πρὸ ἡμῶν ἐγένοντο ἄνθρωποι , ἕτερος μὲν ὑπὸ Λακώνων λεγόμενος εἴσπνηλος , τουτέστιν ἐραστής , ἕτερος δὲ ὑπὸ Θεσσαλῶν ἀΐτας
τινες ἄνδρες ἐπ ' ἴσης ἀλλήλους ἐφίλησαν , ὁ μὲν εἴσπνηλος , τουτέστιν ἐραστής , ὡς Λακωνίζων εἴποιἂν ἀνήρ ,
6069873 γενοιμεθα
καὶ κακὸς γένοιτοἡμεῖς δὲ οἱ ἰατρικῆς ἰδιῶται οὐκ ἄν ποτε γενοίμεθα κακῶς πράξαντες οὔτε ἰατροὶ οὔτε τέκτονες οὔτε ἄλλο οὐδὲν
πρῶτον μὲν τίς χρεία τοῦ περὶ τὴν παίδευσιν πόνου ; γενοίμεθα γὰρ ἂν καθεύδοντες σπουδαῖοι . ἢ διὰ τί μάλιστα
6060958 ναυτιλιην
' αὐτὴ πέλας ἷζεν ἐνωπαδίς . αἶψα δὲ μύθῳ χρειὼ ναυτιλίην τε διακριδὸν ἐξερέεινεν , ἠδ ' ὁπόθεν μετὰ γαῖαν
ἔασιν , τῶν ὅτινα πρύμνης ἐπιβήσομεν , οὔ τις ἰάψει ναυτιλίην . ἀλλ ' ὦκα παραιφάμενος τάδε πάντας θαρσαλέως ὀρόθυνον
5700639 ἡμμενοι
αὐτῶν . Δ . δὲ καὶ Πλάτων ἐπὶ πλεῖστόν εἰσιν ἡμμένοι , καθ ' ἕκαστον γὰρ ἀφορίζουσι : πλὴν ὁ
ἀλογωτάτων ἂν δόξειεν , οὕτω δὴ καὶ ποιῶμεν ὧδέ ποθεν ἡμμένοι τοῦ λόγου . Τριῶν οὖν ὄντων τῶν μάλιστα τὴν
5622219 ἀνομοιοι
, ἐναντίως δὲ ἀλλήλοις τεθραμμένοι , παρ ' αὐτὸ τοῦτο ἀνόμοιοι ἐκβεβήκασιν . Ὁ μὲν γὰρ θηρᾶν μαθὼν , ὁ
πυκνοῦ μετοχήν , ἐμμελὴς γίνεται ἡ μεταβολή , ὅταν δὲ ἀνόμοιοι , ἐκμελής . κατὰ δὲ μελοποιΐαν γίνεται μεταβολή ,
5610716 ἐσθλοι
σέβοντα δαίμονας θαρσεῖν χρεών : ἐς τέλος γὰρ οἱ μὲν ἐσθλοὶ τυγχάνουσιν ἀξίων , οἱ κακοὶ δ ' , ὥσπερ
ἀρετὴν ἀσκεῖσθαι ὑπ ' ἀνθρώπων ὡς μηδὲν πλέον ἔχωσιν οἱ ἐσθλοὶ γενόμενοι τῶν πονηρῶν , ἀλλ ' οἵ τε τῶν
5603298 ἐτρεσαν
Ἀιδονῆος ὑπερθύμοιο βέρεθρον : Τιτῆνες δ ' ὑπένερθε μέγ ' ἔτρεσαν . Ἀμφὶ δὲ μακρὴ Ἴδη ὑπέστενε πᾶσα καὶ ἠχήεντα
ἀλκὶ πεποιθώς , ἄψ τ ' ἀνεχώρησαν διά τ ' ἔτρεσαν ἄλλυδις ἄλλος . ὣς Τρῶες εἷος μὲν ὁμιλαδὸν αἰὲν
5572548 ὁρκοι
. καὶ ἀπ ' ἐκείνης τῆς ἡμέρας κάθηται μόνος , ὅρκοι δὲ καὶ ἀνάγκαι πᾶσαι καὶ δεσμοὶ καὶ ὅσα ἐπιστεύετο
” ἀντὶ τοῦ μεγάλα . καὶ Πλάτων . Διωμοσία . ὅρκοι οἱ ὑπὸ τῶν δικαζομένων γινόμενοι , τοῦ μὲν ὀμνύντος
5550285 βρυν
σου πάντα τραυλίζοντος , ὅτι νοοίης . εἰ μέν γε βρῦν εἴποις , ἐγὼ γνοὺς ἂν πιεῖν ἐπέσχον : μαμμᾶν
βρῦν “ πρόσφθεγμα παιδικῶν καὶ νηπίων . πρόσφθεγμα παιδικόν . βρῦν εἴποις ] δι ' οὗ ἐμφαίνουσι τὰ βρέφη ,
5529955 θατερος
γέλως μακάρεσσι θεοῖσιν . οἱ γὰρ τοὺς μονομαχοῦντας βλέποντες καὶ θάτερος θατέρῳ σπουδάζων * * * καὶ ὁ γαμῶν καὶ
, οὐδ ' ὑπὸ τὸ αὐτὸ γενικώτατον ἀναγόμενοι , ἀλλὰ θάτερος τούτων , ὑπ ' ἄλλο καὶ ἄλλο γένος ταττόμενοι
5523775 ἐπῃνησαν
γάρ σφεων φρένας εἵλετο Παλλὰς Ἀθήνη . Ἕκτορι μὲν γὰρ ἐπῄνησαν κακὰ μητιόωντι , Πουλυδάμαντι δ ' ἄρ ' οὔ
, ἤδη νῦν Ἄργοιο παραιφασίῃσι πίθεσθε . ” Ἴσκεν : ἐπῄνησαν δὲ νέοι , Φινῆος ἐφετμάς μνησάμενοι . μοῦνος δ
5496036 ὀργιζωνται
καὶ ὄμματα οἷα ἂν ᾖ φύσει ταραχώδεα , οἷα ὅταν ὀργίζωνται οἱ μὴ τοιοῦτοι , καὶ τἄλλα κατὰ λόγον ,
Δί ' οὐ συνεπεστρατεύσαμεν οὐδετέροις ; οὐκοῦν ὅσῳπερ ἂν μᾶλλον ὀργίζωνται , τοσούτῳ μᾶλλον ἀμήχανόν ἐστιν αὐτοῖς συστῆναι . ὅταν
5493289 ἐλεεινοι
δὲ ἄρα ᾤκτειρεν εἰκότως ἐκβεβλημένον . ἀλλ ' οὐ γὰρ ἐλεεινοὶ τὰ νῦν ἔτι οἱ φυγάδες ἡμεῖς . ὥστε πνιγέσθω
ἥδε καὶ οὐχ ἧσσον δυσώδης . ἐφαίνοντο δὲ τοῖς πολεμίοις ἐλεεινοὶ μὲν ἀπὸ τῶνδε , φοβεροὶ δ ' ἀπὸ τῶν
5478202 μετειη
καὶ φιλοψευδῆ . δειλῇ καὶ ἀνελευθέρῳ φύσει πίστις οὐκ ἂν μετείη . τὸ λέγειν ἃ δεῖ τοῦ ἀκούειν πιστὸς ὢν
' οὖν τὸ ἄλυπον οἰκεῖον τούτοις ἂν εἴη τέλος , μετείη γὰρ ἂν τούτου καὶ τοῖς παντελῶς ἀναισθητοῦσιν : ἀλλ
5473792 κεχαροντο
ἦν ἐπὶ Πατρόκλου „ κὰδ δ ' ἔβαλε κρατερῶς , κεχάροντο δὲ πάντες Ἀχαιοί „ καὶ ἐν Ἰλιάδι δὲ λέγει
ἀυτμὴν λαοῦ ἀποπνείοντος . Ἀπειρέσιον δ ' ἄρα θυμῷ Ἀτρεῖδαι κεχάροντο περὶ σφίσι κυδιόωντες , δερκόμενοι πολέμοιο δυσηχέος ἄτρομον ἕρκος
5455195 νωϊ
: ἔστι γὰρ ἥμιν σήμαθ ' , ἃ δὴ καὶ νῶϊ κεκρυμμένα ἴδμεν ἀπ ' ἄλλων . ” ὣς φάτο
κεν ἐμὸν κατὰ θυμὸν ἀμύμονα μερμηρίξας φράσσομαι , ἤ κεν νῶϊ δυνησόμεθ ' ἀντιφέρεσθαι μούνω ἄνευθ ' ἄλλων , ἦ
5449095 σφαιριζοντες
ἀεὶ ἁμαρτάνῃ , καθεδεῖται , ὥσπερ φασὶν οἱ παῖδες οἱ σφαιρίζοντες , ὄνος : ὃς δ ' ἂν περιγένηται ἀναμάρτητος
Θεαιτήτῳ : ὁ δὲ ἁμαρτὼν καθεδεῖται , ὥσπερ φασὶν οἱ σφαιρίζοντες , ὄνος : ὃς δ ' ἂν περιγίνηται ἀναμάρτητος
5442825 ἀπιασιν
Μήδου ἤκουες ἀποκαλοῦντος τοὺς ἱππέας : εἰ δ ' οὗτοι ἀπίασιν , ἡμεῖς μόνοι οἱ πεζοὶ μενοῦμεν . οὕτως οὖν
τρόπος οὗτος , ἄλλος δέ : ὑποδυσάμενοι θυλάκους ὡς ἀναξυρίδας ἀπίασιν , ἄλλους καταλιπόντες δασεῖς τὰ ἐντὸς κεχρισμένους ἰξῷ :
5422704 ὀρεσκῳοισι
δ ' Ἀπίων τὴν ἐν τῷ προσώπῳ † ἀποδίδωσι . ὀρεσκῴοισι Α . ι . . , : ὀρεσκῴοισι :
: ὁ γὰρ πολὺ φέρτερος ἦεν . καὶ ἑτέρωθι θηρσὶν ὀρεσκῴοισι , καὶ ἐκπάγλως ἀπόλεσσαν : οὕτως καὶ ἡμᾶς εἰκός
5407681 πεπνυμενα
καὶ φεύγειν μηδέποτε , πείθεσθαι δὲ μονονουκὶ καὶ μανίῃ : πεπνυμένα γὰρ ταῦτα καὶ κρήγυα τοῖσιν εὐσεβέσιν . εἰ δέ
τοῦ διό “ τοῖο γὰρ καὶ πατρός , ὃ καὶ πεπνυμένα βάζεις : ” ἀντὶ δὲ τοῦ ὅτι “ λεύσεται
5404329 ἀμφοτερος
συμβόλων . . . . : Φιλόχορος λέγει καὶ † ἀμφότερος ἐξηγηταὶ τῶν πατρίων ἄνδρες . . . . :
ἐπὶ τῶν ἐπαγγελλομένων μείζω ἢ δύνανται . Ὁ μὲν Ἑκατερὸς ἀμφότερος : ὁ δὲ Ἀμφοτερὸς οὐδέτερος : τούτοιν ὁ μὲν
5401950 Ἀλλῃ
Πρὸς δὲ ῥόον Σιμόεντος ἔχεν πόνον ἀλγινόεντα Τεῦκρος ἐυμμελίης . Ἄλλῃ δ ' ἔχεν ἄλλος ὀιζύν . Καὶ τότ '
ποιοῦσι ταὐτὰ τῇ ἐμβολῇ . Ὦμος δὲ ἐκπίπτει κάτω . Ἄλλῃ δὲ οὔπω ἤκουσα . Δοκέει μὲν γὰρ ἐς τοὔμπροσθεν
5394947 Ἰρος
' ὀλιγαρχία γένηται : ἦσαν δ ' οὗτοι Ὀρτύγης , Ἶρος , Ἔχαρος , οἳ διὰ τὸ περὶ τὰς θεραπείας
τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον : “ ἦ τάχα Ἶρος Ἄϊρος ἐπίσπαστον κακὸν ἕξει , οἵην ἐκ ῥακέων ὁ
5392312 ἀλιγκιος
' Ἀχιλῆος ἐδύσετο τεύχεα πατρός , καί οἱ φαίνετο πάμπαν ἀλίγκιος : ἀμφὶ δ ' ἐλαφρὰ Ἡφαίστου παλάμῃσι περὶ μελέεσσιν
ὁμῶς ἀνέμοισι θαλάσσης καὶ Διὸς ὕδωρ μισγόμενον : ποταμῷ γὰρ ἀλίγκιος ἔρρεεν αἰθὴρ συνεχές , ἣ δ ' ὑπένερθεν ἐμαίνετο
5390450 ἐνυω
ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς τρισίν . ἐνυώ : μάχη , ἡ πολεμικὴ θεά . Μόθος :
αὐτοῖς . Ὑπέρβιος : δυνατός . ἐνιπή : γράφεται ἐνυώ ἐνυώ : τῇ μάχῃ . Ἀντίπρωρον : ἐξεναντίον . Ἄγρια
5389025 νηπιοι
κάρτα δύνανται ἐπιβαίνειν τῷ σκέλεϊ , πάντες , καὶ οἱ νήπιοι , οὕτως ὁδοιπορέουσιν : ἔξω γὰρ βαίνουσι τῷ σιναρῷ
ἔλπετο θυμὸς αὐτώ τε κτενέειν ἐλάαν τ ' ἐριαύχενας ἵππους νήπιοι , οὐδ ' ἄρ ' ἔμελλον ἀναιμωτί γε νέεσθαι
5387533 κρατερως
τεύχεα συλήσωσι νεῶν ἐν ἀγῶνι πεσόντα . ἀλλ ' ἔχεο κρατερῶς , ὄτρυνε δὲ λαὸν ἅπαντα . Ὣς ἄρα μιν
, μεθυδώτην , Καδμείοισι δόμοις ὃς ἑλισσόμενος πέρι πάντη ἔστησε κρατερῶς βρασμοὺς γαίης ἀποπέμψας , ἡνίκα πυρφόρος αὐγὴ ἐκίνησε χθόνα
5362487 ἐσιγων
' , εἰ μὴ ' σίγας . Τοιγάρτοὔγωγ ' ἂν ἐσίγων . Ἑτέρου δ ' ἕτερόν τι πονηρότερον βούλευμ '
τοσοῦτον ἕτερον προὔβην , μᾶλλον δὲ ὅτι μὴ μέχρι τελευτῆς ἐσίγων . τουτὶ γὰρ ἦν κόσμος ἐμοὶ βεβαιῶσαι τὴν παροιμίαν
5347171 πεπνυμενον
ζώειν τερπομένοισιν , ἀπειρήτοις κακότητος . Ὃν δέ κεν ἀνθρώπων πεπνυμένον ἦτορ ἀνώγῃ ἐς πολυήρατον ἄντρον ἐσελθέμεν Ἑρμείαο , ἔνθ
ἡ μὲν θαμβήσασα πάλιν οἶκόνδε βεβήκει : παιδὸς γὰρ μῦθον πεπνυμένον ἔνθετο θυμῷ . ἐς δ ' ὑπερῷ ' ἀναβᾶσα
5335209 γεγοναμεν
τῇ παρελθούσῃ νυκτὶ τὰς ἐπιστολὰς ἔγραψαν : καὶ τῶν γραμμάτων γεγόναμεν αὐτῶν ἐγκρατεῖς . Τῖτον μὲν οὖν ἐγὼ καὶ Τιβέριον
μὲν ἐκ πολλῶν λελείμμεθα , ταπεινοὶ δ ' ἐκ μεγάλων γεγόναμεν , εἰς πενίαν δὲ καὶ δεινὴν ἀπορίαν ἥκομεν ἐκ
5327524 εὐδοκιμοι
„ ὦ Θεσπεσίων , αὐτοὶ μάλιστα οἱ ἐλευθέριοι τε καὶ εὐδόκιμοι . ” ” τοὺς δὲ οἰκέτας ἀδικοῦντας τί „
. στρατιῶται ἐπίλεκτοι , ἔκκριτοι , πρόκριτοι , δόκιμοι , εὐδόκιμοι , ἄριστοι , ἀριστεῖς , ἀριστεύοντες , κρατιστεύοντες ,
5324293 ἠστην
χῆνες οὐκ ἦσαν ἐκείνην τὴν ἡμέραν , δύο δ ' ἤστην μόνω . προσελθοῦσι δ ' αὐτοῖς καὶ ὠνουμένοις ἔφη
κᾆτα ἐμιμήσαντο ἐς τὸ εὖ καὶ καλῶς . φιλοχρημάτω τε ἤστην καὶ ἡδονῶν ἀκράτορε . καὶ τὸν τρόπον ἀφειδεστάτω ἤστην
5323556 κτεινοντο
Εὐρύπυλον : πολλοὶ δ ' ἀμφ ' αὐτὸν ἑταῖροι Κήτειοι κτείνοντο γυναίων εἵνεκα δώρων ] Εὐρύπυλος ὁ Ἀστυόχης καὶ Τηλέφου
ἐν Τροίῃ ἑκὰς Ἄργεος : ἀμφὶ δέ ς ' ἄλλοι κτείνοντο Τρώων καὶ Ἀχαιῶν υἷες ἄριστοι , μαρνάμενοι περὶ σεῖο
5322693 θανοντες
. Ἡμέραν ἡσύχιμον τὴν τοῦ θανάτου , ἐπεὶ ἐν ταύτῃ θανόντες ἡσυχάζομεν . . Ἡμέραν ἡσυχίας τὸν θάνατον λέγει ,
φησι καὶ Θεόκριτος : Ἐλπίδες ἐν ζωοῖσιν , ἀνέλπιστοι δὲ θανόντες . . ΑΡΡΗΚΤΟΙΣΙ ΔΟΜΟΙΣΙ . Μεταφορικῶς εἶπεν , ἀντὶ
5319447 φιλιπποι
ἡνίοχοι , ἀναβάται , ἀμβάται , καὶ ἱππερασταὶ δὲ οἱ φίλιπποι . Γεωργικὰ ὀνόματα : γῆ , γεωργία , ἀγροικία
τὰ ἐπὶ τῆς Κασσάνδρας αὐτῷ , ἀλλ ' , ὦ φίλιπποι Τρῶες . τοῦ δ ' Αἰσχύλου φαντασίαις ἐπιτολμῶντος ἡρωικωτάταις
5317961 ἀειραν
οἳ δ ' ἄρα πατρὸς ὑποδείσαντες ὁμοκλὴν ἐκ μὲν ἄμαξαν ἄειραν ἐΰτροχον ἡμιονείην καλὴν πρωτοπαγέα , πείρινθα δὲ δῆσαν ἐπ
, ὅσον χερὸς ἐξεποτήθη χαλκὸς ὃν ἀνέρε χερσὶ δύω μογέοντες ἄειραν : τόν ῥα μὲν Ἀνταίοιο βίη ῥίπτασκε πάροιθε ῥηιδίως
5313657 ἀμφιδοξος
τέσσαρες καὶ αὐτοί : ἔνδοξος , ἄδοξος , παράδοξος , ἀμφίδοξος : καὶ ἔνδοξος μέν ἐστιν , ἐν ᾧ ἄμφω
ἧκεν ἀκουάν ; ἔνθ ' ἀσπερχὲς μενεαίνουσα τοῖσδε δώμασι κοιράνου ἀμφίδοξος πελάζω . τίς δεσπότιν ἐμὴν Δανάην βάξις ἔχει κατὰ
5312997 καρτιστοι
ἀντίθεον Πολύφημον Θησέα τ ' Αἰγεΐδην , ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν : κάρτιστοι δὴ κεῖνοι ἐπιχθονίων τράφεν ἀνδρῶν : κάρτιστοι μὲν ἔσαν
ἀθάνατοί τε θεοὶ θνητοί τε Γίγαντες σύμβαλον εἰς ἔριδα κρατερὴν κάρτιστοι ἐόντες : πανδερκὴς δ ' ἄρ ' ἔπειτα θεὰ
5307236 ξυνεηκε
' ἑλκέμεν ἀμφιελίσσας . Ὣς φάθ ' , ὃ δὲ ξυνέηκε θεᾶς ὄπα φωνησάσης , βῆ δὲ θέειν , ἀπὸ
φίλον . καὶ τὸν ξενίζοντα . καὶ τὸν ξενιζόμενον . ξυνέηκε : συνέβαλε . συνῆκε . ὄαρος : ἡ ὁμιλία
5307057 ὁμοτιμος
ὁμόγλωττος , ὁμοτράπεζος , ὁμόφυλος , ὁμόδημος , ὁμωρόφιος , ὁμότιμος , ὁμότεχνος , ὁμόσκηνος , ὁμοδίαιτος , ὁμογνώμων ,
εἰ τὰ μάλιστα αὐτὸς μὲν μὴ εἶπεν , ἕτερος δὲ ὁμότιμος εἴρηκεν ὡς ἐκείνῳ προσήκοντας , εἰς ταυτὸν ἀφικνεῖται .
5306857 ἐριζοντες
, οἱ δὲ πλεῖστοι ἐκπίπτοντες , ἀσθμαίνοντες ὡς διωκόμενοι , ἐρίζοντες , ὑστερέοντες , προηγεύμενοι . Καὶ οὓς μὲν αὐτέων
νύκτα γεγενημένην . Παύσασθε , ὦ Ἀσκληπιὲ καὶ Ἡράκλεις , ἐρίζοντες πρὸς ἀλλήλους ὥσπερ ἄνθρωποι : ἀπρεπῆ γὰρ ταῦτα καὶ
5295160 ὡτερος
τάχ ' ὥτερος : Δωρικὴ ἡ συναλοιφή : ὁ ἅτερος ὥτερος . τὸ γὰρ ὁ ἕτερος διὰ τοῦ ου οὕτερος
ὡς παρὰ Ἡροδότῳ . τάχ ' ὥτερος : ἡμαρτημένως ἐξενήνοχεν ὥτερος ἄλλον : ἕτερος γὰρ ἐκ δυοῖν , ἄλλος ἐκ
5293618 ἀϊτης
εἰσπνήλας καλεῖσθαι [ ] τοὺς ἐραστὰς παρὰ Λάκωσιν . ἢ ἀΐτης κυρίως ὁ μέσος , ὁ μήτε θρασὺς μήτε ἰταμός
, . . Αἰήτης : κατὰ πλεονασμὸν τοῦ ι † ἀΐτης : Αἰήτη , κείνην μὲν ἄφαρ διέχευαν ἄελλαι ,
5293258 ἡγεμονηες
διεκόσμεεν [ , ἑπτὰ δ ' ἐπῆσαν ] / ἄστρων ἡγεμονῆες , ἄλη ὧν [ τείρεα δινεῖ ] * /
ζώναις διεκόσμεεν [ , ἑπτὰ δ ' ἐπῆσαν ] ἄστρων ἡγεμονῆες ἀλήμονες [ ] ἄλλου νέρτερος [ ] ἄλλος ,
5287207 μετεειπεν
. Τοῖσι δὲ δὴ Ποίαντος ἀμύμονος ὄβριμος υἱὸς τοῖον ἔπος μετέειπεν ἐποτρύνων πονέεσθαι : Εἰ δ ' ἄγε δὴ πολέμοιο
πρόσθεν ἀρίστη φαίνετο βουλή : ὅ σφιν ἐϋφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : Ἀτρεΐδη κύδιστε ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον ἐν σοὶ μὲν
5286305 φιλοι
καὶ οὕτως ἐκεῖνος εὑρὼν καιρὸν φυγῇ ἐχρήσατο , καὶ οἱ φίλοι ἔφυγον εἰς τοὺς βωμοὺς τῶν θεῶν . οὓς οὗτοι
τινος ἢ πεπονθόσιν κακῶς ἔστιν καταφυγὴ πᾶσιν , οἱ χρηστοὶ φίλοι . δεῖ γὰρ ἀποδύρασθαί τι μὴ γελώμενον : καὶ
5269839 ἀοργητος
μὲν αὐθαδέστερος καὶ τοῖς κόλαξι πᾶσι τοῖς σκώπτουσί τε αὐτὸν ἀόργητος : ἡγεῖται δὴ τούτους μόνους ἐλευθέρους κἂν δοῦλος ᾖ
ὁ ὑπερβάλλων , ἡ δὲ ἔλλειψις ἀοργησία καὶ ὁ ἐλλείπων ἀόργητος . εἰσὶ δὲ καὶ ἄλλαι τρεῖς μεσότητες , αἳ
5245736 διαστησονται
εὐθεῖαι . παντὸς οὖν τοῦ ληφθέντος πεπερασμένου μεγέθους μεῖζον ἀλλήλων διαστήσονται ἐκβαλλόμεναι ἐπ ' ἄπειρον αἱ εὐθεῖαι . τούτου δὴ
μεσουράνημα βλάπτηται ὑπὸ κακοποιοῦ τότε οἱ κριταὶ μὴ συμφωνήσαντες ἀλλήλοις διαστήσονται καὶ ἔσται ἀναβολὴ τῆς δίκης , εἰ δὲ καὶ
5241918 ἀπελειποντο
ἐστὶ καὶ ὁ παρ ' Αἰγυπτίοις καλούμενος Μάνερως . οὐκ ἀπελείποντο δὲ ἡμῶν τῶν συμποσίων οὐδὲ ῥαψῳδοί . ἔχαιρε γὰρ
οὔτε τοῖς ἄλλοις ζώοις εἶχον ἀνταρκεῖν : πᾶσι γὰρ πάντων ἀπελείποντο ἄλλοτε ἄλλων , τάχει μὲν τῶν πτηνῶν ἁπάντωνὅπερ οὖν
5235163 γενεσθην
γὰρ ταί γε καὶ ἐννεαπήχεες ἦσαν εὖρος , ἀτὰρ μῆκος γενέσθην ἐνεόργυιοι . πολλὰ δ ' ἄναντα κάταντα κατὰ στέγας
ταί γε καὶ ἐννεαπήχεες ἦσαν εὖρος , ἀτὰρ μῆκός γε γενέσθην ἐννεόργυιοι . πολλὰ δ ' ἄναντα κάταντα κατὰ στίχας
5235025 ἀφρονες
. τέκνα πόνοι , πήρωσις ἄπαις βίος . αἱ νεότητες ἄφρονες , αἱ πολιαὶ δ ' ἔμπαλιν ἀδρανέες . ἦν
λέγοντες ἢ ἀπαγγέλλοντες οὐ μόνον οὐ πείθουσιν , ἀλλὰ καὶ ἄφρονες δοκοῦσιν εἶναι : ὅμως δὲ οὐ καταφοβηθεὶς ἐπισχήσω κινδυνευούσης
5229971 μειλιχιοισιν
κέν μιν ἀρεσσάμενοι πεπίθοιμεν δώροισίν τ ' ἀγανοῖσιν ἔπεσσί τε μειλιχίοισιν . καὶ πείθεται τούτοις ὁ Ἀγαμέμνων . οὗτός σοι
' ἐξ ὀρέων ὑποδείελος ἠχηέντων μουνάξ , οὐδέ τεῳ ἐπεμίσγετο μειλιχίοισιν : ἀλλ ' ὁπότ ' ἀνθρώπων μεγάλας πλήσαιτο κολώνας
5227700 παισατε
Ὅπερ ἡμεῖς παῖξαι . Ὅμηρος [ . Θ , ] παίσατε , ὥς χ ' ὁ ξεῖνος . παῖσαι :
ὁ τραχύς . παῖσαι : τύψαι ἢ παῖξαι Ἀττικῶς . παίσατε : ἀντὶ τοῦ παίξατε . παισθείς : τυπτηθείς .
5227047 τοσοι
χροιὴν μὲν ἀλίγκιος οὐκέτι κύκλος δινεῖται , τὰ δὲ μέτρα τόσοι πισύρων περ ἐόντων οἱ δύο , τοὶ δέ σφεων
ἤδη μύριοι , πηδῶσι δ ' ὑφ ' ἡδονῆς δὶς τόσοι καὶ διπλάσιοι τούτων καὶ τετραπλάσιοι καὶ πάντες οἱ ἐκείνῃ
5219883 πλησθῃ
ἔπειτα τῆς μητρὸς πνεούσης , ἔπειτα δὲ τοῦ πνεύματος ὅταν πλησθῇ , ὁδόν οἱ αὐτὸ ἑωυτῷ ἔξω ποιέει κατὰ μέσον
Γίνεται δὲ καὶ ἢν φύματα ἐν τῷ πλεύμονι ἐμφυῇ καὶ πλησθῇ ὕδατος καὶ ῥαγῇ ἐς τὰ στήθεα : ὡς δὲ
5217546 ἐτεθνασαν
ἐμηνύθησαν , οὔτε δήπου οἱ τεθνεῶτες δι ' ἐμὲ μᾶλλον ἐτέθνασαν οὔτε οἱ φεύγοντες μᾶλλον ἔφευγον . Ταῦτα δὲ πάντα
καὶ τὸ ἔργον εἰργασμένους , ὅτι οἱ μὲν αὐτῶν ἤδη ἐτέθνασαν ὑπὸ Τεύκρου μηνυθέντες , οἱ δὲ φεύγοντες ᾤχοντο καὶ
5216999 ἀνακτες
' ἐκείνᾳ Μοῖραι μακραίωνες ἔσχον , ὦ παῖ . Θήβης ἄνακτες , ἥκομεν κοινὴν ὁδὸν δύ ' ἐξ ἑνὸς βλέποντε
κύνες ἀνδρῶν γίνοντ ' , ἀγλαΐης δ ' ἕνεκεν κομέουσιν ἄνακτες . ” τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφης , Εὔμαιε
5212479 Σεληναιῃ
μὲν ἰδ ' Ἠελίῳ μάρτυς πέλοι Ἄρης , Ζεὺς δὲ Σεληναίῃ τε καὶ Ἀφρογενεῖ , θεράποντος πατρὸς ὁ φὺς ἔσεται
ταῦτα : πλωέμεναι χατέουσιν ἀληθέα ταῦτά κεν εἴποις . εὖτε Σεληναίῃ μή τις κακὸς ἠέπερ ἐσθλός μαρτυρέοι καὶ δ '
5211277 κωμος
. τῶν ἐκ μεγάλης ἰσχύος γινομένων . τοῦ . ὁ κῶμος . * * ἔρχεται . . Μὴ λάβῃς εἰς
πεπωκώς γ ' , ὡς θρασύνεσθαι πλέον , βρότειον αἷμα κῶμος ἐν δόμοις μένει , δύσπεμπτος ἔξω , συγγόνων Ἐρινύων
5211210 ἀγειρομενοι
δόμοισιν : ἤως διατριβαῖς : γράφεται νομῇσιν . Ἀγρόμενοι : ἀγειρόμενοι , κατὰ συγκοπὴν , συναθροισθέντες , συναθροιζόμενοι . Πολλοὶ
. μετά : σὺν , ὕστερον , μετὰ ταῦτα . ἀγειρόμενοι : ἀνορθούμενοι , συναθροιζόμενοι , ἀγείροντες . Βαιόν :
5209804 ἀνεῳ
” ἀνάρσιοι πολέμιοι , ἀπὸ τοῦ συνηρμόσθαι τοῖς ἤθεσιν . ἄνεῳ ἐκπεπληγμένοι , καὶ οἷον ἀνώϊοι , ἄφωνοι δι '
ἀνώϊοι , ἄφωνοι δι ' ἔκπληξιν : “ τίπτ ' ἄνεῳ ἐγένεσθε ; ” ἀνέσαιμι ἀναπείσαιμι , ἐποτρύναιμι , προτρεψαίμην
5207975 ἐφιλησαν
ᾧ ἀθανασίαν μέν , ὥσπερ Κλεομήδει , οὐκ ἔδωκαν , ἐφίλησαν δὲ μεγάλως οἱ θεοί . Οὕτω καὶ ὁ χάλκεος
προσελθόντες προσεῖπον , τοσοῦτοι τὸν ἄνδρα ἐθαύμασαν , εἶτα εὐθὺς ἐφίλησαν καὶ μᾶλλόν τι τὴν σὴν κατεθεάσαντο γνώμην ἐν τοῖς
5207867 πονευμενος
ἀπρίστων ἀπὸ φιτρῶν : ἄλλος δ ' ἄλλό τι ῥέζε πονεύμενος . Αὐτὰρ Ἐπειὸς ἵππου δουρατέοιο πόδας κάμεν , αὐτὰρ
, ὄνοιτό τις . . εἴ περ γάρ κε βλεῖο πονεύμενος ἠὲ τυπείης : ἡ διπλῆ ὅτι διέσταλκε τὸ βαλεῖν
5207449 ἀρειους
βελτίους ὦ βελτίους , καὶ οἱ ἀρείους τοὺς ἀρείους ὦ ἀρείους . Ὦ βόες καὶ ὦ βοῦς , ὁμοφώνως τῇ
τοῦτο Ἀττικὸν οἱ πλέονες κακίους , παῦροι δέ τε πατρὸς ἀρείους , ὃ λέγομεν κακίονες καὶ ἀρείονες . καὶ τὸ
5195938 χαλκασπιδες
τῶν ἐκ πολλοῦ αὐτὰ ἠσκηκότων . Τυρρηνοὶ γὰρ ἡμῖν ἐπολέμουν χαλκάσπιδες καὶ φαλαγγηδόν , οὐ κατὰ σπείρας μαχόμενοι : καὶ
τέχˈναις ἀνάπωτιν ἐξαίφνας ἄντλον ἑλεῖν . κείνων δ ' ἔσαν χαλκάσπιδες ὑμέτεροι πρόγονοι ἀρχᾶθεν , Ἰαπετιονίδος φύτˈλας κοῦροι κορᾶν καὶ
5190038 ὠλοντ
ἑνὸς ὄνομα εἰς ἀμφοτέρους ἐκλαμβάνει : ἀμφότεροι γὰρ ἐφιλονείκουν . ὤλοντ ' ] ἐφθάρησαν . ὤλοντ ' ] + ἀπώλοντο
ὀρθῶς κατ ' ἐπωνυμίαν κλεινοί τ ' ἐτεὸν καὶ πολυνεικεῖς ὤλοντ ' ἀσεβεῖ διανοίᾳ . ὦ μέλαινα καὶ τελεία γένεος
5185789 Εὐρυμαχος
περ πάρος , ὕβριν ἔχοντες . Ἀντίνοος δὲ καθῆστο καὶ Εὐρύμαχος θεοειδής , ἀρχοὶ μνηστήρων , ἀρετῇ δ ' ἔσαν
: Μέρμνης , Ἱππόθοος , Πέλοψ Ὀπούντιος , Ἀκαρνάν , Εὐρύμαχος , Εὐρύλοχος , Αὐτομέδων , Λάσιος , Χάλκων ,
5181190 διφροι
+ * . . Ἀνεκυμβαλίαζον : ἀνεκρότουν ἢ ἀνετρέποντο : δίφροι δ ' ἀνεκυμβαλίαζον , . + . . .
ἦν καὶ πεποίκιλτο χρυσοῖς ἀγάλμασιν , οἱ δὲ τῶν ἄλλων δίφροι χαλκοῖ μέν , ἄσημοι δὲ ἦσαν , ὑψηλοὶ δὲ
5176760 αἰναρετη
τούτων , ὅπου ὁ μὲν Πάτροκλος ἐπιπλήσσων τῷ Ἀχιλλεῖ λέγει αἰναρέτη : τί σευ ἄλλος ὀνήσεται ὀψίγονός περ , αἴ
καλλιλαμπέτης καλλιλαμπέτου ὦ καλλιλαμπέτη , καὶ τὸ αἰναρέτης αἰναρέτου ὦ αἰναρέτη , ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Π αἰναρέτη : τί
5174374 χρεομενοι
: βλάπτοιντο δ ' ἂν καὶ οἱ μούνῳ τῷ ποτῷ χρεόμενοι , ἥκιστα δ ' ἂν οὗτοι . Χρὴ δὲ
τοῦ ἠέροϲ καὶ διοίγουϲι τὸ ϲτόμα , ὡϲ τῷδε μέζονι χρεόμενοι : ὠχροὶ τὰ πρόϲωπα πλὴν τῶν μήλων : τάδε
5173876 κεκλομενων
' ὁμάδησαν θαρσαλέοις ἐπέεσσιν . ὁ δὲ φρένας ἔνδον ἰάνθη κεκλομένων , καί ῥ ' αὖτις ἐπιρρήδην μετέειπεν : “
τοῖος ἀνὰ πληθὺν δήμου κίεν , ὦρτο δ ' ἀυτή κεκλομένων ἄμυδις . τῷ δὲ ξύμβλητο γεραιή Ἰφιὰς Ἀρτέμιδος πολιηόχου
5171880 ψευδομεθα
ὡσαύτως . Εἰ μὲν οὖν οὐδὲν λέγομεν , ἀλλὰ λέγοντες ψευδόμεθα , οὐδὲν ἂν τούτων εἴη , ἀλλὰ κενὸν ἡ
ὦ Πρωταγόρα , ἡμεῖς λέγομέν σε ψεύδεσθαι . εἰ οὖν ψευδόμεθα , οὐ πᾶς λέγει ἀλήθειαν ὁ λέγων : εἰ
5171765 Σκηψεως
καθ ' ἃ μάλιστα ἡ Δαρδανικὴ ὑποπέπτωκεν αὐτῇ καὶ μέχρι Σκήψεως καὶ τὰ περὶ Ἴλιον . ἔμπειρος δ ' ὢν
καὶ τὸ Τράλλις Τράλλεως : ἔτι σεσημείωται καὶ τὸ Σκῆψις Σκήψεως καὶ τὸ Ἐπίσκηψις Ἐπισκήψεως καὶ τὸ Λάχεσις Λαχέσεως καὶ
5168755 αἰζηοι
: εἰς τὰ ὀπίσω ἐπιστρεφόμενος . Πρῶτα : κελεύομαι . αἰζηοί : οἱ νέοι . πίονες : λιπαροί . Σκοπέλοισιν
Αἰζηοί : νέοι ἀπὸ τοῦ ἀεὶ καὶ τοῦ ζέω . αἰζηοί : νέοι ἀπὸ τοῦ α στερητικοῦ μορίου καὶ τοῦ
5155126 ὑσμινας
ὅς τ ' ἐν δαιτὶ καὶ ἐν πολέμωι θοὸς ἀνὴρ ὑσμίνας διέπων ταλαπενθέας , ἔνθα δὲ παῦροι θαρσαλέοι τελέθουσι μένουσί
' ἐνὶ θυμῷ , ἀλλήλους τ ' αἰδεῖσθε κατὰ κρατερὰς ὑσμίνας . αἰδομένων δ ' ἀνδρῶν πλέονες σόοι ἠὲ πέφανται
5154799 βασιλευτωρ
. . . βασιλεύτωρ : βασιλεύτωρ : παρὰ τὸ βασιλεύσω βασιλεύτωρ . Ἀντίμαχος ἐν πρώτῃ Θηβαΐδος : ” οἷοι ἔσαν
Φιλόξενος εἰς τὸ Ῥηματικὸν αὑτοῦ . . . . . βασιλεύτωρ : βασιλεύτωρ : παρὰ τὸ βασιλεύσω βασιλεύτωρ . Ἀντίμαχος
5154659 νεογνος
φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον . φίλων
φριξαύχεν ' οὐ μόνον γυνή , παῖς δ ' ἂν νεογνὸς χειρὶ προσκνήθων νέᾳ κλίνοι παλαιστοῦ παντὸς εὐμαρέστερον φίλων γε
5153180 Αἰσυηταο
ὃς Τρώων σκοπὸς ἷζε ποδωκείῃσι πεποιθὼς τύμβῳ ἐπ ' ἀκροτάτῳ Αἰσυήταο γέροντος , δέγμενος ὁππότε ναῦφιν ἀφορμηθεῖεν Ἀχαιοί : τῷ
καλύψαι ἢ αὐτὸς δουπῆσαι ἀμύνων λοιγὸν Ἀχαιοῖς . ἔνθ ' Αἰσυήταο διοτρεφέος φίλον υἱὸν ἥρω ' Ἀλκάθοον , γαμβρὸς δ
5150673 φιλτατοι
αὐτὸν τὸν ἰθύφαλλον : Ὡς οἱ μέγιστοι τῶν θεῶν καὶ φίλτατοι τῇ πόλει πάρεισιν . Ἐνταῦθα γὰρ Δήμητρα καὶ Δημήτριον
τῶν φιλτάτων θήσεις . οἷον αὐτοὶ οὓς ἐβουλόμην καὶ οἱ φίλτατοι . παροιμία ἐστίν . ἡ φράσις Ἀττική . ἀπέσβησε
5150481 Τεταχθω
γπλ . τῆς ὑπεροχῆς καὶ τῶν δοθεισῶν Μο ι . Τετάχθω ἡ μὲν ὑπεροχὴ αὐτῶν Μο β , ὁ δὲ
συγκείμενος ἐκ τῶν ἀπ ' αὐτῶν τετραγώνων ποιῇ τετράγωνον . Τετάχθω δὴ τῶν ζητουμένων ὁ μὲν ΔΥ α , ὁ
5146769 ἐφεστιοι
εἴαρι τηλεθόωντι ἄγραις παντοίῃσιν ὀφέλλεται , ἦμος ἅπαντες ἔλλοπες ἠϊόνεσσιν ἐφέστιοι ἐγγύθι γαίης ἕλκονται τοκετῶν τε μόγῳ δίψῃ τ '
ὁπόθεν μετὰ γαῖαν ἑὴν καὶ δώματ ' ἰόντες αὔτως ἱδρύθησαν ἐφέστιοι : ἦ γὰρ ὀνείρων μνῆστις ἀεικελίη δῦνεν φρένας ὁρμαίνουσαν
5142763 πεπαρμενοι
δευομένη νεκύεσσί τε πεπληθυῖα , ἵπποι δ ' ἀμφὶ βέλεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσιν ὑστάτιον χρεμέτιζον ἑὸν μένος ἐκπνείοντες . Οἳ
ἐπήιεν Αἶσα κυδοιμόν . Καί ῥ ' οἳ μὲν ξιφέεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσι κεῖντο , παρ ' αἰγιαλοῖσιν ἀλίγκιον ἐκχυμένοισι
5140781 ἐρωμενοι
καὶ ἀρετῆς Παράδοσις . Παιδικά . οὐχὶ δὲ μόνον οἱ ἐρώμενοι καλοῦνται τῷ ὀνόματι , ἀλλὰ καὶ πάντες οἱ σπουδαζόμενοι
δὲ φύσις λαβοῦσα τὸν ἐρώμενον περιεπλάκη ὅλη καὶ ἐμίγησαν : ἐρώμενοι γὰρ ἦσαν . καὶ διὰ τοῦτο παρὰ πάντα τὰ
5140495 πραῳ
ἐξ ἀρχῆς : συμβαλὼν γὰρ ἐν παισὶ Θεοφράστῳ , ἀνδρὶ πράῳ καὶ οὐκ ἀφυεῖ τὰ ἐρωτικά , διὰ τὸ καλὸς
δεῖ δ ' ἴσον μέτρον ὕδατος τῷ γλεύκει μίξαντας ἑψῆσαι πράῳ πυρὶ μαλακῷ , ἄχρις ἂν οὗ ἐξαναλωθῇ τὸ ὕδωρ
5137030 ἀλεωμεθα
ἱερὸν δεῦτε . οὕτως ὁ Χοιροβοσκός . . . . ἀλεώμεθα : ἐκκλίνωμεν , φεύγωμεν : Διὸς ἀλεώμεθα μῆνιν :
κῦδος ὀρέξῃ , νῶϊ δὲ χαζώμεσθα , Διὸς δ ' ἀλεώμεθα μῆνιν ; Ὣς εἰποῦσα μάχης ἐξήγαγε θοῦρον Ἄρηα :
5136735 εἰροντο
τὸ λέγειν : “ εἴρετο δεύτερον αὖτις ” καὶ “ εἴροντο δὲ κήδε ' ἑκάστη . ” σημαίνει καὶ τὸ
, ξένην δὲ καὶ ἐπὶ θεοῖς Ἑλληνικοῖς οὐ καθεστῶσαν . εἴροντο οὖν οἱ Μηθυμναῖοι τὴν Πυθίαν ὅτου θεῶν ἢ καὶ
5133933 Μαντιου
ταραχὴ συμβαίνει . φέρε , εἰ δὲ κριτὴς καλοῖτο Μαντίθεος Μαντίου Θορίκιος , τί ἂν ποιοῖμεν ; ἢ βαδίζοιμεν ἂν
πρὸς Βοιωτόν : „ εἰ δὲ καὶ κριτὴς καλοῖτο Μαντίθεος Μαντίου Θορίκιος . „ ἐνδεχόμενον γὰρ ἦν τοιοῦτόν τι συμβῆναι
5120203 ἐναισιμον
πραπίδων τε νόου τ ' ἐπιτιμητῆρες πρεσβύτεροι : γῆρας γὰρ ἐναίσιμον ἄνδρα τίθησιν : ὣς ἄρα καὶ δελφῖνες ἑοῖς παίδεσσι
. πρεσβύτεροι : οἱ δέ . γῆρας : γνώμη . ἐναίσιμον : ἔντιμον , συνετὸν , δίκαιον , ἐπαινετόν .
5118988 ἰωχμοιο
δ ' ὑπέροπλον ὑποσχεσίῃ Κυθερείης φόρτον ἄγων ἔσπευδεν ἐς Ἴλιον ἰωχμοῖο . Ἑρμιόνη δ ' ἀνέμοισιν ἀπορρίψασα καλύπτρην ἱσταμένης πολύδακρυς
τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐρυκανόωσα μάχεσθαι : Ἴσχεσθ ' ἰωχμοῖο δυσηχέος : οὐ γὰρ ἔοικε Ζηνὸς χωομένοιο μινυνθαδίων ἕνεκ
5116186 ἀγαλλομενοι
' ἱστοὶ καὶ ἐρετμὰ νεῶν καὶ νῆες ἐῖσαι , ᾗσιν ἀγαλλόμενοι πολιὴν περόωσι θάλασσαν . τῶν ἀλεείνω φῆμιν ἀδευκέα ,
[ ! ! ! ! ! ! ] νίκηι γὰρ ἀγαλλόμενοι ποθέεσκον καίπερ [ ] κεκμηῶτες [ ] ἀνὰ κνέφας
5114981 ἀλλοδαποισιν
Σαπφώ φησι : πέρροχος ὡς ὅτ ' ἀοιδὸς ὁ Λέσβιος ἀλλοδαποῖσιν . ἐνταῦθα γὰρ χάριν ἐποίησεν ἡ παραβολὴ μᾶλλον ἢ
ᾗχι ναίεσκεν , οὐδ ' ἔτλη ξεῖνός τις ἐπ ' ἀλλοδαποῖσιν ἀλᾶσθαι . οὐκ ἄρα τοι μούνοισι φίλη πάτρη μερόπεσσι
5114058 ὀνειδεα
μιν αἰχμητὴν ἔθεσαν θεοὶ αἰὲν ἐόντες , τοὔνεκά οἱ προθέουσιν ὀνείδεα μυθήσασθαι : ὅτι συνήθως ἑαυτῷ προθέουσιν τὰ ὀνείδη .
ἑσταότ ' ἐν μέσσῃ ὑσμίνῃ δηϊοτῆτος . ἔστι γὰρ ἀμφοτέροισιν ὀνείδεα μυθήσασθαι πολλὰ μάλ ' , οὐδ ' ἂν νηῦς
5113991 ἐπιβουλευοιεν
υἱέων ποιησαμένη καταγορεύει αὐτῶν πρὸς τὸν τότε ἄρχοντα , ὡς ἐπιβουλεύοιεν αὐτῷ : ὁ δὲ ἔχων εἰς διαβολὰς τὸ οὖς
ἥμισυ κερδάνας οὐδένα τῶν πολιτῶν ἐζημίωσεν . Λεύκων μαθὼν ὡς ἐπιβουλεύοιεν αὐτῷ φίλοι καὶ πολῖται συνομοσάμενοι πολλοὶ , τοὺς ἐμπόρους
5113079 ἀλλοδαποισι
τεύξω . καί οἱ καὶ βασιλεῦσι διοτρεφέεσσιν ὀπάσσω ῥεῖα καὶ ἀλλοδαποῖσι μετ ' ἀνθρώποισι τίεσθαι . τὸν δὲ καὶ ἠΐθεοι
ἔντυε ναυτιλίης πολυκηδέος , ὄφρ ' ἐνὶ πόντῳ ἠὲ καὶ ἀλλοδαποῖσι μετ ' ἀνδράσι νόστον ὀλέσσῃ . Νῆα μὲν οὖν
5111862 ἀπιστοτερος
ὁ δὲ γενομένης ἡσυχίας καταφανέστερος νομίζων ἂν εἶναι κακουργῶν καὶ ἀπιστότερος διαβάλλων , τότε δὴ ἑκατέρᾳ τῇ πόλει σπεύδοντες τὰ
μὲν εἶ τῷ λόγῳ ἄλλα δὲ φρονεῖς , τοσούτῳ μᾶλλον ἀπιστότερος τυγχάνω ἢ πρὶν τῶν λόγων σου τούτων ἀκοῦσαι :
5110105 μαρνασθ
: οὐ γὰρ ἔοικε Ζηνὸς χωομένοιο μινυνθαδίων ἕνεκ ' ἀνδρῶν μάρνασθ ' αἰὲν ἐόντας , ἐπεὶ τάχα πάντες ἄιστοι ἔσσεσθ
ἔψαυε νέφεσσι θεσπεσίη τρυφάλεια . Θοῷ δ ' ἤμελλεν Ἄρηι μάρνασθ ' ἐσσυμένως , εἰ μὴ Διὸς ἠὺ νόημα ἀμφοτέρους
5105163 ἐειπον
οἴνου πινέμεν αἰεὶ μέμνεο πευκεδανῆς ἕνεκ ' ἀσπίδος , ὥσπερ ἔειπον . Καὶ πολυειδέα πῖνε μετ ' ἀκρήτου Βρομίοιο μορφὴν
φορέουσι πάντας ἐπ ' ἀνθρώπους , πολλοί τέ μιν ἐσθλὸν ἔειπον . ” τὴν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς
5104514 γενικος
ἐλευθέρας . ἀλλὰ τοῦτο ἐπιχείρημα ἂν εἴη μᾶλλον ἢ τόπος γενικός : ἔστι γὰρ [ ὁ ] ἀπὸ κρίσεως ἐνδόξου
ἡ δικανική . ἆρα γὰρ οὐδ ' ὁ λόγος ἐστὶ γενικός , οὗ εἴδη ὁ ἔμμετρος καὶ ὁ πεζός ;
5099733 ἐπιχθονιοι
. . ΤΟΙ ΜΕΝ ὙΠΟΧΘΟΝΙΟΙ . Οἱ μὲν πρὸ τούτων ἐπιχθόνιοι ἦσαν κατὰ τὴν λῆξιν καὶ ἀγαθῶν χορηγοὶ καὶ φύλακες
, πρὸς τὸ σημαινόμενον δὲ κἀνταῦθα ἀποδίδωσι , δαίμονές εἰσιν ἐπιχθόνιοι , ἀγαθοὶ , διὰ τὴν βουλὴν τοῦ μεγάλου Διὸς
5089671 ὁπποσον
μινυνθάδιον θαλέθουσα , καὶ τόσον αὐτῆς κάρτος , ἐφ ' ὁππόσον ἔμπνοός ἐστιν : εἰ δέ κ ' ἀποπνεύσῃ ,
δοιοὶ δ ' ἄρ ' ἐπ ' ἀκροτάτοισι κορύμβοις , ὁππόσον ἐκ μεσάτοιο γεγωνότος ἀμφοτέροισιν εἰσαΐειν ἑκάτερθε διπλῶν ἀκρόπτερα φωτῶν
5088387 ἀγορησατο
ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ . τοῖσιν δ ' Ἀμφίνομος ἀγορήσατο καὶ μετέειπε , Νίσου φαίδιμος υἱός , Ἀρητιάδαο ἄνακτος
μῦθον ἀκούσειαν καὶ ἐπιφρασσαίατο βουλήν : ὅ σφιν ἐὺ φρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν : Ἀτρεΐδη νῦν δή σε ἄναξ ἐθέλουσιν

Back