αὐλὴ τοίχῳ καὶ θριγκοῖσι , θύραι δ ' εὐερκέες εἰσὶ δικλίδες : οὔ κέν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . γινώσκω
μογήσας . κληϊσταὶ δ ' ἔπεσαν σανίδες πυκινῶς ἀραρυῖαι , δικλίδες : ἐν δὲ γυνὴ ταμίη νύκτας τε καὶ ἦμαρ
6712552 ὑπεροπλισσαιτο
' εὐερκέες εἰσὶ δικλίδες : οὔ κέν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . γινώσκω δ ' , ὅτι πολλοὶ ἐν αὐτῷ
' εὐεργέες εἰσὶ δίκλιδες : οὐκ ἂν τίς μιν ἀνὴρ ὑπεροπλίσσαιτο . δεῖ δὲ τοῦ ποιητοῦ τὰ μὲν ὡς συμβουλεύοντος
5862965 πεττοι
μαίνεται , καὶ κυβεύει μὲν δεδιὼς μή τι αὐτὸν οἱ πεττοὶ σφήλωσιν , ὑπὲρ δὲ ἀρχῆς ἀναρριπτεῖ παίζων , ἑταίραις
πεττῶν ἱδρυμένοις κυβοειδῶν ἄλλοις ἐπ ' ἄλλοις : οἱ δὲ πεττοὶ κοῖλοι πλήρεις γῆς ὥστε δέξασθαι φυτὰ δένδρων τῶν μεγίστων
5701720 διηκοσιοι
δόμοις ἔνι κτήματα κεῖται , αἵθ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστην ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵπποισιν
κτήματα κεῖται , / αἵ θ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵππευσιν
5594950 θυραι
ἐξ οὐδοῦ , περὶ δὲ θριγκὸς κυάνοιο : χρύσειαι δὲ θύραι πυκινὸν δόμον ἐντὸς ἔεργον : ἀργύρεοι δὲ σταθμοὶ ἐν
αὐτὸν ἔνδον , ὅτι ἀποκλεισθήσῃ , ὅτι ἐντιναχθήσονταί σοι αἱ θύραι , ὅτι οὐ φροντιεῖ σου . κἂν σὺν τούτοις
5551382 στρεπτοι
Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . πλακοῦντος εἶδός ἐστιν οἱ στρεπτοὶ , ὡς καὶ παρ ' ἑτέροις . Στρομβιχίδης :
ὑποδερίδες , ἦ που δὲ καὶ ὅρμοι καὶ ἴσθμια καὶ στρεπτοὶ καὶ στόμια καὶ πλόκια καὶ μαλάκια , καὶ τανθαρυστοὶ
5440748 κλιναι
ἡ κλίνη νομίσματος ἑνός ἐστιν ἀξία , αἱ πέντε δηλονότι κλῖναι πέντε νομισμάτων εἰσὶν ἄξιαι . εἰσὶ δὲ τὰ πέντε
βολα γὰρ τὰ κοινά : οἷον οὐκ ἂν φήσαιμεν “ κλῖναι ἐπὶ δόρυ , ” ἀλλ ' “ ἐπὶ δόρυ
5365134 βοες
ἡ ὁπλὴ τοῦ ἵππου ὥσπερ ὄνυξ ἐστίν : οἱ γὰρ βόες χηλὰς ἔχουσιν . μῶλυ φυτὸν ἀλεξιφάρμακον . οἱ μὲν
πρόβατα αὐτῶν ὡς ἄρνες , καὶ οἱ ὄνοι καὶ αἱ βόες σχεδὸν ὅσον κριοί , καὶ οἱ ἵπποι αὐτῶν καὶ
5347988 πασαι
, μᾶλλον δὲ τῷ κέντρῳ τοῦ κύκλου , εἰς ὃ πᾶσαι αἱ ἐκ τῆς περιφερείας γραμμαὶ τελευτῶσιν . αὕτη γὰρ
πλὴν εἴ τις ἀσθενὴς πάμπαν : οὐκ εἰς ταὐτὸ γὰρ πᾶσαι , καθάπερ οὐδ ' ἐπὶ τῆς ναυπηγίας . αἱ
5335929 ἐξοιχνευσι
ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵππευσιν καὶ ὄχεσφιν . ἔνιοι δέ φασιν οὐ
ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστην ἀνέρες ἐξοιχνεῦσι σὺν ἵπποισιν καὶ ὄχεσφιν . ἔνιοι δέ φασιν οὐ
5182577 ἱπποι
σε χωρίτῃς πλόος κομίζων δῶρα πλουσίου Νείλου . Οὐδ ' ἵπποι ὀρθρινὰ κατὰ κλισίας χρεμέθεσκον , ἀλλὰ βόες πλείῃσι παρηυνάζοντο
δ ' ὡς ἐπὶ πολὺ ἔτη τριάκοντα . Αἰλιανοῦ . ἵπποι δ ' εἰς πόλεμον παριόντες ὑπόπτους ἔχουσι τάφρους τε
5140250 ἀσπιδες
δὲ τοῦτο διὰ τὸ περιφερεῖς εἶναι καὶ τούτους ὡς αἱ ἀσπίδες . γοργόνωτον ἀσπίδος κύκλον : περιφραστικῶς τὴν ἀσπίδα .
τροπικῶς , ἀπὸ τοῦ ὅλου τὸ μέρος . βοάγρια αἱ ἀσπίδες . ὁ δὲ Ἀπίων τὰ ἐκ βοῆς ἠγρευμένα ,
5136979 ἑκατομπυλοι
πλεῖστα δόμοις ἔνι κτήματα κεῖται , / αἵ θ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἂν ἑκάστην / ἀνέρες
, Ἀπειραίη η ἔστασαν ἔστησαν Μ . αἵ τ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν ' ἑκάστας ἀνέρες
5057216 μωνυχες
, ὃς ἔφη ὄλβιος , ᾧ παῖδές τε φίλοι καὶ μώνυχες ἵπποι καὶ κύνες ἀγρευταὶ καὶ ξένος ἀλλοδαπός ; Οὐκ
αὐτὸς γὰρ ἑκὼν μεθέηκεν ἐλαύνειν μή πως συγκύρσειαν ὁδῷ ἔνι μώνυχες ἵπποι , δίφρους τ ' ἀνστρέψειαν ἐϋπλεκέας , κατὰ
5053721 οἱαι
καὶ μιμουμένας τὰς τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν πράξεις , δεῖ θεάσασθαι οἷαι οὖσαι εἰς μεῖζον ἑαυτῶν ἐπιτήδευμα ἀφικόμεναι , πλημμελοῦσαι ψόγον
ἐπὶ τὰ ἔξωθεν φέρεσθαι . ηʹ . Ἀνθ ' οἵων οἷαι αἱ νοῦσοι . Οὗτος ὁ λόγος τοῦ εἰρημένου ἐστὶ
5053003 προβλητες
περ ἐὼν καὶ ἀγάρροος , οὐδέ νυ τόν γε εἴργουσιν προβλῆτες ἀάσπετα παφλάζοντα : ὣς οὔ τις Ποίαντος ἀγακλειτοῦ θρασὺν
νηῶν ὀχοί , οὐδ ' ἐπιωγαί , ἀλλ ' ἀκταὶ προβλῆτες ἔσαν σπιλάδες τε πάγοι τε : καὶ τότ '
5038602 αἱθ
Θήβας Αἰγυπτίας , ὅθι πλεῖστα δόμοις ἔνι κτήματα κεῖται , αἵθ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι δ ' ἀν '
πολυτελῶν . Μετὰ δὲ τὴν Ἀπόλλωνος πόλιν αἱ Θῆβαι „ αἵθ ' ἑκατόμπυλοί εἰσι , διηκόσιοι ” δ ' ἀν
5014928 ὁλαι
, μὴ μόνον κατ ' ἄνδρα , ἀλλὰ καὶ πόλεις ὅλαι καὶ ἔθνη , πόσῳ δικαιότερον καὶ ἀληθέστερον τὴν ἁπάντων
ἀναφορὰ πρὸς τὸ πᾶσαι δ ' ὠίγνυντο πύλαι ἀντὶ τοῦ ὅλαι . . Ἱππασίδην Ὑψήνορα . : Ε . .
5003231 εἰκονες
ὑπὸ Ἑλλήνων καλουμένους ἀνέθεσαν οἱ Ἀργεῖοι : κεῖνται γὰρ δὴ εἰκόνες καὶ τούτων , Σθένελος καὶ Ἀλκμαίων , κατὰ ἡλικίαν
τὸ ῥῆμα πεποιηκυῖα τῷ πράγματι : αἱ γὰρ τῶν γραφέων εἰκόνες εἰκάζειν ἐποίησαν καὶ περὶ τῶν ἄλλων λέγεσθαι . εἰ
4998355 ἀρισται
συμπληροῦντα τὴν ἀρίστην μαῖαν εἰπεῖν ἀναγκαῖον , ἵνα αἱ μὲν ἄρισται γινώσκωσιν ἑαυτάς , αἱ δὲ ἀρτιμαθεῖς ὡς εἰς ἀρχετύπους
δὲ ἄλλαι αἱ ἐς τὰ κάτω τρεπόμεναι πᾶσαι ἀγαθαί : ἄρισται δὲ καὶ ἐνταῦθα πολλῷ αἱ αἱματηρόταται . Ὁκόσοι δὲ
4981138 πισυρες
ἀντομένοισιν ὁδουροῖς ἄιδα προσμάξηται ἐπὶ ζαμενὲς κοτέουσα . τῆς ἤτοι πίσυρες κοῖλοι ὑπένερθεν ὀδόντες ἀγκύλοι ἐν γναθμοῖς δολιχήρεες ἐρρίζωνται ἰοδόκοι
λέγει . ἐπαινεῖ δὲ καὶ τὸ διαυγὲς αὐτοῦ : κρῆναι πίσυρες ῥέον ὕδατι λευκῷ . τὸ δὲ δὴ κοῦφον καὶ
4950176 εἰκασιαι
χώραις πίνακες τῶν Σικυωνικῶν ζωγράφων , ἐναλλὰξ δ ' ἐπίλεκτοι εἰκασίαι παντοῖαι , καὶ χιτῶνες χρυσοϋφεῖς , ἐφαπτίδες τε κάλλισται
αἱ γὰρ μελαγχολίαι σου καὶ παράνοιαι καὶ φρενῶν ἐκστάσεις καὶ εἰκασίαι ἀβέβαιοι καὶ φαντασίαι πραγμάτων ψευδεῖς καὶ κενοί τινες ἐννοημάτων
4928924 οἰαι
ἑπτάποροι δὴ ταί γε μετ ' ἀνθρώποις καλέονται , ἓξ οἶαί περ ἐοῦσαι ἐπόψιαι ὀφθαλμοῖσιν . οὐ μέν πως ἀπόλωλεν
πως : ἑπτὰ δ ' ἐκεῖναι ἐπιρρήδην καλέονται , ἓξ οἶαί περ ἐοῦσαι ἐπόψιαι ὀφθαλμοῖσιν Ἁλκυόνη Μερόπη τε Κελαινώ τ
4913780 κελευθοι
ἀείρεται Ἀρκτούροιο . Καὶ τοῦ μὲν μάλα πάγχυ μετήοροί εἰσι κέλευθοι Ἀρκτούρου , τὸ δὲ θᾶσσον ὑφ ' ἑσπερίην ἅλα
ἀριστοπόνων , ἤγουν ἄριστα ἔργα κατασκευαζουσῶν . ἔργα δὲ αἱ κέλευθοι , ἤγουν αἱ ὁδοὶ τῆς Ῥόδου δηλονότι ἔφερον ,
4867095 ἡβωοντες
τ ' ἀριδείκετος ? ? ἀνδρῶν [ ἐν δώμασιν ] ἡβώοντες ? [ τέκοντό ] ? τε κύδιμα ? ?
μεγάροισιν ὄλοντο ἓξ μὲν θυγατέρες , ἓξ δ ' υἱέες ἡβώοντες . τοὺς μὲν Ἀπόλλων πέφνεν ἀπ ' ἀργυρέοιο βιοῖο
4864867 ὠνιοι
ἀπαγγεῖλαι αὐτῷ διότι Ἀθήνησι τέσσαρές εἰσι χοίνικες τῶν ἀλφίτων ὀβολοῦ ὤνιοι καὶ κρῆναι ὕδατος ῥέουσιν . εἰ γάρ τοι μὴ
ἐπὶ δὲ γυναῖκές τε καὶ γέροντες ἐλεεινοί , βραχυτάτου πάμπαν ὤνιοι , μετὰ δὲ οἱ νέοι . καὶ διεχρῶντο οἱ
4854623 ἑπονται
τῆς βασιλείας . βουλόμενοι γὰρ αὐτῷ πάντες καὶ δίχα ἀνάγκης ἕπονται . καὶ νόμους μὲν ἴσμεν πολλοὺς ἀνῃρημένους ὑπὸ τῶν
' αὐτῶν φρόνιμον , τούτῳ ἑαυτὰ ἐπιτρέπουσι , καὶ αὐτῷ ἕπονται καὶ πρὸς αὐτὸ συννενεύκασιν , ὡς δι ' αὐτοῦ
4842241 παμπολλοι
' ὀρθώσεως . περιπεπεμμένα . περιπεπεμμένα . νῦν δὲ ὅτε πάμπολλοι . οὕτως ἡ βίβλος τοῦ πατριάρχου . συντείνεις .
ἡγεῖτο δ ' αὐτῶν Ἀρταβάτας Πέρσης . Πορευομένου δὲ αὐτοῦ πάμπολλοι ἄνθρωποι παρείποντο ἔξω τῶν σημείων , δεόμενοι Κύρου ἄλλος
4803714 διτται
, ἦν δ ' ἐγώ , μεμνῇτ ' ἂν ὅτι διτταὶ καὶ ἀπὸ διττῶν γίγνονται ἐπιταράξεις ὄμμασιν , ἔκ τε
, ἀλλὰ τὸν ἐπὶ ζέσει ποιεῖ πυρετὸν . Τῶν πυρετῶν διτταὶ εἰσὶν , ὡς εἴπομεν αἱ διαφοραὶ οὐσι - ώδεις
4797335 τεσσαρες
ΙΑ πρὸς ΑΜ , διὰ τὴν ὁμοιότητα τῶν τριγώνων . τέσσαρες ἄρα αἱ ΔΑ ΑΚ ΑΙ ΑΜ ἑξῆς ἀνάλογόν εἰσιν
τῶν ἄκρων ἴσος ᾖ τῷ ὑπὸ τῶν μέσων , οἱ τέσσαρες ἀριθμοὶ ἀνάλογόν εἰσιν : ἔστιν ἄρα ὡς ὁ Ε
4790044 ταρφεες
ἔκτοσθε πυλάων ἐσσεύοντο πανσυδίῃ νιφάδεσσιν ἐοικότες , αἵ τε φέρονται ταρφέες ἐκ νεφέων κρυερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ : ὣς οἵ
ψυχέων ἐμάχοντο : τοὺς δ ' ἤδη ἐδάμασσε βιὸς καὶ ταρφέες ἰοί . τοῖς δ ' Ἀγέλεως μετέειπεν ἔπος πάντεσσι
4786188 γαστερες
τοῦ σπληνὸς καὶ τὸ πλευρὸν ἤλγει . Τοῖσι παιδίοισι , γαστέρες ταραχώδεες , καὶ βῆχες ξηραί : ἐς ὦμον ἔστιν
ἐγένεσθε . . σχέτλιοι ἄνθρωποι , κάκ ' ἐλέγχεα , γαστέρες οἷον τοίων . . . πέπλασθε . ὢ πόποι
4776920 ἀμφοτεραι
. Ἀπὸ τῶν περάτων φησίν , ἐπειδὴ ἐὰν μὴ ὦσιν ἀμφότεραι ἀπὸ τῶν περάτων . . . . δύνανται αἱ
ἐν τούτῳ γίνεται συλλογισμός . ἀλλ ' οὐδ ' εἰ ἀμφότεραι ληφθῶσι μερικαὶ ἢ ἀμφότεραι ἀδιόριστοι , ὅπως ἂν ἔχωσι
4776711 θεμελιοι
εἰ γὰρ οἰκία , τοῖχοι , καὶ εἰ τοῖχοι , θεμέλιοι , καὶ εἰ θεμέλιοι , ὀρυγή . καὶ εἰ
ὅταν τὸ ὕδωρ διαυγὲς γένηται , καταφαίνονται ἐν τῷ βυθῷ θεμέλιοι πολλοὶ καὶ ναοὶ καὶ πλῆθος ἀνδριάντων ; φασὶ δὲ
4761485 λιθοι
τουτὶ γὰρ τὸ χρῶμα προσαστράπτει τῷ χρυσῷ καθάπερ οἱ πυρώδεις λίθοι . στολὴ τῷ μειρακίῳ χλαμὺς ἔχουσά τι ἀνέμου καὶ
, ἐπειδὰν ἀρξώμεθα εἰς τὸ δασὺ προσιέναι , φέρονται οἱ λίθοι πολλοί . Αὐτὸ ἄν , ἔφη , τὸ δέον
4761013 φαλαγγες
ὑπόδρομος εἰς καταφυγὴν οὐδείς , ἀπορία πλοίων , κατόπιν ἔφεδροι φάλαγγες ἐχθρῶν , αἳ στείχουσιν ἀπνευστὶ διώκουσαι . ποῖ τις
ἐκμοχλεύσαντες ὑποκλίνουσιν . Οὐ μόνον δὲ ἄρα ἦσαν ὑφαντικαὶ αἱ φάλαγγες καὶ εὔχειρες κατὰ τὴν Ἀθηνᾶν τὴν Ἐργάνην τε καὶ
4758440 χρυσεοι
ὦ Δημοσθένεις . Πρόσκειται εἰς ς λήγουσα διὰ τὸ οἱ χρύσεοι οἱ χρυσοῖ καὶ οἱ χάλκεοι οἱ χαλκοῖ : ταῦτα
ἀσπαίροντα λάων : τὸ δὲ θαυμάζεσκον ἅπαντες , ὡς οἱ χρύσεοι ἐόντες ὁ μὲν λάε νεβρὸν ἀπάγχων , αὐτὰρ ὁ
4757306 ὠκειαι
ἀποδύρεσθαι συμφοράς . ἔστι γὰρ καὶ Μοῦσα θρηνῳδίας : ναῶν ὠκεῖαι : ὦ πρῷραι τῶν νηῶν αἵτινες κώπαις ἀνὰ τὴν
τούτων καὶ τῶν κατὰ τὴν Ὀδύσσειαν σύγκειται : τῶν νέες ὠκεῖαι ὡσεὶ πτερὸν ἠὲ νόημα , οὐκ ὂν παρ '
4756850 ἀεναοι
ἐν Σαμοθράικηι ἄνακτες , ὁμοῦ δὲ Διόσκοροι αὐτοί , πνοιαὶ ἀέναοι , ψυχοτρόφοι , ἀεροειδεῖς , οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι
τοῦ χοροῦ ᾠδὴ κώλων ιϚʹ , ὧν τὸ αʹ ” ἀέναοι Νεφέλαι “ δακτυλικὸν πενθημιμερές : τὸ βʹ ” ἀρθῶμεν
4754514 οἱη
ἀγκλίνασα μένει δέμας ἐν ψαμάθοισι : κεῖται δ ' ἀστεμφὴς οἵη νέκυς : ὃς δέ κεν ἰχθὺς ἐγχρίμψῃ λαγόνεσσιν ,
τὸ κάτοπτρον , ἐπεὶ τοίη μὲν ὁρᾶσθαι οὐκ ἐθέλω , οἵη δ ' ἦν πάρος , οὐ δύναμαι . Τὸν
4749245 πινακες
ἐᾶν ἀδιόρθωτον , λοξὴν φυλάξαντες ” , ὡς οἱ ἀρχαῖοι πίνακες παρέχουσι . ” πρῶτον μὲν γὰρ τὸ μὴ ἔχειν
ὑπηρεσίαν κύκλοι , τεύχη , χεύματα , κοῖλοι πίνακες , πίνακες ἐκπέταλοι ἢ ὕπτιοι ἢ κυκλοτερεῖς , καί που καὶ
4745856 βασιλισσαι
. Καφισίων ὑδάτων ] Ὦ Χάριτες ἀοίδιμοι , ἤγουν περιβόητοι βασίλισσαι τῆς πλουσίας Ὀρχομενοῦ , ἔφοροι τῶν Μινυῶν τῶν ἀρχαίων
δ ' οὖν καὶ ἕτερον σκεῦος , ὃ φοροῦσιν αἱ βασίλισσαι , τῆς Ἀφροδίτης καὶ ὅσα δύνανται οἱ ἄλλοι ὁμοίως
4740382 ἀμφιδυμοι
φησὶν ὁ ποιητής ‚ λιμένες δ ' ἔνι ναύλοχοι αὐτῇ ἀμφίδυμοι ‚ . ὁ δὲ Ἀπολλόδωρος κτλ . . .
, οὐ μεγάλη , λιμένες δ ' ἔνι ναύλοχοι αὐτῇ ἀμφίδυμοι : τῇ τόν γε μένον λοχόωντες Ἀχαιοί . Ἠὼς
4726558 χρυσοι
ἐκαλεῖτο δέ τις καὶ βαλανωτὴ φιάλη , ἧς τῷ πυθμένι χρυσοῖ ὑπέκειντο ἀστράγαλοι . Σῆμος δ ' ἐν Δήλῳ ἀνακεῖσθαί
βοᾷ ἐὰν βοᾶται , χρυσοῦμαι χρυσοῖ χρυσοῦται ἐὰν χρυσῶμαι ἐὰν χρυσοῖ ἐὰν χρυσοῦται . Τοῦτο δὲ ἐπὶ ἐνεστῶτος καὶ παρατατικοῦ
4726067 ἐσχαραι
μυρίων κατεσκευασμένος χρυσῶν . ἐπόμπευσαν δὲ καὶ θυμιατήρια χρυσᾶ καὶ ἐσχάραι ἐπίχρυσοι καὶ Δελφικοὶ τρίποδες καὶ φοίνικες ἐπίχρυσοι ὀκταπήχεις καὶ
Ἴσις ἔμμοτος μετὰ μέλιτος . ὅταν δ ' ἐκπέσωσιν αἱ ἐσχάραι , καὶ διὰ τῶν ἐπιτυχόντων σαρκοῦνται τὰ τοιαῦτα τῶν
4721951 γραφαι
τῆς ψυχῆς ὡς ἑστίας ἤρτηται : καθάπερ γὰρ κονιάματα καὶ γραφαὶ καὶ πινάκια καὶ λίθων πολυτελῶν διαθέσεις , αἷς οὐ
καὶ ναός τε Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα ἐν τῷ ἄλσει : γραφαὶ δὲ ἐπὶ τῶν τοίχων ἐξίτηλοί τε ἦσαν ὑπὸ τοῦ
4714460 ἱπποβοτος
διαφερόντως καὶ ἡ Ἀρμενία : καλεῖται δέ τις καὶ λειμὼν ἱππόβοτος , ὃν καὶ διεξίασιν οἱ ἐκ τῆς Περσίδος καὶ
. ἔστι μέντοι πᾶσα μὲν εὔδενδρος , ἡ δ ' ἱππόβοτος καὶ τοῖς ἄλλοις θρέμ - μασι πρόσφορος : ἅπασα
4712788 στυλος
οὐσίαν τοῦ πράγματος καὶ οὐκ ὀρθῶς : καὶ ὥσπερ ὁ στύλος κυρίως μὲν λέγεται στύλος παρὰ τὸ ἵστασθαι , ἐὰν
τὸ ἵστασθαι , ἐὰν δὲ πέσῃ οὐκ ἔτι κυρίως καλεῖται στύλος ἀλλὰ πλάγιος στύλος , οὕτως καὶ ἡ εὐθεῖα ὀρθῶς
4694723 ταων
ἰσχυρῶς , καὶ τὰς ἀνάνδρους τῶν γυναικῶν παραφυλάττει : τὸν ταὼν μὲν οὖν ὡραῖον ὄντα καὶ καταθύουσι καὶ σιτοῦνται οἱ
ἐφαρμόζει τὸ βασιλεύειν , πρὸς ἀλλήλους ἐβουλεύοντο . ὁ δὲ ταὼν ἔφη τοῖς λοιποῖς ὡς „ ἔμοιγε προσήκει ἡ βασιλεία
4694186 ὁρμοι
καὶ διατιθέντα , ἵν ' , ὥσπερ οἱ τῶν λίθων ὅρμοι , κεκοσμημένα φαίνοιτο , „ ἰδού „ , ἔφη
καὶ στασιάσουσι μὴ κακίων ἕτερος ἑτέρου δόξαι , καλοὶ μὲν ὅρμοι τῇ νηὶ ταύτῃ , μεστὰ δὲ εὐδίας τε καὶ
4688106 φορεονται
ἐπ ' ἰξύας αἰὲν ἔχουσιν ἀλλήλων , αἰεὶ δὲ κατωμάδιαι φορέονται , ἔμπαλιν εἰς ὤμους τετραμμέναι . . . Καὶ
φύζῃ : δειλίᾳ , φυγῇ * φύζῃ . . . φορέονται : ἀπέρχονται φυγῇ ὀπισθόρμητοι φέρονται * ἐπρήσθη : ἐκαύθη
4687052 τετταρες
λόγος ἀποδοθῇ , καταριθμεῖσθαι πρὸς ὑμᾶς ὡς ἄρα τῇ πόλει τέτταρες ἤδη γεγένηνται καιροὶ ἐν οἷς αὐτὸς πεπολίτευται . Ὧν
τῶν προειρημένων νήσων . κατὰ δὲ τὸν ἐκ Τροίας ἀπόπλουν τέτταρες τῶν Ἀγαμέμνονος νεῶν ἐξέπεσον περὶ Κάλυδναν , καὶ τοῖς
4681760 Τεσσαρες
μὲν οὖν παρὰ τὴν ὁμωνυμίαν καὶ τὴν ἀμφιβολίαν ἐλέγχων : Τέσσαρές εἰσι τρόποι ἐξ ὧν τὰ πολλαχῶς λεγόμενα εἴωθε συνίστασθαι
μὴ παχὺ καὶ ἀργὸν καὶ δυσανάδοτον ἀποτελεῖσθαι . οʹ . Τέσσαρές εἰσι διαφοραὶ τοῦ μελαγχολικοῦ χυμοῦ : ὧν πρῶτός ἐστιν
4677226 λευκαι
πώγωνας ἔχειν . σηπίαις : ἀπρόσλογος δὲ ἡ εἰκασία . λευκαὶ γὰρ αἱ σηπίαι . . ἐσταθευμέναις δὲ , ἐξ
καὶ ἀριθμεῖν τὰς ψήφους : καὶ εἰ εὑρεθείησαν πλείους αἱ λευκαὶ , εὐδαιμονίζειν τὸν ἀπογενόμενον . Ὅθεν παροιμιασθῆναι , τὴν
4671911 ἐασιν
μοῦνοι πολέων μοιρηγέται ἠδὲ πάρεδροι Μητέρος Ἰδαίης κεκλήαται , ὅσσοι ἔασιν Δάκτυλοι Ἰδαῖοι Κρηταιέες ] Τῶν Ἰδαίων δακτύλων καλουμένων πρώτους
. “ ἐπιβότωρι μήλων παναπάλῳ , οἷοί τε ἀνάκτων παῖδες ἔασιν . ” ἐπιγνάμψασα ἐπικατακλάσασα , συμπείσασα . ἐπιγουνίδα τὸ
4668863 χαλκαι
ἀπὸ τῶν πυλῶν ἐς τὸν Κεραμεικὸν καὶ εἰκόνες πρὸ αὐτῶν χαλκαῖ καὶ γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν , ὅσοις τι ὑπῆρχεν [
ἐκ τῆς ἐπιφανείας ἄργυρος , ἁπάντων δ ' αἱ βάσεις χαλκαῖ , καὶ τὸ ὕψος ἴσον πέντε πηχῶν : ἔδοξε
4666904 λαβραξ
Βερενίκην τῆς Λιβύης Λήθων ποτάμιον , ἐν ᾧ γίνεται ἰχθὺς λάβραξ καὶ χρύσοφρυς καὶ ἐγχέλεων πλῆθος [ καὶ ] τῶν
διαφέρει , ἐπινοητικὸς ὢν τοῦ διασώζειν ἑαυτόν . Ἀριστοφάνης : λάβραξ ὁ πάντων ἰχθύων σοφώτατος . Ἀλκαῖος δ ' ὁ
4654988 ἰδεαι
Πολιτείας δευτέρῳ . Ἰδέα ἡ μορφή . καὶ ἀπὸ τούτου ἰδέαι αἱ ὁδοὶ καὶ οἱ τρόποι . καὶ παρὰ Πλάτωνι
εἴπερ μή εἰσιν αἱ ἰδέαι ἀριθμοί : ἄμφω [ αἱ ἰδέαι καὶ οἱ ἀριθμοὶ ] γὰρ πρῶτα καὶ προσεχῶς ἐκ
4650400 ἀρουραι
Διόθεν δέ μιν οὔποτε δεύει ὄμβρος : ἅλις προχοῇσιν ἀνασταχύουσιν ἄρουραι . ἔνθεν δή τινά φασι πέριξ διὰ πᾶσαν ὁδεῦσαι
' ἀνδράσιν ὄλβον ἔχευεν . τοὔνεκεν εἰσέτι νῦν λιβάνῳ κομόωσιν ἄρουραι , οὔρεα δὲ χρυσῷ , ποταμοὶ δ ' ἑτέρωθι
4649328 τοιχοι
ἦ μέγα θαῦμα τόδ ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶμαι : ἔμπης μοι τοῖχοι μεγάρων καλαί τε μεσόδμαι εἰλάτιναί τε δοκοὶ καὶ κίονες
, καὶ πάσης θέρμης πόῤῥω ἔστω . Χριέσθωσαν δὲ οἱ τοῖχοι πηλῷ μιχθέντι θριξὶν ἀντὶ ἀχύρων , ἔπειτα τῇ λεγομένῃ
4645968 ἐασι
μένεα πνείοντας Ἀχαιούς , οἵ τοι δυσμενέες καὶ ἀνάρσιοι ἐγγὺς ἔασι ; τῶν εἴ τίς σε ἴδοιτο θοὴν διὰ νύκτα
ἐνὶ μεγάροισι πένοντο τέσσαρες , αἵ οἱ δῶμα κάτα δρήστειραι ἔασι . γίνονται δ ' ἄρα ταί γ ' ἔκ
4635985 πεπαρμενοι
δευομένη νεκύεσσί τε πεπληθυῖα , ἵπποι δ ' ἀμφὶ βέλεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσιν ὑστάτιον χρεμέτιζον ἑὸν μένος ἐκπνείοντες . Οἳ
ἐπήιεν Αἶσα κυδοιμόν . Καί ῥ ' οἳ μὲν ξιφέεσσι πεπαρμένοι ἢ μελίῃσι κεῖντο , παρ ' αἰγιαλοῖσιν ἀλίγκιον ἐκχυμένοισι
4633037 κανθαροι
Εἰρήνῃ [ ] . τὰ γὰρ ᾠὰ τῶν ἀετῶν οἱ κάνθαροι κυλίοντες διαφθείρουσιν . ἐπεὶ τοὺς κανθάρους οἱ ἀετοὶ ἀναλέγονται
ἀπ ' ἐκείνου τέ φασιν , περὶ ὃν καιρὸν οἱ κάνθαροι γίνονται , τοὺς ἀετοὺς μὴ νεοττεύειν . ὁ λόγος
4627118 ὀροφοι
τῇ θαλάττῃ καὶ χελῶναι μέγισται , ὧνπερ οὖν τὰ ἔλυτρα ὄροφοι γίνονται : καὶ γάρ ἐστι καὶ πεντεκαίδεκα πήχεων ἓν
τοῖχοί μοι δοκοῦσιν εἶναι , πάνυ δὲ παχεῖαι ἐφεστρίδες οἱ ὄροφοι , στρωμνήν γε μὴν οὕτως ἀρκοῦσαν ἔχω ὥστ '
4626655 πλινθοι
οἰκοδόμου τό τε εἶδος τῆς οἰκίας καὶ τὴν ὕλην ὅτι πλίνθοι καὶ ξύλα , καὶ τῶν ἄλλων οὕτως ὁμοίως ,
ἀποδημίας . οἷά ἐστι τὰ τῶν κακοδαιμόνων ἀνθρώπων πράγματαβασιλεῖς , πλίνθοι χρυσαῖ , ἐπιτύμβια , μάχαι : Χάρωνος δὲ οὐδεὶς
4609516 ἀνερες
, ἦ καὶ πατρώϊός ἐσσι ξεῖνος , ἐπεὶ πολλοὶ ἴσαν ἀνέρες ἡμέτερον δῶ ἄλλοι , ἐπεὶ καὶ κεῖνος ἐπίστροφος ἦν
ὑπ ' ἄκοντι τετυμμένος , ὅν τ ' ἐν ὄρεσσι ἀνέρες ἀμφιπένονται : ὁ δ ' ἰλλόμενός περ ὁμίλῳ τῶν
4598937 μοσχων
Ξενοφῶντος διαφθείρων . . . : χηνῶν δὲ σιτευτῶν καὶ μόσχων Θεόπομπος ἐν ιγ Φιλιππικῶν καὶ ια Ἑλληνικῶν , ἐν
τὴν ἱερὰν σφάττουσιν ἡμῶν δελφάκα . χηνῶν δὲ σιτευτῶν καὶ μόσχων Θεόπομπος ἐν ιγʹ Φιλιππικῶν καὶ ιαʹ Ἑλληνικῶν , ἐν
4590970 συες
σοὶ ναίους ' ὑποφῆται ἀνιπτόποδες χαμαιεῦναι καὶ ἔδμεναι , οἷα σύες χαμαιευνάδες αἰὲν ἔδουσιν ἴσως διὰ τὸ φαντασίαν τινὰ παρέχειν
οἰκτίστῳ θανάτῳ : περὶ δ ' ἄλλοι ἑταῖροι νωλεμέως κτείνοντο σύες ὣς ἀργιόδοντες , οἵ ῥά τ ' ἐν ἀφνειοῦ
4589736 ἑδραι
ὁμώνυμοι γάρ εἰσιν . κέκληνται δέ σφιν ἕδραι : αἱ ἕδραι , αἱ πόλεις αἱ τρεῖς , ἀπ ' αὐτῶν
ἐπιπέδοις , ἐξαριθμηθεισῶν πασῶν τῶν ἐπιπέδων γωνιῶν ἃς ἔχουσιν αἱ ἕδραι τοῦ πολυέδρου , τοῦ γενομένου ἀριθμοῦ τὸ τέταρτον μέρος
4589583 λευκιππος
εἰ μέσον ἆμαρ ὄροιτο , οὔθ ' ὁπόχ ' ἁ λεύκιππος ἀνατρέχοι ἐς Διὸς Ἀώς , οὔθ ' ὁπόκ '
ἀκεσταλίων ἀνίψαλον παίδα , ἀρχεσίμολπον ἐρίσφηλον ἠλίβατον ἀπειρεσίοιο κυνυλαγμοῖο . λεύκιππος : μάτας μεσόνυξ , μεσόνυχος : ὀρείχαλκος : πέποσχα
4586007 ἠιονων
καὶ στάσεις ὥσπερ ἁρμονίας μιᾶς : πόδες μὲν ἐπ ' ἠιόνων καὶ λιμένων καὶ ἀλσῶν ἐρειδόμενοι , μεσότης δὲ ἴσον
βρωμῶδες καὶ ἰχθύος ὄζον , ὃ δὴ πλεῖστον ἐπὶ τῶν ἠιόνων εὑρίσκεται : τὸ δ ' ἐφεξῆς σχήματι πτερυγίοις ὀφθαλμικῶν
4584179 ἑκατερω
βάσιν ἐς ἴσα μέρεα δύο . ὀρθογώνια μὲν ὦν ἐντι ἑκατέρω , ἀλλὰ ἐν ᾧ μὲν ταὶ δύο πλευραὶ ταὶ
ἄρτιον , τρίτον δὲ ἀπ ' ἀμφοτέρων μειχθέντων ἀρτιοπέριττον : ἑκατέρω δὲ τῶ εἴδεος πολλαὶ μορφαί , ἃς ἕκαστον αὐταυτὸ
4582560 φυονται
παρὰ τὰ γένη καὶ παρὰ τοὺς τόπους , ἐν οἷς φύονται , καὶ παρὰ τὰς καταστάσεις τῶν ὡρῶν καὶ τῶν
οὕτως ἐν τῷ βίῳ οἱ μὲν ἀνδραποδώδεις , ἔφη , φύονται δόξης καὶ πλεονεξίας θηραταί , οἱ δὲ φιλόσοφοι τῆς
4577781 τραπεζαι
παλαιᾶς τε καὶ ἄκρας τέχνης καὶ χρυσοῖ κρατῆρες καὶ ποικίλαι τράπεζαι καὶ πορφύρα καὶ ἐλέφας καὶ ἤλεκτρος καὶ μύρων ὀσμαὶ
οὗ δὴ πλεῖστον ἀνὴρ ὑπὲρ ἄνδρα πεπώκει . δεύτεραι αὖτε τράπεζαι ἐφωπλίζοντο γέμουσαι : ἐν δ ' αὐταῖσιν ἐπῆν ἄπιοι
4575373 καλοιντο
δεινῶν προορώμενος , ἐπεὶ οὕτω γε κἂν οἱ ὄνοι ἀνδρεῖοι καλοῖντο δικαίως πεινῶντες : τυπτόμενοι γὰρ οὐκ ἀφίστανται τῆς νομῆς
τὰς ὀνομασίας , τουτέστι τὰς τῶν δυνάμεων , μόνως ἂν καλοῖντο κυρίως τῶν φθόγγων ἑστῶτες μὲν ἐν ταῖς τῶν γενῶν
4572291 σημαινουσαι
ἐκπεσοῦσαι τῆς ὀρθῆς σημασίας , καὶ πλάγιοι , ὡς μὴ σημαίνουσαι ὀρθῶς τὴν οὐσίαν τοῦ πράγματος ἀλλ ' ἐκ πλαγίου
ἀνομοιότητα οὐσιῶν σημαίνουσιν : ὡς γὰρ αἱ δεύτεραι οὐσίαι ὁμοιότητα σημαίνουσαι τῶν κατὰ μέρος οὐσιῶν οὐσίαι εἰσίν , οὕτω καὶ
4568212 ξυλοχοιο
, ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν : ὁ δ ' ἀντίος ἐκ ξυλόχοιο , φρίξας εὖ λοφιήν , πῦρ δ ' ὀφθαλμοῖσι
, ὅθεν καὶ Ὅμηρος εἴρηκεν ἠύτε πάρδαλις εἶσι βαθείης ἐκ ξυλόχοιο , τὰ δὲ ταῖς ὀργάσιν ὡς ἔλαφοι , τὰ
4566372 θεαιναι
οὐρανόθεν κρεμάσαντες , πάντες δ ' ἐξάπτεσθε θεοὶ πᾶσαί τε θέαιναι : ἀλλ ' οὐκ ἄν μ ' ἐρύσαιτ '
Τὸ ποῖον ; Κέκλυτέ μευ πάντες τε θεοὶ πᾶσαί τε θέαιναι . Ἄπαγε , ἱκανῶς καὶ πρὸς ἡμᾶς πεπαρῴδηταί σοι
4565709 γεμουσαι
ἵνα ᾖ νοούμενον ” ἔλθωμεν ἐπὶ τὴν Ἀθηναίων γῆν ὄμβρου γέμουσαι “ : καὶ γὰρ εἰ ἀμφοτέρως ἡ ἔννοια σῴζεσθαι
σχεδόν τι ἅπαντες ἄνθρωποι . αἱ δὲ ἀπαρχαί εἰσι νῆες γέμουσαι εὐδαιμονίας , καὶ ὅ τι ἂν ἡ φύσις ἄριστον
4565331 ὠδινεσσι
νυμφᾶν , λῇς , αἰπόλε ; σπαρνόν : σπάνιον . ὠδίνεσσι : ἡ αὐτὴ γάρ ἐστι τῇ Εἰλειθυίᾳ . μέχρις
' ᾧ Μήνη καθορᾶται , καὶ τότ ' ἐπ ' ὠδίνεσσι βρέφη θλιφθέντ ' ὀλοῇσιν νηδύος ἐξέλκουσι διαμελεϊστὶ ταμόντες .
4563509 κυανοιο
οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηντο , αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ ἐκ πυρὸς
οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηνται : αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ ἐκ πυρὸς
4562408 μελαιναι
μὴν κατὰ τὴν Ἰνδίαν παρδάλεις ξανθαί τε καὶ κυαναῖ καὶ μέλαιναι καὶ λευκαί , πάσας δὲ γραμμαί τινες εὔκυκλοί τε
προχέονται δ ' ἐκ τῆς ὄψεως ἀκτῖνες πύριναι , οὐχὶ μέλαιναι καὶ ὁμιχλώδεις : διόπερ ὁρατὸν εἶναι τὸ σκότος .
4556901 ἀδμητες
, καὶ Βοιωτίοισιν ἐν σκύφοισιν οἶνος ἡδύς . οἱ μὲν ἀδμῆτες ἀεικελιᾶν † νούσων εἰσὶ καὶ † ἄνατοι , οὐδὲν
τε τῆς καλλίστης , οἷαι μάλιστα αἱ Θετταλαί εἰσιν , ἀδμῆτες ἔτι καὶ ἄβατοι , τὸ δὲ ἄνω ἡμίτομον γυναικὸς
4550382 καλλισται
τοῖς ἀκινήτοις ποιητικὸν ἢ τελικὸν αἴτιον : αἱ πρῶται καὶ κάλλισται τῶν ἐπιστημῶν οὐ πάντα τὰ αἴτια γιγνώσκουσιν . ἐν
καὶ περὶ ταύτης , εἴ τις τοῦ ὀνόματος μνημονεύει . κάλλισται μὲν γὰρ αἱ Γαλλικαί , οὐκ ἀπολείπονται δὲ αὐτῶν
4549508 κοιλαι
Εὔξεινον καλούμενον πόντον Πέτραι : σχισμαὶ βοτανώδεις . γλαφυραί . κοῖλαι , βαθεῖαι . χηραμοί : φωλεοὶ , κατοικήσεις .
κατάντεσι καταθεῖν , καταβαίνειν . ἔπαινος ἵππου ἀπὸ σώματος ὁπλαὶ κοῖλαι , ὡς εἶναι ἐν βάθει τὴν χελιδόνα καὶ μηδὲν
4548191 στερεος
τῶν Γ Δ Ε ἐστιν μονάδων ρμδʹ [ ὁ Θ στερεός : ἁπλῶν οὖν μυριάδων ρμδʹ ἐστὶν ὁ ἐκ τῶν
ὥστε ὁ ἐκ τῶν νʹ νʹ νʹ μʹ μʹ λʹ στερεός ἐστιν μυριάδων ξʹ διπλῶν . ιεʹ . Ἔστωσαν δὴ
4542076 ὀλιγαι
χρηστοῖς ἐντύχῃς . ἀλλ ' ἄπιτε ἤδη , ὡς κἂν ὀλίγαι τήμερον ἐκδικασθῶσιν . Προΐωμεν , ὦ Δίκη , ταύτῃ
πόλει : πρὸς δὲ τούτοις εἰπεῖν δεῖ , ὅτι καὶ ὀλίγαι ἡμέραι εἰσὶν ἀφ ' οὗ κατώρθωσα τὰ περὶ Κύζικον
4524963 ἐοικοτες
βασιλήων δελφίνων φώκης τε βοώπιδος αὐτίκα παῖδες ἐκ γενετῆς ἀνέχουσιν ἐοικότες οἷσι τοκεῦσιν . Οἱ δ ' ἦ τοι πάντες
πολλοὶ δ ' ἀλλήλοισι διασταδὸν εἵνεκεν εὐνῆς μάρνανται , μνηστῆρσιν ἐοικότες , οἳ περὶ νύμφην πολλοὶ ἀγειρόμενοι καὶ ὁμοίϊοι ἀντιφέρονται
4519943 μογοιο
βαιὸν ἀνέπνευσαν , καὶ δ ' αὐτοὶ Τρώιοι υἷες ἀμπαύοντο μόγοιο δυσαλγέος , οὕνεκ ' ἐτύχθη φύλοπις ἀργαλέη περὶ τείχεϊ
μάλα στενάχων . Καὶ ἔτι Τρώεσσι κέλευεν οὐδ ' ἀλέγιζε μόγοιο : φάος δέ οἱ ἐσθλὸν ἄμερσε δῖα θεή :
4518911 πλειονες
] ὅλης πόλεώς ἐστιν ἔνκλημα . οἶδα ὅτι ἐν τούτοις πλείονές εἰσιν δοῦλοι : διὰ τοῦτο οἱ δεσπόται ? λοιδοροῦνται
φαλάκρωσις . τὰ δὲ ὀπίσω οὐ πάνυ φαλακροῦνται , ἐπειδὴ πλείονές εἰσι μύες , καὶ φυλάσσουσι τὰς τρίχας . τὰ
4513402 ἀρουρα
δὲ πάντα τοῖσιν ἔην : καρπὸν δ ' ἔφερε ζείδωρος ἄρουρα αὐτομάτη πολλόν τε καὶ ἄφθονον : οἳ δ '
λέγει . . . . σέο δ ' ὀστέα πύσει ἄρουρα κειμένου ἐν Τροίῃ : ἡ διπλῆ , ὅτι τῶν
4509586 λευρῳ
πάλιν , καὶ ἀφικνεῖται αὐτοῖς τάδε ἔστι τις Ἀρκαδίης Τεγέη λευρῷ ἐνὶ χώρῳ , ἔνθ ' ἄνεμοι πνείουσι δύο κρατερῆς
θεοπρόποισι λέγει ἡ Πυθίη τάδε : Ἔστι τις Ἀρκαδίης Τεγέη λευρῷ ἐνὶ χώρῳ , ἔνθ ' ἄνεμοι πνείουσι δύω κρατερῆς
4506068 Βοιωτιαι
μεγαλόπλουτ ' ἐπεισέπλει ὑπογάστρι ' ὀπτῶν αἵ τ ' ἐχιδνοσώματοι Βοιώτιαι παρῆσαν ἐγχέλεις θεαὶ τεῦτλ ' ἀμπεχόμεναι . καὶ ἐν
πρὸς δύσεις ὥρας γεʹ . Τῆς δὲ Ἀχαΐας αἱ μὲν Βοιώτιαι Θῆβαι τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχουσιν ὡρῶν ιδ ∠ ʹδ
4505936 ἑτεραι
χρησίμη : τοὺς δὲ σκινθοὺς καὶ κολυμβητὰς λέγειν ὅτι καὶ ἕτεραι μεγάλαι τινὲς τοῖς μεγέθεσιν εἴησαν . Ἡ δὲ ἄμπελος
δύο εἰς τὴν καρδίαν περὶ αὐτὴν τὴν νωτιαίαν ἄκανθαν , ἕτεραι δ ' ὀλίγον ἀνωτέρω διὰ τῶν στηθῶν ὑπὸ τὴν
4500206 ξανθοι
ὕδωρ καὶ γλυκὺ καὶ καθαρόν . πάρκεινται δ ' ἄρτοι ξανθοὶ γεραρή τε τράπεζα τυροῦ καὶ μέλιτος πίονος ἀχθομένη :
καὶ πόλεων κατάρξουσιν , ἂν Ζεὺς προσεπιβλέπῃ : ἄσπροι , ξανθοὶ τὰ πρόσωπα , ὀφθαλμοὶ δὲ ψεκτέοι , πόνοι περὶ
4495803 ἀλλαι
ποιεῖν τῇ φύσει τῶν λέξεων αὐτῶν . τοιαῦται δὲ καὶ ἄλλαι μέν τινες , ἐξαιρέτως δὲ αἵ τε τῷ α
συγγενὴς οὖσά ἐστιν ὅ ἐστιν . Ἄλλη οὖν ζωὴ καὶ ἄλλαι ἐνέργειαι καὶ τὸ κολαζόμενον ἕτερον : ἡ δὲ ἀναχώρησις
4492541 Φθοραι
μετέχοντα καὶ τῶν κατὰ φύσιν καὶ τῶν παρὰ φύσιν . Φθοραὶ μὲν γὰρ εὐθὺς αἱ μὲν οὕτως , αἱ δ
: ἰσχυρότερον δὲ τὸ ἅλιμον διὰ τὸ πλείω ἔχειν . Φθοραὶ δὲ καὶ ἄλλοις ὑπ ' ἄλλων εἰσὶν ἴδιαι καθάπερ
4486967 πριστου
ἀγάλματα καλὰ τέχναις τεύχοντες ἑῇσιν δαίδαλά τ ' ἐκτελέοντες ἀπὸ πριστοῦ ἐλέφαντος : ζώοις δ ' ἐν πανύγροισι λοετροχόοι ,
τὰ σεμνὰ τῆς ἀρετῆς ἐν χερσὶν ὄργανα κρατοῦντες , οὐ πριστοῦ κτενὸς ἐντομὰς κόμην καταψήχειν δυναμένας οὐδὲ ἔσοπτρα τῶν ἀντιμόρφων
4485322 λογχαι
ὄλβου μέγας ἐκομπάσθη ποτὲ ἔχων τυραννίδ ' , ἧς μακραὶ λόγχαι πέρι πηδῶς ' ἔρωτι σώματ ' εἰς εὐδαίμονα ,
καταφθίνει γᾶ . [ μαλερὰ μέλαθρα πυρὶ κατάδρομα δαΐωι τε λόγχαι . ] ἰὼ γᾶ τρόφιμε τῶν ἐμῶν τέκνων .
4476115 ἀμφις
ἄνθεσιν ἂν τὸ μέσον πάντῃ πεπύκασται , μολπὴ δ ' ἀμφὶς ἔχει δώματα καὶ θαλίη . χρὴ δὲ πρῶτα μὲν
κύρει . ἐν τῶι σοι παύω πιστὸν λόγον ἠδὲ νόημα ἀμφὶς ἀληθείης : δόξας δ ' ἀπὸ τοῦδε βροτείας μάνθανε
4475413 χειρες
ἀπεχοίμην . . . οὐδ ' εἴ μοι δέκα μὲν χεῖρες , δέκα δὲ στόματ ' εἶεν , γαστὴρ δ
γένος ἐξεῖναι ἀπ ' ἐκείνης κινεῖσθαι . πόδες τε καὶ χεῖρες , εἴπέρ ποτε , ἀπειρήκεσαν . θεῶν δὲ δωρεαί

Back