ θυγατέρα γενέσθαι Δαρδανίδα . Ταύτῃ δὲ Ἡρακλέα πλησιάσαντα ἐσχηκέναι υἱὸν Ποιμένα λεγόμενον
, τοὺς τόπους ἀπ ' αὐτῶν κληθῆναι κατὰ τὴν Ἡράκλειαν Δαρδανίδα τε καὶ Ποιμένα . , : Πόλις τοῦ Πόντου
4123279 ἀπεθνησκε
καὶ πάντως ὁ χὴν ἦν ἐν ὕδατι , ἀλλ ' ἀπέθνησκε μόνως , καὶ μὴ μυρίοι ἦσαν αὐτῷ οἱ θάνατοι
ἑβδομηκοστὸν ἂν δήπου καὶ πέμπτον εἶχεν ἔτος , ὅτ ' ἀπέθνησκε Ταρκύνιος . εἰ δὴ τὸν νεώτερον τῶν υἱῶν ἔσχατον
4121357 Ἀρειος
[ καθὸ καὶ ὁ Ἄρειος πάγος . ] ἔστι δὲ Ἄρειος πάγος καλούμενος , ὅτι πρῶτος Ἄρης ἐνταῦθα ἐκρίθη ,
ὅτι ἐν πάγῳ ἐστὶ καὶ ἐν ὕψει τὸ δικαστήριον : Ἄρειος δέ , ἐπεὶ τὰ φονικὰ ἐκεῖσε ἐκρίνοντο : δικάζει
4117938 κουραι
οὖν τὸν ἐξ ἀρχῆς στίχον Ἀρτέμιδος κλεῖτε κράτος ἔξοχον ἐννέα κοῦραι πολλαπλασιασθέντα δι ' ἀλλήλων δύνασθαι μυριάδων πλῆθος τρισκαιδεκαπλῶν ρϘϚʹ
ἔνδοθι κῦμα . Ἔνθα δ ' ἐφεζόμεναι λιγυρὴν ὄπα γηρύουσι κοῦραι , ἀνοστήτους δὲ βροτῶν θέλγουσιν ἀκουᾷ . Δὴ τότε
4115125 Φαισυλη
Ἡ . γάρ φησι περὶ αὐτῶν : νύμφαι Χαρίτεσσιν ὁμοῖαι Φαισύλη ἠδὲ Κορωνὶς ἐυστέφανός τε Κλέεια Φαιώ θ ' ἱμερόεσσα
ὑπὲρ δύο συλλαβὰς βαρυτονεῖται , οἷον κορδύλη , Δαμύλη , Φαισύλη δοκεῖ δὲ αὕτη μία τῶν τιθηνησαμένων τὸν Διόνυσον ,
4114970 ἐννοσιγαιε
Ποσειδῶνος ὄντος ; Ναί , ἀλλὰ σὲ μέν , ὦ ἐννοσίγαιε , χαλκοῦν ὁ Λύσιππος καὶ πτωχὸν ἐποίησεν , οὐκ
πόντοιο βαθυστέρνοιο θέμεθλα , ποντομέδων , ἁλίδουπε , βαρύκτυπε , ἐννοσίγαιε , κυμοθαλής , χαριδῶτα , τετράορον ἅρμα διώκων ,
4112098 ἀφροϲ
ἕψε τὸ ὕδωρ ϲὺν τῷ μέλιτι , ἕωϲ ὅ τε ἀφρὸϲ αὐτοῦ καὶ τὸ οἷον κηρῶδεϲ ἀναπλέον κατὰ μέροϲ λειφθῇ
λυϲϲοδήκτουϲ ὥϲτε μὴ ἐμπεϲεῖν εἰϲ τὸ ὑδροφοβικὸν πάθοϲ : † ἀφρὸϲ ὁ δηχθεὶϲ τὴν ἰδίαν ϲκιὰν θεωρῶν , ὡϲ ἔθοϲ
4110600 πνειων
ὑπὸ νυμφοκόμοισι γυναιξὶν εἵμασιν ἀργεννοῖσι καὶ ἄνθεσι πορφυρέοισι στεψάμενος , πνείων τε Παλαιστίνοιο μύροιο , ἐς θάλαμον βαίνησιν ὑμὴν ὑμέναιον
ἐκβαίνει . ἆσθμα : πνεῦμα . Ἀσθμαίνων : φυσιῶν , πνείων . Ἱεμένῳ : θέλοντι . ἐπιτρωπῶσιν : παραχωροῦσιν ,
4107522 νυμφη
ἡ τροφὸς Ποσειδῶνος . . . εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη πρότερον Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ
: νύμφη , τροφὸς Ποσειδῶνος , εἴρηται δὲ Ἄρνη ἡ νύμφη Σινόεσσα καλουμένη , ὅτι τὸν Ποσειδῶνα λαβοῦσα παρὰ τῆς
4105195 Ἐριννυες
οὐδ ' εἰ μάλα πόλλ ' ἀγορεύσω , οὕνεκ ' Ἐριννύες ἄμμι γάμου κεχολωμέναι αἰνοῦ ἀμφ ' Ἑλένης καὶ Κῆρες
τούτους ἐκ τῶν ὑδάτων ἐπὶ τὴν γῆν . ἐριννύων : Ἐριννύες μυθικῶς τρεῖς * εἰσι δαίμονες τιμωρητικαί , ὧν τὰ
4101916 νασου
: Τύριον οἶδμα λιποῦς ' ἔβαν ἀκροθίνια Λοξίᾳ Φοινίσσας ἀπὸ νάσου : ἄλλως : τὴν Τύρον : νησιάζεται γάρ .
[ Πυθόϊ , ] οἱ δ ' ἐν Πέλοπος ζαθέας νάσου πιτυώδεϊ [ ] δείρᾳ , οἱ δὲ φοινικοστερόπα τεμένει
4099305 θεσφατον
: εἰσὶ γάρ τινες ἱεραὶ πύλαι τοῦ Καπιτωλίου κατά τι θέσφατον ἀνειμέναι , Καρμεντίδας αὐτὰς καλοῦσιν : ἀναβιβάσας τὴν δύναμιν
γὰρ τὸ τοῦ θεοῦ γ ' αἴτιος γενήσομαι πεσεῖν ἄχρηστον θέσφατον : τολμητέον . μόχθος γὰρ οὐδεὶς τοῖς νέοις σκῆψιν
4098418 νικῳη
ἐποίει τι τοιοῦτον περὶ τὰς κωμῳδίας : ὅτε γὰρ μὴ νικῴη , λαμβάνων ἔδωκεν εἰς τὸν λιβανωτὸν κατατεμεῖν καὶ οὐ
τῷ ι . Νικόμαχος Οἰδίποδι ὅτι μὲν λῷστον , τόδε νικῴη . καὶ νικῶ δὲ χωρὶς τοῦ ι : τὸ
4094889 ὀδυρομεναι
λίπον ἐν μεγάροισι , νεοδμήτων τε γυναικῶν , αἵ που ὀδυρόμεναι μίνυθον κενεοῖς λεχέεσσι νηπιάχοις σὺν παισὶ φίλους ποτιδέγμεναι ἄνδρας
, τῶ πένθεος ἄρχετε , Μοῖσαι . ἀδόνες αἱ πυκινοῖσιν ὀδυρόμεναι ποτὶ φύλλοις νάμασι τοῖς Σικελοῖς ἀγγείλατε τᾶς Ἀρεθοίσας ὅττι
4090049 κυβερνητηρες
῎λαχεν , εὔδενδρος , ὡς οὐδείς τις Ἑλλάδος χθονός ἵππων κυβερνητῆρες Ἀγαμέμνονος πέρι ἔνδον γένοιτο ἠδ ' ἄγκος ὑψίκρημνον ὄρεσι
σε τῇ πέμψωσι τιτυσκόμεναι φρεσὶ νῆες . οὐ γὰρ Φαιήκεσσι κυβερνητῆρες ἔασιν , οὐδέ τι πηδάλι ' ἐστί , τά
4088544 ἠχηεντα
τὰ μὲν περὶ τοῦ οἴκου εἰρήκασιν , ὥς ἐστι δώματα ἠχήεντα . τοιαῦτα γὰρ δὴ τὰ ὑψόροφα καὶ μεγάλα .
ἐν οὔρεσιν ἐξεπεφύκει πίννας ἦλθε φέρων † καὶ ἄμυλα † ἠχήεντα , ἃς κατὰ φυκότριχος πέτρης λευκὸν τρέφει ὕδωρ ψῆττά
4084175 τραπεζαι
παλαιᾶς τε καὶ ἄκρας τέχνης καὶ χρυσοῖ κρατῆρες καὶ ποικίλαι τράπεζαι καὶ πορφύρα καὶ ἐλέφας καὶ ἤλεκτρος καὶ μύρων ὀσμαὶ
οὗ δὴ πλεῖστον ἀνὴρ ὑπὲρ ἄνδρα πεπώκει . δεύτεραι αὖτε τράπεζαι ἐφωπλίζοντο γέμουσαι : ἐν δ ' αὐταῖσιν ἐπῆν ἄπιοι
4081271 στιχας
ὁρᾷς Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν θύνοντ ' ἐν προμάχοισιν , ἐναίροντα στίχας ἀνδρῶν , τόφρ ' ὑπόεικε μάχης , τὸν δ
μέγα δ ' ἐν φρεσὶ γήθεε Μέμνων αἰὲν ἐπεσσύμενος δηίων στίχας , ἀμφὶ δὲ νεκρῶν στείνετο Τρώιον οὖδας . Ὃ
4080569 αὐτοματας
μὲν [ ποταμὸς ὁ Κρᾶθις ] ἡμῖν καταφέρει μάζας μεγίστας αὐτομάτας μεμαγμένας , ὁ δ ' ἕτερος ὠθεῖ κῦμα ναστῶν
ἦν ἄρα καὶ χρυσοῦν γένος καὶ νῆσοι μακάρων τινές , αὐτομάτας ἔχουσαι τροφάς , καὶ Ἡρακλέους κέρας καὶ Κυκλώπων βίος
4071549 ἀοιδαν
τῶν ἀκουόντων . καὶ κέρτομος ὁ παραλογιστής . τὰν γὰρ ἀοιδάν : παροιμία ἐπὶ τῶν γινωσκόντων καὶ μὴ μεταδιδόντων .
ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων , τί νέον ἔκλαγε χαλκοκώδων σάλπιγξ πολεμηΐαν ἀοιδάν ; Ἦ τις ἁμετέρας χθονὸς δυσμενὴς ὅρι ' ἀμφιβάλλει
4068902 παρθενοι
τελεῖν τὰ Θεσμοφόρια . εἰσὶ δὲ τὰ Θεσμοφόρια τοιαῦτα : παρθένοι γενναῖαι καὶ τὸν βίον σεμναὶ κατὰ τὴν ἡμέραν τῆς
τοῦ Ἕκτορος οὕτω κομῶντος . ὁ δὲ νοῦς : ὅσαι παρθένοι θελήσουσιν ἐκφυγεῖν τὸν ζυγὸν τῶν ἀνδρῶν ἤτοι τὸν γάμον
4067955 ἐρατα
ἐνὶ στήθεσσιν ἀτάρβητος νόος ἐστί : μή μοι δῶρ ' ἐρατὰ πρόφερε χρυσέης Ἀφροδίτης : οὔ τοι ἀπόβλητ ' ἐστὶ
δ ' αὖ καὶ κατὰ γαῖαν ἀπείριτον ἀνθεμόεσσαν ἔργ ' ἐρατὰ φθείρουσι χαμαιγενέων ἀνθρώπων , πιμπλεῖσαι κόνιός τε καὶ ἀργαλέου
4064397 εὐκλε
εἰ γοῦν τις αὐτῆς ἀφέλοι τὸ τ καὶ ποιήσειε πανδαίδαλον εὐκλέ ' ἀγοράν , εἰς τὸ δίκαιον ἐλθοῦσα μέτρον εὐεπεστάτην
δ ' ἄρ ' ἐν Ἑρμείαο τόποις πολύολβον ἔθηκεν , εὐκλέ ' ἐπιφροσύνης ἕνεκεν , βασιλήιον ὄλβον νωμῶντ ' ἐν
4055223 προσισχουσι
καὶ γεννᾷ παῖδας Εὔνηον καὶ Νεβροφόνον . ἀπὸ Λήμνου δὲ προσίσχουσι Δολίοσιν , ὧν ἐβασίλευε Κύζικος . οὗτος αὐτοὺς ὑπεδέξατο
καὶ Λευκάδα διὰ τῶν ἐπικειμένων νήσων Ἰθάκης τε καὶ Κεφαλληνίας προσίσχουσι τῇ ἤλιδι ἄκρᾳ τῆς Πελοποννήσου , κἀκεῖθεν γίνονται κατὰ
4048231 κρηδεμνα
δὲ δοῦλον ἄγετε εἰς τὴν στιβάδα καὶ εἰς τὰ πέτρινα κρήδεμνα καὶ περιβόλαια : ἀμφί μοι Ἴλιον : ποίησόν με
' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα . τοὺς δ ' ὁ Κύκλωψ ἐφίλει καὶ ἐν
4045862 ἀνακτι
ὄροφον λειμωνόθεν ἀμήσαντες : ἀμφὶ δέ οἱ μεγάλην αὐλὴν ποίησαν ἄνακτι σταυροῖσιν πυκινοῖσι : θύρην δ ' ἔχε μοῦνος ἐπιβλὴς
Πηλείωνα . Ἀντήνωρ δ ' ἐν τοῖσι θεῶν ἠρήσατ ' ἄνακτι : Ζεῦ Ἴδης μεδέων ἠδ ' οὐρανοῦ αἰγλήεντος ,
4042702 δαπεδον
ὧν ἦν τὸ κατὰ πρύμναν ὀπτανεῖον . ταῦτα δὲ πάντα δάπεδον εἶχεν ἐν ἀβακίσκοις συγκειμένον ἐκ παντοίων λίθων , ἐν
Ὀρέστα , γαίας τῆσδ ' ὑπερβαλόνθ ' ὅρους Παρράσιον οἰκεῖν δάπεδον ἐνιαυτοῦ κύκλον : κεκλήσεται δὲ σῆς φυγῆς ἐπώνυμον [
4042547 Καπρος
αὐτὴ τῶν Χαλκιδικῶν , Ἀριστοτέλους πατρίς , καὶ λιμὴν αὐτῆς Κάπρος καὶ νησίον ὁμώνυμον τούτῳ : εἶθ ' ὁ Στρυμὼν
χάρμα μέγ ' ἀγρευτῆρσι , πρὸς ἄρκυας ἰθὺς ἱκάνει . Κάπρος ἐνυαλίοις δὲ μέγ ' ἔξοχος ἐν θήρεσσιν εὐνὰς μὲν
4039894 Σαλαμις
Μήδων ἄδικον παύσας ' ὕβριν , ἥδε Σόλωνα τόνδε τεκνοῖ Σαλαμὶς θεσμοθέτην ἱερόν . Ἤκμαζε μὲν οὖν περὶ τὴν τεσσαρακοστὴν
αἵματι δηλονότι . περικλύστα ] η α . ἤγουν ἡ Σαλαμὶς . σώματα δηλονότι . γνωμικὸν . . ὦ .
4035761 ἀμφιπολευεις
: “ ὄσσε δ ' ἄμερδεν αὐγὴ χαλκείη . ” ἀμφιπολεύεις περιέπεις : “ κεῖνός γ ' ἐλθὼν τὸν ἐμὸν
. ] [ Ζῆνα γὰρ ] αὐτὸν ἄνακτα καὶ Αἰακὸν ἀμφιπολεύεις [ ] [ φύτλης ] ὑμετέρης ἡγήτορας ? ?
4033325 ἑλκεχιτωνες
ἴαλλον ἐξέτεινον . Ἰάονες οἱ Ἀθηναῖοι : “ καὶ Ἰάονες ἑλκεχίτωνες . ” ἰδέ σύνδεσμος ἴσος τῷ καί : “
καί οἱ Δηίφοβος πόσις εἵπετο : τὴν δὲ κιοῦσαν Τρῳάδες ἑλκεχίτωνες ἐθηήσαντο γυναῖκες . ἡ δ ' ὁπόθ ' ὑψιμέλαθρον
4030542 πατρα
σὴν λαβεῖν πειρώμενος . πολλοῦ γὰρ χρυσοῦ καὶ πλούτου κρείσσων πάτρα σώφρονι ναίειν . τὸ δὲ σύντροφον ἁδύ τι θνητοῖς
τῶν μαχῶν συνεκρότει . / ταυτὶ μὲν Ἑλλάνικος οὗ Λέσβος πάτρα . . . : ἤδη δὲ πεντήκοντα ἔτη γεγονώς
4028247 ἐυπλοκαμος
οὕτω πινόμενα λέγει ὁ ποιητής : τοῖσι δὲ τεῦχε κυκεῶ ἐυπλόκαμος Ἑκαμήδη . . . ἣ σφῶιν πρῶτον μὲν ἐπιπροίηλε
ἀντιθέοιο ] ? [ ] ου ? ? Τριοπίδαο Μήστρη ἐυπλόκαμος , Χαρίτων ἀμαρύγματ ] ' ἔχουσα : τὸν δ
4023034 ναυτιλοι
καὶ θεὰν τιμῶσι φωσφόρον κόρην , δείπνων ὅταν πέμπωσι δῶρα ναυτίλοι . τρίγλας λέγεις . ΤΑΙΝΙΑΙ . καὶ τούτων Ἐπίχαρμος
ἐπὶ γαῖαν ἄγεν κνέφας , οἱ δ ' ἐνὶ πόντῳ ναυτίλοι εἰς Ἑλίκην τε καὶ ἀστέρας Ὠρίωνος ἔδρακον ἐκ νηῶν
4018458 αἰχμηι
πληˈθὺν ] Μερόπων κίεν , ἡ [ δὲ διαˈπρὸ ] αἰχμῆι στῆθος [ ἔπειρενˈ ] , ὁ δ ' ἐχξέχυτ
καὶ προσετάχθην δούλη , πόλεως ἀπελαυνομένη τῆς Ἰλιάδος , λόγχης αἰχμῆι δοριθήρατος πρὸς Ἀχαιῶν , οὐδὲν παθέων ἀποκουφίζους ' ἀλλ
4017465 ἀταρβεες
τῶν δ ' ὁπότε σκύμνους νεοθηλέας ἐν ξυλόχοισι λάθρη συλήσωσιν ἀταρβέες ἀγρευτῆρες , αἱ δ ' ἄρ ' ἔπειτ '
θυμὸν παρθέμενοι στονόεντος ἀφειδήσωσιν ὀλέθρου , ὡς νῦν Τρώιοι υἷες ἀταρβέες ἀμφιμάχονται ἄστυ περὶ σφέτερον , μέγα δέ σφισι μαίνεται
4015762 Πανι
αὐτὴν ὁμοίῳ διαδόχῳ . Ὁ δὲ τὴν ἰδίαν ἀναθεὶς τῷ Πανὶ τὴν σμικρὰν καὶ φιλήσας ὡς ἐκ φυγῆς ἀληθινῆς εὑρεθεῖσαν
, τὰ ὑπὸ κεράτων δεδεμένα τοὺς αἰφνιδίους φόβους ἀνῆψαν τῷ Πανὶ σφοδροὺς ὄντας καὶ ἐκπληκτικούς . γίνονται δὲ ἐν τοῖς
4009185 ἀγυιευς
ὑπαιθρίας οὔσης . ἀγυιεῦ ] ἐν ταῖς ὁδοῖς ἱστάμενος . ἀγυιεὺς κίων εἰς . . . ἀμφοῖν . ἔστι δὲ
' ἀμερῶν μόχθων καὶ δανοτῆτος † ἀνηλόκισμαι λάμπει δ ' ἀγυιεὺς βωμὸς ἀτμίζων πυρὶ σμύρνης σταλαγμούς , βαρβάρους εὐοσμίας Πόσειδον
4005851 πεδαι
σχοίνῳ διαμετρησάμενοι τὸ πεδίον τὸ Τεγεητέων ἐργάζοντο . Αἱ δὲ πέδαι αὗται ἐν τῇσι ἐδεδέατο ἔτι καὶ ἐς ἐμὲ ἦσαν
. , ἐκ δίκας δὲ καταδίκα , ἐκ δὲ καταδίκας πέδαι τε καὶ σφαλὸς καὶ ζαμία . Πανύασις δ '
4005435 πορτιες
' ἀμφὶ δρόμοιο βόας δέκα : τῇσι δὲ πάσῃς καλαὶ πόρτιες ἦσαν ὑπὸ μαζοῖσιν ἰοῦσαι : τάς ποτε Πηλείδαο θρασὺ
δὲ Δάφνις ὁ βούτας : ὠρχεῦντ ' ἐν μαλακᾷ ταὶ πόρτιες αὐτίκα ποίᾳ . νίκη μὲν οὐδάλλος , ἀνήσσατοι δ
3999745 ἑκατομβην
' ἄν . ὅστις στρατηγεῖ μὴ στρατιώτης γενόμενος , οὗτος ἑκατόμβην ἐξάγει τοῖς πολεμίοις . εἰρήνη γεωργὸν κἀν πέτραις τρέφει
κέρχνων τε χύτραν , βολβῶν τε σιρὸν δωδεκάπηχυν καὶ πουλυπόδων ἑκατόμβην . ταῦτα μὲν οὕτως φασὶ ποιῆσαι Κότυν ἐν Θρᾴκῃ
3994984 Μαρης
κόσμου ἦν ἔτος ͵γροεʹ . . Θηβαίων Αἰγυπτίων ἐβασίλευσεν θʹ Μάρης , υἱὸς αὐτοῦ , ὅ ἐστιν Ἡλιόδωρος , ἔτη
κέδρου νηλέι καπνῶι . . . , σκύφος τῶι δὲ Μάρης θοὸς ἄγγελος ἦλθε δι ' οἴκου , πλήσας δ
3993416 ἑκατομβας
' ἀμφὶ περὶ κρήνην ἱεροὺς κατὰ βωμοὺς ἕρδομεν ἀθανάτοισι τεληέσσας ἑκατόμβας καλῇ ὑπὸ πλατανίστῳ ὅθεν ῥέεν ἀγλαὸν ὕδωρ : ἔνθ
καθαρὰ χροῒ εἵμαθ ' ἑλοῦσα , εὔχετο πᾶσι θεοῖσι τεληέσσας ἑκατόμβας ῥέξειν , αἴ κέ ποθι Ζεὺς ἄντιτα ἔργα τελέσσῃ
3992622 Φθιος
Μαίναλος , Θεσπρωτὸς σὺν Νυκτίμωι καὶ Καύκωνι , Λύκος , Φθίος τε καὶ Τηλεβόας , Αἵμων , Μαντίνους , Στύμφηλος
† Μέναρος , Θεσπρωτὸς σὺν Νυκτίμῳ , Καύκων , Λύκος Φθίος τε καὶ Τηλεβόας , Αἵμων , Μαντίνους , Στύμφαλός

Back